Ὁ δ ' , ὡς εἶδεν αὐτὸν , ἤρετο , Ἆρα , ὦ Παρσώνδη , κακόν τι ὑπ ' ἐμοῦ | , Ἀπὸ τῶν ἀλλοτρίων , ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς , Ἄρα γε ἐλεύθεροί εἰσιν οἱ υἱοί . ἵνα δὲ μὴ |
τῶν καλῶν ἐπιθυμοῦντα ἀγαθῶν ἐπιθυμητὴν εἶναι ; Μάλιστά γε . Ἆρα ὡς ὄντων τινῶν οἳ τῶν κακῶν ἐπιθυμοῦσιν , ἑτέρων | σώματα ὑμῶν διὰ τοῦ ἐνοικοῦντος αὐτοῦ πνεύματος ἐν ὑμῖν . Ἄρα οὖν , ἀδελφοί , ὀφειλέται ἐσμέν , οὐ τῇ |
Ἱππόκρατες ; ἐγὼ δὲ , οὐδὲν , ἔφην , ὦ Δημόκριτε , ἀλλ ' οὐκ οἶδ ' ὅπως προὔπεσον : | τὰ ἄδηλα , καὶ οἱ ἄνθρωποι [ οἱ ] περιπατοῦντες ἐπάνω οὐκ οἴδασιν . Ἀποκριθεὶς δέ τις τῶν νομικῶν λέγει |
καὶ τυγχάνω ἐκ πατέρων ἴδιος ξένος : ἀλλὰ σὺ , Δημόκριτε , τῇ κρείσσονί με ξενίῃ δέχου , καὶ πρῶτόν | μεγάλῳ , καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν περὶ αὐτῆς . καὶ ἐπιστὰς ἐπάνω αὐτῆς ἐπετίμησεν τῷ πυρετῷ , καὶ ἀφῆκεν αὐτήν : |
ἕκαστον ζῷόν τε καὶ εἶδος . ταῦτα δή , ὦ Θεαίτητε , ἆρ ' ἡδέα δοκεῖ σοι εἶναι , καὶ | περὶ ἑαυτοῦ ἢ περὶ ἑτέρου τινός ; ἀνοίξας δὲ ὁ Φίλιππος τὸ στόμα αὐτοῦ καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ τῆς γραφῆς ταύτης |
ῥάβδοις καὶ καλάμοις ἀνασπώμενον : οὗ τί φήσομεν , ὦ Θεαίτητε , δεῖν τοὔνομα λέγεσθαι ; Δοκῶ μέν , ὅπερ | Πρόσελθε καὶ κολλήθητι τῷ ἅρματι τούτῳ . προσδραμὼν δὲ ὁ Φίλιππος ἤκουσεν αὐτοῦ ἀναγινώσκοντος Ἠσαΐαν τὸν προφήτην , καὶ εἶπεν |
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ | τὸ ἐμὸν ὄνομα , ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν . Τότε προσελθὼν ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ , Κύριε , ποσάκις |
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς | ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων . Τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ |
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω | ἔχοντες ἐλπίδα . εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανεν καὶ ἀνέστη , οὕτως καὶ ὁ θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ |
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη | ἐπείθοντο αὐτῷ διελύθησαν καὶ ἐγένοντο εἰς οὐδέν . μετὰ τοῦτον ἀνέστη Ἰούδας ὁ Γαλιλαῖος ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς ἀπογραφῆς καὶ |
Λάκαινα , χαῖρε , Λαμπιτοῖ . Οἷον τὸ κάλλος , γλυκυτάτη , σου φαίνεται . Ὡς δ ' εὐχροεῖς , | ὡς ἕκτη . καὶ λέγει τοῖς Ἰουδαίοις , Ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν . ἐκραύγασαν οὖν ἐκεῖνοι , Ἆρον ἆρον , |
, ἤν τί μοι δόξῃ λέγειν . δεῦρ ' ὦ γλυκυτάτη Πραξαγόρα , σκέψαι τάλαν ὡς καὶ καταγέλαστον τὸ πρᾶγμα | : εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου , καὶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ . εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν |
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι , | ἐμαυτῷ ὡς τελειώσω τὸν δρόμον μου καὶ τὴν διακονίαν ἣν ἔλαβον παρὰ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ , διαμαρτύρασθαι τὸ εὐαγγέλιον τῆς |
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ | ἐν θανάτοις πολλάκις : ὑπὸ Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον , τρὶς ἐραβδίσθην , ἅπαξ ἐλιθάσθην , τρὶς ἐναυάγησα |
οἶδεν ; οἴμοι τῆς δυστυχίας . ἀλλὰ φράσον , ὦ λῷστε , εἰ τοῦ ζητουμένου τὴν διασάφησιν ἔγνωκας ” . | ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι . τίς τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς |
ἀνθρώπους ποιῶ . καὶ ὁ Σωκράτης , Πῶς , ὦ λῷστε ; ἔφη . Διδοὺς νὴ Δί ' ἀργύριον . | ἐπὶ τῆς γῆς ἐκ τῶν λοιπῶν φωνῶν τῆς σάλπιγγος τῶν τριῶν ἀγγέλων τῶν μελλόντων σαλπίζειν . Καὶ ὁ πέμπτος ἄγγελος |
εἰ ϲωτήριόν ἐϲτι τὸ νόϲημα ἢ ὀλέθριον . δʹ . Πόθεν διαγινώϲκομεν ὀξὺ καὶ χρόνιον νόϲημα . εʹ . Πῶϲ | : πάντες γὰρ αὐτὸν εἶδον καὶ ἐταράχθησαν . ὁ δὲ εὐθὺς ἐλάλησεν μετ ' αὐτῶν , καὶ λέγει αὐτοῖς , |
οὐκ ἔχει : ὑπόκειται δὲ ἔχειν : ὅπερ ἄτοπον . Πόθεν δῆλον , ὅτι περισσὸς ἀριθμὸς μετρήσει τὸν Α ; | ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν . καὶ ἰδὼν αὐτὸν τὸ πνεῦμα εὐθὺς συνεσπάραξεν αὐτόν , καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο |
ἂν [ οὔτω ] ? : πλὴν ἐπὴν λαλῆι , γνώσηι Κέρδων ὀτεύνεκ ' ἐστὶ καὶ οὐχὶ Πρηξῖνος . κατ | με παρῃτημένον . καὶ ἕτερος εἶπεν , Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά : ἐρωτῶ σε , ἔχε |
γ ' ἐπελθὼν Ἀσιάδ ' Εὐρώπης θ ' ὅρους . γνώσηι τάδ ' αὐτός . τοῦ θεοῦ δ ' ἕκατί | ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου , Ἔστιν παιδάριον ὧδε ὃς ἔχει πέντε ἄρτους κριθίνους καὶ δύο ὀψάρια : ἀλλὰ ταῦτα τί |
. Πῶς γὰρ οὔ ; Οὐδέποτ ' ἄρα , ὦ μακάριε Θρασύμαχε , λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης . Ταῦτα δή σοι | ἐπὶ τὸ ὄρος Σιών , καὶ μετ ' αὐτοῦ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες ἔχουσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὸ ὄνομα |
, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω . Ὦ μακάριε , ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν , ὥσπερ οἱ | καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο μαθεῖν τὴν ᾠδὴν εἰ μὴ αἱ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες , οἱ ἠγορασμένοι ἀπὸ τῆς γῆς . |
ἔργον . αἶψα δὲ Τηλέμαχον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Τηλέμαχ ' , ἦ μάλα δή τις ἐνὶ μεγάροισι γυναικῶν | αὐτὸν στῦλον ἐν τῷ ναῷ τοῦ θεοῦ μου , καὶ ἔξω οὐ μὴ ἐξέλθῃ ἔτι , καὶ γράψω ἐπ ' |
τὸν δ ' αὖτ ' Ἀντίνοος ἀπαμειβόμενος προσέειπε : “ Τηλέμαχ ' ὑψαγόρη , μένος ἄσχετε , ποῖον ἔειπες . | ἐγερθῇ ὁ οἰκοδεσπότης καὶ ἀποκλείσῃ τὴν θύραν , καὶ ἄρξησθε ἔξω ἑστάναι καὶ κρούειν τὴν θύραν λέγοντες , Κύριε , |
. ἢ σὺ γάρ , ὦ Πυθαγόρα καὶ Πλάτων καὶ Χρύσιππε καὶ Ἀριστότελες , τί φατε ; προσήκειν ὑμῖν τοὺς | ἡμῖν πάντα πλουσίως εἰς ἀπόλαυσιν , ἀγαθοεργεῖν , πλουτεῖν ἐν ἔργοις καλοῖς , εὐμεταδότους εἶναι , κοινωνικούς , ἀποθησαυρίζοντας ἑαυτοῖς |
φήσειεν ἄν τις , ὦ Δημόκριτε , καὶ σὺ ὦ Χρύσιππε , καὶ σὺ ὦ μάντι , ἐπειδὴ ἀγανακτεῖτε εἴ | τί ἐστιν εὐάρεστον τῷ κυρίῳ : καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους , μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε |
. ἐκ τούτου εἶπέ τις : Σὸν ἔργον , ὦ Ἑρμόγενες , λέγειν τε τοὺς φίλους οἵτινές εἰσι καὶ ἐπιδεικνύναι | νηστείαν ἤδη παρεληλυθέναι , παρῄνει ὁ Παῦλος λέγων αὐτοῖς , Ἄνδρες , θεωρῶ ὅτι μετὰ ὕβρεως καὶ πολλῆς ζημίας οὐ |
' ἄλλου ὁτουοῦν . Ἴσως μέντοι τὶ λέγεις , ὦ Ἑρμόγενες : σκεψώμεθα δέ . ὃ ἂν φῂς καλῇ τις | αὐτῶν ἐξεπήδησαν εἰς τὸν ὄχλον , κράζοντες καὶ λέγοντες , Ἄνδρες , τί ταῦτα ποιεῖτε ; καὶ ἡμεῖς ὁμοιοπαθεῖς ἐσμεν |
συμβουλίη ἡ ἐς ἡμέας τείνουσα . Τοῦ μὲν γὰρ πεπειρημένος συμβουλεύεις , τοῦ δὲ ἄπειρος ἐών : τὸ μὲν γὰρ | μετὰ τοῦ πατρός μου ἐν τῷ θρόνῳ αὐτοῦ . ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις . |
ἧττον δὲ ἀντιθέσεως . ἀλλὰ λέξει τις : μισθοφορεῖν ἡμῖν συμβουλεύεις ; τοῦτο δ ' ἦν Ἀθηναίοις εὐδοξοῦσιν ἐπαχθές τε | . καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν τασσόμενος , ἔχων ὑπ ' ἐμαυτὸν στρατιώτας , καὶ λέγω τούτῳ , |
καὶ ἀκλειής : Ὅμηρος : μὴ μὰν ἀσπουδεί γε καὶ ἀκλειῶς ἀπολοίμην . . . . ἀκμαῖος : ὁ μὴ | πόλεων . καὶ ὁ ἕτερος ἦλθεν λέγων , Κύριε , ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου ἣν εἶχον ἀποκειμένην ἐν σουδαρίῳ : |
γαῖαν ἱκέσθαι πετράων ἔκτοσθε : καταυτόθι δ ' ἄμμε καλύψει ἀκλειῶς κακὸς οἶτος , ἐτώσια γηράσκοντας . ” Ὧς ἔφατ | ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ , καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθήσεσι λευκαῖς , οἳ |
' ὁτιοῦν , λέγεται δὲ καὶ ἁμωσγέπως , καὶ † ἁμόθεν , καὶ ἁμουγέπου , καὶ ἁμοιγέποι καὶ † ἁμοσέποι | τὴν ἑορτήν , ἢ τοῖς πτωχοῖς ἵνα τι δῷ . λαβὼν οὖν τὸ ψωμίον ἐκεῖνος ἐξῆλθεν εὐθύς : ἦν δὲ |
ὁ καί , ὥσπερ καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : τῶν ἁμόθεν γε θεά , θύγατερ Διός , εἰπὲ καὶ ἡμῖν | , Λάβετε , τοῦτό ἐστιν τὸ σῶμά μου . καὶ λαβὼν ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς , καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ |
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ | καὶ λέγει τοῖς μαθηταῖς , Καθίσατε αὐτοῦ ἕως ἂν ἀπελθὼν ἐκεῖ προσεύξωμαι . καὶ παραλαβὼν τὸν Πέτρον καὶ τοὺς δύο |
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς | περὶ τούτου ἀληθῆ ἦν . καὶ πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν ἐκεῖ . Ἦν δέ τις ἀσθενῶν , Λάζαρος ἀπὸ Βηθανίας |
κελεύεις ; Ὅτι , ἦν δ ' ἐγώ , ὦ Εὐθύδημε , τὰ σοφὰ ταῦτα καὶ τὰ εὖ ἔχοντα οὐ | οἰκίας καὶ ἀδελφοὺς καὶ ἀδελφὰς καὶ μητέρας καὶ τέκνα καὶ ἀγροὺς μετὰ διωγμῶν , καὶ ἐν τῷ αἰῶνι τῷ ἐρχομένῳ |
λέγει . Νὴ Δία , ἔφη ὁ Κτήσιππος , ὦ Εὐθύδημε : ἀλλὰ τὰ ὄντα μὲν τρόπον τινὰ λέγει , | πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης , καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους : καὶ ἐπεθύμει χορτασθῆναι ἐκ τῶν |
υἱός : πῶς τὰρ ἔοι τάδε ἔργα ; τί ῥέξομεν Εὐρύπυλ ' ἥρως ; ἔρχομαι ὄφρ ' Ἀχιλῆϊ δαΐφρονι μῦθον | πίστιν εὗρον . καὶ ὑποστρέψαντες εἰς τὸν οἶκον οἱ πεμφθέντες εὗρον τὸν δοῦλον ὑγιαίνοντα . Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς |
: τὸν δ ' ὅ γε βαιὸν ἀναπνείων προσέειπεν : Εὐρύπυλ ' , οὐδ ' ἄρα σοί γε πολὺν χρόνον | τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἐξέψυξεν : εἰσελθόντες δὲ οἱ νεανίσκοι εὗρον αὐτὴν νεκράν , καὶ ἐξενέγκαντες ἔθαψαν πρὸς τὸν ἄνδρα |
ἄλλα τὰ παραπλήσια ; Φεῦ τῆς πολλῆς πλάνης , ὦ Ἀσκληπιέ . τὰ μᾶλλον πληρέστατα καὶ μεστότατα ὄντα , ταῦτα | ἔσω τῆς αὐλῆς , ὅ ἐστιν πραιτώριον , καὶ συγκαλοῦσιν ὅλην τὴν σπεῖραν . καὶ ἐνδιδύσκουσιν αὐτὸν πορφύραν καὶ περιτιθέασιν |
κινεῖται τὸ πᾶν , τί εἴπομεν ; Ἀσώματον , ὦ Ἀσκληπιέ . Τὸ οὖν ἀσώματον τί ἐστι ; Νοῦς ὅλος | ὅσα σοι ἐποίησεν ὁ θεός . καὶ ἀπῆλθεν καθ ' ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς . |
ἑλλέβορος ἱκανὸς ποιῆσαι ζωρότερος ποθείς ; Ἀλλὰ πάντως , ὦ Λυκῖνε , καὶ αὐτὸς εὔξῃ τι ἤδη ποτέ , ὡς | ἔκκοψον αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ : καλόν σοί ἐστιν εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωὴν κυλλὸν ἢ χωλόν , ἢ δύο |
ἄνθρακές σοι ὁ θησαυρὸς ἔσται ; Πῶς λέγεις , ὦ Λυκῖνε ; Ὅτι , ὦ ἄριστε , ἄδηλον ὁπόσον χρόνον | τὸν λόγον , ὥστε μηκέτι αὐτὸν δύνασθαι φανερῶς εἰς πόλιν εἰσελθεῖν , ἀλλ ' ἔξω ἐπ ' ἐρήμοις τόποις ἦν |
' ὑπερηφάνως . οὐκ ἔστιν ἰχθυηρὸν ὑπὸ σοῦ μεταλαβεῖν . συνῆκας ἡμῶν εἰς τὰ λάχανα τὴν πόλιν . περὶ τῶν | ἃ προσέταξεν Μωϋσῆς , εἰς μαρτύριον αὐτοῖς . ὁ δὲ ἐξελθὼν ἤρξατο κηρύσσειν πολλὰ καὶ διαφημίζειν τὸν λόγον , ὥστε |
. Καὶ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν εἶπον , σὺ δὲ οὐ συνῆκας . ἡ φύσις τοῦ νοεροῦ αὐτοῦ λόγου φύσις ἐστὶ | δὲ ἀνίπτοις χερσὶν φαγεῖν οὐ κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον . Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ |
ἢ τὰς φιλονεικίας , ἀκορέστους : ταράξασα : προσαγάγοι : ἀπτολέμους : ἐπὶ τῷ εἶναι ἀπολέμους . σεβίζουσα δὲ , | εἰς τὴν νεφέλην . καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα , Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἐκλελεγμένος , |
θυμὸν ἐκπλήξας ' ἑτέροις ἐπὶ λέκτροις προσβάλοι δεινὰ Κύπρις , ἀπτολέμους δ ' εὐνὰς σεβίζους ' ὀξύφρων κρίνοι λέχη γυναικῶν | φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς , καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα , Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός , |
ἡδονήν . εὖ γ ' , ὦ κράτιστε ἄνθρωπε καὶ σοφώτατε : τοῦ γὰρ μασᾶσθαι κρεῖττον οὐδὲν ἔστιν ἀγαθόν : | ἀποστόλων τοῦ ἀρνίου . Καὶ ὁ λαλῶν μετ ' ἐμοῦ εἶχεν μέτρον κάλαμον χρυσοῦν , ἵνα μετρήσῃ τὴν πόλιν καὶ |
ταύτῃ ἀνέχειν ἅπασι τὴν ἀρχήν . ἄθρει γάρ , ὦ σοφώτατε , ὡς ἐγὼ εἰσελήλυθα τήμερον οὐ κολακεύσων οὐδὲ θωπεύσων | : ἀλλ ' εὐθὺς ἀκούσασα γυνὴ περὶ αὐτοῦ , ἧς εἶχεν τὸ θυγάτριον αὐτῆς πνεῦμα ἀκάθαρτον , ἐλθοῦσα προσέπεσεν πρὸς |
πρόσφατον , νεωστὶ ἐστραμμένην , καινήν . . μὴ μὰν ἀσπουδί γε , δαμασσάμενοί περ , ἕλοιεν νῆας ἐυσσέλμουςἡ διπλῆ | οἷς ἡτοίμασται ὑπὸ τοῦ πατρός μου . Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἠγανάκτησαν περὶ τῶν δύο ἀδελφῶν . ὁ δὲ Ἰησοῦς |
εἰρύατο : νῦν αὖτέ με μοῖρα κιχάνει . μὴ μὰν ἀσπουδί γε καὶ ἀκλειῶς ἀπολοίμην , ἀλλὰ μέγα ῥέξας τι | εἰς πόλεμον οὐχὶ καθίσας πρῶτον βουλεύσεται εἰ δυνατός ἐστιν ἐν δέκα χιλιάσιν ὑπαντῆσαι τῷ μετὰ εἴκοσι χιλιάδων ἐρχομένῳ ἐπ ' |
γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν ἐφάνη ὄν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τὸ ἕν ; | νεφέλην . καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα , Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἐκλελεγμένος , αὐτοῦ ἀκούετε |
μήτε πλῆθος μηδὲν μηδέποτε ἐᾶν δρᾶν μηδ ' ὁτιοῦν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν μιμήματα μὲν ἂν ἑκάστων ταῦτα εἴη τῆς | ἐπισκιάζουσα αὐτοῖς , καὶ ἐγένετο φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης , Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός , ἀκούετε αὐτοῦ |
καὶ λίθων ἐκάθισέ σε . κἂν βλακεύῃ τις , οὐκ ἐπιτρέπεις , ἀλλὰ καὶ φωνῇ καὶ ὀφθαλμῷ τέκτονα ἐπεγείρεις . | ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῶσιν , οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσιν νόμος : οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ |
δεῖ πρὸς ἡμᾶς . ἔστιν ὅτῳ ἄλλῳ τῶν σπουδαίων πλείω ἐπιτρέπεις ἢ τῇ γυναικί ; Οὐδενί , ἔφη . Ἔστι | κατὰ τῆς ψυχῆς : τὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν ἐν τοῖς ἔθνεσιν ἔχοντες καλήν , ἵνα , ἐν ᾧ καταλαλοῦσιν ὑμῶν ὡς |
μεγίστου ἡ σκέψις , ἀγαθοῦ τε βίου καὶ κακοῦ . Ὀρθότατα , ἦ δ ' ὅς . Σκόπει δὴ εἰ | ὑπὲρ ἀδίκων , ἵνα ὑμᾶς προσαγάγῃ τῷ θεῷ , θανατωθεὶς μὲν σαρκὶ ζῳοποιηθεὶς δὲ πνεύματι : ἐν ᾧ καὶ τοῖς |
ἢ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ μοῖραν αὐτὴν τιθέντες ὀρθῶς θήσομεν ; Ὀρθότατα μὲν οὖν . Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ | αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θεωροῦντος κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν . διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς Ἰουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις |
ἵνα νοήσῃς τὴν * χαλεπήν . εἶπε σκληρότητα , ἵνα νοήσῃς μαλακότητα . οὐ μάτην δὲ τοῦτο ἐμνημόνευσεν , ἀλλ | Ἴδε ἡ μήτηρ σου . καὶ ἀπ ' ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν αὐτὴν ὁ μαθητὴς εἰς τὰ ἴδια . Μετὰ |
οὐκ ἐχούσας ἄνδρας . . τὸ μήτε λέξαι ] μὴ νοήσῃς ἐνταῦθα ἔξωθεν κατά . εἰποῦσα γὰρ ὡς ὑπερβάλλει ἥδε | δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης . περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ |
ἡλίῳ ἀνίσχοντι καὶ τεύξει οὗ βούλει . Πείθομαί σοι , ἀμπελουργέ , καὶ οὕτως ἔσται : πλεύσαιμι δὲ μήπω , | θέλημα αὐτοῦ δαρήσεται πολλάς : ὁ δὲ μὴ γνούς , ποιήσας δὲ ἄξια πληγῶν , δαρήσεται ὀλίγας . παντὶ δὲ |
ἤρατο κοὐ πέσε Τροία . Δαιμονίως γε ὁ Ἀχιλλεύς , ἀμπελουργέ , καὶ ἐπαξίως ἑαυτοῦ τε καὶ τοῦ Ὁμήρου . | ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλεν τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ . καὶ διὰ τοῦτο ἐδίωκον οἱ Ἰουδαῖοι |
τε φωσφόρου λύχνου σέλας . τελέως μ ' ὑπῆλθεν ἡ κατάρατος μαστροπός , ἐπομνύουσα τὰν Κόραν , τὰν Ἄρτεμιν , | νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθεν λυπούμενος , ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά . Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ , |
γὰρ πηγὴν ἀνεύρηκα τοῦ μεγάλου τολμήματος , καὶ οὗτος ὁ κατάρατος ἄνθρωπος ἐπίσταται γυναῖκα μιαρὰν συμπράξασαν τῷ φόνῳ . ” | καὶ ταῖς προσευχαῖς . Ἐγίνετο δὲ πάσῃ ψυχῇ φόβος , πολλά τε τέρατα καὶ σημεῖα διὰ τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο . |
. φῶμεν οὕτως ἢ μὴ φῶμεν , ὦ Πῶλε ; Ἄτοπα μέν , ὦ Σώκρατες , ἔμοιγε δοκεῖ , τοῖς | εὐθὺς ἐξανέτειλεν διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς : καὶ ὅτε ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος ἐκαυματίσθη , καὶ διὰ τὸ μὴ |
, τί καὶ ποιοῦντά σέ φησι διαφθείρειν τοὺς νέους ; Ἄτοπα , ὦ θαυμάσιε , ὡς οὕτω γ ' ἀκοῦσαι | : διαθήκη γὰρ ἐπὶ νεκροῖς βεβαία , ἐπεὶ μήποτε ἰσχύει ὅτε ζῇ ὁ διαθέμενος . ὅθεν οὐδὲ ἡ πρώτη χωρὶς |
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς | ἔστιν , ὁ ἄλλος οὔπω ἦλθεν , καὶ ὅταν ἔλθῃ ὀλίγον αὐτὸν δεῖ μεῖναι . καὶ τὸ θηρίον ὃ ἦν |
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται . | καὶ εὐθὺς ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ . Καὶ προβὰς ὀλίγον εἶδεν Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν |
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο | ἄγγελοι αὐτοῦ τοῦ πολεμῆσαι μετὰ τοῦ δράκοντος . καὶ ὁ δράκων ἐπολέμησεν καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ , καὶ οὐκ ἴσχυσεν |
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ | εἰδὼς ὅτι ὀλίγον καιρὸν ἔχει . Καὶ ὅτε εἶδεν ὁ δράκων ὅτι ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν , ἐδίωξεν τὴν γυναῖκα |
ἀγωνιζοίμεθα ; οἵ τέ γέ που καλοὶ ἄνθρωποι , ὦ Ἱππία , καὶ τὰ ποικίλματα πάντα καὶ τὰ ζωγραφήματα καὶ | πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπανήσασα τὰ παρ ' αὐτῆς πάντα καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖσα ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα , ἀκούσασα |
ἐφ ' ἡμῶν ἐκομίσθη μὲν ἐκ δήμου τοῦ Μανθουρέων , Ἱππία δὲ παρὰ τοῖς Μανθουρεῦσιν εἶχεν ἐπίκλησιν , ὅτι τῷ | . πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες : καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς , |
οὐκ ἔχει . ταῦτ ' ἐννοῶν , ὦ βασιλεῦ , παῦε μὲν φυγάς , παῦε δ ' αἷμα , καὶ | πάντα . Καὶ λέγει αὐτοῖς ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ὀψίας γενομένης , Διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν . καὶ ἀφέντες τὸν |
. ἐρωτικὴ πέφυκεν ἡ θεὸς καὶ τοιαύταις ἥδεται γυναιξί . παῦε πρὸς οὐρανὸν ἀναφέρων τὰς ἡδονὰς καὶ γυναιξὶν ἀκολάστοις θεὸν | πυρετός : καὶ ἠγέρθη καὶ διηκόνει αὐτῷ . Ὀψίας δὲ γενομένης προσήνεγκαν αὐτῷ δαιμονιζομένους πολλούς : καὶ ἐξέβαλεν τὰ πνεύματα |
δύναμιν τὸ πλῆθοϲ ἀφαιρέειν . ἄριϲτον δὲ μὴ ἐϲά - παξ , ὡϲ ἡ δύναμίϲ τε ἀνέχηται τὴν πληθὺν τῆϲ | γενέσθαι , ἀλλ ' οὔπω τὸ τέλος . ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπ ' ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν , ἔσονται |
ξε [ γὰρ [ ἀξι [ ! ] ου [ παξ [ κα [ ! ] ται [ ! ] | , ἀλλ ' οὔπω ἐστὶν τὸ τέλος . ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν , καὶ ἔσονται |
νυνὶ γάρἀλλὰ ποῦ θεοὺς οὕτω δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν , ὦ Γέτα ; Λακωνικὴ κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα . | οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι ; καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν ; Πάρθοι καὶ Μῆδοι |
τι ληρεῖς . πέπλεγμαι ] πράγματι [ ] ἔφθαρμαι , Γέτα . [ ! ] μὴ καταρῶ , πρὸς τῶν | γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ : ἀλλὰ λήμψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου πνεύματος |
συμμάχου ; Ὦ χαῖρ ' , Ἀθάνα , χαῖρε , Διογενὲς τέκνον , ὡς εὖ παρέστης : καί σε παγχρύσοις | παρεκάλει ὁ Παῦλος ἅπαντας μεταλαβεῖν τροφῆς λέγων , Τεσσαρεσκαιδεκάτην σήμερον ἡμέραν προσδοκῶντες ἄσιτοι διατελεῖτε , μηθὲν προσλαβόμενοι : διὸ παρακαλῶ |
κατέσχον ἀλίμενόν τε καρδίαν . ὦ Παλλάς , ὦ δέσποινα Διογενὲς θεά , νῦν νῦν ἄρηξον : κρείσσονας γὰρ Ἰλίου | σπόρον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ καθεύδῃ καὶ ἐγείρηται νύκτα καὶ ἡμέραν , καὶ ὁ σπόρος βλαστᾷ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ |
τὸ τοιόνδε , ὅπερ ἐν ὑποκειμένῳ ἐστὶ τῷ σώματι . Ποτέρα οὖν φύσις ἐστὶ προτέρα ; ἡ γὰρ συναμφότερος ἐνδεής | , καὶ δείξω σοι ἃ δεῖ γενέσθαι μετὰ ταῦτα . εὐθέως ἐγενόμην ἐν πνεύματι : καὶ ἰδοὺ θρόνος ἔκειτο ἐν |
τὸ τοιόνδε , ὅπερ ἐν ὑποκειμένῳ ἐστὶ τῷ σώματι . Ποτέρα οὖν φύσις ἐστὶ προτέρα ; ἡ γὰρ συναμφότερος ἐνδεής | ὁ δὲ Παῦλος ἔφη , Ἐγὼ δὲ καὶ γεγέννημαι . εὐθέως οὖν ἀπέστησαν ἀπ ' αὐτοῦ οἱ μέλλοντες αὐτὸν ἀνετάζειν |
οὔ ; τίς μοι φύλαξ ἦν , εἰ σὺ συμφορᾶς τύχοις ; ἀλλὰ πῶς ἠλευθερώθης , ἀνδρὸς ἀνοσίου τυχών ; | πόλεων . καὶ ἐξελθὼν εἶδεν πολὺν ὄχλον , καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ ' αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσεν τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν . ὀψίας |
συνόντων ἐπὶ τὸ προσῆκον . εἰ δὲ ἐν ἀλλοφύλοις ἀποληφθεὶς τύχοις , σιώπα . γέλως μὴ πολὺς ἔστω μηδὲ ἐπὶ | , οὐ γὰρ βλέπεις εἰς πρόσωπον ἀνθρώπων , ἀλλ ' ἐπ ' ἀληθείας τὴν ὁδὸν τοῦ θεοῦ διδάσκεις : ἔξεστιν |
ἑκάεργος Ἀπόλλων , ἀλλὰ χολωσαμένη Διὸς αἰδοίη παράκοιτις νείκεσεν ἰοχέαιραν ὀνειδείοις ἐπέεσσι : πῶς δὲ σὺ νῦν μέμονας κύον ἀδεὲς | τῷ Βαρναβᾷ πρὸς αὐτοὺς ἔταξαν ἀναβαίνειν Παῦλον καὶ Βαρναβᾶν καί τινας ἄλλους ἐξ αὐτῶν πρὸς τοὺς ἀποστόλους καὶ πρεσβυτέρους εἰς |
μισγέσκετο καὶ φιλέεσκεν . ἥ ῥ ' Ὀδυσῆ ' ἐνένιπεν ὀνειδείοις ' ἐπέεσσι : “ ξεῖνε τάλαν , σύ γέ | τὸν δῆμον . μὴ εὑρόντες δὲ αὐτοὺς ἔσυρον Ἰάσονα καί τινας ἀδελφοὺς ἐπὶ τοὺς πολιτάρχας , βοῶντες ὅτι Οἱ τὴν |
εὑρόντες ἐπειθόμεθ ' ἄν , ἄμουσον δέ , ἠπιστοῦμεν ; Ἀληθῆ . Νῦν δέ γ ' , οἶμαι , εἴ | συνήντησεν αὐτῷ ὄχλος πολύς . καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ἀπὸ τοῦ ὄχλου ἐβόησεν λέγων , Διδάσκαλε , δέομαί σου ἐπιβλέψαι ἐπὶ |
οἶμαι οὕτω καλῶς ὡς δρεπάνῳ τῷ ἐπὶ τούτῳ ἐργασθέντι . Ἀληθῆ . Ἆρ ' οὖν οὐ τοῦτο τούτου ἔργον θήσομεν | αἵτινες διηκόνουν αὐτοῖς ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς . Συνιόντος δὲ ὄχλου πολλοῦ καὶ τῶν κατὰ πόλιν ἐπιπορευομένων πρὸς αὐτὸν εἶπεν |
τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ | , σύρων τε ἄνδρας καὶ γυναῖκας παρεδίδου εἰς φυλακήν . Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες διῆλθον εὐαγγελιζόμενοι τὸν λόγον . Φίλιππος |
ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς | , ὑποτάσσεσθε τοῖς ἀνδράσιν , ὡς ἀνῆκεν ἐν κυρίῳ . Οἱ ἄνδρες , ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας καὶ μὴ πικραίνεσθε πρὸς |
τίς ὁ λέγων καὶ ποδαπός . οὐ γὰρ ἐκεῖνο μόνον σκοπεῖς , εἴτε οὕτως εἴτε ἄλλως ἔχει ; Ὀρθῶς ἐπέπληξας | Βηθανίᾳ ἐν τῇ οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ κατακειμένου αὐτοῦ ἦλθεν γυνὴ ἔχουσα ἀλάβαστρον μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτελοῦς : συντρίψασα τὴν |
δ ' ἀναγκαζόμενος χρῆσθαι οὐ μῶρος οἴει εἶναι εἰ μὴ σκοπεῖς ὅπως μὴ ἰδιώτης ἔσει τούτου τοῦ ἔργου , ἄλλως | ἔθαψαν . Ἐγένετο δὲ ὡς ὡρῶν τριῶν διάστημα καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ μὴ εἰδυῖα τὸ γεγονὸς εἰσῆλθεν . ἀπεκρίθη δὲ |
: σὺ δὲ ὅσον ἀπὸ τοῦ συμποσίου τὸν Πλάτωνά μοι ἔδοξας λέγειν . Ὀρθῶς ἀνέγνως . τὸ δὲ λεγόμενον ὡς | ἀδελφοὶ καὶ πατέρες , ἀκούσατε . Ὁ θεὸς τῆς δόξης ὤφθη τῷ πατρὶ ἡμῶν Ἀβραὰμ ὄντι ἐν τῇ Μεσοποταμίᾳ πρὶν |
τότε . εἰ δὲ τοῖς αὐτοῖς ἐβούλου τιμᾶν , τιμᾶν ἔδοξας ἂν ἄνδρα ἑταῖρον , ἀλλ ' οὐ κολακεύειν τύχην | πλείονες μένουσιν ἕως ἄρτι , τινὲς δὲ ἐκοιμήθησαν : ἔπειτα ὤφθη Ἰακώβῳ , εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν : ἔσχατον δὲ |
θεῶν ὑπερέσχεθε χεῖρα , ὅς μοι τοιόνδ ' ἧκεν ὁδοιπόρον ἀντιβολῆσαι αἴσιον , οἷος δὴ σὺ δέμας καὶ εἶδος ἀγητός | ὡς ] ᾠδὴν καινὴν ἐνώπιον τοῦ θρόνου καὶ ἐνώπιον τῶν τεσσάρων ζῴων καὶ τῶν πρεσβυτέρων : καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο μαθεῖν |
, τῆς ἀντί ἀντιμολῆσαι καὶ τροπῇ τοῦ μ εἰς β ἀντιβολῆσαι . τὸ δὲ ἀντιβολῶ , ὃ σημαίνει τὸ ἱκετεύω | σάλπιγγος μεγάλης , καὶ ἐπισυνάξουσιν τοὺς ἐκλεκτοὺς αὐτοῦ ἐκ τῶν τεσσάρων ἀνέμων ἀπ ' ἄκρων οὐρανῶν ἕως ἄκρων αὐτῶν . |
Δίωνος : εἰς ἃ ἀποβλέψας ὁ βασιλεὺς εἶπεν , ὦ θαυμάσιε λυτικὲ , ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ Σωτῆρος τὸ σω , | ἀποθανεῖν , ὅτι υἱὸν θεοῦ ἑαυτὸν ἐποίησεν . Ὅτε οὖν ἤκουσεν ὁ Πιλᾶτος τοῦτον τὸν λόγον , μᾶλλον ἐφοβήθη , |
ὀρθῆς . ἔστι δὲ ἀδύνατον . τὸ αὐτό , ὦ θαυμάσιε : διὸ καὶ τὰ ἑξῆς προσιέμεθα μέν , οὔ | ἐρχόμενος [ ἐπάνω πάντων ἐστίν : ] ὃ ἑώρακεν καὶ ἤκουσεν τοῦτο μαρτυρεῖ , καὶ τὴν μαρτυρίαν αὐτοῦ οὐδεὶς λαμβάνει |
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα , | ἀνθρώπων . καὶ ἡ ὀπώρα σου τῆς ἐπιθυμίας τῆς ψυχῆς ἀπῆλθεν ἀπὸ σοῦ , καὶ πάντα τὰ λιπαρὰ καὶ τὰ |
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους | πέτρᾳ , καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν . ἦν δὲ ἐκεῖ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ |
ἔσται . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη κρείων Ἀγαμέμνων : χρεὼ βουλῆς ἐμὲ καὶ σὲ διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε κερδαλέης , | ἐπελάθοντο λαβεῖν ἄρτους , καὶ εἰ μὴ ἕνα ἄρτον οὐκ εἶχον μεθ ' ἑαυτῶν ἐν τῷ πλοίῳ . καὶ διεστέλλετο |
Ἀχιλλεύς : Φοῖνιξ ἄττα γεραιὲ διοτρεφὲς οὔ τί με ταύτης χρεὼ τιμῆς : φρονέω δὲ τετιμῆσθαι Διὸς αἴσῃ , ἥ | ὁ ἡγεμὼν ἀπολύειν ἕνα τῷ ὄχλῳ δέσμιον ὃν ἤθελον . εἶχον δὲ τότε δέσμιον ἐπίσημον λεγόμενον [ Ἰησοῦν ] Βαραββᾶν |
φροντίδων , ἑλών μιν ὡς μεθήμων λύρης γένωμαι λαροῦ . ἄπιστ ' , ἄπιστε Χρυσέ , μάταν δόλοις με θέλγεις | . πλὴν δεῖ με σήμερον καὶ αὔριον καὶ τῇ ἐχομένῃ πορεύεσθαι , ὅτι οὐκ ἐνδέχεται προφήτην ἀπολέσθαι ἔξω Ἰερουσαλήμ . |
γὰρ ἄλλοσε . τάχ ' οὖν ἐρωτῶν ς ' εἰς ἄπιστ ' ἀφίξεται : λέγ ' οὕνεκ ' ἔλαφον ἀντιδοῦσά | ἀπορούμενος δὲ ἐγὼ τὴν περὶ τούτων ζήτησιν ἔλεγον εἰ βούλοιτο πορεύεσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα κἀκεῖ κρίνεσθαι περὶ τούτων . τοῦ δὲ |
θεὸν σεσυλήκατε ; τί δὲ αὐτοῦ τὴν ποίησιν ἀτιμάζετε ; θύεις πρόβατον , τὸ δ ' αὐτὸ καὶ προσκυνεῖς : | ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ ὅστις ἐξῆλθεν ἅμα πρωῒ μισθώσασθαι ἐργάτας εἰς τὸν ἀμπελῶνα αὐτοῦ : συμφωνήσας δὲ |
” εἶπεν „ ἀπόκριναί μοι μᾶλλον , τί μαθὼν οὕτω θύεις ; „ εἰπόντος δὲ τοῦ ἱερέως ” καὶ τίς | Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν . καὶ λίαν πρωῒ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον ἀνατείλαντος |
† πολλὴν γὰρ ἀβλάβειαν ἡ σιγὴ φέρει . } † Εὖ ἔχειν σπούδαζε μὴ τῷ σχήματι : τὸ σῶμα μᾶλλον | πρώτων . καὶ ἐλθόντες οἱ περὶ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν ἔλαβον ἀνὰ δηνάριον . καὶ ἐλθόντες οἱ πρῶτοι ἐνόμισαν ὅτι πλεῖον |
ὄφρ ' ἐῢ εἴδω . . . . α : Εὖ εἰδῶ : τὸ εἰδῶ Τυραννίων μὲν βαρύνει , Ἀρίσταρχος | ἐνόμισαν ὅτι πλεῖον λήμψονται : καὶ ἔλαβον [ τὸ ] ἀνὰ δηνάριον καὶ αὐτοί . λαβόντες δὲ ἐγόγγυζον κατὰ τοῦ |
μακρόν . μῦθον ] λόγον . εἰπέ ] ἐμοί . πέραινε ] πλήρου . πάντα ] ἃ βούλει . τὴν | κύριε : καὶ οὐκ ἀπῆλθεν . τίς ἐκ τῶν δύο ἐποίησεν τὸ θέλημα τοῦ πατρός ; λέγουσιν , Ὁ πρῶτος |
Ἄπολλον , ὡϲ ἄγροικοϲ εἶ : ϲυϲκευαϲάτω [ ] . πέραινε . παύομαι λέγων . νὴ τὴν Ἀθηνᾶγ [ ] | καὶ ἀπῆλθεν . ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ καρπὸν ἐποίησεν , τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια . προσελθόντες δὲ |
αἴματός ἐμμι τὼ σκ [ ! ! ] ιν οὐδὲν ἐπαίτιος ε [ ! ! ] ! ! [ ! | πᾶσαι χωνευθήσονται καὶ γενήσονται ὡσεὶ κονιορτός , καὶ κατακαήσονται πᾶν δένδρον καὶ πᾶν κτῆνος καὶ πᾶν ἑρπετὸν ἕρπον ἐπὶ τῆς |
χρειομένῳ ἄνυσιν καὶ πείραθ ' ὁδοῖο σημανέειν , αὐτὸς γὰρ ἐπαίτιος ἔπλευ ἀέθλων : αὐτὸς νῦν ἄγε νῆα σὺν ἀρτεμέεσσιν | ἀξίνη πρὸς τὴν ῥίζαν τῶν δένδρων κεῖται : πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται |
ἰδὼν προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : Ἕκτορ μή μοι ἄλαστε συνημοσύνας ἀγόρευε : ὡς οὐκ ἔστι λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια | φωνὴν τοῦ στρουθίου ἀναστήσεται πᾶσα βοτάνη , τουτέστιν ὑπὸ τὴν φωνὴν ἀρχαγγέλου ἀναστήσεται πᾶσα φύσις ἀνθρωπίνη . Καὶ πάλιν εἶπον |
: καταμαλάττων . ἀδινῷ : νῦν οἰκτρῷ , λυπηρῷ . συνημοσύνας : συγγενείας . πορσανέουσι : νῦν ἀντὶ τοῦ τιμήσουσι | μετώπων αὐτῶν . καὶ ἤκουσα φωνὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ὡς φωνὴν ὑδάτων πολλῶν καὶ ὡς φωνὴν βροντῆς μεγάλης , καὶ |
Ἐλάλησε δὲ Ἱερεμίας λέγων : Παρακαλῶ σε , κύριε , δεῖξόν μοι τὶ ποιήσω Ἀβιμέλεχ τῷ Αἰθίοπι , ὅτι πολλὰς | εἴπατε αὐτῷ , Ὁ διδάσκαλος λέγει , Ὁ καιρός μου ἐγγύς ἐστιν : πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα μετὰ τῶν |
εἶναι , ἄρα πῶς προκόπτεις ; Σὺ οὖν ἐνταῦθά μοι δεῖξόν σου τὴν προκοπήν . καθάπερ εἰ ἀθλητῇ διελεγόμην δεῖξόν | καὶ ὑμεῖς , ὅταν ἴδητε ταῦτα γινόμενα , γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις . ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ |
πᾶσαν δὲ χρὴ γαῖαν βοᾶσθαι μακαρίαις ὑμνωιδίαις , ὑμέναιος Ἑλένης κἀμὸς ὡς ζηλωτὸς ἦι . σὺ δ ' , ὦ | δὲ εἶπεν ὅτι Προφήτης ἐστίν . Οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι ἦν τυφλὸς καὶ ἀνέβλεψεν , ἕως |
ἔλαβεν Ἀγαμέμνων ἄναξ ; ἦλθες εἰς Ἄργος μεθ ' ἡμῶν κἀμὸς ἦσθ ' ἀεί ποτε . ὧδ ' ἔχει : | τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας . ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖα αἰτοῦσιν καὶ Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν , ἡμεῖς δὲ |
συγκατατίθεμαι , συμμαρτυρῶ , πείθομαι , ὁμογνωμονῶ , ὁμοδοξῶ , σύμφημι , συνέπομαι , συνδοκῶ , ἐπινεύω , συνεπαινῶ , | ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ὅπου ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο . καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ , |
βασιλεύει Βαβυλωνίων . εἰ δέ τῳ δοκεῖ μῦθος τοῦτο , σύμφημι πειρώμενος ἐς ἰσχὺν κατεγνωκέναι αὐτόν : Ἀχαιμένη γε μὴν | τῷ κλινιδίῳ εἰς τὸ μέσον ἔμπροσθεν τοῦ Ἰησοῦ . καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν , Ἄνθρωπε , ἀφέωνταί σοι |
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν | μῆνας τεσσαράκοντα δύο . καὶ ἤνοιξεν τὸ στόμα αὐτοῦ εἰς βλασφημίας πρὸς τὸν θεόν , βλασφημῆσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ |
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν | ' αὐτοῦ ; Καὶ ἐδόθη αὐτῷ στόμα λαλοῦν μεγάλα καὶ βλασφημίας , καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ποιῆσαι μῆνας τεσσαράκοντα δύο |
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ : | μακρὰ προσεύχονται : οὗτοι λήμψονται περισσότερον κρίμα . Ἀναβλέψας δὲ εἶδεν τοὺς βάλλοντας εἰς τὸ γαζοφυλάκιον τὰ δῶρα αὐτῶν πλουσίους |
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν : | Διαβὰς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν . ὡς δὲ τὸ ὅραμα εἶδεν , εὐθέως ἐζητήσαμεν ἐξελθεῖν εἰς Μακεδονίαν , συμβιβάζοντες ὅτι |
ἀσέβειαι πρὸς τὸ μὴ δύνασθαί σε ὁρᾶν τὸν θεόν . Ἐρεῖς οὖν μοι : “ Σὺ ὁ βλέπων διήγησαί μοι | . ἀσθενοῦντας θεραπεύετε , νεκροὺς ἐγείρετε , λεπροὺς καθαρίζετε , δαιμόνια ἐκβάλλετε : δωρεὰν ἐλάβετε , δωρεὰν δότε . Μὴ |
εἴσπραξις , ἀπαίτησις : ὁ γὰρ κατενεχυρασμὸς φαῦλον ὄνομα . Ἐρεῖς δὲ ἐκληρώθη τὸ δικαστήριον , ἐκάθισε ἐνεκληρώθη , συνέστη | ἐκείνους εἰσελθεῖν : καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς . ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους , καὶ |
ἐσθ ' ἕδρα , ἐπείπερ ἐστὶ Θεσμοφορίων ἡ μέση . Τοῦτ ' αὐτὸ γάρ τοι κἀπολεῖν με προσδοκῶ . Αἱ | τρίτῃ αὐτόχειρες τὴν σκευὴν τοῦ πλοίου ἔρριψαν . μήτε δὲ ἡλίου μήτε ἄστρων ἐπιφαινόντων ἐπὶ πλείονας ἡμέρας , χειμῶνός τε |
ἄλλα πολλὰ τοιαῦτα μυθολογῶ , οὐδέν τι μᾶλλον μεταθήσῃ ; Τοῦτ ' ἀληθέστερον εἴρηκας , ὦ Σώκρατες . Φέρε δή | ἐγένετο ἐφ ' ὅλην τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης τοῦ ἡλίου ἐκλιπόντος , ἐσχίσθη δὲ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ μέσον |
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν | γένοιτο : εἰ γὰρ ἐδόθη νόμος ὁ δυνάμενος ζῳοποιῆσαι , ὄντως ἐκ νόμου ἂν ἦν ἡ δικαιοσύνη . ἀλλὰ συνέκλεισεν |
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε | ἠθροισμένους τοὺς ἕνδεκα καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς , λέγοντας ὅτι ὄντως ἠγέρθη ὁ κύριος καὶ ὤφθη Σίμωνι . καὶ αὐτοὶ |
λάρναξ ] κἠν ϲτέγαι κήτ ! [ } ] [ ὑποπτεύω ] γα καὶ δέδοικ ' ἐγὼν μὴ δ [ | οὕτως καὶ αἱ γυναῖκες τοῖς ἀνδράσιν ἐν παντί . Οἱ ἄνδρες , ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας , καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς |
, ὦ Σώκρατες ; Ἐγώ σοι φράσω , ὅ γε ὑποπτεύω λέγειν καὶ συμβουλεύειν ἡμῖν τοῦτο τὸ γράμμα . κινδυνεύει | καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἀπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθῆτι ἀστραπτούσῃ . ἐμφόβων δὲ |
” Ὦ Εὐάγγελε , σὺ μὲν χρυσῆν δάφνην περίκεισαι , πλουτεῖς γάρ , ἐγὼ δὲ ὁ πένης τὴν Δελφικήν . | καὶ προσελθὼν ἤγειρεν αὐτὴν κρατήσας τῆς χειρός : καὶ ἀφῆκεν αὐτὴν ὁ πυρετός , καὶ διηκόνει αὐτοῖς . Ὀψίας δὲ |
ἄνθρωπε , πέρυσι πτωχὸς ἦσθα καὶ νεκρός , νυνὶ δὲ πλουτεῖς . κομψὸς στρατιώτης οὐδ ' ἂν εἰ πλάττοι θεὸς | ψυχήν μου , ἵνα πάλιν λάβω αὐτήν . οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ ' ἐμοῦ , ἀλλ ' ἐγὼ τίθημι αὐτὴν |
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν | σώματος θανατοῦτε ζήσεσθε . ὅσοι γὰρ πνεύματι θεοῦ ἄγονται , οὗτοι υἱοὶ θεοῦ εἰσιν . οὐ γὰρ ἐλάβετε πνεῦμα δουλείας |
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει | καὶ Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Ἰοῦστος , οἱ ὄντες ἐκ περιτομῆς οὗτοι μόνοι συνεργοὶ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ , οἵτινες |
. Σὺ οὖν , ἔφη τις , διὰ τί οὐκ ἀποθνήσκεις ; Ὅτι , ἔφη , οὐδὲν διαφέρει . Πρὸς | βλέπωσιν τὴν ἀσχημοσύνην αὐτοῦ . καὶ συνήγαγεν αὐτοὺς εἰς τὸν τόπον τὸν καλούμενον Ἑβραϊστὶ Ἁρμαγεδών . Καὶ ὁ ἕβδομος ἐξέχεεν |
, ” τί οὖν , “ ἔφη , ” οὐκ ἀποθνήσκεις ; “ ὀνειδιζόμενός ποτε ὡς οὐκ εἴη ἐκ δύο | διαμαρτύρηται αὐτοῖς , ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου . λέγει δὲ Ἀβραάμ , Ἔχουσι |
καλῶς λέγεις . ὦ Χαιρεφῶν , ἐροῦ αὐτόν . Τί ἔρωμαι ; Ὅστις ἐστίν . Πῶς λέγεις ; Ὥσπερ ἂν | ἄλλως ἔχοντα κρυβῆναι οὐ δύνανται . Ὅσοι εἰσὶν ὑπὸ ζυγὸν δοῦλοι , τοὺς ἰδίους δεσπότας πάσης τιμῆς ἀξίους ἡγείσθωσαν , |
τοῦ παρέχειν αὐτὰ ἑτέροις : ἄγ ' ἤν ς ' ἔρωμαι : ἄγε , ἐάν σε ἐρωτήσω δύο λόγους προβαλλομένη | , μὴ κατ ' ὀφθαλμοδουλίαν ὡς ἀνθρωπάρεσκοι ἀλλ ' ὡς δοῦλοι Χριστοῦ ποιοῦντες τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ ἐκ ψυχῆς , |
εἰσὶ γὰρ Φαληρικοί . ἄλλοι δ ' ἐπώλουν , ὡς ἔοικ ' , Ὀτρυνικούς . μὴ μεστὰς ἀεὶ ἕλκωμεν , | κἀγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν ; οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια . καὶ ἀπὸ τότε ἐζήτει εὐκαιρίαν ἵνα αὐτὸν παραδῷ |
[ δ ' ] οὐθέν [ ] , ὥστ ' ἔοικ [ ] ? ' ἐ - [ πάγειν ] | διὰ Ἰερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος , Καὶ ἔλαβον τὰ τριάκοντα ἀργύρια , τὴν τιμὴν τοῦ τετιμημένου ὃν ἐτιμήσαντο ἀπὸ υἱῶν |
, ἢν ἐπιτείνωσιν οἱ τεχνάζοντες . Καὶ τί τοῦτο , Μουσώνιε ; σφόδρα γὰρ ἀνήκοος τοῦ λόγου . Ἄκουε δὴ | λέγοντι αὐτῷ , Τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου , καὶ τίνες εἰσὶν οἱ ἀδελφοί μου ; καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα |
τοῦ λόγου . Ἡ ὀρυχὴ τοῦ Ἰσθμοῦ καὶ σοί , Μουσώνιε , διὰ χειρός , ὥς φασι , γεγονυῖα τῷ | ] Ἰησοῦν γινώσκω καὶ τὸν Παῦλον ἐπίσταμαι , ὑμεῖς δὲ τίνες ἐστέ ; καὶ ἐφαλόμενος ὁ ἄνθρωπος ἐπ ' αὐτοὺς |
λέπαδνα τοὺς μασχαλιστῆράς φασι . . . . . . χἢ μὲν τῇδ ' ἐπυργοῦτο στολῇ : καὶ ἡ μέν | . Καὶ ἤρξαντό τινες ἐμπτύειν αὐτῷ καὶ περικαλύπτειν αὐτοῦ τὸ πρόσωπον καὶ κολαφί - ζειν αὐτὸν καὶ λέγειν αὐτῷ , |
χλοεροῖσιν ἰαινόμενοι μελέεσσιν ἀλλήλοις ψιθύριζον . ἀνίστατο φώριος εὐνή . χἢ μὲν ἀνεγρομένη πάλιν ἔστιχε μᾶλα νομεύειν ὄμμασιν αἰδομένοις , | ἐστὶν καὶ οὐ ποιητής , οὗτος ἔοικεν ἀνδρὶ κατανοοῦντι τὸ πρόσωπον τῆς γενέσεως αὐτοῦ ἐν ἐσόπτρῳ : κατενόησεν γὰρ ἑαυτὸν |
ἡ ὀμφὴ , ἐπὶ τῶν μάντεων παρ ' Ὁμήρῳ : σήμαινε . κροκάλοισιν : αἰγιαλοῖς : κροκάλη ἀπὸ τοῦ κρούω | ὁμολόγησαν πατέρα καὶ τὸν υἱὸν καὶ τὸ ἅγιον πνεῦμα : τότε ἀποπέμψω αὐτοὺς ἐν τῷ ᾅδῃ , καθὼς προεῖπεν ὁ |
τὴν βουλὴν , τὴν γνῶσιν . Φαῖνε : δείκνυε . σήμαινε : δείκνυε , λέγε , δήλου , ἃ προθέμην | ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον , δίκαιε Ἰωάννη : τότε φανήσεται ὁ ἀρνητὴς καὶ ἐξορισμένος ἐν τῇ σκοτίᾳ , |
δαιτὶ θεοὶ ποίησαν ἑταίρην . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ ῥεῖ ' ἔγνως , | θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους , δεύτερον προφήτας , τρίτον διδασκάλους , ἔπειτα δυνάμεις , ἔπειτα χαρίσματα ἰαμάτων , |
σοὶ δὲ φρένας ἄφρονι πεῖθε . Τὸν δ ' ὀλιγοδρανέων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ἤδη νῦν Ἕκτορ μεγάλ ' εὔχεο | πυρὶ καιόμενον ἐβλήθη εἰς τὴν θάλασσαν : καὶ ἐγένετο τὸ τρίτον τῆς θαλάσσης αἷμα , καὶ ἀπέθανεν τὸ τρίτον τῶν |
γ ' ἡ Πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμι διατεταγμένος . Ἀλλὰ τί λέγεις , φιλόσοφε ; καλεῖ σε | πάντα ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐν παραβολαῖς τοῖς ὄχλοις , καὶ χωρὶς παραβολῆς οὐδὲν ἐλάλει αὐτοῖς : ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν |
γ ' ἡ πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμι διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γε κἂν ὀκνῶ : κἂν μὴ | τοῦ θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου , ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσιν . Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς , τοσοῦτον ἔχοντες |
μητέρ ' οὐδεὶς οἶδεν . ἀπέβαλεν δέ , φήις , Ταυροπολίοις αὐτόν ; παροινῶν γ ' , ὡς ἐμοὶ τὸ | εἰμι ὁ Χριστός , καὶ πολλοὺς πλανήσουσιν . μελλήσετε δὲ ἀκούειν πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων : ὁρᾶτε , μὴ θροεῖσθε |
τοιοῦτον ἕτερον . σοῦ παρούσης ; πέρυσι , ναί , Ταυροπολίοις : παισὶν γὰρ ἔψαλλον κόραις , αὕτη θ ' | πρὸς αὐτούς , Εἰ δίκαιόν ἐστιν ἐνώπιον τοῦ θεοῦ ὑμῶν ἀκούειν μᾶλλον ἢ τοῦ θεοῦ , κρίνατε , οὐ δυνάμεθα |
ἢ ἐννοίᾳ ἢ πράξει : ἀντὶ τοῦ : κατὰ τὴν σαυτῆς καρδίαν καὶ τὸν λογισμόν . προσλήψῃ σχήσεις : τέκνοις | , κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν , καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος : ὃς οὐκ ἔχει καθ ' ἡμέραν ἀνάγκην , |
αὐτὴν συνείς : “ Ἀλλὰ σύ γε οὐδενὸς μετέχεις τῶν σαυτῆς , ἀλλ ' ἔοικας τοῖς ἐν γραφαῖς ἐσθίουσιν . | ἀλλὰ ἑαυτὸν ἐκένωσεν μορφὴν δούλου λαβών , ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος : καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος |
Πάλιν εἰς τὸν αὐτὸν ἥκομεν λόγον . παρὰ τοῦ ; φράζε κἀμοί . Παρὰ τῶν πολλῶν . Οὐκ εἰς σπουδαίους | , καὶ ὁ μισθός μου μετ ' ἐμοῦ , ἀποδοῦναι ἑκάστῳ ὡς τὸ ἔργον ἐστὶν αὐτοῦ . ἐγὼ τὸ Ἄλφα |
ἤγουν νοεῖς . λόγον ] τὸν παρ ' ἐμοῦ . φράζε ] δήλου . καρβάνωι ] βαρβάρωι . ἔοικεν ] | πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ , καὶ τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατὰ τὴν πρᾶξιν αὐτοῦ . ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι |
, ἔλεγε τάδε : Βασιλεῦ , ἐπειδὴ ἀληθείῃ διαχρήσασθαι πάντως κελεύεις ταῦτα λέγοντα τὰ μὴ ψευδόμενός τις ὕστερον ὑπὸ σέο | ἐπὶ τοῦ χόρτου , λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας , ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν καὶ κλάσας |
αὐτὸς ὑπέσχετο καὶ κατένευσε : τύνη δ ' οἰωνοῖσι τανυπτερύγεσσι κελεύεις πείθεσθαι , τῶν οὔ τι μετατρέπομ ' οὐδ ' | προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ ] , καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν : ὥστε οὐκέτι εἰσὶν δύο ἀλλὰ |
σὺ πολλὰ δὴ βρίζων ἅμα οὔλοισιν ἐξήμελξας εὐτραφὲς γάλα . Πυλάδη , τί δράσω ; μητέρ ' αἰδεσθῶ κτανεῖν ; | ἄνθρωπον τοῦτον ὃν λέγετε . καὶ εὐθὺς ἐκ δευτέρου ἀλέκτωρ ἐφώνησεν . καὶ ἀνεμνήσθη ὁ Πέτρος τὸ ῥῆμα ὡς εἶπεν |
τ ' , ὦ φίλων μοι τῶν ἐμῶν σαφέστατε , Πυλάδη , κάταιθε γεῖσα τειχέων τάδε . ὦ γαῖα Δαναῶν | μάχαιραν ἤμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν , νομίζων ἐκπεφευγέναι τοὺς δεσμίους . ἐφώνησεν δὲ Παῦλος μεγάλῃ φωνῇ λέγων , Μηδὲν πράξῃς σεαυτῷ |
ξυμβάλλω ἐμπόροις , οὐδὲ τὴν δραχμὴν ὅ τι ἐστί , γιγνώσκω , ἀλλὰ βοῦν σίτου καὶ οἴνου τράγον καὶ τοιαῦτα | ἵνα καταλάβητε . πᾶς δὲ ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται , ἐκεῖνοι μὲν οὖν ἵνα φθαρτὸν στέφανον λάβωσιν , ἡμεῖς δὲ |
κατακεκομμένα , τὰ δὲ κατακεκαυμένα . εἰ οὖν ἐγὼ μὴ γιγνώσκω μήτε τὰ ὅσια μήτε τὰ δίκαια , ὑμεῖς δὲ | οὐδ ' οὐ μὴ γένηται ἕως οὗ ἔλθωσιν οἱ καιροὶ ἐκεῖνοι . τότε ὁ στάχυς τοῦ σίτου ἐκφυεῖ ἡμιχοίνικον , |
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν , | τῇ ὁδῷ τοῦ Βαλαὰμ τοῦ Βοσόρ , ὃς μισθὸν ἀδικίας ἠγάπησεν ἔλεγξιν δὲ ἔσχεν ἰδίας παρανομίας : ὑποζύγιον ἄφωνον ἐν |
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο | ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου . ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτὸν καὶ εἶπεν αὐτῷ , Ἕν σε ὑστερεῖ : |
κατάρατε , πέπλευκας ἤδη ποτέ ; Καὶ πολλάκις , ὦ Τιμόκλεις . Οὔκουν ἔφερε μὲν ὑμᾶς τότε ἢ ἄνεμος ἐμπίπτων | ἐν τοῖς στρατιώταις , τί ἄρα ὁ Πέτρος ἐγένετο . Ἡρῴδης δὲ ἐπιζητήσας αὐτὸν καὶ μὴ εὑρὼν ἀνακρίνας τοὺς φύλακας |
εἶναί μοι δοκεῖ . Αὐτό που τὸ ζητούμενον , ὦ Τιμόκλεις , συναρπάζεις : οὐδέπω γὰρ δῆλον εἰ προνοίᾳ τούτων | ἤθελεν αὐτὸν ἀποκτεῖναι , καὶ οὐκ ἠδύνατο : ὁ γὰρ Ἡρῴδης ἐφοβεῖτο τὸν Ἰωάννην , εἰδὼς αὐτὸν ἄνδρα δίκαιον καὶ |
ἔοικε . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ εἰ γάρ τοι , βασίλεια , σιωπήσειαν | , καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ , εἶτα τοῖς δώδεκα : ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ , ἐξ ὧν οἱ |
τε δοκοῖσι . τὸν δ ' ἐπικερτομέων προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ , Μελάνθιε | . ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνή ἐστιν , ἔπειτα εἰρηνική , ἐπιεικής , εὐπειθής , μεστὴ ἐλέους καὶ |
μάλιστα σὺ ποθεῖς , ἡμῖν ἀντὶ τείχους καὶ δορυφόρων . Εἰκὸς μὲν ἥκειν ὡς ὑμᾶς λόγον τῶν ἔργων , οἷς | Ἐγένετο δὲ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ διωγμὸς μέγας ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν τὴν ἐν Ἱεροσολύμοις : πάντες δὲ διεσπάρησαν κατὰ τὰς |
ἢ εἰς ἄγαν δουλείαν μεταβάλλειν καὶ ἰδιώτῃ καὶ πόλει . Εἰκὸς γάρ . Εἰκότως τοίνυν , εἶπον , οὐκ ἐξ | περὶ τῆς συστροφῆς ταύτης . καὶ ταῦτα εἰπὼν ἀπέλυσεν τὴν ἐκκλησίαν . Μετὰ δὲ τὸ παύσασθαι τὸν θόρυβον μεταπεμψάμενος ὁ |
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα | τὸ πάσχα ἵνα φάγωμεν . οἱ δὲ εἶπαν αὐτῷ , Ποῦ θέλεις ἑτοιμάσωμεν ; ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς , Ἰδοὺ |
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ | ἐνεβριμήσατο τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν , καὶ εἶπεν , Ποῦ τεθείκατε αὐτόν ; λέγουσιν αὐτῷ , Κύριε , ἔρχου |
καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις | μὴ σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί . Ἀπελθόντων δὲ τῶν ἀγγέλων Ἰωάννου ἤρξατο λέγειν πρὸς τοὺς ὄχλους περὶ Ἰωάννου , Τί ἐξήλθατε |
πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ ' | μηδενὶ εἴπωσιν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ Χριστός . Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν |
οὐ ς ' , ἀλλ ' ἐμαυτὴν τοὐπὶ τῶιδ ' ἐρήσομαι : τί δὴ φρονοῦσά γ ' ἐκ δόμων ἅμ | αὐτήν . πάντες γὰρ οἱ προφῆται καὶ ὁ νόμος ἕως Ἰωάννου ἐπροφήτευσαν : καὶ εἰ θέλετε δέξασθαι , αὐτός ἐστιν |
γῆς ὡραῖα ἀποδεικνύων ὅτι πλεῖστα ὥσπερ σὺ σαυτῷ , οὐκέτι ἐρήσομαι περὶ τούτου εἰ ἔτι τινὸς ὁ τοιοῦτος προσδεῖται : | , Τί αἰτήσωμαι ; ἡ δὲ εἶπεν , Τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ βαπτίζοντος . καὶ εἰσελθοῦσα εὐθὺς μετὰ σπουδῆς πρὸς |
καὶ νῦν ἀτρεκέως μάλα τοι λέξαντος ἕκαστα ἡμετέροις , ἥρως ἑκατηβόλε , πείθεο μύθοις . Ὣς ἄρ ' ἔφη Πριάμοιο | , καὶ ἔφερεν ἓν τριάκοντα καὶ ἓν ἑξήκοντα καὶ ἓν ἑκατόν . καὶ ἔλεγεν , Ὃς ἔχει ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω |
ἐπισσείων φοβέειν ἥρωας Ἀχαιούς : σοὶ δ ' αὐτῷ μελέτω ἑκατηβόλε φαίδιμος Ἕκτωρ : τόφρα γὰρ οὖν οἱ ἔγειρε μένος | καὶ συνιείς , ὃς δὴ καρποφορεῖ καὶ ποιεῖ ὃ μὲν ἑκατόν , ὃ δὲ ἑξήκοντα , ὃ δὲ τριάκοντα . |
πίονος . μνημονεύει δ ' αὐτοῦ Ἄλεξις ἐν Παννυχίδι ἢ Ἐρίθοις : μάγειρος δ ' ἐστὶν ὁ προσδιαλεγόμενος : ὅτι | , ἐν σοὶ εὐδόκησα . Καὶ αὐτὸς ἦν Ἰησοῦς ἀρχόμενος ὡσεὶ ἐτῶν τριάκοντα , ὢν υἱός , ὡς ἐνομίζετο , |
ἂν κώθωνος ἐκ στρεψαύχενος πίοιμι τὸν τράχηλον ἀνακεκλασμένη ; Ἄλεξις Ἐρίθοις : εἶτα τετρακότυλον ἐπεσόβει κώθωνά μοι , παλαιὸν οἴκων | χοῦς ἐσμέν : ἄνθρωπος ὡσεὶ χόρτος αἱ ἡμέραι αὐτοῦ : ὡσεὶ ἄνθος τοῦ ἀγροῦ , οὕτως ἐξανθήσει , ὅτι πνεῦμα |
, ὦ γενναῖε , ἀλλ ' ὥσπερ τι καλὸν ἐξειργασμένος ὑψαυχενῶν καὶ μεγαληγορῶν περιέρχῃ καὶ μηδὲν ὑφεῖναι τοῦ φρονήματος ἀπομαχόμενος | Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ἐκκλησίαν . πλὴν καὶ ὑμεῖς οἱ καθ ' ἕνα ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα οὕτως ἀγαπάτω ὡς |
δὲ ἐν τοῖς ὤμοις ὑποκινούμενος , ὀρθὸς δὲ ὢν καὶ ὑψαυχενῶν ἀπειθὴς καὶ αὐθάδης καὶ ὑβριστής , ὡς γὰρ ταὐτὸ | τις ἦν πλούσιος , καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ ' ἡμέραν λαμπρῶς . πτωχὸς δέ τις ὀνόματι Λάζαρος |
μὴ ἐθέλοντας εἴκειν τοῖς κρείττοσιν . Ταυτὶ μέν , ὦ Ἑρμότιμε , πάνυ εὔλογα . ἢ τί γὰρ παθὼν Εὐθύδημος | . ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι , ἀπολέσει αὐτήν : ὃς δ ' ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν |
τοιοῦτον ἄνδρα εὑρεῖν . Τί δὴ οὖν πράξομεν , ὦ Ἑρμότιμε ; οὐ γὰρ ἀπαγορευτέον οἶμαι ἐπεὶ μηδενὸς ἡγεμόνος τοιούτου | οὐκ ἔστιν μου ἄξιος . ὁ εὑρὼν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν , καὶ ὁ ἀπολέσας τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν |
θέλειν ἰέναι αὐτοῖς ἀνταγωνιουμένους : οὕς , ἔφη , ἐγὼ αἰσθάνομαι ἀρξάμενος ἀπὸ τῶν ἡμετέρων φίλων τούτων ἡγουμένους δεῖν τὸν | εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν , ἐν οἴκῳ τοὺς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν , αἰσχρὸν γάρ ἐστιν γυναικὶ λαλεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ |
ὄψεαι πίτνοντα . ἰὼ ἰώ : τί κεκίνηται , τίνος αἰσθάνομαι θείου ; κοῦραι , λεύσσετ ' ἀθρήσατε : δαίμων | πόρνος , ἰδὲ τὴν Μαρίαν τὴν πόρνην ὅτι ἥμαρτεν εἰς ἄνδρας χιλίους ἑπτακοσίους τρεῖς καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν ξένον οὔτε ἴδιον |
' ἐχώσατο κηρόθι μᾶλλον , κινήσας δὲ κάρη προτὶ ὃν μυθήσατο θυμόν : “ ὢ πόποι , ἦ μάλα δὴ | ὀκτὼ ἢ δέκα , καταβὰς εἰς Καισάρειαν , τῇ ἐπαύριον καθίσας ἐπὶ τοῦ βήματος ἐκέλευσεν τὸν Παῦλον ἀχθῆναι . παραγενομένου |
Ἀγαμέμνων χαῖρε νόῳ . „ „ ὣς γάρ οἱ χρείων μυθήσατο Φοῖβος Ἀπόλλων Πυθοῖ ” : ” Δελφοὶ μὲν δὴ | ἐγκλήματος . συνελθόντων οὖν ἐνθάδε ἀναβολὴν μηδεμίαν ποιησάμενος τῇ ἑξῆς καθίσας ἐπὶ τοῦ βήματος ἐκέλευσα ἀχθῆναι τὸν ἄνδρα : περὶ |
χαιρηδόνος ; Ἐγᾦδ ' ἐφ ' ᾧ γε τὸ κέαρ εὐφράνθην ἰδών , τοῖς πέντε ταλάντοις οἷς Κλέων ἐξήμεσεν . | ἡ συκῆ . καὶ ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐθαύμασαν λέγοντες , Πῶς παραχρῆμα ἐξηράνθη ἡ συκῆ ; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς |
, φασίν , αὐτόν . λέγω αὐτῷ : Κύριε , εὐφράνθην μετ ' αὐτῶν μείνας . Τί , φησίν , | δαιμόνια . καὶ προσκαλεσάμενος αὐτοὺς ἐν παραβολαῖς ἔλεγεν αὐτοῖς , Πῶς δύναται Σατανᾶς Σατανᾶν ἐκβάλλειν ; καὶ ἐὰν βασιλεία ἐφ |
ἔγωγε . Σκέψαι δὴ ὃ ἐγὼ ὑποπτεύω περὶ αὐτοῦ . ἐννοῶ γὰρ ὅτι πολλὰ οἱ Ἕλληνες ὀνόματα ἄλλως τε καὶ | ὑμῖν ὅτι ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ὑμῶν ἡ δικαιοσύνη πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων , οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν |
Λακεδαίμονι , οἵα δὲ ἐν τῇ φυγῇ : τὰς παννυχίδας ἐννοῶ , τὰς συνθήκας ἐννοῶ . Ἔτι λέγοντος τοῦ Αἰγιαλέως | εὐθὺς πρωῒ συμβούλιον ποιήσαντες οἱ ἀρχιερεῖς μετὰ τῶν πρεσβυτέρων καὶ γραμματέων καὶ ὅλον τὸ συνέδριον δήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀπήνεγκαν καὶ |
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως | οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστίν , τὸ σκότος πόσον . Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν : ἢ |
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ ' | . μὴ οὖν γίνεσθε συμμέτοχοι αὐτῶν : ἦτε γάρ ποτε σκότος , νῦν δὲ φῶς ἐν κυρίῳ : ὡς τέκνα |
νόσος πρὸς ὑγίειαν , καὶ ἡ κακία πρὸς ἀρετήν . Σφόδρα δυσπείστως εἶχεν καὶ πρὸς τούτους τοὺς λόγους , εἰ | πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται . Καὶ ἐπηρώτων αὐτὸν οἱ ὄχλοι λέγοντες , |
χρόνον ἐστίν , περὶ δὲ τὸν μέλλοντα οὐκ ἔστιν ; Σφόδρα γε . Ἆρα σφόδρα λέγεις , ὅτι πάντ ' | γῆς ἑστῶτες . καὶ εἴ τις αὐτοὺς θέλει ἀδικῆσαι , πῦρ ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν καὶ κατεσθίει τοὺς ἐχθροὺς |
ἀξίας ] εὐώνους . Γ ὁ πόλεμος ἑρπέτω : γράφεται ἐρρέτω , τουτέστι χαιρέτω , ὅ ἐστιν , οὐδεμίαν φροντίδα | τὸ πλήρωμα τοῦ θεοῦ . Τῷ δὲ δυναμένῳ ὑπὲρ πάντα ποιῆσαι ὑπερεκπερισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἢ νοοῦμεν κατὰ τὴν δύναμιν τὴν |
καλοὺς παρασχεῖν τοὺς λόγους δυνήσεται αἰδὼς ἀπώλες ' αὐτόν , ἐρρέτω , κακή : πολλὴν γὰρ αὐτὴν δειλὸς ὢν ἐκτήσατο | ἐν τῇ ἐρήμῳ , καθὼς διετάξατο ὁ λαλῶν τῷ Μωϋσῇ ποιῆσαι αὐτὴν κατὰ τὸν τύπον ὃν ἑωράκει , ἣν καὶ |
, σάφ ' ἴσθι , λευσίμους ἀράς . σὺ ταῦτα φωνεῖς νερτέρᾳ προσήμενος κώπῃ , κρατούντων τῶν ἐπὶ ζυγῷ δορός | γῆν ταύτην εἰς ἣν ὑμεῖς νῦν κατοικεῖτε , καὶ οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ κληρονομίαν ἐν αὐτῇ οὐδὲ βῆμα ποδός , καὶ |
. Τίν ' αὖ σὺ τήνδε πρὸς θυρῶνος ἐξόδοις ἐλθοῦσα φωνεῖς , ὦ κασιγνήτη , φάτιν , κοὐδ ' ἐν | ὁ θεὸς τὸν κόσμον , ὥστε τὸν υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν , ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται |