περὶ γὰρ τῶν καθ ' ἡμᾶς οὐδ ' Ἀριστοτέλης ἔννοιαν ἔσχηκε . Τὴν περὶ τοῦ ἀνθρωπίνου ἀγαθοῦ δόξαν ἐλέγχει τῶν
ὅσον [ ἐν ] χρόνῳ , τὸ δὲ ἔθος ἀποσχέσεις ἔσχηκε τήν τε τοῦ χρόνου καὶ τὴν τῆς τέχνης καὶ
5851295 Κομμαγηνη
ἔχουσα τὸν Εὐφράτην ποταμὸν καὶ αὐτὴ [ καὶ ] ἡ Κομμαγηνὴ ὅμορος οὖσα . ἔστι δὲ φρούριον ἀξιόλογον τῶν Καππαδόκων
μέσον κείμενα τῆς ὅλης οἰκουμένης , Βιθυνία Φρυγία Κολχικὴ Συρία Κομμαγηνὴ Καππαδοκία Λυδία Κιλικία Παμφυλία , τὴν θέσιν ἔχοντα πρὸς
5846829 παρυφισταται
γὰρ διὰ τὸ κακὸν τὸ ἐξ αὐτῆς συμβαῖνον : ὥστε παρυφίσταται τὸ κακόν , ὥς φησι Πλάτων . Ἐπειδὴ ἑώρα
' ἤτοι δεινὰ τελεῖ τὰ παρυφιστάμενα ἢ τὴν ἀρχὴν μηδοτιοῦν παρυφίσταται , σκιαυγῆ δ ' οἷον εἴη τὰ χρώματα ,
5840300 ἀπεδειξατο
τῶν ἐνθάδε πραττομένων , ἀλλὰ καὶ ἐπὶ στρατοπέδου τὴν αὐτὴν ἀπεδείξατο ἀκοσμίαν , ὅπλα τε ῥίψας καὶ τάξεις ἐκλιπὼν καὶ
' ἀκριβὴς καὶ ἀναμφίλεκτος τῆς αὐταρκείας τοῦ ἀνδρός , ἣν ἀπεδείξατο παρὰ πάντα τὸν τοῦ βίου χρόνον , ἡ μετὰ
5834131 διηνεγκεν
οὐ μορφῇ , κατασκευῇ δὲ καὶ διαθέσει τινὶ τῆς μορφῆς διήνεγκεν . ἃ μὲν οὖν ἐνεδέχετο περὶ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ
Τιμοκράτους καὶ πρὸς Λεπτίνην καὶ κατὰ Ἀριστοκράτους : ὀλίγον γὰρ διήνεγκεν , εἰ μὴ νόμον ἀλλὰ ψήφισμα ὁ Ἀριστοκράτης ἔγραψε
5816173 ἀνακεκραται
ἀπήλλακτο δὲ εἱμαρμένης , οὐδὲν ἔδει μαντικῆς : εἰ δὲ ἀνακέκραται τὸ ἐφ ' ἡμῖν τοῖς ὅλοις , μέρος ὅσον
καὶ ὅσα κατὰ τὰς αἰσθήσεις ἐνεργεῖ , φόβοις καὶ ὀδύναις ἀνακέκραται . . . ἐκ τοῦ περὶ μέθης αʹ :
5757881 Ἐχεται
πέτραν . ἀνίησιν : ἐνδίδωσιν , ἀφίησι , δίδωσιν . Ἔχεται : ἅπτεται , καὶ κρατεῖ , περιέχεται , ἀντιλαμβάνεται
δὲ καὶ νυκτῶν δύο ἔσθ ' ὁ παράπλους αὐτῆς . Ἔχεται δ ' Αἰτωλία , ἐν ᾗ πόλις Πλευρὼν ὑπόκειται
5692271 Ἰλλυρικα
' ἐν τοῖς ἐμφυλίοις ἀποστάντες . καί μοι ἔδοξε τὰ Ἰλλυρικά , οὔτε ἀκριβῶς γενόμενά μοι γνώριμα οὔτε συντελοῦντα μῆκος
Ἀδριατικὴν καὶ τὴν Ποντικήν , πρὸς μὲν τὴν Ἀδριατικὴν τὰ Ἰλλυρικά , πρὸς δὲ τὴν ἑτέραν μέχρι Προποντίδος καὶ Ἑλλησπόντου
5690456 πληθυει
ὕδασι ναματιαίοις διαρρεῖται , δένδρων δὲ παντοδαπῶν καὶ μάλιστα καρπίμων πληθύει : καὶ τὸν μὲν ἀέρα τῇ κράσει παραπλήσιον ἔχει
τῆς ἐμῆς ἢ συμμάχων . ἔα : τί νεκρῶν τῶνδε πληθύει πέδον ; οὔ που λέλειμμαι καὶ νεωτέρων κακῶν ὕστερος
5684611 Σηρικης
[ Πίναξ ὄγδοος ] Σκυθίας τῆς ἐκτὸς Ἰμάου ὄρους , Σηρικῆς . [ Πίναξ ἔννατος ] Ἀρείας , Παροπανισαδῶν ,
Ἠμωδὰ καὶ Σηρικὰ ὄρη Ὀττοροκόῤῥαι . Πόλεις δὲ ὀνομάζονται τῆς Σηρικῆς αἵδε : Δάμνα . . . . . .
5675926 πλειται
, ἀνάγκη δὲ καὶ μετ ' ἀνθρώπων , αἱ δὲ πλεῖται περιστάσεις γίνονται ἔκ τε τῆς ἀνοίας τῶν συμβιούντων καὶ
τοῦ Πόντου καὶ ὅτι νήσου οὐδεμιᾶς ἐν αὐτῷ κειμένης ἀοίκητος πλεῖται , τὴν Λευκὴν νῆσον , ὁπόσην εἶπον , ἀνέφηνεν
5662780 εἰληχεν
ὅσοις διδακτὸν μηδὲν ἀλλ ' ἐν τῆι φύσει τὸ σωφρονεῖν εἴληχεν ἐς τὰ πάντ ' ἀεί , τούτοις δρέπεσθαι ,
καὶ ἄλλως ἐπειδὴ τὸ μέσον ἐν τριάδι τὴν ἡγεμονίδα τάξιν εἴληχεν , ἁρμοζόμενον τὰ παρ ' ἑκάτερα εἰς ἕνωσιν ἀδιαλύτῳ
5645893 διειληπται
δι ' ὃν ζῆν ἀεὶ πᾶσι τοῖς ζῶσιν ὑπάρχει : διείληπται δὲ δίχα , ὥσπερ λέγω , ἓν ὂν τὸ
μεστὰ τοῦ χειμῶνος , τὰ κάτω δὲ δρυμοῖς καὶ φυτείαις διείληπται παντοδαπαῖς . ἔοικε δὲ λαμβάνειν μεταβολὰς πολλὰς τὰ ἄκρα
5640139 ἐνδιατριψει
κρατοῦσι κυκησίτεφροι ψευδολίτρου τε κονίας καὶ Κιμωλίας γῆς , χρόνον ἐνδιατρίψει : ἰδὼν δὲ τάδ ' οὐκ εἰρηνικὸς ἔσθ '
προειρη - μένῳ παραγραφικῷ ὁ φεύγων ἐνταῦθα , οὐ μὴν ἐνδιατρίψει : οὐ γὰρ ἰσχὺν ἱκανὴν , ὅπερ εἶπον ,
5596301 Κυρηναϊκη
, περιττὸν οἶμαι λέγειν . Φασὶ δέ τινες ὅτι ἡ Κυρηναϊκὴ ἀγωγὴ ἡ αὐτή ἐστι τῇ σκέψει , ἐπειδὴ κἀκείνη
. . λη ∠ ʹδʹ λδ ∠ ʹιβʹ . Ἡ Κυρηναϊκὴ ἐπαρχία περιορίζεται ἀπὸ μὲν δυσμῶν τῇ τε Σύρτει τῇ
5588228 Ῥιζαν
Θείου . Κόραν ] Ἤγουν νέαν γῆν καὶ νῆσον . Ῥίζαν ] Καὶ μητρόπολιν ἐσομένην . Ἀλεξάνδρου Φορτίου . Κόραν
ῥύσιν καὶ εὐτονωτέραν ποιεῖ . [ Πρὸς ἐνουροῦντας . ] Ῥίζαν κρίνου δὸς πιεῖν προαναζέσας , ἢ ὑοσκυάμου χυλὸν ἢ
5574865 ἐπωνομασται
] ἀποτελεῖν πεφυκυίας , οἷς δὴ τὰ στοιχεῖα τὰ φωνήεντα ἐπωνόμασται , ἄρρητα μὲν αὐτὰ καθ ' αὑτὰ καὶ πᾶν
τὸ δὲ τοῖν δυοῖν ἕνεκα τῆς δέσεως ἐς τὴν ἀγωγὴν ἐπωνόμασται ” δυογὸν “ δικαίως : νῦν δὲ ” ζυγόν
5570279 γεννωμενη
ἡ δέ τις σάβιρα λιπαρωτάτη ἐν εὐγείοις καὶ λιπαροῖς τόποις γεννωμένη , ἥτις καὶ πολλὴν ἀνίησι τὴν στακτήν . πρωτεύει
συλλαμβάνεται ἢ ἡμεροῦται , σφόδρα ταχυτάτη οὖσα ὡς ἐξ ἀνέμου γεννωμένη . ὅτι τοὺς σκύμνους αὐτῆς ἀπούσης ἁρπάζοντες οἱ θηρευταὶ
5528601 Κωνσταντινουπολεως
καὶ κατώρθωσεν . οὗτος εἰς τὴν Ἀσίαν διαβὰς ἐκ τῆς Κωνσταντινουπόλεως , καὶ τὸν ἡγεμόνα τοῦ ἔθνους καταλαβὼν συγκορυβαντιῶντα πρὸς
Ἑλλήσποντον . Ἔστι δὲ τὸ τοῦ Ἑλλησπόντου στενὸν τὸ ἐπὶ Κωνσταντινουπόλεως : ἢ Ἑλλήσποντος λέγεται , ἔνθα Σηστὸς καὶ Ἄβυδος
5522342 κατακορη
ἡ παράθεσις . ταύτηι καὶ τὰ τῆς συμπαθίας ἐστὶν ἀμφοῖν κατακορῆ . θάτερον γὰρ τῶι ἑτέρωι συμπαθὲς καὶ οὔτε τῶν
τῇ νήστει καὶ αὐτὴ πιμελώδης ἐστί : τὰ δὲ χολώδη κατακορῆ συνεκκρινόμενα ἐπὶ τούτων καὶ τὸ ἐνοχλοῦν δίψος , ὡς
5508874 παραθαλασσιος
ἀπὸ σταδίων ὡς χιλίων διακοσίων ἐστὶν Εὐδαίμων Ἀραβία , κώμη παραθαλάσσιος , βασιλείας τῆς αὐτῆς Χαριβαὴλ , τοὺς ὅρμους μὲν
νενευκέναι , . , . * . Ἀκτή : ὁ παραθαλάσσιος τόπος . σημαίνει δὲ δύο : καὶ ἐπὶ μὲν
5502188 σπερματικων
δὲ καὶ ὀχευτὴν αὐτὸν παρεισάγεσθαι διὰ τὸ πλῆθος ὧνπερ εἴληφε σπερματικῶν λόγων καὶ τῶν κατὰ σύμμιξιν ἐξ αὐτῶν γινομένων .
τὰ τρίδυμα . Ἐμπεδοκλῆς ὁμοιότητας γίνεσθαι κατ ' ἐπικράτειαν τῶν σπερματικῶν γόνων , ἀνομοιότητας δὲ τῆς ἐν τῷ σπέρματι θερμασίας
5491754 προσεχωρησε
ἔπεσε τοῖς πολέμοις , τὸ δ ' ὑπόλοιπον ἐπικρατήσαντι Σύλλᾳ προσεχώρησε . καὶ οὕτω τέλεον τῇ ἐμφυλίῳ συναπέσβη στάσει μέγιστος
Λίνδου καὶ Ἰηλυσοῦ , Ῥοδίους ἔπεισαν ἀποστῆναι Ἀθηναίων : καὶ προσεχώρησε Ῥόδος Πελοποννησίοις . οἱ δὲ Ἀθηναῖοι κατὰ τὸν καιρὸν
5490858 Ἀραβικου
, κατὰ δὲ τὴν τῆς γῆς διαίρεσιν διήκει μέχρι τοῦ Ἀραβικοῦ κόλπου , καὶ λοιπὸν ἡ Αἴγυπτος Λιβύης ἐστίν .
τὸ βόρειον αὐτῆς μέρος , κατὰ δὲ μῆκος ὑπὸ τοῦ Ἀραβικοῦ κόλπου καὶ Αἰγαίου πελάγους καὶ Πόντου καὶ τῆς Μαιώτιδος
5471246 Πρωτη
πρὸ ταύτης ἐστὶν αἰὼν οὐ συμπαραθέων οὐδὲ συμπαρατείνων αὐτῇ . Πρώτη οὖν αὕτη εἰς χρόνον καὶ χρόνον ἐγέννησε καὶ σὺν
πάσας ἐφεξῆς τὰς ἐν τῇ τότε καταστάσει γενηθείσας παρανομίας . Πρώτη μὲν οὖν ἦν ἡ δόξασα γενέσθαι τοῦ κατὰ τῆς
5464724 ἐλειπεν
λέγομεν τούτου πέντε αἰτίας . πρώτην μέν : αὕτη μόνη ἔλειπεν ἐν ταῖς ἁπλαῖς κατηγορίαις καὶ ἔδει περὶ ταύτης μετ
εἴη , ἐς κρυερὴν πενίην πάλιν ἵξεται , ἣν πρὶν ἔλειπεν . ἢν δὲ καὶ Ἠελίῳ Μήνη συνέῃ κατὰ κέντρου
5457315 ἐμφυεται
' ὁμοίως τούτοις οὐδέν : ἀλλά τοι κἀκείνων ὅσα μυσὶν ἐμφύεται , σαφῶς τῶν ἄλλων γίνεται σκληρότερα . τὰ μὲν
: ἡ δὲ φιλοτιμία οὔτ ' ἐν τοῖς ἀλόγοις ζῴοις ἐμφύεται οὔτ ' ἐν ἅπασιν ἀνθρώποις : οἷς δ '
5441767 ἐξεπληρου
ἐπὶ ὀγδοήκοντα σταδίους παρῆλθε μόνον : ἀξιόλογον δ ' οὖν ἐξεπλήρου ποτὲ κύκλον ἡ οἴκησις ὅσον πεντήκοντα σταδίων : διέχει
: τὰ δὲ μέσα τῆς φάλαγγος αὐτὸς ὁ δικτάτωρ Ποστόμιος ἐξεπλήρου Τίτῳ Ταρκυνίῳ καὶ τοῖς περὶ αὐτὸν φυγάσι χωρήσων ὁμόσε
5436474 στεινη
ὁρόωσα . τῆς μὲν πρὸς βορέην ὀλοὴ ναύτῃσι κέλευθος , στεινή τε σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη
τὸν ἀριθμὸν τοῦτον . Ἀπὸ δὲ Ἡλίου πόλιος ἄνω ἰόντι στεινή ἐστι Αἴγυπτος . Τῇ μὲν γὰρ τῆς Ἀραβίης ὄρος
5430543 συνεβαλλετο
τῇ κόρῃ . Πρότερον μὲν οὖν ἐκ νευμάτων καὶ γέλωτος συνεβάλλετο τοῦτο , τότε δὲ ἐξ ἑωθινοῦ σκηψαμένη πρὸς Χρῶμιν
δήμου σωτηρίαν , ὅθ ' ἡ μὲν χώρα τὰ δένδρα συνεβάλλετο , οἱ δὲ τετελευτηκότες τὰς θήκας , οἱ δὲ
5403147 ἑλκτικης
αἱ κόπροι ξηραντικῆς δυνάμεώς εἰσιν : ἔχουσι δὲ καὶ τῆς ἑλκτικῆς , ὡς δηλοῦσιν ὠφελοῦσαι τὰ τῶν μελιττῶν τε καὶ
καὶ ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα διαφορητικῆς τέ ἐστι καὶ ἑλκτικῆς δυνάμεως , δριμέα ὄντα . Πυρέθρου ἡ ῥίζα καυστικῆς
5397268 Ζωνη
, ἔθνος πλησίον Καρμανίας . Κουάδρατος ἐν Παρθικῶν δευτέρῳ . Ζώνη , πόλις Κικόνων . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . τὸ ἐθνικὸν
Ζειρά . μίτρα , ζώνη . Ζυγαῖς . καθέδραις . Ζώνη . πορφυροῦν ἔνδυμα . Ζάκορος . νεωκόρος , ἱερεύς
5386495 ἠσκημενη
θαλάσσης πλησίον . Εὐλίμενός τε γὰρ ἡ παραθαλασσία καὶ οἰκήσεσιν ἠσκημένη πολυτελῶς , καὶ λουτρὰ συνεχῆ , παράδεισοί τε καὶ
. ὡς δὲ οὐδὲν πλέον νεώς , κἂν ᾖ πᾶσιν ἠσκημένη , μὴ ἐχούσης τὸν κυβερνήτην , οὐδὲ τῶν στοιχείων
5385766 ἠκροασθαι
ἂν τοιαῦτα διδάξειέ τις καὶ τοῖς μεμαθηκόσιν ὄνειδος τὸ τοιούτων ἠκροᾶσθαι ; κθʹ . Κυρίνῳ δὲ τῷ σοφιστῇ πατρὶς μὲν
Ἀδριανὸς δὲ καὶ Χρῆστος ἐν γνησίοις , καὶ Ἀριστοκλέους δὲ ἠκροᾶσθαι αὐτὸν μὴ ἀπιστῶμεν . λέγεται δὲ καὶ γαστρὶ κοίλῃ
5384481 συνεμπεσοντα
δέον συνταγείη . . Ὁμόλογον δ ' ὅτι καὶ τὰ συνεμπεσόντα ἢ κατὰ γένος ἢ πτῶσιν ἢ πρόσωπον ἤ τι
γὰρ ἕνεκα διαστολῆς παραλαμβάνεται , ἐπεὶ οὐδὲ αὐτὰ διαστέλλει , συνεμπεσόντα τοῖς γένεσι : τὸ γὰρ τῶν ἄρθρον τῶν τριῶν
5378303 ἐνδειξεται
ὁρμᾶται τὸ νόσημα : ταῦτα γάρ σοι καὶ τὸν κενωθησόμενον ἐνδείξεται χυμὸν καὶ τὸν τρόπον τῆς κενώσεως καὶ τὸν τόπον
ὁποίαν δέ τινα ποιητέον αὐτήν , ἡ τῶν σκοπῶν φύσις ἐνδείξεται . ἐπειδὴ γὰρ πρόκειται τῶν ἐν τοῖς στερεοῖς τοῦ
5373438 ὁμορει
Ταύχειρα καὶ Βερενίκη καὶ τὰ ἄλλα πολίχνια τὰ πλησίον . ὁμορεῖ δὲ τῇ Κυρηναίᾳ ἡ τὸ σίλφιον φέρουσα καὶ τὸν
: πρὸς νότον δὲ τοῖς Αὐταριάταις καὶ Δαρδανίοις καὶ Ἀρδιαίοις ὁμορεῖ : ἐκτέταται δὲ καὶ μέχρι Στρυμόνος ἡ Παιονία .
5368917 τριοδιτις
ἔστιν οὔτε ἦν πρότερον : ἀκόλαστος γὰρ ἢ μαχλὰς ἢ τριοδῖτις σοβὰς ἢ τὸ τῆς ὥρας ἄνθος ἐπευωνίζουσα ἢ καθαρσίοις
Ἑκάτῃ ἀποδίδοται ἡ τρίγλη διὰ τὴν τῆς ὀνομασίας κοινότητα : τριοδῖτις γὰρ καὶ τρίγληνος , καὶ ταῖς τριακάσι δ '
5368491 παρακειμενη
ἡ μεγάλη ἐν Αἰγύπτῳ . τρίτη ἐν Αἰθιοπίᾳ τῇ Ἐρυθρᾷ παρακειμένη . τὸ ἐθνικὸν Ἀπολλωνοπολίτης . Ἄπρος , θηλυκόν ,
ἔτι τῷ πολέμῳ ” . Ὦφθις , πόλις Λιβύης Αἰγύπτῳ παρακειμένη . ὁ πολίτης Ὠφθίτης , διὰ τὴν εἰς ιτης
5366495 Δεκελεια
κατωρθωμένον καὶ ἐνάμιλλον τοῖς Φειδίου ἔργοις . οὕτω δὲ καὶ Δεκέλεια μὲν τὸ ὁρμητήριον τῶν Πελοποννησίων κατὰ τὸν Δεκελεικὸν πόλεμον
περὶ τοῦ Δεκελειόθεν : ἐν οἷς ἔλεγε μὴ παρὰ τὸ Δεκέλεια παρῆχθαι , παρὰ δὲ τὸν μετειληφότα τοῦ δήμου Δεκελέα
5358275 κεκραται
μνημονικὸν τοῦ ἀναμιμνῃσκομένου πανταχοῦ κρεῖττον , ὅτι τὸ μὲν λήθῃ κέκραται , τὸ δὲ ἀμιγὲς καὶ ἄκρατον ἐξ ἀρχῆς ἄχρι
ψυχρῶν ἢ τῶν θερμῶν ἢ τῶν ἄλλων , ἐξ ὧν κέκραται τὸ σῶμα , ὅταν ὑπερβολὴν ἔχῃ , καὶ ὁ
5357775 Ἀπεννινοις
Ἀδρίου καὶ τὸ μέγεθος τῇ Ἰταλίᾳ τῇ ἀφοριζομένῃ τοῖς τε Ἀπεννίνοις ὄρεσι καὶ τῇ θαλάττῃ ἑκατέρᾳ μέχρι τῆς Ἰαπυγίας καὶ
. Δευτέρα δὲ λεγέσθω ἡ Λιγυστικὴ ἡ ἐν αὐτοῖς τοῖς Ἀπεννίνοις ὄρεσι , μεταξὺ ἱδρυμένη τῆς νῦν λεχθείσης Κελτικῆς καὶ
5351391 μετειληφεν
καλουμένου . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος ὡς δύο μέρη λόγου ὄντα μετείληφεν , ἵν ' ᾖ ὑπὸ τῷ νηίῳ : φησὶ
κόσμον ἐπωνομάκαμεν , πολλῶν μὲν καὶ μακαρίων παρὰ τοῦ γεννήσαντος μετείληφεν , ἀτὰρ οὖν δὴ κεκοινώνηκέ γε καὶ σώματος :
5333698 ἁρμοττουσα
αὐτὴν Τριτογένειαν . θρασὺς ταγοῦχος ] ὡς θρασὺς ἡγεμών : ἁρμόττουσα δὲ ἡ εὐχή . δεῖται γὰρ ἐνδρανοῦς βοηθοῦ .
τῆς ἀληθοῦς ἑκάστου ζῴου ἡδονῆς ἡ τῷ κατὰ φύσιν διακειμένῳ ἁρμόττουσα . ἐπεὶ οὖν οὐχ ἡ αὐτὴ φύσις οὔτε ἕξις
5328188 διαφαινεται
που τὸν μυχὸν τῆς ψυχῆς . ἔνθα δὴ καὶ μάλιστα διαφαίνεται τοῦ φαρμάκου ἥ τε ῥώμη καὶ ἡ ἀνδρεία .
, μάλιστα δ ' οἱ ποταμοί : ἐπὶ πλέον δὲ διαφαίνεται τοῦτο κατὰ τοὺς περατοὺς τοῦ ῥείθρου τόπους . τάχα
5321507 ἀδιαλυτος
γὰρ σώματος διαμονὴ μεταβολή , καὶ τοῦ μὲν ἀθανάτου , ἀδιάλυτος , τοῦ δὲ θνητοῦ μετὰ διαλύσεως . καὶ αὕτη
ἐπίβουλα , πρὸς τίνα δὲ αὐτοῖς ἀνοχαὶ καὶ οἷον σύμβασις ἀδιάλυτος . λέων μὲν γοῦν , εἰ μὲν ταύρωι μάχοιτο
5316358 ἡπατιτις
, ὥσπερ ἡ ἡπατίτις , καὶ αὐτὴ τοῖς πολλοῖς δυσεντερία ἡπατίτις καλουμένη , καὶ προσέτι ὁ διαβήτης , ὃς καὶ
τι ἕτερον περί τὴν χοληδόχον κύστιν γινόμενον , ὥσπερ ἡ ἡπατίτις , καὶ αὐτὴ τοῖς πολλοῖς δυσεντερία ἡπατίτις καλουμένη ,
5316116 πολεμικη
. . οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ : ἡ διπλῆ , ὅτι πολεμικὴ ἡ θεός . . . . , . .
μὲν πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ : ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους . πολεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυῤῥίχη : ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν
5301672 Παλαιστινη
. . . . . ξζ λγ γʹ . Ἡ Παλαιστίνη , ἥτις καὶ Ἰουδαία καλεῖται , περιορίζεται ἀπὸ μὲν
: ὡς δὲ Διονύσιος Παλαιστίνης : Φοινίκη γὰρ καὶ ἡ Παλαιστίνη . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Ἰόπης τῆς Αἰόλου θυγατρός ,
5295477 ψυχουσης
ὥσπερ δῆτα τοὐναντίον τῆς μετρίως τε καὶ ἀμέ - τρως ψυχούσης ποιότητος . Τὰ μὲν γὰρ θερμότερα τῶν μορίων ῥᾳδίως
. Λειχὴν ὁ ἐπὶ τῶν πετρῶν ῥυπτικῆς ἐστι καὶ μετρίως ψυχούσης δυνάμεως , ξηραντικῆς μέντοι κατ ' ἄμφω . Λεοντοπετάλου
5287290 ἀρξασα
ἀπὸ βαρβάρων τε καὶ Ἑλλήνων ἀναστήσασα καὶ ἀποικίας πολλὰς ἀποικίσασα ἄρξασά τε πολλῶν καὶ πόλεων καὶ γενῶν ἔν τε Ἀσίᾳ
ψέγε . Ἐρεῖς μὲν οὐχὶ νῦν γέ μ ' ὡς ἄρξασά τι λυπηρὸν εἶτα σοῦ τάδ ' ἐξήκους ' ὕπο
5274487 ἐκληρονομησε
γένει προσέχειν τὸν νοῦν : οὐδεὶς γὰρ πώποτε ἐκποίητος γενόμενος ἐκληρονόμησε τοῦ οἴκου ὅθεν ἐξεποιήθη , ἐὰν μὴ ἐπανέλθῃ κατὰ
, Ἄρης Παρθένῳ , Σελήνη Λέοντι . τῷ μζʹ ἔτει ἐκληρονόμησε φίλον , ἐν δὲ τῷ αὐτῷ καὶ γυναικὸς ἐχωρίσθη
5273377 Ποτμος
μησάμενον , τὸν ἴσον χρόνον ἐμὰς λαχόντ ' ἀνίας . Πότμος , πότμος σε δαιμόνων τάδ ' , οὐδὲ σέ
ἰχθύσι : κατ ' ἰχθύων . πότμον : θάνατον . Πότμος παρὰ τὸ ποτιγίνεσθαι τὴν μετάθεσιν , ἢ παρὰ τὸ
5269449 πολιχνια
Ἀντέμναι καὶ Φιδῆναι καὶ Λαβικὸν καὶ ἄλλα τοιαῦτα τότε μὲν πολίχνια , νῦν δὲ κῶμαι , κτήσεις ἰδιωτῶν , ἀπὸ
καὶ τὰ Περσικά . εἶτα μετὰ Κνίδον Κέραμος καὶ Βάργασα πολίχνια ὑπὲρ θαλάττης . Εἶθ ' Ἁλικαρνασός , τὸ βασίλειον
5268693 Πεντελησιου
δὲ ὀρθὸν μεγέθει ἄγαλμα μέγα : λίθου δὲ ἀμφότερα τοῦ Πεντελησίου , Πραξιτέλους δέ ἐστιν ἔργα . ἐνταῦθα καὶ ἄλλο
Διονύσου τέ ἐστι , καὶ ἄλλος Εἰλειθυίας : λίθου τοῦ Πεντελησίου τὰ ἀγάλματα , Ἀθηναίου δὲ ἔργα Εὐκλείδου : καὶ
5266874 παρωκεανιτις
Σαντόνων πόλις ἐστὶ Μεδιολάνιον . ἔστι δ ' ἡ μὲν παρωκεανῖτις τῶν Ἀκυιτανῶν ἀμμώδης ἡ πλείστη καὶ λεπτή , κέγχρῳ
συχνὴ δὲ καὶ . . . τῶν ἐκτὸς ἡ μὲν παρωκεανῖτις ἡ πρόσβορρος ἀμοιρεῖ διὰ τὰ ψύχη , ἡ δ
5263518 ἀναλογει
, εἰς δὲ τὰ χρηστὰ διεγείρει . τῷ δὲ θυμικῷ ἀναλογεῖ τὸ δικανικόν : φασὶ γὰρ εἶναι θυμὸν ζέσιν τοῦ
, ἀλλ ' ἐκ τῶν ἀναλογούντων ὕλῃ καὶ εἴδει : ἀναλογεῖ δὲ τῇ μὲν ὕλῃ τὸ γένος , τῷ δὲ
5258906 βυσσος
. βυσσός : τὸ βάθος βυσσός . ἔστι δὲ καὶ βύσσος : εἶδος , λέγονται . . . + .
ὀξυτόνως λέγεται καὶ ὁ βυθός . τὸ μέντοι θηλυκὸν τοῦ βύσσος βαρύνεται , ἀφ ' οὗ καὶ βύσσινον . .
5256236 περιεργοτερα
δόξειεν ἂν εἶναι καὶ ἀκριβεστέρα τῆς Λυσίου τήν τε σύνθεσιν περιεργοτέρα τις καὶ σχηματισμοῖς διειλημμένη ποικίλοις , ὅσον τε ἀπολείπεται
καλούμενον βρῶμα , ὥς φησι Χρύσιππος , οὗ ἡ κατασκευὴ περιεργοτέρα . . : Πρίαμος δὲ παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ
5250642 χρονοισιν
σημεῖα αἱμοῤῥώδεα , οἶμαι δὲ καὶ προγενόμενα . Τὰ τεταγμένοισι χρόνοισιν αἱμοῤῥαγεῦντα , διψώδεα , ἐκχλοιούμενα , μὴ αἱμοῤῥαγήσαντα ,
ἐκρίθη δὲ δι ' ἕκτης . Πάντα ἐν τούτοισι τοῖσι χρόνοισιν ἑκταῖα , ὀγδοαῖα ἐκρίνετο . Περὶ πληϊάδων δύσιας ,
5248505 ροις
γὰρ ἐμπορίᾳ τε καὶ ναυμαχίᾳ τῆς Ἀθηνᾶς οὖσιν ἀμφοτέ - ροις , ἐνεῖδον γεωργίᾳ τε καὶ ἐμπορίᾳ τῆς Ἀθηνᾶς οὖσιν
Ἀγάθην τοῖς περὶ τὸν ποταμὸν οἰκοῦσι τὸν Ῥοδανὸν βαρβά - ροις , τὸ δὲ Ταυροέντιον καὶ τὴν Ὀλβίαν καὶ Ἀντίπολιν
5245008 Χαλκηδων
: Καρχηδὼν Καρχηδόνος , ἡ ἐν τῷ Βυζαντίῳ ἥτις καὶ Χαλκηδὼν λέγεται : Ἑρμιὼν Ἑρμιόνος : Ἠϊὼν Ἠϊόνος : ὅτι
Λιβύης : Καλχηδόνος τῆς ἐν τῷ Βυζαντίῳ , ἡ καὶ Χαλκηδὼν λέγεται : Ἑρμιὼν Ἑρμιόνος : Ἡιόνος , ὅτι ἐπὶ
5243114 ἀορτη
θερμὴ ἡ γαστὴρ , ἐκπεπύρωται ὁ στόμαχος : μεταλαμβάνουσα ἡ ἀορτὴ μεταδίδωσι τῇ καρδίᾳ τῆς χολῆς , καὶ ἐντεῦθεν ὀξύθυμοί
τὸ ζωτικὸν πνεῦμα : ἐξ αὐτῆς καὶ ἡ μεγάλη [ ἀορτὴ ] ἀρτηρία καὶ πρῶτος στέλεχος τῶν ἄλλων ἀρτηριῶν .
5242760 οὐσιωδης
ἔχειν , ὅτι ἡ μὲν ὑλική ἐστιν , ἡ δὲ οὐσιώδης . ἐμοὶ δὲ δοκοῦσιν ἀμφότεραι ἡνῶσθαι καὶ μὴ διαιρεῖσθαι
τῶν ἰδεῶν εἰσιν ἀριθμοί , ὅ τε ἑνιαῖος καὶ ὁ οὐσιώδης , καὶ ὅτι ἐν πάσαις τάξεσιν οὗτοι τῶν θείων
5239616 ἡγεμονικαι
τιμιώτεραι , αἱ δὲ ἀτιμότεραι : ἐν ψυχικαῖς μὲν τίμιαι ἡγεμονικαὶ , ἐν φυσικῇ δὲ ἡ ἀλλοιωτική . αὗται οὖν
τῶν ἀστέρων : ἐκ γὰρ τούτων καὶ ἐπίσημοι γενέσεις καὶ ἡγεμονικαὶ καὶ βασιλικαὶ τὴν διάκρισιν καὶ τὴν μεταβολὴν τῆς πράξεως
5237442 μεταληφθεισα
κρίσεως καὶ δίκης εἰσηγεῖται : ἡ γὰρ προσηγορία τῆς Μαδιὰμ μεταληφθεῖσα ἐκ κρίσεως ὀνομάζεται . διττὸν δὲ τοῦτο . δηλοῖ
. ἐκεῖθεν δὲ καὶ ἐπὶ τοὺς ῥητορικοὺς λόγους ἡ κλῆσις μεταληφθεῖσα τοῦ προοιμίου κράτος ἔσχε τῷ χρόνῳ συνήθης εἶναι τοῖς
5234672 ἐμποδιζουσα
ἀποτελοῦσα . διὸ καὶ τὸν στόμαχον , ἀεικίνητον ὄντα , ἐμποδίζουσα κλείει , τὴν δὲ κοιλίαν πνευμάτων ἐμπίπλησι καὶ τὸ
ἀλλὰ σύνεστιν ἀεὶ τῇ νοήσει ἡ φαντασία ἢ συνεργοῦσα ἢ ἐμποδίζουσα , συνεργοῦσα μὲν ὡς ἐπὶ τῶν μαθημάτων , ἐμποδίζει
5232033 Ἀραχωσια
Ἰμάου ὄρους Σηρική : πίναξ θʹ . Ἀρεία Παροπανισάδαι Δραγγιανή Ἀραχωσία Γεδρωσία : πίναξ ιʹ . Ἰνδικὴ ἡ ἐντὸς Γάγγου
ἔσχεν ἡ χώρα . ἐχομένη δὲ τῆς Ἰνδικῆς ἀφώριστο σατραπείας Ἀραχωσία καὶ Κεδρωσία καὶ Καρμανία , πρὸς δὲ ταύταις Περσίς
5228918 αὐξητικως
. Μαρκελλίνου . Ἡ προβολὴ πρότασίς ἐστι τοῦ ἐγκλήματος : αὐξητικῶς δὲ ὡς ἐν διηγήσει προαχθήσε - ται : μεμετρημέναις
οἶδ ' ὅπως παιδὸς πρᾶγμα ἔπαθε διὰ τὴν τοῦ πάντα αὐξητικῶς ἐθέλειν λέγειν φιλοτιμίαν . ἔστι μὲν γὰρ ὑπόθεσις αὐτῷ
5226481 ὀρεινοις
αὐτῆς ῥίζης , λευκότερα τῶν τοῦ πρασίου . φύεται ἐν ὀρεινοῖς καὶ τραχέσι χωρίοις . Στοιχὰς γεννᾶται μὲν ἐν ταῖς
ὄρος ἀνωτάτω κώμῃ , καὶ οἱ ἄλλοι Ἕλληνες ἐν τοῖς ὀρεινοῖς καλουμένοις Θρᾳξὶ πλησίον κατεσκήνησαν . Ἐκ τούτου ἡμέραι τ
5225092 ἀποδεδειγμενη
τῆς ἁπάσης οἰκουμένης , ὥσπερ αὖ τῆς χώρας ἄστυ κοινὸν ἀποδεδειγμένη . φαίης ἂν περιοίκους ἅπαντας ἢ κατὰ δῆμον οἰκοῦντας
μηδὲ τὸ ἐπὶ τοῦ αἰδοίου δέρμα . Ἀρχὴ δὲ ἰήσιος ἀποδεδειγμένη μὲν οὐκ ἔστιν , ἥτις ὀρθῶς ἀρχή ἐστι πάσης
5224815 Μεσοποταμιᾳ
ἐπερρώσθη τῷ εὐψυχεῖ καὶ ἐνύδρῳ τῆς πόλεως μετὰ τὸν ἐν Μεσοποταμίᾳ ξηρὸν αὐχμόν , τούς τε στρατιώτας ἀνεκτᾶτο , καὶ
τὸν Εὐφράτην ἡ Ἀγκωβαρῖτις . Πόλεις δέ εἰσιν ἐν τῇ Μεσοποταμίᾳ καὶ κῶμαι , παρὰ μὲν τὸν Εὐφράτην ποταμὸν αἵδε
5223513 ἀριστερῃ
, τῇ μὲν δεξιῇ χειρὶ ἔχων αἰχμήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ τόξα , καὶ τὴν ἄλλην σκευὴν ὡσαύτως : καὶ
δεξιῇ μὲν ἔχων τὸν Ἕλλης τάφον τῆς Ἀθάμαντος , ἐν ἀριστερῇ δὲ Καρδίην πόλιν , διὰ μέσης δὲ πορευόμενος πόλιος
5221624 Μηκυβερνα
Λίπαξος : πόλις Θράικης . Ἑκαταῖος . . . . Μηκύβερνα : πόλις Παλλήνης τῆς ἐν Θράικηι χερρονήσου . Ἑκαταῖος
Ἔξω δὲ τοῦ ἰσθμοῦ πόλεις αἵδε : Ὄλυνθος Ἑλληνὶς , Μηκύβερνα Ἑλληνὶς , Σερμυλία Ἑλληνὶς καὶ κόλπος Σερμυλικὸς , Τορώνη
5219334 παπυρος
δὲ προπαρασκευὴ τοῦ ἰπωτηρίου γίνεται τρόπῳ τοιούτῳ : βρέχεται ἡ πάπυρος ἐπὶ δύο ἢ τρεῖς ἡμέρας : ὅταν δ '
γὰρ ἔχει τὸ ξύλον καὶ καλόν . αὐτὸς δὲ ὁ πάπυρος πρὸς πλεῖστα χρήσιμος : καὶ γὰρ πλοῖα ποιοῦσιν ἐξ
5213557 συναπτον
πάθος ἔχειν μεταξὺ αἰσθητοῦ καὶ νοητοῦ κείμενον μέσον ἀνάλογον , συνάπτον πως τὰ ἄκρα ἀλλήλοις , δεκτικὸν ἅμα καὶ ἀπαγγελτικὸν
μαθήσεις καὶ καθαρῶς ἀντιλαμβανόμενον τῶν ὄντων , ἐνιαχοῦ δὲ καὶ συνάπτον τὰ μαθηματικὰ θεωρήματα τοῖς θεολογικοῖς . τοσαῦτα γὰρ ἄν
5209551 βεβαιουσα
δέ μοι δηλοῦν ἀνδρὸς ἀρετὴν πρώτη τε μηνύουσα καὶ τελευταία βεβαιοῦσα ἡ νῦν τῶνδε καταστροφή : τὸν γὰρ ἐν τοῖς
σοῦ , καλὴ μὲν ἡ ἐπιστολή , τὸ δὲ ἔγκλημα βεβαιοῦσα . Ἁρμόνιος οὑτοσὶ χρηστὸς ὢν τὰ τῶν πεπονηρευμένων πάσχει
5209033 χαμαιακτη
ὥσπερ ἐκεῖνο παρδάλεις . Ἀκτὴ ἥ τε δενδρώδης καὶ ἡ χαμαιάκτη ξηραντικῆς ἀμφότεραι δυνάμεώς εἰσι τῆς κολλητικῆς τε καὶ μετρίως
, πολύχυλον , οἰνώδη . τὸ δ ' ἕτερον αὐτῆς χαμαιάκτη καλεῖται , ὑφ ' ὧν δ ' ἕλειος ἀκτῆ
5206013 Ἀζανια
Κρεμμυών : κώμη Κορίνθου . Εὔδοξος ἕκτῳ Γῆς Περιόδου . Ἀζανία : μέρος τῆς Ἀρκαδίας . Λέγεται καὶ Ἀζηνία :
Ἀρκὰς τριχῇ τὴν χώραν , καὶ ἀπὸ μὲν Ἀζᾶνος ἡ Ἀζανία μοῖρα ὠνομάσθη : παρὰ τούτων δὲ ἀποικισθῆναι λέγουσιν ,
5204399 ἀκλινους
δὲ ὡς ἄνευ τῆς οἰκείας βλάβης προεστώσης τῶν ἐγκοσμίων καὶ ἀκλινοῦς μενούσης πρὸς τὰ δεύτερα : ἐξ ἀκηράτων γὰρ γενῶν
γὰρ ἡ τῶν στοιχείων μεταβολή , τὸ δ ' ἰσοκρατὲς ἀκλινοῦς βεβαιότητος καὶ ἀσαλεύτου μονῆς αἴτιον . ἅτε μήτε πλεονεκτοῦν
5204213 Γαιτουλια
αὐτῷ κλίματα ταῦτα : Ἰταλία , Μεταγωνῖτις , Μαυρητανία , Γαιτουλία , Συρία , Κομμαγηνή , Καππαδοκία . κυριεύει δὲ
Σικελίη χθών . κατὰ δὲ Πτολεμαῖον Μεταγωνῖτις , Μαυριτανία , Γαιτουλία , Συρία , Κομμαγηνή , Καππαδοκία . κατὰ μέρος
5203927 οἰκονομουσα
οἰκειότης , σωφροσύνῃ θνητῇ κεκραμένη , θνητά τε καὶ φειδωλὰ οἰκονομοῦσα , ἀνελευθερίαν ὑπὸ πλήθους ἐπαινουμένην ὡς ἀρετὴν τῇ φίλῃ
ὑπ ' ἄλλης τολμηθεῖσα , παλίνορτος καὶ ὕστερον ὁρμωμένη , οἰκονομοῦσα καὶ κατασκευάζουσα δολίως τὸν τοῦ ἀνδρὸς θάνατον τεκνόποινος ,
5202963 προσχωρος
Ἀντιφῶντι , ἦ που δὲ καὶ ἐπιχώριος καὶ ἐγχώριος καὶ πρόσχωρος καὶ ὁμόχωρος , εἰ μὴ καὶ τὸ χωρίζειν καὶ
χώραν . πλήθουσι νεκρῶν δυσπότμως ἐφθαρμένων Σαλαμῖνος ἀκταὶ πᾶς τε πρόσχωρος τόπος . ὀτοτοτοῖ , φίλων πολύδονα σώμαθ ' ἁλιβαφῆ
5198980 ἑτεροιουται
τι καὶ ἑτεροιοῦται , ἤτοι τὸ μένον μεταβάλλει τε καὶ ἑτεροιοῦται ἢ τὸ μὴ μένον . οὔτε δὲ τὸ μένον
ἑτεροιοῦται ἢ τὸ μὴ μένον . οὔτε δὲ τὸ μένον ἑτεροιοῦται καὶ μεταβάλλει , μένει γὰρ ἐν τῷ εἶναι οἷον
5196786 αὐξανεται
διὰ ϲώματοϲ ἰϲχνότητα , ὡϲ μετ ' ὀλίγον δείξομεν . αὐξάνεται δὲ τὸ θερμὸν ἢ διὰ τὰ κατὰ φύϲιν αἴτια
: καὶ ὅλως δὲ πλείω ἐν τοῖς προσβορείοις φύεται . αὐξάνεται δὲ καὶ ἐπιδίδωσι τὰ πυκνὰ μὲν ὄντα μᾶλλον εἰς
5196171 διατριβουσης
λήθη τοῦ καλοῦ , πρὸς τῷ ἡδεῖ ἐκείνῳ τῆς ψυχῆς διατριβούσης . τὸ δὲ λιμῷ συνόντα παρεστῶτα ἄλλῳ τοῦ λωτοῦ
τῆς Ἀταλάντης τῆς ἐν τῷ ὄρει διαιτωμένης καὶ κοιμωμένης καὶ διατριβούσης ἐκεῖσε : κυνηγὸς γὰρ ἦν . τὸ δὲ κο
5194647 ἀραιοτερος
, ὡς ἐπὶ τῶν τεταρταίων ἐστὶ δύο δακτύλοις καὶ αὖθις ἀραιότερος τοῦ τῶν ἀμφημερινῶν , ὡς πάλιν συνάγεσθαι τὸν τῶν
σφοδρότητι ἠλαττωμένος καὶ τοῖς χρονικοῖς διαστήμασιν ηὐξημένος , βραδύτερος καὶ ἀραιότερος γεγονώς , τοῖς δὲ γηραιοῖς παρέπεται σφυγμὸς μικρότητος μὲν
5194022 Λεξις
περὶ αὐτῆς μικρὸν ὕστερον ἐν τῷ περὶ γλυκύτητος λέξομεν . Λέξις γε μὴν ἀφελὴς τὸ μὲν πλεῖστον ἡ αὐτή ἐστι
ἀπὸ δὲ τῶν σχημάτων δῆλά πως καὶ τὰ ἑξῆς . Λέξις μὲν γὰρ ὅπερ ἔφην βραχέα , ἥτις ἂν εἴη
5189297 ἐπετελεσατο
οὐκ ἀρκεσθεὶς δὲ τῷ ἀσεβήματι τούτῳ πολλῷ μεῖζον μύσος ἕτερον ἐπετελέσατο : ἀκρωτηριάσας γὰρ τὸ σῶμα τοῦ παιδὸς καὶ ἐνθεὶς
αὐτοῦ διεξιών , ἃς ἐπὶ τῷ κατασχεῖν τὴν Ῥωμαίων ἀρχὴν ἐπετελέσατο . διεξελθὼν δὲ πολλὰς αὐτοῦ καὶ δεινὰς κατηγορίας τελευτῶν
5188507 ἀνακτορα
δὲ ἀπειθοῦντι καὶ παρακούσαντι κρύψω τὸ πῦρ καὶ κλείσω λόγων ἀνάκτορα . κοινὸν μὲν πάντων τὸ κήρυγμα , μάλιστα δὲ
† ἄνακτος , ἐξ οὗ ἀναγκάζω . . . . ἀνάκτορα : οὐ πεποίηται , τῶν † ῥημάτων παράκειται οὐδετέρου
5183998 Μαρμαρικη
κατὰ Πτολεμαῖον Ὑρκανία , Ἀρμενία , Μαντιανή , Κυρηναϊκή , Μαρμαρική , Αἴγυπτος κατὰ χώραν . κατὰ δὲ μέρος τῷ
Νουμιδία , Ἀφρική , [ Πίναξ τρίτος ] Κυρηναϊκή , Μαρμαρική , Ἡ ἰδίως Λιβύη , Αἴγυπτος [ ὅλη ἡ
5182519 ἀλιμενῳ
ἐκ τῶν πλησίον νήσων , ὑπεναντίως τῷ Ἰταλικῷ τῷ ἀντικειμένῳ ἀλιμένῳ ὄντι : ἀλεεινοὶ δὲ καὶ χρηστόκαρποι ὁμοίως : ἐλαιόφυτοι
εἰρημένοις τὸ λειπόμενον . ἡ τετάρτη τοίνυν πλευρὰ πᾶσα σχεδὸν ἀλιμένῳ θαλάττῃ προσκλυζομένη προβέβληται τὸ Αἰγύπτιον πέλαγος , ὃ τὸν
5178764 Γεδρωσιαν
ὑποτεταγμένα κλίματα ταῦτα : Συρίαν : Ἰνδικήν , Ἀριανήν , Γεδρωσίαν , Θρᾴκην , Μακεδονίαν . κυριεύει δὲ τοῦ σώματος
παράλληλος τῇ μὲν διὰ τῆς τῶν Ἰχθυοφάγων τῶν κατὰ τὴν Γεδρωσίαν καὶ τῆς Ἰνδικῆς διήκει , τῇ δὲ διὰ τῶν
5173696 ἐκουφισθη
πόνοι : κάθαρσις ἐπαύσατο . Προσθεμένῃ δὲ , ταῦτα μὲν ἐκουφίσθη , κεφαλῆς δὲ καὶ τραχήλου καὶ ὀσφύος πόνοι παρέμενον
ἐπέπαυτο , καὶ ὁ πυρετὸς ἐπρηΰνετο , καὶ τὰ ὅλα ἐκουφίσθη , καὶ ἐκρίθη τεσσαρεσκαιδεκαταῖος . Εὔδημος σπλῆνα ἐπόνει ἰσχυρῶς
5169050 φιλονεικου
τὸ ἀντιγράφειν τῷ Λυσίου λόγῳ καὶ ἁμιλλᾶσθαι βασκάνου τινὸς καὶ φιλονείκου νέου ἔοικεν εἶναι , κωμῳδοῦντος τὸν ῥήτορα καὶ εἰς
τὸ παντάπασιν ἀνανταγώνιστον . ἐρεθίζεται γὰρ ἀεὶ ῥᾳδίως ὑπὸ τοῦ φιλονείκου πρὸς τὸ φιλόπονον ἡ ψυχή . διὰ τοῦτο οὐκ
5166583 ἡρμοσεν
: ἐλθὼν δὲ ἐκεῖνος , καὶ τῇ μουσικῇ χρώμενος , ἥρμοσεν αὐτῶν τὰς ψυχὰς καὶ τὴν στάσιν ἔπαυσεν . Εἴποτε
μοι φαίνεται : οὐ γὰρ ἔστιν ὅτι ἂν μᾶλλον ὄνομα ἥρμοσεν ἓν ὂν τέτταρσι δυνάμεσι ταῖς τοῦ θεοῦ , ὥστε
5165626 ὑγρης
Ὁκόταν γὰρ τὸ πνῖγος ἐπιγένηται ἐξαίφνης , τῆς τε γῆς ὑγρῆς ἐούσης ὑπὸ τῶν ὄμβρων τῶν ἐα - ρινῶν καὶ
μήκωσι θολὸς κείνῃσι πεπηγὼς κυάνεος , πίσσης δνοφερώτερος , ἀχλύος ὑγρῆς φάρμακον ἀπροτίοπτον , ὅ τε σφίσιν ἄλκαρ ὀλέθρου ἐντρέφεται
5162011 ἀρτηριη
. ὄργανα δὲ μυρία : ἀρχὴ μὲν ῥῖνεϲ , ὁδὸϲ ἀρτηρίη , χώρη δὲ πνεύμων , θώρηξ δὲ πνεύμονοϲ ἔρυμα
χρήσθω τοῖσιν εἰρημένοισιν . Ἀρτηρίη τρωθεῖσα : ἢν τρωθῇ ἡ ἀρτηρίη , βὴξ ἔχει , καὶ αἷμα βήσσεται , καὶ
5161489 Μυκωνος
διαβεβλημένων ἐπὶ σμικροπρεπείᾳ : παρὰ τὴν σμικρότητα τῆς νήσου τῆς Μύκωνος καὶ εὐτέλειαν . Μυκωνείων δίκην ἐπεισπέπαικεν εἰς τὰ συμπόσια
ἐπὶ γλισχρότητι καὶ σμικροπρεπείᾳ παρὰ τὴν σμικρότητα τῆς νήσου τῆς Μύκωνος καὶ εὐτέλειαν . Μύλλος πάντ ' ἀκούει : ἐπὶ
5160062 Κολχικη
Νουμιδία , Καρχηδών , Ἀφρική , Βιθυνία , Φρυγία , Κολχική . κυριεύει δὲ τοῦ σώματος στήθους καὶ στομάχου ,
τῆς χώρας ἔθει Κυρτωνῖνος ὡς Σατορνῖνος . Κύτα , πόλις Κολχική , πατρὶς Μηδείας . ἔστι καὶ ἄλλη Σκυθίας .
5156655 Αἰλια
διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς γιβʹ μιᾶς ὥρας : ἡ δὲ Αἰλία Καπιτωλιὰς Ἱεροσόλυμα ἔχει ὡρῶν ιδ ηʹ , καὶ διέστηκεν
ξϚ δʹ λα γιβʹ : Ἱεροσόλυμα , ἡ νῦν καλουμένη Αἰλία Καπιτωλιάς . . . . . . ξϚ λα

Back