γῆς ἐπισκότησιν . διὰ τί ἐστι βροντή ; διὰ τὴν ἀπόσβεσιν τοῦ πυρός . δῆλον τοίνυν ἐξ ἁπάντων τῶν εἰρημένων
ὁριζόμενοι δὲ λέγομεν βροντὴν εἶναι ψόφον ἐν νέφει διὰ πυρὸς ἀπόσβεσιν , ταὐτὰ μὲν λέγοντες δι ' ἀμφοτέρων τῶν λόγων
7380431 νεφει
ἡλίου φωτίζεσθαι . , . : Στράτων ἄστρου φῶς περιληφθὲν νέφει πυκνῷ , καθάπερ ἐπὶ τῶν λαμπτήρων γίνεται . ,
νέφει , ἡ ἀπόσβεσις πυρὸς ἐν νέφει ψόφος ἐστὶν ἐν νέφει , βροντὴ ἄρα ἐστὶ ψόφος ἐν νέφει ἢ συνείροντες
6604993 ἀποσβεσις
πρόεισιν ὁ λόγος : ὁριζόμενοι δὲ λέγομεν βροντή ἐστι πυρὸς ἀπόσβεσις ἐν τῷ νέφει . τρίτος δέ ἐστιν ὅρος ,
, ἤγουν τοῦ ψόφου καὶ τῆς βροντῆς ἡ τοῦ πυρὸς ἀπόσβεσις : οὕτω γὰρ ἀποδέδοται , ὅτε ἐλέγομεν τί ἐστι
5532517 ἀερι
πρῶτον λόγον . ἀεροβατῶ ] εἰς τὸν ἀέρα ἐν τῷ ἀέρι . βαίνω . . περιφρονῶ ] περιεργάζομαι . ,
ἔστιν ἐκ τούτου γνῶναι . Εἰσερχομένοις γὰρ ἡμῖν ἐν τῷ ἀέρι , οὐδεμία τις ἀνία γίνεται δριμύτητος ὡς πρὸς τὸν
5347416 ἀστραπην
ἰδιώτῃ φιλοσοφοῦντι πρὸς τὸ ἔργον ἄν τις ἀρκεῖν ὑπολάβοι καθάπερ ἀστραπὴν ἐκλάμψασαν τὴν ἀρετὴν εὐθὺς ἀποσβῆναι , ἀνδρὶ δὲ Ὧι
τῷ χαλκῷ τῶν ἀσπίδων ἀκτὶς ἡλίου προσβάλλουσα διπλῆν ἐκεῖθεν ἀφίησιν ἀστραπὴν , ὑψουμένην τε ἀπ ' ἀνατολῶν καὶ ταπεινουμένην πρὸς
5345423 βροντη
ὁριζόμενοι λέγομεν , ἄλλως δ ' ἀποδεικνύντες . ἀποδεικνύντες γὰρ βροντή ἐστι πυρὸς ἀπόσβεσις ἐν νέφει , ἡ ἀπόσβεσις πυρὸς
τοῦ πνεύματος πειρωμένου διαφορηθῆναι , κτύπος γίνεται , καὶ καλεῖται βροντή . ἐκεῖνο δὲ τὸ πνεῦμα ἐν τῷ μέσῳ τῶν
5156907 βαθει
Αἰγύπτου λίμνη τῷ μὲν πλάτει στενὴ παντελῶς , τῷ δὲ βάθει θαυμάσιος , τὸ δὲ μῆκος ἐπὶ διακοσίους παρήκουσα σταδίους
τρῶμα ἔλαβεν οὐκ ἄξιον λόγου ἐσιδεῖν : οὐ γὰρ ἐν βάθει ἐγένετο . Μετὰ δὲ οὐ πολλὸν χρόνον , ἐξαιρεθέντος
5148826 ἐμπτωσιν
σβέννυσθαι . Μητρόδωρος τὴν εἰς τὰ νέφη τοῦ ἡλίου βιαίαν ἔμπτωσιν σπινθηρίζειν . Ξενοφάνης πάντα τὰ τοιαῦτα νεφῶν πεπυρωμένων συστήματα
Δ . ἀστέρας εἶναι τοὺς κομήτας . , Δ . ἔμπτωσιν πυρὸς εἰς νέφος ὑγρόν , βροντὴν μὲν τῆι σβέσει
5132959 νεφων
γίνεται νέφος ἡ ἀχλὺς καὶ ἐς αὑτὴν ἄλλα ἐπαγομένη τῶν νεφῶν ὑετὸν τοῖς Ἀρκάσιν ἐς τὴν γῆν κατιέναι ποιεῖ .
τοῦ ἡλίου ἀκτῖνες διικνούμεναι φῶς πέμπουσιν , ὥσπερ διὰ τῶν νεφῶν παχυτέρων τῆς σελήνης ὄντων . Ὁ οὖν Ποσειδώνιός φησιν
5049215 ἐξαψιν
τὸν τούτων ψόφον ἐκ παρατρίψεως ἢ ῥήξεως : κεραυνὸν δὲ ἔξαψιν σφοδρὰν μετὰ πολλῆς βίας πίπτουσαν ἐπὶ γῆς νεφῶν παρατριβομένων
ἐν τῷ ὀγδόῳ τοῦ Φυσικοῦ λόγου : ἀστραπὴν δ ' ἔξαψιν νεφῶν παρατριβομένων ἢ ῥηγνυμένων ὑπὸ πνεύματος , ὡς Ζήνων
5039766 ἀποσβεννυμενου
γῆς προηγουμένης ἀφώτιστος ἡ σελήνη γίνεται , πυρὸς ἐν νέφει ἀποσβεννυμένου ψόφος ἀποτελεῖται , ὅπερ ἐστὶ βροντή . ἄλλο οὖν
τοῦ Γ τοῦ νέφους , ὡς ἐν αὐτῷ τοῦ πυρὸς ἀποσβεννυμένου . τούτου δέ , τοῦ Β δηλονότι , ἤτοι
5025731 ἀερος
πετροβόλων καταφοραῖς , ὧν καὶ αὐτὸς μόνος ὁ διὰ τοῦ ἀέρος ἐγγινόμενος ῥοῖζος ἔκστασιν τοῖς βαρβάροις ἐναπειργάζετο . Ἤδη γὰρ
σώματος τοῦ τ ' ὀφθαλμοῦ καὶ τοῦ πέριξ πεφωτισμένου γεγονότος ἀέρος , ἡ αἰσθητικὴ δύναμις ὥσπερ ἐποχουμένη τοῖς ἐνεργείῳ διαφανέσι
4935522 σκοτει
μέλιτι σαυτὸν καταπάττεις : ἐπὶ τῶν ἡδυπαθεῖν διωκόντων . Ἐν σκότει ὀρχεῖσθαι : ἐπὶ τῶν ἀμαρτύρως μοχθούντων . Ἐν νυκτὶ
ὑμῶν , καὶ ἐκεῖ ἔσονται ἐν ἀνάγκῃ μεγάλῃ καὶ ἐν σκότει καὶ ἐν παγίδι καὶ ἐν φλογὶ καιομένῃ , καὶ
4934355 βροντην
τοῦ λαμπτῆρος φῶς , καὶ τοῦ γίνεσθαι , ὡς τὴν βροντήν , τήν τε ὑλικὴν καὶ τὴν τελικήν , πλεῖστα
μάταιον σημαίνει , ὅτι μετὰ τὴν ἀστραπὴν προσδοκήσειεν ἄν τις βροντήν , ἣ διὰ τὸν ψόφον οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ
4924033 κινηθεντος
οὐρᾷ κινῆσαι . καὶ ἀτρεμοῦντος μὲν ἔχει τὴν ἄγραν , κινηθέντος δὲ ἀνεχώρησεν . Τιμωροῦσιν ἀλλήλοις ὡς ἄνθρωποι πιστοὶ καὶ
φανταζόμεθα ὑπομένειν τὸ διάστημα τοὐμοῦ σώματος : συγχεῖται γὰρ εὐθὺς κινηθέντος ἡ περιέχουσά με ἐπιφάνεια καὶ ἑνοῦται πρὸς ἑαυτήν ,
4917577 ὁμοιωματι
ὅτι σημειοῦνται οἱ παλαιοί , ὡς Ὅμηρος τῷ ἐκ μεταφορᾶς ὁμοιώματι σημαινόμενος εἰδέναι τὸν στέφανον κ Ν . ὅμως οὐδέ
; Ὅλῳ καὶ παντὶ διαφέρει , ὦ Σώκρατες , τὸ ὁμοιώματι δηλοῦν ὅτι ἄν τις δηλοῖ ἀλλὰ μὴ τῷ ἐπιτυχόντι
4915976 νεφεσιν
τῷ γραμματιστῇ παρεστηκώς , ὁ δὲ ἥλιος οὕτω παχέσιν ἐκέκρυπτο νέφεσιν , ὥστ ' ἤδη τινὰ νύκτα ἐκείνην τὴν ἡμέραν
τοιαύτην λαμβανουσῶν τῶν ἐν τῷ ἀέρι ἀτόμων ἢ ἐν τοῖς νέφεσιν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ ἀέρος [ προσφερομένου πρὸς τὴν σελήνην
4884064 μετεωριζομενον
. ἅτε κῦμα θαλάσσης : καθάπερ , φησί , κῦμα μετεωριζόμενον νηὶ προσπίπτει , τῇ δὲ ἐμπειρίᾳ τοῦ κυβερνήτου παρακλίναντος
ἀπεικάσαι ἀλλὰ τῶν προσφερομένων ἀκτῇ ἐφ ' ὑψηλῇ , ὅπου μετεωριζόμενον τὸ κῦμα μείζονα ἦχον ἀποτελεῖ . καὶ οὐχ ἁπλῶς
4839882 παραπληϲιου
, ἀλλ ' ἐκ τοῦ ϲώματοϲ εἰϲ αὐτὴν καταρρέοντοϲ χυμοῦ παραπληϲίου μὲν ὄντοϲ τῇ ϲυνεχῶϲ ἐμουμένῃ καὶ διαχωρουμένῃ ξανθῇ χολῇ
δὲ ἐμπεϲούϲηϲ ἐν πόρῳ τοῦ ὠτὸϲ ἢ κυάμου ἤ τινοϲ παραπληϲίου ἔγκλυζε ἢ μηλωτρίδι περιελίξαϲ ἔριον καὶ ἐμβάψαϲ ῥητίνῃ ἀνάϲπα
4812379 ψοφος
, λέγων οὕτως : τάδ ' ἐστὶ κνισμὸς καὶ φιλημάτων ψόφος : τῷ καλλικοτταβοῦντι νικητήρια τίθημι καὶ βαλόντι χάλκειον κάρα
πλεονασμῷ τοῦ β βόλβιτον . . . . βόμβος : ψόφος τις ἐξ αὐτοῦ . . . . Βομβύκη :
4772700 ἠγγισα
καὶ εἰσήνεγκάν με εἰς τὸν οὐρανόν , καὶ εἰσῆλθον μέχρις ἤγγισα τείχους οἰκοδομῆς ἐν λίθοις χαλάζης καὶ γλώσσης πυρὸς κύκλῳ
μακρὸν καὶ ἄλλον κολοβὸν καὶ ἤκουσα ὡσεὶ φωνὴν βροντῆς καὶ ἤγγισα τοῦ ἀκοῦσαι καὶ ἐλάλησε πρός με καὶ εἶπεν :
4754926 ζεοντος
μεταβολὴν εἰσηγούμην , ἴσως ἂν ὀρθῶς εὐλαβεῖτο , θυμοῦ δὲ ζέοντος τηλικούτου καὶ τῶν ἀπ ' αὐτοῦ προσδοκωμένων , ἢν
ἀφελὼν αἵματος : ἐφ ' ὧν γὰρ ἄν σοι φαίνηται ζέοντος αἵματος πλῆθος , ὅτι τάχιστα πειρῶ κενοῦν αὐτὸ πρὶν
4750166 ῥυσει
δὲ εἶδος ὡρισμένον μένει . πῶς οὖν ἔλεγον πάντα ἐν ῥύσει εἶναι ; διό φησιν ἀλλὰ ταῦτα παρέντας ἐκεῖνα δεῖ
ἐκ τῶν σωματικῶν καὶ αἰσθητῶν : ἐν συνεχεῖ γὰρ ταῦτα ῥύσει καὶ μεταβολῇ πολλάκις ἐδηλώθη κατ ' οὐδένα τρόπον μόνιμα
4746983 πυρωδη
, ἀλλὰ μᾶλλον τῇ ὅλῃ κράσει . τὴν ἐξ ἀρχῆς πυρώδη δυσκρασίαν ἦν ἐσχηκὼς , ἣν ἄλλοι ὀλίγου δεῖν ἅπαντες
, ταριχευόμενος ἐν καρδάμῳ . Σκίλλα δύναμιν ἔχει δριμεῖαν , πυρώδη : πολύχρηστος δὲ γίνεται ὀπτηθεῖσα , στέατι δ '
4740818 ἀηρ
[ ὅθεν δὴ βούλεται αὐτὸν οὕτως εἰπεῖν , ὅτι ἐστὶν ἀήρ ] . τὸν δὲ αἰθέρα τῇδέ πῃ ὑπολαμβάνω ,
τῆς ἀρτηρίας ἀέρι τὸ αἷμα , καὶ τῷ αἵματι ὁ ἀήρ , καὶ οὕτω πυρούμενα πάσχουσι καὶ ποιοῦσι πρὸς ἄλληλα
4713659 ἑλικιας
δέ . ψολόεις , ὁ ἐν τῇ ψαύσει ὀλλύων . ἑλικίας ὁ συστροφὰς καὶ ἕλικας ποιῶν , διὰ μέσην παχύτητα
μελαίνει : ὁ ψολόεις ὁ ἐν τῇ καύσει ὀλλύων : ἑλικίας δὲ ὁ ἕλικας καὶ συστροφὰς ποιῶν διὰ παχύτητα καὶ
4710822 ἐμποδιζον
ἐπιθέον , καθὸ τῇ μέν ἐστι κατὰ φύσιν ἰούσῃ τὸ ἐμποδίζον καί τι τοῦ ἐναντίου παραμεμιγμένον , ὃ οὐκ ἐᾷ
τῷ σκοτοποιῷ παραποδίζῃ τὴν ἐνέργειαν . ἆρα οὖν ὡς μὴ ἐμποδίζον μόνον χρήσιμον τὸ διαφανές , καθάπερ εἰ καὶ κενὸν
4664981 πνευματος
ἡ φύσις μετὰ τῶν οἰκείων ὀχημάτων , αἵματος λέγω καὶ πνεύματος , ἐκεῖσε ὥρμηται . καὶ διὰ τοῦτο ὅσον ἐστέρηνται
τριβόμενα μόρια , καὶ πρὸς τούτοις ἔτι τὴν καλουμένην τοῦ πνεύματος κατάληψιν . χρὴ δ ' ἔλαιον δαψιλὲς περικεχύσθαι τῷ
4611178 ἠχον
ἀψύχοις δόξαις , λέγω δὲ „ βατράχοις „ , πιεσθεὶς ἦχον καὶ ψόφον ἔρημον καὶ κενὸν πραγμάτων ἀποτελούσαις , εἰπόντος
χρυσοῖ γὰρ κώδωνες περὶ τὸν ποδήρη εἰσὶν αὐτοῦ , μέλους ἦχον ἀνιέντες ἰδιάζοντα : παρ ' ἑκάτερον δὲ τούτων ἄνθεσι
4606452 αἰσθανομεθα
τοῖς ὕπνοις . οὐκ ἄρα γε τῇ αἰσθήσει τὸ ἐνύπνιον αἰσθανόμεθα . ἀλλὰ μὴν οὐδὲ τῆς διανοίας ἢ τῆς δόξης
εὐωδῶν : πόρρωθεν γὰρ τῆς ὀσμῆς , συμβεβηκότος οὔσης , αἰσθανόμεθα : ὡς οὐκ ἂν ἐν τοῖς ὑποκειμένοις μενούσης ,
4545557 εὐκινησιαν
σωρηδὸν ἀνεγείρεται πάμπολλα διὰ τὴν ἐν τῷ ὑγρῷ τῆς καρδίας εὐκινησίαν . ἐπεὶ δὲ πολλάκις ἀναμνησθῆναι βουλόμενοι οὐ δυνάμεθα ἢ
καὶ πρὸς τὰς κατὰ μετάληψιν . οἱ δὲ τροχοὶ πρὸς εὐκινησίαν τῶν τροχίλων ἐπενοήθησαν , εὐκίνητοι [ δ ' ]
4524440 ψυξιν
Ἑρμοῦ τόποις δίκας αἱρεῖ πρὸς ὑπερέχοντας καὶ ἐχθροὺς ἐπεγείρει καὶ ψῦξιν πραγμάτων καὶ ζημίας καὶ ἐπιθέσεις , μάλιστα νυκτός ,
, ἐπιφέρει δὲ λυγμοὺϲ καὶ βῆχα καὶ γλώϲϲηϲ ξηρότητα καὶ ψῦξιν ἀκρωτηρίων μετὰ παρακοπῆϲ καὶ δυϲκινηϲίαϲ . οἷϲ ἁρμόζει διδόναι
4512883 ταραττεται
προγινώσκων ἰα - τρὸς προευτρεπίζεται : ὁ δὲ προπαρασκευαζόμενος οὐ ταράττεται : ὁ μὴ ταραττόμενος νικᾷ τὸν ἀγῶνα : ὁ
ναυτιλίᾳ κτησάμενος : τὸ μὲν γὰρ ἄπειρον ἐπὶ τῆς χρείας ταράττεται , τὸ δὲ μελετῆσαν θαρρεῖ τὴν τέχνην ἣν ἔμαθεν
4510574 μαγνητης
γίνεται τῆς παρακειμένης αὐτῷ ὕλης ἁρπάζων κάρφη ὡσπερεὶ καὶ ὁ μαγνήτης τὸν σίδηρον . γίνεται δὲ ἐν τῇ Ἰνδικῇ ,
γίνεται τῆς παρακειμένης ὕλης αὐτῷ ἁρπάζων κάρφη ὡσπερεὶ καὶ ὁ μαγνήτης τὸν σίδηρον . Γίνεται δὲ ἐν τῇ Ἰνδικῇ ,
4506402 ὑποδεξηται
, νήχεται δυσέκνευστον πέλαγος : ἐστ ' ἂν αὐτὴ φιλοσοφία ὑποδέξηται ὑπολαβοῦσα τοὺς ἑαυτῆς λογισμούς , ὥσπερ τὸ κρήδεμνον τῷ
πώϲ τι τῶν ϲπλάγχνων ἀϲθενὲϲ φύϲει ὑπάρχον τὴν ὕλην κινηθεῖϲαν ὑποδέξηται καὶ μάλιϲτα ὁ θώραξ . τοὺϲ δὲ καθ '
4504098 ὑετῳ
μέγας καὶ οὐ ῥᾳδίως διαβατὸς ἦν . πορευόμενοί τε ἐν ὑετῷ καὶ τὸν ποταμὸν μόλις διαβάντες ὕστερον παρεγένοντο , ἤδη
ὀδμώμενος οὐκ ἀνέχεται : ἢν δὲ ἑστηκὼς τύχῃ ἐν τῷ ὑετῷ καὶ ὀδμηθῇ τῆς γῆς , ἐξαπίνης πίπτει . Αὕτη
4491640 κινησιν
, ἅπαν τὸ εἶδος τοῦ γνησίου τριταίου καὶ πᾶσαν τὴν κίνησιν διαφυλάττοντα . ἐγὼ γοῦν αὐτόπτης ἐγενόμην τούτων ἐπί τινος
δὲ κίνησις οὐκ ἐν παντὶ χρόνῳ τελεία , καὶ ὅτι κίνησιν μὲν ἄνευ χρόνου οὐκ ἐνδέχεται εἶναι , ἡδονὴν δὲ
4486052 ἐγκεφαλῳ
μετὰ βλάβηϲ τῶν ἡγεμονικῶν ἐνεργειῶν πῆ μὲν ἐν αὐτῷ τῷ ἐγκεφάλῳ ϲυνιϲταμένην ἔχει τὴν αἰτίαν , πῆ δὲ ἐν ταῖϲ
τὸν νωτιαῖον αὐτόν , ὅσον μὲν ἀνωτέρω τῆς τομῆς συνεχὲς ἐγκεφάλῳ , τοῦτο μὲν ἔτι διασώσει τὰς τῆς ἀρχῆς δυνάμεις
4480967 κινησει
ἀντιθέσεις . ἀντίκειται δὲ καὶ ἡ κίνησις κινήσει καὶ στάσις κινήσει : ἀλλ ' ἡ μὲν ὡς ἐναντίον , ἡ
γίνεσθαι ἡ ἀναπνοή : ἡ δὲ μεγάλη ἀναπνοὴ ἐπὶ μεγίστῃ κινήσει τοῦ θώρακος γίνεται : ἡ δὲ μεγίστη κίνησις τοῦ
4467904 ῥοῃ
φιλοσοφία οὐ καταγίνεται περὶ τὰ μερικά , ἅτινά εἰσιν ἐν ῥοῇ καὶ ἀπορροῇ , ἀλλὰ περὶ τὰ καθόλου , ἅτινα
φαίνεται ταῦτα ὅμοια ὄντα , ἃ νῦν ἡμεῖς λέγομεν , ῥοῇ οὐδὲν οὐδὲ φορᾷ . ταῦτ ' οὖν πότερόν ποτε
4456859 θερμασιαν
ταχεῖα καὶ πυκνὴ καὶ μεγάλη γίνεται ἡ ἀναπνοὴ σημαίνει πολλὴν θερμασίαν καὶ δίψαν : εἰ δὲ ἀραιὰ καὶ βραδεῖα ,
θερμασία : ἐκ τούτου γίνεται ἀλεείνω , οἱονεὶ εἰς τὴν θερμασίαν ἐκ τοῦ ψύχους ἀποφεύγω . τὰ διὰ τοῦ εινω
4456440 βυθῳ
ἀτόπων ὁρᾷ κατὰ τοὺς ὕπνους , ἀλλ ' οἷον ἐν βυθῷ γαλήνης ἀκλύστου καταφανεῖ διαλάμπει τῆς ψυχῆς τὸ φανταστικὸν καὶ
νῆξιν χορείαν εἶπε . καὶ οὐ φθέγγεται μὲν ἐν τῷ βυθῷ , ἀλλ ' ἄνω κέκραγεν . ἁπλούστερον δὲ εἶπεν
4446410 τοποιϲ
διὰ κραυγὴν ἢ χυμοῦ δριμύτητα ἐκλεαίνει , περιπλαττόμενα τοῖϲ πεπονθόϲι τόποιϲ καὶ προϲμένοντα ὥϲπερ τι κατάπλαϲμα καὶ τῷ τῆϲ ὅληϲ
ἀέρα . καὶ οἱ μὲν τοπικοὶ τῶν ἀνέμων παραπλήϲιοι τοῖϲ τόποιϲ εἰϲίν , ἀφ ' ὧν πνέουϲιν : οἱ μὲν
4434761 Φυσικου
τῆς γῆς , ὡς ὁ αὐτὸς ἐν τῷ ἕκτῳ τοῦ Φυσικοῦ λόγου : ἀλλὰ καὶ σφαιροειδῆ , ὡς οἱ περὶ
τὸ τοιοῦτον , καθά φησι Ποσειδώνιος ἐν τῷ πέμπτῳ τοῦ Φυσικοῦ λόγου καὶ οἱ περὶ Ἀντίπατρον ἐν τοῖς περὶ κόσμου
4421196 θερμοτητα
τὸ ἐπίπλασμα τοῦτό ἐστι φάρμακον ἀγαθόν . Ὀδυνωμένης κεφαλῆς διὰ θερμότητα , τὰ φύλλα τῆς θρίδακος συγκοπέντα καὶ τῷ μετώπῳ
νῦν μὲν συνῆλθον εἰς τὸ αὐτὸ καὶ παρέσχον ὑπὸ πλήθους θερμότητα καὶ πύρωσιν τῷ σώματι , νῦν δ ' ἐκπεσοῦσαι
4416267 παρυφισταμενῳ
ἀποκρουσθῇ ζωπύρου ἕτι τῆς ζωτικῆς δυνάμεως ὄντος , συνανακραθεὶς τῷ παρυφισταμένῳ τοῦτο χρώσῃ . Μέτριος μὲν ὢν φαιά τε καὶ
τοῦ χρώματος τῶν ἐνδεχομένων συμπλακῆναι τῇ τε συστάσει καὶ τῷ παρυφισταμένῳ : τὰ γὰρ τοιαῦτα δηλοῦσιν ὑπερβολὴν καὶ ἔλλειψιν ,
4414407 φαντασιαν
τίνων συγκέκριται καὶ πόσον χρόνον πέφυκε παραμένειν τοῦτο τὸ τὴν φαντασίαν μοι νῦν ποιοῦν καὶ τίνος ἀρετῆς πρὸς αὐτὸ χρεία
δοκιμάζεται , ὅτι ὑπάρχον ἐστίν , ἐκ τοῦ καταληπτικὴν κινεῖν φαντασίαν . εἰ δὲ ἵνα μὲν ἡ καταληπτικὴ κρίνηται φαντασία
4407717 ἁφῃ
βλάπτουσα τὸν ζωτικὸν γόνον ἀναφερομένη τε ἐκ βάθους προσπίπτουσα τῇ ἁφῇ καὶ μάλιστά τις ἀταξία κατὰ τὸ εἶδος τοῦ πυρετοῦ
καὶ μαλακὸν , τὸν οἷον δίυγρον , καὶ ἡδέως τῇ ἁφῇ προσβάλλοντα : σφοδρὸν δὲ τὸν μετά προσηνοῦς ἁφῆς ἀντιβαίνοντα
4390250 σκοτιᾳ
οἷον θέλεις , καὶ νυκτὸς γενομένης οἱ θεωροῦντες ἐν τῇ σκοτίᾳ φεύξονται δοκοῦντες δαίμονας ἢ θεοὺς εἶναι . Ἐὰν δέ
τέκνοις ἀράς : κρύπτεται : κρύπτεται δ ' ἐν τῇ σκοτίᾳ σὺν ταῖς ἀλαλαῖς τῶν αἰαγμάτων , ὅ ἐστι σὺν
4389640 φθειρομενων
δὲ τῇ κεφαλῇ γιγνόμενον τὸ πάθος , συμβαίνει μᾶλλον ὥστε φθειρομένων τῶν σωμάτων καὶ τὸ ὀστέον τοῦ κρανίου κακοῦσθαι .
βίου , τῶν μὲν σωμάτων τῷ αὑτῶν νόμῳ καὶ χρόνῳ φθειρομένων , τῆς δὲ ψυχῆς ἐπὶ τὸν αὑτῆς τόπον καὶ
4386126 θερμαινομενων
πλάτοϲ πρὸϲ τὸ ἐπ ' ἄλλα καὶ ἄλλα τῶν πρώτων θερμαινομένων μετάγειν τὰ μέλη . ῥιπὶϲ δὲ κινείτω τὸν ϲταθερώτερον
καὶ σχεῖν στατὸν ὕδωρ παραπλησίως τοῖς ἑλώδεσι τῶν τόπων , θερμαινομένων δ ' ἐν τῷ θέρει τούτων καὶ σηπομένων συνίστασθαι
4358776 παρατριβομενων
τὸ γυμναζόμενον σῶμα , τήν τε σκληρότητα τῶν ὀργάνων ἀλλήλοις παρατριβομένων καὶ τῆς ἐμφύτου θερμότητος αὔξησιν τήν τε τοῦ πνεύματος
δὲ ἔξαψιν σφοδρὰν μετὰ πολλῆς βίας πίπτουσαν ἐπὶ γῆς νεφῶν παρατριβομένων ἢ ῥηγνυμένων . . . . , . .
4358620 θερμαινοντος
ὑγροῦ , καὶ τρέφειν καὶ ἐπαύξειν δύνανται τὰ συνιστάμενα , θερμαίνοντος τοῦ ἡλίου καὶ καταξηραίνοντος , ὥσπερ καὶ τὴν τῶν
ὑγρὰ δὲ ἡ νὺξ ἀφισταμένου τοῦ ἡλίου τοῦ ξηραίνοντος καὶ θερμαίνοντος τὸν ἀέρα . ὁ τοίνυν Ὀρέστης ἐξηραμμένος ὑπὸ νόσου
4358345 εἰσρυηναι
φασιν . Ἀλλ ' ὑποθώμεθα ἐξαιρεθέντος τοῦ ὕδατος μηδὲν ἕτερον εἰσρυῆναι σῶμα . μένει τοίνυν μεταξὺ τῆς ἐπιφανείας διάστημα κεχωρισμένον
τοῦ καπνοῦ πᾶσαν τὴν τῆς κεδρέας καὶ τοῦ θείου ὀσμὴν εἰσρυῆναι , καὶ ἀποπνίξαι τὸν ἀσπάλακα : καὶ οὕτως ἑκάστου
4343915 πνευματι
μάλιστα πρὸς πολλὰ ποικιλλομένη . Ὁ δὲ χαμαιλέων δοκεῖ τῷ πνεύματι ποιεῖν τὰς μεταβολὰς , πνευματικὸν γὰρ φύσει . Σημεῖον
δὲ τῶν περὶ σελήνην φερομένη τόπων , ἀεροειδῶν τε καὶ πνεύματι λοιπὸν ἀντιτύπῳ κεκοινωνηκότων , πολὺν τὸν ῥοῖζον καὶ σφοδρὸν
4339205 ζοφωδη
οἰκείοις καθίδρυσε : τὰ μὲν γὰρ παχέα καὶ γεώδη , ζοφώδη τε καὶ ψυχρὰ τῷ σπληνὶ προσρίπτειν εἴωθε , τὰ
θέλωσιν , φαίνονται ὡσεὶ ἄνθρωποι . Καὶ ἀπήγαγόν με εἰς ζοφώδη τόπον καὶ εἰς ὄρος οὗ ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς
4331958 σκοτῳ
, ὥστε δῆλα γενέσθαι καὶ μὴ ἀφανείᾳ τινὶ καλυφθῆναι καὶ σκότῳ . Αἰγίνᾳ τε γὰρ ] Ἐν Αἰγίνῃ ἀγὼν ἐτελεῖτο
χαμαὶ πεσόντα ἤγουν μὴ κατὰ γνώμην αὐτοῦ ἐξενεχθέντα ἰδών , σκότῳ καὶ ἀφανείᾳ κυλισθήσεται . τοῦτο δὲ ἐκ μεταφορᾶς εἴρηται
4326713 σηπομενος
καὶ τῶν ἀγαθῶν , ἀιδὴς δὲ καὶ ἄπυστος ὁποίποτε κείσομαι σηπόμενος , εἰς εὐλὰς καὶ κνώδαλα μεταβάλλων . Συνάπτεις γάρ
. πυθόμενος γὰρ ὁ σῖτος ἐν τῇ γῇ , ἤτοι σηπόμενος καὶ οἷον θνήσκων , πάλιν ἀναθάλλει , καὶ θάλλειν
4324587 ἀστραπης
σωληναρίῳ χρυσῷ καὶ φορῇ , οὐ βλαβήσεται ὑπὸ κεραυνοῦ ἢ ἀστραπῆς . περίαπτον δὲ πρὸς κεραυνὸν ἕξεις ἐὰν λίθον κεραύνιον
δὲ ὁ Θέρσανδρος τὸ κάλλος ἐκ παραδρομῆς , ὡς ἁρπαζομένης ἀστραπῆς ἀφῆκε τὴν ψυχὴν ἐπ ' αὐτὴν καὶ εἱστήκει τῇ
4317107 νεφους
Β , τὴν τοῦ πυρὸς ἀπόσβεσιν , τοῦ Γ τοῦ νέφους , ὡς ἐν αὐτῷ τοῦ πυρὸς ἀποσβεννυμένου . τούτου
. Σοφοκλῆς Πολυξένῃ : ἀπ ' αἰθέρος δὲ κἀπὸ λυγαίου νέφους . Ἄργος δὲ παροίτατος : εἷς τῶν Φρίξου παίδων
4302162 φοραν
παῖδας τῶν αἰχμαλώτων ἱστῶντες , τὴν τῶν ἐναντίων βελῶν ἐπεῖχον φοράν : φίλοι γὰρ τῶν Ῥωμαϊκῶν παίδων οἱ στρατιῶται οὔτε
καὶ κατὰ τὸ ἔντονόν τι ἔχειν καὶ τὴν τῶν βελῶν φοράν [ : στρατηλάτην δ ' οὐκ ἄλογον τοιούτοις ὅπλοις
4299225 σφοδρον
σεσωρευκότος διὰ σωφροσύνην καὶ φειδώ , ἀθρόως κυριεῦσαν τῶν πραγμάτων σφοδρόν τινα καὶ παντοῖον ὄλεθρον κατὰ τῶν εὑρεθέντων μαίνεται ,
καὶ ἀκρίβειά τις ἐν τούτοις ἐμφαίνεται , ἡ δὲ δεινότης σφοδρόν τι βούλεται καὶ σύντομον , καὶ ἐγγύθεν πλήττουσιν ἔοικεν
4296701 χειμωνι
κεφαλῆς ὡς ἐπιτοπολὺ , ἢ τῶν ἔμπροσθεν . Καὶ ἐν χειμῶνι πλέονα χρόνον ζῇ ὥνθρωπος ἢ ἐν θέρει , ὅστις
εὐωχοῦνται : ὅτι τὰς ἰδίας σάρκας ὁ πολύπους ἐσθίει τῷ χειμῶνι οὕτως ἱστορεῖ καὶ ὁ Ἡσίοδος : ὅτ ' ἀνόστεος
4295573 πνευμα
δεόμενον τὸ βαρὺ καὶ μείζονος εἰ δι ' ὅλου τὸ πνεῦμα πέμποιτο , ὥστε ὅσον μήκους προστίθεται τοσόνδε καὶ πνεύματος
ἁπλῶς περίπατος δύναται ὁ ἀποθεραπευτικὸς ἀνεῖναι μὲν ψυχὴν καὶ μεταστεῖλαι πνεῦμα καὶ εἰς τάξιν ἀγαγεῖν λῦσαί τε τὰ συντεταμένα καθᾶραί
4280891 ἐκραγεντος
' ἐκπήδησιν ἐκ τῶν νεφῶν σύντονον , % πνεύματός τε ἐκραγέντος ὁμοῦ καὶ πυρὸς ἀθρόου . σεισμὸς γείνεται κατὰ πνευμάτων
ἐν τῇ οὐρήθρῃ φύματα γίνεται , τουτέοισι , διαπυήσαντος καὶ ἐκραγέντος , λύεται ὁ πόνος . Ὁκόσοισιν ἂν ὁ ἐγκέφαλος
4280271 συμπλοκῃ
κατέλεγε . Τοὺς γοῦν πολλάκις ἐν τῇ κατ ' ἀλλήλων συμπλοκῇ ἀρίστους ἀναφανέντας Ἀθανάτους ὠνόμασε καὶ οὕτως ξυνέβη πάντας τοὺς
δυνάμει ἐργάζονται . ἐπεὶ οἱ σχοινοπλόκοι συμπεριάγονται τῇ τῶν σχοινίων συμπλοκῇ διὰ τῆς τροχιλίας . τούτους ἐκάλουν καὶ σχοινιοσυμβόλους .
4279501 βροντης
κωμῳδίαις τὰ καλούμενα ἠχεῖα , ὧν ὁ κτύπος σχηματίζεται εἰς βροντῆς ἀπήχησιν . μυκησαμένης ] ἠχησάσης . ὑπὸ θεῶν καταπεμφθείσης
τέρας : ὃς δὴ κεραυνοῦ κρείσσον ' εὑρήσει φλόγα , βροντῆς θ ' ὑπερβάλλοντα καρτερὸν κτύπον , θαλασσίαν τε γῆς
4269263 ἀναπνοην
ἀρτηρίᾳ , καθαρὸν τῷ πνεύματι τὸν δρόμον φυλάττουσα καὶ τὴν ἀναπνοήν . ἔτι τοίνυν ” ἔφη “ καὶ τοὺς ἀτρέμα
φλέβας καὶ τὴν κεφαλὴν ἔνδον περικλύζον βαπτίζει τοῦ λογισμοῦ τὴν ἀναπνοήν . δεῖν οὖν ἰατροὺς μεταπέμπειν καὶ θεραπείαν προσφέρειν .
4265255 πυρωδης
οὖν ὑλικὸν αἴτιον ἡ παχυτέρα ὕλη , ποιητικὸν δὲ ἡ πυρώδης θερμασία , ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἐκτὸς ὁρῶμεν :
φωτεινὴ θεῶν ἐξ αἰθέρος συνέστηκεν , ὅς ἐστι λαμπρὸς καὶ πυρώδης οὐδέποτε στάσιν ἔχων , ἀλλ ' ἀεὶ φερόμενος κύκλωι
4263538 σκληρᾳ
, ψυχὴν δὲ Τέλητος ὑπέστης ; κἀγχειριδίου δ ' ἀκόνῃ σκληρᾷ παραθηγομένης βρύχεις κοπίδος , δηχθεὶς αἴθωνι Κλέωνι . χλανίδες
ἐριβρόμου δὲ νεφέλης τὸν ὄμβρον φησὶ καὶ στρατὸν ἀμείλιχον , σκληρᾷ μεταφορᾷ χρησάμενος διθυραμβωδῶς , παρόσον πολλῶν νεφελῶν εἰς ταὐτὸ
4249746 ῥοιζον
τὸ προσαγορευόμενον Χελιδόνιον τεῖχος , ὅπερ ἐπέχει τοῦ ὕδατος τὸν ῥοῖζον καὶ οὐκ ἐᾷ κατακλυσμῷ φθείρεσθαι τὴν χώραν , καθὼς
ἐν κύκλῳ τοῦ ἡλίου γένηται . νῦν δὲ λέγει τὸν ῥοῖζον καὶ τὴν συνεχῆ κίνησιν τῆς ἀσπίδος : κινήσαντος οὖν
4248680 πυρος
. σῖτος : πᾶς ὁ σιτικὸς καρπός , οὐχ ὁ πυρὸς μόνον . καὶ αὐτὰ τὰ σιτία . Θουκυδίδης τετάρτῃ
' ἐπὶ πλεῖον κρατηθείη ἡ τοῦ ὕδατος δύναμις ὑπὸ τοῦ πυρὸς , ὀξυτέρην μὲν τοσούτῳ ἀνάγκη εἶναι τὴν ψυχὴν ὅσῳ
4248032 θερμοτης
ἄλλο κατὰ συμβεβηκός : οὐσιώδης μὲν γὰρ ἡ τοῦ πυρὸς θερμότης , οὐσία δὲ οὐκ ἔστιν . πάλιν δὲ ἐνδέχεται
ὄντων τῶν ἔξωθεν . διὰ δὴ τοῦθ ' ἡ ξηρὰ θερμότης ἁρμόττει πρὸς τὰς τήξεις καὶ αὐτὴ λαμβάνουσά τινα συμμετρίαν
4243345 φορᾳ
συμφωνίας τῶν μελῶν πάρεσις πρότερον πονηθέντων ἁλμυροῦ καὶ πάνυ πικροῦ φορᾷ ῥεύματος εἴσω παραδυομένου καί , ὁπότε στενοῖς ἐγκατακλεισθείη πόροις
κἀπὶ τῶν ψυχῶν τῶν περιεχουσῶν τὰς σφαίρας καὶ ἀναγουσῶν εὐτάκτῳ φορᾷ ἰδία τις * κατὰ τὴν τούτων ἐπαύξησιν , τοῦ
4241846 ὑδατοειδων
πάντοθεν , ὡς λέγεται , κατὰ μέρη ὁμαλῶς περιισταμένων εἴτε ὑδατοειδῶν τινων , εἴτε πνευματοδῶν . Χιόνα δὲ ἐνδέχεται συντελεῖσθαι
πρόεσις ἐκ τῶν νεφῶν γίνοιτο ἂν πρὸς ἄλληλα θλιβομένων τῶν ὑδατοειδῶν καὶ συμπαρακειμένων : ἃ οἱονεὶ σύνωσιν ποιούμενα χάλαζαν ἀποτελεῖ
4219955 ψοφον
οὐδὲν ἀριστήσετε , ὡς ἐγὼ πολλῶν ἀκούσας οἶδα θρίων τὸν ψόφον . εἰ δὲ μὴ τοῦτον μεθήσεις , ἔν τί
παρὰ τὸ μᾶλλον , καὶ διὰ τοῦτο χαλκός τε ξύλου ψόφον ὀξύτερον ποιεῖ καὶ χορδὴ λίνου , πυκνότερα γάρ ,
4219478 θερμαινεται
ἢν δὲ ξηρὰ ἔῃ καὶ ἀραιῶς κείμενα , πολλῷ ἥσσω θερμαίνεται καὶ σήπεται . Οὕτω δὴ καὶ πυροὶ καὶ κριθαὶ
φύσει θερμὸν , οὐδὲ γὰρ ἄλλο τι ὕδωρ , ἀλλὰ θερμαίνεται : δοκέει δὲ τοῖσι πολλοῖσι φύσει θερμόν . Περὶ
4219435 λαμπηδονι
τὴν κόμην ἄνετον , τὴν δὲ χρόαν εἶχεν ἀνθηρὰν τῇ λαμπηδόνι τοῦ σώματος τὰ ἄνθη δηλῶν . ἦν δὲ Διονύσῳ
ἔστιλβεν ὑπὲρ τὸν ἥλιον , ὥστε με θαυμάζειν ἐπὶ τῇ λαμπηδόνι τῆς πύλης . κύκλῳ δὲ τῆς πύλης εἱστήκεισαν παρθένοι
4204106 γεννωμενῳ
ἀλλ ' ὑποβαλλομένη , ἐὰν μὴ ἔχῃ πηγὰς τροφῆς τῷ γεννωμένῳ . ὃ δὴ καὶ ἡ ἡμετέρα γῆ τε καὶ
ψυχὰν γεννῶν , τὸ δὲ μόνον τὰν ὕλαν παρέχεται τῷ γεννωμένῳ . ἐν δέ γε τᾷ ψυχᾷ τὸ ἄλογον ἕνεκα
4200516 διαφανες
ἀστέρων καὶ τὸ πῦρ . ὁρατὸν δὲ καὶ τὸ ἐνεργείᾳ διαφανὲς ὁ πεφωτισμένος δηλαδὴ ἀήρ . ἔτι δὲ καὶ τὸ
ὅταν ἦθος ἁγνὸν καὶ κόσμιον ἐν ὥρᾳ καὶ χάριτι μορφῆς διαφανὲς γένηται , καθάπερ ὄρθιον ὑπόδημα δείκνυσι ποδὸς εὐφυίαν ,
4188191 πυρωδες
τὸν οὐρανὸν ἐξ ἀέρος συμπαγέντος ὑπὸ πυρὸς κρυσταλλοειδῶς , τὸ πυρῶδες καὶ τὸ ἀερῶδες ἐν ἑκατέρῳ τῶν ἡμισφαιρίων περιέχοντα .
ἀλεύροις θαυμαστῶς τὰς ὀδύνας οἶδε παρηγορεῖν καὶ τὸ ζέον καὶ πυρῶδες ἀποσβεννύειν τῆς ὀδύνης καὶ εἰς εὐκρασίαν φέρειν τὰ πεπονθότα
4166407 ἀερα
μεγάλης δ ' ἐπινεφὴς καὶ ὑέτιος διὰ τὸ πλείω συνωθεῖν ἀέρα . Τὸ δὲ μὴ πνεῖν κατ ' αὐτὴν τὴν
. ἐν μὲν οὖν τῷ κόσμῳ γῆν καὶ ὕδωρ καὶ ἀέρα καὶ οὐρανὸν τέτταρα τὰ πάντα εἶναι συμβέβηκεν : ὧν
4165985 συριγμον
ὡς πρόβατον ἐβληχᾶτο , καὶ τὸν τοῦ ποιμένος τέλος ἐμιμήσατο συριγμόν , ᾧ μετὰ τὴν νομὴν ἐπὶ ποτὸν ἄγει τὰ
ἐκώκυον ἐκ τῶν πολλῶν αὐτῶν ὀφιωδῶν * κεφαλῶν * ἐκπέμπουσαι συριγμόν , ἐξ ὧνπερ Ἀθηνᾶ κατὰ Πίνδαρον τὸν αὐλητικὸν καλούμενον
4159752 πυρωδους
οἷον τοῦ θερμοῦ ὡς θερμοῦ , διακρίσεως μόνης αἰσθάνεται καὶ πυρώδους οὐσίας : ὅταν δὲ μετὰ φαντασίας ὡς πρὸς τὸ
τοῦτο γλυκύτατον εἶναι πάντων τῶν ποταμῶν , ἅτε φύσει τοῦ πυρώδους πᾶν τὸ ὑγρὸν ἀπογλυκαίνοντος . οὗτος δ ' ὁ
4156243 δινῃ
βασίλεια : ἀμφιπόλου μὲν ἅμαρτε , βαθείῃ δ ' ἔμβαλε δίνῃ . νὴ Δία , φαίη τις ἄν , εἴ
δονέεσθαι ὑπὸ τῶν ἀνέμων τοῦ δρόμου , ὑπὸ δὲ τῇ δίνῃ τῶν ἀστέρων μηδὲν ἄλλο γίγνεσθαι ; καὶ ἐκ μὲν
4151209 ὁριζομενοι
οὐκ ἐμπεριέχονται . ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν συλλαβῶν ἐμπεριέχονται : ὁριζόμενοι γὰρ τὴν συλλαβήν φαμεν σύλληψις συμφώνων μετὰ φωνηέντων :
καὶ ἐπὶ τοῦ κύκνου τὸ λευκόν , ὡς ὅταν ἵππον ὁριζόμενοι εἴπωμεν , ζῷον εἶναι ἄλογον χρεμετιστικόν , τὸ ἴδιον
4149738 πυκνοτητι
στοιχείων τὴν ἀρχὴν ὑποτίθενται κἄπειτα ἐκ τούτου τὰ λοιπὰ δημιουργοῦσι πυκνότητι καὶ μανότητι χρώμενοι , ὧν ἐναντία καθολικώτερα ἄν τις
, κατὰ βάθος δὲ ὅπου πυκνοτέραν , εἰ αὐτῇ τῇ πυκνότητι καὶ τῇ ῥύμῃ τοὺς πολεμίους ἐξῶσαι δέοικαθάπερ Ἐπαμεινώνδας ἔν
4143712 ἐκχυθεντος
ἐμφράξηται τὸ κεχηνὸς τοῦτο καὶ ἐς τὸ ἅπαξ ἀναπεπταμένον , ἐκχυθέντος ἐν βραχεῖ σου ῥᾳδίως εὑρήσει τὴν διφθέραν αὖθις καὶ
: ἐπινοήσασαν δὲ τὴν Ἥραν ἀποσείσασθαι αὐτόν , καὶ οὕτως ἐκχυθέντος τοῦ περισσεύματος ἀποτελεσθῆναι τὸν Γαλαξίαν κύκλον . Φωριαμὸν δ
4133599 μενοντοϲ
: κατ ' ἀρχὰϲ μὲν εὐθὺϲ ἔτι τοῦ μέρουϲ ἀφλεγμάντου μένοντοϲ τὸ ἐξεϲτηκὸϲ ἄρθρον διὰ μετρίαϲ ἐμβαλοῦμεν κατατάϲεωϲ : καὶ
ὁμιλεῖ τῷ δακτύλῳ τὸ ὄργανον , ἀλλὰ διὰ μέϲου τοῦ μένοντοϲ ἀϲυντρήτου ϲώματοϲ : τὰϲ δὲ ϲκολιὰϲ καὶ λαβυρινθώδειϲ ἐκ
4130714 ἀποτελεσαι
πᾶσαν αἰτίην κακοῦ ἀποθήσομαι : τῷ με χρῆν μέγα ἔργον ἀποτελέσαι , τό μοι πάντα φόβον ἰήσεται . “ Τάδε
κύκλον . Παρμενίδης τὸ τοῦ πυκνοῦ καὶ ἀραιοῦ μῖγμα γαλακτοειδὲς ἀποτελέσαι χρῶμα . Ἀναξαγόρας τὴν σκιὰν τῆς γῆς κατὰ τοῦτο
4126401 βροντων
, εἰ δὲ ἀπὸ τῶν τεσσάρων , παντοίους χειμῶνας μέχρι βροντῶν καὶ ἀστραπῶν καὶ τῶν τοιούτων . ὡσαύτως δὲ καὶ
αὐτὸς κτυπεῖ , ἀλλ ' ὅτι αἴτιός ἐστι τῶν βαρυήχων βροντῶν . . ΑΙΔΟΙΗ . Ὡς γελοῖος ὁ ἄξιος γέλωτος
4126118 ἐπιπροσθουντος
, ὃ μὴ συμβαίνειν πέφυκεν ἐπὶ τῶν ὑπόχυμα παθόντων , ἐπιπροσθοῦντος ἀλλοτρίου τῷ πνεύματι σώματος . Εἰ τοίνυν αὐγοειδὲς μὲν
ἐπιπολάζει καὶ ἄνω περιφέρεται , λέγεται νεφέλη , δίκην τοῦ ἐπιπροσθοῦντος νέφους ἐπιπολάζοντος τῷ ἀέρι : ἢ βρίθει ἐν τῷ
4119389 γεωδη
καὶ ὅσα ἐν ὕδασι ποιεῖται τὴν δίαιταν . Ἐπεὶ δὲ γεώδη τε καὶ πολύαιμα τὰ χερσαῖα εἴρηται καὶ παχύχυμα καὶ
τὰ μὲν οὖν ἐμπλαϲτικὰ φάρμακα τοιαῦτα . τὰ δὲ ϲτύφοντα γεώδη τέ ἐϲτι καὶ παχυμερῆ ταῖϲ τῶν ὄγκων ϲυϲτάϲεϲι ,
4117375 ἀτακτον
. ἀπέκοψε δὲ τὰ αἰδοῖα τοῦ οὐρανοῦ , ἤγουν τὴν ἄτακτον ἐκείνην τῶν ὑδάτων φοράν . . πάλιν δ '
τὸ ἀμείβειν . . . . , . ἀάλιον : ἄτακτον , ἀκρατές : ἀπὸ τοῦ ἁλῶ , τὸ κρατῶ
4113249 ἠρεμουσων
τῷ νυκτερινῷ καταστήματι μᾶλλον κοιμιθήσεται ἄλλως δὲ καὶ τῶν αἰσθήσεων ἠρεμουσῶν ἐν σκότῳ : ἕπεται ὕπνος ἡσυχίαν αἰσθήσεων καὶ κινήσεων
τοὺς τύπους τῇ φαντασίᾳ , οὐκ ἐνεργεῖ . τούτων δὲ ἠρεμουσῶν ἐν τῷ ὕπνῳ , καὶ ἡ φαντασία ἠρεμεῖ καὶ
4110031 ἀποτελεστικων
ὅταν φωνὴν ἀφίωμεν , τοιαύτην ἔκθλιψιν ὄγκων τινῶν ῥεύματος πνευματώδους ἀποτελεστικῶν ποιεῖσθαι , ἢ τὸ πάθος τὸ ἀκουστικὸν ἡμῖν παρασκευάζει
τῶν ἀστραπῶν ἐλέγομεν : καὶ κατὰ σύνοδον δὲ ἀτόμων πυρὸς ἀποτελεστικῶν , συμφυλίας γενομένης εἰς τὸ τοῦτο τελέσαι , καὶ
4108212 κονιορτου
συνεχῶς τὸ πρόσωπον νιπτέσθω καὶ ἐν τῇ κλίνῃ ὀσφραινέσθω , κονιορτοῦ τε καὶ καπνοῦ καὶ τὴν ἀφ ' ἡλίου καὶ
ἦν ἑκατέρων ποικίλος : ὑπὸ δὲ μεγέθους πεδίου τε καὶ κονιορτοῦ τὰ ἀλλήλων ἠγνόουν , μέχρι ποτὲ ἐπύθοντο καὶ τοὺς
4105722 ὁρασις
ὑπό τινων ὠνομάσθαι , ὅτι καλὰ καὶ χαρίεντα μόνη ἡ ὅρασις παρέχει . ἄλλοι δὲ τὴν ὄψιν τὴν ὅρασιν ὀνομάζουσι
καὶ τὰ πόρρω ὁρᾶν . μὲν καὶ ἡ ἀπὸ ὕψους ὅρασις , λέγεται δὲ καὶ αὐτὸς ὁ ὑψηλὸς τόπος :
4100487 ζυμωσιν
καὶ τὰς ἀναθυμιάσεις . Παύεσθαι μὲν τὴν ἐν τοῖς χυμοῖς ζύμωσιν καὶ δηλοῖ πως ἄρχεσθαι τὴν διάκρισιν . Ἐσχάτην ἀπεψίαν
μετὰ ταῦτα καθιστάμενον ; παύεσθαι μὲν τὴν ἐν τοῖς χυμοῖς ζύμωσιν καὶ λεπτύνεσθαι μεμετρημένον δηλοῖ τὸ ποσὸν , ἐντεῦθεν καὶ
4093931 συνθετῳ
οὐ γὰρ ὅσα συμβέβηκε τῷ ἁπλῷ ταῦτα ἀνάγκη καὶ τῷ συνθέτῳ ὑπάρχειν : οὐ γάρ εἰσι ταυτά : εἰ μὲν
. εἰκότως δὲ τοῦτο : ὑπάρχει γὰρ οὐ μόνον τῇ συνθέτῳ , ἀλλὰ καὶ τῇ ἁπλῇ , τοῦτ ' ἔστι
4093685 ἀρτηριᾳ
δὲ πρὸς ὄρεξιν καὶ κατάποσιν . παρατέταται δὲ τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ καὶ διατείνει μέχρι διαφράγματος . κοινὴ δὲ πρὸς πέψιν
, ὥσπερ ἡ βήξ : ἀλλὰ τούτῳ τύπτει τὸν ἐν ἀρτηρίᾳ πρὸς αὐτήν : σημεῖον δὲ τούτου : οὐδεὶς γὰρ

Back