τὸ μὲν αἰδοῖον τίμιον τοῖς αἰδουμένοις , τὸ φοβερὸν δὲ ἀπευκτὸν τοῖς δεδοικόσιν . ἔπειθ ' ὅτι καὶ θεοφιλεῖς ἀναγκαῖον
. δεινὸν γὰρ ὡς ἀληθῶς ] τῇ οἰκείᾳ κρίσει τὸ ἀπευκτὸν ἐμφαίνει τοῦ πράγματος . καὶ πλείω σώματα καὶ χρήματα
6485425 φευκτον
τεῦξιν αὐτῶν : οὐκ ἄρα αἱρετόν ἐστι τὸ αἱρεῖσθαι , φευκτὸν δὲ μᾶλλον . καὶ ὃν τρόπον ὁ ἐρῶν σπεύδει
. λέγεται δὲ ἀναγκαῖον καὶ τὸ δι ' ἑαυτὸ μὲν φευκτὸν δι ' ἕτερον δὲ αἱρετόν , ὡς τὸ φλεβότομον
5566478 προσηγορον
. εἰ γὰρ ὁμοίῳ τὸ ὅμοιον φίλον τέ ἐστι καὶ προσήγορον , δῆλον ὅτι καὶ ἀρχηγικωτάτην οὐσίαν ἐχόντων τῶν θεῶν
ἐπιμελητῇ βασιλικῶν , ὃν ᾔδει Λατίνῳ γενόμενον ἐν τοῖς μάλιστα προσήγορον . ὁ δ ' εἰς ὕλας ἐρήμους ἀγαγὼν αὐτὴν
5537833 βλαβερον
ἀϲιτία γὰρ ἐπὶ τῶν τοιούτων κράϲεων πυρεττόντων μάλιϲτα οὐχ ἁπλῶϲ βλαβερόν , ἀλλ ' εἴπερ τι καὶ ἄλλο τῶν ἄλλων
ὄνομα μόνον ψιλὸν λέγωμεν , οἷον τὸ ὠφέλιμον ἢ καὶ βλαβερόν . ἑκάστῃ . ἐπιρρηματικῶς ἀκουστέον ἀντὶ τοῦ ἑκασταχοῦ .
5489898 λυπηρον
ἀλλ ' ἐξ ἀνάγκης αὐτὸ προΐεσθαι . ἢ οὕτω : λυπηρὸν , τὸν καλῶς ποιοῦντα κακῶς ἀκούειν . καὶ μὰν
προαίρεσιν . τὸ γὰρ βίαιον ἀναγκαῖον λέγει : διὸ καὶ λυπηρὸν τὸ βίαιον , ὥσπερ ἔλεγεν Εὔηνος ὁ σοφιστὴς πᾶν
5475338 δυσφορειν
Αἰσχύνομαι μέν , ὦ γυναῖκες , εἰ δοκῶ πολλοῖσι θρήνοις δυσφορεῖν ὑμῖν ἄγαν : ἀλλ ' ἡ βία γὰρ ταῦτ
περὶ τὸν στόμαχον , ἐφ ' ὃν συμβαίνει τοὺς τοιούτους δυσφορεῖν . καὶ τοῦτό ἐστιν , ὅ φησιν Ἱπποκράτης :
5474849 ἀστατον
' ἀνάγκην , κατὰ προαίρεσιν , κατὰ τύχην . Ἐπίκουρος ἄστατον αἰτίαν προσώποις χρόνοις τρόποις . Ἀναξαγόρας καὶ οἱ Στωικοὶ
θάλασσαν καὶ βιασαμένη μερίδα γενέσθαι πόλεως , σαλεύουσαν φύσιν καὶ ἄστατον πεπηγέναι πεποίηκεν . Ὅμηρος μὲν οὖν τὸ τῆς Σπάρτης
5354023 αἱρετον
τιμὰ πλοῦτος . παραπλησίως δὲ καὶ τὸ δι ' ἅτερον αἱρετόν : τὸ μὲν γάρ τι αὐτῶ τὰ ποιητικὰ τῶν
, τῇ δὲ συνθέσει πάντη ἄγνωστον : διὸ μηδὲ ἀποφάσει αἱρετόν . Καὶ ὅλως ᾗ τίθεται ἕν , ταύτῃ συντάττεταί
5353755 εὐτυχειν
ὃν βεβίωκεν ἐξετάζοντες . οὗτος γάρ , ἡνίκα μὲν συνέβαινεν εὐτυχεῖν Ἀριστολόχῳ τῷ τραπεζίτῃ , ἴσα βαίνων ἐβάδιζεν ὑποπεπτωκὼς ἐκείνῳ
ἄλλον . . ἐπεύχομαι ] ἐπεύχομαι δὴ κατὰ πάντα μὲν εὐτυχεῖν σε , ὦ πρόμαχε τῶν ἐμῶν δόμων , ὦ
5272944 αὐθεκαστον
ἰδιώτην ἀποσεμνύνων φρονήματι , λόγῳ δὲ πραΰνων τὸ τῆς ἐξουσίας αὐθέκαστον . ἀλλὰ μὴν καὶ τὴν τύχην ἴδοις ἂν ὥσπερ
δι ' ἡδονῆς ἐστί μοι πρᾶττε . αὐστηρὸν γὰρ καὶ αὐθέκαστον καὶ ἀληθείας ἑταῖρον καὶ ἀκριβοδίκαιον , ὄγκῳ καὶ σεμνότητι
5224289 ὀλεθριωτατον
λεπτοῖς , διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν . τῶν μελάνων οὔρων ὀλεθριώτατον τὸ μελανθὲν οὖρον ὄλον , τοῦτ ' ἔστι τὸ
οὐρήϲαντα ϲωθῆναι . καὶ εἰ μὲν ὑπόϲταϲιϲ εἴη μέλαινα , ὀλεθριώτατον , εἰ δὲ ἐναιώρημα μέλαν , ἧττον κακὸν ἢ
5216271 ἀρρωδειν
ὁ καχεκτῶν τῷ σώματι , νοσεῖ δὲ ὁ κλινήρης . ἀρρωδεῖν καὶ ὀρρωδεῖν διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ διὰ τοῦ
διὰ τοῦτο εἴρηται τὸ φοβεῖσθαι ὀρρωδεῖν . λέγεται δὲ καὶ ἀρρωδεῖν . τοὺς θεοὺς ] οὐκ ἔχων δεῖξαι δύναμιν ὑπάρχουσαν
5211943 φθονερον
' ἀλλοτρίας διαὶ γυναικός : τάδε σῖγά τις βαΰζει : φθονερὸν δ ' ὑπ ' ἄλγος ἕρπει προδίκοις Ἀτρείδαις .
μέγα ἀγαθόν . , Βίων ὁ σοφιστὴς , ἰδών τινα φθονερὸν σφόδρα κεκυφότα , εἶπεν ἢ τούτῳ μέγα κακὸν συμβέβηκεν
5176577 ἐπιεικες
ἐπιβωσόμεθα ἀντὶ τοῦ ἐπιβοησόμεθα . ἐπιεικέα ἐγχωροῦντα , πρέποντα . ἐπιεικές ἐπεοικός , προσῆκον , ἐγχωροῦν . ἐπιειμένε ἐπημφιεσμένε .
ἀκριβῶς εἰδὼς ὅτι , εἰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους μὴ ἐπιεικές ἐστιν ταῖς διαίταις ἰσχυρίζεσθαι , πρός γε τοῦτον ἁπάντων
5167937 ἀφορητον
νομίζοντες , οἱ δὲ νεωτέρων ἀδικημάτων οὐκ ἔχοντες παραδείγματα , ἀφόρητον ἡγοῦνται τὴν συμφοράν , τῷ μὴ τῶν ὁμοίων εὐπορεῖν
καὶ τὰ κτήνη καὶ τοὺς ὄρνιθας κτείνει . ἄφερτον ] ἀφόρητον . Ἰδαία ] ἡ ἐν Ἴδηι γινόμενον . ἡμέτερον
5144524 προσδοκωμενον
εἶναι τὸ παρόν , μήτε δὲ τὸ φθάνον μήτε τὸ προσδοκώμενον : τὸ μὲν γὰρ ἀπολωλέναι , τὸ δὲ ἄδηλον
δὲ ἐπὶ ταῖς τῶν πλησίον συμφοραῖς ἐκπληττομένων καὶ διὰ τὸ προσδοκώμενον οὐδὲν διαφερόντων ταῖς ψυχαῖς τῶν προαποθνησκόντων . τὸ δὲ
5137795 τιμωρουμενοις
πικρίαν καὶ μῆνιν , σκιροῖς ἐοικότα νοσήμασιν , αὐτὴν πρώτην τιμωρουμένοις καὶ δαπανῶσι τὴν ψυχήν , ᾗ ἐντέτηκε . Λόγος
νομιμώτατόν ἐστιν ὀργῇ προσμῖξαι τοῖς ἐναντίοις : προσῆκον γὰρ τοῖς τιμωρουμένοις τοὺς ἀδίκως ἐπελθόντας παρίστασθαι τοῦτο , καὶ κρίνειν ὅτι
5130412 ἀπιστια
δὲ δέοι τὸν ἄνθρωπον ἀνασωθῆναι , φθόνος δαιμόνων καὶ ἀνθρώπων ἀπιστία . Εἰ τοίνυν ἐν τοῖς θνητοῖς ὁ τοῦ εἴδους
αὐτομολία , πρᾶσις , δωροδοκία , δεκασμός , κιβδηλία , ἀπιστία , βλακεία , ζημία , κατάλυσις , σύγχυσις ,
5114804 ἀσθενεσιν
με πρὸς βοήθειαν . ἡγοῦμαι γὰρ χρῆναι τοὺς δυναμένους τοῖς ἀσθενέσιν , ἢν ὦσιν ἐπιεικεῖς , ἀμύνειν : καὶ γὰρ
Δία ἐν ὑπτιάσμασι χειρῶν γυναικομίμοις , ἤγουν ἐν ἐκτάσεσι χειρῶν ἀσθενέσιν , ὥστε λῦσαί με τῶνδε τῶν δεσμῶν . .
5090182 κακοισιν
! [ ] , οὐδὲ πιείρης [ ] χθονὸς πατρίδος κακοῖσιν ἐσθλοὺς ἰσομοιρίην ἔχειν . ἐγὼ δὲ τῶν μὲν οὕνεκα
γαλήνῃ , τῶν δὲ συννέφει πάλιν , ζῶσίν τε σὺν κακοῖσιν , οἳ δ ' ὄλβου μέτα φθίνους ' ἐτείοις
5088287 ἀλλοιον
τοῦ ὥς : „ οἷον ἀναΐξας „ . Τυραννίων δὲ ἀλλοῖον ἀναγινώσκει ὡς ἑτεροῖον , ὁμοίως τῷ ” ἀλλοῖός μοι
κατὰ τὴν ὕπαρξιν , πολυειδὲς δὲ κατὰ μέθεξιν , ἄλλοτε ἀλλοῖον διὰ τὴν αὐτῶν ἀσθένειαν τοῖς μετέχουσι φανταζόμενον , καὶ
5087180 εὐκλεες
δέ : ἐπειδὴ ἔτυχον ἐκεῖσε , τὸ μὲν κερδαίνειν αὐτὴν εὐκλεὲς ἡγησάμην , τὸ δὲ ἐᾶσαι αἰσχρόν : παρεῖναι :
εὖ πράσσουσιν ἐν ἐξουσίᾳ τὸ φιλάνθρωπόν ἐστιν . οὐδ ' εὐκλεὲς οὐδὲ συμφέρον ἐς τὴν ἀρχὴν ὑμῖν ἐστιν πόλιν τοσήνδε
5074953 κακια
ἄγαν ὑπερβολὴ καὶ κακία ὥσπερ καὶ ἡ ὀκνία ἔλλειψις καὶ κακία . τὰς δὲ ὑπερβολὰς καὶ ἐλλείψεις καὶ θεὸς μισεῖ
τῇ ἀρετῇ , ἤτοι τῇ ἐγκρατείᾳ , ἑτέρα τίς ἐστι κακία παρὰ τὰς ἄλλας , τὰς ἀντικειμένας ταῖς ἠθικαῖς ἀρεταῖς
5070995 καταλειπομενην
μήτε τῇ πατρίδι μνησικακεῖν : ἑτέραν δὲ μεταλαβόντα οἴκησιν τὴν καταλειπομένην πατρίδα ἡγεῖσθαι , μηδενὸς μήτ ' ἔργου μήτε λόγου
τῇ πόλει , ταύτην δ ' ἐν αὐταῖς εἶναι μόναις καταλειπομένην , ἐὰν ἐθελήσωσι πράττειν , ἃ δεῖ . καί
5070662 ταυτᾳ
καὶ βωμὼς ποτερχομέναν εἶμεν ἁγνὰν καὶ θεοφιλάταν : ἐπὶ γὰρ ταύτᾳ τᾷ ἀδικίᾳ μάλιστα καὶ τὸ δαιμόνιον ἀσυγγνωμόνητον γίνεται .
' , ἐπείγετε πάσας καθ ' ὁδούς , κείνᾳ , ταύτᾳ : ταχέως χρή . Ἡμεῖς τοίνυν ἡμᾶς αὐτὰς εὖ
5021493 ἀβλαβες
ἔρως μεμετρημένος ἔχει μετὰ τῆς τάξεως τὸ χάριεν ἅμα καὶ ἀβλαβές : οὔτε γὰρ πυρός : οὔτε γὰρ τὸ βέλος
ἄρθρον ὑποτακτικόν . ἄατον δʹ : τὸ πολυβλαβές . τὸ ἀβλαβές . τὸ βλαβερόν . καὶ τὸ ἀπλήρωτον . ἀβληχρόν
5017234 ἀφοβον
, συννοίας καὶ κατηφείας ἀμέτοχος ὤν , ἄλυπόν τε καὶ ἄφοβον ζωὴν καρπούμενος , αὐστηροῦ καὶ αὐχμηροῦ βίου μηδ '
, καὶ ἐπιδεικνύτω τις τοῖς ἀρχομένοις ἑαυτὸν ἄξιον ἀρχῆς , ἄφοβον δεικνὺς καὶ σχῆμα καὶ πρόσωπον καὶ λόγους . Οἱ
5015986 θεουργοις
ἡ τελεία ἀρετή . Μετὰ τούτων δὲ ἀμφοτέρων δίδοται τοῖς θεουργοῖς ἡ πρὸς τὸ νοητὸν πῦρ ἄνοδος , ὃ δὴ
τοῖς θεωροῦσι : διόπερ δὴ καὶ τὸ αὐτοπτικὸν πῦρ τοῖς θεουργοῖς ἐπιδείκνυσιν . Οὐ γὰρ θερμότητος ἔργον ψύχειν , οὐδὲ
5014817 ἀλγεινον
καὶ τὴν ἐπὶ τῷ κρατηθῆναι λύπην , ἣν εἶπε πάθος ἀλγεινόν . Τούτων δὲ τῶν στίχων ὁ Ἀρίσταρχος ὀβελίζει τοὺς
: ἐπειδὴ ὑπὸ τοῦ δεσμοῦ ἦν ἐν τῷ σκέλει τὸ ἀλγεινόν , ἥκειν δὴ φαίνεται ἐπακολουθοῦν τὸ ἡδύ . Ὁ
5012446 Φιλον
Ναί . Φίλον δὲ ἢ οὐ φίλον ἡ ὑγίεια ; Φίλον . Ἡ δὲ νόσος ἐχθρόν . Πάνυ γε .
ὅταν ἴδῃ διψῶντα τὸν στρατιώτην τῆς μάχης . . . Φίλον γὰρ οἶμαι ἑκάστῳ τὸ ἐπιχώριον , κἂν Αἰγύπτιος ἥκῃ
5011451 λυπεισθαι
παισίν . καὶ γὰρ ἐκεῖνοι διδόασιν οὕτως , ὥστε μηδὲν λυπεῖσθαι μετ ' ὀλίγον συντριβέντων . ἆρα ἀγνοεῖτε τὴν προσοῦσαν
λυπησομένῳ γενόμενον ἓν ὂν καὶ ταὐτὸν πεποίηκεν ἄλλο , τὸ λυπεῖσθαι . Τί οὖν αὐτὸ τὸ ἓν γενόμενον , πρὶν
4997117 διδαγμα
ἐγχείρημα , λοιδόρημα , ἕρμα , μάντευμα , ἐπιτέλεσμα , δίδαγμα , φρύαγμα , καύχημα , αὔχημα , ἀλαζόνευμα ,
τὸ ἐκ τῆς παρακολουθούσης βλαβερὸν αἰσχύνης νομίζουσι . τοῦτο τὸ δίδαγμα Μωυσῆς ὁ ἱερώτατός πως ἔοικεν ἀναδιδάξαι : τοιοῦτον γάρ
4993547 Κακον
ὅλως ὁδοιπόρει . Καλὸν φέρουσι καρπὸν οἱ σεμνοὶ τρόποι . Κακὸν φυτὸν πέφυκεν ἐν βίῳ γυνή , καὶ κτώμεθ '
ἀβλαβῆ τοῖς ἄλλοις , γελοίαν εἶναι ; Πάνυ γε . Κακὸν δ ' οὐχ ὁμολογοῦμεν αὐτὴν ἄγνοιάν γε οὖσαν εἶναι
4984608 ἀνανδρων
ἡ δὲ τοιάδε , μήτε χρημάτων πλῆθος ἐν τιμῇ σέβειν ἀνάνδρων , ἤτοι ἀνδρῶν ἐκεῖσε μὴ παρόντων , μήτε τοῖς
ποιεῖσθαί τινα ὃς τὸν ὑπερμαχοῦντα οὐκ ἔχειτοῦτο γάρ ἐστι τὸ ἀνάνδρων , μήτε τοῖς ἀχρημάτοις ἤτοι τοῖς πένησι λάμπειν φῶς
4984237 ἐγγενομενον
τὴν ὕλην συμπεριειληφέναι , ἀλλὰ περὶ ὕλην λόγον εἶναι καὶ ἐγγενόμενον ἀποτελεῖν τὸ σῶμα , καὶ εἶναι μὲν τὸ σῶμα
καὶ ἐν ταύτῃ πλέον τε καὶ ἰσχυρότερον ἐκ τῆς ἐξουσίας ἐγγενόμενον καταδουλοῦται δημοκρατίαν . καὶ τῷ ὄντι τὸ ἄγαν τι
4975807 ἀτυφον
Λακωνισμὸς ἡ πρὸς τοὺς Λάκωνας . , . . † ἄτυφον : ἐν Φαίδρῳ τὸ ἀβλαβές , ἐπὶ τὸ τῦφον
, ἔτι δὲ ὀλιγοδεΐαν , ἀφέλειαν , εὐκολίαν , τὸ ἄτυφον , τὸ νόμιμον , τὸ εὐσταθές , καὶ ὅσα
4975526 βεβαιοις
τῆς τε δυνάμεως ἐνδεᾶ πρᾶξαι τῆς τε γνώμης μηδὲ τοῖς βεβαίοις πιστεῦσαι τῶν τε δεινῶν μηδέποτε οἴεσθαι ἀπολυθήσεσθαι . καὶ
Βραδὺς πρὸς ὀργὴν ἐγκρατὴς φέρειν γενοῦ . Βέβαιος ἴσθι καὶ βεβαίοις χρῶ φίλοις . Βάδιζε τὴν εὐθεῖαν , ἵνα δίκαιος
4972466 ὠφελιμον
πατήρ : τὸν βόσκοντα γὰρ εὐλογῶ , τὸν δ ' ὠφέλιμον ἐμοὶ πατέρος ὄνομα λέγω Φοῖβον τὸν κατὰ ναόν .
ἀπεκρίνατο , ἄλλος δὲ τὸ δέον , ἕτερος δὲ τὸ ὠφέλιμον , ὁ δὲ τὸ λυσιτελοῦν . ἐπανῄειν δὴ ἐγὼ
4971704 δαιμοσι
περιαυτολογεῖν καὶ τὸ ποιὸν φάντασμα φαντάζειν κοινὸν εἶναι θεοῖς καὶ δαίμοσι καὶ τοῖς κρείττοσι γένεσιν ἅπασιν . Τὸ δ '
συναθροίσας ὁ Εὐφαὴς ἐπεδείκνυ τὸν χρησμόν : κόρην ἄχραντον νερτέροισι δαίμοσι , κλήρῳ λαχοῦσαν Αἰπυτιδῶν ἀφ ' αἵματος , θυηπολεῖτε
4966412 βλαβη
ἐπὶ τῶν ἐπὶ μικρῷ συκοφαντουμένων . Δίκη δίκην ἔτικτε καὶ βλάβη βλάβην : ἐπὶ τῶν φιλοδίκων καὶ συνειρόντων δίκαις δίκας
καὶ διαφθορὰν ἐργάζεται , ἔστι δ ' ὅτε καὶ ὀργανικὴ βλάβη ἐντεῦθεν γίνεται , οὕτω καὶ ἐπὶ τὸν αἶνον τοῦ
4959805 ἐπιφθονον
κρύφα βοηθούντων , ἐλπίσαντες τοὺς δυνατοὺς ἅπαντας αὐτίκα εἰς ἔγκλημα ἐπίφθονον ὑπάξεσθαι καὶ δικάσειν μὲν αὐτοί , γενομένων δ '
δ ' αὐτίκα . εὖ κεκόμψευσαι πονηρά : γλῶσς ' ἐπίφθονον σοφή . νοῦς δέ γ ' οὐ βέβαιος ἄδικον
4928055 δικᾳ
τίκτ ' ἐπὶ ῥ̄ηγμῖνι πόντου . αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον , πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον
: τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ δίμοιρον αἰνῶ , καὶ δίκᾳ δίκας ἕπεσθαι , ξὺν εὐχαῖς ἐμαῖς , λυτηρίοις μηχαναῖς
4925521 φθονος
ἀκοὴ τούτους λυπεῖ ἢ ἄλλο τι . Κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος ὁ μὲν γὰρ βέλτιστος φθονεῖται διὰ τὰ προσόντα αὐτῷ
ἀτελής , μή που μέμψις , μή που ταπείνωσις ἢ φθόνος ; ὧδε ἡ πολλὴ προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν
4920721 νεμεσησαι
ἔρωτα ἐς αὐτὴν ᾄδοντες καὶ τάδε ἐπιλέγουσιν , Ἀπόλλωνα Λευκίππῳ νεμεσῆσαι τῆς ἐς τὸν ἔρωτα εὐδαιμονίας . αὐτίκα δὲ ἐπεθύμησεν
ἐκκοπῇ , αἰτίαν αὑτῇ ἔσεσθαι θανάτου . ἀπιθήσαντος δὲ αὐτοῦ νεμεσῆσαι τὸ δαιμόνιον αὐτῷ τε καὶ τοῖς ἐγγόνοις καὶ κακῶν
4919310 ἀκουσμα
πᾶν τε ὅπερ ἐκεῖνος δι ' ἡδονῆς ἔσχε θέαμα ἢ ἄκουσμα , διεφθείρετο . τῆς τε συγκλήτου βουλῆς ὅσοι γένει
πρὸς τὸν ἀδίκως εἰσπεπραγμένον ; τοῦτο γὰρ οὐκ ἤνεγκε τὸ ἄκουσμα ὁ πολὺς αἰών , ἀλλ ' ἦν ἀνυπόστροφος ἡ
4903560 μαινεσθε
νέους ὅρπηκας ” . . . . . δαιμόνιοι , μαίνεσθε . † ) θαυμάσιοι ἐπὶ κακῷ . . .
πρήγματι , εἰ ἀμπελίνῳ καρπῷ , τῷ περ αὐτοὶ ἐμπιπλάμενοι μαίνεσθε οὕτως ὥστε κατιόντος τοῦ οἴνου ἐς τὸ σῶμα ἐπαναπλέειν
4902715 ὁμοιωθηναι
τε καὶ ἐπὶ ῥοπῆς μιᾶς ὄντες μὴ βούλεσθε παθεῖν μηδὲ ὁμοιωθῆναι τοῖς πολλοῖς , οἷς παρὸν ἀνθρωπείως ἔτι σῴζεσθαι ,
σωφροσύνην τε καὶ δικαιοσύνην . Ποτὲ μὲν δὴ τὸ τέλος ὁμοιωθῆναι θεῷ λέγει , ποτὲ δ ' ἕπεσθαι , ὡς
4900566 κακοις
εἶναι τὸν ἄνθρωπον . ἐν τούτοις δὲ τοῖς ἀγαθοῖς καὶ κακοῖς τοῖς ἀληθῆ μὲν δοξάζουσιν ἑκατέροις , διαφέρουσι δὲ τῷ
σὲ καλῶ : δείν ' ἡμεῖν ] παιδὶ κυρεῖ : κακοῖς [ θηρίοις νιν ] μονομαχήσειν ἀνέπεισαν . [ Ζεῦ
4894048 ἀγαθοις
κύριοι αὐτῶν , οὐδ ' ἄρα ἐφ ' ἡμῖν τὸ ἀγαθοῖς ἢ κακοῖς εἶναι . ὁ μὲν οὖν σύμπας λόγος
τοὺς ἐθέλοντας ἐπ ' αὐτὰ ἰέναι καὶ διὰ τοῦτο τοῖς ἀγαθοῖς πλείοσιν οὖσι μᾶλλον ἢ τοῖς κακοῖς προσέχοντας : ἐνθυμηματικῶς
4878950 θρασυνεσθαι
λέγει , ὅτι οὐδείς ἐστιν ἐν νεότητι ἕτερος ἔπαινος ἢ θρασύνεσθαί τε καὶ κατατολμᾶν τοὺς πολέμους . πολλοὶ γὰρ νέοι
λέγει , ὅτι οὐδείς ἐστιν ἐν νεότητι ἕτερος ἔπαινος ἢ θρασύνεσθαί τε καὶ κατατολμᾶν τοὺς πολέμους . Πολλοὶ γὰρ νέοι
4878277 δοξαιμεν
πρὸς σφίσιν αὐτοῖς καὶ τήνδε προσαπολοῦσιν καὶ τίσιν οὐκ ἂν δόξαιμεν κακοδαιμονᾶν , εἰ τὸ συμφέρον ἡμῖν παντὸς μᾶλλον εἰδότες
. σελαγεῖται ] καταλάμπεται : διὸ καὶ ἡμεῖς δῆλαι πᾶσι δόξαιμεν . ⌈ μαρμαραίῃσιν [ μαρμαρέαισιν / ] ] λαμπραῖς
4877851 εὐκταιον
πλέον ἡμερωθέντων : κατὰ δὲ τὴν δεκάτην τοῦ βίου τὸ εὐκταῖον τέλος , ἔτι τῶν ὀργανικῶν μελῶν συνεστηκότων : φιλεῖ
δ ' ἀμείνους εἰσὶ τῶν γεραιτέρων . Γάμος γὰρ ἀνθρώποισιν εὐκταῖον κακόν . Γαμεῖν δὲ μέλλων βλέψον εἰς τοὺς γείτονας
4874062 δυσκολωτατον
, ἐμοὶ δὲ οἰμωκτόν ” . Ὁ αὐτὸς ἐρωτηθεὶς τί δυσκολώτατον ἐν βίῳ εἶπε : „ τὸ πᾶσιν ἀρέσαι „
τῶν δ ' ἁπάντων ἴσθ ' ὅτι πτωχὸς ἀδικηθείς ἐστι δυσκολώτατον [ . πρῶτον μέν ἐστ ' ἐλεινός , εἶτα
4866094 ἀτυχημα
ἐνταῦθα ἀνθρώπους , καὶ ἐπειδὴ ἀνῳκίσθη αὐτοῖς ἡ πόλις , ἀτύχημα ἐκ Μακεδονίας δεύτερον σφᾶς ἔμελλεν ἐπιλήψεσθαι . πολιορκηθέντες γὰρ
δὴ συμβεβουλευκότος αὐτοῦ πόλεμον ἄρασθαι πρὸς Φίλιππον τὸ περὶ Χαιρώνειαν ἀτύχημα τῇ πόλει γέγονεν , ἀπὸ τῆς γνώμης αὐτὸ συνέστησεν
4865229 ἀμεινοσιν
που καιρὸς ᾖ , προθύμως ἅπαντας , χρῆσθαι δὲ στρατηγοῖς ἀμείνοσιν ἢ πρότερον . μὴ γὰρ ὑπολάβῃ τις ὑμῶν ,
ἀλλ ' ὃ δὴ καὶ αὐτὸς περὶ σαυτοῦ οἴομοι τοῖς ἀμείνοσιν εἴκοντος , τοῦτ ' αὐτὸς ἀποφαίνου τοῖς ἔργοις .
4865005 παραμενον
ἀνίστανται . καὶ ὁ τετρωμένος οὐδὲν ἧσσον ἔχει τὸ θάρσος παραμένον , ὥς πού φησι νῦν δέ μ ' ἐπιγράψας
τὸ δὲ πονηρῶς ἀνυσθὲν ἐπίψογον πεφυκὸς καὶ τὸ μὲν βεβαίως παραμένον τῷ κεκτημένῳ , τὸ δὲ σφαλερὸν καὶ ταχὺ μεταπῖπτον
4861111 ἐπιδεχομενοις
μὲν τὰ καλῶς ἔχοντα τῶν ἐπιτελεσθέντων , προσπλεκόμενα δὲ τοῖς ἐπιδεχομένοις διαστροφήν τινα καὶ πιθανὴν μέμψιν , ἐξ ὧν φιλοτιμοῦνται
τοιαῦτα τοῖς ὄντως οὖσι καὶ μεταβολὴν οὐδὲ κατ ' ἐπίνοιαν ἐπιδεχομένοις προσαρμόττειν ἀμήχανον : προηγεῖσθαι γὰρ ἀνάγκη τὸ παντελῶς ἀμετάβλητον
4859406 εὐτυχες
ᾖ τῶν ἐν τῇ πόλει εὐδοκιμώτατον πρὸς ἀρετὴν καὶ ἅμα εὐτυχές , ἐν ᾧ ἂν παῖδες γεγονότες ὦσιν πλείους :
παρὰ πᾶσι καὶ πρᾶξιν ἐγχειρισθήσεται μεγίστην καὶ γεννηθήσεται αὐτῷ παιδίον εὐτυχές . Εἶτα ἐπιμερίζει ἡ Ἀφροδίτη ἐν τῇ τοῦ Ζηνὸς
4852670 βλαβερωτατον
γὰρ ἄκρατον , εἰ μὴ φθάσειεν ὑπαγαγεῖν τὴν γαστέρα , βλαβερώτατον γίνεται , καὶ μάλιστα ἐν τοῖς πικροχόλοις τε καὶ
ἐστὶ καὶ ὅτι ἡ κακία καὶ ἡ ἀδικία πάντων χρημάτων βλαβερώτατον τῷ ἔχοντι . ταῦτα δέ , ὡς ἔφην ,
4849183 ἡγησῃ
οὐκ ἐπὶ σοί . ταῦτα ἂν ἀφῇς καὶ παρὰ μηδὲν ἡγήσῃ , τίνι ἔτι χαλεπαίνεις ; μέχρι δ ' ἂν
ὅτι σὺ εἴθισαι τρέχειν ἀνὰ τὰ ὄρη , μήτι δρόμῳ ἡγήσῃ , ἀλλ ' ὡς ἂν δύνηταί σοι ὁ στρατὸς
4848618 Κυρν
κατακλῖναι οὐ νέμεσις πρὸς θεῶν γίνεται οὐδεμία . Οὐδένα , Κύρν ' , αὐγαὶ φαεσιμβρότου ἠελίοιο ἄνδρ ' ἐφορῶς '
αὐτῶι οὐδ ' ἀγνωμοσύνης , Κύρν ' , ὀδυνηρότερον . Κύρν ' , εἰ πάντ ' ἄνδρεσσι καταθνητοῖς † χαλεπαίνειν
4843185 ἀφοβια
συμφωνίαν , πραότης μὲν ἐν ταῖς ἀνεκστασίαις ὑπὸ ὀργῆς , ἀφοβία δὲ ἐν ταῖς ἀνεκπληξίαις ὑπὸ τῶν προσδοκωμένων δεινῶν ,
αἰδὼς καὶ πίστις καὶ εὐστάθεια , ἀπάθεια , ἀλυπία , ἀφοβία , ἀταραξία , ἁπλῶς ἐλευθερία . τίνων μέλλεις ταῦτα
4828595 ὀλεθριον
δὲ ἰδόντες λίθοι ἐγένοντο , καὶ διὰ τοῦτο λυγρὸν καὶ ὀλέθριόν φησιν ἔρανον . . . . . . Ταῦτα
. ἐὰν οὖν πρὸς τοῖς εἰρημένοις καὶ ταῦτα συνέλθωσιν , ὀλέθριόν ἐστι καὶ δεῖ προλέγειν τὸν θάνατον . Ἢν μὲν
4825753 δυσιατον
διεφθαρμένον , ἢ συστὰν ἐπὶ πλεῖον τίκτει πάθος ἢ νόσον δυσίατον , συνδιαφθείρουσαν καὶ τὴν κατὰ φύσιν τροφὴν ἢ καὶ
' ἐν δόμοισι τοῖσδε μήδεται κακόν , ἄφερτον φίλοισιν , δυσίατον : ἀλκὰ δ ' ἑκὰς ἀποστατεῖ . τούτων ἄιδρίς
4821085 ἀκολασταινειν
ἐπιλιπεῖν τἀδικεῖν , καὶ εἴπερ ζῆν ἀνάνδρως , ἐπιλιπεῖν τὸ ἀκολασταίνειν , καὶ εἰ θρασέως μέντοι καὶ πανούργως , ἔνδειαν
τὰ τῶν νεκρῶν . Χαῖρε φίλον φῶς : γραῦς ἐθέλουσα ἀκολασταίνειν γυμνὴ , ἵνα μὴ τὴν ῥακίωσιν τοῦ σώματος ἐλέγχῃ
4817272 ἀκινδυνον
τῶν παρόντων τῇ γυναικὶ κακῶν αἴτιον γέγονε φάρμακον . οὐκ ἀκίνδυνον δὲ ἐπιφαρμάσσειν τὰ σπλάγχνα ἤδη πεφαρμαγμένα . φέρε εἴπατε
οἷον καὶ τὸ πᾶν , τέλεον καὶ ἱκανὸν σῶμα καὶ ἀκίνδυνον παθεῖν , καὶ παρεῖναι λεγομένη ψυχὴ οὐκ ἂν παρῆν
4809439 λυπουμενον
ἀνακρούων : ἀνασείων . γενύεσσι : στόμασιν . Ἀσχαλόωντα : λυπούμενον . ἀσπαίροντα : ψυχοῤῥαγοῦντα . Ἐνίπαπε : ἐνέπληξεν ,
καὶ συνεχοῦς ἡμέραις τε καὶ νυξίν , ὁρῶν ἐπὶ τούτοις λυπούμενον βασιλέα ” μὴ λυποῦ “ φησίν , ” ὦ
4805136 ἀλλοτριον
δῶρα δεχόμενον ἐπὶ τοῖς τῆς πατρίδος συμφέρουσιν , οἳ τὸν ἀλλότριον καὶ τῷ γένει καὶ τῇ φύσει τῆς Ἑλλάδος ἄνθρωπον
. οὐκοῦν ἡ ἐπίφυσις τοῦ νέου κέρατος τὸ πρεσβύτερον ὡς ἀλλότριον ἐξωθεῖ θλίβοντος τοῦ ἔνδοθεν καὶ ἀνωθεῖν τοῦτο ἐθέλοντος καὶ
4801002 ἀνεπιδεκτον
αἴτιον τῆς κινήσεως ἀίδιον εἶναι καὶ τῆς τοιαύτης ἄρα μεταβολῆς ἀνεπίδεκτον παντελῶς τὸ πρῶτον κινοῦν τῆς ὡς γενέσεως καὶ φθορᾶς
ψυχὴν ἀσώματον εἶναι : οὕτω γὰρ μάλιστα φθορᾶς καὶ πάθους ἀνεπίδεκτον ὑπάρχειν . τὰς δὲ ἰδέας ὑφίσταται , καθὰ καὶ
4799856 τιμιον
δὲ εὖ ἴστε ὅτι μηδέν ἐστι τῶν τοιούτων μέγα μηδὲ τίμιον ἄλλως , εἰ μὴ παρὰ τοὺς διδόντας , ἐὰν
διὰ τοῦτο , διό . μετ ' : ἐν , τίμιον : αἴσιμον : τιμῶσιν οἱ ἰχθύες . Τίς :
4798174 πρᾳον
μὴ χαλεπῷ ἢ φθονεῖν τῷ μὴ φθονερῷ ἄφθονόν τε καὶ πρᾷον ὄντα ; ἐγὼ μὲν γάρ σε προφθάσας λέγω ὅτι
, πατὴρ δὲ οἶμαι διά τε τὴν κηδεμονίαν καὶ τὸ πρᾷον , Πολιεὺς δὲ κατὰ τὸν νόμον καὶ τὸ κοινὸν
4791487 αἱρουμεθα
ὅτι ἀγαθόν ἐστιν ἤτοι τὸ αἱρεῖσθαι αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο ὃ αἱρούμεθα . τὸ μὲν οὖν αἱρεῖσθαι οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν κατὰ
ἰατρεῖαι τομαὶ καύσεις καὶ οἱ πόνοι : οὐδὲν γὰρ τούτων αἱρούμεθα δι ' αὑτό , ἀλλὰ δι ' ἕτερον καὶ
4790158 θαρσος
, τῆς ἐμῆς μητρὸς πάρα ; τῶνδ ' οὐ πάρεστι θάρσος , οὐδ ' ἔχω τί φῶ χέουσα τόνδε πέλανον
ἐστιν ἃ διὰ πολλῆς φροντίδος παρασκευασθέντα ἱκανὰ εἶναι δοκεῖ μοι θάρσος τε καὶ προθυμίαν τῆς ἀποστάσεως ὑμῖν παρασχεῖν . ὃν
4787714 μοχθηρον
, κήρυκας ἐμῶν μόχθων . Οἴμοι , τουτὶ τὸ ῥῶ μοχθηρόν . Χωρεῖ , χωρεῖ . Ποίαν αὔλακα ; Βάσκετ
ἀλλοκότου ποιότητος ἔμφασιν παρέχον : καὶ γὰρ τὸ τοιοῦτον γάλα μοχθηρόν , οὐδὲ πρὸς τὴν ὀδμὴν ἡδὺ καθέστηκεν . ταῦτα
4779655 ἀλογιστου
θυμὸς γὰρ ἅπαξ βαρβαρικὸς ἐξαφθεὶς οὐ πρότερον τῆς κινούσης αὐτὸν ἀλογίστου ὁρμῆς ἀπολήξειε , μέχρις ἂν ἢ τοῦ οἰκείου αἵματος
γὰρ πονήσαντ ' εὐτυχεῖν εὐδαιμονίαν εἴωθ ' ὑπερηφανίαν ποιεῖν . ἀλογίστου τρόπου ἀτύχημα φεύγειν ἐστὶν οὐκ αὐθαίρετον . ἐδεῖτο χρῆσαι
4776063 τεκνουσθαι
ταῦτα πολλά τε τὸ ἓν γίγνεσθαι καὶ τὸ μὴ ὂν τεκνοῦσθαι καὶ τὸ ὂν φθείρεσθαι ἀναγκάζεσθαι : ταῦτα δὲ ἀδύνατα
γεγονότα . φωτὸς ] ἀνδρός . ὄλβον ] πλοῦτον . τεκνοῦσθαι ] παιδοποιεῖν , συμφορὰν δηλονότι . θνήσκειν ] ἤγουν
4773853 θαρραλεον
, ἅ ἐστι μὲν ἀμφότερα τοῦ ἀνδρείου , καὶ τὸ θαρραλέον καὶ τὸ ἄφοβον , ἀλλὰ μᾶλλον εἰδοποιεῖται ὁ ἀνδρεῖος
παθημάτων προσδόκημα τὸ μὲν πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον ἡδὺ καὶ θαρραλέον , τὸ δὲ πρὸ τῶν λυπηρῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν
4771265 ἀδικον
τὸν βίον , καὶ τὸν ἐν τούτοις ψευσάμενον ἢ πόρον ἄδικον ἐπιτελοῦντα θανάτωι περιπίπτειν ἦν ἀναγκαῖον . λέγεται δὲ τοῦτον
ἢ ὁ υἱός . ἐκεῖνον ] τὸν ἥττονα , τὸν ἄδικον . εἶφ ' ] δήλωσον . ἀρτίως ] πρὸ
4769799 ἀπεχθες
μυκτηρίζειν . Ἔμβραχυ : ἁπλῶς , καθάπαξ . Ἐχθοδοπόν : ἀπεχθές : καὶ ἐχθοδοπεῖν , ἤγουν ἀπέχεσθαι . Ἔρρειν :
: Ἀπόλλωνι δέ , ἐξαιρέτως τῷ Διδυμαίῳ , τὸ ζῷον ἀπεχθές . αἶγας Ἀρτέμιδι θύειν εὐσεβές , ἀλλ ' οὐκ
4765235 πλουτοις
εὐπορίας τῶν τὴν κρατίστην νῆσον ἐκκαρπουμένων ἅπαντες σχεδὸν οἱ τοῖς πλούτοις προκεκοφότες ἐζήλωσαν τὸ μὲν πρῶτον τρυφήν , εἶθ '
ἀξίαν τῶν τετολμημένων , καὶ μάλιστα ἐκείνων ἥπτετο τῶν ἐπὶ πλούτοις τε καὶ ἀρχαῖς τετυφωμένων καὶ μονονουχὶ καὶ προσκυνεῖσθαι περιμενόντων
4758331 ψεκτον
οὕτως ἔσται ὁ ἀκρατὴς σπουδαῖος , ὅπερ ἐστὶ ψεῦδος : ψεκτὸν γὰρ δοκεῖ πᾶσιν ἡ ἀκρασία . ἔτι ὁ δυνάμενος
ἤκουσας , ὅτι τὸ αἰσχρὸν ψεκτόν ἐστιν , τὸ δὲ ψεκτὸν ἄξιόν ἐστι τοῦ ψέγεσθαι ; † τίνα ἐπὶ τῷ
4757067 ἐργατην
πῶς οὖν ἄν τις περιφανέστερον ἐπιδεῖξαι δύναιτο , ὅτι γῆς ἐργάτην ἀλλ ' οὐ γεωργὸν ὁ νομοθέτης νομίζει τὸν φαῦλον
ἂν ὕστερον . Καλῶς νομίζεις . Ἀλλ ' ὅμως τὸν ἐργάτην πέμψον τινὰ στελοῦντα , μηδὲ τοῦτ ' ἀφῇς .
4756092 κακοθανατον
ἐν ἑαυτῇ τὴν αἰχμὴν αὐτοφόνῳ κακίᾳ , οὕτω καὶ τὴν κακοθάνατον μύραιναν συμβαίνει δαμασθῆναι ἀγνωσίαις οἰκείαις . θηροφόνων : κυνηγετικῶν
δισώμῳ κακώσας πάλιν ἀνέσφαλεν . ὁ δὲ σὺν Ἄρει μεσουρανῶν κακοθάνατον σημαίνει , ἐὰν μή τις ἀγαθὸς παρῇ τῷ δύνοντι
4756048 νεμεσις
. Ὅταν δὲ ταῦτα ᾖ , ἡ αἰδὼς καὶ ἡ νέμεσις ἀμφιασάμεναι φάρεα λευκὰ πρὸς οὐρανὸν ὁρμῶσι , λιποῦσαι τοῖς
, ὁ δὲ ἐλλείπων τῷ αἰδεῖσθαι ἀναίσχυντος . καὶ ἡ νέμεσις δὲ παθητικὴ μεσότης , λύπη τις οὖσα ἐπὶ ταῖς
4747879 ἀτυχουσι
τοῦ αὐτοῦ . ἡ παιδεία εὐτυχοῦσι μέν ἐστι κόσμος , ἀτυχοῦσι δὲ καταφύγιον τοῦ αὐτοῦ . κρείσσων ἐπ ' ἀρετὴν
ἀποκτεῖναι αὐτόν , πολὺ τἀναντία ἐστί . Τοῖς μὲν γὰρ ἀτυχοῦσι νεωτερίζειν συμφέρει : ἐκ γὰρ τῶν μεταβολῶν ἐπίδοξος ἡ
4747597 φθονειν
ἡμᾶς προστάτας σκεψάμενοι ἐπέδωκαν ὑμῖν ἑαυτοὺς , Λακεδαιμονίοις δὲ τὸ φθονεῖν παρεσκεύασαν : εἶτα ἔπαγε , ὅτι ἡμεῖς μὲν οὖν
οὖν ἐλεύθερος ἔσῃ οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀπαθής : ἀνάγκη γὰρ φθονεῖν , ζηλοτυπεῖν , ὑφορᾶσθαι τοὺς ἀφελέσθαι ἐκεῖνα δυναμένους ,
4742833 δουλῳ
μέλας δὲ οὐδὲ λευκόςτὸ μὲν γὰρ γυναικί , τὸ δὲ δούλῳ προσέοικενἔπειτα θυμοειδής , δεινὸν βλέπων ὁποῖον ἡμεῖς , μέγα
δούλῳ πρέπει , λέγεις ; Ναί . Οἷον βουκόλῳ λέγεις δούλῳ ἃ πρέπει εἰπεῖν ἀγριαινουσῶν βοῶν παραμυθουμένῳ , ὁ ῥαψῳδὸς
4742557 αἰσχος
τὸν αἴσχιστον ὡς καλὸν ἐπαινῶν ἄλλο τι ἢ προφέρει τὸ αἶσχος αὐτῷ ; ἢ ὁ τὸν ἀνάπηρον ὁλόκληρον εἶναι λέγων
πᾶσαι ; Κάλλος μὲν γὰρ ἔστω καὶ ὑγίεια ἑκατέρα , αἶσχος δὲ καὶ νόσος καὶ ἀσθένεια καὶ ἀδυναμία ὅλως ;
4733398 μανια
ἀντιποιεῖσθαι καὶ μηδὲν εἰς τὸ λειτουργεῖν βεβλάφθαι τὴν πόλιν , μανία σαφὴς ἂν ἦν ταῦτα κωλύειν αἱρεῖσθαι , ἃ μήτε
ἤδη : τίς ς ' , ὦ τλῆμον , προσέβη μανία ; τίς ὁ πηδήσας μείζονα δαίμων τῶν μακίστων πρὸς
4731231 ὠνητη
. ὦνον τὴν καταβαλλομένην τιμὴν ἀντί τινος . ἔνθεν καὶ ὠνητὴ καὶ ἀγοραστή . ὤνησεν ὠφέλησεν . ὠπάζετο κατόπιν ἐδίωκεν
, κουριδίην μὲν ἀεικὲς ἑὸν ποτὶ δῶμ ' ἀγαγέσθαι , ὠνητὴ δ ' ἂν ἔοι πολὺ φιλτέρη , εὖτε πέληται
4729999 ὀδυνηρον
δυναμένων ; τί μ ' ἐκστήσει ἢ ταράξει ἢ τί ὀδυνηρὸν φανεῖται ; οὐ χρήσομαι τῇ δυνάμει πρὸς ἃ εἴληφα
ὡς ἐν ποδάγρᾳ τὸ τοῦ φλεγματικοῦ χυμοῦ ἔγγονον ῥεῦμα καὶ ὀδυνηρὸν μετρίως χαῖρόν τε τοῖς κατὰ δύναμιν καὶ ἐνέργειαν θερμαντικοῖς
4729272 ἀγαθον
τὸ εὖ ζῆν , καὶ πᾶν τὸ καλὸν καὶ τὸ ἀγαθόν , καὶ ἡ ἀρετή , καὶ τὸ μέτοχον ἀρετῆς
ὅπερ ἦν τὸ Α , ἀπόφασίς ἐστι τὸ οὐκ ἔστιν ἀγαθόν , οὐ μὴν τὸ οὔτε ἀγαθόν ἐστιν οὔτε οὐκ
4723812 ἀναισχυντια
τὸ αὐτὸ πάθος ὑπερβολή τε καὶ ἔνδεια , ὑπερβολὴ μὲν ἀναισχυντία , ἔνδεια δὲ κατάπληξις , εἴη ἂν καὶ μεσότης
καὶ φίλους . ἕπεσθαι δὲ δοκεῖ μάλιστα τῇ ἀχαριστίᾳ ἡ ἀναισχυντία : καὶ γὰρ αὕτη μεγίστη δοκεῖ εἶναι ἐπὶ πάντα
4715563 τευξασα
, μηνυτῆρ ' ἁγίων λέκτρων χθονίου Διὸς ἁγνοῦ , Εὔβουλον τεύξασα θεὸν θνητῆς ἀπ ' ἀνάγκης . ἀλλά , θεά
τῷ ὑποκρινομένῳ τὸ πρόσωπον Ἀγαμέμνονος περιίστασθαί τι εἰπεῖν . κουριδίῳ τεύξασα πόσει φόνον . * ) ὅτι κουρίδιον αὐτόν φησιν
4710793 κακιστον
δὲ καλὸν μένει . ἐξ ὧν λυπηρότατον ἀνάγκη εἶναι τὸν κάκιστον βίον , τερπνότατον δὲ τὸν ἄριστον . καὶ ταῦτα
ἐπῄροντο , ὑποπόνηρα , οἷσι δὲ καὶ πνεῦμα ξυνεμετεωρίζετο , κάκιστον : οὗτοι γὰρ καὶ ἐπεχλιαίνοντο . ὡς γὰρ γέγραπται
4709845 κακον
τίθησι διὰ μέσου , ὥστε δηλονότι εἰ δι ' ἕνα κακὸν πᾶσα ἡ πόλις ἀπολαύει πολλάκις κακοῦ , τί ἂν
ὑποκρινόμενον , οὐ λέγομεν τοῦτον ἁπλῶς κακὸν ἀλλὰ μετὰ προσθήκης κακὸν ἰατρόν , κακὸν ὑποκριτήν . ἡ γὰρ ἁμαρτία αὐτῶν
4701504 ἐρξαι
: εἰ δέ κε ποιήσῃς , μή μιν πρότερος κακὸν ἔρξαι μηδὲ ψεύδεσθαι γλώσσης χάριν : εἰ δέ σέ γ
σημαίνει γὰρ ἑκάτερον ἡ λέξις : τὸ δὲ ὧδ ' ἔρξαι ἀντὶ τοῦ οὕτως ἔρδε , ἀπαρέμφατον ἀντὶ προστακτικοῦ .
4692618 πονηρον
. . : Πόνηρον βαρυτονούμενον , ὡς σόλοικον , καὶ πονηρόν ὀξυτονούμενον , ὡς κυδοιμόν , φασὶ διαφέρειν παρὰ τοῖς
ἐπιτρέπειν σε ἔδει τῳ διακινδυνεύοντα ἢ χρηστὸν αὐτὸ γενέσθαι ἢ πονηρόν , πολλὰ ἂν περιεσκέψω εἴτ ' ἐπιτρεπτέον εἴτε οὔ
4692249 λυσιτελες
τινι κρείττονι χείρονα , ὅπου γε μὴν τῷ πλουσίῳ τοῦτο λυσιτελές ἐστιν , τὸ τρέφειν τὸν παράσιτον , ᾧ γε
' ἡμῶν . χρήσιμον μὲν οὖν ἐστι τὸ ἐκ περιουσίας λυσιτελές : ἀναγκαῖον δὲ δὲ ὅπερ ἐξ ἀνάγκης αἱρούμεθα :
4692034 ἐρρωμενων
. Ἄλλαι γάρ εἰσιν ἐγγύθεν καὶ πόρρωθεν καὶ νοσούντων καὶ ἐρρωμένων καὶ τεχνιτῶν καὶ ἀτέχνων καὶ φρονίμων καὶ ἀφρόνων .
καὶ εὐπραξίαν τοῖς ἐρρωμένοις σημαῖνον καὶ τοῖς νοσοῦσιν ὑγεῖαν : ἐρρωμένων γὰρ τὸ λούεσθαι μὴ πρὸς ἀνάγκην γε ὄντων .
4691850 δικαιᾳ
καὶ δύσκολον ὑπάρχει διακρίνειν τοῦτο τὸ πρᾶγμα ἐν ὀρθῇ καὶ δικαίᾳ φρονήσει μὴ παρὰ καιρόν , ἀλλ ' ἐγκαίρως .
πρὸς αὐτὸν φιλωθῆναί οἱ . καὶ πιεῖν ἐδίδου , κράσει δικαίᾳ μὴ κιρνῶν : ὤρεγε δὲ μὴ αἰτοῦντι , καὶ

Back