ὡς ἂν τύχῃ ταῖς ἀπάταις ἀγόμενον , ἐμμένειν δὲ οἷς ἐπῄνεσεν οὐ δυνάμενον , ἠρώτων τί τοὔνομα εἴη τῷ ξένῳ
, οὐχ ὡς ἐκεῖνοι ποιοῦσιν . ἅμα μὲν ἐπέστη καὶ ἐπῄνεσεν τὸν τραγῳδόν , ἅμα δὲ περιεβλέψατο : εἶτα ἄν
7204754 ἐπῃνεσε
ἐλείπετο Ὀγχηστίου καὶ τὸ ἄλσος , ὃ δὴ καὶ Ὅμηρος ἐπῄνεσε . τραπομένῳ δὲ ἀπὸ τοῦ Καβειρίου τὴν ἐν ἀριστερᾷ
καὶ περὶ πάντων ἁπλῶς . καὶ εἶδε καὶ ἐθαύμασε καὶ ἐπῄνεσε καὶ μάλιστά γε δὴ τὴν ἀκρόπολιν ἀναβὰς ἐς αὐτὴν
7052677 κωμῳδει
τις γραμματεὺς οὗτος : τῶν πάνυ σπανίων ὄνομα κύριον . κωμῳδεῖ δὲ αὐτὸν ὡς φιλόδικον . Φαεινὸς δέ : φανὸς
δὲ ὡς φιλοδίκους καὶ πρὸς τὸ καταδικάζειν ἑτοίμους τοὺς Ἀθηναίους κωμῳδεῖ . Γ ψήφῳ δακεῖν ] καταδικάζειν . Γ ψήφῳ
6878745 ἠρομην
ἔλαχον καὶ ἐγώ . Πρῶτον μὲν οὖν ὑμῖν Δεκελειέων οὓς ἠρόμην μάρτυρας παρέξομαι , ἔπειτα δὲ καὶ τῶν ἄλλων τῶν
Τοὐντεῦθεν ἤδη ἀπορίας μεστοὶ ἦμεν ἅπαντες : κἀγὼ προσπαίζων αὐτοὺς ἠρόμην , Βούλεσθε , ἔφην , ἐπειδὴ ἡμεῖς ἐν ἀπορίᾳ
6857198 Μελητῳ
δὲ ὅτι καὶ θελήσαντάς τινας φιλόσοφα ἀναγνῶναι προσήνεγκεν Ἀνύτῳ καὶ Μελήτῳ λέγων παιδεύσατε τοὺς νέους : τοῦτο δὲ ἐποίησεν ὀνειδίζων
ἦν Σωκράτει μὴ τοῖς Ἀθηναίων δικασταῖς ἀπολογεῖσθαι , ἀλλὰ μήτε Μελήτῳ ἀπεχθάνεσθαι , μήτε ἐλέγχειν Ἄνυτον , μήτε παρέχειν πράγματα
6815329 προσηκατο
Ἕλλησι . Ἐγράψατό τις τὸν πατέρα τυραννίδος ἐπιθέσεως : οὐ προσήκατο τὴν δίκην ὁ ἄρχων , καὶ ὁ μὲν παῖς
ἡ Ῥωμαίων πόλις πολλὰ πολλάκις παρὰ / πλείστων πεμπόμενα οὐ προσήκατο , ἡ δὲ τῶν Ἀθηναίων βαρύτερα τῶν προσηκόντων ἐκλέγουσα
6792732 Καλλικλης
, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τῶν μαρτύρων ἰσχυρότερα τεκμήρια . Καλλικλῆς μὲν γάρ φησιν τὴν χαράδραν ἀποικοδομήσαντα βλάπτειν ἔμ '
μοι λέγεις ; ἔγωγε μὴν τὴν ναῦν ἐκείνην ἣν ἐποίησε Καλλικλῆς † τὸν καλούμενον † , Εὐφράνωρ δ ' ἐκυβέρνα
6679874 ᾐδεσθη
οὐδεὶς ἔσθ ' ὅστις οὐ τῶν πρὸ τοῦδε ἀρξάντων εἰσελθόντας ᾐδέσθη . τὰ δὲ δὴ νῦν ταῦτα πηγάς , ὦ
ποιῆσαι ταῖς κατὰ τὴν ἑρμηνείαν θεωρίαις : ἐπεὶ μηδὲ Δημοσθένης ᾐδέσθη πολλάκις ἑνὶ χρησάμενος ἐπιχειρήματι καὶ ποτὲ μὲν αὐτὸ τρέψας
6674960 ἐξαπατων
: ἐγὼ δὲ τουτονὶ τῶν κῳδίων , ἁλάμβαν ' αὐτὸς ἐξαπατῶν , ἐκβολβιῶ . Οὐ καταβαλεῖς τὰ κῴδι ' ,
. τοὺς γὰρ συμμάχους ἀεὶ πλέον ἔχειν αὐτῶν ἐμηχανᾶτο , ἐξαπατῶν μὲν ὅπου καιρὸς εἴη , φθάνων δὲ ὅπου τάχους
6611848 ἐξηπατα
, ὡς ἦν ἀλαζὼν καὶ φέναξ οἵοις τε τοὺς θεατὰς ἐξηπάτα μώρους λαβὼν παρὰ Φρυνίχῳ τραφέντας . Πρώτιστα μὲν γὰρ
. τούτῳ γὰρ δὴ καὶ μάλα τις πειθήνιος ἐγίνετο : ἐξηπάτα γὰρ ἡμᾶς τούτοις τοῖς λόγοις , οἶμαι , ἵνα
6591615 μεμνησθε
ἐργάζεται διδάσκων ἄρχειν . ἐκεῖνά τε οὖν μανθάνετε καὶ ἡμῶν μέμνησθε καὶ Μάγνῳ πληροῦτε τὰς ἐλπίδας . Ἓν αἰτοῦντι δύο
τὸ μέγιστον , ὅτι πρεσβύτερον εἴη ψυχὴ σώματος ἅπασα παντόςἆρα μέμνησθε ; ἢ πάντως που τοῦτό γε ; ὃ γὰρ
6579409 λεξειν
ὁ Κῦρος , νομίζων τοὺς ἰόντας Ἀρμενίων καὶ Χαλδαίων τοιαῦτα λέξειν περὶ αὐτοῦ οἷα αὐτὸς ἐπεθύμει πάντας ἀνθρώπους καὶ λέγειν
τι μέλλειν λέξειν αὐτόν : ἢ ὅτι ὑπερπέπεισαι τόδε αὐτὸν λέξειν : ἢ ὅτι αὐτὸν χρὴ τῶνδε τῶν λόγων ἀποκλείεσθαι
6564550 Φωκιωνι
. ὃ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι χρῆσόν μοι ἔφη τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα , ἣν εἰώθεις
. ὁ δὲ προτιμηθεὶς καὶ μέγα φρονῶν , προσελθὼν τῷ Φωκίωνι , χρῆσόν μοι , ἔφη , τὴν ῥυπαρὰν χλαμύδα
6528758 ἐκρινας
συμπαρὼν ἂν ἔν τε πεζομαχίᾳ καὶ ἱππομαχίᾳ καὶ ναυμαχίᾳ , ἔκρινας οἷός τις ὁ κίνδυνος ὁ τῶν πολέμων . φαίνεται
τοιαῦτα . ΤΕτάρτην θήσεις ἀντεγκληματικήν : ἀξίαν αὐτὴν σὺ τοσούτου ἔκρινας . ἫΝ λύσεις ἐνστατικῶς τῷ πάθει , ὅτι μὴ
6487580 ἐσιωπα
Φ . . : ἡ Νιόβη διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν λύπην ἐσιώπα , καὶ οἷον τὸ τοῦ Ἀχιλλέως , ὅταν ἐστάλησαν
μήλῳ κέχρημαι : ἐκεῖνο Ἔριδος , τοῦτο Ἔρωτος , ἐκεῖνο ἐσιώπα , τοῦτο φθέγγεται . μὴ ῥίψῃς , μὴ φάγῃς
6479663 ἠρωτησεν
, ἕνεκα δὲ τῆς ἰδίας ποιότητος , ὑπὲρ ἧς καὶ ἠρώτησεν , τὸ Αἴας . . Τούτων οὖν τῇδε ἐχόντων
, ἀλλὰ μόλις . ἐν Πέλληι δὲ πρὸς φρέαρ προσελθὼν ἠρώτησεν εἰ πότιμόν ἐστιν . εἰπόντων δὲ τῶν ἱμώντων ἡμεῖς
6475424 διασυρει
, ὅπερ ἐκάλεσε Μαρικᾶν , ἐν ᾧ ⌈ διακωμῳδεῖ [ διασύρει ] τὸν Ὑπέρβολον ⌈ καὶ κατακωμῳδεῖ αὐτόν . ⌈
ἔγνω τῶν ὀδυρμῶν . τοιγαροῦν πυνθάνεται τὴν αἰτίαν αὐτοῦ καὶ διασύρει τὰ δάκρυα καὶ κόρης ὀδυρομένης οὐδὲν ἀπεοικέναι φησίν .
6453444 ὡμολογει
κυκῶν , πρός γε τοὺς ἑαυτοῦ ἑταίρους δι ' ἀποῤῥήτων ὡμολόγει τε καὶ ἠλήθευε καὶ ἀπεφαίνετο ἃ κἂν ἄλλος τῶν
χρήματ ' ἐν ταῖς Συρακούσαις ἐδανείζεθ ' οὗτος κἀκεῖνος . ὡμολόγει δ ' ἐκεῖνος μὲν πρὸς τοὺς τούτῳ δανείζοντας ,
6450043 Καλλια
Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ ' ἔπαθες . Τῶνδε δι ' ἀνθρώπων
ἐρώμενον ποιῆσαι . ἐπιθυμῶ δέ σοι , ἔφη , ὦ Καλλία , καὶ μυθολογῆσαι ὡς οὐ μόνον ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ
6441778 διηγειτο
τῶν ὤμων τὰς φάττας ἀπεφορτίζετο καὶ τοὺς κοψίχους , καὶ διηγεῖτο πῶς ἀσχάλλων πρὸς τὴν οἰκουρίαν ὥρμησε πρὸς ἄγραν ,
τοῦ μύθου ἐκεῖνο πάνυ συνετόν , οἶμαι , ὃν Αἴσωπος διηγεῖτο : ἔφη γὰρ ἄνθρωπόν τινα ἐπὶ τῇ ἠϊόνι καθεζόμενον
6432925 ἠκροατο
, ἀλλὰ τάχα μὲν ψυχαγωγίας χάριν καὶ ὡς εἰ κωμῳδῶν ἠκροᾶτο , τάχα δὲ καὶ τοὺς ποιητικοὺς παρατηρῶν τρόπους καὶ
νοῦν τοῖς λεγομένοις , δῆλος δ ' ἦν καὶ ὅτε ἠκροᾶτο οὕτως ἔχων . Ἐγὼ οὖν βουλόμενος τόν τε Μενέξενον
6413208 ἐρωτω
. Πότερον εἰ τὴν κεφαλὴν μόνον κνησιῷἢ ἔτι τί σε ἐρωτῶ ; ὅρα , ὦ Καλλίκλεις , τί ἀποκρινῇ ,
ἰσχυροτέραν ; Τοῦτ ' , ἔφη , λέγω , καὶ ἐρωτῶ γέ σε πότερον ἴσον ἂν ἑκατέρᾳ τῇ γῇ σπέρμα
6412955 μεμφομενος
. , . . . Βάσκανος : ὁ κακίζων καὶ μεμφόμενος ἅπαντα καὶ πειρώμενος εἰς ἀπέχθειαν ἄγειν , ὁ φθονερὸς
μεταβάλλει διὰ τὴν εὐεργεσίαν καὶ ταχὺ γίνεται φίλος , ἑαυτῷ μεμφόμενος . Ὅτι δεῖ παρὰ τοῖς εὖ φρονοῦσι τὰς μὲν
6397164 Ἐφη
' ὧν ἂν βούληται τιμᾶσθαι , τούτοις ὠφέλιμος εἶναι . Ἔφη δ ' αὐτὸν ὁ κατήγορος καὶ τῶν ἐνδοξοτάτων ποιητῶν
ἐξίστασθαι τῆς ταὐτότητος μήθ ' ὑφ ' ἑτέρου προσαναγκάζεσθαι . Ἔφη δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐν Κρατύλῳ τὰ ὀνόματα ὁμοιώσει
6392621 Κλεωνυμος
Δείνων τε ὁ πολέμαρχος καὶ Σφοδρίας τῶν περὶ δαμοσίαν καὶ Κλεώνυμος ὁ υἱὸς αὐτοῦ , καὶ οἱ † μὲν ἵπποι
τῆς φύσεως τὸ δῶρον . Ἀριστόδημος δὲ ὁ τρέσας καὶ Κλεώνυμος ὁ ῥίψας τὴν ἀσπίδα καὶ ὁ δειλὸς Πείσανδρος οὔτε
6389573 ἀμειψασθαι
δὲ γᾶ , ὅ ἐστιν : ἱκανή ἐστιν ἡ πόλις ἀμείψασθαι τὰς εὐεργεσίας : εὔκολα : † χώρει σὺ καὶ
φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως . ὑπὲρ τούτου ἀμείψασθαι τὴν εὐεργεσίαν βουλόμενος ἔγραψεν ἓξ λόγους τοὺς ἱεροὺς λεγομένους
6383696 Διονυσιε
αὐτοῦ γε τοῦ τὰ πτερὰ ἔχοντος Πηγάσου μεῖζον ἐμοί , Διονύσιε , τὸ σὲ κάλλους οὕτω γέμουσαν ἐπιστολὴν ἐπεσταλκέναι .
παρακειμένου , καὶ Διονύσιον , ὃς πρὸς τὸν ” οἰμώξῃ Διονύσιε ” φήσαντα „ σὺ μὲν οὖν , [ ἀπήντησεν
6378495 ἐδιδασκεν
αὐτῷ πολλοὶ τιμῶντες τὸ θεῖον . ἔφη γὰρ ἐκεῖνος καὶ ἐδίδασκεν , ὡς οὐκ ὀρθῶς φρονοῖεν οἱ Αἰγύπτιοι θηρίοις εἰκάζοντες
εὗρε δὴ τέχνην ὁ γεωργὸς ἄλλην τόν τε παῖδα φωνήσας ἐδίδασκεν : “ ὦ παῖ , χρὴ γὰρ ὀρνέων ἥμας
6371609 ᾐσθου
; Ἔπειτ ' οὐδ ' ἐκ τῆς ἐπιδοθείσης αὐτῇ προικὸς ᾔσθου ; Ὥστε καὶ δι ' αὐτὸ τοῦτο ἀγανακτήσαντι δήπου
ἵνα φυλάττῃ : εἰ δὲ τὴν πατρίδα πονηρὰν καὶ ἀχάριστον ᾔσθου , ἀκληρεῖν ἡγῇ σύ , ἀλλ ' οὐ χάριν
6360521 Πειλατος
ᾔτησε τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου πρὸς ταφήν . Καὶ ὁ Πειλᾶτος πέμψας πρὸς Ἡρῴδην ᾔτησεν αὐτοῦ τὸ σῶμα : καὶ
. Καὶ [ μὴ ] βουληθέντων νίψασθαι ἀνέστη [ ] Πειλᾶτος : καὶ τότε κελεύει Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς παραπημφθῆναι [
6349417 ὑψαυχενων
, ὦ γενναῖε , ἀλλ ' ὥσπερ τι καλὸν ἐξειργασμένος ὑψαυχενῶν καὶ μεγαληγορῶν περιέρχῃ καὶ μηδὲν ὑφεῖναι τοῦ φρονήματος ἀπομαχόμενος
δὲ ἐν τοῖς ὤμοις ὑποκινούμενος , ὀρθὸς δὲ ὢν καὶ ὑψαυχενῶν ἀπειθὴς καὶ αὐθάδης καὶ ὑβριστής , ὡς γὰρ ταὐτὸ
6343192 ἀπολογησεσθαι
νύκτωρ ἐσκέπτοντο . Γ ἀντωμοσίας : γράμματα . . . ἀπολογήσεσθαι . , , ) ἀντωμοσία : γραφὴ . .
Εἰ μὲν τοίνυν , ὦ ἄνδρες , περὶ τούτων ἔμελλον ἀπολογήσεσθαι μόνον Λεωχάρης ἢ Δικαιογένης , ἄρκει ἄν μοι τὰ
6342733 προσειπε
, ὥσπερ εἴρηται , ψυχὴν ἐναντίαν καὶ ἀντίπαλον τῷ ἀγαθουργῷ προσεῖπε . . . . , : καὶ ὅτι τὰ
παιδὸς οἱ ψυχικοὶ τόνοι μαλθακώτεροι . διὸ καὶ τέκνον αὐτὸν προσεῖπε , τὸ δ ' ἐστὶν εὐνοίας καὶ ἡλικίας ὄνομα
6341960 ὁμολογεις
: εἰ δὲ τούτων ἠπόρησας , τὴν πολιτείαν καὶ σιωπῶν ὁμολογεῖς : ἡ γὰρ τῶν ἑτέρων ἀναίρεσις τυγχάνει τῶν λειπομένων
τῆς τοῦ φαρμάκου δόσεως . αὐτὸς οὖν μοι εἰπὲ πότερον ὁμολογεῖς τῷδε καὶ φῂς ἱκανῶς ἤδη σωφροσύνης μετέχειν ἢ ἐνδεὴς
6340770 παρεξομαι
πρᾶξαι . Ὅτι δὲ ἀληθῆ λέγω , αὐτὸν Ἀριστοφάνην μαρτυροῦντα παρέξομαι . Κάλει μοι Ἀριστοφάνην Ὀλύνθιον , καὶ τὴν μαρτυρίαν
[ ἂν ] αὐτοὶ γνοῖεν . Καὶ τούτων ὑμῖν μάρτυρας παρέξομαι . Οὔκουν δεινὸν εἰ δεήσεται ὑμῶν , ὦ ἄνδρες
6334264 ἐπῃνεις
, καὶ τὴν ἰσότητα τὴν ἐν γεωμετρίᾳ καὶ πρὸς ἐκείνους ἐπῄνεις , καὶ οὕτω φιληκόως εἶχον ὥστε καὶ μετεπέμποντό σε
ὕπαγε , ἄλλον πεῖθε . τὸν δεῖνα δὲ πρῴην οὐκ ἐπῄνεις παρὰ τὸ σοὶ φαινόμενον ; τὸν δεῖνα δ '
6316678 Δανδαμις
, ὑποτάξας μου τῶι ὑπομνηματικῶι . . . . . Δάνδαμις ὁ τῶν Βραχμάνων διδάσκαλος διηγούμενος τὰ κατὰ τὸν Μακεδόνα
προήσεσθαι , εἰ μὴ μεγάλα ὑπὲρ αὐτοῦ λάβοι . ὁ Δάνδαμις δέ , ” Ἃ μὲν εἶχον , “ φησίν
6314531 ἐπισκωπτων
τούτου . καὶ ὁ μὲν Ἱ . ἀκούσας ταῦτα ὥσπερ ἐπισκώπτων αὐτόν : Ἔτι γὰρ σύ , ἔφη , ὦ
. διὰ ταῦτα παρέβαλλεν εἰς τὰς πανηγύρεις . ἔλεγε δὲ ἐπισκώπτων , ὅτι ἐπιπλήττοι τὸ τοῦ κυνός : [ διὰ
6301806 σκωπτει
] , ἐπ ' ὄψει . χαριεντίζεται . εὐτραπελεύεται , σκώπτει . ὦ τάν . ὦ οὗτος , ὦ τάλαν
. ΓΘ ταῖς κόμαις ] ἤγουν τῷ ἐγκεφάλῳ . Γ σκώπτει τοὺς ἱππέας ὡς κομῶντας καὶ ἀνοήτους . ὅτε ]
6301398 ἐχειροτονησεν
πολλῷ βραδυτέρους τῆς φύσεως ὑμᾶς νομισθῆναι . τοῦτον ἐκείνη προλαβοῦσα ἐχειροτόνησεν αὐτοκράτορα , καὶ τέτακται βασιλεῖ ὥσπερ ἀετῶν νεοττός ,
συναχθείσης δ ' ἐκκλησίας ὁ μὲν δῆμος εὐχαριστῶν αὐτῷ στρατηγὸν ἐχειροτόνησεν αὐτοκράτορα τὸν Δίωνα καὶ τιμὰς ἀπένειμεν ἡρωικάς , ὁ
6296082 Καλλικλεις
λέγε μοι , ἐάν τίς σε ταῦτα ἐξετάζῃ , ὦ Καλλίκλεις , τί ἐρεῖς ; τίνα φήσεις βελτίω πεποιηκέναι ἄνθρωπον
λέγεις , ὦ Σώκρατες . Οὐ μόνον γε , ὦ Καλλίκλεις , ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν αὐτῶν . Νὴ τοὺς
6295265 Κλεινιας
τὸν αὐτὸν τρόπον . Τῇ δ ' ὑστεραίᾳ παραγενόμενος ὁ Κλεινίας ἔφη Θέρσανδρον διὰ τῆς νυκτὸς ἀποδεδρακέναι : τὴν γὰρ
ἐκώκυεν ὁ πατήρ , ἑτέρωθεν δὲ καθ ' αὑτὸν ὁ Κλεινίας : “ Ἐγώ μου τὸν δεσπότην ἀπολώλεκα . τί
6293413 ξυμβουλον
ἀγαθοῦ καὶ ἄρχοντος , ξυνέθηκε μετὰ ταῦτα πρὸς αὐτὸν ἐπιστολὴν ξύμβουλον τῶν ἀρχικῶν καὶ καλέσας τὸν Δάμιν „ σοῦ „
ἀγρῷ ἔδει καὶ πεινῆν , καὶ δῆτ ' ἀφικόμενος ἐνταῦθα ξύμβουλον ἐποιούμην τὸν Πρωτεσίλεων , ὁ δ ' ὀργήν μοι
6280759 μηδισμον
οὐκ ἄλλοι τῶν ξυμμάχων . Καὶ τὰ μὲν ἐς τὸν μηδισμὸν τοσαῦτα ἀπολογούμεθα : ὡς δὲ ὑμεῖς μᾶλλόν τε ἠδικήκατε
ἐχωρήσατε . Τὰ μὲν οὖν ἐς τὸν ἡμέτερόν τε ἀκούσιον μηδισμὸν καὶ τὸν ὑμέτερον ἑκούσιον ἀττικισμὸν τοιαῦτα ἀποφαίνομεν : ἃ
6278132 Θεοκρινης
μοι κάλει Φιλιππίδην τὸν Παιανιέα , πρὸς ὃν ἔλεγε ταῦτα Θεοκρίνης οὑτοσί , καὶ τοὺς ἄλλους οἳ συνίσασιν τούτῳ ταῦτα
Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος λοιδορούμενος Αἰσχίνῃ φησὶ ” τραγικὸς Θεοκρίνης . “ βούλεται δὲ λέγειν αὐτὸν συκοφάντην , ἐπειδὴ
6268696 Σιμωνα
δὲ σκυτεύς . οὗτος δὲ τοὐναντίον συνεπεράνατο , τὸ τὸν Σίμωνα ἀγαθὸν ὄντα σκυτέα μοχθηρὸν εἶναι . ἡ δὲ ἀγωγὴ
Μάρωνα γραμματίζοντος τοῦ πατρὸς αὐτῶι , τὸν Μάρωνα ἐποίησεν οὖτος Σίμωνα ὀ χρηστός : ὤστ ' ἔγωγ ' εἶπα ἄνουν
6263497 κατηγορησαντα
ἀπελευθέραν . Οὐδεὶς δὲ ἦν ὃς οὐχὶ Νικόλαον * κάλλιστα κατηγορήσαντα τοῦ πατραλοίου τε καὶ ἀδελφοκτόνου . Μετὰ δὲ ταῦτα
ἀπεδείκνυτο μὴ τὰ κατηγορηθέντα λύειν , ἀλλ ' αὐτὸν τὸν κατηγορήσαντα ἀναιρεῖν . ἐπαινεσάντων δὲ τὴν γνώμην ἁπάντων συνταξάμενος μετ
6256922 Πολυευκτος
τῇ πήρᾳ , καθά φησιν Ὀλυμπιόδωρος ὁ Ἀθηναίων προστατήσας καὶ Πολύευκτος ὁ ῥήτωρ καὶ Λυσανίας ὁ Αἰσχρίωνος . ἐπιστείλας δέ
δραχμῶν ὡς δικαίως καὶ προσοφειλομένων ἀπετίμησέ μοι τὴν οἰκίαν ὁ Πολύευκτος , αὐτὸς οὗτός μοι μαρτυρεῖ καὶ ἡ τούτου γυνὴ
6253310 φιλοσοφως
πραττομένοις , οὗτος καὶ λεγομένοις ἡσθήσεται ἐμφρόνως καὶ τοῦτο καὶ φιλοσόφως φησίν : καὶ γὰρ ὁ θεῖος Σωκράτης εἰώθει λέγειν
Ἐπίχαρμον [ ] , Πυθαγόραν . . τούτων [ τῶν φιλοσόφως λακωνιζόντων ] ἦν καὶ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος καὶ Πιττακὸς
6248876 ἐπιστελλων
τὴν χάριν . Καλῶς ποιεῖς φίλον τέ με νομίζων καὶ ἐπιστέλλων , εἰ καὶ μήπω συνεμίξαμεν , ἐπεὶ καὶ αὐτὸς
ἡμῖν Εὐσέβιος λαβών τε καὶ κατέχων καὶ περὶ ἑτέρων μὲν ἐπιστέλλων , τοῦτο δὲ παραλείπων . δίκη ταῦτα , ὡς
6245885 ζηλωτην
, ὡς ἐγώ ποτέ σου ἤκουον μεγαλαυχουμένου πολλὴν σοφίαν καὶ ζηλωτὴν σαυτοῦ διεξιόντος ἐν ἀγορᾶι ἐπὶ ταῖς τραπέζαις . ἔφησθα
, μὴ εἶναι ἀξιόπιστον . Ὁ δὲ Θεόφραστος Παρμενίδου φησὶ ζηλωτὴν αὐτὸν γενέσθαι καὶ μιμητὴν ἐν τοῖς ποιήμασι : καὶ
6242204 διεθηκεν
ἡ αἴσθησις ᾔσθετο ἢ ὁ λόγος διηρμήνευσεν ἢ τὸ πάθος διέθηκεν , ἄξιον ἐρευνᾶν μὴ παρέργως καὶ τῶν σφαλμάτων διελέγχειν
ἑβδομήκοντα ἔτη γε - γονυῖαν ; ἧς ἐρᾶν προσποιησάμενος οὕτω διέθηκεν , ὥστε τὸν μὲν ἄνδρα αὐτῆς καὶ τοὺς ὑεῖς
6242139 πεπεισθε
γελᾷς ; Ἥσθην χαροποῖσι πιθήκοις . καὶ κέπφοι τρήρωνες ἀλωπεκιδεῦσι πέπεισθε , ὧν δόλιαι ψυχαί , δόλιαι φρένες . Εἴθε
πρῶτον μὲν μηδὲν ὑμῖν ἔστω πιστότερον ὧν αὐτοὶ σύνιστε καὶ πέπεισθε περὶ Τιμάρχου τουτουί , ἔπειτα τὸ πρᾶγμα θεωρεῖτε μὴ
6226703 θαυμαζετε
τ ' εἶναι καὶ διεφθαρμένον ὑπὸ νόσου νομίζω . Μὴ θαυμάζετε δ ' , ὦ ἄνδρες δικασταί , τὴν τούτου
ἱκανῶς ἡσυχῆ ὑπακούοντες ἀντὶ μυρίων ἐξαλλομένων καὶ ἐκβοώντων . Μὴ θαυμάζετε οὖν , εἰ Πλάτωνι συνὼν τῷ θεσπεσίῳ καὶ Ἀριστοτέλει
6222766 θαυμαζων
δὲ μετὰ δακρύων αὐτὸν ὁ πᾶς δῆμος ἀποσπώμενον προὔπεμψε , θαυμάζων τὸ ἐν τῇ παρεπιδημίᾳ κόσμιον καὶ σῶφρον , καὶ
εἴκοντα οὔτε χάρισιν ὑποκατακλινόμενον . ἀεὶ γὰρ ἐπαινῶν αὐτὸν καὶ θαυμάζων διατελῶ τοῦ τε φρονίμου καὶ τῆς γενναιότητος , ἣν
6211739 προειλετο
ἐγκώμιον . ἐπαινεῖ μὲν γὰρ αὐτὸν , καθὸ καλὴν ὑπόθεσιν προείλετο γράφων περὶ Ἑλένης , ψέξας δὲ διὰ πολλῶν ἐν
δόρυ , οὐκ ἂν ὁ Κροίσου παῖς ἀνῃρέθη : ἀλλὰ προείλετο μὲν ὅτε ἀφῆκε τὸ δόρυ , προείλετο δὲ οὐ
6208379 ἐγκαλων
ἐνθυμούμεθα , κατ ' ἔμφασιν αὐτὰ σημαίνων , ὡς ἵνα ἐγκαλῶν τινι πολυπραγμοσύνην καὶ ἐργολάβειαν εἴπω , ὁ δεῖνα ὁ
: Μετὰ τιμωρίας λάβοι . . προσκαλούμενος : Ἀντὶ τοῦ ἐγκαλῶν , εἰς δικαστήριον ἕλκων , . 〚 καὶ πῶς
6207625 ἐγιγνομην
μειράκια παλλάκια . αὐτὴ δ ' ἀμαυρὸϲ ἀϲθενήϲ τ ' ἐγιγνόμην . ἀφροδίϲιοϲ λόγοϲ . οἴμοι τάλαϲ , ἀπολεῖϲ μ
ἢ πυθέσθαι Ἀθηναίους πάντα τὰ πραχθέντα : φονεὺς οὖν αὐτῶν ἐγιγνόμην ἐγὼ μὴ εἰπὼν ὑμῖν ἃ ἤκουσα . Ἔτι δὲ
6180977 Καϊν
τῷ λαμβάνοντι . Ὁ μὲν οὖν φίλαυτος διανομεὺς οἷος ὁ Κάϊν , ὁ δὲ φιλόθεος δωρητικὸς οἷος ὁ Ἄβελ .
, ὑμεῖς ἀθέσμους εἰς ὕβρεις ὁμοσπόρων τὰς μισαδέλφους ὁπλίσαντες ὠλένας Κάϊν μολῦναι φοινίῳ πρῶτον λύθρῳ ἐπείσατον γῆν , καὶ τὸν
6173609 ἀποδεχομαι
ἀπεικὸς διανοεῖσθαι τὸν παῖδα , οὐ μὴ ἐγὼ τὸν τοιοῦτον ἀποδέχομαι λογισμόν . ὁρίζομαι γὰρ ἄνδρα μὲν ἄριστον τὸν οὐ
διισχυρίσασθαι , οὔτ ' εἰ ὅτι μάλιστα ἔστι , σωφροσύνην ἀποδέχομαι αὐτὸ εἶναι , πρὶν ἂν ἐπισκέψωμαι εἴτε τι ἂν
6172559 Οἰδα
ποιητήν , ὃς ἂν ἡμᾶς ὅτι μάλιστα οὕτω διαθῇ . Οἶδα : πῶς δ ' οὔ ; Ὅταν δὲ οἰκεῖόν
ἔτνος ἥψουν τοῖς Κρονίοις δύο τόμους τοῦ ἀλλᾶντος ἐμβαλών . Οἶδα : τὸν σιμόν , τὸν βραχύν , ὃς τὸ
6172213 ἀνῃρηκε
πρὸς τὴν κατηγορίαν τοῦ λόγου . τὸν . . . ἀνῄρηκε ] ἢ ὅτι ἄτιμος γέγονεν ἤ , ὥς τινές
καὶ ὄπισθεν παρεγένετο ὁ Ἐτεοκλῆς ἀφ ' οὗ τὸν Πολυνείκην ἀνῄρηκε : πρῶτος γὰρ οὗτος κατέκτανε τὸν Πολυνείκην . δίμετρον
6170296 ἐπεδειξα
τοῦ δὲ χειμῶνος ἀλεεινά . καὶ σύμπασαν δὲ τὴν οἰκίαν ἐπέδειξα αὐτῇ ὅτι πρὸς μεσημβρίαν ἀναπέπταται , ὥστε εὔδηλον εἶναι
' , ὡς μὲν οὐκ ἀληθῆ ταῦτ ' ἐρεῖ , ἐπέδειξα , οἶμαι μέντοι , κἂν εἰ ταῦτα πάντ '
6164551 Μικωνα
ΤΡΙΤΟΝ . Τρίτον δὲ οὕτως ἂν λάβῃς χάριεν ἐννόημα : Μίκωνα μὲν οὖν ἔγωγε καὶ προσθεῖναι τῇ γραφῇ προσεδόκησα χαριέστερον
ἐστὶν ἡ γραφή : μεῖζον γὰρ ὄντως , ἢ κατὰ Μίκωνα , τὸ νικῆσαι τὴν τέχνην τοῖς ἀδικήμασιν : εἰ
6159812 χρηιζεις
; εἰπέ , καίπερ οὐ λέξων φίλα . διπλᾶ με χρήιζεις δάκρυα κερδᾶναι , γύναι , σῆς παιδὸς οἴκτωι :
κακός τίς ἐστι προξένωι σοὶ χρώμενος . ἴθ ' ὅποι χρήιζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . Σπάρτην
6159545 ἀγαμαι
, ἔφη , ὦ Σώκρατες , ἄλλα τέ σου πολλὰ ἄγαμαι καὶ ὅτι νῦν ἅμα χαριζόμενος Καλλίᾳ καὶ παιδεύεις αὐτὸν
ἀλείφεσθαι τὸ σῶμά μοι πρίω μύρον ἴρινον καὶ ῥόδινον , ἄγαμαι Ξανθία καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν .
6150589 ἐφησεν
ὄντες ; ” Ὁ αὐτὸς τοὺς πλουσίους καὶ ἀπαιδεύτους παραπλησίους ἔφησεν εἶναι τοῖς κριοῖς τοῖς ἐπιπόκοις , πλὴν ὅτι ἐκείνους
Κολλατῖνος ἐπὶ τῷ μηδενὸς ὧν ἠξίου τυγχάνειν , Τοιγαροῦν , ἔφησεν , ἐπεὶ σκαιὸς εἶ καὶ πικρὸς ἐγὼ τὰ μειράκια
6149787 Ἱπποκρατες
μοι ἐφαίνετο ἐν τῇ γνώμῃ . Τί φὴς , ὦ Ἱππόκρατες , ἐν τῇ γνώμῃ σοι ἐφαίνετο ; τί οὖν
, ὁ δὲ τὸ διηνεκὲς οἰστρομανίην ἔχει τῆς ἀσελγείης . Ἱππόκρατες , μὴ γελάσω τὸν κλαίοντα δι ' ἔρωτα ,
6148224 Διογενην
τινὰ ψεύδους ἔκγονον καὶ γράμματα συμπλασάμενος ἐξ ἐκείνης πρὸς τὸν Διογένην κομίζει ταῦτα τῷ βασιλεῖ : τῷ δὲ μήθ '
οὐδὲν αὐτῷ προσεῖχον , τέλος ἀγανακτήσας οὐδένα προσίετο . καὶ Διογένην οὖν ἤλαυνεν ἀπὸ τῆς συνουσίας αὑτοῦ . ἐπεὶ δὲ
6146117 ἀσεβη
, βλέπε ] τὸν στολισμὸν ὡς ἐγκεχάρακται [ ] . ἀσεβῆ ? αἱμαει [ ! ! ! ! ! !
Ἑλλάδα ἔχρησεν ὁ θεὸς παύσασθαι τὴν νόσον , εἰ τὴν ἀσεβῆ πόλιν κατασκάψειαν : καὶ ἀντιπροβάλλονται ἀλλήλας Ἄργος τε καὶ
6143769 ἀπαιδευτως
, καὶ τὰ τοιαῦτα : καὶ οὕτω διόλου προβαίνουσιν οἱ ἀπαιδεύτως τοιοῦτον εἶδος τῶν στοχασμῶν προδεχόμενοι . Ἐρῶν τις ἑταίρας
καὶ ἀδύνατόν ἐστιν αὐτὴν συναληθεύειν , καθάπερ , φησίν , ἀπαιδεύτως τινὲς τοῦτο ὑπελάμβανον , μάρτυρα παράγοντες τὸν Ἡράκλειτον ,
6143320 Ἀπριην
μεγάλα ἐόντα καὶ ἀξιοθέητα . Καὶ οἵ τε περὶ τὸν Ἀπρίην ἐπὶ τοὺς Αἰγυπτίους ἤισαν καὶ οἱ περὶ τὸν Ἄμασιν
δηλῶσαι τὰ πρησσόμενα . Ὡς δὲ ἀπικέσθαι αὐτὸν πρὸς τὸν Ἀπρίην οὐκ ἄγοντα τὸν Ἄμασιν , οὐδένα λόγον ἑωυτῷ δόντα
6131722 ἐπειθετο
ἐνῆμμαι . ἐπείθετο ] καταπειθὴς ἐγίνετο . , κατεπείθετο . ἐπείθετο ] ἡ γυνή , ἐμοὶ παραινοῦντι τοιάδε . ἵππερόν
ἐν τῷ ἐγκρατεῖ τὸ ἐπιθυμητικὸν πρὸς ἀπόλαυσιν τῶν ἡδέων ἐρεθιζόμενον ἐπείθετο ἂν τῷ λόγῳ τῆς τοῦ ἡδέος ἀπείργοντι ἀπολαύσεως .
6129255 ἠτιμασε
προσιὸν εἰδὼς ὁ κροκόδειλος εἶτα μέντοι τὴν ἐξ αὐτοῦ τροφὴν ἠτίμασε λαβεῖν . Οἰωνοῖς μαντευομένους ἀκούω τινὰς καὶ ἐπ '
Εὐρυδίκην γυναῖκα ἠγάγετο Φίλιππος , Ὀλυμπιάδα δὲ τὴν Ἀλεξάνδρου μητέρα ἠτίμασε . τελευτήσαντος δὲ Φιλίππου κατελθόντας ἀπὸ τῆς φυγῆς ὅσοι
6129176 ὁμολογουντα
ἐναργῶς βροντᾷ τὸ λοιπόν . σκέψαι τοίνυν : ὅτε ἔλαβεν ὁμολογοῦντα τὸν πρεσβύτην , τότε προσάγειν αὐτὸν ἐπεχείρει τῇ συγκρίσει
τε τῇ ψυχῇ καλὰ ἤθη ἐνόντα καὶ ἐν τῷ εἴδει ὁμολογοῦντα ἐκείνοις καὶ συμφωνοῦντα , τοῦ αὐτοῦ μετέχοντα τύπου ,
6126198 βουλευτην
, τίνα με θέλεις εἶναι ; ἄρχοντα ἢ ἰδιώτην , βουλευτὴν ἢ δημότην , στρατιώτην ἢ στρατηγόν , † παιδευτὴν
. . . . προσλαβὼν ] οἱονεὶ πείσας τινὰ εὐήθη βουλευτὴν γράψαι τοῦτο τὸ ψήφισμα . . . . τὸ
6125630 συμβουλευσαντα
τοῦ δικαίως ἢ μὴ ἀνηιρηκέναι τὴν μητέρα , ἐπὶ τὸν συμβουλεύσαντα θεὸν καταφεύγει . τραγικὸν οὖν καὶ πρέπον : ὁμοειδές
ἐφ ' οἷς ἡττήθης ἀντιλέγων καὶ κρίνων ἐπὶ τούτοις τὸν συμβουλεύσαντα : εἰ δὲ οὐκ ἀντεῖπες , πάλιν καὶ τοῦτο
6125412 κωμῳδων
ταῦτα πρότερος Κρατῖνος ἐν Πανόπταις δράματι περὶ Ἵππωνος τοῦ φιλοσόφου κωμῳδῶν αὐτὸν λέγει : ἀφ ' οὗ στοχαζόμενοί τινές φασιν
οὕτως ὅπως οἷός τε εἶ , ἵνα μὴ τὸ τῶν κωμῳδῶν φορτικὸν πρᾶγμα ἀναγκαζώμεθα ποιεῖν ἀνταποδιδόντες ἀλλήλοις [ εὐλαβήθητι ]
6125076 ὑπολαμβανεις
. Ὀρθῶς γὰρ οἴει , ὦ Σώκρατες , καὶ δικαίως ὑπολαμβάνεις . Ἴθι νυν καὶ σὺ τὴν ἀπόκρισιν ἣν ἠρόμην
Ἀλλ ' ἄρα , ὦ Ἱππόκρατες , μὴ οὐ τοιαύτην ὑπολαμβάνεις σου τὴν παρὰ Πρωταγόρου μάθησιν ἔσεσθαι , ἀλλ '
6122895 ἐπιλελησαι
κατασκευή ; τί οὖν ἐμποδὼν πλὴν εἰ μὴ τῆς εὐνοίας ἐπιλέλησαι , εἴγε ἄμεινον ἀγνοίας μᾶλλον ἢ κακίας κρίνεσθαι ;
, τὸν ἐν τῇ χλαμύδι , οἶσθα αὐτόν , ἢ ἐπιλέλησαι τὸν ἄνθρωπον ; Οὔκ , ἀλλὰ οἶδα , ὦ
6121771 δεδοκται
δεικνύναι τεκμήριον ἐμφανὲς ἅμα τοῖς λόγοις . νῦν οὖν ἐπεὶ δέδοκταί σοι τοὺς νεανίσκους δεῦρο κομίσαι χαίρω τε , καὶ
κύβον , ἀλλ ' οὐδὲν ἧττον ἀναρρίπτω καὶ τολμῶ καὶ δέδοκταί μοι , κἀμὲ μήτε Λέαγρος οὑμὸς ἑταῖρος ἐπισχεῖν θελήσει
6120477 ἐπαινεσας
γε αὐτὸ μεθεῖναί φησιν , οὐδὲ μεταγνούς , τέχνην δὲ ἐπαινέσας , ἣν ὑπῆλθεν ἐς τὸ ξυμφέρον τοῦ καιροῦ .
μεταστειλάμενος δὲ τοὺς ἀμφὶ τὸν Δημήτριον ἀπέλυσε τῶν δεσμῶν , ἐπαινέσας ὅτι μόνοι οὐκ ἀπέδρασαν . Ἀλλ ' οὐκ ἐκεῖνοί
6116587 ἀπωλες
δ ' ἴδιον , κρύσταλλος . οὐθεὶς πώποτε ταύτην λαβὼν ἀπώλες ' . ὦ τάλας ἐγώ , οἵῳ μ '
τοῦ συγγενοῦς . καὶ ἐν Βάκχαις [ ] Βρόμιος ἄναξ ἀπώλες ' οἰκεῖος γεγώς : νυμφευμάτων μὲν τῶν ἐμῶν :
6113662 Θρασυμαχον
, φαίνου γελῶν καὶ λογίζου τὸν Ἄνυτον , ἐννόει τὸν Θρασύμαχον , καὶ σκόπει πόθεν ἐπῄει τὸ λοιδορεῖν ἑτοιμότερον .
τὰ ῥητορικὰ παραγγέλματα , καὶ οὔτε οἱ περὶ Θεόδωρον καὶ Θρασύμαχον καὶ Ἀντιφῶντα σπουδῆς ἄξιον οὐδὲν εὗρον οὔτε Ἰσοκράτης καὶ
6113577 Ἀμυκλαν
τὸν ἄνδρα , προετίμα δὲ αὐτοῦ Ξενοκράτην καὶ Σπεύσιππον καὶ Ἀμύκλαν καὶ ἄλλους , τῇ τε λοιπῇ δεξιούμενος αὐτοὺς τιμῇ
θελῆσαι συμφλέξαι τὰ Δημοκρίτου συγγράμματα , ὁπόσα ἐδυνήθη συναγαγεῖν : Ἀμύκλαν δὲ καὶ Κλεινίαν τοὺς Πυθαγορικοὺς κωλῦσαι αὐτόν , ὡς
6109613 διασυρων
, πυρώδους δαίμονος . Τωθάζων . χλευάζων , σκώπτων , διασύρων . Ὕδραν τέμνειν ἐπὶ τῶν ἀμηχάνων λέγεται . ἱστορεῖται
' ἦν αὐτῷ φέναξ . Ἀναξανδρίδης δ ' ἐν Πρωτεσιλάῳ διασύρων τὸ τῶν Ἰφικράτους γάμων συμπόσιον , ὅτε ἤγετο τὴν
6102536 γιγνωσκεις
Διὸς φρόνημα λωφήσῃ χόλου . οὔκουν , Προμηθεῦ , τοῦτο γιγνώσκεις , ὅτι ὀργῆς νοσούσης εἰσὶν ἰατροὶ λόγοι ; ἐάν
„ τί οὖν ” ἔφη ” ἀγαπᾷς , ὃν μὴ γιγνώσκεις „ ; ξυνῆκεν ὁ γεωργός , ὅτι ὁ Παλαμήδης
6099993 ἐνεκαλει
ἐστιν ἀμφοτέρων ἀκούειν . ἢ πῶς νομίζεις ; Πρῴην τις ἐνεκάλει ἀνθρώπων τινὶ ὅτι αὐτῷ ἀργύριον χρῆσαι οὐκ ἠθέλησεν οὐδὲ
, ἔλαχέν τε δίκην ἐκείνῳ καὶ οὐδὲν πώποθ ' ἡμῖν ἐνεκάλει , ἀκούετε τῶν μαρτύρων , ὦ ἄνδρες δικασταί .
6099076 Κλεωνυμον
. . ἐγένοντο ] ἅρπαγες γὰρ καὶ οἱ λύκοι . Κλεώνυμον ] ἢ τὸν Κλέωνα λέγει ἢ ἕτερον Κλεώνυμον τοὔνομα
λύκοι . Κλεώνυμον ] ἢ τὸν Κλέωνα λέγει ἢ ἕτερον Κλεώνυμον τοὔνομα . ἔλαφοι . . . ἐγένοντο ] δειλότατον
6098490 πιστευω
αὐτὸν τῷ μεταλαβεῖν ; Ναί : ἀλλ ' ἐγὼ σοὶ πιστεύω , σὺ ἐμοὶ οὐ πιστεύεις . Πρῶτον μὲν οὐδὲ
οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα τὸ νομίζω ἀντὶ τοῦ κρίνω καὶ πιστεύω . τὸ δὲ ὑμᾶς πολλὴν ἔμφασιν ἔχει , ὡς
6094738 ἀκουσαντα
τὰ δ ' ἐκφάνδην , τὰ δ ' ὡς θεῶν ἀκούσαντα , τὸ δὲ ἐμοὶ μὲν ἀπιθανώτατον , γιγνώσκω γάρ
ἐμήνυσαν ὅτι θηρία εἴη , τάχα δ ' ἀπαλλάττοιτο σάλπιγγος ἀκούσαντα καὶ κρότου , ἐκ τούτου Νέαρχος ταῖς ναυσὶν ἐπῆγε
6094589 συκοφαντην
: εἰς τοῦτο γὰρ ἕκαστον σπεύδει . μεταφορικῶς γάρ φαμεν συκοφάντην τέλειον καὶ κλέπτην τέλειον καὶ κακὸν τὸν μὴ καταλελοιπότα
τι βαλεῖν φοβούμενοι τὸ σαθρὸν αὐτῶν . ἀγγείῳ ] τὸν συκοφάντην . χρώμενος ] λέγει διὰ τὸ καὶ αὐτὸν κράζοντα
6092622 ψευσταν
ταῦτα . καὶ αἴ τινα ἄνδρα ἀλαθῆ οἶδε , καὶ ψεύσταν τὸν αὐτόν . ἐκ δὲ τῶ λόγω λέγοντι ταῦτα
μὲν τῶ πράγματος ἀλαθῆ τὸν λόγον λέγοντι , ἀγενήτω δὲ ψεύσταν . οὔκων διαφέρει αὐτῶν τὤνυμα , ἀλλὰ τὸ πρᾶγμα
6090361 ἐγκαλει
ἡμετέρῳ , ἀπεκρίνατο πάντων τῶν πολιτῶν ἐναντίον ὅτι οὐδὲν πονηρὸν ἐγκαλεῖ , καὶ ἐμαρτύρησεν ὡς ὀργιζόμενος ἐκείνῳ καὶ οὐκ ὀρθῶς
ἀνδρὶ , ὁ δὲ ἀνελθὼν ἀπέκτεινεν ἐκεῖνον καὶ μοιχείας αὐτῇ ἐγκαλεῖ . Συριανοῦ . Καὶ τὸ προειλημμένον τῇ κρίσει τοῦτο
6089627 θρηνουσιν
βέλτιον : αὕτη γὰρ ἐκληρώθη τὸν θρῆνον [ τοῖς γὰρ θρηνοῦσιν ἐγγίνεται ] . ἡ τὸν Ἴακχον γεννήσασα ἡ καλλίπαις
καὶ εἰκότως : εἴ γε τούτους μὲν καὶ ἐπαινοῦσι καὶ θρηνοῦσιν ἄλλοι , ἐκεῖνοι δὲ εἴτε τοῦτο ἐθέλοις εἴτε ἐκεῖνο
6088618 ᾐδειν
με πολλὰ κατεφίλει . ἐγὼ δὲ τὸ μὲν πρῶτον οὐκ ᾔδειν ὅστις ἦν , ἀλλ ' εἱστήκειν ἐκπεπληγμένος καὶ δεχόμενος
ὥστε μηδ ' εἰς ταῦτα ἀναχώρησιν εἶναι . οὐ γὰρ ᾔδειν , οὐ γὰρ ἠπιστάμην , ὅστις ἦν . οὐ
6088247 ἀπεδεξατο
Κέν μιν πίθον ] * Ἤγουν εἰ ζῶν ὁ Χείρων ἀπεδέξατό με αὐτὸν ἐπαινέσαντα , κατέπεισα ἂν αὐτὸν θεραπευτήν τινα
Κέν μιν πίθον ] * Ἤγουν εἰ ζῶν ὁ Χείρων ἀπεδέξατό με αὐτὸν ἐπαινέσαντα , κατέπεισα ἂν αὐτὸν θεραπευτήν τινα
6086092 ᾐδει
ἔλαττον , τούτου δὲ μεῖζον δῶρον καὶ αὐτὸ κομίζων οὐκ ᾔδει , καὶ τοῦτο ἔμαθε δῶρον ὄν . ἔφη γὰρ
ἐκόμιζεν αὕτη , καὶ ἦν ἀγγέλων ὠκίστη , καὶ ἀκούσασα ᾔδει , ἔνθα ἰθῦναι χρὴ τὸ πτερὸν καὶ τίνα χρὴ
6084381 κατηγορησεν
! ἐπειδὴ ] Θηραμένης | ] , ὃς ἐμοῦ | κατηγόρησεν ] | ! ! ! ! ! ! εν
τοῦ κυνός . Γ γραφῆς ] κατηγορίας . ἐγράψατο ] κατηγόρησεν . κύων Κυδαθηναιεὺς : ἔπαιξε παρὰ Γ τὸν κύνα
6081803 εἰσαγει
κατὰ τὴν ἀρχὴν ἐμβιβάζει τὸν ἄνθρωπον εἰς παγίδα , ἤτοι εἰσάγει αὐτὸν εἰς κίνδυνον . διὸ οὐκ ἔστιν ἄνθρωπον ὑπεκδραμόντα
κολοβώσας . . . . Σοφοκλῆς δὲ ἐν ταῖς Κολχίσιν εἰσάγει τὴν Μήδειαν ὑποτιθεμένην τῷ Ἰάσονι περὶ τοῦ ἄθλου δι
6080067 ἐποιησατην
ὁμιλητὰ γενομένω Κριτίας τε καὶ Ἀλκιβιάδης πλεῖστα κακὰ τὴν πόλιν ἐποιησάτην . Κριτίας μὲν γὰρ τῶν ἐν τῇ ὀλιγαρχίᾳ πάντων
Ἀριστόγειτον , ὅτι τὸν τύραννον κτανέτην ἰσονόμους τ ' Ἀθήνας ἐποιησάτην . Ἀδμήτου λόγον ὦ ἑταῖρε μαθὼν τοὺς ἀγαθοὺς φίλει

Back