. ἔρχεται . λείπει ὥστε εἰπεῖν περὶ ἐκείνων . ὅτι Ἀκεσσαία πρότερον ἐκαλεῖτο ἀπὸ Ἀκεσσαίου τὰ νῦν Ἐκβάτανα καλούμενα .
ἡ δύναμις τῶν Περσῶν . ἠδ ' Ἐκβατάνων : ὅτι Ἀκεσσαία πρότερον ἐκαλεῖτο ἀπὸ Ἀκεσσαίου τὰ νῦν Ἐκβάτανα καλούμενα .
8374304 Ἀκεσσαιου
δασύποδι , Θρίπας ἀετῷ , καὶ , Χελώνην πηγάσῳ . Ἀκεσσαίου σελήνη : ἐπὶ τῶν εἰς χρόνον ἀνα - βαλλομένων
Οὗτοι γὰρ βοήθειαν αἰτούμενοι ἀνεβάλλοντο , τὴν σελήνην προφασιζόμενοι . Ἀκεσσαίου σελήνη , τὸ ἐναντίον . Λιπαρώτερος λύχνου , καὶ
5709080 Ἀσσυρια
καὶ Ἰασονία ἀκρόπολις Ἑλληνίς . ΑΣΣΥΡΙΑ . Μετὰ δὲ Χάλυβας Ἀσσυρία ἐστὶν ἔθνος καὶ ποταμὸς Θερμώδων καὶ πόλις Ἑλληνὶς Θεμίσκυρα
δὲ Χαλδαία , τὸ τελευταῖον δὲ ἀπὸ Ἀσσύρου τοῦ Σούσου Ἀσσυρία , ὡς † Ξενοκράτης ἐν πρώτῳ Χρονικῶν . εἴρηται
5556773 στεγνα
πολλῷ ταράχῳ κινουμένην . * ἐπήλασεν : ἀπεδίωξεν καὶ τὸ στεγνά : ἀντὶ τοῦ ὑμενώδη , ὡς τῶν ἀκρίδων .
πολλῷ ταράχῳ κινουμένην . * ἐπήλασεν : ἀπεδίωξεν καὶ τὸ στεγνά : ἀντὶ τοῦ ὑμενώδη , ὡς τῶν ἀκρίδων .
5467041 βαρβαρικα
πάλιν : Ἐπίστασθέ που ὅτι χωρία ἦν ἐν τοῖς ὄρεσι βαρβαρικά , φίλια τοῖς Κερασουντίοις , ὅθεν κατιόντες τινὲς καὶ
ἑλόντας ὅμηρά τε πολλά , ὅσα ἦν Ἑλληνικά τε καὶ βαρβαρικά , δεόμενος ἢ τῆς πατρῴας ἀρχῆς ἢ Βοσπόρου γε
5466950 ὑστατα
αὖθις τὰ ἄκρα τῶν ὀστέων , ὥσπερ δενδρέου τὰ ἀκρότατα ὕστατα ὀζοῦται : οὕτω καὶ τοῦ παιδίου διίστανται ἀπ '
αὐτῆς . ἀρκέσει δ ' ἐπιζεύξασιν εὐθεῖαν γραμμὴν ἐπὶ τὰ ὕστατα σημεῖα τοῦ ἑκατέρωθεν παράπλου τὸ πᾶν ἐκπληρῶσαι σχῆμα τῆς
5452076 Μιλυαι
: , , . , , . . . : Μιλύαι , οἱ πρότερον Σόλυμοι , ὡς Τιμαγένης πρώτῳ Βασιλέων
Θρᾴκῃ . ὁ πολίτης Μιλκώριος . Θεόπομπος κεʹ Φιλιππικῶν . Μιλύαι , οἱ πρότερον Σόλυμοι , ὡς Τιμαγένης πρώτῳ βασιλέων
5443155 Ἑλληνικα
τὸν ἄνδρα ἐζημίωσαν : οὔτε γὰρ Λακωνικὰ ἐφρόνει οὔτε ἄλλως Ἑλληνικά , φίλου τε ἀποθανόντος ἀμνημονῶν καὶ τῶν συνθηκῶν τὸν
δὲ καὶ τὸ πραίτωρος φυλάττον τὸ ω , Ἰταλικὰ οὐχ Ἑλληνικά . Τὰ διὰ τοῦ ιας δισύλλαβα καθαρὰ διὰ τῆς
5438291 ἐκαιον
τῶν νεῶν ἐκπεσόντες ἐς τὰ ὄρη συνέφευγον καὶ πυρὰ πολλὰ ἔκαιον σύμβολα τοῖς ἔτι οὖσιν ἐν τῇ θαλάσσῃ καὶ διενυκτέρευον
ἐν ταῖς κώμαις ηὐλίσθησαν : οἱ δὲ Καρδοῦχοι πυρὰ πολλὰ ἔκαιον κύκλῳ ἐπὶ τῶν ὀρέων καὶ συνεώρων ἀλλήλους . ἅμα
5234148 ληνων
ἀμφορέων ἄξιον . μυρία κεράμια χωρῆσαι δυνάμενον . ἀπὸ τῶν ληνῶν καὶ πίθων τῇ μεταφορᾷ ἐχρήσατο . οἴκοθεν : ἄξιόν
ὁμωνύμου τῆς ἐν ἀγρῷ σῦκα καὶ βότρυς καὶ τρύγα ἀπὸ ληνῶν : ἦρος δὲ ἀποπέμψω καὶ ῥόδα , τὴν ἐκ
5229049 Ἐννεακρουνου
. ὅτι δὲ τὰ λουτρὰ ἐκόμιζον ἐκ τῆς νῦν μὲν Ἐννεακρούνου καλουμένης κρήνης , πρότερον δὲ Καλλιρρόης , Φιλοστέφανος ἐν
. Ὅτι δὲ τὰ λουτρὰ ἐκόμιζον ἐκ τῆς νῦν μὲν Ἐννεακρούνου καλουμένης κρήνης , πρότερον δὲ Καλλιρρόης , Πολυστέφανος ἐν
5181011 Παμφυλοι
Εὐρυμέδων ὑπὲρ τὸν Νεῖλον ἐν λόγοις ᾄδεται , ἀττικίζουσι δὲ Πάμφυλοι , καὶ τοὔνομα τῆς πόλεως καὶ παρ ' ἐκείνοις
Βιθυνοί , Κᾶρες , Ἴωνες , Δωριέες , Αἰολέες , Πάμφυλοι : κατεστραμμένων δὴ τούτων [ καὶ προσεπικτω - μένου
5180290 ἐξεναγει
μέσῳ ὄντων , ἀντεξέδραμον ἀπὸ τῆς Ἀγησιλάου φάλαγγος ὧν Ἡριππίδας ἐξενάγει καὶ σὺν αὐτοῖς Ἴωνες καὶ Αἰολεῖς καὶ Ἑλλησπόντιοι ,
Λακεδαίμονος νεοδαμώδεις συστρατευσάμενοι αὐτῷ , πρὸς δὲ τούτοις οὗ Ἡριππίδας ἐξενάγει ξενικοῦ , ἔτι δὲ οἱ ἀπὸ τῶν ἐν τῇ
5168851 θυννων
κατὰ γενεὰς , κατὰ τάξιν . οἱ μέν : τῶν θύννων . Ὁπλότεροι : νεώτεροι . τοὶ δ ' :
ἀπὸ τῶν ἄλλων ἴδωσιν : καὶ γὰρ καὶ ἀδυνατώτεραι τῶν θύννων εἰσὶν , ἀλλ ' ὀξεῖς καὶ πυκνοὺς ὀδόντας ἔχουσιν
5168731 χρηστηριων
μαντεύεσθαι αὐτόθι διὰ τόδε : ἐκέλευσέ σφεας ὁ Ἀμφιάρεως διὰ χρηστηρίων ποιεύμενος ὁκότερα βούλονται ἑλέσθαι τούτων , ἑωυτῷ ἢ ἅτε
Ἐντειλάμενος δὲ τοῖσι Λυδοῖσι τάδε ἀπέπεμπε ἐς τὴν διάπειραν τῶν χρηστηρίων , ἀπ ' ἧς ἂν ἡμέρης ὁρμηθέωσι ἐκ Σαρδίων
5162247 ἀκρητα
χρόνῳ ἀφαιρήσει πάντα ὁκόσα ξηρὰ καὶ θερμὰ καὶ μέλανα καὶ ἄκρητα , καὶ τοὺς ἄρτους , πλὴν εἴ τι σμικρὸν
, κακόν : καὶ οἱ ἐπιῤῥιγώσαντες ἐκ τούτων , ἐμέσαντες ἄκρητα , χολώδεα , ἀσώδεες , τρομώδεες , ἐν πυρετῷ
5157587 ταριχη
οἶκόν τινα πάραλον , ἔνθα ἦν ἐμπόρων Ἰβηρικῶν φόρτος καὶ ταρίχη τὰ ἐκεῖθεν ἐν σκεύεσιν ἁδροῖς , εἶτα τὰς πλεκτάνας
τοὺϲ παχεῖϲ καὶ κολλώδειϲ χυμούϲ . τὰ δὲ παλαιὰ πάντα ταρίχη μοχθηρά . Περὶ γάρου . Γάροϲ δυνάμεώϲ ἐϲτιν ἱκανῶϲ
5150471 Μυσοι
καὶ Μαριανδυνοὶ καὶ Τρῶες καὶ Κᾶρες , Πισίδαι δὲ καὶ Μυσοὶ καὶ Χάλυβες καὶ Φρύγες καὶ Μιλύαι ἐν τῇ μεσογαίᾳ
μὲν οὖν τελέως ἐκλελοίπασι πάντες τὴν Εὐρώπην , οἱ δὲ Μυσοὶ συνέμειναν . καὶ Ὅμηρον δ ' ὀρθῶς εἰκάζειν μοι
5135639 ἐθνεων
τοῖσι χρηστηρίοισι λέγοντες : Κροῖσος ὁ Λυδῶν τε καὶ ἄλλων ἐθνέων βασιλεύς , νομίσας τάδε μαντήια εἶναι μοῦνα ἐν ἀνθρώποισι
. Ταῦτα Σκυθέων ἐπαγγελλομένων ἐβουλεύοντο οἱ βασιλέες οἱ ἀπὸ τῶν ἐθνέων ἥκοντες , καί σφεων ἐσχίσθησαν αἱ γνῶμαι . Ὁ
5119592 φαυλιων
γίνεται ἐν Σιδοῦντι πόλει Κορίνθου , ἃ σιδούντια λέγεται . φαυλίων δὲ μήλων μνημονεύει Τηλεκλείδης : ὦ τὰ μὲν κομψοί
ῥυπαρὸν κόλυθρον ὦ τὰ μὲν κομψοί , τὰ δὲ φαυλότεροι φαυλίων μήλων . ὡς καλοὶ καὶ φιβάλεῳ τὰ δὲ τήγανα
5092741 κηρυκες
. σφαιρομαχεῖν : τὸ τὰς σφαῖρας περιδονούμενον διαμάχεσθαι . σπονδαγωγοὶ κήρυκες : οἱ σπονδὰς φέροντες . σελὶς βιβλίου : λέγεται
μείζων , χωρὶς εἰ μὴ χαρακτὴρ κωλύσῃ : ἐπειδή ἐστι κήρυκες κηρύκων κήρυξι κήρυκας κήρυκες καὶ Φοίνικες Φοινίκων Φοίνιξι Φοίνικας
5083783 μηλα
προσθεὶς καὶ τὸ ἰδίωμα τῆς χώρας ” τρὶς γὰρ τίκτει μῆλα τελεσφόρον εἰς ἐνιαυτόν . „ πάντα γὰρ τὰ τοιαῦτα
κάτω παρίεμεν , τὰς δὲ ὑποκειμένας πρώτην ἄγομεν ἐπὶ τὰ μῆλα καὶ τοὺς ἔξω κανθοὺς ἐπὶ βρέ - γμα ,
5073973 Δολοπες
καὶ Θετταλοὶ καὶ Περραιβοί , πρὸς δὲ τούτοις Δωριεῖς καὶ Δόλοπες , ἔτι δὲ Ἀθαμᾶνες καὶ Ἀχαιοὶ Φθιῶται καὶ Μάγνητες
πόλις τῆς Θεσσαλίας . Δολοπηίδα δὲ τὴν Θεσσαλικὴν εἶπε : Δόλοπες γὰρ ἔθνος Θεσσαλίας . Ὅμηρος : ναῖον δ '
5062575 ἐθεωμεθα
λουτρὰ τῶν παρθένων , ᾗ θέμις αὐτὰ ἐξωτέρω ὁρᾶν , ἐθεώμεθα . Ὁ δὲ καλὸς κἀγαθὸς Κίμων ἐγκρύπτεται εἰς θάμνον
θαυμάζομεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ μετ ' ἐκπλήξεως ἐθεώμεθα . . . . κεχολωμένος Ἀτρείωνι : ὅτι τὴν
5061509 συνοικοι
τὴν Λακωνικὴν καὶ τὴν Πελοπόννησον . βαθύδοξοι γείτονες : ἔδει σύνοικοι εἰπεῖν . ἀλλὰ ῥητέον , ὅτι ἱστοροῦσί τινες τοὺς
ἱεροί τέ ἐστε καὶ πάρεδροι τοῦ Πυθίου καὶ μόνον οὐ σύνοικοι καὶ ὁμωρόφιοι τοῦ θεοῦ . ἡγοῦμαι γάρ , εἰ
5059681 Πελλανα
ἡ ἐκεῖ ἀγομένη πανήγυρις . ἐκεῖ γὰρ νικήσας ἐστέφθη . Πελλάνα τε καὶ Σικυών : ἐν Σικυῶνι Πύθια ἄγεται .
ὡς ἐπὶ τὴν Πελλάναν Χαράκωμά ἐστιν ὀνομαζόμενον καὶ μετὰ τοῦτο Πελλάνα πόλις τὸ ἀρχαῖον . Τυνδάρεων δὲ οἰκῆσαί φασιν ἐνταῦθα
5053850 παραμειναντων
ἐγένετο πρῶτον ἀπολιπόντων μὲν ὑμῶν ἐκ τοῦ Μηδικοῦ πολέμου , παραμεινάντων δὲ ἐκείνων πρὸς τὰ ὑπόλοιπα τῶν ἔργων . ξύμμαχοι
τῶν δὲ ἀπὸ Στρυμόνος ποταμοῦ συνιόντων , ὁμήρους τε τῶν παραμεινάντων Ἀθηναίων καὶ μὴ αὐτίκα φυγόντων παῖδας λαβὼν καὶ καταστήσας
5043577 δραγματα
' ὁ Δήλιος ἐν τῷ περὶ Παιάνων φησί : τὰ δράγματα τῶν κριθῶν αὐτὰ καθ ' αὑτὰ προσηγόρευον ἀμάλας :
λέγων : ” ᾤμην ἃ μὴ ἐθέρισα καταδεῖν σὺν ἑτέροις δράγματα ” , καὶ οὐκ ἐλογίσατο παρ ' ἑαυτῷ ,
5043222 ἐκομιζον
καὶ εὐτελές : εἰς τὴν μεσόγειαν γὰρ ἀναβαίνοντες οἱ ἔμποροι ἐκόμιζον ἅλας , ἀνθ ' ὧν τοὺς οἰκέτας ἐλάμβανον :
ἀπῆγον μετὰ τιμῆς ὅτι πλείστης φιλοφρόνως ὑποδεξάμενοι : στολὰς δὲ ἐκόμιζον πρεπούσας ἀνδρὶ τοιούτῳ καὶ θεραπεύειν τὸ σῶμα τοῦ νέου
5034072 Μηδικων
: ἐν δὲ τοῖς πρὸ τοῦ χρόνοις , ἐπὶ τῶν Μηδικῶν καὶ πρὸ τῶν Περσικῶν καιρῶν , Σόλων καὶ Θεμιστοκλῆς
Ἕλλησι περὶ τὰ Μηδικά , ὁ μὲν γὰρ ἦρξε τροπαίων Μηδικῶν , ὁ δὲ ἀπῄτησε δίκας τοὺς βαρβάρους ὧν μετὰ
5013102 ἐπωνυμα
τῶιδέ τ ' ἀμείβει † θανάτους θανάτων τά τ ' ἐπώνυμα δεῖπνα Θυέστου λέκτρα τε Κρήσσας Ἀερόπας δολίας δολίοισι γάμοις
καὶ Ἑρκούλειοι , ὀνόματα τάξεων . τάγματα γάρ τινα δαίμονος ἐπώνυμα . Ἰόβις γὰρ παρὰ Ἰταλοῖς ὁ Ζεύς , Ἑρκούλιος
5010509 Κεραυνια
καὶ τοὺς βοῦς βουκολεῖν . 〛 Κατὰ ταῦτά ἐστι τὰ Κεραύνια ὄρη ἐν τῇ Ἠπείρῳ , καὶ νῆσος παρὰ ταῦτά
περαίαν ἐκ τοῦ Βρεντεσίου πλοῦς ἐστὶν ὁ μὲν ἐπὶ τὰ Κεραύνια καὶ τὴν ἑξῆς παραλίαν τῆς τε Ἠπείρου καὶ τῆς
5005114 ἐλαφεια
οἶνον ἡμῖν πιεῖν , ὕδωρ αὐτοὶ πίνοντες , καὶ κρέα ἐλάφεια ὀπτῶντες ἄφθονα , τὰ δὲ ἕψοντες : τῇ δ
τῶν ἐξίσης ὑγιεινῶν τὸ ἥδιον . Αἴγεια , βόεια , ἐλάφεια : χειρίστη δὲ τῶν τράγων ἡ σὰρξ πρὸς πέψιν
4972696 σκευαζομενοι
γὰρ αὐτὸν ἐκμοχλεύειν δύνανται ὥσπερ καὶ οἱ παρ ' ἐμοῦ σκευαζόμενοι κόκκοι εὐδοκίμως ἕλκουσι καὶ ἰσχυρῶς καὶ πᾶν ὅτι ἄν
ἄζυμον ἐκ πυροῦ πέμμα καὶ οἱ δι ' αὐτῶν δηλονότι σκευαζόμενοι πλακοῦντες . ἔστι δὲ καὶ ἡ σεμίδαλις καὶ ὁ
4970768 βοεια
μικρὸν ὅτι μάλιστα πάλαι ξυγκειμένης : προϊόντος δὲ , ἢ βόεια τραχήλια , ἢ κωλῆνας ὑείων κρεῶν ἑφθῶν . Τῇ
οἷόν ἐϲτιν ὕδνα μύκητεϲ βολβοὶ ὄϲπρια καὶ κρέα μάλιϲτα τὰ βόεια καὶ τὰ ὅμοια . ἔϲτω δὲ τὰ προϲφερόμενα εὐκοίλια
4961286 Πισιδαι
αὐτῶν . Συναφεῖς δ ' εἰσὶ τούτοις οἵ τε ἄλλοι Πισίδαι καὶ οἱ Σελγεῖς , οἵπερ εἰσὶν ἀξιολογώτατοι τῶν Πισιδῶν
Καππαδόκαι καὶ ἐκ τῆς βραχυτέρας Ἀρμενίας τινὲς καὶ Παμφύλιοι καὶ Πισίδαι . ὧν οὐχ ἅπασιν ἐς μάχας , ἀλλ '
4958039 ὀπταις
: τὰ δὲ μικρὰ ταυτὶ ποτάμι ' ἐνμεντευθενὶ ῥεῖ τευθίσιν ὀπταῖς καὶ φάγροις καὶ καράβοις , ἐντευθενὶ δ ' ἀλλᾶσι
λειριοπολφανεμώναις . τὰ δὲ δὴ δένδρη τἀν τοῖς ὄρεσιν χορδαῖς ὀπταῖς ἐριφείοις φυλλοροήσει , καὶ τευθιδίοις ἁπαλοῖσι κίχλαις τ '
4954752 δυνατωτατα
Δηλίῳ . Φωκαῆς τε Μασσαλίαν οἰκίζοντες Καρχηδονίους ἐνίκων ναυμαχοῦντες : δυνατώτατα γὰρ ταῦτα τῶν ναυτικῶν ἦν . φαίνεται δὲ καὶ
Αἰθίοπάς τε καὶ Ἰνδούς . διὸ καὶ τῶν θηρίων τὰ δυνατώτατα ἥδε ἡ γῆ φέρει , καὶ οἱ ἄνδρες ἐν
4946338 ἐτελειτο
Ἀπόλλωνος . Πελλάνα ] ἡ νῦν Κασάνδρεια : * ἔνθα ἐτελεῖτο τὰ Θεοξένια καὶ τὰ Ἕρμαια : τὸ δὲ ἆθλον
τότ ' ἀστροχίτων μέσσην παράμειβε πορείαν , Ἐκ δ ' ἐτελεῖτο δόλος στυγερὸς καὶ κῆρες ἀϊδναί Μηδείης ὑπ ' ἔρωτος
4946112 ἐνατωι
ὀνομάζεται πολλαῖς ἔμπροσθεν ἡλικίαις τοῦ περὶ Σάμον πολέμου . : ἐνάτωι δὲ μηνὶ τῶν Σαμίων παραστάντων ὁ Περικλῆς τὰ τείχη
πολιτῶν περιγενέσθαι καὶ συνελεῖν τὴν πόλιν βουλόμενος . . . ἐνάτωι δὲ μηνὶ τῶν Σαμίων παραστάντων ὁ Περικλῆς τὰ τείχη
4930745 θωρακες
χαλκέμβολοι αἱ τριήρεις , τὰ δὲ τῶν ἐμπλεόντων ἀσπίδες , θώρακες , κνημῖδες , κράνη , ξίφη , δορυδρέπανα ,
ἱππεῖς ἐδοκιμάσθησαν τῇ ὑστεραίᾳ εἰς πεντήκοντα , καὶ σπολάδες καὶ θώρακες αὐτοῖς ἐπορίσθησαν , καὶ ἵππαρχος ἐπεστάθη Λύκιος ὁ Πολυστράτου
4916616 Κρατερωι
πορφυρῶν ἱματίων διαπεριπατῶν τοῖς ἐντυγχάνουσιν διελέγετο . Περδίκκαι δὲ καὶ Κρατερῶι φιλογυμναστοῦσιν ἠκολούθουν διφθέραι σταδιαῖαι τοῖς μεγέθεσιν , ὑφ '
ἀνάγκης τοῦ Καλλισθένους κατεῖπεν . ἀλλὰ καὶ Ἀλέξανδρος αὐτὸς εὐθὺς Κρατερῶι γράφων καὶ Ἀττάλωι καὶ Ἀλκέται φησὶ τοὺς παῖδας βασανιζομένους
4915203 ἐκαλουντο
τινος ἥρωος τοὔνομα λαβοῦσα Παράλου . οἱ δὲ ἐπιβεβηκότες αὐτῆς ἐκαλοῦντο Πάραλοι , οἳ διὰ ταύτην τὴν ὑπηρεσίαν τέτταράς τε
κρείττους ὑπελάμβανον εἶναι μολυνόμενοι πρὸς τοῖς τάφοις . μάρτυρες γοῦν ἐκαλοῦντο καὶ διάκονοί τινες καὶ πρέσβεις τῶν αἰτήσεων παρὰ τῶν
4913706 Φασιος
Ἔνθεν μὲν ἡ ἀκτὴ ἡ ἑτέρη τὰ πρὸς βορέην ἀπὸ Φάσιος ἀρξαμένη παρατέταται ἐς θάλασσαν παρά τε τὸν Πόντον καὶ
. . . . . . . οβ με δʹ Φάσιος ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . οβ ∠ ʹ
4913444 Χαλυβων
: λοξὴ γάρ ἐστι τελέως . ὁ γὰρ δὴ διὰ Χαλύβων μεσημβρινὸς διὰ τῆς μικρᾶς Ἀρμενίας γράφοιτ ' ἂν καὶ
Χαλύβης , ” ἢ τῶν ἀνθρώπων πρότερον Ἀλύβων λεγομένων ἀντὶ Χαλύβων : οὐ γὰρ νῦν μὲν δυνατὸν γέγονεν ἐκ Χαλύβων
4910743 ἀνεκαιε
δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , καὶ τότε πῦρ ἀνέκαιε καὶ ἤμελγε κλυτὰ μῆλα , πάντα κατὰ μοῖραν ,
χρύσεια κύπελλα : ἡ δὲ τετάρτη ὕδωρ ἐφόρει καὶ πῦρ ἀνέκαιε πολλὸν ὑπὸ τρίποδι μεγάλῳ : ἰαίνετο δ ' ὕδωρ
4904090 καις
πάσαις ἐμπίπτει ταῖς στάσεσι ταῖς τε νομικαῖς καὶ λογι - καῖς : ἢ ὅτι ἡ στοχαστικὴ ζήτησις καὶ ἐξ αὐτοῦ
τριχὸς κίνησιν μεθηρμόζετο , ὁτὲ μὲν βοστρύχων οὔλων πλο - καῖς συνεξελιττόμενος , ὁτὲ δ ' ἐθελούσῃ τῇ τριχὶ ἐκτάδην
4897662 Δωριεες
οἳ ἐν τῇ ἡμετέρῃ κατοικημένοι Ἴωνές τε καὶ Αἰολέες καὶ Δωριέες καλέονται . Ἐπειρήθην δὲ καὶ αὐτὸς ἤδη ἐπελαύνων ἐπὶ
δὲ Λύκου τοῦ Πανδίονος ἀνδρὸς Ἀθηναίου ἔσχον τὴν ἐπωνυμίην . Δωριέες δὲ οἱ ἐκ τῆς Ἀσίης τριήκοντα παρείχοντο νέας ,
4894950 μιλακι
Σεμέλας τροφοὶ Θῆβαι , στεφανοῦσθε κισσῶι : βρύετε βρύετε χλοήρει μίλακι καλλικάρπωι καὶ καταβακχιοῦσθε δρυὸς ἢ ἐλάτας κλάδοισι , στικτῶν
τὰς τρίχας καὶ ἐστεφανωμέναι τινὲς μὲν ὄφεσιν , αἳ δὲ μίλακι καὶ ἀμπέλῳ καὶ κισσῷ : κατεῖχον δὲ ταῖς χερσὶν
4894186 Χαλυβες
λυτὴρ ] ἐγένετο . ὁ πόντιος ] εἰ γὰρ οἱ Χάλυβες παράλιοι , ἐκ τούτων δὲ ὁ σίδηρος εὕρηται ,
καὶ Τρῶες καὶ Κᾶρες : Πισίδαι δὲ καὶ Μυσοὶ καὶ Χάλυβες καὶ Φρύγες καὶ Μιλύαι ἐν τῆι μεσογαίαιδιαιτῶν ταῦτα ὁ
4884778 ἡγησασθην
νήσους τε Καλύδνας , τῶν αὖ Φείδιππός τε καὶ Ἄντιφος ἡγησάσθην Θεσσαλοῦ υἷε δύω Ἡρακλεΐδαο ἄνακτος : τοῖς δὲ τριήκοντα
ἐξ ὧν ἐπραξάτην : ὡς γὰρ τάχιστα κρείττονε τῶν συγγιγνομένων ἡγησάσθην εἶναι , εὐθὺς ἀποπηδήσαντε Σωκράτους ἐπραττέτην τὰ πολιτικά ,
4884077 πεμματα
τὰ μὲν πρόβατα καὶ τὰς βοῦς ἔλαβεν , τὰ δὲ πέμματα καὶ τὰ τραγήματα πρῶτον μὲν οὐδ ' ἔγνω :
μὲν καὶ μόσχους καὶ χῆνας ἔλαβε , τραγήματα δὲ καὶ πέμματα καὶ μύρα διωθεῖτο , καὶ προσβιαζομένων λαβεῖν καὶ λιπαρούντων
4879106 ἀπιστασθαι
μὲν δὴ οὐκ ἐνίκα ἡ γνώμη , ἐδόκεε δὲ ὅμως ἀπίστασθαι . . . , : Ἀρχιδαμίδας δὲ μεμφομένων τινῶν
μὲν δὴ ἄλλοι πάντες γνώμην κατὰ τωὐτὸ ἐξεφέροντο , κελεύοντες ἀπίστασθαι Ἑκαταῖος δ ' ὁ λογοποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα
4876385 δορπα
σῖτον δ ' εἰδέναι διώρισα , ἄριστα , δεῖπνα , δόρπα δ ' αἱρεῖσθαι τρίτα . . . . .
ἴσην , καὶ οὕτως εἰς κόσμον ἦλθε τοῖς ἀνθρώποις τὰ δόρπα . διὸ ἄρτου τε ἐπίνοια πέμματός τε εἰς ἴσον
4876047 ἀφνειοι
Ματιηνοί , οὔρεσι κεκλιμένοι , ποταμοῦ πρόπαρ Εὐφρήταο , πίονες ἀφνειοί τε καὶ Ἄρεος εὖ δεδαῶτες . πρὸς δὲ νότον
” οἳ δὲ Ζέλειαν ἔναιον ὑπαὶ πόδα νείατον Ἴδης , ἀφνειοί „ , πίνοντες ὕδωρ μέλαν Αἰσήποιο Τρῶες . „
4870926 Ἀζανες
ἄζην , ὅ ἐστι τὴν ξηρασίαν . καὶ ἔθνος οἱ Ἀζᾶνες αὐτόθι καὶ πάλιν ἐν Ἀρκαδίᾳ μέχρι καὶ νῦν οὕτω
τῆς Ἀρκαδίας , ἀπὸ Ἀζᾶνος τοῦ Ἀρκάδος . οἱ οἰκήτορες Ἀζᾶνες καὶ Ἀζῆνες . καὶ Ἀζάνιος καὶ Ἀζανία καὶ Ἀζάνιον
4864843 πρεμνα
τὰ θηρία . τινὲς ὀπὸν καὶ ἔλαιον ἑψήσαντες χρίουσι τὰ πρέμνα τῶν ἀμπέλων , ἀπὸ τοῦ πυθμένος ὀλίγον ἐπάνω ἀρξάμενοι
ἐγὼ μὲν παρειστήκειν , οἱ δ ' οἰκέται ἐξέτεμνον τὰ πρέμνα , ἀναθέμενος δὲ ὁ βοηλάτης ᾤχετο ἀπάγων τὰ ξύλα
4858840 κρηνων
ὁδῶν καὶ οἰκήσεων καὶ οἰκοδομιῶν καὶ λιμένων καὶ ἀγορᾶς καὶ κρηνῶν , καὶ δὴ καὶ τεμενῶν καὶ ἱερῶν καὶ πάντων
, τῶν δὲ ὄντων ἀπολαῦσαι πρόκειται τοῖς ἐθέλουσι μᾶλλον ἢ κρηνῶν . καὶ τῶν νέων οὗτος φιλεῖται πλέον ὅστις αἴτιός
4853816 κατεκοψαν
μετὰ δὲ ταῦτα παρατάξει μεγάλῃ νικήσαντες τοὺς πλείους τῶν πολεμίων κατέκοψαν . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Θεοδώρου Ῥωμαῖοι
ἐγένετο μάχη καρτερά , καθ ' ἣν νικήσαντες οἱ Ἰλλυριοὶ κατέκοψαν τῶν Μολοττῶν πλείους τῶν μυρίων πεντακισχιλίων . τοιαύτῃ δὲ
4853755 φυγαδευθεντες
, ὥς τινές φασιν ὑπὸ τῶν Πεισιστρατιδῶν , οἱ Ἀλκμαιωνίδαι φυγαδευθέντες ὑπὸ τῶν Πεισιστρατιδῶν ὑπέσχοντο ἀνοικοδομήσειν , καὶ δεξάμενοι χρήματα
, ὥς τινές φασιν , ὑπὸ τῶν Πεισιστρατιδῶν οἱ Ἀλκμαιωνίδαι φυγαδευθέντες ὑπὸ τῶν Πεισιστρατιδῶν ὑπέσχοντο ἀνοικοδομήσειν , καὶ δεξάμενοι χρήματα
4843839 Θρᾳκες
εἰ καὶ τύχοιμεν , Σύροι μόνον αἰσθήσονται , τοῦ δὲ Θρᾷκες , τοῦ δὲ Γαλάται , καὶ ἡ πρόσοικος χώρα
ὅτι ἐνταῦθα ἐκπίπτει τὰ πλοῖα χειμῶνι βιαζόμενα , καὶ οἱ Θρᾷκες οἱ πρόσχωροι ὅτι ὑπὲρ τῶν ναυαγίων ἐν σφίσιν διαμάχονται
4841068 Θασου
καὶ τριάκοντα πόλεων ὅσον λοιπὸν , τοὺς ἐκ Κορίνθου καὶ Θάσου καὶ Βυζαντίου καὶ πανταχόθεν τίς ἂν ἐξαριθμήσειεν ; οἶμαι
πάντα σφι ἤδη ἦν ὑποχείρια γεγονότα . Ἐκ μὲν δὴ Θάσου διαβαλόντες πέρην ὑπὸ τὴν ἤπειρον ἐκομίζοντο μέχρι Ἀκάνθου ,
4838972 Ὑδατα
ἁρπυίας Βουκολέων Τρηχινίδα Τυμφρηστοῖο αἰπῆς Μοῦσαι ἐποιήσαντο καὶ ἀπροτίμαστος Ὅμηρος Ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο Δεξιτερὴν ὑπερέσχε καὶ ὀχθηρῆς Γερανείης .
ʹʹδʹʹ Ἐχόμενοι δ ' αὐτῶν ἀπὸ δύσεως Αὐσητανοὶ καὶ πόλεις Ὕδατα Θερμά ιϚʹ γοʹʹ μβʹ ∠ ʹʹ Αὔσα ιϚʹ Ϛʹʹ
4838316 συνεφευγον
. Ὅτι Ἰφικράτης νύκτωρ κατελάβετο πολεμίων πόλιν . οἱ δὲ συνέφευγον εἰς τὴν ἀγορὰν καὶ πλῆθος ἠθροίζετο . Ἰφικράτης ἀνοίγειν
οἱ πλείους . οἱ δὲ λοιποὶ πάλιν ἐς τὰ λάσια συνέφευγον , τὴν πόλιν ἐκλιπόντες , ᾗ ὄνομα Τέρπωνος .
4836223 Ἡνιοχοι
Προμηθεῖ Λυομένωι . . . Α + . : ἀρειθύσανοι Ἡνίοχοι : Ἄρεος θύσανοι , ἀποσχίσματα : καὶ ἀποβλαστήματα .
ἔθνος οἱ λεγόμενοι Ἐκχειριεῖς , νῦν δὲ οἰκοῦσι Μαχελῶνες καὶ Ἡνίοχοι . [ * * * Ὁ Τάναϊς ποταμὸς λέγεται
4834659 περικηλα
: περὶ δὲ ξύλα κάγκανα θῆκαν , αὖα πάλαι , περίκηλα , νέον κεκεασμένα χαλκῷ , καὶ δαΐδας μετέμισγον :
. ἀμφ ' αὖον : δύο μέρη πληθυντικόν : αὖα περίκηλα . . . . ἄμφηκες : ἀπὸ τοῦ ἥκω
4833856 ἐποιευν
βουλόμενοι ἐξ αὐτέων παῖδας ἐκγενήσεσθαι . Ἀποπεμφθέντες δὲ οἱ νεηνίσκοι ἐποίευν τὰ ἐντεταλμένα . Ἐπεὶ δὲ ἔμαθον αὐτοὺς αἱ Ἀμαζόνες
ὑστεραίῃ ἐς τὴν ἑτέρην : τοῦτο καὶ ἐπὶ δέκα ἡμέρας ἐποίευν , ἐξ ἡμέρης ἐς ἡμέρην ἀναβαλλόμενοι : ἐν δὲ
4830670 Μακεδονικα
Ἀρκάδας Κερκιδᾶς . ” ὅτι δ ' οὗτος τῶν τὰ Μακεδονικὰ φρονούντων ἦν εἴρηκε καὶ Θεόπομπος ἐν ιεʹ Φιλιππικῶν .
ἐν ταῖς χερσὶ γινομένων . Ταπεινούμενοι γὰρ Ἀθηναῖοι κατὰ τὰ Μακεδονικὰ ἐπεφώνουν τι τοιοῦτον . Αἰγύπτου γάμος : ἐπὶ τῶν
4829536 Θετταλικα
ἀναισχυντίᾳ ὠφρυωμένων . Θεοῦ δὲ δῶρόν ἐστιν εὐτυχεῖν βροτούς . Θετταλικὰ πτερά : ἐπὶ τῶν παρασχῆμα ἐσθῆτας ἐνειμένων : αἱ
ὡς ἡ νέα κωμῳδία εὐπάρυφος . τὰς δὲ Θετταλικὰς χλαμύδας Θετταλικὰ πτερὰ ὠνόμαζον , καὶ ἐντεθετταλίσμεθα ἔλεγον τὸ χλαμυδοφοροῦμεν .
4828946 Ἀχελωος
ὅπερ αἱ Νύμφαι θέλωσιν , αὐταῖς ἀναβλύζῃ . Τοῦτο ὕστερον Ἀχελῶος λαβὼν , Ἡρακλεῖ δέδωκεν ἀντίλυτρον περιάξαντι θάτερον τῶν κεράτων
, ὅ τ ' Ἴναχος καὶ ὁ Ἄρατθος καὶ ὁ Ἀχελῶος καὶ ὁ Εὔηνος ὁ Λυκόρμας πρότερον καλούμενος , ὁ
4823746 Δαλμαται
προτέρᾳ σφίσιν αὐτοῖς ἐψηφίσαντο καὶ ὁ δῆμος ἐπικεκυρώκει . οἱ Δαλμάται δ ' ἤδη κάμνοντες ὑπὸ λιμοῦ , τῶν ἔξωθεν
. Δελματία , Ἰταλίας χώρα . οἱ οἰκήτορες Δελματεῖς καὶ Δαλμάται . Δέλτα , πόλις πρὸς τῇ Συρίᾳ , καὶ
4820036 μεγαλοπλουτ
καὶ φλυαρίας καὶ κάρδαμ ' ἐσκευασμένα . μετὰ ταῦτα θύννων μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν , αἵ τε λιμνοσώματοι
ὡς καὶ Εὔβουλός φησιν ἐν Ἴωνι : μετὰ ταῦτα θύννων μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν . Ἀριστοφάνης Λημνίαις :
4818929 Μαιωται
, ὑπερκεῖσθαι λέγων αὐτοῦ τὴν Μαιῶτιν , περὶ ἣν οἰκοῦσι Μαιῶται , Σκύθαι τὸ γένος . Εἶτα παρ ' ἐκείνοις
φέροιεν . Πλησίον μὲν οὖν τῆς Μαιώτιδος λίμνης αὐτοὶ οἱ Μαιῶται οἰκοῦσι , καὶ τὸ γένος τοῦ πολεμικωτάτου Ἄρεος ,
4818720 Μακρωνες
' ἐπεμαρτύραντο ἀμφότεροι . Μετὰ δὲ τὰ πιστὰ εὐθὺς οἱ Μάκρωνες τὰ δένδρα συνεξέκοπτον τήν τε ὁδὸν ὡδοποίουν ὡς διαβιβάσοντες
σμικράς : λόγχαι δὲ ἐπῆσαν μεγάλαι . Τιβαρηνοὶ δὲ καὶ Μάκρωνες καὶ Μοσσύνοικοι κατά περ Μόσχοι ἐσκευασμένοι ἐστρατεύοντο . Τούτους
4815279 Θασιων
, τῶν Λοκρῶν . Γαληψόν : σημείωσαι ὅτι ἡ Γαληψὸς Θασίων ἀποικία Πολλῆν : ὄνομα κύριον ἀπέχον : διέχον κατεφαίνετο
καὶ ζωρότερος πότος ἐκλαμβάνει πάλιν ἡμᾶς , οἴνων ὄντων ἡμῖν Θασίων καὶ Μενδαίων καὶ Λεσβίων , χρυσίδων πάνυ μεγάλων ἑκάστῳ
4811290 Λωτοφαγων
σαυτοῦ κύνα . πλὴν τό γε παράδειγμα , τὴν τῶν Λωτοφάγων καὶ Σειρήνων εἰκόνα , πάνυ ἀνομοιοτάτην μοι δοκεῖς εἰρηκέναι
τοῖς μεγέθεσι . τὴν δὲ Μήνιγγα νομίζουσιν εἶναι τὴν τῶν Λωτοφάγων γῆν τὴν ὑφ ' Ὁμήρου λεγομένην , καὶ δείκνυταί
4809661 θρυλουμενα
, “ Ἀθηναῖος καὶ Κλέοβις καὶ Βίτων ” καὶ τὰ θρυλούμενα . Φασὶ δέ τινες ὅτι κοσμήσας ἑαυτὸν ὁ Κροῖσος
καὶ περὶ Σωκράτους ἐκλογίσασθαι , τί ἦν αὐτῷ ταυτὶ τὰ θρυλούμενα ἐν τοῖς λόγοις ; ὁποῖα ἄττα φησὶν περὶ αὑτοῦ
4806718 Καρδουχοι
ὃς ἂν πρῶτος ἐν τῷ πέραν γένηται . οἱ δὲ Καρδοῦχοι ὁρῶντες ὀλίγους ἤδη τοὺς λοιπούς , ἐνταῦθα δὴ ἐπέκειντο
κατέχουσι δὲ καὶ τὰ μὲν ἐντὸς πρὸς τῶν Καδουσίων χώραν Καρδοῦχοι , καὶ Μαροῦνδαι , μέχρι τῆς Μαρτιανῆς λίμνης :
4806693 ῥοων
δὲ χώρας , ὥσπερ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ Κιλικίᾳ περὶ τῶν ῥοῶν εἴπομεν , οὐδὲ διὰ μίαν θεραπείαν . Ὡσαύτως δὲ
καὶ διὰ τῶν δυοῖν τόπων λαμβανόμενος : τὰ δὲ τῶν ῥοῶν κύτινα τὰ καὶ σίδια , ὁμοίως ποιεῖ : πολλάκις
4805936 Ἀσσυριοι
, ἡγεμόνα παρεχόμενοι Μεγάπανον τὸν Βαβυλῶνος ὕστερον τούτων ἐπιτροπεύσαντα . Ἀσσύριοι δὲ στρατευόμενοι περὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι εἶχον χάλκεά τε
Φρύγες δὲ Μήνῃ καὶ Αἰθίοπες Ἡμέρᾳ καὶ Κυλλήνιοι Φάλητι καὶ Ἀσσύριοι περιστερᾷ καὶ Πέρσαι πυρὶ καὶ Αἰγύπτιοι ὕδατι . καὶ
4805750 ἐφημερα
μετρίους τινάς , οὐκ εἰς περιουσίαν ἀλλ ' εἰς τὰ ἐφήμερα καὶ τὰ ἀναγκαῖα τοῦ βίου : μὴ διδόντων δὲ
Πλατωνικὸς ] καὶ Εὐδαίμων καὶ εἴ τις τοιοῦτος . πάντα ἐφήμερα , τεθνηκότα πάλαι : ἔνιοι μὲν οὐδὲ ἐπ '
4805358 Φλιασιοι
ἐκδίδωσιν ἐς τὴν ταύτῃ θάλασσαν . θυγατέρας δὲ αὐτοῦ γενέσθαι Φλιάσιοί φασι Κόρκυραν καὶ Αἴγιναν καὶ Θήβην : ἀπὸ μὲν
ὄργια πᾶσιν . οὗτος δ ' οὖν , ὡς οἱ Φλιάσιοί φασιν , ὁ Δυσαύλης κατεστήσατο ἐνταῦθα τὴν τελετὴν καὶ
4799015 σελινων
πόμα καὶ ἡ τροφὴ πᾶσα γινέσθω λεπτύνουσα , οἷον ἀπὸ σελίνων τε καὶ πράσων ἢ καυκαλίδος ἢ γιγγιδίου , ἔσθ
ἐπὶ τούτων ἁρμόζει καὶ ἡ κράμβη καταπλαττομένη κοπανισθεῖσα καὶ τῶν σελίνων τὰ φύλλα , ὁμοίως δὲ καὶ τῆς κονύζης .
4798972 περικαλλεας
ταὶ δ ' ἐκφόρεον καὶ ἀνάγκῃ . αὐτὰρ ἔπειτα θρόνους περικαλλέας ἠδὲ τραπέζας ὕδατι καὶ σπόγγοισι πολυτρήτοισι κάθαιρον . αὐτὰρ
νῦν νέκυας φορέειν καὶ ἄνωχθε γυναῖκας : αὐτὰρ ἔπειτα θρόνους περικαλλέας ἠδὲ τραπέζας ὕδατι καὶ σπόγγοισι πολυτρήτοισι καθαίρειν . αὐτὰρ
4798410 Αὐσονος
γενικῆς , ὡς Ἑλικωνίς τῆς Ἑλικῶνος , Βίστονος Βιστονίς , Αὔσονος Αὐσονίς . ἴσως δὲ καὶ τὸ Ἀβαντιάς ἀπὸ τοῦ
ἀπὸ Αὔσονος τοῦ Ἰταλοῦ καὶ Λευταρίας υἱοῦ ἄλλοι δὲ ἐξ Αὔσονος ἑτέρου φασί . * κλέτας τὴν κλιτὺν τὴν ἀκρώρειαν
4797890 κηριων
βδέλος ὁ ἀπὸ λύχνου , λιγνὺς καὶ κνίσσα ὁ ἀπὸ κηρίων καὶ ἐλαίων . καπνὸς ἀπὸ ξύλου , ἀτμὸς ἀπὸ
ὡς τοῦ μέλιτος εἶναι μᾶλλον ἐν αὐτῷ χρείαν ἢ τῶν κηρίων : πλύνεται γὰρ ταῦτα κατὰ τὸ ὕδωρ , οὐχ
4790485 ὀστρακα
ἕξουσι καθαρόν , δυσῶδες δὲ τὸ ὕδωρ . Οἱ δὲ ὄστρακα ἐκπυρώσαντες ἐμβάλλουσιν , ἄλλοι κρίθινον ἄρτον θερμὸν ἐν σπυρίδι
τῇ συνθέσει τῶν πίθων ἕνα διαρραγῆναι , καὶ τούτου τὰ ὄστρακα πλησιάζοντα διαρρῆξαι ἕτερον , καὶ τοῦτον πάλιν τὸν ἐγγύς
4789821 Ἱερειων
πρότερον ὠνομάζετο : εἶτα Σικελία ἐκλήθη , ὥς φησιν Ἑλλάνικος Ἱερειῶν τῆς Ἥρας β : ἐν δὲ τῶι αὐτῶι χρόνωι
πέλας οἴγειν ] εὐφημεῖτε : μελισσονόμοι . . . ἐξ Ἱερειῶν Αἰσχύλου . . . , . : Κασωλαβά :
4787621 ὑεν
ἀποστέλλουσιν ἐς Δελφούς : οὐ γὰρ δή σφισιν ἔτος δεύτερον ὗεν ὁ θεός . τούτοις αἰτοῦσιν ἐπανόρθωμα τοῦ αὐχμοῦ προσέταξεν
δὲ ἐπὶ ἔτη συμβάντος σφίσιν ἐννέα , ἐν οἷς οὐχ ὗεν ὁ θεός , τὰ μὲν ἄλλα ἀναξηρανθῆναί φασιν ὕδατα
4785340 δενδρεων
μὲν ῥίζας τὸ θέρος ὀρύσσοντες παντοίας , καρποὺς δὲ ἀπὸ δενδρέων ἐξευρημένους σφι ἐς φορβὴν κατατίθεσθαι ὡραίους καὶ τούτους σιτέεσθαι
χρέονται , κατάπερ λέγει Νέαρχος , λίνου τοῦ ἀπὸ τῶν δενδρέων , ὑπὲρ ὅτων μοι ἤδη λέλεκται . τὸ δὲ
4781490 Παφλαγονες
στιγματίας παρέχουσιν . τὰς δὲ Διὸς βαλάνους καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα Παφλαγόνες παρέχουσι : τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός .
φύσις . Τὴν δὲ Βιθυνίαν ἀπὸ μὲν τῆς ἀνατολῆς ὁρίζουσι Παφλαγόνες τε καὶ Μαριανδυνοὶ καὶ τῶν Ἐπικτήτων τινές , ἀπὸ
4779909 μαγαδιδες
. Σοφοκλῆς δὲ ἐν Θαμύρᾳ : πηκταὶ δὲ λύραι καὶ μαγάδιδες τά τ ' ἐν Ἕλλησι ξόαν ' ἡδυμελῆ .
πηκτίδα μαγάδιδος , λέγων οὕτως : Φοίνικες , πηκτίδες , μαγάδιδες , σαμβύκαι , ἰαμβύκαι , τρίγωνα , κλεψίαμβοι ,
4774981 Φωκαια
Φυτεάτης ὡς Γυθεάτης : ὁ γὰρ τύπος Ἀρκάσι συνήθης . Φώκαια , πόλις Ἰωνίας . Ἡρόδοτος πρώτῃ . λέγεται καὶ
Ἑλληνὶς , Ἄναια , Πανιώνιον , Ἐρασιστράτιος , Χαραδροῦς , Φώκαια , Ἀκαδαμὶς , Μυκάλη : ἐν τῇ Σαμίων χώρᾳ
4774153 υἱηες
' ἐπὶ τοῖσι Λιγυστιὰς ἕλκεται ἅλμη , ἔνθ ' Ἰταλῶν υἱῆες ἐπ ' ἠπείροιο νέμονται , ἐκ Διὸς Αὐσονιῆες ,
οἱ δ ' ἄρα μυδαλέοι , στυγερὸν τρομέοντες ὄλεθρον , υἱῆες Φρίξοιο φέρονθ ' ὑπὸ κύμασιν αὔτως : ἱστία δ
4767173 Λημνου
δοκεῖν , καὶ κινδυνεύειν περὶ τῶν ὑπολοίπων , περί τε Λήμνου καὶ Ἴμβρου καὶ Σκύρου καὶ Χερρονήσου , καὶ μελλόντων
συμφωνεῖ ἐν τοῖς διθυράμβοις , ὅτι δὴ οἱ Ἕλληνες ἐκ Λήμνου μετεστείλαντο τὸν Φιλοκτήτην Ἑλένου μαντευσαμένου . εἵμαρτο γὰρ ἄνευ
4766521 Ποντικοι
. Βορυσθένης ποταμὸς περὶ τὸν Πόντον , ὅθεν καὶ οἱ Ποντικοὶ Βορυσθενῖται , ὡς Μένανδρος λέγει : διεμέριζε γὰρ ὁ
Ἐκεῖθεν ἐπὶ Νίκαιαν φρουρουμένην Μιθριδατείῳ φρουρᾷ παραγίνεται . Οἱ δὲ Ποντικοὶ τὸν νοῦν τῶν ἐν Νικαίᾳ συνιδόντες ἐπὶ Ῥωμαίους ἀποκλίνοντα
4766509 Φωκαεων
, ἀπὸ Λαμψάκης , ἐπιχωρίας τινὸς κόρης . Ἔστι δὲ Φωκαέων κτίσμα , πάλαι Πιτυοῦσα λεγομένη , ὡς Δηΐοχος ὁ
: Ἀγάθη , πόλις Λιγύων ἢ Κελτῶν . Σκύμνος δὲ Φωκαέων αὐτήν φησιν ἐν τῇ Εὐρώπῃ . Τιμοσθένης δὲ ἐν
4766006 ναιεταασκον
πόλιν , ἀλλ ' ἀνὰ γαῖαν κεκριμέναι κατὰ φῦλα διάτριχα ναιετάασκον : νόσφι μὲν αἵδ ' αὐταί , τῇσιν τότε
αὖθι δὲ νήσωι / δὴν μάλα Φαιήκεσσι μετ ' ἀνδράσι ναιετάασκον , / εἰσότε Βακχιάδαι , γενεὴν Ἐφύρηθεν ἐόντες ,
4762289 Ψαμμητιχου
οἱ Ἕλληνες οὕτω ἐπιμισγόμενοι τούτοισι τὰ περὶ Αἴγυπτον γινόμενα ἀπὸ Ψαμμητίχου βασιλέος ἀρξάμενοι πάντα [ καὶ ] τὰ ὕστερον ἐπιστάμεθα
Ἀχαιμένεα μέν νυν ἐπιτροπεύοντα Αἰγύπτου χρόνῳ μετέπειτα ἐφόνευσε Ἰνάρως ὁ Ψαμμητίχου ἀνὴρ Λίβυς . Ξέρξης δὲ μετὰ Αἰγύπτου ἅλωσιν ὡς
4757673 Μιθριδατικα
μέγαν , τριακοσίων ἑξήκοντα μέχρι Διοσκουριάδος . Οἱ δὲ τὰ Μιθριδατικὰ συγγράψαντες , οἷς μᾶλλον προσεκτέον , Ἀχαιοὺς λέγουσι πρώτους
: Περὶ Ἀπάμειαν , φησὶ , τὴν Φρυγιακὴν κατὰ τὰ Μιθριδατικὰ , σεισμῶν γενομένων , ἀνεφάνησαν περὶ τὴν χώραν αὐτῶν
4753767 καυσιμα
. τὰ μὲν εἴποις ἂν τῶν ξύλων ἐργάσιμα τὰ δὲ καύσιμα . ἀλλὰ καὶ φλοιὸν καὶ φελλὸν καὶ ἀγκαλίδας ,
ἐν Ἀριστοφάνους Ἀχαρνεῦσιν . προσθετέον δὲ τῷ μαγείρῳ καὶ ξύλα καύσιμα καὶ κληματίδας καὶ ἐκκαύματα , εἰπόντος Σοφοκλέους ἐν Ἡρακλεῖ

Back