. τῶν δὲ φύσει κακῶν καὶ ἡδέων οὐχ αἱ ὑπερβολαὶ μοχθηραί εἰσιν , ἀλλ ' ἁπλῶς αἱ περὶ ταῦτα ἕξεις
δὴ ταῦτα λέγουσιν ἐπισκεπτέον , διὰ τί αἱ ἐναντίαι λύπαι μοχθηραί ; κακῷ γὰρ ἀγαθὸν ἐναντίον . φαίνεται δὲ χρῆσθαι
8707335 θρασεες
γε καὶ παρακρουστικὸν τὸ τοιοῦτον ; Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες , θηριώδεες . Αἱ μετὰ καταψύξιος οὐκ ἀπυρέτῳ
' ἐκλύσιος ἀφωνίαι , κάκισται . Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες , πονηρὸν καὶ θηριῶδες . Οἷσι φωνὴ ἅμα
8605575 πλαδοωσιν
πάλιν δὲ εὐθέως ἀναδίδωσι καὶ γεμίζει τὸ κοίλωμα . * πλαδόωσιν . ἐξηνθημένοι εἰσίν ἐγείρονται διυγραίνουσι ὑγραίνονται * ὕπερθεν :
ἀντὶ τοῦ κεκαυμένου ὑπὸ πυρός . * πυρικμήτοιο : πυρικαύστου πλαδόωσιν : κυρίως τὸ μὴ ἀντίτυπον πλαδόεν καλεῖται . πλαδόωσιν
8580757 ἀλιπεις
ξηρότεραι , οἰόν ἐστι τὸ καλούμενον ἰδίως πιτύϊνον φύσημα , ἀλιπεῖς καὶ ξηραίνουσαι μεγάλως , καὶ διὰ τοῦτο ἀνεπιτήδειοί εἰσιν
, εὔχυλοι , εὔπεπτοι . οἱ δὲ χλωροὶ ξηροὶ καὶ ἀλιπεῖς . αἱ δὲ χάνναι ἁπαλόσαρκοι , σκληρότεραι δὲ τῆς
8570323 οὐροι
' ἐείκοσιν ἤματ ' ἔχον θεοί , οὐδέ ποτ ' οὖροι πνείοντες φαίνονθ ' ἁλιαέες , οἵ ῥά τε νηῶν
, ὅσσοι τ ' Αἰγύπτοιο πολυψαμάθοισιν ἐπ ' ὄχθαις βουκολίων οὖροι , Λοκροί , χαροποί τε Μολοσσοί . Εἰ δέ
8551341 κακισται
, ἐφιδροῦντες , ἐπανενέγκαντες θνήσκουσιν . Αἱ μετὰ καταψύξιος δυσφορίαι κάκισται . Κατάψυξις μετὰ σκληρυσμοῦ , ὀλέθριον . Ἐκ καταψύξιος
προσῇ , φρενιτικόν . Αἱ μετ ' ἐκλύσιος ἀφωνίαι , κάκισται . Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες , πονηρὸν
8523784 πεπυκνωνται
πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ
ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν λόγχαις ἀπαστράπτοντες . * γυῖαι τὸ
8488334 Θετταλικαι
ἐπὶ τῶν παραχρῆμα ἐσθῆ - τας ἐνειμένων . Αἱ γὰρ Θετταλικαὶ ἐσθῆτες πτερωταὶ ἦσαν . Θεῶν ἀγορά : ἐπὶ τῶν
: ἐπὶ τῶν εὐπαρύφων καὶ καλλωπιζομένων ἐσθῆτι : παρόσον αἱ Θετταλικαὶ χλαμύδες πτερὰ εἶχον . Θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς
8477744 ὑπαλληλοι
καθόλου πᾶς ἄνθρωπος ζῷόν ἐστιν οὐδεὶς ἄνθρωπος ζῷόν ἐστιν ὑπαλλήλοι ὑπαλλήλοι ἀντιφατικοί ἀντιφατικοί ὡς καθόλου καθόλου ὡς τὶς ἄνθρωπος ζῷόν
ἐναντίαι καθόλου πᾶς ἄνθρωπος ζῷόν ἐστιν οὐδεὶς ἄνθρωπος ζῷόν ἐστιν ὑπαλλήλοι ὑπαλλήλοι ἀντιφατικοί ἀντιφατικοί ὡς καθόλου καθόλου ὡς τὶς ἄνθρωπος
8465908 βασιλικαι
εἰσι καὶ εὐέκκριτοι : αἱ δὲ παχεῖαι , αἱ καὶ βασιλικαὶ καὶ πελώριαι λεγόμεναι , τρόφιμοι , δυσέκκριτοι , εὔχυλοι
μέσῳ , ὅτι περὶ αὐτὴν ἡ πόλις ἵδρυται , ὥσπερ βασιλικαὶ περὶ ἱερὸν περιβολαί . ἂν δ ' ὑψηλὴ μέν
8458825 ἀδηκτοι
ταῖϲ ὑπὸ λεπτοῦ καὶ ὑδατώδουϲ αἵματοϲ , καὶ αἱ μὲν ἄδηκτοι πυρίαι τοῖϲ δακνώδεϲιν ἁρμόζουϲι χυμοῖϲ , αἱ δὲ δακνώδειϲ
δέον ἐποίηϲεν . ἔϲτωϲαν δὲ καὶ αἱ προϲφοραὶ τῆϲ τροφῆϲ ἄδηκτοι καὶ ἄϲτυφοι παντάπαϲι καὶ λεῖαι καὶ ῥοφηματώδειϲ . εἰ
8440566 δυσκριτοι
μὴ , ἀρχομένας ἔτι . καʹ . Αἱ τεταρταῖαι αἱμοῤῥαγίαι δύσκριτοι . κβʹ . Οἱ διαλιπόντες μίην τῇ ἑτέρῃ ἐπιῤῥιγέουσιν
δὲ μὴ , ἄρτι ἀρχομένας . Αἱ τεταρταῖαι αἱμοῤῥαγίαι , δύσκριτοι . Οἱ διαλείποντες μίαν τῇ ἑτέρῃ ἐπιῤῥιγεῦσιν ἅμα κρίσει
8430481 γιεʹ
ιβʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις μιᾶς ὥρας τὸ γιεʹ . Ἡ δὲ Προκόννησος [ ] ἔχει τὴν μεγίστην
∠ ʹγ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς ὥρᾳ μιᾷ γιεʹ . Τῶν δὲ τῆς Καρμανίας διασήμων πόλεων : ἡ
8426728 πλημαι
τε ἐντὸς καὶ τὴν ἐκτὸς στηλῶν , ἣν ἐκβάλλουσιν αἱ πλῆμαι : ἡ δ ' ἐντὸς στηλῶν ἐλάττων ἀεὶ καὶ
: εὐτυχὴς δ ' ὁ ζῶν ἡδέως καὶ ἀλύπως . πλῆμαι καὶ πλῆμναι διαφέρει . πλῆμαι μὲν γὰρ αἱ πλημμυρίδες
8414343 ἐλαφραι
αἴγλη . ἀλλ ' ἔμπης κἀκεῖναι ἐπόψιαι : οὐ γὰρ ἐλαφραί . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται ὅς ῥά τε
γυῖα φίλος πόδες , οὐδέ τι χεῖρες ὤμων ἀμφοτέρωθεν ἐπαΐσσονται ἐλαφραί . εἴθ ' ὣς ἡβώοιμι βίη τέ μοι ἔμπεδος
8396539 οὐρητικαι
εὐκατέργαστοι , ἑφθαὶ δὲ ποσῶς εὔστομοι . αἱ δὲ πίνναι οὐρητικαὶ , τρόφιμοι , δύσπεπτοι , δυσανάδοτοι . ἐοίκασι δ
μὲν οὖν δύσπεπτον αὐταῖς ὁμοίως ὑπάρχει ταῖς ἄλλαις ῥίζαις : οὐρητικαὶ δ ' εἰσί , καὶ εἰ πλεονάζοι τις αὐτῶν
8393591 λαμπηδονες
τὸν νάρκισσον παρ ' ἐνίοις λείριον καλεῖσθαι . μαρμαρυγαί : λαμπηδόνες πυκναὶ καὶ οἷον ἀστραπαὶ πυκναί , αἰφνίδιοι , πυρώδεις
' , ἐναίσιμα . ἐκ δὲ τῆς βροντῆς ἀντιλάμψεις καὶ λαμπηδόνες ἐγένοντο . ὅταν γὰρ βροντήσῃ , ἀστράπτει . ἀμπνοὰν
8384253 θαλασσιαι
ἐχρῶντο πρότερον πρὸ τῶν ψήφων : εἰσὶ δέ τινες κόγχαι θαλάσσιαι . “ σπονδῶν ” δέ , τῶν τῆς εἰρήνης
ὑπενήχετο ταῖς πέτραις τοὺς ἐσβληθέντας ἁρπάζειν : εἰσὶ δὲ αἱ θαλάσσιαι πλὴν μεγέθους καὶ ποδῶν ὅμοιαι ταῖς χερσαίαις , πόδας
8374733 ἀκεντροι
μελίσσας αὐτῶν μὴ μεταφερουσῶν . εἰσὶ δὲ οἱ μὲν κηφῆνες ἄκεντροι , αἱ δὲ μέλισσαι κέντρον ἔχουσι : ἄλογον δὲ
. κηφῆνες αἱ ἀργαὶ τῶν μελισσῶν , κόθουροι δὲ οἱ ἄκεντροι καὶ κολόβουροι , ἢ αἱ φυλάττουσαι τὴν τῶν μέσων
8334600 Πτισανη
μὲν ξηραινόντων , ἀλλ ' ἤτοι μᾶλλον ἢ ἧττον . Πτισάνη , κολοκύντη ἑφθή , πέπονες , μηλοπέπονες , σίκυοι
μὲν ξηραινόντων , ἀλλ ' ἤτοι μᾶλλον ἢ ἧττον . Πτισάνη , κολοκύντη ἑφθή , πέπονες , μηλοπέπονες , σίκυες
8309542 συνδραμουνται
ὄντι οὐ συναληθεύει ἡ ἀντίφασις , οὐδὲ τὰ ἐναντία ποτὲ συνδραμοῦνται ἀλλήλοις , οὐδὲ ἔσται τι μεταξὺ τῆς ἀντιφάσεως .
δὲ οὐ λευκὸν μέλαν ἐστί , δῆλον ὡς ὅτι οὐδέποτε συνδραμοῦνται ἀλλήλοις τὰ ἐναντία . οὔτε δὲ πάλιν μεταξύ τι
8308388 ἁπαλαι
, “ ἱκετεύω , λύσατε : οὐ φέρουσι δεσμὸν χεῖρες ἁπαλαί . ἐάσατέ με σὺν αὐτῇ : μόνος ἐγὼ περιπτυξάμενος
μετρίως . αἱ δὲ πίνναι τόπων μὲν ἕνεκεν ἐπιτήδειοι αἱ ἁπαλαί , εὔτροφοι , ἐκ τῶν τεναγωδῶν λαμβανόμεναι καὶ ἐκ
8307506 αὐϲτηραι
πέψιν καὶ ἀνάδοϲιν καὶ θρέψιν , αἵ τε ὀξεῖαι καὶ αὐϲτηραὶ ϲταφυλαὶ καὶ αἱ τὸ περικείμενον δέρμα παχύτερον ἔχουϲαι .
γλυκεῖαι τῶν ἄλλων ἧϲϲον ἄμφω κέκτηνται , αἱ δ ' αὐϲτηραὶ μᾶλλον μὲν ψύχουϲι , ξηρότεραι δέ εἰϲι καὶ εὐϲτόμαχοι
8303813 κρηπιδες
πρὸς ὑμᾶς ἐσώθην ἀπὸ τοῦ ὄχλου καὶ τῶν ἁρμάτων . κρηπῖδες : πανταχοῦ κεκρηπιδωμένοι ἄνδρες : λέγει δὲ τοὺς ἐν
εἴδη βασιλίδες : ἐφόρει δὲ αὐτὰς ὁ βασιλεὺς Ἀθήνησιν . κρηπῖδες : τὸ μὲν φόρημα στρατιωτικόν , ἔνιοι δ '
8292081 σμηκτικοι
πεφρυγμένους . Δίφιλος δέ φησιν : οἱ ἐρέβινθοι δύσπεπτοι , σμηκτικοί , οὐρητικοί , πνευματικοί . κατὰ δὲ Διοκλέα ζυμωτικοὶ
τῶν θαλασσίων ἰχθύων , οἱ πετραῖοι εὔφθαρτοι , εὔχυλοι , σμηκτικοί , κοῦφοι , ὀλιγότροφοι , οἱ δὲ πελάγιοι δυσφθαρτότεροι
8272884 χεουσῃ
καὶ ταύτην ἐθεράπευσεν ἢ ἐπὶ θερμασίᾳ πυρεκτικῇ , τοὺς χυμοὺς χεούσῃ καὶ πεμπούσῃ τούτους περὶ τὴν κεφαλήν . καὶ ταύτην
ὀιζυραί δέ οἱ αἰεὶ φθίνουσιν νύκτες τε καὶ ἤματα δάκρυ χεούσῃ . * ) ἀθετοῦνται στίχοι Ϛʹ ὅτι οὐδὲν εἴληφε
8265498 ἀριστολοχιαι
γλήχων , δίκταμνον , ἄσαρον , κόστος , κασία , ἀριστολοχίαι . μίσγεται δ ' ἑκάστῳ ἢ πυρῶν ἀφέψημα ἢ
ἀσάρου ἡ ῥίζα , βρυωνία , ἀνθεμίς , ἀπαρίνη , ἀριστολοχίαι , ἀρνόγλωσσον ξηρόν , ἀσφοδέλου ἡ ῥίζα , καὶ
8258248 ἐλαφοβοσκον
ἄσφαλτος , ἄνηθον , βάλσαμον , γίγαρτα , γιγγίδιον , ἐλαφόβοσκον , κάλαμος ἀρωματικός , λιβανωτοῦ φλοιὸς καὶ τὸ σπέρμα
, ἀμόργη , ἄνηθον , ἀρτεμισίαι ἀμφότεραι , βάλσαμον , ἐλαφόβοσκον , κρόκος , λιβανωτός , μαστίχη Χία , μέλι
8257534 ἀψυχοι
μὲν ἀγένητοι αἱ δὲ ἐν γενέσει , καὶ αἱ μὲν ἄψυχοι αἱ δὲ ἔμψυχοι , καὶ τούτων ἑκατέρων πλείους διαφοραί
τάχα καὶ ἀποθανούμεθα φυγάδες ἀκμὴν μένοντες . ἦ μάλα γὰρ ἄψυχοι ἐμαχόμεθ ' ἂν τοῖς πολεμίοις , εἰ ταῦτά τις
8242021 ἀθραυστοι
τὰ σχήματα εὔθραυστά ἐστιν , αἱ δ ' ἄτομοι ἀπαθεῖς ἄθραυστοι : ἴδια δ ' ἔχειν σχήματα λόγῳ θεωρητά .
οὖν γῆς ὄρθ ' ἔκειθ ' ὁρίσματα πύργοι τ ' ἄθραυστοι Τρωϊκῆς ἦσαν χθονὸς Ἕκτωρ τ ' ἀδελφὸς οὑμὸς εὐτύχει
8235372 παρακρουσιες
ἐκλύσιος ἀφωνίαι , κάκισται . Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες , πονηρὸν καὶ θηριῶδες . Οἷσι φωνὴ ἅμα πυρετῷ
καὶ παρακρουστικὸν τὸ τοιοῦτον ; Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες , θηριώδεες . Αἱ μετὰ καταψύξιος οὐκ ἀπυρέτῳ ,
8233961 ἐρημωθηναι
ἀναστήσας εἰς Βαβυλῶνα μετῴκισεν . Συνέβη δὲ καὶ τὴν πόλιν ἐρημωθῆναι χρόνον ἐτῶν ἑβδομήκοντα μέχρι Κύρου τοῦ Περσῶν βασιλέως .
σφισιν , εἰ καταλαμβάνοι τὸ χρεὼν ἤδη καὶ τὰς Ἀθήνας ἐρημωθῆναι , τούτοις ἔχρησεν ἡ Πυθία τὰ ἐς τὸν ἀσκὸν
8230608 Τρυγονος
τέρψιν . Τυφλότερος ἀσπάλακος : ἐπὶ τῶν παντελῶς πεπηρωμένων . Τρυγόνος λαλίστερος : ἐπειδὴ αἱ τρυγόνες οὐ μόνον τῷ στόματι
τὰ δὲ ἐν δεξιᾷ παρὰ Ἀσκληπιοῦ Παιδὸς ἱερόν , ἔνθα Τρυγόνος μνῆμά ἐστι [ τροφοῦ ] : τροφὸν δὲ Ἀσκληπιοῦ
8215957 πωγωνες
παρακλήσεώς τι παρέχειν βουλόμενος . κάλλαια μὲν οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες : κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κόρδαξ
ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους . καὶ πωγωνίας δέ , καὶ πώγωνες αἱ ἀκίδες παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ παρ '
8208325 καυστικοι
ἀπὸ τοῦ πτύειν τὴν ἅλα . αἰθυντῆρες : ὁρμητικοὶ , καυστικοὶ , διάπυροι : αἰθύσσω γὰρ τὸ διαπύρως καὶ ὀξέως
[ κωματώδεες ] ἐξ ἀρχῆς ἐφιδρώσαντες , οὔροισι πέποσι , καυστικοὶ , ἀκρίτως δὲ περιψύχοντες , διὰ ταχέων περικαέες ,
8206469 βυρσαι
Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ Κλέων , αἱ βύρσαι δὲ δύσοσμοί εἰσιν . ἐπειδὴ οἱ βυρσοδέψαι κάκιστον ὀδώδασιν
. . ἕτερος δὲ τὰς βύρσας ἕψει . λέγονται δὲ βύρσαι τὰ δερμάτια τῶν βοῶν . . ἁλοὺς : Κρατηθείς
8204332 ὑγροτεραι
δὲ καὶ περὶ τῶν ἡλικιῶν ξυμβαίνει : αἱ μὲν νέαι ὑγρότεραι καὶ πολύαιμοι ὡς ἐπιτοπουλὺ , αἱ δὲ πρεσβύτιδες ξηρότεραι
. Τὸ γὰρ μὴ πάσας φέρειν , ἀλλ ' ὅσαι ὑγρότεραι καὶ ἰσχὺν ἔχουσαι εἰς τὴν ἐπίσπασιν εὔλογον : ἐκ
8202721 αἰφνιδιοι
πολέμιος ὢν κατεῖχε , πλεῦσαι . καὶ προσβαλόντες τῇ Ἰάσῳ αἰφνίδιοι καὶ οὐ προσδεχομένων ἀλλ ' ἢ Ἀττικὰς τὰς ναῦς
, εἰ δ ' ἐν ἀποκλίματι , γίνονται ἀρρωστίαι καὶ αἰφνίδιοι θάνατοι , εἰ δὲ κινεῖται ἀπὸ δυσμῶν ἐπ '
8200132 κολυμβαδες
λύσιν φυλάττειν . , . . , . ἁλμάδες : κολυμβάδες ἐλαῖαι . , . . , . . ἀμαθίας
ἀπήποτε Ἀττικοί , ὅπως ποτὲ Ἕλληνες . ἁλμάδες Ἀττικοί , κολυμβάδες ἐλαῖαι Ἕλληνες . ἀλίσας Ἀττικοί , κονίσας ἢ κυλίσας
8193596 διαχωρεουσι
καταναλίσκοντες . Οἱ δὲ μαλακοὶ μέλανες ὑγρότεροι καὶ φυσῶσι καὶ διαχωρέουσι μᾶλλον . Οἱ δὲ γλυκέες μέλανες ὑγρότεροι καὶ ἀσθενέστεροι
ὄνειον μᾶλλον διαχωρέει . Πυροὶ ἰσχυρότεροι κριθῶν καὶ τροφιμώτεροι , διαχωρέουσι δὲ ἧσσον καὶ αὐτοὶ καὶ ὁ χυλός . Ἄρτος
8190820 εὐστομοι
εἰσὶ δὲ σκληραὶ καὶ ὀλιγόχυλοι καὶ οὐκ ἄγαν δριμεῖαι , εὔστομοι δὲ καὶ εὐκατέργαστοι , ἑφθαὶ δὲ ποσῶς εὔστομοι .
. οὐχ ἅπασαι δ ' αἱ εὐώδεις ἢ γλυκεῖαι ἢ εὔστομοι καὶ ἐδώδιμοι , οὐδ ' αἱ πικραὶ ἄβρωτοι :
8186143 σειρηνες
θελκτικαὶ ἦσαν . ἐστέναζε θελκτικὸν καὶ λιγυρὸν ὥσπερ αἱ θρυλλούμεναι σειρῆνες . ἔστι δὲ * καὶ * ζωύφιον ὅμοιον μελίσσῃ
ταύτας φησὶ κατεχούσας αἱμυλίαις τοὺς παραπλέοντας . εἰσὶ δὲ καὶ σειρῆνες ζωύφια μικρά , μελίσσαις παρόμοια . * κλώμακας τραχεῖς
8178754 παλαμναιοι
καθάρσιοι , ἁγνῖται , φύξιοι , σωτῆρες , ἀσφάλειοι , παλαμναῖοι , προστρόπαιοι , γενέθλιοι , γαμήλιοι , φυτάλιοι ,
τὰ βασανιστήρια δὲ πλέω εὐρῶτος . λογισταὶ δὲ ἀλιτήριοι καὶ παλαμναῖοι πρακτῆρες ἐξώρων ἐλλειμμάτων καὶ ἐξιτήλων φροῦδοι καὶ ἀνώνυμοι ἤδη
8173662 αὐϲτηροι
. οἴνων οἱ παχεῖϲ ἅμα καὶ δυϲώδειϲ καὶ ἀηδεῖϲ καὶ αὐϲτηροὶ κακόχυμοι , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ φαῦλοϲ Βιθυνὸϲ ὁ ἐν
: γλεῦκοϲ ὑπάγει . Ὅϲα ἐπέχει γαϲτέρα . Φοίνικεϲ οἱ αὐϲτηροὶ ϲταφίδεϲ αἱ αὐϲτηραὶ ϲυκάμινα βάτινα δαμάϲκηνα ἄγρια προῦμνα μῆλα
8173553 ἀσθενεστεραι
αἱ κατὰ τοῦ ὀστέου τοῦδε ἀτροφώτεραι οὖσαι λεπτότεραί τε καὶ ἀσθενέστεραι γίνονται . ἀνάγκη δὲ καὶ ξηρότερον τὸν αὐχένα τῶν
γίνεσθαι τὴν ἀπαλλαγήν . Ἁπάντων δὲ τῶν φαρμάκων αἱ δυνάμεις ἀσθενέστεραι τοῖς συνειθισμένοις τοῖς δὲ καὶ ἀνενεργεῖς τὸ ὅλον .
8171177 γυιαι
: σύνταξις : πέφρικαν δὲ καὶ πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται οἱ γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ
γυῖαι καὶ αἱ πεδιάδες ὥσπερ ληίου ἤτοι ὡς πεπύκνωνται οἱ γυῖαι τοῦ ληίου καὶ χωραφίου , πεπύκνωνται οἱ γυῖαι ἐν
8167838 ὑποστασιες
χωρίων μασχάλαι δυσιητότεραι , καὶ κενεῶνές τε καὶ μηροί : ὑποστάσιές τε γὰρ ἐν αὐτοῖσι γίνονται καὶ ὑποστροφαί . Τῶν
χωρίων μασχάλαι δυσιητότεραι , καὶ κενεῶνές τε καὶ μηροί : ὑποστάσιές τε γὰρ ἐν αὐτοῖσι γίνονται καὶ ὑποστροφαί . Τῶν
8165531 καταβεβηκεν
τῶν αὐχένων ὅρμοι καθεῖνται , καὶ ἄχρι τῶν ποδῶν ἐσχάτων καταβέβηκεν ὁ ἄθλιος χρυσὸς ἅπαν , εἴ τι τοῦ σφυροῦ
τὸ δὲ ὄνομα τῶν Θηβῶν ἐς ἀκρόπολιν μόνην καὶ οἰκήτορας καταβέβηκεν οὐ πολλούς . τὰ δὲ ὑπερηρκότα πλούτῳ τὸ ἀρχαῖον
8165241 ἐμβαδες
. ἐδέατρος δὲ ὁ προγεύστης , παρὰ τὰ ἐδέσματα . ἐμβάδες καὶ ἐμβάται διαφέρει . ἐμβάδες μὲν γὰρ τὰ κωμικὰ
ἔνιοι δ ' αὐτὰς τῶν ποιητῶν καὶ ἁρπίδας ὠνόμασαν . ἐμβάδες : εὐτελὲς μὲν τὸ ὑπόδημα , Θρᾴκιον δὲ τὸ
8165013 ῥοδοδαφνη
μάλιϲτα τοῦτο δρῶϲιν ἐπιτιθέμεναί τε καὶ πινόμεναι . Νήριον ἢ ῥοδοδάφνη ἔξωθεν μὲν καταπλαϲϲομένη διαφορητικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ , εἴϲω δὲ
, κιτρίου τὸ σπέρμα καὶ τὰ φύλλα , νήριον ἢ ῥοδοδάφνη καταπλασσομένη , ξανθίου ἢ φασγάνου ὁ καρπός , ξύρεως
8164939 παιδνος
“ σπιλάδες τε πάγοι τε . ” πάγχυ παντελῶς . παιδνός παῖς νεογνός . παιήονα ποτὲ μὲν τὸν λεγόμενον παιᾶνα
ἐν τῷ Περὶ τῆς Ῥωμαίων διαλέκτου . . , : παιδνός : ἐπὶ τοῦ νεωτάτου παιδός . παρὰ τὸ παίζω
8163791 ἐμπυροι
καὶ ἔργον καὶ πλάσμα καὶ κατασκεύασμα . τέχναι δ ' ἔμπυροι καὶ ἄπυροι . Αἱ μὲν ἐκ τοῦ πωλεῖν ,
οἱ χαλεπώτατοι καὶ φλέγοντες τοῖς ἀλγήμασι τοὺς πληγέντας . * ἔμπυροι : φλογώδεις μεταμώνιον : οὐ μάταιον , ἀλλὰ δεινόν
8157965 ἐδωδιμοι
εἶδος μυίας , ὡς Ἀριστοτέλης . ἐν τῷ χειμῶνι δὲ ἐδώδιμοί εἰσιν , ἐν δὲ τῷ θέρει ἀπόλλυνται . ΓΘ
ἄβρωτα ϲχεδὸν πάντων αὐτῶν ἐϲτιν . αἱ δὲ γαϲτέρεϲ αὐτῶν ἐδώδιμοί τέ εἰϲι καὶ τρόφιμοι καί τινεϲ αὐτῶν καὶ ἡδεῖαι
8157239 κακοχυλοι
κολίας , ὀρκύινος , πηλαμύς , σκόμβρος οὐκ εὐστόμαχοι , κακόχυλοι , φυσώδεις , ψαφαροί , δυσέκκριτοι , τρόφιμοι ,
τηγανιζόμενα . αἱ δὲ φωλάδες εὔστομοι , βρομώδεις δὲ καὶ κακόχυλοι . ἐχῖνοι δὲ ἁπαλοὶ μέν , εὔχυλοι , βρομώδεις
8153822 ἀγκαλιδες
λέγειν . τὸ γὰρ ᾄδειν ἐπὶ τοῦ μάτην λέγειν . ἀγκαλίδες ξύλων : τὸ πλῆθος δηλοῦται , ὅσον ἄν τις
λέγονται δὲ οἱ πιπράσκοντες τὰς ἀγκαλίδας ἀγκαλιδοπῶλαι . εἰσὶ δὲ ἀγκαλίδες αἱ τῶν φρυγάνων δέσμαι , οἷον ὃ ἔστιν ἀγκαλίσασθαι
8149733 νουϲοι
καὶ φιλόζωοι γίγνονται . ἄμφω δὲ τὰ ἐναντία τίκτουϲι αἱ νοῦϲοι . γίγνεται ὕδρωψ καὶ ἐξαπίνηϲ κοτὲ ἐπ ' ἀθρόῃ
ἄλλα ἀντ ' ἄλλων . γίγνονται δὲ καὶ ἀπότοκοι τοῦδε νοῦϲοι , ἀποϲτάϲιεϲ μὲν καὶ ἕλκεα οὐκ εὐήθεα : ὕδεροι
8145563 πεφρικαν
τὸ ἐσχάζοσαν καὶ εἴποσαν καὶ τὰ ὅμοια . τὸ δὲ πέφρικαν ἀντὶ τοῦ πεφρίκασι . καὶ Ὅμηρος ἔφριξε δὲ μάχη
ἠιόνες ἢ προσγεγραμμένον καὶ ἀνεκφώνητον ἢ ἐκφωνούμενον δίχα προσγεγραμμένης . πέφρικαν ἀντὶ τοῦ πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται . τὸ δὲ πέφρικαν
8144338 παρθενικαις
γαμήλια θεσμὰ θεαίνης . παρθένον οὐκ ἐπέοικεν ὑποδρήσσειν Κυθερείῃ , παρθενικαῖς οὐ Κύπρις ἰαίνεται . ἢν δ ' ἐθελήσῃς θεσμὰ
σὺν δὲ καὶ ὑψῆέν τε πανόσμεον ὅσσα τε τύμβοι φάσγανα παρθενικαῖς νεοδουπέσιν ἀμφιχέονται , αὐταί τ ' ἠιθέας ἀνεμωνίδες ἀστράπτουσαι
8142914 ʹιε
Ϛʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις ὥρας μιᾶς ∠ ʹιε . ἡ δὲ Λυσιμαχία τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν
ʹηʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις ὥρας τὸ ∠ ʹιε : αἱ δὲ Ἀθῆναι τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχουσιν ὡρῶν
8142124 δισεφθοι
σὰρξ ἐπισχετικὴ γίνεται γαστρός . καὶ φακὴ δὲ καὶ κράμβαι δίσεφθοι γενόμεναι καὶ τὸν χυμὸν ἀποθέμεναι γαστρὸς ἐφεκτικαὶ γίνονται :
ἣν καὶ βουνιάδα καλοῦσιν . βολβοὶ τροφιμώτατοι , καὶ μᾶλλον δίσεφθοι . μέλι τὸ ἀπαφρισθὲν ἐπιτήδειον πρός τε ἀνάδοσιν καὶ
8141141 μισηται
μισήτη . καὶ ὁ Κρατῖνός που τοῦτ ' ἔφη : μισηται δὲ γυναῖκες ὀλίσβωσι χρήσονται . Πάντες Ἕλληνες ἐπίστανται τὰ
μισήτη . καὶ ὁ Κρατῖνός που τοῦτ ' ἔφη : μισηται δὲ γυναῖκες ὀλίσβωσι χρήσονται . Πάντες Ἕλληνες ἐπίστανται τὰ
8140264 τρυφαι
εὔκοσμοι , αἱ καλοὺς ἔχουσαι στεφάνους . . θαλίαι ] τρυφαῖ , εὐωχίαι . . , αἱ θάλλουσαι ὥσπερ ἄνθη
εὔκοσμοι , αἱ καλοὺς ἔχουσαι στεφάνους . . θαλίαι ] τρυφαῖ , εὐωχίαι . . , αἱ θάλλουσαι ὥσπερ ἄνθη
8138669 μελαμφυλλον
ἀλθήεντος : ἰατρικοῦ καὶ ἀλθήεντος ἀκάνθου : τὸν ἄκανθον καὶ μελάμφυλλον καὶ παιδέρωτα λέγουσι . καλῶς δὲ ἀλθήεντα λέγει :
ὃ καὶ πρὸϲ ϲυνουϲίαν παρορμᾷ . Ἄκανθοϲ , οἱ δὲ μελάμφυλλον , οἱ δὲ παιδέρωτα , διαφορητικῆϲ ἐϲτι καὶ ξηραντικῆϲ
8138362 ἐπουρανιοι
δὲ εἰς Ὄλυμπον παραγεγονέναι : αἱ γὰρ κορυφαὶ τοῦ Ὀλύμπου ἐπουράνιοι . . . . Ἕκτορος ἀμφὶ νέκυι : ἡ
, πολυάργυρον , πολυτάλαντον . θεοὶ ὑπερουράνιοι , ἐνουράνιοι , ἐπουράνιοι , ἐναιθέριοι , ἐναέριοι : ἐπίγειοι , οἱ αὐτοὶ
8131995 μετριαι
ὁποῖαι δή τινες ἀλλοιώσεις περὶ τουτὶ τὸ πνεῦμα γίνονται : μέτριαι μὲν ἐπὶ μετρίοις πλημμελήμασιν , οὐκ ἀγεννεῖς δὲ ἐπὶ
ϲφοδρόταται μὲν οὖν κεφαλαλγίαι γίγνονται κατὰ θερμότητα καὶ ψυχρότητα , μέτριαι δὲ κατὰ ξηρότητα , ταῖϲ δὲ ὑγρότηϲιν οὐδεὶϲ ἕπεται
8128882 ἐκεχειριαι
κἀκεῖνο δεόντως ἂν λέγοιτο : αἱ ἑορτώδεις ἀνέσεις αὗται καὶ ἐκεχειρίαι μυρίας ἤδη πολλάκις ἁμαρτημάτων ὁδοὺς ἀνέτεμον : ἄκρατος γὰρ
ἑαυτοὺς ἔκριναν ποιεῖσθαι τὰς διαλλαγάς . καὶ γίνονται τοῖς ἔθνεσιν ἐκεχειρίαι μὲν πρῶτον : ἔπειτα συνελθόντων τῶν βασιλέων συνθῆκαι περὶ
8128329 ὑποκειμεναι
μέση : ὡς ἔχουσι τοῦ προχείρου τῆς ἐπιβολῆς ἕνεκεν αἱ ὑποκείμεναι τοῦ ἀμεταβόλου συστήματος παρασημειώσεις . Τοῦτο μὲν οὖν τὸ
ἡ ζωὴ τῆς ψυχῆς καὶ πᾶσαι αἱ ἐν αὐτῇ δυνάμεις ὑποκείμεναι τοῖς θεοῖς κινοῦνται , ὅπως ἂν οἱ ἡγεμόνες αὐτῆς
8124429 Χιαι
εἰς τὸ δοκεῖν εἶναι ἀργυραῖ . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες , ὧν μνημονεύει Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : Χία
δοκεῖν εἶναι ἀργυρᾶ τὰ κεράμεια . ἐπαινοῦνται δὲ καὶ αἱ Χῖαι κύλικες . Ἕρμιππος : Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται
8122286 καταξηροι
ὀρυττόμεναι τάφροι , ἐὰν μὴ ὕπομβρος ᾖ ὁ τόπος , κατάξηροί τε καὶ ὑπόνομοι κατὰ τοὺς ἁρμόττοντας τόπους γίνονται ,
ὁ νοῦς : κομῶντί σοι τὸ γένειον καὶ οἱ κίκιννοι κατάξηροί εἰσιν ὡς διὰ τὴν λύπην καὶ τὸ κείρεσθαι παραιτουμένῳ
8119321 ἐξερυθροι
οὗτοι φρενιτικοὶ ἀποβαίνουσιν . Ἐν τοῖσι κατὰ πλεύμονα αἱ λίην ἐξέρυθροι ἀποστάξιες , πονηρόν . Μετὰ βράγχου πτύελα γλίσχρα ,
: οἱ δὲ πρὸς τὴν χεῖρα νοτιώδεες : οἱ δὲ ἐξέρυθροι : οἱ δὲ πελιοί : οἱ δὲ ἔξωχροι :
8116359 πιπτετωσαν
, οὕτως τὸ ΒΕ πρὸς τὸ ΕΔ . προσ - πιπτέτωσαν γὰρ ἀκτῖνες αἱ ΑΕ , ΕΓ , καὶ κέντρῳ
: πεσοῦνται δὴ ἐπὶ τὰς κοινὰς τομὰς τῶν ἐπιπέδων . πιπτέτωσαν ὡς αἱ ΖΘ , ΛΜ . παράλληλος ἄρα ἐστὶν
8115587 πατριδες
Περίανδρος πατέρες τούτων Ἑξαμύου Ἐξηκεστίδου Δαμαγήτου Ὑρραδίου Τευταμίδου Εὐαγόρου Κυψέλου πατρίδες Μιλήσιος Ἀθηναῖος Λακεδαιμόνιος Μυτιληναῖος Πριηνεύς Λίνδιος Κορίνθιος οἰκεῖος .
, ὦ οὗτος , μὴ κατήφει : πρὸς ζῶντας αἱ πατρίδες , ἀποθανόντων δὲ πᾶσα γῆ τάφος : ὠκύμορος οὐδεὶς
8114110 ἁπαϲαι
' ἀμφότερα , καὶ μία ἢ δύο ἢ πλείουϲ : ἅπαϲαι δὲ ἐν ὑμέϲιν ἰδίοιϲ περιέχονται , καθάπερ ϲτεατώματα καὶ
ἄκριτον ἅπαν ἐϲτίν , ὡϲ αἵ γε μετὰ τὴν τεϲϲαρακοϲτὴν ἅπαϲαι τελείωϲ εἰϲὶν ἔκλυτοι πέψεϲι μᾶλλον καὶ ἀποϲτάϲεϲιν , οὐ
8109551 πρωτοτυποι
. αἱ δὲ πρωτότυποι οὐκέτι . αὐτοτελεῖς μετὰ ῥημάτων αἱ πρωτότυποι τῆς εὐθείας , ἐκεῖνος γράφει , ἔγραφον ἐγώ ,
ἕνεκα γένους παρειλῆφθαι τὴν αὐτός , ἐπεὶ ἀδιάστολοί εἰσιν αἱ πρωτότυποι γένους . πρῶτον γὰρ οὐ προσδέονται γένους , τῆς
8108371 ἀπεδοθησαν
τῶν ἀγαθῶν κατὰ τὴν ἐξ αὐτῶν ἀπόπτωσιν . καλῶς οὖν ἀπεδόθησαν αἱ ἀρχαί , καὶ ἄμεινον τἀγαθὸν ἓν λέγειν ἢ
τοιούτοις λόγοις ἀποδιδόμενοι ταὐτὸν δηλοῦντες τοῖς λόγοις ἐφ ' οἷς ἀπεδόθησαν . ὥστε εἶεν ἂν καὶ οἱ λόγοι πάντες ὁρισμοί
8106490 φαινομεναι
' αὐτῶν ἐξικνεῖσθαι : αἱ γὰρ τῶν βαρβάρων λόγχαι παχέαι φαινόμεναι ἀγχέμαχοι μέν , ἄφοβοι δὲ ἐς τὸ ἐσακοντίζεσθαι ἦσαν
: αἱ μὲν γὰρ αὐτῶν ἀληθιναὶ λέγονται , αἱ δὲ φαινόμεναι . Ἀληθιναὶ μέν , ὅταν ἅμα κατὰ ἀλήθειαν ἐπὶ
8104755 Γαστρος
καὶ κορύζαις : οὐ μὴν φαλακροῦνταί γε οἱ τοιοῦτοι . Γαστρὸς γνωρίσματα τῆς μὲν φύσει ξηροτέρας , εἰ ταχέως διψώδεις
δ ' ἀτάλαντον πρέσβυν ὁμήλικα πατρὸς ἴσαις τιμαῖσι γέραιρε . Γαστρὸς ὀφειλόμενον δασμὸν παρέχειν θεράποντι . δούλωι τακτὰ νέμοις ,
8100517 ῥαφιδες
φησιν : αἱ λεγόμεναι χαλκίδες καὶ οἱ τράγοι καὶ αἱ ῥαφίδες καὶ θρίσσαι ἀχυρώδεις καὶ ἀλιπεῖς καὶ ἄχυλοι . Δωρίων
σκορπίος ἀϊκτήρ , δίδυμον γένος , ἀμφότεραί τε σφύραιναι δολιχαὶ ῥαφίδες θ ' ἅμα τῇσιν ἀραιαί : ἐν δὲ χάραξ
8100096 Ποσαι
μέν , ἀσθενῶν δὲ πρὸς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ τολμήματος . Πόσαι κολάσεις ταῦτα ; πόσα τραύματα ; πόσοι θάνατοι ;
ἥξει φέρων ἀσκόν τινα : ἡμεῖς γὰρ οὐκ ἔχομεν . Πόσαι γάρ τινές εἰσιν ὑμῖν ἄμπελοι ; Δύο μέν ,
8098203 Ἐοικασι
ὀλίγον καὶ πολὺν χρόνον βιωσόμενος . Οἱ ἀγαθοὶ εὐαπάτητοι . Ἐοίκασι τοῖς ὄμμασι τῆς γλαυκὸς οἱ περὶ τὴν ματαίαν σοφίαν
ἀληθῆ λέγοντες εἶναι , μικρὰ καὶ περὶ τούτων εἴπωμεν . Ἐοίκασι γὰρ οὗτοί γε δεδοικέναι , μήποτε , εἰ ψευδεῖς
8092040 βλακες
οἰκίσκον τῶν λαμπαδηφόρων τε πλείστων αἰτίαν τοῖς ὑστάτοις πλατειῶν . βλᾶκες φύγεργοι ἦν δ ' ἐγώ ἀναπηρίαν γραΐζειν ἐμπαίζειν ἐπικρούσασθαι
. τὰ δὲ ἐναντία ἀστράτευτοι , ἀπόλεμοι , ἄθυμοι , βλᾶκες , βλακεύοντες , ἀμβλεῖς , βραδεῖς , ἀσθενεῖς ,
8088918 μεταβαλλοιεν
ἐμπυήματα τῶν ἐν πνεύμονι καὶ ἀκινδυνότερα . εἰ δὲ μὴ μεταβάλλοιεν , ἀλλ ' ἄπεπτοι μένοιεν αἱ φλεγμοναὶ καὶ σκιῤῥώδεις
τρυφῆς . οἱ δ ' εὔποροι αὐτῶν ὁπότε εἰς ἀγρὸν μεταβάλλοιεν , καίπερ ἐπὶ ζευγῶν πορευόμενοι τὴν ἡμερησίαν πορείαν ἐν
8080596 βακχευουσιν
? ? καὶ μαίνεσθαι ? [ - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ , κελεύσας - ]
[ - ] καὶ [ μαίνεσθαι - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ . ] . π
8077795 οἰες
τὸν ποιμένα δεῖ ἐπιμελεῖσθαι , ὅπως σῶαί τε ἔσονται αἱ οἶες καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἕξουσι καί , οὗ ἕνεκα τρέφονται
ἐπὶ πλεῖον ἔσεσθαι τὸν χειμῶνα δηλοῦσι . καὶ αἶγες καὶ οἶες ὀχευθεῖσαι , καὶ πάλιν ὀχεύεσθαι βουλόμεναι μακρότερον σημαίνουσι χειμῶνα
8075240 τροφιμωτατοι
βάλανοι , γογγυλίς , ἣν καὶ βουνιάδα καλοῦσιν : βολβοὶ τροφιμώτατοι , καὶ μᾶλλον δίσεφθοι . μέλι τὸ ἀπαφρισθὲν ἐπιτήδειον
. εἰσὶ δὲ καὶ οἱ ἄρτοι οἱ ἐκ τοῦ χόνδρου τροφιμώτατοι μέν , διαχωροῦντες δ ' ἧττον . Ἐκ πυρῶν
8074062 ὀλιγοτροφοι
, ὥς φησιν Ἱκέσιος , εὐστομίᾳ διαφέροντες , εὐέκκριτοι , ὀλιγότροφοι , κακόχυμοι . διαφέρουσι δ ' εὐστομίᾳ οἱ λευκότεροι
κέχρηνται . οἱ δὲ ἐχῖνοι ψυκτικοί τε μετρίωϲ εἰϲὶ καὶ ὀλιγότροφοι καὶ διουρητικοί . Τὰ δὲ μαλάκια , οἷον πολύποδεϲ
8069968 ἀστραγαλοι
κλήροις τοπρὶν ἐμαντεύοντο , καὶ ἦσαν ἐπὶ τῶν ἱερῶν τραπεζῶν ἀστράγαλοι , οἷς ῥίπτοντες ἐμαντεύοντο . ἐπεὶ δ ' ἐμβόλου
ὡς ἀστράγαλον γεγλύφθαι . τοῦτο δὲ εἶπε , παρόσον οἱ ἀστράγαλοι ὀρθοί εἰσι καὶ λεπτοὶ καὶ εὔρυθμοι . οἱ μὲν
8069789 ἁλκυονιδες
. , ἐν δὲ τῆι δ Δωι ποικίλαι ἡμέραι γίνονται ἁλκυονίδες καλούμεναι . . , ἐν δὲ τῆι ιδ Δωι
ἁλκυόνες ἐκλήθησαν . αἱ δὲ νήνεμοι καὶ γαλήνην ἔχουσαι ἡμέραι ἁλκυονίδες καλοῦνται . ἄλλην δρῦν βαλάνιζε : ἐπὶ τῶν ἐνδελεχῶς
8069364 εὐφοροι
ἐστὶ καὶ ἀτάκτως κενοῦνται διὰ τὸν ἐρεθισμόν , αὗται δὲ εὔφοροί εἰσι πρὸς συνουσίαν καὶ ξηρότεραι τῷ παντὶ σώματι .
. εὐφόρων δὲ λέγει πόνων , ἐπεὶ οἱ τοιοῦτοι πόνοι εὔφοροί εἰσι διὰ τὰ ἆθλα . ἢ εὐφρόνων ἵπποις ,
8069203 συνεδρευουσιν
ποτὲ δὲ στραγγῶς φέρεται καὶ μετὰ πόνων , ὁπότε στρόφοι συνεδρεύουσιν καὶ ὀδύναι βουβώνων , ὀσφύος , ἐφηβαίου , ποτὲ
ἐν Ἀθηναίων πολιτείᾳ . πωλητήριον δὲ καλεῖται ὁ τόπος ἔνθα συνεδρεύουσιν οἱ πωληταί : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατ ' Ἐλπαγόρου
8064800 ἀγυμναστοι
ἐκ Ῥώμης καὶ τοῖς στρατιώταις διάδοχοι νεοκατάγραφοί τε καὶ ἔτι ἀγύμναστοι καὶ ἀπειροπόλεμοι . μεθ ' ὧν ὁ Πομπήιος ,
τῶν ἐν τοῖσι σώμασιν ἐγγινομένων ὧδε ἔχει : οἱ μὲν ἀγύμναστοι τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ παντὸς κοπιῶσι πόνου : οὐδὲν γὰρ
8062163 σιτιζεις
γυμναί : ὅτι δεῖ δωρεὰν * * εὐεργετεῖν . Ἀκόνην σιτίζεις : ἐπὶ τῶν † τρεφομένων καὶ οὐκ * *
ψεύδεσθαι : τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κρῆτες . Καθάπερ αἱ τίτθαι σιτίζεις κακῶς . Κατόπιν ἑορτῆς ἥκεις : ἐπὶ τῶν καλοῦ
8061450 ἁπαλοσαρκοι
δὲ χλωροὶ ξηροί εἰσι καὶ ἀλιπεῖς . αἱ δὲ χάνναι ἁπαλόσαρκοι , σκληρότεραι δὲ τῆς πέρκης . ὁ δὲ σκάρος
, δύσφθαρτος , εὐέκκριτος . κίχλαι , κόττυφοι , φυκίδες ἁπαλόσαρκοι , εὔχυλοι , εὐδιαφόρητοι , ἄτροφοι , πρὸς διαχώρησιν
8059227 δραστηριοι
πόλεμοι οἱ λαιψηροί , ἤγουν οἱ σφοδροὶ τὴν ὁρμὴν καὶ δραστήριοι : ὑπὸ σοῦ κυβερνῶνται καὶ αἱ ἀγοραὶ αἱ βουληφόροι
δὲ ἐπὶ τοὺς θεοὺς καταφεύγειν ἐδόκει , καὶ ἄνδρες οὕτω δραστήριοι καὶ πεῖραν ἔχοντες , καὶ συνενεγκόντες εἰς ταὐτὸ τὴν
8056223 ὑποπικροϲ
καρπὸϲ ἰϲχυρότερόϲ ἐϲτιν . Δρυοπτερὶϲ γλυκεῖά τε καὶ δριμεῖα καὶ ὑπόπικρόϲ ἐϲτι , κατὰ δὲ τὴν ῥίζαν καὶ ϲτρυφνή ,
ὑπάρχων δυνάμεωϲ καὶ καθαιρετικῆϲ καὶ ἀποτηκτικῆϲ . Ϲίνων θερμὸϲ καὶ ὑπόπικρόϲ ἐϲτι τὴν γεῦϲιν , ὅθεν οὐρητικόϲ τέ ἐϲτιν καὶ
8054885 φθειρουσιν
ἔχων ἀπαλλαγάς . Αἰθέρα καὶ Γαῖαν πάντων γενέτειραν ἀείδω . φθείρουσιν ἤδη χρήσθ ' ὁμιλίαι κακαί . θεοῦ γὰρ οὐδεὶς
ἐφημένα καρπὸν ἀποβόσκεται . Κτείνω δ ' οἳ κήπους εὐώδεις φθείρουσιν λύμαις ἐχθίσταις : ἑρπετά τε καὶ δάκετα πάνθ '
8052338 χελλωνες
ἄρχονται μέν , φησί , κύειν τῶν κεστρέων οἱ μὲν χελλῶνες Ποσειδεῶνος μηνὸς καὶ ὁ σαργὸς καὶ ὁ μύξος καλούμενος
γὰρ οἳ μὲν κέφαλοι , οἳ δὲ κεστρεῖς , ἄλλοι χελλῶνες , οἳ δὲ μυξῖνοι . ἄριστοι δ ' εἰσὶν
8052326 Δυναμεις
ταὐτὸν ἦλθον , ᾠκειώθησαν : τὸ γὰρ ἐφιλιώθησαν ἰδιωτῶν . Δυνάμεις ἐρρωμέναι , ἀκμάζουσαι , ἀκραιφνεῖς , ἀκέραιοι , ἐπιστήμονες
μιᾶς ἑκάστης ιϚ ιϚʹ . Κοιναὶ προσκείσθωσαν αἱ λείψεις . Δυνάμεις ἄρα κε Ϟ η ἴσαι δυ μιᾷ μονάσι μα
8050752 ἀπαλλαξουσιν
φεύγοντος . οἱ δὲ ἀγαθοποιοὶ οἷς ἂν ἐπαναφέρωνται ἐκεῖνοι κρειττόνως ἀπαλλάξουσιν , οἱ δὲ κακοποιοὶ χειρόνως . σκοπεῖν δὲ χρὴ
πράξονται τοῦ Λεωδάμαντος φόνου , κἀκείνους τε καὶ Μιλησίους κακῶν ἀπαλλάξουσιν . Χρονιζομένης δὲ τῆς πολιορκίας , ἀφικνοῦνται νεανίσκοι ,
8046517 ἀνοημονες
. ἀνοήμονες οὐδέν ' ἁνδάνουσιν ἐν ὅληι τῆι βιοτῆι . ἀνοήμονες ζωῆς ὀρέγονται [ γήραος ] θάνατον δεδοικότες . ἀνοήμονες
ἀνοήμονες τὸ ζῆν ὡς στυγέοντες ζῆν ἐθέλουσι δείματι ἀίδεω . ἀνοήμονες βιοῦσιν οὐ τερπόμενοι βιοτῆι . ἀνοήμονες δηναιότητος ὀρέγονται οὐ
8044116 ἀνελπιστοι
ἢ τῇ περιουσίᾳ τοῦ ναυτικοῦ ἰσχύοντες . καὶ νῦν οὔτε ἀνέλπιστοί πω μᾶλλον Πελοποννήσιοι ἐς ἡμᾶς ἐγένοντο , εἴ τε
ὑπολιπόντας „ τὴν ἀρχήν : τῶν Ἑλλήνων δηλονότι . οὔτε ἀνέλπιστοί πω . . . : οὐδὲν μᾶλλον ἀπηλπίκασι Πελοποννήσιοι

Back