. ἔχων τὴν ἀσπίδα ἔκειτο συντετριμμένην . Ἑλληνίς , οὐκ Ἰβηρίς . κανδύτανες τυφλὸν ὁ πλοῦτος καὶ τυφλοὺς τοὺς ἐμβλέποντας | ||
αὑτοῖς προσιέναι , οἵαν δίκην διδόασιν . Ἑλληνίς , οὐκ Ἰβηρίς : [ ] προσιὼν † πράττων [ ] ὑποφοβούμενος |
' οὐκ ἐλάττους τῶν δέκα μυριάδων σὺν τοῖς ἐν ταῖς ναυαγίαις ἀπολομένοις : χρημάτων δὲ ἐδαπανήθη τοσοῦτος ἀριθμὸς ὅσον εἰκός | ||
καὶ μάτην καλεῖς . ποντίῳ σάλῳ κάμνοντας ἐν χειμῶνι καὶ ναυαγίαις θάσσεις τάσδε τυμβήρεις ἕδρας βάυζε τοὐμὸν σῶμα βάλλουσα ψόγῳ |
οὐδὲ καθαρῶς ἐπιτελουμένων . καὶ μετ ' οὐ πολὺ νόσος ἐνέσκηψεν εἰς τὰς γυναῖκας ἡ καλουμένη λοιμική , καὶ θάνατος | ||
ἡ λοιμώδης νόσος παντὶ τῷ θέματι Θρᾴκης τε καὶ Μακεδονίας ἐνέσκηψεν ἀρξαμένη μὲν ἀπὸ Θετταλίας καὶ τῶν ταύτῃ προσχώρων οὐκ |
. κωμικὴ δὲ ἐσθὴς ἐξωμίς : ἔστι δὲ χιτὼν λευκὸς ἄσημος , κατὰ τὴν ἀριστερὰν πλευρὰν ῥαφὴν οὐκ ἔχων , | ||
ποι , ὁμολογῶ φονεὺς εἶναι . Ἡ δὲ νὺξ οὐκ ἄσημος : τοῖς γὰρ Διπολίοις ὁ ἀνὴρ ἀπέθανε . Περὶ |
Ὀλόφυξος Ἑλληνὶς , Ἄκανθος Ἑλληνὶς , Ἄλαπτα Ἑλληνὶς , Ἀρέθουσα Ἑλληνὶς , Βολβὴ λίμνη , Ἀπολλωνία Ἑλληνίς . Εἰσὶ δὲ | ||
, ἀλλ ' ὑπερτάτους Φρυγῶν . οὐ Τρῳὰς οὐδ ' Ἑλληνὶς οὐδὲ βάρβαρος γυνὴ τεκοῦσα κομπάσειεν ἄν ποτε . τὴν |
Αἴθιππος Προκάων τε Τυρηθ [ ] ἠδὲ λιπὼν [ ] Μοτύης τε θεῶν [ ] ἑζόμενο [ ! κονίῃσιν ] | ||
. . . : Μοτύη , πόλις Σικελίας , ἀπὸ Μοτύης γυναικὸς , μηνυσάσης Ἡρακλεῖ τοὺς ἐλάσαντας τοὺς αὐτοῦ βοῦς |
, μὰ τοὺς ἐν Μαραθῶνι προκινδυνεύσαντας καὶ τοὺς ἐν Σαλαμῖνι παραταξαμένους . Πότε ἐν τοῖς προβλήμασι ῥήτωρ μέρεσί τισι συνηγόρους | ||
τὴν χώραν , ὃ πάντες ᾤοντο , μεθ ' ἡμῶν παραταξαμένους ἐκεῖνον κωλύειν ἐποίησεν : ἀντὶ δὲ τοῦ ἐν τῇ |
μὲν οὐδέν , ἔργῳ δὲ τὸν ἔλεον αἰτήσας δεῖγμα ἐναργέστατον περινοστεῖ τῆς σῆς ἡμερότητος . ἢν οὖν προστεθῇ τούτῳ τὸ | ||
οἰκείου . ἐρομένου δέ τινος ὅ τι τὴν Ἑλλάδα πᾶσαν περινοστεῖ , ἀλλ ' οὐκ ἐν μιᾷ πόλει διαμένει , |
τοὺς ἀγροὺς κωλῦσαι τῆς ἐπιβουλῆς Λακεδαιμονίους βουλευόμενος , τῆς ἀτόπου προςηγορίας δικαίως ἄν τις ἀφέλοιτο τὸ πραχθέν : οὐ γὰρ | ||
Ἀπόλλων ὁ πατρῷος τῇ πόλει , ὁ διαφόρους τιμὰς καὶ προςηγορίας παρ ' Ἀθηναίων δεξάμενος , οὐχ οὕτω χαρίζεσθαι Δωριεῦσιν |
συνόντων , τῶν εἰς αὐτὸν ἰόντων ὄνειδος , ἀνδραποδώδης , εἰκαῖος , συρφετός , εὐωνότερος τῶν ἀποκεκηρυγμένων ὠνίων , τῶν | ||
ἡ πόλις . . . Βοῦς Κύπριος : κοπροφάγος , εἰκαῖος , ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ ἀτοπίαν τῶν Κυπρίων . |
ἐκ τῆς ἐννοίας σεμνότητος μετεσχηκὸς οὐ μὰ τοὺς ἐν Μαραθῶνι προκινδυνεύσαντας τῶν προγόνων καὶ τοὺς ἐμ Πλαταιαῖς παραταξαμένους . ἐνταῦθα | ||
ἥμαρτον ταῦτα συμβουλεύσας , οὔ , μὰ τοὺς ἐν Μαραθῶνι προκινδυνεύσαντας καὶ τὰ ἑξῆς . Λέξεις δὲ λαμπραί , αἵπερ |
δυσφθαρτότερα τῷ πιμελῆς ἀπηλλάχθαι . τάδε μὲν κυρίως καὶ συνήθως κλῄζεται ταρίχη , καίτοι συχνῶν καὶ πολυτελῶν ἰχθύων κατὰ τὰς | ||
Σοφοκλῆς δ ' ἐν Μυσοῖς „ Ἀσία μὲν ἡ σύμπασα κλῄζεται ” , ξένε , πόλις δὲ Μυσῶν Μυσία προσήγορος |
, νυνὶ στρατηγούς . ὦ πόλις , πόλις , ὡς εὐτυχὴς εἶ μᾶλλον ἢ καλῶς φρονεῖς . οἱ δὲ οἰνόπται | ||
Τιμόθεος στρατηγὸς ἦν Ἀθηναίων , πατὴρ Κόνωνος τοῦ στρατηγοῦ , εὐτυχὴς δὲ σφόδρα ἐξ ἀρχῆς γενόμενος , εἴπερ τις ἄλλος |
τέλειος ἦν τὰ ποιητικὰ καὶ μαντικὸς , ὥσπερ ἐκεῖνος οὐκ ἠγνόησε τὴν ὑμετέραν ἀρχὴν ἐσομένην , ἀλλὰ προεῖδε καὶ ἀνεφθέγξατο | ||
δυνάμει τὸ βούλεσθαι ἐκεῖνος ἂν ἀμφιβάλοι : ὃς ὠμότητα βάρβαρον ἠγνόησε καὶ ἀσπλαγχνίαν οὐδὲν ἧττον ὀθνείων περὶ τὰ φίλτατα διακειμένην |
ἡ Λητὼ ἐπέβη αὐτῆς διδύμους ἔχουσα παῖδας . : ἡ Μῆλος περὶ τὸ Κρητικὸν πέλαγος , ἀπό τινος ἀνδρὸς Μήλου | ||
μὲν τὴν πρόφασιν καὶ ἐπὶ Πλαταιὰς ἔλθῃς , ἀπόλωλέ σοι Μῆλος νῆσος γείτων , ἀπόλωλεν Αἴγινα νῆσος φίλη , ἀπόλωλεν |
φησί ” Μαραθῶνι καὶ τοὺς Σαλαμῖνι καὶ ἐπ ' Ἀρτεμισίῳ ναυμαχήσαντας καὶ τοὺς ἐν Πλαταιαῖς παραταξαμένους . “ οὐδαμοῦ ” | ||
ἐν Μαραθῶνι κινδυνεύσαντας ἢ ἐν Ἀρτεμισίῳ καὶ τοὺς ἐν Σαλαμῖνι ναυμαχήσαντας . ὅτι Ἀττικὴ λέξις τὸ παραφέρειν : Ἀριστοφάνης : |
ῥοώδει οὐκ ἐπιφέρων ἐκκρίσεις , τοὺς σφυγμοὺς μεγάλους διαφυλάττων , ἰσχναίνων βραδύτερον κατὰ τὸν χρόνον τὸ σῶμα . ρϞγʹ . | ||
τοὺς νεωτάτους ὑμῶν διαφθείρει τέμνων τε καὶ κάων , καὶ ἰσχναίνων καὶ πνίγων ἀπορεῖν ποιεῖ , πικρότατα πώματα διδοὺς καὶ |
τὰ ἔργα ἢ ἐπὶ λόγους τοιούτους , εἴ τις οὖν εὔπορος οὕτω γένηται καὶ τὴν αἰδῶ ἡ ἀναίδεια νικήσῃτοῦτο γὰρ | ||
λεία , ὁμαλή , ἄλιθος , ἱππόκροτος , ἱππόδρομος , εὔπορος . χωρία ἄφιππα , δύσιππα , ἄβατα , δύσβατα |
ἡ πόλις σύμμαχος Ἀθηναίων οὖσα κακῶς ἔπασχεν ὑπό τινων φυγάδων πορθουμένη . ὁ δ ' Ἀντίοχος ὢν τῇ φύσει πρόχειρος | ||
. ἐκκενουμένα ] ἐλαφρουμένη . ἐκκενουμένα ] ἐξαντλουμένη , τουτέστιν πορθουμένη . Ξ πόλις ] τῆς πληθύος τοῦ λαοῦ . |
οἱ μὲν λίμνην , οἱ δὲ ποταμόν . * ἡ Ἀρκαδική . Στύμφαλος γὰρ πόλις Ἀρκαδίας : τὸ δὲ εὐανθὴς | ||
Τέγεαν τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα : ἔστι δὲ ἡ Τέγεα πόλις Ἀρκαδική : ὁ Δόρυκλος δὲ ἔφερεν , ἀντὶ τοῦ ἤρατο |
μεγίστη καιρία τε τῇ θέσει : χρῆται μόνη γὰρ τρισὶ θαλάτταις , ὡς λόγος , ἔχει δὲ λιμένας οὓς μὲν | ||
δὲ ἐξ ἠπείρων ἀμείβων καὶ τὰς Ἀθηναίων τριήρεις φυλαττόμενος πάσαις θαλάτταις ἐνεσπαρμένας κατέδυ πλέων ἐν ἀκατίωι μικρῶι . τὸ δὲ |
] παρεκίνησε . διήγησις . ἄγροικος κυρίως ὁ ἰδιώτης , ἀγροῖκος δὲ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ οἰκῶν . οἱ Ἀττικοὶ | ||
δώδεκα κυάθους , ἕως κατέσεισε φιλοτιμούμενος . Ἐγὼ δ ' ἀγροῖκος , ἐργάτης , σκυθρός , πικρός , φειδωλός . |
εἰρῆσθαι νομίσατε : περιῄει γὰρ ἕωθεν ὁ ἄθλιος ἐστεφανωμένος , κραιπαλῶν , διὰ τῆς ἀγορᾶς μέσης καταυλούμενος , οὐδέποτε νήφων | ||
βαρεῖται ὑπὸ τοῦ φαρμάκου ὁ πιὼν αὐτό , ὡς ἀνὴρ κραιπαλῶν δέρκεται ] δέρκομαι ποιητικὸν ῥῆμα : ὁρᾷ , βλέπει |
μόνη ἐφύλαξεν τὸ ω : οἷον , βοῶν βοῶντος : ἀγαπῶν ἀγαπῶντος : ἡ πρώτη γὰρ καὶ ἡ τρίτη οὐκ | ||
προσηνές . καὶ τὸ ἀβίαστον . ἀγαπήνωρ βʹ : ὁ ἀγαπῶν τὴν ἀνδρείαν . καὶ ὄνομα κύριον . ἀγάσασθαι γʹ |
πρῶτος ἀναρριχώμενος ἐν μέσαις νυξὶν εἰς μέσα πύργου τινὸς διαδὺς ἔλαθε , τῷ δὲ εἵπετο δεύτερος , καὶ τρίτος ἐκείνῳ | ||
γάρ τις τὸ δόρυ ἐπὶ τὸν πλησίον ὡς ἐσφαιρωμένον , ἔλαθε δ ' αὐτὸν λελογχωμένον : καὶ ἔβαλε μέν τις |
εἰπόντος Εὐριπίδου ὁ δ ' ὄλβος οὐ βέβαιος ἀλλ ' ἐφήμερος καὶ ὅτι μικρὰ τὰ σφάλλοντα , καὶ μί ' | ||
ἀπολλύς , σπαθῶν τὴν οὐσίαν , κατακυβεύων , καταπορνοκοπῶν , ἐφήμερος τῷ βίῳ . ἐπιρρήματα δ ' ἀφειδῶς , ἀταμιεύτως |
ἢ ῥοιᾶς φλοιὸς ἢ αὐτὸς ὁ χυλὸς τοῦ ῥοῦ τοσοῦτος διειμένος τῷ οἴνῳ , ὡς πόριμον τὸ κλύσμα διὰ τοῦ | ||
ἐλαίῳ , ἁλὸς ἄνθος συγκιρνώμενον ἐλαίῳ , ὀπὸς Κυρηναϊκὸς ὕδατι διειμένος εἰς ἀνάτριψιν τοῦ σώματος παραλαμβανόμενος καὶ πινόμενος ὅσον ἐρεβίνθου |
δὲ ὁ Συρακούσιος , συγγραφεὺς πάνυ ἀρχαῖος , ἐν Ἰταλίας οἰκισμῷ τοὺς παλαιοτάτους οἰκήτορας διεξιὼν , ὡς ἕκαστοί τι μέρος | ||
τὴν γῆν ἐκείνην οἱ πρῶτοι ἐκ Κύμης σταλέντες καὶ ἐπὶ οἰκισμῷ ἐξέβησαν , αὐτίκα τὴν μὲν Ἑλλάδα γλῶσ - σαν |
διαμνημονεύουσιν ἐπὶ τῇ Σαλαμῖνι καὶ τοῖς Μηδικοῖς : “ ὦ Μαραθὼν καὶ Σαλαμίν , νῦν σεσίγησθε . οἵαν σάλπιγγα τῶν | ||
, μὴ ὅτι μαχέσασθαι . . οὓς πρόσθε Μαραθὼν ] Μαραθὼν ὄρος ὅπου πολλοὶ τῶν βαρβάρων ἀπώλοντο , οὓς ὁ |
[ ] καὶ φθάσαι πρῶτος ? [ φράσας . ὁ Κλεαίνετος γάρ , οὗ τὸ μειράκιον [ τὸ σὸν ἐργάζεται | ||
κατέλιπεν , ἀλλ ' οὐκ ἀπεπνίγη καταφαγών : μάλιστα δὲ Κλεαίνετος μὲν οὐκ ἐδήδοκ ' οἶδ ' ὅτι ὁ τραγικὸς |
Κράτωνι τούτῳ . καὶ νὴ Δία γε ἡ Δαμασίου μήτηρ κωκύουσα ἐξάρχει τοῦ θρήνου σὺν γυναιξὶν ἐπὶ τῷ Δαμασίᾳ : | ||
σιέλῳ χρίσασα τοὺς ὀφθαλμοὺς ὡς δακρύσασα ἐπ ' ἐμοί , κωκύουσα καὶ τοὔνομα ἐπικαλουμένη ἀπηλλάττετο . ὧν εἰ λαβοίμην Παῦσαι |
τοῦ τρόπου . ΓΘ ἄγροικος : ἄγριος καὶ σκληρὸς καὶ ἀνήμερος καὶ τραχύς : ἢ ἀφελής . ἀκράχολος δέ , | ||
φθείρεται ? [ ] διὰ τὴν συνοῦσαν [ Ι ] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε |
Ἑρμοῦ καλεῖν οἰκίαν τοὺς Πυθοπολίτας οὐκ ὀρθῶς τὴν δευτέραν συλλαβὴν περισπῶντας καὶ τὴν δόξαν ἐπὶ θεὸν ἀπὸ ἥρωος μετατιθέντας . | ||
κατ ' ἀρχὴν τὸ ὡς , ἐν δὲ μέσῃ φράσει περισπῶντας , ἀλλ ' οὐδ ' ὧς ἑτάρους ἐρρύσατο . |
εὐδαιμονούσας τηλικούτους ἔσχε σεισμοὺς ὥστε καὶ τὰς πόλεις καὶ τοὺς ἐνοικοῦντας ἅπαντας ἀφανισθῆναι , καθόλου δὲ τὴν χώραν ἀλλοιωθῆναι καὶ | ||
αὐτὴν συμπεριστρέφεσθαι τῶι παντί φασιν , ἀναισθήτως δὲ ἡμᾶς τοὺς ἐνοικοῦντας ἔχειν διὰ τὸ ἐν μικρῶι μορίωι τῆς γῆς κατοικεῖν |
ἄνευ νόσου γενήσεται : πυρέξας γάρ τις ἐπὶ τρισὶν ἡμέραις κοιμώμενος διετέλεσε , τά τε βρέφη καὶ ὅσοι τὴν δίαιταν | ||
εἰς Δῆλον ἐξορμήσας πανηγυρικῶς μᾶλλον ἢ στρατιωτικῶς ἀναστρεφόμενος καὶ ἀφυλάκτως κοιμώμενος , Ὀροβίου τοῦ Ῥωμαίων στρατηγοῦ ἐπιθεμένου ἐν ἀσελήνῳ νυκτὶ |
τε ἐν τῇ Λακεδαιμονίων Πολιτείᾳ : κλίνη Μιλησιουργὴς καὶ δίφρος Μιλησιουργής , κλίνη Χιουργὴς καὶ τράπεζα Ῥηνιοεργής . Ἡρόδοτός τε | ||
τε ἐν τῆι Λακεδαιμονίων Πολιτείαι : κλίνη Μιλησιουργὴς καὶ δίφρος Μιλησιουργής , κλίνη Χιουργὴς καὶ τράπεζα Ῥηνειοεργής . . Λυκιουργεῖς |
δὲ ποιηταῖς θηλυκῶς . ἐκδεκτέον οὖν καὶ τὸ παρὰ Ἐρατοσθένει βαθὺς αὐλῶν θηλυκῶς εἰρῆσθαι , ὡς θῆλυς ἐέρσα . πᾶν | ||
πολιῆς ἁλὸς ἄσπετον ὕδωρ . κολπώθη δ ' ὤμοισι πέπλος βαθὺς Εὐρωπείης ἱστίον οἷά τε νηὸς ἐλαφρίζεσκε δὲ κούρην . |
τῆς γεωργίας , οὗτοι μᾶλλον εὐδαίμονες . εἰ δέ τις ἄξενος Σκυθῶν καὶ ἀνήμερος βίον ἀλήτην γεωργίας προὐτίμησεν , ἐν | ||
' αἱ θαλάσσης : ὁ Σκείρων ἦν ἐν Μεγάροις τύραννος ἄξενος , ὃν τῇ χελώνῃ ἔρριψεν ὁ Θησεύς . Σκειρωνίδες |
μύρον εἶχον : ἀλλὰ νῦν . καὶ βάψομαι , καὶ παρατιλοῦμαι νὴ Δία καὶ γενήσομαι Κτήσιππος , οὐκ ἄνθρωπος ἐν | ||
οὐδὲ μύρον εἶχον , ἀλλὰ νῦν : καὶ βάψομαι καὶ παρατιλοῦμαι νὴ Δία καὶ γενήσομαι Κτήσιππος , οὐκ ἄνθρωπος , |
γὰρ οὗτοι . τοῦτο δὲ πρὸς τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅτι ἐπιφανὴς ὢν ἐφθονήθη . ἢ οὕτως : ἔχει γὰρ ἡ | ||
Μηφύλης Ὀρουΐνιον , εἰ καί τις ἄλλη τῶν αὐτόθι πόλεων ἐπιφανὴς καὶ μεγάλη : δῆλοι γάρ εἰσιν αὐτῆς οἵ τε |
ἦγεν ἐπ ' αὐτοὺς ναῦς ὁπλιτῶν πεπληρωμένας : βορρᾶς δὲ ἀντιπνεύσας τὰ σκάφη συνέτριψε , καὶ τὴν δύναμιν αὐτοῦ τὴν | ||
μὲν αἰσχύνην φέρει , ἡσσημένῳ δὲ δόξα νικητήριος τοῖς εὐπλοοῦσιν ἀντιπνεύσας ' ἡ τύχη ἅπαντα συγχεῖ , κᾆτα ναυαγεῖν ποιεῖ |
εἶναι , πάντα τὸν ἄλλον περίβολον ἀσφαλὴς ἐπιεικῶς οὖσα καὶ δυσπρόσιτος . ἔμελλε δ ' , ὃ πάσαις φιλεῖ συμβαίνειν | ||
ἀθρόως , εἴθιζεν δὲ καὶ ἐς αἰδῶ καὶ φόβον , δυσπρόσιτος ὢν καὶ δυσχερὴς ἐς τὰς χάριτας , καὶ μάλιστα |
ἱερὰ τελεῖται , ταῦτ ' ἐν ἀνδράσιν μὲν οὐχ ὅσια καθέστηκ ' , ἐν γυναιξὶ δ ' αὔξεται ἅπαντα . | ||
. Ταυτὶ καὶ τολμᾷς σὺ λέγειν ῥοδοδάκτυλος οὖσα ; Ποιμὴν καθέστηκ ' αἰπόλος καὶ βουκόλος . Χαῖρε χρυσόκερω βαβάκτα κήλων |
, ἧκε δ ' ἀγγέλλων τις ὡς τοὺς πρυτάνεις ὡς Ἐλάτεια κατείληπται . καὶ μετὰ ταῦθ ' οἱ μὲν εὐθὺς | ||
ὀλυμπιάδος ὃν καί φησι πρῶτον ὠνομάσθαι τύραννον . . . Ἐλάτεια : Δημοσθένης ὑπὲρ Κτησιφῶντος . πόλις δὲ ἦν μεγίστη |
μέγας , ἐπὶ δὲ αὐτῷ ναὸς ἀρχαῖος καὶ Ἀφροδίτης ξόανον ὡπλισμένης . ναῶν δὲ ὧν οἶδα μόνῳ τούτῳ καὶ ὑπερῷον | ||
. Τηλέφῳ δὲ Ἡρακλείδῃ τε ὄντι καὶ ἄλλως γενναίῳ καὶ ὡπλισμένης γῆς ἄρχοντι οὐκ ἀνεκτὰ ταῦτα ἐφαίνετο , ὅθεν πολλὴν |
ἀλλὰ καὶ ἄλλοις ἱκανὸς ὢν ἡγεῖ - σθαι , καταλείπεται ἔρημος θεοῦ , καταλειφθεὶς δὲ καὶ ἔτι ἄλλους τοιούτους προσλαβὼν | ||
ἐκαλεῖτο , Σινωπέων καὶ αὕτη ἄποικος , καθ ' ἣν ἔρημος κειμένη παρήκει νῆσος Ἄρεως λεγομένη . Ἀπὸ οὖν Φαρνακίας |
γοῦν ἐκείνων τοὺς πονηροὺς ἀλιτηρίους ἐκάλουν . καὶ ἄλλως : ἀλιτήριος λέγεται , ὅτι λιμὸς ἐγένετο ἐν Ἀθήναις καὶ οἱ | ||
νικήσῃ καθ ' ἡμῶν ὁ τῆς ἀληθείας ἐχθρός , ὁ ἀλιτήριος δαίμων : μὴ δὴ τοσοῦτον δυνηθείη ἡ ἡμετέρα κακία |
τοῖς πολίταις καὶ τοῖς νόμοις , εἰ μέν τι μέγα ὤνησε τοὺς Ἀθηναίους , οὐκ ἔχω εἰπεῖν : τὴν δὲ | ||
Δία ἐπὶ ταῖς γραφαῖς καὶ τοῖς ἀνδριᾶσιν , ὧν οὐδὲν ὤνησε τοὺς πρότερον ἔχοντας , ἀλλὰ παρ ' ὧν ἐκεῖνα |
ἔσθ ' ἑκούσης τῆς ἐμῆς ψυχῆς ἄτερ , προγόνων παλαιὰ θέσμι ' ὅστις ἐκβαλεῖ : οὐδ ' ἀντ ' ἐλάας | ||
τοὺς τότ ' οὐκ ἄρχειν ἔτι , ἢ καινὰ κεῖσθαι θέσμι ' ἀνθρώποις τὰ νῦν : ἐπεὶ σύνοισθά γ ' |
ἵππους : ἡ διπλῆ , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει κρατερωνύχεσι . βίαιος δ ' ἡ συναλοιφή . τὸ δὲ ἑξῆς ἐστίν | ||
ἐστιν , ἀντίθεσις , μετάληψις , πρός τι , ὅρος βίαιος , ἡ θέσις , ἑτέρα μετάληψις , ἀντίληψις , |
. Κρόκος κράτιστός ἐστιν ὁ Κωρύκιος , πρόσφατος δὲ καὶ εὔχρους , ὀλίγον τὸ λευκὸν ἔχων ἐπὶ τῆς ἕλικος , | ||
ἡ εὔνους , ὁ εὔπλους καὶ ἡ εὔπλους , ὁ εὔχρους καὶ ἡ εὔχρους : νυνὶ δὲ τὸ θηλυκὸν λέγομεν |
αἰὲν ἄμορφος ὑπέστρωται καὶ ἀειδής , ἀμφικνεφὴς ῥυπόων εἰδωλοχαρὴς ἀνόητος κρημνώδης σκολιὸς πηρὸν βάθος αἰὲν ἑλίσσων , αἰεὶ νυμφεύων ἀφανὲς | ||
ἧς ἄνθρωπος οὐκ ἐδύνατο ὁδεῦσαι : ἦν δὲ ὁ τόπος κρημνώδης καὶ ἀπερρηγὼς ἀπὸ τῶν ὑδάτων . διαβὰς οὖν τὸν |
ἐκείνων μὲν πταιστὸν τὸ καθόλου καὶ ποτὲ ἄλλως ἔχον ἤπερ κατείληπται , ἐπὶ δὲ τούτων ἀεὶ τὸ αὐτό . ὥστε | ||
ἧκε δ ' ἀγγέλλων τις ὡς τοὺς πρυτάνεις ὡς Ἐλάτεια κατείληπται . καὶ τοῖς φιλοσόφοις δὲ ἐπιμελὲς ἦν συνάγουσι τοὺς |
ἐνόμισεν ἀληθινὸν εἶναι . διὸ καὶ πολλῷ τῷ ῥοίζῳ ἐνεχθεῖσα ἔλαθεν ἑαυτὴν τῷ πίνακι ἐμπεσοῦσα , ὡς καὶ τῶν πτερῶν | ||
. προσελθὼν γὰρ νυκτὸς καὶ κλίμακα προσθεὶς μέχρι μὲν τούτου ἔλαθεν : τοῦ γὰρ κώδωνος παρενεχθέντος οὕτως ἐς τὸ διάκενον |
διὸ καὶ ἀντιδιασταλτικῶς λέγει , οὐδὲ μὴν οὐδὲ ὁ Ἕκτωρ εἴασε τοὺς Τρῶας εὕδειν . αὐτὰρ ὁ μοῦνος ἔην μετὰ | ||
γαμετὴ αὐτοῦ λαβοῦσα τὸ βιβλίον παρὰ τοῦ παιδὸς εἶτα οὐκ εἴασε διαναγνωσθῆναι τὸ πᾶν οὐκέτι , φήσασα πάνυ σφόδρα προσέχοντα |
. , : διὰ τί Μηδείας ἐμνημόνευσεν ; ὅτι ἡ Κόρινθος πατρῶιον αὐτῆς κτῆμα γέγονε τούτωι τῶι λόγωι : Ἀλωεὺς | ||
ἤγουν τὴν Ἀργὼ ἀγρεῦσαι θέλων . Αἶα πόλις Κολχίδος καὶ Κόρινθος ὁμοίως ὁμώνυμος τῇ ἐν Πελοποννήσῳ Κορίνθῳ . Αἶα πόλις |
Ξενοφῶντι εἴρηταιδιηκριβωμένος , εὐδίαιτος , μεγαλόφρων , φιλοφροσύνης γέμων , εὐάρμοστος , φιλοπροσήγορος , πανηγυρικὸς τὸ ἦθος , ἁβρόβιος ἁβροδίαιτοςτοὺς | ||
ἐπ ' αὐτῷ ᾄδουσι . τοιγαροῦν εἰ βούλει μουσικὸς καὶ εὐάρμοστος ὑπάρχειν ἀνήρ , ἡνίκ ' ἂν ἐν τοῖς πότοις |
ὅρον τῆς ἀνθρωπίνης εὐτυχίας καὶ θυγατριδοῦς μὲν τοῦ τοσούτου βασιλέως νομισθείς , τῆς δὲ παππῴας ἀρχῆς ὅσον οὐδέπω γεγονὼς ἐλπίσι | ||
ἐξέπεμπεν . ὧδε μὲν ὁ λῃστρικὸς πόλεμος , χαλεπώτατος ἔσεσθαι νομισθείς , ὀλιγήμερος ἐγένετο τῷ Πομπηίῳ : καὶ ναῦς ἔλαβε |
ἐμφερῆ μεγέθη . Εἰς δὲ τὴν ἐντὸς θάλατταν πλέουσιν ἀπὸ Λυγγὸς πόλις ἐστὶ Ζῆλις καὶ * Τίγα , εἶτα τῶν | ||
πνεύματα . Λύγγουρος δὲ λίθος ἐστὶν ἐκ τοῦ ὄρους τῆς Λυγγὸς ὀνομαζόμενος : οἱ δὲ λέγουσιν αὐτὸν αἰγείρου δάκρυ : |
ὄγκῳ : οἰδήματι * ἄρσενι : ἀντὶ τοῦ ἄρσενος * δολιχή : μακρά * πυγόνος : πήχεως πήχυος * πύξου | ||
δὲ θηλυτέρης μὲν ἐπιστρογγύλλεται ὄγκῳ , ἄρσενι δ ' αὖ δολιχή τε καὶ ἂμ πυγόνος βάθος ἴσχει , πύξου δὲ |
τρόπον τινὰ χερρόνησος γέγονεν : ὡς δ ' αὕτως καὶ Τύρος καὶ Κλαζομεναί . ἡμῶν δ ' ἐπιδημούντων ἐν Ἀλεξανδρείᾳ | ||
διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Κύρος : Τύρος : Σύρος : Σκύρος : φυρός : πυρός : |
συγγίνεται . εἶτα , συγγενομένου αὐτῇ μετὰ κεραυνῶν , μὴ ἐνεγκοῦσα ἡ Σεμέλη τοὺς κεραυνοὺς ἀπέθανεν . ὁ οὖν Ζεὺς | ||
? [ ] εἰλήφει . ἁρπαγέντος ? δὲ αὐτοῦ οὐκ ἐνεγκοῦσα τὴν συμφορὰν ἱκέτις ἐκκατ ? [ ! ! ! |
τὴν παροιμίαν κριὸς περὶ τὰ τροφεῖα διδοὺς Τάμασαν τὴν Τέμεσαν ἐκά - λεσε . * βοάγριον ἀσπίδα ἐκ δέρματος βοὸς | ||
] ⌈ οὕτως ἔλεγον [ οὕτω ] τοὺς φιλοσόφους ⌈ ἐκά - λουν . , ἐφευρεταί εἰσι λεπτῶν νοημάτων , |
ῥήτορας ” . ΓΘ καὶ Νικίαν ταράξω : φοβήσω . δυσώνυμος δὲ ὁ Νικίας . ἐμφαίνει δὲ ὅτι καὶ αὐτὸς | ||
ἂψ ἀπονοστήσειν προτὶ Ἴλιον ἠνεμόεσσαν : πρόσθεν γάρ μιν μοῖρα δυσώνυμος ἀμφεκάλυψεν ἔγχεϊ Ἰδομενῆος ἀγαυοῦ Δευκαλίδαο . εἴσατο γὰρ νηῶν |
αὐτῷ Καίσαρι στρατιωτικὸν μὲν οὐκ ἦν , οὐ γὰρ δορυφόροις ἠρέσκετο , ἡ δὲ τῆς ἡγεμονίας ὑπηρεσία μόνη καὶ αἱ | ||
πολέμου τὴν τελευτὴν οὐδετέρωι διήνυσται , μέρος δὲ ὧι ἑκάτερος ἠρέσκετο ὁ μὲν τῆς τε Ἀμφείας τὴν ἅλωσιν καὶ τὰ |
πάσης ἐπάρξασα τῆς Ἀσίας , ὡς ἅπαξ ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων κατεσκάφη , τὸν αἰῶνα ἀοίκητός ἐστι ; τοῦτο δὲ Μεσσήνην | ||
ὅτι μετὰ τὸν θάνατον τοῦ Κασσίου ἥ τ ' οἰκία κατεσκάφη , καὶ μέχρι τοῦδε ἀνεῖται ὁ τόπος αὐτῆς αἴθριος |
τὸ λαμβάνειν δωροδοκῆσαι λέγεται . πόλις δὲ Λέσβου τῆς νήσου Μιτυλήνη , φίλη μὲν Ἀθηναίοις καὶ σύμμαχος , ὕστερον δὲ | ||
ἡ Σάμος . . Λέσβος ] νῆσος : ἤγουν ἡ Μιτυλήνη . . Τήνῳ τε ] καὶ ἡ Ἄνδρος νῆσος |
ἀδυνάτου . Δατὸς ἀγαθῶν : ἐπὶ εὐδαιμονούντων : ἡ γὰρ Δατὸς πόλις ἦν ἐπὶ Θρᾴκης σφόδρα εὐδαίμων . δεδηλώκατον δὲ | ||
. Δασύποδα λαγὼν παραδραμεῖται χελώνη : ἐπὶ τοῦ ἀδυνάτου . Δατὸς ἀγαθῶν : ἐπὶ εὐδαιμονούντων : ἡ γὰρ Δατὸς πόλις |
δ ' ὑμῖν φωνὰς ἱείς : ἀντὶ τοῦ ἀφιείς , παρεχόμενος . Γ ] καὶ Λυδοὺς δρᾶμα καὶ Ψῆνας καὶ | ||
κυρήσας οὐκ ὁμοιώσομαι ὑμῖν , ἀλλ ' ἕτοιμός εἰμι βοηθέειν παρεχόμενος διηκοσίας τε τριήρεας καὶ δισμυρίους ὁπλίτας καὶ δισχιλίην ἵππον |
καὶ τὰ ὅμοια . τὸ δὲ Κρότων καὶ Κραννών καὶ Κολοφών πόλεών ἐστιν ὁμώνυμα . ὁ δὲ λόγος τῶν ὡς | ||
κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἰωνία ἡ δωδεκάπολις , ὧν πρώτη ἡ Κολοφών . τοὺς Ἴωνας λέγει τοὺς διανειμαμένους τὴν Ἀσίαν καὶ |
' αἷμα καὶ ἔγκατα πάντα λαφύσσει : ὣς τοὺς Ἀτρεΐδης ἔφεπε κρείων Ἀγαμέμνων αἰὲν ἀποκτείνων τὸν ὀπίστατον : οἳ δ | ||
ἐπιπέμπων ἐπὶ ταῖς γνησίαις αὐτῶν ἀρεταῖς . αἰών τ ' ἔφεπε μόρσιμος : ἐπηκολούθησε δὲ τὴν εὐδαιμονίαν ἄνωθεν ἐπιπέμπων ταῖς |
ἔστι γὰρ γαυριᾷ , ὡς καὶ Ὅμηρος : μηδ ' ἐπαγαλλόμενος πολέμῳ . ἀμφώδοντα : τὰ ἄνωθεν καὶ κάτωθεν ὀδόντας | ||
οὔτε τις εἰσπλεῖ ἀνὴρ μωρὸς παράσιτος , οὔτε λίχνος πόρνης ἐπαγαλλόμενος πυγῇσιν : ἀλλὰ θύμον καὶ σκόρδα φέρει καὶ σῦκα |
τῆς ἀναδιπλώσεως , ὡς Θῆβαι δέ , Θῆβαι , πόλις ἀστυγείτων , ἐκ μέσης τῆς Ἑλλάδος ἀνήρπασται : καὶ ἐκ | ||
σύνθετα τὴν τῶν ἁπλῶν φυλάττει κλίσιν , φιλοπλάτων φιλοπλάτωνος , ἀστυγείτων ἀστυγείτονος : καὶ τὸν τόνον δὲ φυλάττει ὁμοίως , |
δοκεῖ ; ἐγὼ μὲν γὰρ οὐκ οἴομαι τοῖς ἐκ τῆς εὐνομωτάτης πόλεως ἐπὶ τὰς ἔξω πόλεις ἀποστελλομένοις ἡγεμόσι ταῦτα προσήκειν | ||
ἐν ἑαυτῇ στασιάσῃ , τῶν μερῶν ἀντεπιτιθεμένων ἀλλήλοις , ἰσότητος εὐνομωτάτης πλεονεξίᾳ τοῦ ἀνίσου κρατηθείσης . ὑπ ' ἀμφοτέρων δὲ |
, μόνον δὲ ποιεῖ : ὃ γὰρ ἔχει τῷ ἐφεξῆς διδοῦσα ἀπροαιρέτως , τὴν δόσιν τῷ σωματικῷ καὶ ὑλικῷ ποίησιν | ||
σαυτὸν διαφθείρεις , αἴσθοιτο , μέγα ἂν στενάξαι τοσούτῳ κακῷ διδοῦσα ἀφορμήν . ἀλλ ' ὑπὲρ μὲν τούτων εἰ μὴ |
ἀλαλκομένη καὶ Ἀλαλκομενηΐς ἐν διπλασιασμῷ , ὡς ἀτηρός ἀταρτηρός , ἔτυμος ἐτήτυμος , ἀτάλλειν καὶ ἀτιτάλλειν . ἢ ἀπὸ Ἀλαλκομενέως | ||
. . . . ἀταρτηροῖς : παρὰ , ἀταρτηρός ὡς ἔτυμος ἐτήτυμος ' . . . . ἀταρπός : σημαίνει |
, οὕτω δὴ κρίνας ὁπότερος φιλέλλην μᾶλλον ἐδόκει εἶναι , στρατευσάμενος μετὰ τούτου τὸν μὲν μισέλληνα μάχῃ νικήσας χειροῦται , | ||
ἐπισκήπτει τελευτῶν Ἐργίνωι τῶι παιδὶ ἐκδικῆσαι τὸν θάνατον αὐτοῦ . στρατευσάμενος δὲ Ἐργῖνος ἐπὶ Θήβας , κτείνας οὐκ ὀλίγους ἐσπείσατο |
τοῦτο γεις ? [ ! ! ! ] ἢ ἄλλος διατρέφει ἢ αὐτὸς ὁ κταν ! ! τιωσεων ! ! | ||
' ὑπάρχον ἦν τι μικρὸν ἐνθαδὶ ἐν γειτόνων , οὗ διατρέφει νυνὶ κακῶς τὴν μητέρ ' , αὑτόν , πιστὸν |
τριακοστὴν Ὀλυμπιάδα παγκράτιον μὲν ἐτέθη , [ μήπω τεθὲν ] Λύγδαμις δὲ ἐνίκα Συρακούσιος . μέγας δὲ οὕτω τις ὁ | ||
Κραυξίδα παρέφθη , τοὺς δὲ ἐσελθόντας ἐπὶ τὸ παγκράτιον ὁ Λύγδαμις κατειργάσατο Συρακούσιος . τούτῳ πρὸς ταῖς λιθοτομίαις ἐστὶν ἐν |
τε γὰρ τοῦτο πρῶτον ἀπαιτεῖν ἐχρῆν , τί δὴ τοὺς Χάλυβας τίθησιν ἐντὸς τῆς χερρονήσου τοσοῦτον ἀφεστῶτας καὶ Σινώπης καὶ | ||
Χαλδαίους λεχθῆναι , πρότερον δ ' οὐκ ἐνῆν ἀντὶ Ἀλύβων Χάλυβας , καὶ ταῦτα τῶν ὀνομάτων μεταπτώσεις πολλὰς δεχομένων καὶ |
. . ὑπερβαλλόντως , ὑπερφυῶς , ὑπὲρ τὸ νενομισμένον . ᾐσχύνετο : Εὐλαβεῖτο . . ᾔτης ' : Ἐζήτησεν ἐμέ | ||
ἐγκαλοῦσαν ἃ ἐγὼ αἰσχύνομαι λέγειν , οὗτος δὲ ποιῶν οὐκ ᾐσχύνετο . Τῶν δ ' ἐπιτηδείων Μέλανα μὲν τὸν Αἰγύπτιον |
πόλεων ἀνὴρ ἐγένετο , μᾶλλον δὲ εἰ ἕνα ἄνδρα μόνον Θετταλία καὶ ἕνα ἄνδρα Ἀρκαδία ταὐτὰ φρονοῦντα ἔσχεν ἐμοὶ , | ||
ἐν δὲ τῷ θʹ Φι - λιππικῷ φησὶν ” ἀλλὰ Θετταλία πῶς ἔχει ; οὐχὶ τὰς πόλεις καὶ “ τὰς |
τριήρεις , ἐκπέμπονται δὲ οἱ στόλοι , τέμνεται γῆ , πολεμεῖται θάλαττα , Αἴγινα ἀνίσταται , Δεκέλεια τειχίζεται , Μῆλος | ||
διαφέρει Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς ; οὐδ ' ὅσον ἔφην : πολεμεῖται γὰρ τῶν ἐμῶν οὐδέν , οὐδὲ καθαρπάζεται , καθάπερ |
πέφυκεν ἔχειν πολλά . ὄλβιος εὐδαίμων καὶ μακάριος , οἷον ὁλόβιος , ὁ διὰ τοῦ ὅλου βίου μακαριστός . ὀλιγοδρανέων | ||
ὄλβιος δ ' ὁ τελείαν τὴν εὐδαιμονίαν ἔχων , οἷον ὁλόβιος : εὐτυχὴς δ ' ὁ ζῶν ἡδέως καὶ ἀλύπως |
Φλιοῦς ἣν αὐτὸς δείματο , λευκόλοφος . Ἀτραπὸν εἰς Ἀίδαο ἤνυσα , τὴν οὔπω τις ἐναντίον ἦλθεν ὁδίτης . Ἦ | ||
, καὶ νύξας ἐχάλαξα , καὶ οὐ φεύγοντος ἔτεινα . ἤνυσα δ ' ὦν τὸν ἄεθλον , ἀνείλκυσα χρύσεον ἰχθύν |
ἑτέρων ἀνδρῶν ἐγγυᾶσθαι . πρὸς δὲ τούτῳ καὶ τὸ γένος ἠκρίβωσε τῶν μελλουσῶν γαμεῖσθαι , προστάξας τῷ μὲν ἀρχιερεῖ μνᾶσθαι | ||
δι ' αὐτοῦ φιλοσοφία , παρῆκέ τε οὐδὲν καὶ ἕκαστα ἠκρίβωσε , μήτε ἐλλείπων πρὸς τὸ ἀναγκαῖον μήτε πρὸς τὸ |
φροντίδα . ὁ μὲν οὖν μεγαλόψυχος τοιοῦτος . ὁ δὲ ἐλλείπων μικρόψυχος , ὁ δὲ ὑπερβάλλων χαῦνος : οὐκ εἰσὶ | ||
τὸ μᾶλλον ἢ προσήκει χαίρειν ταῖς ἡδοναῖς , ὁ δὲ ἐλλείπων παρὰ τὸν ὀρθὸν ποιεῖ λόγον διὰ τὸ ἔλαττον ἢ |
πολύφωνος , ἡδύφωνος , χαλκόφωνος , βαρβαρόφωνος , βαρύφωνος , ὁμόφωνος , γυναικόφωνος ὡς Ἀριστοφάνης , καὶ στενόφωνον ὄργανόν τι | ||
δὲ ἡ δοτικὴ εἰς Η λήγει , τότε οὐκ ἔστιν ὁμόφωνος : λήγει γὰρ αὐτὴ εἰς Α : ἡ δὲ |
κώμη πλησίον τοῦ Ἀδραμυττίου , ὡς Στράβων . ἔστι καὶ πόλις Φοινίκης κατ ' Ἄραδον , ἐν ᾗ ἐτιμᾶτο ἡ | ||
δὲ τοῦ Καβακησός οἴεται Δίδυμος κατὰ συγκοπὴν τοῦ Καβασσός . πόλις δὲ αὕτη τοῦ Ὀθρυονέως , περὶ ἧς βιβλίον ὅλον |
χωρίον τῆς Λακωνικῆς , ἔνθα Κλέων στρατηγήσας τοὺς αἰχμαλώτους ἀπὸ Σφακτηρίας ἔλαβεν , οἳ ἀπὸ τοῦ τῆς αἰχμαλωσίας φόβου καὶ | ||
ἀνοίγειν νύκτωρ τὰς πύλας τῆς πόλεως : Κλέωνος ἐπανάγοντος ἐκ Σφακτηρίας , Νικίας οὐκ ἤνοιξε καὶ κρίνει αὐτὸν βλάβης : |
? ? μνῆμα καὶ εὐτυχέων ? [ ] ? ? μαρτυρίη καμάτων , Αἰῶνος ? στόμασιν ? [ ] ? | ||
δ ' οἰκείως ὁπότ ' ἂν κατὰ κύκλα φαανθῇ , μαρτυρίη δὲ Κρόνοιο κατ ' αἰθέρα τῷδε πελάζῃ , [ |
σωτηρίας τῆς πολιτείας ἐχομένοις συντελῶν καὶ ἔστιν ἀνήρ τε καὶ πολίτης ἀγαθὸς ὁ αὐτός : μοχθηρᾶς δὲ πολιτείας ὁ τὴν | ||
ὑφορᾶται τῶν ἀστειοτέρων τὰ σκώμματα πάντων ἀσχολουμένων τοῖς ὁρωμένοις . πολίτης γὰρ ξένον παραλαβὼν ὅ τι θέας ἄξιον ὑποδείκνυσι . |
εἰς τὴν Φωκίδα ] : ἔστι δὲ Κηφισσὸς ὅ τε Φωκικὸς καὶ ὁ Ἀθήνησι καὶ ὁ ἐν Σαλαμῖνι , τέταρτος | ||
καὶ λιπὼν τὴν τάξιν αὐτοὺς ἐνουθέτησεν , ἀλλ ' ὁ Φωκικὸς πόλεμος δεκέτης γεγονὼς ἀείμνηστον παιδείαν αὐτοὺς ἐπαίδευσε : τούτων |
εἰπὼν ὁ Ἐπιτίμαιος εἰπὼν γὰρ ὅτι Μνάσων ὁ Φωκεὺς πλείους ἐκέκτητο δούλους τῶν χιλίων : κἀν τῇ τρίτῃ δὲ τῶν | ||
κἀκεῖνα εἶχεν : πρῶτα μὲν ἡ γῆ πᾶσα , ὁπόσην ἐκέκτητο , ἐκπεφυ - τευμένη δένδρεσι καρπίμοις τε καὶ εὐσκίοις |
μοι , ἔφη , ὦ Σώκρατες , ἔστιν σοι Ζεὺς πατρῷος ; Καὶ ἐγὼ ὑποπτεύσας ἥξειν τὸν λόγον οἷπερ ἐτελεύτησεν | ||
ἀντίφρασιν : † ξένος πατρῷος : ἐν εἰρωνείᾳ εἶπε ξένος πατρῷος , ἤτοι ὁ πατρικός μου φίλος , κατὰ ἀντίφρασιν |
τὸν μὲν διὰ πασῶν τῷ ἐξαρχῆς , τοὺς δὲ ἴσον ἀπέχοντας τοῦ διὰ πασῶν τοῖς ἴσον ἀπέχουσιν ἐπὶ τὰ αὐτὰ | ||
εἰς τοῦτο ἐπειγώμεθα . ἐπίστευσαν οἱ στρατιῶται καὶ ἠκολούθησαν . ἀπέχοντας δὲ ἡμέρας ὁδὸν ἐκέλευσε κατὰ χώραν μένειν ἀναπαυομένους . |
ἀφίξεως , πάλιν ἐκεῖθεν ἀποπλεύσαντες κατήχθημεν εἴς τινα νῆσον καλουμένην Ναξίαν , ἐξ ἧς οἱ τὴν Κρήτην οἰκοῦντες φόρους λαμβάνουσιν | ||
δὲ γομφίους ἅπαντας ἐξέκοψεν , ὥστ ' οὐκ ἂν δυναίμην Ναξίαν ἀμυγδάλην κατᾶξαι . θρηνεῖν , ἐν οἷσι Λάμπρος ἐναπέθνησκεν |
γέλωτι , σπασμῷ δὲ ἀπο - θνῄσκουσιν : οὕτω δὲ Σαρδόνιος ἂν λέγοιτο , καὶ οὐ Σαρδάνιος . μήποτε οὖν | ||
τὰς κυλίστρας καὶ στροφὰς τῶν πραγμάτων . Οὕτω μὲν ὁ Σαρδόνιος γέλως ἔχων ἐστὶν , ὃν ὁ ποιητής φησι γελάσαι |
σὺν τῷ καιρῷ , γνωριστικὸς τῶν ἐχθρῶν , ἀνατρεπτικός , εὔτρεπτος , πειθαρχικός , εὔτακτος , εὔκολος , κεκολασμένος τὴν | ||
ἔσται ὁ οἶνος : ἐὰν δὲ λεπτὸν καὶ ἀσθενές , εὔτρεπτος . οἱ δὲ ἐν τῷ γλεύκει αὐστηροὶ οἶνοι , |
μὲν οὖν τὸν ἄνδρα οὐκ εἰδότες οἰχήσεσθαι τούς τε οὐκ ἀποδράντας τούς τε τοῦτο πεποιηκότας , ἁλώσεσθαι γάρ , ἔλεγον | ||
τοῖς Θηβαίοις , ἆρ ' οὐκ αἰσχρὸν καὶ παλίμβολον ἦν ἀποδράντας τῇ ὑστεραίᾳ μετὰ τῶν Λακεδαιμονίων τάττεσθαι ; καὶ μὴν |
Γαῦλος , πελαγία δὲ καὶ λιμέσιν εὐκαίροις κεκοσμημένη , Φοινίκων ἄποικος . ἑξῆς δ ' ἐστὶ Κέρκινα , πρὸς τὴν | ||
ἐστὶ πρὸς τῷ Ἰσθμῷ τῆς Παλλήνης κατῳκισμένη , Κορινθίων μὲν ἄποικος , Ἀθηναίων δὲ σύμμαχος , καὶ φόρους ἐτέλει . |