θωρακα , διαστολη μεν ὁταν ἀπο του πνευμονος ἐφελκηται , συστολη δ ' ὁταν τουτῳ παλιν ἀνταποδιδῳ . Οἱ Στωικοι
. Ἐπι δε του ἐπι σηψει τοὐναντιον κατεπειγει μαλλον ἡ συστολη του σφυγμου δια το ἐξωθησαι την ὑποκειμενην σηψιν ἐν
9999946 στολη
: ηὐξομην . μισθον ] μνειαν . σε ] ὠ στολη . δυσοιζω ] δυσχεραινω . ἐπιξενουμαι ] φιλιουμαι .
ἡ λεοντη τον Ἀριστοφανους ἐποιει Ξανθιαν οὐτε δειλον ἡ γυναικεια στολη τον Πηλεως , κἀν ἐγω το σχημα τουτο της
9999946 ὑπερμεγεθη
ὀντα σε εὐτυχως πως δοκεις συναρπασαι , και ταδε τα ὑπερμεγεθη και πληθος ἀπειρα δι ' ἀφροσυνην τινα , ὡς
τοις πολεμιοις ὑποχειριος γενηται , πυραν ἐν τοις βασιλειοις κατεσκευασεν ὑπερμεγεθη , και τον τε χρυσον και τον ἀργυρον ἁπαντα
9999944 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης
9999944 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999943 συνηκε
οὐν ὁ Λιχας ὡς ἐστι κατακειμενα ἐν οἰκιᾳ χαλκεως , συνηκε δε οὑτως : ὁποσα ἐν τῃ του χαλκεως ἑωρα
παχυτερα τον νουν οὐσα ἡ γραυς τοις τοσουτοις αἰνιγμοις οὐ συνηκε το λεγομενον ὑπο της Φαιδρας , ἀγανακτουσα ἡ Φαιδρα
9999943 θηκατο
: τοις γαρ ἀλιτροις εἰν ἁλι και γαιῃ κακα μυρια θηκατο δαιμων . ἐστι δε τοι προτερω Καρμανιδος ἐκτοθεν ἀκρης
φωτα , και χρεμεθων ποτε πωλος ὑφ ' ἡνιοχοιο δολοισι θηκατο των Περσων Ἀσιηγενεων βασιληα . ἐξοχα δ ' αὐ
9999943 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999943 ἀμεινονι
ἐρυσατο κυδιμα τευχη , ὡν ἑνεκ ' ἀφραδεως μεγ ' ἀμεινονι δηριαασκες . Κεισο , κυον : σε γαρ οὐ
δικαιον ἐπιδιδοιην μη ἀνελομενος , κτημα ἀντι κτηματος ἀμεινον ἐν ἀμεινονι κτησαμενος , δικην ἐν τῃ ψυχῃ πλουτου προτιμησας ἐν
9999943 ἐλθουσης
των Τρωων και της Εὐρωπης τοτε πρωτον κατα της Ἀσιας ἐλθουσης , ἐχοντες οἱ τε Τρωες ἀποδοντες την Ἑλενην ἀδεως
θεος ὁ ἐν Δελφοις . ὁμως δε και της μαντειας ἐλθουσης ἠν ἀπορια τοις πολλοις τι ποτ ' εἰη το
9999943 γεγραμμενη
τουτεῳ τῳ τροπῳ της ὀλισθησιος κἀκεινη ἡ κατατασις ἡ προσθεν γεγραμμενη , ὡς χρη κατατεινειν τα ὀστεα του βραχιονος κατεηγοτα
μεν του ἐνδιαθετου ἐστιν , ἡ περι ἐνθυμηματων και ἐπιχειρηματων γεγραμμενη , ἡ διδασκουσα πως δει ἐνθυμεισθαι και λογιζεσθαι :
9999942 ἐβουλοντο
καταλυσαι , μικραν και εὐτελη προφασιν τοις στρατιωταις ἐς ἁ ἐβουλοντο της τυχης παρασχουσης . Μαισα ἠν τις ὀνομα ,
γεγονεναι , συνετους δε τινας και νομοθετικους . : οὐκ ἐβουλοντο οἱ παλαιοι Ῥωμαιων , ὠ Σηβωσε ἀνδρων ἀριστε ,
9999942 ἀσπιδας
. ῥοθιον : Ἀρριανος : στοιχον ἑνα ὁπλιτων προβεβλημενων τας ἀσπιδας , πολλῳ τῳ ῥοθιῳ και ἁμα ξυγκελευσμῳ παντοιῳ ἐν
Κρητικας , ὡσπερ ἐρεβινθους , δορατιων τε λειψανα κατεαγοτα , ἀσπιδας δε προσκεφαλαια και θωρηκας ἐχομεν , προς ποδων δε
9999942 Αἰθιοπιαν
διαφεροντως . οἱον ὁ ἡλιος καιει μεν τα περι την Αἰθιοπιαν μερη , θαλπει δε τα προς ἡμας , καταυγαζει
τον παλαι προτετελευτηκοτα . Ὁτι Καμβυσης μελλων στρατευειν ἐπ ' Αἰθιοπιαν ἐπεμψε μερος της δυναμεως ἐπ ' Ἀμμωνιους , προσταξας
9999942 Ἀμφιλοχου
, και χραν τοις δεομενοις και θεσπιζειν , παρ ' Ἀμφιλοχου του ἐν Κιλικιᾳ το ἐνδοσιμον λαβωνκαι γαρ ἐκεινος ,
ἐστι παλαιον . λεγεται δε Καλχας ὁ μαντις μετ ' Ἀμφιλοχου του Ἀμφιαραου κατα την ἐκ Τροιας ἐπανοδον πεζῃ δευρο
9999942 εὐπειθες
τους θωπευοντας ἀγριαινεις . ὁ τοινυν προὐθεμην , το γαρ εὐπειθες τουτο αὐτο και εὐαγωγον εὐμαθειας εἰναι τεκμηριον τις οὐκ
ἐτι την ἀρχην ἐν Ῥωμῃ διατιθεσθαι : το δε ὑμετερον εὐπειθες εἰδως ὁμως ἀναμενω την ἀποκρισιν . “ Ἀναβοησαντος δε
9999941 ἀπελυσεν
συναποθανειν θελων τῃ γυναικι . ἀλλ ' ὁ δημος σε ἀπελυσεν , ἀκουσιον ἐπιγνους το συμβαν . τα δε τουτων
. γελασας ? δε οὑτως ἐλαχιστον ζῳον χαριτας ἀποδωσειν , ἀπελυσεν αὐτον . οὐ πολλῳ ὑστερον ὑπο κυνηγων δεσμα ἐβληθη
9999941 τριγενη
συστελλεται . Ὁ ἡδυς του ἡδεος : τα εἰς υς τριγενη και ἑξης . Τριγενη ἐστιν ὁσα ποιει θηλυκον και
δε ἐστι ζητησαι , ὁτι μη γενομενα τα εἰς υς τριγενη δια του ε και ω ἀττικως κατα την γενικην
9999941 ἠγωνιζοντο
οἱ τοινυν δημοσιοι και μεγαλοι ἀγωνες προς τουτο το ὑδωρ ἠγωνιζοντο . και διενεμετο εἰς τρια μερη ἡ ἡμερα ,
της εὐεργεσιας χαριν ἀποδιδοντες ἐν ταις μετα τουτου μαχαις φιλοτιμοτερον ἠγωνιζοντο , συναυξοντες αὐτου την ἡγεμονιαν : εἰ δε τυχοι
9999941 ἐπικρατησῃ
, μεγεθει τε μεγιστον και πολυτελειᾳ ἐκπρεπεστατον , και ὁπως ἐπικρατησῃ ἐπικαλεισθαι ἀπο Ἡφαιστιωνος , και τοις συμβολαιοις καθ '
το θερμον : ὁταν οὐν το ἐν τῳ ὑδατι ψυχρον ἐπικρατησῃ του ἐν τῳ ἀερι θερμου , γινεται ἐξ ἀερος
9999941 γυναικειᾳ
αὐτη προς ἐμαυτην ἁμιλλωμενη και ζητουσα εἰ δυνατον και τῃ γυναικειᾳ φυσει ἐρευναν τα του βιου πραγματα και εἰδεναι τι
λεγουσιν , ἀπονυμφην δ ' ἠ ἀπονυμφον τον φιλοπαιδα και γυναικειᾳ ὁμιλιᾳ δυσχεραινοντα , ὁν και μισογυνην ἐρεις ὡς τον
9999940 παρεσκευαζετο
περι αὐτον στρατιας ἐπανελθων εἰς Μεμφιν τα προς την πολιορκιαν παρεσκευαζετο . Ὁ δε της πρωτης μεριδος ἀφηγουμενος Λακρατης ὁ
λοφου ὀντος μεταξυ οὐκ ἐθεωρουν ἀλληλους , ἐτασσε τε και παρεσκευαζετο ὡς ἐς μαχην . τῳ δε Ἱπποκρατει ὀντι περι
9999940 Συρακοσιου
μεν ἐπι της προτερον οὐσης ξυμμαχιας ἀνανεωσει , του δε Συρακοσιου καθαψαμενου ἀναγκη και περι της ἀρχης εἰπειν ὡς εἰκοτως
βασιλεας πολλους κεκολακευκεν , ᾡ ἀν ξυγγενηται , πλην του Συρακοσιου Διονυσιου . οὑτος δε ἠ παντων εὐτυχεστατος ἐστιν ἠ
9999940 διενοειτο
ὀχλον ἀρεσκειας , ταυτῃ νομιζων ἐξοικειωσασθαι μαλλον αὐτον εἰς ἁπερ διενοειτο . ἠδη τινας οἰδα των ἀνεσκολοπισμενων μελλουσης ἐνιστασθαι τοιαυτης
προς Λακεδαιμονιους διεπεμψατο περι βοηθειας πεζης τε και ναυτικης : διενοειτο γαρ ἐν ὁσῳ τα κατα τον στολον ἑτοιμα ἐγινετο
9999940 ἐπηνεγκεν
γαρ οὐ ; εἰτα ἐκ του κατα τον τειχισμον ὀνοματος ἐπηνεγκεν : οὐ λιθοις ἐτειχισα την πολιν , οὐδε πλινθοις
περισσος ὁ ἀν συνδεσμος : εἰ γαρ ἐνετετακτο κυριως , ἐπηνεγκεν ἀν ἀπολυσαιμεθα . . . . . πολλα γαρ
9999940 δραχμην
τοὐργον αὐτο : των μεν γαρ χρηματων ἐκεινοις τοις χρονοις δραχμην οὐ κατεθηκαν ὑμιν , νομῳ δ ' ἑνι πλειστους
: ὡς του Λυσιστρατου ⌈ οὐν Γ ἁμα αὐτῳ εἰληφοτος δραχμην ὑπερ του δικαστικου μισθου και ἐμπεπιστευμενου κερματισαι αὐτην ὡστε
9999940 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999940 Θεραπεια
πιϲτιϲ δε τουτεων κεφαλαιη , ἡϲ ἀμφι προτερον φραϲω . Θεραπεια κεφαλαιηϲ . Κεφαλη δε ὁκοϲον ἐϲ ζωην ἀναγκαιον ,
λουοιτο ψυχρῳ , ἐλπιϲ ὡϲ ὠκιϲτα ἀνδρωθηναι τον ἀνθρωπον . Θεραπεια ϲτομαχικων . Ἡ ἐν τοιϲι ἀλλοιϲι παθεϲι μετα την
9999940 Κυκλωπων
. ὁς ὀψεται : Ὀδυσσευς πλανωμενος ἐπι την γαιαν των Κυκλωπων εἰσελθων εἰς το του Πολυφημου ἀντρον υἱου Ποσειδωνος ἑνα
ὑπεραχθεες αἰει . συρισδεν δ ' ὡς οὐτις ἐπισταμαι ὡδε Κυκλωπων , τιν , το φιλον γλυκυμαλον , ἁμᾳ κἠμαυτον
9999940 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999940 χαλβανης
ἀλοης Γοʹ αʹ ʹʹ , κροκου πυρεθρου , ὀποπανακος , χαλβανης , λιβανου ἀνα , Γοʹ αʹ , ἀμμωνιακου θυμιαματος
Ἀρχιγενης , κοινωσομαι προς ἑκαστον . Σαγαπηνου , πεπερεως , χαλβανης , πυρεθρου , κροκου , σπονδυλιου , σμυρνης ἀνα
9999940 ὁρμωμενη
ὀν αὐτοις ἀναγωγοις χρηται . ἀπο δη της τοιαυτης ἀφορμης ὁρμωμενη διαστελλει παρ ' ἑαυτῃ καλως , τινες μεν θεωριαι
ὡς ἱστορει Ἀριστοκλης ἐν τῳ περι διαλεκτων . ἱεμενη : ὁρμωμενη , προθυμουμενη πλεον , καιπερ προθυμουμενη , σπουδασασα ἡ
9999940 εὐξαντο
φερεται , διοτι πολεμουντες Σαβινοι πολυν χρονον προς τους Ὀμβρικους εὐξαντο , καθαπερ των Ἑλληνων τινες , τα γενομενα τῳ
δ ' ἐκλυε Φοιβος Ἀπολλων . αὐταρ ἐπει ῥ ' εὐξαντο και οὐλοχυτας προβαλοντο , αὐερυσαν μεν πρωτα και ἐσφαξαν
9999939 Εὐκλειδης
Ἀριστιππος ὁ Κυρηναιος , Ἠλιακης Φαιδων ὁ Ἠλειος , Μεγαρικης Εὐκλειδης Μεγαρευς , Κυνικης Ἀντισθενης Ἀθηναιος , Ἐρετρικης Μενεδημος Ἐρετριευς
συμποδιζων προαιρεσει , ὁ δε βελτιστῃ ὠφελων , ὡς ὁ Εὐκλειδης δια των ψευδαριων πειραται και γυμναζει : και οὐ
9999939 αἰσχυνην
μεν χωραν ἀνεσωσε τῃ πολει , την δ ' ὑπαρχουσαν αἰσχυνην ἀπηλλαξεν : οὑτος δ ' , ἡν βασιλευς και
, την δε , ὁπως μη φωραθεις ὑπο των ἐναντιων αἰσχυνην ἀνοιας ὀφλησω : τα γαρ τοιαυτα του πολεμου κλεμματα
9999939 χρυσης
προκαταρχειν του χορου των Μουσων . ὁ δε νους : χρυσης κιθαρα , και του Ἀπολλωνος κτημα και των μελανοπλοκαμων
γαρ ὀφελος οὐδεν οἰκιας χρυσης , οὐ μαλλον ἠ χυτρας χρυσης ἠ της πλατανου της ἐν Περσαις . πολεως δε
9999939 ἀποσπασμα
Πινδῳ ᾠκουν Ταλαρες Μολοττικον φυλον , των περι τον Τομαρον ἀποσπασμα , και Αἰθικες , [ εἰς ] οὑς ἐξελαθηναι
γαρ ὁ ποιητης μυθου [ τε ] παλαιου παραφερειν τουτο ἀποσπασμα , καθ ' ὁν ὁ Ζευς ἐμυθευετο κεκρεμακεναι τε
9999939 ἀποριη
διψοϲ , γλωϲϲηϲ ξηροτηϲ , ἐπιθυμιη ψυχρου ἠεροϲ : γνωμηϲ ἀποριη . βηξ ξηρη τα πολλα : ἠν δε τι
ϲμικροτεροϲ ἐων χωρην ἐϲ το ἐμπλωειν ἰϲχῃ . ναυτιη , ἀποριη μαλιϲτα προϲ τῃϲι ῥηξεϲι . ἐπι δε ταϲιοϲ ϲημηϊα
9999939 ἀπιθανως
. οὐδ ' ἀμφιλεκτως ] ἠγουν οὐδ ' ἀμφιβολως και ἀπιθανως και δυσχερως , ἀλλ ' ἀληθως και ἀναμφιβολως εἰσι
λογισμῳ την προτερον ὁρμην ἀναχαλινωσας . Την δε φρονησιν οὐκ ἀπιθανως μωλυ , μονους εἰς ἀνθρωπους ἠ μολις εἰς ὀλιγους
9999939 ἀπεκριναντο
τοτε , βλαπτοντος ἠδη του θεου , τῳ στρατηγῳ σφων ἀπεκριναντο ἀναξιως βουλευεσθαι περι αὑτου : αὐτοι γαρ , της
δε και ἐξ ὡν αὐτος οὑτος και Τιμοκρατης και Ἀφοβος ἀπεκριναντο , οὐχ οἱον τ ' ἀποδεδοσθαι την προικα ,
9999939 συμμαχια
ἠ κομμα , ὡς ἐχει το Δημοσθενικον , τις γαρ συμμαχια σου πραξαντος γεγονε τῃ πολει ; τις δε βοηθεια
δε Νικευς ἐδικε πετˈρῳ χερα κυκλωσαις ὑπερ ἁπαντων , και συμμαχια θορυβον παραιθυξε μεγαν : ἐν δ ' ἑσπερον ἐφλεξεν
9999939 Καππαδοκιαν
μεν Ἀμισσου την πολιορκιαν και τους ὑπο Κασανδρου πεμφθεντας εἰς Καππαδοκιαν ἐκβαλῃ παντας , προς δε τουτοις ὁπως παραγενομενος εἰς
' ἑνος τελους ἀπελιπε , τους δε ἱππεας προυπεμψεν ἐς Καππαδοκιαν , οἱ Ἀριοβαρζανην τε ἀφνω κατεκανον ὡς ἐπιβουλευοντα Κασσιῳ
9999939 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999939 γλυκυτης
ποιοτης μενει , οἱον γλυκυτης ἡ του μελιτος οὐδεν ἐλαττον γλυκυτης ἐστιν ἡ ἐφ ' ἑκαστῳ , οὐκ ἀν εἰη
ἐπιτμηθεντος του ἐρινου και ἐκρυεντος του ὀπου . ἡ δε γλυκυτης προσεμφερης τῳ συκῳ και τα ἐσωθεν τοις ἐρινοις :
9999938 ἀπαλλαγης
ἁπασας ἐκκεκοφθαι , τας δ ' ἐναντιας παρεισεληλυθεναι φροντιδας περι ἀπαλλαγης ἀνηνυτων βασανων , ὑφ ' ὡν γυμναζομενος μεθ '
οἰνομελιτι κλυστεον τον κολπον , και τουτοις ἐπιμενητεον μεχρι τελειας ἀπαλλαγης . Εἰ δε περι το στομιον της ὑστερας συσταιη
9999938 ἀποθανω
Χαιρεου αἰτουμαι σε , Καλλιροη , χαριν τελευταιαν . ὁταν ἀποθανω , προσελθε μου τῳ νεκρῳ και εἰ μεν δυνασαι
τουτο ἐσπουδακεν , ὁ δε ἐφη : ἱνα μαθων αὐτο ἀποθανω . Ἐρωτηθεις , εἰ τους ἀριστους Ἀθηναιοις νομους ἐγραψεν
9999938 ἀνθρωπινῳ
τεξεσθαι παιδα των πωποτε καλλει και σοφιᾳ διοισοντα και τῳ ἀνθρωπινῳ γενει μεγιστον ὀφελος εἰς συμπαντα τον βιον ἐσομενον .
γενομενης , ἐδοξαν ἀν ἡμιν πολλοι βιοι εἰναι ἐν ἑνι ἀνθρωπινῳ βιῳ , συνεχους οὐσης της ζωης ἐν τοις ἑβδομηκοντα
9999938 ἀπειπε
ἀνεθορεν αὐθις ἐς την Περυσιαν και τας ὑπολοιπους συλλογισαμενος τροφας ἀπειπε διδοσθαι τοις θεραπουσι και ἐφυλασσεν αὐτους μηδ ' ἐκφυγειν
οὑτοσι , εὐλαβουμενος , ὡς ἐμοι δοκει , το τοιουτον ἀπειπε τα πραχθεντ ' ἐπ ' ἐκεινων μη κυρι '
9999937 ἀπεδειξεν
οὐσια δε ὡς πατηρ ἠ σιμος . Ἀρ ' οὐν ἀπεδειξεν αὐτος περι του την ἀντιφασιν μη συναληθευειν ; τουτο
κεκομισμενον ναυτικα και τετρακισχιλιας δραχμας και τουτων τα γραμματ ' ἀπεδειξεν . ἐν γαρ τῃ διοικισει , ὁτ ' ἐκ
9999937 Λακεδαιμονα
εἰκος ἐστιν , Ἀντισθενην Ἀττικον γε ὀντα παραγενομενον Ἀθηνηθεν εἰς Λακεδαιμονα ἐκ της γυναικωνιτιδος λεγειν εἰς την ἀνδρωνιτιν ἐπιεναι .
ἀπο των εἰς τουτο ἀξιουσων πολεων βοηθον αὐτον γενεσθαι . Λακεδαιμονα γουν παρειληφαμεν μετα τον ὑπ ' ἐκεινου γενομενον αὐτῃ
9999937 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999937 ἀποφαινομεθα
ἀπο του καιρου κρινοντες και των ἀλλων περιστασεων ἀλλοτε ἀλλα ἀποφαινομεθα : και ποτε μεν τους ἐλλειποντας ἐπαινουμεν και πρᾳους
ὑπαρχειν , εἰ δε λοιπον το μη ὑπαρχον μη ὑπαρχειν ἀποφαινομεθα , οἱον τον Σωκρατην μη εἰναι ἀδικον , ἀποφασιν
9999937 εἰργασατο
τε ὁ Σωφρονισκου προ της ἐς την ἀκροπολιν ἐσοδου Χαριτων εἰργασατο ἀγαλματα Ἀθηναιοις . και ταυτα μεν ἐστιν ὁμοιως ἁπαντα
νοειν περι θεου ἐμφασιν του ὑψιστου κινει . τι δε εἰργασατο ἠδη καλον ὁ Ἀβραμ , ὁτι κελευει αὐτῳ πατριδος
9999937 ἀσθενες
ἀνθησιν πολυχρονιωτεραν ποιουνται τα χεδροπα των σιτωδων ὁτι των μεν ἀσθενες το ἀνθος : εἰρηται δε ὁτι τα ἀσθενεστερα πανταχου
μη ἐχειν : αὐτο γαρ καθ ' ἑαυτο ἑν ἑκαστον ἀσθενες , και δοκει ἀνευθυνον εἰναι , συζευχθεντα δε ὁρον
9999937 ἐποιησαμεθα
την εὐεργεσιαν ἀπεχουσιν ; ἠ κἀν εἰ ἐπ ' αὐτοις ἐποιησαμεθα , οὐκ ἀν εἰχον μειζω προσαιτησαι ; θαυμαζω τοινυν
Μιλτιαδου προκηρυκευσαμενου προς Λακεδαιμονιους , ὀντος προξενου , σπονδας πεντηκονταετεις ἐποιησαμεθα , ἐχρησαμεθα δε ἐτη τριακαιδεκα . Ἐν δε τουτῳ
9999937 γλυκεια
ποιητης δια την πονηραν φυσιν . ἡ γαρ μεταβολη παντων γλυκεια ἐστιν δια πονηριαν τινα , ἠτοι δια την πονηραν
κατα μερος ἐξεταζων ποιοτητας . Ἡ μεν οὐν των ποιοτητων γλυκεια , ἡ δε λιπαρα , ἡ δ ' ὀξωδης
9999937 χαλαζαν
, και ἀποδεσμει μετα μεταξης ἑψημενης , δεσμων κατα μιαν χαλαζαν ἀνα ἑνα δεσμον . Και οὑτως ἐμβαλων τας φουσκας
νεφεων πτηται νιφας ἠε χαλαζα : ὁτι διεσταλκε νιφαδα και χαλαζαν . . . . ἰσον οἱ φασθαι τον τε
9999937 ἐπικυκλῳ
δια του π , και ὁ αὐτος ἐσται τῳ εζηκ ἐπικυκλῳ . γεγραφθω οὐν ὁ πρχ : ἐπει οὐν δια
μο ξʹξʹ γ . παλιν δη νοεισθω και ἐν τῃ ἐπικυκλῳ σφαιρᾳ κυκλισκος περι το κεντρον αὐτης ἐν τῳ του
9999937 συγχωρησειεν
συνηθων , οὐκ ἀν ποτε που το ἀπορηθεν περι αὐτων συγχωρησειεν ἐπιδραμων οὑτως εὐθυς , στας δ ' ἀν ,
του της θαλαττης της μεχρι στηλων , μαλλον ἀν τις συγχωρησειεν ὡς ἐπι μιας γραμμης ἐξεταζεσθαι τας παραλληλους ἐκεινης ἐν
9999937 ἐρυσαντο
οὐδε συνεργος της των ἀλλων Λημνιων ἀσελγειας . ἐς Οἰνοιην ἐρυσαντο : εἰληφε την ἱστοριαν παρα Θεολυτου . Σικινος δε
παρ ' Ἀριστοφανει . . . . ὠπτησαν δε περιφραδεως ἐρυσαντο τε παντα : σημειουνται τινες ὁτι Ἡσιοδος ἐποιησεν ὠπτησαν
9999937 Ἀριστογειτονι
και ἡ ἀλογιστος τολμα ἐκ του παραχρημα περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο
μυειν , και κρινεται . ἁρμοσει γαρ εἰσβαλειν οὑτως : Ἀριστογειτονι τουτῳ οὐκ ἠρκει τα ἀλλα συμπαντα , οὐ νομων
9999936 δριμυτης
φυσαν , ἐαν μη πληθος ᾐ ξυλων . ἡ δε δριμυτης του καπνου κατα την ὑγροτητα την ἑκαστου . διο
ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον ἠ πληθος θερμασιας : ὡς τοις γε δια
9999936 Ἑρμηνεια
τροπον φυλαττουσιν της συγγενειας . Ἰδιωτης εἰς πλοιον φαρμακον . Ἑρμηνεια . Χαλεπον ἀπειρια κἀκεισε μαλλον , Ἐνθα κυμα θαλασσης
, Γιγαντων ῥηματα ματην προφεροντες . της καρδιας σου . Ἑρμηνεια . Ἑκων λανθανε και μη παντι ἀνθρωπων Το προσεχες
9999936 κατησθιε
τριχες , οὐκ ἀν ποθ ' ὁ λυκος τον τραγον κατησθιε . } Ὁ πασιν ἀρεσας ἐν σοφοις ποιημασιν ,
δι ' ὁ και προς τον φαρμακοπωλην τον θαυμαζομενον ὡς κατησθιε ῥιζαν μιαν ἠ δυο παραγενομενος ὁ ποιμην και ἀναλωσας
9999936 ἐνδοτερω
λοχος ὁδε ὁ πρωτος : ὁ γε μην δευτερος , ἐνδοτερω σαπρου κρεως και ὀδωδοτος μοιραν μηρινθου τινος μακροτερας ἐξαρτωσι
ἐκβαλλειν . “ Κινουνται τε συνεχως αἱ ἀτομοι φησι δε ἐνδοτερω και ἰσοταχως αὐτας κινεισθαι του κενου την εἰξιν ὁμοιαν
9999936 σεμιδαλις
σκληρυνομενα ἐν τῃ ἑψησει ἠ ὀπτησει ἠ τηγανῳ , και σεμιδαλις χωρις μελιτος δια λιπαρων ζωμων ἐσκευασμενη , και ἰτρια
τοιαυτη : ” ἐαν ψυχη προσφερῃ δωρον ἠ θυσιαν , σεμιδαλις ἐσται το δωρον , ” εἰτ ' ἐπιφερει :
9999936 μικρα
μηδεμιᾳ ἐπιμελειᾳ ἑαυτων οὐσιν ; οὐ θαυμαστον εἰ και τα μικρα δυνανται κατορθουν ; και μηδεν γ ' ἐμου ,
μετ ' ἀλληλων μεντοι και του ῥυθμου πολλα και οὐ μικρα . και ταχα ἀν ἡμιν παιδες μουσικων ἀμφισβητησειαν ,
9999936 σμυρνης
, ὀπιου ⋖ δ , λιβανου # α # , σμυρνης # α , καστοριου # δ . ἀναλαμβανε οἰνῳ
. . . . ⎪ ⎬ ἀνα δρ . δʹ σμυρνης . . . . . ⎪ πηγανου φυλλων .
9999936 ἀπελογησατο
- λογησομενον . ὁ δε Παυσανιας ἐλθων εἰς την Σπαρτην ἀπελογησατο , και ἀπατησας τους Λακεδαιμονιους , ἀπολυθεις της αἰτιας
ἐβουλευετο μετα των φιλων οὐκετι περι Μιθριδατου , λαμπρως γαρ ἀπελογησατο , ἀλλα εἰ χρη διαδικασιαν προθειναι περι της γυναικος
9999936 ὁρμητικως
ταγοι δε και οἱ ἡγεμονες των λελειμμενων νεων συδην και ὁρμητικως αἱρουνται φυγην κατ ' οὐρον οὐκ εὐκοσμον , ἠτοι
φευγω φυγδην : και φευκτικως , μετα πασης φυγης , ὁρμητικως . παμφυρδην : συγκεχυμενως . ἐλοωντες : ἐλαυνοντες ,
9999936 ἀποστῃ
] ὑποχωρησει . χωρησεται ] ἐκστῃ . χωρησεται ] + ἀποστῃ ἐασας αὐτας . χωρησεται ] ἀπαγησεται . Ξ ἀλλ
, ζησεσθε . Ἐαν γαρ πινητε μη αἰδουμενοι , και ἀποστῃ ὁ του Θεου φοβος , λοιπον γινεται μεθη ,
9999936 οἰνανθης
σαμψυχου , ῥευματιζομενῳ δ ' ἠ πυρουμενῳ τα δι ' οἰνανθης , τα δια στυπτηριας , τα δι ' ὀμφακιου
προς την φερομενην κοιλιαν τουτῳ . Ἀκακιας , μαστιχης , οἰνανθης ἰσα : κατ ' ἰδιαν ἑκαστον λειωσας και μιξας
9999936 ὑπεμνησεν
. λεγουσι ] δ ' οἱ μεν ὁτι ? [ ὑπεμνησεν ] | αὐτον ? [ ὡν ] | περι
και τον ἑαυτου διανυοντος δρομον , οὐδε εἱς των θεων ὑπεμνησεν ὡστε και αὐτῳ του κοσμου μεριδα φυλαχθηναι . οὐδεπω
9999936 συγγενες
πανυ γυναικες εἰς τας ἀλληλων πολεις ἐκδεδομεναι και δια το συγγενες και δια φιλιαν , αἱ τυχουσαι της ἐκ του
στερξομεν . εἰ γαρ Κορατιοις ἐλαττον κρινεται του καλου το συγγενες , οὐδε Ὁρατιοις τιμιωτερον φανησεται το γενος της ἀρετης
9999936 Λακεδαιμονιοισι
την Ἀσιην Δημαρητος και τοιαυτῃ χρησαμενος τυχῃ , ἀλλα τε Λακεδαιμονιοισι συχνα ἐργοισι τε και γνωμῃσι ἀπολαμπρυνθεις , ἐν δε
Σπαρτης προ δυντος ἡλιου : οὐδενα γαρ λογον εὐεπεα λεγεις Λακεδαιμονιοισι , ἐθελων σφεας ἀπο θαλασσης τριων μηνων ὁδον ἀγαγειν
9999936 γενειαδα
εὐρυθμον ἀνακρουοντα . ὡς γαρ ἀφικομην ξυριεισθαι [ ] την γενειαδα βουλομενος , ἀσμενως τε ἐδεξατο και ἐφ ' ὑψηλου
ὠν , μηθ ' ὑδωρ θαυμαζε , μηδε κουρια ? γενειαδα , μηδε ῥυπου χιτωνα ἑσσον ἐν χροϊ . κωφος
9999936 Ἀγαθοκλεους
τουτων τραγον ἀμελγειν , ὁ δε αὐτῳ κοσκινον ὑποτιθεναι ; Ἀγαθοκλεους δε του Περιπατητικου μεγα φρονουντος ὁτι μονος αὐτος ἐστι
βυβλου ταυτης συν τοις ἀλλοις περιεχουσης και την τυραννιδα την Ἀγαθοκλεους ἀφιεμενοι το περι αὐτης προλεγειν τα συνεχη τοις προειρημενοις
9999936 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999936 αἰχμης
τῳ ὑπνῳ ἐπιστασα ἐφη σε ὀλιγοχρονιον ἐσεσθαι , ὑπο γαρ αἰχμης σιδηρεης ἀπολεεσθαι . Προς ὠν την ὀψιν ταυτην τον
στημονα ὁπλισεως ἠ του ταξαι ναυμαχιας τε και τειχομαχιας και αἰχμης και τοξων ἑλξεως . τα δε ἐργα αὐτου εἰναι
9999936 λιγεια
ὀξυτονα , και ἡμισυς και θηλυς βαρυτονα σημειουνται ποιουντα το λιγεια : ἐλαχεια : θηλεια : ἡμισεια , δια της
παλαι Λακεδαιμονα ἐνθ ' αἰχμα τε νεων θαλλει και μωσα λιγεια , και δικα εὐρυαγυια καλων ἐπιταρροθος ἐργων . Ἡγεισθαι
9999936 ποικιλιᾳ
ἐφη . Οὐκουν , εἰπον , τῃ περι τον οὐρανον ποικιλιᾳ παραδειγμασι χρηστεον της προς ἐκεινα μαθησεως ἑνεκα , ὁμοιως
την διαμετρον ὀκτω ποδων εὑρισκεσθαι : πολλα δε και τῃ ποικιλιᾳ των θυϊνων οὐκ ἐστι χειρω προς τας τραπεζοποιιας .
9999935 ζητημα
προσηκει το ὁλον εἰδος εἰναι του λογου κατα τοδε το ζητημα , ἐπι τωνδε των ἀνδρων , περι τουδε του
ἐχει . εἰπον οὐν ὁπερ ἐμοι ἐδοξεν , ὁτι Το ζητημα ᾡ ἐπιχειρουμεν οὐ φαυλον ἀλλ ' ὀξυ βλεποντος ,
9999935 συνηχθη
τεθεντος τινος ἀληθους συμπερασματος τας προτασεις ἐξευρισκειν δι ' ὡν συνηχθη : τουτο γαρ ἀν εὐκολωτερον ἐποιουμεν ἐν ὡρισμενοις ἐχοντες
την ὑλην , λυειν ἀναιρουντα την ψευδη προτασιν ἐξ ἡς συνηχθη το ψευδος , τους δε φαινομενους ψευδεις συλλογισμους ,
9999935 ἐξηγησαντο
ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999935 χαλβανην
δραχ . γ . οἰνον στυφοντα εὐωδη λειου λιβανον , χαλβανην , ὀποπανακα , και μισγε τῳ οἰσυπῳ και τῳ
και τον λιβανον λειοτατον , και ἑνωθεντων αὐτων ἐπιβαλλομεν την χαλβανην μεμαλαγμενην , και αἰροντες ἀπο του πυρος ἐπιπασσομεν το
9999935 ἐντολη
, ἐπι δε την Ἀσιαν Λευκιον Λευκολλον , οἱς ἡ ἐντολη πολεμειν Μιθριδατῃ . Μιθριδατης δε ἀλλον τε στρατον συχνον
, στελλω , στολη : τελλω , τολη , και ἐντολη : βαλλω , βολη , και ἐμβολη : χεω
9999935 ἡμισεια
ΑΒΓ . δια τα αὐτα δη και ἡ ὑπο ΒΑΔ ἡμισεια ἐστιν ὀρθης . ὁλη ἀρα ἡ ὑπο ΔΑΓ γωνια
τεσσαρων , το δε ἀπο της τετραποδος , ἡτις τετραπους ἡμισεια ἐστι της ὀκταποδος , το οὐν ἀπο της τετραποδος
9999935 τεθνηκεν
Ἀνακυνδαραξεω Ἀγχιαλην ἐδειμε και Ταρσον μιῃ ἡμερῃ , ἀλλα νυν τεθνηκεν . ἐπιγεγραπται δε και ἐν λιθινῃ στηλῃ Χαλδαικοις γραμμασιν
: τοτε γαρ ἐζη ὁ Κλεων , ἐπι δε τουτων τεθνηκεν . και γαρ Εὐπολις μετα θανατον Κλεωνος τον Μαρικαν
9999935 συμβολη
ξυνετο συνηκεν . ξυνεσις συναφεσις , ἠ εἰς το αὐτο συμβολη . ξυνεηκεν συνεβαλεν . ξυμβλητο συνηντησεν . ὁ .
Ἀρκαδας ἐπολεμουν περι ὁρων γης . Γινεται δ ' αὐτοις συμβολη περι τον Ἀκιδαντα ποταμον . Ἐρευθαλιωνος δε του Ξανθιππου
9999935 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999935 Αἰσχυλου
] [ ] ντι [ ] Σατυρου βιων ἀναγραφης Ϛʹ Αἰσχυλου Σοφοκλεους Εὐριπιδου [ ] ! [ ] [ και
οὐκ ἀληθης διανοια . το δ ' ἑξης ἐκ Νιοβης Αἰσχυλου . 〛 ἠν ' ἰδου : Ἠνι ἰδου ἐκ
9999935 ἐδοκουν
ἐλαττον ἐχαιρε συνων ἐνιοις αὐτων , μονοις ἐξισταμενος ὁποσοι ἀν ἐδοκουν αὐτῳ ὑπερ την της θεραπειας ἐλπιδα διαμαρτανειν . και
την ἐπιβουλην την ἐξ ἐκεινων ἐκκλιναι πειρωμενη . ὡς δε ἐδοκουν του τιμωρησασθαι τον λυμεωνα ἡκειν δευρο , ἐνταυθα ἡ
9999934 ἐλθοιεν
ἀν εἰς τουτο δηπου τολμης , καιπερ ὀντες ἀναιδεις , ἐλθοιεν , ὡστε φησαι τους τα ἑαυτων μη εἰσφεροντας μαλλον
Βεκρυκων λειπει το ὡς ἱνα ᾐ μηδ ' ἐπι νηων ἐλθοιεν ὡς προτερον εἰς Βεβρυκιαν συμπλεοντες τοις λοιποις Ἀργοναυταις ὁτε
9999934 Ἐρατοσθενη
, τους δ ' ἐκεινους ἐλεγχοντας ἐξεταζειν Δικαιαρχον τε και Ἐρατοσθενη τον τελευταιον πραγματευσαμενον περι γεωγραφιας και Πυθεαν , ὑφ
τοσαυτα διαστηματα πλωτα και πορευτα γενοιτο . τον δ ' Ἐρατοσθενη διαπορησαντα , εἰ χρη πιστευειν τουτοις , ὁμως περι
9999934 ἀναιδειᾳ
, ὑπ ' αὐτου τῃ βοῃ , περιγενῃ δε ἐν ἀναιδειᾳ , οὐδεν ἡττον ἡμετερα ἡ νικη . πυραμους δε
αὐτων και παιδων παιδες ἀναισχυντοι . ἀκολουθει δε ἀναισχυντιᾳ και ἀναιδειᾳ ὑβρις και ἀδικια , τουτοις δ ' ἑπεται ὀλεθρος
9999934 τυγχανει
, ἀλλ ' ἐξαπατωσιν οἱ ὑπισχνουμενοι , ἠ μαθημα μεν τυγχανει ὀν , μη μεντοι πανυ σπουδαιον , τι και
εἰπειν οὐδενι μελει , εἰ μη εἰ τις ἐραστης σου τυγχανει ὠν . εἰ δ ' αὐ ἐθελεις εἰς πλουτους
9999934 Περσης
ἰχθυς τῳ κυρτῳ εἰσδυεται . Ζωπυρου ταλαντα : Ζωπυρος ὁ Περσης βασιλει χαριζομενος , μαστιγωσας ἑαυτον και την ῥινα και
. Ἐν δε τουτοισι τοισι χωριοισι ἐτυγχανε ἐων Ἁρπαγος ἀνηρ Περσης , στρατηγος στρατιης οὐκ ὀλιγης : ὁς οἱ ἀποβαντι
9999934 νεανισκων
ἀπο συνθηματος παντες ἀναχωρουσι του βωμου μακραν : των δε νεανισκων ὁ ἑτερος ἀνακλινας αὐτην ὑπτιαν ἐδησεν ἐκ πατταλων ἐπι
νεανισκων ἀει δι ' ἡμερας : ὡς ταυτα των ἀγυμναστων νεανισκων λαλουντων . των εὐγενων δηλονοτι . ἀν ] περισσον
9999934 γραμματευς
κατειθισμενην ἐπιμελειαν το σωμα παραδιδοασι . και πρωτος μεν ὁ γραμματευς λεγομενος τεθεντος χαμαι του σωματος ἐπι την λαγονα περιγραφει
, ἐνθυμιον ποιουμαι την του ἐνυπνιου φωνην , ὡς ὁ γραμματευς ὑπισχνειτο μοι συμπραξειν . και το τε ὀναρ αὐτο
9999934 Μασσαλιωτης
. ἐπι δε τους τοπους τουτους δοκει και Πυθεας ὁ Μασσαλιωτης παρειναι . φησι γουν ἐν τοις Περι του Ὠκεανου
ἀντιπερισπωμενην ὑποβαινειν , ὁπερ εἰναι την ἀμπωτιν . Πυθεας ὁ Μασσαλιωτης τῃ πληρωσει της σεληνης τας πλημμυρας γινεσθαι τῃ δε
9999934 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς

Back