δια των ὑγιεινων σιτιων . αὑτη δε ἡ ἐνεργεια ἡ σωζουσα την ἑξιν , ὁποτεραν ἀν τις εἰποι , ἡδεια
: και Γη τιμωσα Διονυσον ἀνθος ἀνηκεν ὁμωνυμον βλαστημα , σωζουσα τα του νεου βλαστηματα . προϊων μεν γαρ ἐκ
9999960 συλλαβουσα
γευσεως ὀργανων , και δια των ἁφης ἁπαν σωμα , συλλαβουσα ἐγκυμων τε γινεται και εὐθυς ὠδινει και τικτει κακων
: και προσηυξατο Κυριῳ μετα νηστειας δωδεκα ἡμερας : και συλλαβουσα ἐτεκε με . Σφοδρα γαρ ὁ πατηρ ἡμων ἠγαπα
9999959 νομιζουσα
, ταυτα μεν παιδιαν , ἐκεινα δε σπουδην ὡς ἀληθως νομιζουσα . Μετα δε ταυτ ' οὐ πολυς διηλθε χρονος
φερουσα ἡ Λουκιλλα , και την ἐκεινης τιμην ἑαυτης ὑβριν νομιζουσα , τον μεν ἑαυτης ἀνδρα Πομπηιανον εἰδυια ἀγαπωντα τον
9999958 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999957 δουσα
των ἑαυτοις ἐπιφεροντων κακον , ἀπο Κορινθιακης παροιμιας ἡ αἰξ δουσα την μαχαιραν . οὑτω γαρ λεγεται : Κορινθιων τῃ
ὀξυτητα της τουτων οἰκοδομιας ἑκαστωι των φιλων σταδιον διεμετρησε , δουσα την ἱκανην εἰς τουτο χορηγιαν και διακελευσαμενη τελος ἐπιθειναι
9999956 διδασκουσα
χρησεται , ἡ παρθενος δε ἑπεται κοσμιως το θηλυ χορευειν διδασκουσα , ὡς εἰναι τον ὁρμον ἐκ σωφροσυνης και ἀνδρειας
λεγεται . λεγεται γαρ το ὀργανον και ἡ μεθοδος ἡ διδασκουσα ἡμας το πως δει ἀποτελειν και ἐργαζεσθαι τα ἐν
9999956 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999956 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999956 ἐπεβουλευσε
δικαιων ἐδρα και τελευτων ἐρημον γενους τον οἰκον του Νεμετορος ἐπεβουλευσε ποιησαι , του τε δικην ὑποσχειν φοβῳ και ἐρωτι
Νεφελη ᾠχετο . παλιν δε της οἰκιας ἐπικρατησασα ἡ Ἰνω ἐπεβουλευσε τοις της Νεφελης παισιν , εὑρουσα δε τινα μηχανην
9999956 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999956 δακτυλιος
ψυχῃ : ὡν γαρ εἰσηγαγεν ἑκαστη των αἰσθησεων , ὡσπερ δακτυλιος τις ἠ σφραγις ἐναπεμαξατο τον οἰκειον χαρακτηρα : κηρῳ
τυχοι , Ἀχιλλεως και κηρια πολλα παρακειμενα , ὁ δε δακτυλιος σφραγιζετω τους κηρους παντας . ὑστερον δε τις εἰσελθων
9999955 πιουσα
' ὑδαρες οὐτ ' ἀκρατον . οἰδ ' ἐγω ποτε πιουσα . ἐαν δε τοὐργαστηριον ποιητε περιβοητον , κατασκεδω ,
ἐμβαπτουσα ἐς μελι , και μελικρητον χλιερον ὁσον κοτυλας τεσσαρας πιουσα , ἐπειτα , ἐπην φαγῃ , σμικρον ἐπισχουσα ,
9999955 Φιλιππος
τους ἐκ της φυγης ἐπανιοντας . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Φιλιππος ὁ των Μακεδονων βασιλευς Μεθωνην μεν ἐκπολιορκησας και διαρπασας
ἠξιωθησαν , ὁ δε [ τουτῳ ] τῳ μαντειῳ βοηθησας Φιλιππος ἀπο τουτων των χρονων ἀει μαλλον αὐξομενος το τελευταιον
9999955 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999955 Μακεδονικοις
και των γιγαντων μαχη ἐνταυθα μυθευεται γενεσθαι . Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις . : Παρθενοπολις , Μακεδονιας πολις , ἀπο των
την Ὁμολην ἀποδοτεον αὐτοις : εἰρηται δ ' ἐν τοις Μακεδονικοις ὁτι ἐστι προς τῃ Ὀσσῃ κατα την ἀρχην της
9999955 ἀπελαυσαν
. κευθμωνα : το βαθος . ἠντησαν : ἐτυχον , ἀπελαυσαν . ἐρωτος : ἐπιθυμιας . Ἐνθ ' : τοτε
Ἀμαζονας πολεμου δεξαμενη , και ὑστερον δη τους ὑστερους . ἀπελαυσαν δε της μητροπολεως ἀμφοτερα , ἁβροτητας μεν εἰς το
9999955 διεπραττετο
Χρυσιππου αὐτῳ φονος και ἁ προς τον Θυεστην ὡς ὠμα διεπραττετο , παντα ταυτα ζημιωδη και ἀτηρα προς ἀρετην .
πολυν λογον καταβαλλεται περι χρωματων . και ταυτα μεν αὐτῳ διεπραττετο ἀχρις ἐτων εἰκοσι , μετα δε τουτο ἐφοιτησε Σωκρατει
9999955 θελουσα
διηγε και τον Δαφνιν ἐλανθανεν ἐπι πολυ , λυπειν οὐ θελουσα : ὡς δε ἐλιπαρει και ἐνεκειτο πυνθανομε - νος
Ἐν τῳ ποτ ' οἰκῳ προβατον εἰχε τις χηρη , θελουσα δ ' αὐτου τον ποκον λαβειν μειζω ἐκειρ '
9999955 ἀναιδες
και τυχοντος . παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια ἐστιν . ἀναιδες και θρασυ βλεπει . . ἀσπαλαθος : ἀκανθωδες φυτον
. , παρειας . μιαρε ] μεμιασμενε . Ὀρεστα , ἀναιδες . φημ ' ] ναι . λεγω . .
9999955 φιλοφροσυνην
ἐτι δ ' ἐπει προς , και το τελος φαινεσθαι φιλοφροσυνην . εἰ δε ταυτην προς φιλιαν . ἀλλως την
τους προηκοντας , προς δε τους ὁμηλικας ἀπλαστον ὁμοιοτητα και φιλοφροσυνην , συνεπιτασιν τε και παρορμησιν προς τους νεωτερους φθονου
9999954 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999954 βραχυτερα
τροπων του ἡλιου πορευομενου ἡμερα ἡ προτερον της ὑστερον ἐστι βραχυτερα , ἐλασσων ἀρα ἡ ἡμερα , ἐν ᾑ ὁ
και δυνασταις , και Παρθυαιοις καιπερ οὐσιν ἐχθροις ἐς τα βραχυτερα : ἐπι δε το μειζον ἐργον οὐκ ἀνεμειναν ἐρχομενους
9999954 γραφευς
, περι θεων τε και ἡρωων οἱοι εἰσιν , ὡσπερ γραφευς μηδεν ἐοικοτα γραφων οἱς ἀν ὁμοια βουληθῃ γραψαι .
μορον οὐ νοεοντες ἐφισταμενον καταντην Βοϊσκος ἁπο Κυζικου , καινου γραφευς ποιηματος , τον ὀκταπουν εὑρων στιχον , Φοιβῳ τιθησι
9999954 ἐδωδης
γεμουσας πολλων και καλων ἑστιασιν τε αὐτοις παραθειναι κατακλιθεισιν ἁπασης ἐδωδης , ἡν οὐδ ' ἀν ἐκ πολλου πανυ χρονου
ὑπτιος , ἠε τις ἀλλος πεφνῃ μιν νεποδων πυματης ἐμφορτον ἐδωδης . σημα δε τοι τοδε γαστρος ἀειμαργοιο πιφαυσκω :
9999954 πολυειδες
και ἐφ ' ὁσον το τε των ἐνεργειων και δυναμεων πολυειδες και διαφορον , και περι τουτων ἐντελως τι παρηκαν
και ἐστι το μετεχομενον μονοειδες μεν κατα την ὑπαρξιν , πολυειδες δε κατα μεθεξιν , ἀλλοτε ἀλλοιον δια την αὐτων
9999953 εὐπραγιαις
αὐτοις ἐχρην λεγεσθαι , εἰ τ ' ἐπι ταις μεγαλαις εὐπραγιαις , ἐξ ὡν δοξα τις ἐπιφανης ἠ δυναμις ἐγενετο
ἀνδρος οὑτω και πολεως ὁλης , εἰ μη διαφθαρησεται ταις εὐπραγιαις , ἀλλ ' εὐμενως και μετριως φεροι τἀγαθα .
9999953 τριπλασιονα
το ΕΟΖΠΗΡΘΣ πολυγωνον , κορυφη δε το Ν σημειον , τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΒΔ προς την ΖΘ .
ἀρα ἡ Λ σφαιρα προς την ΑΒΓ σφαι - ραν τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΕΖ προς την ΒΓ .
9999953 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999953 συνελθουσα
πεπειραται , ὡς ἐνταυθα ἡ Κορωνις , και τῳ Ἀπολλωνι συνελθουσα , οὐμην ἀλλα και τῳ Ἰσχυϊ . Ἀϊστωσεν ]
. Φορκυνι δ ' αὐ Κητω . ἡ Κητω δε συνελθουσα τῳ Φορκυνι ἐγεννησε τας Γραιας , δηλονοτι τους ἀφρους
9999953 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999953 ἐκτησαντο
προσηγοριας , οἱ κατοικισθεντες νεμομενοι πολλην και καρποφορον χωραν μεγαλους ἐκτησαντο πλουτους . πολλοις δε μεταδιδοντες της πολιτειας ἐπι τοσουτο
χωρις πονου νικωντες ἀδοξοι . ὀλιγοι τινες εἰσιν οἱ χαραν ἐκτησαντο χωρις πονων . το ὀλιγοι ἀντι του οὐδεις :
9999953 συλλογισμοι
ἀλληλων , και ὁσα τα μεσα , τοσουτοι και οἱ συλλογισμοι . και το αὐτο μεν προβλημα δια πλειονων ὁρων
γαρ αὐτο δια πλειονων δεικνυσι μεσων : διο πλειους οἱ συλλογισμοι . οἱον το Ε δια τε των Α ,
9999953 Κορινθιου
Μονιμος Συρακοσιος μαθητης μεν Διογενους , οἰκετης δε τινος τραπεζιτου Κορινθιου , καθα φησι Σωσικρατης . προς τουτον συνεχες ἀφικνουμενος
ὀψοφαγος Ἀπολλων . ὁτι ἐν Πισσατιδι γραφη ἀνακειται Κλεανθους του Κορινθιου ἐν ᾑ Ποσειδων πεποιηται θυννον τῳ Διι προσφερων ὠδινοντι
9999953 ἀδελφου
Μυκηνας εἰχον „ . ἀπο Μυκηνεως του Σπαρτωνος του Φορωνεως ἀδελφου : ἠ ἀπο μυκητος του ξιφους ὁ ἐφορει Περσευς
ὀμοσον μοι κατα του [ ὀνοματος ] ? του σου ἀδελφου Ἀρεσνουφιος [ : ] ἐαν ἐλθηις μετ ' ἐμου
9999953 λιμενες
πινακες οἱ πτυκτοι : ἀλλαι γαρ ἀλλους ἀκραι σχηματιζουσι : λιμενες δε και ἀναπαυσεις μυριαι . φαιης ἀν αὐτον ἐοικεναι
κολπου . μετα δε Γλυκυν λιμενα ἐφεξης εἰσι δυο ἀλλοι λιμενες , ὁ μεν ἐγγυτερω και ἐλαττων Κομαρος ἰσθμον ποιων
9999953 συγγραφευσι
δεησει τον γραμματικον , εἰπερ ἐχει τεχνην διαρθρωτικην των παρα συγγραφευσι και ποιηταις λεγομενων , ἠτοι τας λεξεις μονον ἠ
συντεθεντων , οἱπερ εἰσι και τελειοτατοι ἐπαινοι και μαλιστα τοις συγγραφευσι πρεποντες : τῳ μεν γαρ ποιητῃ ἐξαρκει και μερος
9999953 δριμυτατου
, μια δε του νιτρου . μετα δ ' ὀξους δριμυτατου καταπλαστεον , και πυρινον δ ' ἀλευρον συν δαφνισι
χρονιους λειχηνας . ] Καππαρεως φυλλα τριψας μετ ' ὀξους δριμυτατου μετα ἰσου μελιτος ἐπιτιθει . ἀλλο . λαπαθου φλοιον
9999952 ἐκινειτο
ἀν εἰχε τα σωματα ὁπου ἠν οὐδε δι ' οὑ ἐκινειτο , καθαπερ φαινεται κινουμενα . παρα δε ταυτα οὐθεν
αὐτων . φλεγων ] θερμως κινουμενος . . ἐπνει ] ἐκινειτο . . Ἀρην ] καθα τον σιδηρον βλεποντων .
9999952 συμπιπτουσα
και τῃ ΔΖ δια του Γ παραλληλος ἠχθω ἡ ΓΗ συμπιπτουσα τῃ ΒΑ κατα το Η , και προσεκβεβλησθω ἡ
τῃ τομῃ , ὡσπερ και ἡ δια του Θ ἀπεδειχθη συμπιπτουσα τῃ τομῃ κατα τα Μ , Ν σημεια :
9999952 κατεστρεψατο
, ἠρχε νομιμως των Αἰγυπτιων και μεγαλης ἐτυγχανεν ἀποδοχης . κατεστρεψατο δε και τας ἐν Κυπρῳ πολεις και πολλα των
των ἐθνων ἀκολουθως Κτησιᾳ τῳ Κνιδιῳ πειρασομεθα συντομως ἐπιδραμειν . κατεστρεψατο μεν γαρ της παραθαλαττιου και της συνεχους χωρας την
9999952 ἐμιμησαντο
τις θεῳ ἐοικεναι λεγεται : ἀλλα τας προσηγοριας αὐτας ποσοι ἐμιμησαντο τας των θεων , Διονυσιοι και Ἡφαιστιωνες και Ζηνωνες
του ἀερος λεχθεισαν πορειαν , ἐν ᾡ παρηκεν ἐκεινος , ἐμιμησαντο . ὁ μεν γαρ εὐ ποιων εἰς το κοινον
9999952 εἰσελθουσα
ὁ δε ὑπεδειξεν αὐτῃ την ἑαυτου καλυβην . ἡ δε εἰσελθουσα ἐκρυπτετο ἐν τῃ γωνιᾳ . των δε κυνηγων ἐλθοντων
βουλομενοι ῥυσασθαι εἰς μειζους περιπιπτουσιν . κυων εἰς τι μαγειρειον εἰσελθουσα του μαγειρου ἀσχολουμενου καρδιαν ἁρπασασα ἐφυγεν . ὁ δε
9999952 δακτυλιων
προαγει τον νεοττον . Αἰγυπτιων δε οἱ μαχιμοι ἐπι των δακτυλιων εἰχον ἐγγεγλυμμενον κανθαρον , αἰνιττομενου του νομοθετου , δειν
[ - ] , ὑποβολας παιδιων , ἀναγνωρισμους δια τε δακτυλιων και δια δεραιων , ταυτα γαρ ἐστι δηπου τα
9999952 θαυμαστα
τον τοπον ἀθεωρητον . προ δε της εἰσοδου πεφυκεναι δενδρα θαυμαστα , τα μεν καρπιμα , τα δε ἀειθαλη ,
ἐκχαυνουν τον πολυν λαον . ἐν τοισι γαρ τουτοισι ταυτα θαυμαστα ἐστιν , ἠν ἠ κρεμαμενον ἰδωσιν ἠ ῥιπτομενον .
9999952 τρεφουσα
Ἐπιλιπουσης της τροφης τἀνθρωπῳ , ἡ δη πεττομενη τε και τρεφουσα ταυθ ' ὑφιησι συμβολα της τροφης . Ἀλλ '
πολυτεκνος . παντροφος ] πολυτοκος . παντροφος ] ἡ παντελως τρεφουσα τα τεκνα . παντροφος ] ἡ δι ' ὁλου
9999952 θερμα
τα χρωματα , οἱ χυλοι , οἱ ἀτμοι , τα θερμα , τα ψυχρα , τα λεια , τα τραχεα
σιτοφορος χωρα . ὑπερκειται δε της των Ἀμασεων τα τε θερμα ὑδατα των Φαζημωνιτων ὑγιεινα σφοδρα , και το Σαγυλιον
9999952 ἀναγεγραφεν
ἐπι τῳδε Σωτηρα ἐπικληθηναι τον Πτολεμαιον : καιτοι αὐτος Πτολεμαιος ἀναγεγραφεν οὐδε παραγενεσθαι τουτῳ τῳ ἐργῳ , ἀλλα στρατιας γαρ
' ἡμας γραμματικος ἐν τοις Περι της Μενελαου πλανης πολλων ἀναγεγραφεν ἀνδρων ἀποφασεις περι ἑκαστου των ἐκκειμενων κεφαλαιων : ἡμιν
9999952 φυλαξει
ἐναντιας ἀμετριας κολαζουσης , και ὁ γινωσκων τουτο την ὑγειαν φυλαξει τοις σωμασι τἀναντια προσαγων , ποτε μεν ἀναψυξεσι χρωμενος
την τεταγμενην ὡραν ἁπας ὁ δημος συνεδραμεν , καραδοκων εἰ φυλαξει την πιστιν ὁ καταστησας . ἠδη δε της ὡρας
9999952 συνεστησε
ψυχαγωγησοιτο , τουτῳ δη θεος ἐπιβουλευσας αὐτῳ την ἡπατος ἰδεαν συνεστησε και ἐθηκεν εἰς την ἐκεινου κατοικησιν , πυκνον και
αὐτικα παραλυει της ἀρχης , ἀλλο δε περι αὑτον ἑταιρικον συνεστησε . και ὁ μεν Ἀβλαβιος τα περι Βιθυνιαν χωρια
9999952 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999952 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999952 φυγουσα
μετεβαλε δε παντας εἰς ὀρνιθας . και Ὑπεριππη μεν ἐπει φυγουσα το πυρ εἰς ὑδωρ κατεδυ γεγονεν αἰθυια : οἱ
ὡς ἀνεστρεψεν ὁ βασιλευς , ἁλισκομενης της Ἀντιοχειας εἰς Σελευκειαν φυγουσα , παρον αὐτηι ταχεως ἀποπλειν ἐνυπνιωι κωλυοντι πεισθεισα ἐληφθη
9999951 κατηγορησε
και ἐνιοτε οἱς αὐτος τις ἐνοχος ἐστι , ταυτι φθασας κατηγορησε του πλησιον ἐκφυγειν οὑτω πειρωμενος την διαβολην . και
, μαθητου την φωνην αὐτωι χρησαντος Ἀρχαγορου του Θεοδοτου . κατηγορησε δ ' αὐτου Πυθοδωρος Πολυζηλου , εἱς των τετρακοσιων
9999951 ἀγανακτησις
και χλευασμον ἐπι τῳ δολοφονησαι δοκουντι . ἡ μεν οὐν ἀγανακτησις ἐπι τῃ του δεδρακοτος γνωμῃ γινεται , ὁτι το
ἐπηκοῳ στας ” ἀνδρες ” εἰπεν , „ ἡ μεν ἀγανακτησις ὑμων εὐλογος και δικαια : χρηστα γαρ ἀφ '
9999951 τελειοτατη
κοσμικης ἐστι φυσεως , και ὁπως ἡ νοερα ταυτης ἐπικρατει τελειοτατη ἐνεργεια : ὡστε οὐδ ' ὁπερ ἐκ των Ὁμηρικων
τουτο και ἡδονης . ἐστι μεν οὐν ἡ ἀριστη και τελειοτατη των ἡδονων ἡ αὐτη καθ ' αὑτην της ψυχης
9999951 ἀπαγορευσαι
κοψας παραθειναι . και ὀψωνων μηθεν πριαμενος εἰσελθειν . και ἀπαγορευσαι τῃ γυναικι μητε ἁλας χρηννυειν μητε ἐλλυχνιον μητε κυμινον
σον οἰκον ἀπειπειν με , και τουτο ποιησω : τουτεστιν ἀπαγορευσαι ὑπο κηρυκων . ἀπηγορευον οἱον : ὁδε οὐ βουλεται
9999950 ἀκλινες
τῳ ἀερι και τοις ἀλλοις συνδιαιρουμενον σωμασιν , ἀλλ ' ἀκλινες και βεβαιον και ἀκινητον και πασης μεταβολης ἐξῃρημενον τετασθαι
συνεστωσα γαρ ἐκ τριαδος και τετραδος το ἐν τοις οὐσιν ἀκλινες και ὀρθον φυσει παρεχεται : ὁν δε τροπον ,
9999950 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999950 κεκαυμενοϲ
ϲυν μελιλωτῳ και βουτυρῳ και ἑτερα πλειϲτα . ὁ δε κεκαυμενοϲ ὑϲϲωποϲ ποιει την ἐξ αὐτου ϲυναγομενην αἰθαλην ἠ λιγνυν
φαρμακοιϲ : ῥυπτικηϲ δε οὐκ ἐλαχιϲτηϲ μετεχει δυναμεωϲ ὁ τε κεκαυμενοϲ χαλκοϲ και ἡ λεπιϲ αὐτου και το ἀνθοϲ και
9999950 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999950 ἐμπειρια
Ἐμοιγε , εἰ μη τι συ ἀλλο λεγεις . Τινος ἐμπειρια ; Χαριτος τινος και ἡδονης ἀπεργασιας . Οὐκουν καλον
, καταπλαγεις το ἀξιωμα των ἀνδρων : μεγαλη γαρ τις ἐμπειρια περι τουτους εἰναι δοκει και παρατηρησις των ἀστρων ἀκριβεστατη
9999950 πολιτικῃ
ἐς χειρας προτερον ἠλθε Ῥωμαιων ἑκατερωθεν , οὐχ ὑπο συνταξει πολιτικῃ στρατευσαμενων , ἀλλα ἀριστινδην ἐπειλεγμενων οὐδ ' ἀπειροπολεμων ἐτι
ἀκουε δη . εἰ ὑπετιθεσο , φησιν , την τῃ πολιτικῃ συνεριθον ῥητορικην διδασκειν , τους δε μανθανοντας κακως αὐτῃ
9999950 ἐμπιπτουσης
ἐν ἀριστερᾳ κειμενη ἐτι πληττεται ὑπο της χειρος της λαιας ἐμπιπτουσης ἠρεμαιως και οἱον νη Δι ' ἀταλλουσης . ὁρα
δε κατω και την μεν ἐπι το ἑτερον μερος της ἐμπιπτουσης εὐθειας , την δε ἐπι το ἑτερον : εἰ
9999950 ἐπουσιωδες
. ἑκατερον δε τουτων διττον ἐστιν : και γαρ το ἐπουσιωδες διττον ἐστιν : ἠ γαρ μιᾳ φυσει ἁρμοζει ἠ
. εἰ δε μιᾳ φυσει ἁρμοζει , γινεται το ἰδιον ἐπουσιωδες , ὡς ὁταν εἰπωμεν του μεν ἀνθρωπου ἰδιον εἰναι
9999950 ὑπηκουσα
οἱου του Πλωτινου μεγαλου εἰ και παλαι διαβεβοημενα ὁλοσχερεστερον γνωναι ὑπηκουσα και νυν ἡκω ἀποδιδους σοι τα ἐπηγγελμενα ἐν τρισιν
γην πλεῃ . ὁ δε ἀπεκρινατο ὁτι μολις ἀν σου ὑπηκουσα , εἰ παρα την θαλασσαν ἐμελλες πεζευειν και μη
9999950 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999950 ἐχωρισεν
αἱ των ἀθλητων τε και στρατιωτων , προσθεις το λογικη ἐχωρισεν αὐτην των πρακτικων . παλιν ἐπειδη των λογικων ἀμφισβητησεων
ὀλου , αἱ δε μερικαι , προσθεις το ἐπι μερους ἐχωρισεν αὐτας των καθολου ἠτοι των φιλοσοφων : δια δε
9999950 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999950 νοτιωτερα
ἐξ ἀρχης , ὁτι οὐ μεταθετεον την Ἰνδικην ἐπι τα νοτιωτερα , ὡσπερ Ἐρατοσθενης ἀξιοι , σαφες ἀν γενεσθαι τουτο
τον ἡλιον κινουμενη παραλλαττει τῳ πλατει , ἠ βορειοτερα ἠ νοτιωτερα γινομενη . ὁταν μεντοι το πλατος αὐτης κατα τον
9999950 μεγαλοψυχιᾳ
πλουτουντες φορτικως ἐπιδεικνυνται τον πλουτον . ἀντικεισθαι δε φησι τῃ μεγαλοψυχιᾳ την μικροψυχιαν μαλλον της χαυνοτητος . και γαρ προτερον
και προσχρησαμενος και προς αὐτο γε τουτο τῃ της πολεως μεγαλοψυχιᾳ και δη προς αὐτα τα κυρια του λογου τρεψομαι
9999950 ἐουσα
Κλεομενεα τεκουσα και [ το ] δευτερον ἐπελθουσα γυνη , ἐουσα θυγατηρ Πρινηταδεω του Δημαρμενου , οὐκετι ἐτικτε το δευτερον
αἰτιην ἀνασκολοπιεισθαι ὑπο Ξερξεω βασιλεος , ἡ μητηρ του Σατασπεος ἐουσα Δαρειου ἀδελφεη παραιτησατο , φασα οἱ αὐτη μεζω ζημιην
9999950 ἐκλινεν
σημαινει δε και το αἰδοιον του ἀνθρωπου , ὁπερ ἰσοσυλλαβως ἐκλινεν ὁ Ἀρχιλοχος , εἰπων . ἀλλ ' ἀπερρωγασι μοι
ἐσχον : ἀντι του ” οὐ διειλον “ : οὑτως ἐκλινεν ἀττικως . εἰωθασι δε κεντειν και σχιζειν διοδον παρεχοντες
9999949 μεμαρτυρηκεν
ἀποφευγειν αὐτῳ προσηκει , ἀλλ ' ἀν αὐτος ὡς ἀληθη μεμαρτυρηκεν ἀποφηνῃ . Ἐφ ' ᾡ τοινυν , ὠ ἀνδρες
προσαποτισαι χρηματα . Διος μεν οὑτω περι των προειρημενων ἡμιν μεμαρτυρηκεν . . . οἱ μεν μεθεξιν λεγουσι και αἰτιον
9999949 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999949 ἀμφενεμοντο
πλευρῃς ἀραρυιαι : ἰσθμον δ ' αὐ πεδιον τε Δολιονες ἀμφενεμοντο ἀνερες : ἐν δ ' ἡρως Αἰνηιος υἱος ἀνασσε
αὐται , τῃσιν τοτε κοιρανεεσκεν Ἱππολυτη , νοσφιν δε Λυκαστιαι ἀμφενεμοντο , νοσφι δ ' ἀκοντοβολοι Χαδησιαι . ἠματι δ
9999949 εἰληφασι
ἠ θυγατερων ἐζησαν μητερες , και τῳ χρονῳ του παθους εἰληφασι ληθην της λυπης μεμαρασμενης . δελφις δε ἀρα θηλυς
και ἐλεγχοντος ἀει τουτους και λεγοντος ἀντικρυς ὁτι χρηματ ' εἰληφασι και παντα πεπρακασι τα πραγματα της πολεως . και
9999949 ἀπαγγελλει
ἐπι τον Παλαμηδην ἐστρεφεν . ἐπι τουτοις ὁ Πρωτεσιλεως τοιαυτα ἀπαγγελλει : τον Ἀχιλλεα στρατευοντα ἐπι τας νησους και τας
και Ἀχιλλει και Αἰαντι . Και τα του Παλαμηδους ὡδε ἀπαγγελλει : αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και
9999949 θριδακιναι
μεθ ' ὑδατοϲ και τα ῥοφητα ὠα ἀνευ γαρου και θριδακιναι ἀπεζεϲμεναι . ποτῳ δε ὑδατι παντωϲ χρηϲτεον . διδοναι
ἐδεσματων . μαλιστα δε αὐτων ἁρμοζουσιν αἱ ὑγραι και γλυκειαι θριδακιναι . πεπλυσθωσαν δε ἀκραφνει ψυχρῳ ὑδατι , καλλιστα μεν
9999949 τερμα
, ὀστεα δ ' ἰσχει γη Μακεδων , ᾑπερ δεξατο τερμα βιου , πατρις δ ' Ἑλλαδος Ἑλλας Ἀθηναι ,
αἰκιζεται ] κολαζει . χαλᾳ ] ἐνδιδωσι . . ἀθλου τερμα ] του καματου τελος . . οὐκ ἀλλο γ
9999949 ἐμαχεσαντο
μεν προς ἀνισχοντα ἡλιον , ἀνεθεσαν δε Ἑλληνων ὁσοι Πλαταιασιν ἐμαχεσαντο ἐναντια Μαρδονιου τε και Μηδων . εἰσι δε και
νυν Ὀρεστιαδος καλουμενης . τεκμαιρομαι δε ὁτι μετα των Ὀλυμπιων ἐμαχεσαντο την προς Τιτανας μαχην : ταυτα δε τα χωρια
9999949 λιμην
ἐθνος , και πολεις αἱδε : Κορσιαι , Σιφαι και λιμην , Εὐτρητος και τειχος Βοιωτων . Παραπλους δε της
λιμην Νεαπολιτων . καταχρηστικως δε ὁρμος λεγεται ὁ λιμην : λιμην γαρ λεγεται το ὁλον πλατος και ὁ κολπος ,
9999949 γυναικες
' Ἰνους συμφορα χρονον πολυν νυν ὀμμ ' ἐγειρει φιλαι γυναικες , πως ἀν ἐξ ἀρχης δομους Ἀθαμαντος οἰκησαιμι των
. . : δουρι δ ' αὐ Σκυθομητρες ἐπεδραμον εἰτα γυναικες ] οἱ μη τας ἱστοριας ἀκριβως ἐπισταμενοι , ἀλλ
9999949 λαμβανοιεν
δυο αἰτιαϲ , ἠ διψῃ πολλῃ πιεζομενοι , εἰ μη λαμβανοιεν ποτον , ἠ λαμβανοντεϲ ποτον ἀπο πολληϲ πληρωϲεωϲ ἠ
ἐτι του Εὐκτημονος , μισθωται δε αὐτοι γενομενοι τας προσοδους λαμβανοιεν . Και ἐπειδη πρωτον τα δικαστηρια ἐπληρωθη , ὁ
9999949 ποιησομεθα
ἑκαστην αὐτων , λεγω δη των Ἐμπειρικων και Μεθοδικων , ποιησομεθα . ἐστι δε ἰδια των Ἐμπειρικων ταυτα : ἡ
ἀριθμων ἠ αἰσθητως δι ' ἀκοης ἀναληπτεον . ὁρους τοινυν ποιησομεθα τουτο θεωρειν πειρωμενοι προσλαμβανομενον μεν θ͵σιϚ : μεση δε
9999949 ἐλευθερια
και το μεν σοφιαν ] το δε ἐξ ἀμφοιν ἐργον ἐλευθερια . Ταττε δη μοι παν , ὁσον θεωρητικον τεχνης
δει δη οὐν και ἀναγκαιον μεταλαβειν ἀμφοιν τουτοιν , εἰπερ ἐλευθερια τ ' ἐσται και φιλια μετα φρονησεως : ὁ
9999949 πτερωτα
τα κνεφαλα ἀνεπληρουν , Εὐβουλος ἐν Ἀγχισῃ διδασκει : και πτερωτα και πτιλωτα προσκεφαλαια ὀνομαζουσιν . καυνακας δε τινας πορφυρους
ἁμα γαρ τῳ πλησιαζειν το γηρας ἐγγινεται τοις σωμασιν αὐτων πτερωτα γενη φθειρων , ὁμοια μεν τῳ τυπῳ τοις κροτωσι
9999949 φατρια
. . Ἀφρητωρ : φατριαν και συγγενειαν μη ἐχων . φατρια δε ἐστι κυριως το τριτον μερος της φυλης ,
παλιν εἰς τρια διῃρητο , ὡν ἑκαστον μερος τριττυς και φατρια ὠνομαζετο . παλιν δε των φατριων ἑκαστη εἰς γενη
9999949 τραχεια
τεσσαρεσκαιδεκατῃ ” Κιλικιας δε της ἐξω Ταυρου ἡ μεν λεγεται τραχεια ἡ δε πεδιας . το τοπικον Τραχεωτης . ἀρχη
, εἰπερ μεταδιδωσι μηδενι . [ , ] λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και ἐφ ' ἑαυτης σκληρα τετραμμενη μεν
9999949 τετρασυλλαβως
λεγε προγραμμα . Ὑπαιθρον μη λεγε , ἀλλ ' ὑπαιθριον τετρασυλλαβως . Κοιτων και προκοιτων ἀδοκιμα : χρη οὐν προδωματιον
Τρυφων δ ' ἐν παρωνυμοις „ Ἁλαιος τρισυλλαβως και Ἁλαιαιος τετρασυλλαβως . . . ὡς Ληναιος Ληναιευς , Κρηταιος Κρηταιευς
9999949 συγκομιδην
και πεδιαδα , φυλακης δε χρῃζειν εἰς ἐπιμελεστεραν των καρπων συγκομιδην , οὐ μονον των σπειρομενων ἀλλα και ὡν ἡ
τροφης δ ' ἡμερου παντελως ἀνεννοητους . και γαρ την συγκομιδην της ἀγριας τροφης ἀγνοουντας μηδεμιαν των καρπων εἰς τας
9999949 ἐξεγενετο
ὀντων δε την πατριδα σημαινει , ἡς ἐξεφυ τις και ἐξεγενετο , ὡσπερ και του ὀμφαλου . ἐαν οὐν τι
σε περι ὡν ἐβουλομην , ἐπειδη μονῳ προς μονον οὐκ ἐξεγενετο . καιρον δ ' ἐχει παντη λεγεσθαι τα καλα
9999949 ἀγανακτησαι
συμποσιοις θορυβους και παροινιας . ἐπι σου δε μονου εἰκοτως ἀγανακτησαι μοι δοκω , ὁς τοσουτον χρονον ὑπ ' ἐμου
περι τυχης διεξηλθεν . ΑΛΛη ἀντιθεσις : ἀλλ ' εἰκος ἀγανακτησαι το δαιμονιον , εἰ τιμησομεν ὁν τιμασθαι τῃ συμφορᾳ
9999949 μνημης
Ὀρθως μην ἐχει , διωρισμενων των τετταρων , ἑνος ἑκαστου μνημης ἑνεκα ἐφεξης αὐτα καταριθμησασθαι . Τι μην ; Πρωτον
. ὡς γαρ εἰδε το σταδιον , ἰλιγγιασας ἐξενηνεκτο της μνημης και ἐβοα μηδε τοτε πεπαυσθαι τον γοητα ἐμε :
9999949 ἀδελφιδου
οἰκειοι μαρτυρουσιν ; πρωτον μεν ἀδελφιδους , εἰτα του ἑτερου ἀδελφιδου δυ ' υἱοι , εἰτ ' ἀνεψιαδους , εἰθ
και πρεπωδεστατον . Σολων ὁ Ἀθηναιος Ἐξηκεστιδου παρα ποτον του ἀδελφιδου αὐτου μελος τι Σαπφους ᾀσαντος , ἡσθη τῳ μελει
9999949 ἰατρικως
, οἱον κατα γεωμετριαν γεωμετρικως , και κατα την ἰατρικην ἰατρικως : λεγω δε κατα τεχνην το κατα τας ἐκεινης
μουσικως , ἀστρονομικως , γεωμετρικως , ἀριθμητικως , στατικως , ἰατρικως . και ἀπο μεν του γραμματικου ῥημα οὐκ ἐστιν
9999949 συνεβουλευε
. Ταυτα λεγοντα ὁ Χαριδημος ἐδεξατο , και τῳ Ἰσοδημῳ συνεβουλευε , μεταστηναι ἐπ ' ἐνιαυτον . Ὁ δε οἱα
και ὑποθεσις αὐταρκης : ἐκκοπτειν γαρ ἀει και κολουειν αὐτῳ συνεβουλευε τους ὑπερεχοντας , ὡν ἁρπαζων τας οὐσιας ῥᾳστα πλουσιωτατος
9999949 ἀνειλετο
ὁμολογησαντα μη ἀποδωσειν . λαχων δε παρα μεν του διαιτητου ἀνειλετο το γραμματειον , προὐκαλεσατο δ ' αὐτον ἐπιτρεψαι Λυσιθειδῃ
της γης ὑπο των χειρων ἀρσιν , το δε “ ἀνειλετο ” δια την ἀναδοχην και εἰσποιησιν . ἐξεθηκα ]
9999949 Ἀμφιαραος
τουτο οὐ συγκοπη , ἀλλα μετασχηματισμος : ἀπο γαρ του Ἀμφιαραος Ἀμφις , ὡς παρ ' Αἰσχυλῳ , ὡσπερ ἀστραγαλος
λιπαρω . χθονα ] την γην . μαντις ] ὁ Ἀμφιαραος . κεκευθως ] κρυφθεις . κεκευθως ] κρυβεις .
9999949 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999948 ἐμφρονα
οὑτοι δε συμβουλης δεονται , εἰ ἀρα δυνατον ἐστιν συμβουλευειν ἐμφρονα ἀνδρα τοις ἀπειροις , ἱκανος δηπου ἐστι και εἱς
Ἡσιοδος του μετρου μαλιστα τυγχανει τρεις ἑξεις διελων , την ἐμφρονα την ἀνοητον την μεσην : ὡν ἡ μεν ἀριστη
9999948 πλεγμα
οἱ δε λοιποι χωρις του σ : θριψ : ῥιψ πλεγμα ψιαθωδες . Τα εἰς υψ μονοσυλλαβα δια του υ
Ἐσηθησαντες . ὑλισαντες . Καπτοντες . ἀποδεχομενοι . Ῥιπις . πλεγμα . Καινουν . χρησασθαι καινῳ λογῳ . Ἀποφορην .

Back