κακὸν μέλος καὶ ἄμουσον ἔχουσαν ὡς θρηνῶδες καὶ ἀπευκτήν . ἱάν ] βοήν . Μαριανδηνοῦ ] † οὗτος γὰρ ἀμούσως
κακὸν μέλος καὶ ἄμουσον ἔχουσαν ὡς θρηνῶδες καὶ ἀπευκτήν . ἱάν ] βοήν . Μαριανδηνοῦ ] † οὗτος γὰρ ἀμούσως
6669534 κακομελετον
πέμψω λόγους θρήνων καὶ κακῶν γέμοντας : τὸ δὲ ἱὰν κακομέλετον Μαριανδηνοῦ θρηνητῆρος ἀντὶ τοῦ θρῆνον ἐκμελῆ καὶ ἄμουσον οἶος
' ἐγενόμαν . νόστου σοι τὰν πρόσφθογγον κακοφάτιδα βοάν , κακομέλετον ἰὰν Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος πέμψω πέμψω , πολύδακρυν ἰαχάν .
5949122 θρηνητηρος
νόστου σοι τὰν πρόσφθογγον κακοφάτιδα βοάν , κακομέλετον ἰὰν Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος πέμψω πέμψω , πολύδακρυν ἰαχάν . ἵετ ' αἰανῆ
ἄμουσον μέλος ἔχουσαν ὡς θρηνώδη καὶ ἀπευκτήν . . Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος ] Μαριανδυνοὶ αὐλοὶ , ἐπιτηδειότατα ἔχοντες πρὸς θρῆνον .
5859249 προσφθεγγεσθαι
λέγω πολύδακρυν : τουτέστιν , ὥσπερ τοὺς ἐξ ἀποδημίας ἰόντας προσφθέγγεσθαι δίκαιον , οὕτω καὶ ἐγὼ πρός σε πέμψω λόγους
τοῦ καταφρονητικοῦ τῶν δευτέρων : εἶτα μετὰ τὸ ἐρασθῆναι μηδὲν προσφθέγγεσθαι ἕως οὗ καιρὸν ἔχῃ τοῦ συνιέναι φιλοσόφων λόγων ,
5843417 προσφθογγου
] η . † ἐγενόμην . στροφὴ ἑτέρα κώλωνϚʹ . προσφθόγγου ] χαιρετιστικοῦ . νόστου ] ὑποστροφῆς . τὰν ]
ἡ σύνταξις , πέμψω σοι τὴν βοὴν τοῦ νόστου τοῦ προσφθόγγου κακοφάτιδα ἰὰν καὶ βοὴν κακομέλετον Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος , ἰαχὴν
5411162 πεμψω
προσθεῖναι χωρὶς τῶν ἀπὸ τοῦ ἥσω μέλλοντος τοῦ σημαίνοντος τὸ πέμψω , ἐξ οὗ τὸ ἀφήσω : τοῦτο δὲ εἴρηται
Ἀθηναίων κόρους ἥξω : παρ ' ὅπλοις θ ' ἥμενος πέμψω λόγους Κρέοντι νεκρῶν σώματ ' ἐξαιτούμενος . ἀλλ '
5113902 καλω
τεκτόνων τέχναι καὶ χεῖρες ἕτεραι καὶ ἅμαξαι καὶ δοκοὶ καὶ κάλω , ἀλλ ' οὐδεὶς ἦν λογισμὸς ὁ πείσων πλειόνων
περὶ τοῦ δεῖν ἀπάγξασθαι λέγων μία μὲν γάρ ἐστιν ἀπὸ κάλω καὶ θρανίου . ἐπιθράνους δ ' ἐκάλουν τὰ ξύλα
5088833 μεθες
ἀλλ ' εἰμὶ παρὰ σοὶ νῦν ἅπας κοὐκ ἄλλοθι . μέθες νυν ὀφρὺν ὄμμα τ ' ἔκτεινον φίλον . ἰδού
τιμιωτέρα φανῆι ; ἄπελθε πρὸς θεῶν δεξιάν τ ' ἐμὴν μέθες . οὐ δῆτ ' , ἐπεί μοι δῶρον οὐ
5007475 κακοφατιδα
σύνταξις : πέμψω σοὶ τὴν βοὴν τοῦ νόστου τοῦ προσφθόγγου κακοφάτιδα , ἱὰν καὶ βοὴν κακομέλετον Μαριανδηνοῦ θρηνητῆρος , ἰαχὴν
σοι , ἤγουν χαιρέτισμα πέμψω αὐτὸς ἰαχὴν πολύδακρυν διὰ τὴν κακοφάτιδα βοὴν τῆς ὑποστροφῆς . τινὲς δέ φασι πρὸ τοῦ
4981709 ἀνοσιους
Ἐπικούρου λόγους εὐθύνουσιν [ ] ὡς ἕνεκα [ τοιούτων ] ἀνοσίους ? ὄντας : οὐδεὶς ? γὰρ ὡς εἰπεῖν [
μακρὸν αὐτοῖς ποιῶν τὸ ναυάγιον . γῆ μὲν οὖν τοὺς ἀνοσίους οὐκ ἐδέχετο , θαλαττεύοντες δὲ πολὺν χρόνον ἐν ἀπορίᾳ
4961220 ἐξεταζε
πραγμάτων ὀρθὸς φανῆναι κριτής , ἐάσας τὸ τέλος τὴν γνώμην ἐξέταζε , καὶ μίαν ὄψει προσοῦσάν μοι πανταχοῦ . ἀνήχθην
εἰς εὐδοξίαν συμπράττειν σὸν ἂν εἴη τοῦ διδασκάλου κέρδος . ἐξέταζε δὴ τὸν τοῦδε ἐξετασμόν : οὐ γὰρ ἀξιοῦμεν τοὺς
4877399 ἁλωσομαι
σὺ νῦν . Ἐκμάνθαν ' : οὐ γὰρ δὴ φονεὺς ἁλώσομαι . Τί δῆτ ' ; ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν γήμας
δεινά . δεινότερά γε Δεινίου . ἐν τοῖς ἐμαυτοῦ δικτύοις ἁλώσομαι . λέων ὅπου χρή , καὶ πίθηκος ἐν μέρει
4862610 παυσω
κλίνην , ἐγὼ γὰρ ὑμᾶς τῶν ἐπὶ τῇ κόρῃ δακρύων παύσω . „ καὶ ἅμα ἤρετο , ὅ τι ὄνομα
δ ' ἐμὴ ἐμόν . ἐγὼ οὖν τὸ μὲν ἐμὸν παύσω ἐξ ἅπαντος , ἐπ ' ἐμοὶ γάρ ἐστιν :
4817545 ἀποκτενω
ποιήσομεν . Καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ υἱὸς Φαραώ : ἐγὼ ἀποκτενῶ τὸν πατέρα μου τῇ νυκτὶ ταύτῃ , διότι ὁ
ἡ ἀντιστρέφουσα τῇ προαποδεδομένῃ , ἧς ἡ ἀρχὴ “ ὡς ἀποκτενῶ κέκραχθε ” , τέλος δὲ τῆς πρώτης “ οὐ
4726086 ἐλεγξω
πέρι λέξηι πρὸς ἡμᾶς , Ἡλίου μολὼν δόμους τοὺς σοὺς ἐλέγξω , μῆτερ , εἰ σαφεῖς λόγοι . ἤδη ?
. τοῦτο τοίνυν ἐγὼ μὲν οἶδα ψεῦδος ὄν , καὶ ἐλέγξω δέ , ὅταν εἰσίω πρὸς τοὺς ταῦτα μεμαρτυρηκότας :
4701000 προδω
παρακολουθήσειν ψυχήν τε καὶ σῶμα αἰκιζομένας , ὅταν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς σώσαντάς με ἀπολωλότα ὑφ ' ὑμῶν καὶ μετὰ
ἢ πρὸς ἀνθρώπους δίκαιον ὑπολήψεταί με , ἐὰν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς ὀρφανούς , οἷς τοσαύτας ὀφείλω χάριτας ; ἀλλ
4674588 ἐδεδοικειν
[ ] ? ἢ δίκην [ ] ἐπιρρέπουσαν [ ] ἐδεδοίκειν [ ] ; οὐ δῆτα [ ] ἔγωγε ?
διεχείρισα [ καὶ ] εὔθυναί μοι [ ἦσαν ] ἃς ἐδεδοίκειν [ ] , ἢ ἄτιμος [ ἦν ] ,
4641787 παρθεμενοι
τι μεγαίρω ἕρδειν ἔργα βίαια κακορραφίῃσι νόοιο : σφὰς γὰρ παρθέμενοι κεφαλὰς κατέδουσι βιαίως οἶκον Ὀδυσσῆος , τὸν δ '
κάρτιστοι δὲ τότ ' ἄνδρες ἐπὶ μόθον , ὁππότε θυμὸν παρθέμενοι στονόεντος ἀφειδήσωσιν ὀλέθρου , ὡς νῦν Τρώιοι υἷες ἀταρβέες
4637510 φευγω
καὶ μόνον οὐ λέγει τί ποιήσομεν ; εἰ ἀνάγκῃ ἀποληφθεὶς φεύγω τὸ λέγειν περὶ ἐμαυτοῦ , τί τὸ συμβαῖνον ;
δοκεῖν καὶ τὴν ἀλήθειαν βιάζεται : διὰ τὸ ἐκεῖ παραγενέσθαι φεύγω τὸ εἶναι δειλός : μέγα γὰρ ἡ εὐγένειά σου
4628037 ἀπαφω
καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ ἀμφίβληστρον . . . . . ἀπαφῶ , , : ἀπαφῶ : σημαίνει τὸ ἀπατῶ .
ἢ παρὰ τὸ φῶ , τὸ ἀπατῶ , ὅθεν τὸ ἀπαφῶ . . . . ἀποφράδες : ἀποφράδας ἔλεγον οἱ
4625837 λεξω
ὄναρ φανερὸν εἶδόν ποτε ὥσπερ ἐπὶ τῆς παρελθούσης νυκτός . λέξω δέ σοι τοῦτο . ἰστέον δὲ ὅτι Ἰάονες οἱ
ἐπέσχον : συγκλείσας : τὰ μαντικά : τὸ ἑξῆς : λέξω δέ σοι : τὸ δὲ νοσεῖ ἀντὶ τοῦ στασιάζει
4613336 ἐπαγγελλομαι
κτώμεθα . χειροτονήσατε ἐμὲ τοῦ πρὸς Χαιρέαν πολέμου στρατηγόν : ἐπαγγέλλομαι διαλύσειν τὸν γάμον : ἐφοπλιῶ γὰρ αὐτῷ Ζηλοτυπίαν ,
πρῶτον μὲν τὰ ὑμέτερα , δεύτερον δὲ ἅτινα νῦν κηρύττειν ἐπαγγέλλομαι . γινώσκων δὲ λοιπὸν τίς ὁ θεὸς καὶ τίς
4612625 προσεπτατο
σε χρή . Τίς γάρ ποτ ' ἀρχὴ τοῦ κακοῦ προσέπτατο ; δήλωσον ἡμῖν τοῖς ξυναλγοῦσιν τύχας . Ἅπαν μαθήσῃ
αἰσχύνομαι θεόσσυτον χειμῶνα καὶ διαφθορὰν μορφῆς , ὅθεν μοι σχετλίᾳ προσέπτατο . αἰεὶ γὰρ ὄψεις ἔννυχοι πωλεύμεναι ἐς παρθενῶνας τοὺς
4606578 φρασω
Σμικρίνη . λέγεις δὲ τί ; ἁδελφόςὦ Ζεῦ , πῶς φράσω ; σχεδόν τι σου τέθνηκεν . ὁ λαλῶν ἀρτίως
συντυχίαν πόθ ' ἥξει ] ἐλεύσεται , ἵνα αὐτῷ ἀπαλλαγὴν φράσω † πάντ ' ἐκκάλυψον : αἱ συστηματικαὶ αὗται περίοδοι
4591115 ἀγετε
: δυστυχέστερα : ἀνάγετ ' ἀνάγετε : ἀνεγείρετε , ἄνω ἄγετε , ἀναλαμβάνετε , ἀναβάλλεσθε , ἀντὶ τοῦ προοιμιάζεσθε :
ἀτυχίαις ἔλυσάς σου τὴν παρθενίαν , δέον ἐν εὐτυχίαις : ἄγετε τὸν ἁβρὸν δήποτ ' : τὸν ἐμὸν πόδα πρῴην
4582287 ἐπαιρε
ἂν ἐκμάθω εἴ τίς με λύειν τῆσδε κωλύσει χέρας . ἔπαιρε σαυτήν : ὡς ἐγὼ καίπερ τρέμων πλεκτὰς ἱμάντων στροφίδας
ἵνα καταισχύνωσιν αὐτὴν οἱ Ἕλληνες : ὀρθρεύου σὰν ψυχάν : ἔπαιρε τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν , ὦ χορέ . ἀπὸ μεταφορᾶς
4574465 αὐτοκρατορ
Ἵνα δὲ φυτεύσω ταῖς σαῖς ἀκοαῖς , κράτιστε καὶ μέγιστε αὐτοκράτορ , ἃ δίχα πάσης κηλίδος ἀναγέγραπται , ἐξέταζε τὸν
ζῆθι καὶ τοῦ αὐτοκράτορ . Ὅταν δὲ προσθεὶς εἴπω ζῆθι αὐτοκράτορ πάντοτε , ἀπὸ τριῶν λέξεων τὸν λόγον ἐποιησάμην :
4573849 ξυνιετε
ἠλιθιότητος τῆς ἐμῆς . Ὦ λιπερνῆτες πολῖται , τἀμὰ δὴ ξυνίετε . Οὐ δύνανται πάντα ποιοῦσαι νεωσοίκων λαχεῖν , οὐδὲ
† ἀστὸν † γεγονέναι τὸν Φειδίαν . Γ τἀμὰ δὴ ξυνίετε Γ : πρὸς ταῦτα καὶ Κρατῖνος ἐν Πυτίνῃ πεποίηκεν
4563180 Δικην
πρεσβίστην καλέω καὶ φωσφόρον Ἦμαρ , Πίστιν τ ' ἠδὲ Δίκην καὶ ἀμύμονα Θεσμοδότειραν , Ῥείαν τ ' ἠδὲ Κρόνον
ὃ καὶ τὰς Ὥρας γεγέννηκε , τὴν Εὐνομίαν , τὴν Δίκην καὶ τὴν Εἰρήνην . δικαίου γὰρ πολιτευομένου καὶ διαγωγὴν
4559715 λεγετε
ἀντὶ τοῦ ἀγγελλέτωσαν ὁμόφωνον ποιοῦσι τῷ τρίτῳ δυϊκῶν τυπτέσθωσαν , λέγετε λεγόντων ἀντὶ τοῦ λεγέτωσαν . καὶ ὁ θεολόγος Γρηγόριος
γὰρ ἐκεῖνο , ὅτι τοῖς πολλοῖς ὑμῶν ἐξὸν λέγειν οὐ λέγετε , ὥστε τοῦτ ' οὐδὲν ἡγεῖτο βαρύ , καὶ
4545582 ἡκετε
ὑμᾶς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , γιγνώσκειν ὅτι οὐ κρινοῦντες ἥκετε τήμερον οὐδένα τῶν ἀδικούντων , ἀλλὰ βουλευσόμενοι περὶ τῶν
φύσεως οἴκοθεν . καὶ πάλιν , οἱ μὲν δικάζοντες ὑμεῖς ἥκετε μᾶλλον ἡμῶν τῶν κατηγόρων εἰδότες καὶ ὀφείλοντα τῷ δημοσίῳ
4543831 ἀκουσατε
, ὅπου ἐστίν . Ὅτι δ ' ἀληθῆ λέγω , ἀκούσατε τοῦ ψηφίσματος , καὶ ἀναμνήσθητε τοῦ πολέμου , καὶ
αὐτοῦ : Ἀκούσατε , τέκνα μου , υἱοὶ Νεφθαλείμ , ἀκούσατε λόγους πατρὸς ὑμῶν . Ἐγὼ ἐγεννήθην ἀπὸ Βάλλας :
4535854 μισω
ἀλλ ' ἔγωγε τοῦ τὰ δέοντ ' ἔχειν τὰ περιττὰ μισῶ : τοῖς ὑπερβάλλουσι γὰρ τέρψις μὲν οὐκ ἔνεστι ,
ἡγούμενον γυναῖκα τὴν μὲν θάπτειν , τὴν δὲ γαμεῖν , μισῶ τε καὶ βάρβαρος εἶναί μοι δοκεῖ καὶ θηρίον καὶ
4530067 ἐλπιζω
πόλει . Περὶ μὲν οὖν τῆς ὅλης κατηγορίας μετρίως μοι ἐλπίζω προειρῆσθαι : περὶ δὲ αὐτῶν τῶν νόμων οἳ κεῖνται
, ἐν τῷ παρόντι λόγῳ δηλώσας , μέγα τι τοῦτο ἐλπίζω εἰς ἅπασαν τὴν τέχνην συγγεγραφέναι . καίτοι φήσει τις
4513005 πραττω
. , . * . Ἀδρανής : δραίνω , τὸ πράττω , δρανῶ ἔδρανον δρανής , καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ
γάρ , ὥστε ὁρᾶν ἐξέσται αὐτῇ ὅ τι ἂν ἐγὼ πράττω . Ὥρα ἄν , ἔφη , συσκευάζεσθαι ὑμῖν εἴη
4510441 ἰνδαλλω
, τὸ ὁμοιῶ , γίνεται ἰδάλλω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἰνδάλλω , ἐξ οὗ καὶ ἴνδαλμα . . . ,
οἷον ἰέναι ποιῶ . . . . . ἰνδάλλω : ἰνδάλλω : ὥσπερ παρὰ τὸ ἄγω γίνεται ἀγάλλω , ἰῶ
4509924 ὀλεθριας
ψυχρὸν ἀρρώστημα . τοῦτο τὸ σημεῖόν ἐστι καὶ σημεῖον φρενίτιδος ὀλεθρίας καὶ λοιμώδους ἀρρωστήματος καὶ ἀξιολόγων ἐμφράξεων . σημεῖον μετρίου
ποιοῦσιν . ἔμαθον τάδε , ὦ Προμηθεῦ , τὰς σὰς ὀλεθρίας τύχας θεασαμένη . . οὔποτε ] ὃν ὁ Ζεὺς
4505291 εἰσορωσα
ταρβῶ γὰρ καὶ φοβοῦμαι τὴν ἀστεργάνορα παρθενίαν τῆς Ἰοῦς , εἰσορῶσα αὐτὴν δαπτομένην καὶ δαμαζομένην ἐν τῷ γάμῳ τοῦ Διός
ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται δόλιον ὄμμ ' ἔχων
4501884 ἀποσκευασαμενος
αἰτήσων δωρεὰν μόνος τῶν πώποτε τυραννοκτόνων πληγῇ μιᾷ δύο πονηροὺς ἀποσκευασάμενος καὶ φονεύσας τὸν μὲν παῖδα τῷ ξίφει , τὸν
καὶ ἔχθρας παρεῖχε . μάλιστα δὲ ὁ Ἀντωνῖνος ἀφόρητος ἦν ἀποσκευασάμενος τὸν Πλαυτιανόν . ᾐδεῖτο δὲ καὶ ἐφοβεῖτο . .
4497744 ἐπευχομαι
ἢ γράφεται τῷδε μέν , ἵν ' ᾖ οὕτως : ἐπεύχομαι τῷδε μὲν καὶ τούτῳ τῷ Ἐτεοκλεῖ ὥστε εὐτυχεῖν ,
, τοῖσι δὲ καὶ τούτοις , ἤγουν τοῖς πολεμίοις , ἐπεύχομαι δυστυχεῖν . τὸ δὲ ἰὼ πρόμαχ ' ἐμῶν δόμων
4494633 ἀποδιδωμι
τὸ χρέος . ὥσπερ ἀποτίω ⌈ καὶ [ τὸ ] ἀποδίδωμι ⌈ τὸ τὸ ⌈ ὀφειλόμενον [ κεχρεωστημένον ] ⌈
μεμένηκε . διὸ θρεπτήρια οὔσῃ μοι πατρίδι πρὸς μητρὸς ταῦτα ἀποδίδωμι αὐτῇ Ἐπειδὴ κατὰ δαίμονα καὶ τὴν τοῦ κρατίστου Κασσίου
4492797 ὁρμα
ἴδῃς τούτους φεύγοντας , ἐμέ τε ἤδη παρεῖναι νόμιζε καὶ ὅρμα εἰς τοὺς ἄνδρας : καὶ σὺ γὰρ τότε τοῖς
μάχην . ' ποτρύνου ] παρακινοῦ . ' ποτρύνου ] ὅρμα . θ ' ποτρύνου ] κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ ὀτρύνου
4490977 εὐγνωμονας
μὲν καὶ ἐπιψόγους φαίνεσθαι τοὺς ἄνδρας , τὰς δὲ γυναῖκας εὐγνώμονας καὶ δικαίας . ταῦτα δὲ λέγει διὰ τὸν Ἰάσονα
διαγίγνεσθαι . χρὴ οὖν πειρᾶσθαι τοὺς φιλαιτίους φεύγειν καὶ τοὺς εὐγνώμονας διώκειν , καὶ τῶν πραγμάτων ὅσα μὲν δύνασαι ποιεῖν
4481399 κλυω
ἒ ἕ , ἒ ἕ , ὄτοβον ἁρμάτων ἀμφὶ πόλιν κλύω : ὦ πότνι ' Ἥρα . ἔλακον ἀξόνων βριθομένων
! ! ! ! ! ! ] Φοῖβε , τίνα κλύω τὸν α ? [ ὁ θυηπόλος [ ! !
4466665 ἀκουστεα
ἐλευθέραν με δεῖ ζῆν , τῶν κρατούντων ἐστὶ πάντ ' ἀκουστέα : Δεινόν γέ ς ' οὖσαν πατρὸς οὗ σὺ
ἡμῖν αὐτὰ μετ ' ἐκεῖνα ὄντως ἐστὶν ῥητέα τε καὶ ἀκουστέα . Ὀρθότατα λέγεις . Ἀκούοι δὴ πᾶς ὅσπερ νυνδὴ
4460978 Ἡδονην
τῇ Μέθῃ τιθέμενον . καθίσατε οἱ τῇ Στοᾷ πρὸς τὴν Ἡδονὴν λαχόντες περὶ τοῦ ἐραστοῦ δικάζειν : ἐγκέχυται τὸ ὕδωρ
οὖν καὶ τὸ ἐφετὸν εὑροῦσα κέντρων καὶ ὠδίνων ἔληξεν . Ἡδονὴν δὲ γλυκυτάτην τὴν εὐφροσύνην λέγει καὶ θέαν τοῦ νοητοῦ
4455972 διακειμενην
, διατιθέμεθά πως τὴν ὄψιν , καὶ οὐχ οὕτως αὐτὴν διακειμένην ἴσχομεν ὡς πρὶν τοῦ βλέψαι διακειμένην εἴχομεν : κατὰ
βάρβαρον ἠγνόησε καὶ ἀσπλαγχνίαν οὐδὲν ἧττον ὀθνείων περὶ τὰ φίλτατα διακειμένην : ἄλλως δέ τε καὶ ἡ πρὸς τὸ οἰκεῖον
4449218 ποιουμαι
δίκαιον ἀποδιδόναι τοῖς συνιεῖσιν αὐτοῦ τῆς διανοίας . τί τούτου ποιοῦμαι τεκμήριον ; μόνος σπουδάσας περὶ αὐτὴν ἐξ ἁπάντων ἀδελφῶν
ἐνθένδε ἀκόντων Ἀθηναίων ἐμὲ ἀπιέναι : ὡς ἐγὼ περὶ πολλοῦ ποιοῦμαι πείσας σε ταῦτα πράττειν , ἀλλὰ μὴ ἄκοντος .
4444078 τυπτησω
κράζων ] τῇ κραυγῇ κατακρατήσω σου . κυνοκοπήσω σε : τυπτήσω σε καθάπερ κύνα . τοῦτο δὲ ὡς μάγειρος λέγει
ἐκ τούτων ἐπωφελήσεις . τὴν μητέρ ' ὥσπερ καὶ σὲ τυπτήσω . τί φῄς , τί φῂς σύ ; τοῦθ
4436833 ὁσιως
ἀγρεύειν ἀσεβὲς νομιστέον , καὶ οὐκ ἄν τις τοῦτο θαρσήσας ὁσίως θύσειεν ἢ βωμῷ παρασταίη , ἀλλ ' ἐξάγιστος ὁ
κατασχόντας : ταύτῃ τε οὐ βιάζεσθαι δόξουσιν , ἀλλ ' ὁσίως ἐπιστρατεύειν , ὡς οὐδέν τι ὀθνεῖον μαστεύσοντες , ἀλλὰ
4436821 φρονειτε
ψευδέσι λόγοις τὴν ἀλήθειαν καὶ μὴ κατ ' εὐθεῖαν ἃ φρονεῖτε λέγοντες : ἑλικτὰ κοὐδὲν ὑγιές : πανοῦργα , οὐχ
, οἱ δὲ πρεσβύτεροι τῶν ἰδίων ἔργων ἀξίως . καὶ φρονεῖτε δὲ ἐπ ' αὐτοῖς ὅσον χρὴ ἄνδρας πρὸς ἔπαινον
4436682 διαθρει
, σκέπτου , μελέτα , σκόπει , διαλογίζου . . διάθρει ] θεώρει . . πάντα τρόπον ] παντοιοτρόπως ,
; ἀντὶ τοῦ “ σημερινή ” . φρόντιζε δὴ καὶ διάθρει : ἐκάθισεν αὐτὸν ἐπὶ τοῦ ἀσκάντου . τὸ “
4435483 ἀξω
οὐκ εἰς μακράν . ἀλλ ' ἐπειδὰν τάχιστα ἀριστήσητε , ἄξω ὑμᾶς ἔνθα τὸ πρᾶγμα ἐγένετο : καὶ ἅμα μὲν
. κἀγὼ τοιοῦτος : τῶνδε δ ' οὐ μεθήσομαι . ἄξω γε μέντοι τοὺς ἐμοὺς ἐγὼ λαβών . οὐκ ἆρ
4431827 φροντισον
τὴν Ἁρμονίαν ἥτις ἦν γυνὴ τοῦ Κάδμου . κήδεσαι ] φρόντισον . θ ἐναργῶς ] ἀληθῶς . ἐναργῶς ] σπουδαίως
εὐτυχήσεις ἐν τῷ πράγματι θ εὑρήσεις τὸ ἀπολόμενον νῦν . φρόντισον ι οὐκ ἀγορανομήσεις ὅταν θέλῃς : ἐμποδίζῃ γάρ α
4424406 ὀμνυω
ἐάμ ποτ ' οἶνον ἔτι τ ? [ ἀλλ ' ὀμνύω ϲοι τοῦτο [ οὐκ οἶϲθα πρὸϲ ὕδωρ ? ?
: καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις καὶ οὐχὶ τοῖς ἄφροσι , ὅτι
4423560 κατακανειν
τῶν πολεμίων , οὓς μάλιστα καιρὸς ἦν ἢ λαβεῖν ἢ κατακανεῖν , οὗτοι ἐφ ' ἵππων ὀχοῦνται : οὓς ἡμεῖς
σκύλακι . ἑλοῦσαν δὲ ἐᾶν σπαράξαι τοῖς ὀδοῦσιν , ἔστε κατακανεῖν . ἐπειδὰν δὲ ἐξάγεσθαι ἤδη ὥραν ἔχῃ , πρῶτα
4422403 βασανους
μοῖραι ὑβρίζουσι τοὺς ἀνθρώπους , εἰς δεσμοὺς καὶ μελοκοπίας καὶ βασάνους καὶ φυλακὰς ἄγουσιν . αἱ δὲ λοιπαὶ βʹ Κρόνου
ἀνθρώπῳ τῷ τοιούτῳ : αἱ δὲ βλαβεραὶ τρυφαὶ αἱ προειρημέναι βασάνους καὶ τιμωρίας περιποιοῦνται : ἐὰν δὲ ἐπιμείνωσι καὶ μὴ
4418178 προκλησεις
τοῦ βίου ὁ ἀγών ἐστιν , ἐν ὑπολόγῳ ταύτας τὰς προκλήσεις ποιεῖσθαι . καὶ μὴ ζητεῖτε τούτων ἔτι μείζους πίστεις
ἐξ Ἀρείου πάγου ] [ καὶ συκοφαντεῖς τὴν βουλήν , προκλήσεις ἐκτιθεὶς καὶ ἐρωτῶν ἐν ταῖς προκλήσεσιν , πόθεν ἔλαβες
4415870 ἠρξαμην
πάσας τὰς ὁράσεις ἃς εἶδον κατὰ τοὺς ὕπνους , καὶ ἠρξάμην λαλεῖν τοὺς λόγους τῆς δικαιοσύνης , ἐλέγχων τοὺς ἐγρηγόρους
' ἀνοιστέος λόγος ἐπ ' ὄνομα τοὐμὸν κεῖς ' ὅθενπερ ἠρξάμην . καλοῦσι Μελανίππην , Χίρωνος δέ με ἔτικτε θυγάτηρ
4412883 ἀναφερω
εἰσφέρω , προσφέρω , ἐκφέρω , μεταφέρω , συμφέρω , ἀναφέρω , περιφέρω , προφέρω , ὑποφέρω . κλείω ,
πῶς ἂν οὖν εἴην σός ; οὐκ οἶδ ' , ἀναφέρω δ ' ἐς τὸν θεόν . φέρε λόγων ἁψώμεθ
4410825 ἀλυω
. ἢ παρὰ τὸ ἀλῶ , τὸ πλανῶ , γίνεται ἀλύω , ὡς πλήθω πληθύω καὶ ὀρῶ ὀρύω καὶ ὀρούω
ἐκπληκτικὸν ἢ θαυμαστικὸν ἐπίρρημα τὸ ἔα : τί χρῆμ ' ἀλύω : διὰ ποίαν αἰτίαν ἀδημονῶ : ἄλλως : τί
4407849 κλυοι
κίουσιν ἅμα σφισὶν ἄρκιος εἴη καί ῥά τε ῥηίτερον φαμένου κλύοι Ἡρακλῆος , ὅς μιν ὁμαρτήσας τοίῳ προσελέξατο μύθῳ :
' ἐπεὶ οὖν ἄξων ἱερήιον εἰσαναβαίνεις , ὄφρα τοι εὐχομένοιο κλύοι θεός , ἐγγυαλίξω . Κρύσταλλον φαέθοντα διαυγέα λάζεο χερσὶ
4407243 πολυδακρυτον
δὲ συγγόνων ἄλλ ' ἄνομα πάθεα , φῶτα λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα γόον φλέγουσα , αἰαῖ αἰαῖ , ὃς ἔμ
δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα γόον φλέγουσαν . ἰὼ μοίρας ἄτεγκτε δαίμων :
4401114 πεποιθα
. ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ ' ὃν μετέρχομαι βόλον πέποιθα δ ' : ἢ χρὴ μηκέθ ' ἡγεῖσθαι θεούς
ἀποτύχοιμι μισθοῦ . τοῦτο γὰρ ὑπονοεῖν δίδωσιν ἀπὸ τοῦ εἰπεῖν πέποιθα . ὃς τὴν ἐμὴν ἐπιθυμῶν χάριν , τοῦτο τὸ
4401092 δρᾳς
χειρουργοὺς τῶν πράξεων ; τὸ σῶμα ; εὐθὺς ὅρα τί δρᾷς : διαπηδᾷς τὴν τάξιν τῶν ἀρχομένων , ἀπὸ τοῦ
τούτῳ μὴ κάλει . Ὦ γλυκύτατον Μυρρινίδιον , τί ταῦτα δρᾷς ; Κατάβηθι δεῦρο . Μὰ Δί ' ἐγὼ μὲν
4398259 καταλυειν
γεγόνασί μοι , τὸ μὲν αἷμα ἐπισχεῖν ἐκέλευε καὶ μὴ καταλύειν τὸ σῶμα : ἐγὼ δέ σοι , ἔφη ,
ὁ κάματος θησαυρός ἐστι τοῖς ἀνθρώποις . γεωργός τις μέλλων καταλύειν τὸν βίον καὶ βουλόμενος τοὺς ἑαυτοῦ παῖδας πεῖραν λαβεῖν
4397474 σκοπειτε
ἄλλης ἀρχῆς τὸ , ἢν ἐξῆν , λέγοντες , καὶ σκοπεῖτε ἔξωθεν λαμβάνοντες οὐκ ὀρθῶς οἴονται . 〛 ἐξῇ :
οὕτως ? ἐμφερὴς ὅδ ' ἐστίν . εἶα δή , σκοπεῖτε δῶμα ? Ποντίου Σεισίχθονος [ , κἀπιπασσάλευ ' ἕκαστος
4393304 διαλογιζομαι
πράγμασιν ἀκούσατέ μου : ἐὰν μὲν ὁρῶ κατὰ γνώμην ἃ διαλογίζομαι χωροῦντά μοι καὶ θρασεῖς μὲν γεγονότας τοὺς πολεμίους ,
φησιν ἡ Ἑκάβη : ἀντὶ τοῦ μαθεῖν : ἀντὶ τοῦ διαλογίζομαι : † καὶ τοῦτο καθ ' ἑαυτήν φησιν ἡ
4389546 πεφρικα
] θεὸν κακόμαντιν Ἐρινύν , τὴν ἐπὶ κακοῖς ἀληθεύουσαν . πέφρικα ] φοβοῦμαι . πέφρικα ] πτοοῦμαι . τὰν ὀλεσίοικον
λέξεις . δαῖτα ] εὐωχίαν . ξυνῆκα ] ἐνόησα . πέφρικα ] φοβοῦμαι , συστέλλομαι . οὐδὲν ἐξεικασμένα ] ἀλλ
4384966 καταντησαντα
ἀνέμου ἔξω τοῦ λιμένος . . . κέλσαντ ' ] καταντήσαντα . . ἀκίχητα ] ἀκατανόητα . . ἀκατάληπτα .
τὸν Διόνυσον . μετὰ δὲ ταῦτά φασιν αὐτὸν εἰς Βοιωτίαν καταντήσαντα γῆμαι τῶν Κάδμου θυγατέρων Αὐτονόην , ἐξ ἧς φασιν
4381743 ἀνανδρους
. . . [ ὀρφανάς , ἐστερημένας τῶν ἀνδρῶν καὶ ἀνάνδρους ἤτοι οὐκ ἐχούσας ἄνδρας . . ] ματαίως ,
οὐκέτι γὰρ δεσμῶν ὑπὸ φόβωι πτήσσω . Θήβας δ ' ἀνάνδρους ὧδ ' ἄγεις × – ˘ – × –
4381730 ἀριθμησω
μεν καταστήσει τὸ ἑνικὸν προστακτικόν , φέρωμεν φέρω , ἀριθμήσωμεν ἀριθμήσω . καὶ οὐ ξένον εἰ ὁμοφωνεῖ ταῖς ὁριστικαῖς φωναῖς
τις ἁμάρτῃ . ἀλλ ' ἄγε δὴ τὰ χρήματ ' ἀριθμήσω καὶ ἴδωμαι , μή τί μοι οἴχωνται κοίλης ἐπὶ
4379327 ὑπομενω
, ἀλλ ' εἰς ἐγνωσμένον ἀποστέλλεις με θάνατον : πλὴν ὑπομενῶ καὶ τοῦτο τὸ ἔργον καὶ πειράσομαι φανεὶς ψυχὴν οὐ
γινώσκεις παροῦσαν ] ἐμοί ἀντλήσω ] καρτερήσω † ἀνατλήσω , ὑπομενῶ Διὸς φρόνημα ] † ἤγουν ὁ Ζεὺς περιφραστικῶς λωφήσῃ
4377170 στεργω
σπερμάτων σωτηρίαν . τῶν δ ' εὐσεβούντων ἐκφορωτέρα πέλοις . στέργω γάρ , ἀνδρὸς φιτυποίμενος δίκην , τὸ τῶν δικαίων
ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι ,
4376165 ὠνδρες
[ ] δ ' ὄκως ἂν μὴ μακρηγορέων ὐμέας , ὦνδρες δικασταί , τῆι παροιμίηι τρύχω , πέπονθα ? πρὸς
ἐγχανὼν : ἀντὶ τοῦ ” καταγελάσας “ . ἐμοὶ μὲν ὦνδρες : τοὺς τρεῖς τοὺς ἑξῆς ὁ πρεσβύτης πρὸς τοὺς
4374140 θρηνησω
. ὦ πάθος τῆς Αἰσχύλου μεγαλοφωνίας ἄξιον . τί δὲ θρηνήσω ; τί δὲ ἐπαινέσω ; φθέγξομαι ὅσον μὲν ἴσασιν
' ἀσπίδων δι ' αἱμάτων : ποῖον ἄρα νεκρὸν ἀπολλύμενον θρηνήσω : φεῦ δᾶ φεῦ δᾶ : οἱ μὲν ὡς
4370087 Καλλιξενου
ἐποίουν , εἰς ἣν ἡ βουλὴ εἰσήνεγκε τὴν ἑαυτῆς γνώμην Καλλιξένου εἰπόντος τήνδε : Ἐπειδὴ τῶν τε κατηγορούντων κατὰ τῶν
. ἢ ἀπὸ τοῦ ἐναντίου , οἷον , εἰ τοῦ Καλλιξένου κατηγοροίης ἐξομνυμένων τῶν στρατηγῶν : ὥσπερ οὖν εἴ τι
4362799 ἐπαιτας
δὲ ὑπὸ τῶν κακοποιῶν ἡ σύνοδος ταπεινοὺς καὶ ἀβίους καὶ ἐπαίτας καὶ δυστυχεῖς ἐργάζεται . εὐεπιτεύκτους δὲ καὶ ἐν πᾶσιν
. . . . , . ἀγύρτας : λωποδύτας , ἐπαίτας , φιλοκερδεῖς . καὶ ἀγύρτης : εἶδος βώλου καὶ
4359823 προσφωνησιν
λόγων ἢ κυνηγετικῶν ἢ ἁλιευτικῶν τε αὖ καὶ γεωργικῶν συνταγμάτων προσφώνησιν ἡγοῦμαι πρέπειν ἀνθρώποις , οἷς πόθος ἔχεσθαι τοιῶνδε ἔργων
τὸν Πίνδαρον πρόσχημα μὲν ἐπίνικον γράψαι , τὸ δὲ ἀληθὲς προσφώνησιν εἰς τὴν πρυτανείαν . Τένεδος δέ ἐστι καὶ τῆς
4359150 κρινω
ἀληθεύειν . οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα τὸ νομίζω ἀντὶ τοῦ κρίνω καὶ πιστεύω . ἄλλως : ὅτι τὸ νομίζω καὶ
, ὅ ἐστι δοκιμασίαν , ἥν , φησίν , ἐγὼ κρίνω Τιμάρχῳ . Ἄλλως . τοῦτό φησιν , ὅτι ὁ
4352012 εὐφρονας
] ἵνα . λωφήσῃ ] καταπαύσῃ . . τοιοῖσδε πάσας εὐφρόνας ὀνείρασι ] τοιούτοις ὀνείροις συνειχόμην ἡ ἀθλία κατὰ πάσας
Διὸς , ὃς πᾶν τὸ γένος αὐτοῦ ἀφανίσει . . εὐφρόνας ] τὰς νύκτας . . ἔς τε ] μέχρι
4350566 λεγομενοιϲ
ἄλγημα . δεῖ οὖν μὴ πάνυ τοῖϲ παρὰ τῶν καμνόντων λεγομένοιϲ προϲέχειν : ἐπιθολούμενοι γὰρ ταῖϲ ὀδύναιϲ ἀγνοοῦϲι τὸ βλάπτον
μετὰ οὖν τὴν ὅλου τοῦ ϲώματοϲ ἐπιμέλειαν χρῶ τοῖϲ καλλιβλεφάροιϲ λεγομένοιϲ ϲμήγμαϲιν : γῆϲ ἀμπελίτιδοϲ , κρόκου Κελτικῆϲ , λαδάνου
4345763 ἀγαλλω
. ἰνδάλλω : ἰνδάλλω : ὥσπερ παρὰ τὸ ἄγω γίνεται ἀγάλλω , ἰῶ , τὸ πέμπω , ἰάλλω , οὕτως
ἀφ ' οὗ ἄχομαι , γίνεται ἀχάλλω , ὥσπερ ἄγω ἀγάλλω , εἴδω εἰδάλλω καὶ ἰνδάλλω , καὶ πλεονασμῷ ,
4339442 αἰτιω
ἀπροφάσιστον οὐκ εἰς μακρὰν ἐνδεξόμενος αὐτὸς τῇ κεφαλῇ : συγκομιδὴν αἰτιῶ καρπῶν καὶ τὰς εἰς τὴν ἡμετέραν ἄφιξιν παρασκευάς :
οὐχ ὡς ἔδει ἐσκεύασται , μὴ ἐμὲ ἀλλὰ τὴν δέσποιναν αἰτιῶ . „ καὶ ὁ Ξάνθος : ” εἰ πρὸς
4334694 ἀπαραιτητους
ἢ τῆς ἐνστάσεως ἀπάξειν ἡμᾶς τοῦ βίου ἢ πικροὺς καὶ ἀπαραιτήτους τῇ τῶν αἰτιῶν ὑπερβολῇ τοὺς ἄρχοντας παρασκευάσειν , πρὸς
ἥλιον ἐναυγάζεσθε μήτε τὰς ἀνθρώπων τῶν ἀμεινόνων ἀπειλὰς μήτε τὰς ἀπαραιτήτους ἐκ θεοῦ δίκας τοῖς οὕτως ἀνοσιουργοῖς ἀπαντωμένας καταδείσαντες ,
4332122 εἰληφα
, αὐτῆς τῆς νῦν ζητουμένης ἐλευθερίας . Ἐπὶ τί οὖν εἴληφα ταῦτα ; Χρησόμενος . Μέχρι τίνος ; Μέχρις ἂν
φησιν : σφίγγα ἄῤῥενα , οὐ μάγειρον εἰς τὴν οἰκίαν εἴληφα : ἁπλῶς γὰρ οὐδὲ ἕν , μὰ τοὺς θεούς
4331576 φερετε
Κἀγώ , ἔφη , αἰσχύνομαι ζημιουμένων ὑμῶν . αὔριον οὖν φέρετε τοὺς στεφάνους : τοῦτον γὰρ ὡς ἂν ἔχῃ ἐξοίσω
' οὕτως ὁ ῥήτωρ : θαυμάζω δὲ εἰ μὴ βαρέως φέρετε ὅτι Κι - νησίας ἐστὶν ὁ τοῖς νόμοις βοηθός
4324977 συγγνωμονας
μὴ ὁ λόγος ποιεῖ : ποιεῖ δὲ ὁ λόγος μηδὲ συγγνώμονας ἐπὶ τοῖς τοιούτοις εἶναι . Ἀλλ ' εἰ τὸ
σφᾶς κακῶν τὸ παραπλήσιον δρῷεν , αὐτοί τε ἀχθόμενοι καὶ συγγνώμονας ἀξιοῦντες γενέσθαι τοὺς ἀπελαυνομένους . οἱ δὲ ἀπαναστάντες ὡς
4320939 πολυφθορους
τούς τε Κυζικηνοὺς ἐχθροὺς τῆς Ἑλλάδος : καὶ τοὺς διαλεκτικοὺς πολυφθόρους : Πύρρωνα δὲ ἀμαθῆ καὶ ἀπαίδευτον . εἰδὼς καὶ
ταύτης παθημάτων . ἀπ ' αὐτῆς δὲ πρῶτον λεγούσης τὰς πολυφθόρους ἑαυτῆς τύχας μάθωμεν καὶ ἀκούσωμεν τὴν αὐτῆς νόσον ,
4316724 ἰαχην
κορυφήνδε μετασπόμενος κίον ἄκρην , οἳ μὲν ἄρ ' ἐξαπίνης ἰαχὴν ὀξεῖαν ὄρον τε αἰγανέης ἔσσυντο θοώτερον ἠὲ βελέμνου ὑψίκομον
. προφθόγγου σοι ] πρὸ τοῦ σοῦ φθόγγου πέμψω αὐτὸς ἰαχὴν πολύδακρυν διὰ τὴν κακοφάτιδα βοὴν τῆς ὑποστροφῆς : εἶτα
4313974 ἐπικαλουμαι
δὲ ἐγὼ αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον κολακείαν . καλῶ καὶ τὸ ἐπικαλοῦμαι , ὡς παρ ' Ἀριστείδῃ , καλῶ δὲ ἐπὶ
τοῦ ἐπακούσατε ἐμοῦ δηλονότι : ἐπεὶ εὔχομαι ὑμῖν , ἤγουν ἐπικαλοῦμαι ὑμᾶς . σὺν ὑμῖν γάρ , ἀντὶ τοῦ δι
4313084 ἀναισχυντων
: τούτοις οὖν καὶ τοῖς τοιούτοις λογισμοῖς ἐπὶ τῶν δοκούντων ἀναισχύντων εἶναι πρός τι χρηστέον . Σωπάτρου καὶ Μαρκελλίνου .
πέντ ' ἐλάφους κρύψειας ἢ ἕνα κίναιδον : ἐπὶ τῶν ἀναισχύντων . Θαλάττιος ὢν μή πως χερσαῖος γένῃ : ἐπὶ
4304809 βουλευου
, ἔφη ὁ Κροῖσος , σὺ [ ἐμοὶ ] ἔτι βουλεύου [ ἀποκρίνασθαι ] περὶ τῆς ἐμῆς εὐδαιμονίας : ἐγὼ
. ἁπτόμενον ] ἅπτεσθαι . δαΐῳ ] πολεμικῷ . . βουλεύου κακῶς ] διὰ θρήνων καὶ σπαραγμάτων τοὺς πολίτας κατακλῶσα
4304354 ἐπιθυμω
λόγον ἐρεῖς : ὅτι διὰ τοῦτο τοίνυν καὶ αὐτὸς ἀποθανεῖν ἐπιθυμῶ , ἵνα μὴ ἔργον γένωμαι πατρός : ἐν ᾧ
Ἡ ΛΥσις κατὰ συνδρομὴν , ὅτι διὰ τοῦτο μάλιστα θανάτου ἐπιθυμῶ , ὅτι ἀπάτῃ ζημιωθεὶς μετὰ τὴν πεῖραν ἔγνων τὴν
4303103 ἀφαιρουμαι
τοῦτο ἀφ ' ὑμῶν λαμβάνω , ὅ ἐστιν ἀντὶ τοῦ ἀφαιροῦμαι , ἵνα μὴ λέγητε τὸ κοάξ . . 〚
ὅλως , φησὶ , διανοοῦμαι . ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις
4302574 παρακαλω
σὺ γάρ μοι Τύρον ἔδωκας : περὶ δὲ τῶν ἑξῆς παρακαλῶ , μὴ ἀπολέσωμεν ἕτοιμα ἀγαθά , ὧν κοινωνόν σε
. Οὐκ ἔστι γὰρ μέτρια ταῦτα : τοῦτο δέ σε παρακαλῶ ἵνα ἐπιπλεῖόν με διδάξῃς . Διὰ τί ἄνω εἶπε
4296204 τιμωρησασθαι
προκείμενον , καὶ κηρύξαι μᾶλλον τὰς ἀριστείας ἢ τὸν ἄνθρωπον τιμωρήσασθαι : ἰστέον δὲ ὅτι τῶν ἀντιλήψεων αἱ μέν εἰσιν
, ὅτι δεῖ τιμωρήσασθαι αὐτόν , ὁ θυμὸς ὥσπερ προσταχθεὶς τιμωρήσασθαι , ᾄττει ἐπὶ τοῦτο . συλλογίζεται μὲν οὐδέν ,
4296029 μεμφῃ
, εἰ τὸν ἄνδρα ἡδέως ἴδοις καὶ ποιήσαις δῆλον ὅτι μέμφῃ τὰ περὶ αὐτὸν πεπραγμένα . ἔστι δὲ καὶ γένους
ὄντι μοι περὶ σὲ οἷος ὢν περὶ ἐμὲ ἔπειτά μοι μέμφῃ . ἐγὼ μέν γέ σοι ἤγαγον συμμάχους , οὐχ
4294427 ἑξω
εἰ γενήσομαι κληρικός ξζ εἰ ἐπιτεύξομαι τῆς ἐπικλήσεως ξη εἰ ἕξω ἐλπίδα πίστεως ξθ εἰ θεὶς παραβόλιον νικήσω ο εἰ
⃞ον , ἐὰν ἄρα τινὶ ⃞ῳ προσθῶ Μο ι , ἕξω τὸν ὑπ ' αὐτῶν : ἔστω τῷ δ .
4291514 ἱκετευω
κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἱκετεύω “ μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών , ὁ
δοῦσι τίνα λόγον ἐρῶ , Λάχης ; γενοῦ γάρ , ἱκετεύω [ ς ' ] ἐγώ ? ? οἴμοι ,
4288355 εἰσελθετω
. . γνώμην φοβηθείς ] καὶ συντάσσεται οὕτω : μὴ εἰσελθέτω σε γνώμη καὶ ἐνθύμησίς ποτε ὅτι ἐγὼ φοβηθεὶς ἕνεκα
φρονεῖν . ὀχλεῖς μάτην με κῦμ ' ὅπως παρηγορῶν . εἰσελθέτω σε μήποθ ' ὡς ἐγὼ Διὸς γνώμην φοβηθεὶς θηλύνους

Back