ὁπλίτης , ὁ δὲ ἱππεὺς τοῦτο ἀληθινῶς , ὁ δὲ ἀκοντιστὴς οὐκ ἄχρι τοῦ προσρήματος . καὶ πρώην εἶδον ἐγὼ
καὶ ἀνόπλων [ τὴν βαρεῖαν ὅπλισιν στρατιωτῶν οὐδ ' ] ἀκοντιστὴς ἢ λιθοβόλος , οὐδ ' αὖ τεμεῖν ὕλην ἢ
7038795 τοξοτης
φησὶν , ἔνδον εἰσελθόντες εἰς τοὺς θαλάμους ἧς ἔγημε γυναικὸς τοξότης Πάρις , τοὺς ὀφθαλμοὺς δακρύων πεπληρωμένοι καὶ τῷ σχήματι
τρόπαιον ἀτεχνῶς , ὃ μήτε ὁπλίτης συνανέστησε μήτε ἱππεὺς μήτε τοξότης , ᾧ μάρτυρες ἦσαν οὐ συναγωνισταὶ οἱ στρατιῶται .
6753521 ταξιαρχος
. δῶρα λαμβάνει . . ἢ προδίδωσι φρούριον : οὗτος ταξίαρχος ἦν ἐν τοῖς Πελοποννησιακοῖς τῶν Ἀθηναίων , ὃς πίσσαν
, οἱ δὲ ἔτι τούτων διπλάσιοι τάξις καὶ ὁ ἡγεμὼν ταξίαρχος μὲν πάλαι , νῦν δὲ καὶ ἑκατοντάρχης , οἱ
6692564 πολεμιστης
] καὶ τροπαίων ἐπανελθὼν [ ] οἷα ? ? [ πολεμιστὴς ] πεπαρώινηκεν [ - ] εἰς σέ . τάχα
καὶ τροπαίων ἐπανεληλυθὼς ? [ ] ὡς ? ? [ πολεμιστὴς ] πεπαρώινηκεν [ - ] εἰς σέ · ,
6655286 ὁπλιτης
τὸ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . ὁπλίτης ] ἱστάμενος . ὁπλίτης ] ὁπλοφόρος . ὁπλίτης ] ἤγουν ὡπλισμένος . προσαμβάσεις
τὸν ἐφ ' ἵππων ὁπλίτην : κορυστὴς γὰρ ἀπὸ μέρους ὁπλίτης καὶ μαχητής . κήξ ο . . , :
6600689 παρατηρησαμενος
οὐδ ' ὅλως αὐτοῦ ἀφίστατο . ἰξευτὴς δέ τις τοῦτον παρατηρησάμενος κατέσχε τε καὶ κατέθυσεν . ὁ δὲ στρουθὸς μέλλων
καὶ ἐπισκεπτόμενος . τῶν δὲ περὶ τὸν τόπον ἐργατῶν τις παρατηρησάμενος αὐτοῦ τὰς ἀφίξεις καὶ ὑπονοήσας τὸ ἀληθές , ἀπαλλαγέντος
6550601 ἐπιβαινων
. ὅτι Ἀριούιστος , Γερμανῶν βασιλεὺς τῶν ὑπὲρ Ῥῆνον , ἐπιβαίνων τῆς πέραν Αἰδούοις ἔτι πρὸ τοῦ Καίσαρος ἐπολέμει ,
οἱ δὲ ἄλλοι φρύγανα ἐμβάλλουσι καὶ ξύλα ὤκιστα , ὧν ἐπιβαίνων , εἰλημμένος τε τοῦ ποδὸς μάλα ἐγκρατῶς τε καὶ
6536111 ῥωμαλεος
ἔξω τοῦ βουλευτηρίου μετέωρον ἐξαρπάσας αὐτὸν ἀκμάζων τὸ σῶμα καὶ ῥωμαλέος ἀνὴρ ῥιπτεῖ κατὰ τῶν κρηπίδων τοῦ βουλευτηρίου τῶν εἰς
τὴν οὐρὰν καὶ ἀνεῳγμένους ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς . ἔστι δὲ ῥωμαλέος καὶ συνετός . τὰ οὖν ἡμίβρωτα κρέα οὐ φυλάττει
6506509 ἐπηρμενος
τὸν Ἡρακλέα νομίζουσι . καὶ αὐτοῖς ἕστηκεν Ἡρακλῆς ἐκ θεοπροπίου ἐπηρμένος τῷ νώτῳ τὸ ῥόπαλον ὡς κύριος ὢν καὶ τὸν
οὖν ὅτι ὄντως δὴ ὁ Ζεὺς , καίπερ αὐθάδης καὶ ἐπηρμένος ὢν καὶ ὑπέρογκος , ἔσται ταπεινός . ἑτοιμάζεται γὰρ
6482897 λαιμαργος
: διὸ ἁμαρτάνει τοῦ σκοποῦ . λίχνη : ἐπιθυμητὴ , λαίμαργος , ἄπληστος . Θυμήρης : ἐπιθυμητή . Κέκλιται :
: διανοούμενον , διαλογιζόμενον , ἐνθυμούμενον . Γαστήρ : ἡ λαίμαργος , ἤτοι ὁ ἀδδηφάγος . ἔνδον ἔλασσε : ἔσω
6451301 ἱππευς
Ἀλβανοὶ περὶ τὸ λαιὸν κέρας ἐς τὰ ὄρη προεχώρουν . ἱππεὺς διὰ τάχους Τύλλῳ προσδραμὼν ἤγγελλε τὴν προδοσίαν . ὁ
τὸ σὸν τρόπαιον ἀτεχνῶς , ὃ μήτε ὁπλίτης συνανέστησε μήτε ἱππεὺς μήτε τοξότης , ᾧ μάρτυρες ἦσαν οὐ συναγωνισταὶ οἱ
6447083 δρομευς
. . . . , ὁ δ ' ὥσπερ ἀγαθὸς δρομεὺς μεθ ' ὁμοίας τῆς γνώμης , μᾶλλον δέ ,
κατὰ δύναμιν φυσικὴν ἢ ἀδυναμίαν . ἐὰν δὲ πύκτης ἢ δρομεὺς ἐνεργείᾳ ᾖ , οὐκέτι κατὰ δύναμιν φυσικὴν ἢ ἀδυναμίαν
6442382 ψιλος
ἀλλὰ καὶ οἱ ἦχοι ὁ μὲν δασύς , ὁ δὲ ψιλός , ὥστε πολλὰ ἀνόμοια εἶναι . Καὶ ἐν ᾠδαῖς
τοῖς ἄλλοις ζῴοις διὰ τὴν ἁπαλότητα τῶν σαρκῶν καὶ διότι ψιλός ἐστιν , οὔτε θριξὶ σκεπόμενος , ὥσπερ τὰ πολλὰ
6431342 ὁμαλος
κακοσπλάγχναις ἤτοι ὀργίλαις πλάναις , ἃς Ἰοῖ περιέβαλλε . . ὁμαλὸς ] ἥσυχος , κακῶν ἄπειρος . . ἄφοβος ]
. ἔστι δ ' ὁ προειρημένος † λειμὼν ἄνωθεν μὲν ὁμαλὸς καὶ παντελῶς εὔυδρος , κύκλωι δὲ ὑψηλὸς καὶ πανταχόθεν
6420045 στρατηλατης
ἐς μάχην ; ἀσφαλὴς γάρ ἐστ ' ἀμείνων ἢ θρασὺς στρατηλάτης . κομπὸς εἶ σπονδαῖς πεποιθώς , αἵ σε σώιζουσιν
φόνον , σύ τ ' ἀντὶ πατρός , Αἰγιαλεῦ , στρατηλάτης νέος κατάστας παῖς τ ' ἀπ ' Αἰτωλῶν μολὼν
6414422 ναυτιλλεται
τοῖς πηδαλίοις ἐντεθραμμένον . πονηρὰν γὰρ τὴν ναυμαχίαν ὁ τοιοῦτος ναυτίλλεται , εἰ καὶ βραχύν τινα χρόνον ὑπὸ κουφότητος διαφύγοι
πηδάλιον κατέχει , καί , ὡς ἂν εἴποι τις , ναυτίλλεται . τί δὲ ἄρα τοῦτο ἦν ; πότερον ὡς
6412884 ἐκταξας
ἐκ Μιτυλήνης μετεπέμψατο τοὺς ὁπλίτας , καὶ πρὸ τῆς πόλεως ἐκτάξας τὴν δύναμιν προεκαλεῖτο τοὺς Κυμαίους εἰς μάχην : οὐδενὸς
ἴλην , ὃ δὴ τὸ καθαρώτατον ἦν τοῦ στρατοῦ . ἐκτάξας δὲ οὕτω τὴν κατὰ γῆν στρατιὰν καὶ πανταχόθεν τὸ
6411191 κτιλος
τεύχεα μέν οἱ κεῖται ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ , αὐτὸς δὲ κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν : ἀρνειῷ μιν ἔγωγε ἐΐσκω
Τίμων περὶ αὐτοῦ φησιν οὕτως : τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος
6405639 οἰκτιστῳ
καὶ τῇ γῇ προσαράξαντες πατοῦντές τε καὶ τοῖς κέρασι τιτρώσκοντες οἰκτίστῳ περιβάλλουσι τῷ τέλει καὶ ἀλγεινοτάτῳ . ἐπίασι δὲ οἱ
ὥς τίς τε κατέκτανε βοῦν ἐπὶ φάτνῃ . ὣς θάνον οἰκτίστῳ θανάτῳ : περὶ δ ' ἄλλοι ἑταῖροι νωλεμέως κτείνοντο
6403079 πρωτοστατης
καὶ διμοιρίτης καὶ τί ἡμιλόχιον καὶ ἡμιλοχίτης . Τί ἐστι πρωτοστάτης καὶ ἐπιστάτης . Ὅτι τὸν λοχαγὸν καὶ τὸν οὐραγὸν
κατόπιν ἑστὼς ἐπιστάτης καλεῖται , ὁ δὲ αὖ κατόπιν τούτου πρωτοστάτης , ὁ δ ' ἐπὶ τούτῳ ἐπιστάτης , ὡς
6387895 φοινος
κειμένου διὰ τῆς οι διφθόγγου ὀξύνεται : ὁμοίως καὶ τὸ φοινὸς , ἀφ ' οὗ τὸ δαφοινὸς ὁ ἄγαν φόνιος
παρώνυμον . παρὰ τὸ φονὸν , δηλοῦν τὸ πυρόν . φοινὸς , φοῖνιξ . Φάρυγξ . ὁμοίως παρὰ τὸ φέρω
6382666 κρινεθ
χλαμύδιον καὶ παῖδ ' ἕνα . ὁ πλέων κατήχθη . κρίνεθ ' οὗτος πολέμιος . ἐὰν ἔχηι τι μαλακόν ,
τοῦτο ἐν τῷ Σικυωνίῳ παρίστησι : ὁ πλέων κατήχθη : κρίνεθ ' οὗτος πολέμιος : ἐὰν δ ' ἔχῃ τι
6378356 Ἀνατολιος
δικαιοσύνην σοι δεδομένῳ . καὶ δύο νίκας ἡμῖν ὁ καλὸς Ἀνατόλιος ἀνῄρηται , τὴν μὲν ὡς ἄριστος δικαστῶν , τὴν
λόγων . ἦν μὲν γὰρ ἐκ Βηρυτοῦ πόλεως , καὶ Ἀνατόλιος ἐκαλεῖτο : οἱ δὲ βασκαίνοντες αὐτῷ καὶ Ἀζουτρίωνα ἐπίκλησιν
6364525 δωροδοκος
ὑμᾶς ἐξελήλεγκται , ἐν οἷς τί κακὸν οὐκ ἔνι ; δωροδόκος , κόλαξ , ταῖς ἀραῖς ἔνοχος , ψεύστης ,
δέ : παράνομος , προδότης , ὀλιγαρχικός , πεπραμένος , δωροδόκος δεδωροδοκημένος , δεδεκασμένος , ἀδόκιμος , κίβδηλος , παράσημος
6360931 σφηνοπωγων
τὸ ψυχοπομπὸς νενομίσθαι . Ἑρμῆς ὁ τετρά - γωνος καὶ σφηνοπώγων φιλολόγοις μόνοις συμφέρει , ὁ δὲ τετράγωνος καὶ ἀγένειος
ἀνατέταται τὰς ὀφρῦς , τὸ βλέμμα δριμύς . ὁ δὲ σφηνοπώγων ἀναφαλαντίας , ὀφρῦς ἀνατεταμένος , ὀξυγένειος , ὑποδύστροπος .
6354163 εἰργομενος
μὴ ἀποκήρυκτός τις ᾖ , ὅτ ' ἂν μὴ νόμῳ εἰργόμενος . Σωπάτρου . Ἀλλ ' οὐχ ὅτ ' ἂν
ἄνδρα , ὃς ἐτύγχανε πρὸς Δαρείου ξυνειλημμένος καὶ ἐν Σούσοις εἰργόμενος : τοῦτο αὐτῷ ἐς πίστιν ἦν πρὸς Ἀλέξανδρον :
6352174 φαλαγξι
ἀλλήλων ἐπορσύνετο ἀπὸ σημείου τοῦ ἐν τῇ πόλει καὶ ὡς φάλαγξι γενομένου . Ὁπλισθέντες δ ' ἕκαστοι τοῖς προσήκουσιν ὅπλοις
καὶ πολιορκήσας ἅπας ὁ δῆμος ἐξαναστὰς , καὶ προαπαντήσας ταῖς φάλαγξι , τοῖς φόνοις , τῇ δίκῃ τῶν τροπαίων ,
6344250 κεκοσμημενος
ἐν συνθέσει Ἄκαστος , τοῦ α ἐπιτατικοῦ , ὁ πάνυ κεκοσμημένος . . . . ἄκατος : τὸ † μέγα
καὶ τῷ κάλλει καὶ τῷ μεγέθει διάφορος , ἔτι δὲ κεκοσμημένος ὅπλοις βασιλικοῖς εἶχε πολλὴν ὑπεροχὴν καὶ κατάπληξιν , δι
6306303 σαγον
ἐνθυμηθεὶς πρὸς ἑαυτὸν καὶ Γράκχῳ τὸ τόλμημα ἀνενεγκών , ἐνεπορπήσατο σάγον Ἰβηρικῶς καὶ λαθὼν ἀνεμίχθη τοῖς χορτολογοῦσιν τῶν πολεμίων συνεισῆλθέ
τὸν Φλάκκον ἐκέλευον , καταθέντα σφίσιν ὑπὲρ τῶν ἀνῃρημένων ἑκάστου σάγον τε καὶ ἵππον καὶ ξίφος , ἀποτρέχειν ἐξ Ἰβηρίας
6300910 λοχαγος
στρατηγός , ὅστις χιλίαρχος πρότερον ἐγένετο , καὶ χιλίαρχος ὅστις λοχαγός , καὶ λοχαγὸς ὅστις στρατιώτης , οὕτω καὶ πόλις
: τῷ τοῦ πρώτου λόχου λοχαγῷ ὁ τοῦ δευτέρου λόχου λοχαγός , καὶ ὁμοίως τῷ τοῦ πρώτου λοχαγοῦ ἐπιστάτῃ ὁ
6298500 ἰθυπτιωνα
εἰς εὐθὺ πετομένην : “ δεύτερος αὖτ ' Ἀχιλλεὺς μελίην ἰθυπτίωνα . ” ἶθαρ εὐθέως . τινὲς δὲ διὰ τῆς
ἐίσην . ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι Ζηνόδοτος ἐποίησεν οὕτως μελίην ἰθυπτίωνα ἀσπίδα νύξ ' ἐς χαλκὸν ἀμύμονος Αἰνείαο . οὐκ
6294333 φευγετω
τρία δὲ ἔτη , καθάπερ ἅτερος ἔφευγεν τὰ δύο , φευγέτω , μεγέθει θυμοῦ πλείω τιμωρηθεὶς χρόνον . καθόδου δὲ
ὅστις οὖν ἐλεύθερος εἶναι βούλεται , μήτε θελέτω τι μήτε φευγέτω τι τῶν ἐπ ' ἄλλοις : εἰ δὲ μή
6289844 ἁλλομενος
προκοπήν , παρθένῳ ψόγον , χήρᾳ ὕβριν . Πῆχυς δεξιὸς ἁλλόμενος βλάβην δηλοῖ : δούλῳ εὐφρασίαν , παρθένῳ ἀπορίαν ,
. Ὁ δὲ εὐώνυμος κέρδος ἀπροσδόκητον δηλοῖ . Ἀγκὼν δεξιὸς ἁλλόμενος ὠφέλειαν δηλοῖ , δούλῳ κακῶν ἀπαλλαγῆναι , παρθένῳ ψόγον
6286944 βουπαις
μέγεθος τοῦ ὑποκειμένου δηλοῦν . ἀπὸ μὲν τοῦ βοὸς βούσυκον βούπαις βούλιμος , ἀπὸ δὲ τοῦ ἵππου ἱπποσέλινον καὶ :
, ἡ λαμυρίς : λαιφύη τὸ πρυτανεῖον : λαίσπης ὁ βούπαις : λαίσθη , ἡ αἰσχύνη : λαίσθα ἡ ἀκολασία
6270722 Ἀτιλιος
τῶν ὑπάτων χιλίαρχοι κατεστάθησαν τρεῖς , Αὖλος Σεμπρώνιος , Λεύκιος Ἀτίλιος , Τίτος Κόιντος . ἐπὶ δὲ τούτων Κορίνθιοι μὲν
δ ' ἐζωγρήθησαν . καὶ μετ ' αὐτῶν ὁ στρατηγὸς Ἀτίλιος , ὕπατος γεγονώς , αἰχμάλωτος ἦν . τόνδε μὲν
6265295 πιτυλος
καὶ ἔστιν ὁ ἀπὸ τῶν ἐρεσσομένων κωπίων γενόμενος θόρυβος . πίτυλος ὁ κτύπος ὡς ἀπὸ τοῦ τύπτω τύπτιλος καὶ ἐκβολῇ
τύπτιλος καὶ ἐκβολῇ τοῦ ἑνὸς τ καὶ μεταθέσει τῶν γραμμάτων πίτυλος : ἔστι δὲ ὁ ἐκ τῶν κωπίων γενόμενος .
6264539 μελλητης
βραδὺς ὠφελῆσαι , ταχὺς βλάψαι , διαβαλεῖν προχειρότατος , ὑπερασπίσαι μελλητής , δεινὸς φενακίσαι , ψευδορκότατος , ἀπιστότατος , δοῦλος
Λυκόφρονος , ὅπερ ἔγωγε οὐ πάνυ ἐπαινῶ . ὀνόματα δὲ μελλητής μελλητικός , καὶ ἴσως ὀκνηρός , καὶ βραδὺς καὶ
6255531 ὑπερφυης
Πλοῦτος ; Ἔρχεται . Ἀλλ ' ἦν περὶ αὐτὸν ὄχλος ὑπερφυὴς ὅσος . Οἱ γὰρ δίκαιοι πρότερον ὄντες καὶ βίον
ἣν καὶ στίβην καλοῦσιν . ὕποινος : ὁ οἰνώμενος . ὑπερφυὴς Κρόνος : ἐπ ' ἀρχαιότητι καὶ εὐηθείᾳ . ὑάλινα
6255311 καταγεισης
. δερματίνοις δὲ , ὡς Ἱπποκράτης ἐπὶ ῥινὸς καὶ γένυος καταγείσης ἐχρήσατο κατακολλῶντες τὸ ἄκρον τῷ δεομένῳ τῆς ἐπιδέσεως ,
δὲ καὶ αἵματος ἀναγωγῆς . Περὶ πλευρᾶς . πλευρᾶς δὲ καταγείσης ἀνωμαλία πρὸς τοὺς δακτύλους ὑποπεσεῖται καὶ ψόφος καὶ διαστροφὴ
6248894 αὐτουργος
δι ' αὑτοῦ κηρυκεύων . ἔστι δ ' ὅμοιον τῷ αὐτουργός , αὐτεπάγγελτος . ἀνεμεστώθη : καὶ ἀνεμέστωσεν : ἀντὶ
. γεγόνασι δὲ καὶ ἕτεραι συμβολαί , ἐν αἷς ὡς αὐτουργός τε καὶ αὐτόχειρ τῆς μάχης ἀριστεύων τε πανταχοῦ ἐπῃνεῖτο
6246342 Δακτυλος
δηλοῖ . Δάκτυλος ὁ μέσος ἐὰν ἅλληται νόσον δηλοῖ . Δάκτυλος ὁ παρὰ τὸν μέσον πολλῶν ἀγαθῶν κυριεύεται . Δάκτυλος
χεῖρα : Δάκτυλος εὐωνύμου ὁ μικρὸς ἀγαθὸν ἀπροσδόκητον σημαίνει . Δάκτυλος ὁ παρὰ τὸν μικρὸν φίλον κτήσασθαι σημαίνει . Δά
6235340 ἐκοσμειτο
] καὶ ἡ μὲν , ἤγουν Ἀσία , ἐπυργοῦτο καὶ ἐκοσμεῖτο καὶ ᾔρετο τῇ στολῇ τῇδε . δεικτικῶς δὲ τοῦτο
: καὶ ἡ μέν , ἤγουν Ἀσία , ἐπυργοῦτο καὶ ἐκοσμεῖτο καὶ ᾔρετο τῇ στολῇ τῇδε . δεικτικῶς δὲ τοῦτο
6225400 ἀλλοκοτος
τὴν κεφαλὴν , [ μετέωρος ] τῶν κεράτων τὴν φύσιν ἀλλόκοτος : οὐ γὰρ πέπηγεν αὐτῷ ταῦτα κατὰ κεφαλῆς καὶ
ἐγγίζειν πολὺ τῇ πρώτῃ , ἵνα μὴ φύρσις τις καὶ ἀλλόκοτος τροπὴ παρακολουθήσῃ . Εἰ δὲ ὡς εἰκὸς συμβῇ καὶ
6218939 τρεψαμενος
καὶ βίᾳ κατέσχεν , οὐκ ὀλίγον στράτευμα τῶν Ποντικῶν μάχῃ τρεψάμενος . Εἷλεν δὲ καὶ τὰς Ἀθήνας : καὶ κατέσκαπτο
ἐπὶ τῆς δευτέρας φυλακῆς τεταγμένους ἐζώγρησε , τοὺς δὲ τρίτους τρεψάμενος ἐκράτησε τῶν παρόδων καὶ τοὺς πλείστους τῶν περὶ τὸν
6210053 ἡμιθανης
ὅ γε πρὶν θανέειν ἀναδύεται , ἀλλ ' ἐπὶ παισὶν ἡμιθανὴς προβέβηκε , μέλει δέ οἱ οὔτι μόροιο τόσσον ,
: χάριν παίδων . παίδων : παισίν . Ἡμιδαμής : ἡμιθανὴς , ἡμίκοπος . ἡμιδαής : ἡμίτμητος , ἡμιμέριστος ,
6204103 σεσιδηρωμενον
' αὐτοὺς φερομένων βελῶν , ὠσάμενοι τὸ μὲν πρῶτον τὸν σεσιδηρωμένον χάρακα διέσπασαν , τοῖς δὲ πλοίοις πολλὰς ἐμβολὰς δόντες
ἀγωνίσασθαι . προέταξαν δὲ τῆς στάσεως ταύτης τοὺς κομίζοντας χάρακα σεσιδηρωμένον καὶ δεδεμένον ἀλύσεσιν , ὃν παρεσκευάσαντο πρὸς τὴν τῶν
6203292 ᾀξας
τοῦτ ' ἐκορυβάντιζ ' : ὁ δ ' αὐτῷ τυμπάνῳ ᾄξας ἐδίκαζεν εἰς τὸ Καινὸν ἐμπεσών . ὅτε δῆτα ταύταις
παρελθὼν εἰς τὸ βουλευτήριον . Γ θεύσει ] ὁρμήσει . ᾄξας ] ἀΐξας , εἰσελθών . κραγὸν : Ἀρίσταρχος ὀξυτόνως
6198862 ᾠκοδομησατο
πόλεως αὐτοσχέ - δια καὶ φαῦλα ταῖς ἐργασίαις ὄντα πρῶτος ᾠκοδομήσατο λίθοις ἁμαξιαίοις εἰργασμένοις πρὸς κανόνα . ἤρξατο δὲ καὶ
θέατρον οὐ πόρρω τῶν πυλῶν . Ἀδριανὸς δὲ βασιλεὺς στοὰν ᾠκοδομήσατο , καὶ ἐπώνυμος ἡ στοὰ τοῦ ἀναθέντος βασιλέως ἐστί
6197900 λογχη
εἰς τὰ ἐμπόρια ταῦτα προηγουμένως ἡ τοπικῶς ἐν Μούζα κατασκευαζομένη λόγχη καὶ πελύκια καὶ μαχαίρια καὶ ὀπήτια καὶ λιθίας ὑαλῆς
ἐν Θήβαις Σπαρτοῖς ποτε λεγομένοις σημεῖον λέγεται εἶναι τοῦ γένους λόγχη τις οἶμαι ἐπὶ τοῦ σώματος : ὅστις δὲ τοῦτο
6197660 μακροτατω
καὶ τὰ σαπρὰ χηνίδια καὶ σκώληκες καὶ ἀράχναι , τὰ μακροτάτω τῆς ἀνθρωπίνης συναναστροφῆς ἀπεληλασμένα . σὺ οὖν ἄνθρωπος ὢν
τριακοντόρῳ σταλεὶς καὶ τῆς χερρονήσου τι τῶν Ἀράβων παρέπλευσε : μακροτάτω δὲ τῶν ἐκπεμφθέντων προὐχώρησεν Ἱέρων ὁ Σολεὺς ὁ κυβερνήτης
6197554 ἰταμος
! ] μὲν προπετέστερος ὑπάρχων ? ? καὶ [ ] ἰταμός ? [ ] ? , οὐχ ἁρμόζει [ ]
ἢ ἀΐτης κυρίως ὁ μέσος , ὁ μήτε θρασὺς μήτε ἰταμός : [ ἀΐτης οὖν ὁ μὴ ] ἰταμὸς ἀλλὰ
6196545 ἀνιδρυτος
οὐκ ἄλλο τῶν εἰς κοινωνίαν οὐδὲν διασῴζεται , ἀλλ ' ἀνίδρυτος ὢν σπείρεται , πάντῃ φορούμενος καὶ μετανιστάμενος ἀεὶ καὶ
Μωυσέα ὁ μὲν φαῦλος , ὥσπερ ἄοικος καὶ ἄπολις καὶ ἀνίδρυτος καὶ φυγάς , οὕτως καὶ αὐτόμολος , ὁ δὲ
6186626 στοιχος
εὐώνυμον , τὸ δὲ μέσον ὀμφαλός , τὸ δὲ βάθος στοῖχος καλεῖται . καὶ τὸ μὲν ἐφεξῆς εἶναι κατὰ μῆκος
τὰ τῶν τυρῶν ἀγγεῖα καὶ τὰ τῶν λαχάνων καὶ ὁ στοῖχος τῶν κωπῶν , ἐπεὶ πτεροῖς ἐοίκασιν . τάρρωμα :
6181852 ἀπαγοι
οὐδ ' ἂν τῶν ἕνδεκα γενόμενος ἀποδέξαιο , εἴ τις ἀπάγοι τινὰ φάσκων θοἰμάτιον ἀποδεδύσθαι ἢ τὸν χιτωνίσκον ἐκδεδύσθαι ,
καὶ οὔτε τὸ στράτευμα πέμποι οὔτε τὸν δασμὸν ὃν ἔδει ἀπάγοι . Ποιεῖ γὰρ ταῦτα , ἔφη , ὦ Κῦρε
6181618 αἰθαλοεις
νῦν ἡ ἐρισμάραγος ἀστραπὴ καὶ ἡ βαρύβρομος βροντὴ καὶ ὁ αἰθαλόεις καὶ ἀργήεις καὶ σμερδαλέος κεραυνός ; ἅπαντα γὰρ ταῦτα
* θάμνῳ : εἶδος φυτοῦ θάμνος ὁ σύνδενδρος τόπος * αἰθαλόεις : μέλας * κάρη : τό ἀρπεδὲς αὕτως :
6177289 φακελος
τῶν ὀστέων , καὶ σφακελίσαι τὸ κατασαπῆναι καὶ ἀπονεκρωθῆναι . φάκελος καὶ ἡ συλλογὴ τῶν ξύλων . διαφέρει δὲ σφάκελος
δὲ τέχνῃ . οἷον τέχνῃ μὲν ὑπάρχουσι συνεχῆ , οἷον φάκελος τῷ δεσμῷ καὶ τὰ ξύλα τῇ κόλλῃ , οἷον
6175920 ἁρπαξ
καταφαγᾶς . Ὡς ὁ μὲν κλέπτης , ὁ δ ' ἅρπαξ , ὁ δ ' ἀνάπηρος πορνοβοσκός καταφαγᾶς . Φέρωνος
ἦν λίθινον τὸ κιβώτιον . ” Νεοκλείδης : οὗτος ὡς ἅρπαξ τῶν δημοσίων κωμῳδεῖται . τῶν φαρμάκων τὰ μέν εἰσι
6175714 Γαδατας
τοὺς προσχώρους . Ἐκ δὲ τούτου προσέρχεται τῷ Κύρῳ ὁ Γαδάτας καὶ λέγει ὅτι ἥκουσιν αὐτῷ ἄγγελοι ὡς ὁ Ἀσσύριος
τε σοὶ ὅσα ἂν δύνωμαι πειράσομαι . ἀκούσας ταῦτα ὁ Γαδάτας ἀνέπνευσέ τε καὶ εἶπεν : Ἆρ ' οὖν ,
6171897 τετρωρῳ
ὁ ἐπινίκιος τῷ αὐτῷ Ψαύμιϊ νικήσαντι κέλητι , ἀπήνῃ , τετρώρῳ τὴν πβʹ Ὀλυμπιάδα . ἐπεὶ δὲ οὗτος ὁ Ψαῦμις
καὶ ἱππικῶς : λέγω δὴ ἐν κέλητι καὶ δίφρῳ καὶ τετρώρῳ . λέγει δὲ διὰ τὸν Ἱέρωνα . τὸ δὲ
6168227 πενταθλος
δὲ οἱ ἀθληταὶ πένταθλον καὶ ἑτέρους ἄθλους . ὁ δὲ πένταθλος ἦν πυγμή , δρόμος , * δίαλμα * ,
εἴπομεν , υἱὸς ἦν Ἀφροδίτης καὶ Ποσειδῶνος - παλαιστὴς καὶ πένταθλος . καὶ στρέψας φύλλον μάνθανε . Ἔρυκα δὲ ἐκάλεσαν
6167670 ὁρμαινων
εἷς δ ' ἐνόρουσε βοάσαις . ἔννεπε δ ' ἀντίον ὁρμαίνων τέρας εὐθὺς Ἀπόλλων : Πέργαμος ἀμφὶ τεαῖς , ἥρως
προθυμούμενος . ὁρμαίνων ] ὁρμῶν . ὁρμαίνει ] ὁρμᾷ . ὁρμαίνων ] σφαδάζων . θ ὁρμαίνει ] ταράττεται . Ξ
6167275 Κουρτιος
καρπῶν πελάνους καὶ ἀπὸ χρημάτων ἀπαρχάς . Μάρκος δέ τις Κούρτιος ἐν τοῖς πρώτοις τῶν νέων ἀριθμούμενος σωφροσύνης ἕνεκα καὶ
τίμιον ἐμβάλωσι . Τῶν δὲ χρυσὸν καὶ ἄργυρον ἐμβαλλόντων , Κούρτιος τῶν ἐπισήμων νέος , τὸν χρησμὸν νοήσας , καὶ
6155869 ἱπποτης
, καταλείψας τὸν τόπον ἔνθα ἔκειτο . ὧδε πολὺς λαὸς ἱππότης πρόδρομος , ἤτοι δρομαῖος ἢ προτρέχων τῶν ἄλλων ,
βοῇ τὴν ἀσπίδα , πεζός , στρατηγός , ταξιάρχης , ἱππότης . τῆς ἡμέρας δὲ τῆς ῥοδόχρου λαμπάδας ἐκ τῶν
6155151 εὐωνυμος
τοὺς ἵππους , τὸ ἀνώτατον ξύλον καπάναξ καλεῖται δεξιὸς καὶ εὐώνυμος , ἡ δὲ μέση ῥάβδος καπάνη , ἐφ '
λυπεῖν : ἀριστερὰ κατ ' εὐφημισμόν : ὅθεν καὶ ἡ εὐώνυμος : ὡς δὲ φόβος φοβερὸς , οὕτως ἄριστος ἀριστερός
6153428 θασσων
συγκριτικὸν τάσσων , καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ , θάσσων : ὡς παρὰ τὸ παχῦς πάσσων . παρὰ δὲ
: ὡς παρὰ τὸ παχῦς πάσσων . παρὰ δὲ τὸ θάσσων θάττων . Θρησκεύειν . παρὰ τὴν Θρακῶν ἐπιμέλειαν τὴν
6149974 Συεννεσις
καὶ βαρβαρικοῦ : καὶ στρατηγῶν Κλέαρχος Ἑλλήνων : ὅπως τε Συέννεσις ὁ Κιλίκων βασιλεὺς ἄμφω συνεμάχει , Κύρωι τε καὶ
γῆς ἐρρίφθαι . . Συέννεσίς τε πρῶτος ] καὶ ὁ Συέννεσις ὁ πρῶτος εἰς θαρραλεότητα καὶ ἀνδρείαν , ὁ ἡγεμὼν
6148744 ἐτυραννησε
τῶν λοιπῶν ὁμοίως . καὶ ιʹ πόλεις τῆς Κρήτης ἀποσπάσας ἐτυράννησε καὶ μετὰ τὸν Τρωϊκὸν πόλεμον καὶ τὸν Ἰδομενέα τῇ
: Ἀλεύας , ἀπόγονός τις τοῦ Ἡρακλέους , Θετταλός , ἐτυράννησε Θετταλῶν , εἶτα καὶ οἱ τούτου παῖδες . μὴ
6146968 ἀνατεταται
δὲ τῶν ἄλλων μερῶν ἧττον ὄρθιόν ἐστι τὸ ὄρος , ἀνατέταται μέντοι ἐνθένδε ἱκανῶς καὶ περίοπτόν ἐστιν . ἡ μὲν
τόνου τοῦ ἐπὶ τῷ πνεύματι ὀρθόπνοια τοὔνομα . ὄρθιοϲ γὰρ ἀνατέταται ἐϲ ἀναπνοήν , κἢν ὕπτιοϲ κατακλινθῇ ὥνθρωποϲ , κίνδυνοϲ
6143790 θηρευτικος
κάπηλος καπηλικός , μεταβολεύς μεταβλητικός , ἔμμισθος θηρευτὴς νέων , θηρευτικός , μίσθαρνος μισθοφόρος , κόλαξ κολακευτικός , θώψ ,
ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πρᾶγμα φιλοθηρία , φιλοκυνηγέτης , θηρευτικός ἀγρευτικός κυνηγετικός , θηρευτικῶς ἀγρευτικῶς κυνηγετικῶς . θηρᾶν θηρεύειν
6138863 δακνων
δάκνων ἤτοι ἄλογος ἐπιθυμία . ὠμοδακὴς ] χαλεπῶς καὶ ἀπηνῶς δάκνων . ὠμοδακὴς ] ἄλογος . ὠμοδακὴς ] ἀπηνής .
τοὺς μῦς ἐσθίει : οὐκ ἀναιρεῖ γοῦν οὐδ ' οὗτος δάκνων , ἀλλὰ μόνον φλεγμονὴν ἐπιφέρει , διὸ καὶ οἱ
6132702 ἀνακαμπτων
πυαλίτης , ἐπίθετος , σφάλλων , ἀγύρτης , οἶστρος , ἀνακάμπτων , δορεύς , Λάμπων , Κύκλωπες , ἐπιφέρων ,
γὰρ γίνεται : γελοῖος ἔσομαι , νὴ Δί ' , ἀνακάμπτων πάλιν . ἤν : χλαμὺς πάρεστιν αὕτη καὶ σπάθη
6131245 δολιος
σφάξαι μενοινᾶις ἢ πετρῶν ὦσαι κάτα . οὐδὲν τοιοῦτον : δόλιος ἡ προθυμία . πῶς δαί ; σοφόν τοί ς
καὶ ὑβριστὴς καὶ ἀπότολμος , ἐὰν δὲ ὑπὸ Κρόνου μαρτυρῆται δόλιος καὶ πονηρὸς καὶ πρεσβύτης δηλοῦται ὁ κατήγορος , συνόντος
6128365 ἐπιπλεων
ἐπὶ τούτῳ τῷ σίτῳ δεδανεικέναι ὃν ὁ παρ ' ἡμῶν ἐπιπλέων ἐπρίατο . οἱ δὲ δανεισταὶ τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐξηπατημένοι
, ὡς εὐδαίμονα βίον ἐπεβίωσα εὖ ποιῶν τοὺς φίλους καὶ ἐπιπλέων ἐνίοτε μὲν αὐτός , ἐνίοτε δὲ οἰκέτας ἐκπέμπων .
6127018 βαρυμηνις
, θηριώδης , ἀνήμερος , δύσθυμος , δυσόργητος , μηνιῶν βαρύμηνις , ἰοῦ γέμων , σκορπιώδης , σκορπίος ζητῶν ὅτῳ
, αὐξητά , φαεσφόρε , κάρπιμε Παιάν , ἀντροχαρές , βαρύμηνις , ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης . σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον
6118998 λυτηρ
ὅτι διὰ πυρὸς ἡ κατασκευή . πικρὸς ] χαλεπός . λυτὴρ ] καταλυτής . λυτὴρ ] διαχωριστής . λυτὴρ ]
τῷ γʹ ἰαμβικόν . ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος . πικρὸς λυτὴρ νεικέων : πόντιος , ὅτι οἱ Χάλυβες παράλιοί εἰσιν
6115885 ὑποστρατηγος
. ∞ * ὁ στρατηγὸς τοῦ ὅλου στρατοῦ Φ ὁ ὑποστράτηγος ΜΟ ὁ μοιράρχης τῶν καβαλλαρίων # τὸ βάνδον τῶν
χρήσιμος ΤΑΞΙΣ μέρος κουρσόρων μέρος δηφενσόρων μέρος κουρσόρων Φ ὁ ὑποστράτηγος # ὁ δηποτάτος # ὁ πλαγιοφύλαξ υπ ὁ ὑπερκεραστής
6106936 λοχαγων
ἐξορμῆσαι καὶ τοὺς ἄλλους ἐπὶ τὴν ἀρετήν : φάνητε τῶν λοχαγῶν ἄριστοι καὶ τῶν στρατηγῶν ἀξιοστρατηγότεροι . κἀγὼ δέ ,
πέφυκε τἀπόρρητα σιωπᾶσθαι χρόνον , τῶν δὲ ταξιαρχῶν τε καὶ λοχαγῶν βραχύ τι μέρος ἡγοῦμαι τὸ συνεπιβουλεῦσαν ἡμῖν γενέσθαι ,
6102889 ἀρταμος
δύο συμφώνων , κύρια ὄντα ἢ ἐπίθετα , προπαροξύνεται : ἄρταμος ὄρχαμος Πέργαμος ἐμπέραμος . τὸ μέντοι σχινδαλαμός ὀξύνεται προσηγορικὸν
ἄνυμφον ἀολλεῖς ἀπαιόλημα ἁπαλά ἀπάνθρωπος ἀπολωπίσαι ἀπόμορφα ἀποφανῶσαι Ἀργειφόντης ἀρραγῶς ἄρταμος ἀτιμαγέλης ἀτιμοσύνη αὐλῶπιν ἀυπνίαν αὐτάγγελτος αὐτόπαιδα ἀφαιᾶσαι ἀχανές βαῖται
6099087 ἀγχομενος
καὶ τῶν ὀφθαλμῶν τὰ λευκὰ πελιδνὰ , καὶ ἐξορᾷ ὡς ἀγχόμενος : ἐνίοτε καὶ τὴν χροιὴν μεταβάλλει , καὶ ἐκ
αἰὲν ὀρούων , ὁπποῖος περὶ νύσσαν ἀεθλοφόρος θοὸς ἵππος , ἀγχόμενος παλάμῃσι καὶ ἡνιόχοιο χαλινῷ . οἱ δ ' ἄρ
6093741 παλαμναιος
παλαιὰς καὶ ἀρχαίας , περὶ ἧς ἔφασαν ἔκπαλαι μύθους . παλαμναῖος : φονεὺς ἢ μιαρός . παλαμναῖοι γὰρ λέγονται οἱ
ξενικόν . παιδίσκην : νεανίδα Ἀττικοί , θεράπαιναν Ἴωνες . παλαμναῖος : φονεὺς ἢ μιαρός . παλαμναῖοι γὰρ λέγονται οἱ
6092472 δημοκοινος
εὑρόντες τινά ἐγὼ δὲ χερσὶν ἄγραν βρίακχον οἷος γὰρ ἡμῶν δημόκοινος οἴχεται × – τὸ δ ' ἔγχος ἐν ποσὶν
αἵρεσις , διασκώπτων τῶν φιλοσόφων τὰ δεῖπνά φησι : καὶ δημόκοινος ἐπεχόρευσε δαψιλὴς θέρμος , πενήτων καὶ τρικλίνου συμπότης .
6087691 φωλεος
νεαρὸν τοῦ προσφάτου : τὸ βίος τοῦ ζωή : τὸ φωλεὸς τοῦ κοίτη : τὸ ἕνεκα τοῦ χάριν : τὸ
ἀπὸ τοῦ χῶ τὸ χωρῶ καὶ ἐξ αὐτοῦ χηραμὸς ὁ φωλεὸς καὶ ἡ κατάδυσις τῶν ὄφεων καὶ σφηκῶν καὶ μελισσῶν
6086236 ἐστεφανωμενος
τὸν ὦμον ἰδεῖν ἠδύνατο . Δρομεὺς ἐν Ὀλυμπίᾳ παίδων στάδιον ἐστεφανωμένος μέλλων ἕτερον ἀγῶνα ἀγωνίζεσθαι ἔδοξεν ἐν τῷ Ὀλυμπικῷ στεφάνῳ
ὑστεραίᾳ τὰ μὲν ἱερεῖα εἱστήκει παρὰ τὸν βωμὸν καὶ Κοιρατάδας ἐστεφανωμένος ὡς θύσων : προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ
6083344 ξυλινος
ἔπεστιν οὖρος , ὅ ἐστι φύλαξ , ὡς μεταφορικῶς ὁ ξύλινος ἐπίουρος . ἐπιρρήσεσκον ἐπεσπῶντο , ἐπέβαλλον . ἐπισκύνιον τὸ
ἐκαλοῦντο παρὰ τὸ ξυλίνους οἴκους ἔχειν . μόσσυνος γὰρ ὁ ξύλινος οἶκος ἐπιχωρία φωνή . . περὶ τῶν Μοσσυνοίκων φησὶν
6083234 πτωξ
ζῷον , ἔκπληκτον ῥᾷστα γινόμενον καὶ ἀναπτοούμενον , ὅθεν καὶ πτὼξ ὀνομάζεται , τὸν δ ' ὕπνον ποιεῖται καὶ τὴν
τοῦ πτῶ παράγωγον πτήσω , ὁ μέλλων πτώξω , καὶ πτὼξ , ἀποβολῇ τοῦ ω . Πίθηκος . παρὰ τὸν
6077320 πολεμικος
ἂν ὑπὸ ἀκόντων ἢ παρὰ μισούντων φιλίας τυγχάνειν . καὶ πολεμικὸς μὲν οὕτως ἐστὶν ὥστ ' ἐπ ' αὐτῷ εἶναι
ἐπὶ τῷ χώρας ἐνεργοὺς ποιεῖν καὶ κατασκευάζειν ἢ ἐπὶ τῷ πολεμικὸς εἶναι . Καὶ ναὶ μὰ Δί ' , ἔφη
6076334 περιπολων
θυρίδια ἔχον φθῆναι : προλαβεῖν , προφθάσαι ἥκων : ἐρχόμενος περιπόλων : φυλάκων . ὁ δὲ ξυνεργός : συναίτιος .
Καλλιμάχου . Οὕτω καὶ Σερῖνος ἐν τῇ Ἐπιτομῇ τῶν Φίλωνος περιπόλων . Πολύιδος λέγει τὸ χρησμόν . : Ἀρσινόη ,
6073306 ἑκατονταρχης
Β ὁ βουκινάτωρ ΚΠ ὁ τὴν κάππαν βαστάζων ΡΧ ὁ ἑκατοντάρχης ἢ ἰλάρχης ΙΧ ὁ δεκάρχης , κοντὸν μετὰ σκούτου
καὶ ὁ τούτων ἀφηγούμενος καλεῖται ταξίαρχος , ὑπὸ δέ τινων ἑκατοντάρχης . αἱ δὲ δύο τάξεις καλοῦνται σύνταγμα , λόχων
6064830 ἐπινωμᾳ
] μερίζει , ἀποκληροῖ . ἐπινωμᾷ ] μερίζει . Ξ ἐπινωμᾷ ] διαμερίζει . ἐπινωμᾷ ] ἐπιμερίζει . θ ἐπινωμᾷ
δ ' ἔρις ἅδ ' ὀτρύνει . ξένος δὲ κλήρους ἐπινωμᾷ Χάλυβος Σκυθῶν ἄποικος , κτεάνων χρηματοδαίτας πικρός , ὠμόφρων
6064473 ἐχθροτατος
ἔχθιστος : ἔχθιστος : . . . παρὰ τὸ ἐχθρὸς ἐχθρότατος ἐχθρίων καὶ ἀποβολῇ τοῦ ρ ἐχθίων ἔχθιστος . .
ἄγαν καὶ δυσπρόσορμος ἀλίμενός τε παντελῶς παρατέταται , ταῖς ναυσὶν ἐχθρότατος τόπος . Εἶτ ' εὐλίμενος ἄκρα συνάπτει Θυνιάς ,
6059845 εὐτρεπης
ἀσπιδηφόρον . στρατὸς δὲ θάσσει κἀξετάζεται παρὼν Καλλίχορον ἀμφὶ σεμνὸν εὐτρεπὴς ὅδε . καὶ μὴν ἑκοῦσά γ ' ἀσμένη τ
σιτοῦνται : ἀνὰ πᾶσαν δὲ ἡμέραν ἥδε ἡ δαὶς αὐτοῖς εὐτρεπὴς πρό - κειται . ἐμφορηθέντας δὲ ἄρα αὐτοὺς ἀναχωρεῖν
6059196 ΓΟΣ
τὸ ἐπίθετον . τὸ δὲ σαργός ὀξύνεται . Τὰ εἰς ΓΟΣ ἔχοντα τὴν πρὸ τέλους συλλαβὴν εἰς σύμφωνον λήγουσαν ἐπιθετικὰ
. Τὰ εἰς ΓΩ ὑπερδισύλλαβα σύνθετα ἀπὸ τῶν διὰ τοῦ ΓΟΣ παρηγμένα τῷ Η παραληγόμενα περισπᾶται : ποδηγός ποδηγῶ ,
6059008 αἰφνιδιος
καὶ δραστικωτάτη μάλιστα πάντων , ἡ κατὰ νώτου τῶν πολεμίων αἰφνίδιος ἐπιβολή , εἴ πῃ δυνατὸν γένοιτο προεκπέμψαντι στρατιωτῶν σύνταγμα
ἀλλὰ γὰρ οὕτω διακειμένων καὶ τοιαῦτα ταῖς ψυχαῖς ἀναπολούντων , αἰφνίδιος καὶ ἀπροσδόκητος ταραχὴ καταλαμβάνει . προσταχθεὶς γὰρ ὁ τῆς
6055835 ἐπιστατης
ἐν τῷ κατὰ Κτησιφῶντος . ὅτι δ ' ὁ καλούμενος ἐπιστάτης κληροῖ αὐτοὺς εἴρηκεν Ἀριστοτέλης ἐν Ἀθηναίων πολιτείᾳ . Προηροσία
γε ἀμελήσοις , ὁ Ζεύς . : Ἐπιτιμητὴς λέγεται ὁ ἐπιστάτης ἢ ἐπὶ καλοῦ ἢ ἐπὶ κακοῦ . : Ὡς
6055531 ἀναβατης
τι πάσχῃ ὁ ἵππος , ἐν παντὶ κινδύνου καὶ ὁ ἀναβάτης γίγνεται , ὁπλίζειν δεῖ καὶ τὸν ἵππον προμετωπιδίῳ καὶ
ἐπὶ θαλάσσης . ἐπιβάτης ἀναβάτου διαφέρει . ἐπιβάτης ἅρματος , ἀναβάτης ἵππου . ἀναστῆναι τοῦ ἐγερθῆναι διαφέρει . ἀναστῆναι ἐγρηγορότως
6050770 Καρμηλος
καὶ Ἄκη πόλις , ἔξω πἠ πόλις Τυρίων [ : Κάρμηλος ] ὄρος ἱερὸν Διός : Ἄραδος πόλις Σιδονίων .
. ἔστι καὶ Κάρμανα νῆσος ἢ ἀπὸ τῶν Καρμανῶν . Κάρμηλος , ὄρος δυσχείμερον . τὸ ἐθνικὸν Καρμήλιος , ὡς
6046514 πρᾳοτατος
φίλον Ἱέρωνα , ὃς καὶ ταῖς Συρακούσαις βασιλεύει τοῖς πολίταις πρᾳότατος ὢν καὶ ἀνεπαχθὴς καὶ τοῖς ἀγαθοῖς οὐ διαφθονῶν ,
ταῦτα Κρατερῷ ἀγαθὴν δόξαν , πεπίστευται δὲ σωφρονέστατος γενέσθαι καὶ πρᾳότατος καὶ φιλίας κοινωνῆσαι βεβαιότατος , οἷα δὴ τὸ φιλέταιρον
6046180 εὐηνιος
ἤγετο ὑπὸ Ἀνύτου μᾶλλον ἢ ὑπὸ Σωκράτους . ἐμοὶ δὲ εὐήνιος μὲν ὁ δῆμος καὶ εὐπειθής , εὐαγωγότατός τε ἁπάντων
. καὶ ἐὰν μέν τις τοιούτοις παραμυθίοις εὐπειθὴς γίγνηται , εὐήνιος ἂν εἴη : ὁ δὲ δυσπειθὴς καὶ μηδὲν προοιμίου
6042837 ἀσπονδος
τὰς ἐρωτήσεις τῶν προσιόντων συνετὰς καὶ πεπαιδευμένας ; Ὅλως δὲ ἄσπονδος καὶ ἀκήρυκτος αὐτῷ ὁ πόλεμος πρὸς Ἐπίκουρον ἦν :
τὸ κήρυγμα ἐλθεῖν , εἴσω τὴν ἐκεχειρίαν : ἕως δὲ ἄσπονδος καὶ ἀκήρυκτος ὁ ἐν ψυχῇ πόλεμος , ἄφιλος ἡ
6040282 Ἀριαραθης
ἦσαν δ ' οὖν διωρισμένοι , προσεκτήσατο δ ' αὐτοὺς Ἀριαράθης ὁ πρῶτος προσαγορευθεὶς Καππαδόκων βασιλεύς . Ἔστι δ '
Τρόκμοι καὶ Τολιστόβιοι , καὶ Καππαδόκαι τινές , οὓς ἔπεμψεν Ἀριαράθης , καὶ μιγάδες ἄλλοι ξένοι κατάφρακτός τε ἵππος ἐπὶ
6037528 Ἀρσακομας
τὴν Μακέντου φιλίαν καὶ Λογχάτου καὶ Ἀρσακόμα . ὁ γὰρ Ἀρσακόμας οὗτος ἠράσθη Μαζαίας τῆς Λευκάνορος , τοῦ βασιλεύσαντος ἐν
τοῖς ἱππεῦσιν ἀθροισθέντες ὑπεμένομεν τὴν ἔφοδον : ἐστρατήγει δὲ ὁ Ἀρσακόμας . καὶ ἐπειδὴ προσιόντας εἴδομεν αὐτούς , ἀντεπήγομεν ,

Back