| οὐ χρυσόμορφος οὐδ ' ἐπημφιεσμένος πτίλον κύκνειον , ὡς κόρην Πλευρωνίαν ὑπημβρύωσεν , ἀλλ ' ὁλοσχερὴς ἀνήρ * * * | ||
| τὴν Ἀκαρνανίαν : καὶ ἔτι τὰ τοιαῦτα , ὅτι τὴν Πλευρωνίαν ὑπὸ Κουρήτων οἰκουμένην καὶ Κουρῆτιν προσαγορευομένην Αἰολεῖς ἐπελθόντες ἀφείλοντο |
| ἠκολούθησαν μεταβολαὶ παντοῖαι . τὰ μὲν γὰρ περὶ Κύζικον Φρύγες ἐπῴκησαν ἕως Πρακτίου , τὰ δὲ περὶ Ἄβυδον Θρᾷκες : | ||
| αὐτῷ Νιόβης παιδὶ ἴσα οἴσεσθαι Διός γε εἶναι δοκοῦντι . ἐπῴκησαν δὲ καὶ Ἑρμιόνα ὕστερον Δωριεῖς οἱ ἐξ Ἄργους : |
| Ζάβιοι , ἔθνος Ἰνδικόν , πολεμῆσαν μετὰ Δηριάδου Διονύσῳ . Ζάγκλη , πόλις Σικελίας , Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . οἱ μὲν | ||
| ἀνελπίστων τόδε : κλῆσιν ὅθεν τέθεικε τῇ πόλει Γέλαν . Ζάγκλη : ὅτι οἱ Ζαγκλαῖοι ἀπὸ Κύμης Χαλκιδικῆς πόλεως καὶ |
| εἰρήκειν καὶ πᾶσαν τὴν ἱστορίαν , ὅτι Ἥλιος Αἰήτῃ καὶ Ἀλωεῖ * τοῖς * παισὶ τὴν ἀρχὴν διενείματο . καὶ | ||
| , , : Εὔμηλος δὲ Ἥλιον ἔφη δοῦναι τὴν χώραν Ἀλωεῖ μὲν τὴν Ἀσωπίαν , Αἰήτηι δὲ τὴν Ἐφυραίαν . |
| δ ' ] ἀενάους καὶ βαθύπλουτον χθόνα καὶ τὰν Ἀφροδίτας πολύπυρον αἶαν : † ἱκνεῖται δ ' εἰσικνουμένου βέλει βουκόλου | ||
| ἀπέπεμψε : τύχησε γὰρ ἐρχομένη νηῦς ἀνδρῶν Θεσπρωτῶν ἐς Δουλίχιον πολύπυρον . καί μοι κτήματ ' ἔδειξεν , ὅσα ξυναγείρατ |
| , λαμπρὰ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . . . . Καλλιστὼ δ ' ἱέρεια ἔην κλειναῖς ἐν Ἀθήναις . . | ||
| . Εὔμηλος δὲ καί τινες ἕτεροι λέγουσι Λυκάονι καὶ θυγατέρα Καλλιστὼ γενέσθαι : Ἡσίοδος μὲν γὰρ αὐτὴν μίαν εἶναι τῶν |
| , ἦσαν Χθόνιος Οὐδαῖος Πέλωρ Ὑπερήνωρ Ἐχίων , ὃς ἔγημεν Ἀγαύην τὴν Κάδμου , ἐξ ἧς ποιεῖ Πενθέα , οὗ | ||
| ἐκοινώνησαν . καὶ γὰρ Ἐχίων εἷς ὢν τῶν Σπαρτῶν ἔγημεν Ἀγαύην τὴν Κάδμου . διὰ τοῦτο οὖν κελεύει ὁ μάντις |
| , ταύτην πόρε δίωι Ἀλωεῖ : ἣν δ ' Ἐφύρη κτεάτισς ' , Αἰήτηι δῶκεν ἅπασαν . Αἰήτης δ ' | ||
| ταύτην πόρε δίωι Ἀλωεῖ , / ἣν δ ' Ἐφύρη κτεάτισς ' , Αἰήτηι δῶκεν ἅπασαν . / Αἰήτης δ |
| ] ἔγγιστα ἄκρας σταδίους υνʹ . Ἀπὸ τῆς Γεραιστοῦ εἰς Κάρυστον σταδίους ρκʹ . Ἐκ Καρύστου εἰς Πεταλίας σταδίους ρʹ | ||
| δ ' ἐναλίαν Κήρινθον ὡσαύτως Κόθον , Δρύοπας δὲ τὴν Κάρυστον ὠνομασμένην : ἡ δ ' Ἑστίαια γέγονε Περραιβῶν κτίσις |
| τῆς γῆς : ἐλθόντα δὲ εἰς Χίον πρὸς Οἰνοπίωνα , Μερόπην τὴν γυναῖκα βιάσασθαι οἰνωθέντα : Οἰνοπίωνα δὲ χαλεπήναντα ἐκτυφλῶσαι | ||
| καθάπερ ἐπὶ τῆς γῆς . ἐλθόντα δὲ αὐτὸν εἰς Χίον Μερόπην τὴν Οἰνοπίωνος βιάσασθαι οἰνωθέντα , γνόντα δὲ τὸν Οἰνοπίωνα |
| ἀποστάντων Ἀντιπάτρου καὶ Κλονίου καὶ Ἀερόπου , τούτους καταλαβομένους Λαοδίκειαν ἐξεπολιόρκησεν . καὶ χρησάμενος μεγαλοψύχως αὐτοῖς ἀπέλυσε τῶν ἐγκλημάτων : | ||
| Ὡς τὴν Ἄορνον καλουμένην Πέτραν , ἀνάλωτον ἀεὶ γεγενημένην , ἐξεπολιόρκησεν . λϚʹ . Ὡς Ταξίλην μὲν τὸν βασιλέα τῶν |
| τὸν ὑπὲρ καθάρσεως τῆς κόπρου τῶν βοῶν καὶ τὴν Ἦλιν πορθήσας ἐκ τῶν λαφύρων ἐκεῖσε ἀγῶνα τῷ Ὀλυμπίῳ Διὶ συνεστήσατο | ||
| ποιήσασθαι τῶν νεκρῶν . κρατῶν δὲ τῶν ὑπαίθρων καὶ πολλὴν πορθήσας τῆς Λοκρίδος ἐπανῆλθεν εἰς Δελφοὺς ἐμπεπληκὼς ὠφελείας τοὺς στρατιώτας |
| νῆες ἕποντο . Οἳ δὲ Φερὰς ἐνέμοντο παραὶ Βοιβηΐδα λίμνην Βοίβην καὶ Γλαφύρας καὶ ἐϋκτιμένην Ἰαωλκόν , τῶν ἦρχ ' | ||
| , ὡς Ἔφορος . . Βοῖον : ἣν Ὅμηρος ἔοικε Βοίβην λέγειν . ἔστι δὲ Δωρικὴ πόλις οὐδετέρως λεγομένη καὶ |
| [ νέαν ] Τροιζηνίαν ? ? ? ? [ ] Τροιζηνίαν [ νέαν νεανίϲκοϲ ] [ κόρην ἐπρίατο [ ἐραϲθεὶϲ | ||
| [ Ἰωνίαν ] . κόρην ] νεανίϲκοϲ [ νέαν ] Τροιζηνίαν [ ] , Τροιζηνίαν [ νέαν νεανίϲκοϲ ] [ |
| τὴν ἀρχὴν Ἀσωπὸς ὁ παραρρέων τὴν Σικυῶνα καὶ ποιῶν τὴν Ἀσωπίαν χώραν , μέρος οὖσαν τῆς Σικυωνίας . ἔστι δ | ||
| Εὔμηλος δὲ Ἥλιον ἔφη δοῦναι τὴν χώραν Ἀλωεῖ μὲν τὴν Ἀσωπίαν , Αἰήτῃ δὲ τὴν Ἐφυραίαν : καὶ Αἰήτην ἀπιόντα |
| δὲ Ἀμαντίνην , ὡς Λεοντίνην , αὐτὴν ἔφη : Καὶ Ἀμαντίνην ᾤκισαν Ὠρικίην . . . . : Οἱ δὲ | ||
| ἅλωσιν . . . οἱ μὲν Ἄβαντες . . . Ἀμαντίνην ᾤκισαν . ἄλλοι δ ' ἀμφιφορῆας : Θεόπομπος ἀμφιφορεῖς |
| . Τῶν δ ' ὑφ ' Ὁμήρου καταλεγομένων τὴν μὲν Μέσσην οὐδαμοῦ δείκνυσθαί φασι : Μεσσόαν δ ' οὐ τῆς | ||
| κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν , Φᾶρίν τε Σπάρτην τε πολυτρήρωνά τε Μέσσην , Βρυσειάς τ ' ἐνέμοντο καὶ Αὐγειὰς ἐρατεινάς , |
| . Ἴασος δὲ τὸ Ἄργος καὶ Ἰάσιοι οἱ κατοικοῦντες . Ἰάων καὶ Ἰήων . καὶ ῥῆμα ἰαονίζω , ἀφ ' | ||
| πόλεως γέννας πενθητῆρος . κλάγξω κλάγξω δὲ γόον ἀρίδακρυν . Ἰάων γὰρ ἀπηύρα , Ἰάων ναύφαρκτος Ἄρης ἑτεραλκὴς νυχίαν πλάκα |
| . . . ἀμφικτύονες : οἱ περιοικοῦντες , Ὅμηρος : ἐϋκτίμενον πτολίεθρον . ἔστιν οὖν οἰκίζω οἰκίσω οἰκιών καὶ οἰκτιών | ||
| μοι δώῃ Ζεύς τ ' αἰγίοχος καὶ Ἀθήνη Ἰλίου ἐξαλαπάξαι ἐϋκτίμενον πτολίεθρον , πρώτῳ τοι μετ ' ἐμὲ πρεσβήϊον ἐν |
| ἀπὸ Προγάσου τοῦ υἱοῦ Μελάμπου . τὸ ἐθνικὸν Προγασεύς . Πρόκλη , πόλις Λυδίας . τὸ ἐθνικὸν Προκλαῖος . Προκόννησος | ||
| ἀπὸ Προγάσου τοῦ υἱοῦ Μελάμπου . τὸ ἐθνικὸν Προγασεύς . Πρόκλη , πόλις Λυδίας . τὸ ἐθνικὸν Προκλαῖος . Προκόννησος |
| , καὶ θαυμάζειν Ὅμηρον : ἔξεστιν δὲ ὧδε . Πόλιν οἰκίζει Πλάτων τῷ λόγῳ , οὐ Κρητικήν , οὐδὲ Δωρικήν | ||
| Φάλιος , Κορίνθιος ὢν καὶ ἐν Κερκύρᾳ ὤν , συνεκπεμφθεὶς οἰκίζει τὴν Ἐπίδαμνον τὸν παλαιὸν νόμον : σημείωσαι : ὁ |
| ἐκπίπτει , καὶ ἡ μεταξὺ τούτων Τευθρανία , ἐν ᾗ Τεύθρας καὶ ἡ τοῦ Τηλέφου ἐκτροφή , ἀνὰ μέσον ἐστὶ | ||
| τοῦ πατρὸς παρεδόθη Ναυπλίῳ ἐπὶ θανάτῳ : παρ ' οὗ Τεύθρας ὁ Μυσῶν δυνάστης παραλαβὼν αὐτὴν ἔγημε . τὸ δὲ |
| Λυκιακῶν . ἀπὸ Κράγου τοῦ Τρεμίλητος υἱοῦ , μητρὸς δὲ Πραξιδίκης νύμφης . ἐνταῦθα δ ' εἶναι καὶ τὰ ἐπονομαζόμενα | ||
| δὲ ἐν τῷ Περὶ Εὐρώπης , Σωτῆρος καὶ τῆς ἀδελφῆς Πραξιδίκης γενέσθαι Κτήσιον υἱὸν , καὶ θυγατέρας Ὁμόνοιαν καὶ Ἀρετήν |
| Ἄρουρα : ἡ γῆ : κυρίως ἡ πρὸς σπορὰν καὶ ἄροσιν ἐπιτηδεία : παρὰ τὸ ἀροῦν , ἢ παρὰ τὸ | ||
| , κἂν ἡ βραχυτέρα τῶν ἀρσένων που ἡλικία ; Θρηικίης ἄροσιν : περιφραστικῶς τὴν Θρᾴκην . χιονώδεα : οἱ μέν |
| δὲ Μυκαλησσίων μέρος τι ἀπανηλώθη . τὰ μὲν κατὰ τὴν Μυκαλησσὸν πάθει χρησαμένην οὐδενὸς ὡς ἐπὶ μεγέθει τῶν κατὰ τὸν | ||
| Βοιωτίας . Ὅμηρος ἐν τῷ εἰς Ἀπόλλωνα ὕμνῳ ” εἰς Μυκαλησσὸν ἰὼν καὶ Τευμησσὸν λεχεποίην ” . ἄστυ , ὡς |
| πήδημ ' ὀρούσας ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν : ὑπερθορὼν δὲ πύργον ὠμηστὴς λέων ἄδην ἔλειξεν αἵματος τυραννικοῦ . θεοῖς μὲν ἐξέτεινα | ||
| ] ὑπεραναβὰς ὁ λαός . πύργον ] τὴν πόλιν . ὠμηστὴς ] ὠμοφάγος . λέων ] ἤγουν ὥσπερ . ἄδην |
| τὴν Ῥόδον διὰ τὸ ἔχειν τρεῖς πόλεις , Λίνδον , Ἰηλυσὸν καὶ Κάμειρον . Ἀσίας ἐμβόλῳ : τούτους δὲ ὑμνήσω | ||
| ἔτη τετταρακαίδεκα . οἱ δὲ τὴν Ῥόδον νῆσον κατοικοῦντες καὶ Ἰηλυσὸν καὶ Λίνδον καὶ Κάμειρον μετῳκίσθησαν εἰς μίαν πόλιν τὴν |
| κατὰ δὲ τὴν Ἑλλάδα Ἀθηναῖοι τὴν Εὔβοιαν ἀνακτησάμενοι καὶ τοὺς Ἑστιαιεῖς ἐκ τῆς πόλεως ἐκβαλόντες ἰδίαν ἀποικίαν εἰς αὐτὴν ἐξέπεμψαν | ||
| στρατηγοῦντος κατεστρέψαντο πᾶσαν : καὶ τὴν ἄλλην ὁμολογίᾳ κατέστησαν , Ἑστιαιεῖς δ ' ἐξοικίσαντες αὐτοὶ τὴν γῆν ἔσχον . Ἀνέστησαν |
| ὡς ˈ [ ! ! ! ! ] σι ? Αἰγιαλέα ? τοῦ Ἀδράστου ? ? ? [ ] ? | ||
| δευτέραν στρατείαν πάντων σωθέντων , αὐτὸς μόνος τὸν υἱὸν ἀπέβαλεν Αἰγιαλέα , ὥς φησιν Ἑλλάνικος λέγων ἐν Γλίσαντι τὴν συμβολὴν |
| ὑληφόρον ] ἀντὶ τοῦ ὡραίαν καὶ ἀκμαίαν . τὴν Στρυμοδώρου Θρᾷτταν : ἤτοι κοινῶς δούλην , ἢ οὕτως καλουμένην , | ||
| οὐ δυνηθέντος ἀντισχεῖν Ἀντιόχῳ παρόντι . Ἀντίοχος ἐπολιόρκει Κύψελα , Θρᾷτταν πόλιν , ἔχων σὺν αὑτῷ Θρᾳκῶν εὐπατρίδας πολλοὺς , |
| πρώτην Ἀλεξάνδρῳ τῷ Πριάμου γαμηθῆναι . Ἡρόδοτος δὲ καὶ ἰάζων Ἀρίσβαν καλεῖ ἐν πρώτῃ . τὸ ἐθνικὸν Ἀρισβαῖος καὶ Ἀρισβαία | ||
| τῇ Τρῳάδι πόλεις . Ἁμάξιτον μὲν οὖν καὶ Κολώνας καὶ Ἀρίσβαν εἷλεν ἐξ ἐφόδου : μετὰ δὲ ταῦτα Ἴλιον καὶ |
| ὑποκεῖσθαι τῇ Κῷ φασιν . Ἡ δὲ Κάρπαθος , ἣν Κράπαθον εἶπεν ὁ ποιητής , ὑψηλή ἐστι , κύκλον ἔχουσα | ||
| ταύτην Ὅμηρος εἴρηκεν Κάρπαθόν τε Κάσον τε . ἄλλοι δὲ Κράπαθον αὐτὴν καλοῦσιν . Τάλως : ὄνομα κύριον . ἐπιωγήν |
| δ ' ἐκ τῶν συμμάχων καταλέξαντες , καὶ τὴν χώραν κατακληρουχήσαντες μέχρι μέν τινος ἐκράτουν τῶν Θρᾳκῶν , ὕστερον δὲ | ||
| εἶναι δοκούντων , κατελάβοντο μὲν τῆς Αἰθιοπίας τὴν κρατίστην , κατακληρουχήσαντες δὲ πολλὴν χώραν ἐν ταύτῃ κατῴκησαν . ὁ δὲ |
| Παγὰς μέχρι τῶν [ τόπων τῆς Βοιωτίας ] τῶν περὶ Κρέουσαν : τὰ δὲ λοιπὰ [ τὴν ἀπὸ Σουνίου ] | ||
| γεννᾷ Λαομέδοντα , Λαομέδων Πρίαμον , Πρίαμος Ἕκτορα Κασσάνδραν , Κρέουσαν καὶ τοὺς λοιπούς . Ἀσσάρακος δὲ * πάλιν * |
| 〚 Ἄλλως . ἐκ τῶν ἐν τῷ Αἰόλῳ Κανάχης καὶ Μακαρέως , ἢ , ὥς τινες , Δανάης καὶ Μεγαρέως | ||
| εἰς Χίον καὶ Σάμον καὶ Κῶν καὶ Ῥόδον ἀποικιῶν ὑπὸ Μακαρέως . Περὶ Τενέδου καὶ τοῦ κατ ' αὐτὴν οἰκισμοῦ |
| τὸ ἐντεθετταλίσμεθα παρὰ τῷ Εὐπόλιδι ἐν Μαρικᾷ , τουτέστι χλαμύδα Θετταλικὴν φοροῦμεν . Θετταλικὸν περόνημα . Θεσσαλονίκη , πόλις Μακεδονίας | ||
| Φιλέταιρος : καὶ χειροβαρὲς σαρκὸς ὑείας Θετταλότμητον κρέας . καὶ Θετταλικὴν δὲ ἔνθεσίν φασιν τὴν μεγάλην . Ἀριστοφάνης δὲ τὰ |
| Σὴμ ὢν ἐτῶν ρʹ ἐτέκνωσεν τὸν Ἀρφαξάθ , Ἀρφαξὰθ δὲ ἐτέκνωσεν Σαλὰ ὢν ἐτῶν ρλεʹ , ὁ δὲ Σαλὰ ἐτέκνωσεν | ||
| βασιλείαν παρέλαβε καὶ τὴν μητέρα ἔγημεν ἀγνοῶν , καὶ παῖδας ἐτέκνωσεν ἐξ αὐτῆς Πολυνείκην καὶ Ἐτεοκλέα , θυγατέρας δὲ Ἰσμήνην |
| τοῦ Ἁλιάκμονος ἐκβολαί : εἶτα Πύδνα Μεθώνη Ἄλωρος καὶ ὁ Ἐρίγων ποταμὸς καὶ Λουδίας , ὁ μὲν ἐκ Τρικλάρων ῥέων | ||
| γων λήγοντα βαρύτονα ὑπερδισύλλαβα ἁπλᾶ διὰ τοῦ ω κλίνεται , Ἐρίγων Ἐρίγωνος , Σαλάγγων Σαλάγγωνος , ἀρίγων ἀρίγωνος . Τὸ |
| οὐ γὰρ δὴ παρὰ τῇ Τύροι τῇ Ἱπποθόωντος κατήγετο : βαρυνομένην γοῦν τῷ πάθει καὶ ἐν συννοίᾳ καθημένην αἰσχρορρημονήσασα ἡ | ||
| Ἥρας κατὰ πᾶσαν γῆν καὶ θάλατταν : ἤδη δὲ αὐτὴν βαρυνομένην καὶ ἀποροῦσαν ἐλθεῖν εἰς τὴν χώραν τὴν ἡμετέραν καὶ |
| Ἰόνιον κόλπον . Λυκόφρων „ ὁ δ ' Ἀργύριππα Δαυνίων παγκληρίαν „ . αὕτη Ἄρποι ἐκαλεῖτο . Διομήδης μετὰ τὴν | ||
| πατρίδος τὴν Ἀργυρίππαν πόλιν μεθερμηνευομένην Ἄργος ἵππειον δομήσεται καὶ κτίσει παγκληρίαν τῶν Δαυνίων ἤτοι Καλαβρῶν παρὰ τὴν Αὐσονῖτιν καὶ Ἰταλικὴν |
| ῥίπτεται εἰς τὴν θάλασσαν , ὡς φθείρας τὴν ἀδελφὴν ἐκείνων Κλυμένην : ἐξ ἧς ἐγεννήθη Στησίχορος : ἐκαλεῖτο δὲ ἡ | ||
| ἔνθα συμβαλεῖν ἡμῖν ἐξέσται καὶ τὸ ἐντεῦθεν ἀπὸ Σκίρου λαβοῦσι Κλυμένην τὴν ἑταίραν ἀγαγεῖν παρὰ τὸν νεόπλουτον Θηριππίδην τὸν Αἰξωνέα |
| τὴν [ τότε μὲν λεγομένην ] Κρονίαν , νῦν δὲ Ἱερὰν πόλιν , ὡς [ Ἰσίγονος ] [ περὶ Ἑλληνικῶν | ||
| τὴν [ τότε μὲν λεγομένην ] Κρονίαν , νῦν δὲ Ἱερὰν πόλιν , ὡς [ Ἰσίγονος ] [ περὶ Ἑλληνικῶν |
| τοῖς Ἀθηναίοις τι δόξῃ . πέμψας δὲ καὶ ἐς τὴν Ἄντισσαν τριήρεις προσεκτήσατο καὶ τἆλλα τὰ περὶ τὸ στρατόπεδον καθίστατο | ||
| , εʹ πόλεις ἔχουσα ἐν αὑτῇ τάσδε : Μήθυμναν , Ἄντισσαν , Ἐρεσὸν , Πύρραν καὶ λιμένα , Μιτυλήνην λιμένας |
| τοῦτον Θυρέα καὶ Κλύμενον , καὶ θυγατέρα Γόργην , ἣν Ἀνδραίμων ἔγημε , καὶ Δηιάνειραν , ἣν Ἀλθαίαν λέγουσιν ἐκ | ||
| ἀρχῆς καὶ τὴν Λέβεδον ἐνέμοντο οἱ Κᾶρες , ἐς ὃ Ἀνδραίμων σφᾶς ὁ Κόδρου καὶ Ἴωνες ἐλαύνουσι . τῷ δὲ |
| εἰς τὴν Τρωάδα τὴν Τεύκρου τοῦ Κρητὸς τὴν θυγατέρα γαμεῖ Ἀρίσβην . Ἑλλάνικος δὲ Βάτειαν αὐτήν φησι . . . | ||
| καὶ Κεραυνίων ὀρῶν καὶ Ἰβηρίας κείμενον οἳ καλοῦνται Ναρβωνήσιοι . Ἀρίσβην ἢ κατά τινας Βάτειαν θυγατέρα Τεύκρου γήμας Δάρδανος γεννᾷ |
| Ἡ ἱστορία παρὰ Διονυσίῳ . . : Ἔνθα νῦν ἡ Χώνη ἐστὶ , χωρίον ἦν πρῶτον λεγόμενον Οἰνωτρία , ὅπου | ||
| τὸ γὰρ ν στερητικόν . νωθὲς δὲ τὸ ζῶον . Χώνη . χοάνη τις ἐστὶ , δι ' ἧς χεῖται |
| γνώμῃ συλλέξαντες Ἀντικύραθεν πολὺ πλῆθος ἑλλεβόρου κατέμιξαν τῷ ὕδατι . Κιρραῖοι πιόντες διαφθείρονται τὰς γαστέρας καὶ πάντες ἐκλυθέντες ἔκειντο : | ||
| καταπολεμήσας Κιρραίους ἀνεκτήσατο τὸν ἀγῶνα τοῦ θεοῦ : οἱ δὲ Κιρραῖοι λῃστρικῇ ἐφόδῳ χρώμενοι ἐφόνευον τοὺς παραβάλλοντας εἰς τὰ τοῦ |
| τὴν Τεύκρου τοῦ Κρητὸς θυγατέρα γαμεῖ Ἀρίσβην . Ἑλλάνικος δὲ Βάτειαν αὐτήν φησιν . ἔστιν ἑτέρα ἐν Λέσβωι ἀπὸ Ἀρίσβης | ||
| Τεύκρου τοῦ Κρητὸς τὴν θυγατέρα γαμεῖ Ἀρίσβην . Ἑλλάνικος δὲ Βάτειαν αὐτήν φησι . . . : Γραικός , ὁ |
| ἄγνος ἀνθεῖ χὠ βότρυς πεπαίνεται . Ξάνθηι παλαιῆι γρηὶ πολλῆισιν φίληι Ἄβδηρα , καλὴ Τηίων ἀποικίη , ἐλευθέρα Κόρκυρα : | ||
| τελέσαντα . ἐν εὐεστοῖ ] ἐν εὐτυχίαι καὶ εὐθυμίαι . φίληι ] προσφιλεῖ . + εἰ οὕτω , φησί , |
| Ἰωλκός , πόλις Θεσσαλίας . ” Βοίβην καὶ Γλαφύρας καὶ ἐυκτιμένην Ἰαωλκόν „ . ἀπὸ Ἰωλκοῦ τοῦ Ἀμύρου , ἀφ | ||
| πεπορθῆσθαι λέγει καὶ αὐτὴν τὴν Λέσβον ” ὅτε „ Λέσβον ἐυκτιμένην ἕλεν αὐτός . ” καὶ ” πέρσε δὲ Λυρνησσὸν |
| Μιθριδάτης ὁ Ῥοδοβάτου Πέρσης Μούσαις εἰκόνα ἀνέθηκε Πλάτωνος , ἣν Σιλανίων ἐποίησε . . . . . . . οὐκ | ||
| εἰποῦσαν διὰ τῶν ποιημάτων χρήσιμον , Λεαρχίδα δὲ Μενέστρατος , Σιλανίων δὲ Σαπφὼ τὴν ἑταίραν , Ἤρινναν τὴν Λεσβίαν Ναυκύδης |
| ἧς φυῆναι τὸ καλούμενον ἀκόνιτον φάρμακον . Ἄνδρων δὲ ὁ Τήϊος ἐν τῷ Περίπλῳ φησὶν Ἀχέροντα τινὰ βασιλεῦσαι τῶν τόπων | ||
| , καὶ οὗτος λυρικὸς ποιητής , Σκυθίνου ἢ Παρθενίου , Τήϊος . οἱ ἐννέα ἄρχοντες . οἱ ἐννέα ἄρχοντες , |
| πολλάκι κρυστάλλοιο νέον βορέῃσι παγέντος . ἠὲ σὺ γυρώσαιο καθαλμέα βώλακα γαίης ναιομένην , θολερὴν δὲ πόσιν μενοεικέα τεῦχε : | ||
| οὕτω πώς φησιν ὁ Πίνδαρος : Εὔφαμος πρώραθεν καταβὰς δέξατο βώλακα δαιμονίαν . θαλασσόπαις ὁ Τρίτων δίμορφος δὲ παρόσον τὰ |
| . . . . . . . . . α Τισαμενός . . . . . . . . . | ||
| . ἐδίκασαν δὲ Ἀθηνᾶ καὶ Ἄρης : Ὀρέστου καὶ Ἑρμιόνης Τισαμενός , Πυλάδου καὶ Ἠλέκτρας Στρόφιος καὶ Μέδων : παρὰ |
| πλὴν Μηθύμνης : οὗτοι δὲ τοῖς Ἀθηναίοις ἐβεβοηθήκεσαν , καὶ Ἴμβριοι καὶ Λήμνιοι καὶ τῶν ἄλλων ὀλίγοι τινὲς ξυμμάχων . | ||
| λέγουσιν οἱ Κᾶρες . ἔστι καὶ πόλις . οἱ οἰκοῦντες Ἴμβριοι . Ἱμέρα , πόλις Σικελίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . |
| ἐθνῶν παντοδαπῶν συνερρυηκότας . καὶ τὸ μὲν πρῶτον τὴν Λέσβον κατῴκησε , μετὰ δὲ ταῦτα ἀεὶ μᾶλλον αὐξόμενος διά τε | ||
| ἔπειτα δὲ καὶ καύσομεν . Ἠλέκτρα θυγάτηρ τοῦ Ἄτλαντος ἥτις κατῴκησε πλησίον τῶν πυλῶν τούτων , καὶ οὕτως ἐκλήθησαν Ἠλέκτραι |
| ' ἐν εἰρήνῃ Νάξον καὶ Κατάνην παρασπονδῶν ἐξανδραποδισάμενος ἣν μὲν κατέσκαψεν , ἣν δὲ τοῖς ἐξ Ἰταλίας Καμπανοῖς οἰκητήριον ἔδωκεν | ||
| ἀπονοίας ἀντιστᾶσαν ἡβηδὸν ἔκτεινε καὶ πόλιν αὐτῶν Σάγγαλα τὴν καρτερωτάτην κατέσκαψεν . διῆκε τοὺς Ἰνδοὺς φήμη πονηρὰ ὡς Ἀλεξάνδρου φονικῶς |
| τεῖχος τὸ σφέτερον κατεῖλον καὶ τὰς νέας πάσας ἐκόμισαν ἐς Ἄβδηρα . Μετὰ δὲ τοῦτο ἀπεπειρᾶτο ὁ Δαρεῖος τῶν Ἑλλήνων | ||
| . ” . Ὅτι μετὰ τὸν Νέστον ποταμὸν πρὸς ἀνατολὰς Ἄβδηρα πόλις , ἐπώνυμος Ἀβδήρου , ὃν οἱ τοῦ Διομήδους |
| τοὺς οἰκιστὰς ἐπὶ τοῖς Ἀντωνίου τέλεσιν ἀπέφαινον , οἱ δὲ οἰκισταὶ τοῖς στρατιώταις , ἵνα τι καὶ δοκοῖεν εὐνούστεροι τοῦ | ||
| Ἀρίσβη , πόλις τῆς Τρωάδος , Μυτιληναίων ἄποικος , ἧς οἰκισταὶ Σκαμάνδριος καὶ Ἀσκάνιος υἱὸς Αἰνείου . Κεῖται μεταξὺ Περκώτης |
| , Ἄσιος δὲ Νυκτέως , Φερεκύδης δὲ Κητέως . αὕτη σύνθηρος Ἀρτέμιδος οὖσα , τὴν αὐτὴν ἐκείνῃ στολὴν φοροῦσα , | ||
| ἀγρευτὴς καὶ κυνηγέτης : ὁ δὲ τούτῳ συμπράττων συγκυνηγέτης , σύνθηρος , ὁμόθηρος . ἐρεῖς δ ' ἐπὶ τοῦ κυνηγέτου |
| φέρουσι τῷ ἀνθρώπῳ , κἢν αὐανθέωσιν , ἀπέθανεν ὥνθρωπος . Ἀγχοῦ δὲ τῆς ἐκφύσιος τῶν φλεβῶν σώματα τῇσι κοιλίῃσιν ἀμφιβεβήκασι | ||
| Ὀσφῦς : ἡ ζῶσις . Πρωτεῦ : ὄνομα κύριον . Ἀγχοῦ : πλησίον . Θαλέας : ὄνομα κύριον . Σιμόεις |
| Καρύστιος Ἀρτέμωνι καὶ Ἀπολλοδώρῳ Φασηλίταις ἀργυρίου δραχμὰς τρισχιλίας Ἀθήνηθεν εἰς Μένδην ἢ Σκιώνην , καὶ ἐντεῦθεν εἰς Βόσπορον , ἐὰν | ||
| Σκιωναίους τῶν Ἀθηναίων , Ἀθηναίους δὲ ν τριήρεις πρότερον πέμψαντας Μένδην μὲν ἑλεῖν , Σκιώνην δὲ περιτειχίσαι . . . |
| Μαίανδρον , ἀναφανέντας δὲ ἐν τῷ Ἀσωπῷ καὶ κατὰ τὴν Σικυωνίαν ἐκπεσόντας ὑπὸ ποιμένος τοῦ εὑρόντος δοθῆναι τῷ Ἀπόλλωνι . | ||
| θεωροὺς πέμψαντες εἰς Δελφοὺς ἐπηρώτων , εἰ δίδωσιν αὐτοῖς τὴν Σικυωνίαν . ἡ δ ' ἔφη καλόν τοι τὸ μεταξὺ |
| . Καὶ Νικάνωρ δὲ τούτοις συμφωνεῖ καὶ Ἀρχέμαχος ἐν τοῖς Μετονομασίαις . . . , : . , , , | ||
| Αὕτη Πολυστέφανος ὠνομάζετο πρότερον . : Νικάνωρ ὁ Κυρηναῖος ἐν Μετονομασίαις τὸν Μελικέρτην φησὶ Γλαῦκον μετονομασθῆναι . : Ἀκή : |
| Ἄρνη τὸ ἀρχαῖον : θυγατέρα δὲ εἶναι λέγουσιν Αἰόλου τὴν Ἄρνην , ἀπὸ δὲ ταύτης κληθῆναι καὶ ἑτέραν ἐν Θεσσαλίᾳ | ||
| καὶ αὐτὸ κεῖται ἐν ὕψει . φασὶ δὲ τοῦτο καλεῖσθαι Ἄρνην ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ , ὁμώνυμον τῇ Θετταλικῇ . Οἱ |
| , διζομένος εἴ τίς σφε βροτῶν ἐπ ' ἀπείρονα γαῖαν ναιετάει , γνῷεν δὲ πόλιν καὶ ἤθεα λαῶν . Τοῖς | ||
| τ ' Ἀίδεω καὶ ἐπαινῆς Περσεφονείης . ] ἔνθα δὲ ναιετάει στυγερὴ θεὸς ἀθανάτοισι , δεινὴ Στύξ , θυγάτηρ ἀψορρόου |
| , ἣν αὐτοὶ εἶχον ἐμπόριον ἐπὶ τῷ στόματι τοῦ ποταμοῦ ἐπιθαλάσσιον , πέντε καὶ εἴκοσι σταδίους ἀπέχον ἀπὸ τῆς νῦν | ||
| δὲ ἀπ ' αὐτῶν ἀφίκοντο ἐς Πρασιὰς τῆς Λακωνικῆς πόλισμα ἐπιθαλάσσιον , καὶ τῆς τε γῆς ἔτεμον καὶ αὐτὸ τὸ |
| ἔφυγον . Τούτων δὲ Μάκαρ μὲν εἰς Λέσβον ἀφίκετο , Κάνδαλος δὲ εἰς τὴν Κῶ : Ἀκτὶς δ ' εἰς | ||
| ὁ νεώτατος ] , Ἀκτὶς , Μάκαρ , Χρύσιππος , Κάνδαλος , Τριόπης . ἄλλως : Ἡλίου παῖδες καὶ Ῥόδης |
| ἔγχεε . . . . Ζ : Αἴλιος μέντοι Διονύσιος Δαῖραν γράφων δισυλλάβως τὴν Δάειράν φησιν , ὅτι οἱ περὶ | ||
| λήθην ποιουμένη τῶν τε παρουσῶν συμφορῶν καὶ τῶν ἐπαυξηθησομένων . Δαῖραν μουνογένειαν : τὸ Δαῖραν κατ ' ἔλλειψίν ἐστι τοῦ |
| ! σομ ? ? ! [ . . . Ἀσπληδὼν Κλύμενός τε καὶ Ἀμφίδοκος θεοειδής . . . [ ] | ||
| . τὸ ἐθνικὸν Ἀσπληδόνιος . Ὀρχομενοῦ δὲ υἱεῖς ” Ἀσπληδὼν Κλύμενός τε καὶ Ἀμφίδοκος θεοειδής ” . Ἀσπουργιανοί , ἔθνος |
| ' ὧν , ἴσως δὲ καὶ τυρόκνηστιν , ἣν καὶ κύβηλιν καλοῦσιν . ὃ δὲ νῦν ταγηνοστρόφιον , οἱ πάλαι | ||
| διὰ τριῶν ποτηρίων με ματτύης εὐφραινέτω . ὁρῶ μαγείρου καὶ κύβηλιν καὶ σκάφην . ὁ νακοτίλτης γεγενείακεν βασίλισς ' ἔσει |
| δ ' ἐγώ , οὔπω τὴν μεγίστην ἀνάγκην εἰρήκαμεν . Ποίαν ; ἔφη . Ἣν ἔργῳ προστιθέασι λόγῳ μὴ πείθοντες | ||
| ' , εἶπον , λέγω τινὰ εἶναι τὴν ἀνδρείαν . Ποίαν δὴ σωτηρίαν ; Τὴν τῆς δόξης τῆς ὑπὸ νόμου |
| θυγατέρα , ταύτην μνηστευθεὶς ἐβούλετο πρὸς γάμον . Ἐπέκειτο γοῦν βιάζων καθ ' ἑκάστην γονεῖς τῆς κόρης δοῦναι τὴν θυγατέρα | ||
| καὶ γέγονεν ὕστερον . διαβληθεὶς γὰρ παρ ' Ἱπποδαμείας ὡς βιάζων αὐτὴν ἢ , ὡς οἱ πολλοί φασι , πειράζων |
| ἀνεχώρησεν εἰς τὴν ἰδίαν αὐτοῦ χώραν . Μαθὼν δὲ ὁ Νυκτεὺς βασιλεὺς , ὁ ταύτης πατὴρ , ὅτι ἐφθάρη , | ||
| κἀκεῖθεν ἐλέγετο βάκχη . Ὁ δὲ αὐτῆς πατὴρ , ὁ Νυκτεὺς , εἶχεν ἀδελφὸν ὀνόματι Λύκον , βασιλέα τοῦ Ἄργους |
| μὲν δὴ καὶ ἀρχῆς ἐν Ἠλείᾳ μετέδωκεν ὁ Αὐγέας , Ἄκτορι δὲ καὶ τοῖς παισὶ γένος τε ἦν ἐπιχώριον βασιλείας | ||
| μετὰ τὸ τεκεῖν τὸν Αἰακὸν ἦλθεν εἰς Θεσσαλίαν καὶ ἐγαμήθη Ἄκτορι , ἐξ οὗ ἔσχε Μενοίτιον , ὃς ἐπῴκησε τὴν |
| τίς με θεῶν ὀλοφύρατο καί μ ' ἐλέησε , ˈ Πρωτέος ἰφθίμου θυγάτηρ ἁλίοιο γέροντος , ˈ Εἰδοθέη . . | ||
| ποταμοῖο παρὰ ῥόον . Ἀμφὶ δ ' ἄρ ' αὐτῷ Πρωτέος υἷα δάιξεν Ὀρέσβιον , ὅς τε μακεδνῆς Ἴδης ναιετάεσκεν |
| ὑπὸ δὲ ταύτην ἥ τε Γαυζανῖτις , καὶ πρὸς τῷ Τίγριδι ποταμῷ ἡ Ἀκαβηνή , ὑπὸ δὲ τὴν Γαυζανῖτιν ἡ | ||
| πλεῖστα περὶ αὐτῶν φησί . Χωχή , κώμη πρὸς τῷ Τίγριδι ποταμῷ . Ἀρριανὸς δεκάτῳ „ καὶ βασιλεὺς δ ' |
| εἶχον Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν , Λύκτον Μίλητόν τε καὶ ἀργινόεντα Λύκαστον Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε , πόλεις εὖ ναιετοώσας , | ||
| πρὸς τοῖσδε Μυσοὶ καὶ Φρύγες . Ἀπὸ δὲ Ἀμισοῦ εἰς Λύκαστον ποταμὸν στάδια κʹ , μίλια βʹ , Ϙʹ Ϛʹ |
| . μετὰ γενεὰς δὲ πολλὰς ἐπιστρατεύσαντες οἱ Κροτωνιᾶται ἀνεῖλον τὴν Κλήτην τὴν ὑστέραν οὐχὶ τὴν πόλιν κτίσασαν καὶ τὴν πόλιν | ||
| . ἣν χαλκομίτρου . . . λέγουσι γενέσθαι θυγατέρα ἥντινα Κλήτην θῆσσαν ἤτοι δούλην τῆς Πενθεσιλείας λέγει . ἥντινα Κλήτην |
| ἔσχατον δωδεκάτη διέπει : τῆς δὲ τριτάτης νύκταν αὖ Ἄρης πολεύει πᾶσαν . καὶ Κρόνος ταύτης πρώτιστον ὥραν αὐτὸς διέπει | ||
| Κρόνου . αὐτὸς ὁ ἀστὴρ κύριος τῆς ἡμέρας γίνεται καὶ πολεύει ὅλην τὴν ἡμέραν , τὴν πρώτην ὥραν αὐτὸς πολεύων |
| , ὦ δρυμὸς ὄρεος ὅθι κυνῶν ὠκυπόδων μέτα θῆρας ἔναιρεν Δίκτυνναν ἀμφὶ σεμνάν . οὐκέτι συζυγίαν πώλων Ἐνετᾶν ἐπιβάσηι τὸν | ||
| , οἱ δὲ Ἑκάτην , οἱ δέ τινα ἑτέραν , Δίκτυνναν * * παρεπομένην τῇ Ἀρτέμιδι . Ἄρτεμις Δίκτυννα τούτῳ |
| Ἁλιαρτίας καὶ Μεδεὼν καὶ Ὠκαλέα . Εἶτά φησι ” Κώπας Εὔτρησίν τε πολυτρήρωνά τε „ Θίσβην . ” περὶ μὲν | ||
| Εὔτρησις , κώμη [ Βοιωτίας ] . Ὅμηρος „ Κώπας Εὔτρησίν τε ” . κεῖται δὲ παρὰ τὴν ὁδὸν τὴν |
| κατὰ τῆς γῆς καὶ τὰ ἄλλα φάσματα ἠφανίσθη καὶ τὴν Χρυσίδα ἐξεπέμψαμεν περὶ αὐτό που σχεδὸν τὸ λυκαυγές . εἰ | ||
| . Μένανδρος δ ' ἐν Κόλακι τάσδε καταλέγει ἑταίρας : Χρυσίδα , Κορώνην , Ἀντίκυραν , Ἰσχάδα , καὶ Ναννάριον |
| ἕλκειν τε καὶ σπαράττειν τῷ λόγῳ τοὺς πλησίον ἀεί . Ὑπερφυῶς μὲν οὖν , ἔφη . Οὐκοῦν ὅταν δὴ πολλοὺς | ||
| ἐμποδὼν εἶναι ἢ τὴν ἀνεπιστημοσύνην ; Σκοπῶμεν νὴ Δία . Ὑπερφυῶς μὲν οὖν , τὸ λεγόμενόν γε , πάντα κάλων |
| : Ἀργεῖος δὲ ὁ Πέλοπος ἔρχεται παρ ' Ἀμύκλαν εἰς Ἀμύκλας , καὶ γαμεῖ Ἀμύκλα θυγατέρα Ἡγησάνδραν . . . | ||
| αὐτὴν Ἄφιδναν . τάδε μὲν ἐς τοσοῦτον ἐξητάσθω : ἐς Ἀμύκλας δὲ κατιοῦσιν ἐκ Σπάρτης ποταμός ἐστι Τίασα : θυγατέρα |
| οὐ κατακλείοντες τὰς τῶν καρπῶν ἀγωγὰς εἰς ὑποζυγίων στενότητα . νειμάμενοι γὰρ τὴν χώραν , καὶ ὁ μὲν διὰ τούτων | ||
| Ἀλέξανδρον λόγος ταῖς πάλαι τέχναις ἀγώνισμα , ὥστε δὴ καὶ νειμάμενοι τὴν μορφὴν αὐτοῦ Λύσιππος καὶ Ἀπελλῆς , ὁ μὲν |
| , ἀπὸ Λαμψάκης , ἐπιχωρίας τινὸς κόρης . Ἔστι δὲ Φωκαέων κτίσμα , πάλαι Πιτυοῦσα λεγομένη , ὡς Δηΐοχος ὁ | ||
| : Ἀγάθη , πόλις Λιγύων ἢ Κελτῶν . Σκύμνος δὲ Φωκαέων αὐτήν φησιν ἐν τῇ Εὐρώπῃ . Τιμοσθένης δὲ ἐν |
| ? φῦλ ' ἀνθρώπων ? [ Ἄρτεμιν εἰνοδίην [ , πρόπολον κλυτοῦ ] ἰοχεαίρης [ ] [ ] [ . | ||
| πάτραν ἵν ' ἀκούομεν , Τιμάσαρχε , τεὰν ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς πρόπολον ἔμμεναι . εἰ δέ τοι μάτρῳ μ ' ἔτι |
| Αἴτνην ψολόεσσαν ἐναύλιον Ἀστερόποιο . καὶ ἔτι . λιγνύν τε ψολόεσσαν ἀϊδνήεντά τε καπνόν . καὶ Αἰσχύλος ἐν Βασσαρίσιν : | ||
| θηρῶν φολίδεσσιν ὁμοίη . τὴν δ ' ὅτε φυσιόωσαν ἔχιν ψολόεσσαν ἴδηται , ἀντία γυρώσας προκαλέσσατο θῆρα δαφοινήν . ἀσπὶς |
| , ἣ Σπάρτη πρότερον , ἀπὸ Σπαρτοῦ τοῦ Ἀμύκλαντος τοῦ Λέλεγος τοῦ Σπαρτοῦ , ἢ διὰ τὸ τοὺς πρώτους συνοικίσαντας | ||
| ἔρημον οὖσαν οὕτω σχεῖν τοὺς πρώτους λέγουσιν οἰκήτορας : ἀποθανόντος Λέλεγος , ὃς ἐβασίλευεν ἐν τῇ νῦν Λακωνικῇ , τότε |
| τε Νάξον καὶ τὰς ἐκ ταύτης ἠρτημένας , Πάρον καὶ Ἄνδρον καὶ ἄλλας τὰς Κυκλάδας καλεομένας . Ἐνθεῦτεν δὲ ὁρμώμενος | ||
| . Ὁ δ ' Ἀλκιβιάδης ἑκατὸν ναῦς πληρώσας ἐξέπλευσεν εἰς Ἄνδρον , καὶ καταλαβόμενος Γαύριον φρούριον ἐτείχισεν . ἐξελθόντων δὲ |
| οἱ Κοτυωρῖται καὶ οἱ στρατηγοὶ τῶν Ἑλλήνων ἐξένιζον τοὺς τῶν Σινωπέων πρέσβεις , καὶ πρὸς ἀλλήλους πολλά τε καὶ φιλικὰ | ||
| . Καθότι δὲ εἰσβάλλει εἰς τὸν Πόντον , ὁρίζει τὰ Σινωπέων καὶ Ἀμισηνῶν ἔργα : τριακόσια δὲ στάδια ἀπέχων τῆς |
| Ἀρτέμιδός ἐστι Σωτείρας : Θησέα δὲ ἐλέγετο ἱδρύσασθαι καὶ ὀνομάσαι Σώτειραν , ἡνίκα Ἀστερίωνα τὸν Μίνω καταγωνισάμενος ἀνέστρεψεν ἐκ τῆς | ||
| τὸ δένδρον ἔτι ἐκείνην σέβουσι τὴν μυρσίνην καὶ Ἄρτεμιν ὀνομάζουσι Σώτειραν . καὶ Ἀπόλλωνος ναὸς ἐν τῇ Βοιατῶν ἀγορᾷ ἐστι |
| Ἱππομέδων , Τιμοσθένης , Εὐέλθων , Θρασύδαμος , Κρίτων , Πολύκτωρ . Λάκωνες Αὐτοχαρίδας , Κλεάνωρ , Εὐρυκράτης . Ὑπερβόρειος | ||
| Ἱππομέδων , Τιμοσθένης , Εὐέλθων , Θρασύδαμος , Κρίτων , Πολύκτωρ Λάκωνες Αὐτοχαρίδας , Κλεάνωρ , Εὐρυκράτης Ὑπερβόρειος Ἄβαρις Ῥηγῖνοι |
| δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικόστρατος Διειτρέφους , Νικίας Νικηράτου , Αὐτοκλῆς Τολμαίου . Ἡ μὲν δὴ ἐκεχειρία αὕτη ἐγένετο , καὶ | ||
| ἑκάστοις ἐπὶ τὰ χωρία ταῦτα πολέμια ὄντα , Τολμίδου τοῦ Τολμαίου στρατηγοῦντος . καὶ Χαιρώνειαν ἑλόντες καὶ ἀνδραποδίσαντες ἀπεχώρουν φυλακὴν |
| , Διὸς καὶ Πύρρας , Ἕλλην : Ἕλληνος δὲ καὶ Ὀθρηίδος Ξοῦθος Αἴολος Δῶρος Ξενοπάτρα : Αἰόλου δὲ καὶ Ἴφιδος | ||
| δαῖτα . Κέραμβος ὁ Εὐσείρου τοῦ Ποσειδῶνος καὶ Εἰδοθέας νύμφης Ὀθρηίδος ᾤκει ἐν τῇ γῇ τῇ Μηλιέων παρὰ τὴν ὑπώρειαν |
| καὶ νᾶμα καὶ ναύτης καὶ ναῦς καὶ νάουσαν ἀκρότομον . νασμός ὄμβρος ἀπὸ τοῦ νάω , ὅθεν καὶ νᾶμα καὶ | ||
| Σάον , ὅτ ' ἠμάθυνε πᾶσαν ὀμβρήσας χθόνα Ζηνὸς καχλάζων νασμός . οἱ δὲ πρὸς πέδῳ πύργοι κατηρείποντο , τοὶ |
| τῇ Δαναοῦ μίσγεται Πηνειὸς ὁ ποταμός . Τῶν δὲ γίνεται Δρύοψ , ἀφ ' οὗ Δρύοπες καλοῦνται . Οἰκοῦσι δὲ | ||
| ἥτις τεκοῦσα τὸ βρέφος ἔτρεφε δρυὸς στελέχει , διὸ προσηγορεύθη Δρύοψ καὶ ἐξ αὐτοῦ Δρύοπες οἱ περὶ Παρνασόν , ὥς |
| τοῦ πατρὸς τοῦ Ἁγνίου ὁμοπατρίαν καὶ ὁμομητρίαν , καὶ γενέσθαι Φιλάγρῳ ἐκ μὲν τῆς Φυλομάχης Εὐβουλίδην , ἀποθανούσης δὲ Φυλομάχης | ||
| βασι - λεύσαντι , καὶ εἰδέναι Εὐκτήμονα ἀδελφὸν ὄντα ὁμοπάτριον Φιλάγρῳ τῷ πατρὶ τῷ Εὐβουλίδου : καὶ ὁπότε ἡ ἐπιδικασία |
| , οὐκ ὄντα συναφῆ τοῖς προειρημένοις . . Μυρμιδόνες δὲ καλεῦντο καὶ Ἕλληνες καὶ Ἀχαιοί : ἡ διπλῆ , ὅτι | ||
| , ἀπὸ Ἀχαιοῦ τοῦ Φθίου . Ὅμηρος : Μυρμιδόνες δὲ καλεῦντο καὶ Ἕλληνες καὶ Ἀχαιοί . ἀγητή : διὰ τὴν |
| . Μήδων δὲ ἐχομένους ἔταξε Βακτρίους : οὗτοι δὲ ἐπέσχον Ἐπιδαυρίους τε καὶ Τροιζηνίους καὶ Λεπρεήτας [ τε ] καὶ | ||
| . Ἀθηναίοις δὲ ναυσὶν ἀποβᾶσιν ἐς Ἁλιᾶς πρὸς Κορινθίους καὶ Ἐπιδαυρίους μάχη ἐγένετο , καὶ ἐνίκων Κορίνθιοι . καὶ ὕστερον |