| ἀξίας ] εὐώνους . Γ ὁ πόλεμος ἑρπέτω : γράφεται ἐρρέτω , τουτέστι χαιρέτω , ὅ ἐστιν , οὐδεμίαν φροντίδα | ||
| καλοὺς παρασχεῖν τοὺς λόγους δυνήσεται αἰδὼς ἀπώλες ' αὐτόν , ἐρρέτω , κακή : πολλὴν γὰρ αὐτὴν δειλὸς ὢν ἐκτήσατο |
| φρενὸς ὅπλον ἔφυσε βουλὴν κερδαλέην , πολυμήχανον , οἵ τε δόλοισι πολλάκι καὶ κρατερὸν καὶ ὑπέρτερον ὤλεσαν ἰχθύν . Οἷον | ||
| “ Οὐκ ἄφαρ ὀφθαλμῶν μοι ἀπόπροθι λωβητῆρες νεῖσθ ' αὐτοῖσι δόλοισι παλίσσυτοι ἔκτοθι γαίης , πρίν τινα λευγαλέον τε δέρος |
| πονηρῶν χεῖρ ' ἐλευθέραν ἔχε . Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ ' αὔξεται βροτοῖς . Ἐν νυκτὶ βουλὴ τοῖς σοφοῖσι | ||
| ἆρα ζῶντος ἢ τεθνηκότος ; ζῆι : πρῶτα γάρ σοι τἀγάθ ' ἀγγέλλειν θέλω . εὐδαιμονοίης μισθὸν ἡδίστων λόγων . |
| ἀνταποδίδως ταύτην τὴν τιμωρίαν ; τίνος ἕνεκα τιμωρῇ ; . τλῆμον ] ἄθλιε διὰ τὰ παρόντα . τοῦ δίκην πάσχεις | ||
| πέσῃ . ἐπιξενοῦμαι ταῦτα δ ' ὡς θανουμένη . ὦ τλῆμον , οἰκτίρω σε θεσφάτου μόρου . ἅπαξ ἔτ ' |
| δ ' ἐναίσιμος ἥνδανε μῦθος : Ὑψιπύλην δ ' εἴσαντο καταφθιμένοιο Θόαντος τηλυγέτην γεγαυῖαν ἀνασσέμεν . ὦκα δὲ τόνγε πέμπον | ||
| ἰσοφαρίζειν . ὀγδωκονταέτει παιδὶ Λεωπρέπεος , πόλις ἄνδρα διδάσκει σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτίρω σε τάλαν |
| πόντου τε καὶ γῆς κεἰς διαλλαγὰς μολών , πρέσβιστος ἐν φίλοισιν ὑμνηθήσεται , σκύλων ἀπαρχὰς τὰς δορικτήτους λαβών . Τί | ||
| δόλωι / Ἀρταφρένης ἔκτεινεν ἐσθλὸς ἐν δόμοις / σὺν ἀνδράσιν φίλοισιν ] τοῦτον Ἑλλάνικος Δαφέρνην καλεῖ . . . . |
| ἔφατ ' ἀντομένη : τοῦ δὲ φρένες ἰαίνοντο ἧς ἀλόχου μύθοισιν , ἔπος δ ' ἐπὶ τοῖον ἔειπεν : “ | ||
| πρὸς Ἀγαμέμνονα . . . . . λαὸς Ἀχαιῶν Πείσονται μύθοισιν : ὅτι πρὸς τὸ νοητὸν ἀπήντηκεν , ὁ λαὸς |
| τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ | ||
| ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς |
| ἡ τοῦ Πρωτέως θυγάτηρ ἐν Φάρῳ φησὶ πρὸς αὐτόν : Μενέλαε , εἴπερ βούλει μαθεῖν τὸ περὶ σὲ πᾶν , | ||
| Ὣς φάμενον προσέειπεν ἐυμμελίης Ἀγαμέμνων : Μὴ νῦν , ὦ Μενέλαε , μέγ ' ἀχνύμενος περὶ θυμῷ σκύζεο μητιόωντι Κεφαλλήνων |
| ' ἐδόκουν χρυσῆς παρὰ δῶρον ἔχοντα ἐλθεῖν Κυπρογενοῦς . δῶρον ἰοστεφάνου γίνεται ἀνθρώποισιν ἔχειν χαλεπώτατον ἄχθος , ἂν μὴ Κυπρογενὴς | ||
| κνώσσεις . καὶ ἐν ἄλλοις ἐπ ' Ἀρχεμόρου εἴρηκεν : ἰοστεφάνου γλυκεῖαν ἐδάκρυσαν ψυχὰν ἀποπνέοντα γαλαθηνὸν τέκος . Κλέαρχος δ |
| καὶ οἷον „ καὶ ” ἀλλ ' οἷον τόδ ' ἔρεξεν ” , „ οἷον τὸν Τηλεφίδην „ . οὕτως | ||
| Διὸς μένος . Ἀλλὰ τὸ μέν που ἀθανάτων τάχ ' ἔρεξεν ἐὺς νόος ἠὲ καὶ οὐκί : Ἀργεῖοι δ ' |
| μετέλθοι . ” τὴν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ξεῖν ' , ἐπεὶ ἂρ δὴ ταῦτά | ||
| γενέσθαι . ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ἔσσεται οὕτως , ἄττα : σὺ δ |
| Πηνελόπεια . τῶ σε πόδας νίψω ἅμα τ ' αὐτῆς Πηνελοπείης καὶ σέθεν εἵνεκ ' , ἐπεί μοι ὀρώρεται ἔνδοθι | ||
| [ ! ! ἀθλήματα ] ? ? ? ? [ Πηνελοπείης ] ? . μὴ σύ γ ' ἄπιστος ἔῃς |
| τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος | ||
| τούτῳ σχεδὸν ὃν πάνυ καλῶς ποιητὴς προσεῖπεν ἕτερος , Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστοτέχνα πάτερ . οὗτος γὰρ δὴ πρῶτος καὶ τελειότατος |
| τι αἱρήσεσθε ; Ἀρισταγόρης μὲν ταῦτα ἔλεξε , Κλεομένης δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ ξεῖνε Μιλήσιε , ἀναβάλλομαί τοι ἐς | ||
| γυναῖκας . Ὁ μὲν δὴ τοιαῦτα ἔλεγε , ἡ δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ παῖ , ἐπείτε με λιτῇσι μετέρχεαι |
| μέλουσι , λόγχῃ δ ' ἄνδρες εὐστοχώτεροι . εἰ γὰρ δόλοισιν ἦν τὸ νικητήριον , ἡμεῖς ἂν ἀνδρῶν εἴχομεν τυραννίδα | ||
| , τοὺς δὲ σιδηρείοισι καταΐγδην στυφελίζων αἰχμαῖς τριγλώχισι καὶ ἀλλοίοισι δόλοισιν : οὐ γὰρ πρὶν φεύγουσιν ἀπότροποι , εἰσόχ ' |
| ἡμᾶς , λέγουσα τάδε : σὺ δὲ στεφάνοις , ὦ Δίκα , περθέσθ ' ἐραταῖς φόβαισιν ὅρπακας ἀνήτοιο συνερραις ἁπαλαῖσι | ||
| κώλων ιβʹ . φιλεῖ ] στροφὴ ἑτέρα κώλων ιʹ . Δίκα ] ἀντιστροφὴ κώλων ιʹ . ἄγε δὴ βασιλεῦ ] |
| καγχαλάασκον ἐτώσια μητιόωντι . Καὶ τότε Μυρμιδόνεσσιν Ἀχιλλέος ἄτρομος υἱὸς θαρσαλέον φάτο μῦθον ἐποτρύνων πονέεσθαι : Κέκλυτέ μευ , θεράποντες | ||
| ὁ τρίβων ἐμπνέοι . . . : ἒν δὲ τὸ θαρσαλέον τε καὶ ἐμμενές , ὅππη ὀρούσαι , φαίνετ ' |
| δ ' ὁ σὸς πρόπολος Κύκλωπι θητεύω τῶι μονοδέρκται δοῦλος ἀλαίνων σὺν τᾶιδε τράγου χλαίναι μελέαι σᾶς χωρὶς φιλίας . | ||
| τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν κατέχει μέλεος ἀλαίνων ποτὶ θῆσσαν ἑστίαν , τοῦ κλεινοῦ πατρὸς ἐκφύς . |
| ἐκεῖς ' ἄγε με , Βρόμιε Βρόμιε , πρόβακχ ' εὔιε δαῖμον . ἐκεῖ Χάριτες , ἐκεῖ δὲ Πόθος , | ||
| πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος , εὔιε Βάκχε , εὐτραφές , εὔκαρπε , πολυγηθέα καρπὸν ἀέξων |
| ] ἠδὲ γυναῖξιν [ . ] [ λώιόν ἐστιν ἑὸν παναοίδιμον οὔνομα μέλψαι ] , [ ὅττι χάρις καὶ ] | ||
| ? ? ? ? ? ἀειρομένοισι , λαμπετόοντα ? βίον παναοίδιμον ? ? [ ] ? εἰρήναισιν ? ? ? |
| ἐλαύνω ἐκτὸς ὁδοῦ ; Πέφαται θνατοῖσι νίκας [ ὕστερον ] εὐφροσύνα , αὐλῶν [ ˘˘˘˘ – – – ] μειγνυ˘ | ||
| μὲν αἰθὴρ ἀμίαντος : ὕδωρ δὲ πόντου οὐ σάπεται : εὐφροσύνα δ ' ὁ χρυσός : ἀνδρὶ δ ' οὐ |
| ὤνθρωπον λέγοντες καὶ τὰ ὅμοια . οὕτω καὶ τὸ ἄναξ ὤναξ . εἰ δέ ἐστιν ἀττικὴ συναλοιφὴ ἀντὶ τοῦ ὦ | ||
| τοῦ κλῦθι ἀττικῶς , τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ προστακτικοῦ . * ὤναξ ἀντὶ τοῦ * ἄναξ δωρικῶς ὀξύνεται : τὸ γὰρ |
| : ἀποκείρεται σὸν ἄνθος πόλεος , ὁ Διὸς ἔκγονος , μέλεος Ἑλλάς , ἃ τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις | ||
| Κάλανος , ὁ μάταιος ὑμέτερος φίλος καὶ οὐχ ἡμέτερος : μέλεος καὶ τῶν ἀθλίων ἐλεεινότερος τὴν ψυχὴν ἑαυτοῦ ἀπώλεσε φιλαργυρήσας |
| ἔνδοθεν κέαρ , κέλευσέ τε κατ ' οὖρον ἴσχεν εὐδαίδαλον νᾶα : Μοῖρα δ ' ἑτέραν ἐπόρσυν ' ὁδόν . | ||
| : ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων καὶ ἐναντίων συνέστακεν , καὶ ποτὶ |
| , ἠισθόμην γάρ , Ἀγάμεμνον , σέθεν φωνῆς ἀκούσας , εἰσορᾶις ἃ πάσχομεν ; ἔα : Πολυμῆστορ ὦ δύστηνε , | ||
| ' Ἀργείων δορὶ πλείστους διώλες ' Ἕκτορος , τάδ ' εἰσορᾶις ; ὁρῶ τὰ τῶν θεῶν , ὡς τὰ μὲν |
| ἦ τοι ἔφης γε : ἀλλά τις ἀρτιεπὴς καὶ ἐπίκλοπος ἔπλεο μύθων , ὄφρά ς ' ὑποδείσας μένεος ἀλκῆς τε | ||
| τόσην ἀνενείκατο φωνήν : πῇ με φέρεις θεόταυρε ; τίς ἔπλεο ; πῶς δὲ κέλευθα ἀργαλέ ' εἰλιπόδεσσι διέρχεαι οὐδὲ |
| δαίμονές τ ' ἀντήλιοι , εἴ που πάλαι , φαιδροῖσι τοισίδ ' ὄμμασι δέξασθε κόσμῳ βασιλέα πολλῷ χρόνῳ . ἥκει | ||
| : ἐμοὶ γὰρ τοῦτο πρόσκειται , ξένε , μηδένα πελάζειν τοισίδ ' Ἑλλήνων δόμοις . ἆ , μὴ πρόσειε χεῖρα |
| σὲ δ ' αὐτόγνωτος ὤλες ' ὀργά . Ἄκλαυτος , ἄφιλος , ἀνυμέναιος ταλαί - φρων ἄγομαι τάνδ ' ἑτοίμαν | ||
| εὐχερὴς κακότεχνος ἀδιάγωγος ἄδικος ἄνισος ἀκοινώνητος ἀσύμβατος ἄσπονδος πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος |
| . Θ . 〚 ὠὸπ , ὂπ , ὠὸπ , ὂπ : Εἴσθεσις μέλους χοροῦ μονοστροφική : ἧς προτίθεται τὸ | ||
| κατὰ Ξέρξου δὲ οἶμαι . Θ . 〚 ὠὸπ , ὂπ , ὠὸπ , ὂπ : Εἴσθεσις μέλους χοροῦ μονοστροφική |
| κακὸν ἥπατι τεύχει , . ὃς κακὸν ἄλλωι τεύχει , ἑῶι κακὸν ἥπατι τεύχει , . . ἀμφὶ περὶ κρήνην | ||
| ] ! ροισιν ἀπεχθομένην ὄρνισιν [ ἀπόθεστος ] ? ? ἑῶι θάνεν ἀμφὶ σιδήρωι ? [ [ ] ενου Κλυμένου |
| ' ἐστὶ φίλα . . καὶ νῦν ἐν Δαναοῖσι θεοπροπέων ἀγορεύεις , ὡς δὴ τοῦδ ' ἕνεκά σφιν ἑκηβόλος ἄλγεα | ||
| ἔλπεαι υἷας Ἀχαιῶν ἀπτολέμους τ ' ἔμεναι καὶ ἀνάλκιδας ὡς ἀγορεύεις ; εἰ δέ τοι αὐτῷ θυμὸς ἐπέσσυται ὥς τε |
| ἔργον . αἶψα δὲ Τηλέμαχον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Τηλέμαχ ' , ἦ μάλα δή τις ἐνὶ μεγάροισι γυναικῶν | ||
| τὸν δ ' αὖτ ' Ἀντίνοος ἀπαμειβόμενος προσέειπε : “ Τηλέμαχ ' ὑψαγόρη , μένος ἄσχετε , ποῖον ἔειπες . |
| δοῦναι χάριν ἐμοί . ἀλλὰ δός , ἑταίρων φίλτατε , χαίρεις γὰρ ἀκούων τοῦτο μᾶλλον ἢ τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα | ||
| ἄνδρα τύραννον . Ἀλλ ' εὐπαράγωγος εἶ , θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος , πρὸς τόν τε λέγοντ ' ἀεὶ κέχηνας |
| γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν , | ||
| , μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο |
| σοφόν . ἃ δεῖ μάλιστα , ταῦτ ' ἔγωγ ' ἔφυν σοφός . κείνου δ ' ἀκούσας πρῶτα τοὺς λόγους | ||
| κλύων , Λαερτίου παῖ , τούσδε καὶ πράσσειν στυγῶ : ἔφυν γὰρ οὐδὲν ἐκ τέχνης πράσσειν κακῆς , οὔτ ' |
| χαίρετ ' : ἐγὼ δ ' ὔμμιν καὶ ἐς ὕστερον ἅδιον ᾀσῶ . πλῆρές τοι μέλιτος τὸ καλὸν στόμα , | ||
| χιμάρω δὲ καλὸν κρέας , ἔστε κ ' ἀμέλξῃς . ἅδιον , ὦ ποιμήν , τὸ τεὸν μέλος ἢ τὸ |
| ἄν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή ἀντὶ τοῦ ὅτ ' ὀλεῖται . . . . . ἢ νῶι γηθήσει προφανείσα | ||
| κατὰ κόσμον , ἔννεφ ' , ὅπως ψηφῖδι κακὸν οἶτον ὀλεῖται βουλῆι δημοσίηι παρὰ θῖν ' ἁλὸς ἀτρυγέτοιο . πῶς |
| ἀλλ ' ᾧτινι μὴ λιπότεκˈνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος βιαίᾳ δαμεὶς ἀνάγκᾳ , ζώει κάματον προφυγὼν ἀνιαρόν : τὸ γὰρ πρὶν | ||
| Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτˈρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ : ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί , ἴσαις δ ' |
| πρότερος πρὸς μῦθον ἔειπεν : “ ἦλθες , δῖ ' Εὔμαιε : τί δὴ κλέος ἔστ ' ἀνὰ ἄστυ ; | ||
| χέρηες . ” τὸν δὲ μέγ ' ὀχθήσας προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ ὤ μοι , ξεῖνε , τίη |
| προέηκε τεῒν τάδε μυθήσασθαι . ” τὴν δ ' αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια : “ εἰ μὲν δὴ θεός ἐσσι | ||
| φρένας παρέπεισε κελαινάς , ἀλλά ἑ κερτομέουσα μέγ ' ἀχνύμενον προσέειπε : Τίπτε μοι εἰλήλουθας ἐναντίον , ἥν ῥα πάροιθε |
| εἰργάσω . σὺ δ ' οὐκ ἔμελλες τἄμ ' ἀτιμάσας λέχη τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ οὐδ ' ἡ τύραννος | ||
| ' εὐσεβοῦς πατρὸς κρείσσω φανεῖσαν † τἄμ ' ἀποδοῦναι † λέχη . εἰ δ ' ἐμὲ γυναῖκα τὴν ἐμὴν συλήσετε |
| ' ἀνὰ γαῖαν ἔμιμνον . Ἐυπτολέμοισι δ ' Ἀχαιοῖς υἱὸς Λαέρταο πύκα φρονέων φάτο μῦθον : Ὦ νύ μοι Ἀργείων | ||
| ἕδραι ἀγρομένων : πολλοὶ δ ' ἄρα θηήσαντο ἰδόντες υἱὸν Λαέρταο δαΐφρονα . τῷ δ ' ἄρ ' Ἀθήνη θεσπεσίην |
| πολλὰ δ ' ἀθρῆσαι : τοίαν φρίκην παρέχεις μοι . Αἰαῖ , αἰαῖ , δύστανος ἐγώ , ποῖ γᾶς φέρομαι | ||
| ξένοι , μείνατε , πρὸς θεῶν . Τί θροεῖς ; Αἰαῖ αἰαῖ , δαίμων δαίμων : ἀπόλωλ ' ὁ τάλας |
| Δευκαλίωνες , οὐ Πελοπηιάδαι τε καὶ Ἄργεος ἄκρα Πελασγοί . ἵλαος , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐς νέωτ | ||
| τέρμα δρόμου ἵππων φυτεῦσαι . καί νυν ἐς ταύταν ἑορτὰν ἵλαος ἀντιθέοισιν νίσεται σὺν βαθυζώνοιο διδύμοις παισὶ Λήδας . τοῖς |
| ὀλιγηπελέουσά περ ἔμπης . ἀλλ ' ἄγε νῦν ἀνστᾶσα , περίφρων Εὐρύκλεια , νίψον σοῖο ἄνακτος ὁμήλικα : καί που | ||
| πινυτή τε καὶ εὖ φρεσὶ μήδεα οἶδε κούρη Ἰκαρίοιο , περίφρων Πηνελόπεια . ἦ μέν μιν νύμφην γε νέην κατελείπομεν |
| ἐς πατρίδα γαῖαν . Ἀτρεΐδης δ ' ἐβόησεν ἰδὲ ζώννυσθαι ἄνωγεν Ἀργείους : ἐν δ ' αὐτὸς ἐδύσετο νώροπα χαλκόν | ||
| κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο : οὐδέ με θυμὸς ἄνωγεν , ἐπεὶ μάθον ἔμμεναι ἐσθλὸς αἰεὶ καὶ πρώτοισι μετὰ |
| ὦ ἄνδρες δικασταὶ ? ? τῷ τε πατρὶ [ τῶι ἐμῶι καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδείοις ] ἔλεγεν [ , ὡς | ||
| ' ἄλλον ἄνδρα σωφρονέστερον ὄψεσθε , κεἰ μὴ ταῦτ ' ἐμῶι δοκεῖ πατρί . ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν μελεδήμαθ |
| ' , ἄτα δ ' ἀποστατεῖ φίλων . σὺ δὲ θαρσῶν ὅταν ἥκῃ μέρος ἔργων ἐπαΰσας θροεούσᾳ πρὸς σὲ Τέκνον | ||
| οἶδα ] γινώσκω . ᾧ τρόπῳ ] ἐκφύγοι . . θαρσῶν ] ἐπαιρόμενος καὶ κομπάζων . τοῖς πεδαρσίοις κτύποις ] |
| προσέειπεν : “ Οὕτω νῦν Κυθέρεια τόδε χρέος ὡς ἀγορεύεις ἔρξον ἄφαρ : καὶ μή τι χαλέπτεο μηδ ' ἐρίδαινε | ||
| κραδίῃ μενεαίνει , Τρῶας ὑπ ' Ἀργείοισιν ὀιζυρῶς ἀπολέσσαι , ἔρξον ἄφαρ , μηδ ' ἄμμι πολὺν χρόνον ἄλγεα τεῦχε |
| δὲ σός , κεἰ μὴ σός , ἀλλὰ τοῦ κακοῦ πότμου φυτευθείς , σός γέ τοι καλούμενος , ἄγω τὸν | ||
| . ἐν ἡμέραι ; πῶς ; ὦ θεοί , δεινοῦ πότμου [ . ἤκουσα τὴν ναῦν , ἣ παρεῖχ ' |
| ἐπισταδόν : ἐφεστηκυῖαι . τήν γε : τὴν μητέρα . παρηγορέων : παραμυθούμενος . ὧδε λίην : πάνυ τετηρημένως . | ||
| ἄλλοτε καὶ διπλῆν ἐς πόσιν ὀρνύμενοι : ἠοῦς μὲν κεράσαιο παρηγορέων κακοῦ ὁρμήν ὅσσοις ἀλγεινὸς λάμπεται ἠέλιος : νυκτὶ δ |
| ἕπονται Κῆρες ἀναπλάκητοι . Ἔλαμψε γὰρ τοῦ νιφόεντος ἀρτίως φανεῖσα φάμα Παρνασσοῦ τὸν ἄδηλον ἄνδρα πάντ ' ἰχνεύειν : φοιτᾷ | ||
| ὀτραλέως δ ' ἀνόρουσε πάτηρ [ ] ? φίλος : φάμα δ ' ἦλθε κατὰ πτόλιν ? εὐρύχορον ? ? |
| : καί ῥα Θέτιν προσέειπεν ἔτ ' ἀχνυμένην Ἀχιλῆος : Ἴσχεο νῦν περὶ παιδὸς ἀπειρέσιον γοόωσα . Οὐ γὰρ ὅ | ||
| ῥ ' ὅ γε μειλιχίοισι μέγ ' ἀχνύμενον προσέειπεν : Ἴσχεο λευγαλέοιο πόνου καὶ πένθεος αἰνοῦ , ὦ τέκος : |
| ἦν ἐνταῦθα τὸ ὀΐω . ἦν γὰρ “ ἀλλ ' ἔμπας ὀΐω . ” διὸ καὶ ἐξεβλήθη παρ ' ἐμοῦ | ||
| οὗ ' κράτησα τῶν Ἀχιλλείων ὅπλων : ἀλλ ' αὐτὸν ἔμπας ὄντ ' ἐγὼ τοιόνδ ' ἐμοὶ οὐκ ἀντατιμάσαιμ ' |
| . εἰ δ ' ἐθέλεις , σὺ κόμισσον ἐνὶ σταθμοῖσιν ἐρύξας : εἵματα δ ' ἐνθάδ ' ἐγὼ πέμψω καὶ | ||
| δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην ξείνις ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ ' ἐρύξας : οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά : |
| πέδον πολυχανδέος ἄντρου , θαῦμα μέγ ' ἀνθρώποισι καὶ ὕστερον ἐσσομένοισι . Καί οἱ πὰρ κλισίην φαρέτρη παρεκέκλιτο μακρὴ ἰῶν | ||
| ἀντιλέγων ἐρεῖ : αἰσχρὸν γὰρ τόδε γ ' ἐστὶ καὶ ἐσσομένοισι πυθέσθαι . πῶς οὖν διοικεῖ ; ὅτι μὲν γὰρ |
| , σὸν τὸ νικητήριον . Ὦ χαῖρε καλλίνικε : καὶ μέμνης ' ὅτι ἀνὴρ γεγένησαι δι ' ἐμέ : καί | ||
| τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον . χαλκοῦς ὀφείλεις πέντε μοι . μέμνης ' ; ἐγὼ σοὶ πέντε χαλκοῦς , σὺ δέ |
| εἰσορᾶις ἥκοντα σόν . σύ τ ' αὖ πρόσωπον πρὸς κασίγνητον στρέφε , Πολύνεικες : ἐς γὰρ ταὐτὸν ὄμμασιν βλέπων | ||
| ' ἐπόρουσε Κόωνι ἔχων ἀνεμοτρεφὲς ἔγχος . ἤτοι ὃ Ἰφιδάμαντα κασίγνητον καὶ ὄπατρον ἕλκε ποδὸς μεμαώς , καὶ ἀΰτει πάντας |
| ἦ μέγα πῆμα καὶ ἄσχετον ἤματι τῷδε ἡμῖν συμφορέουσιν ἀκηδέες Οὐρανίωνες , Αἴαντος μεγάλοιο περιφραδέος τ ' Ὀδυσῆος ἐσσυμένων ἐπὶ | ||
| τ ' Ἀργικέραυνον ὅπως ὑπελύσατο δεσμῶν : τῶν μιμνησκόμενοι πανδερκέες Οὐρανίωνες μητέρ ' ἐμὴν τίουσι Θέτιν ζαθέῳ ἐν Ὀλύμπῳ . |
| ἐπ ' ἀμφιρύτην . Σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ ' | ||
| . ἀλλ ' ἄγε δὴ τὰ χρήματ ' ἀριθμήσω καὶ ἴδωμαι , μή τί μοι οἴχωνται κοίλης ἐπὶ νηὸς ἄγοντες |
| Ἰσαῖος , κλαυθμός : παρὰ δὲ Πλάτωνι καὶ κλαυθμονή . ἄκλαυτος δὲ παρ ' Ὁμήρῳ καὶ Σοφοκλεῖ . δακρύων , | ||
| ' ἐν πόντου σάλωι , πολλοῖς διαύλοις κυμάτων φορούμενος , ἄκλαυτος ἄταφος : νῦν δ ' ὑπὲρ μητρὸς φίλης Ἑκάβης |
| τῆς Ὀδυσσείας : “ αἰγέην κυνέην κεφαλὴν ἔχε , πένθος ἀέξων . ” σημαίνει δὲ καὶ τὴν ἐξ αἰγείου δέρματος | ||
| ' ἡνία φοινικόεντα ἵππων ὠκυπόδων : μέγα δὲ φρεσὶ θάρσος ἀέξων ἰθὺς ἔχειν θοὸν ἅρμα καὶ ὠκυπόδων σθένος ἵππων , |
| ὅσσοι ἄριστοι , παίσατε , ὥς χ ' ὁ ξεῖνος ἐνίσπῃ οἷσι φίλοισιν , οἴκαδε νοστήσας , ὅσσον περιγινόμεθ ' | ||
| πρόμον ὅστις ὄρωρεν , ὄφρα τί οἱ δήμοιο ἔπος θυμηδὲς ἐνίσπῃ : καὶ δ ' αὐτοὺς γαίης τε καὶ ἄστεος |
| ἐνθέμενος κῆρ : καί οἱ πάντα μέλοιτο μάλ ' ἔμπεδον ὁππός ' ἔγωγε πρόσθ ' ἐφάμην : καὶ μή τι | ||
| ἑξείης δ ' ἄρ ' ἔπειτα σίνη περὶ σώματα θνητοῖς ὁππός ' ἐπεκλώσαντο καὶ ὁπποίας κατ ' ἀταρπούς , ἐξερέω |
| ὁ Πάν . εὔχεται δὲ αὐτῷ ὡς παιδεραστῇ . ἄκλητον κείνοιο : ἤγουν καὶ πρὸ τοῦ καλεσθῆναι αὐτὸν παρ ' | ||
| κ ' ἔτι παύρους ἐξανύσῃ : τῶ μή τι ποθὴ κείνοιο πελέσθω . αὔτως δ ' αὖ Πολύφημον ἐπὶ προχοῇσι |
| πάντας ἐπεβοᾶτο καὶ Ποινὰς καὶ Ἐρινύας καὶ νυχίαν Ἑκάτην καὶ ἐπαινὴν Περσεφόνειαν , παραμιγνὺς ἅμα βαρβαρικά τινα καὶ ἄσημα ὀνόματα | ||
| ὑπακούουσιν , καὶ οὐ μάχεται τὸ κικλήσκους ' Ἀίδην καὶ ἐπαινὴν Περσεφόνειαν . . πέμπον δὲ θεῶν ἱερῆας ἀρίστους : |
| στυγήσας : λίμνᾳ δ ' ἔμβαλε πορφυροειδεῖ τὰν μελανόζυγ ' ἄταν . τὸ πρὸς γυναικῶν δ ' ἐπιδὼν παλαίφατον ἁμέτερον | ||
| ὦ Πελασγία , τιθεῖσα λευκὸν ὄνυχα διὰ παρηΐδων , αἱματηρὸν ἄταν , κτύπον τε κρατός , ὃν ἔλαχ ' ἁ |
| ἔσομαι , λέγε , παιδὶ σέθεν τῆι σῆι τ ' ἀλόχωι ; σφραγῖδα φύλασς ' ἣν ἐπὶ δέλτωι τῆιδε κομίζεις | ||
| κακόνυμφε κηδεμὼν τυράννων , παισὶν οὐ κατειδὼς ὄλεθρον βιοτᾶι προσάγεις ἀλόχωι τε σᾶι στυγερὸν θάνατον . δύστανε , μοίρας ὅσον |
| ! ! ! ! ! ! ] Αβαδιος ἐπὶ χθονὶ παμβασιλῆος ἔπλετο δωρσιεω ? ? ? ! ! ! ! | ||
| ? ? ? ὔμμι ? ? γενέθλῃ . ἐν χθονὶ παμβασιλῆος ? ? ? ? ? ? ? ? ? |
| δὲ τοῦ Πύρρου συντεθνήσκει ἐξ ἀσιτίας καὶ λιμοῦ , τῶι πόθωι τῶι ἐκείνου . καὶ θεριστήν τις ἀετὸς ἐρρύσατο θανάτου | ||
| ἄν . ἐγὼ γὰρ ἄλλους εἰσορῶν τεκνουμένους παίδων ἐραστὴς ἦ πόθωι τ ' ἀπωλλύμην . εἰ δ ' ἐς τόδ |
| τᾶν ὀίων ἕπεται σκοπός : ἃ δὲ βαΰσδει εἰς ἅλα δερκομένα , τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει ἅσυχα καχλάζοντος | ||
| τυγχάνῃ δεικτική . τὸ ἑξῆς : τὰν κύνα βάλλειεἰς ἅλα δερκομένα , ὥστε τὰ λοιπὰ διὰ μέσου . τᾶν ὀΐων |
| λίσσου . εἰ δὲ σὸς πόσις καινὰ λέχη σεβίζει , κείνωι τόδε μὴ χαράσσου : Ζεύς σοι τάδε συνδικήσει . | ||
| ] δ ' ἄτιμος [ ὅς γε ] μὴ ? κείνωι [ συνῆι ' : ] Εἴη ἂν [ τῶι |
| δέ , ἐπεί περ ἥκεις χρηστὰ ἀπαγγέλλων , αὐτός σφι ἄγγειλον . Ἢν γὰρ ἐγὼ αὐτὰ λέγω , δόξω πλάσας | ||
| . σῶς ] μὴ παθών τι ὑπ ' ἐκείνου . ἄγγειλον ] εἰπέ . νικόβουλος ἐγενόμην : ἐγώ , φησί |
| ἔσται . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη κρείων Ἀγαμέμνων : χρεὼ βουλῆς ἐμὲ καὶ σὲ διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε κερδαλέης , | ||
| Ἀχιλλεύς : Φοῖνιξ ἄττα γεραιὲ διοτρεφὲς οὔ τί με ταύτης χρεὼ τιμῆς : φρονέω δὲ τετιμῆσθαι Διὸς αἴσῃ , ἥ |
| ὄφρα φονῆα σεῖο κασιγνήτοιο καὶ υἱέος ἡμετέροιο νεκροῦ ἑκὰς σεύωμεν ἀεικέος ἠὲ καὶ αὐτοὶ ἀμφ ' αὐτῷ στονόεσσαν ἀναπλήσωμεν ὀιζύν | ||
| . Ὃ δ ' ἐνθέμενος φρεσὶ κάρτος λώβης οὐκ ἀλέγιζεν ἀεικέος , ἀλλ ' ἐνὶ θυμῷ ἔτλη καὶ πληγῇσι καὶ |
| , τέρμα φίλον γαίης , ἀρχὴ πόλου , ὑγροκέλευθε , ἔλθοις εὐμενέων μύσταις κεχαρημένος αἰεί . Ἑστία εὐδυνάτοιο Κρόνου θύγατερ | ||
| οὐ σφαγίων κλύει . μή μοι , πότνια , μείζων ἔλθοις ἢ τὸ πρὶν ἐν βίωι . καὶ γὰρ Ζεὺς |
| τόδε ψυχὴν διέφθαρκ ' : οἴχομαι δὲ καὶ βίου χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρήιζω , φίλαι . ἐν ὧι γὰρ ἦν | ||
| Ὑφ ' ἡδονῆς τοι , φιλτάτη , διώκομαι τὸ κόσμιον μεθεῖσα σὺν τάχει μολεῖν : φέρω γὰρ ἡδονάς τε κἀνάπαυλαν |
| [ ] ! ! ! ! ! [ [ ] ερος ? ἵνα ? [ [ ] ν σπιλα [ | ||
| εγο ? ? [ [ ] παν [ [ ] ερος : [ [ ] ! πο ? [ [ |
| τὰ μαντεύματα ἐμμέτρως . Τὰ δ ' ἔπη τάδε : Τίπτε ποθεῖτε μαθεῖν νούσου τέλος ἠδὲ καὶ ἀρχήν ; Ἀμφοτέρους | ||
| . ἦκα δὲ μυρομένη , λιγέως ἀνενείκατο μῦθον : “ Τίπτε με δειλαίην τόδ ' ἔχει ἄχος ; εἴθ ' |
| ἐχθρὸς οὔτε φύεται πρὸς χρήμαθ ' οἵ τε φύντες ἀρνοῦνται στυγεῖν . δεινὸς γὰρ ἕρπειν πλοῦτος ἔς τε τἄβατα καὶ | ||
| εἰς τὸ ἦμαρ τῆς ζωῆς τὸ ὑπὸ Μοιρῶν δεσποζόμενον . στυγεῖν ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἴστω τίς . φῶτ ' |
| . ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι | ||
| βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν |
| Ἀλκαῖος ἐν πρώτῳ : τὸ δ ' ἔργον ἀγήσαιτο τέα κόρα : καὶ οἴκω τε περ σῶ καίπερ ἀτιμίαις , | ||
| κατ ' ἄνδρ ' ἰών : τὰ δ ' οὖν κόρα τάδ ' οὐκ ἀπαλλάξει μόρου . Ἄμφω γὰρ αὐτὰ |
| ' Ἄρεϊ δάμναται ἀνήρ : εἰ δέ μοι αἴσιμόν ἐστι δαμήμεναι εἵνεκ ' Ἀχαιῶν , τεθναίην ῥέξας τι καὶ ἄξιον | ||
| ἱεροῖο θύγατρες Μοῖραι ἐπεκλώσαντο καὶ ἀθανάτοις περ ἐοῦσι πρῶτα Ποσειδάωνι δαμήμεναι , αὐτὰρ ἔπειτα θαρσαλέῳ Πηλῆι καὶ ἀκαμάτῳ Ἀχιλῆι , |
| δύναται γάρ , Παλλὰς Ἀθηναίη : σὲ δ ' ὀδυρομένην ἐλεαίρει : ἣ νῦν με προέηκε τεῒν τάδε μυθήσασθαι . | ||
| . . ὅς σευ ἄνευθεν ἐὼν μέγα κήδεται ἠδ ' ἐλεαίρει : ἀστερίσκος ὅτι ἐνταῦθα ὑγιῶς λέγεται , ἐκεῖ δὲ |
| καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας ⌊ κορᾶν ⌋ ] Φόρκοιο , σύγγονον πατέρων , [ ] ν [ ] ποντ ? | ||
| πατέρ ' Ἀρκεσίλαν , καὶ τὸ θαητὸν δέμας ἀτˈρεμίαν τε σύγγονον : εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους |
| ἐτέων ὢν πέντ ' ἐπὶ πεντήκοντα . κλυτομήτης Φλεγύα ] κούρα περιώνυμε μᾶτερ ἀλεξιπόνοιο [ ] [ ] θεοῦ ﹙ | ||
| τοῖσιν ἂν δαίμων θέλῃ . Ταῦτ ' οὐκ ἐπιλεξαμένα Θεστίου κούρα δαΐφρων μάτηρ κακόποτμος ἐμοὶ βούλευσεν ὄλεθρον ἀτάρβακτος γυνά , |
| μηδ ' ἀφέντ ' ἐᾶν , εἰ ζῶντ ' ἐκεῖνον εἰσιδεῖν θέλοι ποτέ : ἐλᾷ γὰρ αὐτὸν τῇδε θἠμέρᾳ μόνῃ | ||
| Εὐριπίδῃ τὸ αὐτό : ὅστις ποτ ' εἶ σὺ δυστόπαστος εἰσιδεῖν Ζεύς , εἴτ ' ἀνάγκη φύσεος εἴτε νοῦς βροτῶν |
| τῆς ἐμοῦ γενικῆς ἑνικῶς παρελαμβάνετο ἡ ἐμός , καὶ ἔτι νῶιν νωίτερος δυϊκῶς κατὰ τὸν κτήτορα , καὶ ἔτι πληθυντικῶς | ||
| πείσειας ἄν τιν ' οἵτινες τετραζύγων ὄχων ἀνάσσους ' ὥστε νῶιν δοῦναι δίφρους ; πείσαιμ ' ἄν : ἀλλὰ τίνα |
| ' οὐκ ἐφίλασεν , ἀλλ ' ὅτι βουκόλος ἐμμὶ παρέδραμε κοὔποτ ' ἀκούει [ χὠ καλὸς Διόνυσος ἐν ἄγκεσι πόρτιν | ||
| νεάταν ὁδὸν στείχουσαν , νέατον δὲ φέγγος λεύσσουσαν ἀελίου , κοὔποτ ' αὖθις , ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας |
| ἠχώ : [ καὶ τίνα δὴ πρῶτον , τίνα ] λοίσθιον ὤλεσεν ἥρως [ , ] [ ὡς Βλεμύας φεύγοντας | ||
| ἀπὸ κοινοῦ τὸ ὁσιοῦν : ἀντὶ τοῦ ἐνέχεσθαι : τὸ λοίσθιον μίασμα : τὸ ἔσχατον , τὸ μὴ ἀφ ' |
| ἠελίοιο εἰ μὴ Ἀχιλλεὺς αἶψ ' Ἀγαμέμνονι εἶπε παραστάς : Ἀτρεΐδη , σοὶ γάρ τε μάλιστά γε λαὸς Ἀχαιῶν πείσονται | ||
| δ ' ἄρ ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : Ἀτρεΐδη ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων ; πῶς δὴ |
| ὀδόντας αὐτοῦ ὁρᾷς ; αἱ μὲν γὰρ χάριτες , ὦ Διοσκόρω , πολλαί , καὶ μάλιστα ὁπόταν ᾄδῃ καὶ ἁβρὸς | ||
| . Εὖ γ ' , εὖ γε ποιήσαντες , ὦ Διοσκόρω . Ἴσως ἂν εὖ γένοιτο : θαρρεῖτ ' , |
| δι ' ἧς οἱ κατάδικοι τὴν ἐπὶ θανάτου ἐξάγονται . Χαῖρε φίλον φῶς : γραῦς θέλουσα ἀκολασταίνειν γυμνὴ , ἵνα | ||
| ῥοδοδάκτυλος οὖσα ; Ποιμὴν καθέστηκ ' αἰπόλος καὶ βουκόλος . Χαῖρε χρυσόκερω βαβάκτα κήλων , Πάν , Πελασγικὸν Ἄργος ἐμβατεύων |
| οἰκείηνδε λιλαίεαι ἀπονέεσθαι , καὶ δ ' ἂν ἐπίκρυφον οἶμον ἐπιφραδέως ἀνέλοιο , δεικήλῳ δ ' ἐνὶ τῷδε φάοι πανδῖα | ||
| . ” Ὧς ἔφαθ ' : Ἥρη δ ' αὖτις ἐπιφραδέως ἀγόρευσεν : “ Οὔτι βίης χατέουσαι ἱκάνομεν οὐδέ τι |
| ἀγάλματα ῥάμνῳ . θρέμματά τε νέποδάς τε καλὸν φυτόν ἐστι φορῆναι πρός τε πόνον κεφαλῆς καὶ δαίμονας ἠδ ' ἐπιπομπάς | ||
| ἐνὶ μεγάροισιν ἐγήρα , δῶκε δ ' Ἐρευθαλίωνι φίλῳ θεράποντι φορῆναι . ἐγήρα : ὅτι ἀντὶ τοῦ ἐγήρασε τὸν παρατατικὸν |
| σφοδραί . Οἶνος ἄνωγε γέροντα καὶ οὐκ ἐθέλοντα χορεύειν . Οἶνος καὶ ἀλήθεια : ἐπὶ τῶν ἐν μέθῃ τὴν ἀλήθειαν | ||
| : ὁ μηδὲν λαμπρὸν γράφων . Λέγεται δὲ καὶ : Οἶνος καπνίας , ὁ κεκαπνισμένος : καί : Κάπνιος ἄμπελος |
| σὺ πολλὰ δὴ βρίζων ἅμα οὔλοισιν ἐξήμελξας εὐτραφὲς γάλα . Πυλάδη , τί δράσω ; μητέρ ' αἰδεσθῶ κτανεῖν ; | ||
| τ ' , ὦ φίλων μοι τῶν ἐμῶν σαφέστατε , Πυλάδη , κάταιθε γεῖσα τειχέων τάδε . ὦ γαῖα Δαναῶν |
| ὑβρίζηι πλούτωι κεκορημένος , οἱ δὲ δίκαιοι τρύχονται χαλεπῆι τειρόμενοι πενίηι ; Ταῦτα μαθών , φίλ ' ἑταῖρε , δικαίως | ||
| οὕς κεν ἵκηται , χρησμοσύνηι τ ' εἴκων καὶ στυγερῆι πενίηι , αἰσχύνει τε γένος , κατὰ δ ' ἀγλαὸν |
| δώσω πιεῖν : ἀμυγδαλῆ μὲν παιζέτω παρ ' ἀμυγδαλῆν . Δεινὰ δεινὰ κοὐκ ἀνασχετὰ ἐν τῇ πόλει πράττουσιν οἱ νεώτεροι | ||
| τὰς Νίκας ἔοικεν οὕτως ῥηθέν , ἀλλὰ συμμάχους μεταποιοῦντι . Δεινὰ δὲ καὶ τὰ Δημάδεια , καίτοι ἴδιον καὶ ἄτοπον |
| παθητικὴ χοόμενος , χούμενος καὶ δωρικῶς χώμενος , ὡς Μοῦσα Μῶσα , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο χωόμενος : ἢ παρὰ | ||
| Μνασάλκεος τὸ σᾶμα τῶ Πλαταιΐδα τῶ ' λεγῃοποιῶ : ἁ Μῶσα δ ' αὐτῶ τᾶς Σιμωνίδα πλάτας ἧς ἀποσπάραγμα κενά |