| , ὁ τῶν ἁπάντων τῶν καλῶν καὶ προσέτι ἀγαθῶν δεινότατος ἰχνευτής . ) ὀξεῖαν δὲ καὶ ἀγχίνουν φύσεως δύναμιν , | ||
| κυνῶν ἀγωγὴ κυνηγέσιον καλεῖται καὶ ἔστι τῷ ἔργῳ ὁμώνυμον . ἰχνευτής , ἀρκυωρός , σκοπιωρούμενος . σκευὴ δὲ κυνηγέτου χιτὼν |
| πηγὰς ἀφθόνους καὶ καρπῶν ἁπάντων φορὰν , ὧν ὁ πάντων ἡμερώτατος ἐνταῦθα τῶν πανταχοῦ κάλλιστος περιφανῶς . Ἀλλὰ ταῦτα μέν | ||
| ὁ μὲν πρῶτος πάππος πρεσβύτατος , ἐν χρῷ κουρίας , ἡμερώτατος τὰς ὀφρῦς , εὐγένειος , ἰσχνὸς τὰς παρειάς , |
| Πληιάδες εἴρηνται . Φερεκύδης δὲ . . . τὰς Ὑάδας Δωδωνίδας νύμφας φησὶν εἶναι καὶ Διονύσου τροφούς . . . | ||
| „ . καὶ Σοφοκλῆς Ὀδυσσεῖ ἀκανθοπλῆγι ” τὰς θεσπιῳδοὺς ἱερίας Δωδωνίδας ” . Ἀπολ - λόδωρος δὲ ἐν αʹ περὶ |
| περὶ τοὺς λόγους , ἀντὶ χειραγωγῶν ἐκείνοις χρωμένους κοινωνεῖν τῆς βακχείας . ἀλλ ' οὐκ ἐσχήκατε ψυχὰς νέων ὅ τι | ||
| πάντες γὰρ κεκοινωνήκατε τῆς φιλοσόφου [ ] μανίας τε καὶ βακχείας : διὸ πάντες ἀκούσεσθε . . . οἱ δὲ |
| λάλους ἀντὶ κοσμίων ποιήσας , ἀλλὰ οὗτος ὁ κωλύων εἶναι λάλους τὸ καθ ' αὑτόν . οὔκουν ὅ γε Ὀδυσσεὺς | ||
| ὅ τι χρὴ λέγειν . Πρῶτον μὲν οὖν ὡς οὐ λάλους ἐποίησε μέγιστον , οἶμαι , κἀνταῦθα σημεῖον τὸ μὴ |
| καὶ τὰς μὲν ἐκ καταβολῆς τριήρεις ἐναυπηγοῦντο , τὰς δὲ πεπονηκυίας ἐθεράπευον , ἄλλας δὲ παρὰ τῶν συμμάχων μετεπέμποντο . | ||
| τριήρεις , κατασκευάζοντες ὅλως τὰ πράγματα , ὥσπερ οἱ τὰς πεπονηκυίας οἰκίας ἀναλαμβάνοντες . κἂν ἐμοὶ πεισθῆτε καὶ κατάσχητε ὑμᾶς |
| Φίλιππον . ἐμιμήσατο . οὔτε γὰρ περὶ γυναῖκας ἐσπουδάκει οὔτε φίλοινος ἦν , ἀλλὰ καὶ οὐ μόνον αὐτὸς μέτριον ἔπινε | ||
| φιλοθέωρος ὁ τὰς θέας καὶ ἡδὺ τὸ θέαμα αὐτῷ , φίλοινος καὶ φιλόσοφος ὁ τὴν σοφίαν καὶ τὸν οἶνον καὶ |
| τὸ βαρβαρίζειν χελιδονίζειν καὶ Ἴων ἐν Ὀμφάλῃ τοὺς βαρβάρους , χελιδόνας ἀρσενικῶς φησιν , ὥσπερ αἱ χελιδόνες : Σύμμαχος : | ||
| ἄρα ἢ κηροπλαστήσας Ἔρωτα ὑπόπτερον ; ὡς οὐδὲν ᾔδει πλὴν χελιδόνας γράφειν , ἀλλ ' ἦν ἄπειρος τῶν τρόπων τῶν |
| μὴν εἰκὸς Θησέως παρόντος ἁλῶναι τήν τε μητέρα καὶ τὰς Ἀφίδνας . . . . , : Ἡσαγόρας δὲ ἐν | ||
| Διοσκούρους , ὅτι ἀνακῶς αὐτοῖς ἐχρήσαντο διὰ τὴν Ἑλένην τὰς Ἀφίδνας ἐκπορθοῦντες . οὕτως Ἀσκληπιάδης ὁ Μυρλεανός , . , |
| χορός . προήκων ] ἐλθών , προελθών . . , προερχόμενος , ἐλάσας . ἐς . . . ἡλικίας ] | ||
| ῥοδίνου καὶ ὀλίγου τοῦ ἄνθους τῆς βοτάνης . εἶτα πρωὶ προερχόμενος , ἁγνὸς ὤν , βραχὺ λαβὼν ἐξ αὐτοῦ , |
| ἀνάβασιν . κολάζονται γὰρ πρῶτον τὰς ἐλαφροτέρας , εἶτα τὰς δραστικωτέρας , εἶτα ἔτι μᾶλλον τὰς δραστικωτέρας . καὶ εἶθ | ||
| ἄνθρωπος ἀνόητος καὶ ἀδύνατος γένοιτο , νεκρὸς δὲ γενόμενος λοιπὸν δραστικωτέρας πιστεύοιτο μεταλαμβάνειν δυνάμεως ; ἀλλ ' οὔτε τοῦθ ' |
| αὐτός . Ἡ μὲν δὴ λογισμοῦ φιλοθεάμονος πρὸς ἀστὰς καὶ παλλακίδας δυνάμεις σύνοδος , ὡς οἷόν τε ἦν , εἴρηται | ||
| ἀποφθερῇ , κακὸν κάθαρμα , ἐπὶ τοὺς κροκωτοὺς καὶ τὰς παλλακίδας , μεθ ' ὧν ἐπὶ ταῖς κλίναις διημερεύσεις , |
| πρεσβίστην καλέω καὶ φωσφόρον Ἦμαρ , Πίστιν τ ' ἠδὲ Δίκην καὶ ἀμύμονα Θεσμοδότειραν , Ῥείαν τ ' ἠδὲ Κρόνον | ||
| ὃ καὶ τὰς Ὥρας γεγέννηκε , τὴν Εὐνομίαν , τὴν Δίκην καὶ τὴν Εἰρήνην . δικαίου γὰρ πολιτευομένου καὶ διαγωγὴν |
| ὁ σὸς οὐ πρῶτος οὐδὲ μόνος , οὐδ ' αὑτὸν ὑβρίζων οὐδ ' ὑμᾶς τοὺς υἱεῖς , ἀλλὰ μόνην ὁρῶν | ||
| ἁδρόν . ὁ μὲν οὖν ὄχλος ἐνέπαιζε , στρατιωτικὴν ὕβριν ὑβρίζων εἰδεχθῆ καὶ τῷ τρόπῳ σκαιὸν ἐχθρόν . ἆρά γε |
| ὁ τᾶς μέθας ἐραστάς : μετὰ κρότων , μετ ' ὠιδᾶς τέρπει με κἀφροδίτα : πάλιν θέλω χορεύειν . Ὅτ | ||
| ὁ τᾶς μέθας ἐραστάς : μετὰ κρότων , μετ ' ὠιδᾶς τέρπει με κἀφροδίτα : πάλιν θέλω χορεύειν . Ὅτ |
| τὸν καλὸν χρόα . φράζεο , μὴ τᾶς παιδός : φώνησόν σου τὴν κύνα , μή πως τὴν Γαλάτειαν καταδαίσηται | ||
| τὸν καλὸν χρόα . φράζεο , μὴ τᾶς παιδός : φώνησόν σου τὴν κύνα , μή πως τὴν Γαλάτειαν καταδαίσηται |
| , μὴ ' πίσειέ μοι τὸν Μισγόλαν : οὐ γὰρ κιθαρῳδός εἰμ ' ἐγώ . ὁ τρίτος οὗτος δ ' | ||
| αὐτοῦ καταμένειν ; Ἐν τῇ Κορίνθῳ παρεπεδήμησέν ποτε Στρατόνικος ὁ κιθαρῳδός , εἶτα γρᾴδιον ἐνέβλεπεν αὐτῷ κοὐκ ἀφίστατ ' οὐδαμοῦ |
| οἰωνισάμενος δαιμονίως πως οἰωνισάμενος τὸ μέλλον . , . . Ἡραΐσκος καὶ ἐγεγόνει ὁ Ἡραΐσκος Βάκχος , ὡς ὄνειρος αὐτὸν | ||
| ὄνειρος αὐτὸν κατεμήνυσεν . , . . Ἡραΐσκος ὁ δὲ Ἡραΐσκος οὐ μόνον ἀγαθὸς ἦν καὶ ἤπιος , ἀλλ ' |
| οἰκείοις μιάσμασιν αἰσχύνει , μηδ ' ἔμπαλιν σπουδαίου προφορᾷ τὰ ἀκόλαστα καὶ αἰσχρὰ μηνύοιτο , ἀλλ ' ἀεὶ τὴν τῶν | ||
| σημαίνει δὲ τὸ γυναικεῖον καὶ ἀνδρεῖον αἰδοῖον κηλωστὰ δὲ τὰ ἀκόλαστα . οἱ δ ' αὖ τέταρτοι : Δύμας βασιλεὺς |
| παρ ' Ἕρμον Φεύγει , οὐδὲ μένει , οὐδ ' αἰδεῖται κακὸς εἶναι . Οὐ γὰρ ἄν , ἔφη , | ||
| δέχθαι , ἐπεὶ πάντη καὶ ὅτις μάλα κύντατος ἀνδρῶν Ξεινίου αἰδεῖται Ζηνὸς θέμιν ἠδ ' ἀλεγίζει . ” Ὧς φάτ |
| : οἷς ἄμφω περίεισιν οἱ γονεῖς : οὗτοι καὶ τὰς εἰρεσιώνας διεκόσμουν . ἀμφίκαυστις : ἡ ὡρίμη κριθή , ἣν | ||
| οὐκ ἔστι χειρόνιπτρον . ἀναθῶμεν νῦν χἠμεῖς τούτοις τασδὶ τὰς εἰρεσιώνας καὶ προσαγήλωμεν ἐπελθόντες . χαίρετε πάντες . δεχόμεσθα . |
| τὸν προλαμβάνοντα παρασκευῇ τοὺς κινδύνους εὐθύνειν ἄξιον ; ποῦ τὴν θρεψαμένην προαναρπάζειν τῶν δεινῶν οὐκ εὔλογον ; εἰ γὰρ περιμενοῦμεν | ||
| τὸν προλαβόντα παρασκευῇ τοὺς κινδύνους εὐθύνειν ἄξιον ; ποῦ τὴν θρεψαμένην προαναρπάζειν τῶν δεινῶν οὐκ εὔλογον ; εἰ γὰρ περιμενοῦμεν |
| τρίτος Σικελιώτης παῖς Ἀγαθοκλέους , ποιητὴς κωμῳδίας , νίκας ἑλὼν ἀστικὰς μὲν τρεῖς , Ληναϊκὰς δὲ πέντε , καθά φησιν | ||
| τρίτος Σικελιώτης παῖς Ἀγαθοκλέους , ποιητὴς κωμῳδίας , νίκας ἑλὼν ἀστικὰς μὲν τρεῖς , Ληναϊκὰς δὲ πέντε , καθά φησιν |
| τούτων ἐμπύροις δυνάμεσιν αὐαινόμενος . τίνα οὖν ἄκη τοῦ καύματος πετραίη σκιά ; τοιαύτη δὲ ἡ ὑπὸ ταῖς πέτραις ἐν | ||
| τε χρὼς ὑπὸ καύματος : ἀλλὰ τότ ' ἤδη εἴη πετραίη τε σκιὴ καὶ βίβλινος οἶνος μάζα τ ' ἀμολγαίη |
| ἐξεμάνη . Λέγεται γὰρ εἰπεῖν αὐτὸν πρὸς Πρηξάσπεα , τὸν ἐτίμα τε μάλιστα καί οἱ τὰς ἀγγελίας ἐσεφόρεε οὗτος , | ||
| εἰς δῆμον τελῶν , ἀκολουθῶν ἐπὶ τὸ μνῆμα δάκρυσι μὲν ἐτίμα τὸν ἀπελθόντα , λόγοις δὲ τοὺς προσήκοντας ἐθεράπευε τὴν |
| συνεσχημένων , συνέβη τὸν Ἡσίοδον τοῦτον πρόβατα ἐν τῷ Ἑλικῶνι ποιμαίνειν . Φασὶ δὲ , ὡς ἐννέα τινὲς ἐλθοῦσαι γυναῖκες | ||
| ' αἶνος Ὀλυμπιονίκαις οὗτος ἄγκειται . τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει , ἐκ θεοῦ δ ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ |
| ὕβριν , ἥκιστα δὲ παροινίαν , ἥκιστα δὲ αἰσχουργίαν καὶ αἰσχρολογίαν ἐγγίγνεσθαι . ἀγαθά γε μὴν ἀπεργάζεται καὶ τάδε ἡ | ||
| θεὸν ἐπὶ τῇ τῆς Κόρης ἁρπαγῇ λυπουμένην γελάσαι διὰ τὴν αἰσχρολογίαν . Περὶ δὲ τῆς κατὰ τὴν Κόρην ἁρπαγῆς , |
| , ἑκηβόλοις τόξοισιν Ἀταλάντην κάπρον χειρουμένην Αἰτωλόν . ἐς δὲ Προιτίδας πύλας ἐχώρει σφάγι ' ἔχων ἐφ ' ἅρματι ὁ | ||
| , ἃς οὐδ ' ὁ Μελάμπους , ὃς μόνος τὰς Προιτίδας ἔπαυσε μαινομένας , καταστήσειεν ἄν . καὶ Καλλιμέδων μετ |
| τῶν αὐτῶν τύχοις . ἄκουε , Θησεῦ , τούσδ ' Ἀθηναίας λόγους , ἃ χρή σε δρᾶσαι , δρῶντα δ | ||
| πρὸς τὴν θεόνἈθηναία γὰρ ἡ θεὸς καλεῖταιἀλλ ' ἀντὶ τοῦ Ἀθηναίας φασὶν ἀστὰς λέγεσθαι καὶ Ἀττικάς . πλὴν πολλή γε |
| κἂν δράματα ὅλα συντιθέντες ἐγκωμίων ἐπᾴδωσι ; τοιγαροῦν ὁ μάταιος Βαλαὰμ ὕμνους μὲν εἰς τὸν θεὸν ὑπερβάλλοντας ᾄδων , ἐν | ||
| „ οὐ γὰρ ἔδωκε „ φησίν ” ὁ θεὸς τῷ Βαλαὰμ καταράσασθαί σοι , ἀλλ ' ἔστρεψε τὰς κατάρας εἰς |
| ἐπὶ τῶν συνετῶς βιούντων , δοκούντων δέ τισι μαίνεσθαι . Θάμυρις γάρ τις ἰδὼν μαστιγούμενον οἰκέτην παρὰ δεσπότου αὐτοῦ ἐν | ||
| ρις θηλυκὰ ὀξύνεσθαι , πλὴν τοῦ Ὤγυρις , πανήγυρις , Θάμυρις . Ἐρύθρας δὲ βασιλεὺς , ἀφ ' οὗ τὸ |
| Τίς ἄρα ποτ ' ἐστίν ; Ὡς ἀλαζὼν φαίνεται . Μάντις τίς ἐστιν ; Οὐ μὰ Δί ' , ἀλλ | ||
| ποιητοῦ ἔπος : ἔχει δὲ τὸ ἔπος Εὐριπίδῃ ὧδε : Μάντις δ ' ἄριστος ὅστις εἰκάζει καλῶς . σὺ δέ |
| παρέδωκεν Ἕλλησι , πρᾶγμα οὐ μεμπτόν : ἃ γὰρ σὺν δαπάνηι σπουδάζομεν , μᾶλλον ἀσπαζόμεθα τῶν προῖκα . γνοὺς δὲ | ||
| λατάγων τόξα καθιστάμεθα : εἶτα δ ' ὄχος Σικελὸς κάλλει δαπάνηι τε κράτιστος Θεσσαλικὸς δὲ θρόνος , γυίων τρυφερωτάτη ἕδρα |
| πεποιημένον δὲ τοῦτο παρὰ τὸ φιλεῖν τὰς Κλέωνος πράξεις : φιλόδικος δὲ οὗτος καὶ συκοφάντης . φίλο ] φιλόδικος . | ||
| τὰ δικαστήριά ἐστι διατριβόντων δικαστῶν ἢ καὶ συκοφαντῶν , ἤγουν φιλόδικος καὶ γράφων ψηφίσματα . πανδελετίους : Πανδέλετος συκοφάντης καὶ |
| . Εἰ δὲ ἦν ξένος , ἢ νοσῶν , ἢ γηράσας , ἑψήσας τοὺς ἰχθύας , καὶ ποιήσας αὐτὰ ἀγαθῶς | ||
| φιλοπόνηρος ἀνὴρ Τὸν ὅμοιον τοῖς τρόποις οὐκ ἀμύνεται . Λύκος γηράσας νόμους ὁρίζει . Ἑρμηνεία . Νουθετήσει κακοῦργος εἰς γῆρας |
| πολλῷ τῷ δικαίῳ περιεῖναι βουλόμενος συνεχώρουν . καὶ μετὰ ταῦτα προσκαλεῖται μέν με τὴν δίκην πάλιν , ἐπειδὴ θᾶττον ἀνείλετο | ||
| ἐπὶ τῶν ἀμφισβητούντων κλήρου ἢ ἐπικλήρου : ὁ γὰρ ἀμφισβητῶν προσκαλεῖται τὸν ἐπιδεδικασμένον πρὸς τὸν ἄρχοντα : εἰ δὲ μὴ |
| τὰ δένδρα , ἡ πάρδαλις τοῦ πιθήκου δολερωτέρα οὖσα τοιαῦτα παλαμᾶται . ἑαυτὴν ὑπέρριψε δένδρῳ , καὶ κεῖται ὑπτία , | ||
| ἡ ἀπαίδευτος καὶ ἀμαθὴς τῇ τε ἄλλῃ καὶ ταύτῃ ἐπίσπαστα παλαμᾶται , καὶ μέντοι καὶ ἐς τὸ ἀπόφημόν τε καὶ |
| ἣν ἔχομεν ὁδὸν λόγων εἴπωμεν ὅσα τε νοῦς ἔχει . Χρῆν μὲν τύπτειν τοὺς ῥαβδούχους , εἴ τις κωμῳδοποητὴς αὑτὸν | ||
| ἡδονὴν θάνῃς : φυλάξαι δεῖ με τοῦτό σοι πικρόν . Χρῆν δ ' εὐθὺς εἶναι τήνδε τοῖς πᾶσιν δίκην , |
| φησὶ γὰρ οὕτω . . οὗτος δὲ ὁ Λυκόφρων τὰς ἑπταπύλους Ὠγυγίας καλεῖ . σπαρτὸς δὲ λεὼς εἰσὶν οἱ Θηβαῖοι | ||
| Σπάρτην τὴν εὐρύχωρον , πότε δ ' αὖ πύλας τὰς ἑπταπύλους , φερνάς τε λαβεῖν δύο μὲν ξανθῶν ἵππων ἀγέλας |
| , καὶ τὸ ἐμπόριον οὐ παντελῶς ἄπωθεν ἦν μέγα καὶ πολυχρήματον , ἡ Δῆλος , δυναμένη μυριάδας ἀνδραπόδων αὐθημερὸν καὶ | ||
| παιδία μεθῆκεν ἀπαθεῖς ἀπιέναι . καὶ τὴν πόλιν διήρπαζε , πολυχρήματον ἐν τοῖς μάλιστα τότε οὖσαν . Ὧδε μὲν δὴ |
| ἀσπίδα , ἀλλ ' ἀριστεῦσαι , οὐκ ἰσχυρῶς δέ : ἀναισχυντεῖ γὰρ , ὁμολογεῖν μὲν ῥίψασπις εἶναι : ἐπειδὴ δὲ | ||
| , ὡς εἴρηται . ὡς ] ὄντως . ἀναιδεύεται ] ἀναισχυντεῖ . Κρατίνου κῴδιον : κῴδιόν ἐστι τὸ ἅμα τοῖς |
| θεοδμήτους ἀρετὰς , ὅ ἐστι τὰς ὑπὸ θεῶν δεδομημένας καὶ κατεσκευασμένας , ὁ θεός τε αὐτῷ συμφυτεύει δόξαν : πάντων | ||
| , στῆσαι πριάμενόν τοι γυναῖκας κατὰ τόπους κοινὰς ἅπασι καὶ κατεσκευασμένας . ἑστᾶσι γυμναί , μὴ ' ξαπατηθῇς : πάνθ |
| οὕτως ἔχων εὐδαιμονέστερος εἶναι φήσεις τοῦ μεγάλου βασιλέως . ἢν μαστιγοῖ δέ τις ἢ στρεβλοῖ , τούτων οὐδὲν ἀνιαρὸν ἡγήσῃ | ||
| ' αὐτοῦ ἐλεγχόμενος : ὃν γὰρ ἀγαπᾷ κύριος ἐλέγχει , μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται „ . οὕτως ἄρα |
| καὶ πόλις . Στράβων ιδʹ . τὸ ἐθνικὸν Δρακόνιος ὡς Μυκόνιος , καὶ Δρακονεύς . Δράκοντος νῆσος , Λιβύης , | ||
| τὸ πάθος τοῦτο ἐπιχωριάζειν τῇ νήσῳ „ . ὁ νησιώτης Μυκόνιος . Μυλαί , πόλις Σικελίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . |
| εἰς τὴν πήραν ἐνθέμενος οὐ πρόσθεν ἀπῆλθε , πρὶν τὰς Νύμφας εὐφημῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν θάλασσαν : καίπερ γὰρ αἰπόλος | ||
| ὅτε τὰς βοῦς ἀπελαύνων Γηρυόνου παρεγένετο . τινὲς δὲ τὰς Νύμφας ἀναδοῦναι αὐτὰ , ὡς ὁ Πίνδαρος . θερμὰ Νυμφᾶν |
| Ὀλύμπιος ἢ αἰθέριος ὁ θεὸς ἀλλὰ χθόνιος . Ἔδοξέ τις ἀθλητὴς τὰ αἰδοῖα ἀποτεμὼν καὶ ἅμα τὴν κεφαλὴν δήσας ἐστεφανῶσθαι | ||
| καὶ ἔσομαι μετὰ σοῦ „ , ἴσον τῷ γέγονας μὲν ἀθλητὴς τέλειος καὶ βραβείων καὶ στεφάνων ἠξιώθης ἀγωνοθετούσης ἀρετῆς καὶ |
| τε καὶ ὀλίγου δεῖν ἐπιφράττομαι τὰ ὦτα καὶ τὸ πρᾶγμα χλεύῃ μᾶλλον ἢ ἐπαίνῳ ἐοικέναι μοι δοκεῖ . μέχρι γὰρ | ||
| ΓΘ ἄλλως : πρὸς τὴν ἐπωνυμίαν οὐκ ὄντας θεοὺς ἐπὶ χλεύῃ προφέρεται : ὥσπερ δὲ παραστάτας ἀνθρώπων πονηρῶν καὶ παρέδρους |
| καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἀποκλείων ταῖς ἡδοναῖς συναλίζει ὑμῖν τὰς νομίμους ἁπανταχόθεν . ὥστε καὶ ὅσα παρ ' ἑτέροις ἀγαπητὰ | ||
| πρὸς τὴν βουλὴν ὁμολογίαι . τὸ δ ' ἐκβαίνειν τοὺς νομίμους ὅρους καὶ τὴν βίαν κρείττονα ποιεῖν τῆς δίκης οὐκέτι |
| Πέρσαις τις ὄνομα Τυρραστιάδας , τὸ γένος ὢν Κυμαῖος , φιλόκαλος δὲ καὶ τὸν τρόπον ὢν ἀγαθός , διαδρὰς ἐκ | ||
| γένεσιν ἀνδρὸς φιλοκάλου , ἵνα μὴ ὁ τίκτων ᾖ ὁ φιλόκαλος ἀλλ ' ὁ γεννώμενος . ὅτι δὲ μετὰ τὴν |
| ὁρῶ , ἀλλὰ κλύω : οὐ γὰρ δι ' ἔργων ὕβριζεν ὁ Προμηθεὺς τοὺς θεοὺς , ἀλλὰ διὰ λόγων . | ||
| καὶ γὰρ ἐχθρὸς ἦν , καὶ μεθ ' ἡμέραν εἰδὼς ὕβριζεν , καὶ οὐκ ἐπὶ τούτου μόνον , ἀλλ ' |
| , ὑπ ' αὐτὸν τὸν χρόνον . ὅτ ' ἐνθαδὶ Θέογνις ἠγωνίζετο . Τοῦτον μετὰ Σιτάλκους ἔπινον τὸν χρόνον . | ||
| ἑαυτὸν βουλόμενος μὴ καταδαπανᾶσθαι ὑπὸ λιμοῦ , ὡς καὶ ὁ Θέογνις τοῦτο δηλοῖ πρὸς Κύρνον τινὰ οὕτω λέγων : χρὴ |
| γαληνοῦ καὶ προσειπεῖν τὴν κοινὴν τῶν ἀνθρώπων ἑστίαν , ἧς ἀτέλεστος μὲν οὐδεὶς δή που τῶν ὑφ ' ἡλίῳ , | ||
| ἀνέραστος φεύγει καὶ ἀποδιδράσκει τὸν ἐρωτικόν , ἅτε βέβηλος καὶ ἀτέλεστος τῷ θεῷ καὶ τοσοῦτον ἀνδρεῖος , ὅσον αὐτῷ καὶ |
| μέσσος δέ ἑ μεσσόθι τέμνει . Οὔ κεν Ἀθηναίης χειρῶν δεδιδαγμένος ἀνὴρ ἄλλῃ κολλήσαιτο κυλινδόμενα τροχάλεια τοῖά τε καὶ τόσα | ||
| τὸ ἕβδομον οὐκ ἐτόλμησεν ἔτι τῆς τύχης λαβεῖν πεῖραν , δεδιδαγμένος περὶ τῆς κατ ' αὐτὴν ἀβεβαιότητος μεγάλοις συμπτώμασι . |
| κακοῦργος ὤν . οἱ δὲ πρὸς θρόνους ἔσω μολόντες ἇς ἔγημ ' ὁ τοξότας Πάρις γυναικός , ὄμμα δακρύοις πεφυρμένοι | ||
| , ἀντὶ τοῦ νῦν ἢ ἀντὶ τοῦ ταχέως . Μένανδρος ἔγημ ' ἔναγχος . εἰλυμένος : κεκαλυμμένος οἷον κεκρυμμένος : |
| τοῦτον ἠγάπησεν ὁ Ἀπόλλων σφόδρα ὥστε καὶ συγγυμνάζεσθαι αὐτῷ καὶ συμπαίζειν . δισκευόντων οὖν αὐτῶν ποτε λαβὼν ὁ Ἀπόλλων τὸν | ||
| συνέρπειν καὶ πρὸς τὸ συμψελλίζειν ; ὄνῳ δὲ τίς προθυμεῖται συμπαίζειν ἢ συνογκᾶσθαι ; καὶ γὰρ εἰ μικρόν , ὅμως |
| τῇ διαχύσει τῶν χειλέων χωρὶς ὕβρεως , γελοῖος δὲ ὁ καταγέλαστος . Ὀνομασίαι τῆς τῶν ἀνθρώπων γενέσεως καὶ αὐξήσεως ἄχρι | ||
| . Φαίνεται δὲ πρὸς τούτοις καὶ ἡ ἕξις τοῦ ἀναγιγνώσκοντος καταγέλαστος τουτέστιν ἡ μάθησις καὶ ἡ διδαχὴ καὶ ἡ γνῶσις |
| δυσαρεστέονται γὰρ ὑπ ' ἀκρασίης ἅπασι , καὶ μανίην τὴν σοφίην νομίζουσιν . Ἤπου γὰρ ὑπονοέω σαφέως λωβᾶσθαί σου τὰ | ||
| οὐδ ' ὁπόσοι σκληρὸν βίον ἐστήσαντο ἀνθρώπων , σκοτίην μαιόμενοι σοφίην , οὓς αὐτὴ περὶ πυκνὰ λόγοις ἐσφίγξατο μῆτις , |
| τοῦ πολίτου καὶ ἡ πολῖτις τῆς πολίτιδος , καὶ ὁ κυνηγέτης τοῦ κυνηγέτου καὶ ἡ κυνηγέτις τῆς κυνηγέτιδος , οὕτω | ||
| Ἰηλυσὸν περὶ τὸν καλούμενον Σχεδίαν . καὶ αὐτοῖς περιτυχὼν Θαμνεὺς κυνηγέτης ἦγεν ὡς ξενίσων εἰς τὸν οἶκον καὶ τὸν οἰκέτην |
| ἐπιστήμην . οὐκ εἰκότως οὖν Μωυσῆς ἐπὶ τῇ τῶν ἀναβατῶν ᾄδων ἀπωλείᾳ τοῖς ἱππεῦσιν εὔχεται σωτηρίαν παντελῆ ; δύνανται γὰρ | ||
| σὺ ὁ δύστηνος ἐν Δελφοῖς καθέζῃ τὰ κενὰ καὶ μάταια ᾄδων ; τί δέ σου ὄφελος ἡμῖν ; τί δὲ |
| ' ἀντὶ τοῦ ἀγρίας : “ ἢ μετ ' ἀγροτέρας ἐλάφους : κέλεται δέ ἑ γαστήρ . ” ἀγλαόκαρποι καλλίκαρποι | ||
| , ἐν τοῖς τρα - χέσι καὶ δυσβάτοις τόποις τοὺς ἐλάφους προστρίβοντας τὰ κέρατα πρὸς τὰς θάμνους , ἀποβάλλειν αὐτά |
| ὡς προβατοκάπηλος διεβάλλετο . Κύννα δὲ καὶ Σαλάβακχα τῶν θαυμαζομένων ἑταιρίδων . ΓΘ Λυσικλέα ] οὗτος ὡς προβατοκάπηλος διεβάλλετο . | ||
| προβατοκάπηλος διεβάλλετο . Κύνναν καὶ Σαλάβακχαν ] αὗται τῶν θαυμαζομένων ἑταιρίδων . μηδὲν δράσας : μηδὲν σπουδαῖον διαπραξάμενος . Γ |
| , ὅσα τέως ὕπουλα ἦν , ἀθρόα τότε ἐγίγνετο καὶ ἀθέμιστος μεταβολὴ βουλευτῶν ἀνδρῶν , ὑπάτων ἢ στρατηγῶν ἢ δημάρχων | ||
| . ὁμοίως δὲ καὶ τὸν φρονιμώτατον τῶν ἡρώων λέγειν ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος , / ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου |
| : μισόδημος μισόπολις , μισολόγος , μισοπόνηρος , μίσεργος , μισάνθρωπος μισόθεος , μισογύνης μισότεκνος , μίσιππος , μισόθηρος , | ||
| ἀγνώμων , ἀνεπιεικής , μικρόψυχος , ἀσεβής , δυσσεβής , μισάνθρωπος , μικρόφρων , ὀλιγόφρων , ἢ κατὰ Ξενοφῶντα μικροπρεπής |
| πέποιθ ' ἅμα , ἥτις μ ' ἔπεισε δεῦρ ' ὑπόσπονδον μολεῖν . ἀλλ ' ἐγγὺς ἀλκή κοὐκ ἔρημα δώματα | ||
| τὸ δὲ τελευταῖον Λάμψακον ἑλὼν τὴν μὲν Ἀθηναίων φρουρὰν ἀφῆκεν ὑπόσπονδον , τὰς δὲ κτήσεις ἁρπάσας τοῖς Λαμψακηνοῖς ἀπέδωκε τὴν |
| ἔστι καὶ ἐν Αἰγύπτῳ Θεόπολις . ὁ πολίτης ὁμοίως . Θεράπναι , πόλις Λακωνική , ἥν τινες Σπάρτην φασίν . | ||
| . Θεράπναι : Ἰσοκράτης Ἑλένῃ . τόπος ἐστὶν ἐν Λακεδαίμονι Θεράπναι , οὗ μνημονεύει καὶ Ἀλκμὰν ἐν αʹ . Θέρμαν |
| δὲ καὶ εἰς ὀψοφαγίαν διαβάλλει . καττύεται : συντίθεται καὶ ῥάπτει κατ ' ἐμοῦ . ἀστείως δὲ τῇ λέξει κέχρηται | ||
| πιθήκου σοφώτερον , οἵας γοῦν ἐπ ' αὐτοῖς παλαμᾶται καὶ ῥάπτει τὰς πάγας : ὅπου τὸ πλῆθος πιθήκων κάθηται , |
| προσβαλεῖν ] πλησιάσειν . θΞ ἄθυμος ] δειλός . Ξ ἄθυμος ] δειλός , ἄφρων . ἄθυμος ] δειλός , | ||
| ] δειλός . Ξ ἄθυμος ] δειλός , ἄφρων . ἄθυμος ] δειλός , ἄψυχος . ἄθυμος ] δειλός ἐστιν |
| εἶ Ἀλέξανδρος , ὃν λέγουσιν ὑποβολιμαῖον ; καὶ ὃς ἀκούσας ἠρυθρίασε μὲν καὶ ὠργίσθη , κατέσχε δ ' ἑαυτόν : | ||
| ἥσθη τὰ μειράκια καὶ ἐπεγέλασεν , ὁ δ ' ἕτερος ἠρυθρίασε . Καὶ ἐγὼ εἶπον , Τί οὖν ; σὺ |
| πολέμου ἔκ τε τῆς νόσου καὶ τῶν κατὰ τὸν πόλεμον πονουμένων : νῦν δὲ παρέσχεν αὐτοῖς σωτηρίας καιρὸν καὶ τοῦ | ||
| ἄλλων , ὧν εἴπομεν , τοσούτῳ θηρολέται τῶν περὶ πτηνὰ πονουμένων καὶ ἰχθῦς γενναιότεροι . Ἀλλὰ Τρίτωνες μὲν καὶ Νηρεὺς |
| ἐπεὶ δοκοῦσιν ἀργότεροι καὶ νωχελέστεροι εἶναι οἱ Φρύγες οἰκέται . Φρυνώνδας ἄλλος : ἐπὶ τῶν πονηρῶν : καὶ Ἀριστοφάνης ἐν | ||
| ὁτιοῦν : Δείναρχος ἐν τῇ Αἰσχίνῃ συνηγορίᾳ κατὰ Δεινίου . Φρυνώνδας : Αἰσχίνης κατὰ Κτησιφῶντος . ἦν δὲ Ἀθηναίοις περιβόητος |
| τοῖς Σίλλοις ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων : οἷόν θ ' ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα . Τὰ δὲ γεγραμμένα ὑπ ' | ||
| . ὅτι δὲ ἄλλοι ἄλλο εὑρήκασιν , ἐκ τοῦ καὶ Θάλητα τὴν μικρὰν Ἅμαξαν εὑρηκέναι δῆλον . ὁ γοῦν Καλλίμαχός |
| ἰδιώτας ὄντας . . . . τέχνην ] τοῖς Ἀθηναίοις ἐνομίζετο τέχνην τινὰ ἐπιτηδεύειν . οὐχ οὕτως τοῖς Λακεδαιμονίοις : | ||
| μὲν οὖν διὰ τὴν εὐσέβειαν ἦν καὶ ἐπὶ τῆς ἀληθείας ἐνομίζετο εἶναι . περὶ δὲ τοὺς ὅρκους εὐλαβῶς οὕτως διέκειντο |
| καὶ γὰρ ἦν προειρημένον τὰς εἰ μέν κ ' ἀσινέας ἐάᾳς νόστου τε μέδηαι , καί κεν ἔτ ' εἰς | ||
| ὅς ῥ ' ἑτάρους καμάτῳ ἀδηκότας ἠδὲ καὶ ὕπνῳ οὐκ ἐάᾳς γαίης ἐπιβήμεναι , ἔνθα κεν αὖτε νήσῳ ἐν ἀμφιρύτῃ |
| ὁ Εὐβίοτος μηδένα παρεῖναι ἐν τῇ σκηνῇ , ἀλλ ' ἐξήλαυνεν ἅπαντας ὡς ἄν ? τινων δυσχερῶν αὐτῇ περὶ Σαυροματῶν | ||
| σῦς καὶ ἄδικοί τινες ἄνθρωποι καὶ θηριώδεις , οὓς ἐκεῖνος ἐξήλαυνεν καὶ ἐκάθαιρεν ; καὶ τί ἂν ἐποίει μηδενὸς τοιούτου |
| αὖ πόλεμον ἰσχύει μέγα : σοφὸν γὰρ εὖ βούλευμα τὰς σοφὰς χείρας νικᾶ : σὺν ὄχλω δὲ ἀμαθία πλεῖστον κακόν | ||
| γράφει : ἄλλοις γάρ ἐστι τραγικὸς χορεργάτης πολλὰς γεγραφὼς καὶ σοφὰς τραγῳδίας . ἔφην τὸ λοιπὸν καὶ μονῳδούς σοι , |
| μέλει γύναι : ἀλλὰ μάλ ' αἰνῶς αἰδέομαι Τρῶας καὶ Τρῳάδας ἑλκεσιπέπλους , αἴ κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο | ||
| φησί . Σκιώνη , πόλις Θρᾴκης , ἔνθα λέγεται τὰς Τρῳάδας αἰχμαλώτους , διὰ τὸ μὴ ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων εἰς |
| ὁ Ἡρακλῆς κρέα καὶ μύρτα ἡ Ἀφροδίτη καὶ ὁ Ποσειδῶν μαινίδας . ἅμα δὲ καὶ τῆς ἀμβροσίας ἠρέμα καὶ τοῦ | ||
| δηλονότι ταῦτ ' ἐστὶν Ἑκάτης βρώματα , ἅ φησιν οὗτος μαινίδας καὶ τριγλίδας . καλοῦνται δέ τινες καὶ λευκομαινίδες , |
| παλαιὰς καὶ ἀρχαίας , περὶ ἧς ἔφασαν ἔκπαλαι μύθους . παλαμναῖος : φονεὺς ἢ μιαρός . παλαμναῖοι γὰρ λέγονται οἱ | ||
| ξενικόν . παιδίσκην : νεανίδα Ἀττικοί , θεράπαιναν Ἴωνες . παλαμναῖος : φονεὺς ἢ μιαρός . παλαμναῖοι γὰρ λέγονται οἱ |
| ζητοῦντα ἀπολογήσασθαι μηδὲν ἔχειν ἰσχυρὸν εἰπεῖν . καὶ γὰρ εἰ δεινότατος σύ γε σοφιστῶν , ἀλλὰ τά γε τρὶς τέτταρα | ||
| εἰδείη μόνον , ἀλλὰ καὶ δύναιτο , πάντως ἂν εἴη δεινότατος ῥητόρων καὶ οἷος ἅπαντας παρεληλυθέναι , ὥσπερ καὶ ὁ |
| καὶ λύκων καὶ κριῶν δέ , καὶ τὸ ἔτι θαῦμα σατύρων μορφὰς κήτη ἔστιν ἃ περιφέρει καὶ γυναικῶν ὄψιν , | ||
| Σάτυρος ὁ τῆς κωμῳδίας οὗτος ὑποκριτὴς τῶν Σοφοκλέους ἀνέμνησέ με σατύρων , οὓς ἐκεῖνος εἰσήγαγεν οὕτω πρὸς ἀσέλγειαν μεμηνότας , |
| ἀπὸ διανοίας ἀρρεποῦς . πρὸς οὐδενὸς οὖν ἀναγκάζεται , ἅτε καταπεφρονηκὼς μὲν ἀλγηδόνων , καταπεφρονηκὼς δὲ θανάτου , νόμῳ δὲ | ||
| πρὸς οὐδενὸς οὖν ἀναγκάζεται , ἅτε καταπεφρονηκὼς μὲν ἀλγηδόνων , καταπεφρονηκὼς δὲ θανάτου , νόμῳ δὲ φύσεως ὑπηκόους ἔχων ἅπαντας |
| . Ι Μ Ο Ρ . ὃν Χείρων ἐδίδαξε , δικαιότατος Κενταύρων : ἡ διπλῆ ὅτι Ὅμηρος δεδιδάχθαι μέν φησιν | ||
| ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας . Βασιλεύς κ ' εἴη ὁ δικαιότατος , δικαιότατος δὲ ὁ νομιμώτατος . ἄνευ μὲν γὰρ |
| καὶ τῷ οἴνῳ χαίροντα μᾶλλον ἢ τοῖς φίλοις καὶ τὰς πόρνας ἀγαπῶντα μᾶλλον ἢ τοὺς ἑταίρους ; ἆρά γε οὐ | ||
| καὶ δίψει συμβαλὼν ῥᾳδίως ἐκράτησεν . Σκιπίων τοῦ στρατοπέδου τὰς πόρνας ἐξήλασε κελεύσας ἐς πόλιν ἀπιέναι πανηγυρίζουσαν . προσέταξε δὲ |
| θῆρες δ ' εἰλυούς τε κατὰ ξυλόχους τε λιπόντες οὐρῇσιν σαίνοντες ἐπήλυθον . ἡ δὲ καὶ ἄλλο θῆκε τέρας , | ||
| καὶ οἰκείους καὶ τὰ πεπορισμένα κτήματα . ὅθεν ἐρρωμένοι καὶ σαίνοντες τοὺς δεσπότας ἀγαθὴν οἰκουρίαν καὶ περὶ τὴν γυναῖκα καὶ |
| ἡδονῇ ἡττώμενος σιτίον προσφέρῃ μιαίνει σε . πλήθει ἀρέσκειν μὴ ἐπιτήδευε . παντὸς οὗ καλῶς πράττεις αἴτιον ἡγοῦ τὸν θεόν | ||
| , λόγῳ μὴ χρῶ . ἐν συλλόγῳ πρῶτος λέγειν μὴ ἐπιτήδευε . ἡ αὐτὴ ἐπιστήμη ἐστὶ τοῦ λέγειν καὶ τοῦ |
| ἤν τε ξὺν πυρετῷ , πῦον ἐπιδιουρήσειν , καὶ οὕτω παύσεσθαι τῶν ἀλγεόντων . Παχὺ δὲ οὖρον λευκὴν ὑπόστασιν ἔχον | ||
| , λέγεις δὲ τῇ φιλοσοφίᾳ δυναστείας προσδεῖν καὶ μὴ πρότερον παύσεσθαι κακῶν τὰς πόλεις , πρὶν ἄν σοι τὸ πολυύμνητον |
| σοφὴν θεῶν ὑμνῳδὸν ἰατρόν θ ' ἅμα . κλύω δὲ Λυδὰς Βακτρίας τε παρθένους ποταμῷ παροίκους Ἅλυι Τμωλίαν θεὸν δαφνόσκιον | ||
| ὅτε μειδιῶσι . καὶ ἐρῶσιν οἱ γενναῖοι καὶ ὑποποιοῦνται τὰς Λυδὰς αἰκάλλοντες αὐτὰς τέχνῃ . κἀκεῖνο αὐτῶν ἔτι : σκληροὶ |
| καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει δοῦλον , ταῦτα πάντα νενίκηκε καὶ ἀπέρριψεν | ||
| ὄντι ἱκανῷ . τοιγαροῦν ὅπου μὲν ἴδοι τυραννίδα καὶ τύραννον ἐκόλαζε καὶ ἀνῄρει παρά τε Ἕλλησι καὶ βαρβάροις : ὅπου |
| φύσιν κέντροις καὶ μάστιξιν οὐ τρὶς μόνον ἀλλὰ πολλάκις ἀπεργάζονται δούλας τὰς ψυχὰς τῶν οἰκετῶν : οἱ δ ' αὖ | ||
| ἦν , ἐπεισάγων εἰς τὴν αὐτὴν οἰκίαν ἑταίρας , καὶ δούλας καὶ ἐλευθέρας , ὥστ ' ἠνάγκασε τὴν γυναῖκα σωφρονεστάτην |
| Ἀντιγενείδαν , Ἀργᾶν δ ' ᾄδειν καὶ κιθαρίζειν Κηφισόδοτον τὸν Ἀχαρνῆθεν , μέλπειν δ ' ᾠδαῖς τοτὲ μὲν Σπάρτην τὴν | ||
| Ἡρωδιανὸς Ἀχάρνης βαρύτονον . τὰ τοπικὰ ὡς ἀπὸ ὀξυτόνου , Ἀχαρνῆθεν . μήποτε δ ' ἀπὸ τοῦ Ἀχαρνεύς ἡ παραγωγή |
| αὐτίκα τε δώσειν ἐπηγγέλλοντο τὴν Χλόην καὶ πείσειν ὑπισχνοῦντο τὸν Λάμωνα . Ἡ μὲν δὴ Νάπη μετὰ τοῦ Δάφνιδος αὐτοῦ | ||
| Καὶ τὴν μὲν ἀποπέμπει κομίσουσαν τοὺς ἀμφὶ τὸν Δρύαντα καὶ Λάμωνα καὶ ὅσα πρέπει θυσίᾳ : αὐτὸς δὲ ἐν τούτῳ |
| ἐκεῖνος δὲ οὐκ αἰσχύνεται . λέγοντι δέ σοι περὶ τῆς ἀχρηματίας ἴσως μὲν οὐδεὶς ἀντερεῖ : εἰ δ ' οὖν | ||
| τιμαὶ βεβαιούσθωσαν : ὥστε μηδεὶς μοχθηρὸς ἄπορος ὑπείλλων καὶ ὑποστέλλων ἀχρηματίας οἴκτῳ τὸ δίκην δοῦναι παρακρουέσθω , δεδρακὼς οὐκ ἐλέου |
| γὰρ λαβόμενοι τὴν εὐπραγίαν σωφρόνως οὐκ ἤνεγκαν . τὰς γοῦν παρθένους τῶν μετοίκων σκιαδηφορεῖν ἐν ταῖς πομπαῖς ἠνάγκαζον ταῖς ἑαυτῶν | ||
| μοῦνοι Λιβύων τοῦτο ἐργάζονται , καὶ τῷ βασιλέϊ μοῦνοι τὰς παρθένους μελλούσας συνοικέειν ἐπιδεικνύουσι : ἣ δὲ ἂν τῷ βασιλέϊ |
| μέν τις καὶ ἔλπετ ' ἐνὶ φρεσὶν ἠδὲ μενοινᾷ γῆμαι Πηνελόπειαν , Ὀδυσσῆος παράκοιτιν : αὐτὰρ ἐπὴν τόξου πειρήσεται ἠδὲ | ||
| δέ μοι πῦρ , ὄφρα θεειώσω μέγαρον : σὺ δὲ Πηνελόπειαν ἐλθεῖν ἐνθάδ ' ἄνωχθι σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξί : πάσας |
| νουμηνία : ἐπὶ τῶν φύσει ἀργῶν παρόσον ταύτας τὰς ἡμέρας ἀργὰς ἐνόμιζον . Τερπνὸν χρῆμα ἀλλήλοις ἡλικιῶται : ἐπὶ τῶν | ||
| τεκμήριον δέ : ἐὰν γάρ τις ἐργάσηται τὰς διὰ χειμῶνος ἀργὰς ἀρχομένου τοῦ θέρους εὐθὺ τὰ κλήματα πυκνόφθαλμα γίνεσθαι διὰ |
| τούτοις ἐσχόλακα καὶ πολλοῖς διείλεγμαι . οὐδὲ εἷς ἑταίρᾳ ὁμιλῶν τυραννίδας ὀνειροπολεῖ καὶ στασιάζει τὰ κοινά , ἀλλὰ σπάσας τὸν | ||
| προσελάβετο δὲ καὶ Μεγαρέας : καὶ τὰς παρ ' ἑκάστοις τυραννίδας καταλύων Ἀχαιοὺς ἐποίει τοὺς ἐλευθερωθέντας . . . τὴν |
| ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν βριθὺς ὁπλιτοπάλας , δάϊος ἀντιπάλοισι ἀποπτύξαι δεῖ καὶ καθήρασθαι στόμα ○○ μειξοβόαν πρέπει διθύραμβον | ||
| δῆμον ἄγειν ἀξιῶν καὶ ὀρθοῦν , βριθὺν ὁπλιτοπάλαν , δάϊον ἀντιπάλοισι . . . . Ε : . . . |
| . ὁ δὲ Φιλόξενος ἀμφίβολον εἶναί φησι , πότερον οὐδετέρως ῥῶγας , ὡς τὸ κῶας , ἵν ' ᾖ τὸ | ||
| . . α . . . Ἀνὰ ῥῶγας : ἀνὰ ῥῶγας μεγάροιο : τὰς ἐν τῷ μεγάρῳ διόδους : οἱ |
| ἥλιον , σελήνην , σῦκα καὶ μῆλα . ἔδοξε γοῦν ἠλίθιος ταῦτα ἐξισῶν ἡλίῳ . Ἡ ἀφύη πῦρ : ἐπὶ | ||
| καὶ πάντα τὰ συμβεβηκότα τοῖς μορίοις τοῦ λόγου πολυπραγμονῶν ; ἠλίθιος μέντἂν εἴη εἰς τοσαύτην σκευωρίαν καὶ φλυαρίαν ὁ τηλικοῦτος |
| ἄριστος λέγεται τῶν ἐφ ' αὑτοῦ γενέσθαι : μετὰ δὲ Ἴκκον καταπαλαίσας παῖδας Παντάρκης ἕστηκεν Ἠλεῖος ὁ ἐρώμενος Φειδίου . | ||
| . . . ἆρ ' οὖν οὐκ ἴσμεν τὸν Ταραντῖνον Ἴκκον ἀκοῆι διὰ τὸν Ὀλυμπίασί τε ἀγῶνα καὶ τοὺς ἄλλους |
| τούτοις ἀναβολὴν θανάτου τῷ Φαλάριδι ἐχαρίσατο . ὅτι φιλόπαις ἦν ἐκμανῶς Ἀλέξανδρος . Βαγώου γοῦν τοῦ εὐνούχου οὕτως ἥττητο ὡς | ||
| Ἡρόδοτος μαθεῖν τὸ παισὶν χρῆσθαι . φιλόπαις δ ' ἦν ἐκμανῶς καὶ Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς . Δικαίαρχος γοῦν ἐν τῷ |