τρίτος Σικελιώτης παῖς Ἀγαθοκλέους , ποιητὴς κωμῳδίας , νίκας ἑλὼν ἀστικὰς μὲν τρεῖς , Ληναϊκὰς δὲ πέντε , καθά φησιν
τρίτος Σικελιώτης παῖς Ἀγαθοκλέους , ποιητὴς κωμῳδίας , νίκας ἑλὼν ἀστικὰς μὲν τρεῖς , Ληναϊκὰς δὲ πέντε , καθά φησιν
8229233 καθυπερτερησεις
δὲ ὁ τοῦ Κρόνου , κατὰ δὲ τὰς διαμετρήσεις ἢ καθυπερτερήσεις ἀνάπαλιν Ἥλιον μὲν ὁ τοῦ Κρόνου , Σελήνην δὲ
οἱ μεσέμβολοι ἀνῦσαι τὸ ἴδιον ἀποτέλεσμα . γίνονται δὲ αἱ καθυπερτερήσεις ἐν τῷ αὐτῷ ζῳδίῳ καὶ διαμέτρῳ , καὶ καθόλου
8212652 προερχομενος
χορός . προήκων ] ἐλθών , προελθών . . , προερχόμενος , ἐλάσας . ἐς . . . ἡλικίας ]
ῥοδίνου καὶ ὀλίγου τοῦ ἄνθους τῆς βοτάνης . εἶτα πρωὶ προερχόμενος , ἁγνὸς ὤν , βραχὺ λαβὼν ἐξ αὐτοῦ ,
8103217 θυννιδας
φησὶ Σώφρων . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . θυννίς . τοῦ ἄρρενος ταύτῃ φησὶ διαφέρειν Ἀριστοτέλης
θυννοθήρας ἐστίν . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . ΘΥΝΝΙΣ . τοῦ ἄρρενος ταύτην φησὶ διαφέρειν ὁ
8098314 βουκαιος
εἰρωνείαν : ὡς εὖ τὸ τῆς ἁρμονίας εἶδος ἐρρύθμισεν ὁ βουκαῖος . ἱκανῶς τὴν τραγῳδίαν ἐποίησε καὶ ἀρίστως αὐτὴν ἥρμοσεν
πολλὰ ἐργαζόμενος ὁ φίλεργος ὁ ἐργαστικός * ἀροτρεύς : γεωργός βουκαῖος : ἢ θεριστής , ἢ βουκόλος , ὁ ζεύγεσι
8046214 καπανας
Ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλυμπίαν . τί λέγεις ; καπάνας ; ναί : καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλύμπια . τί λέγεις ; καπάνας ; πῶς ; καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
8008836 Ἁλας
ἐπαναβάσης . Λέγεται οὖν ἐπὶ τῶν ἅπερ προσεπόρισαν ἀπολλύντων . Ἅλας καὶ τράπεζαν μὴ παραβαίνειν : δήλη ἡ παροιμία .
ἐλαίῳ . ὁ δὲ οἶνός ἐστιν ἐπιτήδειος γυναιξὶ πιεῖν . Ἅλας φρύξας ἐν πυρί , ἔτι θερμοὺς ὄντας βάλε εἰς
8006856 χαλκιδας
. Πρόξενος δ ' ἐν δευτέρῳ Λακωνικῆς πολιτείας ἐπικαλεῖσθαί φησιν χαλκίδας παρὰ Λακεδαιμονίοις τὰς θεραπαίνας . Ἴων δ ' ὁ
γαλῆν , σμαρίδα , ἢν ἔνιοι καλοῦσι κυνὸς εὐναί , χαλκίδας , ἃς καλοῦσι καὶ σαρδίνους , ἐριτίμους , ἱέρακα
7964147 περιθυμους
ὀργίλους ἢ τὰς περὶ τὸν θυμὸν οὔσας ἀγαπητάς . τὰς περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς
περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς περιθύμους ] ὀργίλας , τὰς ἐκ ψυχῆς ῥηθείσας . Ξ
7889445 Λιβυρνιδες
ἴχνια μαστεύοντες ἀλήμονος Αἰητίνης . ἑξείης δ ' ἐπὶ τῇσι Λιβυρνίδες ἐρρίζωνται . πρὸς δὲ νότον μετὰ δρυμὰ Κεραύνια νηῒ
ἔπειτα ἡ Κυρικτικὴ κατὰ τοὺς Ἰάποδας : εἶθ ' αἱ Λιβυρνίδες περὶ τετ - ταράκοντα τὸν ἀριθμόν : εἶτ '
7876970 διαμετρησεις
κατά τε τὴν γένεσιν αὐτὴν καὶ κατὰ τὰς ἐπεμβάσεις ἢ διαμετρήσεις φυσικῆς ἐπιτηδειότητος καὶ μάλιστα , ὅταν οἱ τοῦ δωδεκατημορίου
, Σελήνην δὲ ὁ τοῦ Κρόνου , κατὰ δὲ τὰς διαμετρήσεις ἢ καθυπερτερήσεις ἀνάπαλιν Ἥλιον μὲν ὁ τοῦ Κρόνου ,
7866502 πρημναδας
πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . . πρημνάδας δὲ τὰς θυννίδας ἔλεγον . Πλάτων Εὐρώπῃ : ἁλιευόμενός
τριχίαν ὀνομάζει . Νικοχάρης Λημνίαις : τριχίας δὲ καὶ τὰς πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . .
7849660 Ὠγυγιας
ἐπίκλησίν ἐστιν Ὑψίστου . τὰς δὲ ἐπὶ ταύταις πύλας ὀνομάζουσιν Ὠγυγίας , τελευταῖαι δέ εἰσιν Ὁμολωίδες : ἐφαίνετο δὲ εἶναί
καὶ ἐπὶ τῶν παλαιῶν σῳζόμενον . προτιμᾷ μὲν Ὀδυσσεὺς αὐτῆς Ὠγυγίας καὶ Καλυψοῦς τὴν μικρὰν Ἰθάκην [ καὶ νῆσον ]
7800116 Ἀφιδνας
μὴν εἰκὸς Θησέως παρόντος ἁλῶναι τήν τε μητέρα καὶ τὰς Ἀφίδνας . . . . , : Ἡσαγόρας δὲ ἐν
Διοσκούρους , ὅτι ἀνακῶς αὐτοῖς ἐχρήσαντο διὰ τὴν Ἑλένην τὰς Ἀφίδνας ἐκπορθοῦντες . οὕτως Ἀσκληπιάδης ὁ Μυρλεανός , . ,
7797449 ὠιδας
ὁ τᾶς μέθας ἐραστάς : μετὰ κρότων , μετ ' ὠιδᾶς τέρπει με κἀφροδίτα : πάλιν θέλω χορεύειν . Ὅτ
ὁ τᾶς μέθας ἐραστάς : μετὰ κρότων , μετ ' ὠιδᾶς τέρπει με κἀφροδίτα : πάλιν θέλω χορεύειν . Ὅτ
7792368 χνʹ
Ἰὸν στάδιοι χνʹ . Ἐκ Δήλου εἰς τὰς Κορσίας στάδιοι χνʹ . Ἐκ Δήλου εἰς Κίμωλον στάδιοι ωʹ . Ἐκ
. Ἀπὸ δὲ τῆς Χερσονήσου εἰς Βρισοάνα ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι χνʹ . Ἀπὸ δὲ τοῦ Βρισοάνα ποταμοῦ εἰς Αὐσίνζα στάδιοι
7758601 ἡλκωμενας
Ἄλλο . Μυελῷ βοείῳ ὀλίγον πηγάνου μίξας χρῶ . Πρὸς ἡλκωμένας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ ι , λιθαργύρου ⋖ δ
ἔχειν λύπην ἢ πένθος σημαίνει : ἰσχνὰς μὲν λύπην , ἡλκωμένας δὲ πένθος : καὶ γὰρ ἐν τοῖς πένθεσι λωβῶνται
7757127 Φαρσαλιοι
ὡς δὲ τὰ πιστὰ ἔδοσαν ἀλλήλοις , εὐθὺς μὲν οἱ Φαρσάλιοι εἰρήνην ἦγον , ταχὺ δὲ ὁ Ἰάσων ὁμολογουμένως ταγὸς
τοὺς Πέρσας , ζηλώσαντας τὴν τούτων τρυφὴν καὶ πολυτέλειαν . Φαρσάλιοι δέ , φησίν , ἀνθρώπων ἀργότατοι καὶ πολυτελέστατοι ,
7756995 βωλοκοπειν
συκᾶς συκάζειν : ἐπὶ δὲ πάσης ὀπώρας τὸ ὀπωρίζειν , βωλοκοπεῖν , ὀνηλατεῖν , ἀμπελουργεῖν , καὶ ὄνῳ κοπροφόρῳ ἕπεσθαι
καὶ ἀμπελοστατεῖν , κηπουρεῖν , ἀλσοκομεῖν , ἐλαιοκομεῖν : καὶ βωλοκοπεῖν δὲ Ἀριστοφάνης λέγει . τὰ δὲ ἐν μέρει τούτων
7756216 Πρωην
Καὶ μὴν οὐ Παντακλέα γε ἐδίδαξεν ὅμως τὸν σκαιότατον . Πρώην γοῦν , ἡνίκ ' ἔπεμπεν , τὸ κράνος πρῶτον
γὰρ εἶναι κρεῖττόν ἐστ ' ἤ γ ' ἁλμάδας . Πρώην ἐρανιστὰς ἑστιῶν ἥψης ' ἔτνος . Ἀλλ ' ἱμάντα
7736756 ὁρμητικας
βίας : δυνάμεις . ζαμενεῖς : ἄγαν σφοδρὰς , ἄγαν ὁρμητικὰς , τὰς ἄγαν ὁρμητικὰς καὶ σφοδρὰς πνοὰς , κακάς
ζαμενεῖς : ἄγαν σφοδρὰς , ἄγαν ὁρμητικὰς , τὰς ἄγαν ὁρμητικὰς καὶ σφοδρὰς πνοὰς , κακάς . Ὀρνυμένας : διεγειρομένας
7729267 δετας
πυρίπαιδι πᾶσαι ὑπηντίασαν Καδμηΐδες : αὐτὰρ ὁ μάργος Πενθεὺς οὐχὶ δετὰς παλάμας ἔδεεν Διονύσου , καὶ θεὸν αὐτοφόνοισιν ἀπείλεε χερσὶ
ὁπωσδήποτε κατεσκευασμέναι καὶ ἂν ἀκόσμως δεδεμέναι ὦσιν . καὶ Ὅμηρος δετὰς λέγει : καιόμεναί τε δεταί : ἴσως οὐκ αὐτάς
7704067 Σαπαιοι
ὁδὸν ἐποιέετο τοσάδε : Παῖτοι , Κίκονες , Βίστονες , Σαπαῖοι , Δερσαῖοι , Ἠδωνοί , Σάτραι . Τούτων οἱ
κάλλιπον οὐκ ἐθέλων . „ οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι Σαπαῖοι νῦν ὀνομάζονται : πάντες γὰρ οὗτοι περὶ Ἄβδηρα τὴν
7696860 χρονιωτερας
ἐπεὶ τοίνυν ἡ μὲν οἰκεία ἡδονὴ τὰς ἐνεργείας ἐξακριβοῖ καὶ χρονιωτέρας καὶ βελτίους ποιεῖ , ἡ δ ' ἀλλοτρία λυμαίνεται
πρῶτον ἠχθόμην αὐτοῖς ἐπειγόμενος . ἀλλὰ γὰρ ἀξία πρόφασις καὶ χρονιωτέρας μονῆς ἐφάνη Ξενοφῶν ὁ Σωκράτους γνώριμος . οὗτος γὰρ
7696816 περιβολας
ὁμοῦ καὶ ἀβλαβὴς ἡ πρίσις ἔσται διὰ τὰς τῶν τελαμώνων περιβολὰς καὶ τὴν τῆς σπάθης ἢ τὴν τοῦ μηνιγγοφύλακος ὑποβολήν
ἐνιστάμενοι τὴν ἀγωγήν , σαρκώσεως προνοείτωσαν , ὡς εἰ κτήσοιντο περιβολὰς τοῖς νεύροις , ἅμα μὲν ἀσφαλὲς ἕξοντες ἔρυμα πρὸς
7686484 παλλακιδας
αὐτός . Ἡ μὲν δὴ λογισμοῦ φιλοθεάμονος πρὸς ἀστὰς καὶ παλλακίδας δυνάμεις σύνοδος , ὡς οἷόν τε ἦν , εἴρηται
ἀποφθερῇ , κακὸν κάθαρμα , ἐπὶ τοὺς κροκωτοὺς καὶ τὰς παλλακίδας , μεθ ' ὧν ἐπὶ ταῖς κλίναις διημερεύσεις ,
7674387 μαμμας
, ὡς τῷ αὐτῷ ἡ Λήδα . [ ταύτας δὲ μάμμας τινές φασι καὶ μαίας . ] θεῖος δέ ,
Αὐτολύκῳ ἀτὰρ ἤγαγες καινὸν φίτυ τῶν βοῶν . τηθάς . μάμμας . ἀδελφοὺς δέ κτλ . σημείωσαι ὅτι καὶ ἀδελφογαμεῖν
7670675 Δωδωνιδας
Πληιάδες εἴρηνται . Φερεκύδης δὲ . . . τὰς Ὑάδας Δωδωνίδας νύμφας φησὶν εἶναι καὶ Διονύσου τροφούς . . .
„ . καὶ Σοφοκλῆς Ὀδυσσεῖ ἀκανθοπλῆγι ” τὰς θεσπιῳδοὺς ἱερίας Δωδωνίδας ” . Ἀπολ - λόδωρος δὲ ἐν αʹ περὶ
7666392 κραναας
εἰκὸς δή που πρῶτον ἁπάντων ἴφυα : φῦναι καὶ τὰς κραναὰς ἀκαλήφας . στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι
κνίδας Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ
7652576 φανους
καιρὸς καὶ βραχεῖα ῥοπὴ τύχης ταπεινοῖ πολλάκις τοὺς ὑπερη - φάνους . εἰ δ ' , ὅπερ εἰκός ἐστι ,
. ἐπεὶ δέξαντο : ἀντὶ τοῦ ἐπεδείξαντο τοὺς στε - φάνους οὓς ἔλαβον πᾶσιν . ἐπειδὴ καὶ αὐταὶ αἱ ἡμίονοι
7637957 συνδρομας
μεταφέρει , ἀλλὰ μέρος τι αὐτῆς . ὡς γὰρ τὰς συνδρομὰς καταδιαιρεῖ , οὕτω καὶ τὰς θεραπείας . καὶ οἶδε
τέχνας ταύτας : τοῖς δὲ λοιποῖς περιβοησίας σημαίνει καὶ ὄχλων συνδρομὰς διὰ τὸ τὰ ἔργα ταῦτα πολλοῖς ἐπιδείκνυσθαι . χαλκεύειν
7635516 ἁλμαδας
κατάπλασσε : ἄλευρον λεπτὸν ὠοῖς ὠμοῖς μίξας ἐπιτίθει : ἐλαίας ἁλμάδας μετ ' ἀλφίτων λεάνας κατάπλασσε . πρὸς δὲ τὰ
πρεσβῦτα , πότερον φιλεῖς τὰς δρυπεπεῖς ἑταίρας ἢ τὰς ὑποπαρθένους ἁλμάδας ὡς ἐλαίας στιφράς ; ἤσθιον δὲ καὶ τέττιγας καὶ
7618216 περιβαριδας
ἄνθεμα : νῦν δ ' ὥσπερ ἡ θεράπαιν ' ἔχω περιβαρίδας . ὦ καὶ λέων καὶ μυγαλῆ καὶ σκορπίος κρεάδιόν
νῦν δ ' , ὥσπερ ἡ θεράπαιν ' , ἔχω περιβαρίδας . Μένανδρος μέντοι ἐν Μισογύνῃ καὶ ἐπιχρύσους σανδαλοθήκας λέγει
7616081 δεδομενας
πρὸς τὴν ΓΖ λόγος ἐστὶ δοθείς . Ἐὰν δύο παραλληλόγραμμα δεδομένας ἔχῃ γωνίας καὶ λόγον πρὸς ἄλληλα ἔχῃ δεδομένον ,
καὶ τὴν ὑπεροχὴν τὴν πρὸς τὰς τὰ διαστήματα περιεχούσας καὶ δεδομένας εὐθείας καὶ τὰς λοιπὰς τὰς μεταξὺ πάσας ἡμῖν συναναπληρώσει
7608649 βραβευς
. καὶ ἐμοὶ μὲν παρεσκεύαστο ἐλεγεῖον τοιονδὶ Ποιητὴς ἀέθλων τε βραβεὺς αὐτός τε χορηγὸς , σοὶ τόδ ' ἔθηκεν ἄναξ
αὐτὸν τεθνάναι . Ἀρτεμβάρης δὲ : ὁ Ἀρτεμβάρης δὲ ὁ βραβεὺς καὶ ὁ ἡγεμὼν καὶ ὁ διοικητὴς τῆς μυρίας καὶ
7607203 παιδολετωρ
Ἐρινὺν Ἔριν εἶπεν . ὑποκοριστικῶς Ἔριν εἶπε τὴν Ἐρινύν . παιδολέτωρ δ ' ἔρις : ὑποκοριστικῶς τὴν Ἐριννὺν Ἔριν εἶπεν
φρένας : οὐ γὰρ ἂν ἠράσατο τοῖς παισίν . θ παιδολέτωρ δ ' Ἔρις : ταῦτα παρορμᾷ : δῆλον δὲ
7604751 Ἱκετας
μὲν ἐστράτευσεν ἐπὶ Λεοντίνους : εἰς ταύτην γὰρ τὴν πόλιν Ἱκέτας κατεπεφεύγει μετὰ δυνάμεως ἀξιολόγου . τὸ μὲν οὖν πρῶτον
τοῖς ὀδοῦσι πατάξαι καὶ διελάσαντα τὴν πληγὴν κτεῖναι . Ὅτι Ἱκέτας ἐννέα ἔτη δυναστεύσας Συρακόσας ὑπὸ Θοίνωνος τοῦ Μαμέως ἐκβάλλεται
7587675 ἐκταγας
τάχιστα ] λίαν ταχέως . τὰ πρυτανεῖ ' ] τὰς ἐκταγὰς ἤτοι τὰς δεκάτας , τὰς κρίσεις , τὰς ἐγκλήσεις
τάχιστα ] λίαν ταχέως . τὰ πρυτανεῖ ' ] τὰς ἐκταγὰς ἤτοι τὰς δεκάτας , τὰς κρίσεις , τὰς ἐγκλήσεις
7585355 ἠνηνατο
. . . † ἀπηνήνατο : ἀναίνω ἀνανῶ ἄνηνα ἠνηνάμην ἠνήνατο καὶ ἀπηνήνατο . . . . ἀπῇμεν : ἀπὸ
ναύλοχον : ναυσοίκητον , νηοκατοίκητον . Ἀστός : πολίτης . ἠνήνατο : ἠρνεῖτο , ἀπηρνεῖτο . Παρέστιος : σύνοικος .
7580154 βαρυτατας
ἃ καὶ τοῖς δημόταις καὶ ταῖς γυναιξὶ λήγοντες ἐπέγραψαν εἰσφορὰς βαρυτάτας , καὶ τέλη πράσεων καὶ μισθώσεων ἐπενόησαν . ἤδη
πλήρεις καὶ ἁδράς , προσφάτους τε καὶ λευκάς , καὶ βαρυτάτας , καὶ μὴ κεκομμένας . καὶ τὰ ἄλλα πάντα
7579704 σβεσεις
τῆς γῆς ἄλλου καὶ ἄλλου γινομένου , δεήσει καὶ τὰς σβέσεις καὶ τὰς ἐξάψεις τῶν ἄστρων ἀπλέτους γίνεσθαι . Ὧν
. τὰς γὰρ ἀνατολὰς καὶ τὰς δύσεις ἐξάψεις εἶναι καὶ σβέσεις . Ἡρακλείδης καὶ οἱ Πυθαγόρειοι ἕκαστον τῶν ἀστέρων κόσμον
7570794 ἀμφιβολιων
θανάτου , Τέχνης διαλεκτικῆς δύο , Περὶ κατηγορημάτων , Περὶ ἀμφιβολιῶν , Ἐπιστολάς . Χρύσιππος Ἀπολλωνίου Σολεύς , ἢ Ταρσεὺς
μέρη , καὶ περὶ σολοικισμοῦ καὶ βαρβαρισμοῦ καὶ ποιημάτων καὶ ἀμφιβολιῶν καὶ περὶ ἐμμελοῦς φωνῆς καὶ περὶ μουσικῆς καὶ περὶ
7566805 ξυμπολεμειν
βασιλέα , εἴ πως πείσειαν αὐτὸν χρήματά τε παρασχεῖν καὶ ξυμπολεμεῖν , ἀφικνοῦνται ὡς Σιτάλκην πρῶτον τὸν Τήρεω ἐς Θρᾴκην
τοὺς ἐπὶ Θρᾴκης , ἄγοντας πρὸς Ἀθηναίους δεχημέρους σπονδάς , ξυμπολεμεῖν ἐκέλευον Περδίκκᾳ : οἱ δ ' οὐκ ἤθελον .
7565495 ἀποδεδειγμενας
ἐὰν ἀφέλωμεν τὰς ἀπὸ τοῦ ἰσημερινοῦ ἐπὶ τὸν θερινὸν τροπικὸν ἀποδεδειγμένας μοίρας κγ να , καταληφθήσονται αἱ τοῦ πλάτους μοῖραι
τὴν ὥραν ἡ μὲν τοῦ ἡλίου μέση πάροδος κατὰ τὰς ἀποδεδειγμένας ἡμῖν ὑποθέσεις ἐπεῖχεν Ταύρου μοίρας κβ λδ , ἡ
7564114 τετρηνας
δὲ νεκρῶν ἄγγελός τε καὶ κῆρυξ . σίφωνι λεπτῶι τοὐπίθημα τετρήνας . στάζουσιν ὥσπερ ἐκτροπήϊον σάκκος . κἄλειφα ῥόδινον ἡδὺ
ὅτῳ ἐγεύοντο , Ἱππῶναξ εἴρηκεν , σίφωνι λεπτῷ τὸ ἐπίθημα τετρήνας , σιφωνίζειν δ ' Ἀριστοφάνης . καὶ ἀπὸ μὲν
7554610 λεσχας
. λέσχαι : Ἀ . ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . λέσχας ἔλεγον δημοσίους τινὰς τόπους , ἐν οἷς σχολὴν ἄγοντες
δὲ μόνον δακτύλους αὐλητικούς . ἀκλώστους στήμονας κοπραγωγοὺς γαστέρας λύω λέσχας παῦσαι δυσωνῶν αἰκῶς ἄκοος ἀκύκλιος ἀλλοκοτώτατον καὶ ἀλλοκοτώτερον ἀμφιμάσχαλος
7553112 ἀκαληφας
Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ ὁ
. Ὦ δεξιώτατον κρέας , σοφῶς γε προὐνοήσω : ὥσπερ ἀκαλήφας ἐσθίων πρὸ χελιδόνων ἔκλεπτες . Καὶ ταῦτα δρῶν ἐλάνθανόν
7547998 νομιμους
καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἀποκλείων ταῖς ἡδοναῖς συναλίζει ὑμῖν τὰς νομίμους ἁπανταχόθεν . ὥστε καὶ ὅσα παρ ' ἑτέροις ἀγαπητὰ
πρὸς τὴν βουλὴν ὁμολογίαι . τὸ δ ' ἐκβαίνειν τοὺς νομίμους ὅρους καὶ τὴν βίαν κρείττονα ποιεῖν τῆς δίκης οὐκέτι
7534110 σκληρυνομενας
καὶ ἐπίβαλλε τὰ τηκτὰ καὶ χρῶ πρὸς πάσας φλεγμονὰς τὰς σκληρυνομένας . Ποιεῖ πρὸς φλεγμονάς , παρατρίμματα , ἐξανθήματα ,
τὰς τῶν μαστῶν φλεγμονὰς , Φιλουμένου ληʹ . Πρὸς τὰς σκληρυνομένας φλεγμονὰς μαστῶν , Φιλουμένου λθʹ . Περὶ ἀποστήματος ἐν
7530014 μαινομενας
οὐδ ' ὁ Μελάμπους , ὃς μόνος τὰς Προιτίδας ἔπαυσε μαινομένας , καταστήσειεν ἄν . καὶ ἀλλαχοῦ δὲ περὶ τοῦ
πρημαινούσας τε θυέλλας ] ⌈ πεφυσσημένας [ πεφυσημένας ] καὶ μαινομένας πνοάς : πρῆσαι γὰρ τὸ ⌈ φυσσῆσαί φυσῆσαί [
7530013 ἐξηρτυεν
ἔαρ ὑπέφαινεν ἤδη , πρῶτα μὲν τὸν κατὰ θάλατταν στόλον ἐξήρτυεν ἐς ἀναγωγήν : ἦσαν δὲ τριακόσιαι μάλιστά που τῶν
δὲ καὶ τὸν ἐκ Χίου στόλον . . . . ἐξήρτυεν : ἀνέβη δὲ καὶ πρὸς Κῦρον τὸν Δαρείου τοῦ
7529668 Λογχη
' στιν ὁ βασιλεύς ; Ἀπόδοτέ μοι τὸν ἀσκόν . Λόγχη τις ἐμπέπηγέ μοι δι ' ὀστέων ὀδυρτά . Ὁρᾶτε
μέρει τοῦ ποδὸς , τουτέστι , τῷ ἄκρῳ πλήττειν . Λόγχη . παρὰ τὸ λίαν ἔχεσθαι ὑπὸ τοῦ χρωμένου Λίβανος
7528139 ὑποπαρθενους
πρεσβῦτα , πότερα φιλεῖς τὰς δρυπετεῖς ἑταίρας ἢ σὺ τὰς ὑποπαρθένους , ἁλμάδας ὡς ἐλάας , στιφράς ; ἀποπλευστέ '
Ὦ πρεσβῦτα πότερα φιλεῖς τὰς δρυπετεῖς ἑταίρας ἢ σὺ τὰς ὑποπαρθένους , ἁλμάδας ὡς ἐλάας , στιφράς ; Λόρδου κιγκλοβάταν
7527258 χας
! ! [ [ ] ! ωναν [ [ ] χας ? ἠὺν ! [ [ ] βωτιανειρ ? [
! [ . . . . . . [ ] χας ? ? [ [ ποντοπόρου ] ? ? [
7526172 προαγωγευειν
Κλεομένης ὁ τύραννος , ὁ καὶ τὰς μαστροποὺς τὰς εἰθισμένας προαγωγεύειν τὰς ἐλευθέρας γυναῖκας καὶ τρεῖς ἢ τέτταρας τὰς ἐπιφανέστατα
διδάσκειν λυπροῦ τινος μισθαρίου . ἀλλὰ καὶ τῶν ἀδελφῶν ἕνα προαγωγεύειν , καὶ Λεοντίῳ συνεῖναι τῇ ἑταίρᾳ . τὰ δὲ
7526010 ἀσχημοσυνας
οὔτε πένητι ἀγαθὸν τοῦτο τετήρηται : μεγάλας γὰρ καὶ περιβοήτους ἀσχημοσύνας ποιοῦνται . ὅπως δ ' ἂν ὀρχήσηται δοῦλος καὶ
, εἶπεν : Εἰ πρὸ ὀφθαλμῶν ἔχοι τὰς τῶν μεθυόντων ἀσχημοσύνας . Θαυμάζειν φησί , πῶς Ἕλληνες ἀρχόμενοι μὲν ἐν
7525943 εἰρεσιωνας
: οἷς ἄμφω περίεισιν οἱ γονεῖς : οὗτοι καὶ τὰς εἰρεσιώνας διεκόσμουν . ἀμφίκαυστις : ἡ ὡρίμη κριθή , ἣν
οὐκ ἔστι χειρόνιπτρον . ἀναθῶμεν νῦν χἠμεῖς τούτοις τασδὶ τὰς εἰρεσιώνας καὶ προσαγήλωμεν ἐπελθόντες . χαίρετε πάντες . δεχόμεσθα .
7525881 λεπτολογιαν
ἑτέροις ἐξετάζειν παρίημι . Συριανοῦ . Τὴν περὶ τὰς ἐτυμολογίας λεπτολογίαν οἶδε γραμματικοῖς μᾶλλον ἁρμόζουσαν , οὐ μὴν οὐδὲ τῆς
τὰ Αἰσχύλου ῥήματα . καταλεπτολογήσει δὲ , τὴν τοῦ Αἰσχύλου λεπτολογίαν λεπτῶς βασανίσει ὁ Εὐριπίδης . 〛 διαμερίζουσα , διαιροῦσα
7525732 παρῳδιας
τότε δὴ θάρσησα καὶ ἤειδον πολὺ μᾶλλον . Πεποίηκε δὲ παρῳδίας καὶ Ἕρμιππος ὁ τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας ποιητής . Τούτων
καὶ τότε δὴ θάρσησα καὶ ἄειδον πολὺ μᾶλλον . πεποίηκε παρῳδίας καὶ Ἕρμιππος ὁ κωμικός . τούτων δὲ πρῶτος εἰσῆλθεν
7522452 πηναις
κροκέωι πέπλωι ζεύξομαι ἆρα πώλους ἐν δαιδαλέαισι ποικίλλους ' ἀνθοκρόκοισι πήναις ἢ Τιτάνων γενεάν , τὰν Ζεὺς ἀμφιπύρωι κοιμίζει φλογμῶι
ἀριστείας αὐτῆς ὑφαίνουσα [ ἢ ] τὴν Γιγαντομαχίαν : ἀνθοκρόκοισι πήναις : κροκωτοβαφέσιν : ἄνθος γὰρ τὸ βάμμα : ἄλλως
7521917 βαλανειομφαλους
' ἐπὶ τοῖς λαχάνοις εὑρὼν ἀπέπνιξα . δέχεσθε φιάλας τάσδε βαλανειομφάλους . οὗτος , καθεύδεις ; οὐκ ἀναστήσεις βοῶν .
, κύπελλα καὶ μεσομφάλους . οὕτω δ ' εἴρηκε τὰς βαλανειομφάλους , ὧν Κρατῖνος μνημονεύει : δέχεσθε φιάλας τάσδε βαλανειομφάλους
7521772 Φιλαδελφοις
τὰ ποτήρι ' , οὐ τὸν οἶνον πιόμενοι . Σωσικράτης Φιλαδέλφοις : λεπτὴ δὲ κυρτοῖς ἐγγελῶσα κύμασιν αὔρα , κόρη
ὀνόματι : καίτοι καὶ τὴν μυιοσόβην ἔν τε ταῖς Μενάνδρου Φιλαδέλφοις ἔστιν εὑρεῖν καὶ ἐν Ἀναξίππου Κιθαρῳδῷ , μυιοσόβην λαβὼν
7516521 ξανθαις
: αἱ μὲν γὰρ λευκαῖς ἵπποις ἐμπεφύκασιν , αἱ δὲ ξανθαῖς συνάπτονται , τὰς δὲ ποικίλλει μέν , ἀποστίλβει δὲ
αὐχένι . Κυδιόων : δοξάζων , χαίρων . μελιχρύσοισι : ξανθαῖς . ἐθείραις : κορύμβοις . Ὁπλίζεο : ὅπλησον .
7499232 πολυθρεμμων
πολύχαλκος , πολύπυρος πολύοινος πολύσιτος , πολυπότης , πολυάνθρωπος πολυπρόβατος πολυθρέμμων πολύδουλος , πολύανδρος πολυγύνης πολύπαις , πολύπους , πολυάδελφος
' ἐλατὴρ Σοσθάνης . ἄλλους δ ' ὁ μέγας καὶ πολυθρέμμων Νεῖλος ἔπεμψεν : Σουσισκάνης , Πηγασταγὼν Αἰγυπτογενής , ὅ
7498570 βαρβαρικας
τῆς βασιλέως τοσαύτης φιλανθρωπίας . καὶ οὐ πρὸς μὲν τὰς βαρβαρικὰς ὑποσχέσεις οὕτως ἐχθρῶς καὶ παρατεταγμένως εἶχον , πρὸς δὲ
προμήκης χιτών , οὕτω δὲ Σοφοκλῆς καὶ τὰς σκηνὰς τὰς βαρβαρικὰς καλεῖ . σίσυρνα δὲ χιτὼν σκύτινος ἔντριχος χειριδωτός :
7495800 σχιζουσαι
δ ' ἁπαλαῖς χερσί : πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς ] πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
7477808 ἀμελγεις
γὰρ ἰδοῦσα καὶ εἶπεν : ὦ τάλαν , πάσας μόνος ἀμέλγεις ; τὸ φεῦ φεῦ ἐπὶ θαύματι κεῖται . φεῦ
μ ' ἁ παῖς ποθορεῦσα τάλαν , λέγει , αὐτὸς ἀμέλγεις ; φεῦ φεῦ , Λάκων τοι ταλάρως σχεδὸν εἴκατι
7476043 ἀνθηρος
, ὡς ὁ μῦθος ἀνθρώπων ἔχει , Λακεδαίμον ' , ἀνθηρὸς μὲν εἱμάτων στολῆι χρυσῶι τε λαμπρός , βαρβάρωι χλιδήματι
: Εὐφραίνεσθαι ὁμοῦ . . τρέφεσθαι . . ἀντὶ τοῦ ἀνθηρὸς , παρὰ τὸ λίπος : στίλβει γὰρ τὸ ἔλαιον
7475210 κατερεικομεναι
πένθει δνοφερῷ κατέκρυψας : πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς χερσὶ καλύπτρας κατερεικόμεναι διαμυδαλέους δάκρυσι κόλπους τέγγους ' , ἄλγους μετέχουσαι .
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατερεικόμεναι ] κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρογόοι ] ἁβρογόοι αἱ
7461885 Ἀθηναιας
τῶν αὐτῶν τύχοις . ἄκουε , Θησεῦ , τούσδ ' Ἀθηναίας λόγους , ἃ χρή σε δρᾶσαι , δρῶντα δ
πρὸς τὴν θεόνἈθηναία γὰρ ἡ θεὸς καλεῖταιἀλλ ' ἀντὶ τοῦ Ἀθηναίας φασὶν ἀστὰς λέγεσθαι καὶ Ἀττικάς . πλὴν πολλή γε
7460142 Ἐπιλογος
ὅσα ἄτοπα , ἐξὸν πᾶσι χαρίζεσθαι διὰ τῆς δωρεᾶς . Ἐπίλογος πάθος ὁμοίως ἔχει καὶ παραίνεσιν πρὸς τὸν παῖδα ,
φυλάττεσθαι . Ἕκτη : πολλοὶ καὶ ἄλλοι παῖδας ἀποβεβλήκασιν . Ἐπίλογος . Δέκα νέοι συνέθεντο τύραννον ἀνελεῖν : ἕνα αὐτῶν
7458638 διωρθωσε
προϋπάρχοντας νόμους ἐν ταῖς Συρακούσσαις , οὓς συνέγραψε Διοκλῆς , διώρθωσε . καὶ τοὺς μὲν περὶ τῶν ἰδιωτικῶν συμβολαίων ἢ
δὲ ἐσχολακέναι Διονυσίῳ τῷ Ἡρακλειώτῃ . καὶ τὴν Ὀδύσσειαν δὲ διώρθωσε , καὶ καλεῖταί τις διόρθωσις οὕτως Ἀράτειος ὡς Ἀριστάρχειος
7458627 Μηδας
μηχαναῖς ἀναφλέγων . ὃς οὔτε τέκνων φείσετ ' οὔτε συγγάμου Μήδας δάμαρτος ἠγριωμένος φρένας , οὐ Κλεισιθήρας θυγατρός , ἧς
ἔστι δὲ Ἀντίοχος τῶν παίδων τῶν Ἡρακλέους , γενόμενος ἐκ Μήδας Ἡρακλεῖ τῆς Φύλαντος , καὶ τρίτος Αἴας ὁ Τελαμῶνος
7456254 Σταφυλου
, Πεπάρηθος , Σκίαθος , ὧν Κρῆτες μὲν οἱ μετὰ Σταφύλου διαβάντες ἐκ Κνωσσοῦ ποτε Πεπάρηθον ἐγγὺς κειμένην τ '
' ἔριδος μέντοι ἐγένοντο Ῥοιώ τε καὶ Ἡμιθέα αἱ τοῦ Σταφύλου , τίς αὐτῶν μιχθείη τῷ ξένῳ : τοσοῦτος ἀμφοτέρας
7454886 Νεφελοκοκκυγιας
τῆς καμήλου Χαιρεφῶν ἡ νυκτερίς . Τὸ μὲν πόλισμα τῆς Νεφελοκοκκυγίας ὁρᾶν τοδὶ πάρεστιν , οἷ πρεσβεύομεν . Οὗτος ,
φέρε : ὡς ἔστι Βάκιδος χρησμὸς ἄντικρυς λέγων εἰς τὰς Νεφελοκοκκυγίας . Κἄπειτα πῶς ταῦτ ' οὐκ ἐχρησμολόγεις σὺ πρὶν
7454712 Σογδιανοις
Γεδρωσίᾳ , πρὸς δὲ ταῖς ἄρκτοις Παροπανισάδαις καὶ Ἀραχωσίᾳ , Σογδιανοῖς τε καὶ Σάκαις , Σκυθίᾳ τε καὶ τῇ Σηρικῇ
. ρκβ μα . Οἱ Σάκαι περιορίζονται ἀπὸ μὲν δύσεως Σογδιανοῖς κατὰ τὴν ἐκτεθειμένην αὐτῶν ἀνατολικὴν πλευρὰν , ἀπὸ δὲ
7453477 ἀμειδητους
ἡ Ἀμεινώ τῆς Ἀμεινῶς τῇ Ἀμεινῷ , . Ἀμείδητος : ἀμειδήτους : ᾧ ἐν ἀμειδήτους ἁγίας ηὐλίζετο νύκτας , τὰς
, ὀργιάσαι , στῆσαί τε χοροὺς ἄντροιο πάροιθεν ᾧ ἐν ἀμειδήτους ἁγίας ηὐλίζετο νύκτας : ἐξ οὗ Καλλίχορον ποταμὸν περιναιετάοντες
7450717 ἐμιγνυτο
ἄρκτου καὶ ἐξέμηνεν αὐτήν : ἡ δὲ κατὰ δαίμονα οἰστρήσασα ἐμίγνυτο τῷ ἄρκτῳ . καὶ αὐτὴν ἡ Ἄρτεμις ἰδοῦσα ἐκτόπως
ἑωραμένον , ἀλλ ' ἡνωμένον , ὃς ἐγένετο ὅτε ἐκείνῳ ἐμίγνυτο εἰ μεμνῷτο , ἔχοι ἂν παρ ' ἑαυτῷ ἐκείνου
7450083 συντριψεις
βουλευτηρίου . κλαστάσεις ] κλονήσεις , διασείσεις ἢ κλάσεις καὶ συντρίψεις ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν περιτεμνομένων κλημάτων . ἐν πρυτανείῳ :
τὰς μὲν πλαγίας λαμβάνων καταδύσεις , τὰς δὲ ἀντιπρώρους κινδυνευούσας συντρίψεις καὶ ἐμπρήσεις , καθάπερ εἴρηται : ἐὰν δὲ λάβῃς
7447516 ἀκροτατας
οὗτός ποτε ἐβόα καλῶν τὸν Ὕλαν . αὐτίκα δ ' ἀκροτάτας : ἀντέστραπται τὰ πρῶτα . ὁ γὰρ ἑξῆς λόγος
εἰς τὰς πολλοστὰς ἡδονὰς ἀποβλεπτέον , ἀλλ ' εἰς τὰς ἀκροτάτας καὶ σφοδροτάτας λεγομένας . Πᾶς ἄν σοι ταύτῃ συγχωροίη
7443144 μολπαν
ἡνίκα ἐκ δείπνων : ἐπὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς : διασκορπίζεται : μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χαροποιῶν : τουτέστι : καταπαύσαντες
ἦμος ἐκ δείπνων ὕπνος ἡδὺς ἐπ ' ὄσσοις σκίδναται , μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χοροποιὸν θυσίαν καταπαύσας πόσις ἐν
7442186 ἁψικορος
ἐν τῷ α , οὐχὶ σινόμωρος , ὁ λίχνος καὶ ἁψίκορος . σκορδινᾶσθαι : τὸ παρὰ φύσιν ἀποτείνειν τὰ μέλη
ἀδιόρθωτος ἐνδεὴς ἀεὶ ἀβέβαιος ἀλήτης ἐπτοημένος φορᾷ χρώμενος εὐεπιχείρητος ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς
7439676 ὑπεροριους
. . : τοὺς Ἀθηναίους , διὰ τὸ ἀεὶ πρὸς ὑπερορίους πολεμίους πολέμους εἶναι καὶ τοὺς πολλοὺς αὐτῶν ἀποδημεῖν ,
ἀνθρωπείου βίου πηγήν , ἄμεινον καταστήσασθαι , τὰς μὲν κακίας ὑπερορίους φυγαδεύσαντα αὐτοῦ , τὰς δὲ ἀρετὰς εἰσοικίσαντα . παλλακὰς
7437418 λιταισιν
ποτ ' ἔκτισεν γόνῳ , νῦν ἔχων παλίντροπον ὄψιν ἐν λιταῖσιν ; ὑψόθεν δ ' εὖ κλύοι καλούμενος . ἆ
δυσωπούμενοι . ὀξυγόοις ] ταῖς γινομέναις ἀπὸ γόων ὀξέων . λιταῖσιν ] παρακλήσεσιν . λιταῖσιν ] ἡμῶν . θ στροφὴ
7431417 προκας
προεγκελευόμενοι μετὰ βοῆς . πρόκας ρ . . , : πρόκας : οἱ μὲν ἐλάφους , οἱ δὲ ἕτερόν τι
. πινύσκει : σωφρονίζει , κολακεύει ὁ Ἡρακλῆς . ἔα πρόκας : διὰ τὴν ἀδηφαγίαν τὰ μείζω τῶν ζῴων αὐτὴν
7428299 τετροφας
ταύτην λογίζου , ἀλλ ' ὅτι καὶ τὴν ἀκρασίαν σου τέτροφας , ἐπηύξησας . ἀδύνατον γὰρ ἀπὸ τῶν καταλλήλων ἔργων
. καὶ ἐν Φιαληφόρῳ : . . τὸν μόναυλον ποῖ τέτροφας ; οὗτος Σύρε . ποῖον μόναυλον ; τὸν κάλαμον
7427378 Φερας
Πειθόλαος μετὰ τὴν Ὀνομάρχου τελευτὴν ἔρημοι συμμάχων ὄντες τὰς μὲν Φερὰς παρέδοσαν τῷ Φιλίππῳ , αὐτοὶ δ ' ὑπόσπονδοι γενόμενοι
καὶ Ἰωλκός . καὶ Ὅμηρος [ Β ] οἳ δὲ Φερὰς ἐνέμοντο παραὶ Βοιβηίδα λίμνην , Βοίβην καὶ Γλαφύρας καὶ
7425235 τηνας
αἱ δὲ κύνες κλαγγεῦντι : τί τὸ πλέον , ἁνίκα τήνας ὀστίον οὐδὲ τέφρα λείπεται οἰχομένας ; Νήπιον υἱὸν ἔλειπες
παρὰ τὶν γενομέναν ὁμολογίαν . ὀρθῶς δέ κα ποιοῖς ἀμμιμνᾳσκόμενος τήνας τᾶς σπουδᾶς , ἡνίκα πάντας ἄμμε παρεκάλεις ποττὰν Πλάτωνος
7424355 παρεστωσας
πολλαχῆ γῆς φέρουσαι . . ὅπη πημονὰς ἀλύξω ] τὰς παρεστώσας ἐμοὶ κακοδαιμονίας ἐκφεύξομαι . . κλύεις πρόσφθεγμα ] ἀκούεις
τῷ βωμῷ καὶ αἵματι ῥεομένους , πατέρας δὲ καὶ μητέρας παρεστώσας οὐχ ὅπως ἀνιωμένας ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις ἀλλὰ καὶ ἀπειλούσας
7417584 μεσολευκοις
κοκκινοβαφεῖ περιλεύκῳ , καθ ' ἑκάτερον δὲ μέρος εἶχε δοκοὺς μεσολεύκοις ἐμπετάσμασι πυργωτοῖς κατειλημένας , ἐν αἷς φατνώματα γραπτὰ κατὰ
περιλεύκῳ , καθ ' ἑκάτερον δὲ μέρος εἶχε δοκοὺς , μεσολεύκοις ἐμπετάσμασι πυργωτοῖς κατειλημένας , ἐν αἷς φατνώματα γραπτὰ κατὰ
7417039 σωματοποιει
τῶν θεῶν μέγαν καὶ θαυμαστὸν Δα - ρεῖος ἐποίησε . σωματοποιεῖ δὲ ἐνταῦθα τὸν πλοῦτον : ὃ δὲ λέγει τοιοῦτόν
εὐπραξίας μητέρα ὠνόμασε , ἐμφαίνων ὡς καλὸν τὸ πειθαρχεῖν . σωματοποιεῖ δὲ τὰ πράγματα . πειθαρχία γάρ ἐστι : πάνυ
7415693 ΗΘΓ
ἐπαφὰς τῶν κυρτῶν ἐπιφανειῶν , διὰ τὸ τὰς ΕΖΒ καὶ ΗΘΓ καθέτους γίνεσθαι καὶ πρὸς αὐτήν . ἐφαρμόσαντες δὴ τῇ
πλευραὶ ἀνάλογόν εἰσιν : ἰσογώνιον ἄρα τὸ ΕΒΓ τρίγωνον τῷ ΗΘΓ τριγώνῳ : ἴσαι ἄρα εἰσὶν αἱ ὑπὸ ΑΓΕ ΗΓΘ
7415461 ἐντεταμενας
καὶ τὰς εἰκόνας αὐτῶν ἀνατιθέναι τοὺς πλείστους ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐντεταμένας καὶ τῇ τοῦ τράγου φύσει παραπλησίας : τὸ γὰρ
καὶ τὰς γεφύρας εὗρον διαλελυμένας , τὰς ἐδόκεον εὑρήσειν ἔτι ἐντεταμένας , καὶ τούτων οὐκ ἥκιστα εἵνεκεν ἐς τὸν Ἑλλήσποντον
7414524 Συρακοσας
ὁ Ἱέρων νομίζων προδοθῆναι τὴν διάβασιν ὑπὸ Καρχηδονίων ἔφυγεν εἰς Συρακόσας . Καρχηδονίων δὲ πολεμησάντων καὶ ἡττηθέντων , τὴν Ἐχέτλαν
γῆν ὑπὸ τοῦ κλύδωνος ἐκβρασθέντος , ἐπιγνόντες τινὲς ἀπεκόμισαν εἰς Συρακόσας . Ὁ δὲ βασιλεὺς εἰωθὼς μετὰ τὸ δεῖπνον ἀεὶ
7413782 τετραδας
μάλιστα δὲ παραφυλάττειν χρὴ αὐξούσης καὶ φθινούσης τῆς σελήνης τὰς τετράδας , τὴν τοῦ ἀέρος κίνησιν τρεπούσας . Πρῖνοι καὶ
” . εἰ δὲ ταῦτα κρατοίη , πάσας ἐπαινεῖ τὰς τετράδας , τὴν πρώτην , τὴν μέσην , τὴν τρίτην
7412184 ὀρνιθεσσι
παντοῖ ⌋ ' , ἄλλοτε ⌊ ⌋ μὲν γὰρ ἐν ὀρνίθεσσι φάνεσκεν αἰετός , ⌋ ἄλλοτε δ ' αὖ γινέσκετο
τ ' αἰγυπιοὶ γαμψώνυχες ἀγκυλοχῆλαι ἐξ ὀρέων ἐλθόντες ἐπ ' ὀρνίθεσσι θόρωσι . ταὶ μέν τ ' ἐν πεδίῳ νέφεα
7412131 ἀμαρυγας
στράπτεν ἔρως ἡδεῖαν † ἀπὸ φλόγα , τῆς δ ' ἀμαρυγάς ὀφθαλμῶν ἥρπαζεν , ἰαίνετο δὲ φρένας εἴσω τηκομένη ,
ὅ ἐστι βλέπειν . . . . . ἀμάρυγμα καὶ ἀμαρυγάς , , . : ἀμάρυγμα καὶ ἀμαρυγάς : σημαίνει
7409272 ἀοινους
ἄλλοι χρῶνται μέν , ὀλίγωι δέ . πολλὰς δ ' ἀοίνους ἁγνείας ἔχουσιν , ἐν αἷς φιλοσοφοῦντες καὶ μανθάνοντες καὶ
γὰρ τῆς νυκτὸς αἱ ἔννοιαι ἄρισται . Χοάς τ ' ἀοίνους : οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐριννύσιν . ἔθυον δὲ
7407245 οἰκοδομουμενος
τί γὰρ οὐκ ἂν ποιήσειεν ἐκεῖνος ὁ τὴν οἰκίαν σπουδῇ οἰκοδομούμενος καὶ τοὺς ἐργάτας ἐπισπέρχων , εἰ μάθοι ὅτι ἡ
πύργον ἔτι οἰκοδομούμενον ; ὡς ἐὰν οὖν συντελεσθῇ ὁ πύργος οἰκοδομούμενος , ἔχει τέλος . ἀλλὰ ταχὺ ἐποικοδομηθήσεται . μηκέτι
7406325 Πελειαδας
Ἀστρονομίαν αἰεὶ Πελειάδας αὐτὰς λέγει : τὰς δὲ βροτοὶ καλέουσι Πελειάδας . καὶ πάλιν : χειμέριαι δύνουσι Πελειάδες . καὶ
οὐδὲν οὖν ἄπιστον καὶ Ὅμηρον τὰς Πλειάδας κατὰ ποιητικὸν νόμον Πελειάδας ὠνομακέναι . ἀποδεδειγμένου οὖν τοῦ ὅτι Πλειάδες ἦσαν ἐντετορευμέναι
7403690 ἀκυλους
συκάμινος συκάμιν ' , ὁρᾷς , φέρει , ὁ πρῖνος ἀκύλους , ὁ κόμαρος μιμαίκυλα , κράνεια μέσπιλα . ἀσυμβόλου
συκάμινος συκάμιν ' , ὁρᾷς , φορεῖ , ὁ πρῖνος ἀκύλους , ὁ κόμαρος μιμαίκυλα , κράνεια μέσπιλα . Πίνους

Back