συζυγίας . τὸ εʹ ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ Ϛʹ ἀντίσπαστος καὶ συλλαβή . τὸ ζʹ ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάττονος | ||
. ἔστι δ ' ὅτε ἐκ σπονδείου ἄρχεται ὁ αʹ ἀντίσπαστος . πολλάκις δὲ καὶ διτρόχαιος γίνεται . ἐνδέει δὲ |
ιʹ χοριαμβικὸν ἑφθημιμερές . αʹ χορίαμβος δίμετρος ἀκατάληκτος . βʹ χορίαμβος δίμετρος καταληκτικός . γʹ ἴαμβος πενθημιμερής . δʹ ἀπὸ | ||
χοριαμβικὸν † δίμετρον . τὸ ιʹ χοριαμβικὸν ἑφθημιμερές . αʹ χορίαμβος δίμετρος ἀκατάληκτος . βʹ χορίαμβος δίμετρος καταληκτικός . γʹ |
ξύμβο . ] ἐπίτριτος δʹ - λον δίδωσι . ] διτρόχαιος διαρραγείης ] δι - - ρα - μόθων ] | ||
καὶ βραχείας καὶ μακρᾶς καὶ βραχείας , τροχαϊκὴ ταυτοποδία ἢ διτρόχαιος : ἐκ βραχείας καὶ μακρᾶς καὶ βραχείας καὶ μακρᾶς |
: ἔπειτα τῷ ἡμίσει πλείους εἰσὶν αἱ μακραὶ συλλαβαὶ τῶν βραχειῶν ἐν ἑκατέρῳ τῶν στίχων : ἔπειτα πᾶσαι διαβεβήκασιν αἱ | ||
τοῦ γὰρ ἰωνικοῦ ἀπὸ μείζονος ἐκ μακρῶν δύο καὶ δύο βραχειῶν ὄντος , ἔξεστι μεταθεῖναι καὶ ποιῆσαι διτρόχαιον ἐκ μακρᾶς |
. , ὁ τροχαῖος τροχαλὸν ποιεῖ τὸν λόγον , διὸ τροχαῖος καλεῖται ὁ τῶν τρεχόντων ῥυθμός , ὥς φησιν Λογγῖνος | ||
ποὺς ἁπλοῦς . τὸ βʹ προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον : αʹ τροχαῖος τοῦ αʹ ποδὸς λελυμένου : εἶτα ἰωνικὸς ἀπὸ μείζονος |
ἕξ : κρητικός , ὃς συνέστηκεν ἐκ τροχαίου θέσεως καὶ τροχαίου ἄρσεως : δάκτυλος κατ ' ἴαμβον , ὃς σύγκειται | ||
προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον : ἡ αʹ συζυγία τροχαϊκὴ τοῦ αʹ τροχαίου διαλελυμένου εἰς τρίβραχυν , εἶτα Ἰωνικὸς ἀπὸ μείζονος , |
τὸ δʹ ἰωνικὸν ἡμιόλιον , ἐκ τροχαϊκῆς συζυγίας ἤτοι ἐπιτρίτου βτέρου καὶ ἰάμβου . τὸ εʹ ὅμοιον καθαρόν , ἐξ | ||
ἀκατάληκτον ὅμοιον τῷ γʹ , ἐκ παίωνος γʹ καὶ ἐπιτρίτου βτέρου ἤτοι τροχαϊκῆς συζυγίας : εἰ δὲ βούλει , ἰαμβικὸν |
τε διμέτρου ἀκαταλήκτου καὶ τοῦ ἐξ ἰαμβικῆς βάσεως καὶ τροχαϊκοῦ πενθημιμεροῦς . καὶ ἐν ἐκθέσει τὸ σύνηθες διστίχιον . φροντίζειν | ||
τῷ γʹ τῆς ἐπῳδοῦ . τὸ ηʹ μικτὸν ἐκ τροχαίου πενθημιμεροῦς καὶ δακτυλικοῦ πενθημιμεροῦς . τὸ θʹ ἰαμβέλεγος , ὑπερτιθεμένου |
ἀμφιβραχέος . τὸ ξαʹ ἰωνικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ διιάμβου καὶ ἰωνικοῦ ἀπ ' ἐλάττονος . τὸ ξβʹ ἰαμβικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον | ||
ἐν ἀρχῇ , ἢ περίοδος . τὸ δʹ προσοδικὸν ἀπὸ ἰωνικοῦ καὶ χοριαμβικοῦ . τὸ εʹ τὸ αὐτὸ τῷ γʹ |
– , οἷον θεηγορῶ : χορίαμβος ὁ ἐκ μακρᾶς καὶ βραχείας καὶ βραχείας καὶ μακρᾶς , ἡ μακρὰ δὲ καὶ | ||
ἐν δυνάμει [ τῆς ποσότητος ] . Ἀρκτέον δὲ ἀπὸ βραχείας . οὕτω τοίνυν ὁ Ἡφαιστίων αὐτὴν ὁρίζεται : Βραχεῖά |
τὸν δρόμον σου . ἐλάω , ἐλῶ κοινόν , ἐλαύω ἰωνικόν , ἐλαύνω ἀττικόν . ἴσθι δέ , ὅτι τὸ | ||
ἐκ δισπονδείου καὶ ἰωνικοῦ ἀπ ' ἐλάττονος , καὶ ἔστιν ἰωνικόν : τὸ ιεʹ “ σιν καί μ ' ἀπολοῦσιν |
ἀκατάληκτος . τὸ δʹ περίοδος καταληκτικὴ ἐξ ἰαμβικῆς συζυγίας καὶ τροχαϊκῆς καταληκτικῆς : εἰ δὲ βούλει , χοριαμβικὸν δίμετρον καταληκτικὸν | ||
Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον , ἤτοι τρίμετρον καταληκτικόν . σύγκειται δὲ ἐκ τροχαϊκῆς συζυγίας , χοριάμβου καὶ Ἰωνικῆς καταληκτικῆς , ἤτοι ἀναπαίστου |
εἰκοσίκωλον , ὧν τὰ μὲν βʹ ἐξ ἰαμβικῆς βάσεως καὶ τροχαϊκοῦ ἑφθημιμεροῦς : τὰ δὲ ἑξῆς δύο ἐν ἐκθέσει ἰαμβεῖα | ||
. Ἄλλο ἀσυνάρτητον ὁμοίως κατὰ τὴν πρώτην ἀντιπάθειαν , ἐκ τροχαϊκοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου καὶ ἰαμβικοῦ ἑφθημιμεροῦς , ὅπερ ἐὰν παραλλάξῃ |
ὃ τὴν μὲν πρώτην ἔχει ἰαμβικήν , ἤτοι ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν ἰωνικὴν ἢ δευτέραν παιωνικήν , | ||
καὶ τὴν τροχαϊκήν , ὁπόταν προτάττοιτο τῆς ἰωνικῆς , γίνεσθαι ἑπτάσημον [ τροχαϊκήν ] , τὸν καλούμενον δεύτερον ἐπίτριτον : |
συζυγίας τροχαϊκῆς ἤτοι ἐπιτρίτου βʹ , τῆς δὲ βʹ Ἰωνικῆς καταληκτικῆς . Τὸ ιϚʹ , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , ἀναπαιστικόν | ||
τὸ γʹ περίοδος καταληκτική , ἐξ ἰαμβικῆς συζυγίας καὶ τροχαϊκῆς καταληκτικῆς . τὸ δʹ χοριαμβικὸν καθαρὸν ἡμιόλιον . τὸ εʹ |
τὸ αʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον καταληκτικὸν ἐκ διιάμβου , διτροχαίου καὶ κρητικοῦ . τὸ βʹ ἰωνικὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἐκ παίωνος δʹ | ||
καὶ δίδου ἐν ἀνέσει # λειότατον πλῆρες , μετὰ γλυκέως κρητικοῦ . Ἐπικαλεῖται δὲ τὸ φάρμακον θεοῦ χείρ . Τοῦτο |
γʹ ˘˘˘ καὶ – , πεντάχρονος , οἷον Ἐπιγένης : ἰωνικὸς ἀπ ' ἐλάττονος ἐκ βʹ ˘˘ καὶ βʹ – | ||
ἀκατάληκτον : αʹ τροχαῖος τοῦ αʹ ποδὸς λελυμένου : εἶτα ἰωνικὸς ἀπὸ μείζονος : εἶτα χορίαμβος . τὸ γʹ ἰαμβικὸν |
ἐν ἐκθέσει ἐστὶ τὸ ἔθιμον , 〚 διπλῆ 〛 δίστιχος ἀνάπαιστος τετράμετρος καταληκτικός : ὑφ ' ὃ διπλῆ καὶ ἑξῆς | ||
μόνον βακχεῖος ἐν τῷ διμέτρῳ χοριαμβικῷ κώλῳ , ἀλλὰ καὶ ἀνάπαιστος , πλὴν ἴστωσαν ὡς ἐπειδὴ οὐ μόνον θεμιτὸς εὕρηται |
τὴν βάσιν : οἷον εἰ ἐκκειμένου μὲν ἑνὸς δακτύλου , διμέτρου δὲ ἀναπαιστικοῦ κατὰ μέσον πέσοι σπονδεῖος , ἄδηλον πότερα | ||
δέ ἐστι παρὰ Ἀρχιλόχῳ ἀσυνάρτητον ἐκ δακτυλικοῦ πενθημιμεροῦς καὶ ἰαμβικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου ἀλλά μ ' ὁ λυσιμελής , ὠταῖρε , |
καταληκτικόν : τὸ Ϙʹ δίμετρον ἐξ ἀμφιμάκρου , βακχείου , ἰάμβου καὶ ἀμφιμάκρου : τὸ ζʹ ἀναπαιστικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον : | ||
, τῶν ἑξῆς χοριάμβου γινομένων . διὰ τοῦτο καὶ ἀπὸ ἰάμβου ἄρχονται ἐν τῷ ἀναπαιστικῷ , ὥσπερ Ἀρχίλοχος ἐν τῷ |
καὶ ἡμιόλιον . Τὸ θʹ ἰαμβικὸν ἑφθημιμερές . Τὸ ιʹ ἐπιωνικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον : τῆς γὰρ αʹ συζυγίας οὔσης ἰαμβικῆς | ||
καὶ κατ ' ἀντιπάθειαν μέτρα δύο : ὧν τὸ μὲν ἐπιωνικὸν καλεῖται , ὅτε διποδίας ἰαμβικῆς προκειμένης ἰωνικὴν ἐπιφέρεσθαι συμβαίνει |
δύο : ὧν τὸ μὲν ἐπιωνικὸν καλεῖται , ὅτε διποδίας ἰαμβικῆς προκειμένης ἰωνικὴν ἐπιφέρεσθαι συμβαίνει , ἥτις οἰκειότητα πρὸς τροχαϊκόν | ||
τὸν δεύτερον ἔχων πόδα πεντασύλλαβον . τὸ τρίτον περίοδος ἐξ ἰαμβικῆς καὶ τροχαϊκῆς βάσεως . τὸ δʹ ἀσυνάρτητον ἐξ ἀναπαιστικῆς |
ὅσα πρὸς τῷ τελείῳ προσέλαβε μέρος ποδός , οἷον ἐπὶ ἰαμβικοῦ εἶμ ' ὧτε πυσσάκω λυθεῖσα : τοῦτο μὲν οὖν | ||
μιᾶς λειπούσης συλλαβῆς . τὸ γὰρ ἐγκωμιολογικὸν ἐκ δακτυλικοῦ καὶ ἰαμβικοῦ πενθημιμερῶν σύγκειται . Τὸ εʹ ὅμοιον τῷ βʹ , |
μὲν δοχμιακά , ὧν τὸ μὲν συντίθεται ἐξ ἰάμβου καὶ παίωνος διαγυίου , τὸ δὲ δεύτερον ἐξ ἰάμβου καὶ δακτύλου | ||
γʹ ὅμοιον τῷ αʹ : τὸ δʹ ὅμοιον ἡμιόλιον ἐκ παίωνος : τὸ εʹ δίμετρον ἐκ παλιμβακχείων : τὸ Ϛʹ |
ἔστιν αὕτη ἡ τοῦ κάλως κάλωος κλίσις , ἀλλ ' ἐπέκτασις : ἔστι γὰρ ὁ κάλως τοῦ κάλω ἀττικῶς , | ||
ἀλλὰ τηλικουτοισί καὶ τοιουτοισί : κατὰ πτῶσιν γὰρ γίνεται ἡ ἐπέκτασις , οἷον τοιοῦτοι καὶ τηλικοῦτοι , τοιουτοιΐ καὶ τηλικουτοιΐ |
γενικῆς τῆς μετοχῆς τοῦ παθητικοῦ αʹ ἀορίστου , ἥτίς ἐστι τυφθέντος : τροπῇ γὰρ τοῦ τος εἰς ην καὶ ἐκβολῇ | ||
' ὀξείας τάσεως καὶ διὰ τοῦ ΝΤ κλινομένην : τυφθείς τυφθέντος ἐὰν τυφθῶ , τυπείς τυπέντος ἐὰν τυπῶ , τιθείς |
προσοδιακῶν . σύγκειται γὰρ ἐκ χοριάμβου , παίωνος βʹ ἀντὶ Ἰωνικοῦ ἀπὸ μείζονος , χοριάμβου αὖθις καὶ Ἰωνικοῦ ἀπ ' | ||
. ἔστι δὲ τὸ προσοδιακὸν δίμετρον ἀκα - τάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου . Τὸ ζʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον |
ὑπότροχον ποιήσας σχεδίαν ἐπέθηκε πλάγιον τὸν κριὸν καὶ οὐκ ἐξ ἀντισπάστων εἷλκεν , ἀλλ ' ὑπὸ πλήθους ἀνδρῶν προωθούμενον ἐποίησε | ||
ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον : ἔχει δ ' ἐπιτρίτους δʹ ἀντὶ ἀντισπάστων . Τὸ Ϛʹ σύνθετον ἔκ τε τοῦ λεγομένου προσοδιακοῦ |
τετράδα , ἧς αἱ μὲν ὅμοιαι περίοδοι ἐξ ἰαμβικοῦ τριμέτρου ἀκαταλήκτου ἐν ἐκθέσει καὶ ἰωνικοῦ ἡμιολίου ἐν εἰσθέσει : ἡ | ||
ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , ἀσυνάρτητόν ἐστιν ἐκ παιωνικοῦ Κρητικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου καὶ ἀντισπαστικοῦ διμέτρου βραχυκαταλήκτου , ἢ κατὰ συνίζησιν τῆς |
εἰ δὲ βούλει , ἰαμβικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον τοῦ δευτέρου ποδὸς χορείου , τοῦ δὲ τρίτου δακτύλου . τὸ ναʹ ἀντισπαστικὸν | ||
ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάττονος δίμετρον καταληκτικόν , ἐξ ἰωνικοῦ καὶ χορείου ἢ ἀναπαίστου διὰ τὴν ἀδιάφορον : τὸ εʹ ὅμοιον |
δὲ τὸ κοινὸν καὶ τὸ ἴδιον καὶ τὸ ὅλον καλὸν ἀδιαφόρου τοῦ κοινοῦ ὄντος . Λέγεται δὲ οὐδ ' ὁ | ||
τῆς αʹ μακρᾶς ἀναλυομένης . τὸ εʹ ἰωνικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἀδιαφόρου τῆς ἀρχούσης . τὸ Ϛʹ ἰωνικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον . |
. τὸ δʹ ὅμοιον τρίμετρον βραχυκατάληκτον ἐξ ἐπιτρίτου πρώτου , χοριάμβου καὶ ἰάμβου : τὸ μέντοι κῶλον τῆς ἀντιστροφῆς ἀντὶ | ||
βʹ καὶ Κρητικοῦ . Τὸ γʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου . Τὸ δʹ πολυσχημάτιστον τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ |
ἐλάττονος δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ παίωνος τετάρτου ἀντὶ ἰωνικοῦ , καὶ διιάμβου διὰ τὴν ἀδιάφορον . τὸ κηʹ ἀντισπαστικὸν ἡμιόλιον ἐξ | ||
καὶ πάλιν χοριάμβου : τὸ εʹ δίμετρον ἐκ χοριάμβου καὶ διιάμβου : τὸ Ϙʹ δίμετρον ἐκ χοριάμβου καὶ βακχείου : |
ὅμοιον εἴη τῷ τῆς ἀντιστροφῆς ἤτοι δίμετρον : τὸ Ϙʹ ἀντισπαστικὸν ἐξ ἀντισπάστου καὶ κρητικοῦ ἤτοι ἀμφιμάκρου : τὸ ζʹ | ||
καταληκτικόν . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ τὸ αὐτό . τὸ |
τροχαϊκῆς βάσεως . ὁ δὲ νεʹ ἐξ ἰαμβικοῦ πενθημιμεροῦς καὶ ἀναπαιστικῆς βάσεως . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνὶς ἐξιόντων τῶν ὑποκριτῶν | ||
ἐν ἐπεισθέσει , ὧν τὸ πρῶτον ἐκ τροχαϊκῆς βάσεως καὶ ἀναπαιστικῆς , καὶ ἑφθημιμερὲς ἢ Ἰωνικόν , ἀπὸ μὲν τριμέτρου |
τὸ δʹ ἰωνικὸν ἀπὸ μείζονος δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ εʹ προσοδιακὸν δίμετρον ἀπὸ χοριάμβου καὶ ἰωνικοῦ ἀπ ' ἐλάσσονος . | ||
δευτέρῳ . τὸ ιʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιαʹ προσοδιακὸν μιᾷ συλλαβῇ περιττεῦον , ὅμοιον τῷ Ἐρασμονίδη Χαρίλαε . |
τὸ ηʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον : ἰδίως δὲ | ||
τὸ βʹ τροχαϊκὸν μονόμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ γʹ Ἰωνικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ δʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ εʹ |
μετοχῆς τοῦ ὁριστικοῦ παθητικοῦ αʹ ἀορίστου , ἥτις ἐστὶν ὁ τυφθεὶς καὶ κλίνεται τοῦ τυφθέντος τοῦτο παράγει , τρέπον τὸ | ||
. Οὗτος γὰρ ὁ Ἀντισθένης Κυνικὸς ἦν φιλόσοφος ὅς , τυφθεὶς καὶ πληγεὶς τὸ πρόσωπον , λαβὼν χαρτίον καὶ ἐγγράψας |
τροχαϊκῆς καταληκτικῆς . τὸ εʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον καταληκτικὸν Φερεκράτειον ἐξ ἀντισπάστου καὶ κρητικοῦ . τὸ Ϛʹ ὅμοιον τῷ γʹ ἰαμβικόν | ||
ἰωνικοῦ καὶ διιάμβου . τὸ καʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον ἐξ ἀντισπάστου ἢ ἐπιτρίτου τετάρτου , διιάμβου καὶ συλλαβῆς . τὸ |
ἁπασῶν τελευταίας συλλαβὰς εἰς μακρὰν ποιήσει τις , ὁ Ἱππώνακτος ἴαμβος ἔσται . ὅτι ἐν τῷ βυρσηναίων καλουμένῳ χορῷ ἕκαστον | ||
ἔχειν αἱμάτων ἄγος ἐπαίροντα . στροφὴ ἑτέρα κώλων εʹ . ἴαμβος . μάντι ] ὦ . αὐτὸς ἑαυτὸν καλέσας ἐπὶ |
ὧν τὸ πρῶτον τροχαϊκὸς τετράμετρος βραχυκατάληκτος , τοῦ ἕκτου ποδὸς τριβράχεος . ὁ δεύτερος παιωνικὸς καθαρὸς τετράμετρος καταληκτικός . τὸ | ||
δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ τρίτον ὅμοιον , τοῦ τρίτου ποδὸς τριβράχεος ἢ χορείου . τὸ τέταρτον ὅμοιον καθαρόν : τὸ |
τρίτον ἐξ ὑπερκαταλήκτου , ἀντὶ τᾶς ἐγὼ οὐδὲ Λυδίαν καὶ βραχυκαταλήκτου , πᾶσαν οὐδ ' ἐραννάν . Ἀνακρέων δὲ οὐκ | ||
Πελέκεως ἡ ἀνάγνωσις . δύναται καὶ ἀπὸ τοῦ μέτρου τοῦ βραχυκαταλήκτου τις ἄρχεσθαι , εἶτ ' αὐτῷ ἀνταποδιδοὺς τὸ ἴσον |
δάκτυλος κατὰ χορεῖον τὸν τροχαιοειδῆ ἀναλόγως τῷ προειρημένῳ συγκείμενος . κρητικὸς μὲν οὖν ἀπὸ ἔθνους ὠνόμασται : οἱ δὲ λοιποὶ | ||
εὔνοιαν ἔχων ἔγωγε διατελῶ . κἄπειτα ὁ παιὰν ἢ ὁ κρητικὸς ἐκεῖνος ὁ πεντάχρονος ἥξει ῥυθμὸς ἐν τοῖς ἑξῆς τούτοις |
γὰρ αἱ μακραὶ συλλαβαί , ὥσπερ ἐπὶ τῶν ἰάμβων καὶ τροχαίων , ὡς εἴρηται , εἰς δύο βραχείας , οὕτω | ||
ἐπιωνικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ δʹ περίοδος ἐξ ἰάμβων καὶ τροχαίων . τὸ εʹ τὸ αὐτό . τὸ Ϛʹ ἰαμβικὸν |
κατὰ τὸ ἰαμβικόν . τὸ δὲ δʹ ὅμοιον τοῖς πρώτοις χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , τὸ εʹ χοριαμβικὸν καθαρόν , τὸ | ||
βραχυκατάληκτον . τὸ δʹ ἰαμβικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ εʹ χοριαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ Ϛʹ ἀναπαιστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . |
δὲ ἐκ πληγῆϲ ἢ θλάϲματοϲ , κατ ' ἀρχὰϲ μὲν ἐνερευθὴϲ καὶ ἐπώδυνοϲ γίνεται ὁ ὄγκοϲ , ὕϲτερον δὲ ἀργευομένου | ||
θαλάϲϲηϲ . Τοῖϲ ὑπὸ φαλαγγίων δεδηγμένοιϲ αὐτὸϲ μὲν ὁ τόποϲ ἐνερευθὴϲ φαίνεται καὶ ὅμοιοϲ κεντήμαϲιν , οὔτε ᾠδηκὼϲ οὔτε περίθερμοϲ |
τρίτον τοῦ πρώτου ποδὸς πεντασυλλάβου καταληκτικόν . τὸ τέταρτον ἐκ διτροχαίου καὶ ἐπιτρίτου τρίτου ἀκατάληκτον . τὸ εʹ ὅμοιον τῷ | ||
Τὸ αʹ προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου καὶ διτροχαίου ἢ ἐπιτρίτου . Τὸ βʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον . |
καὶ πᾶσιν ὑμῖν πρῶτος μὲν ὑποβάκχειός ἐστι πούς , εἶτα βακχεῖος , εἰ δὲ βούλεταί τις , δάκτυλος : εἶτα | ||
θεοῖς εὔχομαι πᾶσι καὶ πάσαις . ἄρχει δὲ τοῦ κώλου βακχεῖος ῥυθμός , ἔπειθ ' ἕπεται σπονδεῖος , εἶτ ' |
πλησίον , ἀπολεπτύνεται δὲ εἰς τὴν οὐράν , καί ἐστιν μύουρος . Ἔστι δὲ αὐτοῦ τὸ μὲν χρῶμα οὐκ ἀεὶ | ||
ἀνασπάσθω , καὶ ἐπεζεύχθω κανόνιον , καὶ κρεμάσθω κάμαξ μακρὸς μύουρος ἐκκεκολαμμένος κοιλάσματι ἡμικυκλίῳ , χολέδρᾳ τὸ σχῆμα ὅμοιος , |
ἀφαίρεσιν ὑπολείπηταί τι : τούτῳ γὰρ διαφέρειν δοκεῖ τῆς παντελοῦς ἄρσεως ἡ ἀφαίρεσις : οὔτε τὸ μεῖζον ἐν τῷ μικροτέρῳ | ||
σύστημά τι συγκείμενον ἐκ τῶν ποδικῶν χρόνων ὧν ὁ μὲν ἄρσεως , ὁ δὲ βάσεως , ὁ δὲ ὅλου ποδός |
αʹ περίοδος ἐξ ἰαμβικῆς καὶ τροχαϊκῆς συζυγίας : ἡ μέντοι τροχαϊκὴ συζυγία τρίβραχυν ἔχει τὸν πρῶτον πόδα , ἤτοι χορεῖον | ||
τὸ ιαʹ προσοδιακὸν παρὰ τὴν ἰαμβικὴν συζυγίαν . τὸ ιβʹ τροχαϊκὴ διποδία , ὅ ἐστι μονόμετρον . ἡ δὲ ἐπῳδὸς |
καὶ πρέπον ἥρωσιν , ἡ κωμῳδία δὲ συνέσταλται εἰς τὸ τρίμετρον ἡ νέα . Τὰ πολλὰ οὖν κώλοις † τριμέτροις | ||
, ὅ ἐστι Φερεκράτειον παρὰ συλλαβήν . τὸ ζʹ ἐπιωνικὸν τρίμετρον καταληκτικόν . ἡ αʹ συζυγία ἰωνική : ἡ βʹ |
' ἐπὶ τῶν προτέρων “ δίμετρον ἀκατάληκτον ἐξ ἐπιτρίτου τρίτου πεντασυλλάβου καὶ χοριάμβου : τὸ εʹ ” πρὸς οὖν τάδ | ||
ὅμοιον τῷ δʹ τῆς πρώτης στροφῆς ἐκ χοριάμβου καὶ διιάμβου πεντασυλλάβου . ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος καὶ διπλαῖ ἐν ἀρχῇ |
ἀπρὶξ καὶ διόλου μάλα γόεδνα καὶ λίαν λυπηρῶς καὶ γοερῶς τίλλω καὶ κόπτω τὰς τρίχας τοῦ γενείου μου . ἄπριγδα | ||
προηγεῖται κατὰ σύλληψιν ἀλλὰ κατὰ διάστασιν , οἷον πλήσσω , τίλλω , πανσέληνον , ἄλσος , θάλψαι , ἄρξαι , |
φημι συντίθεσθαι τὸν δεκάσημον . πάλιν ποιῶ τὸν αὐτὸν ἐκ τετρασήμου καὶ ἑξασήμου : συνέστη λόγος ῥυθμικὸς ἡμιόλιος . πάλιν | ||
ἄρσεως , σπονδεῖος μείζων , ὁ καὶ διπλοῦς , ἐκ τετρασήμου θέσεως καὶ τετρασήμου ἄρσεως : κατὰ δὲ συζυγίαν γίνονται |
τοὐναντίον γὰρ τὸ Λᾶς τὸ μονοσύλλαβον ἀπὸ τοῦ Λάας τοῦ δισυλλάβου γέγονε κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο αα εἰς ἓν α | ||
, σέθεν ἕθεν . δῆλον οὖν ὡς τῆς μὲν σαυτόν δισυλλάβου ἀκόλουθον δισύλλαβον τὸ αὑτόν , τῆς δὲ σεαυτόν τρισυλλάβου |
καὶ οὕτως ἐπιχείσθω τὰ τηκτά . ἔστι δ ' ἐμπλαστὴ ἔναιμος , τραυματική , ἀφλέγμαντος , κολλητική , διεθεῖσα δ | ||
καὶ τὴν ψύαν ἐκτὸς ἔχουσα , παχεῖα καὶ πλατεῖα καὶ ἔναιμος , ἄνω ὤρεκται πρὸς τὸ ἧπαρ : καὶ διακραίην |
προϊδὼν ὀλοφώϊον ἑρπυστῆρα , φραξάμενος πυκινῇσιν ὑπὸ προβλῆσιν ἀκάνθαις εἱλεῖται σφαιρηδόν , ὑφ ' ἕρκεϊ γυῖα φυλάσσων , ἔνδοθεν ἑρπύζων | ||
φυσῶντος . ἐνιχρίμψειεν : βάλοιεν . Αἶψα : ταχέως . σφαιρηδόν : σφαίρασα παρὰ τὸ αἴραν , οἱονεὶ εἰς ὕψος |
ἰαμβέλεγος πλεονάζων συλλαβῇ . τὸ δʹ ἐπιχοριαμβικὸν Πινδαρικὸν , ἢ ἰαμβέλεγος . τὸ εʹ προσοδιακὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ Ϛʹ | ||
πενθημιμερές . τὸ Ϛʹ τροχαϊκὸν ἢ ἐπίτριτος . τὸ ζʹ ἰαμβέλεγος . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν πενθημιμερές . τὸ θʹ ὅμοιον |
: ὧν ὁ μέν ἐστιν ἐκ δύο συλλαβῶν μακρῶν , σπονδεῖος καλούμενος , ὁ δὲ ἐκ τριῶν , μιᾶς μὲν | ||
ἤτοι τὸ κόμμα ιζʹ : δισύλλαβοι μὲν τρεῖς οἵδε : σπονδεῖος ἐκ δύο μακρῶν , τετράχρονος , οἷον ἥρως : |
ἄρα πυρός : διπλῆ καὶ ἐν εἰσθέσει περίοδος τοῦ χοροῦ παιωνικὴ ἑπτάκωλος , ἔχουσα τρίρρυθμα πρῶτον , δεύτερον , τρίτον | ||
καὶ μέτριος , καὶ ὁποῖος συγκεκραμένος . ἡ μὲν δὴ παιωνικὴ ἐν τοῖς μεγαλοπρεπέσι σύνθεσις ὧδ ' ἄν πως λαμβάνοιτο |
καὶ μέχρι πενταμέτρου χωρεῖ τὸ προσοδιακόν . Τὸ δʹ δίμετρον ὑπερκατάληκτον προσοδιακὸν ἀπὸ Ἰωνικοῦ ἀπὸ μείζονος καὶ χοριάμβου . τοῦτο | ||
ἀπ ' ἐλάττονος καὶ συλλαβῆς . Τὸ εʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον : ἔχει δ ' ἐπιτρίτους δʹ ἀντὶ ἀντισπάστων . |
τρίτου καὶ σπονδείου . τὸ μβʹ ὅμοιον δίμετρον ὑπερκατάληκτον ἐξ ἐπιτρίτου πρώτου , διιάμβου καὶ συλλαβῆς . τὸ μγʹ ὅμοιον | ||
: τὸ Ϙʹ δίμετρον [ καταληκτικὸν ] ἤτοι ἑφθημιμερὲς ἐξ ἐπιτρίτου γʹ ἢ δισπονδείου καὶ βακχείου . προυσχόμην ] περιεποιούμην |
εἰ δὲ βούλει προσοδιακὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἐκ χοριάμβου καὶ Ἰωνικοῦ καταληκτικοῦ . Τὸ θʹ προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον : ὁ αʹ | ||
τοῦ βʹ χοριάμβου , τοῦ γʹ Ἰωνικοῦ ἀπ ' ἐλάσσονος καταληκτικοῦ . τοῦτο καὶ ἀναπαιστικόν ἐστι δίμετρον ἀκατάληκτον , σπονδείου |
ἔθησεν , ἀλλὰ ὁ κανών φησιν : Ὁ ἀόριστος πρῶτος ἐνεργητικός , εἴτε ἀπὸ βαρυτόνων ῥημάτων παράγεται , εἴτε ἀπὸ | ||
γέγονε τοῦ βέλεα τείχεα . Ἑνικά . Τετυφώς : ὁ ἐνεργητικός τε καὶ μέσος παρακείμενος τρέπων τὸ α εἰς ως |
δὲ , ὅτι τὰς λεγομένας στάσεις φησὶν , οὐ γὰρ συντίθεται Μινουκιανῷ τὴν στάσιν ἀπὸ τούτου εἰρῆσθαι ἐτυμολογοῦντι , ἀπὸ | ||
μὲν ἔξωθεν ἀκροβολισμοὺς τῶν ἐραστῶν εἰς πεῖραν φέρει καὶ ἄφνω συντίθεται τοῖς νεύμασιν : ἐὰν δὲ αἰτήσῃς τὸ ἔργον προσελθών |
ἔλασσον ἔμπυον τοῦ φύματος γίνεσθαι , ἐπὶ δὲ τοῦ δέρματος φλύκταιναν ἀνίστασθαι ὁμοίαν τοῖς πυρικαύτοις . προστίθησι δ ' ὅτι | ||
Ξενοφῶν . φασὶ δ ' ἀνωτάτω μὲν ἐπικεῖσθαι τῷ ἕλκει φλύκταιναν μέλαιναν ὡς τὸ πολύ , ἧς ἐκραγείσης τὸ ὑποκάτω |
ἐν τῇ συζυγίᾳ ποδῶν τρισύλλαβος ᾖ , οἷον ἐπ ' ἀναπαιστικοῦ ἅδ ' Ἄρτεμις , ὦ κόραι : τοῦτο γὰρ | ||
καταληκτικοί . ὁ τρίτος ἀσυνάρτητος ἐξ ἀναπαιστικῶν πενθημιμερῶν : ἐξ ἀναπαιστικοῦ πενθημιμεροῦς αἰολικοῦ διὰ τὸ ἔχειν τὸν πρῶτον πόδα ἴαμβον |
ὑπερκατάληκτος εἰς δισύλλαβον , ὑπερκατάληκτος εἰς συλλαβήν , ἀκατάληκτος , καταληκτικὴ εἰς δισύλλαβον , καταληκτικὴ εἰς συλλαβήν , βραχυκατάληκτος . | ||
ὑπερκατάληκτος εἰς συλλαβήν , ἀκατάληκτος , καταληκτικὴ εἰς δισύλλαβον , καταληκτικὴ εἰς συλλαβήν , βραχυκατάληκτος . Ἐπισημότατον δὲ ἐν αὐτῷ |
, ἀπὸ μὲν τριμέτρου καταληκτικόν . ἀτακτότερον δὲ ἔχει τὴν τροχαϊκὴν βάσιν ἑπτάσημον . τὸ δὲ δεύτερον πενθημιμερὲς κοινὸν δακτυλικὸν | ||
ἀναπαιστικὸν μονόμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ βʹ ἰωνικὸν δίμετρον καταληκτικὸν εἰς τροχαϊκὴν συζυγίαν . τὸ γʹ Φαλαίκειον ἀντισπαστικόν . τὸ δʹ |
καταβολὴ κατὰ τῆς ἀριστερᾶς ὠμοπλάτης , εἶτ ' ἐπὶ τὴν κατακλεῖδα φέρεται , καὶ κατὰ τοῦ στήθους ὑπὸ τὴν δεξιὰν | ||
τῆς ἀδιαφόρου . τὸ ιγʹ χοριαμβικὸν δίμετρον καταληκτικὸν εἰς ἰαμβικὴν κατακλεῖδα περαιούμενον , τουτέστιν εἰς ἀμφίβραχυν ἢ βακχεῖον διὰ τὸ |
μετοχὴ τοῦ μέσου παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου γίνεται ἀπὸ τοῦ μέσου παρακειμένου τοῦ τέτυπα τροπῇ τοῦ α εἰς ως , τὸ | ||
καὶ τῆς Χαλκίτιδος νήσου . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ Χάλκιδος τοῦ παρακειμένου ποταμοῦ , ὡς οἱ ἱστορικοὶ ἅπαντές φασι . Χαλκητόριον |
τοῖς κώλοις περιτιθέναι τοὺς παίωνας ἔνθεν καὶ ἔνθεν ἀμφοτέρους , παιωνικήν γε πάντως ποιησόμεθα τὴν σύνθεσιν , οἷον ἐκ μακρῶν | ||
ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν ἰωνικὴν ἢ δευτέραν παιωνικήν , τὴν δὲ τρίτην τροχαϊκὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , |
ἑτὸς καὶ ἄφετος καὶ δίδωμι δοτὸς καὶ Ἡρόδοτος , οὕτως δίδημι δετὸς καὶ δετή , ἡ ἐκ δεδεμένων δᾴδων λαμπάς | ||
ὀξύτονα ὄντα : οἷον , δετός : ἀπὸ γὰρ τοῦ δίδημι , ὃ δηλοῖ τὸ δεσμεύω : θετὸς ἀπὸ τοῦ |
ἁνύειν : δασύνουσιν οἱ Ἀττικοί . καὶ δῆλον ἐκ τῆς συναλοιφῆς . καθήνυσαν γάρ . ἀσύφηλος ὕβρις : ἡ μετὰ | ||
λέγοντες ὡς χρυσῆν . πῶς ἔδοξεν ὁ Ἡγέλοχος ἐκ τῆς συναλοιφῆς γαλῆν εἰπεῖν ; τὸ μὲν γὰρ περισπωμένως προενέγκασθαι οὐ |
Ἀγρὸς ἡ πόλις : ἐπὶ τῶν ἀτακτούντων . Ἀγναπτότατος βάτος αὖος : ἐπὶ τοῦ σκληροῦ καὶ αὐθάδους . Ἀγρία μέλιττα | ||
ἀστράγαλος παρὰ τὸ ἀστραβὴ καὶ ὀρθὴν φυλάσσειν τὴν βάσιν . αὖος ὁ ξηρός : κατὰ στέρησιν τοῦ ὕεσθαι : ὁ |
, διότι μὴ πεφυκὸς ἡνώθη . τὸ δὲ ἐν κώλοις ἀσυνάρτητον τοῦτο ἀντιπαθές , ἐναντίοις ποσὶν ἡνωμένον . Τὸ βʹ | ||
καὶ εʹ ὅμοια τῷ αʹ καὶ βʹ : τὸ Ϛʹ ἀσυνάρτητον ἐκ δύο τροχαικῶν πενθημιμερῶν συγκείμενον . ἐπὶ τῷ τέλει |
δὴ πάντως ὀφείλει συντετάχθαι τοῦ αὐτοῦ προσώπου ῥῆμα , ἐμαυτοῦ ἔτυψα παῖδα . ἀλλ ' εἰ καὶ ἡ συντασσομένη αἰτιατικὴ | ||
, ὡς εἰ καὶ ἔλεγεν οὕτως , ἐγὼ ἐμὲ αὐτὸν ἔτυψα . τοῦ οὖν ῥήματος συνόντος τῇ πλαγίᾳ πτώσει κατὰ |
τῆς γενικῆς τῆς μετοχῆς τοῦ βʹ ἀορίστου , ἥτίς ἐστι τύπτοντος . Ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ τύψοιμι χρόνου μέν ἐστι | ||
ὅταν ὁ τύπτων τυπτόμενον τύπτῃ καὶ ὁ τυπτόμενος ὑπὸ τοῦ τύπτοντος τύπτηται , κρίσις δέ , ὅτι ἐπιστήμη ἐπιστήμονος ἐπιστήμη |
τοῦ αʹ ἰάμβου λελυμένου . ἔστι γὰρ ἐξ ἰαμβικοῦ καὶ δακτυλικοῦ πενθημιμερῶν . Τὸ ιαʹ Ἰωνικὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἀπὸ ἐλάσσονος | ||
δὲ καὶ συλλαβὴν μίαν πλείονα . εἴρηται δὲ πλὴν τοῦ δακτυλικοῦ , ὅτι τοῦτο μόνον κατὰ μονοποδίαν μετρεῖται διὰ τὸ |
ἐσχάτην εἰς θαι καὶ τὴν κατ ' ἀρχὰς κλιτικὴν ἔκτασιν συστεῖλαν ἀπαρέμφατον ποιεῖ : καὶ εἰ μὲν καθαρεύοι τὸ τ | ||
δεχόμενον πρὸ τοῦ μ , τὴν ἐν ἀρχαῖς κλιτικὴν ἔκτασιν συστεῖλαν εὐκτικὸν γίνεται , τύπτομαι τυπτοίμην , ἐτυψάμην τυψαίμην , |
ἀκατάληκτον : ὁ βʹ ποὺς ἀνάπαιστος , ὁ δὲ δʹ τρίβραχυς . Τὸ θʹ Ἰωνικὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἀπὸ τροχαικῆς εἰς | ||
τοῦ τροχαίου συλλαβὴ εἰς δύο βραχείας καὶ γίνεται χορεῖος ἤτοι τρίβραχυς : καλεῖται δὲ τοῦτο ἰθυφαλικόν : τὸ γʹ “ |
; ὁ δὲ Δαρδανίδας , Διὸς λέκτρων τρύφημα φίλον , χρυσέοισιν ἄφυσσε λοιβὰν ἐκ κρατήρων γυάλοις ὁ Φρύγιος Γανυμήδης . | ||
ἅρματα δ ' ἔκλιναν πρὸς ἐνώπια παμφανόωντα : αὐταὶ δὲ χρυσέοισιν ἐπὶ κλισμοῖσι κάθιζον μίγδ ' ἄλλοισι θεοῖσι , φίλον |
ιγʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον ἐξ ἐπιτρίτου πρώτου , διιάμβου καὶ πυρριχίου ἢ ἰάμβου διὰ τὴν ἀδιάφορον : τὸ μέντοι τῆς | ||
. τὸ Ϛʹ καὶ Ϛʹ χοριαμβικὰ ἡμιόλια ἐκ χοριάμβου καὶ πυρριχίου , ἢ ἰάμβου διὰ τὴν ἀδιάφορον : εἰ δὲ |
ἀνάπαιστος ὡς καὶ ἐνταῦθα τὸ πρύμνῃ πόλεως , ἀλλὰ καὶ χορεῖος . οἴακα νωμῶν : κυβερνήτης ὢν τῶν τῆς πόλεως | ||
ἕκτῃ ἢ τροχαῖος ἢ σπονδεῖος ἢ δάκτυλος ἢ ἀνάπαιστος ἢ χορεῖος , ἐν δὲ τῇ πρώτῃ καὶ τρίτῃ καὶ πέμπτῃ |
καταληκτικοῦ , ὃς γίνεται δάκτυλος . Τὸ γʹ ἀντισπαστικὸν διπλοῦν Φερεκράτειον : σύγκειται γὰρ ἐκ βʹ κώλων Φερεκρατείων , ὧν | ||
τὸ ζʹ τροχαικὸν δίμετρον ὅμοιον τῷ εʹ . τὸ ηʹ Φερεκράτειον λεῖπον μιᾷ συλλαβῇ . τὸ θʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον |
δίμετρα ἀκατάληκτα ἃ καλεῖται κρητικὰ δίρρυθμα . τὸ δὲ δʹ τροχαϊκὸν ἑφθημιμερὲς ὃ καλεῖται Εὐριπίδειον ἢ ληκύθιον , ὁ εʹ | ||
ἑξῆς δʹ ἰαμβικὰ δίμετρα ἀκατάληκτα , τὸ δὲ εʹ , τροχαϊκὸν ἑφθημιμερές . ὁ κζʹ ἰαμβικὸς στίχος τρίμετρος ἀκατάληκτος . |
καθαρόν , συντίθεται δὲ καὶ ἐπίμικτον πρὸς τὰς τροχαϊκὰς [ διποδίας ] οὕτως , ὥστε τὴν πρὸ τῆς τροχαϊκῆς ἀεὶ | ||
ἰαμβικῇ λέγοιτο , τὸ δὲ ἐπιχοριαμβικόν , ὅτε τροχαϊκῆς προκειμένης διποδίας ἐπιφέρεται χοριαμβική , οἰκειότητα πρὸς τὴν ἐναντίαν τοῦ τροχαϊκοῦ |
ἀνομοίων τῇ τάσει , τοῦ μὲν ὀξυτέρου , τοῦ δὲ βαρυτέρου . σύστημα δέ ἐστι σύνταξις πλειόνων φθόγγων ἐν τῷ | ||
Ἀγωγὴ προσεχὴς ἀπὸ τῶν βαρυτέρων ὁδὸς ἢ κίνησις φθόγγων ἐκ βαρυτέρου τόπου ἐπὶ ὀξύτερον , ἀνάλυσις δὲ τοὐναντίον . τὰς |
παρ ' Ἀλκμᾶνι , ὃ τὴν μὲν πρώτην ἔχει ἰαμβικὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὰς δὲ ἑξῆς δύο ἰωνικὰς ἑξασήμους | ||
Ἀφρόδιτα : τοῦτο δὲ τὴν μὲν πρώτην συζυγίαν ἔχει τροχαϊκὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν χοριαμβικήν , τὴν |
ἐπιπλοκὴν συμφώνου διὰ τοῦ ο , φράδμων φράδμονος , ἄκμων ἄκμονος . Τὰ εἰς νων τὸ ω φυλάττει , Ῥίνων | ||
. ὀφελήματά τινα ὄντα . οἷς τὰ ἐξελαυνόμενα ἐπὶ τοῦ ἄκμονος αὔξεται καὶ ὀφέλλεται . Ὀβελίσκος . ὀφελίσκος τὶς ὢν |
; † Φοίνισσαν βοὰν κλύουσα ὦ νεάνιδες γηραιῶι ποδὶ τρομερὰν ἕλκω ποδὸς βάσιν . † ἰὼ τέκνον , χρόνωι σὸν | ||
ῥήματα κατὰ τονικὴν παραγωγὴν περισπώμενα , οἷον τύπτω τυπτῶ , ἕλκω ἑλκῶ , μηνίω μηνιῶ , δηρίω δηριῶ . Ἐν |
. Ἢν δὲ ὁ γόνος ἀποῤῥέῃ διιπετὴς , καὶ μὴ λήγῃ , οὐ μίσγεται ἀσπασίως τῷ ἀνδρὶ , οὐδὲ κυΐσκεται | ||
τοῖς ἀνοιδοῦσιν αἰφνιδίως ἐκ τῆς θαλάττης ὄγκοις : ἐπὰν δὲ λήγῃ τὰ τῆς τροφῆς , μυρία μὲν ἀναδέχονται πάθη , |
ἔχει ἔκ τε δακτύλου καὶ ϲπονδείου , ἐνίοτε δὲ καὶ παλιμβάκχειον καὶ ἀμφίμακρον δέχεται , καθαροὺϲ μέντοι καὶ ἐν τάξει | ||
πρώτων δύο καὶ σπονδείου : τὸ μέντοι κῶλον τῆς ἀντιστροφῆς παλιμβάκχειον τὸν βʹ ἔχει πόδα : τὸ ζʹ περίοδος καταληκτικὴ |
τῶν τεσσάρων ἀμεταβόλων , λ μ ν ρ , οἷον πάλλω νέμω κρίνω σπείρω : ἡ δὲ ἕκτη διὰ καθαροῦ | ||
αἰόλος καὶ ἐν συνθέσει μετὰ τῆς κόρυθος κορυθαίολος , ὡς πάλλω πάλος καὶ σακέσπαλος . . . . . κοχλιάριον |
Σκύλλα , σκίλλα , κόλλα , βδέλλα , ἅμιλλα , ἄμαλλα : τὰ δὲ εἰς λη οὐκέτι , ὁμίχλη , | ||
. + . Ἀμαλλοδετῆρες : οἱ τὰς ἀμάλλας δεσμοῦντες : ἄμαλλα δὲ ἡ ἐκ πολλῶν δραγμάτων συναγωγή , . , |
μὲν οὔπω γαστέρι νειαίρῃ , τὰ δ ' ὑπέρτερα νυκτὶ φορεῖται . τὰ μέντοι γε ἐπιφερόμενα οὐδὲν ἔτι πρὸς αὐτὴν | ||
μάλα πολλοὶ Χηλάων : ἐν τῷ δ ' Ὀφιούχεα γοῦνα φορεῖται . Οὐ μὴν Αἰητοῦ ἀπαμείρεται , ἀλλά οἱ ἐγγὺς |
καὶ πρῶτον μὲν τὰ κοῖλα καὶ τὰς χαράδρας ἐπλήρωσεν ὑπελθὼν ὑποβρύχιος , ὥσπερ οἱ ὕφαλοι κολυμβηταὶ , τρέψας εἰς τὸ | ||
εἰσερχομένου τοῦ ὕδατος ἐμπλησθῇ τὰς κοιλότητας , καὶ οὕτω γένηται ὑποβρύχιος , διὰ τοῦτο φεύγων τὸν κίνδυνον στρέφει ἑαυτὸν ὕπτιον |
οἶμαί γε τῶν νεωτέρων τὰς καρδίας ” στίχος τρίμετρος ἰαμβικὸς ἀκατάληκτος : τὸ βʹ “ πηδᾶν ὅ τι λέξει ” | ||
δʹ κῶλα . μεθ ' ὃ ἐν εἰσθέσει ἰαμβικὸς τρίμετρος ἀκατάληκτος . τῆς βʹ περιόδου κῶλα Ϛʹ , ὧν ὁ |
ἢ χυλῷ ἀρνογλώσσου προστιθέμενα ἢ ἐγχυματιζόμενα . Εἰ δὲ ἐξ ἀναβρώσεως αἱμορραγία γένηται , τὰ πολλὰ μὲν ὡς εἴρηται οὐδὲ | ||
οὔσης διὰ ῥιγοπυρέτων , ἀποκρουστικῆς δὲ διὰ νομῶν ὑστερικῶν καὶ ἀναβρώσεως . Προσπαραληπτέον δὲ εἰς τὰ κατὰ μέρος εἴδη τῶν |
τῆς θερμασίας , ἢ αὐτὸ παρ ' ἐκείνων λαμβάνει . Πᾶσα μὲν γὰρ ἡ λεπτομερὴς οὐσία ῥᾷον ἀναλλοιοῦται τῆς παχυμεροῦς | ||
: κιχάνω : σεσημείωται διὰ μακροῦ τοῦ α ἐκφερόμενα . Πᾶσα μετοχὴ εἰς ων λήγουσα , ὀξύτονος , ἢ βαρύτονος |