Ὁμήρου ὀλίγον τὸ τάλαντον ἠδύνατο , μάθοις ἂν ἐκ τῆς ἱπποδρομίας , ἐν ᾗ τῷ μὲν τρίτῳ τὸ ἆθλόν ἐστι | ||
: τὸ γὰρ παλαιὸν Γ ἐν ταῖς ὑστέραις ἡμέραις τὰς ἱπποδρομίας ἦγον ἐν τοῖς ἀγῶσιν . Γ τῇ τρίτῃ τῶν |
μὲν φῶς τανύειν , ὁ δὲ κύματα μακρὰ περῆσαι . παννυχίδας δ ' ὁρίσαντες ἀκοιμήτων ὑμεναίων ἀλλήλων ἀέκοντες ἐνοσφίσθησαν ἀνάγκῃ | ||
ὡς πνεῦμα διαδύεται καὶ διέρπει , βακχεῖα καὶ χοροὺς καὶ παννυχίδας ἐξετάζων καὶ συκοφαντῶν . : καὶ γὰρ τὸ παλαιὸν |
, τῆς ἱστοκεραίας παθούσης τι δεινόν : ἔοικε γὰρ τῷ ἱστίῳ καὶ τῇ καταρτίῳ τῆς νεὼς ὅλης διὰ τὰς βύρσας | ||
ἐπανήγοντο , λαθόντες τὸν Σύφακα . ἀλλ ' ὃ μὲν ἱστίῳ χρώμενος παρέπλευσεν αὐτοὺς ἀδεῶς καὶ κατήχθη , ὁ δὲ |
, τὸ Σιδόνιοι ἔχουσιν . ὡς μὲν αὐτοὶ λέγουσιν , Ἀστάρτης ἐστίν : Ἀστάρτην δ ' ἐγὼ δοκέω Σεληναίην ἔμμεναι | ||
, βιώσας ἔτη πεντήκοντα . Τοῦτον ἀνεῖλεν Εἰθώβαλος ὁ τῆς Ἀστάρτης ἱερεὺς , ὃς βασιλεύσας ἔτη τριάκοντα δύο ἐβίωσεν ἔτη |
τῷ στόματι , ἐπειδὴ χαλκεῖον ἀνέκειτο τῷ Διὶ κατὰ Δωδώνην ἠχοῦν ἐς πολὺ τῆς ἡμέρας καί , μέχρι λάβοιτό τις | ||
' ἂν ἀμελξῆς . καταχές : τὸ ἐν τῷ καταφέρεσθαι ἠχοῦν ἢ ὅπερ ὑπάρχει καταχεόμενον . ἢ τὸ καταχές : |
τινι λόγους ἀνασπῶντες , ἔφης ὦ Σοφόκλεις , τὸν ἀνθέρικον θερίζοντες , τὸ ἐκ τῆς ψάμμου σχοινίον πλέκοντες , οὐκ | ||
χεδρόπων χειροδρόποι : ἤγουν οἱ ταῖς χερσὶ δρέποντες , ἤγουν θερίζοντες ἄνευ δρεπάνου . ἐν δὲ τοῖς τόποις τῶν ὀσπρίων |
εἴ πως τὴν ἀκρατῆ βιάσαιντο φύσιν , καὶ πλείστας ἡνίας μηχανησάμενοι , παιδαγωγούς , ἀπειλάς , διδασκάλους , μάστιγας , | ||
τινα καὶ κόσμον οἰκεῖον τῇ παρὰ τὸν οἶνον διαγωγῇ , μηχανησάμενοι τὸν στέφανον . βέλτιον δὲ διὰ τὸ πάσας τὰς |
σωλῆνας . Ἀπέρευσε : ἀφεῖλεν . Γάνιος : εὐφρόσυνος . Τέμπεσιν : ἤγουν μέσον ὀρέων . Χθαμαλοῖς : λιβάσυτοι . | ||
αὐτῶν . οἳ δὲ παραγενόμενοι καὶ μεγαλοπρεπῶς θύσαντες ἐν τοῖς Τέμπεσιν ἀπίασι πάλιν στεφάνους ἀπὸ τῆς αὐτῆς δάφνης διαπλέξαντες , |
δαίμονα , Νόμος ἡμῖν ἐστιν , ἔφη , πρωτομύστας τῆς ἱερείας ἄρχεσθαι , μάλιστα ὅταν ἄνθρωπον καταθύειν δέῃ . ὥρα | ||
πρὸς Διονύσιον τοῦτο μόνον εἶπεν , ὅπερ ἤκουσε παρὰ τῆς ἱερείας : ἠπίστατο γὰρ ὅτι φύσει περίεργός ἐστιν ὁ Ἔρως |
βολὴ ἐπὶ ἀκτίνων ἡλιακῶν , ὡς ἐνταῦθα , βουλὴ ἐπὶ ἁλείας , λέγεται δὲ καὶ ἀπὸ σιδήρου σπινθήρ . κιδναμένῃσι | ||
τὰς βοτανικὰς καὶ ναυπηγικάς , ἔτι δὲ περὶ ταφὰς ἢ ἁλείας . Ἰδίως δὲ καὶ ἡ Σελήνη ὅταν τὸν πρακτικὸν |
ὅμοιόν ἐστι τὸ παρὰ Θεοπόμπῳ ὀβελισκόλυχνον . Φιλύλλιος δὲ τὰς λαμπάδας δᾷδας καλεῖ . οὐ παλαιὸν δ ' εὕρημα λύχνος | ||
ἐκ τοῦ φλοιοῦ τῆς ἀμπέλου λαμπάδα . Ὅμηρος δὲ τὰς λαμπάδας δετὰς ὀνομάζει : καιόμεναί τε δεταί , τάς τε |
ἐν τῷ δεξιῷ ἠχήσειε τοῦ οἰκήματος ὑπολάβοι ἐν τῷ ἀριστερῷ ἠχῆσαι χρυσίνους . τὰ μὲν οὖν τοιαῦτα λέγεται ἴδια ἑκάστης | ||
ἐκεῖ θεμιστεύσας ἀνθρώποις , ἐπειδὴ καιρὸν ἐνομοθέτει καὶ τοὺς Δελφικοὺς ἠχῆσαι τρίποδας , αὖθις κελεύει τοῖς κύκνοις ἐξ Ὑπερβορέων ἀφίπτασθαι |
, ᾧ καὶ νῦν ἑορτάζειν τοὺς Αἰγυπτίους . Ἔπειτα τῷ Ὥρῳ τὸν Ὄσιριν ἐξ Ἅιδου παραγενόμενον διαπονεῖν ἐπὶ τὴν μάχην | ||
ᾗ ἡ γυνὴ ἐπαιδοποίει . Ταῦτα εἰποῦσα Ἶσις ἐγχεῖ ποτὸν Ὥρῳ γλυκὺ τὸ πρῶτον ἀμβροσίας ὃ αἱ ψυχαὶ λαμβάνειν ἔθος |
τε τοῦ Ὠκεανοῦ κατά τε ἀνατολὰς καὶ δύσεις ὑποχωρήσεις , πλημμύρας τε καὶ ἀμπώτεις τοῦ τε Ἀτλαντικοῦ πελάγους καὶ τῆς | ||
εὐετηρίας ἀφορίαν καὶ ἔμπαλιν ἐκ λιμοῦ φοράν , ἐνίοις δὲ πλημμύρας ποταμῶν καὶ κενώσεις καὶ θεραπείας λοιμικῶν νοσημάτων καὶ ἄλλων |
καλοῦσι λοπάδας λοπάδια , ἐχίνους ἐχινίσκους , χαλκία χαλκίδια , ἐσχάρας , ἐσχάρας ἰχθυοπτρίδας , ἐσχαρίδας , λέβητας λεβήτια λεβητάρια | ||
τὸ μὲν γὰρ ἀπὸ πυρὸς καταντλήσεσι καὶ καταπλάσμασι τοῖς τὰς ἐσχάρας ἀποστῆσαι δυναμένοις ἰώμεθα : τὸ δ ' ἀπὸ κρύους |
τύραννον εἰς χορὸν πρῶτα μέγαν κικλήσκω : τόν τε μεγασθενῆ τριαίνης ταμίαν , γῆς τε καὶ ἁλμυρᾶς θαλάσσης ἄγριον μοχλευτήν | ||
/ [ ἐπικαλοῦμαι . ] μεγασθενῆ ] μεγαλοδύναμον . ⌈ τριαίνης ταμίαν : ἤγουν / φύλακα . ⌈ τὸν / |
περιφανὲς τὸ τοῖς μαθηταῖς ἐνδιδόναι μικρὰν ἐντεῦθεν ἔχειν ῥᾳστώνην εἴτε πανδήμου τινὸς ἑορτῆς ἀγομένης εἴτε σύγγραμμα νέου πεπληρωκότος , ἐφ | ||
κατεῖχε καὶ σκότος . Ἑταίρα ὄνομα , οὐκ ἐκ τοῦ πανδήμου καὶ ἀσελγοῦς ἐπιτηδεύματος . αἰσχύνασαι τὴν λατρείαν τὴν περὶ |
νεωστὶ κοπέντα κνῶπες δέ ἐστιν εἶδος ζῴων θηριωδῶν . * κνῶπες : θῆρες θηρία * θαλερήν : νεοθαλῆ πρώτην μὲν | ||
Κίρκην λέγει ἐπειδὴ διὰ τῆς φαρμακείας ἐθηροποίει τοὺς ἀνθρώπους . κνῶπες τὰ θηρία . καὶ Νίκανδρος ἵνα κνῶπες τραφερὴν βόσκωνται |
σχῆμα : δινεύεις : οὐδὲ χορεύεις , φησὶν , ὑπὸ θυρσομανεῖ , τῷ κώμῳ , μετὰ νεβρίδων , ἐν ἅρμασι | ||
τε προπάσας . ἀντὶ τοῦ κωμάζεις : οὐδ ' ὑπὸ θυρσομανεῖ : οἷον : οὐ χορεύεις μετὰ κλάδων καὶ δερμάτων |
καὶ κνώδαλα , τὰ πτηνὰ ἀπὸ τοῦ κνώσσειν ἐν τοῖς δάλοις καὶ τοῖς συνδένδροις τόποις : κνώδαλα τὰ θαλάσσια παρὰ | ||
καὶ κνώδαλα , τὰ πτηνὰ ἀπὸ τοῦ κνώσσειν ἐν τοῖς δάλοις καὶ τοῖς συνδένδροις τόποις : κνώδαλα τὰ θαλάσσια παρὰ |
οὖν , ὡς εἰκός , ἀπολελοιπότες χώραν γέμουσαν ἀπανθρωπίας καὶ ξενηλασίας ἐπιτηδεύουσαν καὶτὸ χαλεπώτατοντὰς τοῦ θεοῦ τιμὰς ἀλόγοις ζῴοις οὐχ | ||
τοῦ πολέμου τοῦ πρὸς Ἰλλυριοὺς συμβάντος αὐτοῖς . Ὅτι Ἀπολλωνιᾶται ξενηλασίας ἐποίουν κατὰ τὸν Λακεδαιμόνιον νόμον , Ἐπιδάμνιοι δὲ ἐπιδημεῖν |
μετ ' εὐασμοῦ μὴ παύεσθαι πρότερον , πρὶν παύσωνται τῆς λύττης : ἀεὶ δὲ συμβαίνειν ὥστε τινὰ ἐμπίπτειν τὴν τοῦτο | ||
τοῦ Οἰνομάου , ὡς δεινοί τέ εἰσι καὶ σφοδροὶ ὁρμῆσαι λύττης τε καὶ ἀφροῦ μεστοίτουτὶ δὲ περὶ τοὺς Ἀρκάδας εὕροις |
ἐκκλησίᾳ τῶν θεῶν δημηγορῶν , ὁπότε ἠπείλεις αὐτοῖς ὡς ἀπὸ σειρᾶς τινος χρυσῆς ἀναρτησόμενος τὰ πάντα : ἔφησθα γὰρ αὐτὸς | ||
ἐκ στοιχείων , οὔτε ἐκ μερῶν , ἀλλά τις οἷον σειρᾶς ἐστι πρόοδος καθ ' ὑπόβασιν προποδίζουσα πρώτων καὶ μέσων |
σταυροὶ καὶ σταυρώματα , σκηνώματα καὶ σκηναὶ καὶ σκηνήματα , καλύβαι , στρατόπεδα , καὶ πάνθ ' ὅσα ἐπὶ φρουρᾷ | ||
τοῦ πλακοῦντες διάφοροι . χλωραὶ δὲ σκιάδες : σκιάδες καὶ καλύβαι ἀνήθων αὐτῷ τῷ καρπῷ καταβριθόμεναι γεγόνασιν . οἱ δέ |
οὕτω καλουμένην , καὶ τὰ ἱερὰ , τουτέστι μεγάλα , τέμπη τῆς Δάφνης , ὅπου καὶ ἐπωνύμως τῷ Ἀντιόχῳ Ἀντιόχεια | ||
τέναγος . τούνδουνος , ὁ τοποτηρητὴς , παρὰ τούρκοις . τέμπη , τὰ σύνδενδρα πάντα : καὶ τὰ μεταξὺ τῶν |
καὶ τρυφῇ συμβαίνουσιν αἱ σκηναὶ δάφνης τε κλάδοις καὶ ποικίλοις ὑφάσμασι , ἀργύρῳ τε καὶ χρυσῷ , λίαν ἐπιμελῶς ἠσκημέναι | ||
καὶ τὸν μὲν Ἑλληνικὸν ἱματισμὸν ἐκλελοιπέναι , συναναγκάζεσθαι δὲ βαρβαρικοῖς ὑφάσμασι χρῆσθαι , συντεμόντας τὰ τῶν Ἰνδῶν περιβλήματα . κατὰ |
τοῦτο κεκρύφθαι [ φασίν ] . . Μάκριν δὲ ἀπὸ Μάκριδος τῆς Διονύσου τροφοῦ , Κέρκυραν δὲ ἀπὸ Κερκύρας τῆς | ||
τούσγε σὺν ἀλλήλοισιν ἔμιξαν / τεινάμεναι ἑανοὺς εὐώδεας ] τὸ Μάκριδος , ὃ νῦν ἱερὸν Μηδείας καλεῖται . Τιμαίου λέγοντος |
τέλους ἔχουσι τὴν ὀξεῖαν διὰ τοῦ Δ κλίνονται , χλαμύς χλαμύδος , χωρὶς τῶν ἐχόντων μακρὸν τὸ Υ : τὸ | ||
δὲ τοῦτο . πρόσταξις ἧκεν ἀδελφὴ τῆς προτέρας προστιθεῖσα θαλαττίῳ χλαμύδος βαφῇ λιθοκόλλητον ταινίαν φέρουσάν τι καὶ αὐτὴν καρποῦ θαλαττίου |
χῶρόν τινα πλήθει κομῶντα φυτῶν σχοίνοις περιβάλλουσι κύκλῳ πτερά τε ἐξαρτῶσιν αὐτῶν , ὡς ἂν κινοῖτο τῷ πνεύματι , καὶ | ||
: πολλοὺς δὲ ἐκ καλωδίων τεταμένων εἰς κίονας ἐκ τοίχων ἐξαρτῶσιν οἱ δῆμοι μετεώρους . Τούτων εἷς τῶν στεφάνων , |
ἐκέλευσεν . ὡς δὲ ἐπιβὰς τοῦ ἵππου ὤφθη αὖθις , κρότῳ δὴ πολλῷ ἐπεκτύπησεν ἡ στρατιὰ πᾶσα , ἐπήχησαν δὲ | ||
ἐμπόρων εὐδαιμονέστεραι , ἀντὶ ῥοθίου καὶ κυμάτων σὺν γέλωτι καὶ κρότῳ χρήματα ἐργαζόμεναι , μικρὰ τῆς πόλεως χρῄζουσαι διὰ τὴν |
γράφεσθαι Κραυγαλλίδαι : οὕτω γὰρ λέγεσθαι τὴν ἐν Φωκεῦσι πλησίον Κίρρας χώραν Κραυγάλλιον , ὡς καὶ Ξεναγόρας ἐν δʹ Χρόνων | ||
δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπˈλοις : ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ὑπὸ Κίρρας πετρᾶν ἀγὼν κρατησίποδα Φˈρικίαν . ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν |
τὴν κίστην ἀνοίγειν . αἱ δὲ ἀδελ - φαὶ τῆς Πανδρόσου ἀνοίγουσιν ὑπὸ περιεργίας , καὶ θεῶνται τῷ βρέφει παρεσπειραμένον | ||
, ἡμίμιτρον . ποδώνυχον ἡ ἐσθὴς ἡ τῆς ἱερείας τῆς Πανδρόσου . τὰ μὲν ἄλλα καλύμματα ἱερῶν τὰ δὲ ἐπίπομπα |
ἐκβάλλει τὸν βλαστόν , ὡς ἂν εἰπεῖν , ἀπὸ τῆς καμάρας . Οἱ δὲ καὶ τὰ κοντὰ πασσάλια τῶν κιτροφύτων | ||
τοὺς πάντας δυνάμενα : καλοῦσι δ ' αὐτὰ οἱ Ἕλληνες καμάρας . φασὶ δ ' ἀπὸ τῆς Ἰάσονος στρατιᾶς τοὺς |
χρωμένων ἐτόλμησαν . , : πλησίον δὲ τῆς Κύμης τὸ Μισηνὸν ἀκρωτήριον καὶ ἐν τῶι μεταξὺ Ἀχερουσία λίμνη . . | ||
καιρὸν Σικελίαν ἀπέστησεν ἐκεῖνος . Πλησίον δὲ τῆς Κύμης τὸ Μισηνὸν ἀκρωτήριον καὶ ἐν τῷ μεταξὺ Ἀχερουσία λίμνη , τῆς |
, τὸν τέρενα : ὦ Ἕλλην , ὦ τέρεν . Κανονίζεται ἐπὶ τούτων ἡ κλητικὴ τούτῳ τῷ λόγῳ : τὰ | ||
. Οἱ Ἀλκμᾶνες , τῶν Ἀλκμάνων , τοῖς Ἀλκμᾶσι . Κανονίζεται ἡ δοτικὴ τῶν πληθυντικῶν ἀπὸ τῆς δοτικῆς τῶν ἑνικῶν |
κόσμῳ συνδυασθέντες ἄρρεν τε καὶ θῆλυ . καὶ ὑποσημήναντος τὰς προβοσκίδας ὡς χεῖρας κεκολασμένως προύτεινον , καὶ ἐσιτοῦντο εὖ μάλα | ||
καὶ ὕδωρ προτεινόντων πίνουσι , καὶ οἶνον ἐγχεόντων ἐς τὰς προβοσκίδας οἳ δὲ τὴν φιλοτησίαν οὐκ ἀναίνονται . Τὸν ἰχθὺν |
φόρμιγγ ' ἐλελίζων : ἀντὶ τοῦ τῇ κιθάρᾳ τὸν ἐπίνικον προσᾴδων . κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος : ποίου , φησὶν , | ||
πρῶτα καὶ ἄντροις τὴν ἁρμονίαν ταύτην ἡρμόσατο , παιδικοῖς ἑαυτοῦ προσᾴδων ταῦτα τὰ κηλήματα . οὐκοῦν ὥρα καὶ ἡμῖν , |
αὐτῶν κατασκευάζουσιν . Ἀφαιροῦντες γὰρ τῶν ῥάβδων τὰς λεπτοτάτας καὶ διαπλέξαντες δικτύου τρόπῳ , φυτεύουσι κύκλῳ τῶν κηπευμάτων : καὶ | ||
ἐν τοῖς Τέμπεσιν ἀπίασι πάλιν στεφάνους ἀπὸ τῆς αὐτῆς δάφνης διαπλέξαντες , ἀφ ' ἧσπερ οὖν καὶ τότε ὁ θεὸς |
εἰς αὐτὸν βάλλουσιν , τῇ σφῶν διαλέκτῳ τὸν Ἀφροδίτης ὕμνον ᾄδοντες . Κατορύσσουσι δὲ κατ ' ἐνιαυτὸν γραῦν κατάκριτον παρὰ | ||
, πλήρης σταφυλῆς . ἐπάτουν δὲ ἑξήκοντα Σάτυροι πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες μέλος ἐπιλήνιον , ἐφειστήκει δ ' αὐτοῖς Σιληνός . |
. βάρη ] δυστυχήματα . γέννας ] τῆς γενεᾶς . πενθητῆρος ] † τῆς πολυπενθοῦς . κλάγξω ] ἠχήσω . | ||
ὡς πρώην εὐφήμουν σε , οὕτως νῦν πανόδυρτον μέλος πέμψω πενθητῆρος . σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιθεὶς τὰ λαοπαθῆ καὶ |
φησὶ , καὶ τὰ τῆς μάχης πολὺ ἡδύτερα αὐτῆς εἰσὶν εὐωχίας . . Ταῦτα εἰπόντος τοῦ Ἰολάου , ἐχάρη ὁ | ||
ἔπειτ ' ᾄδειν κακῶς , Συρακοσίαν τράπεζαν Συβαριτίδας τ ' εὐωχίας καὶ Χῖον ἐκ Λακαινᾶν , καὶ καταμεθυσθῆν ' ἡδέως |
ἡγεῖσθε καὶ κατανοεῖν ποίημα ; πολλῆς γὰρ ἀκρασίας ἀπενεγκαμένην τὰ ἀκροθίνια βδελύττεσθαι καλὸν ἦν , τῇ κατὰ Ῥωμαίους συῒ παρεικαζομένην | ||
πρόσφαγμα θεᾶς . σιγᾶτε , φίλαι : τὰ γὰρ Ἑλλήνων ἀκροθίνια δὴ ναοῖσι πέλας τάδε βαίνει , οὐδ ' ἀγγελίας |
ἔχαιρον οἱ ἄλλοι . ” διὰ τί γάρ ” ἔφασκον ἀνακινῶν τὸν ἐμαυτοῦ λογισμόν , „ τοσούτων ὄντων πρεσβευτῶν σχεδὸν | ||
ἀνελοῦ εἰς ἀγγεῖον ὑέλινον καὶ χρῶ ἐφ ' ἑκάστης ἡμέρας ἀνακινῶν καὶ ἀλείφων τοὺς πεπονθότας τόπους ἀπὸ τῶν ὕπνων καὶ |
ἄλλως δὲ τυφλός . Ὑπανοίγοντος δὲ τοῦ παιδὸς αὐτοῦ τὰ ταμεῖα καὶ τὴν θύραν , ἣν ἐκεῖνος ἰσχυρὰν ἐνόμιζεν εἶναι | ||
συνεχέσι καὶ μεγάλοις αὐτὰς ἐκτραχηλίζοντες , οἳ τὰ μὲν ἴδια ταμεῖα πληροῦσιν , ἅμα τοῖς χρήμασι καὶ τὰς ἀνελευθέρους κακίας |
Εὐφαὴς πρῶτα μὲν τὰ κατὰ νῶτον τοῦ στρατοπέδου φράξασθαι τοῖς σταυροῖς , μετὰ δὲ τὰ πλευρὰ ἀμφότερα . ἐπεὶ δὲ | ||
βασιλέως καὶ τοὺς Ἕλληνας . καὶ ἀνεσταύρισεν μὲν ἐπὶ τρισὶ σταυροῖς : πεντήκοντα δὲ Ἑλλήνων , ὅσους λαβεῖν ἴσχυσε , |
δέ τι καὶ τοιοῦτον : τὴν κράμβην τὴν λείαν κόψαντες ἀποθλίβουσι καὶ κνῆκον κόψαντες καὶ παραχέαντες ἐν κεραμείῳ ἀγγείῳ τιθέασιν | ||
φυτῶν καρπὸν τῶνδε . θηρῶσι δὲ αὐτὰ οἱ Ἰνδοὶ καὶ ἀποθλίβουσι , καὶ ἐξ αὐτῶν βάπτουσι τάς τε φοινικίδας καὶ |
ἁπλῶς τῆς Θετταλίας : ὁ δ ' Ἐνιπεὺς ἀπὸ τῆς Ὄθρυος παρὰ Φάρσαλον ῥυεὶς εἰς τὸν Ἀπιδανὸν παραβάλλει , ὁ | ||
ἐν τῇ μεσογαίᾳ τὸ Κρόκιον πεδίον πρὸς τῷ καταλήγοντι τῆς Ὄθρυος , δι ' οὗ ὁ Ἄμφρυσος ῥεῖ . τούτου |
ταύρῳ ἤτοι ταυρομόρφῳ Διονύσῳ κατάρξεται καὶ θύσει κρυφαίας καὶ μυστικὰς χερνίβας ἐν μυχοῖς τοῦ Δελφινίου τόπου ἤτοι τῆς Φωκίδος περὶ | ||
στιχουργήμασι ; ὁ Πύρρος τῆς μητρὸς αὐτοῦ Ἰφιγενείας μιμούμενος τὰς χερνίβας . λέγει δὲ τὴν ἐν Ταύροις αὐτῆς ξενοκτονίαν . |
' ἐν Ἀρκαδίᾳ : ἐν Ἀρκαδίᾳ πολλοὶ ἀγῶνες ἄγονται : Λύκαια : Κόρεια : Ἕρμαια . τά τ ' ἐν | ||
χαλκοῦς . Πολλοὶ δ ' ἄγονται ἀγῶνες ἐν Ἀρκαδίᾳ , Λύκαια , Κόρεια , Ἀλεαῖα , Ἕρμαια : ἐν δὲ |
ἐμποδὼν καταστάς , ἐμποδὼν γενόμενος , ἐπισχών , κωλύσας , ἀντιλαβόμενος , διαγαγών , ἀντισχόμενος , κατασχών , βραδυτῆτα ἐνειργασμένος | ||
, αὐτὸς δὲ εἰς δράκοντα μετεβλήθη . καὶ τῆς βασιλείας ἀντιλαβόμενος εἰς τὸν οὐρανὸν φαίνεται μετ ' αὐτῶν . δεῖ |
. τὴν ὁδὸν δηλονότι . ὁδὸν . ἐποχημάτων ἁρμάτων . χλιδῆς ] δόξης . πρότερον . δόμων ] τῶν . | ||
' εὖ φρονοῦσαν εἰδῆι . κόσμον μὲν ἀμφὶ κρατὶ χρυσέας χλιδῆς στολμόν τε χρωτὸς τόνδε ποικίλων πέπλων οὐ τῶν Ἀχιλλέως |
τῆς ἐν τοῖς ὀνείροις ὄψεως ποιούμενος ἐπ ' αὐτῆς τῆς ναυαρχίδος εἰς τὴν γῆν αὐτὴν κομίζει . Κἀκείνη ἄρτι ἀποβεβήκει | ||
Καῖσαρ ἐκ Δικαιαρχείας , θύων ἅμα καὶ σπένδων ἀπὸ τῆς ναυαρχίδος νεὼς ἐς τὸ πέλαγος ἀνέμοις εὐδίοις καὶ Ἀσφαλείῳ Ποσειδῶνι |
Τουτὶ τὸ κακὸν οὐ φαῦλον ἐξεγρήγορεν . Ὅδ ' αὖ μινυρίζων δεῦρό τις προσέρχεται . Τανυσίπτερε ποικίλα μάλ ' αὖθις | ||
φῇ : νῦν δὴ ' λέγομεν . Καὶ πάλιν : μινυρίζων τε καὶ γεγανωμένος ὑπὸ τῆς ᾠδῆς διατελεῖ τὸν βίον |
] ποιώδη λειμῶνα ] ἄλσος βουστάσεις ] τὰς τῶν βοῶν μάνδρας πατρός ] τοῦ σοῦ τὸ Δῖον ] τὸ τοῦ | ||
τοὺς δὲ ἀνδρείους μελαμπύγους . * πατρὸς κόπρους ἐπαύλεις , μάνδρας * . * ῥακτῶν βουστάθμων τραχειῶν βουστάσεων * . |
γὰρ αἴτιοι τοῦ φόνου ἐσμέν . Νενόμισται μὲν ὀρθῶς τὰς φονικὰς δίκας περὶ πλείστου τοὺς κρίνοντας ποιεῖσθαι διώκειν τε καὶ | ||
γεννῆσαι ἃ ἔπαθεν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς , μετὰ πελέκεως τὰς φονικὰς ἔκρινε δίκας . Τερεβίνθου ἀνοητότερος : ἐπὶ τῶν μωρῶν |
ὀθόνην ἐξέτεινα ἐν ὀρθῷ ξύλῳ ἐμμέσῳ : καὶ ἐν αὐτῷ διαπορευόμενος τοὺς αἰγιαλούς , ἡλίευον ἰχθύας οἴκῳ τοῦ πατρός μου | ||
αὐτόθεν ξυμμάχων παραλαβὼν τά τε ἄλλα ξυγκαθίστη περὶ τὴν ξυμμαχίαν διαπορευόμενος Πελοπόννησον τῇ στρατιᾷ , καὶ Πατρέας τε τείχη καθεῖναι |
τὴν γενναίαν νῦν λεγομένην σταφυλὴν ἢ τὰ γενναῖα σῦκα ἐπονομαζόμενα ὀπωρίζειν βούληται , ἐὰν μὲν ἐκ τῶν οἰκείων λαμβάνῃ , | ||
ὠστρακίσθησαν καὶ Ξάνθιππος καὶ Ἀριστείδης . Ἐφιάλτης τοὺς ἰδίους ἀγροὺς ὀπωρίζειν παρεῖχε τοῖς βουλομένοις , ἐξ ὧν πολλοὺς ἐδείπνιζε . |
καὶ ἰχθύων λέπη καὶ καράβων ὄστρακα καὶ κρεῶν ὀστᾶ καὶ ὀπώρας μίσκους , ἃ καὶ κορήματα κλητέον . παῖς ἐκκορείτω | ||
Πλάτων Πολιτικῷ . Ἀπήμονα , ἀβλαβῆ . Ἄπια , εἶδος ὀπώρας . Ἀπίους εἴρηκε Πλάτων ἐν Νόμοις . Ἀπιστεῖν , |
, ὦ Λατοῦς παῖ . ἀλλ ' ἐκπαύσω γὰρ μόχθους δάφνας ὁλκοῖς , χρυσέων δ ' ἐκ τευχέων ῥίψω γαίας | ||
, καὶ καθευδήσας ὁ Ἡσίοδος ὄναρ εἶδεν , ἐννέα γυναῖκας δάφνας αὐτὸν ψωμιζούσας : ἐδήλου δὲ τὸ ὄναρ πάντως ὡς |
ἄρα στενάξας , καὶ ἐς τρὶς ἐκάλεσε τὸν Σόλωνα . αἰθρίας γὰρ οὔσης καὶ πανηλίου ἡμέρας ἄφνω καὶ ἀδοκήτως νέφη | ||
ὀλίγον οἶνον ὑπολελειμμένον , ἐπλήρωσεν ὕδατος . γενομένης δ ' αἰθρίας εἰς τὸν αὐτὸν ὑποστρέψαντες τόπον , γευσάμενοι τοῦ μίγματος |
πρῶτον μὲν προῄσαν οἱ τὸν ὄχλον ἀνείργοντες Σιληνοί , πορφυρᾶς χλανίδας ἢ φοινικίδας ἠμφιεσμένοι . τούτοις ἐπηκολούθουν λαμπάδας φέροντες κισσίνας | ||
Πλάτων δ ' ἐν Ταῖς ἀφ ' ἱερῶν καὶ μαλλωτὰς χλανίδας εἴρηκεν , ὥστε οὐδὲν ἂν κωλύοι εἰπεῖν καὶ μαλλωτὸν |
ἴγδις ἡ θυία . τὸ δὲ πύραυνον , ᾧ τοὺς ἐμπύρους ἄνθρακας κομίζουσιν , εἴποις ἂν ἐμῇ δόξῃ καὶ πυρφόρον | ||
σὲ τὴν ὄρεγμα δεινὸν ἡμιλλημένην τύμβου ' πὶ κρηπῖδ ' ἐμπύρους τ ' ὀρθοστάτας , μεῖνον : τί φεύγεις ; |
τε πόλιν , ἣ καὶ τὰ εἴδη δέχεται θαυμαστῶς τῆς Ἰνδίας : τῶν δὲ τοῦ σώματος μερῶν γονάτων τε καὶ | ||
τρεῖς , Φοινίκης Πισιδίας καὶ Αἰθιοπίας . Σώλιμνα , πόλις Ἰνδίας , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν ἑνδεκάτῳ . τὸ ἐθνικὸν Σωλιμναῖος |
φησὶν , ἄνδρες , οἱ τοῖς γεράνοις πολεμοῦντες , πέρδιξιν ὀχήματι χρῶνται . . . . : Τὰ μὲν πρὸς | ||
κηδεστήν . Ἐτελεύτησε δὲ ἐν Βενετίᾳ , φερόμενος ἐπ ' ὀχήματι ἅμα τῷ συμβασιλεύοντι : πορεία δὲ ἦν αὐτοῖς ἀπὸ |
λαβόντα θερμοὺς ἐσχαρίτας , πῶς γὰρ οὔ ; τούτους ἀνειλίττοντα βάπτειν εἰς γλυκύν . καὶ Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : καὶ | ||
λαβόντα θερμοὺς ἐσχαρίτας , πῶς γὰρ οὔ ; τούτους ἀνειλίττοντα βάπτειν εἰς γλυκύν . Θάσιον ἔγχει . . ὃ γὰρ |
πρὸς ἰσχυροτέρους πέμπουσι παραλογιζόμενοι . λέων γηράσας ἐνόσει κατακεκλιμένος ἐν ἄντρῳ . παρῆσαν δ ' ἐπισκεψόμενα τὸν βασιλέα πλὴν ἀλώπεκος | ||
ἰδεῶν τὰ ποιὰ ὁ πατὴρ ἐγκατασπείρας τῇ σφαίρᾳ ὥσπερ ἐν ἄντρῳ κατέκλεισε , πάσῃ ποιότητι κοσμῆσαι βουλόμενος τὸ μετ ' |
ἢ ἐς πῦρ ἐναλλόμενοι ἢ τοῖς σφαγεῦσιν ὑπίσχοντες ἢ καὶ μεταπεμπόμενοι βραδύνοντας , ἕτεροι δὲ κρυπτόμενοι καὶ λιπαροῦντες ἀπρεπῶς ἢ | ||
ἐν ταύτῃ καλὸς φανοῦμαι . οὕτω δὴ οἱ μὲν ἀπελθόντες μεταπεμπόμενοι τοὺς φίλους ἐκόσμουν ταῖς στολαῖς . ὁ δὲ Κῦρος |
δὲ ὡς πολυφάγοι διεβάλλοντο , ὡς Κράτης : τριπήχη Θετταλικῶς τετμημένα . τοῦτο δ ' εἶπεν ὡς τῶν Θετταλῶν μεγάλα | ||
τάκωνας ποιησόμεθ ' οὐδ ' ἀλλᾶντας ; ἐπεὶ τριπήχη Θετταλικῶς τετμημένα ἡμίεκτόν ἐστι χρυσοῦ , μανθάνεις , ὀκτὼ ' βολοί |
πάσης ἀπειροκαλίας ἀπηλλαγμένα : καὶ σπονδὰς εἶδον ἐγκεκραμένας οὐκ ἐν ἀργυροῖς καὶ χρυσοῖς ἄγγεσιν , ἀλλ ' ἐν ὀστρακίναις κυλίσκαις | ||
αὐτὸν ἠνάγκαζε προςαγορεύειν , οὐκ ἀνεχόμενος ἀνδριάσι πλὴν χρυσοῖς καὶ ἀργυροῖς τιμᾶσθαι , καὶ τούτοις ἐν Καπιτωλίῳ . Ἐπλήρωσε δὲ |
πανταχοῦ δὲ λεγόμενον σημεῖον δημόσιον χειμέριον , ὅταν σύες περὶ φορυτοῦ μάχωνται καὶ φύρωσιν . . σύες φορυτῶι ἔπι μαργαίνουσαι | ||
ἄπλετόν ἐστι τὴν ἰσχύν . κοιμίζεται δὲ καὶ ἀφανίζεται πολλοῦ φορυτοῦ καταχυθέντος . λέγει ὁ Κνίδιος Κτησίας ταῦτα . Ἡ |
ἀποψηφίσασθαι τῶν δέκα στρατηγῶν . καὶ ἐνὸν αὐτῷ ἀποδρᾶναι τῆς εἱρκτῆς μὴ ἐθελῆσαι : τοῖς τε κλαίουσιν αὐτὸν ἐπιπλῆξαι καὶ | ||
ἐγκεντρίδας ὑποδησάμενος καὶ σπόγγους λαβὼν ἀνερριχήσατο διὰ τοῦ τείχους τῆς εἱρκτῆς . ἀναβλεπόντων δὲ ἐκείνων καὶ θαυμαζόντων τὰς τέχνας λαβὼν |
ἐπιούσῃ σκηνὰς οἱ καπηλεύοντες ποιοῦνται καλάμου τε καὶ ἄλλης ὕλης αὐτοσχεδίου : τῇ τελευταίᾳ δὲ τῶν τριῶν πανηγυρίζουσι πιπράσκοντες καὶ | ||
πορφύραν ἐπιβαλόντες , καὶ τὰ λοιπὰ τῆς σεβασμίου τιμῆς ἐξ αὐτοσχεδίου παρασκευῆς ἀθροίσαντες , καὶ προπομπεύοντος τοῦ πυρός , ἔς |
Βοιωτοί τε πρὸς δέκα ἡμέρας ἐκεχειρίαν ἐπεσπένδοντο πρὸς Ἀθηναίους τῷ δεκέτει : τῷ προειρημένῳ . παρενεγκούσας : προσθεμένας . ἰσχυρισαμένοις | ||
ἐκεχειρίαν δεχήμερον ἦγον . ὥστε ξὺν τῷ πρώτῳ πολέμῳ τῷ δεκέτει καὶ τῇ μετ ' αὐτὸν ὑπόπτῳ ἀνο - κωχῇ |
διὰ τὸ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων οἰκούντων τὰς Θήβας . . λαΐδος ] ληΐδος , λαοῦ . μιξοθρόου ] τῶν μεμιγμένων | ||
] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας . Ξ λαΐδος ] λαοῦ λαφυραγωγίας . θ ὀλλυμένας ] πορθουμένας . |
καὶ ἐκεῖνο προσακήκοα . τῶν Αἰολέων καὶ τῶν Τρώων τὰ λήια πολλὰς μυῶν μυριάδας ἐπελθούσας ἄωρα ὑποκείρειν καὶ ἀτελῆ τὰ | ||
μυχάτους προλελοιπότες οἴκους ἔρχονται βιότου κεχρημένοι , ὁππότ ' ἄρουραι λήια κειράμεναι καρπῶν πλήθωσιν ἀλωάς . οἱ δ ' αὐτοὶ |
ἡ Ἀμεινώ τῆς Ἀμεινῶς τῇ Ἀμεινῷ , . Ἀμείδητος : ἀμειδήτους : ᾧ ἐν ἀμειδήτους ἁγίας ηὐλίζετο νύκτας , τὰς | ||
, ὀργιάσαι , στῆσαί τε χοροὺς ἄντροιο πάροιθεν ᾧ ἐν ἀμειδήτους ἁγίας ηὐλίζετο νύκτας : ἐξ οὗ Καλλίχορον ποταμὸν περιναιετάοντες |
ἕπονται . Τοῖσι δ ' ἄρ ' εὐπλοΐην πόσις ὤπασεν Ἀμφιτρίτης προφρονέως : μάλα γάρ οἱ ἐνὶ φρεσὶ μέμβλετ ' | ||
ἄγρης ἰχθυβόλοι σπεύδουσιν , ἐπευξάμενοι μακάρεσσι κητοφόνοις ἀλεγεινὸν ἑλεῖν τέρας Ἀμφιτρίτης . ὡς δ ' ὅτε δυσμενέων βριαρὸς λόχος ἀντιβίοισι |
. Ἑλλάνικος δέ φησι χρησμὸν δοθῆναι τοῖς Τρωσὶν ἀπέχεσθαι μὲν ναυτιλίας , γεωργίαι δὲ προσέχειν , μὴ τῆι θαλάσσηι χρώμενοι | ||
εἰς τὸ στόμα κατέθηκαν αὐτῷ , μισθὸν τῷ πορθμεῖ τῆς ναυτιλίας γενησόμενον , οὐ πρότερον ἐξετάσαντες ὁποῖον τὸ νόμισμα νομίζεται |
Σιμωνίδης ἐν Μέμνονι διθυράμβῳ τῶν Δηλιακῶν . τὸ δὲ τεῖχος ᾠκοδόμητο τῆς πόλεως καὶ ἱερὰ καὶ βασίλεια παραπλησίως ὥσπερ τὰ | ||
τῷ τείχει , ᾗ μάλιστα τῇ ἀμπέλῳ καὶ τοῖς ξύλοις ᾠκοδόμητο : καὶ ὁπότε εἴη ἐγγύς , φύσας μεγάλας ἐσθέντες |
ἡ αἰτία τούτου εἴρηται ἐν τοῖς Μετεώροις : διὰ τὸ ἐξατμίζεσθαι πάλιν ἐξ αὐτῆς τὸ ὕδωρ ὑπὸ τοῦ ἡλίου καὶ | ||
τὴν γῆν τόπου τὰ πρῶτα τῆς ὑγρότητος ὑπὸ τοῦ ἡλίου ἐξατμίζεσθαι καὶ γίνεσθαι [ τὰ ] πνεύματά τε ἐξ αὐτοῦ |
ἄλλοις πᾶσι θεοῖς θύσαντας κοινῇ πάντας τοὺς πολίτας , σπένδοντας καθιεροῦν ἑκάστας τὰς ᾠδὰς ἑκάστοις τῶν θεῶν καὶ τῶν ἄλλων | ||
ἴσως , ἔφην , τοὺς μὲν νεὼς τοῖς θεοῖς προσήκει καθιεροῦν , τοὺς δὲ ἄνδρας τοὺς ἐλλογίμους τῇ τῶν βιβλίων |
καὶ ταῖς λοιπαῖς κατ ' αὐτὸν ἱστορίαις περί τε τῆς θρησκείας τῆς Αἰγυπτιακῆς καὶ τῶν βασιλέων αὐτῶν . Τί δέ | ||
ἀπονέμων καὶ τοὺς ἐπιμελησομένους αὐτῶν ἱερεῖς καθιστὰς ἁγνείας τε καὶ θρησκείας καὶ καθαρμοὺς καὶ τὰς ἄλλας θεραπείας καὶ τιμὰς πάνυ |
παίδων καὶ γυναικῶν καὶ τῶν ἄλλων χρημάτων ὅσα λάβοι , δεκάτας ἐκεῖ τῷ ἁρμοστῇ κατατιθεὶς τούτων ἀκριβῶς , τὴν δέ | ||
τὴν γνώμην , τὸν θεὸν ἐπέρεσθαι εἰ αὐτῷ φίλον ἀνθρώπων δεκάτας ἀπολαμβάνειν , πέμπουσι τὸ δεύτερον θεοπρόπους , καὶ ὁ |
πρὸ αὐτῆς . Ποιεῖ , φησίν , ἡ δι ' ὤχρας , ὡς αἱ πρὸ αὐτῆς , πρὸς περιθλάσεις καὶ | ||
κύθραν ὠμὴν , ξήρανον ἐν ἡμέρας ιʹ , καὶ λαβὼν ὤχρας καὶ κυανοῦ ἀνὰ μέρος αʹ , λείου ὄξει ἀκράτῳ |
μέλος , ἤγουν ὡς πρώην εὐφήμουν σε , οὕτως νῦν πανόδυρτον μέλος πέμψω πενθητῆρος . σεβίζων καὶ διὰ θρήνου τιθεὶς | ||
τὰ σώματα τῶν Περσῶν . . ἥσω ] πέμψω . πανόδυρτον ] πάγκλαυτον μέλος , ἤγουν ὡς πρώην εὐφήμουν σε |
ὃ δὲ πέπυσμαι , ἐκεῖνό ἐστιν . ἀνὴρ τῆς τούτων ἄγρας οὐκ ἄπειρος , δύναμιν λαβὼν ἐκ βασιλέως τοῦ Ῥωμαίων | ||
καὶ ἀμῦναί σφισιν ἀδυνάτους . ἐπεὶ δὲ ἀφίκετο ἔκ τινος ἄγρας ὅ τε πατὴρ καὶ ἡ μήτηρ καὶ εἶδον τοὺς |
γὰρ τὴν ὥραν γίγνονται . κατασκέψασθαι δὲ προελθόντα εἰς τὰς ὀργάδας , οὗ εἰσιν ἔλαφοι πλεῖσται : ὅπου δ ' | ||
δὶς τόσου μ ' ἐκούφισας . καὶ πῶς πρὸς Ἴδης ὀργάδας πορεύεται , πλαγχθεὶς πλατείας πεδιάδος θ ' ἁμαξιτοῦ ; |
δὲ ἄρας ἐκ Κορίνθου φθινοπώρου ἀρχομένου μετά γε τῆς ἰδίας αὐλῆς καί τινων τῶν ἐν τέλει ἔξεισι τοῦ Ἰσθμοῦ καὶ | ||
τοξοτῶν καὶ ὑπασπιστῶν καὶ δὴ καὶ τῶν ἀπὸ τῆς ἰδίας αὐλῆς τοὺς μαχιμωτάτους νυκτὸς ἐλθεῖν ἐπὶ τὰς παρόδους καὶ φθῆναι |
καρποδοτείρηι : ἔλθετ ' ἐπ ' εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν | ||
τῇ πηγῇ : ὅπου τὸ καλλιπόταμον ὕδωρ τῆς Δίρκης τὰς εὐκάρπους χώρας ἐπιβαίνει : ἡ ὑγρασία : γᾶς : βοτανοτρόφους |
τεθρίππων ἀνωσθέντες , ποσὶ καὶ τροχοῖς κατηλοήθησαν , ἀνοίας τἀπίχειρα εὑράμενοι . Περὶ μὲν οὖν τούτων ἀπόχρη τὰ λεχθέντα . | ||
τοῦ Διὸς τεχθεῖσα ἐν τριόδοις ἐρρίφη , βουκόλοι δὲ Φέρητος εὑράμενοι αὐτὴν ἀνέθρεψαν , ὅθεν ἐν ταῖς τριόδοις αὐτῇ τὰς |
συμφορὰς , σὺ δὲ ἠβούλου ὡς μητρυιὰ φθονοῦσα τῷ προγόνῳ ἀριστεύσαντι : καὶ ἐγὼ μὲν οὐκ ἠδυνάμην ἐν αἰχμαλώτου καὶ | ||
ψιλοῖς ἕτερα . πρὸ τῆς μάχης σιγὴν κηρύξας ἐπηγγέλλετο τῷ ἀριστεύσαντι ἐν τοῖς ὁπλίταις ἆθλον καὶ τὸ πάλιν ἐν τοῖς |
παῖδα καὶ ὠνόμασε αὐτὸν Παρθενοπαῖον . ὀρεσκόου ] ὀρεινῆς . ὀρεσκόου ] ἤγουν τῆς Ἀταλάντης . Ξ ὀρεσκόου ] τῆς | ||
ἑφθὰ καὶ τετηκότα . ὡς ἔκπλεώς γε δαιτός εἰμ ' ὀρεσκόου : ἅλις λεόντων ἐστί μοι θοινωμένωι ἐλάφων τε , |
ἀσπίδας δηλονότι . Γ ἔκλυον ἱδρώοντας Γ : ἀπέλυον , ἐξέλυον . Γ εἶτα ἐν εἰσθέσει στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι | ||
τῶν βελῶν , πάντων δὲ τὴν ἐκ τῆς βίας φορὰν ἐξέλυον : τοὺς δ ' ἐκ τῶν πετροβόλων φερομένους λίθους |
Ἔδωκαν δὲ καὶ τὰς φάττας καὶ τὰς κίχλας Λάμωνι καὶ Μυρτάλῃ κομίζειν , ὡς αὐτοὶ θηράσοντες ἄλλας , ἔστ ' | ||
. Τῷ Λάμωνι μὲν οὖν οὐδὲν ἐτόλμησεν εἰπεῖν , τῇ Μυρτάλῃ δὲ θαρρήσας καὶ τὸν ἔρωτα ἐμήνυσε καὶ περὶ τοῦ |
εἰς τοὔμπροσθεν τῆς ἡλικίας προϊών . Ἐνστάσης δέ τινος ἑορτῆς Λατίνης , ὁπότε καὶ τοὺς ὑπάτους εἰς Ἄλβαν τὸ ὄρος | ||
ἃς διορίζουσιν αἱ δύο Τύχαι ἐφ ' ἑκάτερα ἱδρυμέναι τῆς Λατίνης ὁδοῦ , καὶ ἔτι Σουέσσουλα καὶ Ἀτέλλα καὶ Νῶλα |
ὁ Τιμαῖος τὰς θείας ψυχὰς , τὰς δὲ ἡμετέρας ἐξ ἀκηράτων οὐκέτι πάμπαν . Τῷ δὲ καὶ πάσης ψυχῆς προσυπακουστέον | ||
πορεύει Στρυμών , ὅς ποτε τᾶς μελωιδοῦ Μούσας δι ' ἀκηράτων δινηθεὶς ὑδροειδὴς κόλπων σὰν ἐφύτευσεν ἥβαν . σύ μοι |
τι περὶ τοῦ σοῦ κυήματος ἄφροντις γενόμενος καὶ τῆς ἐμῆς ὠδῖνος συμφροντίσαις . Ὡς οὖν ἐδόκει αὐτῷ , καθίσαντες ἐπὶ | ||
, ὑπονοεῖσθαι μόνον δίδωσιν ἑαυτό , καὶ τοῦτο μέχρι μόνης ὠδῖνος , καὶ ὅσα περὶ τούτου προείρηται , ἐπεὶ οὐδὲ |
ἀνενέργητον δὲ τούτων καὶ τὸ κυούμενον , σκεπτέον εἰ τῷ ἡσυχάζοντι καὶ καθεύδοντι ἢ νὴ Δία γε τῷ κεκαρωμένῳ ἔοικεν | ||
τινὲς εἰς ἐρημίαν , ἵν ' ἐν τῷ καθαρωτάτῳ καὶ ἡσυχάζοντι εὔξωνται , θέαν ἔκνομον ἰδόντες , ξύλων ὕλην συγκομίζοντα |
' ὧν ἔδωκαν ἡμῖν [ ὠφελίμων ] εἰς τὸν βίον ἀπαρχὰς ποιεῖσθαι : περὶ δὲ τοῦ τρίτου διαπορεῖ , τί | ||
διαλυθέντος διέπλευσεν ὁ Ἡσίοδος εἰς Δελφοὺς χρησόμενος καὶ τῆς νίκης ἀπαρχὰς τῷ θεῷ ἀναθή - σων . προσερχομένου δὲ αὐτοῦ |
καὶ καθιδρύσεις ἀγαλμάτων καὶ δὴ καὶ εἰς τὰς τῶν θυσιῶν ἱερουργίας . Οὐδὲ γὰρ ἂν ἄλλως τοῖς ἐπὶ γῆς τόποις | ||
τοῦ Καρκίνου αʹ δωδεκατημόριον σημαίνει περὶ ἀρχῆς ἢ ἀρχιερωσύνης ἢ ἱερουργίας , τὸ βʹ περὶ μεγάλου πράγματος καὶ ἀξίας καὶ |
μικρὸν ἐπανεστηκότι τῆς ἀγορᾶς . ἱερά τε ἱδρύσαντο καὶ βωμοὺς καθιέρωσαν οἷς ηὔξαντο κατὰ τὰς μάχας θεοῖς , Ῥωμύλος μὲν | ||
ἀπολαύοντες μηδεμίαν ἔχωσιν ἐμπειρίαν τῶν κατὰ πόλεμον ἔργων . καὶ καθιέρωσαν αὐτοὺς τῷ θεῷ , συγχωρησάντων σχεδὸν ἁπάντων τῶν Ἑλλήνων |