τὰ πολλὰ εἴσω πυλῶν ἀλινδούμενος ; Ἡ ὗς ἡ πρῴην ἐπίτεξ εἶναι νομιζομένη ἀρτίως τέτοκε , καὶ ἔχω δελφάκων ἀφθονίαν | ||
ὅτι τὸ αἷμα μινύθει . Φημὶ δὲ γυναῖκα , ἢν ἐπίτεξ ᾖ , πνεῦμα πυκνὸν ἀφιέναι , καὶ ἢν ἡ |
καὶ οἱ φαῦλοι . φησὶ γοῦν ὅτι Θαμνά , ἡ παλλακὴ Ἐλιφὰς τοῦ υἱοῦ Ἠσαῦ , ἔτεκε τῷ Ἐλιφὰς τὸν | ||
βασιλεὺς Σαρδίων μούνῃ οὐ περιήνεικε τὸν λέοντα τόν οἱ ἡ παλλακὴ ἔτεκε , Τελμησσέων δικασάντων ὡς περιενειχθέντος τοῦ λέοντος τὸ |
στεῖρα : παρὰ τὸ στῶ , οὗ παράγωγον στείω , στεῖρα πλεονασμῷ τοῦ ρ . ἡ τοῦ κυῆσαι στάσιν ἔχουσα | ||
ἀγαθὸν ἡ ψυχὴ καὶ τικτέτω , μὴ πάντων ἄφορος καὶ στεῖρα γινέσθω . σὺ δὲ τοιαῦτα ἐπιτάγματα ἐπιτάξεις υἱεῖ τῷ |
καταπιεῖν ; ἀλλ ' οὐ μόνη γὰρ τὰς συνουσίας ποιεῖ εὔοψος ἀγορά ; τίς δὲ συνδειπνεῖ βροτῶν , φρυκτοὺς καταλαβὼν | ||
ἔστι δέ τις καὶ πρὸς τῇ Καλυδῶνι λίμνη μεγάλη καὶ εὔοψος , ἣν ἔχουσιν οἱ ἐν Πάτραις Ῥωμαῖοι . Τῆς |
: καὶ ὁ τόνος τοῦ σώματος , ἔκτηξις ἐσχάτη καὶ ἀδυναμίη , οὐδ ' ἀνίστασθαι ἄλλου ἐπαίροντος ἔτι δυνατὸς ἦν | ||
τὴν νειαίρην γαστέρα καὶ κενεῶνας καὶ ἰσχία καὶ ἰξύας , ἀδυναμίη ψυχρὴ , καὶ ἡ χροιὴ τρέπεται ὡς ἰκτερώδης . |
ἔχουσαι τὴν τοῦ θηρίου φύσιν ἀποτυποῦνται . γίνονται δὲ καὶ τραγέλαφοι καὶ βούβαλοι καὶ ἄλλα πλείω γένη δίμορφα ζῴων καὶ | ||
πνικτὰ Σικελὰ πατανίων σωρεύματα ἀλλ ' εἰσὶ φιάλαι πέντε , τραγέλαφοι δύο . ἀλλὰ παραλαβὼν ἀκράτῳ κροῦε καὶ δίδου πυκνὰς |
συγγενῶν ἐνόντων τῷ πυρί , ὁ δὲ λίθος οὐκ ἔχει κατάξηρος ὤν , διὸ καὶ τὸ ἐκπηδῶν εὐθὺ πεπυρωμένον , | ||
τρίχωσις : τὸ σχῆμα ἐμφαντικόν : τοιαύτη θρὶξ τραχεῖα καὶ κατάξηρος λίαν ἐνδύνει τὸν ἐχῖνον , περὶ αὐτὸν οὖσα καὶ |
μικρὸν μικρὸν κυλιούμενον . σπιλάδων : πετρῶν σπῖλον ἐχουσῶν : σπιλὰς ἐκ τοῦ σπῖλος ὁ ῥύπος : αὕτη γὰρ δέχεται | ||
τάχα καὶ πέτρης πειρήσομαι , ἤν σε καὶ εἴσω δέξηται σπιλὰς ἥδε καὶ ἠμύσασα καλύψῃ . αὐτίκα δ ' ἀγκύλον |
Νάρκισσος ἐκ λίθου πεποιημένος . παῖς ἦν , μᾶλλον δὲ ἠίθεος , ἡλικιώτης Ἐρώτων , ἀστραπὴν οἷον ἐξ αὐτοῦ τοῦ | ||
ἐυμμελίην Πεισίστρατον , ὄρχαμον ἀνδρῶν , ὃς οἱ ἔτ ' ἠίθεος παίδων ἦν ἐν μεγάροισιν . . . . αὐτὸς |
ἡμέραν τε καὶ νύκτα . Ἔνθα μὲν ἠέλ . ] Θέρους γὰρ ὁδεύει τὰ ἀρκτῶα μέρη ὁ ἥλιος : διὸ | ||
των μὲν ὀνομάσεις προμύθιον , ἐπιμύθιον δὲ τελευταῖον ἐπενεγκών . Θέρους ἦν ἀκμὴ καὶ οἱ μὲν τέττιγες μουσικὴν ἀνεβάλλοντο σύντονον |
ἐπὶ τῶν ἄλλων τίθεσθαι , καὶ προσείληπτο τῇ διώστρᾳ σεσιδηρωμένα λεπίσιν τὰ ἄκρα περόνῃ κεφαλωτῇ , ἥτις ἐν τῷ περονίῳ | ||
ἐστιν , ἔνθα κἀκεῖσε μελαίναις φολίδεσι κατάστικτος , καὶ ὥσπερ λεπίσιν ὑπὸ τῆς ξηρασίας πεποικιλμένη . [ Καὶ γάρ ἐστι |
φερ ? [ φερε ? [ φερεδεα ! ! [ φερέσβιον λωτο ? [ καρποφόρος ? [ [ ἰοχέαιρα ] | ||
τὸν πλούσιον καὶ εὐδαίμονα ὄμπνιον καλοῦσιν . ἄμεινον δὲ τὸν φερέσβιον εἰπεῖν οἱονεὶ ἔμπνοόν τινα ὄντα καὶ ὄμπνιον . . |
ὡσαύτως σφοδροτέρας ; ἢ πάμπαν ἀπολείπει ταῦτα αὐτόν , ἂν κατακορής τις τῇ μέθῃ γίγνηται ; Ναί , πάμπαν ἀπολείπει | ||
ἔχουσα μὲν ἐκ καταῤῥόου καὶ πρότερον , τότε δὲ ἦν κατακορής : καὶ ἄγρυπνος , καὶ δυσφόρως φέρων τὸν πυρετὸν |
αἰσθήσει καθάπερ ἀτμίζοντος ἀεὶ τοῦ σώματος . Ἁλμυρὸς δὲ ὅτι ἄπεπτος , τὸ δὲ πεπεμμένον γλυκὺ , τὸ δ ' | ||
, ἁπαλόσαρκος , ἄβρωμος , εὐστόμαχος , οὐρητικός , οὐκ ἄπεπτος , ταγηνιστὸς δὲ δύσπεπτος . τρίγλη εὐστόμαχος παραστύφουσα , |
παρὰ Γάγγην χῶρος τιμήεις τε καὶ ἱερός , ὅν ποτε Βάκχος θυμαίνων ἐπάτησεν , ὅτ ' ἠλλάσσοντο μὲν ἁβραὶ Ληνάων | ||
δὲ ἀρτίως ἐπὶ τὰ πολεμικά , ὅν ποτε ὀργιζόμενος ὁ Βάκχος ἐπὶ τὸν τιμήεντα τόπον ἐπάτησεν , ὅτε αἱ ἁπαλαὶ |
πολέμιος ὢν κατεῖχε , πλεῦσαι . καὶ προσβαλόντες τῇ Ἰάσῳ αἰφνίδιοι καὶ οὐ προσδεχομένων ἀλλ ' ἢ Ἀττικὰς τὰς ναῦς | ||
, εἰ δ ' ἐν ἀποκλίματι , γίνονται ἀρρωστίαι καὶ αἰφνίδιοι θάνατοι , εἰ δὲ κινεῖται ἀπὸ δυσμῶν ἐπ ' |
δὲ πνεύμων εὐπεπτότεροϲ μὲν ὡϲ χαῦνοϲ , ἀτροφώτεροϲ δὲ καὶ φλεγματικόϲ . κοιλία δὲ καὶ μήτρα καὶ ἔντερα ϲκληρὰ καὶ | ||
τὴν αἰτίαν αὐτῆϲ διενήνοχεν . αἴτιοϲ δὲ ταύτηϲ παχὺϲ καὶ φλεγματικόϲ ἐϲτι χυμὸϲ ἐνεϲφηνωμένοϲ τῇ κατ ' ἰϲχίον διαρθρώϲει : |
τοιούτου προσφερέσθω , τὸ κάλλιον ἐκ τῆς πείρας αἱρούμενος . κακίστη δὲ διάθεσις ἐπὶ μοχθηροῖς συνίσταται χυμοῖς , ἐπειδὰν ἀναποθῶσιν | ||
τῶν σιτίων : ταῦτα δὲ γνοίη ἂν ὁ συναναπαυόμενος . κακίστη δὲ κοίτη κυνῶν μετὰ κυνῶν , πολὺ πλέον , |
τῆς θαλάσσης ἱκανῶς ψύχει καὶ ξηραίνει καὶ στύφει μετρίως . Χαλβάνη μαλακτικῆς τε καὶ διαφορητικῆς ὑπάρχει δυνάμεως , ξηραίνουσα μὲν | ||
δευτέραν ἀπόϲταϲιν . ἔχει δέ τι καὶ ϲτῦφον μετρίωϲ . Χαλβάνη ὀπόϲ ἐϲτι ναρθηκώδουϲ φυτοῦ , μαλακτικῆϲ καὶ διαφορητικῆϲ οὖϲα |
βαρυφθόγγων τε λεόντων . χροιὴ δ ' ἄλλοτε μὲν ψαφαρὴ ἐπιδέδρομε νώτοις , ἄλλοτε μηλινόεσσα καὶ αἰόλος , ἄλλοτε τεφρή | ||
, ἢ καὶ τῇ ἰλύι τοῦ Νείλου ἐμφερές . * ἐπιδέδρομε : ἐπιτρέχει [ * ἐπιδέδορκε : ] ὁρᾶται * |
φησι τὸν σκορπίον : σκορπίοι τε ποικίλοι γλαῦκοί τε , σαῦροι πίονες . μονήρης δ ' ἐστὶ καὶ φυκοφάγος . | ||
ὅλη σιδιοειδὴς σφόδρα ἐστὶν ἢ χλωροτέρη , καθὰ καὶ οἱ σαῦροι οἱ χλωρότεροι : παρόμοιος δέ οἱ ὁ χρὼς , |
βασιλικαὶ καὶ διαχωρητικαὶ καὶ κοῦφαι καὶ τρόφιμοι , αἱ δὲ ποτάμιαι γλυκύτεραι . οἱ δὲ μύες μέσως τρόφιμοι , διαχωρητικοί | ||
' ἐν ἀμμώδεσι χωρίοις καὶ κυμαίνουσιν αἰγιαλοῖς . αἱ δὲ ποτάμιαι μείζους καὶ πολυ - χυμότεραι , ὡς αἱ ἐν |
, ἀνατμηθεῖσα δὲ κυνὶ τὰ ἐντόσθια πάντα κέκτηται ὅμοια . ὀχεύει δὲ ἐπιβαίνουσα καθάπερ καὶ ὁ κύων : τίκτει δὲ | ||
ἐκτὸς τῶν θαλαμῶν ῥίπτων : ὅθεν διαγινώσκουσιν οἱ θηρεύοντες . ὀχεύει δὲ συμπλεκόμενος καὶ πολὺν χρόνον πλησιάζει διὰ τὸ ἄναιμος |
καὶ πάλιν : εἴ μοι γένοιτο παρθένος καλή τε καὶ τέρεινα . τοῦτο τὸ εἰ γίνεται αἰ τοῦ ε τραπέντος | ||
ἐν ἡμετέρου ἣ νῦν μέγ ' ἱμείρει ? [ καλὴ τέρεινα παρθένος : δοκέω δέ μιν [ εἶδος ἄμωμον ἔχειν |
ὀργισθεὶς Τράμβηλος ἔρριψεν αὐτὴν εἰς τὴν θάλασσαν : ἐτύγχανε δὲ ἀγχιβαθὴς οὖσα . καὶ ἡ μὲν ἄρα οὕτως ἀπολώλει . | ||
' ἀφικέσθαι . ἔστι δ ' ὁ μὲν Ἄορνος κόλπος ἀγχιβαθὴς καὶ ἀρτίστομος , λιμένος καὶ μέγεθος καὶ φύσιν ἔχων |
ἐπικρατούμενον ὑδατώδει ψυχρότητι δραστηρίῳ , ἐλαίας οἱ θαλλοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπός , ἔλαιον ὠμοτριβές , ἔλαιον μύρσινον , σησάμινον | ||
βαλαύστιον , βάτου τὰ φύλλα καὶ οἱ βλαστοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπὸς καὶ τὸ ἄνθος , βρόμος , βρύον θαλάσσιον |
οὗτοι φρενιτικοὶ ἀποβαίνουσιν . Ἐν τοῖσι κατὰ πλεύμονα αἱ λίην ἐξέρυθροι ἀποστάξιες , πονηρόν . Μετὰ βράγχου πτύελα γλίσχρα , | ||
: οἱ δὲ πρὸς τὴν χεῖρα νοτιώδεες : οἱ δὲ ἐξέρυθροι : οἱ δὲ πελιοί : οἱ δὲ ἔξωχροι : |
οὐχ ὑποτάσσεται δὲ τὸ ο , ἡνίκα ὑποτάσσηται , οἷον εὐνὴ , αὐλή . κραιπνή : ταχεῖα . Γηθοσύνη : | ||
: ἀμοιβὴ ἀμοιβαῖος : σπουδὴ σπουδαῖος : τροπὴ τροπαῖος : εὐνὴ εὐναῖος . Τὰ διὰ τοῦ μαιος , εἴτε κύρια |
δέ σοι γλυκύς , λευκός , αὐθιγενής , ἡδύς , καπνίας . Λυγγεὺς δὲ διαπαίζων τὰ Ἀττικὰ δεῖπνά φησι : | ||
οἶνοι δέ σοι λευκὸς * * * γλυκὺς αὐθιγενὴς ἡδὺς καπνίας . Μύρῳ δὲ παρὰ Πέρωνος , οὗπερ ἀπέδοτο ἐχθὲς |
μέλιτος προσφέρεσθαι . ποιεῖ δὲ καὶ ἡ ῥίζα τοῦ σικύου τετριμμένη μετὰ μέλιτος : οἱ δ ' ἰσχυροτέρῳ βουλόμενοι χρῆσθαι | ||
διαχωρέει : τροφὴ νῦν ἀπεπτοτέρη , ὡϲ ὑπὸ ὀδόντων λάβρων τετριμμένη μοῦνον . ἢν δὲ τὰ κάτω ἀνεϲθίηται , αἱμάλωπεϲ |
οἱ Δαιμονίη βῶλαξ ἐπιμάστιος ᾧ ἐν ἀγοστῷ Ἄρδεσθαι λευκῇσιν ὑπαὶ λιβάδεσσι γάλακτος , Ἐκ δὲ γυνὴ βώλοιο πέλειν ὀλίγης περ | ||
δευόμενον δὲ κάρηνον εὐγλήνου κεφάλοιο ἁλμυροῦ ἐν χύτρῃ κεραμηίδι καὶ λιβάδεσσι κιρνάμενον μέλιτος Λυκαβηττίου εὔκυκλον ἕδρην ἀλθαίνει συκῇσι περίδριον ὀφρυοέσσαις |
διάτασιν ἐρχομένοις : ἐπὶ πολὺ δὲ τῆς πληρώσεως προαγούσης . ἑλκώδεις τε καὶ βραδύτεροι καὶ δυσκινητότεροί εἰσι . καὶ ὅλη | ||
δυσίατος , ἀνώμαλος . λέπρα λειχῆνες τραχεῖς , πολλοί , ἑλκώδεις , λεπιδωτοί , ὑπόπυρροι ἢ ὑπέρυθροι ἢ ὑπόλευκοι , |
υ ὡς ἐπὶ τοῦ ἄως αὔως . ἐπεὶ οὖν ἐστιν ἀάτη , αὐάτη παρ ' αὐτῷ εἴρηται . ἐξαίρετον ἔσχε | ||
λέγοντες . Ἐπεὶ οὖν οὐ μόνον ἄτη , ἀλλὰ καὶ ἀάτη εὑρίσκεται ἀντὶ μεγάλη βλάβη , ἐπιτατικὸν γάρ ἐστι τὸ |
καὶ μέγα : ἔχει δὲ καὶ ὦτα μεγάλα . Μένανδρος Ἁλιεῖ : εὐποροῦμεν , οὐδὲ μετρίως : ἐκ Κυίνδων χρυσίον | ||
οἱ ἀντάλλαγος τέξεις ὁ τούτῳ διδομένην . ” καὶ ἐν Ἁλιεῖ : „ ἐκλελάκτικεν ὁ χρηστὸς ἡμῖν μοιχός , ἀλλ |
: οὐ παρέκρουσεν : ἐκοιμᾶτο μᾶλλον : κοιλίη ἐπέστη . Ἑνδεκάτῃ οὔρησεν εὐχροώτερα , συχνὴν ὑπόστασιν ἔχοντα : διῆγε κουφότερον | ||
, διὰ τῶν αὐτῶν . Δεκάτῃ , πάντα ξυνέδωκεν . Ἑνδεκάτῃ , ἵδρωσεν οὐ δι ' ὅλου : περιέψυξε μὲν |
, : Τὰ δὲ στρώματα , ἐπιβλήματα , περιβόλαια , ἐφεστρίδες , χλαῖναι , τάπιδες , ξυστίδες : τάχα δὲ | ||
χιτῶνες οἱ τοῖχοί μοι δοκοῦσιν εἶναι , πάνυ δὲ παχεῖαι ἐφεστρίδες οἱ ὄροφοι , στρωμνήν γε μὴν οὕτως ἀρκοῦσαν ἔχω |
ὁ θεός : τοὺς γὰρ ὀνείρους Ἑρμῇ ἀνατιθέασιν . δαιμονίη βῶλαξ ἐπιμάστιος : ἡ τοῦ Τρίτωνος βῶλος ἐπὶ τῶν μαστῶν | ||
ἔτι διαλαμπές . παρὰ τὸ ἄνθος ἄνθαξ , ὡς βῶλος βῶλαξ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ , ἄνθραξ . Μεθόδιος |
δὲ Κοραξοί „ . Χαρισίαι , πόλις Ἀρκαδίας , ἀπὸ Χαρισίου παιδὸς Λυκάονος . Παυσανίας ὀγδόῳ „ ὠνομάσθησαν δὲ [ | ||
Ἑπτὰ γὰρ ταύτας παιδίσκας ἐκ μικρῶν παιδίων ἐκτήσατο Νικαρέτη , Χαρισίου μὲν οὖσα τοῦ Ἠλείου ἀπελευθέρα , Ἱππίου δὲ τοῦ |
φησί , φήμη ἀνεγειρομένη λάμπει , καὶ οὕτως ὡς ὁ ἑωσφόρος συγκρινόμενος τοῖς ἄλλοις ἄστροις , διὰ τὴν τοῦ Μελίσσου | ||
εἰς ως θηλυκὰ ἐν τῇ συνθέσει φυλάττει τὸ ω : ἑωσφόρος , ἡωσφόρος : οἷς , ἀκόλουθον καὶ τὸ φωσφόρος |
γείτονα πόντου , τὴν αὐτὴν ἐπὶ νύσσαν ἔχει στροφάλιγγα κελεύθου ἄβροχος ἀστυφέλικτον ἑλισσομένη περὶ κέντρον . ἀλλὰ παλαιγενέων ἐγκύμονα βίβλον | ||
ὄμβρος τοὺς καρποὺς ἐπέκλυσεν , ἢ αὐχμὸς ἐνέσκηψεν , ἢ ἄβροχος ἡ γῆ διέμεινεν , ἢ ἐδίψησαν οἱ καρποί , |
Φερνή . φερενή τις οὖσα . ἀπὸ τοῦ ἐπιφέρεσθαι . Φωνή . ἡ φωτίζουσα τῷ λόγῳ τὰ τοῦ νοῦ . | ||
. , . , . , . , , . Φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγὼς αἰσθητὸς ἀκοῇ τὸ ὅσον ἐφ ' |
μὴ γίνηται , ἔσται ὥστε δοκέειν ἐγκύμονα εἶναι , καὶ μισγομένη ἀνδρὶ ἀλγέει , ὥστε δοκέειν ἐγκεῖσθαί τι , καὶ | ||
αἰθαλόεσσα ῥιπή , τὴν δ ' ἔτι μᾶλλον ἐποτρύνουσα κορύσσει μισγομένη δίοισιν ὁμοῦ πυρσοῖσι θάλασσα , ὣς κείνου χαλεπάς τε |
Χῆνες βοῶντες μᾶλλον ἢ περὶ σῖτον μαχόμενοι χειμέριον . Σπίνος στρουθὸς σπίζων ἕωθεν χειμέριον . Ὄρχιλος [ ὡς ] εἰσιὼν | ||
τῶν μὲν ἐνύδρων ὁ κροκόδειλος , τῶν δὲ ὑποπτέρων ἡ στρουθὸς ἡ μεγάλη , τῶν γε μὴν τετραπόδων ὁ ἐλέφας |
εἰς τὴν γῆν . Γηθοσύνῃ : χαρᾷ . Γλωχίσι : ὀξύτησι , ξίφεσιν . πεπαρμένοις : πεπηγμένοις , διαπερονισμένοις . | ||
ἐξηπλωμένα , ἐκ πλαγίου . Δάγματ ' : ὀξύτητας , ὀξύτησι τῶν ἀγκίστρων , τοὺς πώγωνας τοῦ ἀγκίστρου . γλαυκῆς |
' οὗ τὸ θαμέες γὰρ ἄκοντες . . . . ἄμαθος : ἡ ψάμμος : παρὰ τὸ ψάμαθος γίνεται ἀποβολῇ | ||
ἀμάθοιο βαθείης . παρὰ τὸ ψάμαθος καὶ ἀποβολῇ τοῦ ψ ἄμαθος . ἢ ἄμυθός τις οὖσα , τουτέστιν ἡ ἀνεπίγνωστος |
ὑποκειμένη θερμότης . Ὁ δὲ μαρασμός ἐστι πυρετὸς ἀδιάλειπτος , βληχρός , ἐκδαπανῶν καὶ καταμαραίνων τὰ στερεὰ τοῦ σώματος μόρια | ||
τὴν λέξιν ἐπὶ μὲν τοῦ ἀσθενοῦς ἀπὸ τοῦ βέβληται : βληχρός , ὁ καταβεβλημένος καὶ πεπτωκώς , ἀπὸ τῶν παλαιόντων |
οὐκ [ ἐγὼ ξυνέδηϲά ϲ ' , ἀλλ ' ὁ ξένοϲ ὁ τὸν κυκεῶ πιών [ . δίκαια [ ] | ||
] ? ! ? ? ' ωϲ ? ? ὁ ξένοϲ ! ! [ ! ! [ ] ! ! |
παρέκρουσε σμικρά . Πέμπτῃ , διαχωρήματα πλείω , μέλανα , ἔπαφρα : ὑπόστασις μέλαινα διαχωρήμασιν : νύκτα οὐχ ὕπνωσεν : | ||
πολλά τε καὶ ἀθρόα καὶ μετὰ πνευμάτων καί ποτε καὶ ἔπαφρα , πιμελώδη τε καὶ αἱματώδη φαίνεται συναναμεμιγμένα τοῖς διαχωρήμασι |
ἔφηβοι μέλλοντες ἐξιέναι εἰς πόλεμον . ; ἱέρεια γέγονεν ἡ Ἄγραυλος Ἀθηνᾶς , ὥς φησιν Φιλόχορος . , , . | ||
; , , . . . . . , : Ἄγραυλος καὶ Ἕρση καὶ Πάνδροσος θυγατέρες Κέκροπος , ὥς φησιν |
ὀδόντας ἰσχυρῶς ὑπολανθάνοντας . ἦν δὲ ἄρα δηκτικὸν καὶ ὁ ὀσμύλος καὶ ὁ πολύπους : καὶ δάκοι μὲν ἂν οὗτος | ||
δ ' ἐστὶ πολυπόδων ἑλεδώνη , πολυποδίνη , βολβοτίνη , ὀσμύλος , φησὶν Ἀριστοτέλης καὶ Σπεύσιππος . Ἀριστοτέλης δ ' |
κάτω χρηστότατα τὰ δ ' ὑπὲρ γῆς φαῦλα καθάπερ ὅταν ἀμμώδης ἢ κεραμὶς ἢ κατακεκαυμένη τις τυγχάνῃ : ῥίζωσιν γὰρ | ||
λέγει . . Λίβυσσαν ψάμμον εἰς τὴν Λιβύην περιφραστικῶς : ἀμμώδης γὰρ ἡ Λιβύη καὶ ἐκκεκαυμένη θάλπει ἡλίου . τὸ |
ἐστὶ καὶ ἀτάκτως κενοῦνται διὰ τὸν ἐρεθισμόν , αὗται δὲ εὔφοροί εἰσι πρὸς συνουσίαν καὶ ξηρότεραι τῷ παντὶ σώματι . | ||
. εὐφόρων δὲ λέγει πόνων , ἐπεὶ οἱ τοιοῦτοι πόνοι εὔφοροί εἰσι διὰ τὰ ἆθλα . ἢ εὐφρόνων ἵπποις , |
φησί , εὔχυλος , πολύχυλος , γλίσχρος , δυσφθαρτός , πολύτροφος , οὐρητικός . τὰ δὲ πρὸς τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ | ||
τε πουλύπουν ἰχθῦς θ ' ἁδρούς . ἡ δὲ πηλαμὺς πολύτροφος μέν ἐστι καὶ βαρεῖα , οὐρητικὴ δὲ καὶ δύσπεπτος |
Ἄμασιν τοῦτο ἔλεγον . ἄλλοι δὲ ἐπὶ τῶν σπανίων . Γαλῆ Ταρτησία : ὡς μεγάλων ἐκεῖ γινομένων . Γαλῇ χιτών | ||
τρίτον ἐκείνων ἀλλὰ κατ ' ἰδίαν Φιλάληθες ἢ Ἐνόδιον . Γαλῆ δὲ γυναῖκα σημαίνει πανοῦργον καὶ κακότροπον καὶ δίκην : |
τι ἂν πάθωσι λύπης τε καὶ ἀνίας εἰσὶ σημαντικοί . Πρόβατα [ δὲ καὶ αἶγες ] , ὡς μὲν οἱ | ||
ἰσημερίας τὸ ἔμπαλιν ἀναπαύεται καὶ κατὰ τῆς δεξιᾶς κεῖται . Πρόβατα δέ φασιν ἐν τῷ Πόντῳ γίνεσθαι καὶ αὐτά γε |
τῆς οἰμωγῆς ἀνάγεσθαι καὶ αὔξεσθαι μέλλει : λυπηθεῖσα : ὦ κατάρατοι παῖδες : ἑωρακυῖα τοὺς παῖδας εἰσιόντας ἅμα τῷ παιδαγωγῷ | ||
κακίαν ἐπάσχετε ; οἰκτροὶ ἦσαν τὰ κακὰ φόβῳ ἀνεχόμενοι , κατάρατοι δ ' ὑμεῖς ἐπιτάττοντες τὰ χείρω : καὶ τότε |
ἔχειν . καὶ ἴσως συνέδραμε τῷ μάγειρος , αἴγειρος , πέπειρος , ὄνειρος . . Ψ : καλαύροπα παρὰ τὸ | ||
πέπειρος καρπός , γλυκυσίδης ἡ ῥίζα , ἐλαίας καρπὸς ὁ πέπειρος , ζύμη , ἠρύγγιον , ῥητῖναι πᾶσαι , σόγχος |
: μεγάλη γὰρ ἰσχὺς καὶ προθυμία αὐτοῖς ἦν καὶ χεῖρες ἀπροσπέλαστοι ἀπὸ τῶν ὤμων αὐτῶν ὑπῆρχον σὺν τοῖς λοιποῖς μέλεσιν | ||
οὐδὲν ὁμοῖοι : διὰ τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος . Ἄπλατοι : ἀπροσπέλαστοι ἀπὸ τοῦ α τοῦ κατὰ πολὺ καὶ τοῦ πελάω |
τὸ πεποικίλθαι τοῖς ἄστροις . φάος ] τὴν ἡμέραν . ποικιλείμων ] ποικιλολείμων τις οὖσα καὶ ποικιλείμων , ἢ ἡ | ||
ποικιλείμων ] Ἡ καλλωπιζομένη τοῖς ἄστροις ὥσπερ λειμών . : ποικιλείμων ] Ὡς ἱμάτιον ἐνδεδυμένη τὰ ἄστρα , καλλωπιζομένη τοῖς |
πρὸ αὐτῆς . Τεύκριος : πόα ῥαβδοειδὴς παρέοικε χαμαίδρυϊ , λεπτόφυλλος , ἔχουσα ἐρεβίνθῳ τὸ πέταλον ὅμοιον . φύεται δὲ | ||
τοῖς προσθέτοις ἐστὶ πήγανον λεῖον μετὰ μέλιτος ἢ κόνυζα ἡ λεπτόφυλλος καλουμένη ἢ σταφὶς χωρὶς τῶν γιγάρτων λεία μετὰ νίτρου |
] πέμματος εἶδος . τινὲς δὲ ἄζυμα , Εὐριπίδης δὲ πεπτά . παίζει τὸ “ ἐλατῆρος ” εἰπὼν διὰ τὴν | ||
δὲ πέμματος εἶδος . τινὲς μὲν ἄζυμα , τινὲς δὲ πεπτά , ὧν εἷς καὶ Εὐριπίδης . ἔπαιξε δὲ τοῖς |
Νίσα τόπος ἐστὶν ἐν Ἐρυθρᾷ κείμενος ] . ἰχθυόκεντρον : τρίαινα , ᾗ ἐπὶ μεγάλων ἰχθύων χρῶνται . Καδμεία νίκη | ||
οἰκήματα ἐπὶ τῆς γῆς [ καὶ αὐτοῦ δέοντος ] . τρίαινα δ ' αὐτοῦ φόρημά ἐστι πότερον ἐπεὶ χρῶνται αὐτῇ |
. ἀπὸ τοῦ ἵστημι στήσω , καὶ τοῦ εὔω τὸ φλογίζω , ὁ ἐν τῷ ἵστασθαι φλογιζόμενος . Ἀττικὴ ἡ | ||
ΑΥΣΤΑΛΕΗ . Ἡ κατάξηρος , ἀπὸ τοῦ εὕω εὕσω τὸ φλογίζω . Εὐσταλέα καὶ αὐσταλέα τροπῇ Δωρικῇ τοῦ έ εἰς |
ἀνύσω : ἀγασάμενοι , παρὰ τὸ ἀγάζω τὸ θαυμάζω : ἁλκυὼν παρὰ τὸ ἐν ἁλὶ κύειν : ἄγχειν παρὰ τὸ | ||
ὑποθερμαῖνον τὸ μάραθον καθαίρει , καὶ ὀξυωπέστερον ἀποφαίνει . Ἡ ἁλκυὼν ὅταν αἴσθηται ἑαυτῆς κυούσης , τηνικαῦτά τοι ἐς τὴν |
ἀπὸ τῶν αὐτῶν σημείων γίνονται . ἀλλ ' οἱ μὲν ἀγριώτερα ἤθη , οἱ δὲ ἡμερώτερα ἔχουσι καὶ σώφρονες ὁμοίως | ||
* ὅτε γὰρ θηλάζουσι τὰ θηρία , φυλακῇ τῶν τέκνων ἀγριώτερα γίνονται . ἢ οὕτω : τῆς ἄρκτου τῆς θηλασάσης |
Μῆτις : μηχανὴ , βουλή . φορβήν : τροφήν : φορβὴ ἡ τροφὴ ἀπὸ τοῦ φέρειν , ἤως συνιστάνειν τὸν | ||
. φερβομένης δὲ λέγει , οὐ τρεφομένης , ὥσπερ καὶ φορβὴ ἡ τροφὴ , ἀλλὰ μειουμένης καὶ νεμομένης καὶ ἀπολλυμένης |
φύλλων ἴσα . Ἀπόστημά ἐστι φθορὰ καὶ μεταβολὴ σαρκῶν ἤτοι σαρκωδῶν , οἷον μυῶν , νεύρων , φλεβῶν , ἀρτηριῶν | ||
συνδέσμων τε καὶ τενόντων , ἐπὶ μέντοι σπληνὸς ἢ τῶν σαρκωδῶν μορίων τοῦ μυὸς σκιρρουμένων ἀκίνδυνος ἡ χρῆσις . ὥσπερ |
μαρνάμενον σφετέρης γενεῆς ὕπερ : οὐδ ' ὅ γε πυκνῆς χερμάδος ἱπταμένης οὐδ ' αἰγανέης ἀλεγίζει , ἀλλ ' αὔτως | ||
τρυπῶ ἢ παρὰ τὸ γρῶ τὸ ἐσθίω . × . χερμάδος πέτρας . καὶ γρώνη καὶ χερμὰς πέτρα , ἐν |
τὸν ποιμένα δεῖ ἐπιμελεῖσθαι , ὅπως σῶαί τε ἔσονται αἱ οἶες καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἕξουσι καί , οὗ ἕνεκα τρέφονται | ||
ἐπὶ πλεῖον ἔσεσθαι τὸν χειμῶνα δηλοῦσι . καὶ αἶγες καὶ οἶες ὀχευθεῖσαι , καὶ πάλιν ὀχεύεσθαι βουλόμεναι μακρότερον σημαίνουσι χειμῶνα |
Εἰ τὸ τρέφειν πώγωνα δοκεῖς σοφίαν περιποιεῖν , καὶ τράγος εὐπώγων αἶψ ' ὅλος ἐστὶ Πλάτων . Εἰ ταχὺς εἰς | ||
] φάραγγος ὠιήθην ? [ μακρῆς , ὀ δ ' εὐπώγων [ ] τε κεὔκερως [ . ἐπεὶ δὲ δὴ |
εὐκατέργαστοι , ἑφθαὶ δὲ ποσῶς εὔστομοι . αἱ δὲ πίνναι οὐρητικαὶ , τρόφιμοι , δύσπεπτοι , δυσανάδοτοι . ἐοίκασι δ | ||
μὲν οὖν δύσπεπτον αὐταῖς ὁμοίως ὑπάρχει ταῖς ἄλλαις ῥίζαις : οὐρητικαὶ δ ' εἰσί , καὶ εἰ πλεονάζοι τις αὐτῶν |
πόληος νῶθ ' ἵππων ἐπιβάντες ἐθύνεον . οἱ δ ' ἀροτῆρες ἤρεικον χθόνα δῖαν , ἐπιστολάδην δὲ χιτῶνας ἐστάλατ ' | ||
Ὁμοία τῇ , Πολλοὶ βουκένται , παῦροι δέ τε γῆς ἀροτῆρες . Προφάσεως δεῖται μόνον ἡ πονηρία : Παρθένος τὰ |
κάτα τυμβοχόησα ἢ ὕκην ἢ ἵππον ἢ ὃν κίχλην καλέουσιν πιπὼ ] παιπαλέη ? τῆι τε πτερὰ [ – ˘˘ | ||
τὸ κῆτος πιποῦς δὲ ὄρνεον μικρὸν θαλάσσιον εὐειδές . * πιπὼ ὄρνεόν ἐστι θαλάσσιον εὐπρεπές , νῦν δὲ τὴν Ἡσιόνην |
. αὐτοῖσιν ἡμῖν κάρτα προσφερὴς ἰδεῖν . μῶν οὖν Ὀρέστου κρύβδα δῶρον ἦν τόδε ; μάλιστ ' ἐκείνου βοστρύχοις προσείδεται | ||
ὡσείτε φθιμένου δνοφερόν ἐν δώμασι θηκάμενοι μίγα κωκυτῷ γυναικῶν , κρύβδα πέμπον σπαργάνοις ἐν πορφυρέοις , νυκτὶ κοινάσαντες ὁδόν , |
δὲ βραχέαι , μᾶλλον δὲ νυκταλώπων . κυνάγχαι δὲ καὶ παραπληγικὰ ἢ σκληρὰ καὶ ξηρὰ ἢ σμικρὰ καὶ ὀλιγάκις ἀνάγουσαι | ||
πόνος : σκληρόταται δὲ καὶ βιαιόταται , αἱ ἐς τὰ παραπληγικὰ ἄγουσαι . Πάντα δὲ ταῦτα ἐπὶ τῇσιν ὑποστροφῇσιν ἐγένετο |
φθόνος ἥπτετο αὐτοῦ , καὶ ἔλεγε ” μακάριος Χαιρέας , εὐτυχέστερος ἐμοῦ . “ Ἐπεὶ δὲ ἅλις ἦν τῶν διηγημάτων | ||
παρατάξεως ἐξιὼν οὐκ ἐπειράθη , τί δύναται πολεμίων σίδηρος . εὐτυχέστερος μὲν ἴσως Ἀριστομένης , ἀγαθώτερος δ ' ἡμῶν οὐκ |
, μὴ ψαύῃ δὲ τῆς κεφαλῆς ἡ πνὶξ , ἐσθιέτω πουλύποδας ἑφθοὺς , καὶ οἶνον πινέτω μέλανα εὐώδεα ἄκρητον ὡς | ||
ἰχθὺν παρεισεκύκλησεν οὐδ ' ὁρώμενον , λάχανον , τάριχος , πουλύποδας , χόνδρον , μέλι . ὡς πολὺ δὲ διὰ |
δισυλλάβως . ὄμφακας βλέπειν : οἷον αὐστηρὸν καὶ δριμύ , ὄμφακες γὰρ τὰ ἄωρα τῶν βοτρύων καὶ ὄξινα . ὄζειν | ||
πέρι γλῶχες τελέθουσι τούς τε θέρει σπείρουσιν , ὅτ ' ὄμφακες αἰόλλονται , οἷα Διώνυσος δῶκ ' ἀνδράσι χάρμα καὶ |
, τὰ δ ' ἄλλα ζῷα οὐκέτι . μόνη γυνὴ ἐπαμφοτερίζει : καὶ γὰρ μονοτόκος καὶ διδυμοτόκος καὶ πολυτόκος . | ||
ὁ Ἱπποκράτης εὑρίσκει τὰ τοιαῦτα σημεῖα διαφόρως λαμβανόμενα , καὶ ἐπαμφοτερίζει : κλεῖς γὰρ καὶ φλέβες , περιφανέες . ἀλλ |
. Ἀλλ ' ἄνοιγε τὴν θύραν . Ἀτταταῖ ἀτταταῖ , στυγερὰ τάδε γε κρυερὰ πάθεα : τάλας ἐγώ . Διόλλυμαι | ||
πολὺς ἔνδηλος ἐν σοὶ πάντα χὠ μητρὸς πατήρ λάθα Πιερίσιν στυγερὰ κἀνήρατος : ὦ δύνασις θνατοῖς εὐποτμοτάτα μελέων , ἀνέχουσα |
στίλβω στιλπνός , ὡς τέρπω τερπνός . . , : στραβός : παρὰ τὸ στρέφω , τροπῇ τοῦ ε εἰς | ||
στρεβλός : ὁ διάστροφος τοὺς ὀφθαλμούς , ἀλλ ' οὐχὶ στραβός . σφαιρομαχεῖν : τὸ τὰς σφαῖρας περιδονούμενον διαμάχεσθαι . |
τῆς Βαλήτου . Οἱ οἰκοῦντες Βρέττιοι , καὶ ἡ χώρα Βρεττία , καὶ ἡ γλῶσσα . Ἀντίοχος δὲ τὴν Ἰταλίαν | ||
: ἀπὸ * * * Κελτοῦς τῆς Βρεττάνου θυγατρός . Βρεττία δὲ νῆσος ἐν τῷ Ἀδρίᾳ ποταμὸν ἔχουσα Βρέττιον : |
διατιθέμενα . χρηϲτέον οὖν ἐπὶ τῶν ἄρθρων καὶ τοῖϲ μᾶλλον ξηραίνουϲιν . Ἀκίδαϲ καὶ καλάμουϲ , ἔτι δὲ ϲκόλοπαϲ καὶ | ||
δύναμιν ἐπικρατοῦϲαν ἔχουϲι , δι ' ἣν ψύχουϲί τε καὶ ξηραίνουϲιν . ἀλλ ' αἱ μὲν γλυκεῖαι τῶν ἄλλων ἧϲϲον |
τῆς σφύρας . βάλλε : ἔκρουσε . ὅσση δ ' εἰαρινοῦ : ὅσον ἐστὶ διάστημα ἐαρινῆς ἡμέρας καὶ ὥρας : | ||
δ ' ὁπότ ' ἀπτήνεσσι φέρῃ βόσιν ὀρταλίχοισι μήτηρ , εἰαρινοῦ ζεφύρου πρωτάγγελος ὄρνις , οἱ δ ' ἁπαλὸν τρύζοντες |
τευθίς : αὕτη δὲ καριδοῖ τὸ σῶμα καμπύλη τ ' ἄγκυρά τέ ἐστιν ἄντικρυς τοῦ σώματος φησί που Ἀναξανδρίδης : | ||
τοῦ πράγματος . Ἱερὰ ἄγκυρα : ἡ μεγάλη βοήθεια . ἄγκυρά ἐστιν ἐν τῇ νηῒ ἱερὰ καλουμένη , καὶ ὅτε |
καὶ τὸν ὅλον ὄγκον σείσωσιν ἐκ ταύτης , ὁ μὲν σαρκώδης τόπος ἅπας ἐκπίπτει θρυπτόμενος διὰ τὴν εἰρημένην θερμασίαν : | ||
, καλεῖται δὲ χύμωσις ἡ ἐπὶ τῷ κερατοειδεῖ ἐρυθρὰ καὶ σαρκώδης φλεγμονὴ , σάρκας μυῶν ἐπιμελῶς λεάνας , καὶ προσβαλὼν |
ἀπανθίζειν ἐπεχείρει τοὺς Φρύγας Ἀχιλλεύς . . , . ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : , . . , . | ||
: οἷον οὐδὲ τὸ βραχύτατον . πανταχοῦ χρῶ . ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ |
δεῖ διεξελθεῖν , ἀλλ ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἀναμνησθῆναι , ὅτι Τῆνος μὲν καταληφθεῖσα ὑπ ' Ἀλεξάνδρου ἐξηνδραποδίσθη , Μιλτοκύθης δὲ | ||
Δῆλος , Νάξος , Σίφνος , Κέως , Μύκωνος , Τῆνος , Κύθνος , Ἄμοργος , Σέριφος : κατὰ δέ |
. δάπητες : ἐπιβόλαια ἢ στρώματα . οὕτως Ἀριστοφάνης . δάπιδες : στρώματα ἄττα . Φερεκράτης : ὁ χορὸς δ | ||
τόνον . ἑπέσθω δὲ τῇ κλίνῃ τυλεῖα , κνέφαλλα , δάπιδες , τάπητες ἀμφιτάπητες : Δίφιλος γοῦν φησὶν ἐν Κιθαρῳδῷ |
, ὕστερον δὲ , τοῦ πάθους ἐπικρατοῦντος , καὶ ἡ ἄπνοια ἕπεται . ταῖς δὲ πνίξεσιν , ἃς καὶ ἀναδρομὰς | ||
καί τι περὶ ταῦτα τὰ μόρια πάθος , ἡ ὑστερικὴ ἄπνοια . λέγεται καὶ γυναικεῖον ἔργον , οὐ περὶ ἁφῆς |
καὶ τὰς ἠϊόνας . ἐκκυμαινομένων γὰρ τῶν σωμάτων βαρεῖα καὶ δυσώδης προσπίπτουσα καὶ τοῖς ἔτι ἐρρωμένοις ἡ τοῦ πνεύματος ἀποφορὰ | ||
τὸ δὲ ἆσθμα αὐτοῦ ἀθρόον συνάγεται , καὶ ἡ ἀναπνοὴ δυσώδης ἐστίν ἐκφέρεται ] ἐξέρχεται ἐχθρὸν ὄδωδεν ] κακῶς , |
τὴν Θάμαρ ἐκ Μεσοποταμίας , θυγατέρα Ἀράμ . Ἦν δὲ Ἦρ πονηρός , καὶ ἠπορεῖτο περὶ τῆς Θάμαρ , ὅτι | ||
πεντακόσια , ἕως ὅτε κατήλθομεν εἰς Αἴγυπτον . Μετὰ ταῦτα Ἦρ ὁ υἱός μου ἄγεται τὴν Θάμαρ ἐκ Μεσοποταμίας , |
τε μῆλον , ὅ τ ' ἀργιλώδεσιν ὄχθαις πορφύρεον ἐλαχείῃ ἐνιτρέφεται Σιδόεντι . Χρειὼ πάντ ' ἐδίδαξε : τί δ | ||
εὐμενέται βασιλῆες , Ὀλύμπια τείχεα γαίης . Κήτεα μεσσοπόροις μὲν ἐνιτρέφεται πελάγεσσι πλεῖστά τε καὶ περίμετρα : τὰ δ ' |
ὅτι ἐπειγομένη τυφλὰ τίκτει . ἔστι δὲ καὶ εἶδος ὀρνέου ἀκαλανθίς . 〚 καὶ φρυγίλῳ : Ἡ τρίτη περίοδος κώλων | ||
| κολυμβίς | ΐυγξ | κεγχρίς κίσσα | χλωρίς | ἀκαλανθίς | νῆσσα | πιπώ | δρακοντίς νυκτερίς | γλαῦξ |
δὲ τῶν εἰρημένων ὀνόματα , ἀπὸ μὲν γαστρὸς γαστρίς , γαστρίμαργος , γαστροβόρος , προγάστωρ , γαστρισμός . γαστρίζειν οὐ | ||
τρέφειν καὶ ὄρνεις φασιανούς . κωμῳδεῖται γὰρ ὁ Λεωγόρας ὡς γαστρίμαργος ὑπὸ Πλάτωνος ἐν Περιαλγεῖ . Μνησίμαχος δ ' ἐν |
ἀμφί . ἀμφί : ἀμφοτέρωθεν . Καταΐγδην : συντόμως . ἐλόωντες : τύπτοντες . Λέλησται : ἐπιλάθεται . Γενύεσσι : | ||
ἑξῆμαρ μὲν ἔπειτα ἐμοὶ ἐρίηρες ἑταῖροι δαίνυντ ' Ἠελίοιο βοῶν ἐλόωντες ἀρίστας : ἀλλ ' ὅτε δὴ ἕβδομον ἦμαρ ἐπὶ |
ἢ τῇ περιουσίᾳ τοῦ ναυτικοῦ ἰσχύοντες . καὶ νῦν οὔτε ἀνέλπιστοί πω μᾶλλον Πελοποννήσιοι ἐς ἡμᾶς ἐγένοντο , εἴ τε | ||
ὑπολιπόντας „ τὴν ἀρχήν : τῶν Ἑλλήνων δηλονότι . οὔτε ἀνέλπιστοί πω . . . : οὐδὲν μᾶλλον ἀπηλπίκασι Πελοποννήσιοι |
Τὰ εἰς Η λήγοντα προηγουμένου τοῦ Σ βαρύνεται : ἄση κόρση Μέσση . τὸ λισσή ὀξύνεται καὶ τὰ τῶν δήμων | ||
τὴν ἁφὴν παλλόμενοι . κορσωτὴρ ὁ τὰς τρίχας ἀποκείρων : κόρση ἡ κεφαλή . Τῆς κεφαλῆς εἰσιν ἓξ ὀστᾶ : |
ὡστ ' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδε πηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ δι ' ἐνιαυτοῦ ὅτου | ||
' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδ ' ὁπηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . . . . . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ |
καὶ ἤν πῃ τοῦ ἥπατοϲ ἢ τῆϲ κοιλίηϲ κατὰ ϲτόμα ἐντάϲιεϲ ἢ φλεγμαϲίαι ἔωϲι , ϲικύην προϲβάλλοντα ἐντάμνειν : καὶ | ||
τὸ αἰδοῖον ξὺν ἐπιθυμίῃ καὶ λύπῃ ἀφροδιϲίων ἔργων πρήξιοϲ . ἐντάϲιεϲ δὲ γεννῶνται ϲπαϲμώδεεϲ , οὐδαμὰ πρηϋνόμεναι : ἀλλὰ καὶ |
οἴνου πινόμενον . Ὑποστρώματα προφυλακτικά . Ὑποστρωννύμενα δὲ ταῖς κοίταις ἄγνος , ἀβρότονον , ἔχιον , καλαμίνθη , κόνυζα , | ||
ὄφεις ἡ ἔνδροσός τε καὶ νοτερὰ καλαμίνθη φασὶ καὶ ὁ ἄγνος . τοῦτόν τοι καὶ ἐν Θεσμοφορίοις ἐν ταῖς στιβάσι |