ῥοώδει οὐκ ἐπιφέρων ἐκκρίσεις , τοὺς σφυγμοὺς μεγάλους διαφυλάττων , ἰσχναίνων βραδύτερον κατὰ τὸν χρόνον τὸ σῶμα . ρϞγʹ .
τοὺς νεωτάτους ὑμῶν διαφθείρει τέμνων τε καὶ κάων , καὶ ἰσχναίνων καὶ πνίγων ἀπορεῖν ποιεῖ , πικρότατα πώματα διδοὺς καὶ
5717474 φρονεει
δ ' ἂν ἀτρεμήσῃ ὁ ἐγκέφαλος χρόνον , τοσοῦτον καὶ φρονέει ὁ ἄνθρωπος . Γίνεται δὲ ἡ διαφθορὴ τοῦ ἐγκεφάλου
οἷος δ ' ἐν βήσσῃς ὄρεος χαλεπὸς προϊδέσθαι κάπρος χαυλιόδων φρονέει [ δὲ ] θυμῷ μαχέσασθαι ἀνδράσι θηρευτῇς , θήγει
5423029 θανοντας
ἐπὶ τῶν τόπων ὁ Ὀρόβιος καὶ βωμὸν ἐπέγραψε : τούσδε θανόντας ἔχει ξείνους τάφος , οἳ περὶ Δήλου μαρνάμενοι ψυχὰς
ὁ μέγας μαραίνει . θύρσον κισσύβιον ὄρτυκος οἴει σὺ τοὺς θανόντας , ὦ Νικήρατε , τρυφῆς ἁπάσης μεταλαβόντας ἐν βίῳ
5038448 αἰπολους
ἡ αἰτία , ὅτι κατωφερέστεραι οὖσαι αἱ αἶγες δελεάζουσι τοὺς αἰπόλους . βούτας μὲν ἐλέγευ : παροιμία τοῦτο ἐπὶ τῶν
αἰσάλωνι , διὸ καὶ τυπτομένῃ τῇ ἀλώπεκι βοηθεῖν . Τοὺς αἰπόλους δέ φησι λέγειν ὅτι , ὅταν τάχιστα ὁ ἥλιος
5011678 ὠχριωντας
θερμῷ μὴ θέλῃς , ψυχρῷ . Ἀλλὰ λέγει Ἀριστοφάνης τοὺς ὠχριῶντας , τοὺς ἀνυποδήτους λέγω . Λέγει γὰρ καὶ ἀεροβατεῖν
ἀγελαστὶ ἠνέσχετο κατὰ νοῦν ἔχων ταῦτα τὰ ἔπη : τοὺς ὠχριῶντας , τοὺς ἀνυποδήτους λέγεις , ὧν ὁ κακοδαίμων Σωκράτης
5002654 κελαινῳ
ἐπισπέρχει δ ' ἀέκοντας φοιταλέῃ μάστιγι χορευέμεν : οἱ δὲ κελαινῷ τύμματι παιφάσσουσι μεμηνότες , ἄλλοτε δ ' ἄλλῃ κῦμα
: κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ . Τύμματι :
4975703 ἐκπινει
τοσόνδε κρατῆρ ' ἐν δόμοις κακῶν ὅδε πλήσας ἀραίων αὐτὸς ἐκπίνει μολών . θαυμάζομέν σου γλῶσσαν , ὡς θρασύστομος ,
: δεινά . πάντα μοι γέρων Κρόνοϲ [ παιδί ' ἐκπίνει τε καὶ κατεϲθίει , ἐμοὶ δὲ τούτων προϲδίδωϲιν οὐδὲ
4864468 ἰδοιμ
[ ] ! [ ! ] ία [ ] α ἴδοιμ ' αἴ πως μεον ? ! ! ? φιλοι
ταχύ , μάλιστα μὲν δὴ τοῦ θανόντος ἱμέρῳ , ὅπως ἴδοιμ ' ἄθαπτον : οὐ γὰρ εἰδόμην : ἔπειτα μέντοι
4822167 φρονεοντας
Σθένελός τε ὁ ποιητὴς οὐ κακῶς εἴρηκεν : οἶνος καὶ φρονέοντας ἐς ἀφροσύνας ἀναβάλλει . ὁ δὲ Φωκυλίδης ἔφη :
παραφρονέοντας μέχρις ἂν ἐπέγρωνται , ἔπειτα δὲ ὑγιέας ἐόντας καὶ φρονέοντας ὥσπερ καὶ πρότερον , ἐόντας τ ' αὐτέους ὠχρούς
4815527 ἐτεισεν
μίσγοιτ ' ε [ τοίων δὲ κόμπων [ ποινὰς θεοῖς ἔτεισεν ? [ μανίας τροχῶι περι ? [ οἰστρηλάτοισιν [
ἐς τέλος ἐξεφάνη : ἀλλ ' ὁ μὲν αὐτίκ ' ἔτεισεν , ὁ δ ' ὕστερον : οἳ δὲ φύγωσιν
4791591 γλυκιων
ἔργον τοῦ Ὀδυσσέως λαμπρόν : τοῖσι δ ' ἄφαρ πόλεμος γλυκίων γένετ ' ἠὲ νέεσθαι ἐν νηυσὶ γλαφυρῇσι φίλην ἐς
αὐδήεσσα μὲν τὸ πρῶτον καὶ λίγεια , καὶ τὸ ” γλυκίων μέλιτος ἀπὸ τῆς γλώττης “ περὶ αὐτῆς μᾶλλον ἢ
4687463 δαιτυμονας
τεχθέντας ἀναγγέλλουσιν ἔσεσθαι ζωροπότας οἴνου , μεθυχάρμονας , εἰλαπινουργούς , δαιτυμόνας , θιάσοισιν ἀεικώμους , ἀκολάστους , ἤματα νύκτας ἄγοντας
τοίνυν λόγῳ , καὶ οὐκ ἄλλῴ τῳ , χαίρειν εἰκὸς δαιτυμόνας δεξιούς τινας , καὶ λόγους αὐτοῖς παραθήσομεν φέροντες ἄρα
4663495 ἀνθεστηκοτας
οἱ ἰσχύσαντες μέγιστον , Φίλιππος Ἀμύντου καὶ Ἀλέξανδρος , τοὺς ἀνθεστηκότας σφίσιν Ἑλλήνων ἐς Μακεδονίαν ἐβιάσαντο ἀποσταλῆναι , διδόναι δὲ
καὶ τέλος τῷ τε πλήθει καὶ τῇ τόλμῃ κατεπόνησαν τοὺς ἀνθεστηκότας . ἐκ δὲ θατέρου μέρους Ἀριδαῖος ὁ Κύρου σατράπης
4656247 ὀρεγων
πέρκας εὐθὺς ἵησιν ἐν οἴδμασιν ἢ κορακίνους ἀσπαλιεύς , πρώτης ὀρέγων ξεινήϊα φορβῆς . αὐτὰρ ὅ γ ' ἁρπάγδην κεχαρημένος
' ἴμεν αἰτήσων ἐνδέξια φῶτα ἕκαστον , πάντοσε χεῖρ ' ὀρέγων , ὡς εἰ πτωχὸς πάλαι εἴη . οἱ δ
4639868 παυροισι
ἄνδρας ἀγείρας καὶ κύνας : οὐ μὲν γάρ κε δάμη παύροισι βροτοῖσι : τόσσος ἔην , πολλοὺς δὲ πυρῆς ἐπέβης
. Νοῦς ἀγαθὸν καὶ γλῶσσα : τὰ δ ' ἐν παύροισι πέφυκεν ἀνδράσιν , οἳ τούτων ἀμφοτέρων ταμίαι . Οὔτις
4631654 κοὐ
χειν [ [ ἄλλοϲ ἄλλωι ] γὰρ [ γέγηθε ] κοὔ τι ταυτ [ [ ! ! ! ! !
βελτίων τ ' ἐϲ πάντ [ ] ' ἀνήρ . κοὔ ] τι πολλὰ δεῖ λέγειν ? ? ? [
4628945 χρησιμ
πρόδομος μελάθρων κοινὸν τύχη , γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων ὁ χρήσιμ ' εἰδώς , οὐχ ὁ πόλλ ' εἰδὼς σοφός
! ! ! ! ! ! ! ] ν τὰ χρήσιμ ' ἔργα τοῦ τρος [ ! ! ! !
4617825 προθεντας
τοῦ συγγραφέως ἔθος , χαίροντος ἀεὶ ταῖς ἀντιπάλοις δημηγορίαις τοὺς προθέντας : εἰς μέσον θέντας τὴν δευτέραν διάσκεψιν . οὔτε
Μυτιληναίους , παρελθὼν καὶ τότε ἔλεγε τοιάδε . Οὔτε τοὺς προθέντας τὴν διαγνώμην αὖθις περὶ Μυτι - ληναίων αἰτιῶμαι ,
4609151 βροτους
δεσμεύων αὐτοῦ τὰς φρένας . αὐονὰ ] ὁ ξηραίνων τοὺς βροτούς . διανταία ] ἡ διαμπὰξ τιμωρουμένη . αὐτουργίαις ]
' : εὔηθες δέ τοι τὸ καὶ δοκεῖν ὄρνιθας ὠφελεῖν βροτούς . ] Κάλχας γὰρ οὐκ εἶπ ' οὐδ '
4608486 ἀκρεμονας
, παρὰ τῷ Ἐρατοσθένει περιπλέγδην κρεμόνεσσι : σημαίνει δὲ τοὺς ἀκρεμόνας . Τὰ εἰς μων ὑπὲρ δύο συλλαβὰς ὀξύτονα τῷ
γὰρ πλείστους καυλοὺς ἀφιᾶσι τὰ δ ' ἀπὸ τοῦ ἑνὸς ἀκρεμόνας πλείους : ἅπαντα γὰρ ἀποδενδροῦται τῇ ὄψει διακαυλήσαντα ,
4584132 εὐχαν
: ἐπὶ τῶν ἀνοήτων ἢ ἀνάρθρων . Οὐκ ᾤμαν τὰν εὐχὰν ἄλλας μείζονος εὐχᾶς δεῖσθαι : Λακεδαιμόνιος εὐξάμενος ἀπὸ τοῦ
νεύματος τῶν ὀφθαλμῶν . πατὴρ ] ὁ . μετ ' εὐχὰν ] μετὰ τὸ εὔξασθαι . δίκαν ] τρόπον .
4572877 καμπυλος
ἔχειν αὐτῷ διπλοῦν τὸ στόμα : ἔστι δὲ τοῦτο ἐλέφαντος καμπύλος ὀδούς . μεταξὺ δὲ τῶν ὀδόντων ἀνίσταται αὐτῷ προβοσκίς
] ὃ ῥά κεραίας ] ψιλάς τινας ῥάβδους εὐκαμπής ] καμπύλος πετάλοισιν ] φύλλοις ὑπηνεμίοισιν ] κούφοις ἀέξει ] αὔξει
4553833 ἀποθνηισκει
μευ κατακλαίει καὶ ταταλίζει [ ] καὶ ? ? ποθέων ἀποθνήισκει . ἀλλ ' , ὦ τέκνον ? ? μοι
ὄρθιον κατὰ γῆς καὶ ἄνωθεν πέτρην ἐπιτιθεῖσιν σῆμα : καὶ ἀποθνήισκει : τοῦτ ' ἔστιν γὰρ ἴσως τὸ τῶι δόρατι
4541910 ἀφθιτῳ
οἳ βροντὴν Ζηνὶ ἔδοσαν τεῦξάν τε κεραυνόν . ἐπ ' ἀφθίτῳ : ἐπὶ θείῳ καὶ θαυμαστῷ καὶ ἀθανάτῳ ἔργῳ .
. ἐντεῦθεν οὖν τὸ θεῖον εἰσηγήσατο , ὡς ἔστι δαίμων ἀφθίτῳ θάλλων βίῳ νόῳ τ ' ἀκούων καὶ βλέπων ,
4535586 ηὐχει
δ ' ἴδοις ἂν οὐδαμοῦ ταὐτὸν πτερόν : ἐπεὶ τίς ηὔχει τήνδ ' ἀνέλπιστον φυγὴν κέλσειν ἐς Ἄργος κῆδος ἐγγενὲς
Λύκιον Γλαῦκον . τοῖσι μὲν ἐξεύχετο : παρὰ τοῖς Τρωσὶν ηὔχει καὶ διηγεῖτο , ὅτι ἐν τῷ τῆς Πειρήνης ἄστει
4534401 κομπων
χλίαινε . ὀρθιασμάτων : ἀνατάσεως ῥημάτων , τῶν μετὰ βοῆς κόμπων , ἢ τῶν μελῶν , παρόσον ὄρθιος νόμος κιθαρῳδικός
Κρόνου θυγατρὶ μίσγοιτ ' ἐν [ φυταλμίωι λέχει . τοιῶνδε κόμπων [ δ ' ὕστερον καταξίους ποινὰς θεοῖς ἔτεισεν [
4533330 σῳαν
οὔτε παῖδας τοὺς ἑωυτῆς οὔτε θεράποντας οὔτε οὐσίην ἡντιναῶν ἐθέλει σῴαν ἐσιδέειν , φθορὴν δὲ πᾶσαν ἀρεῖται καὶ εὔχεται εἶναι
καὶ μόνον ὅτι ἐκ λύκου στόματος καὶ ὀδόντων ἐξῆρας κάραν σῴαν μηδὲν παθοῦσαν . Ὁ μῦθος πρὸς ἄνδρας οἵτινες ἀπὸ
4527210 αἱματοεντος
Λάκαινα σὺν ἀσπίδι παῖδα [ ] λαβοῦσα αὖτις ἀφ ' αἱματόεντος ? ? [ ] ? ἀνερχόμενον πολέμοιο . εὖ
, ὡς ἐνόησε φίλον δεδαϊγμένον ἄστυ , Ξάνθος ἔθ ' αἱματόεντος ἀναπνείων ὀρυμαγδοῦ μύρετο σὺν Νύμφῃσιν , ἐπεὶ κακὸν ἔμπεσε
4522186 δοριλυμαντους
⌊ τάδε μὲν λεύσσεις , φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ , ⌋ δοριλυμάντους ⌊ Δαναῶν μόχθους , ⌋ οὓς σὺ προπιν ?
Μυρμιδόνων Αἰσχύλος τάδε μὲν λεύσσεις , φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ , δοριλυμάντους Δαναῶν μόχθους , οὓς * * * εἴσω κλισίας
4519879 νιους
τῇ παρορείῳ λίθους εὑρίσκεσθαί φασι τοὺς λυχνίτας καὶ καρχηδο - νίους λεγομένους : ἐν δὲ τοῖς πεδίοις ὀστρακίων καὶ χηραμύδων
, ὥστε τὴν δεκάτην ἀποδόσθαι καὶ χρημάτων εὐπορήσαντας Λακεδαιμο - νίους ἀναγκάσαι τοιαύτην , οἵαν ὑμῖν ἐδόκει , ποιήσασθαι τὴν
4512548 ὠθουμενους
Τύλλος μοίρᾳ τινὶ τῶν ἱππέων κελεύσας τοὺς ἐπὶ τὸν ποταμὸν ὠθουμένους κτείνειν , αὐτὸς ἐπὶ τὸ στρατόπεδον τῶν Οὐιεντανῶν τὴν
τοὺς δὲ πολυπόνους ἀπαγχομένους , τοὺς δὲ πυρώδεις εἰς πῦρ ὠθουμένους , οἷος ἦν καὶ ὁ Κάλανος , ἀκόλαστος ἄνθρωπος
4509115 λυπεει
μὴ καιροῦ λάβηται . . ὁ φθονέων ἑωυτὸν ὡς ἐχθρὸν λυπέει [ . . ] . . ἐχθρὸς οὐχ ὁ
ἐοῦσα ὀχλέει , ἐξ ἑτέρου συμπαθείης τινὲς ὀχλεῦνται . Καταύδησις λυπέει . Φιλοπονίης κρατερῆς ὕπο , παραίνεσις , ἀλέα ,
4499707 ἐμβλεποντας
οὐκ Ἰβηρίς . κανδύτανες τυφλὸν ὁ πλοῦτος καὶ τυφλοὺς τοὺς ἐμβλέποντας εἰς ἑαυτὸν δεικνύει . στεφανοῦν ἀλλ ' ὅταν ἐρῶντα
δίκην διδόασιν . Τυφλὸν ὁ πλοῦτος , καὶ τυφλοὺς τοὺς ἐμβλέποντας εἰς ἑαυτὸν δεικνύει . Ἀλλ ' ὅταν ἐρῶντα νοῦν
4482980 πλοκαμους
ἁμίλλας χαρίτων ἁβροπλούτοιο χαίτας εἰς ἔριν ὀρνυμένα πολυποίκιλα φάρεα καὶ πλοκάμους περιβαλλομένα γένυσιν ἐσκίαζον † . ποῦ ' σθ '
τυγχάνοντας κομήτας ἐπικοίνως . οὗτος ἡνίκα τοὺς λαμπροὺς καὶ ἀργυροῦς πλοκάμους ἐπὶ τὸ μέρος τῆς ἑῶ ὅλως προσακοντίσαι προσὼν Καρκίνῳ
4460077 ἐφεσσαμενος
, ἐπεὶ ἦ καὶ ἐμὲ πτολίπορθος Ὀδυσσεὺς πολλάκι γούνασιν οἷσιν ἐφεσσάμενος κρέας ὀπτὸν ἐν χείρεσσιν ἔθηκεν ἐπέσχε τε οἶνον ἐρυθρόν
πυρσοῖσιν ἐπ ' ἠελίοιο γάνυνται . ἐνθάδ ' ἀνὴρ μελέεσσιν ἐφεσσάμενος δέρος αἰγός , δοιὰ κέρα κροτάφοισι περὶ σφετέροισιν ἀνάψας
4454650 Ἀτρειδας
: φημὶ δ ' οὔ σε μανθάνειν . Ἐγὼ οὐκ Ἀτρείδας ἐκβαλόντας οἶδά με ; Ἀλλ ' ἐκβαλόντες εἰ πάλιν
δυσμενής : οὗτος δέ μοι φίλος μέγιστος , οὕνεκ ' Ἀτρείδας στυγεῖ . Δεῖ δή ς ' , ἔμοιγ '
4451037 προσθιους
δικτύου θήραμα , κάθηται δὲ ἐπὶ τῶν σκελῶν ὑποκινῶν τοὺς προσθίους καὶ ὑπεγείρων τὸ οὖς , ἀλλὰ καὶ βλέπει παντὶ
, καὶ πηδᾶν ἀντερειδόμενον τοῖς ὄπισθεν ποσίν , οὐδαμῇ τοὺς προσθίους ἐμποδίζοντα διὰ τὴν ἐκείνων εἰς τὸ εἴσω παράλλαξιν .
4437840 παροιχεται
προγέγονεν ὄφελος διὰ τῆς ἐνθάδε φυγῆς , τῶι δείματι νῦν παροίχεται : ἀπιστῶ γὰρ εἰ τεύξομαι ἐπικουρίας . τελεία ]
, εἷς ἀεὶ κοὐχ εἷς : πάλιν γὰρ εἶσιν ὃς παροίχεται ἐξ ἐόντος αὐτὸς αὑτῶι τὴν ἐναντίην ὁδὸν παρ '
4435110 ἐκρους
αὐτοῦ τὰς προσβολὰς ποιεῖσθαι . αὐτὸς δὲ ὡς κατεῖδε τοὺς ἔκρους τοῦ ποταμοῦ , ὃς διὰ τῆς πόλεως χειμάρρους ὢν
καὶ ἱδρῶσι πάντοθεν ὡρμημένος . οὕτω μὲν οὖν κατ ' ἔκρους ἐκένωσε πυρετὸς ἀναλώσας , ὥσπερ καὶ ἄλλο πῦρ ,
4414603 γλιχομενους
, ἀνάγκη τοὺς μὲν τοῦ φαινομένου κάλλους καὶ μὴ ὄντος γλιχομένους νόθους τινὰς εἶναι καὶ κιβδήλους ἐραστάς , τοὺς δὲ
δέσποτ ' , ἀπέθαν ' ἀποθανεῖν πρόθυμος ὤν , τοὺς γλιχομένους δὲ ζῆν κατασπᾷ τοῦ σκέλους ἄκοντας ὁ Χάρων εἰς
4410472 ἐπικουρουντος
, αἴθε τὴν ἄτιμον ἐπάταξε πληγὴν , ὡς εὐθέως ἂν ἐπικουροῦντος ηὐτύχουν τοῦ νόμου : καὶ δίκην αἰτίας εἰσπραξάμενος αὐτός
, αἴθε τὴν ἄτιμον ἐπάταξε πληγήν , ὡς εὐθέως ἂν ἐπικουροῦντος ηὐτύχουν τοῦ νόμου καὶ δίκην αἰκίας εἰσπραξάμενος αὐτός τε
4394302 τεκοντας
ὦ ξέν ' , εἰς Ἄργος κίεις , πρὸς τοὺς τεκόντας πανδίκως μεμνημένος τεθνεῶτ ' Ὀρέστην εἰπέ , μηδαμῶς λάθῃ
πολλῷ γε μᾶλλον : σαυτὸν ἐμελέτησας μᾶλλον σέβειν ὑπὲρ τοὺς τεκόντας [ ἢ καλῶς ποιεῖν ] . ὢν δίκαιος ,
4390499 ἀνηβος
η , καὶ ὅσα παρ ' αὐτό : ἔφηβος : ἄνηβος . πάρηβος . Πρῶρα τὸ πρω μέγα : παρὰ
αὐτῷ ἱματίῳ κατακείμενος , ἐκώμαζε δὲ μεθ ' ἡμέραν , ἄνηβος ἑταίραν ἔχων , μιμούμενος τοὺς ἑαυτοῦ προγόνους , καὶ
4390158 ἀμβλυτερους
ἐσομένην στρατείαν . διὰ δὲ τούτου τοῦ τρόπου τοὺς Σπαρτιάτας ἀμβλυτέρους ποιήσας πρὸς τὸ κωλύειν , αὐτὸς εἴχετο τῶν ἔργων
τοὺς ἱερεῖς ἁγιστείαις παρῆλθεν . οὐ λέγω τοὺς νῦν τοὺς ἀμβλυτέρους , ἀλλὰ τοὺς πάλαι τοὺς ἐν Αἰγύπτῳ τοὺς ἀπηκριβωμένους
4367389 πρασσοντας
ἐλαφρὸν ] ῥᾴδιον ὅστις ] ἐκείνῳ ὑπάρχει πημάτων ] συμφορῶν πράσσοντας ] πάσχοντας ἤγουν τοὺς κακοπραγοῦντας ἠπιστάμην ] ἐγίνωσκον ἀρήγων
Τοὺς δὲ πλησιάζοντας , καὶ πολλῷ μᾶλλον τοὺς ἀφειδέστερον τοῦτο πράσσοντας , ἐπιμελέστερον ἑαυτῶν προνοητέον , ἵνα ὡς ὅτι ἄριστα
4359607 ἰητρους
περὶ τῆς ἰητρικῆς τέχνης , πολλοὺς βουλόμενος τοὺς σώζοντας ὑπάρχειν ἰητρούς : τοῦ τε Περσῶν βασιλέως μεταπεμπομένου αὐτὸν ἐπὶ τιμαῖς
πάντα τἆλλά οἱ παρῆν . Καὶ τοῦτο μὲν τοὺς Αἰγυπτίους ἰητρούς , οἳ βασιλέα πρότερον ἰῶντο , μέλλοντας ἀνασκολοπιεῖσθαι ὅτι
4319070 χαιρων
, ἀνωϊστί , δόλῳ οὐλομένης ἀλόχοιο . ὣς οὔ τοι χαίρων τοῖσδε κτεάτεσσιν ἀνάσσω : καὶ πατέρων τάδε μέλλετ '
μὲν δὴ αὐτοὶ Πυθαγόρειον ἤδη τῷ Ἀπολλωνίῳ ἐφάνη καὶ ἠκολούθει χαίρων . Τὸν δὲ ὄχθον , ἐφ ' οὗ οἱ
4318160 διατριβοιεν
θερμαίνει , ψύχει δὲ τοὺς ἐξιόντας , εἰ ἐν αὐτῇ διατρίβοιεν . παρὰ δὲ τὸ φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν , ὅτι
ὤνια ἀνῄρουν ἐν ταῖς ἀγοραῖς , ὅπως μὴ περὶ ταῦτα διατρίβοιεν . ἔτι μὴν καὶ μεμιλτωμένῳ σχοινίῳ περιβάλλοντες αὐτοὺς συνήλαυνον
4317503 ἑταιρους
λοιπαὶ * νῆες αὐτῶν * , εὗρον δὲ δακρύοντας τοὺς ἑταίρους . καὶ τότε μὲν εὐωχηθέντες κοιμῶνται , τῇ ἐπαύριον
Κριτίας Σωκρατικὸς ἀνὴρ εἷς τῶν λʹ . . . . ἑταίρους ἐξαιτήσεται ] ἀντὶ τοῦ φίλους σώσει . . .
4313003 ὀιστους
' ἔφευγον : ὡς δ ' οὐκέτ ' εἶχ ' ὀιστούς , ἤσχαλλεν , εἶτ ' ἑαυτόν ἀφῆκεν εἰς βέλεμνον
ἐπιστύφουσι ποθεῖσαι . Ἄρτεμις εὐρίνων ἑσμὸν ἄγει σκυλάκων . ἐπιλίζοντας ὀιστούς Τευθρανίδης , ὦ κλῆρον ἀεὶ πατρώιον ἴσχων , κέκλυθι
4308507 σεβοντας
προειρημένων νοημάτων λαβεῖν , ἐξαιρέτως δὲ ἐπὶ τοῦ τοὺς μὲν σέβοντας τιμῶ , τοὺς δὲ βλασφημοῦντας με σφάλλω : τοῦτο
ὡς ἐναντίους τοῖς ἀθέοις ἔθετο : ἐνταῦθα δὲ ὅρα τὸ σέβοντας , νῦν μὲν λεχθὲν ἐνεργητικῶς , παρὰ δὲ τοῖς
4308141 ἐποιης
ἐχθρὸς ἄνθρωπος πάνυ ξηραινομένους ὡς εἶδε τοὺς ἰχθῦς , μάχην ἐποίης ' ἐν αὐτοῖς ἐξεπίτηδες εὖ πάνυ . ἦσαν δὲ
τινὰ οἴεσθε μέγεθος ἀρεσιαν ; μέγαν πάνυ , καὶ ξηρὸν ἐποίης ' εὐθέως τὸν κάνθαρον . πρῶτον μὲν αὐτοῦ παραλαβὼν
4299720 ὠχρος
μὲν ἄλλην πτίλωσίν ἐστι τεφρός , τὰς δὲ πτέρυγας ἄκρας ὠχρός ἐστιν . Ἀκούω δὲ ἔγωγε καὶ Ἰνδὸν ἔποπα διπλασίονα
καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ κοῖλοι γινόμενοι θάνατον ἀπαγγέλλουσι πελιδνός ] ὁ ὠχρός , μολιβδόχρους μυκτήρ ] ἡ μύτις , ἡ ῥίς
4298041 ἐρισταφυλον
πλὴν ἑνὸς ἀνθρώπου : κεῖνος δέ μοί ἐστιν ἑταῖρος Λέσβον ἐριστάφυλον ναίων , Ἀγάθων δὲ καλεῖται . καὶ Φιλύλλιος δὲ
κριθαὶ ἠδ ' ἄμπελοι , αἵ τε φέρουσιν / οἶνον ἐριστάφυλον , καί σφιν Διὸς ὄμβρος ἀέξει : ἔν τε
4291762 ἀχθομενος
. ἐπεὶ δὲ ἀπηγόρευον ἤδη παιόμενός τε καὶ τῷ φορτίῳ ἀχθόμενος καὶ τὰς ὁπλὰς ἐκ τῆς ὁδοῦ ἐκτετριμμένος , ἔγνων
μὲν τὸν Δάφνιν φιλῶν ὡς ἀγαθὸν νεανίσκον , τὰ δὲ ἀχθόμενος εἰ Γνάθωνος ἐμπαροίνημα γενήσεται τοιοῦτον κάλλος , αὐτίκα καταλέγει
4291350 ἐπιβουλευοντας
, εἰ ἐπιθέμενος τῇ ἀρχῇ ἐκείνους μὲν ἀναστείλαιμι καὶ παύσαιμι ἐπιβουλεύοντας , τὴν πόλιν δὲ σωφρονεῖν καταναγκάσαιμι : καὶ ἦσαν
αὐτοῦ τὴν γνώμην οἱ Συρακόσιοι , οἳ δὲ καὶ τοὺς ἐπιβουλεύοντας παρέδοσαν αὐτῷ κολάσαι καὶ τὴν ἀρχὴν ἔδωκαν . ὃ
4290332 καλυψει
λέων καὶ τὰ λοιπὰ , ὡς εἴρηται , ζῶα ποιοῦσι καλύψει χρώμενα . ἧκε : ἔξω ἔπεμψεν , ἔπεμπε ,
φύλαττε σώματος δίχα ῥύψας μέλανσιν ἔνδον ὡς κεκρυμμένην . αὕτη καλύψει κάλλος ἔκλαμπρον σκότει . ῥείθροις κάθαιρε ὡς χιόνα δ
4285714 τεκνοισιν
μάλα λιγὺ πότνια μήτηρ , οὐδ ' ἄρ ' ἔχει τέκνοισιν ἐπαρκέσαι , ἦ γάρ οἱ αὐτῇ ἆσσον ἴμεν μέγα
Πελιάδας κόρας πατέρα κατώικει τήνδε γῆν Κορινθίαν ξὺν ἀνδρὶ καὶ τέκνοισιν , ἁνδάνουσα μὲν † φυγῆι πολιτῶν † ὧν ἀφίκετο
4278611 ἐτερφθη
ἀκλεὴς , τῷ μόχθῳ βραχὺ δέδωκε τερπνὸν , τουτέστι βραχὺ ἐτέρφθη παραχρῆμα , οὐκέτι δὲ τελευτήσαντος αὐτοῦ μέμνηταί τις .
ἀπόλωνται . ἐπεὶ δὲ εἶδεν αὐτοὺς ἀγχομένους ὑπὸ ἡρακλέους , ἐτέρφθη ὡς ἐκφυγόντων τὸν κίνδυνον τῶν παίδων : διὸ καὶ
4274377 πεπωκοτας
πολὺς γὰρ εἰς ἓν μικρὸν ἀγγεῖον χυθείς ὑποσκελίζει ῥᾷστα τοὺς πεπωκότας . Ἑρμῆς ὁ Μαίας λίθινος , ὃν προσεύγμασιν ἐν
πολὺς γὰρ εἰς ἓν μικρὸν ἀγγεῖον χυθεὶς ὑποσκελίζει ῥᾷστα τοὺς πεπωκότας . πρῶτον μὲν ὅταν ἐμοί τι θύωσίν τινες ,
4269350 ἐφειη
. λόχοισι : συντάξεσιν ἀνδρῶν . Κεκριμένοι : κεχωρισμένοι . ἐφείη : ἐπιπέμψοι , ἔμβαλε , πέμψεν . Ἀποτροπάδην :
ἐνεμάξατο φωτός , ῥεῖα δέ κεν θανάτοιο καὶ αὐτίκα μοῖραν ἐφείη . Εἰ δ ' ἄγε , καὶ κέντρῳ κεκορυθμένον
4257271 παροντας
πολεμίαν , ὅμως δὲ ἠπείγοντο . Λακεδαιμόνιοι δὲ ἀναλαβόντες τοὺς παρόντας Ἀρκάδων ξυμμάχους ἐσέβαλον ἐς τὴν Μαντινικήν , καὶ στρατοπεδευσάμενοι
ἤδη τῶν πολεμίων χίμαιρα σφαγιάζηται , αὐλεῖν τε πάντας τοὺς παρόντας αὐλητὰς νόμος καὶ μηδένα Λακεδαιμονίων ἀστεφάνωτον εἶναι : καὶ
4255707 φυσαντας
ἡ πατρὶς ἀρχὴ γενέσεως ὡς ὑποδεξαμένη καὶ ἡμᾶς καὶ τοὺς φύσαντας καὶ ἰδιοτροπίαν ἠθῶν χαριζομένη , εἴ γε καὶ ἡμεῖς
παῖς οὑμὸς ἢ γνοὺς ἤ τινος μαθὼν πάρα ἔστειχε τοὺς φύσαντας ἐκμαθεῖν θέλων πρὸς δῶμα Φοίβου , Λάιός θ '
4247863 κυνηγετας
ἐγκρατὴς γένοιτο ; ἆρα οὐχ ἡμᾶς δεῖ , καθάπερ τοὺς κυνηγέτας , πρῶτον ἁπάντων πεπαιδεῦσθαι τὰ ἴχνη τῆς ἄγρας καὶ
γεγένημαι τῇ δορᾷ τεκμαιρόμενος , οἷα ἡ πάρδαλις ἔδρα τοὺς κυνηγέτας . εὔχομαι δὴ τῇ Ἀρτέμιδι καὶ τὰ λοιπά σοι
4246545 δουρικλειτος
: κῆρες γὰρ ἄγον μέλανος θανάτοιο . τοὺς μὲν Τυδεΐδης δουρικλειτὸς Διομήδης θυμοῦ καὶ ψυχῆς κεκαδὼν κλυτὰ τεύχε ' ἀπηύρα
εἰς ὅ κε δῶρα φέρων ἐπιδίφρια θήῃ ἥρως Ἀτρεΐδης , δουρικλειτὸς Μενέλαος , καὶ μύθοις ' ἀγανοῖσι παραυδήσας ἀποπέμψῃ .
4239875 προσισχε
. ἄκουέ νυν καὶ τήνδε τὴν ἐπιστολήν . καὶ μὴ πρόσισχε βαρβάροισι βουκόλοις . ἡ παῖς γὰρ ἔμπαις ἐστὶν ὡς
. προσέκειτο : ἀντὶ τοῦ προσεῖχε . Θουκυδίδης πρώτῃ . πρόσισχε : τὸ πρόσεχε . Κρατῖνος : καὶ μὴ πρόσισχε
4234736 ἀλειφομενους
μελησίου παραβάλλει τῷ τοῦ δελφῖνος τάχει διὰ τὸ ταχέως τοὺς ἀλειφομένους ὑπ ' αὐτοῦ κατάγειν εἰς τοὺς ἀγῶνας . προτάττει
Ὅμηρος δὲ τὴν τοῦ μύρου φύσιν εἰδὼς οὐκ εἰσήγαγε μύροις ἀλειφομένους τοὺς ἥρωας πλὴν τὸν Πάριν ἐν οἷς φησὶ κάλλει
4232405 καταψυχει
κενὴ μὲν οὖσα θερμή ἐστιν , ἡ δὲ πλήρωσις αὐτῆς καταψύχει , οὕτω καὶ αἱ φλέβες καὶ οἱ ἐν τῇ
εἰς ἓν καὶ ἰσχυρότατον γινόμενον διὰ τὴν εἰς ἓν ἄθροισιν καταψύχει καὶ τὸ κατὰ φύσιν ἐκεῖσε ἀναχθὲν ὑγρὸν καὶ θερμὸν
4230857 ἐπισκωπτει
τοῦτο Σικελικοί εἰσιν , οὓς ὁ Πλάτων ἐν τῶι Γοργίαι ἐπισκώπτει . εὐδοκιμῶν δὲ καὶ τὸν ἄλλον χρόνον ἔθελγε τὴν
ἄλλοτε μὲν ὡς σύνηθες τίθησι , ἄλλοτε δὲ ὡς ξενικὸν ἐπισκώπτει . εἰπόντος γάρ τινος : βουνὸν ἐπὶ ταύτῃ καταλαβὼν
4230146 ἀναιρουμενους
' αὐτοῦ δυνάμενος ἢ τοὺς ὑπολοίπους εὐμενεστέρους ἕξων διὰ τοὺς ἀναιρουμένους ; ἀλλὰ Ῥέννιος μὲν ἐψεύσατο τοῖς ἐπιτρίβουσιν ἐς τὸν
, τοῖς δ ' ἑτέροις εἶπεν ὅτι βάλλειν δεήσοι † ἀναιρουμένους † ταῖς βώλοις . ἐπεὶ δὲ παρεσκευασμένοι οὕτως ἔστησαν
4223817 πυρεταινοντας
γενέσθαι . Κλεῖς περιφανέες , φλέβες διαφανέες . Ἡρόδικος τοὺς πυρεταίνοντας ἔκτεινε δρόμοισι , πάλῃσι πολλῇσι , πυρίῃσι , κακὸν
ῥόδων χαμαὶ , ἵνα πανταχόθεν ψύχωμεν . Ἡρόδικος δὲ τοὺς πυρεταίνοντας ἔκτεινεν , οὗ ἡμεῖς τὸ ὄνομα οἴδαμεν , ὅτι
4217123 οὐρανους
τε καὶ φθορᾶς , ἐξ οὗ δή φησι τούς τε οὐρανοὺς ἀποκεκρίσθαι καὶ καθόλου τοὺς ἅπαντας ἀπείρους ὄντας κόσμους .
ἐκκλησίαν αὐτοῦ , ἣν καὶ ηὐλόγησεν , ἰδοὺ μεθιστάνει τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὰ ὄρη καὶ τοὺς βουνοὺς καὶ τὰς θαλάσσας
4203616 καιριος
παῖδα καὶ βασιλέα πάσης ἀρχῆς . καὶ Κύψελος ἔτι ζῳογονούμενος καίριος εἶναι τοῖς Βακχιάδαις οὐκ ἐδόκει , φοβοῦντος αὐτοὺς ἰνδάλματος
πέλαγος ὁρίζῃ τῆς Ὀδυσσέως νεώς : Ἴωμεν : ἥ τοι καίριος σπουδή , πόνου λήξαντος , ὕπνον κἀνάπαυλαν ἤγαγεν .
4202198 τρεχοντας
σὺν ἐλασίᾳ τοὺς κούρσορας καὶ χωρίζεσθαι τῶν δηφενσόρων , καὶ τρέχοντας ἐπ ' εὐθείας ὡς ἓν ἢ δεύτερον μίλιον ὑποστρέφειν
τῶν τοὺς ἵππους τῇ χαίτῃ ἀνακρουόντων , τοὺς ἀπὸ ῥυτῆρος τρέχοντας . ἀνεκάς : Ἀττικῶς . καὶ σημαίνει τὸ ἄνω
4201396 ἀνεπτη
. γενομένων δὲ αὐτῶν κατά τινα ποταμὸν ἡ μὲν χελιδὼν ἀνέπτη , ἡ δὲ ἔγχελυς κατέδυ . ” καὶ ταῦτα
ἀντὶ τοῦ ” διὰ ταῦτα “ ἀττικῶς . πεπότηται : ἀνέπτη καὶ ἀνεκουφίσθη καὶ μετέωρα φρονεῖ ἤδη . λεπτολογεῖν :
4199809 Ἰβηρις
. ἔχων τὴν ἀσπίδα ἔκειτο συντετριμμένην . Ἑλληνίς , οὐκ Ἰβηρίς . κανδύτανες τυφλὸν ὁ πλοῦτος καὶ τυφλοὺς τοὺς ἐμβλέποντας
αὑτοῖς προσιέναι , οἵαν δίκην διδόασιν . Ἑλληνίς , οὐκ Ἰβηρίς : [ ] προσιὼν † πράττων [ ] ὑποφοβούμενος
4199488 ταχυθανατον
τύχη . Ὁ Ἄρης σὺν Ἡλίῳ κακοθάνατον τὸν πατέρα ἢ ταχυθάνατον . τὸ δὲ αὐτὸ ποιεῖ κἂν ἐπαναφέρηται τῷ Ἡλίῳ
θεοί . * * αὐτῷ . * εἰς . τὸ ταχυθάνατον . * * πάλιν . . Εὐάνθεμον ] τὴν
4199148 φλεγματιας
πλεονάζει χυμὸς , καὶ μελανόχρους οἷς μέλας καὶ λευκόχρους τοὺς φλεγματίας ἀποκαλοῦντες . ἐρυθρόχροά τε καὶ πυρόχροα τὰ ἐπὶ τούτοις
, τὰς δὲ ἄνω εὐροωτέρας : χολώδεάς τε μᾶλλον ἢ φλεγματίας εἶναι . Τὰς δὲ κεφαλὰς ὑγιηρὰς ἔχουσι καὶ σκληράς
4187533 ξενισαι
: ὁ δὲ οὐκ ἤθελε δέχεσθαι , φάμενος οὐκ ἂν ξενίσαι ἄλλον ἢ ὃς κρείσσων αὐτοῦ τὰ πολέμια ἔλθοι .
ἔστι φυσῆσαι ὡς μὴ καθαρεύοντι : Ὥσπερ ἥρως ἐν ἀσπίδι ξενίσαι βούλομαι : λέγεται ἐπὶ τούτων , οἳ τοῖς ἑαυτῶν
4186487 τερπων
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
4181130 ἐκοσμεον
δ ' ἱστία μὲν καὶ ἐπίκριον ἔνδοθι κοίλης ἱστοδόκης στείλαντες ἐκόσμεον , ἐν δὲ καὶ αὐτόν ἱστὸν ἄφαρ χαλάσαντο παρακλιδόν
ἐπὶ δὲ τοῦ διατάξαι “ τοὺς δ ' αὖτ ' ἐκόσμεον βασιλῆες οὐτάμενοί περ . ” κολλητὰς σανίδας τὰ θυρώματα
4177633 κατεχεν
, [ ὃ ] ἦν μάλιστα ἀκόλουθον : τὸ γὰρ κάτεχεν ῥῆμα συναφές ἐστιν τῷ γῆ , καὶ τὰ τῆς
. . . ὣς φάτο , τοὺς δ ' ἤδη κάτεχεν φυσίζοος αἶα ἐν Λακεδαίμονι αὖθι , φίλῃ ἐν πατρίδι
4167879 τελεσειε
δ ' ἄρα δεύτερον ἦμαρ ἄγοι φαεσίμβροτος αἴγλη , μειότερον τελέσειε πόνον λῆξίν τ ' ὀδυνάων . Ἰχθύσι δ '
' ἐσθλὸς ὄροιτο δαίμων , ὃς κατ ' ἐμὸν νοῦν τελέσειε τάδε . Ἆ δειλὴ πενίη , τί μένεις προλιποῦσα
4152520 ἐσειδε
' ἐξέπνευσαν ἄθλιον βίον . μήτηρ δ ' , ὅπως ἐσεῖδε τήνδε συμφοράν , ὑπερπαθήσας ' ἥρπας ' ἐκ νεκρῶν
. Καρπαθίην ὅτε νυκτὸς ἅλα στέψαντος ἀήτου λαίλαπι Βορραίῃ κλασθὲν ἐσεῖδε κέρας , εὔξατο κῆρα φυγών , Βοιώτιε , σοί
4142845 ἐμους
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ
4139012 ἐων
Ἀριστοδήμου τοῦ Ἀριστομάχου τοῦ Κλεοδαίου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέος , ἐὼν τῆς ἑτέρης οἰκίης τῶν βασιλέων . Οὗτοι πάντες ,
δρῦν εἶχε , πῶς ὁ μὲν λίην λεπτός τ ' ἐὼν καὶ βληχρὸς οὐκ ἐπεπτώκει , Τοιοῦτο πολλῶν ἐστιν ἦθος
4131025 ὀπασσε
πόλιν ὄφρα κομίζοι , παῖδα δ ' ἑὸν σφετέροισι κασιγνήτοισιν ὄπασσε : βῆ δ ' ὅγε Μαιναλίης ἄρκτου δέρος ἀμφίτομόν
πολυμήλου , τόν ῥα μάλιστα Ἑρμείας Τρώων ἐφίλει καὶ κτῆσιν ὄπασσε : τῷ δ ' ἄρ ' ὑπὸ μήτηρ μοῦνον
4127546 πεπτωκοτας
, ἔκειντο ἡμιθανεῖς . ἀλώπηξ δὲ παριοῦσα ὡς ἐθεάσατο αὐτοὺς πεπτωκότας , τὸ δὲ βούνευρον ἐν μέσῳ κείμενον , εἰσελθοῦσα
τοὺς ἐν τοῖς ὄρεσι λίθους , ὡς Δημήτριός φησι τοὺς πεπτωκότας οὖκ οἶδ ' ὅπη † φιλότης † . ὤρεσι
4121261 Λυγδαμις
τριακοστὴν Ὀλυμπιάδα παγκράτιον μὲν ἐτέθη , [ μήπω τεθὲν ] Λύγδαμις δὲ ἐνίκα Συρακούσιος . μέγας δὲ οὕτω τις ὁ
Κραυξίδα παρέφθη , τοὺς δὲ ἐσελθόντας ἐπὶ τὸ παγκράτιον ὁ Λύγδαμις κατειργάσατο Συρακούσιος . τούτῳ πρὸς ταῖς λιθοτομίαις ἐστὶν ἐν
4118972 αἰανης
οὐκ ἀκολουθήσει σοι μέμψις οὐδὲ φθόνος . ἀπὸ γὰρ κόρος αἰανής : ὁ γὰρ διηνεκὴς κόρος καὶ ἡ μακρολογία τὰς
οὐκ ἀκολουθήσει σοι μέμψις οὐδὲ φθόνος . ἀπὸ γὰρ κόρος αἰανής : ὁ γὰρ διηνεκὴς κόρος καὶ ἡ μακρολογία τὰς
4115814 κυρσας
ἐνεδρεύσας : εἰ δὲ τυχήσας , ἀντὶ τοῦ ἐπιτυχών , κύρσας . * τοῦ : τοῦ Ὠρίωνος τοῦ Ὠρίωνος δὲ
μακρὰ βιβάντα , ὥς τε λέων ἐχάρη μεγάλῳ ἐπὶ σώματι κύρσας εὑρὼν ἢ ἔλαφον κεραὸν ἢ ἄγριον αἶγα πεινάων :
4115028 Καλχηδων
κόγχας κἀν Ἐφέσῳ λήψει τὰς λείας οὔτι πονηράς . τήθεα Καλχηδών , τοὺς κήρυκας δ ' ἐπιτρίψαι ὁ Ζεὺς τούς
τὸ ω εἰς ο ἐπὶ γενικῆς , Ἰσσηδών Ἰσσηδόνος , Καλχηδών Καλχηδόνος , Ἀνθηδών Ἀνθηδόνος . † Δεῖ προσθεῖναι χωρὶς
4111493 ἀπαντωντας
ἄνω , ἕτερος δ ' ἐν τοῖς στενωποῖς κατὰ τοὺς ἀπαντῶντας . στόνου δὲ καὶ οἰμωγῆς καὶ βοῆς πάντα καὶ
τἄλλα πρὸς τοῦτ ' εὐπορεῖ , τῆς νυκτὸς οὗτος τοὺς ἀπαντῶντας ποιεῖ γυμνοὺς ἅπαντας . εἶτ ' ἐπάν τις ἐκδυθῇ
4108103 ἐως
αὐτῷ ὁ Προμηθεὺς ὑποθέμενος , κελεύειν δέξασθαι τὸν οὐρανὸν , ἔως οὗ σπείραν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ποιήσεται . Ὁ δὲ
τῆς βοτάνης , κηροῦ βυρσοδεψικοῦ οὐγ . γʹ , ἑψόμενα ἔως κοτύλη μία γένηται , δυσεντερικούς , λειεντερικοὺς καὶ ὅσα
4106329 δοσεσιν
, πολλῆς μὲν περιουσίας χρημάτων πεφροντικότες , οἰκειούμενοι δὲ ταῖς δόσεσιν αὐτούς , Γαΐῳ μάλιστα Καίσαρι τοὺς πλέονας ἐστρατευμένους ,
. Μὴ μόνῳ τῷ περιπάτῳ χρῶ , ἀλλὰ καὶ ταῖς δόσεσιν τῶν ἀστέρων καὶ ταῖς λήψεσιν . Ἐλαττοῦνται αἱ δόσεις
4100054 ἐπιτιμωμενον
ἀμογητὶ ἄειρεν , γράφει κατὰ λέξιν : Νῦν τὸ μὲν ἐπιτιμώμενόν ἐστι τῷ ποιητῇ , ὅτι τοὺς μὲν λοιποὺς ἔστι
ἀμογητὶ ἄειρεν , γράφει κατὰ λέξιν : νῦν τὸ μὲν ἐπιτιμώμενόν ἐστι τῷ ποιητῇ ὅτι τοὺς μὲν λοιποὺς εἶπε μογέοντας
4098631 Πλατωνικους
τὰ δὲ νοητὰ ἄφθαρτα . ὥστε οἶδεν ὁ Ἀριστοτέλης τοὺς Πλατωνικοὺς λέγοντας φθαρτὸν εἶναι τὸν οὐρανόν , εἴ γε καὶ
τὰ βιβλία οὐ μόνον τοῖς πεπαιδευμένοις διὰ χειρὸς ὑπὲρ τοὺς Πλατωνικοὺς λόγους , ἀλλὰ καὶ τὸ πολὺ πλῆθος , ἐάν
4096512 κτανοντας
πρὸς τύμβον , ἔνθα βουθυτεῖν μᾶλλον πρέπει ; ἢ τοὺς κτανόντας ἀνταποκτεῖναι θέλων ἐς τήνδ ' Ἀχιλλεὺς ἐνδίκως τείνει φόνον
ἔκλυσιν μόνην ἂν ἐλθεῖν τοῦδε τοῦ νοσήματος , εἰ τοὺς κτανόντας Λάϊον μαθόντες εὖ κτείναιμεν ἢ γῆς φυγάδας ἐκπεμψαίμεθα .
4093166 μολον
αἰτίας τοῖς ἀνθρώποις νόσους θεραπεύειν . τοὺς μὲν ὧν ὅσσοι μόλον : τούτους μὲν οὖν , ὅσοι παρεγένοντο ἑλκῶν κοινωνοὶ
ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι : σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον , καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον ἐν Ἄρει : τὸ
4091868 δηριαασθαι
θήῃς , τοὺς δ ' ἔτ ' ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι . αἲ γὰρ Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ
αὐτὸν ἀποκταμένοιο ἄνακτος εἷλεν ἄχος : κρατεροῖο δ ' ἐναντία δηριάασθαι Μέμνονος ὡρμήθησαν ἀν ' αἱματόεντα κυδοιμόν . Ὡς δ
4088488 ἁπτομενῳ
ἐξ αἱματικοῦ χυμοῦ , πάντως ἐνερευθὴς ὁ ὄγκος ἐστὶ καὶ ἁπτομένῳ θερμὸς καὶ σφυγματώδης αἵ τε φλέβες οὐ μόνον αὐτῶν
ἐν πολέμῳ πῦρ ἐπιτεθὲν τῷ Ἀχιλλεῖ παρέβαλε τῷ ἐν πολεμουμένῃ ἁπτομένῳ . Σ . Ω : Ἀπολλόδωρος καὶ Ἀρητάδης καὶ

Back