ἐλάφων καὶ ἄρκτων καὶ λεόντων , ὅπως σοφίᾳ καὶ δόλῳ ἁλωτά . ὅσα δὲ ἐλλείπειν μοι δοκεῖ ἐν τῷ λόγῳ
παρασκευάσασθαι , καὶ πάγας ὅπως ἱστάναι τοῖς θηρίοις ὅσα πάγῃ ἁλωτά . καὶ περὶ λαγωῶν δὲ λέλεκται , ἥτις ἡ
6375033 χρωμενα
τὴν φύσιν ἐστὶ τιθασά , τροφαῖς ἡμέροις αἷς ἀναδίδωσι γῆ χρώμενα καὶ μηδὲν εἰς ἐπιβουλὴν πραγματευόμενα . | δέκα δ
δ ' ὑπὸ γαστέρα πλησμονῆς ἔκγονα πάθη διαναστάντα , λύττῃ χρώμενα ἀκαθέκτῳ , προσπεσόντα καὶ ἐμπλακέντα τοῖς ἐπιτυχοῦσι , τὸν
5944052 ἐρριμμενα
αὐτοὺς ὑφ ' ἑαυτῶν , καὶ σκύλων ὄψιν ὅπλα παρεῖχεν ἐρριμμένα , σοφίᾳ τέχνης ἀλλ ' οὐκ ἀνδρείᾳ μάχης περιῃρημένα
ἀναλαβόντες αὐτῶν τὰ ὀστέα κηδεύουσιν , οἱ δὲ ἀφροντίστως καταλείπουσιν ἐρριμμένα . Πέρσας δέ φασιν ἀνασκολοπίζειν τοὺς ἀποθανόντας καὶ νίτρῳ
5773676 φυτα
τὰ φυτά , προσιόντος δὲ τοῦ χειμῶνος , στεγάζουσι τὰ φυτά . εἰ δὲ βούλει κίτρια ἐρυθρὰ ποιῆσαι , ἐγκέντρισον
ζʹ . ὁποῖα εἶναι δεῖ τὰ μέλλοντα φυτεύεσθαι τῶν ἐλαιῶν φυτά . ηʹ . ἐλαίας πολυφόρους ποιῆσαι . θʹ .
5711946 ζῳα
αἰτίοις . αὐτίκα ὁ ἥλιος εἷς ὢν πάντα δημιουργεῖ τὰ ζῷα καὶ οὐδὲν αὐτοῦ τὴν πᾶσαν δύναμιν καταδέχεται : μήποτε
παράδοξον ὡς πρὸς τοὺς ἑτεροφύλους ἀντικρινόμενον : τὰ γάρ τοι ζῷα τὰ δακετὰ καὶ τὰ ἐγχρίμπτοντα πάμπολλα ὄντα μηδὲν αὐτοὺς
5685536 σκληρα
καὶ πρὸς τὰ δύσπεπτα καὶ δυσμετάβλητα τῶν ὄγκων , καὶ σκληρὰ καὶ πελιδνὰ διαπυΐσκει διὰ ταχέων , τὰς δὲ χοιράδας
ἑκάστοτε ἐν τοῖς συρίχοις πωλοῦντας ; οἳ κάτωθε μέν τὰ σκληρὰ καὶ μοχθηρὰ τῶν σύκων ἀεί τιθέασιν , ἐπιπολῆς δὲ
5684959 ἀκινητα
πολυστένακτα , μεμπτά × ἔνιοι δὲ ἀλάλητα ἢ ἀμετάτρεπτα ἢ ἀκίνητα . κατὰ στέρησιν τοῦ στέμβεινλέγει δὲ καὶ Εὐφορίων κλέος
: τριχῇ δὲ οὕτως , ὅτι τὰ μέν ἐστι παντελῶς ἀκίνητα , ὥσπερ τὰ νοητά , καθάπερ φησὶν ἐν τῇ
5659028 ζωα
κατὰ τὴν νῦν γέννησιν ἀποσημαίνει , ἅπαντα γὰρ φαίνεται τὰ ζῶα καὶ τὰ φυτὰ καὶ διαμένοντα καὶ γεννώμενα ἐν τοῖς
τούτων καὶ τὸ παντὶ ἐνδέχεται : οὐ πάντα δὲ τὰ ζῶα βαδίζει : οὐδὲ γὰρ τὰ ἑρπετά : ὥστε διὰ
5612176 χρωματα
τῇ κεφαλῇ , καὶ μᾶλλον , ὅσῳ λευκὰ τυγχάνουσι τὰ χρώματα . Κἂν μὲν οὖν λευκὰ τὰ οὖρα τότε εἴη
γίνεσθαι . Μεταβάλλει δ ' ὁ χαμαιλέων εἰς πάντα τὰ χρώματα , πλὴν τὴν εἰς τὸ λευκὸν καὶ τὸ ἐρυθρὸν
5566088 νεκρα
τῷ θανάτῳ παρέπεμπον , οὗ δὴ καὶ κόρακες οἰκοῦντες τὰ νεκρὰ τῶν σωμάτων κατήσθιον . ἀπὸ τούτου οὖν ἡ παροιμία
χολεμεϲίαϲ προπινομένη τῶν προκαταβολῶν ἀπαλλάϲϲει ἔμμηνά τε κινεῖ καὶ τὰ νεκρὰ τῶν ἐμβρύων ἀποβάλλει κυάμου Αἰγυπτίου μέγεθοϲ πινομένη μετὰ μελικράτου
5470663 πεφυκοτα
ἀναλῶσαι . αἰσχρὸν οὖν ἡγοῦντο τὸν μὲν ἀπ ' ἀθανάτων πεφυκότα πάντα ποιεῖν ἕνεκα τοῦ τὴν πατρίδ ' ἐλευθερῶσαι ,
καὶ ῥίζα , σὺν αὐτῷ προελθοῦσα τὸν ἀπ ' ἐκείνου πεφυκότα τρόπον , ὥσπερ καὶ ἡ μία ῥίζα τῶν πάντων
5429434 δενδρα
ἀκρίδας λάλους , ἐλάμβανον τέττιγας ἠχοῦντας , ἄνθη συνέλεγον , δένδρα ἔσειον , ὀπώραν ἤσθιον : ἤδη ποτὲ καὶ γυμνοὶ
δὲ καλεῖ ἡ παλαιὰ συνήθεια καὶ πόας καὶ θάμνους καὶ δένδρα . λοιπὸν ὁ Ἱπποκράτης ἐπιφέρει θαυμαστὸν λόγον , ὅτι
5386093 τετραποδα
μὲν θάλασσα ἔχει τοὺς ἰχθῦς , ἡ δὲ γῆ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετὰ , ὁ δὲ ἀὴρ τὰ πτηνά
, γεωργεῖν , σπείρειν , φυτεύειν , ὠνεῖσθαι δούλους , τετράποδα , οἰκοδομάς τε καὶ φρέατα ἐργάζεσθαι , ἀγαθόν τε
5366932 κινουμενα
στρογγύλα , τά τε κινούμενα ἑστῶτα καὶ τὰ ἑστῶτα πολλάκις κινούμενα φαίνεται . πλείστη δὲ κἀν τοῖς μεγέθεσι κατὰ τὸ
ὁ δικαστής ; ἀλλ ' ἐπειδὴ τὰ ἐκ τῶν προσώπων κινούμενα κεφάλαια ἐκλείπει , ὅταν ἀόριστον πρόσωπον ἢ πάντῃ ἐξισάζον
5276828 ψυχροτητι
κράσεις καὶ τὰς ἀποστάσεις τοῦ ἡλίου διάφορός ἐστιν ἡ γῆ ψυχρότητι καὶ θερμότητι , ἔτι δὲ ξηρότητι καὶ ὑγρότητι ,
ζῶα , καὶ ὑγείην τοῖσι σώμασι παρέχει ὁκόσα μὴ ὑπερβάλλει ψυχρότητι : καὶ ταῦτα δὲ βλάπτει , διότι μεγάλας τὰς
5265440 πτηνα
αἵματος γεννητικά , γυμναστικοῖς μᾶλλον σώμασιν ἐφαρμόζονται : τὰ δὶς πτηνὰ δὲ ἐναέρια κουφότερα μὲν πολλῷ καὶ οὐχ οὕτω πολύτροφα
γὰρ τὰ θηρία ὑπὸ τῶν φιλοσοφούντων μεταβάλλομαι , χερσαῖα ἔνυδρα πτηνὰ πολύμορφα ἄγρια τιθασσὰ ἄφωνα εὔφωνα ἄλογα λογικά : νήχομαι
5166531 ἀσφαλτωδη
κατ ' ἐκεῖνο τόπον , καὶ μᾶλλον ἤτοι θειώδη ἢ ἀσφαλτώδη ὄντα , ὃς θερμαινόμενος ἐπὶ πλεῖον τὴν ἀναθυμίασιν ποιεῖ
ὁ ἐξ ὑπεροπλήσεως τῆς ξανθῆς χολῆς γενόμενος , ὅντινα καὶ ἀσφαλτώδη ὀνομάζομεν διὰ τὸ στίλβειν αὐτὸν ἀσφάλτου δίκην καὶ ὁ
5133768 φθειρει
ἕνεκα , ἡ μὲν ἀρετὴ σῴζει , ἡ δὲ μοχθηρία φθείρει . καὶ γὰρ διὰ μὲν τῆς ἀρετῆς ἀφικνούμεθα εἰς
, τὰ δ ' ἄλλα τῶν κακώσεων ἐλαττοῖ τε καὶ φθείρει : μετὰ δὲ Ἄρη Κρόνου τε ἡ Σελήνη προσοῦσα
5122386 χερσαια
ἀλλοιοῦσα τὰ πράγματα : ἐπὶ δὲ τῶν ὁδευόντων ὁμοίως τὰ χερσαῖα καὶ τὰ τετράποδα τῶν ζῳδίων ἐπισκοπεῖν χρή . ἐπίμονα
θεὸς ποιήσας τὰ τετράποδα καὶ τὰ θηρία καὶ ἑρπετὰ τὰ χερσαῖα τὴν πρὸς αὐτὰ εὐλογίαν παρασιωπᾷ , τηρῶν τῷ ἀνθρώπῳ
5115513 μοχθηρα
μᾶλλον ἐϲθίειν : ὅϲα δὲ ϲφοδρῶϲ αὐϲτηρὰ καὶ ϲτρυφνά , μοχθηρὰ τῇ τοιαύτῃ διαίτῃ . ἐπιτηδειότερα δὲ πάντων ἐϲτὶν ἰϲχάδεϲ
πρὸς τὰ αὐτὰ χρήσιμα εἶναι : φαίνοιτο γὰρ ἂν ἐνίοτε μοχθηρὰ πράγματα πρὸς ἀγαθόν τι χρήσιμον εἶναι . ἔτι δὲ
5101816 ποικιλα
ὅτι δὲ τὰ αἰσθητῶς κενούμενα [ διάφορά ] τέ καὶ ποικίλα , ⌈ ὡς ἀπεδείξαμεν ⌋ [ ] ? ?
μόλις . ὠρέξατο : ἐπελάβετο , ἥψατο . Παναίολα : ποικίλα . μερμηρίζει : διανοεῖται , μερίζεται καὶ φροντίζει ,
5094689 φυομενα
φαντάζεσθαι . ἐν δὲ ταύτῃ οὔσῃ τοιαύτῃ ἀνὰ λόγον τὰ φυόμενα φύεσθαι , δένδρα τε καὶ ἄνθη καὶ τοὺς καρπούς
: ἐν μὲν γὰρ τῇ περὶ ἡμᾶς μικρὰ πάντα τὰ φυόμενα , καὶ οὐδὲν ὑπερέχον ὡς εἰπεῖν τῆς θαλάττης :
5081425 παθηματα
ἐπεσκόπει , ὅσα οὐ - ρανοῦ κινήματα , ὅσα γῆς παθήματα , θεῶν βουλάς , ἀνθρώπων φύσεις , ἡλίου φῶς
ἀκοήν , δι ' ἃς αἰτίας τὰ περὶ αὐτὸ συμβαίνει παθήματα , λεκτέον . ὅλως μὲν οὖν φωνὴν θῶμεν τὴν
5076259 ἑρποντα
, τὰ δὲ ὄνυξι καὶ ὁπλαῖς ἐκαρτέρωσε , τὰ δὲ ἕρποντα εὐχύτοις σώμασι καὶ εὐυποχωρήτοις ἐμαλάκυνε , καὶ ὅπως μὴ
τετράποδα περὶ τὰ ὅμοια , τὰ δὲ ἑρπυστικὰ περὶ τὰ ἕρποντα καὶ ὁλκὰ τῶν ζῴων : τὰ μὲν θηριώδη περὶ
5063428 σπερματα
λόγον ἐν γῇ μὲν οὐχ οἷόν τε ὥσπερ τὰ ἄλλα σπέρματα φύεσθαι , ψυχὴν δὲ ζῴου δύνασθαι μόνην τὸ σπέρμα
, ἤτοι τὴν θυτικὴν μαντείαν : εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα ἡ γαστὴρ θύεται θεοῖς , ἀφ ' οὗ
5026537 σωματα
ἀρχάς , ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀναπιεζούμενα τὰ τῆς μασχάλης σώματα πληροῖ τὸν τῆς ὠμοπλάτης τόπον . συμφώνως δὲ πᾶσιν
. Ἔστιν . Τῆς τοίνυν μαχητικῆς τῷ μὲν σώματι πρὸς σώματα γιγνομένῳ σχεδὸν εἰκὸς καὶ πρέπον ὄνομα λέγειν τι τοιοῦτον
5025808 ἐμποιουντα
λάζομαι ἐλαζόμην καὶ συναρχομένως λάζετο . Λαθικηδέα : τὸν λήθην ἐμποιοῦντα τοῖς παισὶ τῶν κακῶν ⌊ πάντων ⌋ . Λαισήια
καὶ Ἀλεξίκακον προσαγορεύουσιν , ὡς ἀποτρέποντα τῶν κακῶν καὶ ὑγίειαν ἐμποιοῦντα ταῖς ψυχαῖς καὶ σώμασιν , οὐ νόσον οὐδὲ μανίαν
5023791 θηρια
τὸ πυριατήριον . ἐγχώριος ἀνήρ , ἐγχώριον πρᾶγμα ἀριστητικός ἥσθημα θηρία καπνοδόκην καυχήσεται καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . τὰ
ἐγώ . Τοὺς μεγίστους , ἔφη , καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει
5017579 διακρινουσι
, φίλα τέκνα : περιπτύξασθε τιθήνην . σήμερον ἀγλαΐαι με διακρίνουσι προσώπων : δειμαίνω , τίνι μῆλον ὁ βουκόλος οὗτος
' ἡμῖν οἱ ἀγαθοὶ νομεῖς οἳ μυρίων ὄντων τῶν βοσκημάτων διακρίνουσι ῥᾳδίως ᾗ χρὴ ἕκαστα καὶ οὐ δέος μή ποτε
5004749 ὑγροτερα
κολοκυνθίς , ἀτράφαξυ , ἀνδράχνη , σίκυος , καὶ ὅσα ὑγρότερα ἐστὶν ἐν τῇ διαίτῃ : οἶνος λευκὸς καὶ ὑδαρέστερος
καὶ ὁ ὑπὸ νότου ἀὴρ εὐτροφώτατος . Ἐπεὶ οὐδὲ τὰ ὑγρότερα τῇ φύσει πέττουσιν αἱ ὑπερβολαὶ τῶν χειμώνων , ἀλλὰ
4999520 ἀλογα
καὶ θεοὺς καὶ γῆν καὶ θάλασσαν καὶ ἀνθρώπους καὶ τὰ ἄλογα πάντα καὶ ἄψυχα , τῷ δὲ θεῷ οὐ δυνατὸν
Ἀρίστωνος , ἀποκηρύττουσι , ποῖα δὲ ἆθλα ἀποκρίνουσιν ; Τὰ ἄλογα καὶ τῶν συνήθων σφίσι γενομένων ἀπέχεσθαι φιλεῖ καὶ φείδεσθαι
4996946 καταψυχουσι
δάκρυ πίνωσιν , πεπύθοιο καθυπνέας : ἀμφὶ γὰρ ἄκρα γυῖα καταψύχουσι , τὰ δ ' οὐκ ἀναπίτναται ὄσσε ἀλλ '
ἐνδιατριπτέον καὶ τῆς πόλεως καὶ τῆς ἰδίας οἰκήσεως εὐπνόοις καὶ καταψύχουσι : τῶν δὲ σφοδροτέρων αἱρετέον μὲν τὰ συμμέτρως ψύχοντα
4987420 ἀψυχα
πραγμάτων ἀσχολεῖται εὐφημίας τὸ ἐγκώμιον : τὰ δὲ πράγματα ἢ ἄψυχά ἐστιν , ὄντα ἐν σώμασιν οἷον ἀσπὶς ἢ δόρυ
τὰ ἔμψυχα καὶ ἄλογα , οἷον ὁ βοῦς , τὰ ἄψυχά φησι χρῆναι παρασκευάζειν καὶ ἔχειν οἴκοι κείμενα : καὶ
4951000 ψυχρα
τὰ μὲν θερμὰ τῷ ψυχρῷ κολαϲθῆναι , τὰ δὲ ἱκανῶϲ ψυχρὰ τῆϲ τῶν θερμῶν ἡδυϲμάτων μίξεωϲ καὶ πυρόϲ . κατὰ
ἀλλὰ ψιλὴ μόνη δυσκρασία καθέστηκεν καὶ αὐτὴ πότερον θερμὴ ἢ ψυχρὰ ἢ ξηρὰ ἢ ὑγρὰ , ἐν τῷ δευτέρῳ ῥηθήσεται
4949639 ἐνυλα
τῇ αἰτίᾳ προσχρήσεται ὡς αὐτὰ καθ ' αὑτὰ περαινόμενος . ἔνυλα οὖν καὶ αὐτῷ τὰ εἴδη καὶ ἄλλως ἀχώριστα ἢ
ἐὰν καὶ ἐπὶ τῶν ἀύλων οὕτω τοὺς ὅρους ληψόμεθα , ἔνυλα ἔσται τὰ ἄυλα . ἀλλὰ τοῦτο ἀδύνατον . οὐκ
4939496 ποικιλματα
ἀνιέρωται τῷ Ἀπόλλωνι , ὁπόσα τῶν ταῖς χερσὶν ἁρμοζόντων τεκτόνων ποικίλματα ἄγων τὸν Κρισαῖον λόφον . . . . .
ὠλένας πρὸς οὐρανὸν ῥίπτονθ ' , ἵν ' οἰκεῖς ἀστέρων ποικίλματα . σύ θ ' , ἣ ' πὶ τὠμῶι
4928308 βαρεα
λίαν χλωρά : βραδέως γὰρ ἀναφέρεται τὰ ἐκτρυπήματα διὰ τὸ βαρέα εἶναι : τῶν δὲ ξηρῶν ταχέως καὶ εὐθὺς ὁ
γῆρας δὴ καὶ νόσος καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα τοῖς μὲν βαρέα φαίνεται καὶ χαλεπά , τοῖς δ ' ἐλαφρά τε
4919445 μιγνυμενα
τε ἐν αὐταῖς φύλλα καὶ ἀκρέμονας ἐκλεκτέον : ταῦτα γὰρ μιγνύμενα ἐναντία γίνεται τῇ διαμονῇ τοῦ ἐλαίου . Ἔπειτα ἀφ
ἐκεῖνα ὄντα , οὐ μένει οὐδὲ ταῦτα οἷα ἦλθε σώμασι μιγνύμενα καὶ ὕλῃ καὶ ἀλλήλοις . Καὶ δὴ καὶ τὰ
4908248 γλισχρα
τοιοῦτοι : καὶ ἡ σεμίδαλις δὲ καὶ ὁ χόνδρος ἱκανῶς γλίσχρα . τένοντες καὶ ἀπονευρώσεις καὶ τὰ περὶ τὰ χείλη
ὕλην μήτε λεπτὴν καὶ ὑδατώδη : τὰ γὰρ παχέα καὶ γλίσχρα ἔχουσι τὸ ἐχέκολλον καὶ δυσαπόσπαστον καὶ οὐκ ἀνάγονται :
4901213 ἐμψυχα
οὐχ ὡς ἐκεῖνοι λέγουσι τὸ ἀπὸ τῶν ἀψύχων ἐπὶ τὰ ἔμψυχα καὶ τὸ ἀνάπαλιν : ἀλλὰ καθόλου ἡ ῥητορικὴ πολυπραγμονοῦσα
ἐμψύχων ἐπὶ ἔμψυχα , οἷον ποιμένα λαῶν , ἄμφω γὰρ ἔμψυχα . ἀπὸ ἀψύχων ἐπὶ ἄψυχα , οἷον σπέρμα πυρὸς
4896044 διαφεροντα
φασὶ γενέσθαι Βόκχοριν τὸν βασιλέα , σοφόν τινα καὶ πανουργίᾳ διαφέροντα . τοῦτον οὖν διατάξαι τὰ περὶ τοὺς βασιλεῖς ἅπαντα
τὴν τοῦ βίου καὶ ἐπίγειον πραγματείαν , ἅμα δοκιμάζοντες τὰ διαφέροντα , ἤτοι φῶς ἢ σκότος , ἢ λευκὸν ἢ
4892839 ποαις
ἔτι πλέον ἡ Πραισίων χώρα , ὅπερ οὖν ἐμπῖπτον ταῖς πόαις καὶ ταῖς τῶν ἑλείων καλάμων κόμαις , νομὰς τοῖς
σταγόνα λεῖβον δι ' εὐνομίαν τῶν μελιττῶν . ὅταν γὰρ πόαις ἀγαθαῖς ἐντυχοῦσαι κυΐσκωσι , περιπληθῆ τὰ κηρία γίνεται καὶ
4877703 ὑγρα
διὰ ξηρότητα τὸ ϲφοδρὸν οὐχ ὁμοίωϲ ἔχουϲιν : ἡ δὲ ὑγρὰ ποιότηϲ παντάπαϲίν ἐϲτιν ἀνώδυνοϲ , ὅϲον ἐφ ' ἑαυτῇ
ὁ ἀὴρ εὔπνους ἐνταῦθα καὶ τὰ μετοπωρινὰ γίνεται μακρὰ καὶ ὑγρὰ καὶ καλά . πολλάκις δὲ καὶ ὕδατα θερινὰ κατά
4873648 οἰκεια
ἡμῶν ἢ δέδρακας ἡμᾶς κακῶν , ἄπιθι χαίρων ἐπὶ τὰ οἰκεῖα , καὶ κόμισαι μητρός τε περιβολὰς προσηνεστάτας καὶ γυναικὸς
καὶ λυσιτελῆ , καὶ σπουδαῖα καὶ πρέποντα καὶ καλὰ καὶ οἰκεῖα : τὰ δὲ κακὰ ἐκ τῶν ἐναντίων πάντα βλαβερὰ
4851417 ὑγιεινα
πράγματος κανὼν καὶ μέτρον ὁ κατὰ φύσιν διακείμενος , οἷον ὑγιεινὰ σιτία καὶ ποτὰ τὰ τῷ κατὰ φύσιν διακειμένῳ ἁρμόζοντα
τὰ ἐναντία τῶν πραγμάτων θεωρεῖν , ὡς καὶ ἰατροῦ τὰ ὑγιεινὰ καὶ νοσώδη . Βούλεται οὖν διὰ τῶν νῦν λεγομένων
4846277 λυμαντικα
ἄλλο τι τῶν αὔξειν δυναμένων ἐπιγενήσεται , τοὐναντίον δὲ ὅσα λυμαντικὰ μὲν φυομένων , φθοροποιὰ δὲ καρπῶν καταπεπανθέντων καὶ ἵνα
ὑπὸ λεπτῶν ὑμένων περιέχεται , οἳ τὰ μὲν ἔξωθεν προσπίπτοντα λυμαντικὰ τοῦ πυρὸς ἀπείργουσι καὶ οὐκ ἐῶσιν ἐνοχλεῖν τῆι κόρηι
4844000 ὁμοιομερη
δόξας . Εἰσὶ δή τινες οἳ πᾶσαν τὴν τοιαύτην οὐσίαν ὁμοιομερῆ καὶ τὴν αὐτὴν καὶ μίαν ἀποφαίνονται , ὡς καὶ
αὐτὸ ἕκαστον ἀφ ' ἑαυτοῦ τέλειον : τοιαῦτα γὰρ τὰ ὁμοιομερῆ ἐστιν ὁμολογουμένως , μερισάμενα μὲν τὴν ὁλότητα , μένοντα
4824694 ἀπεικασται
, τὸ περὶ τὴν ἁμαρτίαν ἂν εἴη καὶ ἀμαθίαν , ἀπείκασται δὲ τῇ κατὰ τὰ ἄγκη πορείᾳ , ὅτι δύσπορα
καταστοχαζόμεθα ἐκ τοῦ εἴδους τοῦ ἀνθρώπου ποίῳ μᾶλλον τῶν ζῳδίων ἀπείκασται , καὶ πρὸς ἐκεῖνο ἀποφαινόμεθα . Κριοῦ μὲν γὰρ
4819546 καθαρα
μὲν εὐκρινείας αὗται . Λέξις δὲ εὐκρινής , ἥπερ καὶ καθαρά . Σχήματα μὴν εὐκρινείας τὸ κατ ' ἄθροισιν ὡρισμένον
χρή . Χαλβάνη ἐστὶ καλλίστη ἡ λιβανοειδής , χονδρώδης καὶ καθαρά , ἄξυλος , ἔχουσα δέ τι καὶ τοῦ σπέρματος
4817663 ἀμοιρα
ἀληθῶν τε καὶ ψευδῶν διάκρισιν καὶ τῆς λογικῆς δυνάμεως παντάπασιν ἄμοιρα τὰ ἄλλα ζῷα . εἰ τοίνυν διὰ τῆς παρούσης
ὡς συμβεβηκότα , πρῶτον μὲν ἀδύνατον τοῦτο , οὐσίας γὰρ ἄμοιρα ὄντα οὐδαμοῦ εἶναι δύναται , ὄχημα γὰρ ὥσπερ ἐστὶν
4801347 ὀργανα
μαθήματα προσηγόρευται . ἐδόκει δὲ τοῖς Πυθαγορείοις ὥσπερ οἰκεῖά τινα ὄργανα πεπορίσθαι ταυτὶ τὰ μαθήματα πρὸς τὸ ἀναπτύξαι τὴν τῶν
ἡ ἀρχαία τοῦ Τέκτονος ὀργάνου κατασκευή . Ἐπείπερ προηγουμένως στάσιμα ὄργανα ἐγένοντο ἐπὶ τοῦ ὤμου πρὸς τοὺς καθ ' ὑπεραιώρησιν
4797501 ἰδεαις
λόγοις , Ἀναξιμένην δὲ τὸν Λαμψακηνὸν ἐν ἁπάσαις μὲν ταῖς ἰδέαις τῶν λόγων τετράγωνόν τινα εἶναι βουλόμενον , οὐ μέντοι
προσπαρέλαβον , ἵνα χρωμάτων καὶ σχημάτων καὶ ποιοτήτων εὖ δεδημιουργημέναις ἰδέαις ὑπαγάγωνται τοὺς ὁρῶντας καὶ τὰς ἡγεμονίδας αἰσθήσεις ὄψιν καὶ
4796933 γεννητικα
τέλεια καὶ οὐ πηρώματά ἐστι . σημεῖον δέ , ὅτι γεννητικὰ ἑτέρων τοιούτων καὶ ἀκμὴν ἔχει καὶ φθίσιν . ἀλλὰ
ἡ δὲ πρὸς δύναμιν τοῦ γεννᾷν : ἔνια δὲ ἄτροφα γεννητικὰ δὲ , τὰ δ ' ἴσως ἀνάπαλιν . Τάχα
4794793 ζωια
πρὸς τὴν νίκην , δόξαι τῆς σωτηρίας αἴτια γεγονέναι τὰ ζῶια : χάριν οὖν αὐτοῖς τοὺς ἀνθρώπους ἀποδοῦναι βουλομένους εἰς
, . ̈ . , Δ . γεγενημένα εἶναι τὰ ζῶια συστάσει † ειδεεναστρον πρῶτον τοῦ ὑγροῦ ζωιογονοῦντος . .
4790854 καρπουϲ
ἀγωγόν , μάραθρον ἠδὲ ϲέλινον τὰ λάχανα ἢ τουτέων τοὺϲ καρπούϲ . ἀγαθὸν δὲ καὶ πράϲον τῇ δριμύτητι καὶ κράμβη
μὲν τὰ ϲκέλεα ὑπὲρ ϲφυρὰ καὶ γούνατα , καὶ χειρὸϲ καρπούϲ τε καὶ βραχίοναϲ ἔνερθε τῶν ὤμων πρὸϲ τοῖϲι ἀγκῶϲι
4785311 τερπνα
γράφεται μέγα τέρπεται . Κρέα : ὑπάρχουσι , λείπει . τερπνά : ἡδέα . εὐάντητος : ἐπιθυμητὴ , εὐσυνάντητος ,
τόρευσον ἔαρος κύπελλον ἤδη : τὰ πρῶτ ' ἡμῖν τὰ τερπνά ῥόδα φέρουσαν ὥρην . ἀργύρεον δ ' ἁπλώσας ποτὸν
4780601 φερομενα
τὴν τῶν ἀντικειμένων ἰσοσθένειαν : ὅθεν καὶ τὰ εἰς περιτροπὴν φερόμενα πάντα ἀπᾴδοντα εἶναι δοκεῖ μοι τῶν ὑφ ' ἡμῶν
ποιοῦν καὶ τὸ πάσχον γλυκύτητά τε καὶ αἴσθησιν , ἅμα φερόμενα ἀμφότερα , καὶ ἡ μὲν αἴσθησις πρὸς τοῦ πάσχοντος
4776460 ἀργα
λαμβάνεται : καὶ γὰρ οἱ ποιηταὶ τὰ λευκὰ πάντα καὶ ἀργὰ οὕτω καλοῦσι . παρὰ τὸ ποιεῖν . τοῦτο παρὰ
, εἶτα ἐν τοῖς τῶν δώδεκα ὁρίοισι μερῶν τῶν ὅσα ἀργὰ καὶ ἀνώνυμα θάπτειν ἀκλεεῖς αὐτούς , μήτε στήλαις μήτε
4765835 ἁλμυρα
ἐκεῖνος ὁπανίκα καὶ τὺ φιλάσεις . ἁνίκα τὰν κραδίαν ὀπτεύμενος ἁλμυρὰ κλαύσεις . ἀλλὰ τύ , παῖ , καὶ τοῦτο
ῥύπτουϲι χρηϲτέον : τοιαῦτα δέ εἰϲι μάλιϲτα τὰ γλυκέα καὶ ἁλμυρὰ καὶ ἄλλωϲ ϲμηκτικὰ θερμαίνοντα . οἶνον [ τε ]
4763816 ξηροτερα
δέοντος καὶ διὰ τοῦτο οὐ γίνεται σύλληψις , δίαιτα μὲν ξηροτέρα ἁρμόζει καὶ πυρίαι ξηραί , φάρμακά τε πρόσθετα στύφοντα
ἐκλεκτέον δὲ λευκὴν καὶ ἁπαλὴν τὴν ἐντεριώνην : ἡ γὰρ ξηροτέρα καὶ ἡ μελανίζουϲα φαύλη . κοπτέϲθω δὲ καὶ λεαινέϲθω
4758217 παντοια
, καὶ παντοῖα μὲν χρώματα , παντοῖα δὲ σχήματα , παντοῖα δὲ πνεύματα ἀπεργαζόμενον πᾶσαν ἔκπληξιν καὶ βοὰς μετὰ ἀφροσύνης
ποικιλώτατον , ὁρατὰ δὲ λέγεται : ἐν ᾧ χρώματά τε παντοῖα καὶ κεχρωσμένα μυρία , πρᾶτα δὲ τέτορα , λευκόν
4737922 γεωδη
καὶ ὅσα ἐν ὕδασι ποιεῖται τὴν δίαιταν . Ἐπεὶ δὲ γεώδη τε καὶ πολύαιμα τὰ χερσαῖα εἴρηται καὶ παχύχυμα καὶ
τὰ μὲν οὖν ἐμπλαϲτικὰ φάρμακα τοιαῦτα . τὰ δὲ ϲτύφοντα γεώδη τέ ἐϲτι καὶ παχυμερῆ ταῖϲ τῶν ὄγκων ϲυϲτάϲεϲι ,
4735917 κουφοτερα
λίθου καταφορᾷ διαφθείρει τὴν πορφύραν αὐτοῖς ὀστράκοις . ἐὰν δὲ κουφοτέρα ἡ πληγὴ γένηται , καταλειφθῇ δὲ τὸ ζῷον ἔτι
ἂν πλείων ᾖ , τοσούτῳ καὶ μείζων καὶ καλλίων καὶ κουφοτέρα φέρειν γίγνεται , πολλάκις δὲ καὶ τοὺς φέροντας αὐτὴν
4719542 ὁρατα
οὕτω φωτίζει , ὥστε καὶ τὰ τῶν ἄλλων χρώματα ποιεῖν ὁρατά , τὸν πόρρω δὲ οὕτως , ὥστε ἑαυτὸ μόνον
ὅπῃ τύχοι φέρεται , καὶ ὀφθαλμοὶ πρὸς πάντα ἀναπεπταμένοι τὰ ὁρατά , καὶ ἃ μὴ θέμις ὁρᾶν , ἐξώκειλαν ,
4711141 ναματα
οἱ πρῶτοι μεγίστους τε καὶ πρώτους , καὶ ἔτι γε νάματα : καὶ εἶναί τε πάντα ἐνθένδε ὁπόσα γενέσεως μέτοχα
τῆς Ἀπόλλωνος ἐρωμένης , ὅπου χαρίεντα καὶ διαφανῆ καὶ πότιμα νάματα πλάτανός τε πολλὴ καὶ κυπάριττοι πλείους ἀμφιλαφεῖς τε καὶ
4688234 διαιτωμενα
ἰώμενα , ἃ δὲ βοηθούμενα , θερα - πευόμενα ἢ διαιτώμενα . Τὸ δὲ κεφαλαιωδέστατον ἔστω ἐς τὴν τουτέων εἴδησιν
ἐπινήχεσθαι δυνάμενα , τὰ δὲ κατὰ μέσον καὶ βαθὺ πέλαγος διαιτώμενα τὰς προκεχυμένας ἄκρας ἢ νήσους ἢ πέτρας ἐκτρέπεται :
4688195 ἀχωριστα
αἰσθητά . σαρκὸς γὰρ καὶ ὀστοῦ καὶ τῶν λοιπῶν ὁμοιομερῶν ἀχώριστα τῆς ὕλης τὰ εἴδη καὶ κατ ' αὐτὴν τὴν
ὑποθέσει ἄριστα καὶ συνεωρακὼς καὶ εἰπών : εἰ γὰρ μήτε ἀχώριστα μήτε χωριστὰ τῶν αἰσθητῶν ἐστιν , ἀνάγκη ἢ μηδαμῇ
4684471 ἐνυδρα
ἔχει καὶ ὁ ἄνθρωπος ψύλλους καὶ φθεῖρας , καὶ [ ἔνυδρα ] ἕλμιγγας . Ἔχει ὁ μέγας κόσμος ποταμοὺς ,
: Μενέστωρ δέ φησι καὶ συκάμινον . ψυχρότατα δὲ τὰ ἔνυδρα καὶ ὑδατώδη . καὶ γλίσχρα δὲ τὰ ἰτέϊνα καὶ
4673579 περιττα
. τὸ δὲ ξύμπηκτα πρὸς οὐδὲν , ἀλλ ' οἷον περιττὰ καὶ σοφά . τοῦτο δὲ πρὸς Εὐριπίδην . .
εὐσεβείας σκοποῦ τυγχάνοι , τὰ δὲ τούτων ἄνωθεν [ τὰ περιττὰ ] καὶ ἀντίφωνα , τοῖς ἔμπροσθεν ῥηθεῖσιν νυνδή .
4672380 νοσηματα
θεὸν τοῦτον καὶ βοηθὸν νόσων καθεστηκέναι : τὰ μὲν δὴ νοσήματα αὐτοῖς Ἀμφικλειεῦσι καὶ τοῖς προσοικοῦσιν ἰᾶται δι ' ὀνειράτων
καὶ ἀνεύροισι πεφύκασιν . Τὰ δὲ πρὸ ἥβης οὐ γίνεται νοσήματα , περιπλευμονικὰ , πλευριτικὰ , ποδαγρικὰ , νεφρῖτις ,
4670765 νοεραις
δὲ μολπαί Διονυσίαις ἐν ὥραις , ἔαρος νέον φανέντος , νοεραῖς πνέουσι Μούσαις . Χλοερῶν ὕπερθε δένδρων μέλος ὄρνεον λιγαίνει
! ! ! ταῖς δὲ ἰδέαις ἄμφω προσῆν , καὶ νοεραῖς εἶναι καὶ ἀκινήτοις κατ ' οὐσίαν , ἐν ἁγνῷ
4662797 ἡδεα
: διὰ τοῦτο καὶ αὐτὰ ἡδέα γίνεται : φύσει δὲ ἡδέα φησὶν ἃ ποιεῖ πρᾶξιν τῆς τοιᾶσδε φύσεως . πρᾶξιν
μάλιστ ' ἂν δηλώσειεν ὅτι ἐπιφανέστατα ὧν ἴσμεν τὰ μὲν ἡδέα καλὰ νομίζουσι , τὰ δὲ ξυμφέροντα δίκαια . καίτοι
4662318 ἀργυρος
, ὁ δὲ ξύλον ἤδη καὶ σεσηπός , ὁ δὲ ἄργυρος χρῄζων ἀνθρώπου τοῦ φυλάξαντος ἵνα μὴ κλαπῇ , ὁ
καλὸς ποταμός , κομᾷ , ὡς γὰρ χρυσὸς ἀνάθημα καὶ ἄργυρος , οὕτως καὶ τρίχες . κομῶσιν οἱ μὲν βάρβαροι
4649624 ἀφωνα
, βρέφη δ ' ἐν αὐτῇ περιφέρει τὰ γράμματα : ἄφωνα δ ' ὄντα τοῖς πόρρω λαλεῖ οἷς βούλεθ '
ἀπραξίας μὲν οὐχί , φόβους δὲ ἐπάγει : τὰ δὲ ἄφωνα οὔτε φόβους οὔτε πράξεις . ἰδίᾳ δὲ τὸ ρ
4643860 ὁδοποιει
αἰϲθητικῶν ϲωμάτων τοὺϲ πόρουϲ , ὥϲτε ὁ μὲν δριμὺϲ οἷον ὁδοποιεῖ φθάνων , ὁ δὲ ψυχρὸϲ οὐκ εἰϲ μακρὰν ἕπεται
προπάροιθεν : ἔμπροσθεν . ἐφήμισαν : ἐκάλεσαν . ἡγεμονεύει : ὁδοποιεῖ . Σημαίνων : δεικνύων . ἡγητῆρα : ὁδοποιὸν ,
4633262 ἐπιτριβει
πρὸς τούτοισι πάντα τὰ αἰσχρὰ λοιδορέονται , ὅτι σφέας καίων ἐπιτρίβει , αὐτούς τε τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴν χώρην αὐτῶν
τὸν ῥύπον ἐπιξύσαι . μεταφορικῶς ἀπὸ τοῦ σμήχειν , οἷον ἐπιτρίβει : σφοδρὰν γάρ τινα τρίψιν καὶ τὴν σμῆξιν εἶναι
4620037 κεκτημενα
ἀεὶ τόπον , καὶ τοτὲ μὲν ἔστιν ὅτε βάσιν ἑνὸς κεκτημένα τινὸς κέντρου , τοτὲ δὲ πλείονα τῷ περικυλινδεῖσθαι .
ὁπωσοῦν ὡμοιωμένα αὐτῷ , εἴτε ἐξ ἀϊδίου τὴν ὁμοίωσιν εἴη κεκτημένα , εἴτε ἀπό τινος χρόνου τυγχάνοι ταύτην ἀσκήσαντα ,
4610422 πνευματα
ἐπὶ τῆς γῆς ἡ κατοίκησις αὐτῶν ἔσται . καὶ τὰ πνεύματα τῶν γιγάντων νεφέλας ἀδικοῦντα , ἀφανίζοντα καὶ ἐνπίπτοντα καὶ
παραχυθὲν οὕτω μέθας ἵστησιν ὥστε καὶ τῶν ἀφροδισίων παραλύειν τὰ πνεύματα πέττον . τὴν μανίαν φησὶν ὁ Χρύσιππος πολλαχοῦ προσάπτεσθαι
4596653 μεταβαλλοντα
καὶ πρότερον εἴρηται , ἃ παρεικάζουσιν ἀνθρώποις καὶ κενταύροις ταχέως μεταβάλλοντα . κοινῶς δὲ τῶν ἐν ὕπνῳ φαινομένων ἕκαστον ὑπόλειμμά
. δόξει δὲ παράδοξον εἶναι : τὰ γὰρ εἰς τοὐναντίον μεταβάλλοντα διὰ τῶν μέσων χωρεῖν πέφυκεν . ἔστι δὲ καὶ
4595791 πλαττομενα
πρῶτον μέν , ὅτι οὐ μόνον τὰ καθ ' Ἅιδου πλαττόμενα , ἀλλὰ καὶ κοινῶς πάντα μῦθον μάχην περιεσχηκέναι συμβέβηκε
. ” ταῦτα γὰρ πάντα φανερῶς ἐν τῷ Ἀτλαντικῷ πελάγει πλαττόμενα δηλοῦται . ὁ δὲ ταῦτ ' ἐπικρυπτόμενος τὰ φανερῶς
4595302 συστοιχα
ἐστι , τὰ δὲ συνθετώτερα , καὶ τὰ μὲν πέρατι σύστοιχα , τὰ δὲ ἀπειρίᾳ . καὶ τὸ σημεῖον ἀμερὲς
γάρ ; ὅτι δεῖ σε ἀναδραμεῖν καὶ ἀποβλέψαι εἰς τὰ σύστοιχα : ἐὰν ἡ ὥρα θερινή ἐστιν καὶ τὸ κατάστημα
4593424 προσαπτοντες
τὰς τέσσαρας ὥρας νεῖμαι σπουδάζοντες ἴστωσαν οὐ μόνον ἦρι κακῶς προσάπτοντες ὑγρότητα καὶ θερμότητα κράσεως , ἀλλὰ καὶ φθινοπώρῳ ψυχρότητά
προἕσθαι τὴν νίκην , κατὰ ἀμφότερα τὰ πρόσωπα τὸ αἰσχρὸν προσάπτοντες , καὶ κατὰ τὸ τῶν διδόντων καὶ κατὰ τὸ
4592115 ἐργαζεται
δῆθεν πλεῖν ἐπὶ τὴν Σικελίαν τῷ μεγέθει τῆς παρασκευῆς τοὐναντίον ἐργάζεται . ἐκεῖ μὲν οὖν ὅλον τὸ εἶδος τοιοῦτόν ἐστι
οἷον ϲέλινον , ἀδίαντον καὶ τὰ ὅμοια , πινόμενα μετοχέτευϲιν ἐργάζεται . ϲύνθετα δὲ ἥ τε Πολυείδου ϲφραγίϲ ἐϲτιν καὶ
4587979 θαυμαστα
, ἐκτρεφούσαις δ ' ὀρνέων ἴδια γένη καὶ ταῖς προσόψεσι θαυμαστά . ἡ δ ' ἑξῆς θάλαττα βαθεῖα παντελῶς ἐστι
τὸν τόπον ἀθεώρητον . πρὸ δὲ τῆς εἰσόδου πεφυκέναι δένδρα θαυμαστά , τὰ μὲν κάρπιμα , τὰ δὲ ἀειθαλῆ ,
4582876 θορυβωδη
. λακάζειν ] ἐκ παραλλήλου . λακάζειν ] τραχέως , θορυβώδη φθέγγεσθαι . σωφρόνων μισήματα : ταῦτα , τὸ προσπίπτειν
κατὰ δόξαν ἑκατέραν ὧν προείπομεν ὁμολογούμενα συνέπεται τὰ ὁράματα , θορυβώδη μὲν φερόμενα τὰ ἔνυλα , τὰ δ ' ἡγεμονικὰ
4581381 ἐνεργα
τὰ ὄντα , ἀλλὰ οὐ πᾶσα ἔχει αὐτὰ προβεβλημένα καὶ ἐνεργὰ , διὸ οὐδὲ εὐχερῶς καίπερ φύσει αὐτὰ ἔχουσα ἀναμιμνῄσκεται
ὥσπερ ἂν εἰ ζῳγράφος ἐβούλετο τὰ ἑαυτοῦ ἔργα κινούμενα καὶ ἐνεργὰ ἰδεῖν , οὕτω κἀγὼ τοὺς πολίτας , οὓς διαγράφω
4580170 ἀορατα
ἀναπλάττων γὰρ ἑαυτῷ τῆς παιδὸς τὸ κάλλος καὶ φανταζόμενος τὰ ἀόρατα ἔλαθε σφόδρα κακῶς διακείμενος . ἐπιβουλεύει δ ' οὖν
ἐν ταῖς ῥητορικαῖς Τέχναις . . ἄοπτα : ἀντὶ τοῦ ἀόρατα καὶ οὐκ ὀφθέντα , ἀλλὰ δόξαντα ὁρᾶσθαι Ἀ .
4576583 μαλακα
ἔχων ὀρθὰς ὥσπερ ὀξυάκανθος : φύλλα ἐπιμήκη , ὑπολίπαρα , μαλακά . ἔστι καὶ ἑτέρα παρ ' αὐτὴν λευκοτέρα .
εἰρημένων ἁπάντων τὰ μὲν ἧττόν ἐστι , τὰ δὲ μᾶλλον μαλακά , σκληρὸν δ ' ὁμοίως τούτοις οὐδέν : ἀλλά
4573001 κατακεχυται
ἀραιώμασιν τὴν ἔξωθεν σύμφυσιν . ἐπὶ τούτων πολλὴ καὶ βαθεῖα κατακέχυται γῆ καὶ τὸ λοιπὸν τὰ πλατύφυλλα καὶ μάλιστα κηπευόμενα
ἢ πρὸς ἡμᾶς ὄντων , ὕπνος θαυμαστὸς ἅπασι καὶ ῥᾳθυμία κατακέχυται , καὶ καθάπερ τὰ ἐν ταῖς ἱστορίαις παράδοξα οὕτως
4565402 μορφαις
φασὶν εἶναι θεόν , οἱ δὲ πολλοὺς καὶ διαφόρους ταῖς μορφαῖς , ὡς καὶ εἰς τὰς τῶν Αἰγυπτίων ὑπολήψεις ἐμπίπτειν
τῆς φύσεως τῆς ἐναντίας ἀμόρφου οὔσης καὶ μορφὴν ἐπὶ ἄλλαις μορφαῖς ἐκπρεπῶς ἐποχουμένην , συνελοῦσα ἀθρόον αὐτὸ τὸ πολλαχῇ ἀνήνεγκέ
4565306 θεαματα
, ἀλλὰ ἐκ τοῦ εὐθέος διαγωνιζόμενοι . καὶ ἔστιν τὰ θεάματα , ἐμοὶ δοκεῖν , οὐδέν τι ἐκείνοις παραπλήσια ,
, ὦ Σώκρατες , καλῶς τε λέγεις καὶ ἐγὼ εἰσάξω θεάματα ἐφ ' οἷς ὑμεῖς εὐφρανεῖσθε . Ὁ μὲν δὴ
4555709 ἐγευετο
καταζήνασκε δὲ δαίμων . εἰ γὰρ μήποτε ὑγροῦ καὶ τροφῆς ἐγεύετο , πῶς διέμενεν , ἀλλ ' οὐ σπάνει τῶν
καὶ κοιλίη ἔστιν ὅτε καθυγραίνετο , καὶ πάλιν ξυνίστατο : ἐγεύετο ἐπιεικῶς . Μεσοῦντος δὲ τοῦ χρόνου , ἐς γούνατα
4548199 εὐτροφα
εἶναι . εἰ δ ' ὁ θαμνίσκος , τὰ μὲν εὔτροφα ληπτέον , καὶ μᾶλλον μὲν ἀπὸ τούτου τὸ ποσὸν
' εἰς τὸ φανερὸν καταστήσω . εἰ τοίνυν ὑγιεινὰ καὶ εὔτροφα μένειν βούλει πάντα τὰ δένδρα , οὔρῳ παλαιῷ ἀνδρῶν
4546977 σμικροτατα
τῶν τριγώνων ἴσας . ἔστιν γὰρ ἰσογώνια τρίγωνα καὶ τὰ σμικρότατα τοῖς μεγίστοις καὶ ταῖς πλευραῖς καὶ τοῖς περιεχομένοις χωρίοις
ὅτι σμικρότατα . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : ἤ τι σμικρότατα . τοῦ νῦν οἴεσθαι σχεδὸν ἀεί τινος σμικροῦ ἐπιδεεῖς
4544125 ἰσχυρα
αὐτοῦ μέτρου τὸ κῶλον . καττύματα δέ ἐστι δέρματά τινα ἰσχυρὰ καὶ σκληρά , ἅπερ τοῖς σανδαλίοις καὶ τοῖς ἄλλοις
ἐξ ὧν ἁπάντων καὶ ἡ δύναμις ἤτοι γε ἀσθενὴς ἢ ἰσχυρὰ γίνεται . τὰ δ ' ἐξαιρόμενα τῶν οἰδημάτων διὰ
4542015 τεθηλοτα
, τὰ δὲ πυκνὰ , τὰ δὲ μανά τε καὶ τεθηλότα , τὰ δὲ σπογγοειδέα καὶ ἀραιά . Τοῦτο μὲν
ποιοῦσα πρὸς ἅπαντα τὰ ῥεύματα . Ἰτέας φύλλα λαβὼν χλωρὰ τεθηλότα , κόψας ἐν ὅλμῳ καὶ μετὰ ταῦτα ἐμβαλὼν εἰς
4541875 προσφυης
τῶν κατὰ φύσιν ὡς ἀλλόκοτος οὐσία , ὁ δὲ τυλώδης προσφυὴς συνημμένος . δεῖ δὲ τὰ ἐπικείμενα τῷ ὄγκῳ σώματα
καὶ αὐτῶν μόνας ἐννέα μέσας παρετηρήσαντο , ὅτι οἰκειότατος καὶ προσφυὴς ὁ ἐννέα ἀριθμὸς τῇ σελήνῃ . οὗτος γὰρ ἐαυτὸν
4540565 ἀυλα
πρὸς τὸν θεῖον νοῦν οὐχ ὅτι μηδέποτε δύναται νοεῖν τὰ ἄυλα εἴδη , ἀλλ ' ὅτι μὴ συνεχῶς καὶ ἀεί
τὰ περὶ τὸν νοῦν οὕτω θετέον ὥσπερ τὰ χωριστὰ καὶ ἄυλα διατιθέμεθα , ἵνα μὴ κατ ' ἐπίνοιαν ἀλλὰ κυρίως
4538637 θνητα
ὦ φίλη δέσποιν ' , ἐπεί σε μανθάνω θνητὴν φρονοῦσαν θνητὰ κοὐκ ἀγνώμονα , πᾶν σοι φράσω τἀληθὲς οὐδὲ κρύψομαι
. τὰ μὲν γὰρ κρείττω μόνιμα μόνως , τὰ δὲ θνητὰ πάντῃ μεταβλητά . ἡ δὲ μερικὴ ψυχή , ὡς
4530117 ἐντιθεμενοι
λίθοι , οὓς Ὅμηρος κατωρυχέας λέγει , οἱ τοῖς θεμελίοις ἐντιθέμενοι : καὶ θεμελίους δὲ λίθους αὐτοὺς ὠνόμαζον . κατῆλιψ
τὴν λέξιν . προοίμια . κυρίως δὲ δρύοχοί εἰσιν οἱ ἐντιθέμενοι πάτταλοι ναυπηγουμένης νεώς . ὡς ἀπὸ τῶν οἰκοδομούντων .
4514329 φθινει
ἀνάγκας ἀποφανῶ , δι ' ἃς ἕκαστον αὔξεταί τε καὶ φθίνει ἐν τῷ σώματι . Πρῶτον μὲν οὖν ἀνάγκη τὴν
τέλος σχήσει : ἄσημα δ ' οὐκέτ ' ἔστιν οἷ φθίνει τύχα : ὅπου μέλλει τελεῖσθαι ἡ τύχη τῆς Κύπριδος

Back