κιόνων οἱ μὲν τέσσαρες ὡμοίωντο φοίνιξιν , οἱ δ ' ἀνὰ μέσον θύρσων εἶχον φαντασίαν . Τούτων δ ' ἐκτὸς | πρώτων . καὶ ἐλθόντες οἱ περὶ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν ἔλαβον ἀνὰ δηνάριον . καὶ ἐλθόντες οἱ πρῶτοι ἐνόμισαν ὅτι πλεῖον |
καὶ τὸν ἀσκητικὸν ἔμπαλιν τὰς ἐπιδρομὰς τῶν πολεμίων ἐκφυγόντα καὶ ἀνὰ κράτος ἀπροσδοκήτως διασωθέντα , τὸν δίκαιον καὶ ἀληθῆ βραβευτὴν | ἐνόμισαν ὅτι πλεῖον λήμψονται : καὶ ἔλαβον [ τὸ ] ἀνὰ δηνάριον καὶ αὐτοί . λαβόντες δὲ ἐγόγγυζον κατὰ τοῦ |
, λαμβάνον καδμίαϲ ⋖ δ λεπίδοϲ χαλκοῦ ⋖ δ ἁλὸϲ ἀμμωνιακοῦ ⋖ δ ὀπίου ⋖ β κόμμεωϲ ⋖ ιβ , | : πάντες γὰρ αὐτὸν εἶδον καὶ ἐταράχθησαν . ὁ δὲ εὐθὺς ἐλάλησεν μετ ' αὐτῶν , καὶ λέγει αὐτοῖς , |
ξυστοῦ # Ϛ , μάννης , χαλβάνης , ἀφρονίτρου , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , ὀποπάνακος ἀνὰ # δ , στέατος αἰγείου | ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν . καὶ ἰδὼν αὐτὸν τὸ πνεῦμα εὐθὺς συνεσπάραξεν αὐτόν , καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο |
γϼ α , ἀγαρικοῦ γϼ ι , κνήκου τοῦ ἐντὸϲ γϼ δ , κορωνοποδίου ῥίζηϲ γϼ Ϛ . ἡ δόϲιϲ | , σύρων τε ἄνδρας καὶ γυναῖκας παρεδίδου εἰς φυλακήν . Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες διῆλθον εὐαγγελιζόμενοι τὸν λόγον . Φίλιππος |
γϼ . ι , βαλαυϲτίων γϼ . κ , κηκίδων γϼ . ιε , κηροῦ # ε , ἐλαίου μηλίνου | , ὑποτάσσεσθε τοῖς ἀνδράσιν , ὡς ἀνῆκεν ἐν κυρίῳ . Οἱ ἄνδρες , ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας καὶ μὴ πικραίνεσθε πρὸς |
ϲανδονικοῦ ἀβρότονον . ἀντὶ ϲηπίαϲ ὀϲτράκου κίϲηριϲ . ἀντὶ ϲαραπιάδοϲ παιονίαϲ ῥίζα . ἀντὶ ϲκίλληϲ βολβόϲ . ἀντὶ ϲηϲαμοειδοῦϲ πίαϲμα | καὶ λέγει τοῖς μαθηταῖς , Καθίσατε αὐτοῦ ἕως ἂν ἀπελθὼν ἐκεῖ προσεύξωμαι . καὶ παραλαβὼν τὸν Πέτρον καὶ τοὺς δύο |
# α . ἀναλάμβανε οἴνῳ ϲπαθίτῃ . Ῥέου βαρβαρικοῦ , παιονίαϲ , ϲμύρνηϲ τρωγλίτιδοϲ , ναρδοϲτάχυοϲ ἀνὰ # β , | περὶ τούτου ἀληθῆ ἦν . καὶ πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν ἐκεῖ . Ἦν δέ τις ἀσθενῶν , Λάζαρος ἀπὸ Βηθανίας |
ἑλενίου λίτρα αϲ φύλλου # δ ἀμώμου # Ϛ . ξυλοκαϲίαϲ # δ ϲμύρνηϲ # γ κόϲτου # θ ϲτύρακοϲ | λέγοντι αὐτῷ , Τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου , καὶ τίνες εἰσὶν οἱ ἀδελφοί μου ; καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα |
ἰταλικοί , ἀϲπαλάθου κυπέρων ἴρεωϲ ἰλλυρικῆϲ καρδαμώμου ϲπέρμα ἀριϲτολοχίαϲ μακρᾶϲ ξυλοκαϲίαϲ ἀνὰ # ιβ ἑλενίου ξυλοβαλϲάμου ϲχοίνου ἄνθουϲ καϲίαϲ κόϲτου | ] Ἰησοῦν γινώσκω καὶ τὸν Παῦλον ἐπίσταμαι , ὑμεῖς δὲ τίνες ἐστέ ; καὶ ἐφαλόμενος ὁ ἄνθρωπος ἐπ ' αὐτοὺς |
τε καὶ ἀμβλυωπίαιϲ ἁρμόττοντα διά τε τούτων καὶ πεπέρεωϲ καὶ ϲτάχυοϲ νάρδου , τὰ δὲ προφυλακτικὰ τῷ προανείργειν τὰϲ ἐπιρροίαϲ | λαβὼν ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς , καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες . καὶ εἶπεν αὐτοῖς , Τοῦτό ἐστιν τὸ αἷμά |
ἐὰν προξυρήϲαϲ χρήϲῃ . Ἐλαίου ὀμφακίνου # γ , νάρδου ϲτάχυοϲ ⋖ α , ὄνυχοϲ ἀρωματικοῦ ⋖ δ , ϲχοίνου | δὲ ἐπιούσῃ εἰσῄει ὁ Παῦλος σὺν ἡμῖν πρὸς Ἰάκωβον , πάντες τε παρεγένοντο οἱ πρεσβύτεροι . καὶ ἀσπασάμενος αὐτοὺς ἐξηγεῖτο |
ἐνίοτε δὲ εὐωδίας χάριν προσπλέκομεν τούτῳ φύλλου βραχὺ , ἢ ἀμώμου , ἢ τῶν ὁμοίων . Ἐγὼ δὲ , φησὶ | αὐτὸν στῦλον ἐν τῷ ναῷ τοῦ θεοῦ μου , καὶ ἔξω οὐ μὴ ἐξέλθῃ ἔτι , καὶ γράψω ἐπ ' |
δ , νάρδου # ε . Φύλλου # γ , ἀμώμου # α , καϲϲίαϲ # Ϛ , λαδάνου # | ἐγερθῇ ὁ οἰκοδεσπότης καὶ ἀποκλείσῃ τὴν θύραν , καὶ ἄρξησθε ἔξω ἑστάναι καὶ κρούειν τὴν θύραν λέγοντες , Κύριε , |
λι . α , μαϲτίχηϲ # Ϛ , πίϲϲηϲ μελαίνηϲ λι . β , ἐλαίου παλαιοῦ λι . α , | ἀπολέσῃ ζῳογονήσει αὐτήν . λέγω ὑμῖν , ταύτῃ τῇ νυκτὶ ἔσονται δύο ἐπὶ κλίνης μιᾶς , ὁ εἷς παραλημφθήσεται καὶ |
λι . ι , ξυλοβαλϲάμου λι . κ , κυπέρου λι . η , ϲχοίνου ἄνθουϲ , ἀϲπαλάθου , βράθυοϲ | καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ , ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι , οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας , καὶ τὸν |
⋖ ρ : ὕδατι . Ϲτυπτηρίαϲ ϲχιϲτῆϲ ⋖ γ , λιβάνου ⋖ δ , ϲμύρνηϲ ⋖ η , χαλκάνθου ⋖ | εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν , ἐν οἴκῳ τοὺς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν , αἰσχρὸν γάρ ἐστιν γυναικὶ λαλεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ |
, μεταβαίνειν ἐπὶ τὰ ἀνατρέφοντα , οἷά ἐϲτι τὰ διὰ λιβάνου : ἰϲόπεδα δὲ γενόμενα ἢ καὶ ποικιλώτερα ὄντα τῷ | πόρνος , ἰδὲ τὴν Μαρίαν τὴν πόρνην ὅτι ἥμαρτεν εἰς ἄνδρας χιλίους ἑπτακοσίους τρεῖς καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν ξένον οὔτε ἴδιον |
ἰσχιαδικοὺς παρηγορικὸν λίαν . Πίσσης ξηρᾶς μέρη βʹ , θείου ἀπύρου μέρος αʹ . λεῖα ποιήσας καὶ μίξας καὶ προλούσας | ὑμῖν ὅτι ἐὰν μὴ περισσεύσῃ ὑμῶν ἡ δικαιοσύνη πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων , οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν |
βραχὺ μετὰ σύκου ξηροῦ ἐσθιέτωσαν ἢ φοίνικος . ἢ θείου ἀπύρου ⋖ α ἐν ὠοῖς ῥοφείτωσαν ἢ σταφυλῖνον αὐτόν , | εὐθὺς πρωῒ συμβούλιον ποιήσαντες οἱ ἀρχιερεῖς μετὰ τῶν πρεσβυτέρων καὶ γραμματέων καὶ ὅλον τὸ συνέδριον δήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀπήνεγκαν καὶ |
, παιωνίου καὶ παλιούρου σπέρματος , καὶ σαρξιφάγου , καὶ κασίας ἀνὰ # βʹ , μετὰ κονδίτου ἢ οἴνου παλαιοῦ | κύριε : καὶ οὐκ ἀπῆλθεν . τίς ἐκ τῶν δύο ἐποίησεν τὸ θέλημα τοῦ πατρός ; λέγουσιν , Ὁ πρῶτος |
σφαιρίων # α , κηκῖδος ὀμφακίτιδος ἀτρήτου # Ϛ , κασίας σπουδαίας # Ϛ . θλασθέντα βρέχεται ἐφ ' ἡμέρας | καὶ ἀπῆλθεν . ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ καρπὸν ἐποίησεν , τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια . προσελθόντες δὲ |
# α , κόμμεωϲ # δ , ϲτίμμεωϲ κεκαυμένου καὶ πεπλυμένου # β , λεπίδοϲ πεπλυμένηϲ # α , ὀπίου | πάντα . Καὶ λέγει αὐτοῖς ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ὀψίας γενομένης , Διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν . καὶ ἀφέντες τὸν |
⋖ λβ , καδμίαϲ ⋖ κδ , χαλκοῦ κεκαυμένου καὶ πεπλυμένου ⋖ η , ὀπίου ⋖ α : οἴνῳ αὐϲτηρῷ | πυρετός : καὶ ἠγέρθη καὶ διηκόνει αὐτῷ . Ὀψίας δὲ γενομένης προσήνεγκαν αὐτῷ δαιμονιζομένους πολλούς : καὶ ἐξέβαλεν τὰ πνεύματα |
λαμβάνει δὲ ἐλαίου βαλανίνου λι . ι , ϲμύρνηϲ , καϲϲίαϲ , ϲύριγγοϲ ἀνὰ # γ , τερεβινθίνηϲ λι . | φωνὴν τοῦ στρουθίου ἀναστήσεται πᾶσα βοτάνη , τουτέστιν ὑπὸ τὴν φωνὴν ἀρχαγγέλου ἀναστήσεται πᾶσα φύσις ἀνθρωπίνη . Καὶ πάλιν εἶπον |
μετὰ κράϲεωϲ κονδίτου . Ϲμύρνηϲ ⋖ ε , κρόκου , καϲϲίαϲ ἀνὰ ⋖ δ , κιναμώμου ⋖ γ , ναρδοϲτάχυοϲ | μετώπων αὐτῶν . καὶ ἤκουσα φωνὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ὡς φωνὴν ὑδάτων πολλῶν καὶ ὡς φωνὴν βροντῆς μεγάλης , καὶ |
καὶ ναρδοϲτάχυοϲ κινναμώμου τε ἢ καϲϲίαϲ τὸ διπλοῦν ἀϲάρου καὶ καρποβαλϲάμου ἑκάϲτου ἀνὰ # α . προϲτιθέναι δὲ τούτοιϲ καὶ | οἷς ἡτοίμασται ὑπὸ τοῦ πατρός μου . Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἠγανάκτησαν περὶ τῶν δύο ἀδελφῶν . ὁ δὲ Ἰησοῦς |
πολίου , πεπέρεωϲ λευκοῦ , ϲκορδίου , δαύκου ϲπέρματοϲ , καρποβαλϲάμου , κύφεωϲ , βδελλίου , Κελτικῆϲ , κόμμεωϲ , | εἰς πόλεμον οὐχὶ καθίσας πρῶτον βουλεύσεται εἰ δυνατός ἐστιν ἐν δέκα χιλιάσιν ὑπαντῆσαι τῷ μετὰ εἴκοσι χιλιάδων ἐρχομένῳ ἐπ ' |
Καστορείου , ὀποπάνακος , εὐφορβίου , οἰσύπου ὑγροῦ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , χαλβάνης , τερεβινθίνης ἀνὰ γο βʹ , μυελοῦ | τὰς κοπιώσας ἐν κυρίῳ . ἀσπάσασθε Περσίδα τὴν ἀγαπητήν , ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν ἐν κυρίῳ . ἀσπάσασθε Ῥοῦφον τὸν ἐκλεκτὸν |
? ὠνόμαζον καὶ ἔτι νῦν ὀνομάζουσινεἴτ ' ἀπὸ τοῦ παραδεδομένου θυμιάματος ἢ μύρου τῶν [ θεῶν ] βρένθυος , ὡς | Γαλιλαίας ἐκ πόλεως Ναζαρὲθ εἰς τὴν Ἰουδαίαν εἰς πόλιν Δαυὶδ ἥτις καλεῖται Βηθλέεμ , διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἐξ οἴκου |
. . . . . . . οὐγγ . δʹ ὑπερίκου . . . . . . . οὐγγ . | μετὰ τοῦ πατρός μου ἐν τῷ θρόνῳ αὐτοῦ . ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις . |
. . . . . . . οὐγγ . δʹ ὑπερίκου . . . . . . . οὐγγ . | . καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν τασσόμενος , ἔχων ὑπ ' ἐμαυτὸν στρατιώτας , καὶ λέγω τούτῳ , |
β , φύλλου # α , κόϲτου # α , ναρδοϲτάχυοϲ # α , ῥέου Ποντικοῦ # α ∠ ʹ | ὡς ἕκτη . καὶ λέγει τοῖς Ἰουδαίοις , Ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν . ἐκραύγασαν οὖν ἐκεῖνοι , Ἆρον ἆρον , |
Ϲμύρνηϲ τρωγλίτιδοϲ , ζιγγιβέρεωϲ , κιναμώμου ἀνὰ ⋖ ι , ναρδοϲτάχυοϲ , λιβάνου , θλάϲπεωϲ , ὀποβαλϲάμου , ϲχοίνου ἄνθουϲ | : εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου , καὶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ . εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν |
πινόμενον τοῦτο : πετροϲελίνου # δ πεπέρεωϲ # β ἀνίϲου ἀϲάρου ἀνὰ # α . τοῦτο καὶ οὐρηθῆναι ἀγαθὸν καὶ | καὶ καθὼς ἠκούσατε ὅτι ἀντίχριστος ἔρχεται , καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν : ὅθεν γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστίν . |
. ἢν δὲ ἐϲ κύϲτιν ὁρμᾷ , οὐρητικοῖϲι ἐξάγειν , ἀϲάρου τῆϲ ῥίζηϲ καὶ φοῦ καὶ ἀδιάντου καὶ μήου τῶν | ἄφθαρτον κήρυγμα τῆς αἰωνίου σωτηρίας . ἀμήν . 〛 Ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι διήγησιν περὶ τῶν πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν πραγμάτων |
χαμαιλιβάνου χλωροῦ # δ δάφνηϲ φύλλων χλωρῶν # ε κύπρου ἄνθουϲ # β βαλϲάμου ὀποῦ # Ϛʹ . Ἰρίνου ϲκευαϲία | οὕτως καὶ αἱ γυναῖκες τοῖς ἀνδράσιν ἐν παντί . Οἱ ἄνδρες , ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας , καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς |
, ἀϲπαλάθου , βράθυοϲ , ϲμύρνηϲ , ἀμώμου , ϲχοίνου ἄνθουϲ , δαφνοφύλλων , ϲτακτοῦ ϲτύρακοϲ , καλάμου ἀρωματικοῦ , | καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἀπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθῆτι ἀστραπτούσῃ . ἐμφόβων δὲ |
. ἀμώμου , μαστίχης ἀνὰ γοε . κόστου γοαζʹ . ἀρναβῶ τὸ αὐτό . σαρούα γοα . ὀποβαλσάμου γογ . | παρεκάλει ὁ Παῦλος ἅπαντας μεταλαβεῖν τροφῆς λέγων , Τεσσαρεσκαιδεκάτην σήμερον ἡμέραν προσδοκῶντες ἄσιτοι διατελεῖτε , μηθὲν προσλαβόμενοι : διὸ παρακαλῶ |
. ναρδοστάχυος , φύλλων , ἀνὰ γοδ . καρποβαλσάμου , ἀρναβῶ , ἀμώμου , ἀλόης ἀνὰ γοβ . ἄμβαρος γοα | σπόρον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ καθεύδῃ καὶ ἐγείρηται νύκτα καὶ ἡμέραν , καὶ ὁ σπόρος βλαστᾷ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ |
η ἀγαρικοῦ ⋖ δ ἀλόηϲ # β ναρδοϲτάχυοϲ Γρʹ η ϲχοίνου ἄνθουϲ Γρʹ η κρόκου Γρʹ δ καϲϲίαϲ Γρʹ ιϚ | μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς , οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν . Οὕτως |
τηρεῖ τὰ ἀποϲύρματα ῥοῦϲ ἐρυθρὸϲ καταπλαϲϲόμενοϲ λεῖοϲ ϲὺν μέλιτι ἢ ϲχοίνου κόμη καυθεῖϲα καὶ ϲὺν μέλιτι ἐπιτεθεῖϲα . Λιθαργύρου , | ἀπὸ τῆς εὐλαβείας , καίπερ ὢν υἱὸς ἔμαθεν ἀφ ' ὧν ἔπαθεν τὴν ὑπακοήν : καὶ τελειωθεὶς ἐγένετο πᾶσιν τοῖς |
οὔποτ ' ηὔχουν ] ἐθάρρουν , ἤλπιζον , προσεδόκων . γρ . ηὐχόμην . . ηὐχόμην ] ὁ χορὸς ἀκούσας | ἐπὶ τὸ ὄρος Σιών , καὶ μετ ' αὐτοῦ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες ἔχουσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὸ ὄνομα |
. , ἄδεια ὑπάρχει . κολάσαι γ ' ἔστι ] γρ . ἔξεστι . οἰκέτας ] δούλους . . χρηστὸς | καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο μαθεῖν τὴν ᾠδὴν εἰ μὴ αἱ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες , οἱ ἠγορασμένοι ἀπὸ τῆς γῆς . |
, ϲτύρακοϲ πρωτείου # θ , ναρδοϲτάχυοϲ # γ , κόϲτου , καρυοφύλλου , ἀμώμου , μαϲτίχηϲ , ὀνύχων κεκαυμένων | ἔσω τῆς αὐλῆς , ὅ ἐστιν πραιτώριον , καὶ συγκαλοῦσιν ὅλην τὴν σπεῖραν . καὶ ἐνδιδύσκουσιν αὐτὸν πορφύραν καὶ περιτιθέασιν |
λι . δ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματοϲ λι . α , κόϲτου λι . α , ᾠῶν ζ τὰ λευκά , | ὅσα σοι ἐποίησεν ὁ θεός . καὶ ἀπῆλθεν καθ ' ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς . |
τὸν Δία ἐκβληθῆναι τῆς τυραννίδος . . : αἰθάλουσα ] Γρ . αἰθεροῦσσα . : λευκοπτέρῳ ] Λευκῇ καὶ ταχείᾳ | γῇ Αἰγύπτῳ καὶ ἐν Ἐρυθρᾷ Θαλάσσῃ καὶ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἔτη τεσσαράκοντα . οὗτός ἐστιν ὁ Μωϋσῆς ὁ εἴπας τοῖς |
χαλκάνθου Γρ γ χαλκίτεωϲ Γρ ιη μίϲυοϲ Γρ ιη ϲμύρνηϲ Γρ ιη λεπίδοϲ χαλκοῦ # θ λιβάνου Γρ γ κηκῖδοϲ | ἔτη ἔσονται οἱ καιροὶ ἐκεῖνοι , καὶ ποιήσω τὰ τρία ἔτη ὡς τρεῖς μῆνας , καὶ τοὺς τρεῖς μῆνας ὡς |
σκύλματος φύλλων γοστ . βρύων λιβ . στακτῆς λιε . βδελλίου λιβ . ὀνύχων , κρόκου τριχισθέντος ἀνὰ γοδ . | εὐθὺς ἐξανέτειλεν διὰ τὸ μὴ ἔχειν βάθος γῆς : καὶ ὅτε ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος ἐκαυματίσθη , καὶ διὰ τὸ μὴ |
ξηροῖς ἐπιβάλλεται καὶ ἀνακόπτεται . Κηροῦ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , βδελλίου , ἴρεως Ἰλλυρικῆς ἀνὰ ⋖ η , ῥητίνης τερμινθίνης | : διαθήκη γὰρ ἐπὶ νεκροῖς βεβαία , ἐπεὶ μήποτε ἰσχύει ὅτε ζῇ ὁ διαθέμενος . ὅθεν οὐδὲ ἡ πρώτη χωρὶς |
' ὑποθεμένου τινὸς τῶν φίλων εἴτ ' αὐτοὶ συμφρονήσαντες τοῖς γό - νασι τοῦ θείου προσπίπτουσιν ὡς δι ' ἐκείνου | Πέτρον καὶ [ τὸν ] Ἰάκωβον καὶ [ τὸν ] Ἰωάννην μετ ' αὐτοῦ , καὶ ἤρξατο ἐκθαμβεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν |
οὕτως : Ἄνευ Χαρίτων τέκεν ὁ Ἰξίων οἱ καὶ αὐτῇ γό - νον ὑπερφίαλον , μόνῃ αὐτῇ μόνον : οὔτε | οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν τινα σὺν αὐτῷ εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν |
πεπέρεωϲ λευκοῦ ἀνὰ ⋖ η , ναρδοϲτάχυοϲ ⋖ γ , ξυλοβαλϲάμου , ἀϲάρου , χαμαίδρυοϲ , μήου ἀνὰ ⋖ δ | πόλεων . καὶ ὁ ἕτερος ἦλθεν λέγων , Κύριε , ἰδοὺ ἡ μνᾶ σου ἣν εἶχον ἀποκειμένην ἐν σουδαρίῳ : |
ἐν Ἀλεξανδρείᾳ καί ἐϲτι πάνυ καλλίϲτη : ἀϲπαλάθου # Ϛʹ ξυλοβαλϲάμου # θ κυπέρων # δ ἑλενίου # Ϛʹ ἴρεωϲ | ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ , καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθήσεσι λευκαῖς , οἳ |
ἦ νύ τί τοι Τρῶες τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης , ὄφρα νέμηαι αἴ κεν ἐμὲ κτείνης | . Καὶ ἤρξαντό τινες ἐμπτύειν αὐτῷ καὶ περικαλύπτειν αὐτοῦ τὸ πρόσωπον καὶ κολαφί - ζειν αὐτὸν καὶ λέγειν αὐτῷ , |
: καὶ μέν οἱ Λύκιοι τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης , ὄφρα νέμοιτο . ἣ δ ' | ἐστὶν καὶ οὐ ποιητής , οὗτος ἔοικεν ἀνδρὶ κατανοοῦντι τὸ πρόσωπον τῆς γενέσεως αὐτοῦ ἐν ἐσόπτρῳ : κατενόησεν γὰρ ἑαυτὸν |
β , κασίας ⋖ α , ναρδοστάχυος ⋖ α , τερεβινθίνης ⋖ ις , μέλιτος κατὰ κοτύλης , σταφίδων λιπαρῶν | ὑπὲρ ἀδίκων , ἵνα ὑμᾶς προσαγάγῃ τῷ θεῷ , θανατωθεὶς μὲν σαρκὶ ζῳοποιηθεὶς δὲ πνεύματι : ἐν ᾧ καὶ τοῖς |
: σμύρνης , λιβανωτοῦ , σιδίων , κνήκου ἄνθους , τερεβινθίνης , μέλιτος , ῥοδίνου ἴσα . Πρὸς τὰ αὐτόματα | αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θεωροῦντος κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν . διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς Ἰουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις |
θυμία ἐπὶ τῶν κυπαρισσίνων ξύλων . Βδελλίου # ζ , ἑλενίου # ζ , σχίνου ἄνθους # β , σφάγνου | Χριστιανούς . Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ Ἱεροσολύμων προφῆται εἰς Ἀντιόχειαν : ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι |
, κασσίας , νάρδου Κελτικῆς ῥιζῶν ἢ τῆς κόμης , ἑλενίου ἀνὰ # α , πεπέρεως ⋖ δ : εἰ | τοῦ θεοῦ κριτὴς ζώντων καὶ νεκρῶν . τούτῳ πάντες οἱ προφῆται μαρτυροῦσιν , ἄφεσιν ἁμαρτιῶν λαβεῖν διὰ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ |
ἡ ῥίζα , βαλαύστιον , γίγαρτα , ἔλαιον βαλάνινον , ζιγγιβέρεως ἡ ῥίζα , καγκάνου ῥίζα , κρόμμυον , σίκυος | ἐμαυτῷ ὡς τελειώσω τὸν δρόμον μου καὶ τὴν διακονίαν ἣν ἔλαβον παρὰ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ , διαμαρτύρασθαι τὸ εὐαγγέλιον τῆς |
' αὐτοῦ μέγεθος κυάμου πρὸ τῶν σιτίων . Ἔμβαμμα : ζιγγιβέρεως ⋖ β , πεπέρεως μακροῦ , σκαμμωνίας , ὀποῦ | ἐν θανάτοις πολλάκις : ὑπὸ Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον , τρὶς ἐραβδίσθην , ἅπαξ ἐλιθάσθην , τρὶς ἐναυάγησα |
στρογγύλας πότιζε ὑσσώπου ἀφέψημα , πρὸς δὲ πλατεῖαν νίτρου , καρδαμώμου , πεπέρεως ἴσα πότιζε . παραχρῆμα ἄγει . Πνευματώσεως | ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς : ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν , ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ θεός . Πίστεικαὶ |
πηγάνου ἀγρίου κόστου ἀνὰ # ς καρύων κο . ς καρδαμώμου κυπέρου ἀνὰ # γ κρόκου κο . ε σπέρματος | πρὸς Βαρναβᾶν Παῦλος , Ἐπιστρέψαντες δὴ ἐπισκεψώμεθα τοὺς ἀδελφοὺς κατὰ πόλιν πᾶσαν ἐν αἷς κατηγγείλαμεν τὸν λόγον τοῦ κυρίου , |
. . . . . δραχ . γʹ ἀλόης ἡπατίτιδος πεπλυμένης καὶ ξηρανθείσης δραχ . ρʹ Πετροσελίνου Μακεδονικοῦ σπέρματος , | τὴν ἑορτήν , ἢ τοῖς πτωχοῖς ἵνα τι δῷ . λαβὼν οὖν τὸ ψωμίον ἐκεῖνος ἐξῆλθεν εὐθύς : ἦν δὲ |
τοῦ ὑμένος τῶν ὀφθαλμῶν εὔθετόν ἐστιν . Καδμίας κεκαυμένης καὶ πεπλυμένης δραχ . ηʹ χαλκοῦ κεκαυμένου . . . . | , Λάβετε , τοῦτό ἐστιν τὸ σῶμά μου . καὶ λαβὼν ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς , καὶ ἔπιον ἐξ αὐτοῦ |
α , ῥόδων ⋖ ζ : ὕδωρ ὄμβριον . Μολίβου κεκαυμένου , κέρατοϲ ἐλαφείου κεκαυμένου ἀνὰ # β , ψιμυθίου | ἡ μεγάλη , Βαβυλὼν ἡ πόλις ἡ ἰσχυρά , ὅτι μιᾷ ὥρᾳ ἦλθεν ἡ κρίσις σου . Καὶ οἱ ἔμποροι |
δὲ τὰϲ μὲν ϲυμμέτρουϲ ὑπερϲαρκώϲειϲ τῷ ὑποκειμένῳ ξηρῷ : χαλκοῦ κεκαυμένου ⋖ α χαλκάνθου ⋖ α μίϲυοϲ ὀπτοῦ ⋖ α | λόγον τοῦ θεοῦ ἀκούοντες καὶ ποιοῦντες . Ἐγένετο δὲ ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν καὶ αὐτὸς ἐνέβη εἰς πλοῖον καὶ οἱ |
, εἶτα προσαπτομένους τοῦ ταρσοῦ τῷ ὑπογεγραμμένῳ φαρμάκῳ : στυπτηρίας σχιστῆς μέρη β , σταφίδος ἀγρίας μέρος α : λείοις | μὴ σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί . Ἀπελθόντων δὲ τῶν ἀγγέλων Ἰωάννου ἤρξατο λέγειν πρὸς τοὺς ὄχλους περὶ Ἰωάννου , Τί ἐξήλθατε |
φυλάττειν ἑαυτόν : γράφεται καὶ ἰδεῖν : εἰς ταὐτὸν τῆς σχιστῆς ὁδοῦ τῆς Φωκίδος συνάπτουσι πόδα , ἀντὶ τοῦ συναντῶσιν | μηδενὶ εἴπωσιν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ Χριστός . Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν |
ιστ . ἄμβαρος γοα , ἤτοι οὐγ . α . στύρακος λιπαροῦ λιγ , ἤτοι λίτρ . γ . μαστίχης | Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ , τῶν τε σεβομένων Ἑλλήνων πλῆθος πολὺ γυναικῶν τε τῶν πρώτων οὐκ ὀλίγαι . Ζηλώσαντες δὲ |
ἤτοι οὐγ . κστ . Φύλλων κασίας , κρόκου , στύρακος , ἀρναβῶ , ἀμώμου , ναρδοστάχυος ἀνὰ γοαζʹ . | τὸν σταυρὸν φέρειν ὄπισθεν τοῦ Ἰησοῦ . Ἠκολούθει δὲ αὐτῷ πολὺ πλῆθος τοῦ λαοῦ καὶ γυναικῶν αἳ ἐκόπτοντο καὶ ἐθρήνουν |
δὲ ὁ οἶνος ἀπηλλαγμένος πάσης στύψεως . Ἄλλο . Κηροῦ γοστ . ἀμώμου , μαστίχης ἀνὰ γοα . ὀποβαλσάμου , | δὲ εἶπεν ὅτι Προφήτης ἐστίν . Οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι ἦν τυφλὸς καὶ ἀνέβλεψεν , ἕως |
λινοσπέρματος ἀνὰ λίτρ . α . χαμαιμήλων , μελιλώτων ἀνὰ γοστ ἤτοι οὐγ . στ . οἴνου παλαιοῦ στύφοντος ξέστ | τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας . ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖα αἰτοῦσιν καὶ Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν , ἡμεῖς δὲ |
ὄροβον λεῖον ὡσαύτως , ἢ λιβανωτοῦ ἀτόμου ⋖ α , σανδαράκης τὸ διπλάσιον . λεῖα ἐπιτίθει τῇ ῥίζῃ τοῦ ὄνυχος | τὸν βασιλέαν τῶν ὄλων ὑποδεξόμεθα . Τότε ὁ ὀφθαλμός σου μήτε ὅθεν μήτε κὴνθεν ἐπάρεται , ἐκ τοῦ ἀγίου θυσιἀστιρίου |
. τοῖς δὲ καυστικοῖς ἐπὶ νομῆς χρώμεθα , σκευαζομένοις διὰ σανδαράκης καὶ ἀσβέστου καὶ λεπίδος χαλκοῦ καὶ χάρτου κεκαυμένου καὶ | μὴ πνέῃ ἄνεμος ἐπὶ τῆς γῆς μήτε ἐπὶ τῆς θαλάσσης μήτε ἐπὶ πᾶν δένδρον . καὶ εἶδον ἄλλον ἄγγελον ἀναβαίνοντα |
πάνυ καλή : ἐλαίου ὀμφακίζοντοϲ # ε ιβ ἰταλικοί , ἀϲπαλάθου κυπέρων ἴρεωϲ ἰλλυρικῆϲ καρδαμώμου ϲπέρμα ἀριϲτολοχίαϲ μακρᾶϲ ξυλοκαϲίαϲ ἀνὰ | Ἡρῴδου φυλάσσεσθαι αὐτόν . Μετὰ δὲ πέντε ἡμέρας κατέβη ὁ ἀρχιερεὺς Ἁνανίας μετὰ πρεσβυτέρων τινῶν καὶ ῥήτορος Τερτύλλου τινός , |
∠ ʹ , τερεβινθίνηϲ # α . αʹ ἐμβολή : ἀϲπαλάθου , ϲπάθηϲ φοινίκων , μελιλώτων , ἴρεωϲ , ϲχοίνου | : οὐδ ' ἵνα πολλάκις προσφέρῃ ἑαυτόν , ὥσπερ ὁ ἀρχιερεὺς εἰσέρχεται εἰς τὰ ἅγια κατ ' ἐνιαυτὸν ἐν αἵματι |
: εἶτα ταύτηϲ ἐμβάλλοντεϲ ⋖ η χαλκοῦ κεκαυμένου ⋖ η ϲτίμμεωϲ ⋖ δ , εἰ δὲ παρείη , καὶ ἀρμενίου | ὁ Ἰησοῦς ἐλθὼν ἐκ τῆς Ἰουδαίας εἰς τὴν Γαλιλαίαν . Μετὰ ταῦτα ἦν ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων , καὶ ἀνέβη Ἰησοῦς |
, χαλκάνθου , ἀκακίαϲ , κόμμεωϲ ἀνὰ ⋖ δ , ϲτίμμεωϲ , κηκῖδοϲ ἀνὰ ⋖ β : ὕδατι λείου . | Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος . Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος Ἰεχονίας ἐγέννησεν τὸν Σαλαθιήλ , |
ιϚ , κηροῦ # η , κηκῖδος # η , ταυρείου στέατος # η , μέλιτος # η , ἐλαίου | ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ὅπου ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο . καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ , |
ἀνὰ # Ϛ , τερεβινθίνηϲ λι . α . Ϲτέατοϲ ταυρείου # ε , ἑλκύϲματοϲ # Ϛ , κολοφωνίαϲ # | τῷ κλινιδίῳ εἰς τὸ μέσον ἔμπροσθεν τοῦ Ἰησοῦ . καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν , Ἄνθρωπε , ἀφέωνταί σοι |
μερικῶς χρᾶσθαι , οἷον ῥαφάνων , πεπέρεως , σινάπεως , κιναμώμου , στάχους . Ἐκ δὲ τῶν λαχάνων ἀπέχεσθαι τῆς | οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι ; καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν ; Πάρθοι καὶ Μῆδοι |
μέλιτοϲ ⋖ ιϚ , οἴνου τὸ ἀρκοῦν . Κρόκου , κιναμώμου , βδελλίου ἀνὰ ⋖ δ , ϲμύρνηϲ , καλάμου | γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ : ἀλλὰ λήμψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου πνεύματος |
εὐτόνως καὶ χρῶ . Πρὸς χοιράδας ἡλκωμένας καὶ ἀνελκώτους . Κηροῦ , πιτυΐνης , στέατος ἀνάλου , πρασίου , ἰοῦ | με παρῃτημένον . καὶ ἕτερος εἶπεν , Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά : ἐρωτῶ σε , ἔχε |
τηλίνου ἐλαίου τὸ ἀρκοῦν . Ἄλλος μαλακτικὸς ὁ χρυσοῦς . Κηροῦ γοδ ἤτοι οὐγ . δ . μυελοῦ ἐλαφείου , | ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου , Ἔστιν παιδάριον ὧδε ὃς ἔχει πέντε ἄρτους κριθίνους καὶ δύο ὀψάρια : ἀλλὰ ταῦτα τί |
ὑπόπικροι , μεταξύ πωϲ ὑπάρχοντεϲ ἁλῶν τε τῶν ϲκληρῶν καὶ ἀφρονίτρου . καὶ γὰρ ὅ τι ἂν ἁλυκὸν ἐπὶ πλέον | γῆν ταύτην εἰς ἣν ὑμεῖς νῦν κατοικεῖτε , καὶ οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ κληρονομίαν ἐν αὐτῇ οὐδὲ βῆμα ποδός , καὶ |
. . δραχ . γʹ ἀμυγδάλων πικρῶν κεκαθαρμένων κοκκία κʹ ἀφρονίτρου . . . . . . . . . | ὁ θεὸς τὸν κόσμον , ὥστε τὸν υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν , ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται |
, λαδάνου ἀνὰ ⋖ δʹ . πολυτρίχων ⋖ ζʹ . νάρδου Κελτικῆς ⋖ αʹ . ἐν ὑγροπίσσῳ βρέξας τὸ λάδανον | ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ ὅστις ἐξῆλθεν ἅμα πρωῒ μισθώσασθαι ἐργάτας εἰς τὸν ἀμπελῶνα αὐτοῦ : συμφωνήσας δὲ |
, χαμαίδρυος , χαμαιπίτυος , ὑποκιστίδος χυλοῦ , μαλαβάθρου , νάρδου Κελτικῆς , γεντιανῆς ῥίζης , ἀνίσου , μήου , | Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν . καὶ λίαν πρωῒ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον ἀνατείλαντος |
. Ἄλλο πρὸϲ τοὺϲ διαβεβρωμένουϲ κανθοὺϲ τὸ Μενεκλέουϲ ἀποδακρυτικόν . ϲποδίου ⋖ δ ὀμφακίου ξηροῦ ⋖ β ναρδοϲτάχυοϲ τριώβολον πεπέρεωϲ | , καθὼς τὸ μαρτύριον τοῦ Χριστοῦ ἐβεβαιώθη ἐν ὑμῖν , ὥστε ὑμᾶς μὴ ὑστερεῖσθαι ἐν μηδενὶ χαρίσματι , ἀπεκδεχομένους τὴν |
, ἀμύλου ἀνὰ ⋖ ιβ , ψιμυθίου ⋖ ιβ , ϲποδίου , πομφόλυγοϲ , γῆϲ ἀϲτέροϲ , μολίβδου κεκαυμένου καὶ | τῷ τοιούτῳ ἡ ἐπιτιμία αὕτη ἡ ὑπὸ τῶν πλειόνων , ὥστε τοὐναντίον μᾶλλον ὑμᾶς χαρίσασθαι καὶ παρακαλέσαι , μή πως |
ὑσσώπου οὐγκίας ὀκτώ , κηροῦ οὐγκίας δέκα ὀκτώ , ῥοδίνου οὐγκίας εἴκοσι τέσσαρας , οἴνου τὸ ἱκανόν : τινὲς δὲ | νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθεν λυπούμενος , ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά . Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ , |
, ἀλόης , στύρακος πρωτείου ἀνὰ οὐγκίαν μίαν : φοινίκων οὐγκίας τρεῖς , κηροῦ οὐγκίας ἐννέα , νάρδου οὐγκίας ἕξ | καὶ ταῖς προσευχαῖς . Ἐγίνετο δὲ πάσῃ ψυχῇ φόβος , πολλά τε τέρατα καὶ σημεῖα διὰ τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο . |
ἀνὰ ⋖ η , ὀποπάνακοϲ , πολίου , κιναμώμου , ϲμύρνηϲ , ναρδοϲτάχυοϲ , ϲχοίνου ἄνθουϲ , γλήχωνοϲ ἀνὰ ⋖ | ἔπεσαν καὶ προσεκύνησαν . Καὶ εἶδον ὅτε ἤνοιξεν τὸ ἀρνίον μίαν ἐκ τῶν ἑπτὰ σφραγίδων , καὶ ἤκουσα ἑνὸς ἐκ |
, ὀπίου , ῥέου ἀνὰ γϼ Ϛ , κηκῖδοϲ , ϲμύρνηϲ ἀνὰ # α . ἀναλάμβανε οἴνῳ ϲπαθίτῃ . Ῥέου | γυναῖκα αὐτοῦ ] , καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν : ὥστε οὐκέτι εἰσὶν δύο ἀλλὰ μία σάρξ . |
καὶ ἰοῦ ἀνὰ ⋖ η , ἀριϲτολοχίαϲ ⋖ ιϚ , πυρέθρου ⋖ η , ἐλαίου παλαιοῦ κοτύλην α καὶ ῥεφανίνου | τρίτῃ αὐτόχειρες τὴν σκευὴν τοῦ πλοίου ἔρριψαν . μήτε δὲ ἡλίου μήτε ἄστρων ἐπιφαινόντων ἐπὶ πλείονας ἡμέρας , χειμῶνός τε |
ἀνὰ # αʹ ʹʹ : νίτρου # αʹ ʹʹ , πυρέθρου Γοʹ Ϛʹ , τρυγὸς οἴνου κεκομμένου # βʹ , | ἐγένετο ἐφ ' ὅλην τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης τοῦ ἡλίου ἐκλιπόντος , ἐσχίσθη δὲ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ μέσον |
ἁλῶν ἀμμωνιακῶν ⋖ η , λιβάνου ⋖ η , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματοϲ ⋖ η , ϲμύρνηϲ ⋖ ιβ , ἀλόηϲ ⋖ | εἶπεν δὲ αὐτῇ , Ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι . καὶ ἤρξαντο οἱ συνανακείμενοι λέγειν ἐν ἑαυτοῖς , Τίς οὗτός ἐστιν |
, πεπέρεωϲ ⋖ δ , ναρδοϲτάχυοϲ ⋖ β , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματοϲ ⋖ β : λείου ὄξει ϲκιλλητικῷ καὶ δίδου ⋖ | ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με . καὶ λυπούμενοι σφόδρα ἤρξαντο λέγειν αὐτῷ εἷς ἕκαστος , Μήτι ἐγώ εἰμι , |
, σικύου σπέρματος λελεπισμένου , σελίνου σπέρματος , πετροσελίνου , σμύρνης ἀνὰ ⋖ αʹ ʹʹ , κασίας , κινναμώμου , | θανατῶσαι αὐτόν , καὶ οὐχ ηὕρισκον : πολλοὶ γὰρ ἐψευδομαρτύρουν κατ ' αὐτοῦ , καὶ ἴσαι αἱ μαρτυρίαι οὐκ ἦσαν |
. . . . . . . οὐγγ . βʹ σμύρνης τρωγλίτιδος . . . . . . . οὐγγ | γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον θεοῦ ἔχουσιν , ἀλλ ' οὐ κατ ' ἐπίγνωσιν : ἀγνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ θεοῦ δικαιοσύνην |
πλέθρων , ἐούσης τετραγώνου , λίθου δὲ ἐς τὸ ἥμισυ αἰθιοπικοῦ . Τὴν δὴ μετεξέτεροί φασι Ἑλλήνων Ῥοδώπιος ἑταίρης γυναικὸς | ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῶσιν , οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσιν νόμος : οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ |
γλυκυσίδης ῥίζην τὸν αὐτὸν τρόπον : ἢ ἱπποσελίνου καὶ δαύκου αἰθιοπικοῦ καρπὸν ὡσαύτως : ἢ κρήθμου ῥίζαν , ἢ κυμίνου | κατὰ τῆς ψυχῆς : τὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν ἐν τοῖς ἔθνεσιν ἔχοντες καλήν , ἵνα , ἐν ᾧ καταλαλοῦσιν ὑμῶν ὡς |
ἀνέψοντες . καὶ κηρωταῖς δὲ χρηστέον διὰ τῆς ἀλόης καὶ μαστίχης καὶ κηροῦ καὶ νάρδου . σκευάσειας δὲ τὴν κηρωτὴν | αὐτοῦ εἰπόντος εἷς παρεστηκὼς τῶν ὑπηρετῶν ἔδωκεν ῥάπισμα τῷ Ἰησοῦ εἰπών , Οὕτως ἀποκρίνῃ τῷ ἀρχιερεῖ ; ἀπεκρίθη αὐτῷ Ἰησοῦς |
α τήλεως πίσσης δαφνίδων θερμίνων κυπέρων σκορδίου σιδήρου ἐρυθροδάνου ῥίζης μαστίχης πετροσελίνου καὶ νίτρου ὀλίγον : τήλεως δρακοντίου πεπέρεως κο | δὲ ἐν ἑνί , γέγονεν πάντων ἔνοχος . ὁ γὰρ εἰπών , Μὴ μοιχεύσῃς , εἶπεν καί , Μὴ φονεύσῃς |
, ϲτύρακοϲ ὑγροῦ , λιβάνου ἄρρενοϲ ἀνὰ # δ , ὀποβαλϲάμου # Ϛ : ϲκεύαζε , καθάπερ καὶ τὸ δι | ἢ προφητεύων κατὰ κεφαλῆς ἔχων καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ : πᾶσα δὲ γυνὴ προσευχομένη ἢ προφητεύουσα ἀκατακαλύπτῳ τῇ κεφαλῇ καταισχύνει |
ἀνὰ ⋖ ι , ναρδοϲτάχυοϲ , λιβάνου , θλάϲπεωϲ , ὀποβαλϲάμου , ϲχοίνου ἄνθουϲ , κόϲτου , ϲτοιχάδοϲ , ϲεϲέλεωϲ | δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τοὺς χοίρους : καὶ ἰδοὺ ὥρμησεν πᾶσα ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν , |
ἔγχριε . Ῥόδων χλωρῶν # οβ , καδμίαϲ κεκαυμένηϲ καὶ πεπλυμένηϲ ⋖ κδ , ἰοῦ ξυϲτοῦ ⋖ β , ναρδοϲτάχυοϲ | αὐτῷ καὶ ἰδὼν ὅτι ἔχει πίστιν τοῦ σωθῆναι εἶπεν μεγάλῃ φωνῇ , Ἀνάστηθι ἐπὶ τοὺς πόδας σου ὀρθός . καὶ |
καὶ μάλιϲτα ὅταν ἀποϲύρειν μὴ δύνανται . Καδμίαϲ κεκαυμένηϲ καὶ πεπλυμένηϲ # β , ῥόδων ἀπωνυχιϲμένων τῶν φύλλων # Ϛ | ἔρχεται Ἠλίας σώσων αὐτόν . ὁ δὲ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκεν τὸ πνεῦμα . Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα |
μαϲτίχηϲ ϲτρο - βιλίων ϲταφίδων ἐκγιγαρτιϲμένων ἑκάϲτου κόκκουϲ ιε κυμίνου κόκκουϲ ιε ϲκαμμωνίαϲ Γρʹ β ἢ πλέον ἢ ἔλαττον μέλιτοϲ | βλέπωσιν τὴν ἀσχημοσύνην αὐτοῦ . καὶ συνήγαγεν αὐτοὺς εἰς τὸν τόπον τὸν καλούμενον Ἑβραϊστὶ Ἁρμαγεδών . Καὶ ὁ ἕβδομος ἐξέχεεν |
τὸ μὴ ἅπτεϲθαι τῆϲ καταπόθραϲ ὕδωρ ἄγει : δοτέον δὲ κόκκουϲ ἢ κ ἢ κε ἢ λ , τοῖϲ δὲ | διαμαρτύρηται αὐτοῖς , ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου . λέγει δὲ Ἀβραάμ , Ἔχουσι |
εἰϲ μῆλον ὀπτηθείϲηϲ ⋖ ε κόϲτου ναρδοϲτάχυοϲ ἀνὰ Γρʹ δ καρυοφύλλου Γρʹ αϲ ἐρυθροδάνου ῥίζηϲ Γρʹ β : ἐπιθύμου Γρʹ | ἡ ἀγγελία ἣν ἠκούσατε ἀπ ' ἀρχῆς , ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους : οὐ καθὼς Κάϊν ἐκ τοῦ πονηροῦ ἦν καὶ |
ἐνεργὲς καὶ εὐστόμαχον . ] Δαφνίδων , κινναμώμου καλοῦ , καρυοφύλλου , ἀλόης , ἡδυσάρου , κόστου ἀνὰ ⋖ αʹ | καὶ πατέρα τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ . Διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους , καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς , εἰς |
ὄξει συλλεαίνεται . Διὰ δαφνίδων . Κηροῦ , πίσσης , πιτυΐνης , ταυρείου στέατος , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , νίτρου , | ἀνθρώπων . καὶ ἡ ὀπώρα σου τῆς ἐπιθυμίας τῆς ψυχῆς ἀπῆλθεν ἀπὸ σοῦ , καὶ πάντα τὰ λιπαρὰ καὶ τὰ |
δὲ τῷ ὑπογαστρίῳ καὶ ἰσχάδας λιπαρὰς ἀνέφθους ὁλμοκοπήσαντας μετὰ ῥητίνης πιτυΐνης , ἢ τερεβινθίνης ἀρκούσης καὶ νίτρου ὀλίγου . Πεσσοῖς | πέτρᾳ , καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν . ἦν δὲ ἐκεῖ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ |
σφίγξαι τὰ διαλελυμένα . οἷον ἀφέψημα βράθυος , ἐλελισφάκου , πολίου , κυπαρίσσου σφαιρίων , καὶ τῶν τροχίσκων ὁ τοῦ | Ἴδε ἡ μήτηρ σου . καὶ ἀπ ' ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν αὐτὴν ὁ μαθητὴς εἰς τὰ ἴδια . Μετὰ |
' ὄξους ἀνεζεσμένοις , ἢ οἴνου τρυγὶ θερμῇ , ἢ πολίου φλοιῷ , ἢ καὶ αὐτῇ τῇ βοτάνῃ , ἢ | δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης . περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ |
κατάῤῥουν . ] Λαβὼν ζιγγιβέρεως ⋖ αʹ . χαλβάνης , ὀπίου , στύρακος ἀνὰ ⋖ αʹ . γλυκεῖ ἀναλαβὼν ποίει | : ἐκεῖνον λαβὼν δὸς αὐτοῖς ἀντὶ ἐμοῦ καὶ σοῦ . Ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ λέγοντες |
στίμμεως πεπλυμένου # β , λεπίδος πεπλυμένης # δ , ὀπίου ⋖ Ϛ , κόμμεως # δ , ὕδωρ ὄμβριον | μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐν ἡμῖν ἐστιν . Ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν |
. Νεφριτικὸν πόμα . Ἀνήσσου , σελίνου , πετροσελίνου , ναρδοστάχυος , πεπέρεως λευκοῦ καὶ μέλανος καὶ μακροῦ ἀνὰ ⋖ | ἀδελφοὶ καὶ πατέρες , ἀκούσατε . Ὁ θεὸς τῆς δόξης ὤφθη τῷ πατρὶ ἡμῶν Ἀβραὰμ ὄντι ἐν τῇ Μεσοποταμίᾳ πρὶν |
. . . . . . . λιτρ . αʹ ναρδοστάχυος . . . . . . . λιτρ . | πλείονες μένουσιν ἕως ἄρτι , τινὲς δὲ ἐκοιμήθησαν : ἔπειτα ὤφθη Ἰακώβῳ , εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν : ἔσχατον δὲ |
καὶ ϲύνηθεϲ πᾶϲι τοῖϲ ἐμπείροιϲ : γῆϲ ἀϲτέροϲ βαλαυϲτίων κοραλλίου ὑποκυϲτίδοϲ χυλοῦ ἀκακίαϲ ϲμύρνηϲ ῥοῦ ποντικοῦ δαύκου ὀμφακίου τραγακάνθηϲ ἀνὰ | εἴπατε αὐτῷ , Ὁ διδάσκαλος λέγει , Ὁ καιρός μου ἐγγύς ἐστιν : πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα μετὰ τῶν |
τῷ ὀξυκρήτῳ . ἢν δ ' ἐπὶ μᾶλλον ῥέῃ , ὑποκυϲτίδοϲ ἢ ἀκακίηϲ ξηρῶν ἐμπάϲϲειν , ἐϲ τρεῖϲ κυάθουϲ τοῦ | καὶ ὑμεῖς , ὅταν ἴδητε ταῦτα γινόμενα , γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις . ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ |
πετροϲελίνου ἀριϲτολοχίαϲ πεπέρεωϲ λευκοῦ ἀνὰ ⋖ ε κινναμώμου ναρδοϲτάχυοϲ ϲμύρνηϲ τρωγλίτιδοϲ κρόκου φύλλων ἀνὰ ⋖ δ μέλιτοϲ τὸ ἀρκοῦν . | νηστείαν ἤδη παρεληλυθέναι , παρῄνει ὁ Παῦλος λέγων αὐτοῖς , Ἄνδρες , θεωρῶ ὅτι μετὰ ὕβρεως καὶ πολλῆς ζημίας οὐ |
ἀνὰ # α , χαλκοῦ κεκαυμένου # δ , ϲμύρνηϲ τρωγλίτιδοϲ ⋖ δ , ναρδοϲτάχυοϲ ⋖ α , ψιμυθίου ⋖ | αὐτῶν ἐξεπήδησαν εἰς τὸν ὄχλον , κράζοντες καὶ λέγοντες , Ἄνδρες , τί ταῦτα ποιεῖτε ; καὶ ἡμεῖς ὁμοιοπαθεῖς ἐσμεν |
ϲποδίου ⋖ δ ὀμφακίου ξηροῦ ⋖ β ναρδοϲτάχυοϲ τριώβολον πεπέρεωϲ πεφωγμένου κόκκοι ιε , λείοιϲ χρῶ . Φιλοξένου ξηρὸν ἀχάριϲτον | καὶ εἶπεν αὐτῷ , Ἀκολούθει μοι . καὶ καταλιπὼν πάντα ἀναστὰς ἠκολούθει αὐτῷ . Καὶ ἐποίησεν δοχὴν μεγάλην Λευὶς αὐτῷ |
διαίμους τε πτύσεις . ἀμύγδαλα πικρὰ λελεπισμένα κε , λινοσπέρμου πεφωγμένου ⋖ δ , τραγακάνθης ⋖ β , στροβίλων κόκκοι | τελώνιον , καὶ λέγει αὐτῷ , Ἀκολούθει μοι . καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ . Καὶ γίνεται κατακεῖσθαι αὐτὸν ἐν τῇ |
, ἐλαίου # α , ἴρεως , ἰοῦ , ἀριστολοχίας στρογγύλης ἀνὰ # β , μελιλώτου , μάννης , ἁλὸς | πόλεων . καὶ ἐξελθὼν εἶδεν πολὺν ὄχλον , καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ ' αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσεν τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν . ὀψίας |
. ἡ μακρὰ δ ' ἧττον μὲν λεπτομερής ἐστι τῆς στρογγύλης , οὐ μὴν οὐδὲ αὐτή γε ἄπρακτος , ἀλλ | , οὐ γὰρ βλέπεις εἰς πρόσωπον ἀνθρώπων , ἀλλ ' ἐπ ' ἀληθείας τὴν ὁδὸν τοῦ θεοῦ διδάσκεις : ἔξεστιν |
, λιβάνου οὐγγίας β ὀβολοὺς δ , ἀριστολοχίας στρογγύλης ῥίζης οὐγγίας β γράμματα ιστ , ἀλόης οὐγγίας δύο καὶ ἡμίσειαν | . ἀσθενοῦντας θεραπεύετε , νεκροὺς ἐγείρετε , λεπροὺς καθαρίζετε , δαιμόνια ἐκβάλλετε : δωρεὰν ἐλάβετε , δωρεὰν δότε . Μὴ |
, λάμβανε κολοφωνίας δραχμὰς μη , πιτυΐνης καὶ κηροῦ ἀνὰ οὐγγίας η , ἐλαίου οὐγγίας δ , καὶ τοῦ κεκαυμένου | ἐκείνους εἰσελθεῖν : καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς . ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους , καὶ |
ηʹ , ἢ ἀνθυλίδος βοτάνης ⋖ ιϚʹ , πηγάνου , φύλλου , χλωρῶν [ ἀνὰ ] ⋖ ιϚʹ : λεάνας | τὸ πλήρωμα τοῦ θεοῦ . Τῷ δὲ δυναμένῳ ὑπὲρ πάντα ποιῆσαι ὑπερεκπερισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἢ νοοῦμεν κατὰ τὴν δύναμιν τὴν |
κιννάμωμον , κόστος , ὀπὸς μήκωνος , σαγαπηνοῦ ὀπός , φύλλου χυλός , δαύκου , σελίνου , ῥοιῶν , τῶν | ἐν τῇ ἐρήμῳ , καθὼς διετάξατο ὁ λαλῶν τῷ Μωϋσῇ ποιῆσαι αὐτὴν κατὰ τὸν τύπον ὃν ἑωράκει , ἣν καὶ |
Σαμψύχου χλωρᾶς . . . . . δραχ . ηʹ κηροῦ . . . . . . . . . | πίστιν εὗρον . καὶ ὑποστρέψαντες εἰς τὸν οἶκον οἱ πεμφθέντες εὗρον τὸν δοῦλον ὑγιαίνοντα . Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς |
# α . Ἄλλο . ὀποῦ Κυρηναικοῦ # α , κηροῦ # γ , ὀποβαλϲάμου # ιβ . πρὸϲ δὲ | τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἐξέψυξεν : εἰσελθόντες δὲ οἱ νεανίσκοι εὗρον αὐτὴν νεκράν , καὶ ἐξενέγκαντες ἔθαψαν πρὸς τὸν ἄνδρα |
Ἰνδικῆς καὶ τῆς Κελτικῆς καὶ μαράθρου φύλλων καὶ ἀμώμου καὶ κόστου . Ἡ πιτυρίασις διὰ μοχθηροὺς γίνεται χυμούς : πρόδηλον | σώματος θανατοῦτε ζήσεσθε . ὅσοι γὰρ πνεύματι θεοῦ ἄγονται , οὗτοι υἱοὶ θεοῦ εἰσιν . οὐ γὰρ ἐλάβετε πνεῦμα δουλείας |
λίτ . α . ξυλοκασίας γοε . Κασίας γοδ . κόστου , στύρακος λιπαροῦ , κρόκου , ἀνὰ γοα . | καὶ Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Ἰοῦστος , οἱ ὄντες ἐκ περιτομῆς οὗτοι μόνοι συνεργοὶ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ , οἵτινες |
πετροσελίνου , σμύρνης ἀνὰ ⋖ αʹ ʹʹ , κασίας , κινναμώμου , νάρδου κελτικῆς , ἀνὰ ⋖ αʹ : λεῖα | καὶ ἀπελθὼν ἐκρύβη ἀπ ' αὐτῶν . Τοσαῦτα δὲ αὐτοῦ σημεῖα πεποιηκότος ἔμπροσθεν αὐτῶν οὐκ ἐπίστευον εἰς αὐτόν , ἵνα |
πεπέρεως λευκοῦ καὶ μέλανος καὶ μακροῦ ἀνὰ ⋖ ι , κινναμώμου , σμύρνης , ὀπίου ἀνὰ ⋖ δ , καστορίου | ἀπὸ θεοῦ ἐλήλυθας διδάσκαλος : οὐδεὶς γὰρ δύναται ταῦτα τὰ σημεῖα ποιεῖν ἃ σὺ ποιεῖς , ἐὰν μὴ ᾖ ὁ |
δραχ . κηʹ ἀριστολοχίας . . . . . . δραχ . κδʹ ἀμμωνιακοῦ . . . . . . | , κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν , καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος : ὃς οὐκ ἔχει καθ ' ἡμέραν ἀνάγκην , |
δʹ ὕδωρ ὄμβριον . Στίμμεως πεφρυγμένης . . . . δραχ . ηʹ καδμίας . . . . . . | ἀλλὰ ἑαυτὸν ἐκένωσεν μορφὴν δούλου λαβών , ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος : καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος |
προσώπων καὶ γράφεσθαι , οἷά ἐστι τὰ διὰ λυκίου καὶ κρόκου καὶ γλαυκίου . πρὸς ταύτας οὖν τὰς γραφὰς ὑμῖν | ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων , καὶ λέγουσιν , Ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης , τελωνῶν φίλος |
κηρωτὴ σκευαζομένη ἀμβροσία , ἧς ἡ σύνθεσίς ἐστιν αὕτη : κρόκου . . . . . . γρ . δʹ | λαμπρὸς ὁ πρωϊνός . Καὶ τὸ πνεῦμα καὶ ἡ νύμφη λέγουσιν , Ἔρχου . καὶ ὁ ἀκούων εἰπάτω , Ἔρχου |
πιτυΐνηϲ λι . α , ἀϲφάλτου λι . α , μαϲτίχηϲ # Ϛ , πίϲϲηϲ μελαίνηϲ λι . β , | καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ ' ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος . Ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ |
. Ἀψινθάτον χολῆϲ ξανθῆϲ ἀγωγὸν πικρόν . Κόϲτου ⋖ δ μαϲτίχηϲ ⋖ δ ῥόδων ξηρῶν ⋖ β ναρδοϲτάχυοϲ ⋖ β | εἰσίν τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσιν τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει |
δ . τὴν ἡμίσειαν κηκῖδα καῦσον καὶ σβέσον οἴνῳ . Χάρτου κεκαυμένου # Ϛ , ἀρσενικοῦ , σανδαράκης , τιτάνου | γενέσθαι , ἀλλ ' οὔπω τὸ τέλος . ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπ ' ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν , ἔσονται |
ἢ καλαμίνθης διηθήσας : οὕτω γὰρ ἕξεις ἐπιτήδειον φάρμακον . Χάρτου κεκαυμένου μέρη γ , ἀρσενικοῦ μέρος α : λείοις | , ἀλλ ' οὔπω ἐστὶν τὸ τέλος . ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν , καὶ ἔσονται |
ἀγρίου ῥίζης γο αʹ , ἱππούρεως πόας γο αʹ , ἀριστολοχίας ⋖ δʹ , ἀλόης λι αʹ , αἵματος δρακοντίου | τῶν καρπῶν , ἀπέστειλεν τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ . καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς |
μέλιτος προστιθεμένη , καὶ τὸ ἀφέψημα τῆς ἴρεως καὶ τῆς ἀριστολοχίας , καὶ καθ ' αὑτὸ καὶ μετὰ μέλιτος ὀλίγου | ἐγγίζουσαν τὴν ἡμέραν . Ἑκουσίως γὰρ ἁμαρτανόντων ἡμῶν μετὰ τὸ λαβεῖν τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας , οὐκέτι περὶ ἁμαρτιῶν ἀπολείπεται |
ι , ϲμύρνηϲ ⋖ δ , κηκίδων ⋖ η , ἀριϲτολοχίαϲ ϲτρογγύληϲ ⋖ δ , χαλκάνθου , κρόκου , ϲχιϲτῆϲ | ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ πορευομένοις εἰς ἀγρόν : κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς : οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν . Ὕστερον [ |
διὰ πείραϲ . νίτρου ὀπτοῦ οἴνῳ ϲβεϲθέντοϲ # Ϛ ἴρεωϲ ἀριϲτολοχίαϲ ἑλενίου ἀνὰ # α ὀξυμέλιτοϲ τὸ ἀρκοῦν , κόψαϲ | ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ , καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου ἀπήγγειλαν ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσιν τοῖς λοιποῖς . |
νοϲῶν : ἐπιθέμαϲι δὲ χρῆϲθαι τῷ πολυαρχίῳ καὶ τῷ διὰ ϲτύρακοϲ καὶ τοῖϲ ὁμοίοιϲ , ἐφεξῆϲ δὲ τοῖϲ οὐρητικοῖϲ κεχρῆϲθαι | τὴν ἀνομίαν . Πᾶς οὖν ὅστις ἀκούει μου τοὺς λόγους τούτους καὶ ποιεῖ αὐτοὺς ὁμοιωθήσεται ἀνδρὶ φρονίμῳ , ὅστις ᾠκοδόμησεν |
, κρόκου , λιβάνου , πίϲϲηϲ , μαϲτίχηϲ Αἰγυπτίαϲ , ϲτύρακοϲ , ϲμύρνηϲ , χαλβάνου , βουτύρου , ὑϲϲώπου , | ἐκάλεσεν , τούτους καὶ ἐδικαίωσεν : οὓς δὲ ἐδικαίωσεν , τούτους καὶ ἐδόξασεν . Τί οὖν ἐροῦμεν πρὸς ταῦτα ; |
, εὐφορβίου , κολοκυνθίδοϲ ἐντεριώνηϲ , ἀλόηϲ , κρόκου , γεντιανῆϲ , πετροϲελίνου , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματοϲ , ϲαγαπηνοῦ ἀνὰ ⋖ | ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν . Τῇ ἐπαύριον ὁ ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν , |
# α , βεττονικῆϲ # α γϼ . η , γεντιανῆϲ # α , ἀριϲτολοχίαϲ μακρᾶϲ καὶ ϲτρογγύληϲ ⋖ δ | τῶν ἀδελφῶν τῶν ἀπὸ Ἰόππης συνῆλθον αὐτῷ . τῇ δὲ ἐπαύριον εἰσῆλθεν εἰς τὴν Καισάρειαν : ὁ δὲ Κορνήλιος ἦν |
Ϛʹ , τερεβινθίνης γο αʹ , τήλεως ξηρᾶς κεκομμένης καὶ σεσησμένης γο δʹ , κυπρίνου γο δʹ ἢ τὸ ἀρκοῦν | ἐπὶ τὴν καρδίαν αὐτοῦ ἐπισκέψασθαι τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ . καὶ ἰδών τινα ἀδικούμενον ἠμύνατο καὶ ἐποίησεν ἐκδίκησιν |
ἀληλεσμένων λι . γʹ , τίλεως πεφωσμένης καὶ κεκομμένης καὶ σεσησμένης τὸ ἶσον , καλάμου ἀρωματικοῦ , φύλλου μαράθρου σφαιρία | , ὃς ἐδίδασκεν τῷ Βαλὰκ βαλεῖν σκάνδαλον ἐνώπιον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ , φαγεῖν εἰδωλόθυτα καὶ πορνεῦσαι : οὕτως ἔχεις καὶ |
, καδμίαϲ , πομφόλυγοϲ , γῆϲ ἀϲτέροϲ , ἀμύλου , κόμμεωϲ ἀνὰ # γ , ψιμυθίου # Ϛ , λεπίδοϲ | αὐτήν . πάντες γὰρ οἱ προφῆται καὶ ὁ νόμος ἕως Ἰωάννου ἐπροφήτευσαν : καὶ εἰ θέλετε δέξασθαι , αὐτός ἐστιν |
# β , ἀκακίαϲ , τραγακάνθηϲ ἀνὰ # α , κόμμεωϲ # δ : ὕδατι ὀμβρίῳ . Καδμίαϲ # ιε | , Τί αἰτήσωμαι ; ἡ δὲ εἶπεν , Τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ βαπτίζοντος . καὶ εἰσελθοῦσα εὐθὺς μετὰ σπουδῆς πρὸς |
ῥίζηϲ πυρέθρου κρόκου ἀνὰ ⋖ η πηγάνου ἀγρίου ϲπέρματοϲ ϲμύρνηϲ πεπέρεωϲ ἀνὰ ⋖ δ , ὄξει λειώϲαϲ ϲκιλλιτικῷ καὶ πλάϲαϲ | , καὶ σάββατον ἐπέφωσκεν . Κατακολουθήσασαι δὲ αἱ γυναῖκες , αἵτινες ἦσαν συνεληλυθυῖαι ἐκ τῆς Γαλιλαίας αὐτῷ , ἐθεάσαντο τὸ |
τοῖϲ κωλικοῖϲ πίνειν ἢ γ ἢ ε ἢ ζ μετὰ πεπέρεωϲ ἴϲων κόκκων ἀριθμῷ , οἱ δὲ ὀπτῶντεϲ αὐτοὺϲ παρέχουϲι | καὶ ὁλοκαυτώματα καὶ περὶ ἁμαρτίας οὐκ ἠθέλησας οὐδὲ εὐδόκησας , αἵτινες κατὰ νόμον προσφέρονται , τότε εἴρηκεν , Ἰδοὺ ἥκω |
, ὡς ἕνα τίκτει . πέντε φέρει πρώτιστον : ἀτὰρ πίσυρας μετέπειτα ὠδίνει σκύμνους , κατά θ ' ἑξείης ὑπένερθε | Εἶπεν δὲ καὶ ἕτερος , Ἀκολουθήσω σοι , κύριε : πρῶτον δὲ ἐπίτρεψόν μοι ἀποτάξασθαι τοῖς εἰς τὸν οἶκόν μου |
πετάλοισι θοῶς πυκάσαντο μέλαθρα , τυτθὸν ἀπ ' ἀλλήλων , πίσυρας δ ' ἐκάλυψαν ἑκάστῳ ἀνέρας , ὁρπήκεσσι πρόπαν δέμας | τῶν ἀποστόλων ὑμῶν ἐντολῆς τοῦ κυρίου καὶ σωτῆρος : τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες , ὅτι ἐλεύσονται ἐπ ' ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν |
κοινῷ λύϲαϲ χρῖε πρὸ λουτροῦ καὶ αὖθιϲ μετὰ λουτρόν . Ϲμύρνηϲ , χαλκοῦ κεκαυμένου , ἀριϲτολοχίαϲ ϲτρογγύληϲ , ἰοῦ ξυϲτοῦ | . Ὥσπερ γὰρ ἄνθρωπος ἀποδημῶν ἐκάλεσεν τοὺς ἰδίους δούλους καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ , καὶ ᾧ μὲν ἔδωκεν |
Ἄλλο . ἰὸν καὶ λεπίδα ἴϲα : ξηρὸν ποιεῖ . Ϲμύρνηϲ , ἀκακίαϲ , ἀμώμου ἀνὰ ⋖ α , μέλιτι | φθαρτοῦ ἀνθρώπου καὶ πετεινῶν καὶ τετραπόδων καὶ ἑρπετῶν . Διὸ παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ θεὸς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν αὐτῶν |
τεσσαράκοντα ὀκτώ , μέλιτος ἀπηφρισμένου τὸ ἀρκοῦν ἐμβάλλω καὶ ζιγγιβέρεως οὐγκίαν μίαν : ἔστι δὲ ἥδιστον τὸ πλέον ἔχον τὸ | τοῦ θεοῦ . Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν . Καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς ὅτι Πάντες σκανδαλισθήσεσθε |
δύο , μαστίχης οὐγκίαν μίαν καὶ ἡμίσειαν , νάρδου κελτικῆς οὐγκίαν μίαν , πεπέρεως , σμύρνης ἀνὰ δραχμὰς τέσσαρας , | μὴ καταλυθῇ . Καὶ καθημένου αὐτοῦ εἰς τὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν κατέναντι τοῦ ἱεροῦ ἐπηρώτα αὐτὸν κατ ' ἰδίαν Πέτρος |
[ ] παιδα καὶ ? γέροντ ? [ [ ] φου ! [ ! ] ! [ ! ] ! | καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ ' αὐτοὺς ὅτι ἦσαν ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα , καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς πολλά . Καὶ |
. . . . . [ ] ! [ ] φου [ ] κρατω : [ ] τε [ ] | τὸν βίον τοῦ κόσμου καὶ θεωρῇ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ χρείαν ἔχοντα καὶ κλείσῃ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ ἀπ ' αὐτοῦ , |
ἀβυρτάκας ποιοῦσι , πέντε μάριες : ἁλῶν δέκα ἀρτάβαι . Αἰθιοπικοῦ κυμίνου ἓξ καπέζιεςἡ δὲ καπέζις ἐστὶ χοῖνιξ Ἀττική : | λέγω , πᾶσιν λέγω , γρηγορεῖτε . Ἦν δὲ τὸ πάσχα καὶ τὰ ἄζυμα μετὰ δύο ἡμέρας . καὶ ἐζήτουν |
ἑνί : ἐσκευάσθω δὲ τρόπῳ ἐκλείγματος . ὡσαύτως δὲ καὶ Αἰθιοπικοῦ κυμίνου ⋖ γ μέλιτι συγκαταπλεκόμεναι . διδόσθω δὲ καὶ | ἀπελθόντες δὲ εὗρον καθὼς εἰρήκει αὐτοῖς , καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα . Καὶ ὅτε ἐγένετο ἡ ὥρα , ἀνέπεσεν καὶ |
τιϲ ἢ ἀρθρῖτιϲ ἐνοχλεῖ : ἐπεμβάλλειν δὲ τῷ οἴνῳ τηνικαῦτα πετροϲελίνου καὶ μόνον : ἀρκεῖ γὰρ τοῦτο τοῖϲ ἀρθριτικοῖϲ . | τίθησιν τὰ ἱμάτια , καὶ λαβὼν λέντιον διέζωσεν ἑαυτόν . εἶτα βάλλει ὕδωρ εἰς τὸν νιπτῆρα καὶ ἤρξατο νίπτειν τοὺς |
ηὐχαρίϲτηϲεν . ἐϲτὶ δὲ ἄνοϲον τοῖϲ ϲυνήθωϲ αὐτῷ χρωμένοιϲ . πετροϲελίνου ⋖ γ μαϲτίχηϲ Γρʹ γ ζιγγιβέρεωϲ Γρʹ Γ πεπέρεωϲ | Βλέπω τοὺς ἀνθρώπους , ὅτι ὡς δένδρα ὁρῶ περιπατοῦντας . εἶτα πάλιν ἐπέθηκεν τὰς χεῖρας ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ , |
καὶ πρὸς τοὺς ἐπὶ τοῦ προσώπου κνησμούς . Λιθαργύρου , μίσυος ὠμοῦ ἴσα τρίψας κατάχριε , ἢ κόλλαν τεκτονικὴν μετὰ | οἶδα αὐτόν , ὅτι παρ ' αὐτοῦ εἰμι κἀκεῖνός με ἀπέστειλεν . Ἐζήτουν οὖν αὐτὸν πιάσαι , καὶ οὐδεὶς ἐπέβαλεν |
χαλκοῦ κεκαυμένου δραχμὰς βʹ σμύρνης ⋖ βʹ πεπέρεως ὀβολοὺς ιʹβʹ μίσυος ὀπτοῦ ⋖ αʹ κρόκου τριώβολον οἴνου Χίου κοτύλην αʹ | κακοῦ : εἰ δὲ καλῶς , τί με δέρεις ; ἀπέστειλεν οὖν αὐτὸν ὁ Ἅννας δεδεμένον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα |
τὸ μέλι καὶ συλλειώσας ἱκανῶς μίγνυε τὸν οἶνον . Ῥόδων ἐξωνυχισμένων καὶ ἐν σκιᾷ ξηρανθέντων λίτ . α . οἴνου | ἄλλως ἔχοντα κρυβῆναι οὐ δύνανται . Ὅσοι εἰσὶν ὑπὸ ζυγὸν δοῦλοι , τοὺς ἰδίους δεσπότας πάσης τιμῆς ἀξίους ἡγείσθωσαν , |
η . καὶ τῶν ἀνθέων τῆς ἀνεμώνης χλωρῶν κεκαθαρμένων καὶ ἐξωνυχισμένων τοῦ μέλανος χλωροῦ χωρὶς οὐγγίας η . Τὴν κολοφωνίαν | , μὴ κατ ' ὀφθαλμοδουλίαν ὡς ἀνθρωπάρεσκοι ἀλλ ' ὡς δοῦλοι Χριστοῦ ποιοῦντες τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ ἐκ ψυχῆς , |
ἐντιθέτω , ἢ καὶ μᾶλλον κυτίνων ῥόας καὶ σιδίων καὶ κηκίδων καὶ ὀμφακοῦ ἀνὰ δραχ . βʹ . ἀψινθίου δραχ | μακρὰ προσεύχονται : οὗτοι λήμψονται περισσότερον κρίμα . Ἀναβλέψας δὲ εἶδεν τοὺς βάλλοντας εἰς τὸ γαζοφυλάκιον τὰ δῶρα αὐτῶν πλουσίους |
, τρυγὸϲ οἴνου ⋖ η , ῥοδίνου ⋖ ι , κηκίδων ὀμφακίνων ⋖ β : οἴνῳ διεὶϲ καὶ μέλιτοϲ ποιήϲαϲ | Διαβὰς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν . ὡς δὲ τὸ ὅραμα εἶδεν , εὐθέως ἐζητήσαμεν ἐξελθεῖν εἰς Μακεδονίαν , συμβιβάζοντες ὅτι |
, κηκῖδοϲ ⋖ γ , ϲχιϲτῆϲ ⋖ β . Καδμίαϲ κεκαυμένηϲ καὶ πεπλυμένηϲ # α , γῆϲ ἀϲτέροϲ # α | , Οἱ μαθηταὶ Ἰωάννου νηστεύουσιν πυκνὰ καὶ δεήσεις ποιοῦνται , ὁμοίως καὶ οἱ τῶν Φαρισαίων , οἱ δὲ σοὶ ἐσθίουσιν |
ϲχιϲτῆϲ ⋖ κζ : λείου ἐπὶ ἱκανὰϲ ἡμέραϲ . Χαλκίτεωϲ κεκαυμένηϲ ⋖ μ , χαλκάνθου κεκαυμένηϲ ⋖ κ , μίϲυοϲ | δὲ αὐτοῖς , Ἀλλὰ νῦν ὁ ἔχων βαλλάντιον ἀράτω , ὁμοίως καὶ πήραν , καὶ ὁ μὴ ἔχων πωλησάτω τὸ |
. . . . . . . λιτ . αʹ λεπίδος . . . . . . . . . | , ἐν σοὶ εὐδόκησα . Καὶ αὐτὸς ἦν Ἰησοῦς ἀρχόμενος ὡσεὶ ἐτῶν τριάκοντα , ὢν υἱός , ὡς ἐνομίζετο , |
δὲ τὸ σῶμα κιθῶνας χειριδωτοὺς ποικίλους , . . . λεπίδος σιδηρέης ὄψιν ἰχθυοειδέος , περὶ δὲ τὰ σκέλεα ἀναξυρίδας | χοῦς ἐσμέν : ἄνθρωπος ὡσεὶ χόρτος αἱ ἡμέραι αὐτοῦ : ὡσεὶ ἄνθος τοῦ ἀγροῦ , οὕτως ἐξανθήσει , ὅτι πνεῦμα |
, χαλκοῦ κεκαυμένου δρ . βʹ ⌋ , λυκίου Ἰνδικοῦ δρ . αʹ , μέλιτος πικροῦ δρ . βʹ . | . Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασεν καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν . καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης |
σκευάζεται , ὅπερ τραύματα καὶ διακοπὰς νεύρων κολλᾷ : κηροῦ δρ . ξʹ , μυελοῦ ἐλαφείου δρ . ιβʹ , | τοῦ Ὄρους τῶν Ἐλαιῶν προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ κατ ' ἰδίαν λέγοντες , Εἰπὲ ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται , καὶ |
μελιτώδουϲ ϲυϲτάϲεωϲ καὶ δίδου κοχλιάρια β . Πραϲίου κόμηϲ , ἴρεωϲ Ἰλλυρικῆϲ , ὑϲϲώπου , γλήχωνοϲ , γλυκυρίζηϲ , ϲελίνου | ἤρξατο διδάσκειν ἐν τῇ συναγωγῇ : καὶ πολλοὶ ἀκούοντες ἐξεπλήσσοντο λέγοντες , Πόθεν τούτῳ ταῦτα , καὶ τίς ἡ σοφία |
ἐϲτι τὸ μελίκρατον καθ ' αὑτὸ καὶ ϲὺν ἀμύλῳ καὶ ἴρεωϲ καὶ γλυκυρίζηϲ ἐν αὐτῷ ἀφεψομένων . πάντων δὲ ἐπιτηδειότερον | καὶ παρεπίδημοί εἰσιν ἐπὶ τῆς γῆς : οἱ γὰρ τοιαῦτα λέγοντες ἐμφανίζουσιν ὅτι πατρίδα ἐπιζητοῦσιν . καὶ εἰ μὲν ἐκείνης |
πεπέρεωϲ λευκοῦ , ναρδοϲτάχυοϲ , κό - ϲτου , εὐζώμου ϲπέρματοϲ , ἠρυγγίου ῥίζηϲ , πολίου , ἐχίου , εὐπατορίου | νόμος λέγει τοῖς ἐν τῷ νόμῳ λαλεῖ , ἵνα πᾶν στόμα φραγῇ καὶ ὑπόδικος γένηται πᾶς ὁ κόσμος τῷ θεῷ |
τὸ ἀρκοῦν . Ϲικύου ἡμέρου ϲπέρματοϲ ⋖ ιβ , ὑοϲκυάμου ϲπέρματοϲ ⋖ Ϛ , κωνίου ϲπέρματοϲ ⋖ γ , οἱ | αὐτῷ ἐξουσία ποιῆσαι μῆνας τεσσαράκοντα δύο . καὶ ἤνοιξεν τὸ στόμα αὐτοῦ εἰς βλασφημίας πρὸς τὸν θεόν , βλασφημῆσαι τὸ |
β , μέλιτοϲ # Ϛ , ϲάπωνοϲ # β . Ἀμμωνιακοῦ θυμιάματοϲ λι . α , νίτρου Ἀλεξανδρινοῦ # Ϛ | ἐγὼ κρίνομαι . τοῦτο δὲ αὐτοῦ λαλοῦντος ἐγένετο στάσις τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων , καὶ ἐσχίσθη τὸ πλῆθος . Σαδδουκαῖοι |
χαμαιλέοντοϲ ἥδε : λιθαργύρου # α # β , ἁλὸϲ Ἀμμωνιακοῦ ⋖ α , χαμαιλέοντοϲ μέλανοϲ ῥίζηϲ # δ , | ἄρτων εἶπον ὑμῖν ; προσέχετε δὲ ἀπὸ τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων . τότε συνῆκαν ὅτι οὐκ εἶπεν προσέχειν |
ϲτυπτηρίαϲ ϲχιϲτῆϲ # α κόμμεωϲ # Ϛ ψιμμυθίου # θ μελαντηρίαϲ # ε μίϲυοϲ # Ϛ ἰτέαϲ φύλλων # θ | . Τότε προσηνέχθη αὐτῷ δαιμονιζόμενος τυφλὸς καὶ κωφός : καὶ ἐθεράπευσεν αὐτόν , ὥστε τὸν κωφὸν λαλεῖν καὶ βλέπειν . |
πληγῶν αἱμορραγίαϲ ἴϲχαιμον δοτέον Ἑρμᾶ τοῦ θηριακοῦ : χαλκίτεωϲ , μελαντηρίαϲ , ἀραχνῶν ἀνὰ # α ὁμοῦ λεάναϲ χρῶ . | διὰ τὸν ὄχλον ἵνα μὴ θλίβωσιν αὐτόν : πολλοὺς γὰρ ἐθεράπευσεν , ὥστε ἐπιπίπτειν αὐτῷ ἵνα αὐτοῦ ἅψωνται ὅσοι εἶχον |
καὶ μέλιτι ἑνώσας μετὰ οἴνου παλαιοῦ πότισον . ἄλλο . ἀκόρου ⋖ αʹ . λινοσπέρμου ⋖ αʹ . ζιγγιβέρεως ⋖ | , καὶ ὅτι ὤφθη Κηφᾷ , εἶτα τοῖς δώδεκα : ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς ἐφάπαξ , ἐξ ὧν οἱ |
⋖ κδ , κρόκου , καϲϲίαϲ , ῥέου Ποντικοῦ , ἀκόρου , κιναμώμου , μαϲτίχηϲ ἀνὰ ⋖ Ϛ , κόϲτου | . ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνή ἐστιν , ἔπειτα εἰρηνική , ἐπιεικής , εὐπειθής , μεστὴ ἐλέους καὶ |
. . . . . . . οὐγγ . γʹ ἀγαρικοῦ . . . . . . . . . | εἰς τὴν νεφέλην . καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα , Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἐκλελεγμένος , |
Καθαρτικὸν τοῦ προϲομιλήτου . Ἐπιθύμου # γ ἰϲίου # α ἀγαρικοῦ ⋖ δ εὐφορβίου Γρʹ Ϛ ναρδοϲτάχυοϲ φύλλου κόϲτου πεπέρεωϲ | φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς , καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα , Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός , |
, τερμινθίνης # α . τῆκε . ᾗ ἐχρησάμεθα . Ἰρίνου # ε , νάρδου # δ , ὀποβαλσάμου # | εἶπεν ὅτι Προφήτης ἐστίν . Οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι ἦν τυφλὸς καὶ ἀνέβλεψεν , ἕως ὅτου |
ε κύπρου ἄνθουϲ # β βαλϲάμου ὀποῦ # Ϛʹ . Ἰρίνου ϲκευαϲία : ἴρεωϲ ἀϲπαλάθου κυπέρου ἑλενίου ἀνὰ λίτραϲ ε | . Τούτων δὲ πορευομένων ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς λέγειν τοῖς ὄχλοις περὶ Ἰωάννου , Τί ἐξήλθατε εἰς τὴν ἔρημον θεάσασθαι ; |
ἔνθεν δ ' ἀντιπέρην ποταμοῦ στόμα Σαγγαρίοιο καὶ Μαριανδυνῶν ἀνδρῶν ἐριθηλέα γαῖαν ἠδὲ Λύκοιο ῥέεθρα καὶ Ἀνθεμοεισίδα λίμνην δερκόμενοι παράμειβον | ἐπὶ τοῦ χόρτου , λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας , ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν καὶ κλάσας |
ἔπειτα τὰ Μηδικὰ τέμπεα δήεις . τῶν πρὸς μὲν βορέην ἐριθηλέα γαῖαν ἔχουσι Γηλοί τε Μάρδοι τε καὶ ἀνέρες Ἀτροπατηνοί | προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ ] , καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν : ὥστε οὐκέτι εἰσὶν δύο ἀλλὰ |