' ἡμέραι μέλλω νεκρόν . ἀπ ' οὖν τέκνων σῶν πημονὴν εἴργοι θεός . ζῶσιν κατ ' οἴκους παῖδες οὓς
δὲ σύνταξις οὕτως : ἐμοὶ χρῆν συμφορὰν , ἐμοὶ χρῆν πημονὴν γενέσθαι πρῶτον ὅτε ὁ Ἀλέξανδρος ἔτεμε τὴν Ἰδαίαν ὕλην
6833983 ὠφελεν
νυκτιγάμοιο γαμοστόλον ἀγγελιώτην , λύχνον , Ἔρωτος ἄγαλμα : τὸν ὤφελεν αἰθέριος Ζεὺς ἐννύχιον μετ ' ἄεθλον ἄγειν ἐς ὁμήγυριν
νέων ἀνδρῶν τῶν οἰχομένων ἐν Ἑλλάδι φησὶ ταῦτα , εἴθε ὤφελεν ὁ Ζεὺς κἀμὲ μετὰ τῶν φθαρέντων ἀνδρῶν κατακαλύψαι τῇ
6651884 πρευμενης
μόρφνος ὁ ἀετὸς , ἐκ τοῦ πρᾷος καὶ εὐμενὴς ὁ πρευμενὴς , ἐκ τοῦ ἠλεὸν καὶ μάταιον ἠλέματον , ἐκ
ἀκραιφνὲς αἶμ ' ὅ σοι δωρούμεθα στρατός τε κἀγώ : πρευμενὴς δ ' ἡμῖν γενοῦ λῦσαί τε πρύμνας καὶ χαλινωτήρια
6606885 ἀμηχανω
ἐκπλήττει με τῶν συνειδότων ὁ χρόνος , ὃν ἀεὶ λανθάνειν ἀμηχανῶ . Τὸ γὰρ πεπαιδεῦσθαι , μόνον ἄν τις τοῦτ
κῶλα ὅμοια τῆς ἄνω στροφῆς ζʹ , ἧς ἡ ἀρχὴ ἀμηχανῶ . ἐπὶ τῶι τέλει παράγραφος . σύστημα ἕτερον κώλων
6583083 τεγξαι
ἥβαν προλείπων . Φασὶν ἀδεισιβόαν Ἀμφιτρύωνος παῖδα μοῦνον δὴ τότε τέγξαι βλέφαρον , ταλαπενθέος πότμον οἰκτίροντα φωτός : καί νιν
[ ] : λείπει ἡ εἰς . οὐ καρτερήσεις : τέγξαι χεῖρα φόνου : τὸ ἑξῆς : φόνου χεῖρα φονίαν
6561643 μηχαρ
τορῶς τέκμηρον ὅ τι μ ' ἐπαμμένει παθεῖν : τί μῆχαρ , ἢ τί φάρμακον νόσου ; δεῖξον , εἴπερ
αὐτόχειρ ἄναξ , γένους παλαιόφρων μέγας τέκτων , τὸ πᾶν μῆχαρ οὔριος Ζεύς . ὑπ ' ἀρχᾶς δ ' οὔτινος
6431439 ἀρωγος
' ἀναπτυχαί : πῶς ποτε ἐκφύγω τὰς παρούσας τύχας : ἀρωγός : φανείη δηλονότι : τοῦτο γὰρ ἀπὸ κοινοῦ :
ἐν συνθέσει ἀποφήλιος , καὶ τροπῇ ἀποφώλιος , ὡς ἀρήγω ἀρωγός καὶ ῥήσσω ῥωγμός . : ῥωχμὸς ἔην γαίης ,
6417168 κτανειν
] [ ] συνάορον [ ] υς δὲ καί φησιν κτανεῖν [ σαφῶς ] ποινὰς ὅπως [ ἐκλέγοιεν ] ἄν
: ποῦ γὰρ ἄγγελοι ; ἥξουσιν : οὔτοι βασιλέα φαῦλον κτανεῖν . ὦ καλλίνικοι παρθένοι Μυκηνίδες , νικῶντ ' Ὀρέστην
6384234 τεισει
: ὅν ποθ ' ὁ κτείνας χρόνωι δόλιος Ὀδυσσεὺς ἀξίαν τείσει δίκην . ἰαλέμωι αὐθιγενεῖ τέκνον ς ' ὀλοφύρομαι ,
ἀνδρὸς Ἕλληνος λόγοις πεισθεῖς ' , ὃς ἡμῖν σὺν θεῶι τείσει δίκην . οὔτ ' ἐξ ἐμοῦ γὰρ παῖδας ὄψεταί
6383943 παρθενωσι
παρθένον Πισάτιδα ἐκτήσαθ ' Ἱπποδάμειαν , Οἰνόμαον κτανών , ἐν παρθενῶσι τοῖσι σοῖς κεκρυμμένην . ὦ φίλτατ ' , οὐδὲν
χρανθεῖς ' ἄλεκτρος ἀνδρός : πατὴρ δέ μιν κλῄσας ἐν παρθενῶσι σφραγῖσι δέμας φυλάσσει . ταῦτ ' ἐτήτυμα μαθεῖν θέλω
6337427 ἀσαλης
τροπῇ τοῦ η εἰς α ἄσασθαι . . . . ἀσαλής : ἡ ἄφροντις , ἡ μηδενὸς φροντίζουσα : σάλη
δὲ παρὰ τὴν σάλην , ἣ σημαίνει τὴν φροντίδα . ἀσαλής : ὁ ἀμέριμνος . οὕτως Ἡρωδιανὸς καὶ Ἀπολλόδωρος .
6337361 ἐπαντελλων
τοῖσιν δ ' αὖτ ' ὀλοὸς Φαίνων μετόπισθεν ἕπηται νωθρὸν ἐπαντέλλων ἢ καὶ κατέναντα δοκεύων , ἐξ ἕδρης πιναροῖο τέγους
ἁλιερκέα χώραν παντοδαποῖσιν ὑπέστασε ξένοις κίονα δαιμονίαν ὁ δ ' ἐπαντέλλων χρόνος τοῦτο πράσσων μὴ κάμοι Δωριεῖ λαῷ ταμιευομέναν ἐξ
6333898 Ἐτεοκλεης
Οἰδίπου , λόγων ἄκουσον : ἀρχὰς τῆσδε γῆς ἔδωκέ μοι Ἐτεοκλέης παῖς σός , γάμων φερνὰς διδοὺς Αἵμονι κόρης τε
' ἱδρὼς ἢ τοῖσι δρῶσι διὰ φίλων ὀρρωδίαν . ] Ἐτεοκλέης δὲ ποδὶ μεταψαίρων πέτρον ἴχνους ὑπόδρομον , κῶλον ἐκτὸς
6321860 λεχη
εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ ' ἡ τύραννος
' εὐσεβοῦς πατρὸς κρείσσω φανεῖσαν † τἄμ ' ἀποδοῦναι † λέχη . εἰ δ ' ἐμὲ γυναῖκα τὴν ἐμὴν συλήσετε
6268772 κρυπτε
αἰσχρὸν κάκιστον . Ὃ ἂν ὁμολογήσῃς , ποίει . Ἀτυχίαν κρύπτε , ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνῃς . Ἀληθείας ἔχου
κόλαζε , ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κώλυε . . δυστυχῶν κρύπτε , ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε
6268301 ἀρχελειων
, παρίστησι δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἀποθανόντων . τῶν ἀρχελείων ] λαῶν ἀρχόντων . . τῶν βασιλέων , ἀπὸ
δὲ παρίστησι καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἀποθανόντων . . τῶν ἀρχελείων ] τῶν βασιλέων ἀπὸ τοῦ τῶν λαῶν ἄρχειν .
6261220 θνῃσκων
ἰδίαν φύσιν ἔπληξε τὸν εὐεργέτην καὶ ἀνεῖλε . ὁ δὲ θνῄσκων ἔλεγε „ δίκαια πάσχω τὸν πονηρὸν οἰκτείρας . „
οὐδεὶς ἑαυτῷ ὃ θέλει βουλεύεται : θνῄσκει δ ' ὁ θνῄσκων κατ ' ἰδίαν εἱμαρμένην . εἰ ταῖς ἀληθείαισιν οἱ
6252547 ἐννεπει
Μυκήναις τῶι λόγωι . πατὴρ δέ νιν θιγὼν κραταιᾶς χειρὸς ἐννέπει τάδε : Ὦ παῖ , τί πάσχεις ; τίς
ἐρχόμεσθ ' Ὀλυμπίωι Διί . κλύων δὲ ταῦτ ' Αἴγισθος ἐννέπει τάδε : Νῦν μὲν παρ ' ἡμῖν χρὴ συνεστίους
6240597 ἀνηψατο
οὖν τὰ πρῶτα φαεινομένην ἴδεν ἠῶ παρθενική , ξανθὰς μὲν ἀνήψατο χερσὶν ἐθείρας , αἵ οἱ ἀτημελίῃ καταειμέναι ἠερέθοντο :
' ἐπ ' εὐρείται πλάταν ἔσχασε ποντοπόρον καὶ ναύδετ ' ἀνήψατο πρυμνᾶν καὶ χερὸς εὐστοχίαν ἐξεῖλε ναῶν , Λαομέδοντι φόνον
6237404 καμνε
ἀπὸ τότε οὖσα παῦσον σου κάματον ἐν σώματι : μηκέτι κάμνε ὡς ἐπιζητεῖν τίς οὐρανὸς ἢ πόθεν ὕδωρ . εἰ
, εἴπερ τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν , μὴ κάμνε λίαν δαπάναις : ἐξίει δ ' ὥσπερ κυβερνάτας ἀνήρ
6234586 ὠφελ
Φρύγας λέγουσιν ὠικίσθαι , πάτερ ; οὗ μήποτ ' οἰκεῖν ὤφελ ' ὁ Πριάμου Πάρις . μακρὰν ἀπαίρεις , ὦ
ἀρᾶται . εἴθ ' ] ἄν ποτε , ἄμποτε . ὤφελ ' ] ἔπρεπε , ἔμελλε , ὤφελον . ἴσθι
6231632 τἀμ
εἶναι πρῶτον οὐκ ἐπίστασαι . πῶς δ ' οὐχί ; τἄμ ' ὀλωλόθ ' εὑρίσκων ἄγω . ποίοισιν εἰπὼν προξένοις
οἷά τ ' εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ
6215176 ἀνιστω
κατάβηθι καὶ κατάβα , καὶ ἀνάστηθι καὶ ἀνάστα , καὶ ἀνίστω καὶ ἀνίστασο , καὶ τὰ ὅμοια . ἀνάδοχον :
κύων μέριμναν οὔποτ ' ἐκλείπων πόνου . τί δρᾷς ; ἀνίστω , μή σε νικάτω πόνος , μηδ ' ἀγνοήσῃς
6214142 εὐμενη
, ὦ υἱέ , σῶσαι τὸν πατέρα , δεηθέντι Ἀρχιδάμου εὐμενῆ Ἀγησίλαον ἐμοὶ εἰς τὴν κρίσιν παρασχεῖν . ὁ δὲ
ζῶμα τοὐμὸν οὐ χλιδαῖς ἠσκημένον : αἰτοῦ δὲ προσπίτνουσα γῆθεν εὐμενῆ ἡμῖν ἀρωγὸν αὐτὸν εἰς ἐχθροὺς μολεῖν , καὶ παῖδ
6202957 θανηι
μυρίων μῆτερ τροπαίων , Ἕκτορος φίλον σάκος , στεφανοῦ : θανῆι γὰρ οὐ θανοῦσα σὺν νεκρῶι : ἐπεὶ σὲ πολλῶι
φεῦγ ' ὡς τάχιστα τῆσδ ' ἀπαλλαχθεὶς χθονός . ] θανῆι πρὸς ἀνδρὸς οὗ τάδ ' ἐστὶ δώματα . τί
6198808 ματαν
εἴδους διὰ τὴν παρθενίαν . ἑξῆς τέ φησιν : ἀλλὰ μάταν ἀναχόρευτος ἅδε ματαιολόγων φήμα προσέπτατο Ἑλλάδα μουσοπόλου σοφᾶς ἐπίφθονον
ἄκεά τ ' οὐ βέβαια τλάμων [ δέ τις ] μάταν παρηγορεῖ . μηδέ τις κικλῃσκέτω ξυμφορᾷ τετυμμένος , τοῦτ
6197245 Ἀχαιικου
[ × – ˘ – × ⋮ δεῦρ ] ' Ἀχαιικοῦ ? [ στρατοῦ [ λοχαγέτην ] [ × –
„ ποῦ Μενέλαος ἔην ; ” ἢ οὐκ Ἄργεος ἦεν Ἀχαιικοῦ ; ” δέχονταί τινες οὕτως „ ἢ οὐκ ἦν
6196130 ἀελπτον
ὅ τι μηχάνημα κατὰ φύσιν ἐπενοήθη : οὐδὲν γάρ μοι ἄελπτον , εἴ τις καλῶς σκευάσας καλῶς κατασείσειε , κἂν
' ὄνησιν οὐ σοφόν . Ἑκάβη , τὸ θεῖον ὡς ἄελπτον ἔρχεται θνητοῖσιν , ἕλκει δ ' οὔποτ ' ἐκ
6190824 κρατεις
αὖ : Νῦν πόλεως ὑπερμαχεῖς , νῦν καλλίνικος γενόμενος σκήπτρων κρατεῖς . τάδ ' ἠγόρευον παρακαλοῦντες ἐς μάχην . μάντεις
; μὴ σύ γ ' : ἀλλ ' , ἐπεὶ κρατεῖς , ἀρετὰς δίωκε . καὶ γὰρ ὅστις ἂν βροτῶν
6189384 τλαμων
εὐδαίμων , πᾶσιν περίφαντος αἰεί . ἐγὼ δ ' ὁ τλάμων παλαιὸς ἀφ ' οὗ χρόνος Ἰδαῖα μίμνων λειμώνι '
ποτ ' ἦμεν . βέβακ ' ὄλβος , βέβακε Τροία τλάμων . ἐμῶν τ ' εὐγένεια παίδων . φεῦ φεῦ
6188850 καλουσα
δὲ μέχρι τῆς αὐλείου θύρας ἡ μήτηρ ὀδυρομένη , ὀνόματι καλοῦσα τὴν κόρην . ἐπορεύετο δὲ ἡ παρθένος ἡσυχῆ καὶ
ὦν ἐπίομες οἶνον . οἰβοιβοῖ τάλας . περὶ σᾶμά με καλοῦσα κατίσκα λέγοι . φοῦ τῶν κακῶν . ὃ καὶ
6188336 θεσφατων
ἅμα ; Ἀλλ ' εἶμι , μῆτερ : εἰ δὲ θεσφάτων ἐγὼ βάξιν κατῄδη τῶνδε , κἂν πάλαι παρῆ :
τωι ] τινί . προσεικάζω ] στοχάζομαι . Ἀπὸ δὲ θεσφάτων : παρὰ τὰ λεγόμενα ἐν συνηθείαι : οὐδεὶς εὐτυχὴς
6172411 εἰσιδειν
μηδ ' ἀφέντ ' ἐᾶν , εἰ ζῶντ ' ἐκεῖνον εἰσιδεῖν θέλοι ποτέ : ἐλᾷ γὰρ αὐτὸν τῇδε θἠμέρᾳ μόνῃ
Εὐριπίδῃ τὸ αὐτό : ὅστις ποτ ' εἶ σὺ δυστόπαστος εἰσιδεῖν Ζεύς , εἴτ ' ἀνάγκη φύσεος εἴτε νοῦς βροτῶν
6162785 ἐρεξα
τὸν οἶκον εἰσιοῦσι : πῇ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; σφάγιά τε
διαθέσεων ἀνάκρισιν ποιούμενοι : πῆ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; οὕτω γὰρ
6145990 δυσθεος
μὴ θανὼν πατρῷον αἱμάξαι πέδον αὐτός : ξένια δὲ τοῦδε δύσθεος πατὴρ Ἀτρεύς , προθύμως μᾶλλον ἢ φίλως πατρὶ τὠμῷ
τ ' ὀνειράτων καὶ νυκτιπλάγκτων δειμάτων πεπαλμένη χοὰς ἔπεμψε τάσδε δύσθεος γυνή . ἦ καὶ πέπυσθε τοὔναρ , ὥστ '
6144209 εὐφρων
εἰπέ , τὸ δ ' εὖ νικάτω . τόσον περ εὔφρων ἁ καλά , δρόσοις ἀέπτοις μαλερῶν λεόντων πάντων τ
πάντας δεξιούμενος . εἰς τὸν μετὰ ταῦτα οὖν χρόνον θεὸς εὔφρων αὐτῷ γένοιτο . ἄλλως : εὐχαῖς : τοῦ νικηφόρου
6136407 εἰσορω
καὶ μὴν ἀμείβει καινὸν ἐκ καινῶν τόδε : ξιφηφόρον γὰρ εἰσορῶ πρὸ δωμάτων βαίνοντ ' Ὀρέστην ἐπτοημένωι ποδί . ποῦ
μ ' ἔχει . Ὦ θεοί , τίν ' ὄψιν εἰσορῶ ; Τίς εἶ , γύναι ; Σὺ δ '
6121679 εὐαγγελου
' ἄλλων βίον κατίδοιμι . πυρὸς δ ' ὑπ ' εὐαγγέλου πόλιν διήκει θοὰ βάξις : εἰ δ ' ἐτήτυμος
κρατηθείς . βίον ] ζωήν . ἐπωιδὸς κώλων ιεʹ . εὐαγγέλου ] ἀγαθὰ μηνύοντος ἀγγέλου . διήκει ] διέρχεται .
6117138 συγγονου
ἀμνημόνευτος θεὰν προδοῦς ' ἁλίσκεται . ὦ τλῆμον Ἰφιγένεια , συγγόνου μέτα θανῆι πάλιν μολοῦσα δεσποτῶν χέρας . ὦ πάντες
γε συμφορὰς εὐκλεᾶ με θήσει . τάλαιν ' ἐγὼ σῶν συγγόνου θ ' ὑβρισμάτων , ὃς ἐκ δόμων νέκυς ἄθαπτος
6116319 σιδαρος
τὴν Παφίην . Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης ὥς ποτε κρινομένη .
Πραξιτέλης ; Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο , οὔθ ' ὁ σίδαρος : ἀλλ ' οὕτως ἔστης , ὥς ποτε κρινομένη
6108604 ἀειραμενος
τοξεύειν : ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν , πάντας ἀειράμενος πελέκεας οἶκον δὲ φερέσθω : ὃς δέ κε μηρίνθοιο
νόον , ἤ μ ' ἀποειπών ἔχθαιρ ' ἐμφανέως νεῖκος ἀειράμενος . οὕτω χρὴ τόν γ ' ἐσθλὸν ἐπιστρέψαντα νόημα
6092743 ἐσειδον
] ξυνήλικας ? . Γύγην [ γὰρ ὡς ] ? ἐσεῖδον ? ? , [ οὐκ ] εἴκασμά τι ,
σιγὰν λόγων ; ἐπεί σε νῦν ἀφράστως ἀέλπτως τ ' ἐσεῖδον . Τότ ' εἶδες , ὅτε θεοί μ '
6091558 θανατωι
, καὶ τὸν ἐν τούτοις ψευσάμενον ἢ πόρον ἄδικον ἐπιτελοῦντα θανάτωι περιπίπτειν ἦν ἀναγκαῖον . λέγεται δὲ τοῦτον τὸν νόμον
πολυθηρότατον νάπος , Ἀρτέμιδος χιονοτρόφον ὄμμα Κιθαιρών , μήποτε τὸν θανάτωι προτεθέντα , λόχευμ ' Ἰοκάστας , ὤφελες Οἰδιπόδαν θρέψαι
6091110 ἀταλλων
καὶ ἄτλας , ὁ μὴ δυνάμενος τλῆναι : ἐξ αὐτοῦ ἀτάλλων , ὁ ἀπαθὴς καὶ μὴ κακοπαθῶν , . ,
' ἑκατὸν μὲν παῖς ἔτεα παρὰ μητέρι κεδνῇ ἐτρέφετ ' ἀτάλλων , μέγα νήπιος , ᾧ ἐνὶ οἴκῳ : ἀλλ
6087750 ἠθελ
ἁδύς . ἤδη δὲ προϊόντος ἔδοξ ' ἐπιχεῖσθαι ἄκρατον ὧτινος ἤθελ ' ἕκαστος : ἔδει μόνον ὧτινος εἰπεῖν . ἁμὲς
: ὣς ὁ μὲν αὖθι πεσὼν κοιμήσατο χάλκεον ὕπνον . ἤθελ ' ἀνορθῶσαι : ἐκ δευτέρου ζῶντα παραστῆσαι . λίνα
6084610 τοισιδ
δαίμονές τ ' ἀντήλιοι , εἴ που πάλαι , φαιδροῖσι τοισίδ ' ὄμμασι δέξασθε κόσμῳ βασιλέα πολλῷ χρόνῳ . ἥκει
: ἐμοὶ γὰρ τοῦτο πρόσκειται , ξένε , μηδένα πελάζειν τοισίδ ' Ἑλλήνων δόμοις . ἆ , μὴ πρόσειε χεῖρα
6079995 ξεινοιο
διὰ πτόλιν : οὐδ ' ἄρ ' ἔτι δὴν Τηλέμαχος ξείνοιο ἑκὰς τράπετ ' , ἀλλὰ παρέστη . τὸν καὶ
καὶ ξεῖνος , ἐπεὶ πολὺ κάλλιον οὕτω : εἵνεκα γὰρ ξείνοιο τάδ ' αἰδοίοιο τέτυκται , πομπὴ καὶ φίλα δῶρα
6074282 λιπομεν
τετέλεστο ἅπαντα . καὶ αὖθις : ἑβδομάτῃ δ ' ἠοῖ λίπομεν ῥόον ἐξ Ἀχέροντος . ναὶ μὴν καὶ Καλλίμαχος ὁ
στρέψαντες , ὅπᾳ ποδὸς ἴχνια πρᾶτον ἁρμόσαμεν , ταύτᾳ καὶ λίπομεν βιοτάν . ἄρσενι δ ' Ὀθρυάδαο φόνῳ κεκαλυμμένον ὅπλον
6068035 ἐπειγ
' σίδοιμι μνῆμα . πολεμία γὰρ ἦν . ἀλλ ' ἔπειγ ' , ὡς μή σε πρόσθε ψῆφος Ἀργείων ἕληι
ἐξωπτημένη , ὥστ ' ἐπεὶ βούλει τῶν λελειμμένων φαγεῖν , ἔπειγ ' ἔπειγε , μή ποθ ' ὡς λύκος χανὼν
6067599 ὁμαιμον
ὦ παῖ ; Παῖδα σήν , ἐμὴν δ ' ὁρᾶν ὅμαιμον : αὐδῇ δ ' αὐτίκ ' ἔξεστιν μαθεῖν .
φεύγειν τοῦδ ' ὑπερδικεῖς ὅρα : τὸ μητρὸς αἷμ ' ὅμαιμον ἐκχέας πέδοι ἔπειτ ' ἐν Ἄργει δώματ ' οἰκήσει
6065823 Πυλαδη
σὺ πολλὰ δὴ βρίζων ἅμα οὔλοισιν ἐξήμελξας εὐτραφὲς γάλα . Πυλάδη , τί δράσω ; μητέρ ' αἰδεσθῶ κτανεῖν ;
τ ' , ὦ φίλων μοι τῶν ἐμῶν σαφέστατε , Πυλάδη , κάταιθε γεῖσα τειχέων τάδε . ὦ γαῖα Δαναῶν
6065352 κἀμον
δὴ λιποῦς ' ἱκάνω χρυσεοστόλμους δόμους καὶ τὸ Δαρείου τε κἀμὸν κοινὸν εὐνατήριον . καί με καρδίαν ἀμύσσει φροντίς :
παῖς ἀκόλουθός ἐστιν ἀλλότριος τὰ πολλά , μικρὸν δέ τι κἀμὸν αὐτοῦ . ἱματίω δέ μοι δύ ' ἐστὸν χαρίεντε
6061333 Ὀρεστηι
ἀκμάζει ] νῦν καιρὸν ἔχει ἡ δολία πειθὼ συναγωνίσασθαι τῶι Ὀρέστηι . ἐφοδεῦσαι ] συνάρασθαι πρὸς τὴν ὁδόν . ἐφοδεῦσαι
τέκοι ] Ἀγαμέμνονος ὁ παλαιὸς φόνος μὴ συγχωρήσηι φόνον τῶι Ὀρέστηι τεχθῆναι διὰ τὸν φόνον Αἰγίσθου . τόδε καλῶς ]
6058480 ἀφαντος
: διὰ τὴν αὐτὴν χρείαν καὶ ἐπιθυμίαν . ὡς δὲ ἄφαντος ἔπελες : ὡς δὲ ἀφανὴς ἐγένου , καὶ οἱ
ἠφανίσθη ὁ θεός , μετὰ δὲ ταῦτα καὶ ἡ Ἀριάδνη ἄφαντος ἐγενήθη . μυθολογοῦσι δὲ Νάξιοι περὶ τοῦ θεοῦ τούτου
6044943 φαμα
ἕπονται Κῆρες ἀναπλάκητοι . Ἔλαμψε γὰρ τοῦ νιφόεντος ἀρτίως φανεῖσα φάμα Παρνασσοῦ τὸν ἄδηλον ἄνδρα πάντ ' ἰχνεύειν : φοιτᾷ
ὀτραλέως δ ' ἀνόρουσε πάτηρ [ ] ? φίλος : φάμα δ ' ἦλθε κατὰ πτόλιν ? εὐρύχορον ? ?
6036101 τηνδ
κἀμοὶ μύθου μέτα , Τυνδαρίδαι ; καὶ σοί : Φοίβωι τήνδ ' ἀναθήσω πρᾶξιν φονίαν . τίς δ ' ἔμ
πᾶσιν γὰρ ἡμῖν τοῦτ ' ὀφείλεται παθεῖν . ἰδοὺ δίδωμι τήνδ ' ἐγὼ γυναῖκά σοι Φαίδραν : ἐπὶ πῦρ δὲ
6030314 Πηνελοπειης
Πηνελόπεια . τῶ σε πόδας νίψω ἅμα τ ' αὐτῆς Πηνελοπείης καὶ σέθεν εἵνεκ ' , ἐπεί μοι ὀρώρεται ἔνδοθι
[ ! ! ἀθλήματα ] ? ? ? ? [ Πηνελοπείης ] ? . μὴ σύ γ ' ἄπιστος ἔῃς
6021773 φευξομαι
: ἡ δ . ὅτι σαφῶς τὸ φοβ . ἐστὶ φεύξομαι . τρὶς περὶ ἄστυ μέγα Πριάμου δίον : ἡ
βελτίων , τὰ μὲν ἀσκήσω καὶ διώξομαι , τὰ δὲ φεύξομαι κατὰ κράτος . Ἀκούοις ἄν . ἐγὼ γάρ ,
6020682 θαρσεϊ
τις ἔτλη : ἀλλ ' ἐμὲ θυμὸς ἀνῆκε πολυτλήμων πολεμίζειν θάρσεϊ ᾧ : γενεῇ δὲ νεώτατος ἔσκον ἁπάντων : καὶ
μὴν καὶ τὸ ἀλλ ' ἐμὲ θυμὸς ἀνῆκε πολυτλήμων πολεμίζειν θάρσεϊ ᾧ . δύναται γὰρ θάρσος ἔχειν ὁ θυμός ,
6017470 ἀθαναταν
αἰθέρος ἀστὴρ τὸν δύσμορον ἐξολέσειεν . Οὐ γὰρ ἔτ ' ἀθανάταν φλόγα λεύσσειν ἐστὶν ἐμοὶ φίλον , ὡς ἐκρεμάσθην ,
βροτοῖς αἰεί τι φέροισαι . Κύπρι Διωναία , τὺ μὲν ἀθανάταν ἀπὸ θνατᾶς , ἀνθρώπων ὡς μῦθος , ἐποίησας Βερενίκαν
6015974 τελεσσαι
ἐπὶ προμολῇσιν ἄειδον . οὐ μὲν ἐν Ἀλκινόοιο γάμον μενέαινε τελέσσαι ἥρως Αἰσονίδης , μεγάροις δ ' ἐνὶ πατρὸς ἑοῖο
ἐλέγχεα πάντα φυγοῦσαν , πρὶν τάδε λωβήεντα καὶ οὐκ ὀνομαστὰ τελέσσαι . ” Ἦ , καὶ φωριαμὸν μετεκίαθεν ᾗ ἔνι
6005989 πρευμενως
ἐκέκτηντο καὶ μετὰ θάνατον ἔχουσιν . ἡμέτερον . † δέον πρευμενῶς εἰπεῖν , πρευμενεῖς εἶπε πρὸς τὸ χοάς : εἰ
χοὰς ] τὰς θυσίας αὐτῆς . πρευμενεῖς ] † ἤγουν πρευμενῶς . ἐγγὺς ] πλησίον . τάφου ] τοῦ .
6004581 ἀμαχανον
πιθεῖν σοφοὺς ? [ ] δυνατόν , βροτοῖσιν δ ' ἀμάχανον [ εὑρέμεν ] : ἀλλὰ παρθένοι γάρ , ἴσθ
μᾶτερ ὀμμάτων ; ἄστρον ὑπέρτατον , ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχὺν πτανὸν ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν , ἐπίσκοτον ἀτραπὸν
6001382 ἀφιλος
σὲ δ ' αὐτόγνωτος ὤλες ' ὀργά . Ἄκλαυτος , ἄφιλος , ἀνυμέναιος ταλαί - φρων ἄγομαι τάνδ ' ἑτοίμαν
εὐχερὴς κακότεχνος ἀδιάγωγος ἄδικος ἄνισος ἀκοινώνητος ἀσύμβατος ἄσπονδος πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος
5999851 ὀψομαι
πι συλλαβῆς : ὄπτω γάρ ἐστιν , ἀφ ' οὗ ὄψομαι , καὶ παράγωγον ὀπτεύω : ἀποβολῇ τοῦ τ ὀπεύω
βοᾶι : τὸ παιδίον φησὶν ἐμπρήσειν ἀπειλῶν . ὑιδοῦν ὀπτώμενον ὄψομαι . πάλιν πέπληχε τὴν θύραν . στρόβιλος ἢ σκηπτὸς
5997211 Κρεον
. [ πόλει δὲ καὶ σοὶ ταῦτ ' ἐπισκήπτω , Κρέον : ἤνπερ κρατήσηι τἀμά , Πολυνείκους νέκυν μήποτε ταφῆναι
' ὅμως : τίνος μ ' ἕκατι γῆς ἀποστέλλεις , Κρέον ; δέδοικά ς ' , οὐδὲν δεῖ παραμπίσχειν λόγους
5991849 ὑπεστης
τίνος κόσμου μέρος εἶ καὶ τίνος διοικοῦντος τὸν κόσμον ἀπόρροια ὑπέστης καὶ ὅτι ὅρος ἐστί σοι περιγεγραμμένος τοῦ χρόνου ,
τ ' Αἰσωνίδα ναίων ἡμετέροιο τοκῆος ἐπώνυμον , ὅς μοι ὑπέστης Πυθοῖ χρειομένῳ ἄνυσιν καὶ πείραθ ' ὁδοῖο σημανέειν ,
5990418 γραυϲ
οἴει δὲ τί ; ὁ μῦθόϲ ἐϲμεν Πάμφιλ ' ἤδη γραῦϲ γέρων ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΥ [ ] οὐκ εὖ λογίζηι [ ]
παῖδα ? [ ! ! ! ! ! ] ου γραῦϲ ἔχει κακ ? [ μὴ τα ! [ ἰδού
5989251 Κρονιδας
: σὺ δ ' ὄρνυ ' ἐς βαρύβρομον πέλαγος : Κρονίδας [ ] δέ τοι πατὴρ ἄναξ τελεῖ Ποσειδὰν ὑπέρτατον
μεγαινήτους [ ] λιπών . [ Τῶν ] ἕνα οἱ Κρονίδας [ ] ὑψίζυγος Ἰσθμιόνικον [ ] θῆκεν ἀντ '
5986816 ἀλητευων
τἄρ ' ὀλοίμην ἀκλεὴς ἀνώνυμος [ ἄπολις ἄοικος , φυγὰς ἀλητεύων χθόνα , ] καὶ μήτε πόντος μήτε γῆ δέξαιτό
Ἅιδης ῥᾶιστος ἀνδρὶ δυστυχεῖ : ἀλλ ' ἐκ πατρώιας φυγὰς ἀλητεύων χθονὸς ξένην ἐπ ' αἶαν λυπρὸν ἀντλήσεις βίον .
5983550 φονωι
πόλεις τ ' , ἔχουσαι διὰ λόγου κάμψαι κακά , φόνωι καθαιρεῖσθ ' οὐ λόγωι τὰ πράγματα . ἀτὰρ τί
ἤδη † σπονδὰς ἐκ Διονύσου βοτρύων θοᾶς ἐχίδνας σταγόσι μειγνυμένας φόνωι † . φανερὰ θύματα νερτέρων , συμφοραὶ μὲν ἐμῶι
5979471 ἐθιγε
Αἰγίσθωι ἔμολεν ἡ ποινὴ τῶι ἀποκτείναντι δόλωι τὸν Ἀγαμέμνονα . ἔθιγε ] ἡ δὲ Διὸς θυγάτηρ ἡ Δίκη παρέστη ἐν
ἔμολε δ ' ᾧ μέλει κρυπταδίου μάχας δολιόφρων ποινά : ἔθιγε δ ' ἐν μάχᾳ χερὸς ἐτήτυμος Διὸς κόραΔίκαν δέ
5973115 θανατε
τὸν ἀσθενῆ σθένειν τίθησι καὶ τὸν ἄπορον εὑρίσκειν πόρον ὦ θάνατε , σωφρόνισμα τῶν ἀγνωμόνων τάδ ' οὐχ ὑπάρχων ,
γίγνετ ' , ἄλλοθ ' ἁτέρα λιμὴν Ἀίδας ἀνιᾶν ὦ θάνατε παιάν , – ˘ ? ἰατρὸς μόλοις Ἅιδην δ
5971883 ἀεισας
' ἐσιδοῦσα : πῶς ; φιλίων ὁρμὴν παρ ' Ἀθηναίοισιν ἀείσας πεντήκοντ ' ἔλαβε δραχμάς , σὺ δὲ μικρὸν ἐπέψω
τυροῦντ ' ἐσιδοῦσα : ὡς Φιλίων Ὁρμὴν παρ ' Ἀθηναίοισιν ἀείσας πεντήκοντ ' ἔλαβε δραχμὰς , σὺ δὲ μικρὸν ἐπέμψω
5967140 ἀλαστορων
τοῦ αἵματος τῆς μητρὸς αὐτοῦ εἰσπραττόμενος : † εἰς δόμους ἀλαστόρων : ἀντὶ τοῦ εἰς δόμους τοῦ Ἅιδου τὴν σὴν
μητρὸς , ἀναβακχεύει σε καὶ μαίνεσθαι ποιεῖ . ἢ ὅστις ἀλαστόρων ἀνακινεῖ τὸ αἷμα τῆς μητρός σου μὴ ἐῶν αὐτὸ
5964844 ταισδ
, γελάσειας , ὦ Πάν , ἐπ ' ἐμαῖς εὔφροσι ταῖσδ ' ἀοιδαῖς κεχαρημένος . εʹ ἐνικήσαμεν ὡς ἐβουλόμεσθα ,
μοι διδοίης δεσπότηι θ ' ὃς Οἰνόης σύγχορτα ναίει πεδία ταῖσδ ' Ἐλευθεραῖς τὸν μὲν κικλήσκω Ζῆθον : ἐζήτησε γὰρ
5963675 κηρυσσει
; καὶ κνώδαλα πτεροῦντα καὶ πεδοστιβῆ . † καρπώματα στάζοντα κηρύσσει Κύπρις κάλωρα κωλύουσαν θωσμένειν ἔρῳ , † καὶ παρθένων
ὄλβιον πάροιθε . τῆι δὲ νῦν τύχηι βροτοῖς ἅπασι λαμπρὰ κηρύσσει μαθεῖν , τὸν εὐτυχεῖν δοκοῦντα μὴ ζηλοῦν πρὶν ἂν
5959231 τλημον
ἀνταποδίδως ταύτην τὴν τιμωρίαν ; τίνος ἕνεκα τιμωρῇ ; . τλῆμον ] ἄθλιε διὰ τὰ παρόντα . τοῦ δίκην πάσχεις
πέσῃ . ἐπιξενοῦμαι ταῦτα δ ' ὡς θανουμένη . ὦ τλῆμον , οἰκτίρω σε θεσφάτου μόρου . ἅπαξ ἔτ '
5958535 ἐσχ
πότμος σε δαιμόνων τάδ ' , οὐδὲ σέ γε δόλος ἔσχ ' ὑπὸ χειρὸς ἐμᾶς : στυγερὰν ἔχε δύσποτμον ἀρὰν
' ὁ Πειραιεύς . ἄλση δὲ τίς πω τοιάδ ' ἔσχ ' ἄλλη πόλις ; καὶ τοὐρανοῦ γ ' ,
5954749 βιαι
ἐπειδὴ τἀμφανῆ μὲν οἱ νόμοι ἀπεῖργον αὐτοὺς ἔργα μὴ πράσσειν βίαι , λάθραι δ ' ἔπρασσον , τηνικαῦτά μοι δοκεῖ
μέντοι ὅτε ἔτυχεν , ἀλλὰ κατὰ φύσιν μὲν γήραι , βίαι δὲ παρὰ φύσιν , οὐθὲν δεδήλωκεν . . οἱ
5952038 εἰσοραν
ἦν θάσσων ἄνω , καὶ τὸν ξένον μὲν οὐκέτ ' εἰσορᾶν παρῆν , ἐκ δ ' αἰθέρος φωνή τις ,
ἔσωσα δῆτά ς ' ἐξέπεμψά τε χθονός ; ὥστ ' εἰσορᾶν γε φέγγος ἡλίου τόδε . οὔκουν κακύνηι τοῖσδε τοῖς
5945597 Υἱῳ
ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Φίλους ἔχων
γίγνεται κακά . Ὑπερήφανον πρᾶγμ ' ἐστὶν ὡραία γυνή . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε
5944422 ταφωι
ὑπολαβόντα φῆσαι τὸν Δημόκριτον , εἰ τριῶν ἀπενθήτων ὀνόματα τῶι τάφωι τῆς γυναικὸς ἐπιγράψειεν , εὐθὺς αὐτὴν ἀναβιώσεσθαι τῶι τῆς
δέμας ; δοῦναι κελεύσω πορθμίδ ' , ἧι καθήσομεν κόσμον τάφωι σῶι πελαγίους ἐς ἀγκάλας . ὡς εὖ τόδ '
5943455 Ἀνθρωπε
τοὺς χρησμοὺς ἐξηγοῦνται . ὦ μεγάλης ἀναισχυντίας καὶ γοητείας . Ἄνθρωπε , τί ποιεῖς ; αὐτὸς σεαυτὸν ἐξελέγχεις καθ '
καθίζου μαλακῶς , ἵνα μὴ τρίβῃς τὴν ἐν Σαλαμῖνι . Ἄνθρωπε , τίς εἶ ; Μῶν ἔγγονος εἶ τῶν Ἁρμοδίου
5942756 τετραορον
δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς : ὦ ἐλάσιππε , μάστιγι λιγυρῆι τετράορον ἅρμα διώκων : κλῦθι λόγων , ἡδὺν δὲ βίον
ὑπηρετῶ : διὰ τί πλανᾶσαι : τέθριππον . ἀντὶ τοῦ τετράορον , ὅταν ὦσιν τέσσαρες ἵπποι ἐζευγμένοι . καὶ συνωρὶς
5932167 Θηβᾳ
. Ἀκτὶς ἀελίου , τὸ κάλ - λιστον ἑπταπύλῳ φανὲν Θήβᾳ τῶν πρότερον φάος , ἐφάνθης ποτ ' , ὦ
[ ! ] ? [ ] ! ι οἷά ποτε Θήβᾳ [ ] τε καὶ ἁνίκα [ ] ναύλοχοι [
5930170 εὐδοξον
νίκης εἰς τὸ λοιπὸν καὶ τὴν Αἴτνην ἵπποις καὶ στεφάνοις εὔδοξον καὶ σὺν θαλίαις καὶ κώμοις ἡδέσιν ὀνομαστὴν ἀποδεικνύειν .
ἀλλὰ τὸ βάρβαρόν σε ἔχειν γυναῖκα αἰσχύνην παρέσχεν : οὐκ εὔδοξον : οἷον : ἀδοξίαν ἡγοῦ τὸ μέχρι γήρως βαρβάρῳ
5920691 χαλεπαινε
χαλεπαίνεις ; μέχρι δ ' ἂν ταῦτα θαυμάζῃς , σεαυτῷ χαλέπαινε μᾶλλον ἢ ἐκείνοις . σκόπει γάρ : ἔχεις καλὰ
ναιομένην ἀπένεικας νόσφι φίλων πάντων . ὃ δ ' ἐπεγρόμενος χαλέπαινε ῥιπτάζων κατὰ δῶμα θεούς , ἐμὲ δ ' ἔξοχα
5920606 ἀπελαυσας
τὸν πάντα μοι διηγούμενον . ἀλλὰ πρῶτον μὲν κέρδος ὃν ἀπέλαυσας χρόνον ἡγοῦ : ἔπειτα μὴ καταγίνωσκε τῆς γῆς ὡς
τοιαῦτ ' ] ἐν ἤθει ὁ λόγος ἀπηύρω ] ἤγουν ἀπέλαυσας ὤπασας ] παρέσχες δίκης πέρα ] ἐπέκεινα τοῦ δικαίου
5920556 δυστυχως
κύρσαντες . . . ] * ἐπιτυχόντες . * ἀλλὰ δυστυχῶς δηλονότι . * ἤγουν κακοτυχὲς . καὶ ὀλέσας .
. κακῶς πράττων : Δυστυχῶν . . κακῶς : Ἤγουν δυστυχῶς . πράττων : Ποιῶν . . εἶναι τοῦ πονηροῦ
5920178 κραναι
τελεσθῆναι . + τούτων τῶν στρουθῶν τὰ φάσματα αἰτεῖ με κρᾶναι καὶ εἰπεῖν καὶ ἀποφήνασθαι τὰ σύμβολα καὶ τὰ σημεῖα
ἐμὴ δὲ σοφία κατὰ πολὺ ἀσθενεστέρα τῆς εἱμαρμένης . . κρᾶναι ] τελέσαι . πέπρωται ] μεμοίραται . . δύαις
5917862 ταλαιν
λόγοις . φθέγξαι τι , δεῦρ ' ἄθρησον . ὦ τάλαιν ' ἐγώ , γυναῖκες , ἄλλως τούσδε μοχθοῦμεν πόνους
δάμαρ νιν ἐξέπεμπε δωμάτων ἄλαις : πίτνει δ ' ἁ τάλαιν ' ἐς ἅλμαν φόνωι τέκνων δυσσεβεῖ , ἀκτῆς ὑπερτείνασα
5916441 μηνιμα
. . , . οἱ δὲ Κελτοὶ ἐς Ῥωμαίους τι μήνιμα ἐκ πολλοῦ διέφερον . . . διέφερον . ὅτι
ὑπὸ τῶν βαρβάρων καὶ αὐτοῦ τὸν νεκρὸν ἁμαρτεῖν τάφου τὸ μήνιμα ἐγένετο ἐμποδὼν τὸ ἐκ τοῦ Ἀπόλλωνος . . .
5912824 σπευδε
ἔσῃ ποτέ . Μήποτε λάβῃς γυναῖκας εἰς συμβουλίαν . Μὴ σπεῦδε πλουτῶν , μὴ ταχὺς πένης γένῃ . Μέγ '
μὴ ἐπείγου ὥσπερ ὑπὸ φλογὸς καιόμενος . παροιμία : μὴ σπεῦδε , οὐ γὰρ ἐπὶ πυρὸς βέβηκας . μὴ σπεῦδ
5909814 μελεος
: ἀποκείρεται σὸν ἄνθος πόλεος , ὁ Διὸς ἔκγονος , μέλεος Ἑλλάς , ἃ τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις
Κάλανος , ὁ μάταιος ὑμέτερος φίλος καὶ οὐχ ἡμέτερος : μέλεος καὶ τῶν ἀθλίων ἐλεεινότερος τὴν ψυχὴν ἑαυτοῦ ἀπώλεσε φιλαργυρήσας
5903727 σταθησεται
ἀσφαλίζεται λόγος εἰς τέλος : ἀλλ ' ἐπὶ τριῶν μαρτύρων σταθήσεται πᾶν ῥῆμα . οἱ δὲ δύο ἄγγελοι ὁ ἐκ
αἰπὺς δ ' ἁλιβρὼς ὄχμος ἐν μεταιχμίῳ Μάγαρσος ἁγνῶν ἠρίων σταθήσεται , ὡς μὴ βλέπωσι , μηδὲ νερτέρων ἕδρας δύντες
5902398 δαμαρτα
' εὐδαιμονεῖν . σπάνιον δὲ θήρευμ ' ἀνδρὶ τοιαύτην λαβεῖν δάμαρτα : φλαύραν δ ' οὐ σπάνις γυναῖκ ' ἔχειν
θαυμάσαντ ] ' ἀνιστορεῖ [ [ καὶ ] ? ? δάμαρτα καὶ τέκνα [ ] ος ? , ἀλλὰ τἀγάθ
5901766 Σπαρτιατιδος
' ἀστῶν καταφονευθῆναι πέτροις , ] ἢ μὴ ' πίβαινε Σπαρτιάτιδος χθονός . τοσαῦτ ' ἀκούσας ἴσθι , μηδὲ δυσσεβεῖς
ὑπ ' ἀστῶν καταφονευθῆναι πέτροις [ ἢ μὴ ' πίβαινε Σπαρτιάτιδος χθονός ] . θυγάτηρ δ ' ἐμὴ θανοῦς '
5898172 Νικα
ἡγήσῃ φίλον . Μηδέποτε γήμῃ μηδὲ εἷς εὔνους ἐμοί . Νίκα λογισμῷ τὴν παροῦσαν συμφοράν . Ξένον προτιμᾶν μᾶλλον ἀνθρώποις
κοινοῦ θανάτου μέρος ἄμφω . Ἀλλὰ γὰρ ἁ μεγαλώνυμος ἦλθε Νίκα τᾷ πολυαρμάτῳ ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ , ἐκ μὲν δὴ πολέμων
5893403 χθονιε
ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη , σωτὴρ γενοῦ μοι
μ ' ἁμαρτεῖν ; Αὖθις ἐξ ἀρχῆς λέγε . Ἑρμῆ χθόνιε , πατρῷ ' ἐποπτεύων κράτη . Οὔκουν Ὀρέστης τοῦτ
5892745 προλιπειν
φοβῶνται μηδὲ φεύγωσιν , ἀλλὰ κἂν τὴν γῆν ἅπασαν δέῃ προλιπεῖν , κἂν τῶν σωμάτων αὐτῶν ἀποστῆναι , ῥᾳδίως ὑπομένωσιν
ὃς τότε κῆρας ἐπερχομένας σάφα εἰδὼς οὐκ ἔτλη Σπάρτης ἡγεμόνας προλιπεῖν . Γράψε Πολύγνωτος Θάσιος γένος , Ἀγλαοφῶντος υἱός ,

Back