σὺ νῦν . Ἐκμάνθαν ' : οὐ γὰρ δὴ φονεὺς ἁλώσομαι . Τί δῆτ ' ; ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν γήμας
δεινά . δεινότερά γε Δεινίου . ἐν τοῖς ἐμαυτοῦ δικτύοις ἁλώσομαι . λέων ὅπου χρή , καὶ πίθηκος ἐν μέρει
6617073 ἀναφερω
εἰσφέρω , προσφέρω , ἐκφέρω , μεταφέρω , συμφέρω , ἀναφέρω , περιφέρω , προφέρω , ὑποφέρω . κλείω ,
πῶς ἂν οὖν εἴην σός ; οὐκ οἶδ ' , ἀναφέρω δ ' ἐς τὸν θεόν . φέρε λόγων ἁψώμεθ
6530613 μαινομαι
δίμετρον Ἀνακρεόντειον , οἷόν ἐστι τὸ , καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι . ἐφ ' ἑκάστῳ συστήματι παράγραφος : ἐπὶ δὲ
βραχέος εἰς τὸ α μακρόν . . 〚 μᾶλλον ἢ μαίνομαι . οἱ μὲν , φασὶν , ἐκτείνουσιν : οἱ
6469276 κτεινῃς
πορφύροντ ' ἐν χθονὶ σεῖε νέφη : ἢν γάρ με κτείνῃς , τότε παύσομαι : ἢν δέ μ ' ἀφῇς
βίας ἀποτείσεαι ἐλθών : αὐτὰρ ἐπὴν μνηστῆρας ἐνὶ μεγάροισι τεοῖσι κτείνῃς ἠὲ δόλῳ ἢ ἀμφαδὸν ὀξέϊ χαλκῷ , ἔρχεσθαι δὴ
6409445 Αἰσχυνομαι
παιδίον ἀπέθανεν . ἰδὼν οὖν πλῆθος λαοῦ συνελθὸν ἔλεγεν : Αἰσχύνομαι εἰς τοσοῦτον ὄχλον μικρὸν παιδίον προφέρειν . Σχολαστικὸς οἰκίαν
δὲ μή , νενόηκ ' ἐγώ : μισῶμεν ἀλλήλους . Αἰσχύνομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι φίλῳ , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃ
6373054 κρατησω
τὸ χρέος , φέρεις , κομίσεις αὐτόν . ἁλῶ ] κρατήσω . σε , νικήσω , συντρίβω . γρ .
δὲ πέλασον : τῇ νίκῃ δὲ πέλασον , ἵνα . κρατήσω αὐτοῦ . ἐπεὶ τρεῖς τε καὶ δέκα ἄνδρας ὀλέσσας
6361340 ἠδικουμην
. ] Μέχρι μέν , ὦ Φωνήεντα δικασταί , ὀλίγα ἠδικούμην ὑπὸ τουτουὶ τοῦ Ταῦ καταχρωμένου τοῖς ἐμοῖς καὶ καταίροντος
με εὑρήσειν , ἐγὼ δὲ αὐτῷ γίνομαι κατήγορος δεύτερος . ἠδικούμην γὰρ μὴ γράψας , ὥσπερ σὺ μὴ λαβών .
6305740 ἐλεω
καὶ χρηματιστικῶν , αὐτός τε ἄχθομαι ὑμᾶς τε τοὺς ἑταίρους ἐλεῶ , ὅτι οἴεσθε τὶ ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ
„ εἶπεν „ οἱ κοινωνοῦντες ἐμοὶ ταυτησὶ τῆς στέγης , ἐλεῶ ὑμᾶς , ὡς ὑφ ' αὑτῶν ἀπόλλυσθε , οὔπω
6302709 φενακιζεσθαι
ὑποστρέφεσθαι , διαδύεσθαι , παράγειν , πλάττειν , παραλογίζεσθαι , φενακίζεσθαι , σοφίζεσθαι , τεχνάζειν , γοητεύειν , δολοῦν ,
ἔνδοθεν ἢ Θεαρίων : ὑμεῖς οὖν αὐτῷ μὴ ξυγχωρεῖν μηδὲ φενακίζεσθαι λογαρίοις ὀλίγοις κεκομψευμένοις , ἃ μηδὲν προσήκοντα ὑποσπάσας καὶ
6296697 Ἀπειμι
μοι ὁδὸς καὶ εἰ πάσαις ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ προσμενῶ . Ἄπειμι μέν , ἔφην , εἰς Λάρισσαν , ἔοικα δὲ
εἰ πόλιν τήνδ ' ἐξέσως ' οὔ μοι μέλει . Ἄπειμι τοίνυν : καὶ σύ , παῖ , κόμιζέ με
6292294 ἀποκτενω
ποιήσομεν . Καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ υἱὸς Φαραώ : ἐγὼ ἀποκτενῶ τὸν πατέρα μου τῇ νυκτὶ ταύτῃ , διότι ὁ
ἡ ἀντιστρέφουσα τῇ προαποδεδομένῃ , ἧς ἡ ἀρχὴ “ ὡς ἀποκτενῶ κέκραχθε ” , τέλος δὲ τῆς πρώτης “ οὐ
6281251 ἐξαπατασθαι
τοὺς ἐμούς , ὅτι μήτε νέοι οὕτως εἰσὶν ὥστε εὐκόλως ἐξαπατᾶσθαι μήτε οὕτως ἄγαν πολύσαρκοι ὥστε καὶ μισθὸν προσφέρειν τοῦ
, ὧν βουλευόμεθα , ῥητέον , ὥστε δι ' αὐτῶν ἐξαπατᾶσθαι τοὺς πολεμίους , καὶ τὰς ἐν τῷ καιρῷ τῶν
6246648 θρηνησω
. ὦ πάθος τῆς Αἰσχύλου μεγαλοφωνίας ἄξιον . τί δὲ θρηνήσω ; τί δὲ ἐπαινέσω ; φθέγξομαι ὅσον μὲν ἴσασιν
' ἀσπίδων δι ' αἱμάτων : ποῖον ἄρα νεκρὸν ἀπολλύμενον θρηνήσω : φεῦ δᾶ φεῦ δᾶ : οἱ μὲν ὡς
6242464 ἐοικα
ἄμβροτος , οὐκέτι θνητὸς πωλεῦμαι μετὰ πᾶσι τετιμένος , ὥσπερ ἔοικα , ταινίαις τε περίστεπτος στέφεσίν τε θαλείοις : τοῖσιν
τὸ σχῆμα , καὶ σκέψαι μ ' ὅτῳ μάλιστ ' ἔοικα τὴν βάδισιν τῶν πλουσίων . ὅτῳ ; δοθιῆνι σκόροδον
6229993 συμβουλευεις
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε
6224014 ἀδικω
ἐθελήσῃ τις αὐτῷ ἐκβῆναι ἐκ τοῦ ” Τί ἐγὼ σὲ ἀδικῶ ἢ σὺ ἐμέ “ ; εἰς σκέψιν αὐτῆς δικαιοσύνης
εἶπε καθ ' ὑπόθεσιν : † ἄλλως : ἀλλ ' ἀδικῶ , φὴς , εἰς ἐπικουρίαν παρακαλῶν . οὐκοῦν καὶ
6222038 πιανω
] λιπανῶ . πιανῶ ] δοξάσω , κοσμήσω . θ πιανῶ ] + λιπαρῶ . χθόνα ] τὴν γῆν .
ἁλοῦσα πῶς σοι ξύμμαχος γενήσεται ; ἔγωγε μὲν δὴ τήνδε πιανῶ χθόνα , μάντις κεκευθὼς πολεμίας ὑπὸ χθονός . μαχώμεθ
6189157 ἀποστρεφομαι
: περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι ἐπιφύομαι , ἐπιτυγχάνω , παραχρῶμαι , ἀποστρέφομαι , ἄγχομαι , [ φλυαρῶ , περιβάλλομαι , ]
, , : κολακεύω , ξενίζομαι , ἐναντοιοῦμαι ζημιῶ ἀντιδικῶ ἀποστρέφομαι , ζηλῶ φθονῶ , χαλκολογῶ , ἀλογοῦμαι , διαμάχομαι
6163992 ἀγανακτω
, καὶ πάλιν ταῦτα ἀγανακτῶ καὶ τούτοις ἀγανακτῶ καὶ τούτοις ἀγανακτῶ . . ἄγλιθες : ἐξ ὧν σύγκειται . .
Θεσμοφόρῳ τρέφων διὰ παντὸς τοῦ βίου ; ταῦτα καὶ αὐτὸς ἀγανακτῶ , πρὸς ἐνίων μὲν ἀτίμως λακτιζόμενος καὶ λαφυσσόμενος καὶ
6149359 φυλαξω
κακήν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει ὀχήσω ] ἤγουν βαστάσω , φυλάξω , : ὀχεω ῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν φρουρούντων
θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω τινὰ μηχανήν , δι ' ἧς φυλάξω τὴν μέχρι νῦν σωφροσύνην τετηρημένην ; Ταῦτα λέγουσα ἤγετο
6147992 πομπον
τῶν καλουμένων ἡρώων , Ποσειδῶνά τε θεὸν καὶ Κλεό - πομπον ἄνδρα ἐπονομάζουσιν . ἀπὸ τούτου δὲ τοῦ Παρνασσοῦ τῷ
τῶν καλουμένων ἡρώων , Ποσειδῶνά τε θεὸν καὶ Κλεό - πομπον ἄνδρα ἐπονομάζουσιν . ἀπὸ τούτου δὲ τοῦ Παρνασσοῦ τῷ
6136697 ἐξεθρεψα
ἀνύειν βούλεται τὰς ἐπιθυμίας . ψευσθεῖσα ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἐξέθρεψα . χειρωναξίας : τὰς διὰ χειρῶν ἐργασίας . ἐξεδεξάμην
σὺ τὸ παιδίον εὔχῃ ἀποθανεῖν . εἶτα σὺ πάλιν οἷον ἐξέθρεψα τεκνίον : πάλαι ἐκφέρει . βάλε κορασίδιον κομψὸν καὶ
6122592 μεταμελησαι
, ἀνάδυσις , ἀναχώρησις . καὶ τὰ ἀπαρέμφατα μετανοῆσαι , μεταμελῆσαι , μεταγνῶναι , γνωσιμαχῆσαι , ἀναλογίσασθαι , ἐπιθεάσασθαι ,
καὶ τείχη ἡμῖν καὶ χώραν καὶ δύναμιν πειράσομαι ποιεῖν μὴ μεταμελῆσαι τῆς πρὸς ἐμὲ ὁδοῦ . καὶ τὸ μέγιστον δή
6122356 ὠγαθ
ὀπτοῦ ἀλεύρου , ὅθεν καὶ ὠχρός τις ἦν . παίσδεις ὠγάθ ' ἔχων : Ἀττικῶς τὸ ἔχων παρέλκει . ἀντὶ
τῆνος ; ἐμὶν δοκεῖ , ὀπτῶ ἀλεύρω . παίσδεις , ὠγάθ ' , ἔχων : ἐμὲ δ ' ἁ χαρίεσσα
6119472 εὐλαβουμαι
ὅτι οὐκ ἔστιν ἐξ ἐμοῦ ἀλλὰ ἐξ ἀγγέλου , καὶ εὐλαβοῦμαι αὐτὸν μήποτέ τι ἔσται ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ ἐν
ῥήματα φοβοῦμαι , ὀρρωδῶ ὀκνῶ κατοκνῶ , δέδια δέδοικα , εὐλαβοῦμαι , ἐκπέπληγμαι , φρίττω , τρέμω , ἐπτόημαι ἐξεπτόημαι
6107214 Ὑπερβολῳ
ὁ ἐπιλαχὼν αὐτῷ . ὑποφαίνεται δὲ ταῦτα ἐν τῷ Πλάτωνος Ὑπερβόλῳ . Ἐπιμελητὴς τῶν μυστηρίων : παρ ' Ἀθηναίοις ὁ
Ἑρμῆ , χειραγωγῶν : ἐπεὶ ἤν γε ἀπολίπῃς με , Ὑπερβόλῳ τάχα ἢ Κλέωνι ἐμπεσοῦμαι περινοστῶν . ἀλλὰ τίς ὁ
6102884 ἐπιχειρω
εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον ,
καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν
6080822 δισταζω
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα
6078949 ἀποκαλεις
σαυτὸν ἕτοιμον τῷ πένητι παρέχων πρὸς ἐπανόρθωσιν ἔχθραν τὴν ὠφέλειαν ἀποκαλεῖς : εἶτα πρόςθες , ὅτι καὶ σὺ αἴτιος εἶ
φύλακι τῆς ἐρημίας , ὃν νῦν ἀλλότριον καὶ οὐδὲν προσήκοντα ἀποκαλεῖς . τοιούτοις μέντοι πράγμασιν ἐπιστὰς ἐγὼ τούς τ '
6077108 γελᾳς
τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ σπουδαίοις οὕτω πράγμασιν καὶ
. Βοῇς : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ βοᾷς καὶ γελᾷς οἱ Δωριεῖς βοῇς καὶ γελῇς λέγουσιν . καὶ μηδεὶς
6066403 ἐπιτηδευω
τῆς σίδης : πρόσκειται μὴ ἀπὸ ῥήματος , διὰ τὸ ἐπιτηδεύω ἐπιτήδειος διὰ τῆς εἰ διφθόγγου γραφόμενα . Τὰ διὰ
τοῦτο , ” ἔφη , “ ἐν παντὶ τῷ βίῳ ἐπιτηδεύω ποιεῖν . ” Ἰδών ποτε νεανίσκον θηλυνόμενον , “
6064911 ἐπαιρε
ἂν ἐκμάθω εἴ τίς με λύειν τῆσδε κωλύσει χέρας . ἔπαιρε σαυτήν : ὡς ἐγὼ καίπερ τρέμων πλεκτὰς ἱμάντων στροφίδας
ἵνα καταισχύνωσιν αὐτὴν οἱ Ἕλληνες : ὀρθρεύου σὰν ψυχάν : ἔπαιρε τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν , ὦ χορέ . ἀπὸ μεταφορᾶς
6058696 ἀκουσομαι
πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς περὶ ὧν προυθέμεθα : ἐγὼ δ ' ἀκούσομαι καὶ ἀκούσας αὖ μετὰ Μελησίου τοῦδε ποιήσω τοῦτο ὅτι
. Ἀλλ ' οὐ γὰρ οὔτ ' ἐν τοῖσδ ' ἀκούσομαι κακὸς γάμοισιν οὔθ ' οὓς αἰὲν ἐμφέρεις σύ μοι
6056287 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
6054820 στεργω
σπερμάτων σωτηρίαν . τῶν δ ' εὐσεβούντων ἐκφορωτέρα πέλοις . στέργω γάρ , ἀνδρὸς φιτυποίμενος δίκην , τὸ τῶν δικαίων
ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι ,
6047540 ἐγγραφω
τῆς τέχνης τὴν ἡδονήν . εἰς τοὺς σοφιστὰς τὸν μάγειρον ἐγγράφω . ἑστήκαθ ' ὑμεῖς : κάεται δ ' ἐμοὶ
. Ἡρόδοτον δὲ ἀξιῶ μή μοι μηνίειν , εἰ μύθοις ἐγγράφω ὅσα ὑπὲρ τῆς τῶν ἔχεων ὠδῖνος ᾄδει . Φυσικὴ
6044322 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
6038950 ἀφιετε
αὐτῶν τὴν ἡδύτητα εἶπε : ” τί σιτούμενοι τοιαύτην φωνὴν ἀφίετε ; ” τῶν δὲ εἰπόντων „ δρόσον „ ὁ
ὑπερφυὲς πεισομένους ὑμᾶς , εἴ τιν ' ἠδικηκότα πόλλ ' ἀφίετε καὶ προὐκαλεῖσθέ τι τοῦ λοιποῦ ποιεῖν ὑμᾶς ἀγαθόν :
6038012 ποειϲ
] μαχα ? ? ? ? [ ὦ φίλτατ [ ποεῖϲ δικ ! ! [ οὐθὲν τοιοῦτ [ ! !
πάλιν ϲτέλλει διδοὺϲ τὰϲ ϲυμβολὰϲ εἰ μή τι κακὸν ἡμᾶϲ ποεῖϲ ; λῆροϲ : κελεύϲω τοῦτον ἐπὶ δεῖπνον πάλιν τὸν
6037667 κοιμωμενη
: κέλευον ἐπικαθίσαι ὑπτίαν ἢ ἐπὶ κουρικοῦ βάθρου καθίσαι καὶ κοιμωμένη ἀπόνως ἐκβάλλει . [ κβʹ . Ἐκβόλιον ἀκίνδυνον ὥστε
ἥκοντα αὐτὸν οὐ προσίετο , ἀλλ ' ὑπὸ τοὐμὸν ἠγάπα κοιμωμένη χλανίσκιον τὸ λιτὸν τοῦτο καὶ δημοτικόν , καὶ τοῖς
6033159 ἐξερχομαι
; ἂν μέτριον , μενῶ : ἂν λίαν πολύν , ἐξέρχομαι . τούτου γὰρ μεμνῆσθαι καὶ κρατεῖν , ὅτι ἡ
δῷς , ἀλλ ' ἀπόδος . καὶ δὴ φέρους ' ἐξέρχομαι . Ῥύγχος φορῶν ὕειον ᾐσθόμην τότε . Παραγεύσεταί σοι
6027068 σπευδω
. Ὥστε πρὸ ὑμέων ἐγὼ νῦν φύσει καὶ θεοῖς ὑπακούων σπεύδω νοσέοντα Δημόκριτον ἰήσασθαι , εἴπερ δὴ καὶ τοῦτο νοῦσος
ὑπερβῶ κρηναῖα νάπη : τὸν ὑπὲρ κεφαλῆς αἰθέρ ' ἰδέσθαι σπεύδω , τίν ' ἔχει στάσιν Εἰνοδία . ἔπτησς '
6023757 παροξυϲμοιϲ
εἰ μήλων Κυδωνίων χυλῷ . Ἕτερον καταπότιον ἔν τε τοῖϲ παροξυϲμοῖϲ καὶ τοῖϲ διαλείμμαϲιν ἐπὶ παντὸϲ χυμοῦ διδόμενον τοῖϲ ποδαγρικοῖϲ
. “ καὶ ὁκόϲα κατὰ περιόδουϲ παροξύνεται , ἐν τοῖϲ παροξυϲμοῖϲ ὑποϲτέλλεϲθαι . ” “ τὸ προϲτιθέναι γὰρ βλάβη .
6022326 ἐλουσαμην
καὶ ἅμα ἐγιγνόμην τε ἐν τῷ θερμῷ καὶ ἀπεδυόμην , ἐλουσάμην καὶ μάλα ἡδέως . ὀγδόῃ ἔμετος εἰς ἑσπέραν κατὰ
ὁ πεμφθεὶς ἀγγέλλων ἀμφότερα , τὸ μὲν ὡς ἀηδέστατά τε ἐλουσάμην δειπνῆσαί τε οὐκ ἐδυνήθην ἔν τε ὀνεί - ρασι
6019941 ἐμανθανες
ἅπτεται φρενῶν . Εἶἑν . Ἐν παιδοτρίβου δὲ τίνα πάλην ἐμάνθανες ; Κλέπτων ἐπιορκεῖν καὶ βλέπειν ἐναντίον . Ὦ Φοῖβ
μυρίοις . Ταῦτα ἤκουες παρὰ τοῖς φιλοσόφοις , ταῦτ ' ἐμάνθανες ; οὐκ οἶσθ ' , ὅτι στρατεία τὸ χρῆμά
6017992 Ζευϲ
κέλευε Δωρι ? ? [ ἀγένειον εἶ παιδάριον [ ὁ Ζεὺϲ ἀπολέϲαι κα [ πέπρακα . Δωρί , χαῖρε [
! ! ! ! ! ] υϲμα ? [ ὁ Ζεὺϲ ] ὁ ϲωτὴρ α ? ! [ ἐμὲ ]
6008147 ὑπαρχομεν
ἀπὸ τοῦ μεγάλου ποιησώμεθα , οὗπερ οἷον δάνεισμα καὶ μόριον ὑπάρχομεν . προκατασκευασθείσης δὲ παρ ' ἡμῖν τῆς περὶ τοῦτον
ὂν τὸ αὐτό , ἐν ᾧ καὶ τὸν πλείω χρόνον ὑπάρχομεν . Διδάσκει δὲ καὶ διότι πολλά ἐστιν εἴδη ἡδονῶν
5999067 ταραττομαι
ἐν τῷ ναῷ καὶ θρηνῶν ταῦτά φησιν . θρέομαι ] ταράττομαι , φοβοῦμαι διὰ τὰς μεγάλας θλίψεις . θρέομαι ]
' ἀπροϲδοκήτωϲ εἰϲ κλύδωνα πραγμάτων ἐμπεϲὼν ] ἠγωνίακα καὶ πάλαι ταράττομαι μή ποθ ] ' ἡ τύχη λάβηι μου τὴν
5993500 ἀλγω
. ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι
βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν
5990799 συναγωγιμον
δοτέον ἔτι , πλακοῦντος ἁπτέον . Κατάκεισο κἀκείνας κάλει . συναγώγιμον ποιῶμεν . ἀλλ ' εὖ οἶδ ' ὅτι κυμινοπρίστης
ἐστί σου πάλαι . καὶ Ἔφιππος ἐν Γηρυόνῃ : καὶ συναγώγιμον συμπόσιον ἐπιπληροῦσιν . ἔλεγον δὲ συνάγειν καὶ τὸ μετ
5989318 ἐπιχαρμα
, ὥσπερ καὶ οἱ καταγέλαστοι : τὸ γὰρ παρὰ Ποσειδίππῳ ἐπίχαρμα μοχθηρόν . Φιλωνίδης δὲ τὸν ἐπιχαίροντα ἐπιχάρτην εἴρηκεν :
; ἐξεπτοημένη γὰρ οὐ διακονεῖς μοι . τὸ δὲ τὶν ἐπίχαρμα τέτυγμαι : καταγέλαστός εἰμι καὶ παρὰ σοί . .
5986307 προσδεχθεντες
τὸν στόλον προσεποιήθησαν εἰς Σικελίαν ἀποστεῖλαι , ἵνα ὡς φίλοι προσδεχθέντες ὑπὸ τῶν Κορκυραίων κατάσχωσι τὴν πόλιν μετὰ τῶν φυγάδων
Πολυπέρχοντος καὶ διὰ τούτου τὴν σωτηρίαν ἑαυτοῖς πορίζειν ἐφιλοτιμοῦντο . προσδεχθέντες δὲ ὑπ ' αὐτοῦ φιλοφρόνως γράμματα ἔλαβον πρὸς τὸν
5980768 ὑπολαμβανεις
. Ὀρθῶς γὰρ οἴει , ὦ Σώκρατες , καὶ δικαίως ὑπολαμβάνεις . Ἴθι νυν καὶ σὺ τὴν ἀπόκρισιν ἣν ἠρόμην
Ἀλλ ' ἄρα , ὦ Ἱππόκρατες , μὴ οὐ τοιαύτην ὑπολαμβάνεις σου τὴν παρὰ Πρωταγόρου μάθησιν ἔσεσθαι , ἀλλ '
5979422 δακρυσω
κουροβόρῳ παρέξει . ἰὼ ἰὼ βασιλεῦ βασιλεῦ , πῶς σε δακρύσω ; φρενὸς ἐκ φιλίας τί ποτ ' εἴπω ;
θεόκραντόν ἐστιν ; ἰὼ ἰὼ βασιλεῦ βασιλεῦ , πῶς σε δακρύσω ; φρενὸς ἐκ φιλίας τί ποτ ' εἴπω ;
5976432 καταγελᾳς
τὰ πρήγματα ὑμέων καὶ αὐτοὶ ὑμέες . Πῶς λέγεις ; καταγελᾷς ἡμῶν ἁπάντων καὶ παρ ' οὐδὲν τίθεσαι τὰ ἡμέτερα
ἐκπλήττωνται καθάπερ ἐπὶ τοῖς ἀσαφέσι τῶν χρησμῶν . ὁρᾷς ; καταγελᾷς μου καὶ σὺ ἐν τῷ μέρει . Οὐ τοσοῦτον
5976112 Δημ
ὡς ἕτεροί τινες λέγουσιν , οἷον Λ . τε καὶ Δημ . ὁ Ἀβδηρίτης , εὔλογα τὰ συμβαίνοντα : φασὶ
. . σκαφίον : Ἀ . ἐν τῇ πρὸς τὴν Δημ . γρ . ἀπολ . ὅτι δὲ τὸ σκαφίον
5971794 καταρωμαι
, ἢ παρ ' ὑμῶν ἀδίκως καὶ ἀναξίως ἀποθανεῖν . καταρῶμαι γοῦν ὑμῶν τῇ πατρίδι , καὶ θεοὺς μαρτύρομαι ,
σέ . ἐγγραφῇς ] καταταγῇς . εὔχομαι ] ἀντὶ τοῦ καταρῶμαι . Γ τευθίδες : εἶδος ἰχθύων . Γ τευθίδων
5969550 Δημοϲθενουϲ
ἀναρραφῆϲ καὶ καταρραφῆϲ βλεφάρων οβ Περὶ καταρραφῆϲ ογ Περὶ ἐκτροπίου Δημοϲθένουϲ οδ Χειρουργία ἐκτροπίου Ἀντύλου οε Περὶ λαγωφθάλμων Δημοϲθένουϲ οϚ
χαλῶϲαν καὶ λιπαίνουϲαν ἀγωγὴν ἐπὶ τούτων παραλαμβάνειν . Περὶ ϲκληροφθαλμίαϲ Δημοϲθένουϲ . ϲκληροφθαλμία ἐϲτίν , ὅταν ϲυμβῇ τὰ βλέφαρα ϲκληρὰ
5964636 σιωπα
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ
5963251 ἐξελεγξω
ἦν . ὥστ ' ἐγὼ μὲν οὐδὲ ψέγω οὐδ ' ἐξελέγξω , δέδοικα δὲ μή τις ἐμοῦ γοργότερον βλέπων φῇ
Ἐτεόκλεις , πίστευσον , οὐ φανήσομαι : σὲ δ ' ἐξελέγξω πάντοτ ' ἠδικηκότα : Ἐτεοκλέης σκῆπτρα συγγόνῳ φέρειν [
5961135 ἀκουσατε
, ὅπου ἐστίν . Ὅτι δ ' ἀληθῆ λέγω , ἀκούσατε τοῦ ψηφίσματος , καὶ ἀναμνήσθητε τοῦ πολέμου , καὶ
αὐτοῦ : Ἀκούσατε , τέκνα μου , υἱοὶ Νεφθαλείμ , ἀκούσατε λόγους πατρὸς ὑμῶν . Ἐγὼ ἐγεννήθην ἀπὸ Βάλλας :
5956280 προδω
παρακολουθήσειν ψυχήν τε καὶ σῶμα αἰκιζομένας , ὅταν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς σώσαντάς με ἀπολωλότα ὑφ ' ὑμῶν καὶ μετὰ
ἢ πρὸς ἀνθρώπους δίκαιον ὑπολήψεταί με , ἐὰν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς ὀρφανούς , οἷς τοσαύτας ὀφείλω χάριτας ; ἀλλ
5955588 Κακοις
οἶνον διαλύει , ἀμφότεροι δὲ τὸν ἄνθρωπον . Ἑρμηνεία . Κακοῖς κακὰ θέλοντες ἰᾶσθαι βροτοὶ Εἰς κινδύνους πίπτουσι τοὺς θανατώδεις
μέτρον . Καιρὸς γάρ ἐστι τῶν νόμων κρείττων πολύ . Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός . Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία
5953029 ἐκτρεφω
ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός . ὑπεδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φιλῶ . Κορινθίῳ πίστευε καὶ μὴ χρῶ φίλῳ
, παράδειγμα ἓν κείσθω τόδε : ἐδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φίλε . οὕτως γὰρ λελυμένον ἀναγκάσει καὶ τὸν
5950493 ἀναλωτα
τοῦ τείχους , τὰ δὲ τοῦ Ἀχιλλέως ἄσυλα μεῖναι καὶ ἀνάλωτα , οὐδὲ γὰρ ἐν τοῖς ὅπλοις τελευτῆσαι αὐτὸν ,
ἄκαρπον ἐδίδαξα σπείρεσθαι : ποταμοῖς γὰρ αὐτὴν ἔμαξα ἐμοῖς . ἀνάλωτα τὰ τείχη παρέσχον : πέτρας ἀβάτους σιδήρῳ κατειργασάμην :
5946742 ἐπελαθου
, εἴπερ οἶσθα Θουκυδίδην , εἰ μὴ καὶ τούτου γε ἐπελάθου τοῦ φίλου . τί οὖν αἰτοῦμεν ; καὶ σκόπει
τοὺς παράνομα δεομένους . Ἐκείνων δέ , ὦ παῖ , ἐπελάθου ἅ ποτε ἐγὼ καὶ σὺ ἐλογιζόμεθα ὡς ἱκανὸν εἴη
5944771 μηχανωμαι
Δί ' , ἔφη ἡ Θεοδότη , ἐγὼ τούτων οὐδὲν μηχανῶμαι . Καὶ μήν , ἔφη , πολὺ διαφέρει τὸ
παλάμη καὶ ἡ μηχανή : ἀπὸ τούτου καὶ παλαμῶμαι τὸ μηχανῶμαι . ἐπαλαμήσατο ] ἐπανουργεύσατο , εἰργάσατο . μεταφορικῶς ὡς
5944649 ἀπωλομην
μὲν δι ' ἐμὲ ἐσώθης , ἐγὼ δὲ διὰ σὲ ἀπωλόμην . . . . : / [ ! ]
ζῶς ' ἥδ ' ἀνίης ' ἀτμὸν ἐμφανῆ . . ἀπωλόμην : οὐκ οἴσετ ' εἰς δόμους νέκυν ; νοεῖς
5943292 ἰϲχυραϲ
. εἰ μὲν οὖν πλῆθοϲ εἴη τὸ διατεῖνον , δυνάμεωϲ ἰϲχυρᾶϲ ὑποκειμένηϲ , φλεβοτομητέον καὶ ἐκ τῆϲ μεγάληϲ φλεβὸϲ ἀφαιρητέον
καταπλαττομένη τὰϲ θερμὰϲ φλεγμονὰϲ ἐμψύχει . Κολοκυνθὶϲ καθαρτικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ ἰϲχυρᾶϲ , χλωρᾶϲ δὲ αὐτῆϲ ὁ χυλὸϲ ἀνατριβόμενοϲ ἰϲχιάδαϲ ὀνίνηϲιν
5943155 ϲαυτον
. ἀμφίβληϲτρον . ἀναργυρία . ἀνωφέλητοϲ καὶ θεοῖϲ ἐχθρόϲ . ϲαυτὸν δ ' ἀποφαίνειϲ κενότερον λεβηρίδοϲ . ] φανῆναι [
προϲέχειν δεῖ ἀεὶ τῶν ϲφυγμῶν ἐφαπτόμενον , ὡϲ μήποτε λάθοιϲ ϲαυτὸν ἀντὶ λειποθυμίαϲ θάνατον ἐργαζόμενοϲ . Περὶ ἀρτηροτομίαϲ Γαληνοῦ .
5940766 βραδυνω
βραδύνω ἀπὸ τοῦ δὴν ἐπιτατικοῦ μορίου καὶ τοῦ θύνω τὸ βραδύνω . Φιλοφροσύνῃσιν : ἀγάπαις , δεξιώσεσι , φιλίαις .
, πιέζομαι δυσχεραίνων , θλίβομαι , διαλογίζομαι , καταπιέζομαι , βραδύνω . , ξέομαι ταῖς φροντίσι . ἤτοι στρέφων ταῦτα
5933719 εὑρηκα
' ἔδει : νῦν δ ' οὐκ ἔχεις : κενὸν εὕρηκα τὸ φάρμακον πρὸς τὸ κενόν : οἰήθητι δ '
ἄλλα τὰ ὁμο - γενῆ τούτοις ἁπλῶς ὑπὸ οὐδενὸς νενοημένα εὕρηκα . πάντα δὲ τὰ λεχθέντα , ὅσοις οὐκ ἐντέτευχα
5932949 βουλεσθ
οἷς ἀκηκόατ ' ἄξιόν ἐστι μισεῖν αὐτούς . τί γὰρ βούλεσθ ' εἴπω ; τὰ πομπεῖ ' ὡς ἐπεσκευάκασι ,
' ἕως ἐστὲ κύριοι , χρήσασθε τῷ παραδείγματι καὶ μὴ βούλεσθ ' ἑτέροις αὐτοὶ γενέσθαι τῶν ὁμοίων . ἀλλ '
5923068 σκηπτομενος
ἔρχεται . ὁ τοίνυν τιθασὸς ἐπὶ πόδα ἀναχωρεῖ , δεδιέναι σκηπτόμενος : ὁ δὲ ἔπεισι γαῦρος , οἷα δήπου κρατῶν
οὗτος ὁ τρόπος Θεοδώρου : ἀλλὰ μὴ ἀναδύου τὰ ὡμολογημένα σκηπτόμενος παίζοντα λέγειν τόνδε , ἵνα μὴ καὶ ἀναγκασθῇ μαρτυρεῖνπάντως
5920237 παραλογισασθαι
, ὅπερ δὴ καὶ αὐτὸ οὐ μικρὰ συνδίδωσι πρὸς τὸ παραλογίσασθαι . ὡς γοῦν πολλάκις δοθέντος τοῦτο συνελογίσθη τοῦτον ,
ὁ συλλογισμὸς , ὃν ὁ Ἑρμογένης πλέκει , πρὸς τὸ παραλογίσασθαι μόνον ἐπινενόηται . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ἐστὶν ἐξ αὐτῶν
5917412 κλυζομενον
κενοῦϲθαι χωρὶϲ οὐρήϲεωϲ . θεραπεύεται δὲ πρῶτον μὲν ὑδαρεῖ μελικράτῳ κλυζόμενον , ἔπειτα δὲ γάλακτι , κἄπειτα μίξανταϲ τῷ γάλακτι
Ἔστι δὲ ἡ Θεμίσκυρα πεδίον τῇ μὲν ὑπὸ τοῦ πελάγους κλυζόμενον , ὅσον ἑξήκοντα σταδίους τῆς πόλεως διέχον , τῇ
5917155 μειωθεντος
παρέχειν τῷ σώματι . παυσαμένου δὲ τοῦ πυρετοῦ ἢ καὶ μειωθέντος οὐ δεῖ κατακεχρῆσθαι τοῖς ψύχουσιν : ἐγχρονίζειν γὰρ ἐπὶ
ἀσφαλεῖς καὶ καταγωγαί , ὡς δέ τινες γράφουσι τοῦ ναυτικοῦ μειωθέντος αὐτῷ διὰ τὴν ἔμπρησιν , ἣν ἐποιήσαντο τῶν γυναικῶν
5916935 κατελιπες
ναῦν ἐν τῷ αἰγιαλῷ ἐστερημένην πηδαλίου : ἔλιπες ἔλιπες : κατέλιπές με , ὦ πάτερ , ὥσπερ μεμονωμένην ναῦν θαλασσίαν
ἢ βραδύ : ἔλιπες ἔλιπες : λείπει τὸ ναῦν : κατέλιπές με ὥσπερ ναῦν ἐν τῷ αἰγιαλῷ ἐστερημένην πηδαλίου :
5915187 πιστευω
αὐτὸν τῷ μεταλαβεῖν ; Ναί : ἀλλ ' ἐγὼ σοὶ πιστεύω , σὺ ἐμοὶ οὐ πιστεύεις . Πρῶτον μὲν οὐδὲ
οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα τὸ νομίζω ἀντὶ τοῦ κρίνω καὶ πιστεύω . τὸ δὲ ὑμᾶς πολλὴν ἔμφασιν ἔχει , ὡς
5914367 ἠχθεσθην
ἐπ ' Ἰταλίας , μᾶλλον δὲ ἐπὶ Συρίας . Οὐκ ἠχθέσθην τῆς ἐκ βασιλέως τροφῆς ἐπ ' ἄλλους μεταστάσης .
οὐ ποιήσεις ὑπισχνεῖσθαι . νῦν τοίνυν ὁρῶν διαφθειρόμενον τὸν νόμον ἠχθέσθην : Λητόϊος μὲν γὰρ ἐδεήθη τὰ δίκαια , σὺ
5914196 διδοτε
καλὸν ἔργῳ περιθέντες ἀνοσίῳ ; οὐ γὰρ δὴ κάθοδόν μοι δίδοτε , ἀλλὰ σφάγιόν με τῷ δήμῳ κατάγετε , τάχα
: πάντα τόπον τῇ θέᾳ δίδοτε καὶ σκοπεῖτε : κόραισι δίδοτε : λείπει τὸ ἐπί : τὸ ἐπὶ ταῖς κόραις
5914093 ἀποτρεπομαι
δωροῦμαι , εἰς δῶρον αἱρῶ καὶ εἰς δῶρον αἱροῦμαι , ἀποτρέπομαι , εὐωχοῦμαι , καταρῶμαι , ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι ,
ἀθυμίαν παρέσχεν , ἅπαντ ' ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποτρέπομαι , ὅτι πολλῶν καὶ μεγάλων καὶ καλῶν ὄντων ὧν
5912710 χεσειν
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι .
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω
5902260 Φερ
. Συνεπόμνυθ ' ὑμεῖς ταῦτα πᾶσαι ; Νὴ Δία . Φέρ ' ἐγὼ καθαγίσω τήνδε . Τὸ μέρος γ '
' αὖ γυνὴ ὡραιοτάτη τις . Ποῦ ' στι ; Φέρ ' ἐπ ' αὐτὴν ἴω . Ἀλλ ' οὐκέτ
5892170 Μελητῳ
δὲ ὅτι καὶ θελήσαντάς τινας φιλόσοφα ἀναγνῶναι προσήνεγκεν Ἀνύτῳ καὶ Μελήτῳ λέγων παιδεύσατε τοὺς νέους : τοῦτο δὲ ἐποίησεν ὀνειδίζων
ἦν Σωκράτει μὴ τοῖς Ἀθηναίων δικασταῖς ἀπολογεῖσθαι , ἀλλὰ μήτε Μελήτῳ ἀπεχθάνεσθαι , μήτε ἐλέγχειν Ἄνυτον , μήτε παρέχειν πράγματα
5889836 χαριζομαι
καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις
πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ '
5887369 Σωστρατε
; πάλιν λέγω : ὁ δεσπότης ἐν τῶι φρέατι . Σώστρατε , ἔξελθε δεῦρ ' : ἡγοῦ , βάδιζ '
' ἴσως μᾶλλον παρ ' ἡμῖν . οὐκ ἐθελήσει , Σώστρατε . σύμπεισον αὐτόν . ἂν δύνωμαι . δεῖ πότον
5885345 ἀπαγορευω
δὲ ὁμολογῶ μαλακὸς εἶναι καὶ τὰ δεινὰ πόρρωθεν δεδιέναι , ἀπαγορεύω μέντοι μὴ συνταράττειν ἡμᾶς πρὸς ἀλλήλας τὰς πόλεις ,
Θηβαίων φρονεῖ . Βοιωτοὶ γὰρ οὗτοι . . . . ἀπαγορεύω ] ἀντὶ τοῦ ἀγορεύω , ὅ ἐστι λέγω .
5884857 Μικρου
. . . ξη ∠ ʹ να γʹ . Ῥομβίτου Μικροῦ ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . . .
ἀρετὴν ἱερέως καὶ τεμένους εὐπρέπειαν , ἑκατέρῳ δικαίως μερίζεται . Μικροῦ μὲν ἀπεῖπον πρὸς τὴν ὀξύτητά σου τῶν ἔργων ἀθρόως
5882442 ῥητορικηι
ἰατροῦ πεῖσαι , ἐγὼ ἔπεισα οὐκ ἄλληι τέχνηι ἢ τῆι ῥητορικῆι . . . Γ . τὸ δὲ Γοργίου εἰς
φαινόμενον εἰκός , καὶ ἐν οὐδεμιᾶι τέχνηι ἀλλ ' ἐν ῥητορικῆι καὶ ἐριστικῆι . . . . . Ἄβδηρα :
5877178 ἀπερχομαι
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ]
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ
5876265 κατηγορησω
λεγόμενον ἐτήτυμον : τὸ ἀληθές ἄχθομαι : λυποῦμαι γράψομαι : κατηγορήσω κατωκάρα : κατακέφαλα ὦ γλίσχρων : ὦ γουλάριε ,
[ ἐπιτάξαντος ] . καὶ σὺ λέγε τίνος θέλεις [ κατηγορήσω ] . Κλαύδιος Καῖσαρ : ἀσφαλῶς [ ἐκ ]
5873260 κατακειμαι
τέθνηκας ζητῶν ἐμὲ , ἐγὼ δὲ ζῶ καὶ τρυφῶ , κατάκειμαι δὲ ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης μετὰ ἀνδρὸς ἑτέρου . πλὴν
ἔστιν , ἡ δ ' οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ
5872859 ἐπιχειρεις
ἔχεις ποιεῖν ; ἄλλο τι ἢ τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς διανοῇ τούς τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι καὶ σύμπασαν τὴν
εἷς ἄν μοι πολλῶν ἦν ἀντάξιος . ἃ σὺ λογιζόμενος ἐπιχειρεῖς μοι δεικνύειν ὡς , εἰ καὶ Δουλκίτιος τέθνηκεν ,
5872793 συγκατατιθεμαι
τοῦ συστραφῆναι , ὡς καὶ Τυραννίων , ᾧ καὶ μᾶλλον συγκατατίθεμαι . πολλὴ δὲ ἡ κίνησις αὐτοῦ παρὰ τῷ ποιητῇ
Ἀσκαλωνίτης , εἴτε ἐπὶ τοῦ συστραφῆναι , ᾧ καὶ μᾶλλον συγκατατίθεμαι : ἔστι δὲ ἀόριστος δεύτερος . ἀλῶ , τὸ
5870189 γελω
προσγραφομένου δὲ τοῦ ι , μὴ συνεκφωνουμένου δέ , οἷον γελῶ , γελᾷς , γελᾷ . οἱ μέντοιγε Αἰολεῖς ?
καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ ἀκροῶ ἀκροάσω , γελῶ γελάσω : τέως δὲ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τῷ
5863166 παραιτουμαι
λόγον πύθηι , κατά με γᾶς ζῶντα πόρευσον : οὐ παραιτοῦμαι . τί τοῖσδ ' ἀπειλεῖς βάρβαρός τε βαρβάρου γνώμην
καὶ Πλάτωνα δίκη μετελθεῖν τοῦ λόγου καὶ τῆς ἐπιτιμήσεως . παραιτοῦμαι δ ' εὐμενῆ καὶ ἵλεων εἶναι τοῖς λεγομένοις ,
5856009 μεμψῃ
χρυσίον ἔλθοι , οἶδ ' ὅτι τηνικαῦτα ἐμὲ τὴν Τύχην μέμψῃ . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι χρὴ τὸν
τὰ ἀλλότρια ἴδια , ἐμποδισθήσῃ , πενθήσεις , ταραχθήσῃ , μέμψῃ καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους , ἐὰν δὲ τὸ σὸν
5855197 βραχυϲ
τοῖϲ ἀναπτυομένοιϲ ἐντεῦθεν , ἐνίοτε καὶ ἐφελκὶϲ καί τιϲ αἵματοϲ βραχὺϲ ϲταλαγμὸϲ καὶ ἑτέραϲ ἀρχῆϲ χρῄζει τὸ ἕλκοϲ εἰϲ θεραπείαν
! ! ! ! ! ! ] ειμα ? ? βραχὺϲ οι ? [ . . . . . .
5854464 Χαιρεα
εἰκόνα τὴν Χαιρέου καὶ καταφιλοῦσα “ ἀληθῶς ἀπόλωλά σοι , Χαιρέα ” φησί , “ τοσούτῳ διαζευχθεῖσα πελάγει . καὶ
ἀλύοντι “ κἀμοὶ ” φησὶν “ υἱὸς ἦν , ὦ Χαιρέα , σὸς ἡλικιώτης , πάνυ σε θαυμάζων καὶ φιλῶν
5852685 ἀδικησομεν
καὶ αὐτοὶ ἐξάγοντές τε καὶ ἐξαγόμενοι , ἢ τῇ ἀληθείᾳ ἀδικήσομεν πάντα ταῦτα ποιοῦντες : κἂν φαινώμεθα ἄδικα αὐτὰ ἐργαζόμενοι
τοίνυν , εἶπον , ὦ Γλαύκων , ὅτι οὐδ ' ἀδικήσομεν τοὺς παρ ' ἡμῖν φιλοσόφους γιγνομένους , ἀλλὰ δίκαια

Back