τὴν πρὸς τὴν κυράν , ἀνθ ' ὧν με ἀγορασθέντα ἔσκωψεν καὶ ἐκακολόγει , καὶ ὅτι τὰ δωρηθέντα μοι ὑπὸ | ||
οἶσθα συλλουομένην ἡμῖν οἵα ἐστί . Θαῒς δὲ οἷα καὶ ἔσκωψεν εὐθὺς ἐς ἐμέ : Εἰ γάρ τις , ἔφη |
τὴν ἀποφράδα ὥς τι ξένον καὶ ἀλλότριον τῶν Ἑλλήνων ὄνομα ἐγέλα εὐθὺς καὶ τὸν ἄνδρα τοῦ πάλαι ἐκείνου γέλωτος ἠμύνετο | ||
δὲ ὑφ ' ἡδονῆς μετέωρος ἑωρᾶτο , καὶ νῦν μὲν ἐγέλα τῷ προσώπῳ πάνυ ἀσελγῶς , πάλιν δὲ εὐθὺς ἐθρήνει |
παλιγκάπηλος δὲ ὁ ἀπὸ τοῦ ἐμπόρου ἀγοράζων καὶ πωλῶν . μεταβολεὺς δὲ ὁ κατὰ τὴν κοτύλην πωλῶν , ὥσπερ οἱ | ||
τῶν Ἑλλήνων , τῷ δὲ Λαμάχῳ οὐδέν . Γ # μεταβολεὺς καὶ παλιγκάπηλος . Γ ὁ λοφοποιὸς ἐναντία τοῦ δρεπανουργοῦ |
ὁ κατὰ τῶν ἀγαθῶν λόγος ἰσχύει . κολακευτικῶς καὶ δολίως ὑπερχόμενος . πρός . τοὺς ἀκούοντας τὴν τῶν ἀγαθῶν κατηγορίαν | ||
ἐναντίων ποιοτήτων συγκείμενος , μοχθηρὸς ὑπάρχει , μήτε ἀναδιδόμενος μήτε ὑπερχόμενος , ἀλλ ' ἐπὶ πλέον τε παραμένων ἐν τῇ |
οὖν ἂν εἴην μὴ κρύπτειν τὸ τῶν ὀμμάτων φάος μηδὲ κατηφὴς εἶναι , Ἀντία τ ' ὢν καὶ Θρασύκλου σύγγονος | ||
κακόν . ἤδη δὲ ἔγνων κύνα , ἥτις οἴκοι μὲν κατηφὴς ἦν καὶ οὐδενὶ τῶν πλησιαζόντων ἔχαιρεν , ἐπὶ θήραν |
ὁ τῆς τούτου κομιδῆς ἐγχειρισθεὶς τὴν φροντίδα τῶν μὲν κριθῶν ὑφῄρει , λίθους δὲ ὑποπάττων ἐκείνῳ μὲν ἄβρωτον τὸ πλεῖστον | ||
ὑφῄρει δὲ ἀντὶ τοῦ ἐκτείνει . . τὴν χεῖρ ' ὑφῄρει : Ἐν ᾗ τὴν χύτραν κατεῖχεν λάθρα . Θ |
τίς ἡ ὑπογραφὴ καὶ τί δηλοῖ , μὴ εὑρίσκων δεινῶς ἔπασχεν . [ ἠθύμη : ἐν ἀπορίᾳ καθιστήκει : ὅτι | ||
ὁ δὲ συνήγορος , μόνον παρακαλῶν ὑπέρ τινος , οὐδὲν ἔπασχεν . . . . τῶν παίδων τῶν ὑμετέρων ] |
α . * . Ἀτυχθείς : ἔστι τεύχω , τὸ ἐπιτυγχάνω , ὁ μέλλων τεύξω , ὁ δεύτερος ἀόριστος ἔτυχον | ||
κυρόω μὲν κυρῶ τὸ βεβαιῶ , κυρέω δὲ κυρῶ τὸ ἐπιτυγχάνω ποιητικόν : καὶ δεσμέω δεσμῶ τὸ ἐμπεδῶ , δεσμόω |
φορτία πάντα τεθεικὼς καὶ τὸν ὄνον , διαπλεῖ σινδόν ' ἐπαράμενος . ὥστε μάτην Τρίτωνες ἐν ὕδασι δόξαν ἔχουσιν , | ||
γενόμενος ὁ Παυσανίας δόξας τε κατ ' ἐπιβουλήν τινα εἰσεληλυθέναι ἐπαράμενος τὸ ξιφίδιον ἐπερόνησε τὴν κόρην καὶ ἀπέκτεινε . καὶ |
, ὥστε λήσεις τῷ χρόνῳ . κατεσκέδασέ μου τὴν ἁμίδα κεχηνότος . ἀνήσεις κροκύδα μαστιγουμένη . ἐγὼ δ ' ὑπερῶ | ||
ἔχων , καὶ ὁ Ἀριστοφάνης : κατεσκέδασέ μου τὴν ἁμίδα κεχηνότος . λέγουσι δὲ καὶ ἅμαξαν δασέως καὶ καθημαξευμένα καὶ |
δεσμὰ καὶ κάλους ῥήξας ἐς μέσσον αὐλῆς ἦλθ ' ἄμετρα λακτίζων . σαίνων δ ' ὁποῖα καὶ θέλων περισκαίρειν , | ||
μὲν κατέδυνεν ὑφ ' ὕδατι , πολλάκι δ ' αὖτε λακτίζων ἀνέδυνε : μόρον δ ' οὐκ ἦν ὑπαλύξαι . |
τῶν ἰσχίων : διδόναι δ ' ἐσθίειν τὰ τὴν ἔντασιν ἐρεθίζοντα : ἔστι δὲ βρώματα πολύπους , ἐχῖνος , καὶ | ||
ῥῆμα θρεττανελό . ἐκεῖ γὰρ εἰσάγει τὸν Κύκλωπα κιθαρίζοντα καὶ ἐρεθίζοντα τὴν Γαλάτειαν . ἐπεὶ οὖν ἔφη ὁ χορὸς , |
αὐτόχρημ ' ἐν Χάοσιν ” . ἐπειδὴ καὶ εἰς μαλακίαν διεβάλλετο Γέρης καὶ Θεόδωρος , καὶ ὅτι ἐκ δούλων . | ||
, δέον οὕτως εἰπεῖν , ἐπειδὴ ὁ Σωκράτης ὡς παιδεραστὴς διεβάλλετο καὶ τούτου χάριν εἰς τὰς παλαίστρας ἐφοίτα , ⌈ |
τοῦ καυλοῦ καὶ τοῦ σπέρματος τῆς αὐτῆς ἐστι δυνάμεως . Κρόκος ἔχει μέν τι καὶ στῦφον ὀλίγον , ὅπερ ἐδείχθη | ||
γεῦσιν τὸ ἑλένιον οὔτε εὐωδίαν εὔτονον καὶ πληκτικὴν παρέχει . Κρόκος κράτιστός ἐστιν ὁ Κωρύκιος , πρόσφατος δὲ καὶ εὔχρους |
, Ἀττικοί : βυβλία , ὡς Δημοσθένης , κοινόν . Βλάξ . ὁ διὰ νωθρίαν ἁμαρτηκώς . Βλάξ , μαλακός | ||
Κύμῃ χωρίου τῆς Βλακείας , οὗ μνημονεύει καὶ Ἀριστοτέλης . Βλάξ , βλακεύειν , βλακεύεσθαι καὶ βλάκες καὶ βλακικῶς : |
] αὑτοῦ δυσθυμίαν εἰπόντος ὡς Βομβύκης ἐρῶ καὶ διὰ τοῦτο κάμνω τὴν ψυχήν , ὁ Μίλων προσπαίζων αὐτῷ τὴν φίλην | ||
: ὡς δ ' ὅτε σῦν ἀκάμαντα . παρὰ τὸ κάμνω κάματος καὶ ἀκάματος . . . . , . |
ἐν Γαδέρ , πλησίον Ἐφραθὰ οἴκου Βηθλεέμ , Βάλλα ἦν μεθύουσα καὶ κοιμωμένη ἀκάλυφος κατέκειτο ἐν τῷ κοιτῶνι : κἀγὼ | ||
ἔλαιον ἀναψήσασθαι , καὶ κύλικ ' εὔζωρον , ὡς ἂν μεθύουσα καθεύδῃ . ΓΘ ἄλλως : Πυανεψίοις καὶ Θαργηλίοις Ἡλίῳ |
συγκαλεῖν καὶ ποιεῖν , ὅπως τόν τε πόλεμον αὐτοῖς ἐκείνη ψηφιεῖται καὶ τὴν τοῦ στρατοῦ καταγραφὴν ἐπιτρέψει ποιήσασθαι . εἰ | ||
. τότε γὰρ αὐτόν , ὡς ἔοικεν , ὁ δήμαρχος ψηφιεῖται πολέμιον , ὅταν ἡμῶν γένηται δυνατώτερος . ” Ταῦτ |
πάσχεις . ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Προμηθεύς φησι πρὸς αὐτόν : τρυφῶ καὶ χαίρω τοιαῦτα πάσχων κακά ; οὕτως εἴθε τοὺς | ||
κοινή : τρυφερός : τρυφὲν , κλασθέν : τρύζω : τρυφῶ : τρύχεται : τρύγει , ξηραίνει : τρύγα πυθμένα |
Σκόμβροι στιβάδα ποιούμενος στομώδη στραβαλοκόμαν Τεγεάς τέως τολύπαι τροπαία Τυφῶ ὕπουλος ὑψαυχεῖν φαικῷ φαρκῖδα φαρμακῶνες Φθιῶτις φίλανδρος χειμάμυνα χλωρανθείς χνοῦς | ||
ἁπλῶς τῷ ὄφει καὶ εὐνοϊκῶς προσεφέρετο , ὁ δὲ ἀεὶ ὕπουλος καὶ πονηρὸς ἦν . τοῦ δὲ καρκίνου συνεχῶς αὐτὸν |
μοι δοκεῖν . “ κἀγὼ ἐγέλασα ἐπιμετρήσαντος τοῦ μάρτυρος τὴν ὑλακὴν καὶ τὸ πῦρ . Ὁ Κλεόδημος δέ , ” | ||
τέκνον . ἓν δ ' οἶδα , ὡς ἐπειδὰν κυνὸς ὑλακὴν ἀκούσω , αὐτίκα πρὸς φυγὴν οὐκ οἶδ ' ὅπως |
τ ' ἀριθμόν , καὶ μέτρα θαλάσσης , καὶ κωφοῦ ξυνιείς , καὶ μὴ λαλέοντος ἀκούων . Εἴθε ὤφελες τὰ | ||
τοῦ Ἡρακλέους . ἀπειρομάχας ἐών κε φανείη λόγον ὁ μὴ ξυνιείς : ἐπεὶ ῥητῶς οὐκ ἐξήγγειλεν ὁ Πίνδαρος ὅτι ἐνικᾶτο |
δὲ τοῖς Ἀθηναίοις ἀπορίᾳ χρημάτων βουλευομένοις πωλεῖν τὰς νήσους ὧδε ἔπνευσεν : „ λῦσον , ὦ Πόσειδον , τὴν ἐπὶ | ||
ὁ σοφός , ἐπὶ μὲν τὴν κατηγορίαν τοῦ τυράννου πολὺς ἔπνευσεν , τοὺς δὲ στρατιώτας ἐδίδαξεν ἀμείνω φρονεῖν τὰ δοκοῦντα |
τὸ ἁρμόζον καὶ ὁ νόμος . κυβιστῶσι . κυβιστὴρ ὁ ὀρχηστὴς καὶ κυβιστῶσι τὸ ὀρχοῦνται . ἀσκωλιάζοντες . ἀσκωλιάζοντες κυρίως | ||
πηγὰς ἀνοίξας τὰς πάλαι κεκρυμμένας . Καὶ δὴ καταίθει γαῖαν ὀρχηστὴς Ἄρης , στρόμβῳ τὸν αἱματηρὸν ἐξάρχων νόμον . ἅπασα |
τινὸς ἱδρυμένην . Ἄιδεις ἔχων : μάτην λέγων ληρεῖς . Ἄιδεις πρὸς μυρίνην : ἔθος ἦν , τὸν μὴ δυνάμενον | ||
διὰ τὸ μὴ ἐῤῥιζῶσθαι μαραινομένων , ᾀδώνιδος αὐτοὺς ἐκάλουν . Ἄιδεις ὥσπερ εἰς Δῆλον πλέον : ἐπὶ τῶν φιληδόνων καὶ |
καὶ ἐγρηγόρειν ἡμίγραφον , ἡμιλάσταυρον , ἡμιφυές ἡμιώριον Ἰκόνιον κάθου καλαθίσκος κατάστικτον κατεγνυπωμένως κνύειν κοιτών κολλυβιστής κουρίδα κύμινον Κυραννή λεβήτιον | ||
τὰ φύλλα θρία ὠνόμασεν . παλάθη κυρίως ὁ τῶν σύκων καλαθίσκος παῦρα ] ὀλίγα νῦν δὲ τὰ τῆς χαμαιπίτυος φησίν |
. εὔμορφος μὲν γὰρ ὁ τὴν μορφὴν εὖ ἔχων οἷον εὐπρόσωπος : καὶ γὰρ τὸ τὴν ὄψιν πως σχηματίζειν μορφάζειν | ||
φωνῇ δ ' ὁμιλίᾳ τε κεχορηγημένη , πάνυ δ ' εὐπρόσωπος οὖσα καὶ καταπληκτική πολλοὺς ἐραστάς , καὶ πολίτας καὶ |
καὶ οὐ κατιόντων οὐδὲ τότε τῶν πολεμίων ὁ μὲν Ἀντώνιος ἐβαρυθύμει καὶ ἐξέτασσεν αἰεί , ὁ δὲ Βροῦτος τοῦ στρατοῦ | ||
: ἧς ἀφανοῦς γενομένης ὁ Σερτώριος οὐκ αἴσιον ἑαυτῷ τιθέμενος ἐβαρυθύμει τε καὶ ἐπ ' ἀργίας ἦν , καὶ ταῦτ |
γινόμενον φθείρεσθαι μέλλουσαν τὴν τροφὴν ἐκώλυσεν . Ἐρυγῆς δὲ διασημαινούσης ἀηδοῦς , ὡς δήλην εἶναι τὴν διαφθοράν , οὐκ ὀκνητέον | ||
. Γενομένης οὖν τινος ἐς τοῦτο πείρας καὶ ἐλπίδος οὐκ ἀηδοῦς , τὸν στρατὸν συναγαγὼν ἔλεξεν ὧδε : “ γνώμη |
. γνῶθι σαυτόν . . πίνων μὴ πολλὰ λάλει : ἁμαρτήσει γάρ . . μὴ ἀπείλει τοῖς ἐλευθέροις : οὐ | ||
ταῖς περιχρίστοις ἢ ὡς ἔμπλαστρον ἐν ὀθονίου ἐπιθέσει , οὐχ ἁμαρτήσει . ἐν τόπῳ δὲ περιψύχοντι κατακλίνειν καὶ τροφαῖς ὑγραῖς |
μέρους , ᾧ ἐπίκειται ὁ ζυγός . : πῶς οὐχὶ ταρβεῖς : Πῶς οὐχὶ φοβῇ τοιαῦτα ὑβριστικὰ λόγια κατὰ τοῦ | ||
ἀγορεύεις θαρσαλέως πολλοῖσι μετ ' ἀνδράσιν , οὐδέ τι θυμῷ ταρβεῖς : ἦ ῥά σε οἶνος ἔχει φρένας , ἤ |
, μεταλήψει δὲ τοῦ ὄντος σῳζόμενον , καθόσον ἂν αὐτοῦ μεταλαμβάνῃ . Ἡ δὲ ἑτέρα φύσις , ἡ παρ ' | ||
μεταλαμβάνοντα ὅμοια γίγνεσθαι ταύτῃ τε καὶ κατὰ τοσοῦτον ὅσον ἂν μεταλαμβάνῃ , τὰ δὲ τῆς ἀνομοιότητος ἀνόμοια , τὰ δὲ |
] . Γ ἐπειδὴ σικελικὸν ἔφη τὸν τυρόν . Γ παίζει δέ : ἀντὶ τοῦ “ ἤσθιε καὶ ἐκορέσθη ” | ||
βροντᾷ ” καὶ τὰ ἑξῆς . ὦ Ζεῦ βασιλεῦ ] παίζει ἐνταῦθα . κἂν ἀστράψω : ⌈ οἷον Γ φόβον |
τοῖς μήτε σχολὴν μήτε σπουδὴν διαγινώσκουσιν . ] Ἡ δὲ ἀγροικία δόξειεν ἂν εἶναι ἀμαθία ἀσχήμων , ὁ δὲ ἄγροικος | ||
οἱ φίλιπποι . Γεωργικὰ ὀνόματα : γῆ , γεωργία , ἀγροικία , ἀγροί , ἐσχατιαί , ἄλση , δρυμοί , |
ἔχοντας . ὁμοίως δὲ καὶ τούτων ἀπράκτων ἐπανελθόντων , ὁ Ἰογόρθας περιταφρεύσας τὴν πόλιν ἐνδείᾳ κατεπόνησε τοὺς ἐν τῇ πόλει | ||
βασιλείας . εὐδοκιμοῦντος δὲ αὐτοῦ καθ ' ὑπερβολήν , ὁ Ἰογόρθας μισθωσάμενός τινας σφαγεῖς τοῦτον μὲν ἐδολοφόνησεν , αὐτὸς δὲ |
οὔπω λέγεις . ὁρᾶις γὰρ αὐτός , εἰ φρονῶν ἤδη κυρεῖς . εἴπ ' εἴ τι καινὸν ὑπογράφηι τὠμῶι βίωι | ||
ποικίλας ἔχεις ; Οὐδέν : σὺ μέντοι κάρτα τοῦτο δρῶν κυρεῖς . Ἄπειμι : μῶρος δ ' ἦ πάλαι κλύων |
σέ : πεποίηται δέ τις αὐτῷ δημηγορῶν παγγέλοιος ἄνθρωπος , διάστροφος τὸ σῶμα καὶ λελωβημένος . ἐκεῖνος τοίνυν ὁ Θερσίτης | ||
υἱούς . περὶ Καλλιμέδοντος τοῦ Καράβου ὅτι φίλιχθυς ἦν καὶ διάστροφος τοὺς ὀφθαλμούς φησι Τιμοκλῆς : εἶθ ' ὁ Καλλιμέδων |
ἑαυτὸν βασιλέα τετηρῆσθαι ὑπὸ τῆς τύχης . τοιαῦτα δή τινα πλαγίως ἐμφαίνων νοεῖσθαι μᾶλλον ἐβούλετο τὰ πραχθέντα ἢ ἀκούεσθαι . | ||
ἐπεὶ τὰ μὲν ἕτερα ζῷα εἰς ὕψος πέτεσθαι προαιρούμενα , πλαγίως περιφέρεται , ἀδυνατοῦντα κατευθὺ χωρεῖν , μόνος δὲ ἱέραξ |
ὀνόματος μέλει . ταύτης ἐρᾷ τῆς Ἀλκίππης ὁ Ἁλιρρόθιος καὶ ποθήσας βιάζεται τὴν παρθένον . ἔγνω τῆς θυγατρὸς τὴν βίαν | ||
πρὸς τοὺς τῶν ἄλλων γονεῖς καὶ λέγειν , ὡς οὐδὲ ποθήσας ὁ παῖς ἠπείθησε τῷ πατρί . χορήγησον τοῖς συλλόγοις |
ἀμαθὴς ἀναίσθητος ἀσύμφωνος [ ἄπιστος ] ἀπειθὴς ἀφηνιαστὴς γόης εἴρων κέρκωψ δυσυπονόητος δυσώνυμος δυσεύρετος δυσέφικτος ἐξώλης κακόνους ἀσύμμετρος ἀκαιρολόγος μακρήγορος | ||
. . πουλύπους ὥσπερ πέτρας ἔχεται . γόης τις ἢ κέρκωψ λόγων ἀργύριον εἶχεν οὐδ ' ὅσον . ἐσθὴς δὲ |
ἄγουσι ; Πάνυ μὲν οὖν . Οὐκοῦν τούτων ὁ ἀγαθὸς μαστροπὸς τὰ συμφέροντα εἰς τὸ ἀρέσκειν διδάσκοι ἄν ; Πάνυ | ||
φησί : Τελείως δ ' εὖ με ὑπῆλθεν ἡ κατάρατος μαστροπὸς ἐπομνύουσα τὰν Κόραν , τὰν Ἄρτεμιν , τὰν Φαραφάτταν |
ὁ δ ' ἐναντίος σκαιός , ἐκμελής , ἄγροικος , ἄμικτος , εἴρων , ἀλαζών , ὑπεροπτικός , ὑπέρφρων , | ||
πᾶσα ξηραντικὴν ἔχει δύναμιν , καὶ ὅταν ἀκριβῶς ᾖ πυρώδους ἄμικτος οὐσίας , ἀδηκτότατα ξηραίνει : συντελεῖ δ ' εἰς |
ποθεῖσά τινα διαλάθοι ποτέ : αὕτη γὰρ πρῶτον μὲν βαρύτητα προστρίβεται τῇ γαστρὶ ποθεῖσα , ἔπειτά που περὶ τὰ σπλάγχνα | ||
πτισάνη ῥυπτικωτέρα μὲν γίνεται , βλάβην δ ' οὐδεμίαν ἑτέραν προστρίβεται . χειρίστη δὲ σκευασία πτισάνης ἐστίν , ὅταν οἱ |
αὐτοῦ τήμερον ἐκπηνιεῖται ταῦτα προσκαλούμενος . Κάκιστ ' ἀπολοίμην , Ξανθίαν εἰ μὴ φιλῶ . Οἶδ ' οἶδα τὸν νοῦν | ||
ὄψα ἐποίησε , δεσπότην πάλιν ἑαυτὸν ποιεῖ , τὸν δὲ Ξανθίαν δοῦλον . ἀποδέχεται δὲ τὸν Διόνυσον ὁ χορὸς ὡς |
τὸ σχῆμα , τρίγωνον δ ' οὐδοπωσοῦν , πλὴν εἰ καταχρώμενος . βέλτιον δ ' ὁμολογεῖν , ὅτι τῶν ἀγεωμετρήτων | ||
εἴη , εἰ κυρίως τὴν βούλησιν ὑπολαμβάνοι , ἀλλὰ μὴ καταχρώμενος ἄν τις λέγοι , ἐπειδὴ καὶ ταῦτα παρεῖναι ἀξιοῦμεν |
τι , πρᾶγμά [ ] τι τοιοῦτον ἀγγελῶν [ ] ἐλήλυθα , κατὰ τὴν [ ] Ἰωνίαν πάλαι γεγενημένον [ | ||
. Ἐπὶ πείρᾳ δοὺς τριάκονθ ' ἡμέρας . Ὄρνεις φέρων ἐλήλυθα . Ὄρνιθας ἀποστέλλει . Βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ |
λιμναῖος καὶ ποτάμιος . οὗτος δὲ καλεῖται καὶ ὀξύρυγχος . σάλπη κρείττων ἡ φθινοπωρινή , ὑγρόν τι καὶ λευκὸν καὶ | ||
τοῦ ὀπτοῦ : οὗτος γὰρ καὶ εὐστόμαχος καὶ εὐκοίλιος . σάλπη σκληρά , ἄστομος : κρείσσων δ ' ἡ ἐν |
. . . ἀΐδηλος : κεῖνος δ ' αὖτ ' ἀΐδηλος ἀνήρ , ὁ ὀλοθρευτικός : οὐ γὰρ ἄξιος Ἀριστόνικος | ||
ποιητῇ : ἀΐδηλον Ἄρηα , τὸν ὀλέθριον . ἢ αὐτὸς ἀΐδηλος ἐσόμενος . καὶ ὁ μὲν Μεθόδιος λέγει εἶναι ἀπὸ |
παύσονται τῆς προνικότητος . “ ὁ σωματέμπορος : ” ὡραίως ἐπενόησας , μὰ τὴν σκοτίαν σου . “ ἐπιστραφεὶς δὲ | ||
ὁρῶσιν οἱ θεοί . Ἰοῦ ἰοῦ : εὖ γ ' ἐπενόησας αὐτὸ καὶ προμηθικῶς . Ὑπόδυθι ταχὺ δὴ κᾆτα θαρρήσας |
καταπηδήσας δέ τις ἀπὸ τοῦ ἵππου τῶν τοῦ Κύρου ὑπηρετῶν ἀναβάλλει αὐτὸν ἐπὶ τὸν ἑαυτοῦ ἵππον . ὡς δ ' | ||
χορεύειν . καὶ Σθένελος : οἶνος καὶ φρονέοντας εἰς ἀφροσύνας ἀναβάλλει . Φωκυλίδης δέ φησι : χρὴ δ ' ἐν |
' ἐλήλυθεν . κἀγὼ μὲν τοιοῦτος ἀνὴρ ὢν ποητὴς οὐ κομῶ , οὐδ ' ὑμᾶς ζητῶ ' ξαπατᾶν δὶς καὶ | ||
; ἀλλ ' οὐ φαῦλον τριβώνιον ; ἀλλ ' ὅτι κομῶ καὶ γένεια ἔχω ; τοῦτο δ ' ἴσως οὐ |
καὶ ὅσα τοιαῦτα . [ λέγεται καὶ Προσωπῖτις . ] Προσωπῖτις , νῆσος Αἰγύπτου . λέγεται καὶ Προσωπίς . ὁ | ||
, ὡς Ναυκρατίτης καὶ ὅσα τοιαῦτα . [ λέγεται καὶ Προσωπῖτις . ] Προσωπῖτις , νῆσος Αἰγύπτου . λέγεται καὶ |
μοῦσα ] ⌈ ᾠδή , ἠχώ . βαρύβρομος ] μεγάλως ἠχοῦσα . αὐλῶν ] ὀργάνων μουσικῶν . . . πρὸς | ||
μετὰ γὰρ κυμβάλων καὶ τυμπάνων περιϊοῦσα ἡ θεὸς καὶ τούτοις ἠχοῦσα ἐζήτει πρὸς τὸ πάντας ἀκούειν καὶ πυνθάνεσθαι ὅ τι |
πρᾶγμα ὅμοιον δοκεῖ ὥσπερ ἂν εἴ τις κωμῳδίαν ὑποκρίναιτο τραγικὸν προσωπεῖον περικείμενος . τὸ δ ' ὅλον , τίνα ἄλλον | ||
βεβαιωταὶ γὰρ ὧν ἐβουλεύσαντο πάντων ἐγίνοντο κωφὸν ὡς ἐπὶ σκηνῆς προσωπεῖον ἕνεκα προσχήματος αὐτὸ μόνον παραλαμβάνοντες ἐπιγεγραμμένον ὄνομα ἀρχῆς , |
ἑκὼν κατέπεσε , καὶ πάλιν γόμους τήξας κούφως ἀνέστη , γαῦρος ὥς τι κερδήσας . ὁ δ ' ἔμπορος μὲν | ||
, ὅτι βίος μὲν ἦν αὐτῷ ἥκιστα δ ' ὄλβῳ γαῦρος ἦν , φρόνημα δὲ οὐδέν τι μεῖζον εἶχεν ἢ |
τὸ λ . Κρωπίδαι γὰρ δῆμος τῆς Λεοντίδος φυλῆς . ἔπαιξεν οὖν παρὰ τὸ κλέπτειν . ΓΘ ἀπὸ τοῦ ὀνόματος | ||
, κουρεῶτις , ἀνάρρυσις . παρὰ τὸ αἴρειν τὰ σκέλη ἔπαιξεν . τὸ αἰδοῖον αὐτῆς δείκνυσιν . ὀπτάνιον : τὸ |
ἐστὶν ἐπιδηλοῦν τι πεπανουργηκότα . Σὺ μὲν οἶδ ' ὃ κρώζεις : ὡς ἐμοῦ τι κεκλοφότος ζητεῖς μεταλαβεῖν . Μεταλαβεῖν | ||
βλέμματι σὺ μὲν ] γράφε “ ἐγὼ μὲν ” . κρώζεις ] ματαίως λαλεῖς ὡς ἐμοῦ ] ἐξ μεταλαβεῖν ] |
καὶ ἐλευθέρου τοῦ Ἴστρου ῥέοντος μισεῖ τὴν ἀργίαν καὶ ἀναπλεύσας ἐμφορεῖται τοῦ κατὰ τὸ ὕδωρ ἀφροῦ : πολὺς δὲ οὗτός | ||
, ἔφη , τὸν γέροντα Ζηνόθεμιν λέγων , ἐπήκουον γάρὅπως ἐμφορεῖται τῶν ὄψων καὶ ἀναπέπλησται ζωμοῦ τὸ ἱμάτιον καὶ ὅσα |
ἀρχὰς εὐθύς , ὅτ ' οὔπω τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος ἐπλήθυνεν , ἀδελφοκτόνος . οὗτός ἐστιν ὁ πρῶτος ἐναγής , | ||
ὡς ὄψις οὔπω ἰδοῦσα , ἐξῆλθε δὲ ἔχουσα ὅπερ αὐτὴ ἐπλήθυνεν : ὥστε ἄλλου μὲν ἐπεθύμησεν ἀορίστως ἔχουσα ἐπ ' |
γάρ ἐστιν ὁ τύπτων τινά , ὁ στρεβλῶν , ὁ ἄγχων , ὁ τὴν ἐσθῆτα καταρρηγνύς : ὁ ταῦτα καὶ | ||
, καὶ Ἀρραχίων τε τὴν ψυχὴν ἀφίησιν ἀγχόμενος καὶ ὁ ἄγχων τὸν Ἀρραχίωνα ὑπὸ τοῦ δακτύλου τῆς ὀδύνης κατὰ τὸν |
δὲ πρόσωπον ἀποστρέφοντα , ἵνα μὴ ἱκετεύω σε : οὐχ ἱκετεύσω σε , ἐπεὶ πέφευγας παρ ' ἐμοῦ τούτου τυχεῖν | ||
μετὰ ἱκετείας . . , Χ ὅτι τὸ ἵκωμαι ἀντὶ ἱκετεύσω . δ . ζ . . . . , |
Κύρηβος τήν τε οἰκίαν πᾶσαν διατρέφει καὶ ζῇ δαψιλῶς , Δημέας δ ' ὁ Κολλυτεὺς ἀπὸ χλαμυδουργίας , Μένων δ | ||
μέλλον ἐκφυγεῖν , ἐπένθει . Φίλος δὲ αὐτοῦ τις , Δημέας ὀνόματι , παρακαλέσας τοὺς φύλακας εἰσῆλθε πρὸς αὐτὸν καὶ |
τοῦ τεμένους παρέχει τοιοῦτον εἰκάζειν . ἀηδόνα μὲν οὖν καὶ τέττιγα , τὰς ὄρνις τῶν ποιητῶν , ἀπεδοκίμασεν εὖ ποιῶν | ||
, οὐκ ἀνδόν ' , οὔτε τρυγόν ' , οὐ τέττιγα . Τοῦτ ' ἔστιν Ἀκαδήμεια , τοῦτο Ξενοκράτης ; |
Καλλίας ὁ Ἱππονίκου , Κριτέας ὁ Καλαίσχρου , Ἀλκιβιάδης παρὰ Προνόμου τοῦ μεγίστην ἐσχηκότος δόξαν . Ἀριστόξενός τε καὶ Ἐπαμεινώνδας | ||
φησὶ μαθεῖν τὴν αὐλητικὴν οὐ παρὰ τοῦ τυχόντος , ἀλλὰ Προνόμου , τοῦ μεγίστην ἐσχηκότος δόξαν . . . . |
. φθέγξαι τι , ἵνα εἰδῶμεν πότερον τραγῳδὸς εἶ ἢ γελωτοποιός : κοινὰ γὰρ ἔχουσι τὰ ἄλλα ἀμφότεροι . διὰ | ||
μάντεις . Ἀπολλόδωρος δὲ ὁ Κυρηναῖος , ὁ εὐτράπελος καὶ γελωτοποιός . τινὲς δὲ τὸν μετά τινος εὐτραπελίας κόλακα καὶ |
ἐν τοῖς ἔργοις τῶν μουσῶν ἢ τυμπανίστριαν ἢ κιθαρίστριαν ἢ ψάλτριαν . Καὶ ἐγὼ ἀκούσας ἐκέλευσα πρὸς πυγὴν πηδῆσαι . | ||
] ὡς ἄθλιός τις [ [ ὁ ] τρισκακοδαίμων [ ψάλτριαν ] [ ] σαν ? ? ? γυναῖκα οὕτως |
. Πέμπτῃ , χαλεπῶς . Ἕκτῃ , ἀπὸ λινοζώστιος εὖ ὑπῆλθεν . Ἑβδόμῃ , χαλεπώτερον : καὶ τὰς ἐφεξῆς ξυνεχέστερος | ||
ἰδών , πρὶν ἢ τῇ γῇ προσαραχθῆναι τὸ βρέφος , ὑπῆλθεν αὐτὸ καὶ τὰ νῶτα ὑπέβαλε , καὶ κομίζει ἐς |
ἣν καὶ ἰξαλῆν ἐκάλουν καὶ τραγῆν , καί που καὶ παρδαλῆ ὑφασμένη , καὶ τὸ θήραιον τὸ Διονυσιακόν , καὶ | ||
τύμπανα καὶ κύμβαλα , σκευῶν ἂν καὶ ταῦτα εἴη καὶ παρδαλῆ καὶ λεοντῆ , καὶ σανὶς καὶ λεύκωμα . καὶ |
λέγειν ἀναγκαζόμενος , χροιάν τε ἤλλαξε καὶ τὰ χείλη διέδακνεν ἀπορούμενος , καὶ πρὸς τοὺς ἑταίρους ὑπέβλεπεν καὶ παρεφθέγγετο τί | ||
οὐδ ' ἡντιναοῦν : ἀλλὰ πενόμενος ἐγὼ καὶ τῶν ἀναγκαίων ἀπορούμενος καὶ ὑπὸ τῶν διδασκάλων ἐλεούμενος ἐπαιδευόμην , καί μοι |
ἐφλέγετο , ὡς καὶ λύχνον ἀπ ' αὐτῆς ἀνάψαι . ἔπαιξέ τις πρὸς τὴν Κυνίσκαν : οὐ φθεγξῇ , οὐ | ||
με δοκεῖς νῶν ; οὐ φθεγξῇ ; λύκον εἶδες ; ἔπαιξέ τις . ὡς σοφός εἶπεν , κἠφλέγετ ' : |
' ὁ θεὸς εὐμάρειαν ἐπεδίδου χεροῖν . Ἰνὼ δὲ τἀπὶ θάτερ ' ἐξηργάζετο ῥηγνῦσα σάρκας , Αὐτονόη τ ' ὄχλος | ||
τὰ τεῦτλα . ἰχθὺ βάδιζε . ἀλλ ' οὐδέπω τἀπὶ θάτερ ' ὀπτός εἰμί . οὐκοῦν μεταστρέψας σεαυτὸν ἄλειφε . |
δῆμος τῆς Ἱπποθοωντίδος φυλῆς Ἀχερδούς . . Ἀμύνων : Ῥήτωρ ἡταιρηκὼς , οὐκ ἰατρὸς ὁ Ἀμύνων . Ἀντισθένην : ἰατρὸς | ||
ὅτι καταψηφιοῦνται αὐτοῦ τὸ εἶναι προαγωγὸν , ἢ ὅταν ὁμολογουμένως ἡταιρηκὼς κρίνηται , ὅπερ Αἰσχίνης κατασκευάζει ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου |
τε καὶ ἐς ὡραϊσμὸν προσφυὲς χρῶμά τε καὶ σχῆμα διαιροῦντα θηλύτητι , τὸ δὲ στυγνόν τε καὶ ἐς σύννοιαν ἄγον | ||
. τουτέστι κατασχημονεῖ . οἱ γὰρ Κυζικηνοὶ ἐπὶ δειλίᾳ καὶ θηλύτητι ἐκωμῳδοῦντο . ὡς φοινικᾶ πτερὰ ἔχοντος δηλονότι τοῦ παρ |
μᾶλλον ἀλγῇς : δεχόμενος τὰς τῶν πληγῶν καταγωγὰς διὰ τὸ γυμνῆς καθικνεῖσθαι τῆς κεφαλῆς . λῆρος : χαριέντως καὶ σκο | ||
φευγόντων διελεγχούσης καὶ τῆς φαμιλίας αὐτῶν ταπεινῆς οὔσης , οἷα γυμνῆς , λοιπὸν δὲ καὶ τῷ κρύει οἱ ποταμοὶ εὐδιάβατοι |
δέ τις ἦν αὐτοῦ περὶ τὸ πρόσωπον , καὶ ἄκαιρος στωμυλία λαλοῦντος κατηγόρει καὶ αὕτη τὸν τρόπον αὐτοῦ . πάντα | ||
φιλοπαιγμοσύνη , παιδιά , γέλως , κομψεία , χαριεντισμός , στωμυλία , φιλοσκωμμοσύνη εὐσκωμμοσύνη σκῶμμα , τωθασμός . ῥήματα δὲ |
κατ ' ἔκτασιν ἄητον . οὕτως ὁ Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . αἶθος , , | ||
ὡς καμητὸς κμητὸς καὶ ἄκμητος . οὕτως Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . αὐτοκράτωρ : αὐτοκράτωρ |
ἀπὸ τοῦ ἀσκαλῶς ἤτοι συντόμως βαίνειν διὰ τὸ ἀνεμπόδιστον . γαλῆ ἡ κοινῶς νυμφίτζα , μυγαλῆ δὲ ἡ κάτα : | ||
καὶ μέγεθος προήκοντες εἶτα μέντοι καὶ κυνὶ ἐοίκασιν : ἡ γαλῆ δέ , φαίην ἂν αὐτὴν εἶναι τὸν καλούμενον ἥπατον |
ἔτ ' : οὔκ , ἀλλ ' εἰς τὸ πρόσθεν προάγομαι ? [ , πληγήν ] τιν ' ἀνυπέρβλητον ἐξαίφνης | ||
τῷ ὄντι ἄνδρας ἡγούμεθα . ὑφ ' ἧς φιλοτιμίας κἀγὼ προάγομαι πλεῖστα πράγματα ἔχειν καὶ ζῆν ἐπιπόνως παρ ' ὁντινοῦν |
καλεῖ τὴν ἱέρειαν : ἡ δὲ πρεσβῦτις ὑπακούσασα “ τί κλάεις ” εἶπεν , “ ὦ παιδίον , ἐν ἀγαθοῖς | ||
μηδὲν ἀδικεῖν καὶ καλοὺς ἡμᾶς ποιεῖ . Γλυκέρα , τί κλάεις ; ὀμνύω σοι τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον καὶ τὴν |
, ὡς τὸ Μενέλαος Μενέλας , Δορύλαος Δορύλας , Πτερέλαος Πτερέλας . τὰ γὰρ ἐν τῷ δέοντι μὴ γενόμενα ματαίως | ||
θάνατον . Μήστορος δὲ θυγάτηρ Ἱπποθόη , ἧς καὶ Ποσειδῶνος Πτερέλας : τοῦ δὲ , Τηλεβόας καὶ Τάφος . [ |
τροπήν , πορθμός , εὔριπος , ἀπαγής , ἀβέβαιος , ἀνερμάτιστος , σαλεύων , τοῦ φέροντος ἀεὶ πνεύματος , ὀξύτερος | ||
τῆς Ἰλιάδος λαλῶν , Ἀλκίνου ἀπόλογος , ἄπαυστος γλῶττα , ἀνερμάτιστος . μάτην αὐτοῦ τῇ γλώττῃ περίκειται τὸ ἕρκος τῶν |
ἡμῖν πᾶσιν ἐξηγούμενος : ἐπεὶ δ ' ἀφῖκτο τὸν καταρράκτην ὀδὸν χαλκοῖς βάθροισι γῆθεν ἐρριζωμένον , ἔστη κελεύθων ἐν πολυσχίστων | ||
ι ψιλῶς Γ : καὶ † εἰρκτὸν καὶ ἐπὶ τοῦ ὀδὸν † καὶ “ οὐδόν ” . γράφεται δὲ καὶ |
οὐκ ἐλεύθερον ὄντα τὸν ἕτερον . καὶ ὃς πάνυ πρᾴως ἐμειδίασέ τε καὶ εἶπε , Πόθεν δὲ ἔστιν , ὦ | ||
αὐτὸς πρὸς αὐτὸν ἔφην πολλάκις ἐπιτιμῶν , ὁ δ ' ἐμειδίασέ τε καὶ οὐκ ἠρνήσατο ὡς ἄν τι χρηστὸν ποιῶν |
χλευαστικός : ὁ γὰρ χλεῦαξ κωμῳδικώτερον , τωθαστὴς δὲ καὶ τωθαστικὸς καὶ γελωτοποιός . ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ δ ' εἴρηται | ||
χλευαστικός : ὁ γὰρ χλεῦαξ κωμῳδικώτερον , τωθαστὴς δὲ καὶ τωθαστικὸς καὶ γελωτοποιός . ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ δ ' εἴρηται |
κατηγορῶν ὡς πεπορνευκυίας τὴν λεκανίδα καὶ τοὺς ὀλίσβους καὶ τὴν ψίαθον καὶ πολλήν τινα τοιαύτην δυσφημίαν ἑταιρῶν κατήρασεν τοῦ δικαστηρίου | ||
λέγω ] παρατρέχω πεινήσεις ] μὴ φορμὸν ] ψιαθίον . ψίαθον τάπητος ] ἐπευκίου σιτεῖσθαι ] ἐσθίειν πτόρθους ] γωλία |
σύνθετον εὐτράπελος . . . . . . εὐτράπελος : εὐτράπελος : . . . ὥσπερ γὰρ παρὰ τὸ εἴκω | ||
τις ἐμμελής . καλεῖται δὲ εὐτραπελία καὶ ὁ ἔχων αὐτὴν εὐτράπελος , οἷον εὔτροπός τις ὤν , φησίν . εὔτροπον |
. μαθὼν δὲ Λιβύην διεξῄει . ταύτης ἐβασίλευε παῖς Ποσειδῶνος Ἀνταῖος , ὃς τοὺς ξένους ἀναγκάζων παλαίειν ἀνῄρει . τούτῳ | ||
καλούμενον ἔθνος . ἐκ τούτου δὲ δῆλον , ὅτι ὁ Ἀνταῖος οὐκ ἔστιν : οὗτος γὰρ ἦν κατὰ τοὺς χρόνους |
' εἴ τινα ἴδοιεν γεωργοῦ στολὴν ἔχοντα ἢ ποιμένος , ἐξωμίδα ἔχοντα ἢ διφθέραν ἐνημμένον ἢ κοσύμβην ὑποδεδυκότα οὐ χαλεπαίνουσιν | ||
καὶ ἀνδράποδα ; καὶ ὑμεῖς δὲ ἴσως ὁρᾶτε αὐτοῦ τὴν ἐξωμίδα ὡς φαύλη , καὶ τὸ δέρμα , ὃ ἐλήλυθε |
φωνὴν ] μετὰ παρρησίας βόησον . χαίρεις ] πρόσκεισαι , ἀγάλλῃ . φύσιν ] τρόπον . εἰπέ ] δήλωσον . | ||
ἀγαθοῖς , καὶ ἐπί τε τοῖς καλοῖς ἔργοις τῶν φίλων ἀγάλλῃ οὐχ ἧττον ἢ ἐπὶ τοῖς ἑαυτοῦ καὶ ἐπὶ τοῖς |
λεῖα , Ἀριστοτέλης ἐν τῷ περὶ ζῴων φησίν , ὡς ῥαφίς . καὶ τὰ μὲν λειοκέφαλα ὡς κρέμυς , τὰ | ||
λήκυθος , σπυρίς , μάχαιρα , τρυβλίον , κρατήρ , ῥαφίς . ἢ πάλιν ὄψων οὕτως : ἔτνος , φακῆ |
ἔλεγε σωρόν . Γ μόλις γ ' ἐνέδησα : ὁ Δικαιόπολις λέγει τὸν συκοφάντην . διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους | ||
ἐπεὶ οὐκέτι τοῖσιν ἐῴκει ” . Γ οὗτος ] ὁ Δικαιόπολις . Γ Ἡράκλεις : διπλῆ : εἶτα ἕπεται δυὰς |
ἐπικαλούμενος Ἴαμβος ἐν τῷ περὶ διαλέκτων γράφει : ἀκήκοα ἁλίεως Ἐρετρικοῦ τὸν ἱερὸν ἰχθῦν καὶ ἄλλων πολλῶν ἁλιέων καλούντων τὸν | ||
τῶν ἑπτὰ δὲ τοὺς πλείστους Περσαῖός φησι Πασιφῶντος εἶναι τοῦ Ἐρετρικοῦ , εἰς τοὺς Αἰσχίνου δὲ κατατάξαι . ̈ . |
λέληθεν , οὐδ ' ὑμῶν πολλούς , ὅτι Σωκράτης ὁ τραπεζίτης ἐκεῖνος , παρὰ τῶν κυρίων ἀπαλλαγεὶς ὥσπερ ὁ τούτου | ||
ἦν ἀγαθῶν . ἐπειδὴ δ ' ὁ πατὴρ ὁ ἡμέτερος τραπεζίτης ὢν ἐκτήσατ ' αὐτὸν καὶ γράμματ ' ἐπαίδευσεν καὶ |
καὶ δηλοῦντα , ὡς ἄρα ἀναγκασθείης καὶ πρὸς τὴν ἀνάγκην ἄχθοιο . ἐγὼ μὲν οὖν ἐμεμψάμην τὴν ἐπιστολήν , ἐκεῖνος | ||
τῶν τὰ αὐτὰ φρονούντων φυγήν . πῶς οὖν εἰκότως ἂν ἄχθοιο πρὸς πόλιν ἧς τὸ μὲν κακῶς φρονοῦν ὀλίγον , |
καὶ ὁ δειλὸς ἀμετρίην τὴν ἀνδρείην ὑπείληφε , καὶ ὁ φιλάργυρος τὴν μεγαλοψυχίην , καὶ πᾶσα ἔλλειψις ὑπερβάλλειν δοκέει τὸ | ||
Γ καὶ σαπρὸς : ἀρχαῖος καὶ παλαιός . οἷον γηράσας φιλάργυρος ἐγένετο . Γ ὅτι γέρων ὢν : † μετὰ |
ἀδικουμένην | τὴν χώραν . . . . . . ἔτρεψας ] , ᾗ ποταμῷ φύσις κομίζεσθαι , τῇ πόλει | ||
Τρῶας πονεῖν καὶ ἐνεργεῖν . καὶ ὅτι ἐφόβησας εἰς φυγὴν ἔτρεψας . . ὅς ῥά τε ῥεῖα θέῃσι τιταινόμενος πεδίοιο |
ἐπὶ τὰς τῆς πόλεως χρείας πεμπόμεναι καὶ ταχυναυτοῦσαι . ἀναπτάμενος τρίορχος : Ἐπεὶ ἑταίρα ἦν , ἔπαιξε τὸ τρίορχος . | ||
αὐτὴν ἁρπάσαντες ἔφυγον πτερὰ δὲ τῶν πλοίων τὰ λαίφη . τρίορχος καὶ τριόρχης καὶ μόρφνος καὶ μελανόστης καὶ μέλας καὶ |
ἐπιθυμίαν καὶ ἅμα τῷ τὴν δίψαν σβέσαι ἀναδῦναι μετὰ τῆς ἀλώπεκος σκοποῦντος χρήσιμόν τι ἡ ἀλώπηξ ἔφη ἐπινενοηκέναι εἰς τὴν | ||
προσβιβάζῃ τὸ ἐπαινούμενον . Οἷον εἴ τις κύνα ἐπαινῶν εἴποι ἀλώπεκος εἶναι μείζω αὐτὸν ἢ αἰλούρου , ἆρά σοι δοκεῖ |
παρὰ τὸν νόμον . ἔτι εἰ ὁ μὲν κέρδους ἕνεκα μοιχεύει καὶ προσλαμβάνει , ὁ δὲ ἡδονῆς ἕνεκα , καὶ | ||
ἐπιθυμεῖ συνδυασθῆναι κόρῃ τινί , οὐ φανερῶς καὶ εὐθὺς αὐτὴν μοιχεύει , ἀλλὰ βουλεύεται πῶς ἂν μοιχεύσῃ αὐτὴν λάθρα , |
ὄρνεον αὕτη , μισεῖται δὲ παρὰ πάντων ὀρνέων , κἂν ἁλιαίετος αὐτὴν θεάσηται πλανωμένην εὐθὺς ἐπιθέμενος διαφθείρει . Εἷς τῶν | ||
δέδωκεν ἱερεῖον . ] ἁλιαιέτους : Εἶδος ἀετοῦ [ ὁ ἁλιαίετος ] ἐν θαλάσσῃ διαιτώμενος . ἄπελθ ' ἀφ ' |
καὶ τραυματισθεὶς πολλὰ ἐλιποψύχησέ τε καὶ πεσόντος αὐτοῦ ἐς τὴν παρεξειρεσίαν ἡ ἀσπὶς περιερρύη ἐς τὴν θάλασσαν , καὶ ἐξενεχθείσης | ||
κώπας ἔχει τὸ πλοῖον οὐδὲ ἐρέττεται . ʃ σημείωσαι τὴν παρεξειρεσίαν ʃ παρεξειρεσία ἐστὶν ὁ ἔξω τῆς εἰρεσίας τῆς νεὼς |