μύρμηξ γέλωτα πολὺν αὐτῷ καταχέας ἔφη : ” οὐκοῦν χειμῶνος ὀρχοῦ . „ διδάσκει ἡμᾶς ὁ μῦθος , ὅτι οὐδὲν
ἐμειδίασαν καὶ πρὸς αὐτὸν ἐβόων : Εἰ θέρους ηὔλεις , ὀρχοῦ ἄρτι χειμῶνος : σῖτον γὰρ θέρους ταῖς ἀποθήκαις βάλλε
5988433 Χειμωνος
πολλὰ πνεύματα σημαίνουσι : πνευμάτων μὲν οὖν σημεῖα ταῦτα . Χειμῶνος δὲ τάδε . Ἥλιος δυόμενος εἰς μὴ καθαρόν .
τοῦ γένους τῶν Ἀργείων κατάγεται , χαρέντες ἀνύμνουν αὐτόν . Χειμῶνος δὲ γενομένου , καὶ πλημμυρήσαντος πολὺ τοῦ παρακειμένου ποταμοῦ
5958279 ἐξεμειν
διάγει τὸ λοιπόν . σπανίως δὲ τοῦτο συμβαίνει τὸ ἐθέλειν ἐξεμεῖν , ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἀεὶ πίνειν ἐθέλουσιν . οὐδὲ
τις αἰτιάσαιτο τῶν νεφρῶν . Μέγιστον ἴαμα τῇ νόσῳ πιόντα ἐξεμεῖν αὐτίκα , πίνειν δ ' ὡς ψυχρότατον , καὶ
5747767 ἐπλεονεκτουν
προεῖχον , οἱ δὲ Πέρσαι τῷ πλήθει καὶ ταῖς παρασκευαῖς ἐπλεονέκτουν : συνήργουν γὰρ αὐτοῖς οἱ ἀπὸ τῶν τειχῶν συναγωνιζόμενοι
οἱ παρὰ ἀμφότερα τεταγμένοι τὰ κέρατα προειδότες , ἐν οἷς ἐπλεονέκτουν αὐτοὶ τῶν πολεμίων , εἰς ταῦτα κατέφευγον , Ῥωμαῖοι
5701251 ὀμνυουσι
πάρεξ τῶν ἄλλων πολιητέων , σέβονται Ἑρμέην μάλιστα θεῶν καὶ ὀμνύουσι μοῦνον τοῦτον καὶ λέγουσι γεγονέναι ἀπὸ Ἑρμέω ἑωυτούς .
δόξετ ' εἶναι . ὑμῖν γὰρ ἔστιν ὅρκος , ὃν ὀμνύουσι πάντες οἱ πολῖται , ἐπειδὰν εἰς τὸ ληξιαρχικὸν γραμματεῖον
5616998 πειθου
δῆμον . μὴ τοῦ λέγοντος ἴσθι ] μὴ τοῖς διαβάλλουσι πείθου . Γ ἴσθι ] ὕπαρχε . Γ ὢν ]
οὐκέτ ' ἐποψόμεθα : ἐξ ἀποφθέγματος γενναίου Λακωνικοῦ . Νῷ πείθου : ὁμοία τῇ : Τῷ θεῷ ἕπου . Ξένος
5609452 λυραις
καὶ καλλωπιζομένους . οἱ λυρικοὶ ποιηταὶ χοροῖς καὶ αὐλοῖς καὶ λύραις τὰ ποιήματα ᾖδον . καὶ νῦν μὲν οἱ τούτων
δὲ καὶ τοὺς ἐκ τοῦ περιπάτου ὅμοιόν τι πάσχειν ταῖς λύραις , αἳ καλῶς φθεγξάμεναι αὑτῶν οὐκ ἀκούουσι . .
5603292 βοωντα
γὰρ εἰς ἀχάριστον καταθήσῃ τὴν χάριν , ἀλλ ' εἰς βοῶντα καὶ κηρύττοντα ὃ λάβοι . οὔκουν ἐσίγησε πρὸς ἡμᾶς
πρὸς τὰς βλασφημίας θρασύτατος . καίτοι τὸν διατεινόμενον αὐτὸν καὶ βοῶντα καὶ κατηγοροῦντα τῶν ἄλλων ἢν ἔρῃ , Σὺ δὲ
5554956 νεοσσοι
, καὶ ὀρίγανος χλωρὰ ἀνεθεῖσα , καὶ τῶν ὀρνίθων οἱ νεοσσοὶ ἀναπτυχθέντες καὶ παραχρῆμα προςτιθέμενοι : ὀροβινόν τε ἄλευρον μετ
ὥραις , οὔτε τὸν καιρόν , καθ ' ὃν οἱ νεοσσοὶ οἱ ἐν οἰκήματί τινι ὄντες ἀποβλέποιεν εἰς τὴν κοίτην
5548900 τραγηματιζεται
καὶ κίχλας , τραγήματα . ἔπειθ ' ὁ δειπνῶν μὲν τραγηματίζεται , μυρισάμενος δὲ καὶ στεφανωσάμενος πάλιν σύμμεικτα δειπνεῖ τὰ
καὶ κίχλας , τραγήματα . ἔπειθ ' ὁ δειπνῶν μὲν τραγηματίζεται , μυρισάμενος δὲ καὶ στεφανωσάμενος πάλιν σύμμεικτα δειπνεῖ τὰ
5541013 αἰρε
κομίζει προσπόλων ὅδ ' ἐγγύθεν . Αἶρ ' αὐτόν , αἶρε δεῦρο : ταρβήσει γὰρ οὔ , νεοσφαγῆ που τόνδε
δέδρακεν , ὀρχούμενος ὅστις ἀπήλλαξεν χορὸν τρυγῳδῶν . Αἶρ ' αἶρε μᾶζαν ὡς τάχος τῷ κανθάρῳ . Ἰδού . Δὸς
5532394 καθηγητα
ὃ βούλει λέγε . “ καὶ ὁ κηπουρός : ” καθηγητά , διὰ τί τὰ παρ ' ἐμοῦ βαλλόμενα λάχανα
θαυμαστὸς ἔμπορος καὶ ἄκρος . “ οἱ σχολαστικοί : ” καθηγητά , τί ἐπαινεῖς ; τί τῆς σῆς θαυμασιότητος ἄξιον
5530789 δῳς
εἰς τὰς χεῖράς σου , μέχρις ἂν γνῷς , τίνι δῷς . Δευτέρα δὲ ἐντολὴ τῆς διδαχῆς : ] οὐ
τὰ τῆς γλώσσης σημήϊα ἠπιώτερα γένηται , καὶ μήτε φάρμακον δῷς μήτε κλύσῃς ἐς κάθαρσιν , πρὶν αἱ κρίσιες παρέλθωσιν
5521718 κεπφοι
οὗτοι κατατέμνοντες τοῖς ὀδοῦσιν ἰχθύας σάρκας τινάς , αἷς οἱ κέπφοι τρέφονται , καταλιμπάνουσιν ἐν τοῖς ὕδασι . καὶ μὴν
γάρ ἐστι τοῦτο 〚 τὸ 〛 μίμημα . Γ καὶ κέπφοι Γ : εὔηθες ζῷον ὁ κέπφος , οὗ μέμνηται
5516971 τρωγοντα
: ὑποκάτω αὐτῶν κάπνισον λαγοῦ κεφαλήν . ζ . ψυχρὰ τρώγοντα κατακαίεσθαι : σκίλλαν εἰς ὕδωρ χλιαρὸν βρέξας δὸς αὐτῶι
γάρ , φαγόντα κόνυζαν , ἀποθνήσκει δίψῃ κατασχεθέντα . Ἄνθρωπον τρώγοντα βουλόμενοι σημῆναι , κροκόδειλον ζωγραφοῦσιν , ἔχοντα τὸ στόμα
5513158 καλιαις
παρελθὼν ἐς καταγωγὴν ὀθνείαν ἐντίκτει . οὐ πάντων δὲ ὀρνίθων καλιαῖς ἐπιπηδᾷ οὗτός γε , ἀλλὰ κορύδου καὶ φάττης καὶ
τὰς φάττας δάφνης κλωνία ἀποτραγούσας λεπτὰ εἶτα μέντοι ταῖς ἑαυτῶν καλιαῖς ἐντιθέναι τῶν νεοττίων φειδοῖ : ἰκτῖνοι δὲ ῥάμνον ,
5509356 πολυπλοκοις
λεγομένων στρουθοκαμήλων ὁλοσχερῶς ἐμφόρησον αὐτόν τόν ] τοῦτον πολυπλέκτοισι ] πολυπλόκοις πιέξας ] Δωρικῶς πιέξας ] πιέσας , δεσμώσας νέκταρι
δράκοντά θ ' , ὃς πάγχρυσον ἀμπέχων δέρος σπείραις ἔσωιζε πολυπλόκοις ἄυπνος ὤν , κτείνας ' ἀνέσχον σοι φάος σωτήριον
5500182 γελωσι
δείπνου τῷ Τηρεῖ δεικνύουσι , κεφαλὴν παιδίου καὶ χεῖρας : γελῶσι δὲ ἅμα καὶ φοβοῦνται . ἀναπηδῶν ἐκ τῆς κλίνης
μεθέμενοι τὴν ἀπὸ γενέσεως τῆς παθητῆς ψευδώνυμον ὠφέλειαν „ , γελῶσι καὶ χλευάζουσιν ἐπιφωνοῦντες ” ταῦτα εἰς αὔριον ” ,
5499490 χαιρουσιν
λεγούσης ταῦτα Πολυξένης λέγει καὶ ἡ Ἑκάβη διὰ μέσου : χαίρουσιν ἄλλοι καὶ , ἂν ζῇ Πολύδωρος , ἀπιστῶ :
εὐχαῖς νόμος ἐστὶν ἡμῖν εὔχεσθαι , οἵτινές τε καὶ ὁπόθεν χαίρουσιν ὀνομαζόμενοι , ταῦτα καὶ ἡμᾶς αὐτοὺς καλεῖν , ὡς
5497239 Κραπαταλλοις
. ἀγυιεὺς ὁ . . . κινοειδὴς . . . Κραπατάλλοις : “ ὦ δέσποτ ' ἀγυιεῦ . . .
: νοσώδη γὰρ εἶναι τότε , ὡς καὶ Φερεκράτης ἐν Κραπατάλλοις εἴρηκεν . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Προαγῶνι : κάμνοντα
5485696 Ὀπουντιον
πλάσασθαι αὐτὸν τὸ ἐπὶ Πατρόκλου προειρημένον ἐπαινεῖν βουλόμενος τὸν Ἐφάρμοστον Ὀπούντιον ὄντα Πατρόκλου πολίτην . εὑρεσιεπής : καινολόγος . ἀναγεῖσθαι
ἐν τοῖς φαύλοις : οἷόν τι καὶ περὶ τοῦτον τὸν Ὀπούντιον ἀκούω γεγονέναι χαρίεντα καὶ κομψὸν νεανίσκον ἀποβαλόντα , ἡμέτερον
5467260 ἀποτρεχω
ἐστιν . οὐκ ἔστιν ; ἀλλ ' ἀκήκοας μυριάκις . ἀποτρέχω δή . ὢ δυστυχὴς ἐγώ . τίνα τρόπον ἐνθαδὶ
ἀπολέσει αὐτοὺς ἕως γενεῶν . Ἐγὼ εἰς τὴν ἀνάπαυσίν μου ἀποτρέχω , ὡς οἱ πατέρες μου : ὑμεῖς δὲ φοβεῖσθε
5463570 Καμπαι
δύνει , ἀτὰρ Κηφεὺς κεφαλῇ καὶ χειρὶ καὶ ὤμοις . Καμπαὶ δ ' ἂν Ποταμοῖο καὶ αὐτίκ ' ἐπερχομένοιο Σκορπίου
ταῖς Χηλαῖς ἄρχεται ἀντικαταδύνειν . . . , , , Καμπαὶ δ ' ἂν Ποταμοῖο καὶ αὐτίκ ' ἐπερχομένοιο Σκορπίου
5461349 δυστοκουσαις
αὐτῆς ἐπὶ κεφαλῆς ἀγρυπνούντων τιθέμεναι ὕπνον ἐπάγουσιν , καὶ ταῖς δυστοκούσαις μέγιστον ἀγαθὸν ἐν λαιῷ μηρῷ περιαπτόμεναι . Τὸ δὲ
δὸς πιεῖν καὶ τέξεται παραχρῆμα . [ ιδʹ . Ὑποθυμίαμα δυστοκούσαις . ] Χαμαιπίτυν ἐπὶ τῶν ἀνθράκων θεὶς ἢ ἄσφαλτον
5459349 σαωσε
ἀλλ ' Ὀδυσσεὺς ἐπὶ μάστακα χερσὶ πίεζε νωλεμέως κρατερῇσι , σάωσε δὲ πάντας Ἀχαιούς , τόφρα δ ' ἔχ '
αὐτὸς ὑπέκφυγε κῆρα μέλαιναν , ἀλλ ' Ἥφαιστος ἔρυτο , σάωσε δὲ νυκτὶ καλύψας , ὡς δή οἱ μὴ πάγχυ
5451427 ἀναστησαντα
τοῦ Ἄργους . ὃς ἰδὼν δράκοντι πόαν ἐπιθέντα τεθνεῶτι καὶ ἀναστήσαντα αὐτὸν , καὶ οὗτος τὸ αὐτὸ ποιήσας εἰς τὸν
τὴν ΘΗ , καὶ δίχα τεμόντα τὴν ΑΒ καὶ ὀρθὴν ἀναστήσαντα τὴν ΡΞ καταγαγεῖν τὴν ΑΞ περιέχουσαν μετὰ τῆς ΞΡ
5450335 διαφοροιτο
ὕδωρ μέλιτι λεπτῷ καὶ προσβάλλειν κρίθινον ἄλευρον , καὶ εἰ διαφοροῖτο μὲν ὁ ὄγκος , ἐνδεέστερον δέ , ταῖς ἰσχάσι
ὕδωρ μέλιτι λεπτῷ καὶ προϲβάλλειν κρίθινον ἄλευρον : καὶ εἰ διαφοροῖτο μὲν ὁ ὄγκοϲ , ἐνδεέϲτερον δέ , ταῖϲ ἰϲχάϲιν
5437909 βολιτοις
” δὲ ὅτι περὶ βοῶν ὁ λόγος αὐτῷ . Γ βολίτοις ] παίζει . βόλιτον ἡ κόπρος τῶν βοῶν .
ἡττημένος : ταῖς τῶν βοῶν ἐπαγγελίαις ὅτε ἔγνων ἡττηθείς . βολίτοις δὲ τοῖς σπελέθοις . βόλιτοι γὰρ οἱ σπέλεθοι τῶν
5427679 ἐνδοντας
πολλοὺς ὑπομείναντας , ἀλλ ' ὡς ἐπῇσαν οἱ Λακεδαιμόνιοι εὐθὺς ἐνδόντας καὶ ἔστιν οὓς καὶ καταπατηθέντας τοῦ μὴ φθῆναι τὴν
ἄρχειν σφῶν τὸν Μεσσάλαν αἱρουμένων οὐκ ἀνασχόμενος , ἔπεισεν αὐτοὺς ἐνδόντας ἐπιβαρούσῃ τῇ τύχῃ μεταστρατεύσασθαι τοῖς ἀμφὶ τὸν Ἀντώνιον .
5418603 μελιπηκτα
καὶ ἀλεκτορίδες οἰκουροί : εἶτα γαλάκτια ποικίλα , τὰ μὲν μελίπηκτα τὰ δ ' ἀπὸ ταγήνου πυτίας μοι δοκεῖ καλοῦσιν
ὡς ἐν τῷ γαμικῷ νόμῳ γέγραπται , ἀπείρηται ᾠὰ καὶ μελίπηκτα δίδοσθαι . . . . Χάλκις : . .
5416453 βρονταις
κεραυνός : ἐν νιφάδι δὲ καὶ χιόνι λευκοπτέρῳ καὶ ἐν βρονταῖς ταραττέτω πάντα . οὐδὲν γὰρ ἀπὸ τούτων κάμψει καὶ
ᾧ περιφρονοῦντι τὰ δαιμόνια κατεσκεύαστο κεραυνῶν τε μιμήματα καὶ κτύποι βρονταῖς ἐμφερεῖς , οἷς δεδίττεσθαι τοὺς ἀνθρώπους ὡς θεὸς ἠξίου
5414196 κατεχω
, οὔτ ' ἐν Ῥόδῳ τοιοῦτον οὔτ ' ἐν Λυδίᾳ κατέχω δεδειπνηκώς . Ἄπολλον , ὡς καλόν . ἀλλὰ κυλίκιον
γέ μοι μανθάνειν : οὐ μέντοι ὡς βούλομαί γέ πω κατέχω τὸ ἐρωτώμενον . Πότερον δὲ περὶ ἀρετῆς μόνον σοι
5412409 ἐγειρουσι
λωνται , ποιεῖν . Ὅταν μὲν ἐπισπεύδωσι τὰς ὠδεῖνας , ἐγείρουσι διδοῦσαι ? φαρμάκια τὰ συνταχύνοντα , [ ὅταν ]
αἱ καλούμεναι πίστεις καὶ τόποι πίστεων καὶ ἀφορμαὶ πολλὴν ἀφθονίαν ἐγείρουσι λόγων . Ἐπειδὴ δὲ εἴρηται καὶ περὶ τούτων ἀποχρώντως
5411061 χριουσι
, ἀποδιώκουσι τὰ θηρία . τινὲς ὀπὸν καὶ ἔλαιον ἑψήσαντες χρίουσι τὰ πρέμνα τῶν ἀμπέλων , ἀπὸ τοῦ πυθμένος ὀλίγον
ἀφροδίτην μᾶλλον . ἕτεροι δὲ πεπέριδι καὶ μέλιτι τὰ αὐτὰ χρίουσι , νίτρῳ δὲ ἄλλοι καὶ κνίδης καρπῷ : σμυρνίῳ
5404441 μυρισαμενος
, τραγήματα . ἔπειθ ' ὁ δειπνῶν μὲν τραγηματίζεται , μυρισάμενος δὲ καὶ στεφανωσάμενος πάλιν σύμμεικτα δειπνεῖ τὰ μελίπηκτα ταῖς
, τραγήματα . ἔπειθ ' ὁ δειπνῶν μὲν τραγηματίζεται , μυρισάμενος δὲ καὶ στεφανωσάμενος πάλιν σύμμεικτα δειπνεῖ τὰ μελίπηκτα ταῖς
5403291 κριθωντα
καὶ λιμώττειν ἐάσας πραϋνῶ . πειθάνορα ] τὸν πειθαρχοῦντα . κριθῶντα ] πίονα ταῖς κριθαῖς . ἐπόψεται ] ἴδηι .
μετὰ δόλου ποιῆσαι . Οὐχ ὑποζεύξω τὸν μὴ πειθαρχοῦντα ὡς κριθῶντα πῶλον ἀλλὰ συγκλείσας καὶ λιμώττειν ἐάσας πραϋνῶ . πειθάνορα
5402763 εὐτελειαις
σε , τῆς συμμετρίας καὶ τῆς ἀφελείας οὕνεκα . Ταῖς εὐτελείαις οἱ θεοὶ χαίρουσι γάρ : τεκμήριον δ ' ὅταν
σε , τῆς συμμετρίας καὶ τῆς ἀφελείας εἵνεκα . ταῖς εὐτελείαις οἱ θεοὶ χαίρουσι γάρ : τεκμήριον δ ' :
5397491 ῥισι
' οἴνου πινομένη , λειποθυμοῦντάς τε ἀνακτᾶται σὺν ὄξει ταῖς ῥισὶ προσαγομένη . κρατύνει δὲ καὶ οὖλα ξηρὰ λεία κεκαυμένη
κελεῦσαι αὑτῷ προσφέρειν ἄρτους θερμοὺς ὁσημέραι . τούτους δὴ ταῖς ῥισὶ προσφέρων διεκράτησεν αὑτὸν τὴν ἑορτήν : ἐπειδὴ δὲ παρῆλθον
5392689 πραττοιεν
ἐληίζοντο , λόγου ἐς αὐτοὺς ἥκοντος , ὡς ἄριστα ἠπειρωτῶν πράττοιεν , καί πη καὶ δεδιότες , μὴ πρόσοικοι τῷ
μηδὲν μήτ ' αὐτὴ δι ' αὐτῶν μήτ ' αὐτοὶ πράττοιεν ὑπὲρ σφῶν αὐτῶν , ἀλλ ' εἰ τοὺς βαρβάρους
5381203 κοψιχος
, πρὸς τὸ μὴ λοῦσθαι ῥύπος , ὑπαίθριος χειμῶνα διάγειν κόψιχος , πνῖγος ὑπομεῖναι καὶ μεσημβρίας λαλεῖν τέττιξ , ἐλαίῳ
, πρὸς τὸ μὴ λοῦσθαι ῥύπος , ὑπαίθριος χειμῶνα διάγειν κόψιχος , πνῖγος ὑπομεῖναι καὶ μεσημβρίας λαλεῖν τέττιξ , ἐλαίῳ
5378340 ἀπειλουσι
τὰς νόσους , ἤγουν ἐκλύουσιν : ἃ γὰρ αἱ νόσοι ἀπειλοῦσι , ταῦτα τὰ φάρμακα εἰς αὐτὰς μεταμείβονται . τὸ
, λοιδοροῦνται δὲ ταῖς γυναιξί , κλαυθμυρίζουσιν τοὺς οἰκέτας , ἀπειλοῦσι τοῖς πολλοῖς , μονονουχὶ τὸ τοῦ Ὁμήρου λέγοντες :
5372215 διψωσι
ἔχοντα , μετὰ δὲ ταῦτα τὸν οἶνον , κἂν μηδέπω διψῶσι , κελεύειν προσφέρεσθαι : πραΰνεται μὲν γὰρ αὐτοῖς εὐθέως
καλοκἀγαθίας ἐρῶντες , οἷς ἀρύτεσθαι θέμις ἀπὸ τῶν ἱερωτάτων πηγῶν διψῶσι σοφίας . Τὰ μὲν οὖν δείγματα τῆς τοῦ νομοθέτου
5368776 ζεουσαις
ἐπιπλάττεται θερμὸς ὁ ἄρτος , ἁρμόττων ταῖς σκληροτέραις καὶ οὐ ζεούσαις φλεγμοναῖς : ἢ ἀντὶ τοῦ ἐλαίου τὸ βούτυρον ἐμβαλεῖς
ἀτράφαξυς καὶ μαλάχη ταῖς μὲν ἀρχομέναις καὶ αὐξανομέναις καὶ οἷον ζεούσαις αἱ κηπευόμεναι , ταῖς δὲ παρακμαζούσαις καὶ σκληρυνομέναις καὶ
5366858 ἠναντιωθησαν
ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν , καὶ πάντας , ὅσοι πώποτ ' ἠναντιώθησαν , καὶ τὸ λοιπὸν ἔμελλον ἐναντιώσεσθαι ταῖς παρανόμοις ἐπιθυμίαις
κʹ : ἐκεῖ Κρόνος , καὶ Ἡλίου διαμετροῦντος ιθʹ : ἠναντιώθησαν γὰρ ἀμφότεροι τοῖς ἰδίοις ὑψώμασιν . ἔσχε μὲν οὖν
5365429 συμβουλευσαντα
τοῦ δικαίως ἢ μὴ ἀνηιρηκέναι τὴν μητέρα , ἐπὶ τὸν συμβουλεύσαντα θεὸν καταφεύγει . τραγικὸν οὖν καὶ πρέπον : ὁμοειδές
ἐφ ' οἷς ἡττήθης ἀντιλέγων καὶ κρίνων ἐπὶ τούτοις τὸν συμβουλεύσαντα : εἰ δὲ οὐκ ἀντεῖπες , πάλιν καὶ τοῦτο
5363294 διακονουμενοι
καὶ παῖδες ἡμῖν παρειστήκεισαν οἰνοχόοι καλοὶ τὸν οἶνον ἡμῖν χρυσίῳ διακονούμενοι . ὁ μὲν οὖν ἐμὸς ἐπιστάτης ἑστὼς ὄπισθεν ἐκέλευέν
Ἀττήλα ὑπηρέτης κρεῶν πλήρη πίνακα φέρων , καὶ οἱ πᾶσι διακονούμενοι μετ ' αὐτὸν σῖτον καὶ ὄψα ταῖς τραπέζαις ἐπέθεσαν
5363081 σκιρτωντα
δὲ καὶ τούτῳ προσγένοιτό τι τῶν παραμυθουμένων πόνους μακρούς , σκιρτῶντα αὐτὸν ὀψόμεθα . σκόπει οὖν ὅπως τὸν πολίτην φαιδρὸν
οὔπω σαφὲς ἐμπλημμυροῦντος αὐτῷ τοῦ γάλακτος , τὰ δὲ ἤδη σκιρτῶντα ἐκφαίνει τι καὶ τραχύτητος , ὑπάρχει δὲ αὐτοῖς χαίτη
5362917 λοισθια
καὶ τόκ ' ἐτάκευ βασκαίνων , καὶ νῦν με τὰ λοίσθια γυμνὸν ἔθηκας . οὐ μαὐτὸν τὸν Πᾶνα τὸν ἄκτιον
, λάινε παῖ καὶ ἔρωτος ἀνάξιε , δῶρά τοι ἦνθον λοίσθια ταῦτα φέρων , τὸν ἐμὸν βρόχον : οὐκέτι γάρ
5362589 σχολαστικοι
. οὐδὲν οὖν αὐτῆς ἐστι κρεῖττον . “ οἱ δὲ σχολαστικοὶ εἶπον ” καλῶς λέγει , οὐδὲν κρεῖττον γλώσσης .
” πάντα . “ Αἴσωπος ἑστὼς ἐγέλασεν . οἱ δὲ σχολαστικοὶ ὡς εἶδον αὐτὸν ἐξαίφνης γελάσαντα καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ
5361679 ὀψοποιον
ἐὰν Ἰσμηνίᾳ , αὐλητήν : ἀλαζόνα , ἐὰν Ἀλκιβιάδῃ : ὀψοποιόν , ἐὰν Κρωβύλῳ : δεινὸν εἰπεῖν , ἐὰν Δημοσθένει
σώματι εἰδέναι , ὥστ ' εἰ δέοι ἐν παισὶ διαγωνίζεσθαι ὀψοποιόν τε καὶ ἰατρόν , ἢ ἐν ἀνδράσιν οὕτως ἀνοήτοις
5360622 ἐσθιε
καὶ ἀφετῆρος τῆς μολόχης ὡρμημένος . οὐ μόνον οὖν μὴ ἔσθιε μηδὲ ἀφάνιζε τὰς τοιαύτας παρατηρήσεις , ἀλλὰ καὶ αὖξε
νῷν . Τί δὲ δὴ ' γώ ; Τὴν Σίβυλλαν ἔσθιε . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ταῦτα κατέδεσθον μόνω ,
5356723 ἐκλαιον
. οὐδεὶς ἀπέστη καίτοι σχεδὸν πᾶσι τῶν οἰκείων ἀπολωλότων . ἔκλαιον οὖν ἐγκαλυψάμενοι , οὐκ ἀνέστησαν δ ' , ἵνα
, ὁ θεὸς Ζάρ . Ἀκούων ταῦτα , ἐλυπούμην καὶ ἔκλαιον δισσὸν κλαυθμόν , οὐ μόνον ὅτι ἐκρέμαντο , ἀλλ
5356463 φιλαργυρον
' πιμελητὰ ἀντὶ τοῦ ὦ ἐργοδότα , ὃν δὴ ἐργοδότην φιλάργυρόν φησι . καταπρίων τὸ κύμινον : τοῦτο παρ '
' πιμελητὰ ἀντὶ τοῦ ὦ ἐργοδότα , ὃν δὴ ἐργοδότην φιλάργυρόν φησι . καταπρίων τὸ κύμινον : τοῦτο παρ '
5350314 ποπανα
παρ ' ἡμῖν μὲν γὰρ ἀσφόδελος μόνον καὶ χοαὶ καὶ πόπανα καὶ ἐναγίσματα , τὰ δ ' ἄλλα ζόφος καὶ
, ἐπεὶ δὲ βωμῷ προθύματα καθωσιώθη Ἡφαίστου φλογὶ , καὶ πόπανα καὶ πέλανος . 〚 Ἄλλως . δέον εἰπεῖν ,
5347167 ταγηνιας
μελιτοῦτταν , ἐπιχύτους , πτισάνην , πλακοῦντας , δενδαλίδας , ταγηνίας . γενναῖος ἴσθ ' , ὦ οὗτος , ὀλίγον
μελιτοῦτταν , ἐπιχύτους , πτισάνην , πλακοῦντας , δενδαλίδας , ταγηνίας . Πάμφιλος δὲ τὸν ΑΤΤΑΝΙΤΗΝ καλούμενον ἐπίχυτόν φησι καλεῖσθαι
5347049 ῥισιν
μανθάνεις ; ἐψυγμένα . ἀτμὸς γὰρ οὕτως οὐχὶ προσπηδήσεται ταῖς ῥισίν , ἀλλ ' ἄνω μάλ ' εἶσι καταφυγών .
μανθάνεις ; ἐψυγμένα . ἀτμὸς γὰρ οὕτως οὐχὶ προσπηδήσεται ταῖς ῥισίν , ἀλλ ' ἄνω μάλ ' εἶσι καταφυγών .
5346509 ἐλουοντο
ἣν ὁ Πήγασος τῇ ὁπλῇ πλήξας ἐποίησεν . λῶντο : ἐλούοντο . περκάζων ἤτοι μελαινόμενος ὑπὸ τῆς ἐκφύσεως τῶν τριχῶν
τοῦ ε , οὐ διὰ τοῦ α , ἐν ᾧ ἐλούοντο , οἱ ἀρχαῖοι . προφορεῖσθαι : τὸ παραφέρειν τὸν
5344248 κλιναις
φασι Χείρων ' , ἐξέθρεψας Περικλέα ; Κᾆτ ' ἐν κλίναις ἐλεφαντόποσιν καὶ στρώμασι πορφυροβάπτοις , κἀν φοινικίσι Σαρδιανικαῖσιν κοσμησάμενοι
καὶ ἀναθημάτων λέγεται : κατακεῖσθαι δὲ ἐπ ' ἀνθρώπων ἐν κλίναις ὄντων . πόλις μὲν ὁ τόπος καὶ οἱ κατοικοῦντες
5343889 βωλοις
ἐσήμηνεν αὐτοῖς μάχεσθαι . ἐνταῦθα δὴ οἱ μὲν ἔβαλλον ταῖς βώλοις καὶ ἔστιν οἳ ἐτύγχανον καὶ θωράκων καὶ γέρρων ,
καὶ γείτοσιν οὐκ ἀγαθὸς πάροικος . βάλλεις γοῦν ἡμᾶς ταῖς βώλοις καὶ ταῖς ἀχράσι καὶ μέγα κέκραγας ἰδὼν ἄνθρωπον ὡς
5341310 ἀνηθα
εὐώδη , καὶ τὰ τοιαῦτα δὲ τῶν φυομένων , οἷον ἄνηθα , σέλινα , θύμοι , καὶ πάντα ὅσα λεπτότερον
. Ἐν ταῖς γεννικαῖς εὐωχίαις ἀμύλων παρόντων ἐσθίους ' ἑκάστοτε ἄνηθα καὶ σέλινα καὶ φλυαρίας καὶ κάρδαμ ' ἐσκευασμένα .
5340099 ἐλεουσιν
γὰρ τοὺς πολέμους βραβεύουσαι Τύχαι οὐ τῶν πολλῶν τὴν ἀσθένειαν ἐλεοῦσιν , ἀλλὰ τῶν εὖ μαχομένων ἐρυθριῶσι τὰς ἀρετάς .
εἰώθασι : δεδιότες γὰρ περὶ αὑτῶν τὰς τῶν ἄλλων συμφορὰς ἐλεοῦσιν . , : τοῦ αὐτοῦ : ἡ γὰρ πενία
5339191 πολυκαρπα
καὶ ὤκιμον ἐμφλοιοσπέρματα , θριδακίνη δὲ παπποσπέρματον . Πάντα δὲ πολύκαρπα καὶ πολυβλαστῆ , πολυκαρπότατον δὲ τὸ κύμινον . ἴδιον
συμβαίνειν καὶ περὶ τὰ φυτά : τὰ γὰρ πολύφορα καὶ πολύκαρπα καὶ αὐτὰ θᾶττον καταγηρῶσιν , τὰ δὲ στεριφὰ καὶ
5335950 δεουσαις
μὲν τοῖς ἐρρίνοις καὶ μετοχευτέον , ἀναξηραντέον δὲ ἄλλως ταῖς δεούσαις διαίταις . Ἀχλύες δὲ παχυτέρων ἀναθυμιάσεων ἔκγονα , ὥσπερ
τῶν παθῶν αἵματος ἀφαιρέσεσι καὶ δραστηρίοις καθαίρουσι φαρμάκοις , καὶ δεούσαις διαίταις καταστέλλεται τῷ μακρῷ χρόνῳ ἐπικουρίας ἀπολαύοντα τέχνης .
5333398 φιλανθρωπιαις
ὑπήκουσεν εἰς τὴν στρατείαν , διανοούμενος τοὺς μὲν Ἕλληνας ταῖς φιλανθρωπίαις προσάγεσθαι , τὴν δὲ δύναμιν τῇ τούτων συμμαχίᾳ μεγάλην
τὸν ἔτι τούτου χαλεπώτερον , μὴ ταῖς παρὰ τῶν τυράννων φιλανθρωπίαις ἐξαπατηθεὶς κατὰ τῶν πατρικίων ἄρηται τὰ ὅπλα καὶ συγκαταγάγῃ
5331518 ἀποβαλλουσιν
ποιεῖν ἕκαστον κατὰ δύναμιν . Ὅπου αἱ ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλουσιν : ἐπὶ τῶν ἐργώδεις τὰς διατριβὰς ποιουμένων : αἱ
οἷον λαχοίην : ὥσπερ ἐτύφθη ἐτύφθης ἐτύφθην . καὶ λοιπὸν ἀποβάλλουσιν οἱ Αἰολεῖς τὸ Ι , καὶ γίνεται λαχόην .
5331195 ἁλωσι
, διὸ καὶ ἅλῳ παραβέβληται : καθάπερ οὖν ἐν ταῖς ἅλωσι πυροὶ καὶ κριθαὶ καὶ ὅσα τοιαῦτα καθ ' ἑαυτὰ
ἀλοῶν : Ἔξωθεν ἐν κύκλῳ περιάγων ὡς οἱ ἐν ταῖς ἅλωσι . καὶ τὸ τύπτειν ἀλοᾶν λέγουσιν ἀπὸ τῶν κοπτόντων
5328808 ὑπερειχον
περὶ χιλίους . οἱ δ ' Ἀθηναῖοι τῷ πλήθει μὲν ὑπερεῖχον τῶν Βοιωτῶν , ὡπλισμένοι δὲ οὐχ ὁμοίως τοῖς πολεμίοις
τῆς μάχης καρτερᾶς γενομένης , οἱ μὲν τύραννοι τοῖς πλήθεσιν ὑπερεῖχον , οἱ δὲ φυγάδες τῇ τῶν τόπων ὀχυρότητι .
5326250 Τιμοκλεις
κατάρατε , πέπλευκας ἤδη ποτέ ; Καὶ πολλάκις , ὦ Τιμόκλεις . Οὔκουν ἔφερε μὲν ὑμᾶς τότε ἢ ἄνεμος ἐμπίπτων
εἶναί μοι δοκεῖ . Αὐτό που τὸ ζητούμενον , ὦ Τιμόκλεις , συναρπάζεις : οὐδέπω γὰρ δῆλον εἰ προνοίᾳ τούτων
5322580 καθαιρομεναις
ὑστέραν , ὥστε καὶ πολλαῖς ἤδη καταμήνια κατέρρηξεν ἔμπροσθεν οὐ καθαιρομέναις . Εἰ δὲ μὴ ἐξαρκεῖ καθαίρειν κάτω , ἐμέτοις
θερμαίνει , ὥστε πολλαῖς ἤδη καὶ καταμήνια ἔρρηξε τέως οὐ καθαιρομέναις . εἰ δὲ μὴ ἐξαρκεῖ καθῆραι κάτω , ἐμέτοις
5322499 φαλακρον
καὶ ὡς πανούργους δὲ τούτους κωμῳδεῖ καὶ τὸν Γέρητα τὸν φαλακρὸν καὶ τὸν Θεόδωρον ὄντα ἐκ τοῦ δήμου τῶν Διομείων
Μέγα κάθαρμα ὁ κουρεύς : πλανηθεὶς γὰρ ἀντὶ ἐμοῦ τὸν φαλακρὸν διύπνισεν . Σχολαστικῷ ἐκ δούλης τεκνώσαντι ὁ πατὴρ συνεβούλευε
5319734 ἐσκεπασμενος
περιέθετο . Γλαφυρῷ : βαθυτάτῳ , κοιλῷ . κεκαλυμμένος : ἐσκεπασμένος . Μορφήν : κατὰ τὸ εἶδος . ἀλίγκιος :
ποτὸν ἴσχῃ ζοφέης ] τῆς ἀφεγγοῦς , ζοφώδους κεκαλυμμένος ] ἐσκεπασμένος ἀφραδέως δὲ ἀντὶ τοῦ ἀγνοῶν ἀφραδέως ] κακοβούλως ,
5317058 ἐξαγουσι
γὰρ ἀνομοιότητες τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων οὐδεμίαν ἐκφυγγάνουσαι διαφορὰν εἰς ἀπέραντον ἐξάγουσι τὸν σφίσιν ἀκολουθεῖν ἐπιχειροῦντα . καὶ ἐντεῦθεν , οἶμαι
ἔμβρυον , παχύνεται ἡ κνήμη , καὶ χρόνῳ ὕστερον ἀνατεμόντες ἐξάγουσι νεκρά , ἐκθέντες δὲ αὐτὰ πρὸς τὸν ἄνεμον κεχηνότα
5315962 λιθολογοι
, περιειργάσαντο . οἱ δὲ πρὸς τοῦτο ἐπιτήδειοι λιθοδόμοι , λιθολόγοι , τέκτονες , τειχοδόμοι , τειχοποιοί : καλοῦνται δ
, ἀλλ ' ὑπὸ σπουδῆς , ἐπεὶ οὐδ ' οἱ λιθολόγοι ταῦτ ' ἔδρων ἑκόντες : ἀλλ ' ὁ τοῦ
5315300 ἀπειλαις
βαρβάρου καὶ ἄφρονος ἀλαζονείας κατά τε μορφὰς καὶ φωνὰς ἐν ἀπειλαῖς πολεμίων σπαθᾶται , τίνα παρέχειν πέφυκε τοῖς ἀνοήτως ἐπιοῦσι
καὶ βαρυτέροις τῆς δυνάμεως ἄχθεσι πιέζων μηδ ' ὑβρίζων μηδὲ ἀπειλαῖς καὶ ἐπανατάσεσιν εἰς | χαλεπὰς δυσθυμίας ἐφελκόμενος , ἀλλ
5309406 σφαξαντες
αἵδε : τρεῖς μὲν ἡμέρας προτιθεῖσι τὸν νεκρὸν καὶ παντοῖα σφάξαντες ἱρήια εὐωχέονται , προκλαύσαντες πρῶτον : ἔπειτα δὲ θάπτουσι
τοῦ ἑσπερίου καὶ Κιμμερίου Ὠκεανοῦ καὶ πυγούσιον βόθρον ὀρύξαντες καὶ σφάξαντες κριὸν καὶ ὄιν θήλειαν ἐξέχεον εἰς τὸν βόθρον τὸ
5308687 ἀνατρεψω
Ἀθηναίοις : διὸ καὶ ” ἀνοήτους “ αὐτοὺς εἶπεν . ἀνατρέψω ] ποιήσω δοκεῖν τὰ δίκαια ἄδικα . δίκην ]
μονόμετρον ἐκ δύο ἀναπαίστων : τὸ ιζʹ “ ἀλλ ' ἀνατρέψω ταῦτ ' ἀντιλέγων ” δίμετρον ἐξ ἀναπαίστου , δύο
5307392 νυκτεριδες
ἢ μέλιτος . Ἀλλαχοῦ δὲ διπήχεις ὄφεις ὑμενοπτέρους ὥσπερ αἱ νυκτερίδες , καὶ τούτους δὲ νύκτωρ πέτεσθαι , σταλαγμοὺς ἀφιέντας
ἐστι . πλατάνου φύλλα ἐπιφέρουσι ταῖς καλιαῖς : αἱ δὲ νυκτερίδες ὅταν αὐτοῖς γειτνιάσωσι , ναρκῶσι καὶ γίνονται λυπεῖν ἀδύνατοι
5306217 Οἰνον
βραχύτερον : οὐχ ὁρᾷς ὅτι ἔτ ' ἄβολός ἐστι ; Οἶνον γὰρ πιεῖν οὐδ ' ἂν εἷς δέξαιτο θερμόν ,
τὰ μέρη ταῦτα τοῦ σώματος ἀρτίποδα τὴν πορείαν παρέσχεν . Οἶνον δ ' οἱ μὲν ἐν Ἡλίου πόλει θεραπεύοντες τὸν
5304320 σβεννυναι
κηλοῦν καὶ πεῖθον . κατακοιμίζειν τὸν λύχνον : ἀντὶ τοῦ σβεννύναι . κυανεῖ ἡ θάλαττα : ἀντὶ τοῦ κυανίζει ,
. οἱ δὲ Ῥηγῖνοι τὸ μὲν πρῶτον ὀλίγοι προσβοηθήσαντες ἐπεχείρουν σβεννύναι τὴν φλόγα , μετὰ δὲ ταῦτα Ἑλώριδος τοῦ στρατηγοῦ
5300828 ἐριφον
[ ] ? ? . φίλος μὲν ἦσθα κἀπ ' ἔριφον κάλην καὶ χοῖρον : οὔτω τοῦτο νομίσδεται . .
Θάσια τέτταρα , μύρον , στεφάνους , τραγήματ ' , ἔριφον , ταινίας , ὄψον , μάγειρον , τὰ μετὰ
5299136 τοξευοντα
τιθασεῦσαι τὸν ἄνθρωπον ἐξ ἅπαντος τρόπου καὶ τόπου βάλλοντα καὶ τοξεύοντα ἡμᾶς εὐσκόπως . καὶ συνεσφαίριζε γὰρ καὶ συνεγυμνάζετο καὶ
ὑφάσμασι , γυμνὴν δὲ ἀρετῆς ἐπιδείκνυσθαι τὴν διάνοιαν , καὶ τοξεύοντα μὲν ὀρνίθων ἐπιτυγχάνειν , βουλευόμενον δὲ ἀποτυγχάνειν φρονήσεως ,
5298682 προβαλοντες
ὥσπερ μανδραγόραν τὸν ἄκρατον πιόντες ὑπερβεβλύκασι καὶ τὸν εὐώνυμον ἀγκῶνα προβαλόντες καὶ τὸν αὐχένα ἐγκάρσιον ἐπιστρέψαντες , ἐνερευγόμενοι ταῖς κύλιξιν
συνθήκας : ἐὰν μὴ ἐκπίωμαι αὐτὴν ἔσομαι ἄβιος . ” προβαλόντες δὲ τοὺς δακτυλίους ἐκύρωσαν τὰς συνθήκας . Αἴσωπος παρὰ
5298521 αἰρετε
ἀναπλαττόντων Πυριφλεγέθοντα καὶ Κωκυτὸν καὶ Ἀχέροντα ποταμοὺς * * : αἴρετέ μου δέμας : ἐφύλαξε τὸ τῶν νοσούντων ἦθος πάντη
τῶν ὑπὸ γαίας , μύθοις δ ' ἄλλως φερόμεσθα . αἴρετέ μου δέμας , ὀρθοῦτε κάρα : λέλυμαι μελέων σύνδεσμα
5297914 κατακοπτουσι
καρποῖς : ἔχουσι δὲ καὶ πρόβατα ὀλίγα ὥστ ' οὐδὲ κατακόπτουσι φειδόμενοι τῶν ἐρίων χάριν καὶ τοῦ γάλακτος : τὴν
δὲ ὄντες οὐχ ἡσσηθήσονται . . . οἳ τοὺς πύργους κατακόπτουσι καὶ κατερείπουσιν . ἱππιοχάρμας δὲ κλόνους λέγει τοὺς πολεμικοὺς
5297352 ἐντολαις
τῶν ἐλαχίστων . Ἐὰν οὖν καὶ ὑμεῖς πορευθῆτε ἐν ταῖς ἐντολαῖς Κυρίου , τέκνα μου , ὑψώσει ὑμᾶς ἐνταῦθα ,
πάροδον . αἱ δὲ ἦσαν ἀνεκτότεραι μὲν ἢ στρατιῶται οἷάπερ ἐντολαῖς κεχαλινωμέναι βασιλικαῖς , στρατιῶται δὲ ὅμως , οἷς φρόνημα
5295315 ἑλεια
μείζω περὶ τὴν ἐρυθράν . ἔνια δὲ ὡσπερεὶ κάθυγρα καὶ ἕλεια , καθάπερ ἰτέα καὶ πλάτανος , τὰ δὲ οὐκ
ὁμοίως ταῖς τύλαις , καὶ σάττεται εἰς αὐτὰς μάλιστα μὲν ἕλεια ἢ τὸ καλούμενον θαλασσόπρασον ἢ ἄχυρα ὄξει βεβρεγμένα :
5289578 τινεσθαι
εὐεργέτην συνάπτεται . τὸ γὰρ τὸν εὐεργέτην ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἐποιχομένους τίνεσθαι , ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ ταῦτα . φασί . ταχυτάτῳ
τεθνεὼς καὶ τάριχος ἐὼν δύναμιν πρὸς θεῶν ἔχει τὸν ἀδικέοντα τίνεσθαι . Νῦν ὦν ἄποινά μοι τάδε ἐθέλω ἐπιτεθῆναι ,
5287896 ῥανισιν
ἄντικρυς ἡλίου φαίνεσθαι : τότε γὰρ ἡ ὄψις προσπεσοῦσα ταῖς ῥανίσιν ἀνα - κλᾶται , ὥστε γίγνεσθαι τὴν ἶριν .
θ ' ἱεροῖς ἐσόδους Φοίβου καθαρὰς θήσομεν ὑγραῖς τε πέδον ῥανίσιν νοτερόν : πτηνῶν τ ' ἀγέλας , αἳ βλάπτουσιν
5287108 διψωντες
δὲ προσεχώρουν , ἅτε μελισσῶν σμήνη , τοῦ ἡμετέρου λίαν διψῶντες αἵματος καὶ πάντας ἄρδην καταπιεῖν γλιχόμενοι . Τῇ πόλει
γῆς . διαλέγονται δὲ ἀεὶ περὶ χρημάτων , ὥσπερ οἱ διψῶντες περὶ πηγῶν . μακαρίζουσιν οὐ Νέστορα , οὐκ Ἀργανθώνιον
5285104 ὑβριστικως
τὸν σπουδαῖον , ἀδικητικῶς μέντοι γέ τινας αὐτῷ προσφέρεσθαι καὶ ὑβριστικῶς , καὶ κατὰ τοῦτο δὲ δικαιοπραγεῖν , πρός τε
μὲν ὅτι τὴν στρατιὰν αὐτὸν ἀφέλοιντο τὴν ἐπὶ τὸν Ἀντώνιον ὑβριστικῶς , οἱ δὲ τῆς ἐς τὸν θρίαμβον ὑπεροψίας ,
5284754 συμβουλιαις
σῶμα εἰς τὸν ἀέρα τραπῶ , ὅθεν καὶ ἦλθον δεσπότου συμβουλίαις . φράσω δὲ ταῦτα ὅθεν ἔχει τὸ θέσφατον πῶς
μετὰ τοιαύτης ἐλθών , ὁ δὲ μὴ οὐκ ἀγαθαῖς ὑπαχθεὶς συμβουλίαις μεταβουλεύεταί τε καὶ τὴν προτέραν μετατίθησι γνώμην καί ,
5282369 ὀφθαλμιωντες
πρὸς παιδαγωγὸν τὴν φιλοσοφίαν ἐπανιέναι , ἀλλ ' ὡς οἱ ὀφθαλμιῶντες πρὸς τὸ σπογγάριον καὶ τὸ ᾠόν , ὡς ἄλλος
τὸν ἥλιον λάβωσιν , εὑρήσει γινομένην ἶριν : καὶ οἱ ὀφθαλμιῶντες δὲ τοῦτο πάσχουσιν , ὅταν εἰς τὸν λύχνον ἀποβλέψωσιν
5278959 θυμελαις
ἀπέπνιξαν παντελῶς , τοῦ Ἀλκιβιάδου λέγοντος “ βάπτε με σὺ θυμέλαις , ἐγὼ δέ σε ἁλμυροῖς ὕδασι κατακλύσω ” .
τὰς μυστηριώτιδας ἄγειν τελετάς , δραματουργεῖν τι καινὸν ταῖς ἐτησίοις θυμέλαις [ δρᾶμα ] , γελῶντα καὶ χαίροντα καὶ ἀγωνιῶντα
5276808 μισουσι
Λακωνική κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα . Ὦ πάτερ μισοῦσι μὲν Θράσων ' , ἀπεκτάγκασι δ ' οὔ .
σμερδαλέ ' εὐρώεντα τά τε στυγέουσι θεοί περ . στυγέουσι μισοῦσι : Ο . . ἤτοι ὁ μὲν γὰρ ἔναντα
5275705 κυλιχναις
λαμβάνετε κόλλαβον ἕκαστος . τὸ δ ' ἔτνος τοὐν ταῖς κυλίχναις τουτὶ θερμὸν καὶ τοῦτο παφλάζον . γενναία : Βοιωτὶς
' ὀμμένομεν ; δάκτυλος ἁμέρα . κὰδ δ ' ἄειρε κυλίχναις μεγάλαις , αιταποικιλλις . οἶνον γὰρ Σεμέλας καὶ Διὸς
5274574 τρυφεραι
ποτε ὁ Βάχος ὀργιζόμενος ἐπάτησεν , ὅτε αἱ ἁπαλαὶ καὶ τρυφεραὶ τῶν Βακχῶν νεβρῖδες εἰς ἀσπίδας ἠλλάσσοντο , οἱ δὲ
ἐν θαλάμῳ μαλακῶς κατακείμενον : ἐν δὲ κύκλῳ νιν παρθενικαὶ τρυφεραὶ χλανίσιν μαλακαῖς κατάθρυπτοι τὸν πόδ ' ἀμαρακίνοισι μύροις τρίψουσι
5269767 φιλουσιν
: ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων , ἀφ ' ὧν φιλοῦσιν ἔργων . Ἐρεβίνθινος ζωμός : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν καὶ
οὐδὲν περιττὸν ἐν φανερῷ κεκτημένα . Καὶ βίον ζῶντα ληστρικὸν φιλοῦσιν ἐν τοῖς δασέσι καὶ στενοῖς καὶ κρημνώδεσι τόποις τὰς
5267857 βακτηριαις
μῆκος καὶ πάχος δορατιαῖον γίνεσθαι , δι ' ὃ καὶ βακτηρίαις αὐταῖς χρώνται , πλείονος δὲ χρόνου γινομένου κατὰ λόγον
χερσὶ κατέχουσι , διὰ τοῦτο βάκτροις ἐνταῦθα εἶπε , τουτέστι βακτηρίαις . χθόνα ] τὴν γῆν . βάκτροις ] τῆι
5265406 ἐγγισωσιν
τοὺς καβαλλαρίους ἀραιοτέρους προτετάχθαι τῆς πεζικῆς φάλαγγος , μέχρις οὗ ἐγγίσωσιν οἱ ἐχθροί . Ὅταν δὲ ὡς ἀπὸ τεσσάρων ἢ
ἔπλει σχολαίως ταῖς εἰρεσίαις χρώμενος , ὅπως αἱ τῶν Πελοποννησίων ἐγγίσωσιν . οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι προσιόντες ἀεὶ μᾶλλον ἤλαυ -
5263514 ἐπαναφερωνται
κατ ' ἰσοσκελίαν μὲν τοῦτο συμβαίνῃ , ἀλλ ' ἐγγὺς ἐπαναφέρωνται τοῖς τῶν φώτων τόποις αἱ τῶν κακοποιῶν βολαί ,
σχῆμα , ἢ πάλιν ἐὰν ὁ Ἄρης καὶ ὁ Κρόνος ἐπαναφέρωνται ἅμα αὐτοῖς , καὶ πάλιν ἕτερον σχῆμα , φησίν
5261739 ἐκπιθι
Μένανδρος ἐν Ἥρωι ἔφη : χοῦς κεκραμένου οἴνου : λαβὼν ἔκπιθι τοῦτον , ὁ Δημόκριτος ἔφη : Ἡσίοδος μέν ,
πιθανὰς τὰς ὑπερβολὰς ἔχει . χοῦς κεκραμένου οἴνου : λαβὼν ἔκπιθι τοῦτον . πεφαρμάκευσαι , γλυκύτατ ' , ἀναλυθεὶς μόλις

Back