εἰ δὲ ἀνάρμοστον κατίδοι τινά , ὥσπερ ἀλλόφυλόν τινα καὶ ὀθνεῖον ἀπήλαυνε . Περὶ δὲ τῶν ἐπιτηδευμάτων , ἃ παρέδωκε
οὐ ταὐτὸν φαίνεται εἶναι δίκαιον φίλῳ πρὸς φίλον καὶ τὸν ὀθνεῖον ἢ τὸν ἀδελφὸν ἢ τὸν ἑταῖρον καὶ τὸν συμφοιτητήν
5976073 εὐγενεστατον
βουλῇ τινων εὐγένειαν , οὓς ὑπώπτευεν οὐκ ἀνεξομένους μετὰ βασιλέα εὐγενέστατον τὴν ἀρχὴν μεταπεσοῦσαν ἐς ἄνδρα ἐξ ἰδιωτικοῦ καὶ ἀσήμου
μετανάστην τουτονί , τὸν πάντων ἔρημον οἰκείων καὶ φίλων , εὐγενέστατον εἶναι , τῆς πρὸς θεὸν συγγενείας ὀρεχθέντα καὶ σπουδάσαντα
5787904 κηδειν
μή μοι ἀπέχθηαι φιλέοντι . καλόν τοι σὺν ἐμοὶ τὸν κήδειν ὅς κ ' ἐμὲ κήδῃ : ἶσον ἐμοὶ βασίλευε
τοῦ ἀνέμου πνοή . κεράσαι : μῖξαι . προχέαι . κήδειν καὶ κήδεσθαι : λυπεῖν . καὶ φροντίζειν . καὶ
5668125 βαναυσου
οἱ δὲ βάναυσον τὸν ἀπάνθρωπον καὶ ὑπερήφανον . ἔνιοι δὲ βαναύσου χειρὸς τῆς ὑβριστικῆς ἢ τεχνικῆς . δηλοῖ δὲ τοὺς
τὸ ἔργον τοῦ δαπανήματος . Ἃ δὲ λέγει περὶ τοῦ βαναύσου καὶ τοῦ μικροπρεποῦς δῆλά ἐστιν : εἶναι μὲν οὖν
5657356 δανεισμα
. ἐγκλήματα δ ' ἦν καὶ ξενία καὶ φιλία καὶ δάνεισμα , λαβόντος ἢ δόντος , ἤδη δέ τις καὶ
καὶ ἔχθρας συμβόλαιον καὶ χαρᾶς συμβόλαιον καὶ φιλίας συμβόλαιον . δάνεισμα , χρεωφείλημα , ἔγγυον ναυτικόν , κατ ' ἐκδόσεις
5557657 αὐχημα
. ποιηταῖς . Οἶον ἀποιχομένων ] οἶον καὶ μόνον τὸ αὔχημα τῆς δόξης , ἤτοι ἡ ἀρετὴ καὶ ὁ ἔπαινος
πατέρων . . . : μετέρχεται ἐπὶ τὸ δίκαιον κεφάλαιον αὔχημα : τὸ φρόνημα αὔχημα ἐκάλεσεν ἀπὸ ἀμαθίας εὐτυχοῦς :
5507496 διαπρεπον
τὴν ψυχὴν εἶναι ἐράσμιον : τί τὸ ἐπὶ πάσαις ἀρεταῖς διαπρέπον οἷον φῶς ; Βούλει δὴ καὶ τὰ ἐναντία λαβών
. ἔθετ ' ] ἐποιήσατε . ἄελπτον ] ἀνέλπιστον . διαπρέπον ] μέγα . δέδορκεν ] ἐθεάσατο . ἄτα ]
5484976 ὀλοφυρασθαι
τῶν προγόνων διανοίας . Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐξήχθην ὑπὲρ πάσης ὀλοφύρασθαι τῆς Ἑλλάδος : ἐκείνων δὲ τῶν ἀνδρῶν ἄξιον καὶ
ἐπὶ δακρύοις ἔφυ , ὅ ἐστι ἐπὶ τῷ δακρύειν καὶ ὀλοφύρασθαι : γυνὴ δὲ θῆλυ : ἀντὶ τοῦ : ἀσθενὲς
5461997 πεπασθαι
τῶν ὁμοίων πόλεμον αἴρονται μέγαν . δούλους γὰρ οὐ καλὸν πεπᾶσθαι κρείσσονας τῶν δεσποτῶν . περισσόμυθος ὁ λόγος , εὐγένειαν
ἵππους τῶν φαυλοτέρων , καλὸν δὲ καὶ φιλοχρύσῳ τὴν λίθον πεπᾶσθαι , ᾗ βασανίζουσι τὸν χρυσόν : κτήσαιτο δ '
5399287 Θεσπεσιων
ἴοιμι , τοιῶνδέ που δεήσει λόγων : ἐμέ , ὦ Θεσπεσίων , Εὐφράτης πρὸς ὑμᾶς διέβαλεν , ἃ μὴ ἐμαυτῷ
τοῦτο . ” ” ἄριστα , „ εἶπεν „ ὦ Θεσπεσίων , καὶ ὡς ἐμοὶ ἥδιστα εἴρηκας : ἄκουε δὴ
5398419 συμφερομενον
σκοτεινῶι λεγόμενον Ἡρακλείτωι : συνάψιες ὅλα καὶ οὐχ ὅλα , συμφερόμενον διαφερόμενον , συνᾶιδον διᾶιδον , καὶ ἐκ πάντων ἓν
: ἀγαθὸν δὲ εἴπερ τῷ ὅλῳ καίριον καὶ συμφέρον καὶ συμφερόμενον . οὕτως γὰρ καὶ θεοφόρητος ὁ φερόμενος κατὰ ταὐτὰ
5379074 ἀκοσμου
οὕτω καὶ ὑπερτελεῖς μὲν καὶ ἐλλιπεῖς παμπόλλους καὶ ἀτάκτους εὑρίσκεσθαι ἀκόσμου οὔσης τῆς αὐτῶν εὑρέσεως , τελείους δὲ εὐαριθμήτους τε
ἐποίησε τὸν ἀνθρώπειον βίον πόριμον ἐξ ἀπόρου καὶ κεκοσμημένον ἐξ ἀκόσμου , τάξεις τε πολεμικὰς εὑρὼν μέγιστον εἰς πλεονεκτήματα ,
5374835 κουριαν
τινι σεμνύνεσθαι τῶν καλῶς αὐτῷ πεπραγμένων καὶ τρέφειν κόμην : κουριᾶν δὲ τὸ κουρᾶς ἐπιδεῖσθαι καὶ κόμην καθιέναι . κόρυδος
ὡς Ὑπερείδης , καὶ ἀποκαρτέον , ὡς Εὔπολις . καὶ κουριᾶν τὸ κομᾶν , ἀπὸ τοῦ δεῖσθαι κουρᾶς , ὥσπερ
5369040 ἐπιφροσυνης
οὐχ ἱκανὰ καθ ' ἑαυτὰ τρέφειν ἄνευ θείας εὐμενείας καὶ ἐπιφροσύνης . Ἀγονίαν καὶ στείρωσιν ἐν κατάραις τάττων [ Μωυσῆς
καὶ πουλύποδος δνοπαλίζεται αἰόλα γυῖα δυσμόρου : οὐδέ ἑ μῆτις ἐπιφροσύνης ἐσάωσε πετραίης : εἰ γάρ ποτ ' ἀλευόμενος περὶ
5359908 πατροθεν
. ἔλεγχε δὲ πρῶτον τοῦτο . ” καὶ εἰπὼν ταῦτα πατρόθεν τε διῄει τὸν Ἀπολλώνιον καὶ μητρόθεν καὶ τὰ ἐν
ἦσαν : τοῦτο καθ ' ὑπερβατόν : συντακτέον δὲ τῷ πατρόθεν ἐπονομάζων καὶ τῆς ἐν αὐτῇ ἀνεπιτάκτου . . .
5357491 ἀποτροπης
νῦν δ ' ἐπιτίθησιν : ἀσφάλεια δὲ τὸ ἐπιβουλεύσασθαι , ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος . καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων πιστὸς ἀεί
. καὶ τοιαύτην διάνοιαν ἔχων διανοεῖται παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν : ἀποτροπῆς γοῦν ἕνεκα κολάζει . ταύτην οὖν τὴν δόξαν πάντες
5356001 ἀντερασθαι
ἡγεμονίας , διδοίητε τοῖς ἐμοῖς παιδικοῖς ἐρᾶν μὲν Ῥώμης , ἀντερᾶσθαι δὲ ὑπὸ Ῥώμης . Τέως μέν , ὦ θεοειδέστατε
τὰ ῥήματα μᾶλλον ἐξέκαυσε Διονύσιον καί τινα ἔσχεν ἐλπίδα κούφην ἀντερᾶσθαι δοκῶν : ἀνατείνας δὲ τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν
5350251 εὐηθειας
οἱ δημοτικοὶ δίκαια πάσχειν αὐτοὺς ὑπελάμβανον καὶ ἐπέχαιρον ὑπ ' εὐηθείας , ὡς ἐκείνοις μόνοις τῆς τυραννίδος βαρείας ἐσομένης ,
ἄγειν καὶ ὑβριζόμενον ἀνέχεσθαι οὐ μετριότητος , ἀλλὰ ἀνανδρίας καὶ εὐηθείας εἰκότως ἂν νομίζοιτο . τὰ μὲν γὰρ τελευταῖα τίνι
5340980 ΖΑΕ
, καὶ τῷ ἀπὸ τῆς ΓΑ ἴσον κείσθω τὸ ὑπὸ ΖΑΕ : ὅτι , ἐὰν ἐπιζευχθῶσιν αἱ ΔΓ ΒΖ ,
ΕΑ , τὸ δὲ ἀπὸ ΗΕ ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ ΖΑΕ , καὶ τὸ ἀπὸ ΔΕ ἄρα πρὸς τὸ ἀπὸ
5324210 εἰσενηνοχεν
, ἀλλὰ καὶ κατ ' ἐκεῖνο , ὅτι πᾶσιν ἐναντίον εἰσενήνοχεν τοῖς οὖσι νόμοις , αὐτίκα δὴ μάλ ' ἀκριβῶς
πρὸς συνοπτικὴν παιδείαν καὶ νουθεσίαν ὠφελίμους καὶ νουθετικοὺς συνταξάμενος , εἰσενήνοχεν εἰς τὸν βίον , προπλέξας ἀλόγων ζώων κοινωνίαν ἀνθρώποις
5320575 Μαισων
παιδαρίων ταῖς καλουμέναις τελλίναις . . . . . : Μαίσων γέγονε κωμῳδίας ὑποκριτής , Μεγαρεὺς τὸ γένος , ὃς
ἡγεμὼν θεράπων , κάτω τριχίας , θεράπων οὖλος , θεράπων Μαίσων , θεράπων Τέττιξ , ἡγεμὼν ἐπίσειστος . ὁ μὲν
5318864 ἐκβαλλουσης
ἔχει , τῆς γῆς αὐτὸν μὴ δεχομένης , ἀλλ ' ἐκβαλλούσης τῶν οἰκείων ὡς ἂν εἴποις φυγάδα κόλπων . ἀλήτης
. ἐκ θατέρου δὲ μέρους οὔσης λίμνης μεγάλης εἰς ποταμὸν ἐκβαλλούσης , διέσκαψε τὸ προειρημένον ὄρος κατὰ τὴν ῥίζαν .
5304785 ἐπισταμας
Ἱππόδαμος ὁ Πυθαγόρειος γράφειν : τᾶν φιλιᾶν ἁ μὲν ἐξ ἐπιστάμας θεῶν , ἁ δ ' ἐκ παροχᾶς ἀνθρώπων ,
εὐδαιμοσύνα καὶ βίος ἄριστος , τῶ δ ' ἀνθρώπω ἐξ ἐπιστάμας καὶ ἀρετᾶς καὶ τρίτω εὐτυχίας σωματουμένα παραγίνεται . λέγω
5294552 αἰαζω
πλατάγησον στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν , ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις . αἰάζω τὸν Ἄδωνιν : ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . κεῖται καλὸς Ἄδωνις
, . Αἰάζειν : παρὰ τὸ αἴ σχετλιαστικὸν ἐπίρρημα γέγονεν αἰάζω , ὡς λίαν λιάζω , . , , .
5283655 θεατρικον
* . ταύτας δὴ τὰς ἐπιτιμήσεις ἀπολύσασθαι βουλόμενος ἐχούσας τι θεατρικὸν καὶ τῶν πολλῶν ἀγωγόν , περὶ μὲν ἐμαυτοῦ τοσοῦτον
καὶ τὰ ἐπίθετα καλλωπισμοῦ χάριν κεῖται : τὸ γὰρ οὔτε θεατρικὸν * * ἀλλ ' ἀναγκαῖον τῆς λέξεως σχῆμα τοιοῦτ
5279243 βεβωσα
τῶν κυνῶν : “ ὡς δὲ κύων ἀμαλῇσι περὶ σκυλάκεσσι βεβῶσα ἄνδρ ' ἀγνοιήσας ' ὑλάει . ” καὶ περὶ
τὴν πρὸ τέλους ἔχουσαι διὰ τοῦ ω : οἷον , βεβῶσα : γεγῶσα : ἑστῶσα . Αἱ εἰς ως ἀπαθεῖς
5262542 κεραμεων
τῆς ἑορτῆς . οὗ μὲν ἦμεν ἄρτι γὰρ ἐξ ὀξυβαφίων κεραμέων ἐπίνομεν : τούτῳ δέ , τέκνον , πολλὰ κἀγάθ
ἔχων πίνειν ἀλλ ' οὐδὲ χαλκῶν , ἀλλ ' ἐκ κεραμέων καὶ τούτων ἐνίοτε κολοβῶν . Δίφιλος δ ' ἐν
5260287 ἀνυε
δὴ καὶ τὰ λοιπὰ τοῦ ἄθλου μετὰ τῆς αὐτῆς ἐπιστήμης ἄνυε , καὶ καλὰ καλοῖς ἀκολουθείτω καὶ φαινέσθω μιᾶς γνώμης
πέτρᾳ ἐπερειδόμενος , ὅθεν ἡ πηγὴ χεῖται . ἐκ ποδὸς ἄνυε : ἢ ἐκ βάθους ἢ ἀφ ' ὑψηλοῦ :
5259985 Ἀβροτονου
Πέργαμος , ὡς Κύζικος Κυζικηνός . δυνατὸν δὲ καὶ ἐξ Ἀβροτόνου φάναι τὸ ἐθνικόν . πολλὰ γὰρ τοιαῦτα , μάλιστα
λιμήν . Ταύτης ὁ παράπλους ἡμέρας μιᾶς . Ἀπὸ δὲ Ἀβροτόνου Ταριχεῖαι , πόλις καὶ λιμήν . Παράπλους ἀπὸ Ἀβροτόνου
5252616 ἀποπτυσαι
, ὡς ἀληθῶς πραχθέντα καὶ συμπεσόντα δοξάζουσι καὶ λέγουσιν , ἀποπτύσαι δεῖ καὶ καθήρασθαι τὸ στόμα κατ ' Αἰσχύλον ,
, μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων θάρσος εὐπειθὲς ἵζει φρενὸς φίλον θρόνον
5239012 Πυθαγορα
ἐχθροὺς ἄξιον οἶμαι μισεῖν . ἢ σὺ γάρ , ὦ Πυθαγόρα καὶ Πλάτων καὶ Χρύσιππε καὶ Ἀριστότελες , τί φατε
θεῶν λόγον . λέγει γάρ : λόγος ὅδε περὶ θεῶν Πυθαγόρα τῶ Μνημάρχω , τὸν ἐξέμαθον ὀργιασθεὶς ἐν Λιβήθροις τοῖς
5238741 ἀστυγειτονος
ἐπὶ τούτου τοῦ ζητήματος : μειράκιον ὡραῖον ᾔτησε τύραννος ἐξ ἀστυγείτονος πόλεως , οὐ δέδωκεν ἡ πόλις , ἐξῆλθεν αὐτὸ
: μικτὸν δέ , ὡς ἐπὶ τούτου : τύραννος ἐξ ἀστυγείτονος πόλεως μετεπέμψατο μειράκιον ὡραῖον , ἀπειλῶν πόλεμον εἰ μὴ
5238361 Λακεδαιμονιας
καὶ πατέρες θρηνοῦσι τοὺς ἐν Τροίᾳ σφαγέντας : Εὐρώτας ποταμὸς Λακεδαιμονίας : † πολιὰν δ ' ἐπὶ κρᾶτα : ἐπὶ
: Ὁ Κηφεὺς ἐξ Ἀχαΐας , ὁ δὲ Πράξανδρος ἐξ Λακεδαιμονίας παρεγένοντο εἰς Κύπρον , ὥς φησι Φιλοστέφανος . .
5215261 Ἀγκυρας
ἐκ τῆς Ἀβρεττηνῆς Μυσίας ἄλλους τε καὶ Μέκεστον ἀπ ' Ἀγκύρας τῆς Ἀβαείτιδος ἐκδίδωσιν εἰς τὴν Προποντίδα κατὰ Βέσβικον νῆσον
δεσμοῦ τὴν λύσιν . Αὐτὸς δὲ τῇ ὑστεραίᾳ ἐπ ' Ἀγκύρας τῆς Γαλατικῆς ἐστέλλετο : κἀκεῖ αὐτῷ πρεσβεία ἀφικνεῖται Παφλαγόνων
5211916 ΘΔΗ
ἀπὸ ΡΤ πρὸς τὸ ἀπὸ ΤΣ , καὶ τὸ ὑπὸ ΘΔΗ πρὸς τὸ ἀπὸ ΔΓ συνῆπται ἐξ οὗ ὃν ἔχει
ἡ ΤΣ πρὸς ΣΡ . ἀλλ ' ἐπεὶ τὸ ὑπὸ ΘΔΗ πρὸς τὸ ἀπὸ ΔΓ τὸν συνημμένον ἔχει λόγον ἐξ
5206111 ἐδιδαξατο
καὶ τούτους εἰδέναι , τὴν δὲ σύμπασαν τέχνην αὐτὸς ἑωυτὸν ἐδιδάξατο , θείᾳ φύσει κεχρημένος , καὶ τοσοῦτον ὑπερβεβηκὼς τῇ
ταῖς νόσοις φάρμακα παισί τε ἑαυτοῦ παρέδωκε καὶ τοὺς ξυνόντας ἐδιδάξατο , τίνας μὲν δεῖ προσάγειν πόας ὑγροῖς ἕλκεσι ,
5194941 θεη
, τὸν ἐγὼ σοφοῦ ἀνδρὸς ἤκουσα , ὅτι ἡ μὲν θεὴ Ῥέη ἐστίν , τὸ δὲ ἱρὸν Ἄττεω ποίημα .
ὅσσά οἱ ἐν λεχέεσσιν ἐνήλιτε κουριδίοισι : πάντα γὰρ ἠμάλδυνε θεὴ Κύπρις ἥ περ ἁπάντων ἀθανάτων δάμνησι νόον θνητῶν τ
5182900 προςρημα
ἀλλότριον : ὥσπερ γὰρ τοῖς εὐεργέταις ἀπὸ τῶν πραγμάτων τὸ πρόςρημα , οὕτω τοῖς μηδὲν ἐνεργήσασιν ἐπιψεύδεσθαι τὴν κατηγορίαν οὐ
ἔξεστιν , φῄς ; ἐξ ἀκροπόλεως ὡς ἀληθῶς τοῦτο τὸ πρόςρημα . ΕΙΤΑ λύσεις τῇ μεταλήψει , ἢ ἐνστατικῶς ,
5182678 αἱμυλον
ἦσαν καὶ κουφότατοι βροτοὶ ἀστῶν καί τις Ἀρίστωνος γέννης ἄπο αἱμύλον ἕλκων τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας
τὸ μὲν δὴ ἐλλεῖπον τοῦ ἀληθοῦς κομψόν τέ ἐστι καὶ αἱμύλον καὶ ἐνίοτε οὐκ ἄχρηστον τῷ φιλοσόφῳ : καὶ διὰ
5177858 Πιεριας
πρῶτοι τὰ ὀνόματα θέντες . Ὦ Μοῦσαι αἱ ἐκ τῆς Πιερίας ὁρμώμεναι , καὶ ταῖς ὑμετέραις ᾠδαῖς καὶ φωναῖς τὰ
. . . οα ∠ ʹ λζ ∠ ʹδ : Πιερίας δὲ πόλεις αἵδε : Πίναρα . . . .
5168053 ἐναγες
συγγραφέων φησὶ γνώμην ἐσενεγκεῖν ἐκδοῦναι τοῖς βαρβάροις τὸν Καίσαρα ὡς ἐναγὲς ἔργον ἐς διαπρεσβευσαμένους ἐργασάμενον . ὁ δὲ Καῖσαρ ἐν
ὅπου τὸ μὲν σέβας τῆς καθ ' ἡμᾶς πίστεως ὡς ἐναγὲς ἐνυβρίζεται , πάθη δὲ τιμᾶται ἀλογώτατα , ὅπου πορνεία
5167661 Ἰκκον
ἄριστος λέγεται τῶν ἐφ ' αὑτοῦ γενέσθαι : μετὰ δὲ Ἴκκον καταπαλαίσας παῖδας Παντάρκης ἕστηκεν Ἠλεῖος ὁ ἐρώμενος Φειδίου .
. . . ἆρ ' οὖν οὐκ ἴσμεν τὸν Ταραντῖνον Ἴκκον ἀκοῆι διὰ τὸν Ὀλυμπίασί τε ἀγῶνα καὶ τοὺς ἄλλους
5163525 φιλοκερδη
καὶ ὑψηλὰ νοοῦντες . ἀσθενὴς δὲ φωνὴ καὶ ἅμα ὑποκλαίουσα φιλοκερδῆ καὶ λυπηρὸν καὶ ἐν πᾶσιν ὑπονοούμενον σημαίνει . ὅσοι
συνετὸν καὶ κερδαλέον κέρδιστον λέγει . οἱ δὲ νεώτεροι τὸν φιλοκερδῆ ἐξεδέξαντο . . , . ἡ διπλῆ πρὸς τὴν
5150769 ὀϲμηϲ
ἢ τῆϲ λεπτομερείαϲ ἢ τῆϲ θερμότητοϲ οὐκέτ ' ἐκ τῆϲ ὀϲμῆϲ ἐνδείκνυται , ἀλλ ' ἐκ τῆϲ γεύϲεωϲ . τοῦ
θηρίον καθολικῶϲ : τὸ ἑκάϲτου ϲτέαρ ϲυναλειφόμενον φυγαδεύει ἀπὸ τῆϲ ὀϲμῆϲ τὸ ϲυγγενέϲ , ὡϲ καὶ κύων ὀϲφρανθεὶϲ τοῦ ἰδίου
5145779 φυᾳ
ἕτεραι : χρὴ δ ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ . πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος , βουλαῖσι δὲ
καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ' ἄνθε ' Ἀφˈροδίσια . φυᾷ δ ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν λαχόντες ὁ μὲν τά
5140777 ὠναμην
τῆς σῆς “ , ἔφη , ” δεξιᾶς ἐς πολεμίους ὠνάμην , ὀνήσομαι δὲ μέγιστον , εἰ νῦν με κατεργάσαιο
. . ἀπώνατο : ἀπὸ τοῦ ὀνῶ ὀνήσω ὤνησα ὠνησάμην ὠνάμην ὤνου ὤνατο καὶ ἀπώνατο . ἢ ὄνημι συζυγίας δευτέρας
5138441 ἀχαριστως
ἐς φίλον ἐγίγνετο παραλόγως καὶ ἐς εὐεργέτην ἐκ πολέμου περισώσαντα ἀχαρίστως καὶ ἐς αὐτοκράτορα ἀθεμίστως καὶ ἐν βουλευτηρίῳ καὶ ἐς
, πείθειν χορεύειν οὐ θέλοντας . Ἀττικὸν δὲ δεῖπνον οὐκ ἀχαρίστως διαγράφει Μάτρων ὁ παρῳδὸς λέγων : δεῖπνα μοι ἔννεπε
5137606 καθειλες
παῖδας ὄψηι ζῶντας οὓς ἔκτειν ' ἐγώ . ἦ γὰρ καθεῖλες Θρῆικα καὶ κρατεῖς ξένον , δέσποινα , καὶ δέδρακας
αἱ συγκρίσεις . Καλῶς ποιήσας οὐ καλῶς ὠνείδισας , ἔργον καθεῖλες πλούσιον πτωχῷ λόγῳ . Καυχώμενος τὸ δῶρον ὃ δέδωκας
5122287 Ἀριφραδην
ἀπετέλεσεν , ὁ δ ' ἕτερος Φιλόξενον τὸν Ἐρύξιδος καὶ Ἀριφράδην τὸν ἀδελφὸν Ἀριγνώτου τοῦ κιθαρωιδοῦ , θέλων ἀπὸ τῆς
ἀπετέλεσεν , ὁ δ ' ἕτερος Φιλόξενον τὸν Ἐρύξιδος καὶ Ἀριφράδην τὸν ἀδελφὸν Ἀριγνώτου τοῦ κιθαρωιδοῦ , θέλων ἀπὸ τῆς
5120180 κιθαρῳδιας
αἱ Μοῦσαι γενόμεναι , καὶ τῶν ὀμμάτων αὐτὸν καὶ τῆς κιθαρῳδίας ἐστέρησαν . Θᾶττον ἢ Βούτης : τῶν ἐπὶ τῇ
τινὲς ἐπὶ τὸ γελοῖον παρῳδὰς ἐξεῦρον , οὕτω καὶ τῆς κιθαρῳδίας πρῶτος Οἰνώπας , ὃν ἐζήλωσαν καὶ ἄλλοι . καὶ
5120145 καλοκαγαθια
Ὅτι ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλὸς καὶ ἀγαθὸς σύνθετον ὄνομα γίνεται καλοκαγαθία , καὶ ἀπὸ τοῦ θεὸς καὶ τοῦ ἐχθρὸς θεοεχθρία
Ἀνημιοβολαία : ἀπὸ συντάξεως ὄνομα γίνεται : καλὸς καὶ ἀγαθὸς καλοκαγαθία , θεοῖς ἐχθρός θεοεχθρία . οὕτως οὖν ἀνημιοβόλιον ἀνημιοβολαία
5118980 αἱρεθησεται
πλὴν φύσει δώσω κόρην θῦσαι πρὸ γαίας . εἰ γὰρ αἱρεθήσεται πόλις , τί παίδων τῶν ἐμῶν μέτεστί μοι ;
ὀνήιστοι τὰς πόλιας ἐκλείψητε , ἀπὸ μὲν αὐτέων ὁ κόσμος αἱρεθήσεται , ἐπικινδυνότερα δ ' αὐτῇσι τὰ ἐκ Μήδων .
5114721 τιουσι
οὐ γὰρ σχέτλια ἔργα θεοὶ μάκαρες φιλέουσιν , ἀλλὰ δίκην τίουσι καὶ αἴσιμα ἔργ ' ἀνθρώπων καὶ Ζεύς , ὅς
Οὐ μὲν σχέτλια ἔργα θεοὶ μάκαρες φιλέουσιν , ἀλλὰ δίκην τίουσι καὶ αἴσιμ ' ἔργ ' ἀνθρώπων . Ἡσιόδου :
5109681 δεκαζεσθαι
δεκάς ” . ἐξ οὖν τῆς δεκάδος τὸ δεκάζειν καὶ δεκάζεσθαι . καὶ Φίλιππος μέντοι παρὰ Θετταλοῖς δεκαδάρχην κατέστησεν ,
ἐν τῷ τῆς φύσεως αὐτῆς δικαστηρίῳ , ἣν οὐ θέμις δεκάζεσθαι ; καὶ μὴν σφαλλομένων γε τῶν καθ ' ἡμᾶς
5109240 ἀμαθιας
δίκην σε δοῦναι δεῖ σοφισμάτων κακῶν . σὲ δ ' ἀμαθίας γε κἀσεβοῦντ ' ἐς τὸν θεόν . ὡς θρασὺς
σαρκῶν φύσις . αὕτη γὰρ καθάπερ τις θεμέλιος ἀγνοίας καὶ ἀμαθίας πρῶτος καὶ μέγιστος ὑποβέβληται , ᾧ τῶν εἰρημένων ἕκαστον
5103192 πεμφθεν
τοῦτό γέ ἐστι παρὰ τοῖς Ἕλλησιν , ἀλλὰ νεωστὶ εὑρέθη πεμφθὲν ἐκ τῶν βαρβάρων . ἐκεῖνοι γὰρ ἀπεστερημένοι τῆς παιδείας
. Ἀπέστω δὲ καὶ τῶν λαμβανόντων μεμψιμοιρία , καὶ τὸ πεμφθὲν ὁποῖον ἂν ᾖ , μέγα δοκείτω . οἴνου ἀμφορεὺς
5102785 Ἐφυρης
ἡ Σαρωνικὴ , καὶ ἡ μὲν Κορινθία ἐξ ἐναντίας τῆς Ἐφύρης , ὃ ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν
' ἐφόρει γυάλοισιν ἀρηρότα : τόν ποτε Φυλεύς ἤγαγεν ἐξ Ἐφύρης , ποταμοῦ ἀπὸ Σελλήεντος ὅς οἱ καὶ τότε παιδὸς
5097560 πολυφημος
περὶ προστάξεις καὶ ἀπαγορεύσεις νομοθετική : πάντα γὰρ ταῦτα ὁ πολύφημος ὡς ἀληθῶς καὶ πολυώνυμος σοφὸς κεχώρηκεν , εὐσέβειαν ,
, πολυθεάμων , πολύφωνος , πολυμελής , πολύχειρ , πολύγλωττος πολύφημος , πολύτροπος , πολύπονος , πολυπλάνητος , πολυπόρευτος ,
5093682 ἐπιταγης
τὸ ἔργον ἐξ αὐτῶν λέγοντος εἶναι τῶν παρθένων δίχα τῆς ἐπιταγῆς τῶν πατέρων , καὶ τὸ πιστὸν οὐκ εἰς μακρὰν
Λέρνῃ ἦν ἔχουσα κεφαλὰς ἑκατόν : ὡς δ ' ἐξ ἐπιταγῆς Εὐρυσθέως ἐκελεύσθη ὁ Ἡρα - κλῆς φονεῦσαι αὐτήν .
5086277 Ἰουλιδος
. Πρόδικος Κεῖος ἀπὸ Κέω τῆς νήσου , πόλεως δὲ Ἰουλίδος , φιλόσοφος φυσικὸς καὶ σοφιστής , σύγχρονος Δημοκρίτου τοῦ
. Ἰουλίς , πόλις ἐν Κέῳ τῇ νήσῳ , ἀπὸ Ἰουλίδος κρήνης . ἀφ ' ἧς Σιμωνίδης ἐστὶν ὁ μελοποιὸς
5083773 διαγωνισασθαι
δύναμιν καὶ προεκαλεῖτο τοὺς ἐν τῇ πόλει περὶ τοῦ τροπαίου διαγωνίσασθαι . τῶν δ ' Ἀθηναίων ἐξαγαγόντων τοὺς στρατιώτας καὶ
ἀποδρᾶναι : ἐὰν δέ που πρὸς ἐρρωμενεστέρας δυνάμεως βιασθεὶς ἀναγκασθῇς διαγωνίσασθαι , μὴ μελλήσῃς ἡττᾶσθαι : τότε γὰρ εὖ μὲν
5083411 αὐταδελφον
στασιασάντων καὶ δέκα πόλεις πορθησάντων τῆς Κρήτης ἐκβάλλεται . Αἴθωνος αὐτάδελφον τὸν Ἰδομενέα , Αἴθωνος δὲ τοῦ Ὀδυσσέως λέγουσιν :
ἄνδρ ' ὁπλίτην τοῦτο χρὴ στέργειν ἔπος . ἀλλ ' αὐτάδελφον αἷμα δρέψασθαι θέλεις ; θεῶν διδόντων οὐκ ἂν ἐκφύγοις
5080213 πεπλασθω
ὑπὸ αου καὶ βου , λύσομεν ἓν τῶν ἐπιταγμάτων . πεπλάσθω ὁ ⃞ος ἀπὸ ʂ α Μο γ : αὐτὸς
⃞ος , καὶ τὰ λοιπὰ Ϛκις γενόμενα ποιῇ ⃞ον . πεπλάσθω πάλιν τὸ τρίγωνον ἀπὸ ʂ α καὶ ʂא α
5078887 ἀναισχυντου
καὶ Δημοσθένης ἐν τῷ Περὶ τοῦ στεφάνου ὡς ἰταμοῦ καὶ ἀναισχύντου ῥήτορος καθαπτόμενος Αἰσχίνου ” περίτριμμα ἀγορᾶς “ αὐτὸν καλεῖ
σφοδρᾶς . ἐὰν μὲν διὰ τῆς διφθόγγου γράφηται , τῆς ἀναισχύντου λέγει : ἂν δὲ διὰ τοῦ ε , ὅπερ
5072458 νομεως
ἀμείβειν ἐξ ἑτέρου γένεος εἰς ἕτερον , οἷον γεωργικὸν ἐκ νομέως γενέσθαι ἢ νομέα ἐκ δημιουργικοῦ . μοῦνόν σφισιν ἀνεῖται
τὸν βασιλέα , ὁποία γεννάτορος ποτὶ υἱέα καὶ ποτὶ ποίμναν νομέως καὶ νόμω ποτὶ χρωμένως αὐτῷ . . . .
5064551 ἀπροσορατον
θεῶν , οἵτινες δίκαιοι ἦσαν ζῶντες . τοὶ δ ' ἀπροσόρατον : οἱ ἀσεβεῖς . ἀπροσόρατον δὲ , ἤτοι ὃν
ἀενάου βασιλῆα μέγιστον , Κύρβαντ ' ὀλβιόμοιρον , Ἀρήιον , ἀπροσόρατον , νυκτερινὸν Κουρῆτα , φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν , φαντασιῶν
5053020 ἀμουσου
βίον ἡ φρόνησις . ὡς γὰρ τὸ κοινὸν μουσικοῦ καὶ ἀμούσου , τοῦτ ' οὐκ ἔστι μουσικόν , καὶ τὸ
μὲν οὖν . Ἀλλ ' οὐ μὴν τό γε τῆς ἀμούσου τε καὶ ἀσχήμονος φύσεως ἄλλοσέ ποι ἂν φαῖμεν ἕλκειν
5052926 ἡμερωτατον
πρόσωπον φεύγειν καὶ κατακρημνίσαι ἑαυτόν . Τῶν θαλαττίων δὲ ζῴων ἡμερώτατον εἶναι δελφῖνα : καὶ γὰρ πρὸς παῖδας ἐρωτικῶς ἔχειν
σαυτῷ διαλέξῃ : Πελάγιον δὲ τουτονὶ γνοὺς ἐγνωκὼς ἔσῃ τὸν ἡμερώτατον Σύροις . ἐπαινῶ δὲ ἐντεῦθεν αὐτόν , οὐχ ὡς
5049369 ἀψευδους
ἢ τὸν πλαστὸν καὶ φένακα τῦφον ἀντὶ τῆς ἀπλάστου καὶ ἀψευδοῦς ἀτυφίας ἐπαινεῖσθαί τε καὶ θαυμάζεσθαι ; παγκάλως δὲ προσδιέσταλται
πολυχρηματίαν ἢ ὅσα ὁμοιότροπα , νομίσαντα εἶναι ἀγαθά , τῆς ἀψευδοῦς τῶν ἀγαθῶν μερίδος οὐδενὶ φαύλῳ συνταττομένης : ἀκοινώνητον γὰρ
5046537 πονησαι
τὸ μεγαλόψυχον . πόνους ] κόπους . , ἄθλους . πονῆσαι ] κοπιᾶσαι , ἐνεργῆσαι . , τελέσαι . ἐνταῦθα
ᾖ , κἂν πρόσω ὄντα τυγχάνῃ . τὸ γὰρ σφόδρα πονῆσαι ἀκινδυνότερον ἢ πρὸς τοὺς κρείττους ἀγωνίζεσθαι . ἢν δέ
5045079 εὐφρανθη
καλεῖται τὸ δάσος . ἀΐουσα : ἀκούουσα . Ἰάνθη : εὐφράνθη , ηὐφράνθη . ἔσσυται : γράφεται καὶ ἔδραμεν .
τοῦ Διός . εὐφράνθη τε ἰδὼν ἥρως θετὸν υἱόν : εὐφράνθη δὲ ὁ Λοκρὸς θεασάμενος τὸν παῖδα , ὃς ἦν
5045041 παρηγαγε
τὸ πρόσω ὀξέως ἐκίνησε καὶ ἐπὶ τὰ κέρατα ἄλλοτε ἄλλῃ παρήγαγε . καὶ οὕτω πολλὰς τάξεις τάξας τε καὶ μετακοσμήσας
λεπτῶν καὶ μεμεριμνημένων . οὐ γὰρ ἐν ὑποκορισμῷ εἴρηκεν . παρήγαγε δὲ ἀπὸ τοῦ πληθυντικοῦ τοῦ οἱ νοῖ τὸ νοΐδιον
5044734 σκηπτρωι
' γὼ μολπὰν οὐ τὰν αὐτὰν † οἵαν ποτὲ δὴ σκήπτρωι Πριάμου διερειδομένου ποδὸς ἀρχεχόρου πλαγαῖς Φρυγίους εὐκόμποις ἐξῆρχον θεούς
καὶ [ – ˘ ˘ – παλικὴν ? ] ? σκήπτρωι ? [ ⋮ ˘ ˘ – ˘ ˘ –
5044086 ἐλθετεον
' ἡμέρας ὅσον δέκα ἐπὶ τὴν διὰ τοῦ γάλακτος κάθαρσιν ἐλθετέον , ἥτις οὐ κενοῖ μόνον , ἀλλὰ καὶ ἐπικίρνησι
ἢ περιπάτῳ γοῦν ἢ αἰώρᾳ προδιασαλεῦσαι τὸ σωμάτιον , οὕτως ἐλθετέον ἐπὶ τὴν χρῆσιν , μήτε πρωϊαίτερον , εἰ οἷόν
5041184 Ἐφορωι
καὶ λογογράφων . ὁ δ ' ἵνα μὴ δόξηι κατακολουθεῖν Ἐφόρωι . . . . . . , : ,
λογογράφων . ὁ δ ' ἵνα μὴ δόξηι ταὐτὰ λέγειν Ἐφόρωι , πρὸς τῶι κατεψεῦσθαι ἐκείνου καὶ τῶν λοιπῶν †
5038967 βαθυκολπων
ὁ Ἀπίων καλῶν . τὸ αὐτὸ σημαίνει καὶ βαθυζώνων καὶ βαθυκόλπων : φαίνεται γὰρ ἐκ τῶν τοιούτων ἐπιθέτων ἅμα μὲν
ἐπὶ δὲ Ἀχιλλέως ἐν τῇ Υ οὐκέτι . . Τρωιάδων βαθυκόλπων : ἡ διπλῆ πρὸς τοὺς γράφοντας ἔσπετε νῦν μοι
5036436 Δημεαν
τῷ τεθνεῶτι σκευοποιοῦντες . σκευοποιήματα δὲ Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Δημέαν καὶ σκευασίαν δὲ Ὑπερείδης καὶ σκευάσαι , καὶ συσκευασάμενοι
τὰς τιμωρίας τεταγμένοις αὐτόν τε τὸν Δημάδην καὶ τὸν υἱὸν Δημέαν συμπρεσβεύοντα τῷ πατρί . οὗτοι μὲν οὖν ἀπαχθέντες εἴς
5034050 Θεσσαλον
πολλὴν ταραχὴν ἐκίνουν πρὸς ἑαυτοὺς ὡρμηκότες : ἐνθυμηθείς : τὸ Θεσσαλὸν εἰσήγαγεν σόφισμ ' ὁμιλίᾳ χθονός : παροιμία τὸ Θεσσαλὸν
/ γείνατο φέρτατον υἱόν : ὁ δ ' αὖ τέκε Θεσσαλὸν Αἵμων , / τοῦ δ ' ἄπο Θεσσαλίην λαοὶ
5031921 ὀλιγωριας
ᾧ πολιὰ προσήκουσα καὶ γῆρας ἀρετὴν μαρτυρεῖ , δι ' ὀλιγωρίας παραπέμπετε , πᾶς δὲ ὁ σοφὸς ἔρως ἐπὶ τὸ
περὶ τὴν γεωργίαν ἐπιμέλειαν πεποιημένους , ἀλλὰ μεγάληι τινὶ κεχρημένους ὀλιγωρίας ὑπερβολῆι , ὀργισθείς τε καὶ ἀγανακτήσας οὕτως , ὡς
5029455 δουλοπρεπες
ζῆν δυνατόν φησι . τὸ γὰρ πρὸς ἄλλον δούλου καὶ δουλοπρεπές , ὡς ἐν Πολιτείαις δέδεικται . τοῦτο δὲ εἰπὼν
φρόνιμον , τὴν δὲ πανουργίαν καὶ τὴν ἀπάτην ἀνόητον καὶ δουλοπρεπές , ὁρῶν ὅτι καὶ τῶν θηρίων τὰ δειλότατα καὶ
5029063 τεθεαται
ἐλιπάρει τὸν ζωγρήσαντα : ὡς δὲ δακρύοντα οὗτος τὸν ἄνδρα τεθέαται , τὴν ἐσθῆτα ἀποδυσάμενος καὶ γυμνὸν ὑπὸ τὴν λόχμην
, ὠφέλημα : κερδαίνεις γὰρ οὐδὲν ταῦτα λέγων ὦπται ] τεθέαται πάλαι ] ἐξ ἀρχῆς τάδε ] ὅτι οὐδὲν ὠφελοῦμαι
5025956 Μεμνημαι
ἀναγκαῖα λέγειν διανοῇ , γυμνάσια καὶ διαπονήσεις τῶν σωμάτων . Μέμνημαι γάρ , ὦ γενναῖε , τῶν ἀπ ' ἀρχῆς
εἰς ἓν ἔθνος ἀποβλέποντες ἐν αὐτῇ τοῦτο εὔδαιμον πλάττοιμεν ; Μέμνημαι , ἔφη . Τί οὖν ; νῦν ἡμῖν ὁ
5025533 κραδιης
Βλέπε , Παλλάς , Ἀφροδίτης τὸ ῥόδον τὸ μικρὸν ἄνθος κραδίης τεῆς κρατῆσαν δροσερὸν βέλος κομίζον . Κραδίην θεῶν ἰαίνει
Πραξιτέλης ὃν ἔπασχε διηκρίβωσεν Ἔρωτα , ἐξ ἰδίης ἕλκων ἀρχέτυπον κραδίης , Φρύνῃ μισθὸν ἐμεῖο διδοὺς ἐμέ . φίλτρα δὲ
5022262 Κερκιδας
Θευδᾶς περισπᾶται , ὡς Μητρᾶς Ζηνᾶς Πυθᾶς : τὸ δὲ Κερκιδᾶς ἀπὸ συναλοιφῆς . Τὰ εἰς ΑΣ ἐκτεταμένον ἔχοντα τὸ
: οἱ δὲ τὸ πνεῦμα συγκρατήσαντα , ὧν ἐστι καὶ Κερκιδᾶς ὁ Μεγαλοπολίτης [ ἢ Κρής ] , λέγων ἐν
5021916 ἀκελευστος
ἄταισιν ] ἤγουν πολέμοις . δαῖτ ' ] εὐωχίαν . ἀκέλευστος ] μὴ ὑπ ' ἐκείνων εἰς τοῦτο προτραπείς .
ἐμπέδως δεῖμα προστατήριον καρδίας τερασκόπου πωτᾶται , μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων
5019846 ΒΝΞ
ἡ ΞΝ , εὐθεῖα ἔσται γ ιβ , ἡ δὲ ΒΝΞ ὅλη τοιούτων γ λε , οἵων ἐστὶν ἡ ΔΒ
περιφέρεια τοιούτων ἐστὶν ζ μβ , οἵων ὁ περὶ τὸ ΒΝΞ ὀρθογώνιον κύκλος τξ , αὐτὴ δὲ ἡ ΒΞ εὐθεῖα
5018544 μαιων
ἀναγκαῖον , τὰς κυούσας καὶ μὴ γιγνώσκεσθαι μᾶλλον ὑπὸ τῶν μαιῶν ἢ τῶν ἄλλων ; Πάνυ γε . Καὶ μὴν
- ? [ ὑπὸ ] ? ? τῶν ? ? μαιῶν ; Εἰσί ? [ τινες ] αἳ μὴ κυοῦσι
5017394 Ὀρεστειας
δ ' ὅτι τὸ ἔαρ προσημαίνει . Στησίχορος ἐν δευτέρῳ Ὀρεστείας τὸν Παλαμήδην φησὶν εὑρηκέναι , Μνασέας δὲ Ἑρμῆν ,
αὐτό φησι καὶ Δεινίας ὁ Ἀργολικὸς ἐν β τῆς ἐπιγραφομένης Ὀρεστείας . . . . , : Ὅτι δὲ τοὺς
5016656 Παραδειγματος
ἄλλων ἐκείνης μετέχῃ ; Οὕτως , ἔφη : ἀγαπήσομεν . Παραδείγματος ἄρα ἕνεκα , ἦν δ ' ἐγώ , ἐζητοῦμεν
περὶ τῆς ἐπιστήμης πάθος ἐν ἡμῖν . Τί δή ; Παραδείγματος , ὦ μακάριε , αὖ μοι καὶ τὸ παράδειγμα
5012967 αὐταυτα
, λέγω δὴ τὰ σώματος ἀγαθά , αὐτὰ δι ' αὔταυτα αἱρεόμεθα , κρέσσον δὲ ψυχὰ σώματος , φανερὸν ὅτι
καὶ ἀπελάσαντα τὰ συγγενέα ἱδρύεται κακοῦντα τὰ σώματα καὶ ἐς αὔταυτα ἀναλύοντα . καὶ σώματος μὲν πάθεα τάδε τε καὶ
5011460 τερατολογειν
εἰς τὴν περιέχουσαν ἅμμον . ἐπιχειροῦσι δέ τινες τῶν Αἰγυπτίων τερατολογεῖν ὑπὲρ τούτων , λέγοντες ὡς ἐξ ἁλῶν καὶ νίτρου
ἀπίθανα λέγειν πράγματα . τερατείαν : τερατολογίαν , παραδοξολογίαν . τερατολογεῖν δέ ἐστι τὸ ἀπίθανα διηγεῖσθαι ἔξω τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων
5009701 ποσθης
, καὶ τὰ ἐκφυόμενα τῆς βαλάνου χαλεπώτερα τῶν ἐκ τῆς πόσθης , καὶ τὰ ἐν τῇ ἕδρᾳ τὰ βαθύτερα τῶν
καὶ περισκυθισμῷ , ἐπὶ τῶν κατὰ τοῦ βρέγματος καὶ ἐπὶ πόσθης μελανθείσης . ἐκκοπῇ δὲ ἐπί τε τῶν κώλων μελαινομένων
5008815 ἀθεον
καὶ συνεσφίγχθαι ὀρθὸν καὶ βίον καὶ λόγον ἐργαζομένου . τὸν ἄθεον οὖν καὶ ἀσεβῆ Κάιν δεόντως καταρᾶται , ὅτι τοὺς
. Ἀπέρχονται οὖν , φησὶ , τουτέστι φεύγουσιν ἐπὶ τὸ ἄθεον καὶ σκοτεινόν , φυγὰς θεόθεν καὶ ἀλήτης . Τὸ
5008628 εὐτραπελον
οἷον τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν ἀκροατῶν χωρίς τινος ὕβρεως : εὐτράπελον δὲ τὸ μετὰ σεμνότητος χαριέντως λεγόμενον : γεφυρισμὸς δὲ
ἀνασεσυρμένην καλοῦσι δὲ τὸν μὲν σκωπτικὸν ἐπίχαριν , τὸν δὲ εὐτράπελον ἐπιδέξιον , τὸν δ ' ἀνασεσυρμένον ἄπλαστον καὶ ἁπλοῦν
5008556 ἐπιτηδευσεως
τοὺς λεηλατήσοντας . ἔπαυσαν δ ' αὐτοὺς Ῥωμαῖοι τῆς τοιαύτης ἐπιτηδεύσεως . ἀνὰ μέσον δὲ τούτων τῶν πόλεων ἐστὶ τὸ
παιδίῳ καὶ πρεσβύτῃ καὶ ἰδιώτῃ . Τὰ δ ' ἐξ ἐπιτηδεύσεως λουτρὰ θερμαίνοντα μὲν παρασκευάζομεν , ἢ ψῦξιν παῦσαι βουλόμενοι
5004183 πλουτουντων
παίζων τοῦτό φησιν , ὡς τῶν πλειόνων Ἀθηναίων ἐξ ἀδικίας πλουτούντων . ἠδικηκόσιν : διαβάλλει τοὺς Ἀθηναίους ὡς τὰ πράγματα
δ ' ὅτι ἐγὼ ἀληθῆ λέγω : τῶν μὲν γὰρ πλουτούντων οὐδεὶς ἀναγκάζεται ὑφ ' ἡδονῆς ἀγρυπνεῖν , τῶν δὲ
4999757 συνοφρυς
εἰς ΥΣ πάντα σύνθετα συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ Υ προπαροξύνεται : σύνοφρυς λεύκοφρυς κάλλιχθυς δίβραχυς . Τὰ εἰς ΥΣ θηλυκὰ ἐκτείνοντα
λιγυρῶς ἀνεβάλλετ ' ἀείδεν : κἤμ ' ἐκ τῶ ἄντρω σύνοφρυς κόρα ἐχθὲς ἰδοῖσα τὰς δαμάλας παρελᾶντα καλὸν καλὸν ἦμεν
4999275 Ἀλυβης
: Αὐτὰρ Ἁλιζώνων Ὀδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον , τηλόθεν ἐξ Ἀλύβης , ὅθεν ἀργύρου ἐστὶ γενεθλή . Ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα
ὁ γὰρ Ὅμηρος τὴν Ἀλύβην γενέθλην τοῦ ἀργύρου ὠνόμασεν . Ἀλύβης παγέντα βώλοις : ἀργύρῳ φησίν . Ὅμηρος : τηλόθεν
4998821 Ἐριουνιον
δῆτ ' ἐκεῖνον : Τὸν δόλιον δηλονότι , ἀλλὰ τὸν Ἐριούνιον . 〛 πρὸς τὴν ἐκδοχὴν τοῦ Ἐριουνίου , ὅτι
ἐναργῶς τὸ νοούμενον , διὰ τοῦτο εἶπεν αὐτὸν ἀργειφόντην . Ἐριούνιον καὶ σῶκον , ἔτι δ ' ἀκάκητα λόγων ἐμφρόνων
4993520 νυμφευτριας
πόλεμον ἐξέρχοιτο . Γ ἀστειευόμενος ἐκφέρει ὅπερ ἤκουσε παρὰ τῆς νυμφευτρίας . τοῦτο δὲ παρεπιγραφὴ καλεῖται . κωφὸν γὰρ εἰσάγει
ἐξέρχοιτο εἰς πόλεμον . κωφὸν δὲ εἰσάγεται τὸ πρόσωπον τῆς νυμφευτρίας . Γ ] τοῦτό φησιν ὡς ἀκούσας πρὸς τὸ
4986453 Πρωτογενης
Πεισίου καὶ Δῆμος ἔργον Λύσωνος . τοὺς δὲ θεσμοθέτας ἔγραψε Πρωτογένης Καύνιος , Ὀλβιάδης δὲ Κάλλιππον , ὃς Ἀθηναίους ἐς
Λακεδαίμονα συμφοράς . . . . , , . : Πρωτογένης ὁ γραμματικὸς ὀνόματι καλέσας Πραξιτέλην τὸν περιηγητήν οὕτω δὴ

Back