μεταβαλών : ὁ δὲ ἀναγκάζεται διώκειν ἀγανακτῶν καὶ ἐπιθεάζων , ἠγνοηκὼς τὸ ἅπαν ἐξ ἀρχῆς , ὅτι οὐκ ἄρα ἔδει
ὁ δὲ ἀναγκάζεται διώκειν ἀνόητος ὢν ἀγανακτῶν καὶ ἐπιθειάζων : ἠγνοηκὼς τὸ ἅπαν ἐξ ἀρχῆς , ὅτι οὐκ ἄρα ποτὲ
5744773 ἀπεστερηκως
τοίνυν ἀσελγὴς ὢν καὶ βίαιος καὶ τὴν τῶν ἀδελφῶν οὐσίαν ἀπεστερηκὼς οὐκ ἀγαπᾷ τὰ ἐκείνων ἔχων , ἀλλ ' ὅτι
πάλιν γένηται . φυγὰς δὴ γίγνεται ἐκ τούτων , καὶ ἀπεστερηκὼς ὑπ ' ἀνάγκης ὁ πρὶν ἐραστής , ὀστράκου μεταπεσόντος
4981748 δεδουλωμενος
ὁ Κάλανος , ἀκόλαστος ἄνθρωπος , καὶ ταῖς Ἀλεξάνδρου τραπέζαις δεδουλωμένος : τοῦτον μὲν οὖν ψέγεσθαι , τὸν δὲ Μάνδανιν
κατηφῆ καὶ σκαιὸν ὀνομάζοντες καὶ μέχρι τίνος ἔσῃ παιδίον πατρὶ δεδουλωμένος καὶ ὅλως αὐτὰ τοῦ βίου τὰ καλὰ μὴ γινώσκων
4850397 πεδησας
, Ζεὺς ὁ κατὰ Σοφοκλέα μεγάλης γλώσσης κόμπους ὑπερεχθαίρων νόσῳ πεδήσας ἀπήνεγκε . τοῖς μὲν οὖν ἄλλοις πλάσμα τε ὁ
συνετοὺς , ἐπινοητικούς . εἷλε : ἐφόνευσεν , ἔλαβεν . πεδήσας : δεσμεύσας , μετασχὼν , νικήσας . Δαιτί :
4654367 δεδιως
διώκω , δίσω , δέδικα : ὁ μέσος δέδια : δεδιὼς ἡ μετοχὴ , καὶ δειδιὼς κατ ' ἐπέκτασιν .
ἄλλων δέδωκε χρήματα . ὁ δὲ ἐδέξατο μὲν , ὅμως δεδιὼς μὴ διὰ τὸ μὴ λαβεῖν ἐγείρῃ καθ ' αὑτοῦ
4434467 ῥιψαντων
δὲ πρεσβευτῶν εἰς οἶκτον καὶ ἔλεον τραπέντων , καὶ πάντων ῥιψάντων ἑαυτοὺς ἐπὶ τὴν γῆν καὶ πολὺν κλαυθμὸν μετὰ δακρύων
διέφυγεν Ἄδραστος . Τοὺς δὲ νεκροὺς αὐτῶν ἀτάφους τῶν Θηβαίων ῥιψάντων καὶ μὴ διδόντων ταφῇ , οἱ τῶν ἀποθανόντων παῖδες
4411202 δεισας
κακῶς , οὐδ ' ὡς ἀχρεῖον τὰς γυναῖκας εὖ λέγειν δείσας ' ἀφήσω τῶι φόβωι τοὐμὸν καλόν . ἐγὼ δέ
καὶ χρήματα καὶ ἐσθῆτας ἐς τὸν στρατὸν ἅπαντα , εἴτε δείσας μέγεθος ἀρχῆς ἔτι εὐτυχούσης , εἴτε φυλαξάμενος ἐχθρῶν φθόνον
4384826 ἐνεχθεισης
χειρὶ ἢ λίθον ἀράμενος ἔρριψε : καιρίως δὲ τῆς πληγῆς ἐνεχθείσης , εἰ μὲν εὐθὺς θνῄσκοι , καὶ ὁ παίσας
; „ καὶ μέλλων ἀπαγγέλλειν ἐπεσχέθη , δακρύων ἀθρόας φορᾶς ἐνεχθείσης . καὶ πάλιν ἀρξάμενος δεύτερον ἐπεσχέθη καὶ τρίτον .
4321527 πληγεις
' ὢν καὶ γενναῖος , ἐνέτυχεν ἀπαγομένῳ τῷ παιδί . πληγεὶς δ ' ἔρωτι καὶ πυθόμενος καθ ' ἥντινα πρόφασιν
ἐπαγομένων αὐτὸν τῶν ἐγχωρίων βοηθὸν συνίσταται αὐτῷ : ἔνθα δὴ πληγεὶς εἰς τὰ στέρνα παραχρῆμα πίπτει : ἀγάμενος δὲ τῆς
4320331 παιδι
ἀνδρὸς ἐξέστω μαρτυρῆσαι μόνον . δούλῃ δὲ καὶ δούλῳ καὶ παιδὶ φόνου μόνον ἐξέστω μαρτυρεῖν καὶ συνηγορεῖν , ἐὰν ἐγγυητὴν
τότε παρ ' αὐτὴν τοῦ παιδὸς τὴν ἀποκήρυξιν ἀνατιθεὶς τῷ παιδὶ τὰ γιγνόμενα καὶ ὡς ἄκων , παρ ' ὧν
4312732 διωκων
προσάγων : καὶ ξένων εὐεργεσίαις ἀγαπᾶται , μέτˈρα μὲν γνώμᾳ διώκων , μέτˈρα δὲ καὶ κατέχων γλῶσσα δ ' οὐκ
τοῦ κλήρου : εἰ μὲν γὰρ τῷ ὡροσκόπῳ προσνεύσει ὁ διώκων ἰσχυρότερος ἔσται , εἰ δὲ τῇ δύσει ὁ φεύγων
4296446 ἀπειλων
ὁπόσα δὲ κομπάζει ἐν τῇ τοῦ Ὁμήρου ποιήσει ὁ Ἕκτωρ ἀπειλῶν τοῖς Ἀχαιοῖς τὸ ἐπὶ τὰς ναῦς πῦρ , πάνυ
, βιαστικὰς ἀπειλάς , μερίζεται δὲ περὶ τὸ πλῆθος τῶν ἀπειλῶν πολυμερῶς : ἢ γὰρ τὸν οὐρανὸν προσαράξειν ἢ τὰ
4275000 εὐημερησας
πάλιν ἡμέρᾳ ὡς συναγορεύοιμι τῷ Φιλοκράτει , καὶ τὴν ἐκκλησίαν εὐημερήσας οἰχοίμην φέρων , πείθων ὑμᾶς μὴ προσέχειν τοῖς τὰς
μισούσῃ πέμπει καὶ δεῖται καὶ κλαίει , πάλιν δὲ μικρὰ εὐημερήσας ἐπαίρεται : πλὴν καὶ τότε πῶς ; † μηδ
4268068 Ἀλκινῳ
καὶ τῷ Νέστορι γηραιῷ ὄντι κρέας ὀπτὸν βοὸς δίδωσι καὶ Ἀλκίνῳ δὲ τρυφερὸν ᾑρημένῳ βίον , σπουδάζων ἡμᾶς ἀποστῆσαι τῶν
. διὸ καὶ Ὀδυσσεὺς τρυφὴν καὶ λαγνείαν τέλος βίου παρὰ Ἀλκίνῳ τίθεται . διαβόητοι δὲ ἐπὶ τρυφῇ πρῶτοι ἀνθρώπων Πέρσαι
4265811 προσιων
τὸν Καίσαρα μεταβαλὼν καὶ κατ ' ἴχνος ἐκείνου τῇ πολιτείᾳ προσιών , τήν τε ἀρχὴν τὴν ἐπικρατοῦσαν ἔτι νῦν ,
, ἢ ὥσπερ οἱ κύνες πρὶν σκέψασθαι εἰ φίλος ὁ προσιών , πρὸς τὸν ψόφον μόνον ὑλακτοῦσιν : οὕτω καὶ
4219126 βιαζομενος
τῷ ποταμῷ κατὰ συνήθειαν , ἀλλὰ ὑπὲρ τῶν πετρῶν καταρρήγνυσι βιαζόμενος τὴν κατάβασιν , ἐνταῦθα ἄνω φέρεσθαι τὸ ἥμισυ τοῦ
τοῦ Αἴαντος . “ Αἴας δ ' οὐκέτ ' ἔμιμνε βιαζόμενος βελέεσσι : δάμνα μιν Ζηνός τε νόος καὶ Τρῶες
4213485 ἐγνω
ὃ ἔχει [ τὴν οὐσίαν ] καὶ ἔστιν εἰδυῖα καὶ ἔγνω ἀπαθῶς , καὶ τὸ λογιζόμενον οὕτω πρὸς τὸν νοῦν
τὰ τῆς φιλανθρωπίας . ὡς δὲ ἀπέφησεν , ὁ μὲν ἔγνω τὸ πραχθησόμενον , καὶ ἦν εὐθυμότερος . ὁ δὲ
4182199 ἀκων
ἑκὼν ψευδόμενος ἀσεβεῖ , καθόσον ἐξαπατῶν ἀδικεῖ : ὁ δὲ ἄκων , καθόσον διαφωνεῖ τῇ τῶν ὅλων φύσει καὶ καθόσον
, ὃν οὐδὲν διέφευγε τῶν θηρίων : ὃς ἀπέκτεινεν . ἄκων τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα Πρόκριν , καθηράντων αὐτὸν τῶν Καδμείων
4158057 ἐπειγομενος
. . . . ὡς δὲ λέβης ζεῖ ἔνδον , ἐπειγόμενος πυρὶ πολλῷ κνίσην μελδόμενος ἁπαλοτρεφέος σιάλοιο . ἡ διπλῆ
ἐπανελθεῖν . ὁ δὲ καὶ τῆς ἀρχῆς ἐς πολλὰ τυχεῖν ἐπειγόμενος καὶ τὴν πομπὴν οὐχ ἕτοιμον ἔχων ἐσέπεμπε τῇ βουλῇ
4153606 δολῳ
: ” ἐὰν δέ τις ἐπιθῆται τῷ πλησίον ἀποκτεῖναι αὐτὸν δόλῳ καὶ καταφύγῃ ” ἐπὶ τὸν θεόν , τὸν προειρημένον
λέγεται : ἤγουν χρήσιμον χρεῖ ' ἦ ] ἤγουν χρήσιμον δόλῳ ] ἤγουν μετὰ μηχανῆς καὶ ἐπιτηδειότητος ὑπερέχοντας ] τοὺς
4151867 ὑπομενων
ὦμος : παρὰ τὸ ὦ τὸ ὑπαρκτικὸν ῥῆμα : ὁ ὑπομένων τὰ βάρη ἰσχυρῶς καὶ τὰ φορτία . καὶ παρὰ
ἐκτήσατο πολλὰ ὁμολογουμένως , ἐναντιώματα δὲ καὶ ἀνωμαλίας κατὰ καιρὸν ὑπομένων κατὰ τὰς τῶν κακοποιῶν παραλήψεις ἢ ἐπιμαρτυρίας , ἀπαράμονον
4140746 φοβηθεις
: Προσπεσεῖν τῷ Ἡρακλεῖ ἐκ λόχου οἱ Μολιονίδαι , αὐτὸς φοβηθεὶς ἔφυγε . Οὐκ ἐπιγλωττήσομαι : Ἀριστοφάνης , οὐ βλασφημήσω
παρηγορῶν . εἰσελθέτω σε μήποθ ' ὡς ἐγὼ Διὸς γνώμην φοβηθεὶς θηλύνους γενήσομαι , καὶ λιπαρήσω τὸν μέγα στυγούμενον γυναικομίμοις
4125044 ἐγκρατης
τι , ἡττᾶσθαι ὑπὸ τῶν αἰσχρῶν ἡδονῶν , ὁ δὲ ἐγκρατὴς ἐμμένει τῷ ὀρθῷ λόγῳ καὶ οὐ μεταβάλλει , ἤτοι
μηχανώματα , καὶ σίτου καὶ βυρσῶν καὶ χρημάτων πολλῶν / ἐγκρατὴς ἐγένετο . [ . ] . . . :
4124775 πεσων
ἀνελθεῖν . δεῖ σε οὖν , φησί , προσέχειν μὴ πεσὼν διαθραυσθῇς καὶ γένῃ τραγῳδία . εἶτα χωλὸς ὢν :
τοὺς κατηγόρους φανεροὺς ἀπὸ τῆς ὄψεως , μέλλων δαίρεσθαι , πεσὼν εἰς τὰ τοῦ δεσπότου γόνατα παρεκάλει μικρὸν ἐπισχεῖν .
4121551 γυναικι
δ ' ἐγὼ γυναικὸς εἰς οἶνον γράφω . Ἀξιόνικος : γυναικὶ δὴ πίστευε μὴ πίνειν ὕδωρ . καὶ ὅλα δὲ
τοῦ οἴνου , ἔπειτα λήγειν , ὡσαύτως δὲ καὶ τῇ γυναικὶ ἡ θέρμη ἐξαΐσσει πρὸς τὴν γονὴν τοῦ ἀνδρὸς ,
4121420 ζων
. ἐπεξιὼν δὲ ὁ Ἄδμητος ἔχων καὶ λοχαγοὺς νύκτωρ συνελήφθη ζῶν : ἠπείλει δὲ Ἄκαστος ἀποκτεῖναι αὐτόν . πυθομένη δὲ
ἔλεγε , τοῦ πατρός , ὡς δι ' ἐκεῖνον μὲν ζῶν , διὰ τοῦτον δὲ καλῶς ζῶν , ὕστερον ὑποπτότερον
4087542 νεος
ἀπορρήξας κορυφὴν ὄρεος μεγάλοιο , κὰδ δ ' ἔβαλε προπάροιθε νεὸς κυανοπρῴροιο [ τυτθόν , ἐδεύησεν δ ' οἰήϊον ἄκρον
' εὐρυτάτῃς μὲν ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖαν γαστέρα κοιλήνας , ὁπόσον νεὸς ἀμφιελίσσης ὀρθὸν ἐπὶ στάθμην μέγεθος τορνώσατο τέκτων . αὐχένα
4077918 περιπεσων
Μεσηνίων , τρὶς ἑκατομφόνια θύσας κατὰ Λακεδαιμονίων ἰσχυροῖς ποτὲ τραύμασι περιπεσὼν ἑάλω σὺν ἄλλοις πλείοσιν . ἔδοξε τοῖς Λάκωσιν ἅπαντας
μὲν ἦλθεν ὡς ἀποκτενῶν τὸν τύραννον , ὁ δὲ φεύγοντι περιπεσὼν ἀπέκτεινε : καὶ ἀμφισβητοῦσι περὶ τοῦ γέρως , ἑκάτερος
4076278 δεδεμενος
αὐτὸν οὔτε ἔργου τινὸς κοινωνήσας ἢ λόγου , συναπηγόμην αὐτῷ δεδεμένος , ὡς τοῦ ἔργου κοινωνός . τὸ δὲ χαλεπώτερον
παχείας εἰργάζοντο τὰ Μιθριδάτου . Καλλιρόῃ δὲ ὄναρ ἐπέστη Χαιρέας δεδεμένος καὶ θέλων αὐτῇ προσελθεῖν , ἀλλὰ μὴ δυνάμενος :
4058647 φοβουμενος
ἐπιθυμίαν ὡς ἀρχικὰ ὑπάρχοντα καὶ ἁπλᾶ . Ὅ τε γὰρ φοβούμενος οὐ παντελῶς ἐστέρηται ἡδονῆς : οὐδὲ γὰρ τὸν τυχόντα
ὁ ἱπποτέκτων καὶ Ἐπειὸς ὁ ποδαπός ; ὁ πεφρικὼς καὶ φοβούμενος τὸ ἔγχος καὶ τὴν φάλαγγα τὴν θουρίανδιὰ τί δὲ
4031328 διαχειρισαμενος
μαχόμενος ἀποθνῄσκει , Διογείτων δὲ πᾶσαν τὴν οὐσίαν τῶν ὀρφανῶν διαχειρισάμενος καὶ ἐκ πολλῶν πάνυ χρημάτων οὐδὲν ἀποδείξας αὐτοῖς ,
ἀφαιρησόμενος τὴν Κύπρον τὸν κατέχοντα . ἐκεῖνος μὲν οὖν ἔφθη διαχειρισάμενος αὑτόν , Κάτων δ ' ἐπελθὼν παρέλαβε τὴν Κύπρον
4030933 ξυνοντα
ἐμοὶ κύκλοι , ταῦτ ' ἐξανασχήσεσθε , τοῖσιν Ἀτρέως ἐμὲ ξυνόντα παισίν , οἵ μ ' ἀπώλεσαν ; πῶς τῷ
ἀτὰρ καὶ κώλῳ τὰ αὐτὰ πάθεα γίγνεται , καὶ τὰ ξυνόντα ὁμοῖα , καὶ ἡ αὐτὴ ξυμμορφή . τουτέων δὲ
4005966 ἀτιμως
ἄνευ δὲ πενθημάτων ἔτλης ἀνοίμωκτον ἄνδρα θάψαι . τὸ πᾶν ἀτίμως ἔλεξας , οἴμοι . πατρὸς δ ' ἀτίμωσιν ἆρα
τοὺς παραλόγως τιμῶντας τὸν ὑμέναιον ἐπέφερε τῆι Ἰλίωι πένθος ὀρθώνυμον ἀτίμως ἐν ὑστέρωι χρόνωι ἕνεκα τῆς τραπέζης , ἐν ἧι
4002061 διαζευχθηναι
τοῦ παντὸς εἰς τἀναντία μεταβολή , τὸ μὴ δυνηθὲν ἂν διαζευχθῆναί ποτε κυρίως ὠνόμασεν ἄρρηκτον . Ταύτην δὲ τὴν τετράδα
τοῦ παντὸς εἰς τἀναντία μεταβολή , τὸ μὴ δυνηθὲν ἂν διαζευχθῆναί ποτε κυρίως ὠνόμασεν ἄρρηκτον . Ταύτην δὲ τὴν τετράδα
3999100 κρατων
πόλεων ἀμφοῖν ἐπιθυμοῦντα τῆς Πελοποννήσου : ” τῶν κεράτων γὰρ κρατῶν „ ἔφη „ καθέξεις ” τὴν βοῦν . ”
ὅπλοις ἦλθον , ἐνταῦθα τιτρώσκεται μὲν Νυκτεύς , ἐτρώθη δὲ κρατῶν τῇ μάχῃ καὶ Ἐπωπεύς . Νυκτέα μὲν δὴ κάμνοντα
3990739 νικωμενος
αὐτὸ ἄρξῃ ποιεῖν : καὶ λοιπὸν ὡς κακὸς ἀθλητὴς περιέρχῃ νικώμενος τὴν περίοδον ὅμοιος τοῖς ἀποφυγοῦσιν ὄρτυξιν . ἡττᾷ με
. σοφίζομαι δὲ κἀπὶ τοῖσι φιλτάτοις τέχνας πορίζω , πανταχῆι νικώμενος . ὅμως δὲ σὺν Κάλχαντι τῶι θυηπόλωι κοινῆι τὸ
3979887 νεκρος
καὶ κατασημηνάμενοι ἐπιμελῶς φορηδὸν ἀράμενοι μετακομίζουσιν : καὶ ὁ μὲν νεκρὸς ἐν σκοτεινῷ που τῆς οἰκίας πρόκειται ὑπὲρ τὰ γόνατα
τοιούτων ἐδωδίμων , ὅτι νεκρὸς οὗτος ἰχθύος , οὗτος δὲ νεκρὸς ὄρνιθος ἢ χοίρου : καὶ πάλιν , ὅτι ὁ
3978886 ἀπατῃ
δ ' ἐκείνη οὐ πάνυ ἐνεδίδου , ἐνενοεῖτο δόλῳ καὶ ἀπάτῃ περιγενέσθαι αὐτῆς . Πορευομένην οὖν ποτε σὺν θεραπαινιδίοις ἐπί
ἂν φαινοίμεθα ἐχθίονα ἢ ὁ μὴ ὑποδείξας ἀρετὴν κατακτώμενοι . ἀπάτῃ γὰρ εὐπρεπεῖ αἴσχιον τοῖς γε ἐν ἀξιώματι πλεονεκτῆσαι ἢ
3971401 ἁλους
ἄν : μᾶλλον δὲ πολὺ μετριώτερος ἐκεῖνος , ἔρωτι μὲν ἁλούς , ὡς ἔφασκεν ἀπολογούμενος , ἑκὼν δὲ μάλα εὐψύχως
. ἐπ ' ὀφθαλμοῖς , ἐπ ' αὐτῷ τῷ κλέμματι ἁλούς . παραγγέλσεις . παραγγέλσεις . τὸν βίον . .
3962234 Μιλωνι
κατὰ μέγεθος φῦναι δεῖ Τιτόλμῳ ὅμοιον , ἢ κατὰ καρτερίαν Μίλωνι , ἢ κατὰ ῥώμην Πουλυδάμαντι , ἢ κατὰ τάχος
πάντως δὲ ὁ Θεόκριτος γέγονε κατὰ τοὺς αὐτοὺς χρόνους τῷ Μίλωνι , ἐπεὶ μέμνηται αὐτοῦ , ἀλλ ' ἔστι πολὺ
3961895 παις
δεῖ ἡμέας ἀλλήλων πειρηθῆναι ; Εἶς μέν μεο τῆς ἀδελφεῆς παῖς , ἔχεις δέ μεο ἀδελφεόν . Σὺ δή μοι
ἡμᾶς ὁμολογίαν . Καὶ ἧς μὲν ἐγὼ ἐπεδικασάμην , ἡ παῖς τύχῃ χρησαμένη καμοῦσα ἀπέθανεν : ἡ δ ' ἑτέρα
3956226 λαβροστομει
ἐκλῦσαι πόνων : σὺ δ ' ἡσύχαζε μηδ ' ἄγαν λαβροστόμει . ἢ οὐκ οἶσθ ' ἀκριβῶς ὢν περισσόφρων ὅτι
πατὴρ Θηβαῖος . Τζέτζου . ἄνθρωπε σίγα , μὴ μάτην λαβροστόμει : Θηβῶν μέν ἐστιν Ὀρχομενὸς ἡ πόλις , ἐγκωμίου
3951784 Κρηθηϊς
τὰ μάλιστα . γʹ . Χρόνου δὲ προϊόντος ἐξελθοῦσα ἡ Κρηθηῒς μετ ' ἄλλων γυναικῶν πρὸς ἑορτήν τινα ἐπὶ τὸν
τοῦ ποταμοῦ τὴν ἐπωνυμίαν λαβοῦσα . τέως μὲν οὖν ἡ Κρηθηῒς ἦν παρὰ τῷ Ἰσμηνίῃ : προϊόντος δὲ τοῦ χρόνου
3941527 διαδοχῳ
σύριγγα χαρίζεται φιλήσας καὶ εὔχεται καὶ Δάφνιν καταλιπεῖν αὐτὴν ὁμοίῳ διαδόχῳ . Ὁ δὲ τὴν ἰδίαν ἀναθεὶς τῷ Πανὶ τὴν
τὸ κατὰ γαστρὸς μὴ ζῷον εἶναι λέγων ; τίς χρῆται διαδόχῳ τῷ μήπω τὸ εἶναι πεπιστευμένῳ ; τίς ἐρεῖ τὸν
3940577 ἐμπεσων
καὶ στάσεις καὶ κινδύνους . εἰ δ ' ἐπὶ τείχους ἐμπεσὼν μηδ ' ὅλως τοῦτο βλάψει , ἔφοδον πολεμίων τε
εἰσί : κατὰ δὲ τὸν μυχὸν τῆς λίμνης εἰς βάραθρον ἐμπεσὼν ὁ ποταμὸς καὶ πολὺν τόπον ἐνεχθεὶς ὑπὸ γῆς ἀνατέλλει
3935338 ἐκδραμων
αὐτῷ τις σῦς διαλυμαινόμενος τὴν χώραν : ἐφ ' ὃν ἐκδραμὼν πρὶν πίῃ , ἀνῃρέθη ὑπ ' αὐτοῦ . διὸ
πορείᾳ βωμοῦ ; ὅς γε καὶ τῆς εὐθείας ὁδοῦ τοσοῦτον ἐκδραμὼν εἰς Φρυγίαν ἐλθὼν τὴν τεκοῦσαν ἡμῖν τοὺς θεοὺς πολλοῖς
3932304 θανατῳ
αὐτοὶ τιμιώτεροι ἐσόμεθα τοῖς εὖ παθοῦσιν , εἰ τῷ ἰδίῳ θανάτῳ τὴν ἐλευθερίαν αὐτοῖς ὠνησόμεθα . μείζων γὰρ ὠφέλεια τοῖς
πρὸς ἀναφορὰν ὥραν , συμβαίνει δὲ μὴ πάντας τοὺς ἐνοικοῦντας θανάτῳ ἢ λαφυραγωγίᾳ καὶ δουλείᾳ ὑποπίπτειν τῷ μὴ πάντα τὰ
3927764 συσχεθεις
γενομένου δὲ τούτου κατὰ τὴν Βιθυνίαν , ὁ κουροπαλάτης ὠταλγίᾳ συσχεθεὶς τετελεύτηκε , μέγα πένθος τῷ βασιλεῖ καταλιπών : μάλα
Οὗτος γὰρ τὸν υἱὸν Ἀλκμαίωνα τὸν φίλιππον ἀποβαλὼν καὶ ἀθυμίᾳ συσχεθεὶς ἑαυτὸν ἔρριψεν εἰς ποταμὸν Νύκτιμον : ὃς ἀπ '
3923868 κλητος
ὑστερήσει , μοῖραν εὑρίσκει τῶν κρεῶν . ἢ μετὰ δαῖτα κλητός . οἱ γὰρ κεκλημένοι σπεύδουσιν : ἐπὶ δὲ τῶν
καθαρεύουσι καὶ αὐτὰ ἐκεῖνα . Ὅτε κατῆλθε Πλάτων ἐν Σικελίᾳ κλητός , πολλὰ ἐπὶ πολλοῖς ἐπιστείλαντος τοῦ Διονυσίου , καὶ
3920922 συνευναζεσθαι
νέαν ποτὶ βάλλει κούρην : ἐπὶ τῶν πρεσβυτέρων βουλομένων νέαις συνευνάζεσθαι . Ἄξιος εἶ τῆς ἐν Ἄργει ἀσπίδος : ἐπὶ
γέροντι νέαν ποτιβάλλει κούρην : ἐπὶ τῶν πρεσβυτέρων βουλομένων νέαις συνευνάζεσθαι . Ἄξιος εἶ τῆς ἐν Ἄργει ἀσπίδος : ἐπὶ
3912496 δυναμενος
συμβουλήν : ἐγὼ δὲ ἑρμηνεύσω ἃν ἐκεῖνος ἔμπνους ὢν καὶ δυνάμενος εἶπεν νῦν πρὸς ὑμᾶς . τίν ' οὖν δή
ὁ καὶ εἰς ἴσα δύο καὶ εἰς ἄνισα δύο τμηθῆναι δυνάμενος , οἷον ὁ η καὶ εἰς δύο ἴσα διαιρεῖται
3910513 αἰσθομενος
περὶ ἐμὲ τότ ' ἐγένετο , καὶ τὸ πρᾶγμ ' αἰσθόμενος τὸν ἄνθρωπον ἀπελάσας αὐτὸς συγκροτεῖν καὶ διδάσκειν ᾤετο δεῖν
ὥρα πληθυούσης μάλιστ ' ἀγορᾶς , κάμνοντας ἤδη τοὺς πολεμίους αἰσθόμενος ὑπό τ ' ἀγρυπνίας καὶ ἀκροβολισμῶν , καὶ οὐ
3910372 ἐλογισαμην
ἀφῆκα , ἁπλοῦν δὲ αὐτὸ ἐφ ' ἑαυτοῦ τὸ δίκαιον ἐλογισάμην . καὶ μὴν καὶ τὸ πικροτέρους ἐᾶν πολλοὺς ὑπάρχειν
, νῦν παρασχέσθαι μάρτυρας , εἴ τι ψεῦδος ἦν ὧν ἐλογισάμην αὐτῷ . Τὸ μὲν παρόν , τὸ δὲ παρ
3906353 ἀναγκασθεις
λόγον τοῦ ἐνθυμήματος , εἶτα προσελθὼν τῇ ἐργασίᾳ καὶ πάλιν ἀναγκασθεὶς ἐκ τῆς τέχνης μνησθῆναι τοῦ ἐνθυμήματος τῷ νῷ συνέστρεψεν
γὰρ ἕκαστος αὐτῶν τὸν ἐκ τοῦ διαμαρτυρῆσαι κίνδυνον , οὐκ ἀναγκασθεὶς εἰσέρχεται . Ὅτι μὲν οὖν ἡ διαμαρτυρία ψευδής ἐστιν
3898691 θαρρων
: ἃ μὲν γὰρ ἐς ἐμὲ τὴν μητέρα ὑβρίζεις , θαρρῶν ποιεῖς . ἀλλὰ σύ , ὦ τολμηρότατε , καὶ
τὴν γῆν βαδίζουσιν . ἐχυροῖσι ] στερροῖς . πεποιθὼς ] θαρρῶν . στυφέλοις ] * ταρακτικοῖς ἢ σκληροῖς . ἐφέταις
3897719 προσφυντα
τέλος δὲ αὐταῖς τῶν πόνων ἔσται τὸ νικῆσαι μὲν τὰ προσφύντα , εἰς δὲ τὴν οἰκείαν ἕξιν ἐλθεῖν . Οἱ
ὁμίλει , ” καὶ τῷ ὀρχηστῇ ἀναγκαία : καὶ δεῖ προσφύντα τοῖς πράγμασιν συνοικειοῦν ἑαυτὸν ἑκάστῳ τῶν δρωμένων . Τὸ
3897208 ὀρεγων
πέρκας εὐθὺς ἵησιν ἐν οἴδμασιν ἢ κορακίνους ἀσπαλιεύς , πρώτης ὀρέγων ξεινήϊα φορβῆς . αὐτὰρ ὅ γ ' ἁρπάγδην κεχαρημένος
' ἴμεν αἰτήσων ἐνδέξια φῶτα ἕκαστον , πάντοσε χεῖρ ' ὀρέγων , ὡς εἰ πτωχὸς πάλαι εἴη . οἱ δ
3896612 φυλαξαμενος
μόνα τυγχάνει κοινὰ κατὰ τῆς πόλεως ἀδικήματα , ἵνα ταῦτα φυλαξάμενος καὶ τῆς τοιαύτης γραφῆς ἀλλότριος γένηται , ἢ τῷ
αὐτοῦ σωτηρίας μὴ φεισάμενος , μὴ τὴν ἀπειρίαν τῆς ὁδοῦ φυλαξάμενος , μὴ ταύτην ἐννοήσας τὴν συμφορὰν , μὴ προσκεψάμενος
3890620 διετη
τὴν συνείδησιν τῆς εἰς τὸν εὐγενέστατον υἱὸν ἀσεβείας ταραττόμενος οὐδὲ διετῆ χρόνον ἐπεβίωσε , τῇ δὲ λύπῃ ἀδιορθώτως συνεχόμενος κατέστρεψε
μονόκωλα , ἐχέτω δὲ πάχος δακτύλου μικροῦ , ἔστω δὲ διετῆ , τὰ γὰρ ἐνιαυσιαῖα εἰς τὸ ἀναδραμεῖν μὲν ἕτοιμα
3883016 μελετηθεν
ἐκ τοῦ παραυτίκα σχεδιασθέν , ἀλλ ' ἐν πολλῷ χρόνῳ μελετηθέν τε καὶ τὰς γνώμας αὐτοῖς δουλωσάμενον . Ἐτάχθη δὲ
δὴ καὶ πολλῷ τινι τῷ πάλαι χρόνῳ παρ ' ἑκατέρων μελετηθέν , κοινότητα ζωῆς τὰς χρείας ἀλλήλοις ἀμείβουσι , θαυμασίαν
3882299 σπευδων
ὁ Ζήνων μέχρι μέν τινος διεκαρτέρει : μετὰ δὲ ταῦτα σπεύδων ἀπολυθῆναί ποτε τῆς ἀνάγκης καὶ ἅμα τιμωρήσασθαι τὸν Νέαρχον
Ἀριστόνουν ὑπάρχον ἀξίωμα διὰ τὴν παρ ' Ἀλεξάνδρου προαγωγὴν καὶ σπεύδων ἐκ ποδῶν ποιεῖν τοὺς δυναμένους νεωτερίζειν ἐπανεῖλε τὸν ἄνδρα
3880108 μαρτυρηται
κινδυνεύσει ἐν τῇ θαλάσσῃ , ἐὰν δὲ καὶ ὑπὸ κακοποιῶν μαρτυρῆται πολλαπλασιασθήσεται τὰ κακά . Σελήνη ἐν Παρθένῳ , ὁ
χειμῶνας ποιεῖ τοῖς ἀναχθεῖσιν , ἐὰν δὲ καὶ ὑπὸ κακοποιῶν μαρτυρῆται χεῖρον : εἰς κακὸν γὰρ τέλος καταντῶσιν . Σελήνης
3877320 ἐπαιρομενος
βλεῖο εὐκτικόν . . . . βλεμεαίνων : γαυριῶν καὶ ἐπαιρόμενος : παρὰ τὸ βρέμω βρεμαίνω , τροπῇ τοῦ ρ
, οἰστὸν ἂν ἦν : σὺ δέ , ὅταν λέγῃς ἐπαιρόμενος ὅτι ἵππον καλὸν ἔχω , ἴσθι , ὅτι ἐπὶ
3875612 ληφθεις
ἄναξ , διαβολαὶ δεινὸν ἀνθρώποις κακόν , ἀγλωσσίαι δὲ πολλάκις ληφθεὶς ἀνήρ , δίκαια λέξας , ἧσσον εὐγλώσσου φέρει .
νέμων αὐτὰς Μενοίτης ὁ Κευθωνύμου προκαλεσάμενος εἰς πάλην Ἡρακλέα , ληφθεὶς μέσος καὶ τὰς πλευρὰς κατεαγεὶς ὑπὸ Περσεφόνης παρῃτήθη .
3862165 ἀπεθανε
. ἦλθ ' εὐθέως ] ἐνθάδε εἰς τὸν οὐρανόν . ἀπέθανε γάρ . ἀοῖον : τὸν ἑῷον . οἳ καόμενοι
δὲ Μάρκελλος ὡς ἑπομένων αὐτῶν ἐμάχετο γενναίως , μέχρι κατακοντισθεὶς ἀπέθανε . καὶ αὐτοῦ τῷ σώματι ὁ Ἀννίβας ἐπιστάς ,
3860468 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
3846238 πεισθεις
εἰσάγεται ὅτε ἐμπίπτει λέγοντος ἀλλ ' ὁ δῆμος αἴτιος μὴ πεισθείς . Καὶ πάλιν ταύτην ὁ κατήγορος λύσει μεταλήψει :
, κατὰ τὴν συνήθειαν τῶν ἀρχαίων . . πειθόμενος ] πεισθείς , καταπειθόμενος . τέφρα ] ἡ στάκτη . ,
3845975 παυσθηναι
ἀδικία καὶ τῷ γένει τῷ ἀπὸ Κυψέλου παντὶ παρέσχεν αἰτίαν παυσθῆναι τῆς ἀρχῆς . τὰ μὲν δὴ ἐς τοὺς βασιλεῖς
] πολὺ καὶ βροντὰς γενομένας σβέσαι τὴν φλόγα καὶ οὕτω παυσθῆναι τὸν κίνδυνον . Οἱ δὲ Πελοποννήσιοι ἐπειδὴ καὶ τούτου
3836259 ἐξιουσα
σκηνῆς Ἀγαμέμνονος ἐξῄει ἡ Ἑκάβη : πῶς δὲ καὶ ἐκεῖθεν ἐξιοῦσά φησι μετ ' ὀλίγον [ ] ποῦ ποτε Κασάνδραν
σκηνῆς Ἀγαμέμνονος ἐξῄει ἡ Ἑκάβη : πῶς δὲ καὶ ἐκεῖθεν ἐξιοῦσά φησι μετ ' ὀλίγον [ ] ποῦ ποτε Κασάνδραν
3833526 λαθων
Λοξίου μαντεύματα γάμων ἀπείχεθ ' : ὅμως δέ γε τίκτει λαθών , πρὸς τοῦ παρόντος ἱμέρου νικώμενος . Δανάην δέ
διελέχθην καὶ πείθω μετὰ τῆς καλλίονος μοίρας γενέσθαι τὴν ἐναντίαν λαθών . τότε μόνον ἠπάτησα , Ξάνθιππε , τῆς ἀπάτης
3829977 ἠθυμει
ἁλῴη πεπληροφόρητο . Διαψευσθεὶς οὖν τῶν ἐλπίδων ἠνιᾶτο μὲν καὶ ἠθύμει καὶ ἔστενε καὶ ἐδάκρυεν , οὐ μὴν πέπαυστο τῆς
ἔμελλεν , ἀμηχανίᾳ συνεσχέθη περὶ τὴν ἄνοδον καὶ τὰ μέγιστα ἠθύμει . ἀλώπηξ δὲ ἐλθοῦσα κἀκεῖσε τοῦτον εὑροῦσα ἔφη πρὸς
3825487 ἀγανακτων
αὐτὸν τῶν φίλων καὶ μηδὲν ἐξαμαρτάνειν ἀξιούντων ἀπῄει πρὸς ἅπαντας ἀγανακτῶν . ἤδη δ ' αὐτῷ κατ ' οἰκίαν ὄντι
ἀκολουθῇ , φάσκοντα μαίνεσθαι . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ἄπεισιν ἀγανακτῶν καθ ' αὑτόν , ἔπειτα προσκρούων ἀεὶ καὶ λοιδορούμενος
3824428 ἐξασθενησαντων
' ἑστάναι , μικρὸν δ ' ὕστερον καὶ τῶν σκελῶν ἐξασθενησάντων , κατασεισθέντας ὑπὸ λιφαιμίας ἀποψύχειν , πεσόντας δὲ τοὺς
' ἑστάναι , μικρὸν δ ' ὕστερον καὶ τῶν σκελῶν ἐξασθενησάντων κατασεισθέντας ὑπὸ λιφαιμίας ἀποψύχειν : πεσόντας δὲ τοὺς αἰτίους
3818552 περιβαλων
καταπτάμενος δὲ ὄπισθεν αὐτοῦ ὁ Ζεὺς κούφως μάλα τοῖς ὄνυξι περιβαλὼν καὶ τῷ στόματι τὴν ἐπὶ τῇ κεφαλῇ τιάραν ἔχων
' αὐτὰ τυρῷ χλωρῷ καὶ λεκίθοις ᾠῶν καὶ ἐγκεφάλοις , περιβαλὼν συκῆς φύλλῳ εὐώδει , ζωμῷ ὀρνιθείῳ ἢ ἐριφείῳ ἔνεψε
3815693 ἐπικατασφαξαι
δὲ αὐτοῦ ταῖς ἵπποις Παρθενίαν τε εἶναι καὶ ἘρίφανΟἰνόμαον δὲ ἐπικατασφάξαι μὲν τὰς ἵππους τῷ Μάρμακι , μεταδοῦναι μέντοι καὶ
καὶ παρεκάλει τὸν βασιλέα μὴ φείσασθαι , τὴν ταχίστην δὲ ἐπικατασφάξαι τῷ τοῦ τετελευτηκότος τάφῳ . ὁ δὲ Κροῖσος τὴν
3814624 φυλαττων
τετάρτηϲ . ὅ τε γὰρ ἀκριβὴϲ καῦϲοϲ πάντα τὰ ἄλλα φυλάττων ἀκριβοῦϲ τριταίου γνωρίϲματα μόνῳ τῷ μὴ μετὰ ῥίγουϲ εἰϲβάλλειν
ὧν καὶ σαφέστατ ' ἄν τις ἴδοι ὅτι ὁ μάλιστα φυλάττων τὴν αὑτοῦ πατρίδα καὶ πλεῖστ ' ἀντιλέγων τούτοις ,
3800630 ἀνασπαστος
συνειδὼς ἅπανθ ' ἃ Φίλιππος κατὰ βασιλέως παρασκευάζεται , οὗτος ἀνάσπαστος γέγονε , καὶ πάσας τὰς πράξεις βασιλεὺς οὐχ ἡμῶν
πονηρὸν αὑτὸν παρασχών [ , ἀλλά ποτε ] [ ] ἀνάσπαστος ὡς βασιλέα γενόμενος [ καὶ εὐθὺς ] [ ]
3800010 λελωβημενου
ἑνὶ διαστήματι γραφόμενα καὶ τὸ ἐπὶ τοῦ τὰς βάσεις ἀμφοτέρας λελωβημένου κυλίνδρου προτεινόμενον ὑπὸ τῶν ἀρχιτεκτόνων . ἀξιοῦσι γὰρ μέρους
, καὶ γυναικὸς δεόμενος ἵνα τραφῇς , καὶ δίκην ἀνθρώπου λελωβημένου τὸ σῶμα ἐς χεῖρας γυναικείας ἀποβλέπεις , ἵνα οἴκτῳ
3798751 ἑτοιμος
ἀγορεύεις : αὐτίκα γάρ τοι ἔπειτα μεθ ' Ἕκτορα πότμος ἑτοῖμος . Τὴν δ ' αὖτε προσέειπε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς
ἅπαντά μοι διελθεῖν . Θεανδρίδαισι δ ' ἀεξιγυίων ἀέθλων κάρυξ ἑτοῖμος ἔβαν Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε συνθέμενος ,
3792425 ἀπολεσας
: διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ῥείθρῳ πέδιλον . θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
Διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον , ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ὕδατι πέδιλον . Θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
3769503 ξιφει
ἐλθοῦσαν καὶ τὸν ἑαυτῆς τε κἀκείνου ἔρωτα μεγάλων ἀξιῶσαι προσπεσοῦσαν ξίφει ὀρθῷ . τρίτον ἠρόμην : ἡ Ἑλένη , ὦ
τοῖς ἄμοτον κοτέων Ἀφαρήιος Ἴδας κόψε παρ ' οὐρίαχον μεγάλῳ ξίφει : ἆλτο δ ' ἀκωκή ῥαιστὴρ ἄκμονος ὥστε παλιντυπές
3753189 παρασχων
νεκρὸν ἀνθέλκοντες , καὶ τέλος ἐνικήθη καὶ ἀφῆκε πολὺν γέλωτα παρασχὼν τοῖς συμπόταις , καὶ μάλιστα ἐπεὶ ἠγανάκτει μετὰ τοῦτο
ἐνέδρᾳ καὶ τῷ χρόνῳ δεδαπανημένῳ , οὐδ ' ἐνθυμηθῆναί τι παρασχὼν αὐτοῖς ἐξανίστατο ἐς τὸν τοῦ Κρόνου νεών , οὗ
3750958 ἱεται
αὐχένα καὶ διασκάπτων τὴν ἐν ποσὶ γῆν ὡς ἐς ἐμβολὴν ἵεται καὶ ἀνδρὸς τούτου ἡμίθηρος , βούπρῳρα μὲν γὰρ αὐτῷ
ἐπὶ τὴν οὐσίαν , τὸ δὲ νόημα δι ' αὐτοῦ ἵεται , ἐπιπλέκεται δὲ τὸ νόημα τῇ διανοίᾳ : ἐλθόντα
3750588 δυσκολῳ
τὸ δὲ συγγενὲς κατὰ φυσικὴν ἀνάγκην δοῦλον ὡς καὶ ἐν δυσκόλῳ φησὶν ὁ μένανδρος ” οὐκ ἔνεστ ' οὐκ ἔστ
σῆς προμηθείας , ὅτι καὶ τῷ κατ ' ἀνάγκην ἐκβάντι δυσκόλῳ πρὸς σεμνότητα ἀπεχρήσω . Μέχρι δὴ τούτου κοινῇ προσειπὼν
3749146 ἀντιπαλος
ὑμεναίων : νῦν δὲ ἀντὶ γαμικῶν ᾀσμάτων θρῆνος ἀντικείμενος : ἀντίπαλος ἀπὸ κοινοῦ : παρ ' εὐτυχῆ σοι : παρὰ
πρότερον , οὔτε πείσεσθαι προσεδόκας : ἡγεμὼν γὰρ ἦς βασιλεῖ ἀντίπαλος καὶ ἄλλοις εὐεργεσίας παρείχου . καὶ ἐγὼ ἀπεγνώκειν ἐκείνης
3748578 ἐπιτρεψας
πρὸς τὸν δεσπότην πορευθῆναι , σημανέων τὰ περὶ Ὁμήρου . ἐπιτρέψας δὲ τῷ συνδούλῳ νέμειν τὰς αἶγας τὸν Ὅμηρον καταλείπει
Σέξτῳ ποιήσασθαι . ὁ δὲ τοῖς ἰδίοις ἑταίροις τὴν φυλακὴν ἐπιτρέψας τῶν πυλῶν , ἵνα μὴ διαφύγοιεν αὐτὸν οἱ ἐν
3746179 ἐδηχθη
δὲ κηπουρὸς κατελθὼν αὐτὸν ἐκεῖθεν ἀνελκύσαι δεινῶς ὑπ ' αὐτοῦ ἐδήχθη δόξαντος μᾶλλον τὸν ἄνδρα βούλεσθαι αὐτὸν ἐπὶ πλέον καταβυθίσαι
κατὰ τοῦ βραχίονος προσάγει ἐς ἔλεγχον αὐτοῦ τῆς σοφίας καὶ ἐδήχθη . εἶτα τῷ στόματι ἐξεμύζησε τὸ κακόν . ὕδωρ
3735925 δυνατος
: καὶ τῷ σώματι ἡσυχίην ἐχέτω : ἢν δὲ καὶ δυνατὸς ᾖ ἀνίστασθαι , ὀλίγα περιπατεέτω ἑκάστης ἡμέρης : καὶ
βέβαια . ἀποτάττου τοῖς τοῦ σώματος , ἐφ ' ὅσον δυνατὸς εἶ . μόνον οἰκεῖον ἡγοῦ τὸ ἀγαθόν . ὁποῖος
3732893 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
3729760 πεφραγμενος
γὰρ ἧκεν ὁ στρατὸς τοῦ δεσπότου , πολλαῖς ταχείαις ὁλκάσιν πεφραγμένος , ἡ γῆ μὲν ἐστέναζεν ἡ τῶν βαρβάρων καὶ
τῇ δὲ βίᾳ τῆς νόσου νενικημένοι , οὕτω διπλῇ παρασκευῇ πεφραγμένος , ἡμέροις τε λόγοις καὶ πλήθει συντεταγμένῳ , πλησίον
3724112 ἐξαγω
' , ὥστε μή σε νουθετεῖν , ὅταν σὺν ὑμεναίοισιν ἐξάγω κόρην : ἀλλ ' ὁ νόμος αὐτὰ τῶι χρόνωι
μὴ ἀμνήμονες ὄντες . περὶ δὲ τῶν θεραπευόντων ἐμαυτὸν οὕτως ἐξάγω : Δημητρίῳ μὲν ἐλευθέρῳ πάλαι ὄντι ἀφίημι τὰ λύτρα
3723618 λυθηναι
λαβὼν λαπάθου λίτρας τέσσαρας , ἔκζεσον μετὰ οὔρου , ὡς λυθῆναι τὸ λάπαθον : καὶ ὑλίσας τὸ ὕδωρ , βάλε
λέγεται τοῖς θεοῖς ἐν μέσοις εὔξασθαι τοῖς κινδύνοις , οὕτω λυθῆναι τὸν πόλεμον , ὥστ ' αὐτῷ γενέσθαι τὴν εἰσφορὰν
3718092 πασσαλευε
. βαλών νιν ἀμφὶ χερσὶν ἐγκρατεῖ σθένει ῥαιστῆρι θεῖνε , πασσάλευε πρὸς πέτραις . περαίνεται δὴ κοὐ ματᾷ τοὔργον τόδε
ἀπηνῆ καὶ θρασεῖαν ὡς ἀκμαίαν καὶ ὀξεῖαν διαμπὰξ ] διόλου πασσάλευε ] διαπέρα ἐρρωμένως ] ἰσχυρῶς αἶ αἶ ] φεῦ
3714585 τηρησας
: ὁ δ ' ἐν πολεμίων συμπλοκῇ καὶ τηλικούτων κινδύνων τηρήσας ἑαυτὸν ἄτρωτον εὐλαβείᾳ τοῦ παθεῖν τι τοῦτ ' ἐνήργησεν
ἀφωνίαν ἐξέπιπτον . πέρας δ ' οὖν ἐμαυτῷ κελεύσας παρρησιάσασθαι τηρήσας πολλὴν ἄγοντα σχολὴν τὸν πατέρα καί τι καὶ χαίροντα
3712203 ἀπεβαλε
καὶ τοῦ πλείονος ὀρεχθῆναι οὐχ ἅπασαν μὲν τὴν ὑπάρχουσαν εὐδαιμονίαν ἀπέβαλε , μεγάλαις δὲ καὶ ἀμηχάνοις ἐχρήσατο συμφοραῖς , ἅπασι
ἐστί : περὶ οὗ ἔστιν εἰπεῖν , ὅτι διὰ τοῦτο ἀπέβαλε τὸ ξ κατὰ τὴν κλητικήν , ἐπειδὴ τὰ εἰς
3709734 κακιονων
. ἠξίουν τε ταῦτα παραινοῦντες μὴ χείρους ὀργὴν εἶναι τῶν κακιόνων τοὺς κρείττονας , μηδ ' εἰς ἐκεῖνον ἀναβάλλεσθαι τὸν
ἴσων τε καὶ κρειττόνων ἄρχῃς ὑπὸ τῶν ἡττόνων τε καὶ κακιόνων ἄρχεσθαι . πολλὰ καὶ περὶ πολλῶν ἔτι σοι λέγειν
3709593 ἡσυχος
τε μένειν καὶ πεζὸν ἰόντα πολλὸν ἀπ ' ἠπείρου στρατὸν ἥσυχος , ἀλλ ' ὑποχωρεῖν , καὶ ἕτερα τοιαῦτα .
ἀνελίσσεται : ἀνθυποστρέφει , ἀνακόπτεται , ἀναστρέφεται . ἤπιος : ἥσυχος , πρᾳός . Θαρσήσας : θάῤῥος λαβών . ἑτοίμως
3708107 διαπορευθεις
προσήκουσαν τιμωρίαν εἴτ ' ἐνθάδε μένων εἴτε καὶ ἐν Ἅιδου διαπορευθεὶς εἴτε καὶ τούτων εἰς ἀγριώτερον ἔτι διακομισθεὶς τόπον .
ἐπὶ τὸ α σημεῖον ἀποκαθίστασθαι . καὶ τὸν ἑαυτοῦ κύκλον διαπορευθεὶς ὁμαλῶς τὸν τῶν ζῳδίων ἀνωμάλως δόξει διεληλυθέναι . ἐὰν
3705904 κτανοντες
. ἐμαίνετ ' Ἀλκμέων τε χὠ λευκόπους Ὀρέστης τὰς μητέρας κτανόντες : ἐγὼ δὲ μηδένα κτάς , πιὼν δ '
φημι ἄδην ἐλάαν κακότητος , ὅ ἐστιν ἐμφορηθῆναι : οὐκοῦν κτανόντες : εἰ οὖν τοὺς ἀρίστους αὐτῶν ἀναιρήσομεν , πάντα
3696979 εἱλετο
καὶ Σόλωνος νόμους . ἀπολαβὼν οὖν ὁ δῆμος τὴν ἐλευθερίαν εἵλετο πολίτας κʹ τοὺς ζητήσοντας καὶ ἀναγράψοντας τοὺς διεφθαρμένους τῶν
παρέχειν αὑτὸν ὅταν βούληται τὸν ἐναντίον ἢ τοῦτον τὸν τρόπον εἵλετο ζῆν , εὔδηλον δήπου τοῦθ ' ὅτι καὶ νῦν
3695511 ἀποκρινας
Οἰδίπους , ὁ σὸς πόσις , δρᾶσαι δικαιοῖ , δυοῖν ἀποκρίνας κακοῖν , ἢ γῆς ἀπῶσαι πατρίδος ἢ κτεῖναι λαβών
τῶν Μεσσηνίων , οὓς μάλιστα ἠπίστατο αὑτῶν ἀφειδῶς ἔχοντας , ἀποκρίνας ἀπὸ τοῦ πλήθους , ἤρετο σφᾶς ἐν ἐπηκόῳ τῶν

Back