Θ . ἤγουν ὁ ἀφρὸς διὰ τὸ λευκόν . . ἔπεστ ' ἀνωτάτω : Ἐπάνω . Θ . ἐπάνω ὑπάρχει | ||
αὗται ποιοῦσι . Ταῖς μὲν ἄλλαις γὰρ χύτραις ἡ γραῦς ἔπεστ ' ἀνωτάτω , ταύτης δὲ νῦν τῆς γραὸς ἐπιπολῆς |
δ ' ἀνέρες ἀλκήεντες Αἴθοπες ἠνορέῃ πίσυνοι πίσυρες τελέουσι . πλεκτὰ σάκη τεύχουσιν ἐϋστρέπτοισι λύγοισι καρτερὰ καὶ πλευρῇσι περίδρομα , | ||
λέγει τὰ ὀξύβαφα , ἐξ ὧν τοὺς κύβους ἠφίεσαν : πλεκτὰ δὲ ⌈ ἦν Γ [ ἦσαν ] ⌈ καὶ |
καμφθέντα , ὀγκωθέντα , ἐπικαμφθέντα . Κυρτοῦνται : κάμπτονται . κυρτοῦται : ἐξογκοῦται . λύθρον : αἷμα , τὸ σεσημμένον | ||
: κολποῦται γὰρ ἡ παραλία , πλησιάζουσα δὲ τῇ Χαλκίδι κυρτοῦται πάλιν πρὸς τὴν ἤπειρον . Οὐ μόνον δὲ Μάκρις |
ἀεκαζομένη , ᾧ παρέκειτο ἐπίρρημα τὸ ἀεκαστί , ὡς ἰάζω ἰαστί , αἰολίζω αἰολιστί , δωρίζω δωριστί . τοῦτο ἐν | ||
ἐπιβουλευόμενον ὑπὸ πάντων ἀεί . αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις * κρούων ἰαστί . αἰσχρὸν δὲ κρίνειν τὰ καλὰ τῷ πολλῷ ψόφῳ |
μυρίκη , μυρρίνη : εἰ μὴ δάφνην καὶ μυρρίνην τοῖς ἐγκάρποις προσθετέον , ὧν ὁ καρπὸς τῆς μὲν δαφνίδες τῆς | ||
πάντα δὲ τρέφει , ἀλλὰ ἀποκρίνει τὰ ἄγοντα , τοῖς ἐγκάρποις δ ' ἐπῳάζει : καὶ ἐκ μὲν τούτων τοὺς |
εὐποροῦμεν , οὐδὲ μετρίως : ἐκ Κυΐνδων χρυσίον , Περσικαὶ στολαὶ δ ' ἐκεῖναι πορφυρᾶ τε στρώματα ἔνδον ἔστ ' | ||
. τινὲς δὲ γράφουσι στολάδας λέγουσι τὰ γουννία ὅτι ὥσπερ στολαὶ εἰσίν . . χαράδρας ] διῶρυξ πηλοῦ μεστή . |
τλήμων ἀγαί ἀλεκτορίς ἀλκηστής ἀμυντής ἀμφίκρανον ἀπαυλία βούπρῳρον ἐπιτάξ ἐριούνης εὐναία Ἥρυλλος ἡφαιστόδαπτα θεωρίδες καθηγητής καῦστις λικνοστεφεῖ λωπιστός μαγείαν μαδαγένειον | ||
; πάτερ Θέοινε , μαινάδων ζευκτήριε Ἥρα τελεία , Ζηνὸς εὐναία δάμαρ ἐναγώνιε Μαίας καὶ Διὸς Ἑρμᾶ οἵ τοι στεναγμοὶ |
ἠλίβατον ὕψος ἀνατείνουσαι , καὶ προσέτι ποταμὸς οὐδείς , οὐκ αὐθιγενής , οὐ χειμάρρους , οὐδεμία πηγή , σπαρτὸν οὐδὲν | ||
τὴν ἐπ ' ἐκείνοις γεγενημένην ἀπορρίπτω καὶ ἀποτίθεμαι ἡδονήν . αὐθιγενής : Ὅμηρος ἰθαγενής . σημαίνει δὲ τὸν γνήσιον καὶ |
τῷ τρίτῳ , ἀλλ ' ἐν μὲν τῷ δευτέρῳ πασῶν ὑφὲν τὰς κοινωνίας καὶ διαφορὰς λέγει ἐν δὲ τῷ τρίτῳ | ||
ἕν † φησιν , Ἡρόδοτος δὲ ἓξ καὶ τριάκοντα . ὑφὲν ὅλον . ὀρθροφοιτοσυκοφα - : παρὰ τὸ † ὀρθεύειν |
γὰρ τρί ' ἄττα ἐστὶν εἴδη ἐξ ὧν αἱ βάσεις πλέκονται , ὥσπερ ἐν τοῖς φθόγγοις τέτταρα , ὅθεν αἱ | ||
Ὁρᾷ ἄνδρας προσιόντας ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ . ἔνθα οἱ στέφανοι πλέκονται . ὡς διὰ τὴν εὐτέλειαν τοῦ μισθοῦ δικάζειν θελόντων |
, χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . Ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη , κισσίνοις χρυσοῖς κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας | ||
Νῖκαι χρυσᾶς ἔχουσαι πτέρυγας . ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη κισσίνοις διαχρύσοις κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας , |
δ ' ἂν πολύεργος ἀροτρεύς βουκαῖός τ ' ἀλέγοι καὶ ὀροιτύπος , εὖτε καθ ' ὕλην ἢ καὶ ἀροτρεύοντι βάλῃ | ||
δὲ ὑλοτόμος , καὶ ὕλη ὁ σύνδενδρος τόπος . * ὀροιτύπος : τύπτων ὄρη * εὖτε : ἡνίκα ὁπόταν * |
πατρὸς τυμβωρύχος : Οἷον τυμβωρύχου πατρός . 〚 ἐπειδὴ ὁ χθόνιος λέγεται μὲν καὶ ὁ γήϊνος : λέγεται δὲ καὶ | ||
' εἴη τελευτά ? . [ ] γετε ? χώρας χθόνιος ? ? μνοις ! ! ! ! ! ! |
Βούδορον καλούμενον κενάς : τῶν ἀνδρῶν δηλονότι . φρυκτοί : λαμπάδες πολεμίους δηλοῦσαι ʃ φρυκτοί εἰσι λαμπάδες τινὲς ἀπὸ ξύλων | ||
γένει τὸν Ἕλληνα κλητέον . καὶ δὴ δύ ' αὗται λαμπάδες ῥητορικῆς ἀνίσχουσιν , ἡ μὲν τὴν Εὐρώπην , ἡ |
λύεται , ὡς λέων βρυχᾶται , ὡς δένδρον ὀρθοῦται καὶ τέθηλεν . ἐθέλω δὲ ὑμῖν καὶ Πρωταγόρου λόγον τινὰ εἰπεῖν | ||
τὰς ἀναθυμιάσεις , ὑφ ' ὧν τὸ πνεῦμα τρέφεται καὶ τέθηλεν . Ὡς δὲ Νεῖλον Ὀσίριδος ἀπορροήν , οὕτως Ἴσιδος |
ἔχειν . καὶ ἴσως συνέδραμε τῷ μάγειρος , αἴγειρος , πέπειρος , ὄνειρος . . Ψ : καλαύροπα παρὰ τὸ | ||
πέπειρος καρπός , γλυκυσίδης ἡ ῥίζα , ἐλαίας καρπὸς ὁ πέπειρος , ζύμη , ἠρύγγιον , ῥητῖναι πᾶσαι , σόγχος |
Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε , εἰαριναί , λειμωνιάδες , πολυάνθεμοι , ἁγναί , παντόχροοι , πολύοδμοι ἐν ἀνθεμοειδέσι πνοιαῖς | ||
νικηταῖς γενομένοις ἐν τοῖς ἱεροῖς ἀγῶσιν , αἱ ὧραι αἱ πολυάνθεμοι , ἤτοι τὸ ἔαρ πολλὰ καὶ κατὰ πολὺ ἢ |
δὴ τοῖς ἐνδοτάτω , ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα : καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ ' | ||
χωρίοις τοῖς ἐν Ἰνδίᾳ ὄρη φασὶν εἶναι δύσβατά τε καὶ ἔνθηρα , καὶ ἔχειν ζῷα ὅσα καὶ ἡ καθ ' |
ἄξιον . οἷοι λαλοῦμεν ὄντες . ὦ τρισάθλιοι ἅπαντες οἱ φυσῶντες ἐφ ' ἑαυτοῖς μέγα : αὐτοὶ γὰρ οὐκ ἴσασιν | ||
δὲ τοὺς μέσους χοροὺς πρὸς τοὺς ἄκρους οἱ μὲν αὐληταὶ φυσῶντες ἀδιανόητα καὶ διαφέροντες τοὺς αὐλοὺς ἐπῆγον ἀνὰ μέρος ἐπ |
αι διφθόγγου γραφόμενα : τὸ γὰρ κύπαιρος Δωρικὸν ἀπὸ τοῦ κύπειρος γέγονεν τροπῇ τοῦ ε εἰς α , ὡς κατόγειος | ||
εἰρωνευόμενος δὲ λέγει . τηνεὶ ἀντὶ τοῦ ἐκεῖ . ὧδε κύπειρος : ἐνθάδε ταπεινὴ βοτάνη καὶ ἀναπεπταμένος ὁ ἀήρ , |
ἀπεφύσων . Ὀρθὰς δ ' αὔλακας ] * Τὸ ὀρθὰς αὔλακας πρὸς τὸ ἤλαυνε συναπτέον , τὸ δὲ ἐντανύσας διὰ | ||
. Πνέον ] Ἔπεμπον , ἀπεφύσων . Ὀρθὰς δ ' αὔλακας ] * Τὸ ὀρθὰς αὔλακας πρὸς τὸ ἤλαυνε συναπτέον |
δὲ οἱ ῥυθμοί , διαιρεῖται δὲ τὰ μέτρα , οὐχὶ βαίνεται . σύ τ ' , ὦ κράτος ἐν πολέμοις | ||
ὀκτώ , καὶ τὸ ἔπος δεκαεπτά , ἰσάριθμον τούτοις : βαίνεται δ ' ἐν μὲν τῶι δεξιῶι ἐννέα συλλαβαῖς , |
. ἔχετε δὲ τοὺς πώγωνας , οὓς εἴρητ ' ἔχειν πάσαισιν ὑμῖν , ὁπότε συλλεγοίμεθα ; νὴ τὴν Ἑκάτην , | ||
, ἐν Πάτραις , ἐν Σικελίᾳ , ἐν ταῖς πόλεσι πάσαισιν , ἐν ταῖς οἰκίαις πάσαις , ἐν ὑμῖν πᾶσιν |
, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ⌋ ὄλβος : ὀδμὰ δ ' ἐρατὸν κατὰ ⌋ χῶρον κίδναται ⌊ † | ||
. ἰδιοπεποιημένη ἡ φωνή . . τίς ἀχὼ , τίς ὀδμὰ ] ἴσως αἱ Ὠκεανίδες εὐωδίας ἔπνεον . αἰσθητὴ δὲ |
συκῆν . οὐκ ἔστι δὲ οὕτως , ἀλλ ' ἡ ἐρινεὸς εἶδός ἐστι συκῆς ἀπὸ Ἐρινεοῦ πόλεως Δωρικῆς † . | ||
καὶ τὰ ὑπὸ ταὐτὸ γένος , οἷον κότινος ἐλάας καὶ ἐρινεὸς συκῆς καὶ ἀχρὰς ἀπίου . πάντα γὰρ ταῦτα ὀζωδέστερα |
εἶχεν ἐξηρτημένον κώδωνα χρυσοῦν , περὶ δὲ τοὺς τραχήλους χλιδῶνας λιθοκολλήτους . ἡ μὲν οὖν ἁρμάμαξα , τοιαύτην ἔχουσα τὴν | ||
Σεμέλης θάλαμος , ἐν ᾧ ἔχουσαι χιτῶνας τινὲς διαχρύσους καὶ λιθοκολλήτους τῶν πολυτιμήτων . οὐκ ἄξιον δ ' ἦν παραλιπεῖν |
ἄπιοι , μιμαίκυλα , συκάμινα , ἄμπελοι , μυρσίναι , δάφναι , κισσὸς , ἐλαίαι , κότινοι , ἀμυγδαλαὶ , | ||
ἄλσος ἀμείβει , δένδρεσιν εὐθαλέεσσι κατάσκιον , ᾧ ἔνι πολλαί δάφναι τ ' ἠδὲ κράνειαι ἰδ ' εὐμήκεις πλατάνιστοι : |
μελίχλωρον : μελίχρουν καὶ οὐ λίαν μέλαιναν . ἁ γραπτὰ ὑάκινθος : τὴν γραπτὴν ὑάκινθόν φασιν ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ | ||
ὡσεὶ χιὼν καὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν ὡς πορφύρα καὶ ὡς ὑάκινθος ⌈ καὶ ὡσεὶ νήματα χρυσοῦ ⌉ καὶ ἦσαν διαδήματα |
τρεῖς : ἁ μὲν γάρ ἐντι ὕλα , ἁ δὲ μορφά , ἁ δὲ τὸ συναμφότερον ἐκ τούτων . ‖ | ||
δουλεύσω γραῦς , ὡς κηφήν , ἁ δειλαία , νεκροῦ μορφά , νεκύων ἀμενηνὸν ἄγαλμα , αἰαῖ αἰαῖ , τὰν |
ὁ κωμικός φησιν : ἤδη γάρ εἰμι μουσικώτερος τρύχνου . τύλη : τὸ ἐπὶ τῶν τενόντων αὐχενίων φῦμα . Ἀριστοφάνης | ||
ἡμίεκτον τέτταρες . οὐ μόνον δ ' ἡ κο - τύλη ὑγρῶν ἦν καὶ ξηρῶν μέτρον , ὡς πολλαχόθεν ἡ |
τοσοῦτον χρόνον , ὅσον ἂν ἀπόχρη ωὐτέοισι τοῖσι κτήνεσιν ὁ χόρτος : ὁκόταν δὲ μηκέτι , ἐς ἑτέρην χώρην μετέρχονται | ||
θεμέλη τῷ τοίχῳ ἀντὶ τοῦ ὑποτίθεται : καὶ ὑποβάλλεται ὁ χόρτος τῇ στρωμνῇ . προβάλλω τὸ εἰς τοὔμπροσθεν τίθημι , |
γε μὲν οὔ τις ἔριζε τάων ἃς θνηταὶ θνητοῖς τέκον εὐνηθεῖσαι . τῆς καὶ ἀπὸ κρῆθεν βλεφάρων τ ' ἄπο | ||
γε μὲν οὔ τις ἔριζε τάων ἃς θνηταὶ θνητοῖς τέκον εὐνηθεῖσαι . τῆς καὶ ἀπὸ κρῆθεν βλεφάρων τ ' ἄπο |
Ἱέρων αὐτῷ χρυσῆν κιθάραν ὑπέσχετο , ἵνα αὐτὸν ἀναμνήσῃ . Χρυσέα φόρμιγξ ] Χρυσῆ ὦ κιθάρα . Ἰοπλοκάμων ] Ἀνθηρὸν | ||
, Νηρέος εἰναλίου τε κόραι Νύμφαι τ ' ὀρείπλαγκτοι . Χρυσέα δὲ φόρμιγξ ἰαχήσειεν ἐπ ' εὐχαῖς ἡμετέραις : τελέως |
καὶ πολυτελεῖς στρωμναὶ καὶ χλανίδες , πολλαὶ δὲ σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ | ||
ποικιλτά , τὰ δὲ λευκά , πολλαὶ δὲ σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ |
” “ πῶς δαὶ τῶν ἄλλων Τρώων φυλακαί τε καὶ εὐναί ; ” δαΐζων διαιρῶν , διακόπτων . δειλός ἐπὶ | ||
σοφίης γὰρ ὅρος οὗτος . Ἀναξάρχου . Πολλαὶ κυνὸς ἄῤῥενος εὐναί : ἐπὶ τῶν κατωφερῶν εἰς τὰ ἀφροδίσια . Πολλὰ |
: παρὰ τὸ † ἀμορμεύειν πορεύεσθαι . . . . ἀμοιβηδίς : ἐκ τοῦ ἀμείβω ἀμοιβή καὶ ἀμοιβηδίς . σημαίνει | ||
. . . ἀμοιβηδίς : ἐκ τοῦ ἀμείβω ἀμοιβή καὶ ἀμοιβηδίς . σημαίνει δὲ τὸ ἐνηλλαγμένως , τὸ δὲ ἐπαμοιβός |
καὶ γὰρ πρότερον δὶς ἀνθρακίδων ἅλμην πιὼν κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς βάβαξ . σκαιὸς δέ τις κἀγροικός εἰμι τὴν | ||
λάλος . φλύαρος : † Ἀριστοφάνης : κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς βάβαξ . παρὰ τὸ βάζω βάξω βάξ , |
φησίν . χἁ στιβάς : ὑποστρώσομεν καὶ στιβάδα πήχεως . στιβάς : στρωμνὴ ἐπὶ τῆς γῆς ἐκ φύλλων πῆχυν ἔχουσα | ||
ἐνὶ δρυμοῖσι τὸν ἀνέρα μύρεο , Κύπρι : οὐκ ἀγαθὰ στιβάς ἐστιν Ἀδώνιδι φυλλὰς ἐρήμα . λέκτρον ἔχοι , Κυθέρεια |
σ καταλήγουσαν , διὰ τοῦ ι γράφονται : οἷον , κυπάρισσος : νάρκισσος : Μέλισσος : Κύρμισσος : Πόλισσος : | ||
γένηται . χαίρει δὲ μᾶλλον καθύγροις καὶ σκεπηνοῖς τόποις . κυπάρισσος δὲ ὁ ἄρρην ἄγονός ἐστιν . Μυρσίνη παῖς ἦν |
πάγοι αἱ ἐξοχαὶ τῶν πετρῶν καὶ τῶν ὀρῶν : “ σπιλάδες τε πάγοι τε . ” πάγχυ παντελῶς . παιδνός | ||
: αἱ κοιλάδες αἱ ὑπὸ τὰς πέτρας . σπήλυγγες : σπιλάδες . ἐβόμβεον : ἤχουν . ὅθεν καὶ βομβυλιὸς εἶδος |
ποτῶν , καὶ Πῖς ' Ἀγύλλης θ ' αἱ πολύρρηνοι νάπαι . σὺν δέ σφι μίξει φίλιον ἐχθρὸς ὢν στρατόν | ||
τέκε τέκνα καὶ αὐτίκα γίνετο μήτηρ . Αἴλινά μοι στοναχεῖτε νάπαι καὶ Δώριον ὕδωρ , καὶ ποταμοὶ κλαίοιτε τὸν ἱμερόεντα |
λήμαις καὶ πετήλοις ἐπάγεται , ἀλλὰ λήμαις ἴσαις κολοκύνταις καὶ πετήλοις νέοις , ὃ τὴν ἀνάγκην ἐποίησε τῆς ἐπαναλήψεως . | ||
Μήνης εὐφεγγέος αἰθροπολεύσης φύξιμον ἦμαρ ἕλῃσι , καὶ ἐν θαλεροῖσι πετήλοις πεπτηὼς ἀλέηται ἑὸν δηναιὸν ἄνακτα . Χηλῇσιν δ ' |
ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος , ὅλμος ἄτολμος . καὶ σκωπτόμενος ὑπὸ τῶν συμμαθητῶν ἠνέσχετο καὶ | ||
. εἶτα ἄροτρον , βωλοκόπος , σφῦρα , σκαλίς , ὅλμος , ὕπερον , κάρδοπος , ἡ καὶ θυΐα , |
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις | ||
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις |
Ἀγαμέμνονος κόρην ὑποκρινόμενος , ὁ δὲ εἰσιὼν τὴν Πλαγ - γόνα . οὐκοῦν ὁ μὲν εἰ τύχοι τὴν Φαίδραν οὐ | ||
γύναικες μιαρώταται λέπτοι δ ' ἄνδρες , ἐπεὶ κεφάλαν καὶ γόνα Σείριος ἄσδει πτερύγων δ ' ὔπα κακχέει λιγύραν ἀοίδαν |
θαμνομήκης ῥάβδος ἥ τ ' Αἰγυπτία βόσκει λινουλκὸς χλαῖνα θήραγρος πέδη εἰ δ ' ἐγὼ ὀρθὸς ἰδεῖν βίον ἀνέρος , | ||
εδη δισύλλαβα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , πέδη : Νέδη . Τὰ διὰ τοῦ ιδη δισύλλαβα διὰ |
τάπητες οἱ ἐκ θατέρου . ὑπαγκώνια στρώματα , περιστρώματα ὑποστρώματα ἐπιβλήματα , ἐφεστρίδες ἀμφιεστρίδες χλαῖναι , ἐπιβόλαια δάπιδες τάπιδες ψιλοδάπιδες | ||
ἐσθῆτες μὲν τραγικαὶ ποικίλονοὕτω γὰρ ἐκαλεῖτο ὁ χιτώντὰ δ ' ἐπιβλήματα ξυστίς , βατραχίς , χλανίς , χλαμὺς διάχρυσος , |
: γράφω γραμμός τρίβω τριμμός θλίβω θλιμμός . τὸ δὲ ἄμμος καὶ ψάμμος θηλυκά . ἔτι καὶ τὸ μνάμμος βαρύνεται | ||
“ χώσατο δ ' Ἕκτωρ . ” ψάμαθος ἡ παραθαλάσσιος ἄμμος . ψεδνή ἀραιά , μαδαρά , οἷον ἀπεψιλωμένη . |
τοῖς φυσικοῖς προβλήμασιν τοὺς περὶ τὴν φυτείαν τῆς κριθῆς γινομένους χλωρότερα ἴσχειν καὶ καταρροϊκὰ τὰ σώματα μᾶλλον ἢ περὶ τὸν | ||
ἔχον περὶ τὰς ῥάβδους ἐλαίᾳ παραπλήσια , πλατύτερα δὲ καὶ χλωρότερα : ἄνθη λευκά , βοτρυώδη , εὐώδη : σπέρμα |
, ὥς φησι Πορφύριος ἐν τῶι περὶ τῶν παραλελειμμένων τῶι ποιητῆι ὀνομάτων , κατὰ μὲν Ἀλκμᾶνα τὸν μελοποιὸν Ζευξίππη , | ||
, παρὰ Λαομέδοντι . . , . : Σοφοκλεῖ τῶι ποιητῆι ἐν Χίωι συνήντησα , ὅτε ἔπλει εἰς Λέσβον στρατηγός |
θάλασσά τε παμφανόωντα , καὶ θῆρες πτήσσουσιν , ὅταν κτύπος οὖας ἐσέλθηι : μαρμαίρει δὲ πρόσωπ ' αὐγαῖς , σμαραγεῖ | ||
χαίρουσιν ἐφ ' ἵπποις ὠτίδες , αἷσι τέθηλεν ἀεὶ λασιώτατον οὖας : ψιττακὸς αὖτε λύκος τε σὺν ἀλλήλοισι νέμονται : |
διὰ τί ποιητικοῖς ὀνόμασιν ἐχρήσατο : εἶπε γὰρ ὑπόπτερον , ἄρδεσθαι , δαῖτα , θοίνην καὶ ἄλλα πολλὰ τοιαῦτα . | ||
καλουμένη : τῆς δὲ χώρας τῆς Λακωνικῆς ἡ Βελεμίνα μάλιστα ἄρδεσθαι πέφυκεν , ἥντινα διοδεύει μὲν τοῦ Εὐρώτα τὸ ὕδωρ |
πέρδικες , ἀτταγῆνες , ἀλε - κτρυόνες , ἀλεκτορίδες , περιστεραὶ καὶ τῶν φασιανῶν ζώων πλῆθος καὶ τῶν στρουθῶν καὶ | ||
πάντως , τὸ δὲ δεύτερον θῆλυ . τίκτουσι δὲ αἱ περιστεραὶ κατὰ πᾶσαν ὥραν τοῦ ἔτους : ἔνθεν τοι καὶ |
ἐμῆς πατρίδος , τουτέστι τῶν Θηβῶν μήτηρ ἡ Μετώπη ἡ εὐανθής , ἤγουν ἡ φαιδρά , ἡ τῆς Στυμφαλίδος θυγάτηρ | ||
ὑγρά , περιρρέουσα , στιλπνή στίλβουσα , εὔχρως , ἀνθοῦσα εὐανθής πολυανθής , ποικίλη παμποίκιλος πολύμορφος , πορφυρᾶ , ἁλουργίς |
τὸ Α : Ἠλέκτρα ποτίστρα καλύπτρα ἐνέδρα . σεσημείωται τὸ Τάναγρα καὶ σκολόπενδρα . Τὰ διὰ τοῦ ΑΙΑ παρώνυμα ἐκτείνει | ||
τῷ ἐκ Θηβῶν εἰς * Ἄργος ἀνιόντι ἐν ἀριστερᾷ ἡ Τάναγρα κ . . . ἐν δεξιᾷ κεῖται : καὶ |
φονέως μεμνημένος : σὺ γάρ με μόχθῳ τῷδ ' ἔθηκας ἔντροφον , σύ μ ' ἐξέωσας , ἐκ σέθεν δ | ||
! ! ! ! ! ! ! ] Ἄραψειν , ἔντροφον ? [ ] [ ! ! Τρωγλοδύταις ] , |
μεθυστάδες γάμων μοναστραβὴς ὄχος νεόφθιτος κόρη χρόνου πολλοῦ νόστον προμαθόντες ὅδιος οἰωνός ὁμόπαιδα κάσιν Κασάνδρας ὀρείοις ποσί ὀρσίπους βοή ὁσίους | ||
, φησίν , ἀσφαλές ἐστιν εἰς τὸ εὖ ποιεῖν . ὅδιος γὰρ ὁ θεός . σέβει . . . τύχηι |
Ι κατ ' ἀρχὴν πρὸ τοῦ Τ συστέλλεται : ἴτυς ἰτέα , [ ἴτριον ] . Ἴτωνά τε καὶ ἴτεαι | ||
ἐκπεσὸν ὑπὸ χειμῶνος ἀνέστη πάλιν αὐτόματον ὥσπερ ἐν Φιλίπποις μὲν ἰτέα , ἐν δὲ Ἀντάνδρῳ πλάτανος καὶ τῆς μὲν οὐδὲν |
ἄλλας , ἔστ ' ἂν ὁ χειμὼν μένῃ καὶ ὁ κιττὸς μὴ λείπῃ . Ὁ δὲ ἀπῄει , φιλήσας αὐτοὺς | ||
ἁπαλὴ τὴν γένυν καὶ πυρσὴ τὰς κόμας , ἃς οὔτε κιττὸς ἤρεψεν οὔτε σμίλακος ἢ ἀμπέλου κλῆμα οὔτε αὐλὸς ἔσεισέ |
ὁμοίως δὲ οὐδὲ τῶν ἄλλων οὐθέν , οἷον εἰ ὁ οὐδὸς θέσει , οὐκ ἐκ τοῦ οὐδοῦ ἡ θέσις ἀλλὰ | ||
οἱ ὄφεις εἰς τὸ χωρῆσαι τὸ σῶμα ὥσπερ ἔλυτρον : οὐδὸς δ ' ἀμφοτέρους ὅδε χείσεται . . . πύργῳ |
ἐστι : καί : οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . Ἀχνυμένη σκυτάλη : ἐπὶ τῶν λυπρὰς ἀγγελίας ἀγγελλόντων . ἔθος γὰρ | ||
* χυτόν : ὑγρόν , χλωρόν * περιβόσκεται : ἡ σκυτάλη * ἔρνος : κλάδον , φύλλον φυτόν , κλάδον |
οὐκ ὀλίγος δὲ χρυσὸς διηρπάζετο , πολλαὶ δὲ καὶ πολυτελεῖς ἐσθῆτες , αἱ μὲν θαλασσίαις πορφύραις , αἱ δὲ χρυσοῖς | ||
ἐν Πέρσαις δὲ τοῖς οἴκοι καὶ νῦν ἔτι πολὺ καὶ ἐσθῆτες φαυλότεραι καὶ δίαιται εὐτελέστεραι : ὁρῶν δὴ τὸν κόσμον |
ἀνδράχνη καὶ ψύλλιον ὅ τε ἀπὸ τῶν τελμάτων φακὸς καὶ κοτυληδὼν στρύχνον τε καὶ ὑοσκύαμος καὶ θριδακίνη καὶ γλαύκιον αἵ | ||
ἀνδράχνη καὶ ψύλλιον ὅ τε ἀπὸ τῶν τελμάτων φακὸς καὶ κοτυληδὼν στρύχνον τε καὶ ὑοσκύαμος καὶ θριδακίνη καὶ τεῦτλον καὶ |
κόιλαι τε κατ ' ἀσπίδες βεβλημέναι . πὰρ δὲ Χαλκιδικαὶ σπάθαι , πὰρ δὲ ζώματα πολλὰ καὶ κυπαττίδες . τῶν | ||
ὀπίσω τοῦ μηροῦ διαφορᾶς τέτακται : εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι σπάθαι ἐν ὀργάνοις τισὶ πρὸς ἄλλας μοχλείας κατεσκευασμέναι . ῥίζαι |
καλῶς ⌈ καὶ ἐμμελῶς . κελαδούντων . καὶ ᾀδόντων . ἐρεθίσματα ] παροξύσματα καὶ αἱ τραγῳδίαι , παρακινήσεις , διεγέρσεις | ||
ὅμοιον τῷ ιδʹ : τὸ ιεʹ ” εὐκελάδων τε χορῶν ἐρεθίσματα “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ιεʹ : τὸ ιϚʹ ” |
τῶν γὰρ φιλτάτων τινὰ ἐπιδεῖν ἀποθανόντα σημαίνει . Λάροι καὶ αἴθυιαι καὶ ὅσα ἐστὶν ἄλλα ὄρνεα θαλάσσια τοὺς πλέοντας εἰς | ||
εἰληδὰ φέρονται . Πολλάκι δ ' ἀγριάδες νῆσσαι ἢ εἰναλιδῖναι αἴθυιαι χερσαῖα τινάσσονται πτερύγεσσιν : ἢ νεφέλη ὄρεος μηκύνεται ἐν |
δὲ προσθετέα φελλοί , κάλαμοι , ῥάβδοι , κάμαξ , ὁρμιά , ἄγκιστρα ἀγκίστρια ἀκιδωτά , τρίχες , λίνα , | ||
δεξιά : σποδιά : ῥοδονιά : ἱμονιὰ τὸ ἀντλητήριον : ὁρμιά : σεσημείωται διὰ τῆς ει διφθόγγου γραφόμενα : τὸ |
μόνος ψυκτῆρα , κύαθον , κυμβία , ῥυτὰ τέτταρα , ἡδυποτίδας τρεῖς , ἠθμὸν ἀργυροῦν . Κρατῆρες , κάδοι , | ||
Κρατῖνος δ ' ὁ νεώτερός φησι : παρ ' Ἀρχεφῶντος ἡδυποτίδας δώδεκα . ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ . Πείσανδρος ἐν δευτέρῳ Ἡρακλείας τὸ |
Χάριτές τ ' ἔλαχον καὶ ἐύφρονες Ὧραι μοῖραν καὶ Διόνυσος ἐρίβρομος , οἵπερ ἔτευξαν . τοῖς δ ' ἔπι Κυπρογένεια | ||
Χάριτές τ ' ἔλαχον καὶ ἐύφρονες Ὧραι μοῖραν καὶ Διόνυσος ἐρίβρομος , οἵπερ ἔτευξαν . τοῖς δ ' ἔπι Κυπρογένεια |
ἀρτηρίας . κωνοειδὴς τῷ σχήματι , ὑποπίμελος , ἐξ ἧς ἐκπεφύκασιν ἀρτηρίαι καὶ φλέβες δι ' ὧν ἐπιπέμπεται αἷμα καὶ | ||
ἐξ ἀρτηρίης , ταύτῃ ἀμφιβεβηκυῖαι . Ἀρτηρίαι μὲν ἐκ τουτέου ἐκπεφύκασιν ἔνθεν καὶ ἔνθεν ἀρτηρίης τόνον ἔχουσαι . Ταύτῃ δέ |
λαμπάδες . ὁπότε δὲ ἐπίμηκες ἔχουσι τὸ φῶς , καλοῦνται δοκίδες . ὁπότε δὲ ἰκματῶδες φῶς ὁρᾶται , καλεῖται ἶρις | ||
κρεμάστραν ἐν ταῖς Νεφέλαις . σὺν δὲ τούτοις λεγέσθωσαν δοκοί δοκίδες , ἰκρία , στρωτῆρες , καλυμμάτια . καὶ μετὰ |
' ἔρνεα τηλεθάοντα πολλὸν ὑπὲρ γαίης ὀρθοσταδὸν ἠέξοντο : Ἑσπέρη αἴγειρος , πτελέη δ ' Ἐρυθηὶς ἔγεντο , Αἴγλη δ | ||
: πέπτω πέπειρος : ὀνῶ τὸ ὀφελῶ ὄνειρος : ἀΐσσω αἴγειρος : ἥδω Ἄνδειρος ὄνομα ποταμοῦ : κονῶ Κόνειρος ὄνομα |
, κόρυθι δ ' ἐπένευε φαεινῇ τετραφάλῳ : καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι χρύσεαι , ἃς Ἥφαιστος ἵει λόφον ἀμφὶ θαμειάς | ||
ἔχων , οὐχ ὡς Φιλητᾶς ὄμματα . . καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι Χρύσεαι : νῦν καταχρηστικῶς αἱ χαῖται τῆς κόρυθος |
τῷ Ἑρμῇ ταύτῃ διηκρίβωσεν εἰπών : Πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηνται : αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο , | ||
, ἐν αἷς καὶ τὸ θύνον , σκοπεῖον λεγόμενον . περιηγέες : κυκλοτερεῖς . σαγῆναι : δίκτυα . Πέζας : |
ἐστιν ἐπίχαλκος γραφῇ τὰ ἐντὸς πεποικιλμένη καὶ κράνος τε καὶ κνημῖδες ὁμοῦ τῇ ἀσπίδι : ἐπίγραμμα δὲ ἐπὶ τοῖς ὅπλοις | ||
κρείττονα τῶν βαρβαρικῶν ἡμῖν μεμηχάνηται , θώρακες καὶ κράνη καὶ κνημῖδες καὶ κραταιοὶ θυρεοί , ὑφ ' ὧν ὅλα τὰ |
κόρος καὶ κοῦρος , ὁ ἁπαλὸς καὶ τρυφερὸς παῖς . αἱμασιαῖσι : φραγμοῖς ἠκανθωμένοις : εἰς ἃς οἱ εἰσερχόμενοι αἱμάσσονται | ||
οὐδ ' ἀνεμώνα πρὸς ῥόδα , τῶν ἄνδηρα παρ ' αἱμασιαῖσι πεφύκει . οὐδὲ γὰρ οὐδ ' ἀκύλοις ὀρομαλίδες : |
ἔστι μὴ εὐλαβεῖσθαι ἀλλὰ καταφρονεῖν καὶ τεθαρρηκέναι . ἀσφόδελος καὶ ἀσφοδελὸς διαφέρει . προπαροξυτόνως μὲν γὰρ τὸ φυτόν : ὀξυτόνως | ||
ὡς ἀνάγκη . . . . ἀσφόδελος τὸ φυτόν , ἀσφοδελὸς δὲ τόπος , ἐν ᾧ ὁ ἀσφόδελος γίνεται . |
ὥσπερ καὶ ἐν τοῖς φυτοῖς , πολλοὶ χαρίεντες μὲν καὶ ἀμφιλαφεῖς , ἄκαρποι δὲ καὶ ἀνόνητοι , καθάπερ τὰ ἐκ | ||
- γίας ἀμηχάνου μεστά : αἵ τε γὰρ ἄμπελοι μάλα ἀμφιλαφεῖς τε καὶ σύσκιοι ὅ τε ζέφυρος διασείων τοὺς βότρυς |
καὶ ὀρχούμενοι χειμέριον . Καὶ κύων τοῖς ποσὶν ὀρύττουσα καὶ ὀλολυγὼν ᾄδουσα μόνη ἀκρωρίας χειμέριον . Γῆς ἔντερα πολλὰ φαινόμενα | ||
, καὶ κύνες ὀρύσσοντες τὴν γῆν χειμῶνα δηλοῦσι : καὶ ὀλολυγὼν τρύζουσα ἑωθινὸν καὶ τὰ ὄρνεα εἰς τὰ πρὸς πέλαγος |
, περὶ τὰ ἄλλα ἄνθη ἑλισσόμενος καὶ περιβοσκόμενος . * ἑρπύλλοιο : βοτάνη τις * νομαίου : τοῖς ἕλεσι χαίροντος | ||
βλαστὸν χαμαιευνάδος ἥ τε καθ ' ὕλην οἵας θ ' ἑρπύλλοιο περὶ ῥάδικας ἀέξει . ἄγρει δ ' ἀσφοδέλοιο διανθέος |
τευ ἀκοντίσαι ἠὲ σχεδὸν ὁρμηθῆναι . ” τιταινομένω ἐκτετακότες . τιμήεντος ἐντίμου . τίμιος ἔντιμος . τλῆναι ὑπομεῖναι , τολμῆσαι | ||
οἱ ἕκαστος φᾶρος ἐϋπλυνὲς ἠδὲ χιτῶνα καὶ χρυσοῖο τάλαντον ἐνείκατε τιμήεντος . αἶψα δὲ πάντα φέρωμεν ἀολλέα , ὄφρ ' |
δὲ καὶ πρὸς θηριοδήκτους , πινομένη τε καὶ περιαπτομένη . Μάραθρον βοτάνη ἐστι ἐδώδιμος , ξηραντικὴ καὶ θερμὴ ὑπάρχουσα τὴν | ||
τῷ λιβανωτῷ δύναμιν , ὑπανειμένην δὲ καὶ ἠρέμα ϲτύφουϲαν . Μάραθρον θερμαίνει μὲν κατὰ τὴν τρίτην τάξιν , ξηραίνει δὲ |
μὲν δὴ ὅδ ' αὐτὸς ἐγώ , πάτερ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι . εἰ δὲ κατὰ τὸ πλέον παρὰ τὰς ἄλλας | ||
εἶπε τῇ Ὑψιπύλῃ . οὗτος ἐγώ : τὸ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι δεικτικόν . χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ : αἱ δὲ |
εἰς ΧΟΣ δισύλλαβα μὴ ὄντα ἐπιθετικὰ βαρύνεται : κόλχος βρόγχος μόσχος κόχλος τρόχος βρόχος . σεσημείωται τὸ μυχός . τὸ | ||
: δίκετε τρομερὰ σώματα : ἔρριψεν : τέλεον : ἡ μόσχος δηλονότι : θηλυκῶς γὰρ εἶπεν : οὗ κατῴκισεν : |
Πυθέου καὶ Πλάτων ἐν αʹ τῆς Πολιτείας . Λαμπτήρ . φανός . Λασιόκωφος , ὁ λίαν κωφός : οἷον λάσια | ||
συνήγορον διὰ τῶν λόγων . λυχνοῦχος Ἀττικοί , λαμπὰς ἢ φανός Ἕλληνες . λίσφους Ἀττικοί , ἀπύγους Ἕλληνες . λοπίδες |
, ἢ ἐπικότως . παρὰ τὸ φιλεῖν . Ἡρωδιανός . Ζῶον . ἀπὸ τοῦ ζῆν καὶ τῆς ἐν ἡμῖν ζήσεως | ||
: Φέρεται δὲ τοῦτο καὶ ἐν τοῖς Τεύκρου Ὁρισμοῖς : Ζῶον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματά τ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα |
δὲ καὶ μέχρι νῦν ὁ ἀγὼν οὗτος , καὶ αἱ ἀγωνιζόμεναι γυναῖκες χρυσοφόροι ὀνομάζονται . Θεόφραστος δὲ ἀγῶνα κάλλους φησὶ | ||
δὲ καὶ μέχρι νῦν ὁ ἀγὼν οὗτος : καὶ αἱ ἀγωνιζόμεναι γυναῖκες χρυσοφόροι ὀνομάζονται . . Πολυκράτης δὲ πάσης συμβουλίης |
ἐν Πλάτωνος Ἀδώνιδι καὶ ἐν Ἀριστοφάνους Αἰολοσίκωνι , δοῖδυξ , θυΐα , τυρόκνηστις , ἐσχάρα , ἡ δὲ κύβηλις ἐν | ||
σκαλίς , ὅλμος , ὕπερον , κάρδοπος , ἡ καὶ θυΐα , δοῖδυξ ὁ καὶ ἀλετρίβανος , σκάφη , μάκτρα |
Διόθεν δέ μιν οὔποτε δεύει ὄμβρος : ἅλις προχοῇσιν ἀνασταχύουσιν ἄρουραι . ἔνθεν δή τινά φασι πέριξ διὰ πᾶσαν ὁδεῦσαι | ||
' ἀνδράσιν ὄλβον ἔχευεν . τοὔνεκεν εἰσέτι νῦν λιβάνῳ κομόωσιν ἄρουραι , οὔρεα δὲ χρυσῷ , ποταμοὶ δ ' ἑτέρωθι |
. Οὕτω Δάφνις ἄεισεν ἐμίν , οὕτω δὲ Μενάλκας : Αἴτνα μᾶτερ ἐμά , κἠγὼ καλὸν ἄντρον ἐνοικέω κοίλαις ἐν | ||
διέτριβε : καὶ Ὅμηρος τὴν Ἴδην φησὶ μητέρα θηρῶν . Αἴτνα μᾶτερ : ἐν Σικελίᾳ γὰρ τὰ πράγματα . ὅσς |
σοι φωνήν ποθεν λαβὸν ἐγώ εἰμι τοιοῦτον οἷον ἐν ἱματίῳ πορφύρα : μή μ ' ἀξίου ὅμοιον εἶναι τοῖς ἄλλοις | ||
ἰαμβεῖα : τὰ δ ' ἀργυρώματ ' ἐστὶν ἥ τε πορφύρα εἰς τοὺς τραγῳδοὺς χρήσιμ ' , οὐκ εἰς τὸν |
καρύα διοσβάλανος πρῖνος . τὰ δὲ καὶ ἐν τοῖς πεδίοις μυρίκη πτελέα λεύκη ἰτέα αἴγειρος κρανεία θηλυκρανεία κλήθρα δρῦς λακάρη | ||
ἐν στρογγυλότητι τὸ σαρκῶδες . καὶ τῶν θαμνωδῶν δὲ ἡ μυρίκη σαρκῶδες τὸ φύλλον ἔχει . ἔνια δὲ καὶ καλαμόφυλλα |
ἐν Σαμοθράικηι ἄνακτες , ὁμοῦ δὲ Διόσκοροι αὐτοί , πνοιαὶ ἀέναοι , ψυχοτρόφοι , ἀεροειδεῖς , οἵτε καὶ οὐράνιοι δίδυμοι | ||
τοῦ χοροῦ ᾠδὴ κώλων ιϚʹ , ὧν τὸ αʹ ” ἀέναοι Νεφέλαι “ δακτυλικὸν πενθημιμερές : τὸ βʹ ” ἀρθῶμεν |
δ ' ἀπωθεῖ τὸν ἀέρα παρ ' ἐκείνοις ἐπινεφὴς καὶ ὑέτιος . Διόπερ ὁ μὲν βορέας καὶ μᾶλλον οἱ ἐτησίαι | ||
μὲν γὰρ οὔσης αἴθριος , μεγάλης δ ' ἐπινεφὴς καὶ ὑέτιος διὰ τὸ πλείω συνωθεῖν ἀέρα . Τὸ δὲ μὴ |
' αὐτῶν τρεφόμενα βρέφη . καὶ παρ ' Αἰσχύλῳ , Ὁρῶμεν ἀνθοῦν πέλαγος Αἰγαῖον νεκροῖς . Σολοικία ἐστὶν ἀκατάλληλος πλοκὴ | ||
, μηχαναῖσι μὲν θανόντα , νῦν δὲ μηχαναῖς σεσωσμένον . Ὁρῶμεν , ὦ παῖ , κἀπὶ συμφοραῖσί μοι γεγηθὸς ἕρπει |
, οὐκ ἀργαλέοισι κύνεσσιν , οὐδ ' αὐτοῖς δειλοῖς λασιοκνήμοισι λαγωοῖς . Τρηχὺς δ ' αὖτ ' ἐλάφοισιν ἔρως πολλή | ||
εὐόφθαλμοι . Χαροπόν : χαροπῶς . Οὔποτε γάρ : οἶστρος λαγωοῖς μάχεται πρὸς τὴν ἄγρην καὶ μῆτις ἀντίβιος εἰς θήραν |
. καὶ τὸ συναιρεῖν τὸ ι ἐπὶ τῶν τοιούτων , ἠιόνες ᾐόνες , Νηρηίδες Νηρῇδες . οὕτω καὶ τὸ σφῲ | ||
οἰκῶν τυγχάνει γέρων , ἀπ ' ἀρχῆς Λαομέδων καλούμενος : ἠιόνες δ ' ἅλιαι : τὴν ἁλκυόνα λέγει . οὕτως |
, οἷον προέστη προύστη , περιΐαχε περίαχε , οἷον : περίαχε πόντος ἀπείρων : ὅθεν σημειούμεθα τὴν διά πρόθεσιν : | ||
βίης θ ' ἅμα ἔργον ἔφαινον ἀμφότεροι , δεινὸν δὲ περίαχε πόντος ἀπείρων , γῆ δὲ μέγ ' ἐσμαράγησεν , |
. θάλαμος , μέλαθρον καὶ μέγαρον διαφέρει : θάλαμος ὁ παστὸς ἀπὸ τοῦ θάλλειν ὁμοῦ τοὺς δύο νεονύμφους , μέλαθρον | ||
ἀναβάλλει . καὶ γὰρ τὸ πάσσειν ποικίλλειν ἐστὶ , καὶ παστὸς διὰ τὸ πεποικίλθαι . ἀναποικίλλει σοι τὴν χάριν ἥ |
, τροφώδεις δὲ καὶ πρὸς τὰς ἐκκρίσεις εὖ ἔχουσιν . σάλπαι αἱ πελάγιαι δριμεῖαι , εὔστομοι , δύσφθαρτοι , δυσδιαχώρητοι | ||
καλαμῆες σαῦρον κικλήσκουσι καὶ αἰολίην , ὀρφίσκον πιότατον κεφαλῇ . σάλπαι τ ' ἰσομήκεες ἰχθῦς , ἅς τε βόας πορκῆες |
βαρυπάλαμον ὄρσαι χόλον ; ἢ ἑτέρῳ λέχεϊ δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται ; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον καλύψαι τ | ||
ὕπνοι , ἀγρυπνίαι . Τὰ ἐν ὕπνῳ , ἐνύπνια , κοῖται , καὶ ἐφ ' οἷσι , καὶ ὑφ ' |