: ἐστι γαρ ξεναρκους υἱος . διο και το χ τεθεικε , και ὁτι κιρραθεν εἰρηκεν , οὑ γινεται ὁ
σφοδραν του στρατου ῥυμην . θ οἰκειως ταυτας τας λεξεις τεθεικε προς το νηος , το καταιγισαι λεγω και το
9999927 Λακεδαιμονιῳ
ἁς παρεσκευαζοντο , ἑτοιμαι ἠδη οὐσαι : και Θηριμενει τῳ Λακεδαιμονιῳ ξυναμφοτεραι ὡς Ἀστυοχον τον ναυαρχον προσταχθεισαι κομισαι , κατεπλευσαν
, ἑνι δε των ὁλων την ἡγεμονιαν ἀπεδωκαν Χειρισοφῳ τῳ Λακεδαιμονιῳ . οὑτοι δε διαταξαντες το στρατοπεδον εἰς την ὁδοιποριαν
9999927 τεθειη
ἀλλ ' ἱνα μη προαισθομενου μηδενος ἀνθρωπων μηδ ' ἀντειποντος τεθειη και γενοιτο κυριος αὐτοις ὁδ ' ὁ νυν ἀγωνιζομενος
φαυλον πραγμα , ἐφη , Κεβης , ζητεις . „ τεθειη δ ' ἀν και ἐπι του τυχοντος , οἱον
9999919 μαλακτικηϲ
ὁθεν και το ἐξ αὐτου ἐλαιον ἀδηκτου διαφορητικηϲ ἐϲτι και μαλακτικηϲ δυναμεωϲ και ταιϲ τηϲ ὑϲτεραϲ ϲκληροτηϲιν ἐπιτηδειον . και
ἀποϲταϲιν , ϲυνθετου δε δυναμεωϲ ἐϲτι ϲτυπτικηϲ τε ἁμα και μαλακτικηϲ : ὁθεν και ϲτομαχου και κοιλιαϲ και ἐντερων και
9999917 λεχθεισα
. Πολλα μεταξυ πελει κυλικος και χειλεος ἀκρου : παροιμια λεχθεισα ἐξ αἰτιας τοιαυτης : Ἀγκαιος παις Ποσειδωνος φυτευων ἀμπελωνα
: και ἐντευθεν μεθοδευομενη ἀπρακτος εὑρισκεται . Ἀρκει τοινυν ἡ λεχθεισα γυμνασια , ἁπλη οὐσα και πασῃ ταξει ἁρμοζομενη ,
9999917 ἐπανελθῃ
τηρειν τριακοστην , και ἀν μεν ἀπο της θηρας σωος ἐπανελθῃ , Διι σωτηρι θυειν , ἐαν δε ἀποθανῃ ,
συμβεβηκοτα φασκειν ἐγγυησεσθαι τε και μενειν αὐτου , ἑως ἀν ἐπανελθῃ ὁ Φιντιας . αὐτος μεν οὐν ἐπι τουτοις εὐθυς
9999913 λογιζομεθα
Ὡστε οὐτε ἡμεις ἡμεις οὐτε τι ἡμετερον ἐργον : οὐδε λογιζομεθα αὐτοι , ἀλλ ' ἑτερου λογισμοι τα ἡμετερα βουλευματα
οἱ πλειονες ἐννοιαν τινα του το δε τι οὑτως ἐχειν λογιζομεθα . Τριτην τα διαβεβλημενα : διαβεβλημενα τα μεμισημενα ,
9999912 κινηθεισα
τις αὐτον οὐτε πυρφορος θεου κεραυνος ἐξεπραξεν οὐτε ποντια θυελλα κινηθεισα τῳ τοτ ' ἐν χρονῳ , ἀλλ ' ἠ
μερους μερει γενομενου , ὡσπερ ἐν μιᾳ νευρᾳ τεταμενῃ : κινηθεισα γαρ ἐκ του κατω και ἀνω ἐχει την κινησιν
9999910 βουλοιμεθα
πολιταις δι ' ἡμων ἐγενετο , ταυτα και ὑμιν ἀν βουλοιμεθα , οἰμαι δε και πολυ μειζονως , ὁσῳ τιμιωτερον
, τῃ γουν προαιρεσει φιλους εἰναι , ἡξειν τε ὁποτε βουλοιμεθα , ὡς παρα φιλους ἀφικεσθαι βουλομενοις ἐσεσθαι : βουλομενοις
9999909 γεγενημεθα
, ἀλλ ' ἐν ταξει γε πατερων και παιδων ἀλληλοις γεγενημεθα . ἀρα σοι δοκω και αὐτος τρυφαν τας ἀφορμας
εὐθυς συναψαι το Δημοσθενικον , ὁτι οὐ μονον τοις γονευσι γεγενημεθα , ἀλλα και τῃ πολει : προς δε τουτοις
9999909 Ἠλειᾳ
τιθενται , ἀπο τουτου δε και την Ὠλενιαν ἐν τῃ Ἠλειᾳ πετραν φασιν ὀνομασθηναι , οἱ δε τον Φλιουντος Δαμεωνα
αὐτους ἐγκληματα , οὑτως ἑκκαιδεκα οἰκουμενων τηνικαυτα ἐτι ἐν τῃ Ἠλειᾳ πολεων γυναικα ἀφ ' ἑκαστης εἱλοντο διαλυειν τα διαφορα
9999908 χελιδονες
ἀκροπολιν το προτερον Διονυσιος , συνανηχθησαν οἱ και αἱ νεοττευουσαι χελιδονες ἐκειθι , και ἐμαντευοντο την ἐπανοδον ⋮ Ἐτι φασι
οὑτω δε αὐτο φησι βαρβαρως και δυσφραστως , ὡσπερ αἱ χελιδονες . και Αἰσχυλος το βαρβαριζειν χελιδονιζειν και Ἰων ἐν
9999908 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999908 ἐξεπεμψαν
. εἰτα ἠλθον εἰς Ἰτυκην . οἱ δε παλιν πρεσβευτας ἐξεπεμψαν τους πευσομενους εἰ τι ἑτερον αὐτοις οἱ Ῥωμαιοι ποιειν
ἐταττοντο . ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Ἀθηναιοι θαλαττοκρατουντες εἰς Ἀμφιπολιν ἐξεπεμψαν οἰκητορας μυριους , οὑς μεν ἐκ των πολιτων ,
9999908 δαπανημα
κωλυει το μεν ἐργον αὐτο μεγα εἰναι , το δε δαπανημα μικρον , οἱον σφαιρα ἠ ληκυθος ἡ καλλιστη ἐχει
τοις ἐν τελει βεβωσι πεισομαι . δηλοι δε και το δαπανημα , ὡς Εὐριπιδης : ματην εἰκοστον τοδ ' ἐκβαινῃ
9999907 τεθεισα
εἰναι μετα την μιαν των παντων ἀρχην , ἡ δε τεθεισα δια καταφασεως , ὁπωσδηποτε ἀνακαθαιρομενης και παντα ἑν λεγουσης
την του ῥυθμου . ἡ γαρ αὐτη λεξις εἰς χρονους τεθεισα διαφεροντας ἀλληλων λαμβανει τινας διαφορας τοιαυτας , αἱ εἰσιν
9999906 Λακωνικα
περι του υἱεος συμβουλευεσθαι ὁπη τε και ὁπως σωζων τα Λακωνικα ἠθη και ξενικων παιδευματων κοινωνησει . καμνω δε οὐ
αὐτο ἐκ παθους , το παληος ἀρχηος Ἀχηος Βοιωτια εἰσι Λακωνικα . προσκειται ἁπλα δια το Πολυνηος Εὐνηος Ἐχενηος θερμον
9999906 Ἀλεξανδρειᾳ
γνωμονος σκιας ἐπι την βασιν αὐτην του γνωμονος του ἐν Ἀλεξανδρειᾳ ὡρολογιου , αὑτη ἡ περιφερεια τμημα γενησεται του μεγιστου
της Ἀλεξανδρου τελευτης κατ ' Αἰγυπτιους Θωθ αʹ της ἐν Ἀλεξανδρειᾳ μεσημβριας το μεν ἀπογειοτατον της ἐκκεντροτητος ἀπειχεν της ἐαρινης
9999905 ὀγδοης
Ἀθηνησιν Ἰσαγορου παρειληφεναι την ἀρχην κατα το πρωτον ἐτος της ὀγδοης και ἑξηκοστης ὀλυμπιαδος . Και μην ἀπο γε της
οὑς δ ' ὑπακουσαντας ἀπελυσαν . ταυτα μεν οὐν της ὀγδοης . . . . : ἐν δε τηι ἐνατηι
9999905 αἰσθητηρια
ταυτα συμβαινει , ὡς λεγομεν . Ὁτι δε ταχυ τα αἰσθητηρια και μικρας διαφορας αἰσθανεται , σημειον το ἐπι των
δυναμις ἡ αἰσθησις , ἀλλ ' ἐν τῃ προς τα αἰσθητηρια οὐσιωμενη νευσει και του ζῳου οὐσα συμπληρωτικη οὐδε ἐνεργειν
9999905 ἁρμονικη
κιθαριζει , ὁ δε πολιτευεται . ἡ δε γεωμετρικη και ἁρμονικη και ἀστρολογικη θεωρητικαι : οὐτε γαρ πραττουσιν οὐτε ποιουσιν
οὐκετι δε και τῃ γεωμετρικῃ . ἰδιον δε ἐχει ἡ ἁρμονικη το ὑπο μεσου και συναμφω των ἀκρων εἰναι διπλασιον
9999904 ἀνωτατω
τῳ θεῳ , αἱ δε ἀνθρωποις , θεῳ μεν αἱ ἀνωτατω και μεγισταιἱλεως γαρ οὐ γινεται τοις οὑτως ἀσεβουσιν ,
προ κατηγοριας και ἀπολογιας ἠδη τῃ ψυχῃ κατεγνωκοτος και τας ἀνωτατω τιμωριας ὡρικοτος ἐπ ' αὐτῳ . χαλεπον δ '
9999904 ὑπελαβες
ἐφη : „ ἀλλα πεπλανησαι , ὠ αὑτη , εἰ ὑπελαβες με καταβησεσθαι . ἐγω γαρ ἀπ ' ἐκεινου ἀλωπεκας
ξενε , φαινῃ προς σαυτον ὀντως ἠπορηκως λεγειν ; Ὀρθως ὑπελαβες , ὠ Κλεινια . προς δε δη κοινωνους ὑμας
9999904 διδασκομεθα
προ των Κατηγοριων ἀναλεγεσθαι , εἰ γε ἐνταυθα τας φωνας διδασκομεθα , ἐκει δε τα πραγματα , προηγειται δε ἀει
εἰς πασαν φιλοσοφιαν , εἰ γε πασαν φιλοσοφον φωνην ἐνταυθα διδασκομεθα . ἀλλα και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους : τεσσαρες
9999904 χρησωμεθα
ἐνθαδε ἐπι την ΑΕ ἡ ΓΘ : ὁποθεν γαρ ἀν χρησωμεθα τῃ της καταγραφης ἀγωγῃ , τους αὐτους εὑρησομεν ἐκβαινοντας
δε και πληθος εἰη και ποιοτης , τοτε τοις ἀμφοτεροις χρησωμεθα , προτερον μεν τῃ φλεβοτομιᾳ , ἱνα διαπνοιαν χαρισωμεθα
9999904 ἀπαλλαγεισα
οἰκων ἀναφωνει και ἀνυμνει , των πολεμικων καματων ἐξ ἀπροσδοκητου ἀπαλλαγεισα και δια την σην δυναμιν ἐλευθερον βλεπουσα . ἀλλως
ἀνδρος ἀπο των του σωματος ἡδονων και παθηματων , ὁταν ἀπαλλαγεισα του περι ἐκεινο ταραχου , και ἐπιστρεψασα εἰς ἑαυτην
9999903 μελανοϲ
, πεπερεωϲ λευκου ἰϲα : μελιτι . Πεπερεωϲ λευκου και μελανοϲ , δαυκου Κρητικου , ϲικυου ἡμερου ϲπερματοϲ , μαραθρου
. χαλκανθου # β , ἀρϲενικου # α , ἐλλεβορου μελανοϲ , κανθαριδων θωρακων ἀνα ⋖ α ∠ ʹ ,
9999903 πρεσβειᾳ
πεποιθοτες ἐσμεν , ἀλλα το παν ἀνεθεμεθα τῃ δυνατῃ σου πρεσβειᾳ , της σης προνοιας και αὐθις ἐπιτυχειν ἐπελπιζοντες .
ποιουμεθα . Τουτων οὐδεν Αἰσχινης εἰπε προς αὑτον ἐν τῃ πρεσβειᾳ , ἀλλ ' ἀντι μεν της πολεως την Φιλιππου
9999903 δουλα
καθεστηκ ' οὐς ' ἐλευθερων ἀπο : τα βαρβαρων γαρ δουλα παντα πλην ἑνος . ἀγκυρα δ ' ἡ μου
κρειττω και ἀμεινω δεσποζοντα , τα δε ἡττω και χειρω δουλα : των οὐν αὑτου τα δεσποζοντα ἀει προτιμητεον των
9999902 γραμματειῳ
] ἐμου . Γ τουτι περι : ⌈ ἐν τῳ γραμματειῳ ὁ Βδελυκλεων ἀπογραφεται , ⌈ ὡς ὁτι ἀντιβολουνται οἱ
μεμαρτυρηκεν ἀντιγραφα εἰναι των διαθηκων των Πασιωνος τα ἐν τῳ γραμματειῳ γεγραμμενα , τας δε διαθηκας μη ἐχει ἐπιδειξαι μηθ
9999902 ὡροσκοπουν
περι την ὡροσκοπουσαν μοιραν , πολλακις και περι αὐτο το ὡροσκοπουν ζῳδιον και αὐτην την ἡμεραν . και ἐπειδη περι
προγεγονυια συνοδος ὁποταν ἐπικεντρος τυχῃ , και μαλιστα κατα το ὡροσκοπουν ἠ το μεσουρανημα . προς δε τας θηλειας μιξεις
9999902 ἐτελευτησε
οὑς ἠν κρυφα Παρυσατις , καθ ' ὁν καιρον ἐκεινος ἐτελευτησε , δια εὐνουχων καταχωσασα . . . : ἐπει
καταντησει ἐκεισε ὁ περιπατος . Μη ἀποφηνον περι ἀποδημουντος ὁτι ἐτελευτησε , πριν ἀν σκοπησῃς , ὁτι οὐ μεθυει ,
9999902 συμμαχιᾳ
και παρασκευων ἀντεφωρμησαν ἁμα και τῃ ἀκαθαιρετῳ του δικαιου χρωμενοι συμμαχιᾳ , δι ' ἡν εὐτολμοτεροι τε ἠσαν και ἀγωνισται
τῳ Ἐφιαλτου πλεοντι μετα δεκα τριηρων Ἀθηνηθεν εἰς Κυπρον ἐπι συμμαχιᾳ τῃ Εὐαγορου , και λαμβανει πασας , ὑπεναντιωτατα δη
9999902 ἀριθμητικη
ἡ τῳ αὐτῳ λογῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και ὑπερεχομενη : ἀριθμητικη δε ἡ τῳ αὐτῳ ἀριθμῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και
ῥητορικη ἀπο του ῥειν τον λογον ἀφθονως . Ἡ δε ἀριθμητικη διδασκει ἡμας την των ἀριθμων μεθοδον και ποσα τα
9999902 τετταρα
τρεις προς τοις πεντηκοντα πηχεις . Πηδαλια δ ' εἰχε τετταρα τριακονταπηχη , κωπας δε θρανιτικας , ὀκτω και τριακοντα
και ἐνδιαιτημα ἑτερας ἐστι χρειας . Τιμηματα δ ' ἠν τετταρα , πεντακοσιομεδιμνων ἱππεων ζευγιτων θητων . οἱ μεν ἐκ
9999902 θεμελια
οὑ δεμελια , και τροπῃ του δ εἰς θ , θεμελια . Θερω : το θερμαινω . παρα το θεω
ἑκαστου δεχομενου ἀνα διακοσιους ἱππους , ὡν ἐτι νυν τα θεμελια δεικνυσθαι . Οὐ μονον δε τουτον τον βασιλεα παρειληφαμεν
9999901 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999900 ῥηθεισα
το δικαιον , ὡς αὐτη γε ἡ διαιρεσις και ταξις ῥηθεισα δειξει . Σκοπος δε Δημοσθενει συγκροτησαι και αὐξησαι την
γενεσθαι . Και μαλα γε ἡμιν , ὠ Σωκρατες , ῥηθεισα πασιν κατα νουν . Ἀρ ' οὐν οὐ το
9999900 Κολοφωνιοι
ὀχθας : οὐ γαρ πιαινει ταυτα μυχους πολεως . . Κολοφωνιοι δ ' , ὡς φησι Φυλαρχος [ . ]
ἀφεντος τον τοπον ἀτελη παλιν ηὐξηθη . . . : Κολοφωνιοι δ ' , ὡς φησι Φυλαρχος , την ἀρχην
9999900 κρατερῳ
θεοειδης μαρναμενος Περσων πολιας και τειχεα μακρα ἀγχεμαχων διεπερσε πυρι κρατερῳ τε σιδηρῳ , νωλεμεως δ ' ἐδαμασσε πολεις τε
ἀρα οἱ φρονεοντι παριστατο Φοιβος Ἀπολλων ἀνερι εἰσαμενος αἰζηῳ τε κρατερῳ τε Ἀσιῳ , ὁς μητρως ἠν Ἑκτορος ἱπποδαμοιο αὐτοκασιγνητος
9999900 ἐνεργητικα
ὁριστικοις ὡμοφωνησεν . ] ἐαν τυπτῃ : καθολου τα τριτα ἐνεργητικα των ὑποτακτικων δευτερα εἰσι των παθητικων , ἐαν λεγω
τυπειϲθαι Μετ ' ὀλιγον μελλοντοϲ του και ἀττικου τετυψεϲθαι Προϲτακτικα ἐνεργητικα χρονου ἐνεϲτωτοϲ και παρατατικου Ἑν . τυπτε τυπτετω Δυ
9999900 πεντεκαιδεκα
δρεπανηφορα διακοσια , ἐλεφαντες δε οὐ πολλοι , ἀλλα ἐς πεντεκαιδεκα μαλιστα Ἰνδοις τοις ἐπι ταδε του Ἰνδου ἠσαν .
, και σελινου σπερμα το ἰσον , και σηπιης ὠα πεντεκαιδεκα ἐπ ' οἰνῳ γλυκει κεκρημενῳ προσθειναι , και ἐπην
9999900 ἀμελειᾳ
, ταχ ' ἀν που ἐν μεθαις ἠ τινι ἀλλῃ ἀμελειᾳ τω ἀκολαστω αὐτοιν ὑποζυγιω λαβοντε τας ψυχας ἀφρουρους ,
ἑαυτον ἀγειν , ἱνα αὐτους βασανισῃ , ἐπειδη τῃ τουτων ἀμελειᾳ πολλοι ἀπεθνῃσκον . „ ἀλλα συ μη φοβηθῃς :
9999900 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999900 ἐξελιπεν
Τῳ δ ' ἐπιοντι ἐτει , ᾡ ἡ τε σεληνη ἐξελιπεν ἑσπερας και ὁ παλαιος της Ἀθηνας νεως ἐν Ἀθηναις
. : μετα δε τας σπονδας και τας νενομισμενας κατευχας ἐξελιπεν ἡ σεληνη . και τοις μεν περι τον Διωνα
9999899 τελικη
Διονυ , ἁ παρῃτηται το ι , ὁτι ἡ υι τελικη οὐ γινεται . Φησι δε ὁταν ἐχῃ την αἰτιατικην
σημαινομενα της αἰτιας . Και γαρ ποιητικη και παραδειγματικη και τελικη αὐτων αἰτια . Ὁτι μεν οὐν ποιητικη αἰτια ἐστι
9999899 ἐνομοθετησε
Τενεδον ἀπ ' ἐκεινου : ὁς και βασιλευσας της νησου ἐνομοθετησε τοις τα ψευδη κατηγορουσιν ὀπισθεν παρεσταναι τον δημιον πελεκυν
ἐν τοις ὑπνοις φαντασματα παρῃτειτο . κοινως μεν οὐν ταυτα ἐνομοθετησε περι τροφης , ἰδιᾳ δε τοις θεωρητικωτατοις των φιλοσοφων
9999899 σωτηρες
προσεκυνησε τον οὐδον και τους καθημενους ἐπιφθεγξαμενος , Χαιρετε θεοι σωτηρες , ὑπερβολην οὐδεμιαν ἀπολιπων κολακειας ἀνανδρου και γυναικισμου .
τις ἀρα μοι δαιμονων ἐπικουρος ἐγενετο ; μη ποτε οἱ σωτηρες Ἀνακτες [ ] , ὡς Σιμωνιδην τον Λεωπρεπους του
9999899 λογιστικῳ
ἐν ἀλλῳ μερει της ψυχης συνισταται ἠ ἐν μονῳ τῳ λογιστικῳ , αἱ μεν περι το παθητικον ἀρεται οὐχ ὑπαρχουσι
ψυχῃ τριτον τουτο ἐστι το θυμοειδες , ἐπικουρον ὀν τῳ λογιστικῳ φυσει , ἐαν μη ὑπο κακης τροφης διαφθαρῃ ;
9999899 γραμματεα
πεντακοσιοις , εἰτ ' ἐν δικαστηριῳ . προσαιρουνται δε και γραμματεα , ὁς ἐννομῳ δικαστηριῳ κρινεται . εἰσαγωγης : ἀρχης
δοξαν καταλιπειν : ψευσθεις δε της ἐλπιδος ἀντι σου τον γραμματεα , ὁν οὐθεν ἐδεομην , ἀνῃρηκα τῃ τε πορφυρᾳ
9999899 ἀπεπλευσε
των περι Κυρηνην στασιαζοντων Πτολεμαιος ἐπελθων και παντα καταστησαμενος ὀπισω ἀπεπλευσε . Περδικκας δε Ἀντιγονωι ἐπιβουλευων εἰς δικαστηριον ἐκαλει :
διεταφρευε , μεχρι καταπλευσαντος αὐτῳ του στολου περι δειλην ἑσπεραν ἀπεπλευσε , τους εὐτολμοτατους ἐπι των τειχων ὑπολιπων : οἱ
9999899 τραχειᾳ
τε ἁγνον πορον των οἰωνων λιπουσα , προσπελαζω ταυτῃ τῃ τραχειᾳ γῃ : λεγει δε τουτο δια τον Καυκασον :
, ἀλλα και ἀπο της ποιας συνθεσεως , ὁταν μη τραχειᾳ χρωμεθα τῃ ἐξαγγελιᾳ , μηδε περιοδους ἐχουσῃ και ἐνθυμηματα
9999899 βακτηρια
Συκινη μαχαιρα : ἐπι των ἀσθενεστατων και εὐτελων . Συκινη βακτηρια : και : Συκινη ἐπικουρια : ἐπι των ἀσθενως
αἱ δε δη Λακωνικαι ᾠχοντο μετα σου κατα τι χἠ βακτηρια ; ἱνα θοἰματιον σωσαιμι , μεθυπεδησαμην μιμουμενη σε και
9999898 δρομημα
: ἐγενηθη δε τις ὡρᾳ νυκτερινῃ τριτῃ . το δε δρομημα της Σεληνης ἐστι μοιρων ιβʹ ∠ ʹ ιεʹ .
μοιρᾳ ζʹ , Σεληνη Παρθενου μοιρᾳ λʹ : ἑως ὀψε δρομημα μοιρων ιδʹ ιεʹ . το δ ' ἐκ της
9999898 βουλεσθε
, και διδωμι ὑμιν συν τοις ἀλλοις Χαλδαιοις βουλευσασθαι εἰτε βουλεσθε πολεμειν ἡμιν εἰτε φιλοι εἰναι . και ἠν μεν
και του λοιπου της πολεως ἐδαφους , εἰ τι χαριζεσθαι βουλεσθε αὐτοις , μη περιιδειν το της Ῥοδου καθαπαξ ὀνομα
9999898 ἡλικες
ὠ πιστων πατερων πιστα ἐμοι τεκνα , πιστοι υἱοι , ἡλικες τε και ἰσηλικες της ἐμης ἡλικιας , τινα πονον
, εὐταξιας . μεμηλοτες : φροντιζοντες , φροντιδα ἐχοντες . ἡλικες : συνομηλικοι . Κλητοι : καλεστοι . αὐτομολοι :
9999898 λευκα
και πασα ἡ τετραπους ἀγελη , καθα φησι Θεοφραστος , λευκα ἐκ μελανων γινεται ἠ πυρρων . και ἐν Εὐβοιᾳ
τον ὠμον χυμον ἀκμαζειν τοις σωμασιν . Και τα μεν λευκα των χρωματων τοιαυτα μεν σημηνειεν , καθοσον δ '
9999898 γνωσομεθα
δευτερῳ : και ἐαν ἀποκριθῃς μοι εὐσταθως , δηλον ὁτι γνωσομεθα ὁτι ἡ καρδια σου οὐκ ἐξισταται . Και παλιν
ὁριζειν τα δια μεσου πελαγη , ἁπερ ἐν τοις ἐφεξης γνωσομεθα . Ἀπωθεν της Εὐρωπης , κατα μηδεν μερος συναπτουσα
9999898 τευθιδες
τευθιδα . Ἐπιχαρμος : πωλυποι τε σηπιαι τε και ποταναι τευθιδες . Ἀρχεστρατος δε φησι : πωλυποι ἐν τε Θασῳ
ὀνοματα αὐτων ἀκουω κεκρυφαλον ἐχινον ἠνυστρον . σηπιαι δε και τευθιδες δυο νεμονται προβοσκισιν : οὐ γαρ τοι χειρον οὑτως
9999898 μεμνημεθα
τῃ σαυτου δοξῃ περιθεις . ἀει μεν οὐν σου και μεμνημεθα και συν ἐπαινοις , το γραφειν δε ἡμιν ὑπο
ὑπο σεισμου , ὁς αὐτοις ἐτυχε μεγιστος γε δη ὡν μεμνημεθα γενομενος , ξυμπεπτωκυιαν ἐκπορθει , των ἀνθρωπων ἐς τα
9999897 ἀπανευθε
ᾐδεε Πατροκλον τεθνηοτα διος Ἀχιλλευς : πολλον γαρ ῥ ' ἀπανευθε νεων μαρναντο θοαων τειχει ὑπο Τρωων : το μιν
ἐν δε μιν αὐτον εὑρ ' , ἑταροι δ ' ἀπανευθε καθηατο : τω δε δυ ' οἰω ἡρως Αὐτομεδων
9999897 γνωρισμα
μεσον ὁ δικαιος και ἡ δικαιοσυνη , ὁ ἐστιν ἀρετης γνωρισμα . εἰ γαρ ὁ ἀδικος παρανομος και πλεονεκτης ,
Γ : οἱ ἱερεις και οἱ μαντεις δαφνῃ ἐστεφανουντο εἰς γνωρισμα της τεχνης . Γ ὡς ἀλαζων Γ : ὡς
9999897 ὠνομαζετο
προς μητρος Ἐμισηνος ἐγεγονει . ὁ πατηρ δε αὐτῳ Βασιλιδης ὠνομαζετο , Θεοκλεια δε ἡ μητηρ . εὐφυης δε ἐπι
μυριοις ἐτεσι προτερον ἠ Μενελαον ἐκεισε προσχειν το χωριον οὑτως ὠνομαζετο . και οὐκ ἀντικρυς μεν ἐλεγε τοὐνομα τουτ '
9999897 λαμπαδες
οἱ ἀστερες περιπολευονται , ἀστερες κομηται πωγωνιαι , δοκιδες , λαμπαδες , βοθυνοι , γαλαξιας κυκλος , ἰρις , νεφη
κομηται , οἱ δε ἀνω το φως νενευκος ἐχοντες καλουνται λαμπαδες . ὁποτε δε ἐπιμηκες ἐχουσι το φως , καλουνται
9999897 Λακωνα
, ἀποκαταστησον . Το μηκος διπλασιαζε , ἀποκαταστησον . Τον Λακωνα ἐξελισσε , ἀποκαταστησον . Τον Μακεδονα ἐξελισσε , ἀποκαταστησον
πεφευγοτα προς αὐτον , καταγελασας δε των ἀποκρισεων ἐπηρωτησε τον Λακωνα , Ποτερον οἱ Ἑλληνες ὀξυτερον των ἐμων ἱππων φευξονται
9999897 τεττιγες
τεκμηριον ὁτι αὐτοχθονες ἠσαν οἱ Ἀθηναιοι , ὡς και οἱ τεττιγες . τεττιγων : ἀρχαιον το τους τεττιγας ἀναπλεκειν ,
προς τῳ ἀστει . ἱζησαντων δε ὑπο πλατανῳ οἱ μεν τεττιγες ὑποψαλλουσης αὐτους της αὐρας ἐν ᾠδαις ἠσαν , ἀναβλεψας
9999896 συνδεσμῳ
παρακεισεται ἐγκλιτικον ἀοριστον το που . Χαριν . Δοκει ἰσοδυναμειν συνδεσμῳ τῳ ἑνεκα , χαριν Ἀπολλωνιου ἑνεκα Ἀπολλωνιου . φησι
, συμπεριελαμβανεν ἀν και την τοιαυτην προτασιν . Ἠ ὁ συνδεσμῳ εἱς : λεγει ὁ Ἰαμβλιχος ὁτι ἀνω το συνδεσμῳ
9999896 τεταρτηϲ
ἀπυρεξιαν ὁμογενηϲ ἐϲτιν αὐτοιϲ . κατα ταυτα δε ὁ δια τεταρτηϲ παροξυνομενοϲ , εἰϲ ἀπυρεξιαν δε μη παυομενοϲ ὁμογενηϲ ἐϲτι
δυναμιν , μετριωτεραν δε . Πηγανον το μεν ἀγριον τηϲ τεταρτηϲ ἐϲτι ταξεωϲ των θερμαινοντων τε και ξηραινοντων , το
9999896 χιλια
δεξιᾳ ἐχοντι την Ἑνετικην . ὁ δε πας Ἰστρικος παραπλους χιλια τριακοσια . Ἑξης δ ' ἐστιν ὁ Ἰαποδικος παραπλους
Ἁλυκου καλουμενου ποταμου . ἐτισε δε Διονυσιος τοις Καρχηδονιοις ταλαντα χιλια . και τα μεν κατα Σικελιαν ἐν τουτοις ἠν
9999896 πινετω
ὀνειον γαλα ἑφθον ἐς ὑποκαθαρσιν ἠ βοειον ἠ αἰγειον : πινετω δε και ὠμον το βοειον γαλα , τριτον μερος
παλαιῳ . Ἠ αἰγειρου κρητικης κοκκους ἐννεα τριψας ἐν οἰνῳ πινετω . Ἠ βατραχιου του φυλλου και του ἀνθεος τετριμμενου
9999896 σκληρια
: ἠ καλαμου ῥιζας λειοτριβησας μετα μελιτος : εἰ δε σκληρια εἰη , μετα μελικρατου : ἠ ἀριστολοχιαν μετα μελιτος
ἐπιφαινοιτο , εἰδεναι χρη ἐρρηχθαι το ἀποστημα . εἰ δε σκληρια πολυχρονιος και ὀγκος ὑποπιπτοι και δοκοιη αὐτοις ὡσπερ τι
9999896 διελεχθη
γραφων βιβλιον , ᾡ και ζωσῃ το πρωτον φωνῃ ῥητορικα διελεχθη μαθηματα : ἐπειδη και , ἡνικα τας εὑρεσεις αὐτον
. πρωτον μεν γαρ παρελθων εἰς την Σπαρτην ἐν ἀπορρητοις διελεχθη τῳ βασιλει των Λακεδαιμονιων Ἀρχιδαμῳ , ὁτι κοινος ὁ
9999896 καμινῳ
ὀπτης ὁμοιως τριωβολον : ὀπταται δ ' ἡ σκιλλα ἐν καμινῳ , ἑως ἀνθρακωθῃ αὐτης τα ἐξωτερα , και διδοται
το συμβαν και ἠκολουθησε και εὑρε τον Νικιαν ἐν τῃ καμινῳ καταφλεγεντα , ἐκ των λειψανων συμβαλων το γενομενον .
9999896 Μιλτιαδην
ἐργῳ . Τελευτησαντος δε και Στησαγορεω τροπῳ τοιῳδε , ἐνθαυτα Μιλτιαδην τον Κιμωνος , Στησαγορεω δε του τελευτησαντος ἀδελφεον ,
ἐπαινουμεν κατα τους νομους οὑς ἐθηκαν , πως οὐ δικαιον Μιλτιαδην ἐπαινειν , ὁς ἐργῳ τουτον ἐθηκε τον νομον ,
9999896 ἀνεγινωσκε
ὑπερβαλλειν . Ἀντιφανης ὁ κωμῳδιοποιος , ἑταιρε Τιμοκρατες , ὡς ἀνεγινωσκε τινα τῳ βασιλει Ἀλεξανδρῳ των ἑαυτου κωμῳδιων , ὁ
και νυκτος οὐσης μη καρτερων ἐκτος εἰναι των βιβλιων ἐγερθεις ἀνεγινωσκε : σβεσθεντος δε του λυχνου οὐκ ὠκνει και μακραν
9999896 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999896 εὐνηθεισα
τεκε δι ' Ἀφροδιτη , Ἰδης ἐν κνημοισι θεα βροτῳ εὐνηθεισα . οὐκ ἐρωσιν , οὐ πασχουσιν : ἠ γαρ
[ ] ιος ? ἱληκοιτε [ ] Φλεγυηισι συν ἀνδρασιν εὐνηθεισα [ ] : [ ] ! οι και ἐπειτα
9999895 ἀμφι
ἐπιθοντο , και οἱ πεφραδετην , ὁσα περ πεπρωτο γενεσθαι ἀμφι Κρονῳ βασιληι και υἱει καρτεροθυμῳ : πεμψαν δ '
τον κοσμον των δρωμενων : τοτε δε προσαγοντας ἠδη τους ἀμφι Ἀλεξανδρον οὐκ ἐδεξαντο , ἀλλα λειπουσι τους πρωτους λοφους
9999895 ἐλευθεριῳ
ἡμιν ἐγενετο , θυσας ἐν τῃ Πλαταιων ἀγορᾳ ἱερα Διι ἐλευθεριῳ και ξυγκαλεσας παντας τους ξυμμαχους ἀπεδιδου Πλαταιευσι γην και
και ἑπου . ” και ἰδοντες αὐτον οἱ ἐν τῳ ἐλευθεριῳ δεσμωτηριῳ περιεβαλλον παντες , ὡς οὐδ ' οἰηθεισιν αὐτοις
9999895 τελικα
ἀπολογια εὐ ἐχει : οἱ δε λεγοντες , ὁτι τα τελικα κεφαλαια ἐν πασαις στασεσιν εὑρεθησονται , ἠγνοησαν , ὁτι
και το ς , των ἀρσενικων και των θηλυκων εἰσι τελικα , οἱον φιλοι Ἑκτορες , Μουσαι μητερες : το
9999895 τοποιϲ
δυναμιν βλαβενταϲ ἠ τινα των μυξωτηρων ἐμπεφραγμενον ἐχονταϲ ἐν ξηροτεροιϲ τοποιϲ την διατριβην ποιειϲθαι , οἱον εἰϲιν οἱ παραθαλαττιοι ,
δια κραυγην ἠ χυμου δριμυτητα ἐκλεαινει , περιπλαττομενα τοιϲ πεπονθοϲι τοποιϲ και προϲμενοντα ὡϲπερ τι καταπλαϲμα και τῳ τηϲ ὁληϲ
9999895 Κυκλωπας
χρωνται νομοις . ὁ γαρ Ἀρισταρχος λεγει δικαιους εἰναι τους Κυκλωπας ἐκτος του Πολυφημου : φησι γουν περι αὐτων “
μ ' ὁ φορτος εὐφρων ἐπι κωμον ἠρος ὡραις ἐπι Κυκλωπας ἀδελφους . φερε μοι , ξεινε , φερ '
9999895 Κλεοπατρα
ὡς ἐπιβεβουλευκυιας και τα περι την ἐκφοραν βασιλικως ἐφιλοκαλησεν . Κλεοπατρα μεν οὐν περιμαχητος γενομενη παρα τοις ἐπιφανεστατοις ἡγεμοσι προ
. ἀλλα και το της ἀσπιδος δηγμα πραοτατον εἰναι ἠλεγξε Κλεοπατρα , ὁτε του Σεβαστου προσιοντος ἀνωδυνον θανατον ἐν τοις
9999894 γλυκυτητα
του φοινικοϲ καρποϲ και των οἰνων ὁ ϲουρεντινοϲ και ὁϲοι γλυκυτητα τῃ ϲτυψει ϲυμμεμιγμενην ἐχοντεϲ . γλυκυϲ δε μονον ἐϲτιν
ὀλιγην δε τροφην διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και
9999894 Φαρναβαζος
ὁπως προς ἀλληλους ὡς πλειστον χρονον διαφερωνται . ὁθεν ὁ Φαρναβαζος διαλαβων εὐ λεγειν τον Ἀλκιβιαδην , παλιν τον στολον
εἰπων τῳ Φαρακι ὡς ὀκνοιη μη ὁ Τισσαφερνης και ὁ Φαρναβαζος ἐρημην οὐσαν καταθεοντες φερωσι και ἀγωσι την χωραν ,
9999894 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999894 ἀμοιβαια
. ἠν δ ' εὐρυπρωκτος ᾐ : ἐκθεσις της διπλης ἀμοιβαια , ἡς προτιθενται στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι δʹ :
δοκῃ της σκηνης : τῃ δε παραγραφῳ ἠτοι κατα προσωπα ἀμοιβαια , ἐν τε τοις ἰαμβικοις και τοις χορικοις ,
9999894 αὐθαδειᾳ
Πωλος ἀμφοιν , του μεν τῃ ἐπιεικειᾳ του δε τῃ αὐθαδειᾳ ἀπολειπομενος . ἀλλ ' οὐ μοι δοκει ποιειν κτλ
' ἀπελογουντο διδασκοντες , ὁτι της ὑβρεως οἱ δημαρχοι ἀρξειαν αὐθαδειᾳ χρησαμενοι και τολμησαντες εἰς ὑπατων σωματα παρανομειν , το
9999894 διδασκαλῳ
πιστευει τῳ λεγειν και ταις χιλιαις δραχμαις ἁς δεδωκεν τῳ διδασκαλῳ , κελευσατε αὐτον διδαξαι ὑμας , ἠ ὡς τα
: και ἐνοικιον μεν τῳ σταθμουχῳ : μισθον δε τῳ διδασκαλῳ : και τῳ πιπρασκοντι ἀῤῥαβωνα . Ἑκαστη δε ἀρετησυνωνυμως
9999894 Ἀρταξερξου
και μονον ἀντι σεμνοτητος ἐξηρκεσε και προσηπται τῳ ὀνοματι τῳ Ἀρταξερξου ὁ Μνημων ὡσπερ ἀλλο τι ἐγκαλλωπισμα , ἐγω δε
ὁ τι σε προσηκει καλειν , Δαρειος ὁ Κυρου και Ἀρταξερξου πατηρ τα βασιλεια ταυτα κατασχων ἑξηκοντα , οἰμαι ,
9999894 ἐξεθετο
ὠδυνατο . Ἐν τουτῳ τῳ τμηματι ὁ Ἱπποκρατης και φυσικους ἐξεθετο λογους και θεραπευτικους ὀδυνων . τοιγαρουν ὑποτιθεται νοσημα ,
συνεπισχυσει . Ταυτα παντα και ὁ Ὠριων ἐν τῳ βιβλιῳ ἐξεθετο . Ἐπει δε τινες φθονῳ φερομενοι ἠ ἀπειριᾳ μονομερως
9999894 αἰτιατικῃ
ἰσοσυλλαβως κλινομενον ἡνικα ποιει οὐδετερον ὁμοφωνον αὐτο ποιει τῃ ἰδιᾳ αἰτιατικῃ , καλος καλου τον καλον και το καλον ,
μεν τα της ἐνεργειας οὐ προσδιετεθη , τῃ μεντοι ἐγκειμενῃ αἰτιατικῃ , ἡς και μονης ἀν εἰη το παθητικον ,
9999894 ἀπλανη
αἰσθησις φυσικως παρα του λογου της ἐπιστημονικης μεταλαμβανει τριβης προς ἀπλανη των ὑποκειμενων διαγνωσιν . Ξενοκρατης δε τρεις φησιν οὐσιας
εἰσι παντες οἱ ὑποβεβηκοτες νοες του ἑνος του κινουντος την ἀπλανη . εἰ δε ἐρεις και δια τι τον νουν
9999894 Θετταλοι
δικαιον . των Θετταλων ἱππεων ] ἀγαν γαρ οἱ μεν Θετταλοι ἱπποται εἰσιν ἀριστοι , οἱ δε Θηβαιοι ὁπλιται γενναιοτατοι
ἀλλῳ τινι τροπῳ ; Ὠ Μενων , προ του μεν Θετταλοι εὐδοκιμοι ἠσαν ἐν τοις Ἑλλησιν και ἐθαυμαζοντο ἐφ '
9999893 ἐτραπετο
νεου συν ἑτερῳ στρατῳ φθασαντος ἐδεισε και ἐς την Κελτικην ἐτραπετο ὡς εὐκαιρον ἐφ ' ἡμιν ὁρμητηριον , ὁτι και
πασι , και οὐκ ἐξεπυησεν , ἀλλ ' ἐπι κυστιν ἐτραπετο : Κρατιστωνακτι , ὁς παρα Ἡρακλειῳ ᾠκει , και
9999893 πλατειᾳ
ἐκ τουτου διαδιδομενης δυσφοριας τινος εἰς ὁλον το σωμα , πλατειᾳ χειρι καταληπτεον το στομα της κοιλιας ἠ παιδιον συγκατακλινειν
. μηρους γε μην τους ὑπο τῃ οὐρᾳ ἠν ἁμα πλατειᾳ τῃ γραμμῃ διωρισμενους ἐχῃ , οὑτω και τα ὀπισθεν
9999893 ῥητορες
ἐδικασε : και εἰ ἁλῳ , ἀτιμος ἐγινετο . Ἐθαδες ῥητορες . Οἱ ἐξ ἐθους παρενοχλουντες . Ἐπιστατης . Οὑτος
' ἐαν τις ἐξαμαρτανῃ , κολαζουσιν : οἱ δε ὑμετεροι ῥητορες τρυφωσι . Παλιν την βουλην τους πεντακοσιους ὑπευθυνον πεποιηκεν
9999893 ἀφειλετο
προφασεως , και Λεπιδον κοινωνον ὀντα της ἀρχης το μερος ἀφειλετο και οὐδετερα αὐτων ἐνειματο σοι . ” Λοιπος δ
Παυσανιαν τον Κλεομβροτου Πλαταιασιν ἡγησαμενους , τον μεν τα ὑστερον ἀφειλετο ἀδικηματα εὐεργετην μη ὀνομασθηναι της Ἑλλαδος , Ἀριστειδην δε
9999892 θελκτηρια
θειον ἀοιδον : “ Φημιε , πολλα γαρ ἀλλα βροτων θελκτηρια οἰδας ἐργ ' ἀνδρων τε θεων τε , τα
και τῃ ᾠδῃ . Κηλα δε ] Ἠγουν : τα θελκτηρια γαρ . Δαιμονων θελγει ] Οὐ μονων των ἀνθρωπων
9999892 διωρισθω
την κατα τοπον κινησιν , περι μεν αἰσθησεως και νου διωρισθω ταυτα : περι δε του κινουντος , τι ποτε
, μια μεθοδος ἀν εἰη περι ἀμφοιν . πρωτον δε διωρισθω , ὁτι αἱ συγκρισεις γινονται οὐ των μεγαλην προς
9999892 ἐξεπιτηδες
ὁ χορος οὐχ ὁτι ἀληθως ἐγινετο , ἀλλ ' Αἰσχυλος ἐξεπιτηδες τουτο ποιει την των γυναικων παριστων φυσιν , ἡνικα
το συμφερον ἡμιν παντος μαλλον εἰδοτες , ἡμεις δ ' ἐξεπιτηδες δρωμεν ἁ παντος ἡμας μαλλον ἐκτριψει ; Ὁλως δε

Back