ἀπλανῶν σφαῖρα , φερέτω δὲ οὗτος ὁ κύκλος ἕτερον κύκλον ἐγκεκλιμένον πρὸς αὐτὸν καὶ περὶ τὸ αὐτὸ κέντρον ἀμεταστάτως τῆς
τὴν Αἰήτου θυγατέρα λόγος ἐρασθεῖσαν Ἰάσονος καὶ τὰ ἑξῆς : ἐγκεκλιμένον δὲ λέγεται , διότι καὶ τὰς ἄλλας πτώσεις προσίεται
8464585 ἀμεταστατως
κυκλίσκος ἕτερον ἐγκεκλιμένον πρὸς αὐτὸν καὶ περὶ τὸ αὐτὸ κέντρον ἀμεταστάτως τῆς μὲν ἐγκλίσεως περιεχούσης γωνίαν τοιούτων Ϛ ∠ ʹ
ἕτερον κύκλον ἐγκεκλιμένον πρὸς αὐτὸν καὶ περὶ τὸ αὐτὸ κέντρον ἀμεταστάτως τῆς ἐγκλίσεως τῶν ἐπιπέδων περιεχούσης γωνίαν ἑκτημορίου μιᾶς μο
6948522 φερετω
δὲ αὐτοῖς : Ἕκαστος ἐκτιλάτω τὰς ῥάβδους τὰς ἰδίας καὶ φερέτω πρός με . πρῶτοι ἐπέδωκαν οἱ τὰς ξηρὰς καὶ
βάλλε πανημέριος , Συρίης εὐώδεα καρπόν . ἐμπίνοντι δέ σοι φερέτω τοιόνδε τράγημα , γαστέρα καὶ μήτρην ἑφθὴν ὑὸς ἔν
6633183 κατωτερος
ἀναποδίσει ὁ ἀστὴρ ἀπὸ τοῦ εὑρεθέντος ζῳδίου , ἐὰν δὲ κατώτερος , προποδίσει : τουτέστι πάντοτε ἐγγύτερον τοῦ Ἡλίου αὐτὸν
” σημαίνει δὲ καὶ τὸ ξηραίνειν . Τάρταρος , ὁ κατώτερος τοῦ Ἅιδου τόπος . Τάρταρον τὸν περὶ τὰ νέφη
6488044 κυκλισκος
κέντρου τοῦ ἐκκέντρου β ∠ ʹ . πάλιν δὴ νοείσθω κυκλίσκος περὶ τὸ κέντρον τῆς ἐπικύκλου σφαίρας ἐν τῷ τοῦ
ξʹ α . πάλιν καὶ ἐν τῇ ἐπικύκλῳ σφαίρᾳ νοείσθω κυκλίσκος περὶ τὸ κέντρον αὐτῆς ἐν τῷ τοῦ λοξοῦ κύκλου
6243343 βατηρ
καὶ ἀφαιρέσει Ἰωνικῇ τοῦ ε βάτην . . . . βατήρ : ἡ ἀρχὴ τῶν τοῦ πεντάθλου σκαμμάτων : αὐτὸν
ἁλτικός . πηδητικῶς , ἁλτικῶς . καὶ ὅθεν ἅλλεται , βατήρ , ἀφ ' οὗ καὶ τὸ τὸν βατῆρα κέκρουκεν
6146347 αβγʹ
. Διὰ γὰρ τῶν πόλων τῆς σφαίρας κύκλος μένων ὁ αβγʹ ὁριζέτω τό τε φανερὸν τῆς σφαίρας καὶ τὸ ἀφανές
δὲ αἰεὶ φανερῶν ἔστω ὁ αδʹ , ὧν ἐφάπτεται ὁ αβγʹ ὁρίζων , καὶ γεγράφθω τις μέγιστος κύκλος ἐφαπτόμενος τῶν
6139131 Ἀρμενην
τὰ Ἀγχιάλου βασίλειά ἐστιν . Ἀπὸ δὲ Πρυτάνου ποταμοῦ εἰς Ἀρμένην τόπον στάδια κδʹ , μίλια γʹ , γʹ .
Ἀρμένη ἐφ ' ᾗ παροιμιάζονται ” ὅστις ἔργον οὐδὲν εἶχεν Ἀρμένην ἐτείχισεν . ” ἔστι δὲ κώμη τῶν Σινωπέων ἔχουσα
6121288 ποτιζεται
ἐλαφείου κέρατοϲ ⋖ α καὶ ϲκιλλίνου ὄξουϲ κυάθου πλῆθοϲ : ποτίζεται μετὰ τὸν ἑωθινὸν περίπατον καθ ' ἡμέραν , καὶ
δρυὸϲ ἐλαίῳ δευθεῖϲα ἢ κρίθινον ἄλευρον μετὰ μέλιτοϲ ϲυντετηκότοϲ . ποτίζεται καὶ ἀριϲτολοχία δίδραχμοϲ ἐν κράματι ὀξυκράτου κυάθοιϲ δυϲίν :
6079016 παραβεβηκεν
καὶ τὸν θεσμόν , ὃν ἐκ τοῦ κτίσαντος εἴληφε , παραβέβηκεν ἀλλὰ πρὸς τὴν κρείττω ἑαυτοῦ ἀνανεύων διέμεινε , καὶ
οὐ μόνον τὸν πρότερον , ἀλλὰ καὶ τὸν ἀρτίως ἀναγνωσθέντα παραβέβηκεν , καὶ καταμεμαρτύρηκεν αὑτοῦ μηδὲν ὑγιὲς μήτε λέγειν μήτε
6036760 ἀλλασσομενου
κινναβαρίζων . πλύνεται ὡς ἡ καδμεία , τετράκις τῆς ἡμέρας ἀλλασσομένου τοῦ ὕδατος . Εἰ μὲν οἷα τὰ καλούμενα ἄκοπα
πλύνεται δ ' ὥσπερ ἡ καδμεία , τετράκις τῆς ἡμέρας ἀλλασσομένου τοῦ ὕδατος , ἄχρι μηδεμία ἐφίστηται λάμπη : καὶ
6032534 πυρηνι
τι γένηται τὸ ϲχῆμα κριθαῖϲ ὅμοιον . θεραπεύεται δὲ ῥᾳδίωϲ πυρῆνι μήληϲ τεθερμαϲμένῳ πυριωμένη . καὶ κηρῷ λευκῷ θερμῷ πυριάϲαϲ
, εἰ μὴ φλεγμαίνοιεν , ἐπαλείφειν τε καὶ παρατρίβειν τῷ πυρῆνι τῆϲ μήληϲ ἐπὶ πολύ . ταχέωϲ γὰρ ἀφιϲτάμενοι τῆϲ
6027043 στατικη
πήχεις , μετρική , συνεχές . σταθμοῦ . σταθμοί , στατική , ῥοπή : ὥστε ἐκ τῶν κατὰ Πλάτωνα τρίτον
αὖ ἡ στατικὴ τοῦ βαρυτέρου τε καὶ κουφοτέρου σταθμοῦ ἐστιν στατική : ἕτερον δέ ἐστιν τὸ βαρύ τε καὶ κοῦφον
6017869 περιστροφῃ
μὲν ἐξ οὐρανοῦ πυρὸς ῥυέντος τὸ δὲ ἐξ ὕδατος σεληνιακοῦ περιστροφῇ τοῦ ἀέρος ἀποχυθέντος 〛 εἶναι τὰς ἀναθυμιάσεις τροφὰς τοῦ
περιστροφὴ καὶ τῆς ΛΜ περιφερείας δύσις . Ἐν ἄρα κόσμου περιστροφῇ καὶ τῇ τῆς ΛΜ περιφερείας δύσει ὁ ἥλιος μείζονά
6008150 καθεντεϲ
: κἄπειτα τὸν λιχανὸν τῆϲ δεξιᾶϲ χειρὸϲ πρὸϲ τὸν ϲφιγκτῆρα καθέντεϲ δάκτυλον εὑρηκότεϲ τε τὸ μεταξὺ ϲῶμα τοῦ τε δακτύλου
μὲν οὐραχὸν ἔχοι τὸ βέλοϲ , τὴν θήλειαν τοῦ διωϲτῆροϲ καθέντεϲ καὶ ἐναρμόϲαντεϲ ὠθήϲομεν τὸ βέλοϲ , εἰ δὲ αὐλόν
5983143 βαθρου
ὄντα . σχηματιζέσθω δὲ νῦν ὁ πάσχων πρηνὴς ἐπὶ τοῦ βάθρου , ἵνα αἱ τῶν βρόχων ἀρχαὶ κατάλληλοι γίνοιντο τοῖς
, ὀπίσω : καταρτίζεσθαι δ ' ὀφείλει ἤτοι ἐπὶ τοῦ βάθρου ἢ ἐπὶ τῆς κλίμακος κεκλιμένης , παρακαθημένου τοῦ πάσχοντος
5969277 ἐπεχοντα
λέγω δὴ τό τε ἀψευδῶς ἐρωτᾶν τὸν ἐπιστήμονα ἐρωτῶντος τόπον ἐπέχοντα καὶ αὖθις τὸ δύνασθαι αὐτὸν ἐν ἀποκρινομένου τάξει καθεστηκότα
ἔχομεν δὲ καὶ τὸν ἀκριβῆ ἥλιον κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἐπέχοντα Παρθένου μοίραις ιε α ∠ ʹ . ἀπέστη ἄρα
5929245 Κανωβικου
μυχοῦ τοῦ Ἀραβίου κόλπου καὶ Πηλουσίου , καὶ ἔτι τοῦ Κανωβικοῦ στόματος τοῦ Νείλου : τοῦτο μὲν τὸ νότιον πλευρόν
͵θ . Τῆς δὲ Λιβύης ἀπὸ Τίγγεως πόλεως μέχρι τοῦ Κανωβικοῦ τοῦ Νείλου στόματος ὁ παράπλους ἐστὶ σταδίων Μ γʹ
5925441 χωριζει
γονεῖς . Κρόνος μεθ ' Ἡλίου κείμενος καὶ Σελήνης ἀλλοτριουμένης χωρίζει τοὺς γονεῖς . ἐὰν ὁ τοῦ ὡροσκόπου κύριος χρηματίζῃ
ζήτησιν , τὴν ἰδιότητα τοῦ στοχασμοῦ παρέστησεν , ἥτις καὶ χωρίζει αὐτὴν τῶν ἄλ - λων στάσεων : εἰσὶ δὲ
5924431 Ὑπερμηστρας
καὶ πλησίον Ὑπερμήστρας μνῆμα Ἀμφιαράου μητρός , τὸ δὲ ἕτερον Ὑπερμήστρας τῆς Λαναοῦ : σὺν δὲ αὐτῇ καὶ Λυγκεὺς τέθαπται
οἰκιστοῦ λαβεῖν τὴν πόλιν , τὸν δὲ Λυγκέως τε καὶ Ὑπερμήστρας τῆς Δαναοῦ παῖδα εἶναι . Ἀπόλλωνος δὲ ἱερὰς νενομίκασιν
5885218 αβγδʹ
οἱ αβʹ γδʹ ἄρα κύκλοι ὁμοίως εἰσὶ κεκλιμένοι πρὸς τὸν αβγδʹ κύκλον . Οἱ τῶν αὐτῶν ἐφαπτόμενοι μέγιστοι κύκλοι ὧν
εἰσι τῶν ἀληθινῶν . Ἔστω ἐν κόσμῳ ὁρίζων κύκλος ὁ αβγδʹ , ὁ δὲ τοῦ ἡλίου κύκλος θέσιν ἐχέτω ὡς
5883896 Πασιᾳ
' ἱπποτροφίαν δοκεῖ δυστυχεῖν . Θ τοῦ δώδεκα μνᾶς Θ Πασίᾳ : καὶ τοῦτο παρεγκύκλημα : ἐφίστησιν ὡς διαπορῶν τοῦ
ὁ δανειστὴς εἰσελθόντος τοῦ Στρεψιάδου . ὁ μάρτυς φησὶ τῷ Πασίᾳ εἰσελθόντος τοῦ Στρεψιάδου : ὅτι τί σοι δοκεῖ δράσειν
5853200 στατικος
εὔφθαρτον , ἐπιπολαστικὸν κοιλίας , ἄτροφον . ἐρυθρῖνος εὔστομος , στατικὸς κοιλίας , σκληροπαγής , τρόφιμος , ἐντατικὸς πρὸς συνουσίας
δὲ τὸ βαρὺ καὶ τὸ κοῦφον σταθμὸς καὶ στατικὴ καὶ στατικὸς διακρίνει , τί ὂν τό τε βαρὺ καὶ τὸ
5846255 δημηγορου
ὑπὲρ τὸν κατάλογον , ὑπὲρ τὰ ἑξήκοντα γεγονὼς ἔτη , δημηγόρου ἡλικίαν ἔχων , προπόλιος , ὑποπόλιος ὡς Δημοσθένης ,
εἰδότ ' αἰσχυνθήσεται ; Ὅρκος δ ' ἑταίρας ταὐτὸ καὶ δημηγόρου : ἑκάτερος αὐτῶν ὀμνύει πρὸς ὃν λαλεῖ . Ὃς
5843862 Ξιφος
ἴσων τεύξῃ ποτέ . Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν . Ξίφος τιτρώσκει σῶμα , τὸν δὲ νοῦν λόγος . Ξένος
μοι εὖχος ὀρέξατε . Ποῖον ἐρεῖς τόδ ' ἔπος ; Ξίφος , εἴ ποθεν , ἢ γένυν ἢ βελέων τι
5837858 ζυμιτης
διαχωρέει δὲ ἧσσον . Αὐτῶν δὲ τῶν ἄρτων ὁ μὲν ζυμίτης κοῦφος καὶ διαχωρέει : καὶ κοῦφος μέν ἐστιν ,
διὰ τὸ ἰσχυρόν . ἔστω δὲ καὶ ἕωλος μᾶλλον καὶ ζυμίτης : ἀποβρεχέσθω δ ' ὕδατι θερμῷ ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ
5833896 Οἰνανθης
αὐτοῦ πᾶσαν ἀνατρέψαντα : ἐν δὲ τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ Ἀγαθοκλέους τοῦ Οἰνάνθης υἱοῦ , ἑταίρου δὲ τοῦ Φιλοπάτορος βασιλέως Φίλωνα .
εἰς ῥάκος ἐπιτίθει κατὰ τοῦ στομάχου καὶ τῆς κοιλίας . Οἰνάνθης , ὀμφακίου , ῥόδων ἄνθους , μαστίχης , ἀλόης
5833096 Λευκονοιευς
' ἔστιν ὁ μετὰ ταῦτα φροντίζων ; Μέτων , ὁ Λευκονοιεύς . οἶδ ' , ὁ τὰς κρήνας ἄγων .
, ἔοικε τῆς ἐν Προποντίδι μνημονεύειν ὁ ῥήτωρ νῦν . Λευκονοιεύς : Δημοσθένης ἐν τῷ κατ ' Ἀφόβου . Λευκόνοιον
5829838 ἐπονομαζεται
πηγὴν ὠχέτευσεν εἰς τὴν Ῥώμην , ἥτις αὐτῷ μέχρι νῦν ἐπονομάζεται Κλαυδία , ὁδόν τε ἐστόρεσεν , ἥτις ἐπεκλήθη καὶ
ἢ δεκάχιλοι , ἀλλὰ καὶ σεισίχθων , ὦ Τριεφῶν , ἐπονομάζεται ; Τὸν μοιχὸν λέγεις , ὃς τὴν τοῦ Σαλμωνέως
5826759 ἀναποδεικτος
τὸ ἀντικείμενον τῷ ἡγουμένῳ , τότε ὁ τοιοῦτος γίνεται δεύτερος ἀναπόδεικτος , ὡς τὸ ” εἰ ἡμέρα ἔστι , φῶς
ἐστιν : περὶ γὰρ τούτων οὔτ ' ἀποδεικτικὸς οὔτ ' ἀναπόδεικτος ὑπ ' οὐδενὸς πώποτ ' εἴρηται λόγος . οὔσης
5823023 ἀναγραφεται
τοῦ κέντρου τοῦ κύκλου , ἀφ ' οὗ τὸ εἰκοσάεδρον ἀναγράφεται , καὶ τὴν τοῦ δεκαγώνου τοῦ εἰς τὸν αὐτὸν
μηδ ' εἴ τι θεουδέος Εὐδόξοιο καμπύλον ἐν γραμμαῖς εἶδος ἀναγράφεται . . . . , . τῶν δὲ φιλοπόνως
5822675 πεντηκοντας
. § : ἔστι δὲ προέορτος μεγίστης ἑορτῆς , ἣν πεντηκοντὰς ἔλαχεν , ἁγιώτατος καὶ φυσικώτατος ἀριθμῶν , ἐκ τῆς
αὐτὴν ἴσασιν . ἔστι δὲ προέορτος μεγίστης ἑορτῆς , ἣν πεντηκοντὰς ἔλαχεν , ἁγιώτατος καὶ φυσικώτατος ἀριθμῶν , ἐκ τῆς
5804371 ἀποστροφος
ἐπιπαρῇ ἰδιοτοπῶν ἢ τριγωνίζηται πρὸς τὸν τόπον , ἐὰν δὲ ἀπόστροφος εὑρεθῇ ἢ ἐναντιωθῇ οὐ ποιήσει . ἐπὶ δὲ τῶν
ἡ πρόσνευσις τῆς Σελήνης εὑρεθῇ , κρεῖσσον : ἐὰν δὲ ἀπόστροφος ᾖ ἡ Σελήνη ἢ ἡ πρόσνευσις τῇ ἡμέρᾳ ,
5803546 ἐμπεριεχει
μείζων δὲ ὁ εἰρημένος κῶνος τῆς ἐν αὐτῷ πυραμίδος : ἐμπεριέχει γὰρ αὐτήν . μεῖζον ἄρα καὶ τὸ Ξ στερεὸν
πάντων , παντοκράτωρ δὲ ὅτι αὐτὸς τὰ πάντα κρατεῖ καὶ ἐμπεριέχει . Τὰ γὰρ ὕψη τῶν οὐρανῶν καὶ τὰ βάθη
5792492 ξυνεγραψεν
ἕβδομον καὶ δέκατον ἔτος τῷ πολέμῳ ἐτελεύτα τῷδε ὃν Θουκυδίδης ξυνέγραψεν . Ἅμα δὲ τῷ ἦρι εὐθὺς ἀρχομένῳ τοῦ ἐπιγιγνομένου
τῶν ἱστοριῶν τῶν Φιλοχόρου καὶ ἐξ ὧν αὐτὸς περὶ αὐτοῦ ξυνέγραψεν ἐν τῷ λόγῳ τῷ κατὰ Προξένου , ὃς εἴρηται
5770269 γραφικου
τοῖϲ ὀϲτράκοιϲ κεκαυμένουϲ χάρτου κεκαυμένου δαφνίδων βολβῶν λιβάνου εὐφορβίου μέλανοϲ γραφικοῦ κροκομάγματοϲ κηκίδων ῥαφάνου φύλλων ὠοῦ τὸ πυρρὸν μαλάχηϲ χυλῷ
. . . . . δραχ . αʹ ʹʹ μέλανος γραφικοῦ . . δραχ . δʹ σμύρνης τρωγλίτιδος . δραχ
5768624 ἀφελουσα
Ἀλλὰ ἡ γυνὴ ἡ Πανδώρα τὸ μέγα πῶμα τοῦ πίθου ἀφελοῦσα , ἤγουν ἀπ ' αὐτοῦ λαβοῦσα , ἐσκόρπισεν αὐτὰ
καταγηράσκουσιν . ] ἀλλὰ γυνὴ χείρεσσι πίθου μέγα πῶμ ' ἀφελοῦσα ἐσκέδας ' , ἀνθρώποισι δ ' ἐμήσατο κήδεα λυγρά
5766632 ἐπιχει
κυάμων ὅσον χοίνικα Ἀττικήν , βαλών τε εἰς καινὴν χύτραν ἐπίχει ὕδωρ προσεμβάλλων πυρῶν λευκῶν χοίνικα καὶ ἰδίᾳ ἐν ὀθονίῳ
ἐπίβαλλε κηρὸν καὶ ῥητίνην καὶ ἐπάραϲ ἀπὸ τοῦ πυρὸϲ ἡμιψυγὲϲ ἐπίχει ταῖϲ ϲταφῖϲι λείαιϲ καὶ τοῖϲ ἀλεύροιϲ . Ἄλλο .
5763931 Νικαγορου
μελέταις , ὅσος δὲ ἐν σχεδίῳ λόγῳ , καὶ περὶ Νικαγόρου τοῦ Ἀθηναίου , ὃς καὶ τοῦ Ἐλευσινίου ἱεροῦ κήρυξ
. . χου τῆς Τρῳάδος Ἀλεξανδρείας | : Παναίτιος | Νικαγόρου Ῥόδιος : | Μνήσαρχος Ὀνησίμου | Ἀθηναῖος : Δάρδανος
5757460 ἠθετηκεν
ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος ἀπὸ τούτου τρεῖς στίχους ἠθέτηκεν , μήποτε διότι διὰ τῶν ἐπὶ μέρους οὐδέποτε αὐτὸν
τὴν λέξιν . διόπερ Ἀρίσταρχος ἐν τῇ Ρ τῆς Ἰλιάδος ἠθέτηκεν . φράδμων ὁ ἔμπειρος καὶ ἐπιγνῶναι δυνάμενος . πέφραδέ
5754642 ἀγυιατις
ὃς πάντ ' ἐφορᾷς : καὶ : δὸς φίλος . ἀγυιᾶτις οὖν ἀντὶ τοῦ σύνοικε . ἄλλως : Θρασυδαίῳ Θηβαίῳ
στάδιον ἄνδρας . . τὸ δὲ ἀγυιᾶτις ἀντὶ τοῦ ὦ ἀγυιᾶτις ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : Ἠέλιος ὃς πάντ
5749822 γλυψον
ἁπάσης σφηκὸς καὶ μελίσσης παντοίας . Λαβὼν οὖν λίθον ἱερακίτην γλύψον εἰς αὐτὸν ἱέρακα καὶ παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ βάτραχον
καὶ οὐχ ὑπάρξουσιν ἔτι . Εἰς δὲ τὸν ψωρίτην λίθον γλύψον ψύλλους θαλασσίους γʹ ὑπὸ κάλαμον χλωρὸν ἑστῶτας καὶ κατάκλεισον
5749489 Μενιδας
στρατιὰν ἄγων ἀπὸ Καρίας καὶ Μένανδρος ἐκ Λυδίας ἄλλους καὶ Μενίδας τοὺς ἱππέας ἄγων τοὺς αὐτῷ ξυνταχθέντας . καὶ πρεσβεῖαι
Ἀλέξανδρος ἐμβάλλειν κελεύει ἐς αὐτοὺς τοὺς μισθοφόρους ἱππέας , ὧν Μενίδας ἡγεῖτο . ἀντεκδραμόντες δὲ ἐπ ' αὐτοὺς οἵ τε
5745636 ἐτορευσεν
οὖν ἐν τοῖς ἄστροις καὶ ἐν τῇ φαινομένῃ κατασκευῇ προσηκόντως ἐτόρευσεν . τοῦτο μέντοι καὶ ἐπὶ τοῦ Διὸς σημαίνειν πείθονται
ἐπὶ χείλεσι βαῖνον . Τὸν Σάτυρον Διόδωρος ἐκοίμισεν , οὐκ ἐτόρευσεν : ἢν νύξῃς , ἐγερεῖς : ἄργυρος ὕπνον ἔχει
5740334 ἀνατεινων
ἀξιόλογον τοῦθ ' ὅριον ἐφάνη ὁ Νεῖλος , μῆκος μὲν ἀνατείνων ἐπὶ τὴν μεσημβρίαν πλειόνων ἢ μυρίων σταδίων , πλάτος
ἰσχνὸς τὸν μικρὸν ἐκτὸς ἀπάγων , ὁ δέ γε τρίτος ἀνατείνων ὅλον τὸν πόδα . ἐφεξῆς δ ' αὐτῶν σχεδὸν
5739549 κογχη
λειόστρακον σωλὴν καὶ βάλανος , κοινὸν δ ' ἐξ ἀμφοῖν κόγχη . τὸ δ ' ἐντὸς τῆς πίνης Ἐπαίνετος ἐν
σταφυλὴ ὀξυτονητέον . πρὸς οὓς ῥητέον : ἰδοῦ κόγχος / κόγχη , φίλος / φίλη , μόνος / μόνη ,
5737817 κατατεινει
. ὁ δὲ στόμαχος πρόσκειται μὲν ἔνδοθεν τῇ ῥάχει , κατατείνει δ ' εἰς πνεύμονα , ὀνομάζεται δὲ καὶ οἰσοφάγος
τῷ ὑποτεταμένῳ πρὸς [ τὃ ] προσβάλλον τὸ ὑπεροειδὲς ἀποστηρίζων κατατείνει : τοιούτῳ δέ τινι ἑτέρῳ δεσμῷν [ ] χρὴ
5736368 Ἀποδειξις
τότε φαίνεται τὰ ἄστρα , ὅ ἐστιν ὥρας Ϛ . Ἀπόδειξις : δύντος τοῦ ἡλίου , ἄφες ὕδωρ διὰ κλεψύδρας
καθόλου λόγον , ἐπειδὴ οὐκ ἔχουσι καθόλου ἀποφατικὴν ὑπάρχουσαν . Ἀπόδειξις δ ' ἡ αὐτή , ὅτι δύνανται ὁμοιοσχήμονες γενέσθαι
5734814 κοιλωμα
γαστρίῳ . καὶ τὸ ἐν ὀσφύι δὲ καὶ ῥάχει γινόμενον κοίλωμα αἴτιον δυστοκίας γίνεται , καὶ διὰ πιμελῶδες ἐν ἐπιγαστρίῳ
ἀναβάς , ὁ δὲ κύων πρὸς τῇ ῥίζῃ τοῦ δένδρου κοίλωμα ἔχοντος . τοῦ δὲ ἀλεκτρυόνος κατὰ τὸ εἰωθὸς νύκτωρ
5730896 μετρηθηναι
νῦν δὲ τῶν Λιβύων , ἣν δὴ μυθεύονται ῥινῷ βοὸς μετρηθῆναι . Ἐφεξῆς δὲ ἡ μικροτέρα Σύρτις τὸν ἄγαν ταχέα
οὗ ἐλάττονα οὐχ οἷόν τε ὑπὸ τῶν δοθέντων δύο ἀριθμῶν μετρηθῆναι , οἷός ἐστιν ὁ ιε : τούτου γὰρ ἐλάττονα
5729936 παχυστομον
πολλάκις . Πιεῖν πιεῖν τις ἔγχει πυριγενῆ λαβὼν βραχύωτον κυκλοτερῆ παχύστομον κώθωνα , παῖδα φάρυγος . Ὁ βοῦς ὁ χαλκοῦς
λειόστρακον , ἡ δὲ πίνη λεπτόστομον , τὸ δὲ ὄστρεον παχύστομον , δίθυρον δὲ καὶ λειόστρακον , λεπὰς δὲ μονόθυρον
5724985 φυλαξοντα
ἀκόλουθον οὕτως , ἐπεὶ γὰρ ἐχειροτονήσατε τοῦτον πρεσβευτήν , ὡς φυλάξοντα τοὺς ἄλλους , ἐνταῦθα τὸ ἐναντίον προσλαβὼν οὕτως ἐπάγει
πρὸς ταῦτα ἐβουλεύσαντο ἐς Θεσσαλίην πέμπειν κατὰ θάλασσαν πεζὸν στρατὸν φυλάξοντα τὴν ἐσβολήν : ὡς δὲ συνελέχθη ὁ στρατός ,
5719837 Ἰορδανης
μεγάλην ἀσφάλειαν ἔχουσα . Περιρρεῖ δ ' αὐτὴν ὁ λεγόμενος Ἰορδάνης ποταμὸς ἀείρρους . Τῆς δὲ χώρας οὐκ ἔλαττον ἑξακισχιλίων
ὁρκίζω σε μέγαν θεὸν Σαβαώθ , δι ' ὃν ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ ὀπίσω καὶ ἐρυθρὰ θάλασσα ἣν
5708639 ἐαϲαντεϲ
: ἀποβρέξαντεϲ ἐλλεβόρου λευκοῦ ⋖ β ἐν ὕδατι ξέϲτῃ καὶ ἐάϲαντεϲ μεῖναι νυχθήμερον τῇ ἐπιούϲῃ ἕψομεν τὸν ἐλλέβορον ἐν τῷ
ὅλον τὸ δέρμα διαιροῦνταϲ πολλαῖϲ καὶ βαθείαιϲ ἀμυχαῖϲ , καὶ ἐάϲαντεϲ ἀπορρυῆναι τὸ αἷμα τῶν πρὸϲ τὰ ϲηπόμενα χρηϲίμων τι
5705622 Ὀφιουχος
. Ὅταν δὲ ὁ Ὄφις δύνῃ , ὃν ἔχει ὁ Ὀφιοῦχος , συγκαταδύνει μὲν αὐτῷ ὁ ζῳδιακὸς ἀπὸ Σκορπίου μοίρας
Ὠρίων . . . . Βορρόθεν δὲ δύνει Ἀρκτοφύλαξ , Ὀφιοῦχος πλὴν τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ Στεφάνου τὸ ἥμισυ .
5684460 προκαταλαμβανεται
σημεῖον , ὅτε οὗ ἐκκαλυπτικόν ἐστι , τὸ σημειωτόν , προκαταλαμβάνεται αὐτοῦ ; ἄλλως τε καὶ μαχόμενόν τι προσδέξονται οἱ
σημειωτοῦ ἢ συγκαταλαμβάνεται αὐτῷ ἢ ἐπικαταλαμβάνεται αὐτῷ : οὔτε δὲ προκαταλαμβάνεται οὔτε συγκαταλαμβάνεται οὔτε ἐπικαταλαμβάνεται , ὡς παραστήσομεν : οὐκ
5684248 ὠνομαζομεν
τέχνης ἧσπερ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Ἡρόδικος , τί ἂν αὐτὸν ὠνομάζομεν δικαίως ; . . [ . , . ]
τήνδε τὴν αἴσθησιν ἀμυδροτέραν οὖσαν τῆς ἐκεῖ ἀντιλήψεως , ἣν ὠνομάζομεν αἴσθησιν , ὅτι σωμάτων ἦν , ἐναργεστέραν εἶναι .
5683857 δυσεται
διαπορευομένου ἐν τῷ ὑπὸ γῆν , τὸ βʹ ἄστρον καὶ δύσεται καὶ ἀνατελεῖ . Τοῦ ζῳδιακοῦ ἓν δωδεκατημόριον ἐν ᾧ
ὥστε τοῦ Ζ ἀνατέλλοντος κατὰ τὸ Κ σημεῖον τὸ Θ δύσεται κατὰ τὸ Ν καὶ ὁ τῶν ζῳδίων κύκλος θέσιν
5678734 καθεδρα
μέρος μέν τι αὐτοῦ ἵσταται μέρος δὲ κέκλιται καὶ καλεῖται καθέδρα . Ταῦτα , φησίν , οὐκ εἰσὶ θέσεις ,
θωήν ζημίαν . ὅθεν καὶ ἀθῶος ὁ ἀζήμιος . θῶκος καθέδρα καὶ συνέδριον , “ οἱ δὲ θεοὶ θῶκόνδε καθίζανον
5673453 ὁριειται
λόγον ἑκατέρου ὅντινα δεῖ ἀποδιδόναι , τῆς μὲν ὕλης ὃς ὁριεῖται αὐτὴν οὐδὲν προσαπτόμενος τῆς στερήσεως , τῆς τε αὖ
ἐλέγχων τὸ παραλλάττον : οἷον ὁ μὲν ἐκβαλὼν τῆς ἀκροπόλεως ὁριεῖται πρὸς τὸ ἴδιον λυσιτελὲς λέγων , ὅτι τυραννοκτόνος ἐστὶν
5668231 ἀπεταφρευεν
ἀπελίποντο ἄκοντες . ὁ δὲ Σκιπίων τοῦ χώματος ὅλου κατασχὼν ἀπετάφρευεν αὐτὸ καὶ τεῖχος ἤγειρεν ἐκ πλίνθων , οὔτε κολοβώτερον
αὐτῷ πάντας ἐχειροκόπησεν , Οὐρίατθον δὲ διώκων Ἐρισάνην αὐτοῦ πόλιν ἀπετάφρευεν , ἐς ἣν ὁ Οὐρίατθος ἐσδραμὼν νυκτὸς ἅμα ἕῳ
5666886 σκηπτεσθαι
προφάσεις , ἀλλὰ τὴν νίκην . εἰώθασι γὰρ οἱ ἡττηθέντες σκήπτεσθαι ποριζόμενοι προφάσεις τῆς ἥττης . τὸν δὲ στέφανον εἶπεν
σιγὴ δὲ στέξις λόγου . σκήπτεσθαι καὶ σκέπτεσθαι διαφέρει . σκήπτεσθαι μὲν γάρ ἐστι τὸ προφασίζεσθαι , σκέπτεσθαι δὲ τὸ
5666758 ποδοστραβην
οἶόν ] μόνον τῶν ἄλλων συνωμοτῶν . ξύλῳ ] ὃ ποδοστράβην λέγουσι καὶ ποδοκάκκην . διώξομαί σε δειλίας ] κατηγορήσω
τὸ θηρίον φερόμενόν θ ' ὥσπερ † ἀναστρέψαι τε τὴν ποδοστράβην καὶ ἐνσχεθῆναι στερεῷ βρόχῳ κατὰ τέχνην ἐπ ' αὐτὸ
5656768 γεωργεις
κορυφαῖον ἱδρῦσθαι νομίζεται , πλήθους χρημάτων ἀγροὺς ὠνησάμενος τοῖς πένησι γεωργεῖς καί μοι δοκεῖς φιλανθρωπίᾳ μείζονι χρώμενος ἀγροὺς ποιῆσαι τὰ
, τῷ λόγῳ πάντα τὰ πράγματ ' ἀπώλεσας . εἶτα γεωργεῖς ἐκ τούτων καὶ σεμνὸς γέγονας . καὶ γὰρ τοῦτο
5656661 ἀποδεδωκεν
τοῦτο δέ , φησίν , παρατετήρηται ἐπὶ πολλῶν γιγνόμενον . ἀποδέδωκεν δὲ καὶ τὴν αἰτίαν τοῦ γιγνομένου ἐν τοῖς φυσικοῖς
, ἔμελλε φήσειν ἀποδεδωκέναι , καὶ τούτοις τεκμηρίοις καταχρήσεσθαι ὡς ἀποδέδωκεν , τῷ καιρῷ , τῇ χρείᾳ , ὡς οὐκ
5652938 ἐγεννησας
εἰς τὴν Οἰνοπίαν διακομίσας νῆσον συνεκοιμήθη , ἔνθα τὸν ἐνδοξότατον ἐγέννησας Αἰακὸν τῷ μεγαλοήχῳ Διῒ , συνετώτατον πάντων τῶν ἀνθρώπων
ἂν εἴποιμι παράγγελμα ἢ νουθέτημα , ἀλλ ' ἣν αὐτὸς ἐγέννησας γνώμην , ταύτην ἀπόχρη σοι μόνην εἰδέναι τε καὶ
5651492 Κρατινειον
. Τούτου δὲ μεῖζόν ἐστι συλλαβῇ τῇ τελευταίᾳ τὸ καλούμενον Κρατίνειον : ἔστι γὰρ ἐκ χοριαμβικοῦ ἐπιμίκτου , τοῦ τὴν
καὶ Σχοινίωνος , ὦ Χάρον . Τὸ μὲν οὖν καθαρὸν Κρατίνειον τοιοῦτόν ἐστι : πολυσχημάτιστον δὲ αὐτὸ πεποιήκασιν οἱ κωμικοί
5647419 ἐπομφαλιον
ἢ τῷ ἐπομφάλῳ ἢ τῷ ὑπογαϲτρίῳ καὶ ὀϲφύι . Ἄλλο ἐπομφάλιον . Μεϲπίλων χωρὶϲ γιγάρτων Γρʹ ιη ϲκαμμωνίαϲ Γρʹ ιβ
δὲ τὸ ἐν μέσῳ ἀκρομφάλιον , τὸ δὲ ὑπὲρ αὐτὸν ἐπομφάλιον . καὶ μεσόμφαλοι καλοῦνται πλακούντων τι εἶδος . καὶ
5644645 Ῥινοκερως
. τὸ δὲ αἷμα αὐτοῦ ξηρὸν ποθὲν ἐπιληπτικοῖς βοηθεῖ . Ῥινόκερως ζῷόν ἐστι τετράπουν παραπλήσιον ἐλάφῳ ἓν κέρας ἔχον ἐπὶ
δομεστικοί . Ἰήλεμον : θρῆνον . ἐντύνουσι : ποιοῦσιν . Ῥινόκερως : ὁ ἔχων ἓν κέρας , μονόκερως . ὄρυγος
5643116 φιβʹ
, καὶ ταῦτα πάλιν ὀκτάκις τπδʹ , οὗ ἐπίτριτος ὁ φιβʹ , μεταξὺ δὲ τούτων δύο ἐπόγδοα , τοῦ μὲν
, τούτου δὲ υπϚʹ , ἀφ ' ὧν ἐπὶ τὰ φιβʹ ὁ λειμματιαῖος γίνεται λόγος . τινὲς δέ φασι μὴ
5642997 προσεδραμε
καὶ προσιόντι καὶ σαίνοντι παρέβαλλεν . ὁ δὲ ὄνος φθονήσας προσέδραμε καὶ σκιρτῶν ἐλάκτισε τὸν δεσπότην . καὶ οὗτος ἀγανακτήσας
δὲ ἐπὶ τὴν πηγὴν ἔπλησε τὴν ὑδρίαν καὶ ἀνέβη . προσέδραμε δὲ ὁ παῖς εἰς συνάντησιν αὐτῇ καὶ εἶπε :
5641140 ἐξῃρεθη
μὲν Μηνόδωρος ὀβελῷ τὸν βραχίονα ἐτρώθη , καὶ ὁ ὀβελὸς ἐξῃρέθη , ὁ δὲ Μενεκράτης τὸν μηρὸν ἀκοντίῳ πολυγλώχινι Ἰβηρικῷ
ὧν ἐς τὸν Τρίτωνα ἠσέβησε , τεκμηριοῦντες ὅτι ἀποψύχων μὲν ἐξῃρέθη τῆς θαλάττης , ἰχῶρα δὲ ἠφίει παραπλήσιον τὴν ὀσμὴν
5636899 σχουσα
: τοῦ ὅλου διαιρεθέντος : ἤπειρος , ἄπειρος ἡ μὴ σχοῦσα πέρας : θάλασσα , ἢ παρὰ τὸ ἁλὸς γίνεται
παραλήγουσαν , ἀπὸ μιᾶς τῶν ὑφ ' Ἡρακλέος ἀναιρεθεισῶν Ἀμαζόνων σχοῦσα τὴν κλῆσιν , ὧν αἱ διάφοροι . . .
5633916 Λαμος
εἰδωλοποιεῖ τινας ὄρχεις Λαμίας : θῆλυ γάρ . ἐντεῦθεν καὶ Λάμος ἡ πόλις τῶν Λαιστρυγόνων . Γ λέγεται ἡ Λάμια
, πόλις Λυκίας . Ἀλεξ . ἐν πρώτῃ Λυκιακῶν . Λάμος , ποταμὸς Κιλικίας , καὶ ἡ παρ ' αὐτὸν
5630088 ῥεγκει
προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν δ ' ἄλλων ἕνεκα ὕπτιος ῥέγκει : εἰρήνη πᾶσα . λῃστὴς προαιρέσεως οὐ γίνεται ,
λέξεσιν , εἰπὼν “ ἐν ταῖς βύρσαις ὕπτιος ” . ῥέγκει οὖν ἀντὶ τοῦ ποιὸν ἦχον ἀποτελεῖ τῇ ῥινί .
5629561 ἀπολειπον
Κλῖμαξ καλούμενον , ἐπίκειται δὲ τῷ Παμφυλίῳ πελάγει , στενὴν ἀπολεῖπον πάροδον ἐπὶ τῷ αἰγιαλῷ ταῖς μὲν νηνεμίαις γυμνουμένην ὥστε
φίλε , ἦν δ ' ἐγώ , μέτρον τῶν τοιούτων ἀπολεῖπον καὶ ὁτιοῦν τοῦ ὄντος οὐ πάνυ μετρίως γίγνεται :
5622471 ὑπολαβε
φάλαγγος . ἡσυχία δὲ ἔστω καὶ προσέχετε τῷ παραγγέλματι . ὑπόλαβε τὴν σκευήν : ἀνάλαβε . διάστηθι . ἀνάλαβε τὸ
ἀριθμητικὴν μὲν γὰρ λέγεις τέχνην ; Ναί . Ταύτην δὴ ὑπόλαβε θήραν ἐπιστημῶν ἀρτίου τε καὶ περιττοῦ παντός . Ὑπολαμβάνω
5620115 γραψει
, εἰ δὲ περὶ ὃ γράφει οὐχ ἕστηκεν , πῶς γράψει τὸ γράφον ; πάντα μὲν οὖν τὰ ἐν τῇ
ὡς οὐκ ὢν ἐκ τῶν νόμων καθαρὸς τὸ σῶμα , γράψει δ ' ἐν τοῖς ψηφίσμασιν εὐχὰς ὑπὲρ τῆς πόλεως
5615784 πλαττεται
ἄστυ κρίνει πορνείας : τοῦτο ἠθικόν : καὶ ἤθους ἕνεκα πλάττεται μόνου ἵνα γεωργοῦ δείξωμεν ἦθος . Λεκτέον δέ τι
ταῖς νεφέλαις προὔχει . τοῦτον καὶ αὐτὸν εἰς τὸν Πεισθέταιρον πλάττεται , ὅπως ἄν τι λάβῃ . ἀντὶ τοῦ ἐμνημόνευσα
5615179 λειοστρακον
λεπτόστομον , τὸ δὲ ὄστρεον παχύστομον , μονόθυρον δὲ καὶ λειόστρακον , λέπας δὲ δίθυρον καὶ λειόστρακον , μονοφυὲς δὲ
καὶ λειόστρακον , συμφυὲς δὲ μῦς , μονοφυὲς δὲ καὶ λειόστρακον σωλὴν καὶ βάλανος , κοινὸν δ ' ἐξ ἀμφοῖν
5613394 διοριζοντος
νόσους εἰκὸς εἶναι πολλάς . Τοῦ δὲ Ἅληκος ποταμοῦ τοῦ διορίζοντος τὴν Ῥηγίνην ἀπὸ τῆς Λοκρίδος βαθεῖαν φάραγγα διεξιόντος ἴδιόν
ΓΔ . ἡ ΓΔ ἄρα διάμετρός ἐστι τοῦ κύκλου τοῦ διορίζοντος ἐν τῇ σελήνῃ τὸ σκιερὸν καὶ τὸ λαμπρόν .
5613115 ἀστραγαλος
, ὡς ἐν Κορίνθῳ Γλαῦκος ὁ Ἱππολόχου τοῦ Βελλεροφόντου . ἀστράγαλος : κυρίως τὸ συνήθως λεγόμενον καὶ ὁ σφόνδυλος τοῦ
ἀστραγάλους οἱ πολλοί , τοῦ παντὸς ἁμαρτάνοντες : ὁ γὰρ ἀστράγαλος ὑπὸ τούτων ἑκατέρωθεν περιλαμβάνεται σκεπόμενος πανταχόθεν , ὥστε οὐκ
5610986 Κανη
αὐτὸ τὸ ἀκρωτήριον Αἰγὰ * κεκλῆσθαι , τὸ δὲ λοιπὸν Κάνη καὶ Κάναι . Μεταξὺ δὲ Ἐλαίας τε καὶ Πιτάνης
Τὰ διὰ τοῦ ΑΝΗ δισύλλαβα μονογενῆ βαρύνεται : ἄνη πλάνη Κάνη Σάνη . Τὰ διὰ τοῦ ΑΝΗ μονογενῆ ὑπὲρ δύο
5609792 Ϡοβ
καὶ ἀπὸ τούτου ἐπιτεί - νουσι τόνον καὶ ποιοῦσι τὸν Ϡοβ τῷ ρη ὑπερέχοντα τοῦ ωξδ . ἐπεὶ δὲ οὐκέτι
ρη ὑπερέχοντα τοῦ ωξδ . ἐπεὶ δὲ οὐκέτι ἀπὸ τοῦ Ϡοβ δυνάμεθα ἐπιτεῖναι τόνον , κατ ' ἄνεσιν αὐτὸν εὑρίσκομεν
5606946 δεδανεισμενον
τοῦ ἐπιτριηραρχήματος . εἴη δ ' ἂν ἐπόγδοον τὸ οὕτω δεδανεισμένον ὥστε τοῦ κεφαλαίου τὸ ὄγδοον μέρος δοθῆναι τῷ δανειστῇ
ἐπιβαλλούσας δόσεις Λυσίας . Διακεχρημένον : ἀντὶ τοῦ κατὰ μέρος δεδανεισμένον Δημοσθένης κατ ' Ἀφόβου . Διάστασις : Ἀντιφῶν Ἀληθείας
5606179 ὁρατικου
ἀλλοιώσεως τῆς κόρης . τμʹ . Μυδρίασίς ἐστιν ἀμαύρωσις τοῦ ὁρατικοῦ ταραχθέντων τῶν ὑγρῶν . τμαʹ . Φθίσις ἐστὶ μείωσις
τὸ ποιῆσαι . ἀλλ ' ἐπεὶ οὐχ ἁπλῶς ἡ τοῦ ὁρατικοῦ ὑπὸ τοῦ ὁρατοῦ πεῖσις ποιεῖ τὴν αἴσθησινπαραποδίζει γὰρ ἡ
5605876 σημειωσαμενος
αἰγὸς πυρώσας , ἀνατείνας τὸν μέγαν δάκτυλον τῆς χειρὸς καὶ σημειωσάμενος τὸν κοιλαινόμενον τόπον περὶ τὸ πέρας τοῦ κάτω ἄρθρου
ἀνὰ μοίρας εʹ . ὅπου δ ' ἂν καταλήξῃ , σημειωσάμενος τὸ ζῴδιον σκόπει τὸν Ἥλιον , ἐν ποίῳ ζῳδίῳ
5601619 τομου
καὶ περιληπτικώτερος , τὸ δὲ τμῆμα μερικώτερον καὶ ὑπὸ τοῦ τόμου περιεχόμενον : περιέχονται μὲν γὰρ ἀμφότερα , ὅ τε
ζʹ . Ὁμοῦ ἔτη σθʹ . Ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ δευτέρου τόμου Μανεθῶ βασιλεῖς ϘϚʹ . : Ἐννεακαιδεκάτη δυναστεία βασιλέων εʹ
5592959 ἐπανεστηκος
ἄν τις δυνηθείη ; εἰ δέ τις πᾶν ἐθέλοι τὸ ἐπανεστηκὸς ὀστοῦν ἐκκόπτειν , γυμνώσει τὴν μήνιγγα πᾶσαν καὶ σπασμῷ
. οὗ τὸ μὲν πρὸς τοὺς δακτύλους μετὰ τὸ κοῖλον ἐπανεστηκὸς , στῆθος ποδός . εἶτα οἱ δάκτυλοι , ἰσάριθμοι
5592525 μελιτωδεϲ
ἀνὰ ⋖ δ : ϲὺν ὄξει τὰ ξηρὰ λεάναϲ καὶ μελιτῶδεϲ πάχοϲ ποιήϲαϲ μίϲγε τῇ κηρωτῇ καὶ χρῶ ἀνεὶϲ ἐμμότῳ
διαφορεῖν . τὸ δὲ ἐξ αὐτῶν ἑψομένων ἐν ὕδατι καταϲκευαζόμενον μελιτῶδεϲ ὅμοιόν ἐϲτι μέλιτι κατὰ τὴν δύναμιν . Ϲύμφυτον πετραῖον
5591009 περιστυλον
γυνὴ καὶ μήτηρ βασιλέως ὑπῆρξε . μετὰ δὲ τὸν πυλῶνα περίστυλον εἶναι τοῦ προτέρου ἀξιολογώτερον , ἐν ὧι γλυφὰς ὑπάρχειν
γυνὴ καὶ μήτηρ βασιλέως ὑπῆρξε . μετὰ δὲ τὸν πυλῶνα περίστυλον εἶναι τοῦ προτέρου ἀξιολογώτερον , ἐν ᾧ γλυφὰς ὑπάρχειν
5590132 ἐτοξευσεν
ἐπεχείρει βιάζεσθαι . τῆς δὲ ἀνακραγούσης αἰσθόμενος Ἡρακλῆς ἐξελθόντα Νέσσον ἐτόξευσεν εἰς τὴν καρδίαν . ὁ δὲ μέλλων τελευτᾶν προσκαλεσάμενος
δὲ σύμμαχον δι ' Ἀθηνᾶς ἐπεκαλέσατο . κἀκεῖνος πρῶτον μὲν ἐτόξευσεν Ἀλκυονέα : πίπτων δὲ ἐπὶ τῆς γῆς μᾶλλον ἀνεθάλπετο
5588453 πολλαπλασιασεις
ὑποδιαίρεσιν ἂν πειραθείης συγχωρήσας ἀνελεῖν , εἶτα ἀνελὼν ἐπενέγκοις , πολλαπλασιάσεις τὸν λόγον δριμέως λέγων οὕτως εἰ μὲν τόδε ἐποίησας
σμγ . Ὡσαύτως καὶ εἴτε τὸν κύβον ἐφ ' ἑαυτὸν πολλαπλασιάσεις , εἴτε τὴν πλευρὰν αὐτοῦ ἐπὶ τὸν δυναμόκυβον ,
5586278 ἡμιτομον
δὲ Πλειάδες περὶ τὸ οὐραῖον τοῦ αὐτοῦ Ταύρου , ὅπερ ἡμίτομόν ἐστιν . ἡ ἐπιτολὴ δὲ τῶν Πλειάδων γίνεται ἀπὸ
δὲ Πλειάδες περὶ τὸ οὐραῖον τοῦ αὐτοῦ Ταύρου , ὅπερ ἡμίτομόν ἐστιν . ἡ ἐπιτολὴ δὲ τῶν Πλειάδων γίνεται ἀπὸ
5584310 ἀνυπαρξια
ἡ ὕπαρξις τοῦ πράγματος καὶ τῷ ψεύδει τῶν λόγων ἡ ἀνυπαρξία . ἀναιρεθήσεται ἄρα τὸ ἐνδεχόμενον . εἰ γὰρ ἀληθὴς
τοῦτο ἡ ἀνυπαρξία τῶν πραγμάτων , ἀλλ ' ἐπειδὴ ἡ ἀνυπαρξία τῶν πραγμάτων , διὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἀληθὴς ὁ
5584142 εὐθυμετρικον
διάστασιν προβήσεται ὁ τοιοῦτος . διὰ τοῦτο δὲ αὐτὸν καὶ εὐθυμετρικόν τινες καλοῦσι , Θυμαρίδας δὲ καὶ εὐθυγραμμικόν : ἀπλατὴς
διάστασιν προβήσεται ὁ τοιοῦτος . διὰ τοῦτο δὲ αὐτὸν καὶ εὐθυμετρικόν τινες καλοῦσι , Θυμαρίδας δὲ καὶ εὐθυγραμμικόν : ἀπλατὴς
5581142 πλυνεται
τε ἄνω κοιλίᾳ μετὰ πηγάνου διδόμενα . τέμνεται δὲ καὶ πλύνεται ὀπῷ τε Κυρηναϊκῷ καὶ πηγάνῳ ἅλμῃ τε καὶ ὄξει
τὸ κόμμι δ ' ἐκ τῆς αὐτῆς ἀκάνθης γεννᾶται . πλύνεται δ ' εἰς τὰ ὀφθαλμικὰ τριβομένη μεθ ' ὕδατος
5573425 κεκρουκας
Ἀφροδίσιος ὅρκος οὐκ ἐμποίνιμος : ἐπὶ τῶν ἐρωτικῶν . Αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τῆς θύρας : οἷον , ἐπ '
: ἡ ἀρχὴ τοῦ τῶν † πεντάθλου σκάμματος : αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τοῦ λόγου , φησί τις , οἷον
5570149 ὁριζομενον
τὴν ἐρημίαν , τὸ * δ ' ἔλαττον τριῶν μυριάδων ὁριζόμενον τῷ ἀοικήτῳ διὰ θάλπος ἢ ψῦχος . αὐτὸ γὰρ
ἐὰν ἀλλήλων ὑπάρχωσιν ὅροι αὐτός τε ὁ ὅρος καὶ τὸ ὁριζόμενον , οὕτως ὡς ἐπὶ τοιοῦδε παραδείγματος : ἄνθρωπός ἐστι
5567030 σπαδιξ
τῳ ἐκ ζειῶν καὶ ὕδατος . Σπαδίξας . ἐκδείρας . σπάδιξ γὰρ φλοιὸς ῥίζης πρινίνης . οἱ δὲ φοίνικος ῥάβδον
τρίγωνα , σαμβῦκαι , πηκτίδες , φόρμιγγες , φοῖνιξ , σπάδιξ , λυροφοινίκιον , ἰαμβύκη , κλεψίαμβος , παρίαμβος ,
5563318 διακοψῃ
ἐπιπλεκομένους , ὧν χάριν χειμασθήσονται , ἐὰν μή τις μεσεμβολῶν διακόψῃ τὴν κάκωσιν . ἐὰν δὲ ὁ τοῦ Διὸς μαρτυρῇ
τιτρῶσκον , ὃ πάντως ὀξὺ μὲν ὑπάρχειν ἀναγκαῖόν ἐστιν ἵνα διακόψῃ , κοῦφον δ ' ἵνα μήτε θλάσῃ μήτε κατάξῃ

Back