τὸ πλημμελὲς ἐκ τοῦ συνεζευγμένου θνητοῦ τροπὰς καὶ μεταβολὰς εἰκότως ἐνδέχονται , ἄτρεπτα δὲ τὰ τῆς τῶν ὅλων ἐστὶ φύσεως
ἄλλως κεφαλαιωδέστεροι . οἱ δὲ ἕτεροι πλείστην καὶ μεγίστην διατριβὴν ἐνδέχονται . ὁ γοῦν Πλάτων ὕμνον τοῦ Παντὸς τὸν Τίμαιον
7695196 Ποσαι
μέν , ἀσθενῶν δὲ πρὸς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ τολμήματος . Πόσαι κολάσεις ταῦτα ; πόσα τραύματα ; πόσοι θάνατοι ;
ἥξει φέρων ἀσκόν τινα : ἡμεῖς γὰρ οὐκ ἔχομεν . Πόσαι γάρ τινές εἰσιν ὑμῖν ἄμπελοι ; Δύο μέν ,
7585311 ἐγκατεληφθησαν
αὐτοῖς πλαγίοις ἐν ταῖς δίναις γενομένοις συνετρίβοντο , ὅσων γε ἐγκατελήφθησαν ὑπὸ τοῦ ὕδατος οὐ φθασάντων αὐτὰς μετεωρίσαι , ὡς
τοὺς δὲ φεύγοντας εὐμαρῶς αἱροῦντες , ὥστε πολλοὶ μὲν αὐτοῦ ἐγκατελήφθησαν καὶ ἀπέθανον , πολλοὶ δὲ ἐν τῇ ἀποχωρήσει ἀτάκτῳ
7546195 ἀρρητοι
βροτοὶ ἄνδρες ὁμῶς ἄφατοί τε φατοί τε ῥητοί τ ' ἄρρητοί τε , Διὸς μεγάλοιο ἕκητι : ῥέα μὲν γὰρ
ἄνδρες ὁμῶς ἄφατοί τε φατοί τε , ῥητοί τ ' ἄρρητοί τε Διὸς μεγάλοιο ἕκητι . ῥέα μὲν γὰρ βριάει
7484341 λαμπηδονες
τὸν νάρκισσον παρ ' ἐνίοις λείριον καλεῖσθαι . μαρμαρυγαί : λαμπηδόνες πυκναὶ καὶ οἷον ἀστραπαὶ πυκναί , αἰφνίδιοι , πυρώδεις
' , ἐναίσιμα . ἐκ δὲ τῆς βροντῆς ἀντιλάμψεις καὶ λαμπηδόνες ἐγένοντο . ὅταν γὰρ βροντήσῃ , ἀστράπτει . ἀμπνοὰν
7444963 ἁπαϲαι
' ἀμφότερα , καὶ μία ἢ δύο ἢ πλείουϲ : ἅπαϲαι δὲ ἐν ὑμέϲιν ἰδίοιϲ περιέχονται , καθάπερ ϲτεατώματα καὶ
ἄκριτον ἅπαν ἐϲτίν , ὡϲ αἵ γε μετὰ τὴν τεϲϲαρακοϲτὴν ἅπαϲαι τελείωϲ εἰϲὶν ἔκλυτοι πέψεϲι μᾶλλον καὶ ἀποϲτάϲεϲιν , οὐ
7417263 ἀψυχοι
μὲν ἀγένητοι αἱ δὲ ἐν γενέσει , καὶ αἱ μὲν ἄψυχοι αἱ δὲ ἔμψυχοι , καὶ τούτων ἑκατέρων πλείους διαφοραί
τάχα καὶ ἀποθανούμεθα φυγάδες ἀκμὴν μένοντες . ἦ μάλα γὰρ ἄψυχοι ἐμαχόμεθ ' ἂν τοῖς πολεμίοις , εἰ ταῦτά τις
7391755 ἐφοβουμεθα
μελετῶμεν . εἰ δὲ μὴ τὸν θάνατον ἢ τὴν φυγὴν ἐφοβούμεθα , ἀλλὰ τὸν φόβον , ἐμελετῶμεν ἂν ἐκείνοις μὴ
ἀτίμως . οἱ δὴ Δίωνος τὸ μετὰ τοῦτο πάντες φίλοι ἐφοβούμεθα μή τινα ἐπαιτιώμενος τιμωροῖτο ὡς συναίτιον τῆς Δίωνος ἐπιβουλῆς
7371070 βασιλικαι
εἰσι καὶ εὐέκκριτοι : αἱ δὲ παχεῖαι , αἱ καὶ βασιλικαὶ καὶ πελώριαι λεγόμεναι , τρόφιμοι , δυσέκκριτοι , εὔχυλοι
μέσῳ , ὅτι περὶ αὐτὴν ἡ πόλις ἵδρυται , ὥσπερ βασιλικαὶ περὶ ἱερὸν περιβολαί . ἂν δ ' ὑψηλὴ μέν
7367579 κανηφοροι
μετενεγκάμενος , ὡς ἐγὼ πείθομαι . ὅσα μὲν γὰρ αἱ κανηφόροι καὶ ἀρρηφόροι λεγόμεναι λειτουργοῦσιν ἐπὶ τῶν Ἑλληνικῶν ἱερῶν ,
Εὐπόλιδι ἐν Κόλαξι . πορφυρῶν περιβολαίων . χρυσοφοροῦσι γὰρ αἱ κανηφόροι . εὖ ἐσφραγίσθαι ὅσα εὑρίσκει ἔνδον . ῥύπους :
7358949 Θετταλικαι
ἐπὶ τῶν παραχρῆμα ἐσθῆ - τας ἐνειμένων . Αἱ γὰρ Θετταλικαὶ ἐσθῆτες πτερωταὶ ἦσαν . Θεῶν ἀγορά : ἐπὶ τῶν
: ἐπὶ τῶν εὐπαρύφων καὶ καλλωπιζομένων ἐσθῆτι : παρόσον αἱ Θετταλικαὶ χλαμύδες πτερὰ εἶχον . Θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς
7355787 Κνιδια
Θεσσαλίας , ὅπου μετῴκησαν οἱ Κνίδιοι , ὧν ἡ χώρα Κνιδία . . Ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Δωτίας τῆς Ἐλάτου .
Θεσσαλίας , ὅπου μετῴκησαν οἱ Κνίδιοι , ὧν ἡ χώρα Κνιδία . Καλλίμαχος ἐν τοῖς ὕμνοις ” οὔπω τὰν Κνιδίαν
7350884 σιτιζεις
γυμναί : ὅτι δεῖ δωρεὰν * * εὐεργετεῖν . Ἀκόνην σιτίζεις : ἐπὶ τῶν † τρεφομένων καὶ οὐκ * *
ψεύδεσθαι : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κρῆτες . Καθάπερ αἱ τίτθαι σιτίζεις κακῶς . Κατόπιν ἑορτῆς ἥκεις : ἐπὶ τῶν καλοῦ
7304005 προσεχοντως
τοὺς θεούς . εἶθ ' ὅτι ἀσφαλέστατα ἂν οὗτοι καὶ προσεχόντως τὸν βίον διάγοιεν νομίζοντες ἔχειν ἐπισκόπους ἀεὶ πασῶν τῶν
εἰς τὸ κύτος ἀπωθεῖν . χόριον δὲ μὴ ἀναστομούμενον κατιάδι προσεχόντως διαιρεῖν τῷ δακτύλῳ προκοιλαίνοντά τι μέρος : προεκκεκριμένου δὲ
7300241 δοθιησιν
αἱμοῤῥοΐδας ἔχοντες οὔτε πλευρίτιδι ἁλίσκονται οὔτε περιπνευμονίῃ οὔτε φαγεδαίνῃ οὔτε δοθιῆσιν , ἴσως δὲ οὐδὲ λέπραις , ἴσως δὲ οὐδὲ
ῥᾳδίως πεπαινομένοις καὶ παρωτίσιν , ἃς ἐκπυεῖσθαι χρή , καὶ δοθιῆσιν : λίπει δ ' εἴ τις ἐθέλοι χρῆσθαι ,
7299147 ἐλαφραι
αἴγλη . ἀλλ ' ἔμπης κἀκεῖναι ἐπόψιαι : οὐ γὰρ ἐλαφραί . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται ὅς ῥά τε
γυῖα φίλος πόδες , οὐδέ τι χεῖρες ὤμων ἀμφοτέρωθεν ἐπαΐσσονται ἐλαφραί . εἴθ ' ὣς ἡβώοιμι βίη τέ μοι ἔμπεδος
7286449 παρθενικαις
γαμήλια θεσμὰ θεαίνης . παρθένον οὐκ ἐπέοικεν ὑποδρήσσειν Κυθερείῃ , παρθενικαῖς οὐ Κύπρις ἰαίνεται . ἢν δ ' ἐθελήσῃς θεσμὰ
σὺν δὲ καὶ ὑψῆέν τε πανόσμεον ὅσσα τε τύμβοι φάσγανα παρθενικαῖς νεοδουπέσιν ἀμφιχέονται , αὐταί τ ' ἠιθέας ἀνεμωνίδες ἀστράπτουσαι
7285889 ἐντεταλται
μοι . Τί σοι ἐντείλωμαι ; ὁ Ζεύς σοι οὐκ ἐντέταλται ; οὐ δέδωκέν σοι τὰ μὲν σὰ ἀκώλυστα [
ταύτας τηρῶν ἄλλων τινῶν προσδέῃ ; ἀλλ ' ἐκεῖνος οὐκ ἐντέταλται ταῦτα ; φέρε τὰς προλήψεις , φέρε τὰς ἀποδείξεις
7276719 ὑπαγορευουσιν
Ἔβυσος , ἀξιόλογοι νῆσοι , τὴν θέσιν εὔκαιρον τῆς πόλεως ὑπαγορεύουσιν . Ἐρατοσθένης δὲ καὶ ναύσταθμον ἔχειν φησὶν αὐτήν ,
. . Τὸ δὲ πάντων συνεκτικώτατον , αὐταὶ αἱ ἀντωνυμίαι ὑπαγορεύουσιν τὸ ἕνεκα μόνον τῆς ἀντιδιαστολῆς συμπαραλαμβάνεσθαι . οὔποτε γὰρ
7272363 βληχαι
. βληχαὶ ] βοαί . Ξ βληχαὶ ] φωναί . βληχαὶ ] ἄσημοι βοαί . θ βληχαὶ ] ἄσημοι βοαί
ἔδει εἰπεῖν πρὸς τὸ ἐπιμαστιδίων : ἐπήνεγκε δὲ πρὸς τὸ βληχαὶ αἵτινες τῶν νηπίων ἦσαν . θ Ξ ἀρτιτρεφεῖς ]
7259961 οὐρητικαι
εὐκατέργαστοι , ἑφθαὶ δὲ ποσῶς εὔστομοι . αἱ δὲ πίνναι οὐρητικαὶ , τρόφιμοι , δύσπεπτοι , δυσανάδοτοι . ἐοίκασι δ
μὲν οὖν δύσπεπτον αὐταῖς ὁμοίως ὑπάρχει ταῖς ἄλλαις ῥίζαις : οὐρητικαὶ δ ' εἰσί , καὶ εἰ πλεονάζοι τις αὐτῶν
7258105 θαλασσιαι
ἐχρῶντο πρότερον πρὸ τῶν ψήφων : εἰσὶ δέ τινες κόγχαι θαλάσσιαι . “ σπονδῶν ” δέ , τῶν τῆς εἰρήνης
ὑπενήχετο ταῖς πέτραις τοὺς ἐσβληθέντας ἁρπάζειν : εἰσὶ δὲ αἱ θαλάσσιαι πλὴν μεγέθους καὶ ποδῶν ὅμοιαι ταῖς χερσαίαις , πόδας
7250745 καθεστασαν
ἐχαλέπαινον εὐθὺς φθεγξαμένοις καὶ οὐδὲ γρύζειν ἐπέτρεπον . ἐπεὶ δὲ καθέστασάν ποτε καὶ ἡσυχία ἐγένετο , παρήγαγον κἀμέ . καὶ
ἐχαλέπαινον εὐθὺς φθεγξαμένοις καὶ οὐδὲ γρύζειν ἐπέτρεπον . ἐπεὶ δὲ καθέστασάν ποτε καὶ ἡσυχία ἐγένετο , παρήγαγον κἀμέ . καὶ
7247752 περισσαι
ὢν καὶ τροπῇ τοῦ δ εἰς λ φειδωλός . αἱ περισσαὶ προθέσεις δηλοῦσι τὴν ὑπερβολὴ τῆς φιλαργυρίας . ὅρα ὑπερβολήν
αὐτῶν δυνάμεις ἀντιπαίουσιν , ἄρτιαι μὲν οὖσαι περισσωνυμούντων ἐκείνων , περισσαὶ δὲ ἀρτιωνυμούντων . καὶ οὐ κατὰ τοῦτο μόνον ἀντικεῖσθαι
7243443 Ἀρκεισιος
οὗ καὶ Χαρισίου πόρτα . Ἀφροδίσιος : ὄνομα κύριον . Ἀρκείσιος : ὄνομα ποταμοῦ . Σιμοείσιος : ὄνομα κύριον :
. ὧδε γὰρ ἡμετέρην γενεὴν μούνωσε Κρονίων : μοῦνον Λαέρτην Ἀρκείσιος υἱὸν ἔτικτε , μοῦνον δ ' αὖτ ' Ὀδυσῆα
7231198 προσδοκιαι
γεωργοὺς ἥκομεν τῶν ἐν τοῖς ὅπλοις βεβιωκότων οἰχομένων . αἱ προσδοκίαι δὲ δειναὶ καὶ χρηστὸν οὐδὲν ἐν ἐλπίσι , πλὴν
ὦ Πρώταρχε , φόβοι ἂν ἀληθεῖς ἢ ψευδεῖς , ἢ προσδοκίαι ἀληθεῖς ἢ μή , ἢ δόξαι ἀληθεῖς ἢ ψευδεῖς
7230359 ἐξηρτυμενας
δὲ τοῦ βαρβαρικοῦ στόλου Ταμώς , ἔχων τριήρεις πεντήκοντα πολυτελῶς ἐξηρτυμένας : καὶ καταπλευσάντων τῶν Λακεδαιμονίων ἀνήχθησαν οἱ στόλοι τὸν
μέντοι πᾶς ἀνὴρ ἠπείγετο , καὶ θᾶσσον ἢ λέγοι τις ἐξηρτυμένας πώλους παρ ' αὐτὸν δεσπότην ἐστήσαμεν . μάρπτει δὲ
7230199 Ὠμοι
χρῄζω , ξεῖν ' , ὀρθὸν ἄκουσμ ' ἀκοῦσαι . Ὤμοι . Στέρξον , ἱκετεύω . Φεῦ φεῦ . Πείθου
' , ὦ κτανόντας τε καὶ θανόντας βλέποντες ἐμφυλίους . Ὤμοι ἐμῶν ἄνολβα βουλευμάτων . Ἰὼ παῖ , νέος νέῳ
7219899 εἰρημεναι
, ὅπερ ἂν ἕλωνται : καὶ παρακολουθήσουσιν αὐτοῖς αἱ ἔμπροσθεν εἰρημέναι ἀπορίαι . εἰ δὲ ταῖς αἰσθήσεσι τὰς αἰσθήσεις καὶ
τοῦ μηροῦ ἐς τὴν ἀρχαίην φύσιν . Αὗται πᾶσαι αἱ εἰρημέναι ἀνάγκαι ἰσχυραὶ , καὶ πᾶσαι κρέσσους τῆς ξυμφορῆς ,
7214988 ἐρημωθηναι
ἀναστήσας εἰς Βαβυλῶνα μετῴκισεν . Συνέβη δὲ καὶ τὴν πόλιν ἐρημωθῆναι χρόνον ἐτῶν ἑβδομήκοντα μέχρι Κύρου τοῦ Περσῶν βασιλέως .
σφισιν , εἰ καταλαμβάνοι τὸ χρεὼν ἤδη καὶ τὰς Ἀθήνας ἐρημωθῆναι , τούτοις ἔχρησεν ἡ Πυθία τὰ ἐς τὸν ἀσκὸν
7211727 ἐδειχθησαν
τοῦ ἀκλεής ) . Πρῶτον αἱ πρωτότυποι ἀντωνυμίαι οὐκ ἀκόλουθοι ἐδείχθησαν τοῖς ἄλλοις πτωτικοῖς . ἔπειτα Δωριεῖς ἐπὶ τὸ τέλος
ἔδει δεῖξαι . ἐπισυμβήσεταί τε τούτων οὕτως ἐχόντων , ἐπείπερ ἐδείχθησαν καὶ τῶν ἴσον ἀπεχόντων τοῦ αὐτοῦ ἰσημερινοῦ σημείου αἱ
7202721 πεπυκνωνται
πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ
ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν λόγχαις ἀπαστράπτοντες . * γυῖαι τὸ
7197599 Θαυμαστικον
Τῷ ναῷ . Θ . . . πῶς δοκεῖς : Θαυμαστικὸν , ἀντὶ τοῦ λίαν . . . τὸν Πλοῦτον
Ἀντὶ τοῦ ταχέως . . ὅσην ἔχεις τὴν δύναμιν : Θαυμαστικὸν τὸ ὅσος . . ὅσην : Θαυμαστικὸν , ἤγουν
7196737 ΤΟΙΣΙΝ
ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ ΔΕ . Ἐκ τῆς τῶν ἀστέρων κινήσεως . . ΤΟΙΣΙΝ Δ ' ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ . Ἐπὶ τούτοις , ἤγουν κατὰ
τοὺς ὕστερον μέλλοντας γενέσθαι . . ΑΛΛ ' ΕΜΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟΙΣΙΝ . Ἀλλ ' ὅμως καὶ ἐπὶ τούτοις μεμιγμένα ἔσται
7195079 παραλλαγαι
ὅμοια τὰ πρόσωπα , πλὴν ὅσοις ἐκ τῶν ὀνομάτων αἱ παραλλαγαὶ δηλοῦνται , ὥσπερ καὶ ὁ Παπποσείληνος τὴν ἰδέαν ἐστὶ
δὲ τόδε ἐϲτὶ ὁ χνοῦϲ . μυρίαι δὲ καὶ ἄλλαι παραλλαγαὶ πρὸϲ τὰ ἄλλα ζῶα : καὶ γὰρ ὀπίϲω κοτὲ
7190396 Χιαι
εἰς τὸ δοκεῖν εἶναι ἀργυραῖ . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες , ὧν μνημονεύει Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : Χία
δοκεῖν εἶναι ἀργυρᾶ τὰ κεράμεια . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες . Ἕρμιππος : Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται
7190342 ἐλαχισται
Νάρκαι ἐς ἀμφότερα ταχὺ μεταπίπτουσαι , κακόν . Στάξιες αἱ ἐλάχισται , κακαί . Κακὸν δὲ πάντως ἐν ὀξεῖ δίψα
δοκεῖ ἥ τε πόλις ἄριστα διοικεῖσθαι , αἵ τε κρίσεις ἐλάχισται γίγνεσθαι . Ἐπειδὴ δὲ πάντα τὰ πρότερον ὡμολογημένα καλῶς
7185188 πεφρικαν
τὸ ἐσχάζοσαν καὶ εἴποσαν καὶ τὰ ὅμοια . τὸ δὲ πέφρικαν ἀντὶ τοῦ πεφρίκασι . καὶ Ὅμηρος ἔφριξε δὲ μάχη
ἠιόνες ἢ προσγεγραμμένον καὶ ἀνεκφώνητον ἢ ἐκφωνούμενον δίχα προσγεγραμμένης . πέφρικαν ἀντὶ τοῦ πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται . τὸ δὲ πέφρικαν
7177858 φαινομεναι
' αὐτῶν ἐξικνεῖσθαι : αἱ γὰρ τῶν βαρβάρων λόγχαι παχέαι φαινόμεναι ἀγχέμαχοι μέν , ἄφοβοι δὲ ἐς τὸ ἐσακοντίζεσθαι ἦσαν
: αἱ μὲν γὰρ αὐτῶν ἀληθιναὶ λέγονται , αἱ δὲ φαινόμεναι . Ἀληθιναὶ μέν , ὅταν ἅμα κατὰ ἀλήθειαν ἐπὶ
7176737 Πραξιδικας
ἀκοῇ . Ἁλιαρτίοις δέ ἐστιν ἐν ὑπαίθρῳ θεῶν ἱερὸν ἃς Πραξιδίκας καλοῦσιν : ἐνταῦθα ὀμνύουσι μέν , ποιοῦνται δὲ οὐκ
θυγατέρας : Ἀλκομενίαν , Θελξινίαν , Αὐλίδα , ἃς ὕστερον Πραξιδίκας ὀνομασθῆναι . . : Τελμισσεῖς οἰκοῦσιν ἐν Καρίᾳ ,
7172902 τἀξευρηματα
καὶ ἡ φροντίς . Ξ τἀξευρήματα ] αἱ μηχαναί . τἀξευρήματα ] τὰ μηχανήματα . θ τἀξευρήματα ] αὐθάδη .
] αἱ μηχαναί . τἀξευρήματα ] τὰ μηχανήματα . θ τἀξευρήματα ] αὐθάδη . Ξ γνῶθι ] νόησον . γνῶθι
7156927 ψυχροτεραι
διαφορητικὸν αὐτῇ . αἱ κηπευόμεναι δ ' ὑγρότεραι πολὺ καὶ ψυχρότεραι τυγχάνουσι τῶν ἀγρίων . ὁ δὲ καρπὸς αὐτῆς ῥυπτικῆς
. καὶ αἱ μὲν γλυκύτεραι θερμότεραι , αἱ δὲ αὐϲτηρότεραι ψυχρότεραι καὶ ἔτι μᾶλλον αἱ ϲτρυφναί . τὸν μὲν οὖν
7154433 ἀνιστορεις
ὡς κηρύσσεται ; ὡς πάνθ ' ἅπαξ με συλλαβοῦς ' ἀνιστορεῖς . πρὶν γὰρ θανεῖν σε , τοῦδ ' ἐπαυρέσθαι
ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν γήμας ἔχεις ; Ἄρνησις οὐκ ἔνεστιν ὧν ἀνιστορεῖς . Ἄρχεις δ ' ἐκείνῃ ταὐτὰ γῆς ἴσον νέμων
7152839 νενομικα
. ἔπειτα καὶ τρόπον τινὰ τὸ πρᾶγμά μοι λυσιτελὲς εἶναι νενόμικα . οἷον φίλερίς τίς ἐστι καὶ μάχεταί τί μοι
τις ἄλλος μικρὸς ᾖ : τοὺς γὰρ μεγάλους τούτους ἅπαντας νενόμικα ἀνθρωποφάγους ἰχθῦς . τί φής , ὦ φίλτατε ,
7150592 μεσσῃσιν
' αὖτε ξανθοῖο κρόκου θυόεσσαν ἔθειραν δρέπτον ἐριδμαίνουσαι : ἀτὰρ μέσσῃσιν ἄνασσα ἀγλαΐην πυρσοῖο ῥόδου χείρεσσι λέγουσα οἷά περ ἐν
Δάφνης , ἧχί περ Ἀντιόχοιο ἐπώνυμος Ἀντιόχεια : αὐτὰρ ἐνὶ μέσσῃσιν Ἀπαμείης πτολίεθρον : τῆς δὲ πρὸς ἀντολίην κατασύρεται ὑγρὸς
7140564 ἐκεινῃσι
θήρην ἰοῦσαι οὔτε ἄλλῃ οὐδαμῇ . Οὐκ ἂν ὦν δυναίμεθα ἐκείνῃσι συμφέρεσθαι . Ἀλλ ' , εἰ βούλεσθε γυναῖκας ἔχειν
ὅπλα καὶ τοὺς ἵππους : ἀλλὰ ζόην ἔζωον τὴν αὐτὴν ἐκείνῃσι , θηρεύοντές τε καὶ ληιζόμενοι . Ἐποίευν δὲ αἱ
7135631 ἱππαγωγα
τὰ σκευοφόρα πλοῖα ἐχρῆν τετάχθαι καὶ ἐφ ' ὅσων τὰ ἱππαγωγά , ἐφ ' ὅσων τε τὰς μαχίμους τῶν νεῶν
τὰ σκευοφόρα πλοῖα ἐχρῆν τετάχθαι καὶ ἐφ ' ὅσων τὰ ἱππαγωγά , ἐφ ' ὅσων τε τὰς μαχίμους τῶν νεῶν
7129574 ἐκεχειριαι
κἀκεῖνο δεόντως ἂν λέγοιτο : αἱ ἑορτώδεις ἀνέσεις αὗται καὶ ἐκεχειρίαι μυρίας ἤδη πολλάκις ἁμαρτημάτων ὁδοὺς ἀνέτεμον : ἄκρατος γὰρ
ἑαυτοὺς ἔκριναν ποιεῖσθαι τὰς διαλλαγάς . καὶ γίνονται τοῖς ἔθνεσιν ἐκεχειρίαι μὲν πρῶτον : ἔπειτα συνελθόντων τῶν βασιλέων συνθῆκαι περὶ
7116815 Ἀλκμαων
: Ποσειδέων γὰρ ἦν καὶ Ποσειδάων , ὡς Ἀλκμέων καὶ Ἀλκμάων : καὶ περισπασθὲν ἐφύλαξε τῶν παρωνύμων τὴν κλίσιν .
. κἠπὶ τᾶι μύλαι δρυφήται κἠπὶ ταῖς συναικλίαις , αἶκλον Ἀλκμάων ἁρμόξατο . ἤδη παρεξεῖ πυάνιόν τε πολτὸν χίδρον τε
7111092 διαμετρουσαι
τοῖς γαμοῦσιν . καὶ αἱ Σελῆναι δὲ τῶν δύο γενέσεων διαμετροῦσαι ἀλλήλας ἀπαίσιοί εἰσιν : διχονοίας γὰρ παραίτιαι . κρατήσει
τοῖς γαμοῦσιν . ἀλλὰ καὶ αἱ Σελῆναι τῶν δύο γενέσεων διαμετροῦσαι ἀλλήλαις ἀπαίσιοί εἰσιν : διχονοίας γὰρ παραίτιαι . κρατήσει
7104393 συνεστηκοι
: τὰ γὰρ συνεστῶτα καὶ διαιρεῖται : εἰ δὲ μὴ συνεστήκοι , οὐδὲ διαίρεσιν ἐπιδέχεται : τινὲς δὲ μέμφονται τὸν
ὀνόματος καὶ ποιότητος . Παντὸς οὗτινος οὖν προτεθέντος ζητήματος εἰ συνεστήκοι , ἐπισκοπεῖν δεῖ τὸ κρινόμενον , εἰ ἀφανές ἐστιν
7103872 κεχωρισμεναι
τι πρὸς ἀλλήλας , μέρεσί τισι κοινωνοῦσαι καὶ πάλιν ἑτέροις κεχωρισμέναι : διὸ περὶ μὲν τῆς σεμνότητος ἤδη λελέξεται ,
ὅ γε αὐτοῦ μετείληφεν ; εἰ δὲ ὡς οὐσίαι δύο κεχωρισμέναι , αὐτὸ τὸ εἶναι ἓν ἕξουσιν . εἰ δὲ
7102547 ἀνακαθαιρονται
, ἰσχνὰ καὶ ἀσθενῆ τὰ παιδία τίκτουσι : πῶς οὖν ἀνακαθαίρονται , αἷς οὔτε αἷμα ἐπιπολὺ οὔτε μεγάλαι φλέβες ;
. Διὰ τί τὰ μεγάλα ἕλκη ἐν τῇ θεραπείᾳ ὅτε ἀνακαθαίρονται θανάσιμά ἐστιν ; ὅτι διὰ πολλῶν πόρων κατὰ τὸ
7102213 Κραγου
ἀπὸ Μιλύης τῆς γυναικὸς Σολύμου καὶ ἀδελφῆς , ὕστερον δὲ Κράγου γυναικός . Τὸ ἐθνικὸν Μιλυεὺς καὶ Μιλυίτης . .
Κράγος , ὄρος Λυκίας . Ἀλέξανδρος δευτέρῳ Λυκιακῶν . ἀπὸ Κράγου τοῦ Τρεμίλητος υἱοῦ , μητρὸς δὲ Πραξιδίκης νύμφης .
7098957 ἀντιστρεψαντες
δὲ τῷ ὑγρῷ τρέφεσθαι τὸ πῦρ λέγομεν , ἤδη καὶ ἀντιστρέψαντες τροφὴν ὕδατος τὴν εἰς αὐτὸ μεταβολὴν τοῦ πυρὸς εἴποιμεν
ἐνδέχεσθαι μὴ ὑπάρχειν . οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα , ἐπειδὴ ἀντιστρέψαντες τὴν ἐλάττονα πρότασιν τοῦτον τὸν τρόπον ἐποιήσαμεν τοῦ πρώτου
7089479 Ϟοις
μες μ διελεῖν εἰς δύο μονάδες ἄρα ρ ἴσαι εἰσιν Ϟοῖς ὥστε ὑπερέχειν δυσὶ μονάσι τεσσαράκοντα . μο μ .
δ Ϟδ καὶ μονάδες δ μονάδες ἄρα π ἴσαι εἰσὶν Ϟοῖς τέσσαρσιν καὶ μονάσι τέσσαρσι . λοιπαὶ μονάδες οϚ Ϟοὶ
7088804 βακχευουσιν
? ? καὶ μαίνεσθαι ? [ - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ , κελεύσας - ]
[ - ] καὶ [ μαίνεσθαι - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ . ] . π
7085594 ῥοφηματωδειϲ
μέγεθοϲ μεθ ' ὑδρομέλιτοϲ κυάθων δ . τροφὰϲ δὲ διδόναι ῥοφηματώδειϲ , ἐν ἀρχαῖϲ ὑπακτικὰϲ τῆϲ γαϲτρόϲ , οἷον πτιϲϲάνηϲ
προϲφοραὶ τῆϲ τροφῆϲ ἄδηκτοι καὶ ἄϲτυφοι παντάπαϲι καὶ λεῖαι καὶ ῥοφηματώδειϲ . εἰ δὲ καὶ τὰ ὑποχόνδρια ἐν φλεγμονῇ εἴη
7085487 λευκοτεραι
: ὑπνωδέστεραι εἰσὶ καὶ ὀκνηραὶ πρὸς πᾶσαν κίνησιν , χρόᾳ λευκότεραι ἢ μαλακώτεραι ἢ μολυβδώδεις , τὰ φλεβία ὑπομελανοῦντα ,
αὐτῷ διαφοραὶ πλείους κατὰ τὴν χρόαν . αἱ μὲν γὰρ λευκότεραι , αἱ δὲ ὠχρότεραι , ἕτεραι δὲ μελάντεραι .
7084872 Βαλανευς
στέαρ γαλῇ : ἐπὶ τῶν τυχεῖν ὧν ἐρῶσι βουλομένων . Βαλανεύς : ἐπὶ τοῦ πολυπράγμονος . οὗτοι γὰρ σχολὴν ἄγοντες
. μεταφορικῶς ἀπὸ τούτου βαθείας φρένας καὶ κεκρυμμένας σημαίνει . Βαλανεύς παρὰ Πλάτωνι καὶ Ἀριστοφάνει Πελαργοῖς . Βάλλ ' ἐς
7073278 ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ
τοὺς στίχους ὡς κεῖνται . Τὸ δὲ ΤΟΙΣΙΝ Δ ' ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ , οὐ σολοικόν ἐστιν , ἀλλὰ περιληπτικὸν , ἤγουν
Ἡρακλεῖ . . ΚΑΔ ' Δ ' ΑΡ ΑΠ ' ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ . Ὅμηρος μὲν ἐπὶ Σαρπηδόνος μέλλοντος τελευτᾷν , εὐλόγως
7071631 ἀπεδοθησαν
τῶν ἀγαθῶν κατὰ τὴν ἐξ αὐτῶν ἀπόπτωσιν . καλῶς οὖν ἀπεδόθησαν αἱ ἀρχαί , καὶ ἄμεινον τἀγαθὸν ἓν λέγειν ἢ
τοιούτοις λόγοις ἀποδιδόμενοι ταὐτὸν δηλοῦντες τοῖς λόγοις ἐφ ' οἷς ἀπεδόθησαν . ὥστε εἶεν ἂν καὶ οἱ λόγοι πάντες ὁρισμοί
7071339 ἐνεσθ
ἐκεῖνον μέχρι τῶν ὁρίων τῆς χώρας τῆς ἑαυτῶν , πῶς ἔνεσθ ' ἡμῖν τῶν ὁπλιτῶν ἕνεκα ψέγειν ; ἢ πῶς
τῆς ἐν οἴνῳ συνουσίας . τί οὖν δὴ λέγομεν ; ἔνεσθ ' , ὡς ὁ λόγος ἔοικεν βούλεσθαι σημαίνειν :
7068605 πτερωτοι
χρυσοῦν καὶ ἵππους ὑποπτέρους ἀντὶ τοῦ ταχυτάτους : οὐ γὰρ πτερωτοὶ ἦσαν : ἀκαμάτους ἤγουν οὐ κοπιῶντας . ἕλεν δέ
ἀεὶ τὰ πτερὰ ἐγηγερμένα ἐστὶ καὶ εὔλυτα , διὸ καὶ πτερωτοὶ λέγον - ται , οὐχ ὑπόπτεροι : ἐπὶ δὲ
7065512 τιθηνους
θηρήτορας ἠὲ τιθηνούς , οὓς δὲ καὶ ὠμοβόρων θηρήτορας ἠὲ τιθηνούς , δαμναμένους τιθασοῖσιν ὑπ ' ἤθεσι πρηΰνοντας . εἰ
' ἁλίων δεδαηκότας ἔργων , ὀρνίθων τε θοῶν θηρήτορας ἠὲ τιθηνούς , οὓς δὲ καὶ ὠμοβόρων θηρήτορας ἠὲ τιθηνούς ,
7064415 Ἀμβρακιος
ωτης ποιεῖ τὰ ἐθνικά , Σικελιώτης Πηλιώτης . λέγεται καὶ Ἀμβράκιος καὶ Ἀμβρακία ἡ γυνή . τὸ δ ' Ἀμβρακία
τὰ ἐθνικά , οἷον Σικελιώτης Πηλιώτης Ἀμβρακιώτης . λέγεται καὶ Ἀμβράκιος καὶ Ἀμβρακία ἡ γυνή . Τὸ δ ' Ἀμβρακία
7060618 ξυστιδες
, ἐφεστρίδες ἀμφιεστρίδες χλαῖναι , ἐπιβόλαια δάπιδες τάπιδες ψιλοδάπιδες , ξυστίδες χρυσόπαστοι , ὡς Εὔβουλος ταῖς ξυστίσιν ταῖς χρυσοπάστοις στόρνυται
σκηναὶ χρυσαῖ κατεσκευασμέναι πᾶσι τοῖς χρησίμοις , πολλαὶ δὲ καὶ ξυστίδες καὶ κλῖναι πολυτελεῖς ; ἔτι δὲ καὶ κοῖλος ἄργυρος
7057025 ἀναμιμνησκω
εὐαγγέλιον ἔχεις : ἡδέως σε εἶδε . κἀγὼ δὲ αὐτὸν ἀναμιμνήσκω καὶ ἐπαινῶ σε παρ ' ἐκείνῳ . ” τοῦτο
Σαλαμῖνα . ὁρᾷς , ὅπως σε διὰ τῶν τροπαίων παλαιῶν ἀναμιμνήσκω χρόνων ; Ἥκεις εὖ ποιῶν ἐπὶ μείζω , οἶμαι
7056469 ἀδηκτοι
ταῖϲ ὑπὸ λεπτοῦ καὶ ὑδατώδουϲ αἵματοϲ , καὶ αἱ μὲν ἄδηκτοι πυρίαι τοῖϲ δακνώδεϲιν ἁρμόζουϲι χυμοῖϲ , αἱ δὲ δακνώδειϲ
δέον ἐποίηϲεν . ἔϲτωϲαν δὲ καὶ αἱ προϲφοραὶ τῆϲ τροφῆϲ ἄδηκτοι καὶ ἄϲτυφοι παντάπαϲι καὶ λεῖαι καὶ ῥοφηματώδειϲ . εἰ
7055676 ἁλκυονιδες
. , ἐν δὲ τῆι δ Δωι ποικίλαι ἡμέραι γίνονται ἁλκυονίδες καλούμεναι . . , ἐν δὲ τῆι ιδ Δωι
ἁλκυόνες ἐκλήθησαν . αἱ δὲ νήνεμοι καὶ γαλήνην ἔχουσαι ἡμέραι ἁλκυονίδες καλοῦνται . ἄλλην δρῦν βαλάνιζε : ἐπὶ τῶν ἐνδελεχῶς
7055626 πιπτετωσαν
, οὕτως τὸ ΒΕ πρὸς τὸ ΕΔ . προσ - πιπτέτωσαν γὰρ ἀκτῖνες αἱ ΑΕ , ΕΓ , καὶ κέντρῳ
: πεσοῦνται δὴ ἐπὶ τὰς κοινὰς τομὰς τῶν ἐπιπέδων . πιπτέτωσαν ὡς αἱ ΖΘ , ΛΜ . παράλληλος ἄρα ἐστὶν
7053159 ἐνεργησουσιν
σώματα , τὸ αἰσθάνεσθαι ἔδωκε , καὶ δι ' ὧν ἐνεργήσουσιν αἱ αἰσθήσεις ὀργάνων . Ἀλλ ' ἤτοι ἐχούσαις τὰς
εἰσιν , οὐκ ἂν χωρισθήσονται . τί δὲ καὶ χωρισθέντα ἐνεργήσουσιν ; τί γὰρ ἡ θρέψις θρέψει ἢ αὐξήσει ἡ
7051809 Ἰχωρ
ἕλκος , ὕδωρ παχὺ ὡς ἕλκος , πληγώδης ὑγρασία . Ἰχὼρ ἀπὸ τοῦ ἴσχεσθαι ἐντὸς τοῦ σαρκίου ἰσχὼρ καὶ ἰχώρ
καὶ ἀμαλδύνω ἐνθέσει τοῦ δ τὸ στενοποιῶ καὶ ἀνατρέπω . Ἰχὼρ ἀχλυόεις : ὁ σκοτεινοειδὴς μολυσμός . ἀχλυόεις : σκοτεινός
7051737 προσιστανται
πρὸς τοὺς παρακαθημένους ἀρτίως ἔλεγον , θαυμάζω , εἰ μὴ προσίστανται ἤδη ὑμῖν αἱ τοιαῦται εἰσαγγελίαι . τὸ μὲν γὰρ
ἐμποδίου τίθησι τὴν λέξιν . προσίστανται ] πλησίον ἵστανται . προσίστανται ] + πρὸς ταῖς πύλαις ἵστανται , ἤγουν ἐν
7049996 ἐπιτηρηται
* * ἤτοι τοὺς κατηγοροῦντας εἰς τοὺς θεούς . οἱ ἐπιτηρηταὶ θεοί . . Τὸ οὗτος ἢ πρὸς τὸ Τάνταλος
. ὑπόχειροι . ὁρμῶσι . ὁρμῶνται , πορεύονται . . ἐπιτηρηταὶ , ἡγεμόνες . , ἐπιστάται . . οἱ διὰ
7044040 Βοστρηνος
Ἀσσυρίοις . Οἱ δὲ ὅτι βηρύτου τὴν ἰσχύν φασι . Βοστρηνὸς ποταμὸς Σιδῶνος , ἀφ ' οὗ καὶ πόλις Βόστρα
Ἀσσυρίοις . Οἱ δὲ ὅτι βηρύτου τὴν ἰσχύν φασι . Βοστρηνὸς ποταμὸς Σιδῶνος , ἀφ ' οὗ καὶ πόλις Βόστρα
7041728 Θελει
εἰς τὸ χωρῆσαι αὐτὸν ἐκεῖθεν , καὶ κλᾷ αὐτόν . Θέλει δὲ συμψυγῆναι εἰς τὸ καμίνιον , καὶ οὕτως ἐπαρθῆναι
ὅτι σωματοποιεῖ ταύτας , ὡς Ὅμηρος Ἔριν καὶ Δεῖμον . Θέλει δ ' ἐμφανίσαι ὅτι καὶ αἱ νόσοι λεληθότως ἐπιφέρονται
7040731 πλαδοωσιν
πάλιν δὲ εὐθέως ἀναδίδωσι καὶ γεμίζει τὸ κοίλωμα . * πλαδόωσιν . ἐξηνθημένοι εἰσίν ἐγείρονται διυγραίνουσι ὑγραίνονται * ὕπερθεν :
ἀντὶ τοῦ κεκαυμένου ὑπὸ πυρός . * πυρικμήτοιο : πυρικαύστου πλαδόωσιν : κυρίως τὸ μὴ ἀντίτυπον πλαδόεν καλεῖται . πλαδόωσιν
7040135 Λεπτην
δὲ Στεφάνης εἰς Ποταμοὺς πεντήκοντα καὶ ἑκατόν . ἐνθένδε εἰς Λεπτὴν ἄκραν ἑκατὸν καὶ εἴκοσιν . ἀπὸ δὲ Λεπτῆς ἄκρας
λίμνη ἦν , εἰς ἣν τὰ καθάρματα Ἕλληνες ἔβαλλον . Λεπτὴν πλέκει : ἐπὶ τῶν πενιχρῶν . Λιβυκὸν θηρίον :
7039307 κακισται
, ἐφιδροῦντες , ἐπανενέγκαντες θνήσκουσιν . Αἱ μετὰ καταψύξιος δυσφορίαι κάκισται . Κατάψυξις μετὰ σκληρυσμοῦ , ὀλέθριον . Ἐκ καταψύξιος
προσῇ , φρενιτικόν . Αἱ μετ ' ἐκλύσιος ἀφωνίαι , κάκισται . Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες , πονηρὸν
7035163 κικκαβαυ
καὶ τορό , τορό , τοροτίγξ : ὁμοίως καὶ κικκαβαῦ κικκαβαῦ , τορό τορό τολελύγξ , τιό τιό τίγξ :
Ὁμοίως καὶ τορό , τορό , τοροτίγξ : ὁμοίως καὶ κικκαβαῦ κικκαβαῦ , τορό τορό τολελύγξ , τιό τιό τίγξ
7033170 γιεʹ
ιβʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις μιᾶς ὥρας τὸ γιεʹ . Ἡ δὲ Προκόννησος [ ] ἔχει τὴν μεγίστην
∠ ʹγ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς ὥρᾳ μιᾷ γιεʹ . Τῶν δὲ τῆς Καρμανίας διασήμων πόλεων : ἡ
7028618 συντεταγμεναι
ἀκραιφνεῖς , ἀκέραιοι , ἐπιστήμονες , μεμελετηκυῖαι , ἠσκημέναι , συντεταγμέναι , συγκεκροτημέναι , ἐγρηγορυῖαι , ἀνδρώδεις , ἀνδρεῖαι ,
οὐσιῶν δηλωτικοὶ τῶν συντεταγμένων . αἱ δὲ ἰδέαι οὐχ ὑπάρχουσι συντεταγμέναι : ἐν τούτοις γὰρ τοῖς αἰσθητοῖς ἔμελλον θεωρεῖσθαι :
7028022 μοχθηραι
. τῶν δὲ φύσει κακῶν καὶ ἡδέων οὐχ αἱ ὑπερβολαὶ μοχθηραί εἰσιν , ἀλλ ' ἁπλῶς αἱ περὶ ταῦτα ἕξεις
δὴ ταῦτα λέγουσιν ἐπισκεπτέον , διὰ τί αἱ ἐναντίαι λύπαι μοχθηραί ; κακῷ γὰρ ἀγαθὸν ἐναντίον . φαίνεται δὲ χρῆσθαι
7027069 πενομενης
οὐ μόνον ἀνόνητον , ἀλλὰ καὶ ζημίας καταστήσει μοι πρόφασιν πενομένης με γυναικὸς ποιῶν κηδεστὴν τοῖς ἡμετέροις εἰς ἀποτροφὴν κεχρημένης
μόνον βραχεῖαν εὐφροσύνην αἱρεῖται ; νόμιζε δὴ τοὺς ἐκ τῆς πενομένης σοι παῖδας ὁρᾶν ἀπορίᾳ σιτίων δακρύοντας νῦν μὲν εἰς
7024928 ΧΡΥΣΟΥ
, καὶ φιμώσας ἐκτρόχιζε ὕελον λευκόν . ΧΡΥΣΟΠΟΙΙΑΣ ΖΩΜΟΙ . ΧΡΥΣΟΥ ΜΑΛΑΞΙΣ ΩΣΤΕ ΕΝ ΑΥΤῼ ΣΦΡΑΓΙΖΕΙΝ . Λαβὼν νίτρου πυρροῦ
ἐμβαῖνον κρόκου ὠμοῦ ὄξος τετιμημένον , οὕτως ποίει . ΚΑΤΑΒΑΦΗ ΧΡΥΣΟΥ . Λαβὼν μίσιος μεταλλικοῦ μέρη δʹ , ἐλυδρίου ῥίζης
7023688 χεουσῃ
καὶ ταύτην ἐθεράπευσεν ἢ ἐπὶ θερμασίᾳ πυρεκτικῇ , τοὺς χυμοὺς χεούσῃ καὶ πεμπούσῃ τούτους περὶ τὴν κεφαλήν . καὶ ταύτην
ὀιζυραί δέ οἱ αἰεὶ φθίνουσιν νύκτες τε καὶ ἤματα δάκρυ χεούσῃ . * ) ἀθετοῦνται στίχοι Ϛʹ ὅτι οὐδὲν εἴληφε
7022774 γυιαι
: σύνταξις : πέφρικαν δὲ καὶ πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ
γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν
7021132 εἰδικαι
ὁ γ , καὶ πάντες οἱ ἐφεξῆς ἀριθμοί . αἱ εἰδικαὶ ταῖς εἰδικαῖς . ἀντὶ τοῦ πολλαπλασιεπιδίτριτος ἢ πολλαπλασιεπιτέταρτος καὶ
ἵππος . εἰ δὲ αἱ ἄτομοι οὐσίαι , καὶ αἱ εἰδικαὶ οὐσίαι ὁμοίως οὐσίαι ὡς ἴσον ἀφεστηκυῖαι τῶν ἀτόμων οὐσιῶν
7020339 Βησσα
ἡ πρότερον καλουμένη Διόσπολις . τὸ ἐθνικὸν τὸ αὐτό . Βῆσσα , πόλις Λοκρῶν . Ἡρωδιανὸς δι ' ἑνὸς σ
βήρ γὰρ τὸ φρέαρ παρ ' αὐτοῖς . . . Βῆσσα : πόλις * * * . . . Βισαλτία
7020050 Σκυλλητιον
Καλαυρία περὶ τὸν Ἰόνιον κόλπον καὶ τὸν Ἀδρίαν . ? Σκυλλήτιον πόλις Σικελίας , ὡς Εὔδοξος ἕκτῃ . . καὶ
ἐξέπεσον καὶ τὴν ἐκεῖ Καυλωνίαν ἔκτισαν . μετὰ δὲ ταύτην Σκυλλήτιον ἄποικος Ἀθηναίων τῶν μετὰ Μενεσθέως , Κροτωνιατῶν δ '
7019864 κοινωνιαι
ἢ ἐπιτείνοντα . γίνονται δ ' αὐτῶν καὶ κατὰ τετράχορδα κοινωνίαι : οἱ μὲν γὰρ ἡμιτονίῳ ἀλλήλων ὑπερέχουσιν , οἱ
ἐγένετο σῶι πόσει ; Πενθεύς , ἐμῆι τε καὶ πατρὸς κοινωνίαι . τίνος πρόσωπον δῆτ ' ἐν ἀγκάλαις ἔχεις ;
7018437 αἰθεται
πάντα καὶ παραμείξαντες ὕδωρ ὑποκαίουσι τὰ ὀστέα . Τὰ δὲ αἴθεται κάλλιστα , αἱ δὲ γαστέρες χωρέουσι εὐπετέως τὰ κρέα
πινόεντα οἰϲύπῳ . χρέοϲ ὦν ἐμψύξιοϲ , οὕνεκα τῷ αἵματι αἴθεται τὸ ἧπαρ : θερμὸν γὰρ τὸ αἷμα . τοιάδε
7013500 ἐστερημενας
ἢ μητέρας ἢ γυναῖκας , ἔκτισαν καὶ ἐποίησαν εὔνιδας καὶ ἐστερημένας καὶ ἀνάνδρους , ἤτοι μὴ ἐχούσας ἄνδρας . .
μάταν ] η . ἔκτισαν ] ἐποίησαν . εὔνιδας ] ἐστερημένας τῶν παίδων . ἀνάνδρους ] ἐστερημένας τῶν ἀνδρῶν αὐτῶν
7011868 Κανδυος
διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται , οἷον . . . Κάνδυος , Ἀλάσυος , Φόγγυος . , . , :
διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται , οἷον . . . Κάνδυος , Ἀλάσυος , Φόγγυος . . . Καθολικὴ προσωιδία
7011536 ἁρμοττουσι
ὑδατώδους αἵματος , καὶ αἱ μὲν ἄδηκτοι πυρίαι τοῖς δακνώδεσιν ἁρμόττουσι χυμοῖς , αἱ δὲ δακνώδεις , ἐπειδὴ λεπτύνουσι ,
τῶν ἐναντίων τόπων κατασκευάσομεν . οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι ἁρμόττουσι καὶ πρὸς τὰς μυθικὰς διηγήσεις τάς τε ὑπὸ τῶν
7010641 χρονιαι
τῶν ἀνιάτων εἰϲίν , αἱ δὲ μὴ παντελεῖϲ μέν , χρόνιαι δέ , καὶ αὐταὶ τῶν ἀνιάτων ἢ δεινῶϲ εἰϲι
ἠλεκτρώδης ἡ τοιαύτη ἔκκρισις . κέδματα : κέδματα λέγονται αἱ χρόνιαι περὶ τὰ ἄρθρα διαθέσεις . κυκεών : πόμα μετ
7009988 ἀπαγωγας
πόλεμον , δενδροτομίας , δῃώσεις χωρίων , στερήσεις χρημάτων , ἀπαγωγάς , τοὺς περὶ δουλείας καὶ θανάτου φόβους ἀνηκέστους ,
ὑπονοεῖν , ἐάν τις εἰς αὐτοὺς τεχνάσηται . ἀποφυγὰς καὶ ἀπαγωγάς . . . κάχ ' ὑποτοπεῖσθαι : Τὸ τέλειον
7007307 συμπαραλαμβανομενου
ὧν αἱ κατὰ μῆκός τε καὶ πλάτος παραλλάξεις λαμβάνονται , συμπαραλαμβανομένου αὐτοῖς καὶ τοῦ τῶν γωνιῶν κανόνος : τὰς γὰρ
ὀνόματος ἔσχε θέσιν , δέον διαλαβεῖν περὶ ἑκάστου τοῦ τε συμπαραλαμβανομένου καὶ τοῦ ἀνθυπαγομένου ἢ καὶ συμπαραλαμβανομένου , ὡς αἱ
7005203 βαλανειομφαλους
' ἐπὶ τοῖς λαχάνοις εὑρὼν ἀπέπνιξα . δέχεσθε φιάλας τάσδε βαλανειομφάλους . οὗτος , καθεύδεις ; οὐκ ἀναστήσεις βοῶν .
, κύπελλα καὶ μεσομφάλους . οὕτω δ ' εἴρηκε τὰς βαλανειομφάλους , ὧν Κρατῖνος μνημονεύει : δέχεσθε φιάλας τάσδε βαλανειομφάλους
7002430 τριπλευρων
ΕΘ λοιπῇ τῇ ΕΞ ἴση , γενήσονται δὲ καὶ δύο τριπλεύρων ὁμοίων τῶν ΕΗΘ καὶ ΕΚΞ αἱ δύο μὲν πλευραὶ
τῇ ΚΕ , δοθέν ἐστιν ἑκάτερον τῶν ΓΔΚ , ΕΖΚ τριπλεύρων : ὥστε καὶ ἑκατέρα τῶν ΓΔ , ΡΔ δοθεῖσά

Back