ὀφρύων καὶ ῥινὸς σχήματος χαρακτῆρες τινὲς ἐγκάθηνται τοῦ τῆς ψυχῆς ἰδιώματος : ὀφθαλμοὶ γάρ φησιν ὁ Πολέμων “ ὑγροὶ λάμποντες
ἕνεκα . Ἔπειτα καὶ ἡ κίνησις κινεῖ : τοῦ γὰρ ἰδιώματος τούτου μεταδοτικὴ ἡ κίνησις , ὡς τοῦ ἱστάνειν ἡ
7807268 νοησαντας
ποτε κατὰ τὸν ὅμοιον τρόπον καὶ σάρκα σὺν τρωτῷ ἰδιώματι νοήσαντας στερήσει τοῦ τρωτοῦ ἰδιώματος νοῆσαι ἄτρωτόν τε καὶ ἀπαθῆ
τε καὶ ἀπαθῆ σάρκα , δυνατὸν δὲ ἔσται καὶ σῶμα νοήσαντας μετὰ ἀντιτύπου ἰδιώματος στερήσει τῆς ἀντιτυπίας λαβεῖν τι μὴ
7677366 γευστου
καὶ σιγῆς καὶ μεγάλου ψόφου , οὕτω τοι καὶ γεῦσις γευστοῦ καὶ ἀγεύστου . ἔτι ἐπεὶ ἀόρατον τὸ μὲν φύσει
ἐπὶ τῶν ἄλλων . ἔτι πάσχει ἡ γεῦσις ὑπὸ τοῦ γευστοῦ , ᾗ γευστόν , καὶ διὰ τοῦτο ἀνάγκη τὸ
7555801 χοριου
οδʹ . Περὶ ἐμβρυουλκίαϲ καὶ ἐμβρυοτομίαϲ . οεʹ . Περὶ χορίου ἐκλείψεωϲ . οϚʹ . Περὶ καύϲεωϲ ἰϲχιάδων . οζʹ
, δι ' ὧν τρέφεται . Οἱ Στωικοὶ διὰ τοῦ χορίου καὶ τοῦ ὀμφαλοῦ : ὅθεν τοῦτον εὐθέως ἀποδεῖν τὰς
7387670 τεμνοντος
ἀδιάστατον ἀπολείψουσι τὸ σημεῖον , ὅ γε διχάζεται πρὸς τοῦ τέμνοντος . ὁ δὲ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπειδὰν φῶσι τὸν
ἐπιφανείᾳ τοῦ κώνου τὴν ΔΖΕ : κοινὴ δὴ τομὴ τοῦ τέμνοντος ἐπιπέδου καὶ τοῦ ΑΒΓ τριγώνου ἡ ΖΗ . καὶ
7364704 καταληπτικον
τε ἐναργείας καὶ τῆς ἀληθείας , ὅπερ ἴσον ἐστὶ τῷ καταληπτικόν . Ὧδε μὲν καὶ ὁ Πλάτων : Σπεύσιππος δέ
καὶ ἀκαταλήπτων φαντασιῶν . Πρὸς τούτοις , εἴ τι ἄλλο καταληπτικόν τινός ἐστι , καὶ ἡ ὅρασις . οὐχὶ δέ
7335550 ἐπιρρεοντος
πᾶσι τοῖς ἁπλῶς παχύνειν καὶ ἀμβλύνειν τὸ δριμὺ δυναμένοις τοῦ ἐπιρρέοντος εἰς τὸν θώρακα καὶ πνεύμονα χυμοῦ . διὰ τοῦτ
. εἰ δὲ τύχοι τὸ ἐπιρρέον εἶναι φλεγματῶδες καὶ ψυχροῦ ἐπιρρέοντος αἰσθάνεσθαι περὶ τὰ πεπονθότα , μήτε δὲ ἐξέρυθρα μήτε
7334111 πλεοναζοντος
καὶ μορίοις πρὸς ἕτερόν τι μεταβαλλούσης κατὰ τὴν ἐπικράτειαν τοῦ πλεονάζοντος ἢ περιττεύοντος καὶ φθείρειν πως ἢ πρὸς ἑαυτὸ τρέπειν
ἀντὶ τοῦ οὗ κατῴκισε , κατοικίσαι . ὁ δὲ λόγος πλεονάζοντος τοῦ μέν οὕτως : οὗ κατοικίσαι μὲν καὶ οἱονεὶ
7289463 αὐγοειδους
' αὕτη μὲν ἐπιτηδειότητα μόνον καὶ ἀποκάθαρσιν τοῦ ἐν ἡμῖν αὐγοειδοῦς πνεύματος ἐμποιεῖ , δι ' ἣν δυνατοὶ γιγνόμεθα χωρεῖν
φιλοσόφῳ νῷ ἑπομένη . τελεστικὴν δὲ ἐνέργειαν λέγω τὴν τοῦ αὐγοειδοῦς καθαρτικὴν δύναμιν , ἵνα τῆς ὅλης φιλοσοφίας τὸ μὲν
7261621 ὁρατου
τοῦ ὁρατοῦ πεπτωκὸς σῶμα οὐκ ἐᾷ τὴν ὄψιν ἀντιλαμβάνεσθαι τοῦ ὁρατοῦ , οὕτως εἰ μεταξὺ τῆς διανοίας καὶ τοῦ ἐκτὸς
τοιαῦται ψυχαὶ εἴδωλα , αἱ μὴ καθαρῶς ἀπολυθεῖσαι ἀλλὰ τοῦ ὁρατοῦ μετέχουσαι , διὸ καὶ ὁρῶνται . Εἰκός γε ,
7227047 ψυχικου
. Διὰ τί οἱ μαινόμενοι παρακόπτουσιν ; ὅτι δυσοδία τοῦ ψυχικοῦ πνεύματος ἀποτελεῖται , διὰ τὴν ἔνστασιν καὶ τὴν μύσιν
ὅταν δὲ μετ ' ὠκύτητος , ἀθρόα ὕλη καθάπερ ἔλαιον ψυχικοῦ γίνεται φωτός . τὴν πέτραν ταύτην ἑτέρωθι συνωνυμίᾳ χρώμενος
7066100 πηδητικον
. θοῦρος : ὁρμητικὸς , πολεμιστής : καὶ θοῦρον τὸν πηδητικὸν καὶ ταχὺν , οἱονεὶ θοῶς δρούων : παρὰ τὸ
δὲ πλεονάσειεν ὁ ἀήρ , τὸ τηνικαῦτα καὶ κοῦφον καὶ πηδητικὸν καὶ ἀνέδραστον γίνεται τὸ ζῷον καὶ ψυχῇ καὶ σώματι
7059291 καταπτωσιν
χρῆσθαι , μὴ θερμαινούσαις δέ . ἐπὶ δὲ τῆς διὰ κατάπτωσιν ἢ πληγὴν κεφαλαλγίας , ἐπειδὴ φλεγμονή τις συνίσταται ,
νυκτὸς οὐκ ἠμέλουν , τοῦ μικροῦ τείχους , ὅτε πρὸς κατάπτωσιν ᾔεσαν : πῶς γὰρ ἂν ἔσχον μετὰ πλείονος ὑπορύττειν
7031772 ἀντιτυπου
τὸν ποταμὸν ῥεύματος τοσοῦτον ὑψουμένου , ὅσον εἰ καὶ ὑπὲρ ἀντιτύπου θαυμαστὸν ἦν . καὶ περὶ Μερόην γέ φασιν ὕειν
ἐνδέχεσθαι τὰ προειρημένα πάντα . Ἀναξιμένης ὑπὸ πεπυκνωμένου ἀέρος καὶ ἀντιτύπου ἐξωθεῖσθαι τὰ ἄστρα . Ἀναξαγόρας ἀπὸ τοῦ πρὸς ταῖς
7017071 ἀορατου
ψυχὴ ἐπιτήδειος . οἶκον οὖν ἐπίγειον τὴν ἀόρατον ψυχὴν τοῦ ἀοράτου θεοῦ λέγοντες ἐνδίκως καὶ κατὰ νόμον φήσομεν . ἵνα
Λακεδαιμονίων βασιλέως , ἀλλὰ μᾶλλον εἰ ἔτυχεν τὸν Ἀνάνιος οὕτως ἀοράτου κατὰ δόξαν ὄντος . Οὐδὲ τὸν τῶν ἡμιθέων τῶν
7007588 νοσωδους
ξυγκεκλῃμένοι τὰ πλευρὰ καὶ ἀναπεπταμένοι ὑπὲρ τὸ μέτριον πολλὰ τοῦ νοσώδους ἐπισημαίνουσι : τοῖς μὲν γὰρ πεπιέσθαι ἀνάγκη τὰ σπλάγχνα
, εἰ ἐρωτήσεις : ἀρά γε τοῦ ὑγιεινοῦ καὶ τοῦ νοσώδους ἡ αὐτὴ ἐπιστήμη ; , ὁ δὲ εἴπῃ οὔ
6979274 ὑγιεινου
σκευασία ρλδʹ . Οἰνανθαρίου σκευασία ρλεʹ . Ἀψινθάτου ἤτοι ῥοδαψινθάτου ὑγιεινοῦ σκευασία καλλίστη ρλϚʹ . Ῥοδάτου σκευασία ρλζʹ . Κονδίτου
καὶ τὸ οὖρον καὶ τὸ σιτίον καὶ τὸν ὁρισμὸν τοῦ ὑγιεινοῦ ἐπιδέχονται , τὸ συμμέτρως ἔχειν πρὸς ὑγείαν , μᾶλλον
6979228 στερεμνιου
στοιχείων , ἐξ ὧν συνεκρίθη , ἢ τροπὴ τοῦ μὲν στερεμνίου εἰς τὸ γεῶδες , τοῦ δὲ πνευματικοῦ εἰς τὸ
τοῦ δὲ χρώματος τὸ μέν ἐστιν ἐπ ' αὐτοῦ τοῦ στερεμνίου , καθάπερ ἐπὶ τῶν σύνεγγυς καὶ ἐκ [ τοῦ
6975494 γενητου
γὰρ αὐτὴ ἡ ὕλη ἕν τί ἐστι τῶν στοιχείων τοῦ γενητοῦ : διώρισται ἄρα . Πόρρω ἄρα τῆς ἀδιορίστου φύσεως
γέλωτα , καταδείσασα μή ποτε ἄρα τὸ χαίρειν οὐδενὸς ὂν γενητοῦ , μόνου δὲ τοῦ θεοῦ , σφετερίζηται : διόπερ
6954822 πηξει
. τὰς δὲ τῶν ἀνθράκων φύσεις φωτὸς δύναμιν ἐμπιληθεῖσαν τῇ πήξει φασὶν ἀποτελεῖν τῷ μᾶλλον καὶ ἧττον τὰς ἐν αὐτοῖς
κοτὲ ἱδρῶταϲ καὶ ϲπογγίη ψυχροῦ ἐϲ τὰ πρόϲωπα προβληθεῖϲα , πήξει μὲν τῶν διαρρεόντων ὑγρῶν , πυκνότητι δὲ τῆϲ ἀραιώϲιοϲ
6945572 χυματος
καί , καθ ' ὅσον ἂν τόπον ταῦτα χρονίσωσι τοῦ χύματος , καὶ τὴν ἐπ ' ἐκείνῳ τοῦ σώματος διάθεσιν
παρυφιστάμενον δὲ τὸ ἐν αὐτῷ ἑτεροίως ἐμφαινόμενον . ἀλλὰ τοῦ χύματος πάλιν ἰσάριθμοι τυγχάνουσιν αἱ διαφοραί . δύο γάρ ἐστι
6942550 διαφορουσα
ἐπὶ τῇ ΕΒ γινομένην παράλλαξιν ἑξηκοστῶν α ∠ ʹ ἔγγιστα διαφοροῦσα κατὰ πᾶν τὸ ἀπὸ τῆς γῆς ἀπόστημα τῆς σελήνης
θᾶττον τὴν λέξιν , σαφὴς γὰρ πᾶσα τυγχάνει . οὔτε διαφοροῦσα . ἀντὶ τοῦ οὔτε παρασύρουσα ἕτερον ἀριθμὸν μὴ ὄντα
6941332 σῳζομενης
οἰκείας φύσεως καὶ κινήσεως οὕτως ἐφέλκηται τὸ χόριον : μὴ σῳζομένης δὲ τῆς πρὸς τὸ βρέφος τοῦ χορίου συνεχείας μολίβδου
ἐπιβλαβές , δεῖ γὰρ ἐμπείρως τὴν ὁλκὴν γενέσθαι . διὸ σῳζομένης τῆς πρὸς τὸν ὀμφαλὸν αὐτοῦ συνεχείας ἐπὶ χειρῶν μιᾶς
6937004 ἐνεργουντος
τῇ νοήσει τοῦ οὐρανοῦ , οὐχ ὡς καὶ αὐτοῦ μεταβατικῶς ἐνεργοῦντος , ἀλλ ' ὡς τῆς ψυχῆς τὴν ἐκείνου νόησιν
ἂν ἔτι εἰς τὸ σῶμα ταῦτα ἀφίκετο τοῦ πέμποντος οὐκέτι ἐνεργοῦντος τὸ πέμπειν διὰ τὸ κατέχεσθαι τῷ πάθει καὶ ἐξίστασθαι
6936304 ἐμβαλλεο
δροίτῃ ] λεκάνῃ ἐμβάπτεο ] ἔμβαπτε , ἔμβαλλε . γράφεται ἐμβάλλεο ἐμβάλλεο δὲ σάρκα : τὴν σάρκα αὐτοῦ τοῦ πάσχοντος
, . . . μὴ δή μοι φύξιν γε Δόλων ἐμβάλλεο θυμῷ : ἡ διπλῆ ὅτι ζητεῖται πῶς τὸ ὄνομα
6926330 κυτους
μηδ ' ὅλως παρατιθεμένου τῇ μήτρᾳ ἢ καθάπερ ἐξ ἀψύχου κύτους [ οὐκ ] ἀποδιδομένου παραυτίκα , ποτὲ δὲ κατὰ
λέγομεν ; Δῆλον ὡς αὐτῆς μὲν τῆς πόλεως οὔσης τοῦ κύτους , τῶν δὲ φυλάκων τοὺς μὲν νέους οἷον ἐν
6914099 καθηκοντος
θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἁρμόζοντος καὶ καθήκοντος “ ἡ θέμις ἐστὶν ἄναξ ἀγορή , ” ἐπὶ
μὲν ὁ μὴ ἀλγῶν , ἀνάλγητος δὲ ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος . περιμάξαι καὶ ἐκμάξαι τὸ τοὺς οἰομένους πεφαρμάχθαι δι
6875486 ἐρυθροτης
πολὺν τὸν αἱματικὸν χυμὸν ἐν τῷ σώματι εἶναι παχύτης καὶ ἐρυθρότης οὔρου . τοιοῦτον οὖρον ἐν συνεχέσι πυρετοῖς καὶ ἐν
ὑπόλευκα . σημεῖον τῶν ἀφημερινῶν λευκότης καὶ λεπτότης οὔρων ἢ ἐρυθρότης ἢ παχύτης θολερά . σημεῖον τριταίων ἢ πυρρὰ ἢ
6873663 σκωληκος
τρέφει ὄμβριος αἶα τὰ ἔντερα τῆς γῆς . ἕλμινς εἶδος σκώληκος , ἀπὸ σήψεως τῇ γαστρὶ ἐγγινόμενον . . *
γὰρ οὕτως ταῦτα ἔχει , βαλὼν κάθευδε καὶ τὰ τοῦ σκώληκος ποίει , ὧν ἄξιον ἔκρινας σεαυτόν : ἔσθιε καὶ
6861454 σπιζω
: τὸ ὅπλον : παρὰ τὸ σπῶ τὸ ῥῆμα παράγωγον σπίζω , ὁ μέλλων σπίσω , κατὰ , ἔγκειται '
παραγώγως . Ἀσπίς , παρὰ τὸ σπῶ , οὗ παράγωγον σπίζω : ἀφ ' οὗ ὄνομα ῥηματικὸν σπι ἤτοι μακρὸν
6852451 ἐνδεξεται
σὺν ποσῷ πλάτει στερήσει τοῦ πλάτους λαβεῖν μῆκος ἀπλατές , ἐνδέξεταί ποτε κατὰ τὸν ὅμοιον τρόπον καὶ σάρκα σὺν τρωτῷ
σὺν ποσῷ πλάτει στερήσει τοῦ πλάτους λαβεῖν μῆκος ἀπλατές , ἐνδέξεταί ποτε κατὰ τὸν ὅμοιον τρόπον καὶ σάρκα σὺν τρωτῷ
6852338 ἐμποιουντος
' ἐπεὶ κυριώτερον παθητικὸν λέγεται τὸ αὐτὸ πεπονθὸς τοῦ πάθος ἐμποιοῦντος , ἐφ ' ὧν ἐστιν ἄμφω , ἐπὶ τούτων
καὶ διακαοῦς τά τε ἔνδον συμφλέγοντος καὶ συγκαίοντος καὶ φλεγμονὰς ἐμποιοῦντος αὐτῇ σφοδροτάτας καὶ ἐξόπτησιν τοῦ ὅλου αἵματος καὶ φθορὰν
6827021 ἐνεργητικου
κύνες : ἔραμαι : ἀντὶ τοῦ ἐρῶ , παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ . οἰκείως δὲ τῇ μεσότητι ἐχρήσατο : Θεσσαλὸν ὅρπακ
] τὸν ὠνησάμενον . τὸν ἀγοράσαντα : τὸ παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ καὶ . . . μὲν ] σχῆμα ἀποθετικόν ταῦτα
6826497 ἐνιακις
ἔνδον ἀπόνευσις ἄλγημά τε νυγματῶδες μετὰ δυσπνοίας καὶ βηχός , ἐνιάκις δὲ καὶ ἀναγωγῆς αἵματος . Περὶ ἰσχίων . τὰ
περὶ τῶν γεγονότων , ἀλγεῖν κεφαλήν τε καὶ τένοντας , ἐνιάκις δὲ καὶ παρακόπτειν . παράκειται δὲ τῷ ὑστερικῷ πάθει
6812005 ἀντιτυπιαν
ἐχῖνον . δυσχρηστούμενον οὖν τῇ βρώσει καὶ οὐ συνιέντα τὴν ἀντιτυπίαν τῆς τραχύτητος εἰπεῖν : ὦ φάγημα μιαρόν , οὔτε
ἐχῖνον . δυσχρηστούμενον οὖν τῇ βρώσει καὶ οὐ συνιέντα τὴν ἀντιτυπίαν τῆς τραχύτητος εἰπεῖν : ὦ φάγημα μιαρόν , οὔτε
6799341 ὀρεκτου
τινὸς ὀρεκτοῦ , δεῖ προηγήσασθαι τὴν ὄρεξιν ἔφεσιν οὖσαν τοῦ ὀρεκτοῦ ἁπλῶς καὶ λόγου χωρίς , εἶτα τὸν λόγον ἐπισχεῖν
ἵσταται ἀλλὰ δεῖ καὶ πράξεως , ἵν ' ἐφίκηται τοῦ ὀρεκτοῦ περὶ οὗ καὶ συνελογίσατο , οὕτως ἡ ποιητικὴ τέλος
6798637 ὀλιγωτερον
τὸ ἐν ἀπείρῳ πλήθει λέγειν πλεῖστα ; ὡς γὰρ τὸ ὀλιγώτερον πρός τί ἐστι καὶ κατὰ τὴν ὡς πρὸς τὸ
καὶ μειδιᾶν . τινὲς δὲ καὶ τοὺς ἀραιοὺς ἔχοντας ὀδόντας ὀλιγώτερον ζῆν τῶν πυκνοὺς ἐχόντων ἐχαρακτήρισαν . Τὸ στόμα τομεῖ
6791647 ζυγωθρισον
. ἄπελθε ] ἐπ ' ἄλλο . ⌈ ζυγώθρησον [ ζυγώθρισον ζυγόθρισον ] ] σκόπησον ⌈ : ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ
ἄπελθε , κᾆτα τῇ γνώμῃ πάλιν κίνησον αὖθις αὐτὸ καὶ ζυγώθρισον . ὦ Σωκρατίδιον φίλτατον . τί , ὦ γέρον
6790516 αἰσθητικου
ὕπνος . οὐ γάρ ἐστιν ὁ ὕπνος ἡτισοῦν ἀδυναμία τοῦ αἰσθητικοῦ , καθάπερ εἴρηται : καὶ γὰρ ἔκνοια καὶ πνιγμός
νεκρὰ τῶν σωμάτων , διότι ἀεὶ διαφανῶς τινος θερμοῦ καὶ αἰσθητικοῦ μετέχει τοῦ πλείονος διαπνεομένου . Πλάτων Δημόκριτος ἐν ὅλῃ
6790298 μοριου
Δίδυμος ἔφη , καὶ παραλαμβάνει αὐτὸ παρὰ τὸ ἔτης μετὰ μορίου τοῦ ὦ κλητικοῦ . Πρὸς ὅν φησι Τρύφων ,
ἀπὸ μελαίνης χολῆς , αὖαι δὲ ἀπὸ λιγνύος καὶ μητρῴου μορίου , λευκαὶ δὲ ἀπὸ φλέγματος . Σημειώσεις τινὰς θέλει
6777179 ἐκθλιψει
. , : ὅτι δὲ οὐδὲ τῇ ὑπ ' ἀλλήλων ἐκθλίψει βιαζόμενα κινεῖται , δείκνυσιν ἐφεξῆς . ταύτης δὲ γεγόνασι
βλεφάρων ἀποϲτήματα θεραπευτέον , τὰ μὲν ἐντὸϲ ἀποκορυφοῦντα ἀποτομίᾳ καὶ ἐκθλίψει τοῦ ὑγροῦ . εἶτα ἐγχυματίζειν ἅλμῃ καὶ ἄνωθεν ἐπιθέντα
6773080 καρδιακη
φρενῖτις , καῦσος , συνάγχη , πλευρῖτις , περιπνευμονία , καρδιακὴ διάθεσις , ἴκτερος , χολέρα , εἰλεὸς , κωλικὴ
κατὰ πρόσθεσιν οὔσῃ τοῖς ἀριθμοῖς καὶ τῷ φωτὶ σχηματισθεῖεν , καρδιακὴ περίστασις ἀπαραβάτως ἔσται μέχρι τῆς διὰ πέμπτου . ἐπὶ
6755177 ξυναλλασσοντος
. ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος . ξυναλλάσσοντος ] ἑνοῦντος . ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος καὶ τοῦ ἑνοῦντος . ξυναλλάσσοντος ]
] ἀποδέχομαι . δεινὸς ] δεξιός . . φεῦ τοῦ ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν τὰς συναλλαγὰς
6751504 ἀλεαινεσθαι
τὸ πῦρ καθημένη „ . ἀλεαίνειν : θερμαίνεσθαι , οὐχὶ ἀλεαίνεσθαι . ” οὐκοῦν ἵν ' ἀλεαίνοιμι , τοῦτ '
καρπὸν καὶ ἐλελίσφακον , ὄξος σὺν τοίσδεσιν ἢ οἶνον : ἀλεαίνεσθαι δὲ χρὴ , ἢ ἄλειφα χηνὸς , κηρωτὴν ἐῤῥητινωμένην
6751330 τοὐναντιου
καὶ ποός πούς ἐν ὀξείᾳ τάσει , ὥσπερ καὶ ἐκ τοὐναντίου ἡ ὀξεῖα καὶ ἡ βαρεῖα εἰς περισπωμένην συνέρχονται ,
πρὸς τὸ κοινῇ συμφέρον πᾶσαν ὁρμὴν ἐμαυτοῦ ἄξω καὶ ἀπὸ τοὐναντίου ἀπάξω . τούτων δὲ οὕτως περαινομένων ἀνάγκη τὸν βίον
6738530 κεκινημενου
γύναιον καταλείψαντες ; οὐκοῦν δόξομεν Μενελάου φαυλότεροι τοσοῦτον ὑπὲρ Ἑλένης κεκινημένου ; ἀλλ ' ἐπειδὰν γένηται τοῦτο , παραταξόμεθα καὶ
καὶ ἀρχήν . Ἡ δὲ περιπλευμονίη γίνεται , ὁκόταν , κεκινημένου καὶ θερμαινομένου τοῦ φλέγματος καὶ τῆς χολῆς , ἑλκύσῃ
6737963 βραδεος
ὀξέος τὼ ὀξέε , ἡδύς ἡδέος τὼ ἡδέε , βραδύς βραδέος τὼ βραδέε . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν ταύτην τὴν ἀπολογίαν
ἀδύνατον ἁρμόσαιὥσπερ γε καὶ ὁ ῥυθμὸς ἐκ τοῦ ταχέος καὶ βραδέος , ἐκ διενηνεγμένων πρότερον , ὕστερον δὲ ὁμολογησάντων γέγονε
6729461 ῥοιζου
ὕδατι , νίτρῳ μεθ ' ὕδατος , μελικράτῳ μετὰ πολλοῦ ῥοίζου : οὕτως γὰρ ἐξωσθείη τὸ ἐνερειρηκός : κνησμωδῶν δ
ὀρθοέθειρον , αἰφνίδιον , βρονταῖον , ἀνίκητον βέλος ἁγνόν , ῥοίζου ἀπειρεσίου δινεύμασι παμφάγον ὁρμήν , ἄρρηκτον , βαρύθυμον ,
6715327 ἀτροφια
καὶ κατάψυξις καὶ παραποδισμὸς καὶ νάρκη , ποτὲ δὲ καὶ ἀτροφία τοῦ μέρους καὶ παρεμποδισμὸς τοῦ ἵστασθαι ἢ καὶ περιπατεῖν
ἀχλύς , ἀμβλυωπία , πλατυκορία , σύγχυσις , ἀτονία , ἀτροφία , φθίσις , γλαύκωσις , μυδρίασις , δικορία ,
6704649 λυομενου
τε καὶ γῆν καὶ πάντα τὰ φαινόμενα περιέχουσα , οὗ λυομένου πάντα τὰ ἐν αὐτῷ σύγχυσιν λήψεται , ἀποτομὴν ἔχουσα
τοῦ θερμοῦ ἐς τὸν θώρηκα : καὶ πάλιν ἀνάλογον , λυομένου τοῦ πυρετοῦ καὶ κατακερματιζομένου , ἐς τοὺς πόδας καταβαίνει
6696619 σφυγμου
τὰς κατ ' αὐτοὺς διαφοράς . Οὐδὲν οὖν ἕτερον τοῦ σφυγμοῦ πεφυκότος ἢ διαστολῆς καὶ συστολῆς τῆς ἀρτηρίας καὶ τῆς
βραδύτης , σκληρότης , μαλακότης . πόσα ἐστὶ ποιητικὰ αἴτια σφυγμοῦ ; δύο , ἡ δύναμις ἡ ποιοῦσα καὶ κινοῦσα
6679228 ῥεποντος
, ὥσπερ ὀπισθότονος ῥηθείη ἄν , εἰς τοὔπισθεν τοῦ σπασμοῦ ῥέποντος . πληγαὶ δὲ τούτων κατὰ τοῦ νωτιαίου τὰ αἴτια
, εἰς κεφαλὴν μὲν τοῦ λυποῦντος χυμοῦ τυγχάνοντος καὶ ἔξω ῥέποντος , αἱ κατ ' αὐτὴν γίνονται παρωτίδες , ὥσπερ
6678964 ἐλλιπους
ἀναπληρώσεις φύσεως , ἤτοι λίαν [ καὶ ] ἐνδεοῦς ἤτοι ἐλλιποῦς , οἷον ἰατρεῖαι , ἤτοι αἱ ἀναπληρώσεις τῆς γαστρὸς
αἴτιον , καὶ τούτῳ ἐνίστασθαι . ἐὰν μὲν οὖν , ἐλλιποῦς τῆς ἐκκοπῆς γεγενημένης , ὀξεῖα προὔχουσα καὶ νύσσουσα τὴν
6677440 πνευματικου
ἐκ ποιοῦ πυρώδους , ἐκ ποιοῦ ἀερώδους , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ : ἐκ τετάρτου τινὸς ἀκατονομάστου , ὃ ἦν αὐτῷ
ἐκ ποιοῦ πυρώδους , ἐκ ποιοῦ ἀερώδους , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ , ἐκ τετάρ - του τινὸς ἀκατονομάστου : τοῦτο
6674631 παρυφισταμενου
' αὐτὸ μὲν τοῦτο τὸ μὴ πεπέφθαι τὴν ὕλην ἄνευ παρυφισταμένου γίνεται : συνεπιμαρτυρήσει δὲ τά τε χρώματα καὶ αἱ
καὶ τὴν χροιὰν ἀμφοτέρων , τοῦ τε χύματος καὶ τοῦ παρυφισταμένου . Ἀλλὰ δὴ ἔστω παχὺ μὲν , ἀλλὰ μέλαν
6671279 προσλαμβανον
: παρασύνθετον δέ ἐστι τὸ ἀπὸ συνθέτου παραγόμενον μὴ μέντοι προσλαμβάνον ἑτέραν λέξιν , οἷον ὡς ἀπὸ τοῦ Ἀγαμέμνων συνθέτου
ποιφύω , ὁ μέλλων ποιφύσω , καὶ μετάγεται εἰς ἐνεστῶτα προσλαμβάνον καὶ ἕτερον σ . Ξ οὐ γάρ τι μᾶλλον
6669546 ἐκκαλυπτικον
τῶν ἐκκαλυψόντων , ἀλλ ' οὐκ αὐτὸ ἑτέρων δεῖ ὑπάρχειν ἐκκαλυπτικόν . καὶ μὴν εἰ τὸ σημεῖον κατ ' αὐτοὺς
ἐν αὑτῷ ἡγούμενον ἀξίωμα σημεῖον τοῦ λήγοντος : οὐδὲ γὰρ ἐκκαλυπτικόν ἐστι τοῦ ” φῶς ἔστιν “ τὸ ” ἡμέρα
6669254 τριβομενη
τραχύ : καὶ ἀντὶ σποδοῦ χρῶνται αὐτῇ . πλύνεται δὲ τριβομένη ἐν θυείᾳ ἀποχεομένου τοῦ ὕδατος , ἄχρι μηδὲν ἐφίστηται
καὶ καλαμίνθη πινομένη τε μετὰ μελικράτου καὶ ἔξωθεν ϲὺν ἐλαίῳ τριβομένη . Ἄριϲτοϲ ἀήρ ἐϲτιν ὁ ἀκριβῶϲ καθαρόϲ : εἴη
6668895 λελιπασμενον
, μετὰ τὴν περιαίρεσιν τῆς σαρκὸς ξύσομεν : ἐὰν δὲ λελιπασμένον ἢ τετερηδονισμένον ἢ ἄλλως πως ἐφθαρμένον ὑποπίπτοι , μέχρι
εὐθείας ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ πλάγια , καὶ τὸν δάκτυλον λελιπασμένον καθιέναι μεταξὺ τοῦ στομίου τῆς ὑστέρας καὶ τοῦ σφηνωθέντος
6666853 ἐπαρμα
πουλὺν χρόνον , καὶ θέρμης γινομένης , καθ ' ἧπαρ ἔπαρμα φυματῶδες ἐς ὑπογάστριον κατέβη : καὶ κοιλίη ὑγραίνετο :
, μαλθακὴν , κοπρώδη , κώματα ἐπιφανέντα παρ ' οὖς ἔπαρμα ποιέει . Χολώδεα διαχωρήματα κώφωσις παύει : κώφωσιν δὲ
6660303 γνωστου
τὸ δὲ ἐν μέσῳ καὶ τούτου τὸ μὲν πρὸς τοῦ γνωστοῦ , οἷον τὸ ἡνωμένον , καὶ ταύτην διαφεῦγον τὴν
ποτὲ μὲν κρειττόνως γινώσκει τὸ γινωσκόμενον , τῆς αὐτοῦ τοῦ γνωστοῦ φύσεως ποτὲ δὲ χειρόνως ποτὲ δὲ συστοίχως : ὅταν
6647969 αὐτοκρατον
καὶ τὸ φυλάττει , παρεμβάλλει . , . . † αὐτόκρατον λόγον : τὸν ἐξ ἑαυτοῦ τὸ τέλος ἐπιφέροντα .
τὸ θεῶμαι θεᾷ καὶ ὁρῶμαι ὁρᾷ καὶ κατακλῶμαι κατακλᾷ . αὐτόκρατον : ἐπὶ τοῦ ἀμιγοῦς καὶ ἀκεράστου καὶ ἀκράτου οἴνου
6646240 κεφαλιου
. ῥίζαι δὲ λεπταί , μέλαιναι , οἱονεὶ ἀπό τινος κεφαλίου κρομμυώδους ἠρτημέναι , ὧν καὶ ἡ χρῆσις . φύεται
παρὰ τοῖς ἀκρωμίοις περικοπῆς ἀναιρεῖν . εἰ δὲ μείζονος τοῦ κεφαλίου ὑπάρχοντος ἡ σφήνωσις ἀποτελοῖτο , διὰ τοῦ ἐμβρυοτόμου ἢ
6643283 ἀνεπιστρεπτος
ἀνάλγητος καὶ ἀναλγὴς διαφέρει . ἀνάλγητος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος , ἀναλγὴς δὲ ὁ μὴ ἀλγῶν .
ἄνεσις . . ἀναλγὴς ὁ μὴ ἀλγῶν , ἀνάλγητος ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος . . ἀνάμνησις μέν , ὅταν τις
6638234 σωματικου
περιόντι θαυμασιώτερα , ὅσον οὐκ ἐκ μέρους ἑνὸς καὶ τούτου σωματικοῦ τὸ γένος πιστούμεθα , ἀλλ ' ἔκ τε ὅλου
τὸ ὀρθὸν πεφυκυίας ὁρμᾶν κρατήσασα καὶ πρὸς ἡδονὴν ἀχθεῖσα κάλλους σωματικοῦ καὶ τῇ τοιαύτῃ ἀγωγῇ τῶν συγγενῶν ἑαυτῆς ἐπιθυμιῶν κρατήσασα
6636285 διαχωρηματος
. ἀλλὰ καὶ διαχωρημάτων διαφορὰς παραδέδωκεν : ἐμνημόνευσε γὰρ τρύζοντος διαχωρήματος καὶ ὑφαίμου καὶ μέλανος καὶ τῶν τοιούτων . ἀλλὰ
δυσῶδες . Ἐπιτήδειον δὲ καὶ ἕλμινθας στρογγύλας διεξιέναι μετὰ τοῦ διαχωρήματος , πρὸς κρίσιν ἰούσης τῆς νούσου . Δεῖ δὲ
6635043 παλληξ
φυλάσσῃς β οὐκ ἀγοράζεις χωρίον γ οὐ παραμένει σου ὁ πάλληξ δ οὐ παραμένει σου ἡ πρώτη γυνή ε οὐ
. ε ἀγοράζεις ὃ ἐνθυμῇ Ϛ οὐ παραμένει σου ὁ πάλληξ ζ οὐ παραμένει σου ἡ δευτέρα γυνή η οὐ
6629536 ἀδιαρθρωτον
ἢ ἐκ τῶν συμβεβηκότων , συγκεχυμένην δ ' ἔτι καὶ ἀδιάρθρωτον : ἐκ δὲ τῶν ἐγγυτάτω σαφῆ τε ἤδη κατάληψιν
τὸ τῆς ἕξεως εὐμετάβολον καὶ τὸ τῆς ψυχῆς ἀτελὲς καὶ ἀδιάρθρωτον ἀπειργάσατο τοῖς περὶ τὸ ποιητικὸν αὐτῆς συμβεβηκόσιν οἰκείως .
6622428 ἐξαιρουμενου
μὴ ῥᾴδιον εἶναι ἐπιλαβέσθαι τοῦ τόπου , διότι ὑποφεύγει πάντως ἐξαιρουμένου τοῦ ἐν τόπῳ σώματος , καὶ καθ ' αὑτὸ
τὸ δ ' ὑγιεινὸν τοῦ παντὸς ἀλλοιουμένου , τοῦ δὲ ἐξαιρουμένου ἐντεῦθεν , ὡς ἐνθαδὶ νοσοῦντος , οὗ δὲ μὴ
6612392 κυναστρου
θερινοῦ , τοῦ ἐν τῷ θέρει φαινομένου , ἤως τοῦ κυνάστρου . Ὀπωρινοῖο κυνὸς εἶπεν ὁ ποιητὴς , ὅτι ὁ
. ὑπερτείνασα ] ὑπερδραμοῦσα , διελθοῦσα . σειρίου ] τοῦ κυνάστρου : ἤγουν μὴ ξηρανθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἐν τούτωι καύματος
6610715 φορητου
δὲ γενητοῦ καὶ φθαρτοῦ γένεσιν καὶ φθοράν , τοῦ δὲ φορητοῦ φοράν : πάλιν γὰρ ἐπὶ τούτου διττὴ μὲν ἡ
ἐλέου παρὰ τῶν γραμμάτων ἀφιγμένοι . ὄντος δὲ οὐδὲ τούτου φορητοῦ πολὺ δεινότερον τὸ ἐπὶ τούτῳ . μετὰ γὰρ δὴ
6608984 ἐπιπολαιου
ἡμῖν δέ , φησί , ῥητέον ὅτι γελοῖον ἐξ οὕτως ἐπιπολαίου ζητήματος ἕκαστον τῶν ἀριθμῶν αὐτὸ ποιεῖν καὶ ἰδέαν .
τοῦ βῆξαι ἐγένετο . Ὁ ἀνωτέρω μὲν λόγος περὶ βηχὸς ἐπιπολαίου , οὗτος δὲ καὶ βηχὸς κακοήθους , καὶ κόπου
6608046 ὑγιους
τὴν χεῖρα θέσιν ἴσχειν παρ ' αὐτὸ τὸ ἀκρώμιον τοῦ ὑγιοῦς ὤμου . τὸ δὲ τοιοῦτον σχῆμα πρὸς τὴν ἐκτὸς
φασὶν αὐτοὺς μὴ προαγωνιστῇ σοι καὶ ὑπερμάχῳ χρῆσθαι , δόξης ὑγιοῦς διαμαρτάνουσι . σαφὴς δ ' ἐγὼ πίστις : ὅσα
6607924 ἁψαϲθαι
τοῦ προϲώπου μόνου βεβαίαν καὶ πιϲτὴν πρόγνωϲιν λαβεῖν , πρὶν ἅψαϲθαι τοῦ νοϲοῦντοϲ , λέγω δὴ ἐκ τῶν ἐν αὐτῷ
εἴρηται , πτερυγοτόμῳ τὸ ὅλον ἀποδέρουϲι πτερύγιον φυλαττόμενοι τοῦ κερατοειδοῦϲ ἅψαϲθαι χιτῶνοϲ . μετὰ δὲ τὴν χειρουργίαν ὀλίγουϲ ἅλαϲ λείουϲ
6604866 διοικουμενου
: δεῖ γὰρ πολλὴν τὴν ἐπιτηδειότητα εἶναι καὶ ἐπιστροφὴν τοῦ διοικουμένου πρὸς τὸ διοικοῦν , ἵνα καὶ συναισθάνηται αὐτοῦ τῆς
τὴν προσήκουσαν αὔξην τε καὶ θρέψιν τοῦ κατ ' αὐτὴν διοικουμένου κατατάττει : ἴδια δ ' αὖ πάλιν τῶν θνητῶν
6604845 ἀμαυρωσις
Ἄτην φυγεῖν . ἡ γὰρ ἐκ θεοῦ , φησὶν , ἀμαύρωσις καὶ δόλωσις ἄφυκτός ἐστιν . ἅμα γὰρ δολοῖ καὶ
καὶ οἷσι κοιλίαι καθυγραίνονται . Ὀξυφωνίη κλαυθμώδης , καὶ ὀμμάτων ἀμαύρωσις , σπασμῶδες : οἱ ἐς τὰ κάτω πόνοι τουτέοισιν
6603613 ἁλμυρου
τὰ ὕδατα ἁλίζονται ἤγουν συναθροίζονται , εἴτε ἐπὶ τούτου τοῦ ἁλμυροῦ , ὃ ἡ συνήθεια λέγει τὸ ἅλας οὐδετέρως ,
κεφαλὴν συμφέρει καὶ ἡσυχάζειν καὶ διαδέσμοις χρῆσθαι τῶν ἄκρων . ἁλμυροῦ δ ' ὄντος καὶ δριμέος τοῦ ῥεύματος , ἐγχέοντα
6603332 λεβηρις
' ὄξους , κάρδαμον ἄγριον καὲν καὶ σποδωθὲν , ἐχίδνης λεβηρὶς , καὶ λαπάθου ἀγρίου ῥίζα : τρίβειν δὲ μετ
λεβηρίδος : καὶ κενότερος λεβηρίδος : ἀμφότερα λέγεται . [ λεβηρὶς δὲ οἷον λεπηρὶς καὶ λέπος ] . τάττεται καὶ
6599923 ἀνωφερης
ῥεῖθρον εἰς ὑγρὸν τραπέν . φύσις κατωφερὴς γὰρ οὐ δυνήσεται ἀνωφερὴς ἐλαφρὰ καὶ μετάρσιος ὅλως γενέσθαι , πρῶτον εἰ μὴ
μηδὲν ἀναβιβάζουσαι πρὸς μόνην τάσιν ἐπενοήθησαν . ἀγκῶνας ἀναβιβάζει ἡ ἀνωφερὴς χελώνη τοῦ Ἀνδρέου ὀργάνου , ἀγκῶνας δὲ καὶ σπάθην
6594075 ἀπεσπασμενον
τὴν τῶν Ἑλλήνων στρατοπεδείαν ὥρμησαν , εἰδότες τὸν Ἀγαθοκλέα μακρὰν ἀπεσπασμένον . ἐρήμου δ ' αὐτῆς οὔσης τῶν δυναμένων ἀμύνασθαι
τὴν πρὸς τὸν ὀμφαλὸν τοῦ ἐμβρύου συνέχειαν , ποτὲ δὲ ἀπεσπασμένον , καὶ ποτὲ μὲν ἀποκεκρυμμένον , ποτὲ δὲ ἀπὸ
6594048 λεπτομερους
κάθαρσιν τῶν ἐμπεφραγμένων κατὰ τὰς διεξόδους αὐτοῦ χυμῶν . ῥαφανὶς λεπτομεροῦς ἐστι δυνάμεως . τὸ μέλι λεπτομερέστατόν ἐστι τὸ γεννώμενον
μηδὲν ἔχοντα ἢ ἁλμυρὸν ἢ ὀξῶδες , ἀλλὰ μηδεμιᾶς ἄλλης λεπτομεροῦς ποιότητος , ἀλλὰ τοὐναντίον ἐχέτω , ὅσαπερ ἐμπλαστικώτερον αὐτὸν
6586311 ποσουται
αἰτία , ὅτι ἡ ὕλη ἀνείδεος οὖσα καὶ ἄποιος πρότερον ποσοῦται καὶ εἶθ ' οὕτως ποιοῦται . τρίτη , ὅτι
ἡ ποσότης καὶ πρὸ τῆς ποότητος , ὅτι κατὰ φύσιν ποσοῦται τὸ ὁτιοῦν πρᾶγμα καὶ ὄγκον λαμβάνει καὶ οὕτω περὶ
6582972 τριηραρχηματος
τὸ διδόμενόν τισιν εἰς τροφήν : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τριηραρχήματος . Σῖτος : Δημοσθένης ἐν τῷ κατ ' Ἀφόβου
εἰς τὴν τριηραρχίαν ἀνάλωμα : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ τριηραρχήματος . ἐπιτριηράρχημα δὲ τὸ ἀναλισκόμενον μετὰ τὸν τῆς τριηραρχίας
6579215 σαφεστερας
. τούτου δὲ τὰς αἰτίας ἀναγκαῖόν ἐστι προεκθέσθαι χάριν τοῦ σαφεστέρας γενέσθαι τὰς ἐν αὐτῷ συντελεσθείσας πράξεις . Ἀλέξανδρος γὰρ
ἐπὶ τὴν ἀγωγὴν τῆς εἱμαρμένης . Εἰ δέ σοι καὶ σαφεστέρας εἰκόνος δεῖ , νόει μοι στρατηγὸν μὲν τὸν θεόν
6577051 ὑπερτιθεται
ἐν ἀνάγκαις σφοδραῖς ὄντα εἰπεῖν „ εὐθὺς εὔχου „ , ὑπερτίθεται λέγων ” εἰς αὔριον ” , ἵνα διὰ πάντων
ὁ δὲ μηδὲν ἀποκρινόμενος μάντις πᾶσαν ἐγχείρησιν καὶ πᾶσαν ὁρμὴν ὑπερτίθεται : ἔστι γὰρ παρά γε τοῖς σοφοῖς καὶ ἡ
6572354 δημιουργησαντος
ἀνάστασις γίνεται κατὰ πρῶτον λόγον , ἀλλὰ διὰ τὴν τοῦ δημιουργήσαντος γνώμην καὶ τὴν τῶν δημιουργηθέντων φύσιν . Ἀρκούσης δὲ
γνώσεως ζώπυρον , ὃ ἐκ τῆς οἰκείας φύσεως καὶ τοῦ δημιουργήσαντος ὑπάρχον αὐτῇ συγκέχυται τοῖς ἐκ τῆς γενέσεως πάθεσι ,
6567428 ἀζηχες
” . δηλοῖ δὲ καὶ τὸ συνεχές , οἷον „ ἀζηχὲς μεμακυῖαι , ἀκούουσαι ὅπα ἀρνῶν „ . δηλοῖ δὲ
δέ ἐστι τὸ ἀδιάλειπτον ἢ † μεγαλόψυχον , οἷον : ἀζηχὲς μεμακυῖαι : σημαίνει δὲ τὸ σκληρὸν ἀπὸ τῆς ἄζης
6564037 μαρουλλιν
ὁ ῥάφανος . Μηνὶ Ὀκτωβρίῳ εἰς τὸ νέον ἔτος σπείρεται μαρούλλιν , πικρίδιν , κωμωδιανόν , πολύκλωνον , θριδάκιν .
, ὁμοίως καὶ κραμβοσπάραγον , καὶ θαλασσοκράμβη , καὶ τὸ μαρούλλιν σὺν τῷ ῥιγιτανῷ , καὶ μόνον . Μηνὶ Μαΐῳ
6563842 συμφυους
φησι τὸ διελεῖν δύνασθαι μόνον , ἀλλὰ χρεία καὶ τῆς συμφυοῦς πρὸς τὴν ὕλην μεταχειρίσεως . Τῶν δ ' αὖ
δύο ὑλῶν ἀληθεύειν ἀνάγκη , τῆς τε ἐνδεχομένης καὶ μήτε συμφυοῦς μήτε παντελῶς ἀλλοτρίας καὶ ἔτι τῆς ἀδυνάτου , καθ
6563535 ναρκωδους
ὡς τεμνόντων νεῦρον , ἐπειδὴ μετὰ τὴν τομὴν εὐθέως ᾔσθοντο ναρκώδους διαθέσεως οἱ τμηθέντες ἐν τῷ μήκει τῆς χειρός ,
μὲν μετὰ πυρώσεως συνίστανται , ὁτὲ δὲ μετὰ ψύξεως καὶ ναρκώδους αἰσθήσεως , καὶ ποτὲ μὲν μετὰ φλεγμονῆς , ποτὲ
6559347 ἀπομιμειται
γὰρ ὀρθότης τὸ ἄκλιτον καὶ ἡ ἰσότης τὴν μόνιμον δύναμιν ἀπομιμεῖται : κίνησις γὰρ ἀνισότητος ἔκγονος , στάσις δὲ ἰσότητος
τῶν θεῶν , ἤγουν πλατὺν ἐγέλασε γέλωτα . Ἀνθρώπου ἦθος ἀπομιμεῖται δυναμένου τιμωρεῖσθαι τοὺς περιφρονοῦντας αὐτόν . Ὁ γὰρ ἐλπίζων
6553054 συγκροτεισαι
ὁ πάλληξ θ οὐ παραμένει σου ἡ γυνή ι οὐ συγκροτεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου α σώζῃ τῆς ἀσθενείας β οὐχ
πάλληξ δ οὐ παραμένει σου ἡ πρώτη γυνή ε οὐ συγκροτεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου Ϛ οὐ γίνῃ δεκάπρωτος ζ οὐ
6552447 ἀναισθητου
ὡς εἰ λέγοι τις πλευμονίαν ἀπὸ τοῦ θαλαττίου ζῴου ὄντος ἀναισθήτου . οἱ δ ' ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ Κύμῃ
κακούργου , κακοῦργον ἀναπλάττομεν τὴν διάνοιαν : δειλοῦ δὲ καὶ ἀναισθήτου ἐλάφου , κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον , ὡς ,
6552328 ἐκπεμπομενον
σωμάτων καὶ πλείονά γε , ἅτινα καὶ πλεῖον ἀποτελεῖ τὸ ἐκπεμπόμενον πνεῦμα . * * ψυχρόν τε ὑπάρχον τὸ πνεῦμα
τὸ ὁρᾶν γίνεσθαι . ἀπεικάζει γὰρ διὰ τῶν ἐπῶν τὸ ἐκπεμπόμενον ἀπὸ τῆς ὄψεως φῶς τῶι διὰ τῶν λυχνούχων φωτί
6551538 λεπτυνομενου
. Ἐλαττουμένου δὲ τοῦ γάλακτος καὶ σβεννυμένου ἢ φθειρομένου ἢ λεπτυνομένου [ παραδοτέον ] ἢ παχυνομένου καλὸν μὲν [ γὰρ
Τοῦ γε μὴν χρόνου προήκοντος καὶ τῷ χρόνῳ τοῦ χυμοῦ λεπτυνομένου , εὐδίοδος μὲν ἡ ὕλη ἤδη γίνεται τοῖς οὐρητικοῖς
6550855 εὐχαριστω
ἠγόρασα . “ ἡ δὲ γυνὴ τοῦ Ξάνθου : ” εὐχαριστῶ σοι , κυρία Ἀφροδίτη . μεγάλη ἦς : ἀληθινά
, ἀφ ' ὑμῶν εἰς ὑμᾶς χωρεῖ ἡ εὐλογία . εὐχαριστῶ σοι , πάτερ , ἐνέργεια τῶν δυνάμεων . εὐχαριστῶ
6547247 σφιγκτηρος
ἀκμὴ διαιρείτω τὸ τῆς ὑποφορᾶς βάθος . ἐπιδιαιρεθέντος δὲ τοῦ σφιγκτῆρος , κομιζέσθω μὲν ἡ ἀκμή , τῷ δὲ λιχανῷ
καθ ' ἑκάτερον εἷς , ἐκφυόμενοι καταφύονται τῷ στομάχῳ , σφιγκτῆρος τρόπον περιλαμβάνοντες αὐτόν : συνάγειν καὶ προσστέλλειν οὗτοι πεφύκασι
6544241 πνιγμου
αἱ δὲ εὐρύτεραι καὶ ϲηραγγώδειϲ θηλαὶ ἀθρόον ἀφιεῖϲαι τὸ γάλα πνιγμοῦ αἴτιαι γίγνονται . πρὸϲ τούτοιϲ δὲ εἶναι χρὴ τὴν
ὅσον ἐσπούδακεν ἐπισπάσασθαι , αἱ δὲ ἄγαν σηραγγώδεις κίνδυνον ἐπάγουσι πνιγμοῦ , πρὸς γὰρ τὴν ἐκμύζησιν ἀθροῦν ἐπιφέρεται τῷ στόματι
6543879 ὁμογενους
οὗτος ὑπὸ τοῦ προσβάλλοντος ἀεὶ κύματος σκληρῶς πεπιλημένος , ὥστε ὁμογενοῦς ὄγκου καὶ μίαν φύσιν ἔχοντος διὰ τὴν μίξιν καὶ
οὗτος ὑπὸ τοῦ προσβάλλοντος ἀεὶ κύματος σκληρῶς πεπιλημένος , ὥστε ὁμογενοῦς ὄγκου καὶ μίαν φύσιν ἔχοντος διὰ τὴν μίξιν καὶ
6539277 ἀναγωγου
λόγους τοῦ σώφρονος , τοὺς δὲ περὶ τοῦ θείου καὶ ἀναγωγοῦ οὐδέπω . Διὸ αὐτὸς μὲν ὡς ἄνθρωπος ἀποπαύεται ,
βούλεται διαλαβεῖν καὶ περὶ τοῦ ἀμείνονος καὶ ἐγκρατοῦς ἔρωτος καὶ ἀναγωγοῦ ἵππου , ὅτι ἕλκεται μὲν ἅτε δὴ σώματι προσομιλοῦσα
6539162 πρᾳου
τίνων ; ὑπὸ εἰδότων ; καὶ πῶς καταφρονήσουσιν εἰδότες τοῦ πρᾴου , τοῦ αἰδήμονος ; ἀλλ ' ὑπὸ τῶν ἀγνοούντων
, δι ' ἃς ὁ πατὴρ ἐξ ἡμέρου τε καὶ πρᾴου χαλεπὸς αὐτῷ ἐγένετο , λέγονται μὲν ἐπὶ πολλά ,

Back