ὁρμῃ μανιωδει καθειλεν ὁ δημος ἀγανακτων , εἰ τα κοινα ταμιεια κεκενωκοτες και τα ἐθνη σεσυληκοτες και την Ἰταλιαν αὐτην
τε στρατιωτικη δυναμις παρουσα πασα της σης ἀρχης προασπιζει : ταμιεια τε χρηματων βασιλικων ἐνταυθα παντα : ἡ τε του
9999973 κλυσμος
, σκεπη : προς το νεφριτικον , ἐκ της σικυης κλυσμος . Τῳ Παρμενισκου παιδι , κωφωσις : ξυνηνεγκε μη
ἐν ἀρχῃ δια φλεβοτομιας και σικυας , ἀφαιρεσις δε και κλυσμος και ἀποσιτια ἁρμοδιος . ἐνσταντος δε του παθους ἐπιβροχαι
9999972 λελεγμενα
πεμψω σον κασιγνητον ταχυ , ᾡ παντα λεξεις τἀξ ἐμου λελεγμενα , και αὐτος λαλησει βασιλεως ἐναντιον , συ μεν
τοι των αἰτιων , πιστωσαιτ ' ἀν τις μαλλον τα λελεγμενα . Και ὁ μεν περι της διαγνωσεως οὐρων λογος
9999972 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999971 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999971 διωρισμενα
καθο συνεχη ἐστιν ἑαυτοις και μερη ἐχει , καθο και διωρισμενα τουτοις πασιν ἐστι . το οὐν παντῃ διαφερον τινος
δεχομενην δε τα σχηματα και τας ποιοτητας παντα γιγνεσθαι τα διωρισμενα . εἰ οὐν ὡς ἀφ ' ἑνος ὑποκειμενου της
9999971 κολπος
δε καλουμενων μελεαγριδων ἐκτρεφουσα πληθος . Τουτοις δ ' ἐγγιζει κολπος , ὁν καλουσιν Ἀκαθαρ - τον : ὁν παραπλευσαντι
ἀλλοις καρποις ἀφορωτερα . ἐνταυθα δ ' ἐστι και ὁ κολπος ὁ ποιων τον ἰσθμον προς τον ἐν τῃ Ναρβωνιτιδι
9999971 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999971 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999971 ἀκριβολογεισθαι
. Ὀνυχιζειν και ἐξονυχιζειν ταὐτον , τιθεται δε ἐπι του ἀκριβολογεισθαι : το δε ἀπονυχιζειν το τας ὑπεραυξησεις των ὀνυχων
κυμινα πριστειν † : ὁτι δει τον ἐν κακοις ὀντα ἀκριβολογεισθαι . Κακον κακῳ ἑπεται . Κενην ψαλλεις : ἐπι
9999970 κηρωτας
δευτεραν ἠ τριτην ἡμεραν . κατα των ἀνθρακων ἐπιρριπτεον κεφαλικας κηρωτας ἀνιεμενας , καλη τε ἡ τε δια βοτανων και
μετα τας ἐμβροχας παραλαμβανομενων των ἀκοπων , ὡς παραλαμβανεται μετα κηρωτας και μαλαγματα . διαφοραι δε των ἀκοπων τρεις ,
9999970 θαυμασιος
ῥωμῃ γενναιας φυσεως και θεων ἀγχισπορου ἐν ταις ἐξηγησεσιν ἠν θαυμασιος . , . . ἀμηχανον ποθῳ τε ἀμηχανῳ της
παμφαγον δοκιμαστηριον των ἁμαρτωλων . και ὁ μεν ἀνηρ ὁ θαυμασιος ὁ καθημενος ἐπι του θρονου , αὐτος ἐκρινεν και
9999970 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999970 κοι
: ϲυμφερει δε και τῳ ὀρρῳ του γαλακτοϲ ὑπαγειν την κοι - λιαν , ἀλλα μη ἀπο των τυρων δοτεον
ἐντυχον - ] τοδε τι π [ ] [ ] κοι ! ! ! ! [ ] [ ] τις
9999970 δραχμαι
Ῥωμαιων των ὀντων ἐτι ἐν ἀστει πεντε και ἑβδομηκοντα Ἀττικαι δραχμαι . και ὑπεσαλευετο αὐθις ἐς ὀργην ὁ δημος ,
ἱδρωτων . χρη δ ' εἰναι το πινομενον αὐτης πληθος δραχμαι τρεις μετα γλυκεος ἠ μελικρατου . ῥυπτει δε και
9999970 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999970 Μενανδρον
των χρηματων αὐθις ἐταχθη Ἁρπαλος . ἐς Λυδιαν δε σατραπην Μενανδρον ἐκπεμπει των ἑταιρων : ἐπι δε τοις ξενοις ,
πολλοι μη εἰρησθαι , λεγοντες μη δειν εἰς χρησιν δεχεσθαι Μενανδρον . Εὑρισκομεν δε ὁμως αὐτο και παρα Δημοσθενει κειμενον
9999970 προσηγορικα
ἰωνικως και ὀφεως ἀττικως . Ἰστεον ὁτι τα εἰς ις προσηγορικα μη ὀντα παρωνυμα μηδε μακροπαραληκτα δια καθαρου του ος
του κυριου και προσηγορικου ὀξυνεται . Τα εἰς ΩΜΟΣ δισυλλαβα προσηγορικα ἀρχομενα ἀπο συμφωνου μη του Μ , εἰ ἐπι
9999970 κλινομενη
ὁτι πασα εὐθεια ἑνικων εἰς ς ληγουσα μετα μακρας περιττοσυλλαβως κλινομενη και μη συναιρουμενη κατα την γενικην προσθεσει του ι
Και ἐστιν εἰπειν , ὁτι οὐδεποτε γενικη δια του ντ κλινομενη πασχει ἀποκοπην κατα την αἰτιατικην , οἱον Ξενοφων Ξενοφωντος
9999970 συντομια
ἠ πολυλογιᾳ χαιρων . και τα πραγματα δε ταχος , συντομια , αὐταρκεια , βραχυλογια , σαφηνεια , ἀρτιφωνια ἀρτιλογια
τοις ἀκριβεστεροις δοκει , τρεις εἰσι μοναι , σαφηνεια , συντομια , πιθανοτης . χρη δε εἰδεναι , ὁτι σφοδρα
9999969 μαχου
? εἰ κλυων [ γνωμης ] ἀτερ [ ] ηι μαχου [ ] εὐ ? ? φρονει [ ] !
τουτο πρασσοντι , ἀλλα προς την δοξαν . ᾑ παντη μαχου , κἀν μηδεν σε ἐπειγῃ : καλον γαρ τι
9999969 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999969 Κλειτομαχος
του νικηφορου : Ὀλυμπιονικης δε ὁ Θεογνητος , ὁ δε Κλειτομαχος Ἰσθμιονικης . φησι δε αὐτον μη κατελεγχειν τους της
Τουτου πολλοι μεν και ἀλλοι γεγονασι μαθηται , ἐλλογιμωτατος δε Κλειτομαχος : περι οὑ και λεκτεον . Γεγονε μεντοι και
9999969 συνεστωσης
οἱς λεγει : ἐπειδη γαρ ἐστιν προς ἀνδρα και οὐχι συνεστωσης πολεως ἰσχυν ὁ πολεμος . . . . ἐγραψαςΦορμιωνι
μη ζοφος και ὀμβρος και βρονται βαρειαι της μαχης ἐτι συνεστωσης ἐπιπεσουσαι διεστησαν αὐτους ἀπ ' ἀλληλων και ὁ ἀγων
9999969 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999968 Συρακουσιος
δεξαιτο ὁ Ἱερων . οἰκοθεν οἰκαδε : ὁτι Ἀρκας και Συρακουσιος ὁ Ἀγησιας . ὁ δε νους : οἰκειον ὀντα
, συνετους δε τινας και νομοθετικους . Ἀρχετιμος δε ὁ Συρακουσιος [ ] ὁμιλιαν αὐτων ἀναγεγραφε παρα Κυψελωι , ἡι
9999968 πολυτελεσι
των ναυτων και ταις ὑπηρεσιαις και τἀλλα σημειοις και κατασκευαις πολυτελεσι χρησαμενων , και ἐς τα μακροτατα προθυμηθεντος ἑνος ἑκαστου
αὐτος δε ἐπιλεξαμενος τετρακοσιους Περσων τους μεγιστους , ἐσθησι τε πολυτελεσι και χρυσῳ κεκοσμημενους ἱππων τε και τοξων παρασκευῃ ,
9999968 παραδειγματικως
ὡς ἀδικουντες παρωξυναν , την συνηθη πολιτειαν ζητησαντες ; εἰτα παραδειγματικως τουτο εἰπε : δια τουτο προς Δαρειον ἡμεις παρεταξαμεθα
Πολιτειᾳ γραμμης εἰκονας μεν εἰναι των νοητων , προεσταναι δε παραδειγματικως των αἰσθητων : ἐν δε Φαιδωνι της ἀναμνησεως ἡμιν
9999968 ἐποιουν
ἐπεισαν ἐν τῃ βουλῃ κατηγορειν των στρατηγων . ἐντευθεν ἐκκλησιαν ἐποιουν , εἰς ἡν ἡ βουλη εἰσηνεγκε την ἑαυτης γνωμην
, εἰ μη ἐδυναντο ταυτα ποιειν , οὐκ ἀν ποτε ἐποιουν ; Δηλον δη . Ἀλλα μεντοι δυναμει γε δυνανται
9999968 προσαγορευσαι
το μεν πρωτον αὐτην ἀπο της συναγωγης και συνοικησεως Συνναια προσαγορευσαι , μετα δε ταυτα παρεφθαρμενως ὑπο των πλησιοχωρων Συνναδα
των ἐν ἐκεινοις τοις τοποις , Ἀργωιον ἀπο της νεως προσαγορευσαι , και μεχρι τωνδε των χρονων διαμενειν αὐτου την
9999968 μασχαλαις
ἐν σαρκωδεσι και μη περι τισι νευρωδεσιν ἠ βουβωσιν ἠ μασχαλαις ἠ ἐν κυριοις συνεγγυς τοποις . δυσκολος και ἡ
τραχηλον τῳ θωρακι ἠ νωτῳ ἠ χερσιν ἠ τοις περι μασχαλαις τοποις , οἱ δε περι αἰδοια και σκελεσι και
9999968 τρια
πρεμνων . Χρη δε κοπριζειν τας ἐλαιας παρα δυο ἠ τρια ἐτη . δει δε τον φυτευοντα ἐλαιαν παντι τροπῳ
ἑνος τον τρια προς ἑνα τριπλασιον , καταλειπεται δυο προς τρια ὑποημιολιος . Ὁτε οἱ τρεις ὁροι οὐκ εἰσιν ἐν
9999968 Δημητριον
την συγγνωμην . Ὁτι Ἀγαθοκλης ἀπεστειλεν Ἀγαθοκλη τον υἱον προς Δημητριον τον βασιλεα φιλιαν συνθεσθαι και συμμαχιαν . ὁ δε
ἰδιους μια μεν των νεων ὑποχειριος ἐγενετο τοις περι τον Δημητριον , αἱ δ ' ἀλλαι διεφυγον τον κινδυνον .
9999968 θερμοτεροι
μεν οὐν ὠχροι δολερωτεροι , οἱ δε αἱματωδεις ἀβουλοτεροι και θερμοτεροι . ὁσοις δε οὐ κεγχροι εἰσι χαροποις , ἀλλ
τε και κιρρος ὁμοιως τοις προειρημενοις ὠν , ἐπιτηδειος : θερμοτεροι γαρ παντες εἰσιν οἱ τοιουτοι , και ἑτοιμον ἐστι
9999968 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999968 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999968 μεγαλοφρονα
ἀπολεσθαι αὐτους . ἠ και συγχωρησωμεν τον γενναιον ἀνδρα και μεγαλοφρονα το των κυνων τε και ἱππων και ἀλλων θηριων
: αὐξομεναν δ ' ἀρατο δουλοσυναν . ὡν ἑνεκεν Τεγεα μεγαλοφρονα Κραυγιδος υἱον στασεν , ἀμωμητου κραντορ ' ἐλευθεριας .
9999968 ἐξαμαρτανειν
παντων οἰομαι των εἰρημενων χρησιμωτατον ἐσεσθαι και του μη πολλα ἐξαμαρτανειν τους παραληψομενους την ἀρχην αἰτιωτατον , μη δια βιου
οἰνον ἠ δι ' ὀργην ἠ τιν ' ἀλλην αἰτιαν ἐξαμαρτανειν ἐπιχειρουντας αὐτοι παροξυνουσιν , οὐδεμι ' ἐστιν ἐλπις σωτηριας
9999968 ἀπολαυουσι
τρις την γην του ἐτους καρπον , ὡς τελειων ἀγαθων ἀπολαυουσι των τροφιμωτατων ἐκ των ζωογονων δυναμεων των ἐπι της
σθενος ὁραν του φωτος : ὁ ἐστιν : οὐ πασης ἀπολαυουσι της του φωτος ἡδονης οἱ πενητες . σημειωσαι γνωμην
9999968 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999968 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999968 συγχωρησομεν
, τον μεν πραως τε και ἐκ μειζονων διαλειμματων ἐντρεχοντα συγχωρησομεν : εἰ δε συντονος τε εἰη και σφοδρος και
τυραννων δωρεαι . δρασομεν τ ' , εἰ και ταυτα συγχωρησομεν αὐτοις , ὁμοια τοις προς ἡδονην θεραπευουσι τους καμνοντας
9999968 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999968 ἀμμωνιακον
και παλαιου ἐλαιου ἠ ἀψινθιον μετα νιτρου και μελιτος ἠ ἀμμωνιακον διειμενον μελιτι . Ἀναγαργαρισμα . Πηγανου χυλος μετα γαλακτος
. ηʹ , ὠα δʹ . ταυτα λειοτριβησας προβρεχε το ἀμμωνιακον εἰς το γαλα και λειου εἰτα κολοφωνιας οὐγγ .
9999967 Κρητικοις
Ἐλυμνιατης . Ἐλυρος , πολις Κρητης , ὡς Ξενιων ἐν Κρητικοις . ὁ πολιτης Ἐλυριος . Ἐλωρος , πολις Σικελιας
ἐναντια ἡγησαμενον ἀνεθεσαν οἱ Αἰτωλοι . ἐστι δε ἐν τοις Κρητικοις ὀρεσι και κατ ' ἐμε ἐτι Ἐλυρος πολις :
9999967 μαχαις
Ἀκυλιᾳ , τῃ πολει της Ἰταλιας , ἀπερισκεπτως ἐνστρεφομενος ταις μαχαις , ἐπεσε , παρα των ἡγεμονων της ἐναντιας παραταξεως
τον Αἰαντα δια το διαπυρον και θερμον εἰναι ἐν ταις μαχαις . δυσμενεστατου ξενων * του Ἑκτορος * . μονομαχησας
9999967 Προδικου
, ἀναστησαντες ἐκ της κλινης , και τους μετα του Προδικου . Ἐπει δε παντες συνεκαθεζομεθα , ὁ Πρωταγορας ,
εἰπων , ἐπειτα δε ἐπενεγκων . μεμνηται δε νυν του Προδικου διασυρων , ὁτι μεγιστην δοξαν εἰχε περι ἑαυτου ,
9999967 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999967 Τελαμωνιος
. Ὡς ἐφατ ' , ὠρτο δ ' ἐπειτα μεγας Τελαμωνιος Αἰας , ἀν δ ' ἀρα Τυδεϊδης ὠρτο ,
τοιουτον γαρ ἐστιν το ὁλον , Αἰας δ ' ὁ Τελαμωνιος , Αἰας δ ' ὁ μεγας , Αἰας δ
9999967 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999967 μεγαλοπρεπεια
φειδωλια περι χυδαιων τινων ἠ φροντιδα ἠ συλλογην ποιουμενη . μεγαλοπρεπεια . μεγαλοπρεπεια ἐστιν ἑξις βελτιστη περι δαπανας , ἁς
ἀληθειας του ταχους των ἐργων . Ἐν δε τοις ἡρωϊκοις μεγαλοπρεπεια μεν τις ἐν ταις κινησεσι διαφαινεται , το δ
9999967 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999967 προστιθεισα
, ἱερα , ταφους , ἐλευθεριαν , ὑπαρξιν , οὐδαμου προστιθεισα πολιν την Καρχηδονα , παρακρυπτουσα δε την ταυτης ἀναιρεσιν
χρωματι διαπρεπη . αἰδως δ ' ἐπερρυθμιζεν ἠπιωτατον ἐρυθημα λαμπρῳ προστιθεισα χρωματι : κομαι δε κηροχρωτος ὡς ἀγαλματος αὐτοισι βοστρυχοισιν
9999967 ἀντειχοντο
ὡς και οἱ φιλοσοφοι : οἱ δε ῥητορες ἀδιαφορως καλουσιν ἀντειχοντο : ἐφροντιζον και ἀντεποιουντο και ἐπεμελοντο , ἐρωτι δηλονοτι
ὁτι , οἰμαι , της σεμνοτητος ὡς οἱον τε μαλιστα ἀντειχοντο και κρειττονα ἠ κατα τους πολλους τα ἠθη παρειχοντο
9999967 ἀναγκαζει
του Ἐρεσιου Θεοφραστου οὑτως λεγομενον ἐν τῃ περι φυτων ἱστοριᾳ ἀναγκαζει με ἐπι των κιτριων ἀκουειν τα σημαινομενα . φησι
του Κερσοβλεπτου γραφει ὁ Ἀθηνοδωρος συνθηκας , καθ ' ἁς ἀναγκαζει τον Κερσοβλεπτην ὀμοσαι προς θ ' ὑμας και τους
9999967 ἀνακαθαρσεως
ὁ ἀριστος γεωργος συνεργει τῃ φυσει δια της ἀροτριασεως και ἀνακαθαρσεως . Τα ἐν τῃ γενεσει και φθορᾳ εἰδη πασχει
ἐστιν αὐταις . ὡστε ὁ χρονος ὁ του τελους της ἀνακαθαρσεως οὐκ ἐσται της σεληνης οὐσης κατα το Δ και
9999967 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999967 προσεδοκησεν
ᾡ μολις ἠ οὐδ ' ὁλως ὡν ἐκ πλεονεξιας τευξεσθαι προσεδοκησεν ἐφιξεται . οὑτος μεν οὐν διδοτω δικας της φιλαργυριας
του παθους Ῥηγιον κτισθεις ' ὠνομασθη . και τοὐναντιον οὑ προσεδοκησεν ἀν τις ἀπεβη . συνεζευχθη μεν γαρ τα τεως
9999967 ὁποτεροι
δητ ' ἐγνωκας ὡς οὐδεν λεγεις ; και των θεατων ὁποτεροι πλειους σκοπει . και δη σκοπω . τι δηθ
ἐκεινοις οὐ ξυμμαχησειν και σφισι προσιεναι και οὐ διαμελλησειν περισκοπουντας ὁποτεροι κρατησουσιν . ναυσταθμον δε ἐπανα - χωρησαντας και ἐφορμηθεντας
9999967 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999967 ἐπελαθοντο
' ἐπει γεωργουντες ἐπαυσαντο οἱ Περσαι , και της γης ἐπελαθοντο , και των ἀροτρων και των ἀμητηριων , τοτε
και προὐπιον και ὑμνον ᾐσαν και οὑ τυχης εἰσιν , ἐπελαθοντο κλινων τε ἀπολαυοντες αἱς πολυ προς ἀλληλας το μεσον
9999967 ἐφροντιζεν
θεοι , και γαρ ἐβλιμαζον αὐτην , ἡ δ ' ἐφροντιζεν οὐδε ἑν . λαμβανεται , τρυγαν , ὡς Ἀριστοφανης
. ἐπειδη τοινυν του Εὐκτημονος και του Δεινιου ἀκουσας οὐδεν ἐφροντιζεν , παλιν αὐτῳ προσερχονται ὑστερον Πυθοδωρος τε ὁ Ἀχαρνευς
9999967 ὑγραινουσι
ἀγριοι ἀμεινους . ὀρτυγες και κορυδαλοι κακιστοι : και γαρ ὑγραινουσι τε και οὐ πεττονται . των δε τιθα -
και καππαρεως . δει οὐν μη παντοτε τοις ἐμψυχουσι και ὑγραινουσι κεχρησθαι , ἀλλα διορισαντας ἀκριβως και διεγνωκοτας οὑτω κεχρησθαι
9999967 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999967 πιστευσομεν
ἀποδειξιν και ἀλλον διδαξειν , οὐκ αὐτικα , οἰμαι , πιστευσομεν αὐτῳ , ἀλλα τινα ζητησομεν τον κριναι δυναμενον ,
μεταχειριζεσθαι δωσομεν : και ὡν νηφοντων κατεγνωκαμεν , τουτοις μεθυουσι πιστευσομεν ; Και μην οὐδ ' ὁ καιρος παιδευοντων ,
9999967 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999967 δορυφορους
της ἀκροπολεως , το δειξαι φυγαδα , το μηκετι ἐχειν δορυφορους , και εἱς παλιν ἀνθορισμος , ἀλλα τυραννοκτονια ἐστι
οὐκ εἰσω παρηλθεν , οὐ τον κινδυνον τον προς τους δορυφορους ὑπεστη : ὡστε οὐκ ἀν εἰη τυραννοκτονος , οὐδε
9999967 ἐνεστως
' οὐ το ῥημα : παρακειμενῳ δε οἰκειος ὁ εἰσιν ἐνεστως και ὑπερσυντελικῳ ὁ ἠσαν παρῳχημενος . Και ἰακως τετυφατο
ἐνεστωτος ἐνδεχεται τους ἀλλους χρονους καταμετρεισθαι . εἰ γαρ ὁ ἐνεστως χρονος καταμετρει τον παρῳχημενον , ἐσται ὁ ἐνεστως χρονος
9999967 χονδρους
ὑδατι , και ἐντιθεναι τους μολιβδους : μετεπειτα δε ἁλος χονδρους και σμυρναν ἐς τρυχιον ἀποδησας και την πισσην την
σικυον ] ἀπο εὐθειας της ὁ σικυος . Γ ἠ χονδρους ἁλος : οὑτως οἱ Ἀττικοι : πολλοι δε ἠσαν
9999967 αἰσθομενη
αὐτομολιας . Ῥοδος μεν ἠδη δεδουλωται Κασσιῳ , πολις αὐθαδεστερον αἰσθομενη της οἰκειας ἰσχυος ἠ βεβαιοτερον , Λυκια δε ἡμιν
μη ἡ βουλη ἡ ἐξ Ἀρειου παγου το πραγμ ' αἰσθομενη και την ὑμετεραν ἀγνοιαν ἐν οὐ δεοντι συμβεβηκυιαν ἰδουσα
9999967 τριακοσιοις
των βασιλεων : δεκα που σχεδον ἠ και πλειονων ἐν τριακοσιοις ἐτεσιν ἑξης γενομενων , ἀναθεσιν εἰκονων ἠ ἀνδριαντων ἐν
. , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν : ἐν δε ταις χειμεριναις
9999967 φυσιολογιαν
θαυμασαι ἀν τις οὐ μονον την ἐν ὑπονοιαις πραγματειαν και φυσιολογιαν αὐτου , ἀλλα και την ῥητην προς πονου και
ὁ Ἀθηναιος προς τουτους [ ̈ ] ἐξεδημησαν θεολογιαν και φυσιολογιαν ἀκριβεστεραν μαθησεσθαι παρ ' αὐτων ἐλπισαντες . . .
9999967 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999967 στηριζων
και ἐπι των ἀλλων τοπων ὁμοιως . Ἐαν ὁ Ἀρης στηριζων εἰτε κατα σωμα εἰτε κατα ἀκτινα συναπτῃ τῃ Σεληνῃ
ἐλευθερος ἀπο των αὐγων του Ἡλιου και μη ἀναποδιζων ἠ στηριζων : οὑτω γαρ ἐαν ἐπιστειλῃς οὐκ ἀποτευξῃ του σκοπου
9999967 προδοσια
των πολεμιων : το δε ὑπηρετειν τα ἡδιστα τοις πολεμιοις προδοσια των ξυμμαχων δικαιως ἀν μαλλον ἠ ἀνδρεια κρινοιτο .
παρα μελλοντων γενομενα παροξυνεται : ὀρεξω ἀνορεξια πεψω ἀπεψια προδωσω προδοσια . Τα δια ΣΙΑ το Α μακρον ἐχοντα βαρυνεται
9999967 σφοδροτητος
ἐπιφοραν φησι την καταφοραν , οἱ δε καταφορικοι των λογων σφοδροτητος οἰκειοι . [ , ] τι γαρ δηποτε ,
ἐμβαλοντα . ἐμβεβληκοτα ] ἐπαγαγοντα . θΞ ἐμβεβληκοτα ] μετα σφοδροτητος . Ξ εἰ και δικαιως προς τον πολεμον ὡρμησας
9999967 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999967 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999967 ἀφροδισιαζειν
ἀλλας διαθεσεις του σωματος : και γαρ ἐπι πονοις πονηρον ἀφροδισιαζειν , καιτοι διαλυειν πεπιστευται τους πονους : οὐ μην
τξεʹ δοσεις . παραφυλαττεσθω δε ὁ παραλαμβανων μη χολαν μηδε ἀφροδισιαζειν μηδε πινειν οἰνους στυφοντας ἠ πανυ γλυκεις και παντα
9999967 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999966 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999966 ἐξαιρετος
τῃ χωρᾳ . των μεν αὐτοφυων , ἀηρ τε οὑτος ἐξαιρετος του πολλου και λιμενες τοσουτοι , ὡν εἱς ἑκαστος
ἁπαντας , το δ ' ἀληθες , των ἀνδρων τουτων ἐξαιρετος . οἱ μεν γαρ τους ἀλλους ἐπαινειν σπουδαζοντες ,
9999966 Δημοσθενικον
τους εὐδοκιμωτατους διαρρηδην ἀποφαινεσθαι ἀριστον των πολιτικων λογων εἰναι τον Δημοσθενικον : ἀλλα τους μεν δικανικους και συμβουλευτικους των λογων
ἀρχης ἐλθοντες λεγωμεν τας ἰδεας , ἐξ ὡν ἐφην τον Δημοσθενικον συγκεισθαι λογον : τας δε ὑποβεβηκυιας αὐταις ἠ και
9999966 ἀκριβεις
' Ἀννιβας ἐκηρυξεν ἐνεδρευων . αὐτος δε τοις χωμασι φυλακας ἀκριβεις ἐπιστησας , μη τις ἐφοδος ἐξωθεν ἀλλη γενοιτο ,
Τι ἐστι το ἀναγιγνωσκειν κατα προσῳδιαν ; ἠγουν κατα τους ἀκριβεις τονους . προσῳδια γαρ ὁ τονος . Και δει
9999966 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999966 νομιζουσι
! ! ! και οἱ Πυθαγορειοι δε ἑνα ἀριθμον εἰναι νομιζουσι : και τινα τουτον ; τον μαθηματικον , πλην
στασιν , και ταυτην ἐν μιᾳ ὡρᾳ ποιησαμενοι , εἰσκρινειν νομιζουσι τι πνευμα : καιτοι τι ἀν γενοιτο ἀπο τουτων
9999966 κληθηναι
τουτῳ γαρ τῳ ἀγωνι Ἀθηναια ὀνομα ἠν , Παναθηναια δε κληθηναι φασιν ἐπι Θησεως , ὁτι ὑπο Ἀθηναιων ἐτεθη συνειλεγμενων
ὀκτω . Μερος Ἰλλυρικιανων βανδα ὑπερκερασται βανδα ἡμισεος δευτερου Λεγει κληθηναι ὡς ἑκαστον μερος του ἐν αὐτῳ στρατου εἰς τα
9999966 κολοκυνταις
: εἰ μη . . . λημαις : εἰπε δε κολοκυνταις . . . δια της λεξεως . . .
δε εἰπειν “ ἐν λημαις ” , ὁ δε “ κολοκυνταις ” εἰπε δεικνυων την ὑπερβολην της λημοτητος . λειπει
9999966 ἀφλεγμαντα
νυγμασι , νευροτρωτοις και πασι τοις ἐναιμοις : κολλᾳ γαρ ἀφλεγμαντα τηρησαν , ποιει δε και προς χρονια ἑλκη πρεσβυτικα
νεμονται την ποαν οἱ βοες . ἀραχνης ὑφασμα φασι τινες ἀφλεγμαντα φυλαττειν τα ἐπιπολης ἑλκη . Αἱ δε ῥευματικαι καλουμεναι
9999966 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999966 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999966 ἐλευθερωθηναι
πατριδος αὐτου δουλευουσης αὐτον ἐλευθεριαν ὀρχεισθαι : και δια τουτο ἐλευθερωθηναι την πολιν . εἰτα ἀλλο μεν ἐστι το πολει
Ἀγωνιωσα δε Καλλιροη μη προδοθῃ το ἀπορρητον αὐτης , ἠξιωσεν ἐλευθερωθηναι Πλαγγονα , την μονην αὐτῃ συνειδυιαν ὁτι προς Διονυσιον
9999966 κωμῳδιων
ἐν τισι δε † Εὐπολιδος μεμνηται και των εἰς Ὑπερβολον κωμῳδιων . ταυτα ἀπο των προτερων Νεφελων : τοτε γαρ
εἰναι θεατας δεξιους και ταυτην σοφωτατ ' ἐχειν των ἐμων κωμῳδιων πρωτους ἠξιως ' ἀναγευς ' ὑμας , ἡ παρεσχε
9999966 ἐθελοιμεν
ἐπορευομεθα δια ταυτης της χωρας ὁποι ἐβουλομεθα , ἡν μεν ἐθελοιμεν πορθουντες , ἡν δε θελοιμεν καιοντες , και συ
τον ἀριθμον οἱ βαρβαροι . . εἰπερ γαρ κ ' ἐθελοιμεν Ἀχαιοι τε Τρωες τε ὁρκια πιστα ταμοντες , ἀριθμηθημεναι
9999966 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999966 συνελεγοντο
δη ἀλλο Ἀρκαδικον οὐτε τι παρελυε του κοινου δογματος και συνελεγοντο ἐς την Μεγαλην πολιν σπουδῃ : Λυκαιαται δε και
γαρ ταγματων ὀντων ἑκαστου ταγματος οἱ πεσοντες εἰς ἰδιαν πυρκαϊαν συνελεγοντο : εἰπεν ἐν ταις Θηβαις ὁ υἱος του Ταλαου
9999966 ἐμφανισαι
, ὡς Ὁμηρος Ἐριν και Δειμον . θελει δ ' ἐμφανισαι ὁτι λεληθοτως ἐπερχονται τα κακα και ἡσυχως ἐπιφερονται αἱ
ὡν ὁ ἑτερος ψευσεται και οὐκ ὀρθως ἐρει , δυνησονται ἐμφανισαι τουτο ὁ ὁ λεγων ὀρθως ἐμφανισαι οὐχ οἱος τ
9999966 συμβαινοι
ἀγων ἀληθειαν καλλιεπειας ; Τουτο δε οὐκ ἀν ἀλλως αὐτῳ συμβαινοι , εἰ μη ἐγκυπτων πρωτον εἰς ἑαυτον και τα
του τονιαιου δυναμει τιθειη το του συντονωτερου σπονδειασμου ἰδιον , συμβαινοι ἀν δυο ἑξης τιθεσθαι διτονα , το μεν ἀσυνθετον
9999966 κρινομενῳ
χαριστηριον , ἀνθ ' ὡν αὐτῳ Ναξον προσενειμεν ὁ Φολος κρινομενῳ παρ ' αὐτῳ προς τον Ἡφαιστον . Φολω :
: και παλιν ἐν τῳ ἀφορωντι εἰς την ἀκροπολιν και κρινομενῳ τυραννιδος διαβαλλειν μεν τα εἰκοτα , ἐπιζητειν δε τους
9999966 Λυσανδρου
, τα τε σιτια πορρωθεν ὠνουμενοι και καταφρονουντες δη του Λυσανδρου , ὁτι οὐκ ἀντανηγεν , ἀποπλεοντας τοὐμπαλιν παρ '
ὡς ἀπαντησομενος τοις πολεμιοις . καταμαθων δ ' ὑπο των Λυσανδρου φιλων καταστασιαζομενος , οὐ μονον ἀπροθυμως ὑπηρετουντων , ἀλλα
9999966 δοκουσαν
ἰστεον δε ὁτι το ἐμμεναι ὁ Ἡρακλειδης οὐ κατα την δοκουσαν τοις πλειοσιν ἀκολουθιαν παραγει , ἀλλα την προπαραληγουσαν αὐτου
και λεγοντας οἱς λεγεις ἐκαλυψας . ὁς γε και την δοκουσαν ὡραν των ἐμων ἐπιστολων παρελη - λυθας . ἀλλ

Back