πολλῷ ταράχῳ κινουμένην . * ἐπήλασεν : ἀπεδίωξεν καὶ τὸ στεγνά : ἀντὶ τοῦ ὑμενώδη , ὡς τῶν ἀκρίδων .
πολλῷ ταράχῳ κινουμένην . * ἐπήλασεν : ἀπεδίωξεν καὶ τὸ στεγνά : ἀντὶ τοῦ ὑμενώδη , ὡς τῶν ἀκρίδων .
7104854 ἐργαλεια
Λαγγαρίας ἤτοι ἐν τῇ Λαγγαρίᾳ πόλει , τὰ δ ' ἐργαλεῖα καθιερώσει τῷ ναῷ τῆς Μυνδίας ἤτοι τῆς Ἀθηνᾶςποῖα ἐργαλεῖα
Γ [ τὰ ] ἐν τῷ μαγειρείῳ ⌈ τυγχάνει Γ ἐργαλεῖα Γ , τοῦ γελοίου χάριν ἄξαι φησὶ ταῦτα εἰς
7064934 ἰσχνα
οὐ κυΐσκουσιν αἱ τοιαῦται , καὶ εἰ κυήσειέν ποτε , ἰσχνὰ καὶ ἀσθενῆ τὰ παιδία τίκτουσι : πῶς οὖν ἀνακαθαίρονται
δὲ μηδὲ ἕτερον τούτων , ἀλλὰ μαλακά τε χρὴ καὶ ἰσχνὰ εἶναι τὰ ἀκρωτήρια : καὶ τὴν γαστέρα μαλθακὴν εἶναι
7056677 ἀντιστοιχα
τὰ συστελλόμενα δίχρονα ἐκταθῇ ἢ τὰ βραχέα εἰς τὰ μακρὰ ἀντίστοιχα αὐτῶν μετασταθῇ , οἷον κᾰλός κᾱλός , Ἀ̆πόλλων Ἀ̄πόλλων
ὑμῖν ὑμίν , ἢ τὰ φύσει μακρὰ εἰς φύσει βραχέα ἀντίστοιχα μεταστῇ [ φυσίζωος φυσίζος λαοσῶος λαοσόος ] : ἀργῆτα
7047267 κεκλιμενα
πυρὸς ἐπινεμομένου πολλὴν χώραν , φοβηθέντες τὰ μὲν πρὸς ἕω κεκλιμένα τῆς Σικελίας ἐξέλιπον , εἰς δὲ τὰ πρὸς δυσμὰς
' εἰ καὶ τὰ τοιαῦτά τις παραπέμψαιτο ὡς οὐ δεόντως κεκλιμένα , ἃ δὴ καὶ μάλιστα φυσικῆς εἴχετο ἀκολουθίας ,
7000810 Κεραυνια
καὶ τοὺς βοῦς βουκολεῖν . 〛 Κατὰ ταῦτά ἐστι τὰ Κεραύνια ὄρη ἐν τῇ Ἠπείρῳ , καὶ νῆσος παρὰ ταῦτά
περαίαν ἐκ τοῦ Βρεντεσίου πλοῦς ἐστὶν ὁ μὲν ἐπὶ τὰ Κεραύνια καὶ τὴν ἑξῆς παραλίαν τῆς τε Ἠπείρου καὶ τῆς
6933938 γερρα
ἁπλοῦς . γεῖσα : ἅπαντα τὰ ἐξέχοντα τῶν τοίχων . γέρρα : δύο σημαίνει , τάς τε πλεκτὰς ἀσπίδας καὶ
. γέρρον Περσικὰ μὲν εἰσὶν ὅπλα : κυρίως δὲ τὰ γέρρα : κατὰ χρηστικῶς δὲ καὶ ἅπαν σκέπασμα , εἶτε
6914777 εἱλουμενα
, θέοντα περιθέοντα , στρεφόμενα , περιστρεφόμενα , κυκλούμενα , εἱλούμενα περιειλούμενα , περιαγόμενα . καὶ τὰ ἀπ ' αὐτῶν
τὸ δὲ ναρκίσσῳ : τὰ δὲ δάκρυα τῶν ὀφθαλμῶν ἔνδον εἱλούμενα γελᾷ . τοιαῦτα Λευκίππης ἦν τὰ δάκρυα , αὐτὴν
6829027 περικαρπια
Ἡ δὲ ῥίζα τῶν δένδρων ἀρχή τις οὖσα καὶ τὰ περικάρπια συνεξομοιοῖ τὰ ἐφ ' ἑαυτῆς . Περὶ μὲν οὖν
βλαστάνῃ , ταῦτ ' ἀποπίπτει καὶ τὰ τοῦ καρύου καλυκώδη περικάρπια γίνεται συμμεμυκότα κατὰ τοῦ μίσχου , τοσαῦτα ὅσα καὶ
6813838 παιδισκαρια
Ἀπόλλωνα ὄψει , ἢ Ἐνδυμίωνα ἢ Γανυμήδην . “ τὰ παιδισκάρια ἔχαιρον , καὶ ἓν τῶν κορασίων εἶπεν ” ἐμοὶ
παιδάρια , χιτῶνας ἔχοντα ἡνιοχικοὺς καὶ πετάσους . Παραναβεβήκει δὲ παιδισκάρια , διεσκευασμένα πελταρίοις καὶ θυρσολόγχοις , κεκοσμημένα ἱματίοις καὶ
6768044 μανα
ὅσοις δ ' ἐναντίως , ἀφρονεστάτους . καὶ ὧν μὲν μανὰ καὶ ἀραιὰ κεῖται τὰ στοιχεῖα , νωθροὺς καὶ ἐπιπόνους
γίνεται , καὶ κωπεῶνες ἐκ τούτων κάλλιστοι : τὰ δὲ μανὰ μᾶλλον εἰς βάθος καὶ πάχος , δι ' ὃ
6767027 ἀναλαμβανεσθω
κηροῦ βραχυτάτου , ὡς μόνον παχυτέραν ἐργάσασθαι τὴν ἐμβροχήν . ἀναλαμβανέσθω δὲ πάντα δι ' ἐρίων οἰσυπηρῶν καὶ ἐπιτιθέσθωσαν ἐν
ἀεὶ δ ' ἀνατιτραμένου τοῦ κρανίου , στέατι τὰ ψήγματα ἀναλαμβανέσθω ἢ ἐρίῳ περὶ μηλωτρίδα εἰλημένῳ , ἵνα μὴ τὸ
6749890 Καλειται
μεθύοντα καὶ ἐπὶ κῶμον παραγενόμενον πρὸς τὴν ἐρωμένην . : Καλεῖται δ ' ἡ μὲν σατυρικὴ ὄρχησις , ὥς φησιν
τούτου ἐπὶ τοῦ στόματος τοῦ Πόντου εἰσὶ στάδιοι φʹ . Καλεῖται δὲ Ἀνάπλους ὁ τόπος ἀνὰ Βόσπορον μέχρι ἂν ἔλθῃς
6740430 πινακισκους
πᾶσα καὶ λοπάδιον καὶ χύτρα χαλκῆ γέγονε : τοὺς δὲ πινακίσκους τοὺς σαπροὺς τοὺς ἰχθυηροὺς ἀργυροῦς πάρεσθ ' ὁρᾶν :
Φορμίσιος παρὰ τοῦ βασιλέως πλεῖστα δωροδοκήματα , ὀξύβαφα χρυσᾶ καὶ πινακίσκους ἀργυροῦς . κυάθους ὅσους ἐκλεπτέτην ἑκάστοτε σκευάρια δὴ κλέψας
6713042 κυμβαλα
τοῦ μ . . . . . . κύμβαλα : κύμβαλα : παρὰ τὸ κυφόν , κύφαλά τινα ὄντα .
κακὴ τύχη λάβοι χαριτογλωσσεῖν ἡμᾶς θέμις - μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως :
6680255 δυσμικωτερα
. . . . ξ βόρειον β Τῶν λιμνῶν ἡ δυσμικωτέρα νζ νότου Ϛ ἡ ἀνατολικωτέρα τῶν λιμνῶν . .
καὶ πεντήκοντά που νοτιωτέρα τῆς Μαγνοπόλεως , ὅσον καὶ Ἀμάσεια δυσμικωτέρα αὐτῆς ἐστιν : ἐν δὲ τοῖς Καβείροις τὰ βασίλεια
6664175 χυτριδια
Προσαριθμητέον δὲ τούτοις καὶ τὰ τοῦ μαγείρου σκεύη , χύτρας χυτρίδια χυτρίδαςζετραίαν δὲ τὴν χύτραν οἱ Θρᾷκες καλοῦσι λοπάδας λοπάδια
μόνος ; Τὰ λοιπὰ τηρῶ σκευάρια τὰ τῶν θεῶν , χυτρίδια καὶ σανίδια κἀμφορείδια . Ἐξῳκίσαντο δ ' οἱ θεοὶ
6644087 διεφθα
ἐν κρομμύοισι καὶ κοριάννοισιν , ἐν ἅλμῃ γλυκείῃ καὶ λιπαρῇ δίεφθα : κρεῶν δὲ μάλιστα μὲν συὸς , δεύτερον δὲ
τὴν ἰσχὺν ἀμφότερα , ἐς δὲ τὴν διαχώρησιν τὰ μὲν δίεφθα ἐπιτήδεια , τὰ δὲ ὀπτὰ στασιμώτερα : τὰ δὲ
6640625 τηκων
μέλδειν τήκειν : “ κνίσῃ μελδόμενος , ” ὅ ἐστι τήκων . μελεδήματα μεριμνήματα , ἀπὸ τοῦ τὸν μεριμνῶντα οἷον
θάλασσα . κατασμύχων : λεπτύνων , καίων , ξαίνων , τήκων . τὸ πᾶν λίθος : ὅλη λευκὴ οἷον ἄγαλμα
6626983 τραχωματα
οὐδὲ οὐκέτι μεϲολαβεῖν τι ἕτερον αὐτῶν παρακελεύεται . τὰ τοίνυν τραχώματα , ἅπερ καὶ δαϲύματα πρόϲ τινων κέκληται , ἐκ
ιε : ἔϲτι δὲ καὶ ἕτερα κολλύρια ποιοῦντα πρὸϲ τὰ τραχώματα , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ φοῖνιξ καὶ ὁ Διόνυϲοϲ καὶ
6623215 ῥυπαρα
βλαβήσεται : ἔσται γὰρ ἡ γυνὴ μοιχαλίς , πολύκοινος , ῥυπαρά . Σελήνης Διδύμοις : ὁ γήμας ἐν τῇ βʹ
καὶ ἀνώμαλα τὰ ἕλκη θεωρεῖται , κατὰ μὲν τὸ πλεῖϲτον ῥυπαρά , ὀχθώδη , λευκανθίζοντα , εἰδεχθεῖϲ ἐπιπάγουϲ ἔχοντα ,
6611712 ἐξηρτυε
ἀρετὴν τῶν ὕστερον καθῃρηκότων . ὁ μὲν δὴ Νίγρος οὕτως ἐξήρτυε τὰ καθ ' ἑαυτὸν προμηθέστατα καὶ ἀσφαλέστατα , ὡς
τινες Παρθυαίων αὐτόμολοι ἢ χρήμασιν ἀναπεισθέντες ἠκολουθήκεσαν αὐτῷ βοηθήσοντες , ἐξήρτυε δὴ Γερμανοῖς ἀντιτάξων . μάλιστα γὰρ τοιοῦτος στρατὸς ὀχληρὸς
6611671 ἀγρωσσοντες
Περιπλέγδην κρεμόνεσσι Ὀπταλέα κρέα ἐκ τέφρης ἐπάσαντο τά τ ' ἀγρώσσοντες ἕλοντο . Τρὶς δ ' ἀπομαξαμένοισι θεοὶ διδόασιν ἄμεινον
δίκην , κύκνοισιν ἰνδαλθέντες εὐγλήνοις δομήν . ῥάμφεσσι δ ' ἀγρώσσοντες ἐλλόπων θοροὺς φερώνυμον νησῖδα νάσσονται πρόμου , θεατρομόρφῳ πρὸς
6603725 Ἐθνη
ὑμεῖς μὴ ἀλλοιώσετε νόμον Θεοῦ ἐν ἀταξίᾳ πράξεων ὑμῶν . Ἔθνη πλανηθέντα καὶ ἀφέντα τὸν Κύριον ἠλλοίωσαν τάξιν αὐτῶν ,
Τί πονηρότατον νομίζετε τῶν ἐν τῇ πόλει πάντων ἐθνῶν ; Ἔθνη ἰδίως οἱ Ἀττικοὶ τὰ συστήματα καὶ τὰς τέχνας ἔλεγον
6600079 Δελφικα
κεφαλῆς χρυσοῦν καὶ ἀμύκλας ἐν τοῖς ποσὶ χαλκᾶς καὶ στέμματα Δελφικὰ ἐν ταῖς χερσὶν ἐπήιει τὰς πόλεις , δόξαν περὶ
πρεσβύτατος τῶν Ἠμαθίωνος παίδων , καθὰ Μελισσεύς φησιν ὁ τὰ Δελφικὰ συνταξάμενος . Ἑλικὼν δὲ καὶ Κιθαιρὼν ἀπὸ Ἑλικῶνος καὶ
6599012 ἀνθρωπαρια
. : ἐπιχωριάζειν δὲ παρ ' αὐτοῖς διὰ τὴν τρυφὴν ἀνθρωπάρια μικρὰ καὶ τοὺς † σκοπαίους , ὥς φησιν ὁ
ὡς ἔστιν πολύνουν . “ ἄλλος : ” ταῦτα τὰ ἀνθρωπάρια τὰ λειπόμενα τῇ μορφῇ φρένας ἔχει : ἠρώτησεν γὰρ
6594909 παναγρον
. λύγους : βρόχους . ταναόν : , μακρόν . πάναγρον : . Αἰχμήν : δουρόν . τριγλώχινα : τριῶν
ὑποχὰς καὶ σαγήνας καὶ καλύμματα καὶ πέζας καὶ σφαιρεῶνας καὶ πάναγρον . Φασὶ τὴν τρίγλαν ἥδεσθαι ἐν παντὶ ῥύπῳ καὶ
6594115 σχιστας
ἂν ἀλφάνῃ ; Οὐ δεινὰ ταῦτα δὲ Ἀργείας φέρειν , σχιστὰς ἐνεργεῖν . Χῖος δεσπότην ὠνήσατο . Οὐκ ἐσωφρόνησας ,
' ἴσχει θύρα . οὐ δεινὰ ταῦτα δὲ Ἀργείας φορεῖν σχιστὰς ἐνεργεῖν . ῥέγκειν δὲ τοὺς ὅλμους . οἴμοι τῶν
6594052 τροφιμα
αἱ δὲ ἄλλαι ἁλυκώτεραι . τὰ δὲ ὠτία δύσπεπτα , τρόφιμα δὲ μᾶλλον τηγανιζόμενα , αἱ δὲ φωλάδες εὔστομοι ,
ἔδεσμα τῶν ἐμπλαττομένων ὑπάρχον . ὥσπερ γὰρ εὔχυμά τε καὶ τρόφιμα πάντα ἐστὶ τὰ τοιαῦτα τῶν ἐδεσμάτων , οὕτως βλάπτει
6591689 φυλλοβολα
. Πάντα δὲ κάρπιμα ἢ ἄκαρπα , καὶ ἀείφυλλα ἢ φυλλοβόλα , καὶ ἀνθοῦντα ἢ ἀνανθῆ : κοιναὶ γάρ τινες
τὰ δένδρα τριχῶς ὀνομάζονται : τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν λέγονται φυλλοβόλα , τὰ δὲ ἀειθαλῆ , τὰ δὲ κρυψίφυλλα .
6590333 οἰσυπηρα
λυχνώματα . “ κηρωτὴν ” δὲ ἔμπλαστρον φάρμακον . Γ οἰσυπηρά ] ῥύπου πεπληρωμένα . οἰσύπη δέ ἐστι τὸ διαχώρημα
συλλαβὴν ἐκτείνουσιν , ὡς καὶ χρυσίδιον καὶ τὰ ὅμοια . οἰσυπηρά : οἷον : οἰσυπηρὰ ἔρια , τὰ ῥυπαρά .
6588691 κυφα
εἴρηται , ὁ δυσχερῶς τινὶ κολλώμενος . Κύμβια : τὰ κύφα ἐκπώματα . Κύμβαλα : οἷον κύφαλά τινα ὄντα :
εἴρηται , ὁ δυσχερῶς τινὶ κολλώμενος . Κύμβια : τὰ κύφα ἐκπώματα . Κύμβαλα : οἷον κύφαλά τινα ὄντα :
6585013 τοξευματα
οἱ μὲν παλτά , οἱ δὲ λίθους , οἱ δὲ τοξεύματα . . παραυτόθεν : αὐτίκα , ἀπὸ τοῦ παρόντος
κάτω τοῦ τόξου τῷ ἀριστερῷ ποδὶ προσβαίνοντες . τὰ δὲ τοξεύματα ἐχώρει διὰ τῶν ἀσπίδων καὶ διὰ τῶν θωράκων .
6575578 θηρευτικα
, πλησίον αὐτοῦ ἱσταμένην καὶ βαστάζουσαν δίκτυα καὶ ἄλλα ὄργανα θηρευτικά , δηλοῦντας διὰ τούτου ὅτι ἡ Τύχη ὑπὲρ αὐτοῦ
τίκτεσθαι ὑμῖν μόσχους τε ἁδροὺς καὶ πώλους γενναίους καὶ σκυλάκια θηρευτικά , πότερον ἐξ ἁπάντων ὁμοίως γεννᾶτε , ἢ προθυμεῖσθε
6575075 πολυτροφωτερα
βρομώδεις δέ . τὰ δὲ τήθη παραπλήσια τοῖς προειρημένοις καὶ πολυτροφώτερα . λέγεται δέ τινα καὶ ἄγρια ὄστρεα πολύτροφα καὶ
ἕωλα κουφότερα καὶ ὀλιγοτροφώτερα , τὰ δὲ πρόσφατα βαρύτερα καὶ πολυτροφώτερα . καὶ τοῦτο δῆλον ἐπὶ τῆς αὐτοψίας ? ?
6574882 Ἀλπεια
Ἰονίας θαλάσσης . οἱ κατοικοῦντες Ἄλπειοι . καὶ Ἄλπεις καὶ Ἄλπεια ὄρη καὶ Ἄλβια . διχῆ γὰρ ἡ γραφή ,
αὐτοῖς : Σπάρτακον δὲ διὰ τῶν Ἀπεννίνων ὀρῶν ἐπὶ τὰ Ἄλπεια καὶ ἐς Κελτοὺς ἀπὸ τῶν Ἀλπείων ἐπειγόμενον ὁ ἕτερος
6573579 ἐμβαλλομενα
: αἱ χοινικίδες , αἱ πλῆμναι : ἐνήλατα : τὰ ἐμβαλλόμενα ταῖς χοινικίσιν : ἐνήλατα : οἱ πασσαλίσκοι οἱ πρὸς
ὀλίγον ὑποκαίοντα ἢ ἄνθραξιν , ὡς μὴ φρύγηται : καὶ ἐμβαλλόμενα πάντα ἄνυδρα ἔστω , καὶ τὰ ἕλκεα μὴ τεγγέσθω
6570926 παραιτεισθωσαν
ἢ κόσσυφον ἢ σκορπίον ἢ σκάρον . τοὺς δὲ λιπαροὺς παραιτείσθωσαν καὶ κητώδεις , οἷον σκόμβρον καὶ πηλαμύδας : πάντες
παντοίως ἐσθιόμενα καὶ ἡ μαλάχη . τὰ δὲ ἄλλα πάντα παραιτείσθωσαν καὶ μάλιστα τὴν κράμβην καὶ τὰ ἄγρια τῶν λαχάνων
6568738 λιμναια
νέον γλάγος . ὡς λιμνῆτις ἅπαν ἐκ βδέλλα : ὡς λιμναία βδέλλα , παρὰ τὸ βδάλλειν καὶ οἷον ἐξαμέλγειν τὸ
καὶ δύσπεπτος , αἱ σφύραιναι τῶν γόγγρων τροφιμώτεραι . ἡ λιμναία ἔγχελυς τῆς θαλασσίας εὐστομωτέρα καὶ πολυτροφωτέρα . τῷ μελανούρῳ
6563755 κρεη
καὶ μὴ γαλακτάρια , ὡσαύτως καὶ ἐρίφους γαλακτεροὺς καὶ ὅσα κρέη πρόβεια τῶν νέων καὶ εὐνούχων , ψαχνὰ καὶ δίεφθα
πάντας ἀπέχειν καὶ τοῖς γλίσχροις τῶν λαχάνων καὶ πάντα τὰ κρέη τὰ παστά . Ὁ Νοέμβριος φλέγμα ὑγρὸν κυριεύει .
6561486 ἐνυγρα
δὲ τραχὺ δυσβλαστές : τὰ δὲ ἄκρα καὶ ἁπαλὰ καὶ ἔνυγρα καθάπερ τὸ κλῆμα καὶ ἡ κράδη : καὶ ἐπὶ
: ξηρὰ γὰρ τὰ ἐπάνω , τὰ κάτω δ ' ἔνυγρα : χυλὸς δὲ οὔτε ἐν ξηρότητι οὔτε ἐν ὑγρότητος
6553286 Θερος
ὁ ἄρχων τῶν πύργων Ἀρκαήλ . Ἔαρ : Ἀθεριούμ . Θέρος : Ἀχλαούμ . Μετόπωρον : Ἀπβριούμ . Χειμών ,
Ἀαρίθ . Χειμών : Βελτατουθήλ . Ἔαρ : Ἀμνύ . Θέρος : Ἀχριχί . Μετόπωρον : Βαγλάγ . Χειμών :
6552184 ἀνατεταμενα
ἀετοί , εἰκόνες βασίλειοι , στέμματα , πάντα χρυσᾶ , ἀνατεταμένα ἐπὶ ξυστῶν ἠργυρωμένων . . . . ὀξύτης :
] καιόμενα γὰρ τὰ ξύλα πίσσαν ἀνίησιν . ἐξορθιάζων ] ἀνατεταμένα βοῶν . ταυρούμενον ] ἢ ἐμὲ ζημίαν μεμφόμενον ἢ
6533511 ταπητας
. Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα , Σελήνης ἐν Ταύρῳ
κορήσατε ποιπνύσασαι ῥάσσατέ τ ' ἔν τε θρόνοις ' εὐποιήτοισι τάπητας βάλλετε πορφυρέους : αἱ δὲ σπόγγοισι τραπέζας πάσας ἀμφιμάσασθε
6524383 Ζαραξ
ἤγουν φύλαξ τῶν κοιλοτήτων τῶν πετρῶν ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν ὦ Ζάραξ ἔχων κοίλας πέτρας . Ὀφέλτης καὶ Ζάραξ ὄρη Εὐβοίας
τοῦ εἰπεῖν ὦ Ζάραξ ἔχων κοίλας πέτρας . Ὀφέλτης καὶ Ζάραξ ὄρη Εὐβοίας περὶ ἃ γέγονε τὰ ναυάγια τῶν Ἑλλήνων
6518255 ϲμηκτικα
τὸ διὰ βδελλίου καὶ ϲτύρακοϲ Φιλαγρίου ριδ Κολλύρια τραχωματικὰ καὶ ϲμηκτικά ριε Κολλύρια ἔνϲτακτα καλούμενα πρὸϲ ἀμβλυωπίαϲ ριϚ Κολλύριον τὸ
τὸ διὰ βδελλίου καὶ ϲτύρακοϲ Φιλαγρίου ριδ Κολλύρια τραχωματικὰ καὶ ϲμηκτικά ριε Κολλύρια ἔνϲτακτα καλούμενα πρὸϲ ἀμβλυωπίαϲ ριϚ Κολλύριον τὸ
6511118 πολυφυλλον
μὲν φύλλον ἐγγὺς τοῦ τῆς ἰτέας , πολύοζον δὲ καὶ πολύφυλλον καὶ τὸ δένδρον ὅλως μέγα : τὸν δὲ καρπὸν
' ἐπικηρότατον ὁ πίσος : πρὸς μὲν τὰς ἐρυσίβας ὅτι πολύφυλλον καὶ χαμαισχιδὲς καὶ εὐαυξές : συμπληροῖ γὰρ τὸν τόπον
6504469 Ὀμανα
Ὀλύνθου τοῦ Ἡρακλέους . ὁ πολίτης Ὀλύνθιος καὶ Ὀλυνθία . Ὄμανα , πόλις τῆς εὐδαίμονος Ἀραβίας . Γλαῦκος δευτέρῳ Ἀραβικῆς
κόλπος ἐστὶ συναφὴς ἐπὶ βάθος ἐνδύνων εἰς τὴν ἤπειρον , Ὄμανα , σταδίους ἔχων ἑξακοσίους τὸ διαπέραμα , καὶ μετ
6497500 ἀπεσπατο
ἐπὶ τῶν κακὰ ἑαυτοῖς ἐπισπωμένων . Κροῖσος γὰρ ἑαυτῷ πολέμιον ἀπεσπᾶτο Κῦρον . Ἀντλεῖ ἀμφοτέροις : ἐπὶ τῶν σπουδῇ τι
δὲ τῇ παιδὶ διαλαχόντες ἐφηδρεύομεν . καὶ οὕτως ἐγένετο . ἀπεσπᾶτο μὲν ἡ Κλειώ , ἡ δὲ παρθένος ἐν τῷ
6495819 διυγρα
ἰδίως δυσπνοϊκῶν καὶ ἀναφορικῶν οὕτω καλουμένων , ἀφρώδη τε καὶ δίυγρα καὶ γλίσχρα καὶ παχέα ἐσύστερον τὰ ἀναπτυόμενα , ἃ
] αὐτάδελφα ἢ πολυνεικῆ . ὁμώνυμα ] πολυνεικῆ . θ δίυγρα : ζῶντα πήματα χεόμενα καὶ πολλά . τριπάλτων δὲ
6491740 φυσιζωος
φύσει βραχέα εἰς φύσει μακρὰ ἀντίστοιχα μεταστῇ , οἷον φυσίζοος φυσίζωος , λαοσσόος * λαοσσῶος , τιθέμενος τιθήμενος , Διόνυσος
ἐν τῇ Δ Ἰλιάδος . τῶν πεποιημένων ἡ λέξις . φυσίζωος ἡ τὰ πρὸς τὸ ζῆν φύουσα . φυταλίη κῆπος
6490238 σκηνωματα
σκήνεσιν : φησὶν ὅτι τῶν ἵππων ἀποθνησκόντων , σηπόμενα τὰ σκηνώματα γεννῶσι τοὺς σφῆκας , τῶν δὲ ταύρων ὁμοίως σηπομένων
Ὅτι Κλεανδρίδας τὸν πόλεμον νικήσας προῆγε τοὺς στρατιῶτας εἰς τὰ σκηνώματα τῶν ἐναντίων , δεικνὺς ἄλλον ἀλλαχοῦ πεπτωκότα ἐκ τοῦ
6469604 διατεταμενα
ἱστορίαν κρῖναι δυνήσεται . ἱστορήσαντος γάρ τινος , ὅτι ἀνθρώπῳ διατεταμένα τὰ ἀγγεῖα ἔχοντι καὶ βαρυνόμενα αἱμοῤῥαγία ἐγγενομένη περιέγραψε τὸ
κάθαρσις φλεγματώδης , καὶ φανεῖται ὑμενώδης , καὶ ὥσπερ ἀράχνια διατεταμένα ἐν ταύτῃ ἔσται : καὶ πείσεται μὲν τὰ αὐτὰ
6467402 φρασωμεν
: οὕτω γάρ τι ἔχομεν κακῶς ὡς ἄγνωστοι εἶναι . φράσωμεν αὐτοῖσιν οἵτινές εἰμεν , καὶ αὐτοὺς ἐρώμεθα καθότι ταύτῃ
τῆς αὐτῆς ἰδέας ἐστίν . Φέρε δὴ καὶ περὶ οἴκου φράσωμεν . οἶκος , οἰκία , οἴκησις , οἰκητήριον ,
6466384 γεωργικα
συγκοπὴν τῆς σα συλλαβῆς . Διὰ τοῦ χαλκοῦ δὲ τὰ γεωργικὰ ἔργα εἰργάζοντο , διά τινος βαφῆς στεῤῥοποιοῦντες αὐτόν .
ἀναγκαιοτάτην ἄρδῃ καὶ ἐποχετεύῃ τοῖς φυτευθεῖσι καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα γεωργικὰ πᾶσιν ἐγχειρῇ , ὁ δ ' αὖ μουσικὸς αὐλοῖς
6462311 ἐπικαυματα
μέτωπον καὶ τοὺς κροτάφους . πρὸς περιωδυνίας , φλυκταίνας , ἐπικαύματα , σταφυλώματα , προπτώσεις , ὑποπύους ὀφθαλμούς , ῥεύματα
Θρίδακος ἀγρίας ὀπὸς ἄργεμά τε καὶ ἀχλύας ἀποκαθαίρει καὶ πρὸς ἐπικαύματα ποιεῖ μετὰ γυναικείου γάλακτος ὑπαλειφόμενος . Ὀξυδερκές : ῥοῶν
6455781 πυρινα
τούτων κριθέων ἄχυρα ἑψεῖν . Ἢ ἀρωμάτων ὕδατι συναφεψεῖν πίτυρα πύρινα . Ἢ ἀσταφίδος ἀποβρέγματι πίτυρα πυρῶν ἑψεῖν , ἢ
' ἅπαντα φθαρτὰ πλὴν τῶν στοιχείων . , Ἐ . πύρινα [ . εἶναι τὰ ἄστρα ] ἐκ τοῦ πυρώδους
6450543 κεραμεα
περανθεῖεν κότυλοι καὶ πάντα κάναστρα : γίνεται δ ' οὐ κεράμεα μόνον ἀλλὰ καὶ ἄλλης ὕλης , ὥσπερ οἱ κότυλοι
τ ' ἐπιθεὶς τὸν ἡθμόν . ταῦτα δ ' ἐστὶ κεράμεα ποτήρια καὶ λέγεται ἀπὸ τοῦ κυλίεσθαι τῷ τροχῷ :
6449239 θραυσματα
: ἀεὶ δ ' ἐν ταῖς τῶν τοιούτων δοκιμασίαις τὰ θραύσματα φεῦγε : ἐκλέγου δὲ τὰ ἀπὸ μιᾶς ῥίζης ἔχοντα
. ἄλφιτα κυρίως μὲν τὰ ἀπὸ πεφρυγμένων καὶ ἀλεσθεισῶν κριθῶν θραύσματα , καταχρηστικῶς δὲ καὶ τὰ ἀπὸ πυρῶν ῥάοκων .
6445535 παραθαλασσια
κόλπων ἐκ τῆς ἀνατολῆς ὑπερκερώσης , ἐκδέχεται [ τὰ ] παραθαλάσσια μέρη τῆς Σκυθίας παρ ' αὐτὸν κειμένης τὸν βορέαν
ὥρας ἐν ἑωυτῇ ἀξίας θώματος . Πρῶτα μὲν γὰρ τὰ παραθαλάσσια [ τῶν καρπῶν ] ὀργᾷ ἀμᾶσθαί τε καὶ τρυγᾶσθαι
6443203 Βαρυνεται
ἔχει τὸ κάλλιστα , ἔσχατα , ἥδιστα , πρῶτα . Βαρύνεται καὶ ὅσα ἐκ μεταλήψεώς ἐστι τῶν εἰς θεν ,
ἐστίν , οὐ συνυπάρχον τῷ εἰς δον λήγοντι ἐπιρρήματι . Βαρύνεται καὶ ὅσα οὐκ ἐν ὁμοφωνίᾳ γίνεται πληθυντικῶν οὐδε -
6440510 ῥαπτομεν
ἀνιηθεὶς σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκοιο . εἰνάετες γάρ σφιν κακὰ ῥάπτομεν ἀμφιέποντες παντοίοισι δόλοισι , μόγις δ ' ἐτέλεσσε Κρονίων
πονούμενοι , οἷον ἐνεργοῦντες : “ εἰνάετες γάρ σφιν κακὰ ῥάπτομεν ἀμφιέποντες . ” ἀμφαφόωντα διὰ χειρὸς ἔχοντα , ψηλαφῶντα
6439176 ὑπογεγραμμενα
τοὐπίσω ἢ καὶ πρόσω ἐπικεκαμμένον ἔχουσα , ὡς ἔχει τὰ ὑπογεγραμμένα . Τὸ δ ' ὄρθιον τοῦτο καὶ πλάγιον οὐ
ἐν ἑκάστῳ οὖν οἴκῳ τοῦ Διὸς ἀστὴρ γινόμενος ἀποτελεῖ τὰ ὑπογεγραμμένα . Ἐπὰν ἐπιστῇ τῷ κριῷ ὁ τοῦ Διὸς ἀστήρ
6434129 ἐμπυρα
ποτὲ φαίνετο κύκλος ἀλήτης : ὡς δὲ ταλαντεύει μέσον ἤματος ἔμπυρα φαίνων , ἕλκων θερμὰ λέπαδνα καὶ αἰθαλόεσσαν ἱμάσθλην ,
συμβαίνει . ̈ . , Θ . γεώδη μέν , ἔμπυρα δὲ τὰ ἄστρα . , Θ . γεοειδῆ τὸν
6432908 μαγαδιδες
. Σοφοκλῆς δὲ ἐν Θαμύρᾳ : πηκταὶ δὲ λύραι καὶ μαγάδιδες τά τ ' ἐν Ἕλλησι ξόαν ' ἡδυμελῆ .
πηκτίδα μαγάδιδος , λέγων οὕτως : Φοίνικες , πηκτίδες , μαγάδιδες , σαμβύκαι , ἰαμβύκαι , τρίγωνα , κλεψίαμβοι ,
6428233 καταλελειμμενα
Συρακοσίους , καὶ νυκτὸς εἰς τὸν λιμένα πλεύσαντα διαφθεῖραι τὰ καταλελειμμένα τῶν πλοίων . τοῦτο δ ' ἔπραξε νομίζων ἀντιπερισπασμόν
ὄντας φυλάττειν , πολλάκις δὲ ὁπότε μεταστρατοπεδεύοιτο , εἰ αἴσθοιτο καταλελειμμένα παιδάρια μικρὰ ἐμπόρων , ἃ πολλοὶ ἐπώλουν διὰ τὸ
6426846 ἐπιθαλασσια
ἐς Πελοπόννησον : ἡ ἐς ἀντὶ τῆς περί . τὰ ἐπιθαλάσσια : ἡ ἐπί ἀντὶ τῆς παρά . ἐπ '
ἀκτὴν εἶναι ἄλσος . πολλὰ γὰρ εὕροι τις ἂν ἄλση ἐπιθαλάσσια . ἰτέαι ὠλεσίκαρποι . † ) σημείωσαι ὅτι ἄκαρπα
6425545 κριμνα
, ἕωθεν ἀπηθήσας , τὸ καθαρὸν ἐς χύτρην ἐγχέας , κρίμνα πύρινα ἐμβαλὼν , ὄξος λευκὸν ὅσον κύαθον ἐπιχέας ,
” εἶπε “ ζῇς βίον ταλαιπώρου , ἐν πυθμέσιν γῆς κρίμνα λεπτὰ βιβρώσκων . ἐμοὶ δ ' ὑπάρχει πολλὰ καὶ
6423961 γελγη
τῷ γρυμαιοπώλῃ με περιμένειν : καίτοι προηγόρευτο αὐτῷ ἐπὶ τὰ γέλγη ἀπαντᾶν . Ἀλλ ' εἰς καιρὸν οὑτοσὶ αὐτὸς ἐμπολήσας
τὸν λιβανωτόν , κεὐθὺ τῶν ἀρωμάτων , καὶ περὶ τὰ γέλγη . εἴη δ ' ἂν καὶ μαγειρεῖα τῶν πόλεως
6418176 ἡπατα
Γῆς . περὶ ταύτην οἱ λαγοὶ σχεδὸν πάντες ἁλίσκονται δύο ἥπατα ἔχοντες , ὡς Θεόπομπος ἱστορεῖ καὶ Φαβωρῖνος . Βυζαντίων
ἐπιβουλήν . Εἰσὶ δὲ λαγῲ ἐν Βισάλταις οἳ διπλᾶ τὰ ἥπατα ἔχουσιν , ὡς Θεόπομπος λέγει . Ἔστι δὲ καὶ
6415895 μελιπηκτα
καὶ ἀλεκτορίδες οἰκουροί : εἶτα γαλάκτια ποικίλα , τὰ μὲν μελίπηκτα τὰ δ ' ἀπὸ ταγήνου πυτίας μοι δοκεῖ καλοῦσιν
ὡς ἐν τῷ γαμικῷ νόμῳ γέγραπται , ἀπείρηται ᾠὰ καὶ μελίπηκτα δίδοσθαι . . . . Χάλκις : . .
6415355 ὀρεινα
χρείᾳ τῇ τε τῶν ξύλων καὶ τῇ τῶν καρπῶν τὰ ὀρεινά : πλὴν ἀχράδος καὶ ἀπίου καὶ μηλέας : αὗται
Μετὰ δὲ τὸν Μάκραν ἐστὶν ὁ Μασσύας ἔχων τινὰ καὶ ὀρεινά , ἐν οἷς ἡ Χαλκὶς ὥσπερ ἀκρόπολις τοῦ Μασσύου
6410258 ὑπολοιπα
συντάξεως κατὰ τὸ ἑξῆς εἰρήσεται . . Ἐπεὶ οὖν τὰ ὑπόλοιπα τῶν μερῶν τοῦ λόγου ἀνάγεται πρὸς τὴν τοῦ ῥήματος
Ζυγός , Τοξότης , Ὑδροχόος , θηλυκὰ δὲ τὰ τούτων ὑπόλοιπα : Ταῦρος , Καρκίνος , Παρθένος , Σκορπίος ,
6409005 χαλκα
μὲν καὶ ὁ ποιητικὸς ὑπὲρ αὐτῶν λόγος ὑμνεῖται , τὸ χαλκᾶ καὶ σιδηρᾶ δεῖν εἶναι τὰ τείχη μᾶλλον ἢ γήινα
κλήρων ὑπὸ τῶν κληρουμένων . ἔοικε δ ' εἶναι ταῦτα χαλκᾶ , ὡς ὑποσημαίνει Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ ὀνόματος
6406646 ὀστρεια
κανόνα τὸν προλεχθέντα καὶ ὅσα ὀστρακώδη τὰ λεγόμενα ζῳόφυτα τουτέστιν ὄστρεια , παγούρους καὶ ἀστακοὺς καὶ ὀμύδια , κτένια καὶ
, γηγενὴς ἄνθρωπος . ἐπεὶ πάλαι δεδείπναμεν πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινα ἰδὼν γέροντι φῦκος ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους
6404446 κυλικια
γένους : οἱ δὲ διῄρουν . Κατάβαλλε τἀκάτια , καὶ κυλίκια αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν
, οἰκίας μέγα εὐδαίμονος καὶ παλαιοπλούτου σαφῆ μαρτύρια : καὶ κυλίκια ἦν πολυτελῆ παρακείμενα καὶ κρατῆρες χρυσοῖ καὶ ἀργυροῖ ,
6400387 τετριμμενα
σκόρδα ὀπτὰ μετὰ μέλιτος ἐσθιόμενα , ἢ σήσαμα πεφρυγμένα καὶ τετριμμένα μελικράτου τρισὶν ἡμικοτυλίοις διακεχυμένα : πάντα δὲ τὰ τοιαῦτα
ἑψήσας μετὰ οἴνου παλαιοῦ σβέσον τὴν ἄσβεστον : ἔπειτα ἔχε τετριμμένα καρδαμώμου , πυρέθρου , κάχρυος , σαμψύχου , πεπέρεως
6399985 Ἀσσυρια
καὶ Ἰασονία ἀκρόπολις Ἑλληνίς . ΑΣΣΥΡΙΑ . Μετὰ δὲ Χάλυβας Ἀσσυρία ἐστὶν ἔθνος καὶ ποταμὸς Θερμώδων καὶ πόλις Ἑλληνὶς Θεμίσκυρα
δὲ Χαλδαία , τὸ τελευταῖον δὲ ἀπὸ Ἀσσύρου τοῦ Σούσου Ἀσσυρία , ὡς † Ξενοκράτης ἐν πρώτῳ Χρονικῶν . εἴρηται
6398673 ἐρεικηϲ
. ἀντὶ κίκεωϲ γλοιὸϲ ἀπὸ παλαίϲτραϲ . ἀντὶ καππάρεωϲ ῥίζηϲ ἐρείκηϲ ῥίζα ἢ μυρίκηϲ . ἀντὶ κόπρου τρυγόνοϲ κόπροϲ περιϲτερᾶϲ
καὶ ἐντιθεὶϲ ταῖϲ ῥιϲὶν ἐϲωτάτω . Ξηρίον πρὸϲ ὀζαίναϲ . ἐρείκηϲ καρποῦ ϲμύρνηϲ νίτρου ϲιδίων ἀνὰ ⋖ δ κρόκου κόϲτου
6398028 χρυσοειδη
εἰσλάμπουσαν : οἷον σκοτεινὸν νέφος ἡλίου βολαὶ φωτίσασαι λάμπειν ποιοῦσι χρυσοειδῆ ὄψιν διδοῦσαι , οὕτω τοι καὶ ψυχὴ ἐλθοῦσα εἰς
ἀδοξότερα . αἵ τε γὰρ ἀκρίδες καὶ οἱ ὄφεις , χρυσοειδῆ ἰνδάλματα καὶ ἐπ ' αὐτῶν κατέστικται : οἱ δὲ
6397826 ὑπογεια
Δήμοις . λέγειν δ ' ἔστι καὶ κατάγεια οἰκήματα καὶ ὑπόγεια . ἔνι δ ' εἰπεῖν λίθον σκληρὸν καὶ λίθον
δίδωσι , μάλιστα καὶ τοῦ περὶ ἀποδημίας κλήρου εἰς τὰ ὑπόγεια πίπτοντος . κἂν οἱ κλῆροι πάλιν ὅ τε τῆς
6397199 Τυραν
τὰ αἰδοῖα , καὶ τὸν μὲν Γάλλον ἐλθεῖν ἐπὶ τὸν Τύραν ποταμὸν καὶ οἰκῆσαι καὶ τὸν ποταμὸν Γάλλον καλέσαι :
. Μεταξὺ δὲ τῆς Ποντικῆς θαλάττης τῆς ἀπὸ Ἴστρου ἐπὶ Τύραν καὶ ἡ τῶν Γετῶν ἐρημία πρόκειται πεδιὰς πᾶσα καὶ
6396781 ἀρκτικωτατοι
εἶτα Ἀνδίζητες , εἶτα Βρεῦκοι : ἐν δὲ τοῖς ἀνατολικοῖς ἀρκτικώτατοι μὲν Ἀραυίσκοι , μεσημβρινώτεροι δὲ Σκορδίσκοι . Πόλεις δὲ
παρωκεανῖτιν κατέχουσιν Οὐέλται , ὑπὲρ οὓς Ὄσιοι , εἶτα Κάρβωνες ἀρκτικώτατοι , ὧν ἀνατολικώτεροι Καρεῶται καὶ Σάλοι : ὑπὸ τούτους
6395926 προσφατα
ἀρρενικῶν τε τῶν ἔτι τούτων ἰσχυροτέρων , ὅταν ἔτι ᾖ πρόσφατα τὰ ὀλισθήματα . οἱ δὲ μεθοδικοὶ καταρτισμοί , διὰ
ἄλλον διελθεῖν καὶ ὑπονοστῆσαι πρὸς τὸν οἶκον . πρόσπαια ] πρόσφατα , νῦν προσπαίσαντα καὶ προσκρούσαντα αὐτοῖς . οὐκ ἄτιμος
6393679 Κηναιου
? ! [ Εὐβοΐδα ⌋ καμπὴν ? ἀμφὶ ? ? Κηναίου ? ⌊ Διὸς ἀκτὴν ⌋ κατ ? ' αὐτὸν
λιμὴν , Ἑστίαια καὶ λιμήν . Ἡ δὲ Εὔβοια ἀπὸ Κηναίου Διὸς ἱεροῦ ἐπὶ Γεραιστὸν , Ποσειδῶνος ἱερὸν , ἔχει
6390695 σελαχια
γαλεοί τε κύνες . μαλάκια δὲ καλεῖται τὰ τευθιδώδη . σελάχια δὲ τὰ τῶν ἐρίων φῦλα . πάγουροι . Τιμοκλῆς
ἐς αὐτοὺς ἐξαπτόμενον ἐκβάλλειν πειρώμενοι τῇ συντροφίᾳ . Καλεῖται δὲ σελάχια ὅσα οὐκ ἔχει λεπίδας : εἴη δ ' ἂν
6388666 στρογγυλα
μέλιτι ἀντὶ τοῦ γλυκέος . ἄλλο . ῥάφανον κατακόψας καὶ στρογγύλα ποιήσας ὄπτησον ἐπ ' ἀνθράκων καὶ μετὰ μέλιτος φάγε
πρίζουσι : πελεκητὰ δέ , ὅσων ἀποπελεκῶσι τὰ ἔξω : στρογγύλα δὲ δῆλον ὅτι τὰ ὅλως ἄψαυστα . τούτων δὲ
6379951 ταριχη
οἶκόν τινα πάραλον , ἔνθα ἦν ἐμπόρων Ἰβηρικῶν φόρτος καὶ ταρίχη τὰ ἐκεῖθεν ἐν σκεύεσιν ἁδροῖς , εἶτα τὰς πλεκτάνας
τοὺϲ παχεῖϲ καὶ κολλώδειϲ χυμούϲ . τὰ δὲ παλαιὰ πάντα ταρίχη μοχθηρά . Περὶ γάρου . Γάροϲ δυνάμεώϲ ἐϲτιν ἱκανῶϲ
6377835 περιαιρουμεν
. τοὺς δὲ ἐν παρισθμίοις ὑπεραίροντας τὸ κατὰ φύσιν ἀδένας περιαιροῦμεν τοῖς ἀντιοτόμοις . τὰ δὲ ἐν τῷ τραχήλῳ στεατώματα
μόνον ἐνδείκνυται , πλείονες δὲ τρόποι ἀναιρέσεως . ἢ γὰρ περιαιροῦμεν ἢ κατακίρναμεν αὐτήν . ἔπειτα δὲ ἡ μὲν χολὴ
6376304 σφαζοντες
ἔλαφον δ ' Ἀχαιῶν χερσὶν ἐνθήσω φίλαις κεροῦσσαν , ἣν σφάζοντες αὐχήσουσι σὴν σφάζειν θυγατέρα ὦ θερμόβουλον σπλάγχνον διαβάλλω δείξας
. σάκος ἀπὸ τοῦ Σάκοι ἔθνους . θιγγάνοντες ] αὐτοχείρως σφάζοντες . θιγγάνοντες ] ἁπτόμενοι . θιγγάνοντες ] προσψαύοντες .
6375567 σηπομενα
ξυμφέρει , οὐδὲ πρὸς τὰ ἀκάθαρτα , οὐδὲ πρὸς τὰ σηπόμενα : ἀλλὰ πρὸς μὲν τὰ φλεγμαίνοντα ξυμφέρει τὰ ψυχρὰ
δὴ στοματικά ἐστι , τὰ δὲ πρὸς οὖλα αἱμασσόμενα , σηπόμενα , βεβρωμένα καὶ ὀδόντας καὶ ὅσα πρὸς ἄφθας καὶ
6374202 βαγματα
καὶ σαφῆ ; οὐ γὰρ δυσνόητα ταῦτά φημι τὰ ποικίλα βάγματα καὶ φωνήματα , τὰ αἰανῆ καὶ σκοτεινὰ καὶ θλίψιν
] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα . βάγματα ] φωνή - ματα . παντάλαν ' ] πανάθλια
6373121 ὀστρακια
δὲ σελάχη , τὰ δὲ μαλάκια , τὰ δ ' ὀστράκια , ὧν αἱ ποιότητες . ἀφύα βραχύτατόν ἐστι ,
τῷ μυχῷ τῆς γαστρὸς ὑποθάλψαντες ἀνεμοῦσι , καὶ τὰ μὲν ὀστράκια ἐκ τῆς ἀλέας διέστη , ὥσπερ οὖν τὰ τῶν
6371466 μαλακοδερμα
πολύποδες , σηπίαι , τευθίδες , καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι , λειόβατοι , ῥῖναι , δράκοντες ,
τὰ τοιαῦτα , πολύποδεϲ ϲηπίαι τευθίδεϲ καὶ πάντα τὰ καλούμενα μαλακόδερμα , βάτοι λειόβατοι ῥῖναι δράκοντεϲ κόκκυγεϲ γαλιώνυμοι ϲκορπίοι τράχουροι
6370560 Κροβυζοι
ὁ Ζάμολξις Πυθαγόρου γενέσθαι . ἀθανατίζουσι δὲ καὶ Τέριζοι καὶ Κρόβυζοι , καὶ τοὺς ἀποθανόντας ὡς Ζάμολξίν φασιν οἴχεσθαι ,
καὶ τούτων ἐμνήσθημεν . ὑπεροικοῦσι δ ' οὗτοί τε καὶ Κρόβυζοι καὶ οἱ Τρωγλοδύται λεγόμενοι τῶν περὶ Κάλλατιν καὶ Τομέα
6369616 πεζα
τὸ μὴ πεζόν , ὡς ὅταν εἴπω τὰ μὲν Πλάτωνος πεζά , τὰ δὲ Ὁμήρου μέτρα . μέτρον καλεῖται καὶ
στρατείαν : Ἀργοναῦται ἐν βιβλίοις ἕξ . ταῦτα δέ ἐστι πεζά . Μυθικὰ πρὸς Παρμένωντα . . . : .
6369194 ἐρεουν
τῶν ἀποδέσμων , οἷς ἐνῆν τιτθίδια . φάριον δὲ τὸν ἐρεοῦν κεκρύφαλον ὠνόμαζον . σύρμα δὲ τραγικόν ἐστι φόρημα ἐπισυρόμενον
” ἐρανίζων στεφάνους καὶ κηρύγματα ψευδῆ φιλοτιμίαν κτᾶται ” . ἐρεοῦν καὶ λινοῦν περισπᾶται , τὰ πληθυντικὰ τούτων συστέλλουσι ,
6366451 Κρατερωι
πορφυρῶν ἱματίων διαπεριπατῶν τοῖς ἐντυγχάνουσιν διελέγετο . Περδίκκαι δὲ καὶ Κρατερῶι φιλογυμναστοῦσιν ἠκολούθουν διφθέραι σταδιαῖαι τοῖς μεγέθεσιν , ὑφ '
ἀνάγκης τοῦ Καλλισθένους κατεῖπεν . ἀλλὰ καὶ Ἀλέξανδρος αὐτὸς εὐθὺς Κρατερῶι γράφων καὶ Ἀττάλωι καὶ Ἀλκέται φησὶ τοὺς παῖδας βασανιζομένους
6366362 νιτρωδη
τοιοῦτον καὶ εἶναι . Καὶ ἡ θάλαττα δὲ καὶ τὰ νιτρώδη καὶ σαπρὰ καὶ ὀξέα τῶν ὑδάτων ἔχει τινὰ μίξιν
ἐστὶ τὰ βραδέως τὰ ὄσπρια τήκοντα . τοιαῦτα δὲ τὰ νιτρώδη καὶ ἁλμυρά . ἐν δὲ τῷ περὶ ὑδάτων Ἱπποκράτης
6361508 ϲυκωϲειϲ
τὸ ἐντὸϲ τῶν βλεφάρων ϲυνιϲταμένων ἐϲτὶ δαϲύτηϲ καὶ τραχώματα καὶ ϲυκώϲειϲ , χαλάζιά τε καὶ λιθιάϲειϲ , ϲυμφύϲειϲ καὶ μύϲειϲ
ἀναξηραίνει καὶ τὰϲ ἐν τοῖϲ βλεφάροιϲ μεγάλαϲ τραχύτηταϲ , ἃϲ ϲυκώϲειϲ καλοῦμεν , ἐκδαπανᾷ . Ϲκίγκοϲ . Ϲκίγκου τὰ περὶ
6361449 Χορασμιη
Πάρθων . Ἑκαταῖος Ἀσίας περιηγήσει ” ἐν δὲ αὐτοῖσι πόλις Χορασμίη ” . αὐτοὶ δὲ Χοράσμιοι , ὡς αὐτός φησι
Πάρθων πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα Χοράσμιοι οἰκέουσι . . . . Χορασμίη : πόλις πρὸς ἕω Πάρθων . Ἑκαταῖος Ἀσίης Περιηγήσει

Back