τον γενέσθαι σοι τίμιον , ὃς καὶ τὸν Στρατήγιον ἡμῖν ἀνηρτήσατο λέγων . ἦν μὲν γὰρ αὐτῷ λόγος ὑπὲρ ὧν
πόλεων , ἃς ἔδει τὴν φιλόσοφον ἔχειν , εἰς ἑαυτὴν ἀνηρτήσατο καὶ ἦν φορτική τις πάνυ καὶ ὀχληρὰ καὶ τελευτῶσα
5958538 ἐλλογιμον
κηρύκων τετυχηκέναι , Δάλδις δὲ πόλισμα Λυδίας καὶ οὐ σφόδρα ἐλλόγιμον διὰ τὸ μὴ τοιούτων ἀνδρῶν τετυχηκέναι ἄγνωστον τὸ μέχρι
καὶ μᾶλλον ἐλλόγιμον , ἐπειδὴ τὸ μὲν τῆς ἐνεργείας τὸ ἐλλόγιμον , τὸ δὲ τῆς οὐσίας ἢ ὑπάρξεως , τὸ
5761321 θεοφιλεστατος
προσηγορικὸν Νέβιος , τὸ δὲ συγγενικὸν Ἄττιος , ὃς ἁπάντων θεοφιλέστατος ὁμολογεῖται γενέσθαι τῶν ἀκριβούντων τὴν τέχνην καὶ μεγίστου τυχεῖν
' ἐκείνου τὴν ἀλήθειαν . γνωσθεὶς δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησι θεοφιλέστατος εἶναι ὑπελήφθη . Ὅθεν καὶ Ἀθηναίοις τότε λοιμῷ κατεχομένοις
5676736 Ἡδιστον
ὁ Ἴστρος οὐ γόνιμος , ὁ δὲ Νεῖλος γόνιμος . Ἥδιστον θέαμα ὁ Νεῖλος , ἀλλ ' οὐ τολμῶ παραπεμψάμενος
δενδροτρόφα , καὶ λειμῶνες ἀνθοῦντες , καὶ νάματα ῥέοντα . Ἥδιστον ἦν θέαμα ὁ Ἀχιλλεύς , οὐ διὰ τὴν ξάνθην
5673729 Αἰολιδων
αἴτιον : μεμοιραμένον ἦν τὸν Πελίαν ἐκ τῶν ἄγαν διαφανῶν Αἰολιδῶν τελευτῆσαι τὸν βίον , ἢ καὶ γνώμαις ἢ καὶ
Ἑλλάδα κομισθῆναι . τὸ δὲ ἑξῆς : στεῦται δ ' Αἰολιδῶν γενεὴν οὐχ ὑπαλύξειν ἀμειλίκτοιο Διὸς μῆνιν καὶ χόλον ,
5521409 προσεκυνησε
ἔκλαυσεν ὑφ ' ἡδονῆς Διονύσιος ἰδὼν καὶ ἡσυχῆ τὴν Νέμεσιν προσεκύνησε . μόνην δὲ Πλαγγόνα προσμεῖναι κελεύσασα τοὺς λοιποὺς προέπεμψεν
, γράμματα παρὰ βασιλέως δεξάμενος οὐκ ἐῶντος πολιορκεῖν , ἀναγνοὺς προσεκύνησε τὴν ἐπιστολὴν καὶ ἔθυσεν εὐαγγέλια ὡς μεγάλα δὴ ἀγαθὰ
5496156 πεπαιχεν
[ ] οἶδα κλῆσιν καὶ κίναιδον σκω [ ] πῶς πέπαιχεν ? , πῶς πέφευγε [ ] ἀνάλυσιν , φάσιν
συνήθη καὶ φίλον . ἐκ Βοιωτῶν ἔγχελυν : Παρὰ προσδοκίαν πέπαιχεν . ἐν γὰρ τῇ Κωπαΐδι λίμνῃ μέγισται ἐγχέλεις .
5492228 δυσκατεργαστος
ἐστὶ τεμαχίζεσθαι : ἄστομος δ ' ἐστί , ψαφαρός , δυσκατέργαστος , πολύτροφος , βρωμώδης , διὸ μετὰ σινάπεως ἐσθίεται
ἐπαινῶ ] κρίνω ἐπαινῶ ] ἀποδέχομαι . θ δεινὸς ] δυσκατέργαστος γάρ ἐστιν ὅστις τοὺς θεοὺς τιμᾷ . δεινὸς ]
5472042 φρονιμωτατος
προσποίημα τοῦθ ' ὑπέμεινε , καὶ δόξας ἁπάντων ἀνθρώπων εἶναι φρονιμώτατος , μετὰ τοῦτ ' ἔπειθεν αὐτοὺς τὴν αὐτὴν γνώμην
ἡνίοχος παντὸς καλοῦ , ἀδωροδόκητος , ἀγαθῶν ἀγαθώτατος , φρονίμων φρονιμώτατος : ἐστὶ δὲ καὶ πατὴρ εὐνομίας καὶ δικαιοσύνης ,
5434189 Νεφελοκοκκυγιαν
χελιδόσι λέγει . ἐπεὶ καὶ αὐτὸς πρὸς αὐτὰς βαδίζει εἰς Νεφελοκοκκυγίαν . οὑτοιὶ : εὐκαίρως , φησὶν , κατεκόπησαν οἱ
νεφελῶν καὶ τῶν μετεώρων χωρίων χαῦνόν τι πάνυ . Βούλει Νεφελοκοκκυγίαν ; Ἰοῦ ἰοῦ : καλόν γ ' ἀτεχνῶς σὺ
5429473 λειποψυχιη
. μὴ μέϲφι λειποθυμίηϲ : προϲτιμωρέει γὰρ τῇ πνιγὶ ἡ λειποψυχίη . ἀλλὰ κἢν ϲμικρὸν ἀναπνεύϲωϲι , ἐπιϲχόντα χρὴ τὴν
. Ἐπὶ φύματος ἔσω ῥήξει ἔκλυσις , ἔμετος , καὶ λειποψυχίη γίνεται . Ἐπὶ αἵματος ῥύσει παραφροσύνη ἢ σπασμὸς ,
5388203 Χοιριλῳ
περὶ τῆς παιδὸς δοθῆναι παρὰ Δήμητρος σπεῖραι τοὺς καρπούς : Χοιρίλῳ δὲ Ἀθηναίῳ δρᾶμα ποιήσαντι Ἀλόπην ἔστιν εἰρημένα Κερκυόνα εἶναι
Πλάτωνι τῷ κωμικῷ , Ἀγάθωνι τραγικῷ , Νικηράτῳ ἐποποιῷ καὶ Χοιρίλῳ καὶ Μελανιππίδῃ . καὶ ἐπεὶ μὲν ἔζη Ἀρχέλαος ,
5362829 γαληνον
τὴν εὐάρμοστον καὶ πάμμουσον συμφωνίαν ἀρετῶν τεθαυμακότες , εὔδιον καὶ γαληνὸν βίον ζῶσιν , οὐ μὴν ἀργὸν καὶ ἀγενῆ τινα
ἀκαθαίρετοι δυναστεῖαι . „ μετ ' εἰρήνης οὖν τραφεὶς „ γαληνὸν καὶ εὔδιον κτησάμενος βίον , εὐδαίμον ' ὡς ἀληθῶς
5355241 ὀξωδης
ἀραιός ἐστι : σομφός : ἔστι δὲ καὶ ψυχρὸς καὶ ὀξώδης ὑπὸ τῆς φύσεως πρὸς τὸ διεγείρειν τὸν στόμαχον εἰς
ὑπονοεῖν δεῖ ψυχρὰν λέγειν τὴν δυσκρασίαν : πολλάκις γὰρ καὶ ὀξώδης τροφὴ καὶ στρυφνὴ τὴν ὀξώδη παρεσκεύασεν ἐρυγὴν φανῆναι :
5354955 γενεθλιον
εἰς καρποῦ κάθαρσιν , τότε καταζεύγνυται , τὴν τοῦ κόσμου γενέθλιον ἑορτάζων . οὕτως ἄρα διὰ πάντων τὸ ἱεροπρεπὲς αὐτῆς
φησὶν Ἑλένη ξενίζουσα τὸν Τηλέμαχον , πρώτην ἡμέραν ἄγοντι ταύτην γενέθλιον , ἀφ ' οὗ παραγέγονας εἰς ἀνδρὸς ἡλικίαν .
5335559 συμπραξον
σοι ἀμετακινήτωι δυνάμει ὁρμᾶν κατ ' αὐτῶν . ξυγγενοῦ ] σύμπραξον . κεκλαυμένα ] ἐλεεινά . στάσις . . .
νὺξ ] ἐγένετο δία : ὦ ἀπὸ τοῦ Διὸς κεφαλή σύμπραξον τὰ ναύσταθμα τοὺς βωμούς ἐπὶ τὴν ἑστίαν περὶ Ἴλου
5330578 Φελλον
Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ . Ἀλέξανδρος ὁ πολυίστωρ ἐν τῷ περὶ Λυκίας Φελλὸν καὶ Ἀντίφελλον Λυκίας εἶναι λέγει . ὁ πολίτης Φελλίτης
. Ἑκαταῖος . Ἀλέξανδρος ὁ Πολυΐστωρ ἐν τῷ Περὶ Λυκίας Φελλὸν καὶ Ἀντίφελλον Λυκίας εἶναι λέγει . Ὁ πολίτης Φελλίτης
5325706 σφακελισῃ
ἡ δὲ νοῦσος οὐ θανατώδης . Ἑτέρη νοῦσος : ἢν σφακελίσῃ ὁ ἐγκέφαλος , ὀδύνη λάζεται ἐκ τῆς κοτίδος ἐς
πτισάνης δὲ χυλῷ χρῆσθαι . Σφακελισμὸς ἐγκεφάλου : ἢν δὲ σφακελίσῃ ὁ ἐγκέφαλος , ὀδύνη ἴσχει τὴν κεφαλὴν , καὶ
5316716 Ναυκρατιν
. Νεῖλος ἀπὸ Νείλεω , ὃς ἔκτισε . . . Ναύκρατιν μετὰ μάχην : ἢ ἀπὸ τοῦ νάειν λείως ,
' ἀναπλεύσαντες εἰς τὸν Σαϊτικὸν νομὸν καταναυμαχήσαντες Ἰνάρων πόλιν ἔκτισαν Ναύκρατιν οὐ πολὺ τῆς Σχεδίας ὕπερθεν . μετὰ δὲ τὸ
5292784 συγγνωστος
λιμὸν καὶ τὴν τῶν ἀναγκαίων ἐπιθυμίαν τε καὶ ἀπορίαν ἁμαρτάνων συγγνωστός , ὁ δὲ τοιᾶσδέ τινος ἐπιθυμίᾳ τροφῆς καὶ τοιοῦδέ
δύο μακρῶν καὶ βραχείας , – – ˘ , οἷον συγγνωστός : μολοττὸς , ὁ ἐκ τριῶν μακρῶν , –
5272548 συντακεις
τε δώσετ ' , ἔνθ ' ἀσιτίαις ἐμὸν δέμας γεραιὸν συντακεὶς ἀποφθερῶ ; τί μ ' ὠφελήσει παιδὸς ὀστέων θιγεῖν
' , ὃς ἡμῖν συγκατείργασται τάδε ] . ἐντεῦθεν ἀγρίαι συντακεὶς † νόσωι νοσεῖ τλήμων Ὀρέστης ὅδε πεσὼν ἐν δεμνίοις
5264367 ὀρτυγια
ἱππηλασία . ὁ δὲ νοῦς : ἀπὸ σοῦ , ὦ ὀρτυγία , ὁ ὕμνος ὁ ἡδυεπὴς καὶ γλυκὺς καὶ εὔφημος
ἀλφειὸς ἀναπνεῖ , τῷ περιέχειν τὴν ἀρέθουσαν . ἡ δὲ ὀρτυγία νῆσός ἐστι πρὸ τῶν συρακουσῶν , εἰς ἣν διὰ
5252200 βιωτικη
θεωρίαν ἐνδεικνυμένου τοῖς μεταγενεστέροις . οὐδέ γε αὐτὸν μεθεῖλκεν ἀνάγκη βιωτικὴ καὶ πλάνη φιλάργυρος , ὥσπερ πολλοὺς τῶν νῦν :
ἀρεταῖς τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ
5250265 Κνωσσιος
ἔχει δὲ καὶ ἄλλως ὁ νῦν μῦθος : Ταῦρος ὁ Κνώσσιος στρατηγὸς παρ ' Ἀστερίου τοῦ καὶ Μινωταύρου βασιλέως Κρήτης
πόλεως ἦν Ἐπιμενίδῃ τῆς αὐτῆς : ἀλλ ' ὁ μὲν Κνώσσιος , Θάλητα δὲ εἶναί φησι Γορτύνιον Πολύμναστος Κολοφώνιος ἔπη
5244823 ἀνανηφειν
τις τῆς τοῦ οἴνου ἐπιθυμίας . λγʹ . πρὸς τὸ ἀνανήφειν τοὺς μεθύοντας . λδʹ . ὅτι οὐ μόνον ὁ
τὸν γλυκὺν συναυλίαν ὥστε προσβιαζόμενος θαυμαστόν τι συντελεῖ : καθάπερ ἀνανήφειν πολλάκις γίνεται τὸν μεθύοντα , τὸν αὐτὸν τρόπον ὑπὸ
5240192 Ἡραϊσκος
οἰωνισάμενος δαιμονίως πως οἰωνισάμενος τὸ μέλλον . , . . Ἡραΐσκος καὶ ἐγεγόνει ὁ Ἡραΐσκος Βάκχος , ὡς ὄνειρος αὐτὸν
ὄνειρος αὐτὸν κατεμήνυσεν . , . . Ἡραΐσκος ὁ δὲ Ἡραΐσκος οὐ μόνον ἀγαθὸς ἦν καὶ ἤπιος , ἀλλ '
5231904 ἀναμαρτητον
τήνδε τὴν τῶν ὅλων τάξιν συνέχουσιν ἀτριβῆ καὶ ἀγήρατον καὶ ἀναμάρτητον καὶ ὑπὸ κάλλους καὶ μεγέθους ἀδιήγητον , τούτους φοβούμενοι
ἔστι δ ' αὕτη μηδέποτε γενέσθαι πάντα χρηστὸν μηδ ' ἀναμάρτητον : ὅσα δ ' ἢ κινδυνεύοντας ἔδει προνοήσασθαι ,
5231173 συνηξε
σοφιστικὸς συλλογισμὸς διχῶς λέγεται : ἢ γὰρ εἰ συλλελόγισται καὶ συνῆξε ψευδὲς συμπέρασμαψευδοῦς δὲ τοῦ συμπεράσματος ὄντος , ἀνάγκη καὶ
δὲ ὁ Ἱερεμίας , ἐδόξασε τὸν θεόν : καὶ ἀπελθὼν συνῆξε τὸν λαὸν σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις , καὶ ἦλθεν
5215413 ἠγρυπνηκαμεν
ναί : πλάττομεν γὰρ πλάσματα , τὴν νύκτα τ ' ἠγρυπνήκαμεν : καὶ νῦν ἔτι ἀποίητα πάμπολλ ' ἐστὶν ἡμῖν
. ναί : πλάττομεν γὰρ πέμματα τὴν νύκτα τ ' ἠγρυπνήκαμεν : καὶ νῦν ἔτι ἀποίητα πάμπολλ ' ἐστὶν ἡμῖν
5206923 ἀπαρσιν
ταύτας δὲ κατακαῦσαι τὰ πλοῖα φοβουμένας τὴν οἴκαδε τῶν Ἀχαιῶν ἄπαρσιν , ὡς εἰς δουλείαν ἀφιξομένας . Καλλίας δὲ ὁ
[ μὴ ] ὑπομένειν , οὕτως δὴ τὴν εἰς Ἰταλίαν ἄπαρσιν ποιήσασθαι . . . . Ἀνδροκύδης δὲ ὁ Πυθαγορικὸς
5202502 Λεξις
περὶ αὐτῆς μικρὸν ὕστερον ἐν τῷ περὶ γλυκύτητος λέξομεν . Λέξις γε μὴν ἀφελὴς τὸ μὲν πλεῖστον ἡ αὐτή ἐστι
ἀπὸ δὲ τῶν σχημάτων δῆλά πως καὶ τὰ ἑξῆς . Λέξις μὲν γὰρ ὅπερ ἔφην βραχέα , ἥτις ἂν εἴη
5200773 ἐκφυγοντων
: οἱ δὲ καὶ ἐπανῄρουν σφᾶς ἀνῃρημένοις . τῶν δὲ ἐκφυγόντων οἱ μὲν ὑπὸ ναυαγίων ἀπώλλυντο , ἐς πάντα σφίσι
τῷ Ἀρείῳ πεδίῳ , αὐτὸς δ ' εἴσω παρῆλθεν , ἐκφυγόντων τῶν ἀντιστασιωτῶν ἁπάντων . καὶ τὰ μὲν τούτων αὐτίκα
5193947 Καισαρεια
. . . . . ξη δʹ λϚ ∠ ʹδ Καισάρεια πρὸς Ἀναζάρβῳ . . ξη ∠ ʹ λζ Μοψουεστία
ἐπὶ παιδὶ γνησίῳ μέν , ἀπαιδεύτῳ δέ . ιγʹ . Καισάρεια δὲ ἡ Καππαδοκῶν ὄρει Ἀργαίῳ πρόσοικος Παυσανίου τοῦ σοφιστοῦ
5178576 Ἀναξαγοραι
, ἔμψυχος οὐσία . τοὺς ἀστέρας δὲ ζῶια εἶναι οὔτε Ἀναξαγόραι οὔτε Δημοκρίτωι ἐν τῶι Μεγάλωι διακόσμωι δοκεῖ οὔτε Ἐπικούρωι
δὲ Ἀπολλοδώρου . οὗτος ἔφη τὴν μίξιν τῆς ὕλης ὁμοίως Ἀναξαγόραι τάς τε ἀρχὰς ὡσαύτως . οὗτος δὲ τῶι νῶι
5165706 συμπλους
δὲ ἐν ἔργοις , ἀβλαβὴς μὲν συνοδοιπόρος ὅτῳ γένοιτο ἢ σύμπλους , ἀγαθὸς δὲ σύμβολος θύουσι φανείς , οὐ στάσιν
σε δεῖ τεῖσαι λέγω σοι παισί . φημὶ γάρ ποτε σύμπλους γενέσθαι τῶνδ ' ὑπασπίζων πατρὶ ζωστῆρα Θησεῖ τὸν πολυκτόνον
5156566 πτερωτη
λήγει ἐπὶ ψεῦδος , οἷον εἰ πέταται ἡ γῆ , πτερωτή ἐστιν ἡ γῆ , ἢ ἄρχεται ἀπὸ ἀληθοῦς καὶ
ἔδοξεν οἷον ἐκ γῆς ἀναδοθῆναι : † ἐπορεύθης , ὦ πτερωτή , γῆς θρέμμα καὶ γέννημα : γέγονε γὰρ ἡ
5150219 Ἀντιφελλον
Ἀλέξ . ὁ Πολυΐστωρ ἐν τῷ Περὶ Λυκίας Φέλλον καὶ Ἀντίφελλον Λυκίας εἶναι λέγει . Ὁ πολίτης Φελλίτης καὶ Ἀντιφελλίτης
. Ἀλέξανδρος ὁ Πολυίστωρ ἐν τῶι Περὶ Λυκίας Φελλὸν καὶ Ἀντίφελλον Λυκίας εἶναι λέγει . . Μελανίππιον : πόλις Παμφυλίας
5146952 ἠραρε
τεχνῶν , ὡς καὶ ὁ ποιητὴς δηλοῖ λέγων ἐπεὶ σοφὸς ἤραρε τέκτων , τὸ σοφός κατὰ τοῦ τέκτονος θείς ,
πῖνε καὶ ἦσθε διάκτορος Ἀργεϊφόντης . αὐτὰρ ἐπεὶ δείπνησε καὶ ἤραρε θυμὸν ἐδωδῇ , καὶ τότε δή μιν ἔπεσσιν ἀμειβόμενος
5140772 ἀπληστια
, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ . Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία . Κόλαζε τὸν πονηρόν , ἄνπερ δυνατὸς ᾖ .
' οὖν καὶ ὃ δημοκρατία ὁρίζεται ἀγαθόν , ἡ τούτου ἀπληστία καὶ ταύτην καταλύει ; Λέγεις δ ' αὐτὴν τί
5137526 μαχλος
οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους , οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης . Πολυκράτης δὲ τὴν γενὴν Ἀθηναῖος ,
τὸ γόνος , οἱονεὶ λαγόνης ὁ λίαν πολύγονος . ] μάχλος δέ , [ ἀφ ' οὗ καὶ ἡ κατὰ
5135283 παντοδαπος
ἀδεές , νομίσας πλέον τι τῶν ἄλλων ἐπίστασθαι αὐτόν , παντοδαπὸς ἦν ἱκετεύων μὴ φθονῆσαι μηδένα τρόπον , ἀλλὰ φράσαι
. τί ἐκ τῶνδ ' εἰκάσαι † λόγος πάρα ; παντοδαπὸς δὲ καρπὸς χαμάδις πεσὼν ἀλγύνει κυρήσας , πικρὸν δ
5134763 Ἠκουον
τὴν πυράν , τοῦτο μόνον χάριεν ἂν ἐργάσαιτο . “ Ἤκουον δὲ ὡς οὐδὲ Πρωτεὺς ἔτι καλεῖσθαι ἀξιοῖ , ἀλλὰ
ἐπὶ πᾶσιν ἄριστον . ἔρρωσο . Θεανὼ Νικοστράτῃ χαίρειν . Ἤκουον τὴν τοῦ ἀνδρός σου παράνοιαν , ὅτι τὴν ἑταίραν
5132604 ἀποιητα
γὰρ πλάσματα τὴν νυκτ ' ἠγρυπνήκαμεν : καὶ νῦν ἔτι ἀποίητα πάμπολλ ' ἐστὶν ἡμῖν . πολλὰ μὲν ἐπιθεῖναι πέμματα
, τὴν νύκτα τ ' ἠγρυπνήκαμεν : καὶ νῦν ἔτι ἀποίητα πάμπολλ ' ἐστὶν ἡμῖν . Μακάριος ὅστις οὐσίαν καὶ
5125779 ιβπλ
ὑπεροχὴν τῶν ἀπ ' αὐτῶν τετραγώνων τῆς ὑπεροχῆς αὐτῶν εἶναι ιβπλ . . Τετάχθω πάλιν ὁ ἐλάσσων ʂ α ,
ἀπ ' αὐτῶν τετραγώνων ἐστὶ ΔΥ η : αὐταὶ ἄρα ιβπλ . εἰσιν ʂ β . ʂ ἄρα κδ ἴσοι
5118622 σεσωσται
εἶδε Χαρμῖνόν τε καὶ Πολύνικον : Ταῦτα , ἔφη , σέσωσται δι ' ὑμᾶς τῇ στρατιᾷ καὶ παραδίδωμι αὐτὰ ἐγὼ
] ὧν ἴσμεν . σέσωσται ] ἄκουε τὸ πᾶν . σέσωσται ] ἐσώθη . σέσωσται ] + σεσωσμένη ἐστί .
5117500 διαχυθεν
, τὰ δὲ οὔ , οἷόν ἐστι τὰ τοιάδε , διαχυθὲν , πιληθὲν κενωθῆναι . Τῷ μεμνημένῳ τῶν ἀνωτέρω οὐδὲν
αὐτὸ δι ' ὀθονίου προσεπιχέων ὕδωρ , ἵνα πᾶν τὸ διαχυθὲν ὑλισθῇ , καὶ ποίει τὸ αὐτὸ πάλιν , μέχρις
5113843 ἀνεστρεφεν
ὁ δὲ τῶν ἐξ ἀρχῆς ἐχόμενος λογισμῶν ἐπὶ τὴν οἰκείαν ἀνέστρεφεν . [ . . . . , . ]
στρατιὰν ὑπὸ λείας καὶ πλήθους αἰχμαλώτων , ἀναθέμενος μάχην , ἀνέστρεφεν ἐπὶ Καμπανίας , ἡγουμένων τῶν ἐλεφάντων , καὶ τὴν
5111639 ὑμνηται
καὶ περὶ δαιμόνων ᾄδουσιν , οἷα καὶ Πινδάρῳ κατὰ σοφίαν ὕμνηται περὶ τοῦ δαίμονος , ὃν ταῖς πηγαῖς ταύταις ἐφίστησιν
εἴρηται τοῖς ποιοῦσι τοὺς λόγους , ἀλλ ' ὁ πρότερος ὕμνηται χρόνος , τεύξεται δὲ καὶ ταῦτα τῶν ἴσων αὐτίκα
5111497 πολυανθρωποτατου
δὲ καὶ ἡ Παλαιστίνη Συρία καλοκἀγαθίας οὐκ ἄγονος , ἣν πολυανθρωποτάτου ἔθνους τῶν Ἰουδαίων οὐκ ὀλίγη μοῖρα νέμεται . λέγονταί
καὶ βεβαιοτάτην ἐλευθερίαν ὁμοῦ καὶ σωτηρίαν εἰς ἅπαν καρποῦσθαι . πολυανθρωποτάτου δ ' ἔθνους ὡς εἰκὸς καὶ τὰς ἀπαρχὰς ἀφθονωτάτας
5106904 ἐνεργον
, ὅσοι Θετταλίαν οἰκοῦσιν : καὶ γὰρ τὸ ἐκείνῃ ἱερὸν ἐνεργὸν τῷ Πρωτεσίλεῳ , καὶ πολλὰ τοῖς Θετταλοῖς ἐπισημαίνει φιλάνθρωπά
μύρτων καὶ τοῦ κιττοῦ γλιχόμενα . Οἱ δὲ ἐπῄνουν τὸ ἐνεργὸν καὶ ἐκέλευον ἐσθίειν ὧν ὁ κύων κατέλιπεν , ἐκέλευον
5106624 ὠνομασμενην
: ἕδραν γὰρ καὶ διακοπὴν ταὐτὸν εἶναί φησιν Ἱπποκράτης , ὠνομασμένην οὕτως διὰ τὸ κατὰ τὴν γενομένην διακοπὴν ἑδράζεσθαί τε
. Ὅστις , ἤγουν ὁ Ψαῦμις , τὴν ἀπὸ σοῦ ὠνομασμένην πόλιν , ὦ Καμαρίνα , κατὰ μεταπλασμὸν ἀντὶ τοῦ
5096972 ἐθρηνει
ἀπὸ τῶν αὐτοῦ κεράτων ἔμελλεν αὐτὴν ἀπολύειν . ἡ δὲ ἐθρήνει , καὶ θορύβου γενομένου ἠθροίσθη πλῆθος γεωργῶν , καὶ
, [ ἐν ] ἀκμῇ ἔφηβον , μετὰ τῶν οἰκετῶν ἐθρήνει συμπαθῶς τὸν προειρημένον . Ἴσιδος δὲ αἰφνιδίως ἐπιφανείσης ,
5096611 διεγνω
πολεμεῖν πρὸς Αἰγυπτίους καὶ σπεύδων ξενικὴν δύναμιν ἀξιόλογον συστήσασθαι , διέγνω συλλύσασθαι τοὺς κατὰ τὴν Ἑλλάδα πολέμους : οὕτως γὰρ
δὲ στρατοπέδου κυριεύσας καὶ τὰ πλήθη λόγοις φιλανθρώποις ἰδιοποιησάμενος , διέγνω πολεμεῖν τοῖς Συρακοσίοις καὶ δυναστείας ἀντέχεσθαι . Ὅτι Ἀγάθαρχος
5091194 Κροτωνιατην
συνέβη τὴν Κροτωνιατῶν πόλιν . μεθ ' ὃν Γαρτύδαν τὸν Κροτωνιάτην διάδοχον γενέσθαι , ἐπανελθόντα ἐκ τῆς ἀποδημίας , ἣν
χρυσοῦν τὸν ἕτερον τῶν μηρῶν . καὶ Μυλλίαν δὲ τὸν Κροτωνιάτην ὑπέμνησεν ὅτι Μίδας ὁ Γορδίου ἐστὶν ὁ Φρύξ .
5088046 ἐπεστρεφε
γέμων , καὶ ἡ λέξις μετὰ κρότου πρὸς τὸν ἀρχαῖον ἐπέστρεφε τρόπον : συνανασχὼν δὲ Λιβανίῳ , κατέσεισε τὰ πρῶτα
οὐδέν τι ἧσσον θέουσα ἐν κόσμῳ περί τε τὴν νύσσαν ἐπέστρεφε , καὶ ἐπεὶ τῆς σάλπιγγος ἤκουσεν , ἐπετάχυνεν ἐς
5086058 νεκυομαντειον
τῶν ἀποπιπτόντων φύλλων ἐμπίπτειν εἰς αὐτήν . εἶναι δὲ καὶ νεκυομαντεῖον ἐν ταύτῃ τῇ λίμνῃ Σοφοκλῆς ἱστορεῖ . ἀπ '
τὰ περὶ τὴν νεκυῖαν τὴν Ὁμηρικήν : καὶ δὴ καὶ νεκυομαντεῖον ἱστοροῦσιν ἐνταῦθα γενέσθαι καὶ Ὀδυσσέα εἰς τοῦτ ' ἀφικέσθαι
5085406 δυσεργες
κατὰ τὴν ὁδὸν καὶ τὴν ἀποδημίαν εὐκίνητον ἢ πάλιν αὖ δυσεργές . δείξει δὲ τοῦτο ὅπως ἂν ἔχῃ διαθέσεως ἡ
κατὰ τὴν ὁδὸν καὶ τὴν ἀποδημίαν εὐκίνητον ἢ πάλιν αὖ δυσεργές . δείξει δὲ τοῦτο ὅπως ἂν ἔχῃ διαθέσεως ἡ
5067096 διῃτατο
. ἦν δὲ κόπροϲ ξηρὰ μετὰ μέλιτοϲ Ἀττικοῦ χριομένη . διῃτᾶτο δὲ τὸ παιδίον , οὗ τὴν κόπρον ἔμελλε λήψεϲθαι
ἦν Κίρωνος εἴτε μή , καὶ εἰ παρ ' ἐκείνῳ διῃτᾶτο ἢ οὔ , καὶ γάμους εἰ διττοὺς ὑπὲρ ταύτης
5066948 παιδαριωδης
χαρακτῆρα : ὧν ἐστιν ὅ τε φορτικὸς καὶ κενὸς καὶ παιδαριώδης ἐπιτάφιος καὶ τὸ τοῦ σοφιστικοῦ λήρου μεστὸν ἐγκώμιον εἰς
ἀλλ ' εἰ ἐπὶ τούτῳ ἄχθοιτό τις , οὐκ ἂν παιδαριώδης εἴη ; οὐδὲ εἰς τὸ γυμνάσιον ἐνίοτε ἐξουσίαν ἔχω
5059908 ἰαλεμον
ἢ περιφέρεσθαι Ἕλληνες . ἴσχειν Ἀττικοί , ἔχειν Ἕλληνες . ἰάλεμον τὸν ἔκλυτον Ἕλληνες . ἰσοτελής ὁ ξένος ὁ μετέχων
Ἀργείας θυγάτηρ , πολύιδρις ἀοιδός , ἅτις καὶ πέρυσιν τὸν ἰάλεμον ἀρίστευσε . φθεγξεῖταί τι , σάφ ' οἶδα ,
5057445 πλεαν
φασκ ' ἀνὴρ οὐδὲν ποιῶν . Ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . Ἴσως πυρορραγὲς κακῶς τ ' ὠπτημένον .
χορὸν λυδιστὶ τιλλουσῶν μέλη πονηρά . ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . μακάριος τῶν παιδικῶν ὥσπερ ὁ Περσικὸς ὥραν
5045714 γραφεντας
μὲν τεθέντα καὶ ἐθισθέντα πάσῃ σωτηρίᾳ περικαλύψαντα ἔχει τοὺς τότε γραφέντας νόμους , ἂν δ ' ἐκτὸς τοῦ καλοῦ βαίνῃ
τὰ χαλεπά . τούς τε γὰρ νόμους τοὺς ὑπὸ Τυλλίου γραφέντας , καθ ' οὓς ἐξ ἴσου τὰ δίκαια παρ
5044449 μεμηχανημενον
τὸν Ἡράκλειτον κοπίδων ἐστὶν ἀρχηγός . . . τὰ ἔχει μεμηχανημένον , ἡ δὲ τῶν ῥητόρων πάντα τὰ θεωρήματα πρὸς
τοῦ πράγματος τοιαύτην τελευτὴν εἰληφότος τὸν ὅπως μὴ τοιαύτην λάβοι μεμηχανημένον βουλόμενον αὑτῷ κἀντεῦθεν γενέσθαι τι σαυτοῦ νομίζειν εὐεργέτην ,
5042388 Ἐοικεν
εἴη τὸ νῦν σοι λεγόμενον , ἀλλὰ σύμπασα ἀρετή . Ἔοικεν . Καὶ μὴν ἔφαμέν γε τὴν ἀνδρείαν μόριον εἶναι
προαιρέσεως χωρῆσαι καὶ ἐπισκέψασθαι ἀκριβῶς τὰ ὑπὸ πάντων λεγόμενα ; Ἔοικεν ἀπό γε τούτων . πλὴν ἐκεῖνο μὴ ἐναντίον ᾖ
5041421 ἀνεκλειπτον
τις θείη , τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἐν αὐτῷ ἀέρος ἀνέκλειπτον ἔχοντος ἀπὸ τῶν περὶ τὴν γῆν τὴν ἀναθυμίασιν ,
τις τοὺς τόπους θησαυροὺς εἶναι φύσεως ἀενάους ἢ ταμιεῖον ἡγεμονίας ἀνέκλειπτον : οὐ γὰρ πλουσία μόνον ἀλλὰ καὶ ὑπόπλουτος ἦν
5041159 Τομυρις
οἰκοδομεόμενος . Ἔχοντι δέ οἱ τοῦτον τὸν πόνον πέμψασα ἡ Τόμυρις κήρυκα ἔλεγε τάδε : Ὦ βασιλεῦ Μήδων , παῦσαι
δὲ μετὰ πολὺν οἶνον καὶ τρυφὴν ἔκειντο καθεύδοντες , ἐπελθοῦσα Τόμυρις δυσκινήτως ἔχοντας Πέρσας αὐτῷ Κύρῳ διέφθειρεν . Ὅτι Ἕλληνες
5037594 κατεκλινε
γὰρ ἤδη καιρὸς ἦν : καί με ὁ Ἑρμῆς παραλαβὼν κατέκλινε παρὰ τὸν Πᾶνα καὶ τοὺς Κορύβαντας καὶ τὸν Ἄττιν
, οἳ μὲν πρὸς τὴν ἱερουργίαν ἦσαν , ἣ δὲ κατέκλινε Πλάτωνα ἐν ταῖς πλησίον μυρρίναις δασείαις οὔσαις καὶ πυκναῖς
5035692 παρασκευασθηναι
στρατοπέδων Ἔκλεκτόν τε τὸν τοῦ θαλάμου προεστῶτα ἐκέλευεν αὑτῷ πάντα παρασκευασθῆναι ὡς διανυκτερεύσων ἐν τῷ τῶν μονομάχων καταγωγίῳ κἀκεῖθεν προελευσόμενος
σκευῶν εἴσπραξιν οὕτως ἂν ἄρισθ ' ἡγοῦμαι καὶ πορισθῆναι καὶ παρασκευασθῆναι : πλήρωσιν δ ' , ἣ καὶ σαφὴς ἔσται
5033615 κατακλινομενος
καὶ παντοδαπὰ ἀθύρματα Διονυσιακὰ ἐξαρτήσας μετὰ τῶν φίλων ἐξ ἑωθινοῦ κατακλινόμενος ἐμεθύσκετο , συνηθροισμένων ἐπὶ τὴν θεὰν τῶν Πανελλήνων .
σφοδρότερον ἡ μὲν πρόρριζος ἀνθεστῶσα κατέπεσεν : ὁ δὲ ἀκέραιος κατακλινόμενος ἔμεινε . ὁ καιροῖς ὑπείκων οὐκ ἐκπεσεῖται τοῦ σώζεσθαι
5028962 θιξιν
ὀμφακίῳ : ξὺν τοιϲίδε καὶ ἐπιπλάϲματα , θερμὰ μὲν ἐϲ θίξιν , ἐϲ δύναμιν δὲ ϲτρυφνά . καὶ ἤν πῃ
προσέχειν δὲ μόνῳ τῷ λευκαίνεσθαι αὐτὸν κατὰ τὴν τῆς γλώττης θίξιν : τοῦτο γὰρ γίνεται καὶ παραμιγέντος αὐτῷ ὀποῦ τιθυμάλλου
5025760 προσομοιον
, εἰ τοῦτ ' αὐτὸ τύραννον ἔσεσθαι μέλλοντα καὶ Διονυσίῳ προσόμοιον οἷός τ ' εἴη κωλῦσαι καὶ παρελέσθαι λόγῳ τὰς
Σευήρῳ δὲ τῷ Λυκίῳ δοκεῖ μοι μηδένα ἂν μηδεμία πόλις προσόμοιον δεῖξαι πολίτην , ὃς μεθ ' ἡμῶν μὲν ἐθήρευσε
5023397 συνερχομενας
πελάγους νηχομένας καὶ μιξόθηρας , καὶ ταύτας εἰς ὁμιλίαν ἀνθρώποις συνερχομένας , καὶ ἐκ θνητῶν καὶ θείων συνουσιῶν γονὰς ἡμιθέους
δεδόσθω αὐτὰς κοινὰς εἶναι χωρὶς καὶ χωρίς , ἅμα μέντοι συνερχομένας μίαν δηλοῦν οὐσίαν τὴν τῆς ἰδέας , ὥσπερ τὸ
5014506 ἀφικου
. . . ἀφίκου : ἥκω ἵκομαι ἱκόμην ἵκου καὶ ἀφίκου . ἔστι δὲ τὸ ἱκόμην δεύτερος ἀόριστος : ἥκω
ὦ θεοῖς ἐχθρά , σὺ δεῦρ ' ὕδωρ ἔχους ' ἀφίκου ; Τί δ ' αὖ σὺ πῦρ , ὦ
5013768 πηκτις
πρῶτος ἐν δείπνοισι Λυδῶν ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πηκτίδος . πηκτὶς δὲ καὶ μάγαδις ταὐτόν , καθά φησιν ὁ Ἀριστόξενος
ὁ παρῳδός φησι , βάρβιτος δὲ τρίχορδος κατὰ Ἀναξίλαν , πηκτὶς δὲ δίχορδος κατὰ Σώπατρον . τὸ δὲ ψαλτήριον ,
5013615 φροντιστηριον
μὴ πειθομένου δὲ τοῦ υἱοῦ αὐτὸς ἀφικνεῖται πρὸς τὸ σωκρατικὸν φροντιστήριον . καὶ πολλὰ μὲν ὑπὸ γήρως δῆθεν καὶ ἀγροικίας
θεωρία καὶ τὸ ἐξετάζειν περί τινων ἀπόρων , ὅθεν καὶ φροντιστήριον ἡ σχολὴ τῶν φιλοσόφων . ἐξήμβλωκας ] ἐξέβαλες .
5004836 μεταπεπλασται
ἐστι . Λέγομεν οὖν ὅτι ἐν προσώπῳ ἐστὶ , καὶ μεταπέπλασται εἰς πρόσωπον : ἐκτὸς γὰρ προσώπου οὐ δύναται εἶναι
. ἐνταῦθα γὰρ τὸ ἀλκῇ κατὰ τοὺς κοινοὺς η γραφόμενον μεταπέπλασται κατὰ τοὺς ποιητὰς εἰς τὸ ι , ὅπερ ἐστὶ
5004339 καταβαντος
μὴ κατιέναι τοὺς Ἡρακλείδας εἰς Πελοπόννησον ἐντὸς ἐτῶν πεντήκοντα . καταβάντος δ ' εἰς τὴν πρόκλησιν Ἐχέμου τοῦ βασιλέως τῶν
τῷ δὲ Κλέωνι , φανεροῦ γενομένου αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ Κερδυλίου καταβάντος καὶ ἐν τῇ πόλει ἐπιφανεῖ οὔσῃ ἔξωθεν περὶ τὸ
5002245 μεμφθεις
καὶ Ἄργεω παῖδας . Κτείνει δὲ αὐτοὺς Ἀπόλλων , Διὶ μεμφθεὶς , ὅτι κτείνει Ζεὺς Ἀσκληπιὸν τὸν παῖδα αὐτοῦ κεραυνῷ
διὰ τὴν ἀμφοτέρων γειτνίασιν : ὁ δὲ Ἀριστόδημος , ὅτι μεμφθεὶς ὑπὸ Αἰγινητῶν ἐπὶ τῷ δοκεῖν ἐν Παιᾶσιν εἰπεῖν τὸν
5001866 ὠθησεν
δέ φησιν , ὅτι Ἐλάρῃ τῇ Ὀρχομενοῦ μιγεὶς ὁ Ζεὺς ὤθησεν αὐτὴν κατὰ γῆς ἤδη κύουσαν δεδοικὼς τὴν τῆς Ἥρας
γενόμενος , ὁ χλούνης τε καὶ γύννις , ὅσπερ ἐπιλαθόμενος ὤθησεν ἑαυτὸν εἰς τὸ μέγαρον φέρων , ἔνθα δήπου τῷ
4989667 μιασματων
τοῖς κατοιχομένοις , ἐπειδὴ ἐνομίζετο καθαρὸς εἶναι καὶ ἀπελαστικὸς τῶν μιασμάτων . Διόπερ πρὸς πᾶσαν ἀφοσίωσιν καὶ ἀποκάθαρσιν αὐτῷ ἐχρῶντο
οὐ τοῦτον ἐκ γῆς τῆσδε χρῆν ς ' ἀνδρηλατεῖν , μιασμάτων ἄποινα ; ἐπήκοος δ ' ἐμῶν ἔργων δικαστὴς τραχὺς
4986647 λυπηροτατον
οὐδὲν ἂν ἐφρόντιζον διαφερόμενος . νῦν δέ μοι πάντων πραγμάτων λυπηρότατον συμβέβηκεν . ἀδικοῦμαι γὰρ ὑπὸ τῶν δημοτῶν , οὓς
πόνος παρῆλθε , τὸ δὲ καλὸν μένει . ἐξ ὧν λυπηρότατον ἀνάγκη εἶναι τὸν κάκιστον βίον , τερπνότατον δὲ τὸν
4981183 Δοξαν
, ἀλλὰ φράσαντες τῷ πατρὶ τὰς ἀληθείας ἐκποδὼν ἀπιέναι . Δόξαν δὲ οἱ μὲν εἶπαν , ὁ δὲ Ἀετίων εἰς
ἠὼς γένηται καὶ τὸ πᾶν ἡ Κλειὼ βασανιζομένη κατείπῃ . Δόξαν οὖν οὕτως εἰχόμεθα ἔργου , σκηψάμενοι πρὸς τὸν θυρωρὸν
4975603 μιμητικην
, τυρβασίαν δ ' ἐκάλουν τὸ ὄρχημα τὸ διθυραμβικόν , μιμητικὴν δὲ δι ' ἧς ἐμιμοῦντο τοὺς ἐπὶ τῇ κλοπῇ
καὶ ζωγραφεῖν καὶ ζῷα ποιεῖν : ἐρεῖς δὲ τὴν τέχνην μιμητικὴν ζῴων , ποιητικήν , ὁμοιωτικήν , καὶ τὸν ἄνδρα
4974126 συνοικιζειν
μὴ μάταιος † ἄχαρις γινέσθω † . ἔφη δὲ δεῖν συνοικίζειν τὰς θυγατέρας , παρθένους μὲν τὴν ἡλικίαν τὸ δὲ
μάλιστα παρεχομένη τὰ νοσήματά ἐστιν . χρὴ οὖν ἐν καιρῷ συνοικίζειν τὰς παρθένους : τῷ δὲ πλήθει ὅσον ταχύτερον αὐξάνεται
4974112 θαυμασιωτατην
, πρὸς ἣν ἀφομοιωθέντα ὑπὸ τοῦ δημιουργοῦ αὐτὸν ἀπειργάσθαι κατὰ θαυμασιωτάτην πρόνοιαν καὶ δίαιταν ἐλθόντος ἐπὶ τὸ δημιουργεῖν τὸν κόσμον
, τὴν μὲν ἔνδον ἀποτίθεσθαι , ποικιλωτάτην δὲ καὶ ὀφθῆναι θαυμασιωτάτην ἑτέραν ἀναλαμβάνειν : πολύτροπος γὰρ ὢν ὁ βίος ποικιλωτάτου
4972538 Ἐνατον
τὸ ἀμίαντον φύσει [ ἀγαθὸν καὶ ] θεῖον ὄνομα . Ἔνατον μέν ἐστι τουτὶ τῶν δέκα κεφαλαίων , τῶν δὲ
[ γάρ ] ἐστί , διειργόμενα ὑπὸ τοῦ κενοῦ . Ἔνατον ἐπιχείρημα : καί φησιν ὅτι ὁμοίως καὶ ἐπὶ τοῦ
4968931 τολοιπον
ἐρεῖς . ἔξεστι ] γενήσεται , ἄδεια . ἐστί . τολοιπὸν ] εἰς τὸ ἑξῆς . , μετὰ ταῦτα .
' αὐτῶν δυσχερές τι πάσχωσιν . ὁ δὲ εἰσιὼν ἐκεῖσε τολοιπὸν οὐκέτι ἐγέλα διὰ τὴν τῶν ὄφεων ἔκπληξιν : ὅθεν
4967653 ἀγαυρος
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
4965448 τυπωμα
πολύ . | [ ἡμῖν δὲ μέθη ] ἐθρυλήθη καὶ τύπωμα ? ? Δαρείου | [ καὶ ἑταίρων ] ?
ἐντροπῆς , σεμνότητος . ἄγαλμ ' ] ὁμοίωμα . , τύπωμα , τίμια , ἔνδοξα ἀναπλήσσειν ) . ἀναπλάσειν ]
4951277 Μινων
Ὁ Μίνως , τοῦ Μίνω , τῷ Μίνῳ , τὸν Μίνων . Ἐλέγχω ἀντὶ τοῦ παρίστημι , ὡς τὸ ἐλέγχω
συγγιγνόμενον τῷ Διὶ οὐδαμοῦ . διὰ ταῦτά φημ ' ἐγὼ Μίνων ἁπάντων μάλιστα ὑπὸ Ὁμήρου ἐγκεκωμιάσθαι . τὸ γὰρ Διὸς
4951070 ἠθικως
χαλκώματα διαβεβόηται . ἦ ῥ ' οὐκ ἄλλο : ἐπαποροῦσα ἠθικῶς φησιν : ἆρα οὐκ ἔχει ἄλλο τι τερπνὸν καὶ
ὤφελεν ἄχρι τούτου ἵστασθαι , ὡς ἐν τῷ Λυσάνδρῳ Ἀψίνης ἠθικῶς ἥψατο τῆς διηγήσεως μάλα τὴν πρώτην ἐπαινέσας : ἔνδοξον
4950617 κενωθειη
τοῦτο πράξαντας πολλάκις : εἰ [ δὲ ? ] μὴ κενωθείη , καθιέναι σύμμετρον καθετῆρα πρὸς τὴν ἡλικίαν τοῦ κάμνοντος
τὴν τῆς παχύτητος ἀντιτυπίαν , ἀόρατον δέ ἐστιν , εἰ κενωθείη διὰ λεπτότητα τῆς ὕλης βίᾳ περιχυθείσης ἐκρυείσης τε τοῦ
4950058 ἐφοιτησεν
τεταγμένον , ὃς παρὰ Ζήνωνα τὸν Μνασέου κατὰ μάθησιν σοφίας ἐφοίτησεν . ἐλευθερώσαντος δὲ Ἀράτου Κόρινθον προσεχώρησαν μὲν ἐς τὸ
, καὶ πολὺν παραμένων ἐν Ἀθήναις διὰ τὴν γραφὴν χρόνον ἐφοίτησεν εἰς φιλοσόφους καὶ εἰς τοσοῦτον ἕξεως γεωμετρικῆς ἦλθεν ,
4949472 προσερρηθη
πάθος : ὁ γὰρ ἀλλοτρίας ἀπέχεσθαι διδαχθείς , ὅτι μητρυιὰ προσερρήθη , πολὺ μᾶλλον ἀφέξεται τῆς φύσει μητρός : καὶ
ψῦξιν , τὴν δὲ σύνοδον ἀπελθόντος ἐκείνου πεπηγὸς εἶναι γένος προσερρήθη . τούτων δὴ πάντων ὅσα χυτὰ προσείπομεν ὕδατα ,
4947693 ἀμπνευμα
; ἡ Ἀρέθουσα ; ἀλλ ' οὐ τὴν Ἀρέθουσαν εἴρηκεν ἄμπνευμα , ἀλλὰ τὴν Ὀρτυγίαν , ἐν ᾗ ὁ Ἀλφειὸς
πνεῦμα ἡ ἀρέθουσα : ἀλλ ' οὐ τὴν ἀρέθουσαν εἴρηκεν ἄμπνευμα , ἀλλὰ τὴν ὀρτυγίαν , ἐν ᾗ ὁ ἀλφειὸς
4943561 Χωνη
Ἡ ἱστορία παρὰ Διονυσίῳ . . : Ἔνθα νῦν ἡ Χώνη ἐστὶ , χωρίον ἦν πρῶτον λεγόμενον Οἰνωτρία , ὅπου
τὸ γὰρ ν στερητικόν . νωθὲς δὲ τὸ ζῶον . Χώνη . χοάνη τις ἐστὶ , δι ' ἧς χεῖται
4942365 παρεληλυθεναι
ἤδη τῷ πᾶσαν εἶναι καὶ μηδὲν ἀναλίσκειν αὐτῆς τῷ μὴ παρεληλυθέναι μηδ ' αὖ μέλλεινἤδη γὰρ οὐκ ἂν εἴη πᾶσαἐγγὺς
προεμένους εἰς τὰς ἄλλας τέχνας ὅμως ἐξ ὀλίγου χρόνου θέοντας παρεληλυθέναι ταῖς ἀκριβείαις , σημεῖόν μοι δοκεῖ τῆς περὶ τὴν
4941452 ἰδιωτευων
ἄρχοντάς τε ἀποφήνας καὶ προγράψας ἐπὶ θανάτῳ τοσούσδε ὁμοτίμους , ἰδιωτεύων καὶ ἐνίοις τῶν προγραφέντων ἄρχουσιν ὕστερον παριστάμενος διεβίωσε .
οὖν καὶ Τραϊανὸς Ῥωμύλῳ . Οὗτος σεμνὸς μὲν ἦν καὶ ἰδιωτεύων , οὐ διέφθειρε δὲ αὐτὸν οὐδὲ ἐπὶ τῆς ἀρχῆς
4938405 μανουν
καὶ οὐχ ἧττον τὴν πάχνην εἶναι : διεσθίειν γὰρ καὶ μανοῦν τὴν γῆν . Καὶ ὅταν μετὰ τοὺς πρώτους ἀρότους
μὲν κενῶσαι μανοῦν οὐ χρή : κενώσαντα δ ' ἐγχωρεῖ μανοῦν φαρμάκῳ χλιαρὰν ἔχοντι τὴν θερμασίαν , ὁποῖόν ἐστι τὸ
4937457 Βιθυνους
Κάλητος , ὡς εἶναι ὁμόρους τούς τε Θυνοὺς καὶ τοὺς Βιθυνούς , οὕτω καλουμένους ἀπό τινων ἀδελφῶν ἐπιφανῶν Θυνοῦ καὶ
μὲν γένος ἐστὶ Βιθυνός , οἶσθα δὲ ὅπως ἔχω πρὸς Βιθυνούς , μουσείων δὲ τῶν Ἀθήνησι μετέσχε . τὸν νοῦν
4932471 Λαμια
μᾶλλον δὲ οὐδὲ πρὸς τὸν δάκτυλον . τί σὺ λέγεις Λάμια ; οὐκ ἀληθῆ ταῦτα ; οὐ δίκαιά φημι ;
ὑπομένει . τί ποιήσω , πρὸς τῶν θεῶν ἱκετεύω σε Λάμια . νὴ τὰ μυστήρια , νὴ τὴν τούτων τῶν

Back