μιξανταϲ κἀπειθ ' ἑψηϲανταϲ αὐθιϲ ἐπ ' ἀνθρακων ἀχρι παχουϲ ϲυμμετρου , χρηϲθαι προ πολλου των ϲιτιων . φυλαττεϲθαι δε
μεν ὁμοιωϲ ἐχον , ἡϲϲον δε ἀντιτυπον , μετα ἀλγηματοϲ ϲυμμετρου : παρεπεται δε και τουτοιϲ παρεγκλιϲιϲ ἐπι τα ἀντικειμενα
9999983 ἀμετρου
, ἐασαντες το λοιπον των σπασμων . δυναμενου δια της ἀμετρου κενωσεως ξηραινειν τε και διαφορειν τοσουτον , ὁσον ἡ
φοινικων και κροκου και ψιχιων καταπλασματι χρηστεον . πυρωσεως δε ἀμετρου παρουσης και ἐσχαρας οὐσης , ὡστε και νεμεσθαι τα
9999981 Καϋστρου
αὐτον τον λιμενα τεναγωδη ὀντα προτερον δια τας ἐκ του Καϋστρου προχωσεις , ἐαν παραβληθῃ χωμα τῳ στοματι πλατει τελεως
λεπας , τοθι Κιλβιν ἀεργοι ἱπποι χιλευουσι και ἀντολαι εἰσι Καϋστρου . Νυν δ ' ἀγε τοι ῥιζας ἐρεω ὀφιεσσιν
9999980 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999980 λειοτατου
ἑτερον και τας βρογχοκηλας , ἐχει δε οὑτως . Ἁλος λειοτατου και χνοωδεστατου , ψιμμυθιου , ἀνα λιτραν α ,
του γαλακτοϲ ϲκευαϲθεντι δια μελικρατου , εἰτα μιξαντεϲ αὐτῳ ἐπιθυμου λειοτατου ⋖ γ . ἐρρεθη δε ἡ ϲκευαϲια του ὀρου
9999980 ἑνδεκατον
αὐτο τῃ αὐτου τελειοτητι και ἐνεργειᾳ . Ἐστι μεν τουτο ἑνδεκατον ἐν τῃ των προβληματων ἐκθεσει , δεκατον δε νυν
τε των του Αὐγεου βοσκηματων και τον της ὑδρας , ἑνδεκατον ἐπεταξεν ἀθλον παρ ' Ἑσπεριδων χρυσεα μηλα κομιζειν .
9999980 συμμετρου
, και των μελων ἑκαστον λιπαραις ταις χερσιν ἀπευθυνειν μετα συμμετρου συντονιας μαλασσοντας τα τε ὀμματα αὐτων ἡσυχη και καταψυχοντας
: ἡ ΔΜ ἀρα της ΜΗ μειζον δυναται τῳ ἀπο συμμετρου ἑαυτῃ . και εἰσι ῥηται αἱ ΔΜ , ΜΗ
9999979 ὀξυτερου
βαρυτερου τοπου εἰς ὀξυτερον , ἡ δ ' ἀνεσις ἐξ ὀξυτερου τοπου εἰς βαρυτερον : ὀξυτης δε το γενομενον δια
δια το κοινον ἑνα γινεσθαι του τε βαρυτερου και του ὀξυτερου δια πασων και μεσον παντωνποτε μεν παρ ' αὐτην
9999979 κυριους
οὐκ εὐσεβες ἐξοισειν τελος ὑπολαμβανοντες , ἐαν Ἀρικηνους ἠ Ἀρδεατας κυριους ἀποδειξωσι της ἀμφισβητησιμου γης ὀμωμοκοτες ὡν ἀν εὑρωσιν αὐτην
ἀμφισβητησιμος ἡ τιμησις γιγνηται , τους προς ἀνδρων εἰναι τιμωντας κυριους , ἐαν δε ἀδυνατωσιν αὐτοι , τοις νομοφυλαξιν τελευτωντας
9999979 ματερα
' ἐκ χρυσεοπηνητων φαρεων μαστον ὑπερτελλοντ ' ἐσιδων σφαγιον ἐθετο ματερα , πατρωιων παθεων ἀμοιβαν . γυναικες , ἠ που
ἀγκαλεσωμαι , τρισσα φερουσα † ταδε σωματα † συγγονα , ματερα και τεκνα , χαρματ ' Ἐρινυος ; ἁ δομον
9999978 ἀνταρκτικου
κδʹ : λοιπαι ιβʹ . αἱς προσθετεον τας ἀπο του ἀνταρκτικου μεχρι του θερινου παλιν μοιρας λʹ και τας ἀπο
κυκλου δια του κεντρου της σφαιρας ἑως του κεντρου του ἀνταρκτικου . παρειληπται δε , ἱνα εἰδωμεν , ὁτι περι
9999978 κατορθουμενα
τοιουτον ἐχουσης ἀλλα μονον κρινουσης τα καθαρως παρα της φρονησεως κατορθουμενα . και δοξειεν ἀν ἡ γνωμη και ἡ συγγνωμη
ἑξεις και ἐνεργειας και δυο τα ὑποκειμενα και δυο τα κατορθουμενα . Σκοπος ἐστιν ἐνταυθα τῳ Ἀριστοτελει περι του ἀποδεικτικου
9999978 εὐδαιμονιας
ἑτερων κλητον Ἀθηνηθεν ἐλθοντα νεων ἀρχην κτησασθαι μακαριστον , πηλικης εὐδαιμονιας το Ἀθηναιους εἰναι τους μεταπεμπομενους ; ἐγω δε ἡσθην
τι ἁπαντες ἀνθρωποι . αἱ δε ἀπαρχαι εἰσι νηες γεμουσαι εὐδαιμονιας , και ὁ τι ἀν ἡ φυσις ἀριστον τεκῃ
9999978 ἀσθενεστερας
Τρωες , οὐ μην ὁσονπερ οἰεται . γυναικας μεν ἀνδρων ἀσθενεστερας εἰναι φημι , εἰναι δε παρα την παιδευσιν των
και θερος ἐπι το ἐλαττον : μαλλον γαρ ἐλαττους και ἀσθενεστερας ἐπαινετεον . ἐαρ δε και μετοπωρον ἐπι το μαλλον
9999978 συντεταγμενως
, μη ἐκτρεχοντες δε και λυοντες την ταξιν , ἀλλα συντεταγμενως περιπατουντες προς ἐκδικησιν των κουρσορων , εἰπερ αὐτους ὡς
ἐρχομενον εἰς καταφυγην και ἁμα τοις της πρωτης ταξεως ἐπερχεσθαι συντεταγμενως , και μη διαλυεσθαι μεχρι τελειας ἐκβασεως του πολεμου
9999978 συμμετριαν
μελανων και λευκων συγκειμενος : κυανῳ χρωματι εἰς παραμυθιαν και συμμετριαν ἀγει τον ὀφθαλμον . ὁ δε κερατοειδης ἐγενετο ,
και τας της ψυχης ἐνεργειας ὁσα τε ἀλλα τοιαυτα την συμμετριαν δηλονοτι φυλαττειν προσηκεν , μητε μαλακωτεραν την ἑξιν του
9999978 κατωρθωκως
παραδειγμα τουτων Δημοσθενης τελεωτατα μεν των ῥητορικων θεωρηματων την ἐπιστημην κατωρθωκως , ὡς και των κριτικων τους εὐδοκιμωτατους διαρρηδην ἀποφαινεσθαι
' Αἰγυπτον βασιλειαν , ὁ δ ' Ἀγησιλαος ὡς μονος κατωρθωκως την βασιλειαν ἐτιμηθη προσηκουσαις δωρεαις . ἐπανιων δε εἰς
9999978 ὑπακουστεον
προκατελαβον ἰασομενοι . . . . της τριμηνου ] προθεσμιας ὑπακουστεον . . δοξαν ] ἀντι του δοκησιν , ὑποληψιν
δε φιλτατοις : γραφεται και ἀμφω τεκνα : ἀνωρμησεν : ὑπακουστεον το ἐλεγομεν : οἱ Θηβαιοι : ἐν δε τοις
9999978 ἀποφατικου
του ἐναντιου , το μεν καθολου καταφατικον ὑπο του καθολου ἀποφατικου , ὁ ἐστι και αὐτο ἐν δυο σχημασι ,
και δια πλειστων συλλογισμων : ἀλλα και δια του καθολου ἀποφατικου , ὁ και αὐτο ἐν δυο τε σχημασι και
9999978 λυσιτελεστατον
συμμετριας εἰς μη πλειονων ἐπιθυμειν : τουτο μεγιστον ἀνθρωποις και λυσιτελεστατον : το χρησθαι οὐν τῃ συμμετριᾳ εἰς ὁλον τον
ἀνδρας τοις ὁρκοις , ὁ δε διαβεβαιουμενος ὁτι δει το λυσιτελεστατον ὡσπερ ἐπι των ἀλλων , οὑτω και ἐπι των
9999977 Δημοσθενους
λεξιν , πασαν δε την Πλατωνος , πασαν δε την Δημοσθενους : ἀμηχανον γαρ εὑρειν τουτων ἑτερους ἐπεισοδιοις τε πλειοσι
Μαρσυας ἐν εʹ των περι Ἀλεξανδρου ἱστορει λεγων Μαργιτην ὑπο Δημοσθενους καλεισθαι τον Ἀλεξανδρον . ἐκαλουν δε τους ἀνοητους οὑτω
9999977 βουλευομενοι
ἀλληλους , εἰ τις ἀδικως τιμαται . πολλακις δε και βουλευομενοι ἁ μεν ἀν ἐπιθυμωμεν πραττειν , ταυτα ἐπαινουμεν ,
ψευσασθαι . . Ἑβδομοι δε εἰσιν οἱ ὑπερ των κοινων βουλευομενοι ὁμου τῳ βασιλεϊ , ἠ κατα τας πολιας ὁσαι
9999977 ἀναλαμβανων
ἐν ἀλλῳ σπερματος , γλυκυρριζης χυλου ἠ σπερματος τραγακανθης ἰσα ἀναλαμβανων ὑδατι , πλασσε δραχμιαια και χρω : καταρροφειτωσαν δε
μετενηνοχοτας , αὐτος τε αὐ παλιν ἑκαστου την διανοιαν ὀνοματος ἀναλαμβανων εἰς την ἡμετεραν ἀγων φωνην ἀπεγραφετο : και ταυτα
9999977 ποιμενες
Ἰωνικοις και ἀττιγοι . Οἱ δε τα προβατα νεμοντες , ποιμενες καλουνται , και προβατεις , και μηλαται : το
τ , τοι βουται και τοι ποιμενες ἀντι του οἱ ποιμενες . Την ἐκεινος ἀντωνυμιαν τηνος λεγουσιν , ἀφαιρουντες το
9999977 λειοι
, και παντα τα εὐχυμα . Ἀλωπεκος ὀρχεις ξηροι πινομενοι λειοι κοχλιαριου πληθος ἀβλαβη και ἀψευστον την ἐντασιν ποιουνται ,
ἀνθρωπου μακροτεραι γινονται των ἀλλων ζῳων . Οἱ λευκοι και λειοι των ἀνθρωπων πολυγονωτεροι των μελαντερων . οἱ δασεις και
9999977 ἑλκους
ὀγκος φυμα καλειται . τουτο το φυμα εἰωθε δι ' ἑλκους κρινεσθαι . εἰ οὐν γενηται ἑλκος , ἀγαθον :
ἐπι κεφαλης , ἠτοι ῥαφας κεχαλασμενας βουλομενοι συναγαγειν , ἠ ἑλκους ἐκπεπταμενα χειλη , και ποτε και προσστειλαι και κολλησαι
9999977 δευτερα
ει διφθογγου , οἱον νοω νοεις νοει : ἡ δε δευτερα δια της α | διφθογγου , προςγραφομενου του ι
, και ὀλεθριως ὑποστρεψει . ἀλλα φιλη ἀληθεια , ἡ δευτερα ἐξετασις οὐκ ἐχει χωραν , ἐπειδη ἐμνησθη πυρετου :
9999977 Ἀριστοφωντος
. Μη φροντιζε , ὠ Στησιχορε , της Εὐβουλου και Ἀριστοφωντος προς με κατηγοριας , μηδ ' ἀχθεσθῃς , εἰ
ἐπιγραφομενῳ “ διαμαρτυρια περι του μη ἐπιδικον ” εἰναι την Ἀριστοφωντος θυγατερα : “ ἐν δε τουτῳ τῳ λογῳ δεικνυται
9999977 μακρολογειν
των ἀλλων ἡλικιων φυλαττοι την νοσον . Και τι δει μακρολογειν ; νυν γαρ ὑμιν αἱρεσις ἠ μισουμενοις διατελειν ἠ
παρων ] ἱκανος οὐτε ὁ καιρος ? ] ἁρμοττων τῳ μακρολογειν ] , οὐτε ῥαιδι - ον ] ἑνα ὀντα
9999977 φλεγμονας
τους τοπους ὀντας κυριους : χρονισθεντων δε ὠφελει τας χαλεπωτατας φλεγμονας , παρηγορουντα και παραμυθουμενα τας ἀλγηδονας : ἐν δε
τα πνευματα κουφαις , προς δε τους πονους και τας φλεγμονας ἀποσχαζων : προϊοντας δε τῃ θεραπειᾳ μηδε του ναπυος
9999977 Κυρου
Ἀρτοξερξου δεησιν . ὡς Ἀρτοξερξης δωρα ἐδωκε τωι ἐνεγκαντι τον Κυρου πιλον : και ὡς τον Καρα τον δοκεοντα Κυρον
οἰκημα σμικρον τοις Μαγοις πεποιημενον , οἱ δη ἐφυλασσον τον Κυρου ταφον ἐτι ἀπο Καμβυσου του Κυρου , παις παρα
9999977 μακρου
προς ἑλκη . Πεπερεως μελανος , πεπερεως λευκου , πεπερεως μακρου , σαρξιφαγου , βετονικης , πετροσελινου , ἀσαρου ,
το παιδιον , φωνηεν ἐστι . Ἀλλως τα δια Α μακρου ἐκφερομενα ῥηματα κατα τον μελλοντα της δευτερας συζυγιας των
9999977 τετρακοσιας
τοιαδε διδωμι : ξεινον τε σε ποιευμαι ἐμον και τας τετρακοσιας μυριαδας τοι των στατηρων ἀποπλησω παρ ' ἐμεωυτου δους
ἡλιον ἀπεχειν ἀπο της γης σταδιων μυριαδας [ μυριαδων ] τετρακοσιας και σταδια ὀκτακις μυρια , την δε σεληνην ἀπεχειν
9999977 τεταρτου
το κεντρον αὐτης κατα το ἐλαχιστον ἀποστημα , ὁπερ ἐστιν τεταρτου ὁρου του της ἀνωμαλιας ἀριθμου περιεχοντος μοιρας ρπ και
το γʹ ἰωνικον ἀπ ' ἐλαττονος διμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου ἀντι ἰωνικου και διιαμβου : το μεντοι κωλον της
9999977 ἐπιτυγχανειν
και ὑπερ αὐτον και ἐνδοτερως : το δε κατορθουν τῳ ἐπιτυγχανειν του σκοπου : μοναχως δε ἐστιν ἐπιτυγχανειν του σκοπου
ἀλληλων παραταξεις ὁρωντας , ἐπισημαινεσθαι την στυγνοτεραν μαλλον τῃ ὀψει ἐπιτυγχανειν ἐν ταις μαχαις ἠπερ την ἐν ὁπλοις λαμπουσαν ,
9999977 Ἀρισταρχον
τρισιν καλιδιοις , οἰκημ ' ἐχων ἑκαστος . Ἠδη γαρ Ἀρισταρχον στρατηγουντ ' ἀχθομαι . Ἀταρ ἠγαγες καινον τι φιτυ
Νικοδημῳ θανατον κατασκευασθεντα , ὁν ἰστε παντες , ἐξεβαλε τον Ἀρισταρχον ἐπι ταις αἰσχισταις αἰτιαις ; και τοιουτῳ φιλῳ Δημοσθενει
9999977 λαμπροτατον
: σκοταιον μεν γαρ και δυομενον και νυκτιφορον ἀφροσυνη , λαμπροτατον δε και περιαυγεστατον και ἀνατελλον ὡς ἀληθως φρονησις .
ἡ ὀθονη και ἐξ οὐδενος των ἀποθνῃσκοντων γινεται και ἐτι λαμπροτατον και φωτοειδεστατον ἐχει μη ἀμελως καθαρθεισα χρωμα . δια
9999977 κινησας
, βυθιον τι και μεγα στεναξας , την κεφαλην τε κινησας και την μορφην ἀλλοιωσας , προσδραμων αὐτῃ και περιπλακεις
των μιμηματων . Και μην οὐ φαυλον γε , ἀν κινησας τις τουτον τον λογον αὐτου καταβαλῃ και μη διελθων
9999977 συμβαλλομενα
, και ταυτα διδασκομεν προηγουμενως εἰς τας θεραπειας οὐδεν ἡμιν συμβαλλομενα , κατα δευτερον δε λογον . ἐκεινα γαρ τοις
σωμα , ἀλλα και εἰς ἀσωματον . μηποτε δε τα συμβαλλομενα τῳ παραδειγματι παραδιδωσι . Καλως εἰπε το προσεχες :
9999977 συλλαβων
και γυναικας και τειχη και πολεις και παντ ' ἐχει συλλαβων , ὡσπερ τοις ἐπιορκησασιν Ὁμηρος ἐφη συμβαινειν , συν
πολιν συναγαγων τους ἀνθρωπους ὠνομασεν ἀπο του ἀδελφου Τροιζηνα , συλλαβων Ὑπερειαν τε και Ἀνθειαν . πολλοις δε ἐτεσιν ὑστερον
9999977 στρατευει
ὁρα , ὁτι οὑτως ὑπηκουσεν ὡς εἰρηκοτος αὐτου : ὁτι στρατευει ἠ ἀποδημεις . οὐδεν οὐν , φησιν , ὠνησαμην
περιιδειν την παιδα , ἀλλ ' ἑλειν ἐπελθοντα Σικυωνι . στρατευει δε ἐπι την πολιν Λυκος και κτεινει τον Ἐπωπεα
9999977 ἐπαναγει
τους ἐπι ξενης ἡ εἰς Ἁιδου καταβασις εἰς την οἰκειαν ἐπαναγει . το δε δοκειν εἰς Ἁιδου καταβαντα εἰργεσθαι της
των δευτερων , ἠ ὁλως των χειρονων , ἀλλον τροπον ἐπαναγει προς τα κρειττω τα χειρω και ἐντιθησι ταυτα ἐκεινοις
9999977 ἀκμαζειν
τους συν αὐτῳ , εἰ οἱ ἀλλοι τουτον τον χρονον ἀκμαζειν τε μαλλον ἑαυτων ἐδοκουν και προσκτασθαι τι , αὐτοι
λελεχθαι τα μηλα δια την ἀκμην : το γαρ ἀγαν ἀκμαζειν και τεθηλεναι φλοιειν ὑπο των ποιητων λεγεσθαι . ἐπει
9999977 πεντασυλλαβον
ὁ δευτερος χοριαμβικος τριμετρος καταληκτικος , τον πρωτον ἐχων ποδα πεντασυλλαβον . το γʹ τροχαϊκον πενθημιμερες . ὁ Ϛʹ Ἰωνικος
το βʹ ὁμοιον διμετρον ἀκαταληκτον , τον δευτερον ἐχων ποδα πεντασυλλαβον . το τριτον περιοδος ἐξ ἰαμβικης και τροχαϊκης βασεως
9999977 ποιητικας
, εἰσι δε και τεχναι πρακτικαι τινες ἑτεραι παρα τας ποιητικας , ὡν τα τελη οὐ ποιηματα ἀλλα τινα ἑτερα
περιλαμβανοιμεν , ἀλλ ' ἀρχας μεν ἐχειν φησομεν τελικας και ποιητικας , τα δε κυριως λεγομενα στοιχεια οὐκ ἐστιν ἐν
9999977 μικροτατον
το ἐξωτερω προϲ τῳ του καμνοντοϲ ἀντιχειρι τηϲ ἀρτηριαϲ μεροϲ μικροτατον αὐτον φαινεϲθαι , μυουροϲ καλειται καθ ' ὁμοιοτητα τηϲ
και ποσου . τον δη του φενακιζεσθαι χρονον ὡς εἰς μικροτατον συναγοντες σωφρονειν ἐμοιγε δοκειτε . εἰ μεν δη τι
9999976 δωδεκατος
εἰς τμηματα ιβʹ ἁ καλειται ζῳδια , ὁτι πρωτος ὁ δωδεκατος ἀριθμος δεχεται τους θειους εʹ λογους τους μουσικους ,
δεκατος ποιητικος , παραινεσεις γεγραφως : ἑνδεκατος ἀνδριαντοποιος Φωκαευς : δωδεκατος ἐπιγραμματων ποιητης λιγυρος : τρισκαιδεκατος Μαγνης , Μιθραδατικα γεγραφως
9999976 Ἀριστονικου
της Καλλιξενου Ζωγραφων τε και ἀνδριαντοποιων ἀναγραφης και ἐκ των Ἀριστονικου Περι του ἐν Ἀλεξανδρειαι Μουσειου και ἐκ των Ἀριστοτελους
. . . οὐ γεγονε μετα Σολωνα κρειττων οὐδε εἱς Ἀριστονικου νομοθετης : τα τ ' ἀλλα γαρ νενομοθετηκε πολλα
9999976 ἐντερα
θανατον οὐκ ὀρρωδεει : ϲκληρα δε και ὀχθωδεα μιμνει τα ἐντερα , και τωνδε ἐϲ μακρον ἡ ἀλθεξιϲ . αἱμορραγιῃ
καλαμισκον . ἐπι δε της χρειας λαβων ἐλμιν ἠ γης ἐντερα ἀποπλυνον , και βαλε εἰς ἀγγειον , και ἐγγραυλιν
9999976 γεινατο
περ τεκον Ἀλκινοον βασιληα . Ναυσιθοον μεν πρωτα Ποσειδαων ἐνοσιχθων γεινατο και Περιβοια , γυναικων εἰδος ἀριστη , ὁπλοτατη θυγατηρ
μεν ὁγ ' ἠεν Ἀβαντος ἐτητυμον , ἀλλα μιν αὐτος γεινατο κυδαλιμοις ἐναριθμιον Αἰολιδῃσιν Λητοϊδης , αὐτος δε θεοπροπιας ἐδιδαξεν
9999976 αἰσχυνεσθαι
τας πυλας και περιεσκοπει , ἐρομενου τινος τι περισκοπει , αἰσχυνεσθαι ἐφη , μη ὀφθῃ , ὡσπερ ἐκ πορνειου ἐξιων
τοις νεοις γιγνομενον , ὁ παρακελευονται λεγοντες ὡς δει παντα αἰσχυνεσθαι τον νεον . ὁ δε ἐμφρων νομοθετης τοις πρεσβυτεροις
9999976 ἀπαγγελλοντων
, ὑπερ του μη γνωσιμαχουντων μηδ ' | ἀλλα ἀλλων ἀπαγγελλοντων στασιν ἐν τῳ πληθει γενεσθαι , χαλεπωτεραι δε μετα
της ἐλπιδος , ἀλλα των ἐπι κατασκοπην ἐκπεμφθεντων τοις Ἰνδοις ἀπαγγελλοντων το πληθος των παρα τοις πολεμιοις ἐλεφαντων , ἁπαντες
9999976 οἰκειοτατους
θυειν και συγκαλουντες ἐπι την θυσιαν τους φιλους και τους οἰκειοτατους καταρωνται μεν τοις τεκνοις , λοιδορουνται δε ταις γυναιξι
τον υἱον . Οὐκουν περιφανως ἐπιδεικνυω ὑμιν και αὐτους τους οἰκειοτατους Νεαιρας ταυτησι καταμεμαρτυρηκοτας ὡς ἐστιν ξενη , Στεφανον τε
9999976 ἑλκομενης
εἰς τα κενωματα των ἀπενεχθεντων κατα τα πλαγια των ἀγγειων ἑλκομενης της τροφης και καταχωριζομενης ” . ἀλλ ' οὐδε
τον τοπον ἐνιοτε λαμβανειν ἀνακλωμενης της ἡμετερας ὀψεως ἀπο της ἑλκομενης ὑγροτητος ὑπ ' αὐτου προς τον ἡλιον . δια
9999976 μαθηματικοις
ἀστοχον τι λεγοιμεν περι του θειου Πλατωνος φησαντες αὐτον τοις μαθηματικοις σωμασι την φαντασιαν ἡμων τοπον ποιειν , ὡσπερ τοις
, ἠ τον ὁρισμον ἀποκρινομεθα ἐσχατον , ὡς ἐν τοις μαθηματικοις , οἱον δια τι αἱδε ἰσαι ; ὁτι ἐν
9999976 πυρετους
, ἠ ἐπι ὑγροις , ἠ ἐπι στερεοις ἀναπτουσαν τους πυρετους , ὡς φησιν Ἱπποκρατης , ἰσχοντα , ἰσχομενα και
μεχρι δε ἁπλαι φλεγμοναι εἰσιν , ἡ μεν περι ἡπαρ πυρετους ἐπιφερει συνεχεις , ἡ δε περι σπληνα τεταρταιους ὡς
9999976 μισθωσιν
ἠν . και οὑτω δια ταυτ ' ἐγραφη εἰς την μισθωσιν προσοφειλων ὁ Πασιων ἑνδεκα ταλαντα , ὡσπερ και μεμαρτυρηται
τι των καταλειφθεντων ἀποκλειων ἡμας . Φερε δη δειξω την μισθωσιν ὑμιν , καθ ' ἡν ἐμεμισθωτο την τραπεζαν παρα
9999976 μαθηματικων
. , . διοπερ ὁ Ἀ . ἐν τωι Περι μαθηματικων λεγει δει . . . ἀδυνατον . δει γαρ
λιαν εὐχερης ὠν περι μεν του ἀριθμου παντος και των μαθηματικων το μηθεν συμβαλλεσθαι ἀλληλοις τα προτερα τοις ὑστερον :
9999976 γιγνωσκουσιν
μη κατα ζητησιν την ἡμετερην ἀπεσταλμενους . ὁτι δε οὐ γιγνωσκουσιν ἡμεας , οὐκ ἐν θωματι ποιεομαι : οὑτω γαρ
ἀρξωνται του ῥοφηματος . Τοδε γε μην και φυλασσουσι και γιγνωσκουσιν , ὁτι μεγαλην την βλαβην φερει , ἠν ,
9999976 κρητικον
Ἠλειων . Γ εἰτα ἐν ἐκθεσει τρισυλλαβοι βʹ κατα ποδα κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον
Το δε παιωνικον εἰδη μεν ἐχει τρια , το τε κρητικον και το βακχειακον και το παλιμβακχειακον : ὁ και
9999976 ἐπετοντο
νυσσης τετατο δρομος : οἱ δ ' ἁμα παντες καρπαλιμως ἐπετοντο κονιοντες πεδιοιο . των δε θεειν ὀχ ' ἀριστος
δ ' ἀνα λαον ὀρωρει ἀσπετος : οἱ δ ' ἐπετοντο δια πλατεος πεδιοιο . Και νυ κεν ἐσσυμενως ἐξ
9999976 πληθυντικου
και δι ' ἡν τινα αἰτιαν , και ἐτι ἐπι πληθυντικου ἀριθμου δι ' οὑς τινας και δι ' ἁς
δεινης μη εὑρειν θεραπειαν : χειρονα : γυναικος : ἀντι πληθυντικου του γυναικων : ὁ δε νους : των δε
9999976 χολου
κακως γραφει “ ἡρως ἀπριατης . ” ἀποσκυδμαινε ὀργιζου , χολου . ἀποκηδησαντες ἀπακηδιασαντες . ἀπολιχμησονται ἀπολειξουσιν . ἀποσταδα πορρωθεν
ἀμυμονος , οὐκ ἀρ ' ἐμελλες οὐδε θανων λησεσθαι ἐμοι χολου εἱνεκα τευχεων οὐλομενων ; τα δε πημα θεοι θεσαν
9999976 κατεχομενα
τουτων , ὡστε δεος μη ἀπελθοντων ὀπισω και τα νυν κατεχομενα οὐ βεβαια ὀντα ἐπαρθῃ προς ἀποστασιν προς των μηπω
σχηματα γε νομοθετειν . ἐστιν δε ἀμφοτεροις μεν ἀμφοτερα ἀναγκῃ κατεχομενα ἀποδιδοναι , τα δε των θηλειων αὐτῳ τῳ της
9999975 γεγραμμενων
ἠν βουλῃ ἰσχυρα ποιεειν : μελι ἡμιεφθον ποιεων , ἐμβαλεων γεγραμμενων προσθετων των ἀγειν ποιουντων , και ἐπην ἐμβαλλῃς ,
ἀτρεκεως διηγεεσθαι , ἀλλα και αὐτον ὑποτοπεεσθαι χρη ἐκ των γεγραμμενων . Ἐπειτα χρη δερματος καρχηδονιου , ἠν μεν νηπιωτερος
9999975 ἀποστροφος
και ὁ κατ ' ἐπεμβασιν Ἀρης και ἡ Σεληνη Αἰγοκερῳ ἀποστροφος : μετεωρος ἡ ἡμερα . ἠν δε και εἰς
ἀναδεχονται , ἐπαν ὁ γαμοστολος ἐκκεντρος τυχῃ ἠ του δαιμονος ἀποστροφος : ποταπαις δε , ἡ των ζῳδιων και ἀστερων
9999975 μαλακους
: των δε ὀκνουντων και ἀποστρεφομενων , λοιδορειν αὐτους ὡς μαλακους τε και ἀναξιους αὑτου και τῃ μητρι μαλλον ἐοικοτας
δι ' ἑξαμηνου φασιν ἀνερχεσθαι τον Ἀδωνιν . μαλακαι : μαλακους φησιν ἐχειν ποδας τας Ὡρας , ἐπει το ἐαρ
9999975 τυγχανοντων
προνοιᾳ , ὡς πανταχου ἀρετην κρατειν και μετατιθεμενων και διορθωσεως τυγχανοντων των ἡμαρτημενων , οἱον ἐν ἑνι σωματι ὑγιειας δοθεισης
ἐκ μεταφορας των τοξοτων , των οὐχ ὁπως του σκοπου τυγχανοντων , ἀλλ ' οὐδ ' ἐγγυς βαλλοντων . Οὑτος
9999975 Ἰταλιωταις
διδασκαλος ἀν γενοιμην του χορου , και ἀντᾳσομεθα ἁμα τοις Ἰταλιωταις ὑμνοποιοις , και εἰπερ ἀρεστος ὑμιν ὁ ὑμνος φανειη
ἐφ ' ᾡτε ὁραν τοιαυτα παθοντα Ζωπυρον . Ὁτι Ἱερων Ἰταλιωταις πολεμων , ὁποτε ἐλαμβανεν τινας αἰχμαλωτους των εὐγενων ἠ
9999975 τελικων
ἠ προσηκεν ὑπειλημμενον . ” ἐτι γε μην κἀκεινη των τελικων κεφαλαιων ἡ μεθοδος κοινη , το ποτε μεν καθολικους
: ” κοινη δε μεθοδος παντων των κεφαλαιων τουτων των τελικων , ἡ κατα ἀντιφασιν εἰσαγωγη εἰ μεν γαρ ἐχοιμεν
9999975 Ταραντινοις
εἰ δ ' ἐπι την Σειριτιν τραποιντο , προσθησειν τοις Ταραντινοις το Μεταποντιον ἐν πλευραις οὐσι . Πολεμουντας δ '
' ὀλιγων εἰς Ταραντα διεσωθη . ταχθεις δε παρα τοις Ταραντινοις ἐν τῃ των μισθοφορων ταξει και πολλαις και παραβολοις
9999975 Καλλιστρατου
ἐπ ' ἀρχοντος Εὐκλειδου : τους δε Βαβυλωνιους ἐδιδαξε δια Καλλιστρατου Ἀριστοφανης ἐτεσι προ του Εὐκλειδου κδʹ ἐπι Εὐκλεους .
ἐπειδη χαλεπως ἐφερον οἱ Ἑλληνες το των φορων ὀνομα , Καλλιστρατου οὑτω καλεσαντος , ὡς φησι Θεοπομπος ἐν ιʹ Φιλιππικων
9999975 ἐλευθεριους
των ἀλλοτριων ὀρεγονται . ἀξιον δ ' ἐννοησαι ὡς και ἐλευθεριους ὁ τοιουτος πλουτος παρεχεται . Σωκρατης τε γαρ οὑτος
: διο και τους ἐπι πλεον δαπανηρους καιπερ οὐκ ὀντας ἐλευθεριους ὁμως φιλουσι , διοτι ὁμοιον τι ἐχουσι τοις ἐλευθεριοις
9999975 εὐδαιμονεστατος
μεγιστον τε ἁμα και ὑγιεινοτατον βιον . Πομπιλιος Νουμας ὁ εὐδαιμονεστατος των Ῥωμαιων βασιλεων και μαλιστα περι την θεραπειαν των
παιδειας μετεσχεν , και τινα ἐργα ἐπραξε , και ὡς εὐδαιμονεστατος ἀνθρωπων ἐγενετο , τουτο δε ἀλλο τι βουλεται τῳ
9999975 ἀνερα
ἀσπις εἰς ἀσπιδα , καθ ' Ὁμηρον , κορυς κορυν ἀνερα δ ' ἀνηρ ἐρειδοι ” , ἐτι δε και
[ , ] εἰ ἐτεον γε πελει , κλεος , ἀνερα κεινον ῥηϊδιως και νερθεν ὑπο χθονος αὐγαζεσθαι . 〛
9999975 νοσουντες
πατριδος ἡμας ἐκβαλει το κακον . οἰσθα γαρ ὡς οἱ νοσουντες , ἐπειδαν μηδεις ὠφελῃ , του τοπου κατηγορουντες ὑπο
γενναιως και εὐχαριστως δεχου . και γαρ παντα φερουσιν οἱ νοσουντες , ἱνα τυχωσι θεραπειας . κἀκεινοι μεν πολλακις τα
9999975 ἐνδεικνυσθαι
των θεων . Το δε κατα ἑνδεκα μερη τι βουλεται ἐνδεικνυσθαι ; Ῥητεον οὐν ὡς ὁτι την δωδεκαδα ταυτην διειλε
του ἰσχυροτερου τους ἀσθενεστερους , οἱον μοι δοκεις και τοτε ἐνδεικνυσθαι , ὡς αἱ μεγαλαι πολεις ἐπι τας σμικρας κατα
9999975 ἐναρμονιων
δαιμονιως μηχανωμενος κερασματα τινων μελων διατονικων τε και χρωματικων και ἐναρμονιων , δι ' ὡν ῥᾳδιως εἰς τα ἐναντια περιετρεπε
τεσσαρων ἠ των ὁμοιων . γενει δε τα διατονικα των ἐναρμονιων ἠ χρωματικων , ἠ τα χρωματικα ἠ ἐναρμονια των
9999975 ἐγκωμιαζειν
οἱ τε μη εἰδοτες ἐφ ' οἱς ἐγκωμιαστεον ἐστιν οὐδε ἐγκωμιαζειν δυνανται : οἱ δε γε ῥητορες οὐκ ἰσασιν ἐφ
ὀντος αὐξειν και την του δρασαντος προαιρεσιν διαβαλλειν ἠ τοὐναντιον ἐγκωμιαζειν , ματαιον και σφοδρα ἀλογον : το δε μετα
9999975 κτητικον
ποταμων : Ἑλλανικος : Φιλικος ὀνομα κυριον : το γαρ κτητικον ὀξυνεται , και βραχυ ἐχει το ι : το
και Καπιννητης ] , ὡς Αἰγινατης και Αἰγινητης . το κτητικον Καπιννατιος . Καππαδοκια , χωρα τῃ Κιλικιᾳ προσχωρος ,
9999975 ὑπελαβον
. τινες μεν γαρ του ὑδροροδινου και του λινοσπερμου μιαν ὑπελαβον δυναμιν , σκοπον ἑνα την ψυξιν εἰσηγουμενοι , οὐ
πλανηθεντες τινες ὑπελαβον την ἀμβροσιαν εἰναι ὑγραν τροφην . . ὑπελαβον διελαβον . ἡ διπλη ὁτι μυρον μεν οὐκ ὀνομαζει
9999975 ἐπιτεταμενη
βελος ὀξυ . ἀχος δε ἐστι συγχυσις ψυχης , λυπη ἐπιτεταμενη : σαφες δε ἐκ του λεγειν τον ποιητην :
θερμασιας ; Δυο : ἠ γαρ ἀνειμμενη ἐστιν , ἠ ἐπιτεταμενη , τοὐτεστιν ἠ ἡττον , ἠ μαλλον : οὐκουν
9999975 ὑπερβαλλοντως
ἐχων αὐτην εὐτραπελος , ἡ δ ' ὑπερβολη βωμολοχια , ὑπερβαλλοντως τινος χρωμενου τῳ γελοιῳ και οὐτε ὡς δει οὐτε
Ἐνδιῳ : ὁ Ἐνδιος ἡ εὐθεια ἐς τα μαλιστα : ὑπερβαλλοντως . ὁθεν και τοὐνομα Λακωνικον . . . :
9999975 Ἀριστοτελης
* Τους Κυρηναιους λεγει , οὑς ὁ Βαττος , ὁ Ἀριστοτελης προτερον καλουμενος , ὡς εἰρηται , ἠγαγεν ἐκ Θηρας
. , . . , : και ἐλοπα μεν αὐτον Ἀριστοτελης και παντες οἱ φυσικοι καλουσι , και Ἀριστοφανης δε
9999975 ἀρκουσαν
ἡμιν δε ἀνδρων φιλτατος . τουτον ἀποδραντες οἰκεται και καταφυγην ἀρκουσαν νομισαντες Ὀνησιμον , ἀνθρωπον πονηρον , Συρον ἐμπορον ,
καιτοι προς τον κλητικον καλουμενον και μιαν πτωσιν ἑνος ὀνοματος ἀρκουσαν ὁρωντες , ὡς το “ Ἑκτορ ” και το
9999975 δαιμονιων
ὑπερ αὐτου γλωτταν ἀνεῳξεν . Ἱερεις δε και ζακοροι των δαιμονιων ἐπων αὐτου παντες ἐσμεν ἐξ ἰσου : Τουσδε δ
ἠ ἀμεινον το τραγικον ἐκεινο ἐπειπειν , πολλαι μορφαι των δαιμονιων , πολλα δ ' ἀελπτως κραινουσι θεοι , και
9999975 Καλλισθενους
ἐστιν ἡ των μετρονομων , ὡς Δειναρχος ἐν τῳ Κατα Καλλισθενους . ἠσαν δε τον ἀριθμον ⌈ ιʹ ⌉ ,
Φοινικωδη καλεισθαι . οὐκ ἀν οὐν εἰη το λεγομενον ὑπο Καλλισθενους ἀληθες , ὁτι ἀπο Φοινικων της Συριας των την
9999975 γεγραφοτων
. : ἐπει δε των κατα τους αὐτους καιρους Ἀρατωι γεγραφοτων παρ ' ἐνιοις ἀποδοχης ἀξιουται Φυλαρχος , ἐν πολλοις
διασκευας , αἱς κεχρηνται προς ἐκπληξιν των ἀκουοντων ἐνιοι των γεγραφοτων τας πραξεις ταυτας , πλειω τον ἐπιμετρουντα λογον διατιθεμενοι
9999975 Δημοκριτος
κατα τινα ἀναγκην , ἡν ὁποια ἐστιν οὐ διασαφει . Δημοκριτος Ἡγησιστρατου , οἱ δε Ἀθηνοκριτου , τινες Δαμασιππου Ἀβδηριτης
περιεχον δε πασας τειχους δικην στερεον ὑπαρχειν . Λευκιππος και Δημοκριτος χιτωνα κυκλῳ και ὑμενα περιτεινουσι τῳ κοσμῳ . Ἐπικουρος
9999975 συναπτουσης
ἐν εἱρκταις ἀποθνῃσκουσιν , και μαλιστα ἀλλοτριωθεντων των ἀγαθοποιων . συναπτουσης δε Ἀρει σφαγησονται . Φυλακτεον δε και ταυτα .
ποιεισθαι της Σεληνης ληγουσης και προς τους ἀγαθοποιους σχηματιζομενης ἠ συναπτουσης . παραφυλαττεσθαι δε ἱνα μητε ἐν Κριῳ μητε ἐν
9999975 ἀμεταβολον
του κανονος : οὐδε γαρ τα ἐχοντα προ του η ἀμεταβολον και προ του ἀμεταβολου φωνηεν , μη το ι
και τα ἐν αὐτῳ γεννασθαι . μονην δε την γην ἀμεταβολον εἰναι φησι , νομιζων αἰτιαν την των σχηματων διαφοραν
9999975 ἐνδεχομενης
ἐν τῳ πρωτῳ σχηματι αἰει ἐν τῃ ἐξ ὑπαρχουσης και ἐνδεχομενης μιξει τοιουτου γινομενου του συμπερασματος . εἰ δε ἡ
[ καταφατικης συλλογιστικη ἡ συζυγια ] οὐσης [ δε ] ἐνδεχομενης καταφατικης γινεται παλιν το πρωτον σχημα καθολου καταφατικην ἐνδεχομενην
9999975 ἀνακαθαιρειν
: αὑτη κολλαν τραυματα μεγαλα δυναται και τα ῥυπαρα ἑλκη ἀνακαθαιρειν και τα παχυτερα των ἑλκων ἰασθαι και προστελλειν κολπους
: διο και ὁϲα ταϲ μεγιϲταϲ ἐϲχαραϲ ἐχει μετα μελιτοϲ ἀνακαθαιρειν δυναται . ἐϲτι δε και πινομενη των καθαιροντων .
9999975 κινδυνευοντας
' αὐτην ταυτην ἠφειδουμεν ἡδεως . ὁθεν σεσωκαμεν μεν Ἡρακλειδας κινδυνευοντας ὑπ ' Εὐρυσθεως πανταπασιν ἐκτετριφθαι , και δι '
των προγονων διηγηματα , ὁτι ἐθος εἰχον ἐκεινοι σῳζειν τους κινδυνευοντας . ὁτι φυσις ὑμιν ἐξ ἀρχης σῳζειν τους κινδυνευοντας
9999975 καταγελαν
πραγμα . χρη δε και ἐν ταις κακολογιαις εἰρωνευεσθαι και καταγελαν του ἐναντιου , ἐφ ' οἱς σεμνυνεται , και
τα πολλα αὐτων αἰνιγματα ἐστιν , και οὐ πανυ χρη καταγελαν ἀμυητον ὀντα . Πανυ γουν μυστηριων , ὠ Ζευ
9999975 συγκειμενη
καθ ' ἑνος κατηγορουσα , συνθετος δε ἡ ἐκ τουτων συγκειμενη : ὡσαυτως δε και ἐπι των ἀποφασεων . ὡστε
πρωτην ῥιζαν . καθαπερ οὐν ἐκ πολλων φαινεται των πρωτων συγκειμενη ῥιζων , οὑτω και κατασχιζεται πολυειδως . πρωτον μεν
9999975 κου
Αὑτη ἡ νουσος προσπιπτει μαλιστα ἐν ἀλλοδημιῃ , και ἠν κου ἐρημην ὁδον βαδιζῃ και ὁ φοβος αὐτον λαβῃ ἐκ
ποικιλιᾳ της κρασεως , ποτε μεν συγκειμενον ἐκ διηγηματι - κου , ποτε δε ἐκ δραματικου , ποτε δε ἐκ
9999975 ἀμφιβολον
την των δικαστων ἐκκαλουμενον δοκιμασιαν : οὐδεις δε ὁ ἀπολογειται ἀμφιβολον κατασκευαζει : τι οὐν ἐρουμεν ; ὁτι ἐνταυθα οὐχ
ἠξιου τον πλουν και προπεμψαι τινας ἐς πειραν ὡς προς ἀμφιβολον ἀνδρα . ὁ δε εἰπων αἱρεισθαι παρασπονδουμενος ἀποθανειν μαλλον
9999975 ἀκολουθουντος
εἰναι φησιν , ὁσα και μονουμενα , ἠτοι μηδενος ἀλλου ἀκολουθουντος αὐτοις ἠ ἐκ της αἱρεσεως αὐτων ἀποβαινοντος , εἰσι
κινουμεν , ἐνταυθα δε ὡς βουλης οὐσης μονης και οὐδενος ἀκολουθουντος κακου παρα των δικαστων την ἐξετασιν ποιουμεθα , κἀκει
9999975 μαλακοις
' ὁλως εἰς λεπτα καταθραυεσθαι , τοις δε κραυροις και μαλακοις ἀνευ γλισχροτητος ἑτοιμως εἰς λεπτα λυεσθαι , προδηλον οἰμαι
ἐπι ταις πυριαις εὐδιορθωτον γινεται , χρησθαι δε και τοις μαλακοις προσθετοις και τῃ μηλῃ δε και τῳ δακτυλῳ ἀπευθυνειν
9999975 τρισμυριους
περι τετρακισχιλιους και ἐννακοσιους , του δ ' ἰσημερινου ὡς τρισμυριους τριακοσιους . , : . . . του γαρ
των μεν ἱππεων διαβιβαζει περαν του ποταμου του Πιναρου ἐς τρισμυριους μαλιστα τον ἀριθμον και μετα τουτων των ψιλων ἐς

Back