περιπάτῳ κατελέλειπτο . ἐπιτηρήσας οὖν ὅτε τὸ πολὺ τῆς αὐγῆς ἐμαραίνετο , πρόσειμι θρασύτερος γενόμενος πρὸς αὐτὴν ἐκ τῆς πρώτης
τοῦτο ποιεῖ ἀλλὰ δι ' ἐπιτολῆς . . τῆμος πυρκαιὴ ἐμαραίνετο : καὶ ἐκεῖ οὖν φλὸξ ἐμαράνθη γραπτέον . .
6223125 Τριτῃ
ἐπιπόνως . Δευτέρῃ πάντα παρωξύνθη : ἐς νύκτα παρέκρουσεν . Τρίτῃ ἐπιπόνως : παρέκρουσε πολλά . Τετάρτῃ δυσφορώτατα : ἐς
χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ ἐκοιμήθη . Τρίτῃ περὶ μέσον ἡμέρης ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : οὖρα
6203174 ἀνελπιστως
βελῶν παντοδαπῶν πλῆθος ἡτοιμάζετο . ἐπεὶ δ ' ὁ βασιλεὺς ἀνελπίστως ἐκ τῆς Θρᾴκης ἧκε μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως ,
μὲν οὖν ἀκρόπολις ἤδη παραδιδομένη τοῖς Συρακοσίοις τὸν εἰρημένον τρόπον ἀνελπίστως διεφυλάχθη , οἱ δὲ Συρακόσιοι πληρώσαντες ἁπάσας τὰς τριήρεις
6181851 Τεταρτῃ
Ἀλέξανδρον καὶ αὐτὸς ἀπαξιώσας τι παθεῖν πρὸς αὐτοῦ ἄχαρι . Τετάρτῃ δὲ ἡμέρᾳ ἐς Ἔφεσον ἀφικόμενος τούς τε φυγάδας ,
λευκή : διαχωρήματα μέτρια , ὑγρά : οὖρα χολώδεα . Τετάρτῃ ἐς νύκτα , τὰ γυναικεῖα ἦλθε πουλλά : ἔληξεν
6164023 ἀγχωμαλως
τὰ δεινά . ἐκείνην μὲν οὖν τὴν ἡμέραν οὕτω διενέγκαντες ἀγχωμάλως τὴν μάχην , σκότους ὄντος ἤδη ἄσμενοι εἰς τοὺς
συμβαλὼν ἧττον αὐτῶν ἐφέρετο τά γε πρῶτα , μετὰ δὲ ἀγχωμάλως ἀλλήλοις ἐπολέμουν ἀμφὶ πόλιν Ἰλέρτην . καὶ στρατοπεδεύων ὁ
6162705 ἀνεθερμανθη
: ἄναυδος , ἄφωνος , βραχύπνοος ἐπὶ χρόνον πουλύν : ἀνεθερμάνθη : δίψα : νύκτα δι ' ἡσυχίης : ἵδρωσε
δι ' ὅλου : περιέψυξε μὲν , ταχὺ δὲ πάλιν ἀνεθερμάνθη . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , πυρετὸς ὀξύς : διαχωρήματα χολώδεα ,
6159167 ἐκοιμηθη
: πάντα παρωξύνθη : λῆρος : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη . Ἕκτῃ , διὰ τῶν αὐτῶν . Ἑβδόμῃ ,
, ὁ πυρετὸς παρωξύνθη : φρικώδης : ἀσώδης : οὐδὲν ἐκοιμήθη : ἤμεσε χολώδεα , ξανθά : οὖρα ὅμοια :
6147500 Δευτερῃ
ἔτεκε θυγατέρα , καὶ τἄλλα πάντα κατὰ λόγον ἦλθεν . Δευτέρῃ μετὰ τόκον , ἔλαβε πυρετὸς ὀξύς : καρδίης πόνος
ἐκρίθη . Μέτωνα πῦρ ἔλαβεν : ὀσφύος βάρος ἐπώδυνον . Δευτέρῃ ὕδωρ πιόντι ὑπόσυχνον , ἀπὸ κοιλίης καλῶς διῆλθεν .
6125045 Βουδινων
ἐβασίλευε Τάξακις , συνελθούσας ἐς τὠυτὸ καὶ Γελωνῶν τε καὶ Βουδίνων προσγενομένων , ἡμέρης καὶ τούτους ὁδῷ προέχοντας τῶν Περσέων
ἔχοντες Βουδῖνοι , γῆν νεμόμενοι πᾶσαν δασέαν ὕλῃ παντοίῃ . Βουδίνων δὲ κατύπερθε πρὸς βορέην ἐστὶ πρώτη μὲν ἔρημος ἐπ
6067302 παρεληρει
οὔατα ἀμφότερα ἐπήρθη ξὺν ὀδύνῃ : ὕπνοι οὐκ ἐνῆσαν : παρελήρει : σκέλεα ἐπωδύνως εἶχεν . Εἰκοστῇ , ἄπυρος ,
ἤμεσε μέλανα , ὀλίγα , χολώδεα . Ἐνάτῃ ψύξις : παρελήρει πουλλά : οὐχ ὕπνωσεν . Δεκάτῃ , σκέλεα ἐπωδύνως
6011594 παρελεγεν
, καὶ πάλιν ξυνισταμένη . Ἕκτῃ , ἐς νύκτα πουλλὰ παρέλεγεν : οὐδὲν ἐκοιμήθη . Περὶ δὲ ἑνδεκάτην ἐοῦσα ,
ὑπεδυσφόρει : οὔρησεν ἐλαιῶδες : νυκτὸς , ταραχὴ πουλλή : παρέλεγεν : οὐδὲν ἐκοιμᾶτο . Ὀγδόῃ , πρωῒ μὲν ἐκοιμήθη
5952332 οὐρησε
, καὶ τὰς ἑπομένας διῄει τοιαῦτα εὐφόρως . Τετάρτῃ , οὔρησε λεπτὸν ὀλίγον , εἶχεν ἐναιώρημα μετέωρον , οὐχ ἵδρυτο
ἄφωνος : ἐπὶ τὸ χεῖρον : ἀνεθερμάνθη μετὰ χρόνον : οὔρησε μέλανα , ἐναιώρημα ἔχοντα : νύκτα δι ' ἡσυχίης
5923292 ἀντειχον
ἡγεμόνα Ῥωμαίων οὐ τὸν ἀφανέστατον στρατηλάτην ἔσχον : ἀλλ ' ἀντεῖχον ἑκάτεροι τῆς χώρας , ἐν ᾗ τὸ πρῶτον ἔστησαν
τῆς Πόλεως εἶχον , ἀλλ ' ἰσχυρῶς τε ἐμάχοντο καὶ ἀντεῖχον γενναίως . Παλτόγλης δὲ τὸ φρούριον ἐξελὼν αὖθις ἐπιπλεῖ
5913301 ἐληγε
, καὶ ἡ πρώτη Ῥωμαίων ἐς Ἰβηρίαν πεῖρα ἐς τοῦτο ἔληγε : χρόνῳ δ ' ὕστερον , ὅτε Ῥωμαῖοι Κελτοῖς
οὐχ ἧττον ἔπασχεν ἢ διετίθει τοὺς Καρχηδονίους . οὐ μὴν ἔληγε τῆς τόλμης , ἀλλὰ τῇ νίκῃ μετεωριζόμενος ἐνέκειτο ,
5906167 μετεστην
τούτοις ἕτερα πολλὰ διεξελθόντος ἐμοῦ , ἐπειδή ποτε ἀπηλλάγην καὶ μετέστην ἐκ τοῦ συνεδρίου , κραυγὴ πολλὴ καὶ θόρυβος ἦν
' ὑμῶν πολιτείας ἐκείνης καὶ διαίτης , ἐξ ἧς δευρὶ μετέστην , ἔγνων λυσιτελεῖν μοι ἢ τοῦ βίου ἀπηλλάχθαι ,
5893602 ἐπιπονως
μετέωρον ὁτὲ μὲν , ὁτὲ δ ' οὔ : νύκτα ἐπιπόνως : πυρετὸς ἄλλοτε ἀλλοίως παροξυνόμενος , τὰ πλεῖστα ἀτάκτως
, ἐπεῤῥίγωσεν : πάντα παρωξύνθη : ἄγρυπνος . Πέμπτῃ , ἐπιπόνως . Ἕκτῃ , διὰ τῶν αὐτῶν : ἀπὸ κοιλίης
5893254 ὑποδρομον
ἄνεμος πνέῃ : ἴχνους ὑπόδρομον : περιφραστικῶς τὸ ἴχνος . ὑπόδρομον δὲ τὸ ἔξω ὑποδεδραμηκός : πληγὴν σιδήρῳ : ἰδὼν
φίλων ὀρρωδίαν . ] Ἐτεοκλέης δὲ ποδὶ μεταψαίρων πέτρον ἴχνους ὑπόδρομον , κῶλον ἐκτὸς ἀσπίδος τίθησι : Πολυνείκης δ '
5890128 ἀναταραχθῃ
, θολερὰ , οἷα γίγνεται ἐκ τῶν καθισταμένων , ὅταν ἀναταραχθῇ κείμενα χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ
οὖρον θολερὸν , οἷον ἐκ τῶν καθεστηκότων γίγνεται , ὅταν ἀναταραχθῇ : πυρετὸς ὀξύς : πάντα παρέκρουσεν : οὐκ ἐκοιμήθη
5874047 ἐξεμανη
ἐκτρώσασαν ἀποθανεῖν . Ταῦτα μὲν ἐς τοὺς οἰκηιοτάτους ὁ Καμβύσης ἐξεμάνη , εἴτε δὴ διὰ τὸν Ἆπιν εἴτε καὶ ἄλλως
παρέλεγεν : οὐδὲν ἐκοιμήθη . Περὶ δὲ ἑνδεκάτην ἐοῦσα , ἐξεμάνη , καὶ πάλιν κατενόει : οὖρα μέλανα , λεπτὰ
5856640 ἐπεῤῥιγωσεν
σκέλεα ἐπωδύνως εἶχεν . Περὶ δὲ εἰκοστὴν , πρωῒ σμικρὰ ἐπεῤῥίγωσεν : κωματώδης : δι ' ἡσυχίης ὕπνωσεν : ἤμεσε
παρέκρουσεν : διψώδης : διαχωρήματα χολώδεα , κατακορέα . Ὀγδόῃ ἐπεῤῥίγωσεν : ἐκοιμήθη πλείω . Ἐνάτῃ διὰ τῶν αὐτῶν .
5854314 Πολυν
ἂν εἴης αὐτὸς ἀναπληρῶσαι τὸ τὴν ἐμὴν προθυμίαν ἐκφυγόν . Πολὺν τρέμοντες διηγάγομεν χρόνον δεδιότες μή σε ὁ καιρὸς καὶ
Καλλίου , καὶ ὅτι μοιχεύων χρήματα ἐδίδου . γενναῖος : Πολὺν ἔχων ὄλβον . . κατωφαγᾶς : Ὅτε βαρύνεται ,
5853856 ἱδρωσε
, πρωῒ ἄκρεα ψυχρά : περιεστέλλετο : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσε δι ' ὅλου : ἐκουφίσθη : κατενόει μᾶλλον :
ὀξύς : δίψα πουλλή : βληστρισμός : περὶ δείλην , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ : ψύξις : ἄκρεα ψυχρά
5844077 διηνυον
τοῦ . . ΖΩΕΣΚΟΝ . Ἤγουν ἔζων , τὴν ζωὴν διήνυον . Ζῶ κοινὸν , ἀφ ' οὗ ζώω παρὰ
ἐπὶ ζευγῶν πορευόμενοι , τὴν ἡμερησίαν πορείαν ἐν τρισὶν ἡμέραις διήνυον . ἦσαν δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς
5836190 βληστρισμος
. Τρίτῃ , δυσφόρως : διψώδης : ἀσώδης : πουλὺς βληστρισμός : ἀπορίη : παρέκρουσεν : ἄκρεα πελιδνὰ , καὶ
Ἑβδόμῃ , ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : δίψα πουλλή : βληστρισμός : περὶ δείλην , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ
5831024 Λουκουλλου
. ἐκτάσσων δὲ συνεχῶς , οὐ κατιόντος ἐς μάχην τοῦ Λουκούλλου , περιιὼν ἀνάβασιν ἐπ ' αὐτὸν ἐζήτει . καί
τῷ Ἀττιδίῳ συνεγνώκεσαν , ἀπαθεῖς ἀφῆκεν ὡς δεσπότῃ διακονησαμένους . Λουκούλλου δ ' ἤδη τῷ Μιθριδάτῃ παραστρατοπεδεύοντος ὁ τῆς Ἀσίας
5824756 ἐνεδωκαν
τοῖς πένησι προδιδοῦσι χαρίζοιτο , φθάσαντες ἐπεκηρυκεύσαντο καὶ τὴν πόλιν ἐνέδωκαν Ἀρχιδάμῳ , σφίσιν αὐτοῖς ἀσφαλὲς πρὸς αὐτὸν συνθέμενοι .
ἐγένετο διαφθεῖραι καὶ περιποιῆσαι : οἱ δὲ δικαιοσύνην καὶ πιστότητα ἐνέδωκαν , ἄχαρι δὲ οὐδέν . Πάρεξ δὲ τούτου ,
5823780 διεσκοπουν
τετάρτης . ταῦτα φθεγγόμενος καὶ τούτων ἀκούων ἀφυπνιζόμην , ὥστε διεσκόπουν εἴτ ' ὄναρ εἴη εἴθ ' ὕπαρ . καλέσας
ἦν . Ἐπεὶ δὲ ἀνέγνωσαν ἀλλήλους , αὐτίκα συνετάττοντο καὶ διεσκόπουν ὅστις ἔσται τρόπος ἢ καιρὸς εἰς τὴν ἐπίθεσιν ἐπιτήδειος
5822621 Ἐνατῃ
νύκτα εὐφόρως : οὖρα εὐχρούστερα : ὑπόστασιν εἶχε σμικρήν . Ἐνάτῃ ἵδρωσεν : ἐκρίθη : διέλιπεν . Πέμπτῃ ὑπέστρεψεν :
δὲ νύκτα ἄγρυπνος , καὶ ἐπόνει μᾶλλον ἐς νύκτα . Ἐνάτῃ ἡ γαστὴρ ἐξεταράχθη ὑδατώδεα διαχωρήσασα , ὡσαύτως δὴ καὶ
5799029 ὠρυσσον
ἐπείτε ἐγίνετο βαθέα ἡ διῶρυξ , οἱ μὲν κατώτατα ἑστεῶτες ὤρυσσον , ἕτεροι δὲ παρεδίδοσαν τὸν αἰεὶ ἐξορυσσόμενον χοῦν ἄλλοισι
τὰς διώρυχας τὰς νῦν ἐούσας ἐν Αἰγύπτῳ πάσας οὗτοι ἀναγκαζόμενοι ὤρυσσον , ἐποίευν τε οὐκ ἑκόντες Αἴγυπτον , τὸ πρὶν
5793294 οὐρησεν
λεπτὰ , οὐκ ἄχροα . Περὶ δὲ τεσσαρακοστὴν ἐὼν , οὔρησεν ὑπέρυθρα , ὑπόστασιν πολλὴν ἐρυθρὴν ἔχοντα : ἐκουφίσθη :
. Ἑβδόμῃ , ἄφωνος : ἄκρεα οὐκ ἔτι ἀνεθερμαίνετο : οὔρησεν οὐδέν . Ὀγδόῃ , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ
5790084 κωματωδης
καὶ κατά γε τὰ μῆλα καὶ ὑγρότητος , ὅθεν καὶ κωματώδης τὴν δύναμίν ἐστιν . τῆς ῥίζης δ ' ὁ
ἐν ζέουσι καὶ ἀπέπτοισιν : οὖρα διὰ τέλεος κακά : κωματώδης τὰ πλεῖστα : μετὰ πόνων ἄγρυπνος : ἀπόσιτος ξυνεχέως
5783726 ἱδρωσεν
, ὑπόσυχνα . Ἑπτακαιδεκάτῃ , ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσεν : ἄπυρος : ἐκρίθη : οὖρα μετὰ ὑποστροφὴν καὶ
οὐ λίην . Ἐνάτῃ , ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσεν : ψύξις : παρέκρουσε , δεξιῷ ἴλλαινεν : γλῶσσα
5783167 βεβιημενοι
ῥύωνται ἑλκομένην , ἀπάτην δὲ περιπροθέουσιν ἁπάντῃ , οἴστρῳ θηλυμανεῖ βεβιημένοι : οἱ δ ' ἐλάτῃσι νῆα κατασπέρχουσιν ὅσον σθένος
; ἔμπεδον ἀθανάτων ἔσαν αἵματος , οἷον ὑπέσταν ἔργον ἀναγκαίῃ βεβιημένοι . αὐτὰρ ἐπιπρό τῆλε μάλ ' ἀσπασίως Τριτωνίδος ὕδασι
5762514 συμμειναι
πλῆθος ἐνίοτε , καὶ τὸ τοιοῦτο σύνταγμα βεβαιότατόν τέ ἐστι συμμεῖναι καὶ ἀπρόσμαχον τοῖς ἐχθροῖς ἅτε καὶ ἔνορκον ὄν :
οἱ ἐκ τῆς Σικελίας ἀπηρκότες μετὰ τοῦ Ἰάπυγος : οὐ συμμεῖναι δέ φασιν αὐτούς , ἀλλ ' ἀπελθεῖν εἰς τὴν
5743693 ἠλγει
ὑποφαίνει [ καὶ ] κνισμὸν ὀνομάζων . ἢ λυπουμένη : ἤλγει μὲν γὰρ ὡς μήτηρ , στέργουσα τὸ τέκνον :
. ἐν ἀκμῇ δὲ ὢν τῆς τότε ὀδύνης καὶ ὧν ἤλγει , οὐκ ᾔδει τὴν ὁδὸν τὴν πορεύουσαν ἐς αὐτοῦ
5736993 ὑποβρυχιην
, ἠέ νύ που πέτρην ἀμφίσκιον ἠὲ θαλάσσης διζόμεναι κευθμῶνας ὑποβρυχίην τ ' ἀλεωρήν , πᾶσα τότε γλαυκὴ λευκαίνεται Ἀμφιτρίτη
. μὴ διεροῖς στονόεντος ἐπ ' Εὐρώταο ῥεέθροις νηχομένην ἐκάλυψεν ὑποβρυχίην σε γαλήνη ; ἀλλὰ καὶ ἐν ποταμοῖσι καὶ ἐν
5736827 παρεκρουσεν
: πυρετὸς περικαής : ἄγρυπνος : κοιλίη κυρτή : οὗτος παρέκρουσεν , οἶμαι , ὀγδόῃ , τρόπον τὸν ἀκόλαστον ,
ἐς νύκτα ἐλούσατο : οὐδὲν ἧσσον ἀγρυπνίη καὶ δυσφορίη , παρέκρουσεν . Ἐόντι δὲ τριταίῳ , κατάψυξις ἀκρέων : ἐκθερμανθεὶς
5725756 ζωεσκον
ἄρ ' ἡβήσαι τε καὶ ἥβης μέτρον ἵκοιτο , παυρίδιον ζώεσκον ἐπὶ χρόνον , ἄλγε ' ἔχοντες ἀφραδίῃς : ὕβριν
δὴ κακὸν εἶχ ' , ἐνόησε . Πρὶν μὲν γὰρ ζώεσκον ἐπὶ χθονὶ φῦλ ' ἀνθρώπων νόσφιν ἄτερ τε κακῶν
5715355 ἐκαρτερει
κάλλει διαφέρουσαν . ταύτης εἰς ἔρωτα ἐλθὼν χρόνον μέν τινα ἐκαρτέρει καὶ περιῆν τοῦ παθήματος , ὡς δὲ πολὺ μᾶλλον
τοῦ θρηνεῖσθαι διὰ τὸ μονογενὴς εἶναι , ἀλλ ' ὅμως ἐκαρτέρει : παντελῶς ὢν ἄτεκνος : ἅλις ἄτεκνος ὤν :
5706360 ἀνεχοιντο
' ἀνεὶς σταίη ὁ ἥλιος , νὴ Δία , ἢ ἀνέχοιντο οἱ ὀφθαλμοὶ ἀϋπνίας , οὐκ εὐχῆς ἔργον ἡ πρὸς
τὴν τιμωρίαν : ἀλλ ' οἱ μὲν τῆς αὐτῶν προπετείας ἀνέχοιντο : οἱ δὲ παθόντες κουφίζοιντο τῇ τιμωρίᾳ τὴν συμφοράν
5696829 ἐξαπινης
. τὸν μὲν ἄρα Γλαῦκος στῆθος μέσον οὔτασε δουρὶ στρεφθεὶς ἐξαπίνης , ὅτε μιν κατέμαρπτε διώκων : δούπησεν δὲ πεσών
ὑπερφιάλοισιν ἀνάγκῃ , ὄφρ ' ἱερεύσαντες κρειῶν κορεσαίατο θυμόν . ἐξαπίνης δ ' Ὀδυσῆα ἴδον κύνες ὑλακόμωροι . οἱ μὲν
5692573 ἐπεδραμον
, ἀποτειχίσας δ ' αὐτοὺς δύο χώματα ἔχου . οἷς ἐπέδραμον μὲν οἱ Σεγεστανοὶ πολλάκις , οὐ δυνηθέντες δ '
τολμήσειν ἐπεξελθεῖν ὀλίγους πλήθει τοσούτῳ , ἀνοίξαντες αἰφνιδίως τὰς πύλας ἐπέδραμον τῷ δήμῳ , καὶ τούς τε μονομάχους ἀπέκτειναν ,
5690443 δυσφορως
, ἀλλ ' ὑπὸ καταπτύστων ὀναρίων ; ὡσαύτως οὖν κἀγὼ δυσφόρως ἔχω , ὅτι οὐχ ὑπὸ ἀξιολόγων ἀνδρῶν ἀλλ '
ἰώδεα πλείω : ἀπὸ δὲ κοιλίης κόπρανα διῆλθεν : νύκτα δυσφόρως . Δευτέρῃ , κώφωσις : πυρετὸς ὀξύς : ὑποχόνδριον
5687928 ἐφθησαν
. ἤδη δὲ καὶ πλησίον ἡλίου ξυνστάντες κομῆται οἳ μὲν ἔφθησαν ἀφανισθῆναι πρὶν τὴν γένεσιν αὐτῶν καταστῆναι ἐμφανῆ , οἳ
γὰρ μὴ ἐκδυθῆναι οὐδὲν σημεῖόν ἐστιν : εἰ γὰρ μὴ ἔφθησαν περιδύσαντες αὐτόν , ἀλλά τινας προσιόντας φοβηθέντες ἀπέλιπον ,
5681549 ἀπεχωρουν
ὄντα ἤδη Ἀλέξανδρον κατὰ σπουδὴν μέν , ξυντεταγμένοι δὲ ὅμως ἀπεχώρουν ἀπὸ τῆς ὄχθης : καὶ Ἀλέξανδρος ξὺν μόνῃ τῇ
δείσας ὁ βασιλεὺς προήγαγε τὸ πεζόν . οἳ δ ' ἀπεχώρουν . καὶ τέλος ἦν τοῦτο τῇ πρώτῃ Πομπηίου καὶ
5669273 ὁσσακι
δι ' ἀγκέων καὶ βησσῶν . . . . . ὁσσάκι δ ' ὁρμήσειε πυλάων Δαρδανιάων ἀντίον ἀίξασθαιὅτι ἃς ἄνω
κεν εὕρῃ : ὣς Ἕκτωρ οὐ λῆθε ποδώκεα Πηλεΐωνα . ὁσσάκι δ ' ὁρμήσειε πυλάων Δαρδανιάων ἀντίον ἀΐξασθαι ἐϋδμήτους ὑπὸ
5667640 ἐκαμνον
προγεγονότων κατορθωμάτων ἀξίους φανῆναι . . . . ὅμως οὐκ ἔκαμνον ταῖς ψυχαῖς , κατισχύοντος τοῦ λογισμοῦ τὴν τῶν σωμάτων
καὶ ἐφελκυσαμένου τὸ ἐπίθημα , κάματον ἐς ἀνωφελὲς οἱ Ἀστυπαλαιεῖς ἔκαμνον ἀνοίγειν τὴν κιβωτὸν πειρώμενοι : τέλος δὲ τὰ ξύλα
5662627 ὁρμαινε
τάχιστα : εἴδομεν ὁπποτέρῳ κεν Ὀλύμπιος εὖχος ὀρέξῃ . Ὣς ὅρμαινε μένων , ὃ δέ οἱ σχεδὸν ἦλθεν Ἀχιλλεὺς ἶσος
τείρεα πουλυθέμεθλα καὶ οὐκέτι φαίνετο μήνη . ὑψιπέτης δ ' ὅρμαινε ? ? [ ] μέγας [ ] ? βρονταῖος
5659898 παρεουσα
. σὺν δ ' Ἄρηι Κύπρις καὶ ἅμ ' Ἠελίῳ παρεοῦσα αἰθροβάτας τεύχει , σχοίνοις τρίβον ἐξανύοντας . ἢν δὲ
γλαυκῶν σέλμα τόδε ῥοθίων . * Λύχνε , σὲ γὰρ παρεοῦσα τρὶς ὤμοσεν Ἡράκλεια ἥξειν κοὐχ ἥκει : λύχνε ,
5658080 χρηιζει
οὐ γένοιτ ' ἂν εἰς ἡμᾶς φίλος , ὅσον δὲ χρήιζει δέξομαι . τί ποτε λόγοισιν ἡ ξένη πρὸς τὸν
τρόπον ἴδιον ἐλέγχουσα . τοῦ αὐτοῦ . ὧν τὸ σκῆνος χρήιζει , πᾶσι πάρεστιν εὐμαρέως ἄτερ μόχθου καὶ ταλαιπωρίης :
5657703 ὑποχωρουντες
προδιδόασι τοῖς κατ ' αὐτῶν ὑποστρέφουσιν . Ὥσπερ οὖν οἱ ὑποχωροῦντες αὐτοῖς , εἰ βουληθῶσιν ἀντιστρεφόμενοι εἰς ὄψιν τῶν διωκώντων
τεθαρσηκότες οἱ ψιλοὶ ἐπέκειντο , καὶ τῶν Λακεδαιμονίων ὅσοι μὲν ὑποχωροῦντες ἐγκατελαμβάνοντο , ἀπέθνῃσκον , οἱ δὲ πολλοὶ διαφυγόντες ἐς
5657690 πυρετιον
ἐπεφάνη ἐν τάξει : πάλιν δὲ τὴν αὐτὴν ὥρην τὸ πυρέτιον παρωξύνθη : οὖρα τροφιώδεα σμικρά : κοιλίη δὲ ,
ἱδρώτιον σχεδὸν καθ ' ὅλον τὸ σῶμα : καὶ τὸ πυρέτιον καταψύχειν ἐδόκει : καὶ ἔμφρων τὸ πρῶτον : προϊούσης
5655243 ῥηϊζει
ποδαγρικὰ , καὶ σπάσματα πλεῖστα , τοῦτο ψυχρὸν πολλὸν καταχεόμενον ῥηΐζει , ἰσχναίνει καὶ ὀδύνην ναρκοῖ , νάρκη δὲ μετρίη
ἐπήν οἱ πλησιάζῃ τὰ ἐπιμήνια : ὁκόταν δὲ ἀποκαθαρθῇ , ῥηΐζει ἐπ ' ὀλίγον χρόνον πρὸς τὰ πρόσθεν , ἔπειτα
5649190 κατειχετο
δὴ πολεμίων παρόντων , καὶ τὰ κλεῖθρα ὑπὸ τῶν φυλάκων κατείχετο , ἡ δὲ αὐτοῖς μοχλοῖς τε καὶ βαλανάγραις ἐκτιναχθεῖσα
. λέγεται δὲ Ἀλέξανδρον διαλῦσαι , ἐξελόντα τὸν ἔμβολον ᾧ κατείχετο ὁ ῥυμὸς , ἢ τῷ ἐγχειριδίῳ ἀποτεμόντα , μετὰ
5648323 καρτερας
, ἡνίκα ὤφθησαν ἐν συνόψει στρατοπεδεύσαντες . γενομένης δὲ μάχης καρτερᾶς πολλὰ μὲν δράσαντες γενναῖα , πλείω δὲ τὰ δεινὰ
τῶν ζῴων , αἴρει μὲν αὐτὴν πλησίον Ἀντιοχείας , οὐ καρτερᾶς δεηθεὶς μάχης , ἀπήγαγε δὲ εἰς τὴν Ῥώμην αὑτήν
5646333 παρεκρουσε
πάντα παρωξύνθη : ἐς νύκτα παρέκρουσεν . Τρίτῃ ἐπιπόνως : παρέκρουσε πολλά . Τετάρτῃ δυσφορώτατα : ἐς δὲ τὴν νύκτα
νύκτα ἐπεῤῥίγωσεν : ἄκρεα οὐκ ἀνεθερμαίνετο οὐχ ὕπνωσεν : σμικρὰ παρέκρουσε , καὶ πάλιν ταχὺ κατενόει . Ὀγδόῃ , περὶ
5637146 δυσαεος
δ ' ἐκ νεφέων ἐρεβεννὴ φαίνεται ἀήρ καύματος ἐξ ἀνέμοιο δυσαέος ὀρνυμένοιο : πρὸς τὴν πλοκὴν τοῦ ἑξῆς λόγου ,
μεταφράζουσι δύστηνος ἄριστον τεκοῦσα . δυωδεκάβοιον δυόδεκα βοῶν ἄξιον . δυσαέος δυσπνόου : “ βορέαο δυσαέος . ” δύσπαρι δυσώνυμε
5636814 ἀσωδης
: πυρετὸς ὀξύς : οὖρα ὅμοια : ὑποχονδρίου πόνος : ἀσώδης : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη : ἵδρωσε δι
ἐγένετο ἄγρυπνός τε καὶ ἄσιτος , καὶ διψώδης ἦν καὶ ἀσώδης . Ὤκει | δὲ πλησίον τοῦ Πυλάδου , ἐπὶ
5631248 ἐσβεσεν
, ἀλαλάξας τε καὶ μόνον ἐμβοήσας καὶ ἐξαλόμενος τῆς σκηνῆς ἔσβεσεν ἀναπτομένην ἤδη τὴν φλόγα τοῦ ναυστάθμου τοῦ Ἑλληνικοῦ καὶ
εἴσω μαχόμενον οὗτος ἐξέωσεν καὶ τὴν Πρωτεσιλάου ναῦν ἤδη καιομένην ἔσβεσεν , καίτοι ἐπεβάτευον αὐτῆς οὐχ οἱ φαυλότατοι , ἀλλ
5618887 διηνυσεν
ἐκ μέσου : ὥστε τὰ πάντα πεντήκοντα ἓξ ἥμισυ ἔτη διήνυσεν ἡ Χρυσὶς ἱέρεια ʃ τὸ ὄγδοον ἐπλήρωσε , τὸ
' ἵκετο νηὸς ἀποδράς : ἀλλ ' οὔ πω κακότητα διήνυσεν ἣν ἀγορεύων . ὡς δ ' ὅτ ' ἀοιδὸν
5602549 διελυετο
: ὁ δὲ κατ ' ὀλίγον ὑπαπιὼν ἐς καπνὸν ἠρέμα διελύετο . κἀπειδὴ τάχιστα ἐπτερυξάμην , αὐτίκα φῶς με πάμπολυ
ἐκκαύσαντας τὸ δεινὸν καὶ κατασβέσαι . ἡ μὲν δὴ ἐκκλησία διελύετο . Οἱ δ ' ὕπατοι τῇ κατόπιν ἡμέρᾳ συνεκάλουν
5598226 ἐπιθοιντο
πύλας ἀνοιξάντων , δεδιὼς αὐτὸς , μὴ μαθόντες οἱ πολῖται ἐπίθοιντο ταῖς κατὰ τὸ ἕτερον μέρος πύλαις , πολλῇ στρατιᾷ
τάχιστ ' ἂν ὑπεριδόντες . . . : τάχιστα ἂν ἐπίθοιντο μετὰ τῶν ἐνθάδε ὑπεριδόντες , τουτέστι καταφρονήσαντες καὶ τὰ
5597751 συνειχετο
τοῖς ἀδίκοις ἐναντιοῦται . ὁδοιπόρος πολλὴν ὁδὸν διανύσας ἐπειδὴ κόπῳ συνείχετο , πεσὼν παρά τι φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος δὲ
πλῆθος τῆς πόλεως εἰς πολλὰ μέρη τμηθὲν διεθρυλλεῖτό τε καὶ συνείχετο , οὐκ ἔχον ὅπου περισωθείη ἢ τὴν συμφορὰν διακρούσεται
5589735 Ἑβδομῃ
οὖρα λεπτά . Ἕκτῃ , οὔρησεν ἐλαιῶδες : παρέκρουσεν . Ἑβδόμῃ , παρωξύνθη πάντα : οὐδὲν ἐκοιμήθη : ἀλλ '
καὶ τὰς ἑπομένας , πυρετὸς ὀξύς : γλῶσσα ξυνεκαύθη . Ἑβδόμῃ καὶ εἰκοστῇ , ἀπέθανεν . Τούτῳ κώφωσις διὰ τέλεος
5586563 Πεμπτῃ
χείρω , μεγάλα καὶ ἐπίκαιρα , φόβος , δυσφορίη . Πέμπτῃ πρωῒ κατήρτητο , καὶ κατενόει πάντα : πουλὺ δὲ
: ἵδρωσε περὶ κεφαλὴν ὀλίγῳ ψυχρῷ : ἄκρεα ψυχρά . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : πολλὰ παρέλεγε , καὶ πάλιν
5585381 στονῳ
ἑπτά . Ὡς δὲ ἐθεάσαντο Λυδοὶ , πάντες οἰμωγῇ καὶ στόνῳ ἀνέκλαυσαν , καὶ ἔπληξαν τὰς κεφαλάς . Τοσοῦτος δ
: ἤγουν πρὸς τὴν γῆν ἐλθόντες . οἰμωγῇ τε καὶ στόνῳ : Ὅμηρος [ Χ ] : κωκυτῷ τ '
5578435 ἐποιευντο
εἶδον τοὺς Ἴωνας οὐ βουλομένους εἶναι χρηστούς , ἐν κέρδεϊ ἐποιεῦντο περιποιῆσαι τά τε ἱρὰ τὰ σφέτερα καὶ τὰ ἴδια
προσῆγε : αὐτίκα γὰρ οἱ Σάμιοι πίστιν τε καὶ ὅρκια ἐποιεῦντο συμμαχίης πέρι πρὸς τοὺς Ἕλληνας . Ταῦτα δὲ ποιήσαντες
5570804 ἐπιλαβουσης
Τιμολέοντα . ἐκείνων δὲ προειληφότων ἱκανὸν διάστημα καὶ τῆς νυκτὸς ἐπιλαβούσης ἔφθασαν οἱ περὶ τὸν Τιμολέοντα ἀποπλεύσαντες εἰς τὸ Ταυρομένιον
πάλιν δὲ ἀνάλογον ἀπολήγει πρὸς τὴν ἑσπέραν καὶ τῆς νυκτὸς ἐπιλαβούσης ἀναθερμαίνεται μέχρι μέσων νυκτῶν καὶ τὸ λοιπὸν ἀπολήγει ,
5561950 διαῤῥοια
ὀρθῶς πάσχων , ὅμως οὐκ ἂν ἐδόκεε σωθῆναι : καὶ διάῤῥοια ἐπέλαβεν . Αὐτόνομος , ἐν Ὀμίλῳ , ἐκ κεφαλῆς
δέ ἐστι χολῆς κένωσις , ἄνωθέν τε καὶ κάτωθεν . διάῤῥοια δὲ γαστρὸς φορὰ , ποικιλλομένη πάλιν καὶ αὕτη ταῖς
5560596 κοπρανα
ἐπώδυνα εἶχεν : ἀπὸ δὲ κοιλίης βάλανον προσθεμένῳ , μέλανα κόπρανα διῆλθεν . Ἑκκαιδεκάτῃ , οὖρα λεπτὰ , εἶχεν ἐναιώρημα
παρέμενεν , οὐκ ἀφίστατο : ἀπὸ δὲ κοιλίης ἐρεθισμῷ σμικρῷ κόπρανα λεπτὰ , οἷα ἄπεπτα , πολλὰ διῄει μετὰ πόνου
5559696 ἀποτραπομενοι
Φιλίππου στρατιᾶς ἦσαν , ἡνίκα ἐς τὴν Λακωνικὴν ἐσέβαλεν , ἀποτραπόμενοι δὲ ἀπὸ τῶν ἄλλων τὰ παραθαλάσσια ἐλεηλάτουν τῆς χώρας
καὶ πρύμναν ἐκρούετο : καὶ γὰρ οἱ πειραταὶ τοῦ φεύγειν ἀποτραπόμενοι προεκαλοῦντο εἰς μάχην . ἐπεὶ δὲ ἀνεστρέψαμεν εἰς γῆν
5555019 αἰφνης
λευκὴν γῆν ἀλφίτοις διέγραφον , ὄρνιθες δὲ καταπτάντες τὰ ἄλφιτα αἴφνης διήρπασαν : ταραχθεὶς οὖν Ἀλέξανδρος , οἱ μάντεις θαρρεῖν
Ἰταλῶν καὶ δεδιότες τὸν στόλον τοῦ βασιλέως , μήποτε ἐπελθὼν αἴφνης αὐτοῖς μεγάλως βλάψειε : Ἰταλοὶ γὰρ οὐκ ἠδύ -
5553959 πελασαντα
δίψους ἀκμὴ ἐκ τοῦ καύματος μάλιστα λαμβάνουσα τὴν ἐπίτασιν : πελάσαντα γοῦν τῷ τόπῳ καὶ πλησθέντα τοῦ κράματος σκιρτῶσι πρῶτον
οἵ οἱ ἔασι δυσμενέες : τῶν ἤν τιν ' ἐσαθρήσῃ πελάσαντα , πάλλεται ὀρχηστῆρι πανείκελος , ὄφρα ἑ πόντου προπροκυλινδόμενον
5552322 ἐθανεν
ἐξῄει κατὰ μικρὸν συριγγώδεα , καὶ διάῤῥοια ἐπεγένετο , καὶ ἔθανεν . Γυνὴ ὑγιαίνουσα , παχεῖα , κυήσιος ἕνεκεν ἀπὸ
, καὶ τὰ λοιπὰ αὐτίκα ἐκακοῦτο , καὶ δευτέρῃ ἡμέρῃ ἔθανεν . Νεηνίσκος ὁδὸν τρηχείην τροχάσας ἤλγεε τὴν πτέρνην ,
5551717 ἐκοιματο
ὁδὸν διανύσας ἐπειδὴ κόπῳ συνείχετο , πεσὼν παρά τι φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος δὲ αὐτοῦ ὅσον οὔπω καταπίπτειν ἡ Τύχη
πόνοι , ὁ δὲ πυρετὸς ἐπέτεινεν : ὑπεδυσφόρει : οὐκ ἐκοιμᾶτο : ἄκρεα ψυχρά : οὔρων πλῆθος διῄει οὐ χρηστῶν
5541178 χυσις
' εὐνὴν ἐπαμήσατο χερσὶ φίλῃσιν εὐρεῖαν : φύλλων γὰρ ἔην χύσις ἤλιθα πολλή , ὅσσον τ ' ἠὲ δύω ἠὲ
διαμπερές : ὣς ἄρα πυκνὴ ἦεν , ἀτὰρ φύλλων ἐνέην χύσις ἤλιθα πολλή . τὸν δ ' ἀνδρῶν τε κυνῶν
5540104 πιπτουσι
ἀπολώλασι τρόπον , οἱ δὲ λοιποὶ καθ ' ἑκάστην ἡμέραν πίπτουσι τῷ λοιμῷ : πάντες δ ' ὥσπερ ἐν δικτύῳ
ἐξ ὧν ἔλεγεν , ἐξ ὧν Ἀνθίας ἐμέμνητο , καὶ πίπτουσι πρὸ τῶν ποδῶν αὐτοῦ καὶ τὰ καθ ' αὑτοὺς
5536467 ἀναζευξαντες
τοὺς πολιορκουμένους οἱ περὶ Λυσίμαχον , τηρήσαντες νύκτα χειμέριον , ἀναζεύξαντες ἐκ τῆς παρεμβολῆς διὰ τῶν ὑπερδεξίων τόπων ἀπεχώρησαν εἰς
Ἀλεξάνδρου δὲ τὴν Ἀλεύου καὶ Θετταλῶν προδοσίαν τοῖς Ἕλλησι μηνύσαντος ἀναζεύξαντες οἱ Ἕλληνες δι ' Ἀλέξανδρον ἐσώθησαν . καίτοι τούτων
5533377 ἐχεσκον
, οἰσόμενος : τό νυ γὰρ κατεάξαμεν , ὃ πρὶν ἔχεσκον : ἡ διπλῆ ὅτι πληθυντικῶς κατεάξαμεν , καὶ ἑνικῶς
. Ὡς δὲ δείπνου γίνοιτο ὥρη , οἱ μὲν δεκόμενοι ἔχεσκον πόνον , οἱ δὲ , ὅκως πλησθέντες νύκτα αὐτοῦ
5531297 ξυνεχης
πουλλὰ , λεπτά : πυρετὸς φρικώδης , πουλύς : ἱδρὼς ξυνεχὴς δι ' ὅλου : κεφαλῆς καὶ τραχήλου βάρος μετ
πολὺς ἄνω αἰρόμενος ἢ ἥλιος κατὰ προσώπου ἀντιλάμπων ἢ νιφετὸς ξυνεχὴς ἢ ὕδωρ λάβρον ἐξ οὐρανοῦ ἢ τόποι σύνδενδροι ἢ
5527560 τρυχομενος
Ἰδαῖα μίμνων λειμώνι ' ἔπαυλα μηνῶν ἀνήριθμος αἰὲν εὐνῶμαι χρόνῳ τρυχόμενος , κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ '
κινεῖσθαι δὲ λέγεται , οὐκ εὐμαρῶς ἀναφέρει τοῖς παρὰ φύσιν τρυχόμενος . ὥστε ἐπίπονον αὐτῷ καὶ τὸ μεμῖχθαι τῷ σώματι
5526892 ἐουσης
, οἷα ἐλευθερίης γευσάμενοι . Καὶ δή , νυκτὸς γὰρ ἐούσης βίῃ ἐπειρᾶτο κατιὼν ὁ Ἱστιαῖος ἐς τὴν Μίλητον ,
καταφορὴ διὰ τῶν αὐτῶν . Τῆς δ ' αὐτῆς ἀγωγῆς ἐούσης , ἐδόθη τι τῶν σὺν κνήκῳ , καὶ σικύου
5526726 συρομενον
Ὑδάσπης ναυσίπορος ποταμὸς τὸν Ἀκεσίνην ποταμὸν ἀπὸ τῶν ὑψηλῶν σκοπέλων συρόμενον εἰσδέχεται . Ἐπὶ τούτοις δὲ καὶ ὁ Κώφης ποταμὸς
. κονταράτοι . Μυσοὶ ] οἱ . πλῆθος . πεζῇ συρόμενον διὰ πλοίων , πεζῇ . . ναῶν ] η
5513031 ἠγειρετο
τῆς ἄγαν πιμελῆς ἀλλότριον , τηνικαῦτα καὶ ἐκεῖνος ᾐσθάνετο καὶ ἠγείρετο ἐκ τοῦ ὕπνου . Τοὺς δὲ χρηματισμοὺς ἐποιεῖτο τοῖς
ἐν ἠπείρῳ μέσῃ τοὺς ἐχθροὺς κατείληφε ναυαγία : κῦμα δεδιδαγμένον ἠγείρετο καὶ ῥοῦς κεκελευσμένος ἐγίνετο καὶ ποταμὸς ἀπὸ συνθήματος ῥεῖν
5512221 λεπτοισιν
, ἀπέθανεν . Κοιλίη διὰ παντὸς ὑγρὴ διαχωρήμασι πολλοῖσι , λεπτοῖσιν , ὠμοῖσιν : οὖρα ὀλίγα , λεπτά . Καῦσος
φαίνεται διὰ λεπτότητα . Καὶ ἐκπίπτει μᾶλλον , τοῖσι δὲ λεπτοῖσιν , ἢ ἰσχνοῖσι , [ ἢ ξηροῖσι ] καὶ
5512167 ἐμενε
, ταύτης ἔτει δευτέρῳ τῆς ὀλυμπιάδος . καὶ ὀλίγον τε ἔμενε τὸ διαφυγὸν τῶν Σκοτουσσαίων καὶ αὖθις ὑπὸ ἀσθενείας ἐξέλιπον
τε συνοικήσειν κατώμνυτο αὐτῷ σώσαντι αὐτὴν καὶ ὁ Εὔθυμος ἐνεσκευασμένος ἔμενε τὴν ἔφοδον τοῦ δαίμονος . ἐνίκα τε δὴ τῇ
5509182 ἐκαμεν
ἂν τὸ γόνυ βρέξειας . Ἐρεῖς δ ' ἐπὶ ἀρρώστου ἔκαμεν , ἠρρώστησεν , ἐνόσησεν , ἠσθένησεν , ἐμαλακίσθη ,
διαφθαρῆναι ἐν τῇ φυγῇ , εἰ μὴ Ἀλεξάνδρῳ τὸ σῶμα ἔκαμεν . καὶ αὐτὸς ἐς ἔσχατον κινδύνου ἐλθὼν ἐκομίσθη ὀπίσω
5508138 σχολαιτερον
τῆς πομπῆς , ὡς οἴκοι γεγόνασιν , ὄχλον ἡγοῦνται τοὺς σχολαίτερον ἀπιόντας . πόσου δ ' ἂν ἐπρίαντο νῦν τὰς
ὁδῷ τῇ μητρὶ καὶ τῆς ἐσθῆτος ἀντεχομένην , ὡς ἀναγκάσαι σχολαίτερον τὴν τεκοῦσαν βαδίζειν , ὅπως αὐτὴν ἀνελομένη κομίσειε .
5504878 ταραχωδεα
εὐανθὲς , ὑπόστασιν χλωρὴν ἔχον λείην εἰλικρινέα , πολυχρόνιον σφόδρα ταραχώδεα νοῦσον μεταβάλλουσαν ἐς ἄλλην , οὐ μὴν ὀλέθριον :
: κατέχειν οὐκ ἠδύνατο : ἀπὸ δὲ κοιλίης ἐρεθισμῷ ὑγρὰ ταραχώδεα διῆλθε μετὰ ἑλμίνθων : νύκτα ὁμοίως ἐπιπόνως . Πρωῒ
5493608 διαγενομενος
Ἑλλάδι πάσῃ ὠφέλιμος ἂν ἦν τοιοῦτος ἀνὴρ ἐν τῷ βίῳ διαγενόμενος οἷος δὴ Χαρίδημος τάχα ἔμελλεν ἔσεσθαι . οὐ γὰρ
. γενόμενος : λείπει ἡ διά , ἵν ' ᾖ διαγενόμενος πανταχῇ : τῆς Κερκύρας πανταχῇ προσεποιήσαντο : ἰδιοποιήσαντο .
5488105 νιφετου
δ ' εἰ σᾶμα φέρεις τινὸς ἢ καρποῦ φθίσιν ἢ νιφετοῦ σθένος ὑπέρφατον ἢ στάσιν οὐλομέναν ἢ πόντου κενεῶσιν ἀμ
' ἀνθρώπους ; δὴ γὰρ καὶ ἀεικέϊ τέφρῃ αὐτοῦ πηγνυμένῃ νιφετοῦ ἐπιτεκμήραιο : καὶ λύχνῳ χιόνος , κέγχροις ὅτ '
5487187 ἐπεβαινον
δ ' ἐπὶ τεῖχος ἀολλέες : οἳ μὲν ἔπειτα κροσσάων ἐπέβαινον ἀκαχμένα δούρατ ' ἔχοντες , Ἕκτωρ δ ' ἁρπάξας
, Ἀγκαίῳ δὲ πολεῖς ᾔνησαν ἑταίρων . Ἠῷοι δἤπειτα δυωδεκάτῳ ἐπέβαινον ἤματι , δὴ γάρ σφιν ζεφύρου μέγας οὖρος ἄητο
5486576 παρωξυνθη
, ἄκρητα , χολώδεα , διῆλθεν . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : τρόμοι παρέμενον : ὕπνοι λεπτοί : κοιλίη ἔστη
ἐσχάτως ὠδυνήθη : καὶ χυλὸν τήλεως ἅμα μέλιτι λαβὼν ἱκανῶς παρωξύνθη : στοχασάμενος οὖν ἐγὼ δακνώδεις ἐν αὐτοῖς τοῖς χιτῶσι
5481103 ἐρειπιον
νεῶν . τῶν νεῶν . συντετριμμένων νεῶν . κυρίως δὲ ἐρείπιον ἐπὶ οἴκου . ἔκρουον . ἔσχιζον . θρῆνος .
μηδὲν τῶν καταγωγίων λιπεῖν , εἰ μή τί που μικρὸν ἐρείπιον : ἄνω δὲ Ἄτυος οὐ προὔβη , οὐδὲ τοῦ
5480494 ἀποθνησκουσιν
οὐχ αἱρήσει . ἁλίσκονται δὲ ἀνὰ πᾶν ἔτος πολλοὶ καὶ ἀποθνήσκουσιν , ἥ γε μὴν ἐπιγονὴ αὐτῶν διαδέχεται καὶ μάλα
μήτε καύσαντας μήτε θεραπεύσαντας . οἱ γὰρ τοιοῦτοι μονονουχὶ βοῶντες ἀποθνήσκουσιν : ὦ χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς
5472811 ἐῤῥυη
ἔπειτά τι καὶ αἷμα ἐκ τοῦ κατ ' ἴξιν σμικρὸν ἐῤῥύη . Τῇ οἰκέτιδι , ἣν νεώνητον ἐοῦσαν κατεῖδον ,
, δύσπνοός τε ἦν . Ὀγδόῃ , ἀγκῶνα ἔταμον : ἐῤῥύη πολλὸν , οἷον ἔδει : ξυνέδωκαν μὲν οἱ πόνοι
5470936 κατενοει
Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , σπασμοὶ πουλλοί : ἄκρεα ψυχρά : οὐδὲν ἔτι κατενόει : οὖρα ἐπέστη . Ἑκκαιδεκάτῃ , ἄφωνος . Ἑπτακαιδεκάτῃ
οἰκοδομὴν τοῦ πύργου ἡρμόσθησαν : ἀσθενέστεροι γὰρ ἦσαν . εἶτα κατενόει τοὺς ἔχοντας τοὺς σπίλους , καὶ ἐκ τούτων ἐλάχιστοι
5468411 σαλευεται
νῦν ἐστι τὰ τῆς πόλεως πράγματα καὶ κλύδωνι , καὶ σαλεύεται τὰ καθεστηκότα καὶ δεῖται τοῦ κυβερνήσον - τος αὐτά
τὸ ἀποδεικνύμενον . ὁπότερον δ ' ἂν εἴπωσι τούτων , σαλεύεται ἡ τῆς ἀποδείξεως ἐπίνοια . εἰ μὲν γὰρ τὸ
5467729 προαπελθειν
δὲ ἐπήλθομεν ἐκ περιουσίας , εἰ μὲν προὐχώρει , μὴ προαπελθεῖν , ἀντιπεσόντος δὲ ἀναχωρεῖν τῆς αὐτῆς ἐστι σωφροσύνης .
' , ὥσπερ ἀκηκόατ ' ἤδη πολλάκις , οὐχὶ δυνηθεὶς προαπελθεῖν , ἀλλὰ καὶ μισθωσάμενος πλοῖον κατακωλυθεὶς ἐκπλεῦσαι . ἀλλὰ
5465425 προνομευοντας
ἔστελλεν : οἱ δὲ ἐν τοῖς φρουρίοις ἐξιόντες καὶ τοὺς προνομεύοντας διώκοντες ταῖς ἐνέδραις περιπίπτοντες ἡλίσκοντο . Τοῦτο πολλάκις ποικιλοτρόπως
λοιπαὶ τῶν Σαβίνων δυνάμεις συνέλθωσιν , ἀλλ ' ἐπὶ τοὺς προνομεύοντας τὴν χώραν ἐκπέμπων ἀεί τινας τῶν ἱππέων καὶ λόχους
5464088 διψωδης
, κωματώδης : ἀσώδης , ὅτε διεγείροιτο : οὐ λίην διψώδης : περὶ δὲ ἡλίου δυσμὰς ἐδυσφόρει , παρέλεγεν :
ἰσχύν : καρδιαλγὴς δὲ καὶ δύσοσμος καὶ ἀτερπὴς καὶ ἄγαν διψώδης : ὅθεν οὐ πονηρῶς ἔνιοι ἀλόῃ μίσγοντες προσφέρουσιν :

Back