| σπορᾷ δράκοντος : σὲ δ ' ὑπὲρ διλόφου πέτρας στέροψ ὄπωπε λιγνύς , ἔνθα Κωρύκιαι νύμφαι στίχουσι Βακχίδες Κασταλίας τε | ||
| , οἷον ἄνθρωπος λέγεται παρὰ τὸ ἀναθρεῖν καὶ ἀναλογίζεσθα ἃ ὄπωπε , καὶ πάλιν ἵππος λέγεται παρὰ τὸ ἵπτασθαι τοῖς |
| Ἀριστοφάνης φησὶ καὶ παρὰ Ξενοφάνει : βάτραχος καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν βράταχος καὶ βρόταχος . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν καὶ Ῥητορικόν | ||
| . Ἀλλόκοτον : τὸ ἀνόμοιον : ἀλλότοκον καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν ἀλλόκοτον . ἢ παρὰ τὸ ἀλλαχοῦ κεῖσθαι καὶ μὴ |
| μηνυταῖς ἐνίους τῶν πολιτῶν χρηστοὺς ὄντας κατέδουν διὰ πον . ἀνθρ . πίστιν : πιστεύοντες πονηροῖς ἀνθρώποις μηνυταῖς . χρησιμώτερον | ||
| ] ? ? ? θεόϲ ? ] ! [ ] ἀνθρ [ ! ] : ο [ ] το ? |
| ῥοπῆς καὶ χειραγωγίας . Ὁ μὲν γὰρ ἐπὶ τὰ αἰσχρὰ ὄλισθος αὐτοφυοῦς ἀσθενείας ἔργον , ἣ καὶ τὰς ἐπιεικεῖς ψυχὰς | ||
| κινήσεως ἄνεμος , ἐμβρύοις δὲ ἡ περὶ αὐτὰ ὑγρότης καὶ ὄλισθος καὶ τὸ σχῆμα τῆς μήτρας , πληρουμένη γὰρ σφαιροποιεῖται |
| κατὰ πλειόνων καὶ διαφερόντων τῷ εἴδει ἐν τῷ τί ἐστι κατηγορουμένη , διαφορὰ δέ ἐστι σημαντικὴ φωνὴ κατὰ πλειόνων καὶ | ||
| κατὰ πλειόνων καὶ διαφερόντων τῷ ἀριθμῷ ἐν τῷ τί ἐστι κατηγορουμένη , ἴδιον δὲ ὑπάρχει φωνὴ σημαντικὴ μὴ οὐσιώδης καθ |
| τῆς πενίας ἅπαντ ' ἐπήσθιεν . Ἐν θέρει τὴν χλαῖναν κατατρίβεις : ἐπὶ τῶν μὴ καθ ' ὥραν τοῖς ἀναγκαίοις | ||
| τῆς πενίας ἅπαντ ' ἐπήσθιεν . Ἐν θέρει τὴν χλαῖναν κατατρίβεις : ἐπὶ τῶν μὴ καθ ' ὥραν τοῖς ἀναγκαίοις |
| μόνον ἐν σοί ἐστιν : ἄρχων γὰρ τοῦ καιροῦ τούτου εὑρέθης . τῆς δ ' ἐμῆς φωνῆς καὶ τοῦ ἐμοῦ | ||
| εἰ μὴ ταὐτὰ φρονεῖ καὶ λέγει ; σὺ τοίνυν οὗτος εὑρέθης . εἶτα σὺ φθέγγει καὶ βλέπειν εἰς τὰ τούτων |
| δὴ τοῖς ἐνδοτάτω , ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα : καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ ' | ||
| χωρίοις τοῖς ἐν Ἰνδίᾳ ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα , καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ ' |
| πόθεν τὸ ὄσσω καὶ πέσσω ; παρὰ τὸ ὄπτω καὶ πέπτω . Αἰολικῶς γὰρ ἐτράπη τὸ πτ εἰς δύο σσ | ||
| , μάσσω μάγειρος : Αἰολεῖς δὲ διὰ τοῦ ι : πέπτω πέπειρος : ὀνῶ τὸ ὀφελῶ ὄνειρος : ἀΐσσω αἴγειρος |
| σύμφυτον , οὐ δεισήνορα . μίμνει γὰρ φοβερὰ παλίνορτος οἰκονόμος δολία μνάμων μῆνις τεκνόποινος . τοιάδε Κάλχας ξὺν μεγάλοις ἀγαθοῖς | ||
| : στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει πολλάκι δυστυχίαν . |
| στρατηγέτας . Ἀγαλλιάσθω πᾶσα Ῥωμαίων πόλις , θάλασσα συγχόρευσον , εὐφραίνου κτίσις : ὁ θὴρ ὁ δεινός , σάρκας ὁ | ||
| μὲν τὸ ἑνικὸν καθ ' ἑνικὴν σύνταξιν παραληφθήσεται , ἀκέων εὐφραίνου , πρὸς δὲ τὸ πληθυντικὸν κατὰ πληθυντικήν , ἀκέοντες |
| , σημαίνει δὲ τὸν ὑγιῆ : ἔστι δὲ παρὰ τὸ ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος | ||
| ὀρύνω . . . . ἀρτεμής : ὁ ὑγιής : ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος |
| Ἐπαφρόδιτος . Πόνος . ἐπὶ τοῦ πολέμου , ἀπὸ τοῦ πένω . Πότμος . ὁ θάνατος , καὶ ἡ ἐσχάτη | ||
| , ἐπὶ γὰρ τοῦ ὀργίζομαι διὰ τῆς αι διφθόγγου : πένω : ψένω τὸ τύπτω : φένω τὸ φονεύω , |
| δὲ καθ ' ἑαυτὴν ἕκαστα μεθ ' ἡσυχίας τῆς πάσης ἀναπολεῖ καὶ εἰς ἀνάμνησιν τῶν πάντων ἔρχεται . μνήμη δ | ||
| γὰρ δὴ ἡ κεῖνος μὲν δὴ ὅδ ' αὐτὸς ἐγώ ἀναπολεῖ τὸν ἐκ διαστήματος χρόνου νοούμενον . Τὸ δ ' |
| ἄγε νυν , ὦ πάτερ , ἢν μὴ τὸ δικαστήριον ἅρχων καθίσῃ νῦν , πόθεν ὠνησόμεθ ' ἄριστον ; ἔχεις | ||
| πλείονα . ” ὕβριζ ' , ἕως ἂν τὴν δίκην ἅρχων καλῇ . οὔτοι μὰ τὴν Δήμητρ ' ἔτ ' |
| ] ! ] αντες ἡ νῆσος 〚 Πάφος 〛 ] ἐριούνης ? ? Κύπρος , ἡ μη [ ] νι | ||
| υ , ἐριούνης : τὸ δὲ ἐρι ἐπιτατικὸν ἐστὶν , ἐριούνης ὢν , ὁ μεγάλως ὠφελῶν . Ἡρωδιανός . Εἷμα |
| ἔστι δὲ παρὰ τὸ ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος . Ἡρωδιανὸς δὲ ἐν τῷ Ὑπομνήματι | ||
| . ἔστι δὲ παρὰ τὸ ἀτρεμὴς καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος . . , : ἀσκελές : |
| ' ἥδεται βλέπων . φίλου γε φωτός . τί δὲ κυκλεῖ πέριξ πόδα ; καὐτὴ τόδ ' εἰσορῶσα θαυμάζω , | ||
| ἄλλα εἰκῇ τιθεὶς ἐπὶ τοῖς πράγμασιν ὀνόματα καὶ ταύτην ἀδιαφόρως κυκλεῖ τὴν λέξιν ἐπὶ τῆς πολυπραγμοσύνης , οὕτω καὶ τοὺς |
| ψυχαῖς πεσεῖν ἐνταῦθα καὶ αὐτὸς φυγὰς θεόθεν γενόμενος ἥκειν πίσυνος μαινομένωι Νείκει τοσοῦτον παρεγύμνου ὅσον καὶ Πυθαγόρας οἶμαι καὶ οἱ | ||
| τὴν τοῦ Νείκους διακόσμησιν : Νείκεϊ , γάρ φησι , μαινομένωι πίσυνος , νεῖκος μαινόμενον καὶ τεταραγμένον καὶ ἄστατον τὸν |
| , ἐξ οὗ τὸ ” ἀπέκτατο ” , οὗ παράγωγον κταίνω καὶ ἀποβολῇ τοῦ τ καίνω : καὶ μεταθέσει τοῦ | ||
| κτῶ ἐστὶ ῥῆμα , δηλοῦν τὸ φονεύω . οὗ παράγωγον κταίνω , καὶ ἀποβολῇ τοῦ τ , καίνω , καὶ |
| καὶ ὠφελιμωτάτοις συγγράμμασιν καὶ δυναμένοις σωφρονίζειν τοὺς ἐντυγχάνοντας , ἱκανὰ παραθεμένου καὶ πολλῷ τούτων πλείονα . Ἔχρη οὖν καὶ ἐθέσπιζε | ||
| περὶ τῶν ἐν τοῖς Ἠθικοῖς Νικομαχείοις Ἀριστοτέλους , ἐννοίας ἀμφιλαφεῖς παραθεμένου περὶ τοῦ παρὰ Ἀντιφῶντι τῶι τραγωιδιοποιῶι [ . ] |
| ? [ ! ! ! ! ] λείπειν η [ απερ [ ! ] ! ! [ ] ς ἡμῖν | ||
| ? [ ] [ ν ] ? ἱστορία [ ] απερ [ ] [ σαι ] ! [ ] ! |
| ἡ νεότης : παρὰ τὸ βῶ , τὸ βαίνω : ἡβῶ : καὶ ἐξ αὐτοῦ ἥβη . ἠωρῆσθαι , ἠρθῆσθαι | ||
| ὄντες . ταὔτ ' ἐμοὶ πάσχεις ἄρα : κἀγὼ γὰρ ἡβῶ κἀπιχειρήσω χοροῖς . οὔκουν ὄχοισιν εἰς ὄρος περάσομεν ; |
| ἔχει στροφάλιγγα κελεύθου ἄβροχος ἀστυφέλικτον ἑλισσομένη περὶ κέντρον . ἀλλὰ παλαιγενέων ἐγκύμονα βίβλον ἀφάσσων , ἐν φρενὶ μυριόκυκλον ἀνιχνεύων ὁδὸν | ||
| ἐμπνεύσουσι τὸ καθ ' ἡμῶν τι λέγειν . ἢ Μοῦσαι παλαιγενέων , τὰ ποιήματα τῶν πάλαι σοφῶν ποιητῶν , τουτέστι |
| τὸ ἕν . Λέγεται ὂν καὶ ὅλον τὸ πρὸ ψυχῆς ὑφεστῶς , ὡς ἐν Πολιτείᾳ , καὶ οὐσίαν τοῦτο καλεῖ | ||
| τὸ ἕν . Λέγεται ὂν καὶ ὅλον τὸ πρὸ ψυχῆς ὑφεστῶς , ὡς ἐν Πολιτείᾳ , καὶ οὐσίαν τοῦτο καλεῖ |
| παρὰ τὸ ἀργὸς ἀργής : ἀργῆτι κεραυνῷ . Ἐδωδή . ἔδη , διπλασιασμῷ ἐδηδὴ , καὶ ἐδωδὴ κατὰ τροπὴν τοῦ | ||
| ἀκίνητα κινεῖν παροιμία καθ ' ὑπερβολήν , ὅτι μὴ δεῖ ἔδη μηδὲ βωμοὺς κινεῖν ἢ τάφους ἢ ὅρους . ἐμνήσθη |
| μὴ παρ ' ὄνομα εἴη : τρέμω νέμω δέμω τέμω γέμω χρέμω βρέμω . σεσημείωται τὸ κρεμῶ περισπώμενον , ὁμοίως | ||
| ἡμῖν δεδήλωται . μετά γέ τοι τὴν τεκνοκτονίαν Ἡρακλῆς φησι γέμω κακῶν δὴ κοὐκέτ ' ἔσθ ' ὅποι τεθῇ . |
| [ ] κα [ μ [ φοιτ [ ἅτ [ εξε ? [ εβ ? ? [ εβυ ? [ | ||
| ! [ ! ! ] ! ! ! [ ] εξε ? ! [ ! ] [ [ ] ον |
| δ ' ἂν πολύεργος ἀροτρεύς βουκαῖός τ ' ἀλέγοι καὶ ὀροιτύπος , εὖτε καθ ' ὕλην ἢ καὶ ἀροτρεύοντι βάλῃ | ||
| δὲ ὑλοτόμος , καὶ ὕλη ὁ σύνδενδρος τόπος . * ὀροιτύπος : τύπτων ὄρη * εὖτε : ἡνίκα ὁπόταν * |
| , ὅταν γένοιτο τὸ στόμα αὐτῆς κατὰ τὸ τεῖχος , προσαχθείσης τῆς τετρακύκλου πρὸς αὐτό , διανοίξαντα τὸν ἔνδον ὄντα | ||
| Ἀμφιάραον ἀνελεῖν τὸν Μελάνιππον καὶ προσαγαγεῖν αὐτοῦ τὴν κεφαλήν . προσαχθείσης δὲ αὐτῷ τῆς κεφαλῆς καὶ τῆς ὀργῆς νικησάσης τὸν |
| ' ἄρ ' ἐν Ἀργείοις ἔπεα πτερόεντ ' ἀγόρευε : λοῖσθος ἀνὴρ ὤριστος ἐλαύνει μώνυχας ἵππους : ἀλλ ' ἄγε | ||
| . Ἵκετο μὴν Τίρυνθα παλιγκότῳ Εὐρυσθῆι ζωὸς ὑπὲξ Ἀίδαο δυώδεκα λοῖσθος ἀέθλων : καί μιν ἐνὶ τριόδοισι πολυκρίθοιο Μιδείης ταρβαλέαι |
| μεγάλαις πράξεσι καὶ τὸ μέλλειν ἀεὶ τοῦ πράττειν καὶ τὴν ὑπέρθεσιν τῆς συντελείας προκρίνουσιν . ὃ καὶ τότε συνέβαινεν καὶ | ||
| , καὶ ἄλλα ἀνάγκη συνυπακούεσθαι πρὸς ἃ αὐτὸ τὴν ἑαυτοῦ ὑπέρθεσιν ἕξει , ἐφ ' ἃ λεγόμενον μέσην ἔχει πάντως |
| ἀπὸ πτόλιος δεινὸς θεός : αὐτὰρ Ἀχαιοὺς ὦρσε Διὸς θυγάτηρ κυδίστη Τριτογένεια ἐρχομένη καθ ' ὅμιλον , ὅθι μεθιέντας ἴδοιτο | ||
| ὡς * καὶ Ὅμηρός φησι κἂν οὐ μυθικῶς Διὸς θυγάτηρ κυδίστη Τριτογένεια καὶ Αἰσχύλος μυθικῶς εἶτ ' ἀμφὶ χεῦμα γενεθλίου |
| . τὸν Αἰσχύλον . . ἀλινδήθρας : ἀλινδῆθραι ἀπὸ τοῦ ἀλίζω , τὸ συναθροίζω . . κυλίστρας . . 〚 | ||
| ἀφ ' οὗ τὸ † ἀλεύατο νίφα πολλήν , γίνεται ἀλίζω , ὡς φοιτῶ φοιτίζω : Καλλίμαχος : φοιτίζων ἀγαθοὶ |
| τοῦτο ἡ ὁδὸς κάτεισιν ἐπὶ χωρίον Λυκουρίαν , καὶ ἔστι Φενεάταις ἡ Λυκουρία πρὸς Κλειτορίους ὅροι τῆς γῆς . προελθόντων | ||
| ἀνίσχοντα ὄρους ἐστὶν ἄκρα Γερόντειον καὶ κατὰ ταύτην ὁδός : Φενεάταις δὲ ὅροι πρὸς Στυμφαλίους τῆς γῆς τοῦτό ἐστι τὸ |
| καὶ ἡ μετὰ χάριτος ἐπικουρία . καὶ ἡ δωρεά . χάρμη : χαρά . μάχη . χέρνιβον : τὸ κατὰ | ||
| ἐόντες ἀπειρεσίοισιν ἔμιχθεν ἀνδράσι δυσμενέεσσι : νέη δ ' ἠγείρετο χάρμη τῶν μὲν ἐπορνυμένων , τῶν δ ' ὑψόθεν ἐκ |
| ἴσασιν : ὅτι πολλαὶ εἰς Ἀθήνας γλαῦκες . Γέρων βοῦς ἀπένθητος ἐν δόμοισιν . Δίκην ὑφέξει κἂν ὄνος δάκῃ κύνα | ||
| γενόμενος παλίμπλους ἦλθε καὶ τὴν ναῦν περιέσωσεν . Γέρων βοῦς ἀπένθητος δόμοισιν : ἐπὶ τῶν καθ ' ὥραν τελευτησάντων . |
| Σικελοὶ τὸ ἀρκτικὸν ε ᾧ ἕπεται τὸ σ εἰς ι μετατιθέασιν , ἐπάγει ὅτι οὕτω τὴν τοιαύτην ἀκολουθίαν ἐκεῖνοι σώζουσιν | ||
| τὴν ου δίφθογγον παρατέλευτον οὖσαν ἐν τοῖς τοιούτοις εἰς η μετατιθέασιν , οἳ καὶ τὸ ἐκαλούμην καὶ ἐνοούμην καὶ ὅσα |
| οὖν Φιλοξένῳ συγκατατίθεσθαι , ὅτι ἀπὸ τοῦ κνῶ γίνεται παράγωγον κναίω τὸ σημαῖνον τὸ διαφθείρειν , ὡς Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσιν : | ||
| καὶ ἀποβολῇ τοῦ τ καίνω : καὶ μεταθέσει τοῦ ν κναίω : καὶ σύνθετον ἀποκναίω . . . . . |
| , μετ ' οὐδεμιᾶς δεισιδαιμονίας καταχρήσομαι . Τυραννοῦμεν , ὦ Στησίχορε , καὶ οὐχ Ἱμεραίων , ἀλλὰ Ἀκραγαντίνων , ὥστε | ||
| ἄφες νῦν , εἰς δὲ σαυτὸν ἀτενὲς βλέψον , ὦ Στησίχορε , καὶ κατανόησον : οὐ γὰρ ὑπὲρ βελτιόνων τις |
| λῆξιν εἶναι . . . περὶ δὲ τῆς εἰς Κόρινθον μετοικήσεως Ἵππυς ἐκτίθεται καὶ Ἑλλάνικος . ὅτι δὲ βεβασίλευκε τῆς | ||
| ὃ μετήγαγεν ἐπὶ Μήδειαν . περὶ δὲ τῆς εἰς Κόρινθον μετοικήσεως Ἵππυς [ . ] ἐκτίθεται καὶ Ἑλλάνικος [ . |
| καὶ τῶν εἰδότων ; Συμπάντων μὲν οὖν . Καὶ ἣ γελάσασα Καὶ πῶς ἄν , ἔφη , ὦ Σώκρατες , | ||
| ἠξίου ποτὲ τῆς πυγῆς αὐτῆς λαβέσθαι ὁ Δημοφῶν , εἶπε γελάσασα : ἵνα Σοφοκλεῖ δῷς παρ ' ἐμοῦ λαβών , |
| αἱ μεγάλαι ἀπαρχαὶ τῶν θυσιῶν : παρὰ τὸ ἄρχω ἦργμαι ἄργμα καὶ ἄπαργμα : Ὅμηρος : ἄργματα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι | ||
| * . Ἄργμα : ἡ ἀπαρχή : ἧ ῥα καὶ ἄργμα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι : παρὰ τὸ ἄρχω ἄργμα , |
| , οἷον ἐκ τοῦ ὄντως καλοῦ τὸ ἐνταῦθα καλὸν κατὰ μέθεξιν : οὕτω δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων . | ||
| καὶ ἐν τῷ ἁπλῷ καὶ τῷ συνθέτῳ καὶ τῷ κατὰ μέθεξιν καὶ τῷ ἀμεθέκτῳ ; ἢ καὶ ὁ λόγος ὁ |
| διὸ σεσιώπηνται . Ἑνικά . Τίθεμαι : τὰ εἰς μι τρέποντα τὴν μι εἰς μαι καὶ τὴν παραλήγουσαν συστέλλοντα πρὸς | ||
| Τὰ εἰς η λήγοντα θηλυκὰ , ἐν τῇ συνθέσει μη τρέποντα τὸ η εἰς ο , ὡς ἐπὶ τοῦ σκηνὴ |
| πλεονασμὸν , ὡς οὗτος ὁ ποιητής , τὸ δὲ ῥηθὲν καίνω καὶ τοιαύτην σκευωρίαν ἔχει : κῶ τὸ κεῖμαι , | ||
| : κτῶ κταίνω , τὸ φονεύω , ἀποβολῇ τοῦ τ καίνω καὶ μεταθέσει κναίω . . . α . ἀποδέκται |
| : ἀντὶ τοῦ ἐν Ἀθήναις : μὰ τοὺς παρ ' Ἅιδη νερτέρους : τοὺς καταχθονίους θεοὺς ἀλάστορας . ἀλάστορας δὲ | ||
| ! ! ! ! [ ἐς αἰθέρ ' ἐλθω [ Ἅιδη μ ' ὁδευυ ? ! [ ! ! ] |
| , ἀλλ ' ὁ λίθος ἀπὸ στερρότητος εἰς κλῶνας χυθεὶς περιέθει τὴν κόμην εἰς συμβολὴν ἐπὶ τοὺς αὐχενίους τένοντας ἐκ | ||
| γυμνῶν πολεμίων , ὥστε δείσας ὁ Σκιπίων μετὰ ἱππέων ἔξω περιέθει καὶ τοὺς οἰκείους , εἰ μὴ λήξαιεν τῆς φυγῆς |
| . . . ἀφοσιοῦται : πληροῦται : ὅσιος ὁσιῶ καὶ ἀφοσιῶ ' . . . . ἁφόωντα : ψηλαφῶντα : | ||
| τοῦ μισθώσαντας τὰ τέλη τοῦ λιμένος . . . . ἀφοσιῶ ] οἱονεὶ ἀπολογοῦμαι τοῖς θεοῖς ὑπὲρ τῆς πόλεως καὶ |
| γοῦν ἵνα μάθῃ ἐνταῦθα τὰ εἴδη τῶν κεραυνῶν . κεραυνὸς βαῦνος καὶ πῦρ , κείρων καὶ κόπτων . καταφρύγει ] | ||
| . . Βάναυσος : πᾶς τεχνίτης διὰ πυρὸς ἐργαζόμενος . βαῦνος γὰρ ἡ κάμινος . ῥητορική . Σοφοκλῆς , οἷον |
| : ὑπὲρ τὸν Εὐφράτην ἀπάγομαι καὶ βαρβάροις ἐγκλείομαι μυχοῖς ἡ νησιῶτις , ὅπου μηκέτι θάλασσα . ποίαν ἔτ ' ἐλπίσω | ||
| βλέποντες , ὁ μὲν ἠπειρώτης ἐραστής , ἡ δὲ ἐρωμένη νησιῶτις . ὅταν οὖν ὁ ἐραστὴς ἐξεμέσῃ τῆς νύμφης τὸν |
| καὶ σηπεδὼν ἐγεννᾶτο . αὕτη δὲ νεμομένη ταχέως ἐπέτρεχε τοῖς καιρίοις τόποις τοῦ σώματος καὶ δεινοὺς θανάτους ἀπειργάζετο . διὸ | ||
| τῷ Μεγακλεῖ λοιδορησάμενος καὶ ἀπειλήσας ἀπηλλάγη κατατρώσας δὲ ἑαυτὸν οὐ καιρίοις τραύμασι τῆς ὑστεραίας προῆλθεν εἰς τὴν ἀγορὰν δεικνύων τοῖς |
| σκώληξ . ἐλυσθείς : πεσὼν , κρυφθεὶς , τανυσθεὶς , κυλισθεὶς , κρυβείς : ἐλύω τὸ κρύπτω , ὅθεν ἀλύτη | ||
| αὐτὸν καλεῖσθαι , ὡς παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν Κωφοῖς Σατύροις : κυλισθεὶς ὥς τις ὄνος ἰσόσπριος . ἐπισταχύεσκον : ἐπήνθουν . |
| τὸ ἕλκειν τὸ γάλα ἐκ τῶν μαστῶν . τούτων δὲ θηλὴ τὸ ἄκρον , ὅθεν τὸ θηλάζειν καὶ θηλὴν ἐπισχεῖν | ||
| ἐκτομῆς γυμνωθῇ τὸ τοῦ ἀποστήματος βάθος , συντηρηθῇ δὲ ἡ θηλὴ ἐπὶ μὲν τῶν ἀρρένων πρὸς εὐπρέπειαν , ἐπὶ δὲ |
| πω λῴονι θνητῶν : Αἴαντος , ὅτ ' ἦν τόδε φωνῶ . Ἦ πολλὰ βροτοῖς ἔστιν ἰδοῦσιν γνῶναι : πρὶν | ||
| . , : κλύω : παρὰ τὸ κλῶ , τὸ φωνῶ , πλεονασμῷ τοῦ υ κλύω . οὕτως Φιλόξενος . |
| φέρεται τὰ Ξ , Χ σημεῖα , οἱ ΞΨ , ΩϚ : ὁμοία ἄρα ἐστὶν ἡ ΞΨ περιφέρεια τῇ ΩϚ | ||
| ἔχει ἤπερ ἡ ΡΟ πρὸς ΟΝ . καὶ συνθέντι ἡ ΩϚ πρὸς τὴν ϚΑʹ μείζονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ ΡΝ |
| ' ὕδωρ ἐξατμιζόμενον εἰς ἀέρα , ὁ δ ' ἀὴρ λεπτυνόμενος εἰς πῦρ : ἡ δὲ κατάντης ἀπὸ κεφαλῆς , | ||
| , ὃς ἐπὶ μὲν τῶν ἀλόγων ζῴων διὰ στερεότητα μὴ λεπτυνόμενος αἰσθητός ἐστιν , ἐπὶ δὲ τῶν ἀνθρώπων λεπτυνόμενος ὑπὸ |
| τλήμων ἀγαί ἀλεκτορίς ἀλκηστής ἀμυντής ἀμφίκρανον ἀπαυλία βούπρῳρον ἐπιτάξ ἐριούνης εὐναία Ἥρυλλος ἡφαιστόδαπτα θεωρίδες καθηγητής καῦστις λικνοστεφεῖ λωπιστός μαγείαν μαδαγένειον | ||
| ; πάτερ Θέοινε , μαινάδων ζευκτήριε Ἥρα τελεία , Ζηνὸς εὐναία δάμαρ ἐναγώνιε Μαίας καὶ Διὸς Ἑρμᾶ οἵ τοι στεναγμοὶ |
| ἀποδεκτέον ? ? , φησίν , καθ ' ὧν μὴ ἀληθεύεται τὸ γένος , ἀλλ ' ἐφ ' ὅσων καθηγορεῖται | ||
| γένος τὸ ἕν : ἐπεὶ πᾶν γένος καθ ' οὗ ἀληθεύεται , οὐκέτι καὶ τὰ ἀντικείμενα : καθ ' οὗ |
| τῆς ποιητικῆς ἐξουσίας ἐπεισῆγον ἂν ἔρωτας θεῶν καὶ κρίσεις καὶ κατοικήσεις καὶ δωρεὰς καὶ τὴν Ἐλευσῖνα . νόμων δὲ καὶ | ||
| γλαφυραί . κοῖλαι , βαθεῖαι . χηραμοί : φωλεοὶ , κατοικήσεις . ἰλυόεντες : ἰλυώδεις , καὶ βορβορώδεις , ἐπικρυπτικοί |
| . Τοῖς δ ' ἴσον : προσυπακουστέον : τοῖς πολύποσιν ὅρμημα , τοῖς πολύποσιν , λείπει ὅρμημα . οἶμα : | ||
| καὶ νεύρων κατεσκευασμένος ὑπὸ τῆς φύσεως πρὸς τὸ τῆς ἀναπνοῆς ὅρμημα . μθʹ . Καρδία ἐστὶ νευρώδης καὶ μυώδης καὶ |
| τῶν φύσει βραχέων παραληγόμενα δύο ἐστίν : τὸ κόρη : δέρη : δισύλλαβα : καὶ τῷ υ ψιλῷ παραληγόμενα δύο | ||
| : ἀστυκὸς δὲ ὁ ἐν ἄστει διατρίβων . Αὐχὴν καὶ δέρη διαφέρει . αὐχὴν μὲν λέγεται τὸ ὄπισθεν τοῦ τραχήλου |
| μὴ ἐλεούμενοι ὑπ ' αὐτῶν τετυφλωμένων ὄντων καὶ ἀσυνέτων . Ἄνθρωπος δέ τις δεῖπνον παρετοιμάζει εἰς τὸ καλέσαι φίλον αὐτοῦ | ||
| ἠρώτα τὸν Δημώνακτα , τίς ὢν χλευάζοι τὰ αὐτοῦ : Ἄνθρωπος , ἔφη , οὐκ εὐαπάτητα ἔχων τὰ ὦτα . |
| ἔσσεται , οὕνεκα γαῖα καὶ οὐρανὸς ἠδὲ θάλασσα ἀμφὶ σάκος πεπόνηται ἀπειρεσίῳ τ ' ἐνὶ κύκλῳ ζῷα πέριξ ἤσκηται ἐοικότα | ||
| ἀφ ' οὗ πόνος καὶ πόντος , καθ ' ὃν πεπόνηται περὶ τὸν πλοῦν τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος : πόνων |
| τὸ αὐτὸ ποιεῖ καὶ στρόβιλος καυθείς , καὶ ἔτι ζέων ἐμβαλλόμενος , καὶ κίτρου ῥίζα ἐμβαλλομένη , καὶ τρυγία ἐλαίου | ||
| εὐανθές . Χαλκὸς δ ' ἕψεται οὐ κατ ' ἀρχὰς ἐμβαλλόμενος , ἀλλ ' ἡμιέφθου τῆς ἐμπλάστρου τυγχανούσης : μέτρον |
| μυὸς ὦτα καλοῦσιν . Μυρίκη δένδρον παρὰ λίμναις καὶ τοῖς στασίμοις ὕδασι φυόμενον : καρπὸν ὥσπερ ἄνθος φέρουσα κατὰ τὴν | ||
| διὰ τὴν εὐωδίαν . Νυμφαία φύεται ἐν ἕλεσι καὶ ὕδασι στασίμοις . φύλλα ὅμοια ἔχει κιβωρίῳ , μικρότερα καὶ ἐπιμηκέστερα |
| τῷ κατὰ τὰ αὐτὰ τῷ κόσμῳ φέρεσθαι καὶ καθ ' ὑπόλειψιν τοὺς πλάνητας ἡ Σελήνη ὑπάτη . ὁ μὲν γὰρ | ||
| αἵτινες διὰ τὴν ἐπὶ τὰ ἐναντία μετάπτωσιν τῶν σφαιρῶν ἢ ὑπόλειψιν αἱ αὐταὶ γίνονται ταῖς λ ξ διχοτομίαις τοῦ τε |
| . Καρδία ἐὰν ἅλληται , ἀγαθὸν δηλοῖ πᾶσιν : ἄλλοις ἱλαρότητα , δούλῳ ἐλευθερίαν , παρθένῳ νωθρείαν , χήρᾳ καὶ | ||
| ἂν ἀποβάλωσιν ἀφ ' ἑαυτῶν τὴν λύπην καὶ ἐνδύσωνται πᾶσαν ἱλαρότητα . Ἔδειξέ μοι ἐπὶ συμψελλίου καθημένους ἀνθρώπους , καὶ |
| γίνεται καρπνὸς καὶ ἐν ὑπερθέσει κραπνὸς καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι κραιπνός . Φιλόξενος . Ὠρίων . . . , : | ||
| ὄντα καὶ μὴ ἔχοντα πρὸ τοῦ τέλους ΟΡ : πυκνός κραιπνός τερπνός στρυφνός ἰσχνός : σεσημείωται τὸ λίχνος βαρύτονον , |
| . Τέλος λέγεται πολλαχῶς : ὡς τὸ πέρας , ᾧ ἀντιδιαιρεῖται ἀρχὴ καὶ μέσον : καὶ ὡς τὸ τέλεσμα φορικόν | ||
| εἰπεῖν ὅτι περὶ τοῦ πρακτικοῦ τέως οὐδὲν εἰρήκασιν , ὅπερ ἀντιδιαιρεῖται τῷ θεωρητικῷ , καὶ δῆλον ὅτι οὐκ ἀνεῖλον πᾶσαν |
| εἰ δὲ θυμὸν ἐνδείξεται καθ ' ἡμῶν , καὶ ἡμᾶς θυμουμένους ἐφεύρῃ : ἀντὶ τοῦ : σύμφωνα οἷς ποιεῖ : | ||
| ' ἂν εἰσίδοις . Σμικρῷ χαλινῷ δ ' οἶδα τοὺς θυμουμένους ἵππους καταρτυθέντας : οὐ γὰρ ἐκπέλει φρονεῖν μέγ ' |
| παρὰ τὸ ὄλισθος καθ ' ὑπερβιβασμὸν τοῦ λ λοῖσθος καὶ λοίσθιος , οἷον ἐξολισθήσας καὶ ἐμποδισθείς : ἢ παρὰ τὸ | ||
| παρὰ τὸ ὄλισθος καθ ' ὑπερβιβασμὸν τοῦ Λ λοῖσθος καὶ λοίσθιος : ὅτε γλώσσῃ πλεῖστος ὄλισθος ἔνι , ὁ ἔσχατος |
| ] [ τὸ δὲ Δαρδανειός ὀξύνεται . ] Τὰ εἰς ΕΙΟΣ τριγενῆ μὴ ἐθνικὰ προπαροξύνεται , εἰ ἀπὸ βραχείας ἄρχοιτο | ||
| δὲ φατειός κατὰ πλεονασμὸν ἔσχε τὴν δίφθογγον . Τὰ εἰς ΕΙΟΣ ὑπερτρισύλλαβα μὴ πλεοναζούσης τῆς ΕΙ διφθόγγου προπαροξύνεται : Αἰάντειος |
| αὖ μεθ ' ὑγίειαν περισπούδαστον ἀνθρώποις χρημάτων κτῆσιν καὶ ταύτην Σάραπις δίδωσιν ἄνευ πολέμων καὶ μάχης καὶ κινδύνων : οὕτω | ||
| καὶ Τελχῖνος ἐπιβουλευθεὶς ἄπαις ἀπέθανε , καὶ νομισθεὶς θεὸς ἐκλήθη Σάραπις : Νιόβης δὲ καὶ Διός παῖς Ἄργος ἐγένετο , |
| ἀγαί ἀλεκτορίς ἀλκηστής ἀμυντής ἀμφίκρανον ἀπαυλία βούπρῳρον ἐπιτάξ ἐριούνης εὐναία Ἥρυλλος ἡφαιστόδαπτα θεωρίδες καθηγητής καῦστις λικνοστεφεῖ λωπιστός μαγείαν μαδαγένειον μαίμακον | ||
| . γέγονε δὲ ὑποκοριστικῶς : ὡς γὰρ ἀπὸ τοῦ Ἡρακλῆς Ἥρυλλος καὶ ἀπὸ τοῦ Ἀριστοκλῆς Ἀρίστυλλος , Θρασυκλῆς Θράσυλλος , |
| . Αἱμύλος , ὁ πανοῦργος . παρὰ τὸ δαίω , δαίσω , δαίμων ὁ ἔμπειρος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ δ | ||
| παλαίσω Παλαίμων Παλαίμονος : ὁμοίως καὶ τὸ Ἀνδραίμων Ἀνδραίμονος : δαίσω δαίμων δαίμονος , ἡγήσω Ἡγήμων Ἡγήμονος , αἰδήσω αἰδήμων |
| γὰρ οἱ Θηβαῖοι . θ Κάδμου ] Καδμείαν . Ξ κήδεσαί τ ' ἐναργῶς : κηδεστὴς ἐναργῶς γενοῦ . Ἁρμονίαν | ||
| Ἄρης , φεῦ , φεῦ , πόλιν ἐπώνυμον Κάδμου φύλαξον κήδεσαί τ ' ἐναργῶς . καὶ Κύπρις , ἅτ ' |
| ὃν δὴ νῦν Χείρωνος ἐν ἤθεσι Κενταύροιο νηιάδες κομέουσι τεοῦ λίπτοντα γάλακτος , χρειώ μιν κούρης πόσιν ἔμμεναι Αἰήταο Μηδείης | ||
| Ἡλίου θυγατρὸς Ἰχναίας βραβεύς , ἐπεσβολήσας λυγρὰ νοσφιεῖ γάμων , λίπτοντα κάσσης ἐκβαλὼν πελειάδος . ὃς τοὺς Λύκου τε καὶ |
| ἀπαρέμφατον τὸ διττὸν ἠκολούθησεν . παρὰ δὲ στιγμῆς θέσιν ἢ ὑπέρβασιν λέξεως ἢ ἔλλειψιν ἐκεῖνα : “ πεντήκοντ ' ἀνδρῶν | ||
| μελῳδίαν , πλοκὴ δέ , ὅτε διὰ τῶν καθ ' ὑπέρβασιν λαμβανομένων . ἔτι τῆς μελῳδίας ἡ μὲν εὐθεῖα καλεῖται |
| . τὸν πάλαι δ ' ἐγὼ πόσιν τιμῶσα Πρωτέως μνῆμα προσπίτνω τόδε ἱκέτις , ἵν ' ἀνδρὶ τἀμὰ διασώσηι λέχη | ||
| φάος ὁρμᾶται μήτηρ βασιλέως , βασίλεια δ ' ἐμή : προσπίτνω : καὶ προσφθόγγοις δὲ χρεὼν αὐτὴν πάντας μύθοισι προσαυδᾶν |
| μάταιον : παρὰ τὸ ἅλς ἁλός ἅλιον , ὡς πτύξ πτυχός πτύχιον , οἱονεὶ τὸ εἰς θάλασσαν ῥιπτόμενον καὶ ἀφανιζόμενον | ||
| ἔχει τὸ κ καὶ ἀρσενικῶς λέγεται . Σημειωτέον τὸ πτύξ πτυχός καὶ νύξ νυχός , ὃ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ τ |
| τοῦ Διονύσου λαμβάνειν , τουτέστι τὴν κατ ' οὐσίαν αὐτῆς ὁλότητα ἀπολαμβάνειν καὶ ὑγιὴς γίνεσθαι . Σῴζεται οὖν ἡμῖν ἅμα | ||
| ἣν τόπον ἐκ τόπου μετέρχεται τὸ κινούμενον ἤτοι καθ ' ὁλότητα ἢ κατὰ μέρος , καθ ' ὅλον μὲν ὡς |
| σεῖστρον : παρὰ τὸ σείω . . . . . σείω : σείω : . . . ἢ ἔστι σῶ | ||
| παρὰ τὸ σείω . . . . . σείω : σείω : . . . ἢ ἔστι σῶ σείω , |
| . . . , : ἀκτίς : παρὰ τὸ ἀΐσσω ἀΐξω ἀκτός : καὶ παρώνυμον ἀκτίς : ἡ ἀΐσσουσα πανταχόθεν | ||
| τὸ ζῷον . παρὰ τὸ ἀΐσσω , τὸ ὁρμῶ , ἀΐξω , ἀποβολῇ τοῦ ω γίνεται ἄϊξ καὶ κατὰ συναίρεσιν |
| τὸ μερίζω , οἷον : ἥμισυ μείρετο τιμῆς , γίνεται μορτός καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν τοῦ ρ καὶ τροπῇ τοῦ | ||
| ἄνθρωπος : παρὰ τὸ μείρω , τὸ μερίζω , γίνεται μορτός καὶ , εἰς β βροτός , ὁ μεμερισμένην ἔχων |
| θρώσκω . Θρασύς . παρὰ τὸ θέρω , οὗ μέλλων θέρσω κατ ' Αἰολέας , καὶ θερσὺς , καὶ καθ | ||
| τὸ θέρω , τὸ θερμαίνω , ὁ μέλλων θερῶ καὶ θέρσω Αἰολικῶς , καὶ Θερσίτης καὶ θερμός , . , |
| διὰ τοῦ η γράφονται : οἷον , νήχω , τὸ κολυμβῶ : σμήχω : τρήχω , ἐξ οὗ τὸ τετρήχει | ||
| ἀρθεὶς δηῦτ ' ἀπὸ Λευκάδος πέτρης , εἰς πολιὸν κῦμα κολυμβῶ μεθύων ἔρωτι . Ὥσπερ δὲ ταῦτα εὑρίσκεται , οὕτω |
| ἐξ αὐτοῦ κνῶ , ἀφ ' οὗ καὶ κναίω καὶ ἀποκναίω : ἐγκόπτοντες γὰρ ἔργου , οἱονεὶ κεῖνται ἀργοὶ καὶ | ||
| καίνω : καὶ μεταθέσει τοῦ ν κναίω : καὶ σύνθετον ἀποκναίω . . . . . . ἀπολαύω , , |
| πεινῶ πεινήσω , ἀγαπῶ ἀγαπήσω , μασήσω ἀπατήσω τρυφήσω καυχήσω ψήσω : τὸ ἐλεῶ τῆς πρώτης καὶ δευτέρας , καὶ | ||
| μέρη . Ψεδνός . παρὰ τὸ ψῶ , οὗ μέλλων ψήσω , ῥηματικὸν ὄνομα ψεδνὸς , ὁ μαδαρὸς , παρὰ |
| ι ἀείρω , ἡ μετοχὴ ἀειρόμενος , . , . Ἄελλα : ἡ ἄγαν εἰλοῦσα . ἢ παρὰ τὸ ἄω | ||
| Μαῖα : ἡ μάμμη . Σφαῖρα : τὸ στρογγυλοειδές . Ἄελλα : ἄνεμος . πνοή . Λήδα : ὄνομα κύριον |
| ἀντίξουν ἐμοί , λιποῦσα γαῖαν εἰς μυχοὺς εἶμι χθονός , ἄϊστος , ἀφανής , πύματα Ταρτάρου βάθη . Ἰδού , | ||
| ἴσα ἐστὶ καὶ ὅμοια τοῖς πᾶσι . δαίμων δ ' ἄϊστος : τουτέστιν οὐκ ἔστι προφανὴς ὁ δαίμων τοῖς ἀνθρώποις |
| τὸ δὲ ὄφελον ῥῆμα . ἑτερόφθαλμος μέν ἐστιν ὁ κατὰ περίπτωσιν πηρωθεὶς τὸν ἕτερον τῶν ὀφθαλμῶν , μονόφθαλμος δὲ ὁ | ||
| κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν . οὔτε δὲ κατὰ περίπτωσιν θεωρεῖται οὔτε κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς περιπτώσεως μετάβασιν : |
| , ἥκων παρρησιάζῃ ” φησί “ καὶ κατακρώζεις ; ” Υἱὸν μονογενῆ δειλὸς εἶχε πρεσβύτης γενναῖον ἄλλως καὶ θέλοντα θηρεύειν | ||
| δὲ τόπος ἐστὶν Ἀπόλλωνος ἱερὸς ἐν Κολοφῶνι τῆς Ἰωνίας . Υἱὸν δέ φησιν αὑτὸν Δαμαίου οὕτω λέγων : . αἰνήσεις |
| ἐνδύσαι ἐνβύσαι , . , . * . Βηλός : βαθμὸς θύρας , ἢ ὁ οὐρανός , οἷον : ῥῖψε | ||
| , ἀλλὰ οὗτος τοῦ ἑτέρου ἰσχυρότερος . ὁμοίως ὁ συγκριτικὸς βαθμὸς καὶ τούτοις τοῖς τοῦ αὐτοῦ γένους οὖσιν καὶ τούτοις |
| τε καὶ ξηραίνει κατὰ τὴν τρίτην τάξιν . Ἰδαία ῥίζα κηπευομένη μέν ἐστι σφόδρα στρυφνὴ καὶ τοῖς ἔργοις δὲ πειρωμένῳ | ||
| ἄλλως δὲ δύσπεπτον ἕδεσμα . κατὰ πάντα δὲ μετριωτέρα ἡ κηπευομένη , ὥστε οὐδὲ ταύτῃ δέον κεχρῆσθαι κατὰ τὰ λοιπὰ |
| . . . , . ] Ὁ δὲ Προκόπιος τοὺς χαριεστέρους ἀναλαβὼν ἐπὶ τὸν βασιλέα Οὐάλεντα διὰ Φρυγίας συνηπείγετο . | ||
| ἐμπείρους , ἐπαιτοῦντας κατὰ κώμας καὶ πόλεις , τοὺς δὲ χαριεστέρους μὲν τούτων καὶ ἀστειοτέρους , οὐδ ' αὐτοὺς δὲ |
| τὴν δόξαν ἐπὶ ἀπάτῃ , καὶ ἃ ποιεῖ , ταῦτα καλλωπίζεται ὑπαγόμενος τοὺς ἀνθρώπους : ἐν ἐκείνῳ δὲ τῷ τρόπῳ | ||
| Καὶ ἑκάστου πάθους συχνὰ τὰ φάρμακα , ὅθεν ἡ τέχνη καλλωπίζεται . Ἀλλ ' ὁ τῆς ἰατρικῆς ἄπειρος , εἰ |
| ὄρος περὶ τὴν Λυδίαν . ἀγλαοτρίαιναν : τὸν Ποσειδῶνα . χρυσέαισιν : ἀντὶ τοῦ ἐπὶ χρυσῶν ἵππων . μεταβιβάσαι , | ||
| ἔτυχον ἕλικά τ ' ἀνὰ χλόαν φοίνικας ἁλίωι † πέπλους χρυσέαισιν αὐγαῖς θάλπους ' † ἀμφὶ δόνακος ἔρνεσιν : ἔνθεν |
| καμφθέντα , ὀγκωθέντα , ἐπικαμφθέντα . Κυρτοῦνται : κάμπτονται . κυρτοῦται : ἐξογκοῦται . λύθρον : αἷμα , τὸ σεσημμένον | ||
| : κολποῦται γὰρ ἡ παραλία , πλησιάζουσα δὲ τῇ Χαλκίδι κυρτοῦται πάλιν πρὸς τὴν ἤπειρον . Οὐ μόνον δὲ Μάκρις |
| , ἢ ἐκείνη ἡ θεὸς ἡ Ἀθηνᾶ λέγει : Ἐκεῖσε βλέψον : ὁρᾷς τουτὶ τὸ ὑπὲρ κεφαλῆς θέαμα , τὸ | ||
| χρυσοπήληξ ] χρυσῆν περικεφαλαίαν ἔχων . ἔπιδε ] ἤτοι εὐμενῶς βλέψον . . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . . πολισσοῦχοι χθονὸς |
| ἀντὶ τοῦ ἐπορεύοντο ἐλθεῖν . ἐκ τοῦ βῶ , τὸ βαίνω , παράγωγον βῆμι , ὁ παρατατικὸς βῆν : οἱ | ||
| συγκοπὴν γίνεται πτῶ , οὗ παράγωγον πταίνω , ὡς βῶ βαίνω , ἀναδιπλασιασμὸς παπταίνω . Παφλάζων . παρὰ τὸ φλέω |