λέγω δὴ τό τε ἀψευδῶς ἐρωτᾶν τὸν ἐπιστήμονα ἐρωτῶντος τόπον ἐπέχοντα καὶ αὖθις τὸ δύνασθαι αὐτὸν ἐν ἀποκρινομένου τάξει καθεστηκότα
ἔχομεν δὲ καὶ τὸν ἀκριβῆ ἥλιον κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἐπέχοντα Παρθένου μοίραις ιε α ∠ ʹ . ἀπέστη ἄρα
6879279 χειμερινον
, λήγων δὲ ἀνεμώδης . τὸ ἔαρ ἔνυδρον καὶ μᾶλλον χειμερινὸν καὶ παχνῶδες . τὸ δὲ θέρος ἔμπνουν , διὰ
χιτών . . . . . . . τὸ μέντοι χειμερινὸν ἱμάτιον χείμαστρον ἂν λέγοις , καὶ χλαῖναν δὲ παχεῖαν
6847954 ἀποστροφος
ἐπιπαρῇ ἰδιοτοπῶν ἢ τριγωνίζηται πρὸς τὸν τόπον , ἐὰν δὲ ἀπόστροφος εὑρεθῇ ἢ ἐναντιωθῇ οὐ ποιήσει . ἐπὶ δὲ τῶν
ἡ πρόσνευσις τῆς Σελήνης εὑρεθῇ , κρεῖσσον : ἐὰν δὲ ἀπόστροφος ᾖ ἡ Σελήνη ἢ ἡ πρόσνευσις τῇ ἡμέρᾳ ,
6781123 Κανωβικου
μυχοῦ τοῦ Ἀραβίου κόλπου καὶ Πηλουσίου , καὶ ἔτι τοῦ Κανωβικοῦ στόματος τοῦ Νείλου : τοῦτο μὲν τὸ νότιον πλευρόν
͵θ . Τῆς δὲ Λιβύης ἀπὸ Τίγγεως πόλεως μέχρι τοῦ Κανωβικοῦ τοῦ Νείλου στόματος ὁ παράπλους ἐστὶ σταδίων Μ γʹ
6679326 Ὑδασπην
εἶναι καὶ τὸν Τίγρητα καὶ τὸν Ἰνδόν τε καὶ τὸν Ὑδάσπην καὶ Ἀκεσίνην καὶ Ὑδραώτην καὶ Ὕφασιν καὶ ὅσοι ἐν
Ἰνδῷ , οὕτω δὴ μαθεῖν παρὰ τῶν ἐπιχωρίων τὸν μὲν Ὑδάσπην τῷ Ἀκεσίνῃ , τὸν Ἀκεσίνην δὲ τῷ Ἰνδῷ τό
6622421 διπλωσαντες
βρέγματος ἄχρι ἰνίου , ἐγκύκλιον δὲ κατὰ μετώπου . εἶτα διπλώσαντες ἐπὶ μεσοφρύου εὐθεῖαν κατὰ βρέγματος ἐπὶ ἰνίον προκαταλαμβάνομεν ,
: εἴσιν δὲ αὐταὶ μοῖραι νϚ κ . ἃς καὶ διπλώσαντες , τὰς γενομένας ριβ μ εἰσηνέγκαμεν εἰς τὸν τῶν
6610189 ὡριαιον
καὶ τοῦ χειμερινοῦ τροπικοῦ ἓξ ὡριαίων διαστημάτων τὸ μὲν πρῶτον ὡριαῖον διάστημα ἐπὶ τοῦ περὶ μέσας τὰς Χηλὰς κύκλου ἀφορίζει
ἑπόμενος τῶν ἐπ ' εὐθείας τριῶν . Τὸ δὲ τρίτον ὡριαῖον διάστημα ἀφορίζει περὶ μέσον τὸν Ταῦρον τῶν ἐν τῇ
6601285 Σαγγαριον
ἐπὶ τὴν βασιλίδα τῶν πόλεων ἐπορεύοντο : περαιωθέντες δὲ τὸν Σαγγάριον , τὴν Νικομήδους καταλαβεῖν ἠπεί - γοντο . Διιοῦσι
ποταμὸν ἀντὶ χάρακος προβαλλόμενοι . Ὁ δὲ Ἀρτοὺχ περαιωθεὶς τὸν Σαγγάριον καὶ ἐπὶ τὴν Μεταβολὴν φθάσας , ἐπεὶ μὴ εὗρε
6590944 περιστυλον
γυνὴ καὶ μήτηρ βασιλέως ὑπῆρξε . μετὰ δὲ τὸν πυλῶνα περίστυλον εἶναι τοῦ προτέρου ἀξιολογώτερον , ἐν ὧι γλυφὰς ὑπάρχειν
γυνὴ καὶ μήτηρ βασιλέως ὑπῆρξε . μετὰ δὲ τὸν πυλῶνα περίστυλον εἶναι τοῦ προτέρου ἀξιολογώτερον , ἐν ᾧ γλυφὰς ὑπάρχειν
6577188 Σαβαζιον
. θεατροπώλης μυάγρα τὸν Φρύγα , τὸν αὐλητῆρα , τὸν Σαβάζιον . ἐμοὶ κράτιστόν ἐστιν εἰς τὸ Θησεῖον δραμεῖν ,
τις ἐκ Σαβαζίου . τὸν αὐτὸν ἄρ ' ἐμοὶ βουκολεῖς Σαβάζιον . κἀμοὶ γὰρ ἀρτίως ἐπεστρατεύσατο Μῆδός τις ἐπὶ τὰ
6572209 Ἀνδραχνην
ὑδρομέλιτι . Πρὸς δηγμὸν στομάχου , στόματος καὶ κοιλίας . Ἀνδράχνην καθεψήσας ὕδατι ὡς λειφθῆναι τὸ τρίτον , κοτύλην πρόσφερε
, δίδου : καὶ τάχιον οὐρῆσαι ποιεῖ τὸν λίθον . Ἀνδράχνην χυλίσας ξήραινε τὸν χυλὸν καὶ καταπότια ποιήσας , δίδου
6545307 ἀργεστην
μὲν ἀπὸ χειμερινῆς ἀνατολῆς εὖρον , τὸν δ ' ἐναντίον ἀργέστην : τοὺς δὲ μέσους ἀπηλιώτην καὶ ζέφυρον . τὸν
καικίου καὶ ἀπαρκτίου βορέαν ἐκ μέσου δὲ ἀπαρκτίου καὶ θρασκίου ἀργέστην , εὔδηλον ὡς ὁ ἥλιος διατάττων αὐτοὺς οὐκ ἐᾷ
6509104 Στασανορα
μὲν οὖν Καρμανίαν εἴασεν ἔχειν Τληπόλεμον καὶ τὴν Βακτριανὴν ὁμοίως Στασάνορα : οὐ γὰρ ῥᾴδιον ἦν τούτους δι ' ἐπιστολῆς
τινὶ τῶν τοξοτῶν ᾔει τὴν ἐπὶ Πασαργάδας τῆς Περσίδος . Στασάνορα δὲ καταπέμπει ἐπὶ τὴν ἀρχὴν τὴν ἑαυτοῦ . ὡς
6499770 μιμησαμενη
μὲν οὖν ἕλαις ἡ πρώτη σύνθεσις ἀπετελέσθη , στοιχείων ἀριθμὸν μιμησαμένη . ἀκολουθεῖ δὲ τοῖς πρώτοις τὰ δεύτερα , φέρει
νεκρῶν τοῦτο ποιεῖν . ἀλεαίνοιμι : Θερμανοίμην . ἵνα σε μιμησαμένη σώσαιμι τὸ ἱμάτιον . . πυρῶν ἑκτέα : Τριωβόλου
6495042 Ἑσπερον
ἀχέων ξύσαντες ἀνάγκην πευκεδανοῦ βιότοιο παραπλώωσι κελεύθους . Καὶ βρέφος Ἕσπερον εἶδον , ὃς ἄγγελός ἐστιν ὁμίχλης ἠελίου δύνοντος ἐπὶ
γραφέντας ἀνατεθῆναι Πυθαγόραι . δοκεῖ πρῶτος πεφωρακέναι τὸν αὐτὸν εἶναι Ἕσπερον καὶ Φωσφόρον [ § ] . . . ,
6487926 ὀκτωκαιδεκαπλασιον
ἀπέχει ἡ σελήνη ἀπὸ τῆς γῆς μεῖζον μέν ἐστιν ἢ ὀκτωκαιδεκαπλάσιον , ἔλασσον δὲ ἢ εἰκοσαπλάσιον . Ἔστω γὰρ ἡλίου
ἀπὸ τῆς γῆς τοῦ τῆς σελήνης ἀποστήματος μεῖζον μὲν ἢ ὀκτωκαιδεκαπλάσιον , ἔλασσον δὲ ἢ εἰκοσαπλάσιον , διὰ τῆς περὶ
6485295 ἐξαμειψας
ἡγεμόνι , ἤγουν τῷ Ξέρξῃ . . τὸν ἀμφίζευκτον ] ἐξαμείψας καὶ περάσας τὸν ἀμφίζευκτον ἅλιον πρῶνα τὸν κοινὸν τῆς
σμῆνος ὣς ἐκλέλοιπεν μελισσᾶν σὺν ὀρχάμῳ στρατοῦ , τὸν ἀμφίζευκτον ἐξαμείψας ἀμφοτέρας ἅλιον πρῶνα κοινὸν αἴας . λέκτρα δ '
6479388 Θρηϊκιον
ζέφυρον Ἀτλαντικὸν πέλαγος ὠκεανόν φησι καλεῖσθαι . ὥσπερ οὖν τὸν Θρηΐκιον βορρᾶν , οὕτω καὶ Λοκρὸν τὸν ζέφυρον κλητέον .
μὲν ἔχοι μέγεθός τε βίην τε , νικώιη δὲ θέων Θρηΐκιον Βορέην , οὐδ ' εἰ Τιθωνοῖο φυὴν χαριέστερος εἴη
6477388 περιποιητικον
καὶ αὐτὸ διάστασιν ἕξει πάντως , ὅ γε διαστάσεώς ἐστι περιποιητικόν . ἄλλως τε τὴν ἀπὸ τοῦ κέντρου ἐκβληθεῖσαν εὐθεῖάν
ὑπὸ τοῦ θεοῦ καὶ ἄνισον , ἀεὶ αὑτῷ τοῦ πλείονος περιποιητικόν , ἀνάγκη δὲ καὶ ταπεινὸν εἶναι καὶ μικροπρεπές .
6476627 κυκλοτερει
μετωπιαίαν περιείλησιν ἐπιτελέσαι , καὶ τότε τῇ κατ ' ἰνίον κυκλοτερεῖ περιειλήσει ἐπεμβαλεῖν τὸ τοῦ τελαμωνιδίου πέρας , ἢ κάτωθεν
: τῷ σάκει , τῷ κύκλῳ λέγω , ἤτοι τῷ κυκλοτερεῖ . θ σάκει ] ἀσπίδι . σάκει ] σκουταρίῳ
6475350 κωνοειδη
. ὁ Κώναρος : ὁ κριὸς παρὰ τὸ κέρατα ἔχειν κωνοειδῆ . ἅ τε Κιναίθα : τοῦτο τῆς οἰός ἐστιν
δὲ μεῖζον ᾖ τὸ καταλάμπον φῶς τοῦ καταλαμπομένου τόπου , κωνοειδῆ συμβέβηκε τὴν σκιὰν ἀπὸ πλατείας τῆς ἀρχῆς εἰς λεπτὸν
6443875 ἀνατεταλκεναι
δεδυκέναι τά τε λοιπὰ τοῦ Ὕδρου καὶ τὸν Κένταυρον , ἀνατεταλκέναι δὲ τὸν νότιον Ἰχθὺν οὐχ ὅλον , ἀλλὰ παρὰ
Ὕδρου τὰ πρὸς τὴν οὐρὰν μόνον ὑπὸ γῆς εἶναι : ἀνατεταλκέναι δὲ τοῦ Ἐνγόνασι τὴν δεξιὰν κνήμην μόνον ἕως τοῦ
6441440 οἰκοδεσποτησει
ιʹ , τὸ δ ' ὑπόγειον Ζυγοῦ ιʹ , καὶ οἰκοδεσποτήσει μὲν ἐνταῦθα τῆς γενέσεως , ὥς φησιν , ὁ
τὸ ὅριον τῆς συνόδου ἐπικρατήσει καὶ ὁ κύριος τῶν μοιρῶν οἰκοδεσποτήσει . ὁμοίως καὶ ἐὰν ἐν τῷ ὡροσκόπῳ ἀμφότεροι τύχωσιν
6436588 ταγματαρχας
καὶ τὸν τρόπον τῆς ἐπιχειρήσεως σὺν αὐτῷ βουλευσάμενος , τοὺς ταγματάρχας καὶ τοὺς ἐπιφανεστάτους τῶν στρατιωτῶν εἰς τὸ συνέδριον ἐκάλεσεν
πάντας , σατράπας τέ φημι καὶ στρατηγοὺς καὶ ἰλάρχας καὶ ταγματάρχας καὶ ἡγεμόνας τῶν τάξεων , καὶ ξύλλογον ποιήσας ἔλεξε
6430145 ὡρολογιον
θῶκοι καὶ ὡς Σώφρων φησὶ σύνθωκοι . τὸ δὲ καλούμενον ὡρολόγιον ἦ που πόλον ἄν τις εἴποι , φήσαντος Ἀριστοφάνους
ὡς οὐδέπω τετάρτην ὥραν ἀπηγγέλη , ἀπιστῶν πρὸς ἑαυτὸν τὸ ὡρολόγιον ἐκέλευσε κομισθῆναι . Σχολαστικῷ εἰς τὸ Σαραπεῖον ἀνελθόντι θαλλὸν
6429193 ἡμιωριῳ
ὥρᾳ μιᾷ : τὸ Β ἄρα τὴν ΒΓ διελεύσεται ἐν ἡμιωρίῳ . καὶ ἐπεὶ ἴση ἐστὶν ἡ ΕΖ περιφέρεια τῇ
⋖ η : ἐπίχριε παρεσχηματισμένον . ἀπονεκροῖ καὶ ἀποπίπτει ἐν ἡμιωρίῳ ἀποξηραινομένη καὶ ἀπὸ τῆς βάσεως ἀποκλειομένη . ἐνίεται δὲ
6410295 Ὀφιουχος
. Ὅταν δὲ ὁ Ὄφις δύνῃ , ὃν ἔχει ὁ Ὀφιοῦχος , συγκαταδύνει μὲν αὐτῷ ὁ ζῳδιακὸς ἀπὸ Σκορπίου μοίρας
Ὠρίων . . . . Βορρόθεν δὲ δύνει Ἀρκτοφύλαξ , Ὀφιοῦχος πλὴν τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ Στεφάνου τὸ ἥμισυ .
6406459 ἀνατεινων
ἀξιόλογον τοῦθ ' ὅριον ἐφάνη ὁ Νεῖλος , μῆκος μὲν ἀνατείνων ἐπὶ τὴν μεσημβρίαν πλειόνων ἢ μυρίων σταδίων , πλάτος
ἰσχνὸς τὸν μικρὸν ἐκτὸς ἀπάγων , ὁ δέ γε τρίτος ἀνατείνων ὅλον τὸν πόδα . ἐφεξῆς δ ' αὐτῶν σχεδὸν
6403474 Τιτανα
φησὶ , πρὸ σοῦ ἢ πρὸ τῶν ἄλλων θεῶν τὸν Τιτᾶνα Ἄτλαντα εἶδον δαμασθέντα ἐν πόνοις , ἐν λύμαις καὶ
ἐλέγοντο πάντες ὅσοι ἐξ Οὐρανοῦ καὶ Γῆς ἐγεννήθησαν . : Τιτᾶνα ] Τὸν καταχθόνιον δαίμονα πρὸς τὸν Τυφῶνα . :
6402678 κυβοκυβον
δύναμιν , ἐπὶ δὲ δυναμόκυβον , κύβον , ἐπὶ δὲ κυβόκυβον , δυναμοδύναμιν . Κυβοστὸν δὲ ἐπὶ μὲν ἀριθμόν ,
κύβον , ἐπὶ δὲ δυναμόκυβον , δυναμοδύναμιν , ἐπὶ δὲ κυβόκυβον , δυναμόκυβον . Δυναμοστὸν δὲ ἐπὶ μὲν ἀριθμόν ,
6400586 Ὀξον
Ἀρτάβαζον τὸν Πέρσην . Αὐτὸς δὲ ἦγεν ὡς ἐπὶ τὸν Ὄξον ποταμόν . ὁ δὲ Ὄξος ῥέει μὲν ἐκ τοῦ
ὅσα ἐν τῷ παραυτίκα ἐπηγγέλλετο . Αὐτὸς δὲ ἐπὶ τὸν Ὄξον τε ποταμὸν ᾔει αὖθις καὶ εἰς τὴν Σογδιανὴν προχωρεῖν
6396319 κοιλωμα
γαστρίῳ . καὶ τὸ ἐν ὀσφύι δὲ καὶ ῥάχει γινόμενον κοίλωμα αἴτιον δυστοκίας γίνεται , καὶ διὰ πιμελῶδες ἐν ἐπιγαστρίῳ
ἀναβάς , ὁ δὲ κύων πρὸς τῇ ῥίζῃ τοῦ δένδρου κοίλωμα ἔχοντος . τοῦ δὲ ἀλεκτρυόνος κατὰ τὸ εἰωθὸς νύκτωρ
6392627 ψκθʹ
παʹ , κατὰ δὲ στερεομετρίαν ὡς ὁ ρκεʹ πρὸς τὸν ψκθʹ . Ἐὰν οὖν τις λέγῃ ὅτι Οἱ ρʹ πήχεις
προσαυξηθέντες ἑπτὰ ἀριθμοὶ ποιοῦσι τὸν δεύτερον τετράγωνον καὶ κύβον τὸν ψκθʹ , αʹ γʹ θʹ κζʹ παʹ σμγʹ ψκθʹ .
6387125 ἱππονωμαν
' Αἰθέρα σεμνότατον , βιοθρέμμονα πάντων : τόν θ ' ἱππονώμαν , ὃς ὑπερλάμπροις ἀκτῖσιν κατέχει γῆς πέδον , μέγας
ἐν τῷ ἀέρι ἔχει τὴν ζωήν . τόν θ ' ἱππονώμαν : τὸν ἥλιον τὸν ἐλαύνοντα καὶ νωμῶντα τὸ ἅρμα
6386114 διαυγη
τοιοῦτον πᾶν λαμπρὸν εἶναι . δεῖ δὲ καὶ εὐθύτρυπα καὶ διαυγῆ τὰ λαμπρὰ εἶναι . τὰ μὲν οὖν σκληρὰ τῶν
ἀλλὰ μὴ πολυτελῆ καὶ περισσάν : παραιτητέον γὰρ αὐτᾷ τὰν διαυγῆ καὶ διαπόρφυρον καὶ τὰ χρυσόπαστα τῶν ἐνδυμάτων . ταῖς
6383722 πεντεκαιδεκατον
ἀκατάληκτος , τὰ ἑξῆς ιβʹ δίμετρα ἀκατάληκτα Ἀνακρεόντεια , τὸ πεντεκαιδέκατον μονόμετρον ἀκατάληκτον , ὃ καὶ παρατέλευτον ὀνομάζεται , τὸ
σεληνῶν εἶναι δύο . Ϛʹ . Τὴν σελήνην ὑποτείνειν ὑπὸ πεντεκαιδέκατον μέρος ζῳδίου . Ἐπιλογίζεται οὖν τὸ τοῦ ἡλίου ἀπόστημα
6376011 τροπικον
ἐν μετανοίᾳ γενόμενος εἰς ἑτέραν ἔννοιαν ἥξει , ἐὰν δὲ τροπικὸν ἀσυντέλεστος αὐτοῦ γίνεται ἡ ὁρμή . ἐὰν δὲ τὸν
ἣ καλεῖται διακεκαυμένη . οἰκοῦμεν δὲ ἡμεῖς τὴν παρὰ θερινὸν τροπικὸν τεκμαιρόμενοι , ὅτι ἡμεῖς ταύτην ἔχοντες τὴν οἰκουμένην ἐν
6369309 αην
ἡμέραις διαπορεύεται ὁ ἥλιος Καρκίνον Λέοντα Παρθένον καὶ ἐπὶ τὴν αην μοῖραν τῶν Χηλῶν παραγενόμενος τὴν φθινοπωρινὴν ἰσημερίαν ποιεῖται .
! ! ! ! ! ] αὐτὴν ? καὶ τὴν αην [ ! ! ! ! ] εἰς [ ]
6365926 καικιαν
κατὰ δὲ βορρᾶν Πόντον , Μαιῶτιν , Σαρμάτας : κατὰ καικίαν Κασπίαν θάλασσαν καὶ Σάκας . Ἔστι δὲ ἡ μεγάλη
. Ἰδιώτατα δ ' οὖν ὡς εἰπεῖν τὰ περὶ τὸν καικίαν [ ἀπαρκτίαν ] καὶ τὰ περὶ τὸν ζέφυρόν ἐστιν
6365396 ὡροσκοπικην
τῷ συναμφοῖν ἀριθμῷ χρῆσθαι ἐπὶ τῶν ἐτῶν . οἷον ἔστω ὡροσκοπικὴν μοῖραν ἐκπεπτωκέναι Καρκίνου μοίρᾳ ηʹ , ἥτις σημαίνει τόπον
Ἡλίου μοίρας : καὶ αὕτη μὲν οἴσει τὸ ἀπογώνιον ἤτοι ὡροσκοπικὴν μοῖραν : ἢ καὶ ταύτην ἐπιπροσθέντα ἢ καὶ ἀφαιρεθέντα
6365175 θεωρουντα
. παρεπιδημοῦντα δὲ Βίαντα [ παρὰ τὰς νήσους ] καὶ θεωροῦντα τὴν ναυπηγίαν , ὑπὸ τοῦ βασιλέως ἐρωτηθῆναι μή τι
λύειν διελόντα καὶ ἀναλύοντα τὸν συλλογισμὸν εἰς τὴν πρότασιν καὶ θεωροῦντα εἰ ἐκ δύο μερικῶν ἢ ἐκ δύο καταφατικῶν ἐν
6359383 Τοξοτην
γὰρ Διὶ συναιρετιστῇ ὄντι καὶ τριγώνου συμπάθειαν κεκτημένῳ διὰ τὸν Τοξότην ὁ Ἥλιος τὴν ἡμίσειαν τῶν ρκʹ ἐτῶν ἐμέρισε καὶ
δόξει κινεῖσθαι περὶ τοὺς Διδύμους , βραδύτατα δὲ περὶ τὸν Τοξότην : φαίνεται δὲ τοὐναντίον : οὐκ ἄρα , τοῦ
6355860 τερμονα
ἐποψόμενοι πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης μέγαν ἠδ ' Ἀξίας τέρμονα Φᾶσιν φοινικόπεδόν τ ' ἐρυθρᾶς ἱερὸν χεῦμα θαλάσσης χαλκοκέραυνόν
“ πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης μέγαν ἠδ ' Ἀσίας τέρμονα Φᾶσιν . ” τῆς δὲ λίμνης τῆς Μαιώτιδος περίπλους
6354588 Σκορπιον
' ἐμμενὲς εὖ ἐπαρηρὼς ποσσὶν ἐπιθλίβει μέγα θηρίον ἀμφοτέροισιν , Σκορπίον , ὀφθαλμοῖς τε καὶ ἐν θώρηκι βεβηκὼς ὀρθός .
ἢ κιρσούς . Τὸ δ ' ἐφεξῆς τούτῳ δωδεκατημόριον ὠνόμασαν Σκορπίον καὶ τούτου τὴν κυρείαν τῶν αἰδοίων ἀνέθεσαν , ἔστι
6346043 τριπλασιαζε
πολυγώνου , ἐὰν δοθῇ σοι ἡ διάμετρος , πάντοτε καθολικῶς τριπλασίαζε τὴν διάμετρον , καὶ τὰ συναχθέντα μέριζε παρὰ τὴν
κ : εὑρεῖν αὐτοῦ τὴν πλευράν . πάντοτε τὴν διάμετρον τριπλασίαζε , γίνονται ξ : ἄρτι μερίζω : ὧν δέκατον
6338568 ἐναλλαξαντες
ἐποιήσαμεν , οὐ τῆς μάχης χωρίσαντες , ἀλλὰ τὸ σχῆμα ἐναλλάξαντες καὶ πλέον αὐτὴν διὰ τῶν προλεχθέντων τρόπων ὀχυρώσαντες .
τόπον , ἐπειδήπερ κατὰ μὲν τῶν αὐτῶν τυχόντες δωδεκατημορίων ἢ ἐναλλάξαντες τοὺς τόπους ἢ οἱ πάντες ἢ οἱ πλείους ,
6327167 ἑπταπορου
ἀπὸ δύσεως ἀνατεῖλαι τὸν ἥλιον καὶ τὴν ἑπτάπορον Πλειάδα : ἑπταπόρου Πλειάδος : ἐξ ἑπτὰ γὰρ ἀστέρων ἡ Πλειάς .
ἐκεῖνοι ἀνέρες ἐν Λιβύεσσιν ἀρίθμιοι : ἦ γὰρ ἐς αὐγὰς ἑπταπόρου Νείλοιο νενασμένον ἔλλαχον ἄστυ : ἄλλοι δὲ πλεῖστοι τήνδε
6324242 τεταφθαι
τὸ ἐθνικὸν ὅμοιον . Ποσείδιππος δὲ Πάνδαρον παρὰ τῷ Σιμοῦντι τετάφθαι φησίν ” οὐδὲ Λυκαονίη δέξατό σε Ζελίη , ἀλλὰ
ἐν Κύνῳ τὸν Δευκαλίωνα λέγεται , καὶ τὴν Πύρραν ἐκεῖ τετάφθαι φασίν : ἱστορεῖ δὲ ταῦτα καὶ Ἑλλάνικος . δυσχεραίνοι
6316599 μεδιμνοϲ
ἑκατὸν εἴκοϲιν . Ὁ μέδιμνοϲ ξέϲταϲ ἑκατὸν δύο . Ὁ μέδιμνοϲ ἔχει λίτραϲ μηʹ . Τὸ ἡμιμέδιμνον ἔχει λίτραϲ κδʹ
. Ἡ δὲ ἡμίνα ἔχει κυάθουϲ Ϛʹ . Ὁ Ἀττικὸϲ μέδιμνοϲ ἔχει ἡμίεκτα ιβʹ . Τὸ δὲ ἡμίεκτον ἔχει χοίνικαϲ
6306740 σφονδυλον
ἠλακάτην καὶ τὸ ἄγκιστρον εἶναι ἐξ ἀδάμαντος , τὸν δὲ σφόνδυλον μικτὸν ἐκ τούτου καὶ ἄλλων . τὴν δὲ τοῦ
, ὅτε πρὸς τοῖς ὕδασι λούονται . ὅτι ὁ λύκος σφόνδυλον οὐκ ἔχει , ἀλλ ' ἓν ὀστοῦν , ὡς
6305700 καρκινῳ
καὶ ἀρκτικὸν γινόμενον αὐτοῖς . Παρὰ τούτοις , ὁπόταν ἐν καρκίνῳ ὁ ἥλιος ᾖ , μηνιαία γενήσεται ἡ ἡμέρα ,
. οὐδ ' ὡς ἰχνευτῇ προσφερὲς πέφυκεν οὐδ ' ὡς καρκίνῳ ; οὐδ ' αὖ τοιοῦτόν [ ] ? ἐστιν
6305101 Ὑδροχοον
Κρόνου καὶ τῷ τοῦ Διός . Τῶν δὲ περὶ τὸν Ὑδροχόον οἱ μὲν ἐν τοῖς ὤμοις ὁμοίως διατιθέασι τῷ τε
ἀλλ ' ἔτι ταύτης αἱ κατὰ τοὺς Διδύμους καὶ τὸν Ὑδροχόον περιγειότεραι καὶ ἀλλήλαις ἔγγιστα ἴσαι , δῆλον , ὅτι
6303971 προσαρμοσας
τὰς αἰτίας ἐπήνεγκα , ἐκάστῳ βοήθειαν καὶ φυλακὴν καὶ ἀσφάλειαν προσαρμόσας , καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εὐπόριστα , ἐλαφρὰ
πόδα διεστώσας ἐνέτεινε χορδαῖς , ὑπερθεὶς ἑκάστῃ πῆχυν καὶ κάτω προσαρμόσας χορδοτόνια , καὶ τὸν ἐπάνω κόσμον κοινὸν τοῦ λέβητος
6298495 ὑποθες
τὴν οὖσαν ἐν τῷ Δαδουὴλ κἀκεῖ βάλε αὐτόν , καὶ ὑπόθες αὐτῷ λίθους τραχεῖς καὶ ὀξεῖς καὶ ἐπικάλυψον αὐτῷ τὸ
. Εἰς δὲ τὸν λύγγουρον λίθον γλύψον γῦπα , καὶ ὑπόθες ὀλίγον λίβανον καὶ ἀκρόπτερον τοῦ πτηνοῦ καὶ φόρει .
6298402 πλασασθαι
' ὅπερ Ὅμηρος ἐπαινῶν τὸν Ὀδυσσέα ὡς πιθανὸν εἰπεῖν καὶ πλάσασθαι τὰ μὴ γενόμενα εἴρηκε , τοῦτό μοι δοκεῖ κἂν
ἐνθυμεῖσθε δὲ ὅτι ὀλίγον μὲν χρόνον δύναιτ ' ἄν τις πλάσασθαι τὸν τρόπον τὸν αὑτοῦ , ἐν ἑβδομήκοντα δὲ ἔτεσιν
6294660 Λευκονοιευς
' ἔστιν ὁ μετὰ ταῦτα φροντίζων ; Μέτων , ὁ Λευκονοιεύς . οἶδ ' , ὁ τὰς κρήνας ἄγων .
, ἔοικε τῆς ἐν Προποντίδι μνημονεύειν ὁ ῥήτωρ νῦν . Λευκονοιεύς : Δημοσθένης ἐν τῷ κατ ' Ἀφόβου . Λευκόνοιον
6292376 καθεντεϲ
: κἄπειτα τὸν λιχανὸν τῆϲ δεξιᾶϲ χειρὸϲ πρὸϲ τὸν ϲφιγκτῆρα καθέντεϲ δάκτυλον εὑρηκότεϲ τε τὸ μεταξὺ ϲῶμα τοῦ τε δακτύλου
μὲν οὐραχὸν ἔχοι τὸ βέλοϲ , τὴν θήλειαν τοῦ διωϲτῆροϲ καθέντεϲ καὶ ἐναρμόϲαντεϲ ὠθήϲομεν τὸ βέλοϲ , εἰ δὲ αὐλόν
6288190 ἐνσημηνασθαι
εὖ φρονεῖ : εἰ βούλει πρός τινα μὴ ὀρθῶς εἰπόντα ἐνσημήνασθαι , ἀνεπαχθὴς ἔσῃ . οὐδὲ πάτταλον ἂν δοίης :
εἴποι δ ' ἄν τις καὶ ἀπογράψασθαι καὶ ἀντιγράψασθαι καὶ ἐνσημήνασθαι . ὀνόματα δὲ τῶν ἐκ δικαστηρίου καὶ τὸ μεσεγγυῆσαι
6285453 ὑετιον
τροφέα , τὸν ζῴων γεννητήν , τὸν γενέθλιον , τὸν ὑέτιον , τὸν ἐπικάρπιον , τὸν πατρῷον , τὸν φυτάλμιον
κρατηρίης . Ἔστω δὲ καὶ τὸ ὕδωρ καθαρὸν , ἢ ὑέτιον , ὑλιστόν : ἐπὰν γὰρ τὸ ὕδωρ ἀκάθαρτον ᾖ
6282557 ἀνεχοντα
ἀπολεξάμενος χῶρον ἐν μέσῃ τῇ πόλει καὶ μᾶλλον τῶν ἄλλων ἀνέχοντα νεών τε ἀνεγείρειν ἐν τούτῳ κελεύει τοῖς ἐν αὐτῇ
, ὅπερ Ὅμηρος ὀφρύσι νευστάζων . καὶ ὀφρύας καλοῦσι τὰ ἀνέχοντα τῆς γῆς . ἤδη δέ τινες τῶν ἰατρῶν τίλους
6274692 ἡμιεκτα
δὲ ἡμίνα ἔχει κυάθουϲ Ϛʹ . Ὁ Ἀττικὸϲ μέδιμνοϲ ἔχει ἡμίεκτα ιβʹ . Τὸ δὲ ἡμίεκτον ἔχει χοίνικαϲ δʹ :
ἐϲτὶ κυάθου τέταρτον , ἄγει ⋖ εʹ . Μέδιμνοϲ ἔχει ἡμίεκτα ιβʹ . Τὸ δὲ ἡμίεκτον χόαϲ δύο . Ὁ
6274089 Παρθενον
κἂν εἴκοσι καὶ πλέον : ὅταν δὲ πρὸς τὴν κάλλιστον Παρθένον ἔλθῃ τόπων , ἀμφίκυρτος ἐνναήμερος γνωρίζεται τοῖς πᾶσιν ,
. ὁ δὲ Ἄρατος : δὲ ποσσὶν ὕπο σκέπτοιο Βοώτεω Παρθένον . Ἐπὶ δὲ τοῦ Ἐνγόνασιν ὁ μὲν Εὔδοξός φησι
6268921 βακχειον
οὗ ἐστιν ἐπισημότατον τὸ μετὰ τέσσαρας πόδας αὐτὸν ἔχον τὸν βακχεῖον : ὧν ὁ πρῶτος γίνεται καὶ σπονδεῖος καὶ ἴαμβος
δή . ὦ τέκνον τέκνον , αἰαῖ , κατάρχομαι νόμον βακχεῖον , ἐξ ἀλάστορος ἀρτιμαθὴς κακῶν . ἔγνως γὰρ ἄτην
6268324 ἀμφιβεβηκει
' αὐτὸ σεμνῶς λέγει ἦμος δ ' ἠέλιος μέσον οὐρανὸν ἀμφιβεβήκει . λέγοις δ ' ἂν καὶ κλίνοντος εἰς τὰ
πῖπτε δὲ λαός . ἦμος δ ' Ἠέλιος μέσον οὐρανὸν ἀμφιβεβήκει , καὶ τότε δὴ χρύσεια πατὴρ ἐτίταινε τάλαντα :
6268174 μεσουρανειν
τὴν αʹ μοῖραν τῶν Χηλῶν . δύνοντος ἄρα αὐτοῦ δεῖ μεσουρανεῖν ὡς κατὰ παράλληλον κύκλον μέσην τὴν κδʹ μοῖραν τοῦ
ἡμισφαιρίῳ , τὸ δὲ ἑξῆς ἀνατέλλεν , τὸ δὲ τελευταῖον μεσουρανεῖν ἐν τῷ ὑπὸ γῆς ἡμισφαιρίῳ , οἷον Αἰγόκερω δύνοντος
6264270 εὐχαλκου
ἄνω τὸ στόμα ἔχοντος . ' πήδησεν ] ἐξῆλθεν . εὐχάλκου ] τοῦ καλῶς κεχαλκευμένου . εὐχάλκου ] + ἄριστον
' Ἠϊονῆα βάλ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι αὐχέν ' ὑπὸ στεφάνης εὐχάλκου , λύντο δὲ γυῖα . Γλαῦκος δ ' Ἱππολόχοιο
6249657 πυλωνα
ὡς οἱ ἐννέα ἄρχοντες ταῖς φυλαῖς ἀνέθεσαν Ἑρμῆν παρὰ τὸν πυλῶνα τὸν Ἀττικόν . Ἑρμίας : ὄνομα κύριον , ὁ
οἱ ἐννέα ἄρχοντες † ταῖς φυλαῖς ἀνέθεσαν Ἑρμῆν παρὰ τὸν πυλῶνα τὸν ἀστικόν . . . . συμμορία : Δημοσθένης
6241769 σεσινωμενον
: καὶ τοῦ μὲν κατὰ φύσιν παράδειγμα : νόμος τὸν σεσινωμένον μὴ ἱερᾶσθαι : ἑξαδάκτυλός τις ἢ μὴ γελῶν κωλύονται
δωδεκάτου τόπου τύχῃ μετὰ Ἡλίου τὸν πατέρα δοῦλον λέγε ἢ σεσινωμένον , εἰ δὲ μετὰ Σελήνης τὴν μητέρα δούλην λέγε
6238359 καθηϲομεν
διὰ τὸ ἀϲφαλὲϲ μότου ϲτρεπτάριον διὰ μόνηϲ τῆϲ τοῦ ἐπιγαϲτρίου καθήϲομεν διαιρέϲεωϲ . ἀνακλίναντέϲ τε καὶ ἀνακτηϲάμενοι τὸν ἄνθρωπον τῇ
ϲχηματίϲαι τὸν πάϲχοντα οἰκείωϲ , ἐπιϲπαϲάμενοι τὴν πόϲθην εἰϲ τοὔμπροϲθεν καθήϲομεν ἄγκιϲτρα γ ἢ δ εἰϲ αὐτὴν τὴν ἄκραν καὶ
6236301 Κηρυκα
' ἀεί , κωδωνοφορῶν περίτρεχε καὶ κάθευδ ' ἐκεῖ . Κήρυκα δὲ πέμψον τὸν μὲν εἰς θεοὺς ἄνω , ἕτερον
' ἀπὸ τούτου Εὔμολπον πέμπτον γεγονότα : Εὐμόλπου γὰρ γενέσθαι Κήρυκα , τοῦ δὲ Εὔμολπον , τοῦ δὲ Ἀντίφημον ,
6233956 ἀνωφερως
τὸν κύριον τοῦ μηνὸς οὕτως , τῇ τῶν ζωνῶν διαθέσει ἀνωφερῶς χρώμενος . οἷον ὁ Θὼθ ἔσται Ἄρεως : ἐπεὶ
ὡροσκόπου ἢ ἑτέρου κέντρου , δυναστικώτερον δὲ ἀναβιβάζοντος ἢ καταβιβάζοντος ἀνωφερῶς , καθὼς καὶ αὐτὸς κοσμικῶς κινεῖται . εἶτα ἐπιγνόντας
6232532 παραθαλαττιοις
. ταύτην λέγεται τὰς τῶν ἀνθρώπων θήρας φυλαττομένην ἐν σκοπέλοις παραθαλαττίοις νεοττοποιεῖσθαι . καὶ δήποτε τίκτειν μέλλουσα παρεγένετο εἴς τι
ἑψόμενα ἐσθίεται . Ἀρτεμισία φύεται μὲν ὡς τὸ πολὺ ἐν παραθαλαττίοις τόποις : πόα θαμνοειδής , παρόμοιος ἀψινθίῳ , μείζων
6227375 λοξον
καὶ οἱ μὲν τὸν ὀρθὸν ἕως τινὸς περαιοῦσιν δρόμον , λοξὸν δ ' ἕτεροι , ὥσπερ ὁ ἥλιος καὶ ἡ
. Ἐὰν δὴ μένοντος τοῦ ΔΠΜΤ ζῳδιακοῦ νοήσωμεν τὸν ΑΠΘΤ λοξὸν μεταπίπτοντα ἐν ὁμαλοῖς νυχθημέροις ͵γτϘϚ λήψεται θέσιν κατὰ διάμετρον
6222610 ἑξι
τυγχάνῃ . δεινοὶ δὲ τούτῳ πρόσκεινται ἐκ θεοῦ κλιμακτῆρες : ἕξι τῶν δέκα νόησον , πάλιν τρία τῶν δέκα καὶ
δὲ ἐπὶ τὰ μέσα τούτων μικρούτζικος , λαμπρούτζικος λεπτῶν εἴκοσι ἕξι , μεγέθους τρίτου , κράσεως Ἑρμοῦ τε καὶ τοῦ
6217922 Κυβος
Σκιαγράφος , ὁ νῦν σκηνογράφος . Οὕτως Ἀπολλόδωρος . : Κύβος , πᾶν τετράγωνον . Κύβος , ὁ κύκλωθεν βάσιν
πολλαπλασιάσας κύβον ποιῇ , καὶ ὁ πολλαπλασιασθεὶς κύβος ἔσται . Κύβος γὰρ ἀριθμὸς ὁ Α ἀριθμόν τινα τὸν Β πολλαπλασιάσας
6214451 λογαοιδικον
ἀρχούσης . τὸ Ϛʹ ἰωνικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ζʹ λογαοιδικὸν ἐξ ἀναπαίστων καὶ ἰάμβου καὶ συλλαβῆς . τὸ ηʹ
Γλυκώνειον . τὸ βʹ ἰωνικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ γʹ λογαοιδικὸν Ἀλκαϊκόν . τὸ δʹ δίμετρον δακτυλικόν . τὸ εʹ
6212347 κλιμακτηρα
ἀρκεῖν , ἀλλὰ καὶ ἐπιπησσομένων ἐξ ἑκατέρου μέρους φλιῶν ἐχουσῶν κλιμακτῆρα καὶ πλαγίου τοῦ ἀνθρώπου κατατεινομένου . προφέρεται δὲ ἐχομένως
Ζυγῷ , Ἄρης Λέοντι , κλίμα αʹ . τῷ κζʹ κλιμακτῆρα ἔσχε . Ἡλίου μὲν ιθʹ Ζυγοῦ δὲ ηʹ γίνονται
6204905 εὐηρετμον
σκαλμὸν ] τὸ ξύλον ἐν ᾧ ἡ κώπη δεῖται . εὐήρετμον ] καλῶς ἐρέσσοντα . . ἐπεὶ δὲ κατέφθιτο καὶ
ἐξέλθωσι πρὸς τὴν ναυμαχίαν . πᾶς τε ἀνὴρ ναυτικὸς τὴν εὐήρετμον κώπην ἐδέσμευεν ἀμφὶ τὸν σκαλμὸν ἐν τῷ τροπωτῆρι .
6204803 Πεισθεταιρος
ἐμῆς πόλεως . ὡς βλακικῶς : Ἀντὶ τοῦ βραδέως . Πεισθέταιρος πρὸς τὸν Μανῆν . σὺ δ ' αὖτις ἐξόρμα
Κυρηναϊκόν . τὸ δὲ ὅλον πρόσκνισμα τοῦ Ἡρακλέους ποιῶν ὁ Πεισθέταιρος , δοκεῖ πρὸς μάγειρον οἰκεῖον διαλέγεσθαι ἐπὶ τῷ εὐτρεπίσαι
6200941 γυρον
τὸ μὴ συμμιγνύναι μηδὲ σκεδαννύναι ταύτην ἀλλὰ τοσούτῳ βαθύτερον τὸν γύρον ἢ τὴν τάφρον ὀρύξαντα τόν τε τρόχμαλον ὑποστρωννύναι καὶ
θάλλουσα , οἷον τικτομένη καὶ αὐξομένη . * δρόμον : γύρον * πρῶτα : κατ ' ἀρχάς * κυισκομένη :
6200158 ἀμφιζευκτον
λεὼς σμῆνος ὣς ἐκλέλοιπεν μελισσᾶν σὺν ὀρχάμῳ στρατοῦ , τὸν ἀμφίζευκτον ἐξαμείψας ἀμφοτέρας ἅλιον πρῶνα κοινὸν αἴας . λέκτρα δ
. μελισσᾶν ] ων . ὀρχάμῳ ] ἡγεμόνι . τὸν ἀμφίζευκτον ] τὸν ἀμφοτέρωθεν ἐζευγμένον διὰ τῶν πλοίων . ἐξαμείψας
6193499 Ἐφεξης
καιρικὰς κατὰ τὸν ἐν τοῖς προσυντεταγμένοις ὑποδεδειγμένον ἡμῖν τρόπον . Ἐφεξῆς δ ' ὄντος τοῦ καὶ τὰς γινομένας τῶν ἐπισκοτήσεων
τῶν Λιβύων , ἣν δὴ μυθεύονται ῥινῷ βοὸς μετρηθῆναι . Ἐφεξῆς δὲ ἡ μικροτέρα Σύρτις τὸν ἄγαν ταχέα ῥεύματα ἔχοντα
6191274 ἀμφιβιον
. διὰ τοῦτο οὖν καὶ διαφόρους ἐνεργείας προβάλλεται πρὸς τὸ ἀμφίβιον τῆς ζωῆς αὐτῆς , ποτὲ μὲν νοερῶς ποτὲ δὲ
εὐμετάβολον , δημόσιον , ὀχλικόν , πολιτικόν , πολύγονον , ἀμφίβιον . οἱ οὖν γεννώμενοι ἔσονται φιλόδοξοι , ὀχλικοί ,
6190200 βατραχιῳ
ὡρῶν ιδ ∠ ʹ : ὁ ἐν τῷ ἐμπροσθίῳ δεξιῷ βατραχίῳ τοῦ Κενταύρου κρύπτεται . κηʹ . ὡρῶν ιγ ∠
, ὁ καλούμενος Κάνωβος , ὁ ἐν τῷ ἐμπροσθίῳ δεξιῷ βατραχίῳ τοῦ Κενταύρου . βʹ μεγέθους ἕτεροι ιε : ὁ
6187066 διεποντος
μάλιστα ἐφοβούμην ἀφαιρεθῆναι τοῦ παιδὸς , μόνου ὄντος , μόνου διέποντος τὴν οἰκείαν , συγκάμνοντος , παραμυθουμένου ἐν ταῖς δυστυχίαις
πολεύει καὶ διέπει , τὴν δὲ ἐνάτην Κρόνος πολεύει Διὸς διέποντος : τὴν δὲ δεκάτην Κρόνος πολεύει Ἄρεως διέποντος ,
6186680 Κριον
διαστάσεις ἔχουσιν οὕτως : Κριὸς πρὸς Σκορπίον , Σκορπίος πρὸς Κριόν : Ταῦρος πρὸς Ζυγὸν καὶ Ζυγὸς πρὸς Ταῦρον :
Μιτυληναῖος ἄνθρωπόν φησι γεγενῆσθαι , παιδαγωγὸν τοῦ Φρίξου , ὀνόματι Κριόν . ἀφασσόμενος : ψηλαφῶν . νοσφίσσεται : ἀφαιρήσεται .
6185952 ἀποκρινωμεθα
ἢ τὸ μηδέτερα κεκτημένον ; βούλεσθε οὖν πρὸς ταῦτα ὧδε ἀποκρινώμεθα ; Πῶς ; Εἰ μέν , ὦ θαυμάσιε ,
, ὅπου ἂν προσγένηται . “ ταῦτα οὖν λέγοντι τί ἀποκρινώμεθα , ὦ Ἱππία ; Οὐδὲν χαλεπόν : ἐροῦμεν γὰρ
6182378 Ῥινοκερως
. τὸ δὲ αἷμα αὐτοῦ ξηρὸν ποθὲν ἐπιληπτικοῖς βοηθεῖ . Ῥινόκερως ζῷόν ἐστι τετράπουν παραπλήσιον ἐλάφῳ ἓν κέρας ἔχον ἐπὶ
δομεστικοί . Ἰήλεμον : θρῆνον . ἐντύνουσι : ποιοῦσιν . Ῥινόκερως : ὁ ἔχων ἓν κέρας , μονόκερως . ὄρυγος
6179761 φαεθοντα
τοὺς ἀπλανεῖς πρῶτον λέγει φαίνεσθαι τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεως
ἀπλανῶν θέσιν πρῶτον φαίνοντα λεγόμενον τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεος
6176433 Νικηφορον
ξίφη γυμνώσαντες περιέστησαν αὐτοῖς ἀφύπνιζόν τε καὶ βασιλέα Ῥωμαίων τὸν Νικηφόρον εὐφημεῖν ἐκέλευον . Τῷ γοῦν αἰφνιδίῳ καταπλαγέντες οὗτοι καὶ
ὁ πατὴρ ὁ γλυκὺς Ἰωάννης ὁρῶν τὸν υἱὸν τὸν καλὸν Νικηφόρον σε τὴν τεκοῦσαν ὥσπερ ἐν τύποις βλέπῃ . Ὁ
6175734 ὑψηλοτατος
: κατεσκεύασται δὲ ἐκ πολλοῦ ταῖς τῶν Αἰακιδῶν ἀρεταῖς πύργος ὑψηλότατος τῷ ὕμνῳ ἀναβαίνειν καὶ ὑψοῦσθαι , ἐφ ' ὅσον
δὲ οὐχ οὕτως ἔχει , ἀλλ ' ἐν μὲν διδύμοις ὑψηλότατος , ἐν δὲ τοξότῃ ταπεινότατος φέρεσθαι τετήρηται , οὕτως
6171866 ἀναπαιστικος
ὁμοίου . ὁ πέμπτος ὅμοιος τῷ γʹ . ὁ Ϛʹ ἀναπαιστικὸς δίμετρος βραχυκατάληκτος . ὁ ζʹ ἀσυνάρτητος ἐξ ἀναπαιστικῆς βάσεως
ποιητοῦ δὲ ὁ λόγος . κορωνίς : ὁ δὲ στίχος ἀναπαιστικὸς τετράμετρος καταληκτικός . κεκώλισται ἐκ τῶν Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται
6171806 Πτολεμαϊκη
͵αωʹ , χαλκοῦϲ ͵δωʹ [ ἄλλοι ͵γχʹ ] . ἡ Πτολεμαϊκὴ μνᾶ ἔχει # ιηʹ , ⋖ ρμδʹ , γράμματα
ʂ , ἡ δὲ ἑτέρα # ιϚʹ , ἡ δὲ Πτολεμαϊκὴ ἔχει # ιηʹ . Ἡ λίτρα ἔχει # ιβʹ
6171772 τριτατον
Εὐρώπῃ ποτὲ Κύπρις ἐπὶ γλυκὺν ἧκεν ὄνειρον , νυκτὸς ὅτε τρίτατον λάχος ἵσταται ἐγγύθι δ ' ἠώς , ὕπνος ὅτε
ἤματα κρυπταδίῃ τε λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον
6168507 ἐπικληθεντα
λόγων γενόμενον : μαθητὴν δ ' ἔσχεν ἀξιόλογον Διονύσιον τὸν ἐπικληθέντα Ἀττικόν , πολίτην αὐτοῦ : καὶ γὰρ σοφιστὴς ἦν
οἰκίας ἐξ ἁπάσης τῆς πόλεως . Ἀρταξέρξην τὸν καὶ Ὦχον ἐπικληθέντα , ὅτε ἐπε - βούλευσεν αὐτῷ Βαγώας ὁ εὐνοῦχος
6167202 ἐπιμερης
τοὺς παρέξοντας ἀφ ' ἑαυτῶν τὰ μέρη , καθὰ ὁ ἐπιμερὴς κέκληται , οἷον ἐπιδιμερῶν τὸν πέντε πρὸς τρία ,
, ἐπιέβδομος καὶ εἰς ἄπειρον . γʹ . κατὰ γένος ἐπιμερὴς δὲ ὁ μετρούμενος ὑπὸ ἑτέρου ἅπαξ , καὶ περισσεύει
6165444 διφορον
, οὐκ ἀκούεται . βυβλιογράφος ἔστιν παρ ' αὐτὴν τὴν δίφορον συκῆν κάτω ἐπὶ κῶμον δοκεῖ ἴωμεν ὥσπερ ἔχομεν .
δευτέρῳ περὶ φυτῶν ὁ Θεόφραστος καὶ τὸν ἐρινεὸν εἶναί φησι δίφορον : οἳ δὲ καὶ τρίφορον , ὥσπερ ἐν Κέῳ
6164573 πολυκλωνον
τὸ νέον ἔτος σπείρεται μαρούλλιν , πικρίδιν , κωμωδιανόν , πολύκλωνον , θριδάκιν . μεταφυτεύεται δὲ τὸ γογγύλιν , σεῦτλον
ῥιγιτανόν . μεταφυτεύεται δὲ μαρούλλιν , πικρίδιν , φρυγιατικόν , πολύκλωνον . Μηνὶ Ἀπριλλίῳ σπείρεται εἰς τὸ λῆγος σευτλομόλοχον ,
6163778 Ζωστηριου
πινάκια ἐν Μεγάροις : γενέσθαι δὲ αὐτὸν καὶ πυρφόρον τοῦ Ζωστηρίου Ἀπόλλωνος . γεννηθῆναι δὲ τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ᾗ καὶ
. ἢ Τιτώνιον , ἐπειδὴ εἰς μῆκος τεινόμενον καταπίνεται . Ζωστηρίου τε κλιτὺν : Ζωστήριον ὄρος Ἰταλίας , ἐν ᾧ
6163648 νοτιωτερον
καρπὸν ἀέξειν . τῆς δ ' ἂν ἴδοις προτέρω , νοτιώτερον οἶμον ὁδεύσας , Ἀραβικοῦ κόλπου μύχατον πόρον , ὅστε
Ἡρόδοτός φησιν . ὅθεν Κλύσμα λέγεται . . Εὐξείνου πόντου νοτιώτερον : ἀντὶ τοῦ κατὰ νότιον μέρος ἐξ ἐναντία τοῦ
6162268 ἰθυφαλλικον
παίωνα δεύτερον ἔχει ἀντὶ ἰωνικοῦ . τὸ ηʹ τροχαϊκὸν καθαρὸν ἰθυφαλλικόν . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς τε στροφῆς καὶ ἀντιστροφῆς
ἐκ παίωνος βʹ καὶ χοριάμβου : τὸ δὲ γʹ τροχαϊκὸν ἰθυφαλλικόν : τὸ εʹ ἰαμβικὸν πενθημιμερές : τὸ δὲ ζʹ

Back