πάσῃ καὶ ἀρετῇ , ἐφ ' ἧς καὶ τὸν υἱὸν ἐξεπαίδευσεν . οὐκ ἔμελλεν εἰς τέλος τὸν φθόνον διαφυγεῖν :
καὶ Λῦσις δὲ ὁ γνώριμος ὁ Πυθαγόρου καὶ αὐτὸς Ἐπαμεινώνδαν ἐξεπαίδευσεν . εἴ τις οὖν ἀπράκτους λέγει τοὺς φιλοσόφους ,
5553636 σωιζειν
χρηστόν , μῆτερ , οὐχὶ βούλομαι ἄλλωι παρεῖναι μᾶλλον ἢ σώιζειν ἐμοί : ἀνανδρία γάρ , τὸ πλέον ὅστις ἀπολέσας
τὴν ἐμὴν δάμαρτά σε , ἣν Ζεὺς ἔπεμψε δεῦρό σοι σώιζειν ἐμοί . οἶδ ' οὕνεχ ' ἡμῖν οὔποτ '
5109659 ἀγαθῃσιν
μάλιστα δὲ Πηνελοπείῃ ἥνδανε μύθοισι : φρεσὶ γὰρ κέχρητ ' ἀγαθῇσιν : ὅ σφιν ἐῢ φρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν :
ὡς Σαπφοῦς . . ἀλλὰ πατὴρ οὑμὸς φρεσὶ μαίνεται οὐκ ἀγαθῇσιν σχέτλιος : σημειοῦνταί τινες ὅτι ἀντὶ τοῦ ἀγνώμων ,
4975123 αὐδωμενος
ἅπαντες . Εἶθ ' ὁ Μοσχίων ὁ παραμασήτης ἐν βροτοῖς αὐδώμενος . Ἄνθρωπος εἶναί μοι Κυρηναῖος δοκεῖς : κἀκεῖ γὰρ
καλεῖ : εἶθ ' ὁ Μοσχίων ὁ παραμασήτης ἐν βροτοῖς αὐδώμενος . ἐν δὲ τῷ Παγκρατιαστῇ Ἄλεξις τρεχεδείπνους καταλέγων φησίν
4955359 θανειν
, πρός τι χωρίον Λίβυσσαν καλούμενον τῇ κλήσει , δοκῶν θανεῖν εἰς Λίβυσσαν πατρίδα τὴν οἰκείαν . ἦν γὰρ Ἀννίβᾳ
μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ βλέπω δύο ῥοπάς : ἢ γὰρ θανεῖν δεῖ μ ' , ἢν ἁλῶ τεχνωμένη , ἢ
4889985 θωπευω
κολακεία : καὶ θῶπες , οἱ κόλακες : ἀπὸ τοῦ θωπεύω τοῦτο παρὰ τὸ θώψ θωπός : ὅπερ ἔστι θηρίον
οἶδα , τοὺς δὲ κακοὺς διόλου πάντας ἀποστρέφομαι : οὐδένα θωπεύω πρὸς ὑπόκρισιν : οὓς δ ' ἄρα τιμῶ ,
4770554 ὀμοσσῃ
πλεῖστον ἐπιχθονίους ἀνθρώπους πημαίνει , ὅτε κέν τις ἑκὼν ἐπίορκον ὀμόσσῃ . ἄλλως . εὐλαβείᾳ τοῦ ὀμνύειν οἱ ἀρχαῖοι παρελίμπανον
καὶ οἳ ὑπένερθε καμόντας ἀνθρώπους τίνυσθον ὅτις κ ' ἐπίορκον ὀμόσσῃ , ὑμεῖς μάρτυροι ἔστε , φυλάσσετε δ ' ὅρκια
4762692 ἀμον
ἐν ἐκθέσει δὲ στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ἕξ . τὸν ἀμόν νυν ἀντίπαλον ] ἀντισπαστικὰ κῶλα εʹ . τὰ δʹ
Μὴ τάσσε : χώρει δ ' ἔνθαπερ κατέκτανες πατέρα τὸν ἀμόν , ὡς ἂν ἐν ταὐτῷ θάνῃς . Ἦ πᾶς
4686270 ἐτεκνωσατο
ἣ καὶ τὸν ἄριστον ἐκληρώσατο σύνοικον , καὶ τὸν κάλλιστον ἐτεκνώσατο , ἣν εἴ τις Ἀφροδίτῃ προσεικάσειεν ἢ πλησιφαῆ Σελήνην
ἐνσημαινόμενοι τὴν φροντίδα , μεθ ' ἧς ὁ πατὴρ αὐτοὺς ἐτεκνώσατο . Πρὸς θεῶν , εἰ δὲ αἰσθανομένη ἡ πόλις
4668829 ἀκουσαθ
τὸν ἀμφ ' ἑαυτῆς ἆθλον ἐξηγουμένης : τὰ λοιπὰ νῦν ἀκούσαθ ' , οἷα χρὴ πάθη τλῆναι πρὸς Ἥρας τήνδε
κεῖται . ὃ δὲ βούλεται λέγειν , τοιοῦτόν ἐστιν : ἀκούσαθ ' , ἑλικώπιδος γὰρ δὴ Ἀφροδίτης ἄρουραν ἢ Χαρίτων
4649942 Αἰακιδη
] ὧι λισσὴ στείβεται [ ἱμείρω πᾶν ἦμαρ ἀμοιβαδὸν [ Αἰακίδη [ ! ] Δολόπων [ ] ! θελενι [
ἐκέκαστο ἰθύνειν : Πηλῆα δ ' ἐπεσσύμενος προσέειπεν : “ Αἰακίδη , πῶς καλὸν ἀφειδήσαντας ἀέθλων γαίῃ ἐν ἀλλοδαπῇ δὴν
4623687 ποθ
λέγεις τι περὶ τῶν νεῶν ἀληθές ; οὐ γὰρ ἄν ποθ ' οὗτος ἁνὴρ τοῦτ ' ἐτόλμησεν λέγειν , εἰ
κατάλοιπον ἀπόδοτε . κἀν ἄλλῳ δὲ μέρει φησί : Φιλόξενός ποθ ' , ὡς λέγους ' , ὁ Κυθήριος ηὔξατο
4591542 εἰμ
' , ὦ πάτερ . νῦν δ ' ἄθλιος μέν εἰμ ' ἐγώ , τλήμων δὲ σύ , οἰκτρὰ δὲ
λάβηι σε , θάνατος ξένιά σοι γενήσεται . εὔνους γάρ εἰμ ' Ἕλλησιν , οὐχ ὅσον πικροὺς λόγους ἔδωκα δεσπότην
4585903 ἀμειψασθαι
δὲ γᾶ , ὅ ἐστιν : ἱκανή ἐστιν ἡ πόλις ἀμείψασθαι τὰς εὐεργεσίας : εὔκολα : † χώρει σὺ καὶ
φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως . ὑπὲρ τούτου ἀμείψασθαι τὴν εὐεργεσίαν βουλόμενος ἔγραψεν ἓξ λόγους τοὺς ἱεροὺς λεγομένους
4556419 ὑπεστην
τοῖς δὲ ἀνδράσιν ὁ Λιμὸς καθίδρυται . Ἡράκλεις , ὅσα ὑπέστην πράγματα ῥύμματι καὶ νίτρῳ Χαλαστραίῳ χθιζινοῦ ζωμοῦ τοὐμοὶ περιχυθέντος
πόθος ὄμμασι θραυσθεὶς παιδὸς ἀνικήτου ; τὸν ἐγὼ τιθασόν σοι ὑπέστην ποιῆσαι . ὅτι οἱ πλείστοι τῶν φιλοσόφων κακήγοροι μᾶλλον
4464148 πεφυχ
λέγων ὧδε : ἔστιν δ ' ὅπου μὲν ὁ κάλαμος πέφυχ ' ὅδε φέτωμ ' ἄορνον . οὑξ ἀριστερᾶς δ
σῶφρον γὰρ ὄμμα τοὐμὸν Ἑλλήνων λόγος πολὺς διήκει . καὶ πέφυχ ' οὕτως , γύναι , κοσμεῖν τ ' ἐμαυτὸν
4437294 ἐθηκε
ἀρίζηλον θῆκεν θεὸς ὅς περ ἔφηνε : λᾶαν γάρ μιν ἔθηκε Κρόνου πάϊς ἀγκυλομήτεω : ἡμεῖς δ ' ἑσταότες θαυμάζομεν
ξίφος , ἀετὸς καταπτὰς ἥρπασε , καὶ ἐπὶ τῶν ἐμπύρων ἔθηκε ῥάβδον μικρὰν ἔχουσαν σφύραν , τὸ δὲ ξίφος ἐπέβαλε
4435590 ἐξετελεσσε
πῦρ πρῶτον καὶ πῦρ ἕτερον σπεύδοντα μιγῆναι . Πάντα γὰρ ἐξετέλεσσε πατὴρ καὶ νῷ παρέδωκε δευτέρῳ , ὃν πρῶτον κληΐζετε
, ἐσθλὸς Ὀδυσσεύς , ἢ ἔπος ἠέ τι ἔργον ὑποστὰς ἐξετέλεσσε δήμῳ ἔνι Τρώων , ὅθι πάσχετε πήματ ' Ἀχαιοί
4405700 θωρηξομεν
πεποίηται : ἀλλ ' ἄγετ ' , αἴ κέν πως θωρήξομεν υἷας Ἀχαιῶν . διὰ τοῦτο ἐπαινεῖ τὸν Νέστορα ,
τοῦ ταγεύοντος : ἀλλ ' ἄγετ ' αἴ κέν πως θωρήξομεν υἷας Ἀχαιῶν καὶ τὸ πρῶτα δ ' ἐγὼν ἔπεσιν
4387048 ἀκουσα
εἰσαΐουσι μόνον τιθασεύτορες ἄνδρες . θαῦμα δὲ καὶ τόδ ' ἄκουσα , κραταιοτάτους ἐλέφαντας μαντικὸν ἐν στήθεσσιν ἔχειν κέαρ ,
' ὥσπερ ταῖς σιπύαισι ταῖς κεναῖς . Λέξω μὲν οὐκ ἄκουσα , σοί τε γὰρ κλύειν ἐμοί τε λέξαι θυμὸς
4384447 σος
λαὸς ἅλις ὃς κεῖται νεκρός . τοσαῦτ ' ἔλεξε . σὸς δὲ Πολυνείκης γόνος ἐκ τάξεων ὤρουσε κἀπήινει λόγους .
δειροτομῆσαι . καί κεν Τηλέμαχος τάδε γ ' εἴποι , σὸς φίλος υἱός , ὡς ἐγὼ οὔ τι ἑκὼν ἐς
4377929 γεννικης
, καὶ ἐκκενώσας τὸ ταμιεῖον τοῖς σοφισταῖς ξενῶνα κατεσκευάσατο : γεννικῆς γὰρ τοῦτο σημεῖον καὶ φιλομαθοῦς διανοίας : ἀλλ '
: καὶ ταῦτα γὰρ τῆς Κλωθοῦς ἐπήκουσα . Ἄγαμαι Κλωθοῦς γεννικῆς : καῖε αὐτούς , ὦ βελτίστη , καὶ τὰς
4373113 ἐφορᾳς
. . τὸ ἠέλιός θ ' , ὃς πάντ ' ἐφορᾷς , δός , φίλος , ὦ φίλτατ ' Αἴας
Ἀττικῶς , ὡς τό : Ἠέλιος , ὃς πάντ ' ἐφορᾷς . τὸ δὲ ἑξῆς : παρίστασο καὶ εἰπέ .
4361107 ὑμετερος
πληθυντικαὶ ] καὶ ἐκτὸς ? [ ἑνικαί , ἡμέτερος , ὑμέτερος , σφέτερος ] [ ] ς ? ἡμετέρα ,
ἔσσεται : ὣς οὐ τοῦτον ἐγώ ποτε μῦθον ἐνίψω . ὑμέτερος δ ' εἰ μὲν θυμὸς νεμεσίζεται αὐτῶν , ἔξιτέ
4342899 σεμνυνεσθε
μὲν πολλά , παῦρα δ ' ὄλβιοι βροτοί , τί σεμνύνεσθε ταῖς ἐξουσίαις , ἃς ἕν τ ' ἔδωκε φέγγος
οὐχ ἅπασα ἂν εἴη συμφορά ; θαυμάζω δ ' ὅτι σεμνύνεσθε μὲν οὐχ ἥκιστα τοῖς ναοῖς καὶ τοῖς ἀγῶσιν ,
4320003 ἐμη
Ἑλληνικοῖς γάμοις τὴν προτέραν ἁμαρτίαν καλύψαι . τουτέστιν : ἡ ἐμὴ μέχρι γήρως συμβίωσις ἀδοξίαν σοι προσετρίβετο . οἷον :
Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι , Φοίβη Κλυταιμήστρα τ ' , ἐμὴ ξυνάορος , Ἑλένη τε : ταύτης οἱ τὰ πρῶτ
4316478 ἀτρεμες
τὴν νοητὴν οὐσίαν καὶ τὸ θεῖον κάλλος καὶ ἁπλοῦν καὶ ἀτρεμές : ὥσπερ γὰρ , φησὶν , ἐκεῖναι αἱ μανίαι
ἀνεξάλειπτον , ἄτρεπτον , ἀραρός , ἑστός , ἀκίνητον , ἀτρεμές , ἰσχυρόν , ἀρραγές . Συνομολογῶ , συναινῶ ,
4303003 ἐρωτω
. Πότερον εἰ τὴν κεφαλὴν μόνον κνησιῷἢ ἔτι τί σε ἐρωτῶ ; ὅρα , ὦ Καλλίκλεις , τί ἀποκρινῇ ,
ἰσχυροτέραν ; Τοῦτ ' , ἔφη , λέγω , καὶ ἐρωτῶ γέ σε πότερον ἴσον ἂν ἑκατέρᾳ τῇ γῇ σπέρμα
4289290 ἐχους
Ὢ δυστυχής : ἐγὼ δὲ σὺν χαρᾷ λόγους τοιούσδ ' ἔχους ' ἔσπευδον , οὐκ εἰδυῖ ' ἄρα ἵν '
γάμον ἐπόρθμευσας δόλωι . ἐγὼ δὲ λεπτῶν ὄμμα διὰ καλυμμάτων ἔχους ' ἀδελφὸν οὔτ ' ἀνειλόμην χεροῖν , ὃς νῦν
4286790 ἀνεκτεον
λάζευ καὶ γνάθους εὐθημόνει ἄνδρ ' ἠδίκησας : ἄνδρ ' ἀνεκτέον τόδε ; καὶ γὰρ κάπρον φριξαύχεν ' οὐ μόνον
εὐθηνεῖν . Κρατῖνος : „ ἀλλὰ τάδ ' ἔστ ' ἀνεκτέον . καὶ γὰρ ἡνίκα εὐθενεῖ „ . Ἡρόδοτος :
4245942 Μισει
ὁπόταν ὀργιζώμεθα . Μηδὲν λογίζου , πάντα καιρῷ γίνεται . Μίσει τὸν ἐχθρόν , τὴν δ ' ἀλήθειαν λέγε .
. Σοφίᾳ χρῶ . Ἤθη δοκίμαζε . Ὑφορῶ μηδέν . Μίσει διαβολάς . Μὴ ᾖς ἐπαχθής . Θεὸν σέβου .
4243655 προεστηκεν
λόγῳ φάναι : ἐπεὶ καὶ τὸ ἓν τῶν πολλῶν φύσει προέστηκεν καὶ τὸ ἁπλούστατον τῶν συνθετωτέρων ὁπωσοῦν , καὶ τὸ
ἀρίστη καὶ τελεωτάτη , καὶ ὅση σεμνότητος καὶ ὅση χαρίτων προέστηκεν . εἰ δὲ δεῖ καὶ τῆς Ὁμήρου μνησθῆναι ,
4242162 ὑπεδεξαμην
, ἠλέησα δὲ πολλάκις ναυαγοὺς ἀφικομένους , καὶ τῇ σκηνῇ ὑπεδεξάμην , καὶ φαγεῖν ἔδωκα καὶ πιεῖν , καὶ εἴ
οὐκ ἄπεισιν ἐκ τούτου τοῦ καταγωγίου . οὕτω κἀγώ σε ὑπεδεξάμην καὶ φέρω πανταχοῦ τοῖς τῶν ὀμμάτων δικτύοις , κἂν
4238638 ἐλεξεν
δ ' οὐδὲν εἰδὼς δύσμορος τὸ σὸν μόνης δώρημ ' ἔλεξεν , ὥσπερ ἦν ἐσταλμένον . Κἀκεῖνος ὡς ἤκουσε καὶ
ἁρμάτων πόδα ἔστη μέσοισιν ἐν μεταιχμίοις δορός . κἄπειτ ' ἔλεξεν : Ὦ στρατήγ ' ὃς Ἀργόθεν ἥκεις , τί
4230228 ἀποτυχοντας
δι ' ἣν τοῦτ ' ἐποίησαν . ἔφασκε γὰρ αὐτοὺς ἀποτυχόντας τοῦ διαφθεῖραι τὴν πόλιν ἡμῶν ἀγανακτεῖν . ἐγὼ δὲ
πρῶτον γήμαντας καὶ ἐπιτυχόντας δεῖν εὐημεροῦντας καταπαύειν , τοὺς δὲ ἀποτυχόντας τῷ γάμῳ καὶ πάλιν ἐν τοῖς αὐτοῖς ἁμαρτάνοντας ἄφρονας
4229358 ἐθηκεν
Ζεὺς διὰ τὴν εὐσέβειαν καὶ τὸ σύμπτωμα ἐν τοῖς ἄστροις ἔθηκεν αὐτόν . ἔστι δὲ τὸ Θηρίον ἐν ταῖς χερσὶ
. Διὰ τοῦ ἀέρος : ὑπόπτερον γὰρ αὐτὸν ἡ Ἀθηνᾶ ἔθηκεν . ἐπεὶ δ ' οὖν ἧκεν ὅπου διῃτῶντο ,
4226704 τοισδ
Ἑλληνικῶι . ἥκω δὲ τὴν Λάκαιναν ἄξων : δόμοις γὰρ τοῖσδ ' ἐν αἰχμαλωτικοῖς κατηρίθμηται Τρωιάδων ἄλλων μέτα . οἵπερ
τἀπίλοιπ ' ἤνπερ πύθῃ ; ὀπταὶ κίχλαι δ ' ἐπὶ τοῖσδ ' ἀνάβραστ ' ἠρτυμέναι περὶ τὸ στόμ ' ἐπέτοντ
4210456 ἐτεισεν
μίσγοιτ ' ε [ τοίων δὲ κόμπων [ ποινὰς θεοῖς ἔτεισεν ? [ μανίας τροχῶι περι ? [ οἰστρηλάτοισιν [
ἐς τέλος ἐξεφάνη : ἀλλ ' ὁ μὲν αὐτίκ ' ἔτεισεν , ὁ δ ' ὕστερον : οἳ δὲ φύγωσιν
4209657 ἐπαιδευσεν
, ὦ μάταιε ; οὐδὲ ταῦτά σε ὁ σοφὸς Ἀριστοτέλης ἐπαίδευσεν μὴ οἴεσθαι βέβαια εἶναι τὰ παρὰ τῆς τύχης ;
. ὄντα γάρ με Ἀρκάδα ἐκ Μεσσήνης οὐ τὰ Ἑλλήνων ἐπαίδευσεν , ἀλλ ' ἐνταῦθα ἔστειλε μαθησόμενον ἤθη νομικά ,
4195962 ἐφυ
λύπας τῷ χρόνῳ τίκτειν φιλεῖ ἅπαντ ' ἐν ἀνθρώποισι γηράσκειν ἔφυ καὶ πρὸς τελευτὴν ἔρχεται τακτοῦ χρόνου , πλὴν ὡς
πᾶν διελήλυθεν , ἀὴρ δὲ δεύτερον , ὡς λεπτότητι δεύτερον ἔφυ , καὶ τὰ ἄλλα ταύτῃ καὶ τὰ ἑξῆς ;
4187778 ἐγενομεθα
ἀπεσχόμεθα , πάλιν ὑπὸ τῶν νησιωτῶν ἑκόντων προστάται τοῦ ναυτικοῦ ἐγενόμεθα ; οὔκουν καὶ Θηβαῖοι εὐεργετούμενοι ἡγεμονεύειν αὑτῶν ἔδωκαν Ἀθηναίοις
ἡμεῖς , οἷς βίος τὸ λέγειν , οἷοί τ ' ἐγενόμεθα φάρμακον εὑρεῖν ἰσχυρότερον τῆς λύπης , ἀλλὰ πολλὰ μὲν
4184662 ἀμπλακιης
πέτρᾳ προσηλῶσθαι τοῦτό φησι . . χειμαζόμενον ] πάσχοντα . ἀμπλακίης ] τίνος ἀμπλακίας ἤγουν πταίσματος κολάσεως ὀλέκῃ καὶ φθείρῃ
, κακόπτερε Μοῦσα θανόντων , φωνῆς ἡμετέρης , σῆς τέλος ἀμπλακίης : ἄνθρωπον κατέλεξας , ὃς , ἡνίκα γαῖαν ἐφέρπει
4179939 ἀθανατος
Ἡ γὰρ μερικὴ ἡμετέρα ἅτε κακυνομένη καὶ ἀμφισβήτησιν ἔσχεν εἰ ἀθάνατός ἐστιν . κθʹ Ἡνίκ ' ἂν πρὸς ἄκρῳ Δύο
ναί ἐρεῖ καὶ αὐτὴν προσθήσει τούτῳ τὴν κατάφασιν ναί , ἀθάνατός ἐστι λέγων , καὶ περὶ τοῦ τινὸς ἀνθρώπου ὅτι
4176330 ἐλεξας
κοσμοῦσα , μὴ οὐ πείσηις σοφούς . Κύπριν δ ' ἔλεξας ἐλθεῖν ἐμῶι ξὺν παιδὶ Μενέλεω δόμους . οὐκ ἂν
Οὐδεὶς ἐρεῖ ποθ ' ὡς ὑπόβλητον λόγον , Αἴας , ἔλεξας , ἀλλὰ τῆς σαυτοῦ φρενός . Παῦσαί γε μέντοι
4173733 παρεισαγει
ὀνομάζουσι παῖδες . Οὐ γὰρ οὕτως ἄθλιόν τινα καὶ κακοδαίμονα παρεισάγει τὸν Ἥφαιστον , ὡς μηδὲ νυκτὸς ἀνάπαυσιν ἔχειν τῆς
καὶ Πολυνείκους ὥς φησι καὶ ὁ τῆς Μελαμποδίας ποιητής : παρεισάγει γὰρ τὸν Τειρεσίαν λέγοντα Ζεὺς πάτερ , εἴθε μοι
4170216 Ἰλιευσιν
δὲ λανθάνουσί τινες ἡμᾶς αἰτίαι πιστότεραι δι ' ἃς τοῖς Ἰλιεῦσιν ἐπῆλθε τοὺς μὲν τιμᾶν τοὺς δὲ μή . ἔοικε
διὰ τὸ ἄχος , ὅ ἐστι λύπην , ἐπενεγκεῖν τοῖς Ἰλιεῦσιν . ἢ διὰ τὸ μὴ θιγεῖν χείλεσι χιλῆς ,
4168137 ὠγαθοι
ταύτῃ ] κατά τινα τρόπον , οὕτως . Γ οὐκ ὦγαθοὶ ταῦτ ' ἐστίν : εἴσθεσις ἑτέρας διπλῆς ἀμοιβαίας ἐκ
ταύτῃ ] κατά τινα τρόπον , οὕτως . Γ οὐκ ὦγαθοὶ ταῦτ ' ἐστίν : εἴσθεσις ἑτέρας διπλῆς ἀμοιβαίας ἐκ
4167733 ναιων
ὁ τοιοῦτος : Ζεῦ κύδιστε μέγιστε , κελαινεφές , αἰθέρι ναίων , μὴ πρὶν ἐπ ' ἠέλιον δῦναι καὶ ἐπὶ
' ἐγὼ κεῖσε παρὰ Σάρδι , παρὰ Σοῦσα , Ἀγβάτανα ναίων : Ἄρτιμις ἐμὸς μέγας θεὸς παρ ' Ἔφεσον φυλάξει
4166778 ἀνερριφθω
σοι παραινῶ μὴ γαμεῖν . δεδογμένον τὸ πρᾶγμ ' : ἀνερρίφθω κύβος . πέραινε . σωθείης δὲ νῦν : ἀληθινὸν
παραινῶ μὴ γαμεῖν . } δεδογμένον τὸ πρᾶγμ ' : ἀνερρίφθω κύβος . } πέραινε , σωθείης δέ : νῦν
4153547 ἀναγορευειν
καταβάλλεσθαι , εἶτα τὸν ὑπεύθυνον στεφανοῦν , ἔτι δὲ μὴ ἀναγορεύειν τὸν στέφανον ἐν τῷ θεάτρῳ Διονυσίοις τραγῳδῶν τῇ καινῇ
λέγῃ δὲ εἰς μέσον καταστᾶσα ὅτι αὐτὴν δίκαιόν ἐστι , ἀναγορεύειν : ὁ γὰρ ὄλβος οὐ βέβαιος , ἀλλ '
4139085 ἀλιτεσθαι
καί τε φίλα φρονέων ἀγορεύω ἰσχέμενἀλλὰ τίη με πάλιν χρειὼ ἀλιτέσθαι μαντοσύνῃ τὰ ἕκαστα διηνεκὲς ἐξενέποντα ; νήσου δὲ προτέρωσε
ἑτέρων διαβολαῖς . ἵνα τ ' οὐ θέμις ἔστ ' ἀλιτέσθαι : ὅπου οὐ καθήκει ἁμαρτεῖν . τερπνοῖς : παραλογιστικοῖς
4132887 Τυχη
, ἐμοὶ δὲ ἀντὶ πύργου , τὸν θεῖον ἥρπασεν ἡ Τύχη , τὸν μὲν πρότερον , ἡ δὲ οὐκ ἐνεγκοῦσα
φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος δὲ αὐτοῦ ὅσον οὔπω καταπίπτειν ἡ Τύχη ἐπιστᾶσα καὶ διεγείρασα αὐτὸν εἶπεν : „ ὦ οὗτος
4132160 πρασσουσιν
πολλὴν γὰρ αὐτὴν δειλὸς ὢν ἐκτήσατο . τοῖς γὰρ κακῶς πράσσουσιν οἱ σεμνοὶ λόγοι κόσμον μὲν ἂν δοίησαν : ἡ
: ἐν πλησμονῇ γὰρ Κύπρις , ἐν δὲ τοῖς κακῶς πράσσουσιν οὐκ ἔνεστιν Ἀφροδίτη βροτοῖς . βίος θεῶν γάρ ἐστιν
4125241 ἑωρακα
μὲν πολὺ κάλλιστος ὁ ἐμὸς πατήρ , Μήδων μέντοι ὅσων ἑώρακα ἐγὼ καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖς καὶ ἐπὶ ταῖς θύραις
ἐφώδευσα ἕως τῆς ἀκατασκευάστου . κἀκεῖ ἐθεασάμην ἔργον φοβερόν : ἑώρακα οὔτε οὐρανὸν ἐπάνω , οὔτε γῆν τεθέαμαι τεθεμελιωμένην ,
4124663 Κρονιδης
ἀνὴρ ὤριστος , ἐμοὶ δὲ μέγ ' εὖχος ἔδωκε Ζεὺς Κρονίδης : ἀλλ ' ἰθὺς ἐλαύνετε μώνυχας ἵππους ἰφθίμων Δαναῶν
δὲ δίχ ' ἀνθρώπων βίοτον καὶ ἤθε ' ὀπάσσας Ζεὺς Κρονίδης κατένασσε πατὴρ ἐς πείρατα γαίης . καὶ τοὶ μὲν
4115287 θυωμεν
ἐνθυμήθητε δὲ τῶν ἱερέων καὶ τῶν καταρχομένων ἡμῖν , ἐπειδὰν θύωμεν : ἔτι δ ' ὡς αὐτοὶ τοῦτο μάλιστα ἐπὶ
τινά , οὐχ οἷον πάλιν : ἡμεῖς [ θεοῖς ] θύωμεν , φησίν , [ ὀσίως - ] καὶ καλῶς
4104916 κἀμε
νικήσαντα δέ , εἰ μὲν ἐχθρὸς εἶ τῆς πατρίδος , κἀμὲ ἡγεῖσθαι πολέμιον , ἃ ἔδοξα συνοίσειν αὐτῇ , βουληθέντα
Παναίτιος : ὅς ῥ ' ἐτέλεσσε καὶ ψυχὴν θνητήν , κἀμὲ νόθον † τελέσαι . Θεωρίαν ἀπάξειν . θεωρίαν ἀπάξειν
4103690 τημ
ὁ δὲ ὅπου μὲν οὐρανὸν θέλοι ? [ λέγειν , τὴμ ] προσθήκην εὐρὺν ἐποεῖτο ? , ὅπου ? [
[ ] δ ' αὐτὸν [ ! ! ! ! τὴμ βασιλείαν ] [ ! ! ! ! ! !
4098668 ἀθανατοις
δ ' ἄρα πολλούς , ἑξείης ἥρωας ὁμιλαδὸν ἑδριόωντας , ἀθανάτοις ἰκέλους : περὶ γάρ ῥά ἑ τεύχεα λάμπε .
, καὶ Ἀγχόηι υἱῶι καὶ δαίμονι ἀγαθῶι Σοκονῶπι [ , ἀθανάτοις ὅρμον εὗρε δικαιότατον . Αἰγύπτου τινά φασι γενέσθαι θεῖον
4093775 ἐξετι
καὶ Ἰλλυρίοις καὶ Τριβαλλοῖς καὶ Ἀγριᾶσι καὶ ὅσα τῆς Ἠπείρου ἐξέτι Ἀλεξάνδρου στρατηγὸς αὐτοκράτωρ ἐτέτακτο . Τὴν δὲ κηδεμονίαν καὶ
, Ἄτταλ ' , ἐπεί σεο ῥίζαν ἐπέκλυον Ἡρακλῆος , ἐξέτι Λυσιδίκης τε περίφρονος , ἣν Πελοπηῒς Ἱπποδάμη ἐφύτευσεν ,
4090357 θεοισιν
προσέφη ἑκάεργος Ἀπόλλων : φράζεο Τυδεΐδη καὶ χάζεο , μηδὲ θεοῖσιν ἶς ' ἔθελε φρονέειν , ἐπεὶ οὔ ποτε φῦλον
ἐν τραγωιδίαις ἐχρῆν κἀλεκτρυόνα ποῆσαι ; σὺ δ ' ὦ θεοῖσιν ἐχθρέ , ποῖ ' ἄττ ' ἐστὶν ἅττ '
4079479 τοτ
παρασκευήν . ὡς δὲ ἅλις εἶχε τῆς τούτων διαβάσεως , τότ ' ἤδη καὶ αὐτὸς διαβαίνει καὶ προσελαύνων διὰ τῆς
πρόσθεν ἑορακότα τὸ ἐν Ἀφύτει τοῦ Διονύσου ἱερὸν ἔρως αὐτὸν τότ ' ἔσχε τῶν τε σκιερῶν σκηνημάτων καὶ τῶν λαμπρῶν
4074666 περιειργασμαι
τὴν βασιλείαν τοῦ τεθεικότος αὐτοῖς θεοῦ τὸν νόμου , καθὼς περιείργασμαι . Τὸν γὰρ πάντων ἐπόπτην καὶ κτίστην θεὸν οὗτοι
ἐν τοῖς ἄνω ἐναλλάξας , ὡς ἔφην . τὸ δὲ περιείργασμαι , περιττῶς καὶ οὐκ ἀναγκαίως παρῄνεσά τε ἐγὼ καὶ
4072943 καταφθιμενοιο
δ ' ἐναίσιμος ἥνδανε μῦθος : Ὑψιπύλην δ ' εἴσαντο καταφθιμένοιο Θόαντος τηλυγέτην γεγαυῖαν ἀνασσέμεν . ὦκα δὲ τόνγε πέμπον
ἰσοφαρίζειν . ὀγδωκονταέτει παιδὶ Λεωπρέπεος , πόλις ἄνδρα διδάσκει σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτίρω σε τάλαν
4070766 τιμαν
πλάσσειν ἐπ ' ἀετῶν ὀχουμένους καὶ διὰ τῶν τοιούτων δημιουργημάτων τιμᾶν . πένησι δὲ ἀγαθόν : ἀναληφθέντες γὰρ ὑπό τινων
τοῖς τούτων πρὸς ἀλλήλους ἀγῶσι καὶ τῷ τοὺς μὲν νικῶντας τιμᾶν , τοὺς δ ' ἡττηθέντας παρακαλεῖν . χρῆσαι οὖν
4066949 ἠκουσατην
δύο . ] καταπύγων ] ὁ πόρνος . ἄριστ ' ἠκουσάτην ] ἤγουν ἐπῃνέθησαν . παρθένος . . . τεκεῖν
ηὐδοκίμησε δὲ σφόδρα ἐν τούτῳ τῷ δράματι . ἄριστ ' ἠκουσάτην : ἀντὶ τοῦ ” ηὐδοκίμησαν “ οὐ γὰρ τότε
4060315 ἐμυθεομην
” ὅταν δὲ λέγῃ “ Σκύλλην δ ' οὐκέτ ' ἐμυθεόμην , ἄπρηκτον ἀνείην , ” πρὸς ἣν οὐδὲν ἔστι
. τί τοι τάδε μυθολογεύω ; ἤδη γάρ τοι χθιζὸς ἐμυθεόμην ἐνὶ οἴκῳ σοί τε καὶ ἰφθίμῃ ἀλόχῳ : ἐχθρὸν
4058490 δαιμων
, καὶ πάσχειν ἕτοιμοι πᾶν , ὅ τι ἂν ὁ δαίμων καὶ τὸ χρεὼν φέρῃ . μαντεύομαι δὲ καλοῖς ἐγχειρήμασιν
ἐπῄνει τὴν φιλεργίαν . ἐφάνη δέ μοί ποθεν ὁ Κωρυκαῖος δαίμων , Στρόμβιχος ὁ παμπόνηρος . ἰδὼν γάρ με ἐφεπόμενον
4046139 ἐπιορκον
' ἣν μέλλει τοῦτο ποιεῖν . τὸ . . . ἐπίορκον ] τοῦτο γὰρ μάλιστα ἴδιον τῆς Δημοσθένους δεινότητος τὸ
. . . . ὣς φάτο , καί ῥ ' ἐπίορκον ἐπώμοσε , τὸν δ ' ὀρόθυνεν : τοῦτο ἔξωθεν
4045831 Ὀλυμπιος
, αἵ μ ' ἀπώλεσαν : οἷς θεὸς ὁ μέγας Ὀλύμπιος ποίνιμα πάθεα παθεῖν πόροι , μηδέ ποτ ' ἀγλαΐας
χαίρων τῷ διδάσκειν , ἡμεῖς δὲ ἀκούοντες , ἐγὼ καὶ Ὀλύμπιος . οἶμαι δὲ καὶ αὐτόν σε νῦν τὴν ἐκ
4045722 τοισιδ
δαίμονές τ ' ἀντήλιοι , εἴ που πάλαι , φαιδροῖσι τοισίδ ' ὄμμασι δέξασθε κόσμῳ βασιλέα πολλῷ χρόνῳ . ἥκει
: ἐμοὶ γὰρ τοῦτο πρόσκειται , ξένε , μηδένα πελάζειν τοισίδ ' Ἑλλήνων δόμοις . ἆ , μὴ πρόσειε χεῖρα
4043899 ἀσεβει
ἠρώτα λόγους : ” ὁ λέγων τοῖς ἀμυήτοις τὰ μυστήρια ἀσεβεῖ : ὁ δέ γ ' ἱεροφάντης τοῖς ἀμυήτοις λέγει
αὐτὸς καταφαγεῖν τὰ τέκνα , εἰ μή τις Θυέστης ὢν ἀσεβεῖ ἀδελφῷ περιπεσὼν ἤσθιε ; καὶ εἰ τοῦτο μανείη ,
4032946 δικηι
εἰς ἀγῶνα τὸν προκείμενον δορός [ ὁρμώμεθ ' ἤδη ξὺν δίκηι νικηφόρωι ] . τῆι δ ' Εὐλαβείαι , χρησιμωτάτηι
μηδέν ἐστιν ἀλλ ' ὅμως . ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρὸς τῆι δίκηι θ ' ὑπηρετεῖν καὶ τοὺς κακοὺς δρᾶν πανταχοῦ κακῶς
4028856 πημονην
' ἡμέραι μέλλω νεκρόν . ἀπ ' οὖν τέκνων σῶν πημονὴν εἴργοι θεός . ζῶσιν κατ ' οἴκους παῖδες οὓς
δὲ σύνταξις οὕτως : ἐμοὶ χρῆν συμφορὰν , ἐμοὶ χρῆν πημονὴν γενέσθαι πρῶτον ὅτε ὁ Ἀλέξανδρος ἔτεμε τὴν Ἰδαίαν ὕλην
4025738 ἰστω
καὶ ποιητὴν τῶν συμπάντων ὁρᾶν , ἐπ ' ἄκρον εὐδαιμονίας ἴστω προεληλυθώς : οὐδὲν γὰρ ἀνωτέρω θεοῦ , πρὸς ὃν
σύν τε δίκᾳ , τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα . ἴστω λαχὼν πρὸς δαιμόνων θαυμαστὸν ὄλβον . εἰ γὰρ ἅμα
4014028 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4013592 Ἀντινο
Φρονίοιο Νοήμων ἐγγύθεν ἐλθὼν Ἀντίνοον μύθοισιν ἀνειρόμενος προσέειπεν : “ Ἀντίνο ' , ἤ ῥά τι ἴδμεν ἐνὶ φρεσὶν ἦε
ἦ ῥα , καὶ Ἀντίνοον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Ἀντίνο ' , ἦ μευ καλὰ πατὴρ ὣς κήδεαι υἷος
4011689 Ζευ
ἄτιμος εἴργασται πόνων . τοιοῦτον ] κοινή . + ὦ Ζεῦ βασιλεῦ : ὁ παρὼν χορὸς συνέστηκεν ἐκ κώλων ρλϚʹ
τῶν γλυκειῶν ἀγγελιῶν μαθόντες . ἵππον : ἀλλ ' ὦ Ζεῦ ὃς τὴν Αἴτναν ἔχεις τὴν παγίδα τὴν ἀνεμόεσσαν ,
4007373 μητερ
δ ' Ἕλληνας ἄρχειν εἰκός , ἀλλ ' οὐ βαρβάρους μῆτερ , Ἑλλήνων : τὸ μὲν γὰρ δοῦλον , οἱ
σκωλήκων ; συνάρμοσον δέ μου βλέφαρα τῇ σῇ χερί , μῆτερ . ἂν δὲ μὴ συναρμόσῃ σου , ἀλλὰ βλέπων
3998756 θεσπιζων
Ἀπόλλων ἐτίμησε καὶ ἐθαύμασε : καὶ ὅτι ἐπὶ τῶν τριπόδων θεσπίζων ᾤκισε τὴν ἤπειρον , ᾤκισε δὲ τὴν θάλασσαν ,
λεγόμενον καὶ τὸ μέλλον . χρειώ : μαντείαν . χρειὼ θεσπίζων μεταμώλιον : μεταμελείας ἄξιον . γράφεται δὲ καὶ μεταμώνιον
3984921 εἰπας
ζήσονται τῷ θεῷ . Διατί , φημί , κύριε , εἶπας περὶ τῶν τηρούντων τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ : Ζήσονται τῷ
χοαὶ ἐπὶ τῶν νεκρῶν : οἷον : εἰς τί τοῦτο εἶπας : ἐνέχυρον τῆς σωτηρίας ἡμῖν : λείπει τὸ ἕνεκεν
3984854 πατρις
, πατρὸς δ ' αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή ,
ἔθηκε τὰ ὅπλα πρὸ τοῦ στρατηγίου καὶ εἰπὼν , Ὦ πατρὶς , βεβοήθηκά σοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἀπέπλευσεν
3978870 ὑπολαμβανετε
Ἁγνίου . ταῦτα αὐτῷ ὑμεῖς , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὑπολαμβάνετε , καὶ ὅτι τὸν παῖδα τουτονὶ Εὐβουλίδην , τὸν
μὲν ἕλεσθ ' ὅ τι καὶ ποιήσετε , ἔπειθ ' ὑπολαμβάνετε , ἐάν τις ἐναντιῶται τοῖς ἅπαξ οὕτω δοκιμασθεῖσι ,
3977161 στυγνε
φησιν Ἡρόδοτος . παραγγείλας ] φυγεῖν δῆλον ὅτι . ὦ στυγνὲ δαῖμον ] ψευσθῆναι ἐποίησας τῶν φρενῶν καὶ ἀποτυχεῖν ὧν
διηγησάμην . πάρα ] πάρεστι . στένειν ] στενάζειν . στυγνὲ ] † χαλεπέ , λυπηρέ . ὡς ] ὄντως
3971407 ἐπῃνεσεν
ὡς ἂν τύχῃ ταῖς ἀπάταις ἀγόμενον , ἐμμένειν δὲ οἷς ἐπῄνεσεν οὐ δυνάμενον , ἠρώτων τί τοὔνομα εἴη τῷ ξένῳ
, οὐχ ὡς ἐκεῖνοι ποιοῦσιν . ἅμα μὲν ἐπέστη καὶ ἐπῄνεσεν τὸν τραγῳδόν , ἅμα δὲ περιεβλέψατο : εἶτα ἄν
3962337 μυθων
καὶ τοῦ Σωκράτους ἐπιδεῖξαι τοῦτο αὐτὸν ἀξιώσαντος , ἀπό τινων μύθων ἐπικεχείρηκε τοῦτο δεῖξαι μηδὲν ὄντων πρὸς τὸ πρᾶγμα ,
, κατὰ τὴν αὐτὴν ἡλικίαν γεγονότες , ἀπέστησαν τῶν παλαιῶν μύθων . ἡμεῖς δὲ τὴν ἐναντίαν τούτοις κρίσιν ἔχοντες ,
3960889 ἐδιδαξε
οὐ μόνον ἀντεῖπεν , ἀλλὰ καὶ μετέπεισε τὸν προδιεφθαρμένον . ἐδίδαξε γὰρ αὐτὸν συμφέρειν ζῆν τὸν Εὐμενῆ μᾶλλον ἢ τὸν
ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πάντα δόλον ἐπὶ τῆς ξηρᾶς . ἐδίδαξε γὰρ τὰ μυστήρια καὶ ἀπεκάλυψε τῷ αἰῶνι τὰ ἐν
3960251 ἀπολοιο
γε . Ἔτι μᾶλλο βοῦλις ; Ἀτταταῖ ἰατταταῖ : κακῶς ἀπόλοιο . Σῖγα , κακόδαιμον γέρον . Πέρ ' ,
προχείρως χαριζόμενον καὶ ὑπηρετοῦντα ” κακὸς κακῶς ” εἶπεν „ ἀπόλοιο , ὅτι τὰς Χάριτας παρθένους οὔσας πόρνας ἐποίησας .
3959959 κρατυναι
καὶ ἀνέχεσθαι ὅ τι ἂν λέγηται καὶ σπουδάζειν πάντως ἐκεῖνα κρατῦναι ἃ ἐξηγεῖται ὡς ἀληθῆ πάντα , κἂν μὴ οὕτως
δεῖ δὲ ἡμᾶς τὰ μὲν ἀληθῶς λεγόμενα ὑπ ' αὐτοῦ κρατῦναι , τὰ δὲ γυμνασίας χάριν διελέγξαι . χρὴ δὲ
3955719 ἀγγελλουσα
καὶ Ἰλιάδεσσι γυναιξὶν ὄρθρον ὑπὸ σκιόεντα πολύθροος ἤλυθε φήμη δήιον ἀγγέλλουσα φόβον σημάντορι καπνῷ . αὐτίκα δ ' ἐξέθορον πυλέων
ἐς οὖς ἀεὶ πέμπουσα μύθους ἐπὶ τὸ δυσμενέστερον , ὄνειδος ἀγγέλλουσα τἀγαμέμνονος καὶ τοῦθ ' ὃ μισήσειαν Αἰγίσθου λέχος οἱ
3952324 λαθεσθαι
ἂν ἔπειτα Ὀδυσσῆος λαθοίμην ; ” ὡς γὰρ μὴ δυνατὸν λαθέσθαι ἠρώτα . . σύμφημ ' ] συνομολογῶ . ἀνηκουστεῖν
θεοὶ φρένας ὤλεσαν αὐτοί , ὃς κέλεαι Ζηνὸς μὲν ἐριγδούποιο λαθέσθαι βουλέων , ἅς τέ μοι αὐτὸς ὑπέσχετο καὶ κατένευσε
3951174 οὐρανιους
ἔτι δὲ καὶ τὸ τῶν χθονίων καὶ ὅσους αὖ θεοὺς οὐρανίους ἐπονομαστέον καὶ τὸ τῶν τούτοις ἑπομένων οὐ συμμεικτέον ἀλλὰ
παρεῖχεν αὐτῷ τὰ δίκαια ἡ πόλις , ἐπικαλεσάμενος τούς τε οὐρανίους καὶ καταχθονίους θεοὺς ἀπῄει , τοσοῦτο μόνον εἰπὼν ὅτι
3947806 ὀλβιε
κυάθους προπίνων εἴκοσιν . Ὦ τὴν εὐτειχῆ ναίων Πάρον , ὄλβιε πρέσβυ , ἣ κάλλιστα φέρει χώρα δύο τῶν συναπασῶν
μάκαρ , Αἰακίδη , * καὶ * τετράκις , * ὄλβιε * Πηλεῦ , ὃς τοῖσδ ' ἐν μεγάροις ἱερὸν
3946490 υἱας
τὸ ἀκόλουθον τῇ ἀρχῇ ἦ ποτ ' Ἀχιλλῆος ποθὴ ἵξεται υἷας Ἀχαιῶν σύμπαντας . Ἔστι παρ ' αὐτῷ καὶ ἡ
' ἀπέβη πόδας ὠκέα Ἶρις , αὐτὰρ ὅ γ ' υἷας ἄμαξαν ἐΰτροχον ἡμιονείην ὁπλίσαι ἠνώγει , πείρινθα δὲ δῆσαι
3943722 τοιῳδ
. λαγαρῶς γάρ μοι ἱππασθείς , θεῖε παῖ , καὶ τοιῷδ ' ἵππῳ πρέπων ὀχήσῃ ποτὲ καὶ ἐπὶ Ξάνθου καὶ
δίκασαν καὶ Παλλὰς Ἀθήνη . ὡς δὴ μὴ ὄφελον νικᾶν τοιῷδ ' ἐπ ' ἀέθλῳ : τοίην γὰρ κεφαλὴν ἕνεκ
3941862 γνωμηι
εἰ δὲ καὶ τῶι σώματι βούλει δυνατὸς εἶναι , τῆι γνώμηι ὑπηρετεῖν ἐθιστέον τὸ σῶμα καὶ γυμναστέον σὺν πόνοις καὶ
' , ὄζω Ἀθηνῶν , δισσῶν μύθων ῥήτορες ἦσαν , γνώμηι δὲ μιᾶι συνεχωρείτην τὸν Ἀχίλλειον τύμβον στεφανοῦν αἵματι χλωρῶι
3940610 θνητοις
Οἱ μὲν τοίνυν χαρακώματα καὶ τείχη προσλαμβάνοντες μικροῖς τισι καὶ θνητοῖς ὡς ἀληθῶς ἐπαύξουσι τὰς ἀρχὰς , οἱ δὲ ἀρετῆς
κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς ἐν βίῳ χωρεῖ . ἅπας μὲν ἀὴρ αἰετῷ περάσιμος
3940242 πατερ
καὶ γράφων πρὸς τὸν πατέρα ἔλεγε : Σύγχαιρε ἡμῖν , πάτερ , ἤδη γὰρ ἡμᾶς τὰ βιβλία τρέφει . Σχολαστικὸς
δὲ καὶ παρ ' Ὁμήρῳ εὐχομένου Ἕλληνος ἀνδρός , Ζεῦ πάτερ , ἢ Αἴαντα λαχεῖν , ἢ Τυδέος υἱόν ,
3940144 ἡδ
' ξομῇ τὸ μὴ εἰδέναι ; Δέδρακα τοὔργον , εἴπερ ἥδ ' ὁμορροθεῖ , καὶ ξυμμετίσχω καὶ φέρω τῆς αἰτίας
, ὠσὶν δ ' ἐνίει ποθέουσιν : ἀμφοῖν γὰρ φιλίας ἥδ ' ἀρχή : τῇδε καθέξεις αὐτόν , προσβάλλων ἀκοαῖς
3931860 ἀπωλες
δ ' ἴδιον , κρύσταλλος . οὐθεὶς πώποτε ταύτην λαβὼν ἀπώλες ' . ὦ τάλας ἐγώ , οἵῳ μ '
τοῦ συγγενοῦς . καὶ ἐν Βάκχαις [ ] Βρόμιος ἄναξ ἀπώλες ' οἰκεῖος γεγώς : νυμφευμάτων μὲν τῶν ἐμῶν :
3931724 ἐθαυμασεν
παραπέμπεται ἐξουδενωθείς : καὶ πάντα ὅσα ἡμεῖς καταπατοῦμεν , ταῦτα ἐθαύμασεν ὁ φιλαργυρήσας Κάλανος , ὁ μάταιος ὑμέτερος φίλος καὶ
. ἧκε γοῦν ἐς τὴν Ἑλλάδα , καὶ ὁ Σόλων ἐθαύμασεν αὐτόν . Τὰ σκώμματα καὶ αἱ λοιδορίαι οὐδέν μοι

Back