Βοηθὸς ἑνδέκατος ἀπὸ Ἀριστοτέλους γενόμενος ἐναντίως τῷ Ἀριστοτέλει περὶ τούτου ἐδόξασεν , καὶ καλῶς ἐδόξασεν καὶ ἀπέδειξεν ὅτι πάντες οἱ
τὴν ψυχὴν αὐτοῦ καὶ ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ : καὶ ἐδόξασεν ἡμᾶς , καὶ πλοῦτον καὶ κτήνη καὶ καρποὺς πᾶσιν
6577064 καταρξας
Λακύδης Ἀλεξάνδρου Κυρηναῖος . οὗτός ἐστιν ὁ τῆς νέας Ἀκαδημείας κατάρξας καὶ Ἀρκεσίλαον διαδεξάμενος , ἀνὴρ σεμνότατος καὶ οὐκ ὀλίγους
ἰδίους ἑκάτερος ἐς τὸν ἀγῶνα συνῄεσαν , Ἀννίβας μὲν σαλπίγγων κατάρξας , Σκιπίων δ ' ἀντηχεῖν κελεύσας . συνιόντων δ
6568848 καθηγητης
τῶν πραγμάτων ἔλαχεν ἐπιτροπὴν καὶ πλείστων τῶν εὖ βουλευθέντων ἐκείνῳ καθηγητὴς ἐγένετο : ὃς καὶ Πρίσκον τὸν συγγραφέα τῶν τῆς
. ὁ Χῖος . ̈ . , Μ . ὁ καθηγητὴς Ἐπικούρου φησὶν ἄτοπον εἶναι ἐν μεγάλωι πεδίωι ἕνα στάχυν
6548401 ἐπετυχε
ὑπὲρ τῆς πατρίδος ἐπρέσβευσεν εἰς Δημητριάδα πρὸς Ἀντίγονον καὶ οὐκ ἐπέτυχε . τὸ πᾶν δὴ διέτριβεν ἐν τῇ Ἀκαδημείᾳ τὸν
περὶ δὲ τὴν τῶν βουκολικῶν ποίησιν εὐφυὴς γενόμενος πολλῆς δόξης ἐπέτυχε . κατὰ γοῦν τινας Μόσχος καλούμενος Θεόκριτος ὠνομάσθη .
6521818 Μιδωνος
/ ] . ⌈ ἔστι δὲ τὸ μὲν Λαμπροκλέους τοῦ Μίδωνος υἱοῦ : Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμοδόκον , τὸ δὲ
ἢ Μιλήσιος , πατρὸς Ἀπολλοδώρου , ὡς δέ τινες , Μίδωνος , μαθητὴς Ἀναξαγόρου , διδάσκαλος Σωκράτους . οὗτος πρῶτος
6507036 προσανεπλασθη
ὅσα βούλοιτο ἑαυτῷ . „ ἐκ τούτων οὖν ὁ μῦθος προσανεπλάσθη , καὶ οἱ γραφεῖς γράφοντες τὸν Ἡρακλέα προσγράφουσι τὸ
τοῦ Πηγάσου τὴν Ἀμισωδάρου Χίμαιραν ἀπώλεσε „ . τούτου γενομένου προσανεπλάσθη ὁ μῦθος . Φασὶν ὅτι Πέλοψ ἦλθεν ἔχων ἵππους
6426056 ἐφθονησεν
ποιήσασθαι , ἧς οὐδὲ τοῖς οὐδὲν γένει προσήκουσιν οὐδεὶς πώποτε ἐφθόνησεν . Οἶμαι δὲ κἂν τοῦτον , εἴ τις ἐρωτήσειεν
ἔστιν ἀργὸν καὶ κακόν . Ζῆν αἰσχρόν , οἷς ζῆν ἐφθόνησεν ἡ τύχη . Ζήτει δὲ συνάγειν ἐκ δικαίων τὸν
6417543 ἐκτομας
κυκλικοὶ περιηχημένοι Θεογονίας καὶ Γιγαντομαχίας καὶ Τιτανομαχίας ἔπλασαν ἰδίας καὶ ἐκτομάς , οἷς συμπεριφερόμενοι ἐξενίκησαν τὴν ἀλήθειαν . σύντροφοι δὲ
δὲ ἀνέξεται κατὰ τὸ φαινόμενον ἀκούειν αἰδοῖα οὐρανοῦ καὶ τούτων ἐκτομάς , καὶ τῆς Ἀφροδίτης ἐξ αὐτῶν εἰς τὴν θάλασσαν
6407693 ὠμηστης
πήδημ ' ὀρούσας ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν : ὑπερθορὼν δὲ πύργον ὠμηστὴς λέων ἄδην ἔλειξεν αἵματος τυραννικοῦ . θεοῖς μὲν ἐξέτεινα
] ὑπεραναβὰς ὁ λαός . πύργον ] τὴν πόλιν . ὠμηστὴς ] ὠμοφάγος . λέων ] ἤγουν ὥσπερ . ἄδην
6387143 φοιτητης
' αὐτῷ , παραγίνεται ἢ φοιτήσοι , ἔρχεται . , φοιτητὴς γενήσεται , παραγένηται , ἀπέρχηται , παραγίνεται , ἀπέρχεται
ἀπόδος καὶ γυναικὶ καὶ τέκνοις καὶ ἐμοὶ καὶ Ὀλυμπίοις . φοιτητὴς δὲ οὑμός , ὃν οἶσθα , θήγει μετὰ τῆς
6386358 Ἡγησιβουλου
γοῦν κτλ . [ , ] , οἱ δὲ Ἀναξαγόραν Ἡγησιβούλου Κλαζομένιον πρῶτον διὰ γραφῆς ἐκδοῦναι βιβλίον ἱστοροῦσιν . .
, κατὰ δὲ τὸ ἐπικρατοῦν χαρακτηριζομένας . Ἀναξαγόρας μὲν γὰρ Ἡγησιβούλου Κλαζομένιος κοινωνήσας τῆς Ἀναξιμένους φιλοσοφίας πρῶτος μετέστησε τὰς περὶ
6366792 Ἀπολλωνιατης
ἧς ἡγεῖτο Γύλαξ , ὃς Γυλάκειαν ὠνόμασε . τὸ ἐθνικὸν Ἀπολλωνιάτης καὶ θηλυκὸν Ἀπολλωνιᾶτις . βʹ ἐν νήσῳ πρὸς τῇ
δικάζοντες ὁμογνώμονες γενόμενοι προέκριναν τὸν Ἀριστομένην . . Διογένης Ἀπολλοθέμιδος Ἀπολλωνιάτης , ἀνὴρ φυσικὸς καὶ ἄγαν ἐλλόγιμος . ἤκουσε δέ
6336120 ὑπεμνησεν
τὸν ἕτερον τῶν μηρῶν . καὶ Μυλλίαν δὲ τὸν Κροτωνιάτην ὑπέμνησεν ὅτι Μίδας ὁ Γορδίου ἐστὶν ὁ Φρύξ . καὶ
λόγον ἀποτελοῦσατὰ μὲν ἦν αὐτόθεν λαβεῖν , τὰ δ ' ὑπέμνησεν ὁ λόγοςδῆλόν που . Ἐπεὶ κἀκεῖνο δῆλον , ὡς
6332812 Ἡραϊσκος
οἰωνισάμενος δαιμονίως πως οἰωνισάμενος τὸ μέλλον . , . . Ἡραΐσκος καὶ ἐγεγόνει ὁ Ἡραΐσκος Βάκχος , ὡς ὄνειρος αὐτὸν
ὄνειρος αὐτὸν κατεμήνυσεν . , . . Ἡραΐσκος ὁ δὲ Ἡραΐσκος οὐ μόνον ἀγαθὸς ἦν καὶ ἤπιος , ἀλλ '
6298769 λυπουμενης
εὐδαίμονος Κυρήνης πᾶσαν ἔχειν σπουδὴν , ὡς καὶ τῆς πόλεως λυπουμένης καὶ ζητούσης τοὺς φυγαδευθέντας πολίτας , καὶ ὀφείλοντος αὐτοῦ
ἐν τῆι γῆι . ἐρειπομένου ] πίπτοντος . διακναιομένης ] λυπουμένης διὰ τοὺς πολέμους . Προτελείοις : κυρίως ταῖς πρὸ
6294103 ἐμμεσῳ
Περὶ τοῦ μὴ ἀναγκαίου τούλδου . Δʹ . Περὶ τῶν ἐμμέσῳ ἀπλήκτων . Εʹ . Περὶ φυλακῆς τούλδου ὁδοιποροῦντος .
ἀπολείπω ὑμῶν . Ἀναστήσομαι γὰρ πάλιν ἐμμέσῳ ὑμῶν ὡς ἡγούμενος ἐμμέσῳ υἱῶν αὐτοῦ , καὶ εὐφρανθήσομαι ἐμμέσῳ τῆς φυλῆς μου
6285153 προεδωκε
τῇ πόλει . Τάραντα δὲ φρουρουμένην ὑπὸ Ῥωμαίων Κονωνεὺς ὧδε προέδωκε . κυνηγετεῖν εἴθιστο ὁ Κονωνεὺς καὶ φέρων αἰεί τι
καὶ ζηλούμενος διὰ τὴν πρὸς ὑμᾶς πίστιν , ἀπέδοτο καὶ προέδωκε τὸ τῆς ⌈ ὑμετέρας ⌉ ἡγεμονίας ἀξίωμα , καὶ
6274223 κυριευσεις
. θεοφιλοῦς ἀνδρὸς σώματος μὲν ἄρξεις , λόγου δὲ οὐ κυριεύσεις . σοφοῦ σώματος καὶ λέων ἄρχει , τούτου δὴ
” μὴ βασιλεύων βασιλεύσεις ἐφ ' ἡμῖν ; ἢ κυριεύων κυριεύσεις ἡμῶν ” ; τοῦ δὲ ὑστέρου ὀργὴ πάλιν δικαία
6271322 ἐπλανηθη
γυνὴ γέγονεν Ὀδυσσέως . τούτου πλανωμένου τὴν πλάνην , ἣν ἐπλανήθη μετὰ τὸν Τρωϊκὸν πόλεμον , πολλοί τινες ἦλθον μὲν
, ἐν ἀριστερᾷ ἔχων τὴν Βαβυλῶνα : ἵνα δὴ καὶ ἐπλανήθη αὐτῷ μέρος τοῦ ναυτικοῦ κατὰ τὰ στενὰ ἀπορίᾳ ἡγεμόνος
6262528 Σαρδιανος
. Σαμιακὴ λαύρα : ἐπὶ τῶν εἰς τρυφὴν ἐκκεχυμένων . Σαρδιανὸς κάπηλος : ἐπὶ τῶν εἰς τὰ χείρω μεταβαλλόντων .
ἢ τὴν Κύρου καταλύσει ; καίτοι οὐκ ὀλίγων ταλάντων ὁ Σαρδιανὸς ἐκεῖνος ὄλεθρος τὸ ἀμφιδέξιον τοῦτο ἔπος ἐπρίατο . Αὐτά
6261088 ὀνειροκριτης
, ταῦτα γὰρ ἐν τῇ συνθέσει βαρύνονται , οἷον δικαιοκρίτης ὀνειροκρίτης φιλαλήθης μισαλήθης : ἰδοὺ ταῦτα ἐν τῇ συνθέσει ἐβαρύνθησαν
φυγῆς ] φυγῇ κατεδικάσθη Ξενοφῶν . . . . οὗτος ὀνειροκρίτης ἦν , καὶ ὡς ἔκρινεν εἴ τι ἀπέβαινεν ,
6243893 μεγαλοπρεπεστατα
Ἀθηναίους καὶ διδόντος τι αὐτοῖς ἀγαθὸν μᾶλλον ἢ λαμβάνοντος , μεγαλοπρεπέστατα δὲ τοῦ Ἀθήνησι θρόνου ἐπεμελήθη ἐσθῆτα μὲν πλείστου ἀξίαν
ὑμετέρων ἔλαβον , καὶ χώραν : ἄξιον οὖν σοι καὶ μεγαλοπρεπέστατα τιμῆσαι Σεύθην . εὔνους δέ σοι ὢν παραινῶ :
6243642 Δαμασκιος
, . , τοῦτον . . . ἐξηγητὴν αὑτῷ γεγενῆσθαι Δαμάσκιος ἀναγράφει καὶ τῆς συντάξεως τῶν ἀστρονομικῶν Πτολεμαίου βιβλίων .
ὡς Πρόκλος πολιτικὴ ψυχή καθαρτικὴ καὶ θεωρητικὴ ψυχή ἄτομον ὡς Δαμάσκιος τί ποτ ' ἐσμὲν αὐτοί . ἐντεῦθεν κατασκευάζει ὅτι
6229695 ἀμελετητος
γὰρ λέγων κατὰ ἀγχίνοιαν ἀποδέδωκεν . ἡ δὲ ἄσκεπτος ἀπόδοσις ἀμελέτητος : ἡ δὲ εὐβουλία βούλευσις ἀγαθή : πᾶσα δὲ
ἐκείνη γάρ , ὡς ἂν Ἑλληνὶς καὶ πεπαιδευμένη καὶ οὐκ ἀμελέτητος κακῶν , παρεμυθεῖτο μάλιστα τὴν βασιλίδα . συνέβη δέ
6217887 κτιστης
δὲ καὶ αὐτοῖς καὶ Σάμος , οὗ ἀπόγονος Βάττος ὁ κτίστης Κυρήνης : ἐν δὲ παρόδῳ ὁ Θήρας καὶ ἀπὸ
ἀγαθὸς δαίμων , Σοκονῶπις κραταιός σύνναος ναίει πλουτοδότης ἀγαθός . κτίστης καὶ γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστερόεντος καὶ ποταμῶν πάντων
6214632 Καλλαισχρος
ἀεὶ καὶ δυσμενὴς καὶ φθονερὸς καί , ὥσπερ ποτὲ ἔφη Κάλλαισχρος ἐπ ' αὐτοῦ , μᾶλλον τῷ τρόπῳ Ἀλωπεκῆθεν ἢ
τοῦ προπάππου . ►Ἐξηκεστίδης Σόλων Δρωπίδης οὗ Κριτίας ὁ πρῶτος Κάλλαισχρος οὗ Κριτίας ὁ δεύτερος Γλαύκων Χαρμίδης Περικτιόνη Πλάτων Γλαύκων
6212898 Ἀνδρογεως
φένω , τὸ φονεύω . . . . Ἀνδρόγεω : Ἀνδρόγεως , ἡ γενικὴ Ἀνδρόγεω , ὡς Μενέλεως Μενέλεω .
τοὺς ἄνδρας , . , . . . Ἀνδρόγεως : Ἀνδρόγεως , ἡ γενικὴ Ἀνδρόγεω : καὶ πλεονασμῷ τοῦ ς
6201156 διακουσας
διηγησάμενος ἡσθῇς κἀγὼ τὰ τοῦ καλοῦ κἀγαθοῦ ἀνδρὸς ἔργα τελέως διακούσας καὶ καταμαθών , ἂν δύνωμαι , πολλήν σοι χάριν
δὲ τῶν καμματίδων καὶ τῶν καμμάτων Νικοκλῆς οὕτως γράφει : διακούσας δὲ πάντων ὁ ἔφορος ἤτοι ἀπέλυσεν ἢ κατεδίκασεν .
6196554 Ὑριευς
καὶ οἱ μὲν ἀεί τι ἀπὸ τῶν τιθεμένων ἐλάμβανον : Ὑριεὺς δὲ εἴχετο ἀφασίᾳ , κλεῖς μὲν καὶ σημεῖα τὰ
βίου πέρας γενόμενος . Διὸς Ποσειδῶνος καὶ Ἑρμοῦ παῖς . Ὑριεὺς ὁ Ποσειδῶνος καὶ Ἀλκυόνης , μιᾶς τῶν Ἄτλαντος θυγατέρων
6185872 ἐγεωργησεν
γράφει δὲ καὶ ταυτὶ ὁ ῥήτωρ “ ὃς δύο ἔτη ἐγεώργησεν ” οὔτε ἰδίαν ἐλαίαν οὔτε μορίαν οὔτε σηκὸν παραλαβών
ὁμόνοιαν ἀνακραθῇ . Καὶ ταύτην δὲ τὴν ἀπόφασιν πρῶτος Ὅμηρος ἐγεώργησεν , Ἀναξαγόρᾳ σπέρματα τῆς ἐπινοίας χαρισάμενος ἐν οἷς φησίν
6171181 μετεσχεν
εἶπε : τὴν γὰρ περιφερομένην ὡς Τηλαύγους ἐπιστολὴν ὅτι τε μετέσχεν Ἱππάσου καὶ Βροτίνου , μὴ εἶναι ἀξιόπιστον . ὁ
τοὺς πόθους Κυθήρης ἵνα καὶ ῥόδου κρατήσῃς . Ἀρετῆς πόσης μετέσχεν , ὅτ ' ἂν εἰς ῥόδον μετῆλθεν τὸ φυτὸν
6142765 Φερης
. . . , . † αἰφηρητιάδαο : ἀπὸ τοῦ Φέρης Φέρητος γίνεται ὄνομα Φερητίδης καὶ πλεονασμῷ τοῦ α καὶ
κατὰ κλέος : κατὰ τὴν Ἰάσονος ἐπάνοδον . ἐγγὺς μὲν Φέρης : πλησίον αἱ Φεραὶ τῆς Ἰωλκοῦ : κρήνη δὲ
6140345 ἀτιζω
ἀτίζων ἔρχεται : τίω καὶ ἀτίω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ζ ἀτίζω . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀτιμάζω κατὰ συγκοπήν , .
. ἔστιν γὰρ ἀταλός ἀναδιπλασιασμόν ' . . . . ἀτίζω : εἰ μὲν σημαίνει τὸ ὑπερορῶ , γίνεται παρὰ
6137440 νενομικα
. ἔπειτα καὶ τρόπον τινὰ τὸ πρᾶγμά μοι λυσιτελὲς εἶναι νενόμικα . οἷον φίλερίς τίς ἐστι καὶ μάχεταί τί μοι
τις ἄλλος μικρὸς ᾖ : τοὺς γὰρ μεγάλους τούτους ἅπαντας νενόμικα ἀνθρωποφάγους ἰχθῦς . τί φής , ὦ φίλτατε ,
6134624 ἐκαθηρε
βωμοὺς αὐταῖς ἱδρύσατο Ἀθήνησι , καὶ θύειν παρεκελεύετο . οὗτος ἐκάθηρε τὰς Ἀθήνας : ἦν δὲ Κρὴς τῶι γένει καὶ
ἐπεὶ δριμύτερόν πως ἐκεῖνο ὂν ἐτύγχανε , πρὸς βραχὺ μὲν ἐκάθηρε τὰ προσήκοντα , τῇ δὲ δριμύτητι προϊὸν καὶ τῶν
6133849 τετελευτηκεν
τιμᾶν ὥστε τοσούτων ὅσων ἀκηκόατ ' ἀξιοῦν , ἐπειδὴ δὲ τετελεύτηκεν , [ μηδεμίαν ποιησαμένους τούτων μνείαν ] ἀφελέσθαι τι
ὁ δ ' ἐγκαταλειφθεὶς ὑπὸ τούτου τελευταῖος ἁπάντων τῶν εἰσποιηθέντων τετελεύτηκεν ἄπαις , ὥστε γίγνεται ἔρημος ὁ οἶκος , καὶ
6126779 γηινος
τοῦ ἀρίστου συνεχῶς ἐμπεριπατεῖν . ἐπὶ τούτῳ μάλιστα δυσχεράνας ὁ γήινος Ἐδὼμδέδιε γὰρ περὶ τῆς τῶν ἑαυτοῦ δογμάτων ἀνατροπῆς τε
, μήτε τὰ δεξιὰ μήτε τὰ εὐώνυμα , οἷς ὁ γήινος Ἐδὼμ ἐμπεφώλευκε , τοτὲ μὲν ὑπερβολαῖς καὶ περιουσίαις ,
6116115 σμικρολογια
; Μή σε λάθῃ μετέχουσα ἀνελευθερίας : ἐναντιώτατον γάρ που σμικρολογία ψυχῇ μελλούσῃ τοῦ ὅλου καὶ παντὸς ἀεὶ ἐπορέξεσθαι θείου
, μή σε λάθῃ μετέχουσα ἀνελευθερίας . ἐναντιώτατον γάρ που σμικρολογία ψυχῇ μελλούσῃ φιλίας ἀληθινῆς ἐπορέξεσθαι . ὁρῶμεν γάρ που
6111692 περιεισι
τὰς Προυρίδας καλουμένας πύλας : εἶτ ' ἔξω τοῦ τείχους περίεισι κύκλῳ περικαθαίρων αὐτῷ τὴν πόλιν , καὶ τότε ὑπὸ
οὕτως ἔχει , ἀλλὰ τὸν μὲν κύκλον ἐν ἄλλῳ χρόνῳ περίεισι , τὴν δὲ κατὰ πλάτος παραχώρησιν ἐν ἄλλῳ τῳ
6110851 ᾐσθανεσθε
γιγνόμενον ἐς ἅπαντα . “ Ὧν ἴσως ὑμεῖς οὐκ ἀκριβῶς ᾐσθάνεσθε , ἀλλὰ μόνην αὐτοῦ τὴν ἐν τοῖς πολέμοις ἀρετὴν
τοῦ πατρὸς ἑαυτοῦ προθυμίας καὶ βοηθείας , ἧς ἐπιγιγνομένης καλῶς ᾐσθάνεσθε , αἰσχρὸν δὲ παρελθούσης ἐπιλαθέσθαι . προφέρει δὲ συνθήκας
6110546 ἐνορκος
ἑξακισχίλια γενομένων φυγὴ δεκαετὴς καταψηφίζεται τοῦ κρινομένου . Ἐξωμοσία . ἔνορκος παραίτησις δι ' εὔλογον αἰτίαν . Ἐπαγωγαί . ἀγωγαὶ
Προοίμιον ἱστορικόν αʹ : . Ἐπιστολαί αʹ : . Ἐκκλησία ἔνορκος αʹ : . Περὶ γήρως αʹ : . Δίκαια
6108475 ξενοτροφειν
δ ' οὔτε τῶν ἐκείνου πραγμάτων οὐδὲν στασιάζειν παρασκευάζομεν οὔτε ξενοτροφεῖν ἐθέλομεν οὔτε στρατεύεσθαι τολμῶμεν . οὔκουν ἐστὶν οὐδὲν δεινόν
τυραννευθέντες ὑπὸ τοῦ εἰσάγοντος τοὺς ξένους . Ἂν δὲ δέῃ ξενοτροφεῖν , ὧδε ἂν ἀσφαλέστατα γίγνοιτο . Χρὴ τοῖς ἐν
6107103 περιθετον
καὶ τέχνην , Ἀγλαΐδα ὄνομα , τὴν Μεγακλέους παῖδα . περίθετον δὲ εἶχε κόμην καὶ λόφον ἐπὶ τῆς κεφαλῆς .
δὲ αὐτὸν ὡς μετ ' αὐτοῦ ἑταιρίζοντα . ὅτι τὴν περίθετον οὕτως . καὶ τοῦτο δὲ εἰς μαλακίαν , ἵνα
6103408 Χυτρεους
τάφους λουτρά . Χύτραν ποικίλλειν : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς : ἤτοι ὀστράκινος , εὐτελής . Χρυσὸς Κολοφώνιος :
: ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Χυτρεοῦς θεός . καί : Χυτρεοῦς ἄνθρωπος : ὀστράκινος , εὐτελής . Χωρὶς τὰ Μυσῶν
6103288 ἐσχατογηρως
ὠμογέροντα καλοῦσιν , εἶτα γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα ἐσχατόγηρως ⌊ ⌋ . γελοῖον καὶ εὐτράπελον διαφέρει . γελοῖον
καὶ ὠμογέροντα καλοῦσιν , γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα ἐσχατόγηρως . . . . . . : Τὰ τέλεια
6103095 ἀπετυχε
πενθεσίλειαν : Ὑπὲρ ἀμπλακίαν . ἁμαρτίαν , ἀποτυχίαν , ἣν ἀπέτυχε μὴ λαβὼν τὰς ὑπεσχημένας αὐτῷ ἀθανάτους ἵππους παρὰ τοῦ
, ἐθάρρουν τε τῷ ὀνείρῳ καὶ οἱ περὶ αὐτόν : ἀπέτυχε δὲ τῆς αἰτήσεως . ἔλαβε γὰρ τὸν στέφανον οὐκ
6097718 ταπεινωσει
τὸν πλησίον αὐτοῦ , καὶ πρὸς τὸν Λευὶ ἐγγίσατε ἐν ταπεινώσει καρδίας , ἵνα δέξησθε εὐλογίαν ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ
ταπείνωσις : ταπεινὸν δὲ ἡ δειλία , ἡ δὲ ἀνδρεία ταπεινώσει καὶ δειλίᾳ πολέμιον . ” καὶ ὁ ποταμὸς ὁ
6096762 πεφευγε
, τάχα δὲ καὶ παρὰ Δημοσθένει πολλαχοῦ , Θουκυδίδης μέντοι πέφευγε τὸ εἶδος . Παραδείγματα δὲ αὐτοῦ λάβοι τις ἂν
καὶ κίναιδον σκω [ ] πῶς πέπαιχεν ? , πῶς πέφευγε [ ] ἀνάλυσιν , φάσιν , κἀποκοπη μ ?
6096348 Πλευρωνιαν
οὐ χρυσόμορφος οὐδ ' ἐπημφιεσμένος πτίλον κύκνειον , ὡς κόρην Πλευρωνίαν ὑπημβρύωσεν , ἀλλ ' ὁλοσχερὴς ἀνήρ * * *
τὴν Ἀκαρνανίαν : καὶ ἔτι τὰ τοιαῦτα , ὅτι τὴν Πλευρωνίαν ὑπὸ Κουρήτων οἰκουμένην καὶ Κουρῆτιν προσαγορευομένην Αἰολεῖς ἐπελθόντες ἀφείλοντο
6095191 ἐτυφλωσεν
] ἐσκοτισμένῃ . Ξ δίδυμα ] τοὺς δύο ὀφθαλμοὺς ἑαυτοῦ ἐτύφλωσεν . δίδυμα ] διπλᾶ . δίδυμα ] διπλᾶ ,
, ὅτι τὴν μὲν μίαν ἐκαρατόμησε , τὰς δὲ δύο ἐτύφλωσεν : ὀφθαλμῷ γὰρ αἱ τρεῖς ἐχρῶντο ἑνί . εὐπάραον
6089561 καταπαιζεις
; φήμαις οὖν ἐγὼ βροτῶν ἅπαντας ἐκλαπῆναι . χαριεντίζει καὶ καταπαίζεις ἡμῶν καὶ βωμολοχεύει . ψίθυρός τε καλοῦ καὶ ψωμοκόλαξ
τοῦ παίζειν τε καὶ σκώπτειν . Ἀριστοφάνης Γηρυτάδῃ χαριεντίζει καὶ καταπαίζεις ἡμῶν καὶ βωμολοχεύει . Γ Γαληψός : Ἀντιφῶν κατὰ
6088410 ἀναμιμνῃσκεται
προχειρίζεται καὶ προβάλλει λόγους , εἶτα ἀπὸ εἰκόνων τούτων πάντων ἀναμιμνῄσκεται τῶν εἰδῶν τῶν ἐν τῷ δημιουργικῷ νῷ : οὐκ
θεασάμενοι : ὁρῶμεν δὲ αὐτὸ ἀναμνησθέντες αὐτοῦ ἐνταῦθα ὄντες : ἀναμιμνῄσκεται δὲ ὅ ποτε θεασάμενος : ἐθεασάμεθα δέ ποτε εἰ
6078828 Κλαζομενιος
καὶ χώρῃ ἕπεσθαι . . . Ἀναξαγόρας Ἡγησιβούλου ἢ Εὐβούλου Κλαζομένιος . οὗτος ἤκουσεν Ἀναξιμένους , καὶ πρῶτος τῆι ὕληι
, = / ] . . . Ἀ . δὲ Κλαζομένιος ἦν , ἀλλ ' ὅτι νομιζόντων Ἀθηναίων τὸν ἥλιον
6073612 διαῤῥεουσι
. . . οϚ γοʹ λϚ δʹ . Ποταμοὶ δὲ διαῤῥέουσι τὴν χώραν ἀπὸ τῶν εἰρημένων ὀρέων ἐκτρεπόμενοι , ἄλλοι
. . . πβ λε ∠ ʹ . Ποταμοὶ δὲ διαῤῥέουσι τὴν χώραν συμβάλλοντες τῷ Τίγριδι ποταμῷ , ὅ τε
6071191 διηκουσεν
κολασθῆναι , μηδὲ λόγου τοὺς πολίτας καταξιώσας . Εὐφράνορος δὲ διήκουσεν Εὔβουλος Ἀλεξανδρεύς , οὗ Πτολεμαῖος , οὗ Σαρπηδὼν καὶ
. σοφιστὴς δὲ παρὰ τούτοις ἔνδοξος γεγένηται Διοτρέφης , οὗ διήκουσεν Ὑβρέας ὁ καθ ' ἡμᾶς γενόμενος μέγιστος ῥήτωρ .
6070978 Ἀκουσον
ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων : ἐπίταττε οὖν ὅτι βούλει . Ἄκουσον δή , εἰπεῖν τὸν Ἐρυξίμαχον . ἡμῖν πρὶν σὲ
δὲ σῶμα καὶ δόμων περιπτυχὰς καταιθαλώσῃ σου Λικυμνίαις βολαῖς . Ἄκουσον , αὕτη : παῦε τῶν παφλασμάτων : ἔχ '
6070139 ἀναστημα
τε τῶν ὀδόντων ὑπερφυὲς καὶ στόματος ἀγρίαν πρόσοψιν καὶ κυκλώματος ἀνάστημα παράδοξον . διόπερ τῷ φόβῳ τὰ χρώματα τῶν προσώπων
ἐν Αἰγύπτῳ , καθάπερ δικρόαν ἔχοντες : τὸ δ ' ἀνάστημα τοῦ στελέχους ἀφ ' οὗ ἡ σχίσις καὶ πεντάπηχυ
6070096 ἐπιμελῃ
ὦ Ἰσχόμαχε , ἀφ ' ὧνπερ ἤρξω , πῶς ὑγιείας ἐπιμελῇ ; πῶς τῆς τοῦ σώματος ῥώμης ; πῶς θέμις
εὐθὺς ἐλθὼν πρὸς τὸν Ἀρχίδαμον εἶπεν : Ὅτι μὲν ἡμῶν ἐπιμελῇ ἤδη ἴσμεν : εὖ δ ' ἐπίστω , Ἀρχίδαμε
6069968 παρηκουσεν
μὴ κοινωνεῖν τῇ γυναικὶ μηδὲ συνουσιάζειν αὐτῇ , οὗτος δὲ παρήκουσεν αὐτοῦ καὶ ἐγένετο ἀνόμως πατήρ , διὰ τοῦτο ἐμίσησεν
φησὶν ὁ Δίδυμος ἐν τῷ τοῦ δράματος ἐξηγητικῷ , ὅτι παρήκουσεν Ὁμήρου λέγοντος : πέμπτῳ δ ' ἀμφίθετον φιάλην ἀπύρωτον
6068244 Προκλος
ἐνταῦθα Προκλικῶν ματαίων πλασμάτων : ἐν γὰρ τοῖς σπουδαίοις ὁ Πρόκλος οὐδὲν γράφων , ἐν τοῖς τοιούτοις μεγαλήγορος , καὶ
Πλούταρχος : οἱ δὲ μέχρι μόνης τῆς λογικῆς , ὡς Πρόκλος καὶ Πορφύριος : οἱ δὲ μέχρι μόνου τοῦ νοῦ
6068110 χρηζων
τὰς δισσὰς πέτρας , ὅπου ὁ θαλάσσιος κύων ἐξῆλθε * χρήζων * φαγεῖν Ἀνδρομέδαν , ἀντὶ δὲ Ἀνδρομέδας ὑπεχώρησε λαβὼν
: θεῖος : Κεῖος : ῥεῖος : χρεῖος , ὁ χρήζων : πλεῖος : λεῖος : τὸ νειὸς ὀξύτονον καὶ
6067156 γαννυμενος
μάντεις δάφνας ἐσθίοντες ἐμαντεύοντο ἵνα τῇ ὀπωπῇ καὶ τῇ ὀσφρήσει γαννύμενος ὁ θεὸς ἀντιδίδωσιν αὐτοῖς τὰς θεοπροπίας * χαίρων *
φόβος . Ἀγησίλαος καὶ φαιδρὸς τὴν ὄψιν , μάλα δὴ γαννύμενος ἐστρατήγησε χάριν οἶδα Τισαφέρνῃ τῆς ἐπιορκίας : ἑαυτῷ μὲν
6065114 Πεποιηται
ταῦτα διὰ τοῦ παρεισαγομένου προσώπου σοφωτάτου παρ ' αὐτῷ . Πεποίηται γὰρ Ὀδυσσεὺς ἀναφωνῶν : οὐ γὰρ ἔγωγέ τί φημι
ᾗ τοῦ τε Προμηθέως ἐστὶ τύπος καὶ τοῦ Ἡφαίστου . Πεποίηται δὲ , ὡς καὶ Λυσιμαχίδης φησὶν , ὁ μὲν
6061444 Ναυσιφανης
δὴ Ἀπολλόδοτος ὁ Κυζικηνὸς τὴν ψυχαγωγίαν [ , ] καθάπερ Ναυσιφάνης τὴν ἀκαταπληξίαν [ ] : ταύτην γὰρ ἔφη ὑπὸ
περὶ αὐτοῦ διήκουσε τοῦ Πύρρωνος . . . ἔτι τε Ναυσιφάνης ὁ Τήιος , οὗ φασί τινες ἀκοῦσαι Ἐπίκουρον .
6060558 Ἀριστο
τοῖς ἔχουσι δὲ λόγος οὐδεὶς τῆς βοῆς , ἀλλ ' Ἀριστό - δημος μέχρι τῶν ὅρκων ἐτηρούμην ὁ Σύρος .
τούτοις ὁ Πίνδαρος ὡς καὶ ἐν ἄλλοις . ὁ δὲ Ἀριστό - δημός φησι τὰς ἑπτὰ πυρὰς . . .
6055159 καταλεγουσιν
, δεσμοῦ ] τε πάθος τόδ ' ἐποψόμενοι . Ἔπειτα καταλέγουσιν ὅσην χώραν ἐπῆλθον Πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης μέγαν
δεσμοῦ τε πάθος ˈ τόδ ' ἐποψόμενοι ˈ . ἔπειτα καταλέγουσιν , ὅσην χώραν ἐπῆλθον : πῆι μὲν δίδυμον ˈ
6054038 Βηλος
. Λιβύης δὲ καὶ Ποσειδῶνος γίνονται παῖδες δίδυμοι Ἀγήνωρ καὶ Βῆλος . Ἀγήνωρ μὲν οὖν εἰς Φοινίκην ἀπαλλαγεὶς ἐβασίλευσε ,
τὴν ὀξύτητα δηλοῦντος καθὰ ὥστε ἀκρωνυχίαν ὄρους φαμέν . Ὁ Βῆλος ἐκ τοῦ Διὸς λέγεται εἶναι καὶ τῆς Ἰοῦς .
6053587 Χολοβητηνη
Τιγράνης ἀρχόμενος ἄρχεται σατράπης . ἡ δὲ χώρα ἧς ἐπῆρχε Χολοβητηνὴ ὀνομάζεται „ . τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως διὰ τὴν πρόληψιν
† ἀρχόμενος ἄρχεται σατράπης . ἡ δὲ χώρα ἧς ἐπῆρχε Χολοβητηνὴ ὀνομάζεται . . . . Ἐλέγεια : χωρίον πέραν
6047678 Πυδναιος
Μακεδονικοῖς . ἣ κατὰ παραφθορὰν Πύδνα λέγεται . τὸ ἐθνικὸν Πυδναῖος . ἔστι καὶ Κύδνος ποταμὸς Κιλικίας . Κύδραι ,
ποιήσει , εἰπεῖν φασιν αὐτὸν ὅτι ἦν αὐτῷ Ἀπολλοφάνης ὁ Πυδναῖος ξένος καὶ φίλος , ἐπειδὴ δὲ δολοφονηθεὶς ἐτελεύτησεν ἐκεῖνος
6045414 οἰκογενης
τὴν θεραπείαν αὐτῶν οὐδεὶς ἦν οὔτ ' ἀργυρώνητος οὔτ ' οἰκογενὴς δοῦλος ἀλλὰ τῶν ἐπιφανεστάτων , ἱερῶν υἱοὶ πάντες ,
? ἔοικεν , παρ [ ] ' αὐτῶι μειρακίσκος - οἰκογενὴς - ὄνομα Κηφισοφῶν , [ πρὸς ] τοῦτον οὖν
6039408 Ἱππων
πεπερασμένην αὐτήν φασιν , ὥσπερ Θαλῆς μὲν Ἐξαμύου Μιλήσιος καὶ Ἵππων , ὃς δοκεῖ καὶ ἄθεος γεγονέναι , ὕδωρ ἔλεγον
Μεταποντῖν Ξενοφάνης δ ' ὁ Κολοφώνιος γῆν καὶ ὕδωρ . Ἵππων δὲ ὁ Ῥηγῖνος πῦρ καὶ ὕδωρ , Οἰνοπίδης δὲ
6037634 ἀρχηγος
. καὶ τό γε τούτου πρότερον , τὸ „ Ἑλλήνων ἀρχηγὸς „ ἀκριβῶς ἥρμοττεν αὐτῷ : πᾶσι γὰρ αὐτὸς ἦρξε
πρῶτος λέγεται τοῦτο μετελθεῖν τὸ εἶδος καὶ ὅλως εὑρετὴς καὶ ἀρχηγὸς γενέσθαι τοῦ τύπου τοῦ πολιτικοῦ : καὶ γάρ ἐστι
6036639 Μηνοδοτος
τῶν Σαμίων ταὧς ἐστιν . ἐπεὶ δὲ καὶ τῶν μελεαγρίδων Μηνόδοτος ἐμνήσθη , λέξομέν τι καὶ ἡμεῖς περὶ αὐτῶν .
διὰ παντὸς προνενοημένος τῆς ἀσφαλείας . , . . ) Μηνόδοτος δὲ ὁ Περίνθιος τὰς Ἑλληνικὰς πραγματείας ἔγραψεν ἐν βιβλίοις
6034354 ἀποφηνῃ
καὶ διασπάσῃ τοῖς ὄνυξι καὶ ἀποδρὰς οἴχηται καὶ τοῖς ἀγρευταῖς ἀποφήνῃ τὸν κάματον μάταιον , οἷον φιλεῖ συμβαίνειν πολλάκις ἐν
ἔχων ἐπιεικῆ , ἵνα τὰς μούσας αἷσιν χρῆται μὴ προαγωγοὺς ἀποφήνῃ : οὐδ ' , ὅτε πρῶτόν γ ' ἦρξε
6032485 Καρυστον
] ἔγγιστα ἄκρας σταδίους υνʹ . Ἀπὸ τῆς Γεραιστοῦ εἰς Κάρυστον σταδίους ρκʹ . Ἐκ Καρύστου εἰς Πεταλίας σταδίους ρʹ
δ ' ἐναλίαν Κήρινθον ὡσαύτως Κόθον , Δρύοπας δὲ τὴν Κάρυστον ὠνομασμένην : ἡ δ ' Ἑστίαια γέγονε Περραιβῶν κτίσις
6031914 ἀνωθει
ἧττον ἐνοχλοῦνται . καὶ γὰρ τοῦτο ποιεῖ καὶ ἀναφέρει καὶ ἀνωθεῖ πρὸς τὰ ἄνω . διὰ τὸ αὐτὸ δὲ καὶ
χώραις γίνεσθαι τὰς χαλάζας , ὅτι ἐπὶ πλεῖον τὸ θερμὸν ἀνωθεῖ ἀπὸ τῆς γῆς τὰς νεφέλας . ̈ . ,
6030419 Κεκροπιδαι
τινος ἐξ οὗ κατάγεται . Ὥσπερ οἱ Ἡρακλεῖδαι , καὶ Κεκροπίδαι , καὶ οἱ λοιποί . . ΚΥΚΝΟΝ Τ '
, ὑπὲρ ἀμφοτέρων ἅπασαν ᾤοντο δεῖν ἀγωνίαν ἐκτεῖναι . ᾔδεσαν Κεκροπίδαι τὸν ἑαυτῶν ἀρχηγὸν τὰ μὲν ὡς ἔστιν δράκων ,
6029782 ἐναλιας
ὦ παῖ Πηλέως , σοῦ τ ' ἄξια καὶ τῆς ἐναλίας δαίμονος , σεμνῆς θεοῦ . φεῦ : πῶς ἄν
ὅσον ς ' ἔδει . λείψεις τόδ ' ἁγνὸν τέμενος ἐναλίας θεοῦ ; εἰ μὴ θανοῦμαί γ ' : εἰ
6024332 Ὠσηε
. καὶ γάρ τις εἶπεν προφήτης ὧν προεγράψαμεν , ὀνόματι Ὠσηέ : ” Τίς σοφὸς καὶ συνήσει ταῦτα , συνετὸς
Ἱεζεκιήλ λγ = γ ἐρώτησον Δανιήλ λδ = ξη ἐρώτησον Ὠσηέ λε = οϚ ἐρώτησον Ἰωήλ λϚ = ν ἐρώτησον
6018274 ἠλπιζεν
δὲ πεπαῦσθαι . . . : μέχρι μὲν τῆς νόσου ἤλπιζεν ὠφελήσειν τι αὐτὸν τοὺς περὶ τῆς καρτερίας λόγους ,
συμφορῶν αἰτιώτατον . Τυχὼν γὰρ ὁ βασιλεὺς παραδόξως ὧνπερ οὐκ ἤλπιζεν , ἀπραγματεύτως ᾠήθη τὴν βασιλείαν Ῥωμαίων λήψεσθαι αὖθις καὶ
6016202 αἰρομαι
λάβοιτο τοῦ Σικελοῦ κάτω θέμενος : ἄνω γὰρ ὥσπερ κοττάβιον αἴρομαι . Ἀντιφάνης : κότταβος τὸ λυχνίον ἐστί : πρόσεχε
λάβοιτο τοῦ σκέλους κάτωθέ μοι ; ἄνω γὰρ ὥσπερ κοττάβειον αἴρομαι . ὕπνος αὐτὸν ὄντα κακόσιτον τρέφει . δίπυρον καὶ
6014238 ἐξεχωρησεν
. τούτοις δ ' ἐναντιοῦται Τίμαιος , ῥητῶς λέγων ὡς ἐξεχώρησεν εἰς Πελοπόννησον καὶ τὸ σύνολον οὐκ ἐπανῆλθεν : ὅθεν
, τὸ δὲ ἀραιὸν καὶ τὸ θερμὸν καὶ τὸ ξηρὸν ἐξεχώρησεν εἰς τὸ πρόσω τοῦ αἰθέρος . , καὶ τὰ
6013414 ἐμηνυσεν
. καὶ τῶν μὲν οὐδὲν προσήπτετο ζῷον , Ἀκάμας δὲ ἐμήνυσεν ὅτι εἶεν Ἀργεῖοι τὸ Παλλάδιον ἔχοντες . καὶ οἱ
Πῶς δ ' οὔ ; Καὶ νῦν δή τις λόγος ἐμήνυσεν ἡμῖν , ὥσπερ καὶ κατ ' ἀρχάς , μὴ
6013213 Θειοδαμαντος
καί οἱ ὕλας ] οὗτος Ἡρακλέους ἐρώμενος , υἱὸς δὲ Θειοδάμαντος τοῦ Δρύοπος . καὶ Μνασέας μὲν οὕτως : Ἑλλάνικος
Ἡρακλεῖ γέγονεν ὁ πρὸς τοὺς Δρύοπας πόλεμος . τοῦ γὰρ Θειοδάμαντος ἀνελθόντος εἰς τὴν πόλιν , καὶ εἰπόντος ὡς Πολέμιος
5998876 Λογισμος
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
5995915 Αὐναν
αὐτῆς . Ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ θαλάμου ἐπεγάμβρευσα αὐτῇ τὸν Αὐνᾶν : καίγε οὗτος ἐν πονηρίᾳ οὐκ ἔγνω αὐτήν ,
Βησσοῦς εἰς γυναῖκα . Αὐτὴ ἔτεκέ μοι τὸν Ἦρ καὶ Αὐνᾶν καὶ Σιλώμ : ὧν τοὺς δύο ἀτέκνους ἀνεῖλε Κύριος
5995793 Ἀντιφατης
ἐμὸν ἀντίθεον Μελάμποδα „ . [ Μελάμπους γάρ , οὗ Ἀντιφάτης , οὗ Ὀικλῆς , οὗ Ἀμφιάραος , ὅθεν Ἀμφίλοχος
, Μελαμποδίδας , Βιαντίδας , Προιτίδας . Μελάμποδος μὲν οὖν Ἀντιφάτης , οὗ Ὀϊκλῆς , οὗ Ἀμφιάραος : Βίαντος δὲ
5995007 Νικομηδευς
οὗ Ἀντίοχος Λαοδικεὺς ἀπὸ Λύκου : τούτου δὲ Μηνόδοτος ὁ Νικομηδεύς , ἰατρὸς ἐμπειρικός , καὶ Θειωδᾶς Λαοδικεύς : Μηνοδότου
ἐπισημοτάτου βασιλέως . ἣ καὶ Ὀλβία ἐκλήθη . ὁ πολίτης Νικομηδεύς . καὶ τὸ κτητικὸν Νικομήδειος , καὶ θηλυκῶς καὶ
5993101 Ἐπαφος
δὲ γένναν πρὸς δέκ ' ] τρισκαιδέκατος . ἀπὸ Ἰοῦς Ἔπαφος , οὗ Λιβύη , ἧς Βῆλος , οὗ Δαναὸς
τὴν ἀρχὴν ἔσται καὶ τὸ τέλος . σπέρμα ] ὁ Ἔπαφος . ἐκφυγεῖν ] λείπει τὸ δοίη . θέλουσαν ]
5992720 ἐπηρχε
Τιγράνης † ἀρχόμενος ἄρχεται σατράπης . ἡ δὲ χώρα ἧς ἐπῆρχε Χολοβητηνὴ ὀνομάζεται . . . . Ἐλέγεια : χωρίον
. ἔκτισαν μὲν οὖν αὐτὴν Μιλήσιοι , κατασκευασαμένη δὲ ναυτικὸν ἐπῆρχε τῆς ἐντὸς Κυανέων θαλάττης , καὶ ἔξω δὲ πολλῶν
5992597 ἑξαγια
κηκὶς καὶ κροκόμαγμα μετ ' οἴνου ἐπιχρίεται , ἢ δαφνίδων ἑξάγια β καὶ πηγάνου φύλλων # β , νάπυος ⋖
χυλοῦ ἑξάγια βʹ , κρόκου , ὀπίου , γομφίτου ἀνὰ ἑξάγια γʹ ςʹʹ . τὸ ὄπιον καὶ τὸν γομφίτην λείωσον
5989346 Τηρης
Πρόκνην τὴν Πανδίονος ἀπ ' Ἀθηνῶν σχόντι γυναῖκα προσήκει ὁ Τήρης οὗτος οὐδέν , οὐδὲ τῆς αὐτῆς Θρᾴκης ἐγένοντο ,
ἐν τῷ πρὸς Φίλιππον πολέμῳ εἰς ἐνενήκοντα τελῶν ἔτη . Τήρης δὲ Ὀδρυσῶν βασιλεύς , καθά φησι Θεόπομπος , δύο
5987411 πανσοφος
προ [ ] ἐπὶ τοῦ τραχὺ ἀκούει . τὸ δὲ πάνσοφος ἡ εἰωθυῖά ἐστι τοῦ Σωκράτους εἰρωνεία : τὸ γὰρ
ἀγχιστεύει . οὔκουν δεοίμην ἂν εὔχεσθαι ἔτι , καθάπερ ὁ πάνσοφος Πλάτων , ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ γένους τοῦ ἀνθρωπίνου ,
5986738 Μαλλωτης
ἀπεχώρησαν . Ταῦτα δ ' ἄλλοι τε καὶ Λυσανίας ὁ Μαλλώτης ἐν τοῖς Περὶ Ἐρετρίας εἴρηκε . . . .
ἀμβλυωπίας εἰς ὕδωρ θερμὸν βαλλόμενος , καθὼς ἱστορεῖ Νικίας ὁ Μαλλώτης ἐν τοῖς περὶ Λίθων . Κάϊκος ποταμός ἐστι τῆς
5985496 στυρακινου
. Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης ,
μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως
5984469 περιεγενετο
ἢ τῷ κοινῷ , οὗ μάλιστα προνοοῦνται , ἐκ τούτου περιεγένετο ; εἰ δὲ μὴ ἐβουλεύσαντο κατ ' ἰδίαν περὶ
[ ! ] ! ! ! ες ! ! ! περιεγένετο ? ? ? ? ? . “ ” τὰ
5983272 Κερκωψ
διὰ κακοήθειαν μεταβαλεῖν φησιν ἐν τῷ Περὶ νήσων . : Κέρκωψ : Αἰσχίνης ἐν τῷ Περὶ τῆς πρεσβείας . Ἐν
ἣν καὶ τοὺς πρὸς Ἀριάδνην ὅρκους παρέβη , ὥς φησι Κέρκωψ . Φερεκύδης δὲ προστίθησι καὶ Φερέβοιαν . πρὸ δὲ
5980106 Στρατονικευς
κέκληται δὲ ἀπὸ Στρατονίκης τῆς Ἀντιόχου γυναικός . ὁ πολίτης Στρατονικεύς . ἐκτίσθη δὲ ὑπὸ Ἀδριανοῦ καὶ Ἀδριανούπολις ὠνομάσθη .
ἱμάς . τὸ δ ' αὐτὸ ἠξίου καὶ Δράκων ὁ Στρατονικεύς , ἔτι δὲ καὶ Τυραννίων . οὐκ ἔχει δὲ
5978877 ἠκουσατ
τ ' ἀρκέσαι σᾶς δειρᾶς . ἰώ μοί μοι . ἠκούσατ ' ἀρχὰς δεσπότου στεναγμάτων ; ἰὼ τέκνον . καλεῖ
Ναυσίμαχον καὶ Ξενοπείθην τοὺς εἰληχότας ἡμῖν , παρεγραψάμεθα , ὥσπερ ἠκούσατ ' ἀρτίως , μὴ εἰσαγώγιμον εἶναι τὴν δίκην .
5973605 ηὐξω
Πηλέως ἠγρίανες καὶ παρήκουσας τοῦ πρεσβύτου , ὃν πολλαπλοῦν σοι ηὔξω γενέσθαι καὶ ἀνακαλουμένου σε ἐκ τῆς ὀργῆς καὶ πραΰνοντος
νῦν καταστρεψάμενος ἔχεις . ἐγὼ μὲν εὖ οἶδ ' ὅτι ηὔξω ἂν τὰ νῦν πεπραγμένα μᾶλλόν σοι καταπραχθῆναι ἢ πολλαπλάσια
5969383 Αἰγιαλευς
δὲ οἱ στρατευόμενοι οἵδε : Ἀλκμαίων καὶ Ἀμφίλοχος Ἀμφιαράου , Αἰγιαλεὺς Ἀδράστου , Διομήδης Τυδέως , Πρόμαχος Παρθενοπαίου , Σθένελος
δυστυχησάντων : τῶν γὰρ ἀπογό - νων Θηβαίοις ἐπιστρατευσάντων μόνος Αἰγιαλεὺς ἀπώλετο Ἀδράστου παῖς . Ἄλλοι δὲ λέγουσι , τὴν

Back