και ἰσοτονως των χυμων τα οὐρα χρωννυντων οὐδεμια τις ἐπιδηλος στεφανη διαφαινεται , νικωσης δ ' ἠ νικωμενης της δυναμεως
βελους δ ' αἱ ἀκιδες ὀγκοι και πωγωνες καλουνται . στεφανη δε εἰδος ἀν εἰη περικεφαλαιας , ὡσπερ και κερως
9999957 στερεα
εὑρεσιν μιας των του κωνου τομων ἠ πλειονων , ταυτα στερεα κεκληται : προς γαρ την κατασκευην ἀναγκαιον ἐστι χρησασθαι
το αὐτο ὑψος ἐστιν . τα δε ἐπι ἰσων βασεων στερεα παραλληλεπιπεδα και ὑπο το αὐτο ὑψος ἰσα ἀλληλοις ἐστιν
9999954 ἀποδεικτικῳ
ἑκαστον . Ἐπει δε πολλακις εἰρηκαμεν , ὁτι τῳ μεν ἀποδεικτικῳ τα καθ ' αὑτα κατηγορουμενα παραληπτεον , τῳ δε
γαρ ἡ ὑπογραφη εἰκων ἐστι του ὁρισμου . και τῳ ἀποδεικτικῳ , ἡνικα ἀποδεικνυσι πως θεωρουνται ἐν τῳ γενει αἱ
9999952 τουτεοιϲι
μυων : ὠμοπλαται ἐκφανεεϲ ὁλαι , ὁκωϲ πτερυγεϲ ὀρνιθων . τουτεοιϲι ἠν κοιλιη ἐκταραχθῃ , ἀνελπιϲτοι : ἠν δε ἐϲ
την ἀνω γναθον , και χαλεπωϲ ϲυμβαλλουϲι ταϲ γναθουϲ . τουτεοιϲι δε ἐμβολη προδηλοϲ οἱη τιϲ γινεται ἁρμοζουϲα : χρη
9999950 ἀποτομῃ
τῃ ὁλῃ : ὁπερ ἐστιν ἀδυνατον . Τῃ ἀρα μεσης ἀποτομῃ δευτερᾳ μια μονον προσαρμοζει εὐθεια μεση δυναμει μονον συμμετρος
μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ . Μια ἀρα μονη τῃ ἀποτομῃ προσαρμοζει ῥητη δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ :
9999949 μηδεμιᾳ
παντες την αὐτην γνωμην ἐσχον ἐμοι , μηδενα ἀν ὑμων μηδεμιᾳ χρησασθαι συμφορᾳ . ὑπ ' ἐμου γαρ ἐν τῃ
τι οὐν οἰει τοις τε φαυλοις των ἀνθρωπων και ἐν μηδεμιᾳ ἐπιμελειᾳ ἑαυτων οὐσιν ; οὐ θαυμαστον εἰ και τα
9999949 ἡμιτελες
τοὐξημβλωμενον ] ] ⌈ το / ⌈ ἡμιτετελεσμενον . [ ἡμιτελες . ] πλην ] εἰ μη . λεγειν ]
Χρυσις ἱερεια ʃ το ὀγδοον ἐπληρωσε , το δε ἐννατον ἡμιτελες ἠν ἀμφιδηριτος : ἀμφιβολος . ʃ ἀμφισβητησιμος ἀγχωμαλου :
9999948 ἐσπουδαζεν
κατα την οἰκιαν ἀποκειμενην ἐχει , τουτι δε μονον λανθανειν ἐσπουδαζεν ; εἰπε , λεγε τουτου την αἰτιαν , Αἰσχινη
διαφανει σπουδῃ τε και ἐπιμελειᾳ : ὡστε και ὁ Μαρινος ἐσπουδαζεν αὐτῳ συναυξειν το μεγεθος της κατα παντα περιφανειας .
9999947 ὀνομασθεισα
λιμνην : κυμα , οἰδημα τι ὀν : τινι δουλη ὀνομασθεισα προς τον οἰκον ἀφιξομαι : ἀρα , φησιν ,
τεθηναι . Χρυσαορις , πολις Καριας , ἡ ὑστερον Ἰδριας ὀνομασθεισα . Ἀπολλωνιος ἐν ἑβδομῳ Καρικων „ . . .
9999947 Αἰσονιδης
' ἐπ ' ἰκριοφιν , χειρος δε ἑ χειρι μεμαρπως Αἰσονιδης ἐκομιζε δια κληιδας ἰουσαν . ἐνθα δ ' ἀοιδῃσιν
, χθονιην , εὐαντεα δουναι ἐφορμην . εἱπετο δ ' Αἰσονιδης , πεφοβημενος : αὐταρ ὁγ ' ἠδη οἰμῃ θελγομενος
9999947 Πελοποννησιακου
ἐστι ὁ λυροποιος ἐπικαλουμενος . ἐδημαγωγησε δε τα ἐσχατα του Πελοποννησιακου πολεμου μετα την ἐν Σικελιᾳ συμφοραν . ἐν δε
δυοιν πολεμων αἰτια γεγονεναι , του τε Σαμιακου και του Πελοποννησιακου , ὡς ἐστι μαθειν παρα τε Δουριδος του Σαμιου
9999947 ἀπεστησε
και ἐκτος πολεμιων χρησιμος ἡ παρασκευη , και τουτο αὐτο ἀπεστησε του πολεμου τους ἐναντιους , το γνωναι παρεσκευασμενους ὑμας
' ὁσαι στρατηγιδες αὐτον ἐκ των πολεμων ἐτι ἐσωματοφυλακουν , ἀπεστησε της φυλακης και μετα της δημοσιας ὑπηρεσιας ἐπεφαινετο μονης
9999947 θριδακινης
προσειληφοτα χυλον ψυχουσων βοτανων , κοτυληδονος τε και ὀξαλιδος και θριδακινης και ἀτραφαξυος και ἀνδραχνης και ἀρνογλωσσου και ἀλλων μυριων
καταπλαττε παραπτομενος ῥοδινῳ , ἐξωθεν δε ἐπιτιθει φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης . ἐνιοτε δε το ὀπιον και τον κροκον λεαναντες
9999947 Ἀλεξανδρευς
Ῥηματικῳ , . , . * . Ἀρειος : ὁ Ἀλεξανδρευς φιλοσοφος : ἐν ἑορτῃ Ἀρεως ἐτεχθη , διο οὑτως
Ἀρεοπαγιτης | οὑτος : Ἀπολλωνιδης | Σμυρναιος : Χρυσερμος | Ἀλεξανδρευς της προς | Αἰγυπτον : Διονυσιος | Κυρηναιος .
9999946 ἐσπουδασεν
κακου , προς μειζον κακον , ἀσεβειαν , ἀγειν αὐτους ἐσπουδασεν ἡδονην δελεαρ προθεις . „ εἰσι „ γαρ εἰπεν
τοις βιβλιοις ἐνδιαιτωμενος . , . . ἀγυρις ὁ δε ἐσπουδασεν εἰς το δυνατον προς ἀγυρισμον της ἀπορρητου των θειων
9999946 ἀπεσχετο
, και πασας τας των πολεμιων ναυς φυγειν ἀναγκασας , ἀπεσχετο παντελως του διωγμου : ἀναμνησθεις γαρ της ἐν Ἀργινουσαις
το οὐλον : ἀπαγορευσαντων δε των ἰατρων , δυο ἡμερας ἀπεσχετο τροφης . και πως ἐσχε καλως ὡστε τους ἰατρους
9999946 θεραπειαϲ
και το παθοϲ ὀνυχα προϲαγορευουϲι . ϲκοποϲ οὐν ἐϲτι τηϲ θεραπειαϲ ἠ διαφορηϲαι το πυον δια των μετριωϲ τουτο ποιουντων
παχυμερεϲ εἰναι το πνευμα : ὁθεν και ὁ ϲκοποϲ τηϲ θεραπειαϲ ἀραιωϲιϲ μεν των ϲωματων , λεπτυνϲιϲ δε του πεπαχυϲμενου
9999946 εὐδαιμονι
οὑτω και τα ἐξωθεν ἀγαθα , προστιθεμενα τῳ καλῳ και εὐδαιμονι , συνεπικοσμει αὐτου τον βιον , και την χρησιν
ἠ ἑαυτους και τα ἑαυτων , χρεια δια τουτο τῳ εὐδαιμονι φιλων , ὁπως ὁρων τας του φιλου πραξεις και
9999946 ἀπρεπες
κατα τουτους λεγειν : εἰσι δε οὑτοι , κατα το ἀπρεπες , οἱον ἠρασθη τις της ἑαυτου μητρος , ᾐτησε
παντα λυμαινομενην αἰσχυνην , ἀν εὐ βουλευσησθε , και μη ἀπρεπες ἡγεισθε ὑπακουσαι πολει τῃ μεγιστῃ και προκαλουμενῃ ὑμας ἐπι
9999946 θεραπειᾳ
εἰναι των πυρετων μενοντων καθαρσεις ποιεισθαι : τῃ δε λοιπῃ θεραπειᾳ χρωμεθα , ὡς εἰθισμεθα προς τα τοιαυτα τα τ
ταξιν τοις κατ ' Αἰγυπτον ἱερευσι : προς γαρ τῃ θεραπειᾳ των θεων τεταγμενοι παντα τον του ζην χρονον φιλοσοφουσι
9999946 ποιητικῃ
τε και εὐεδροτερον γενοιτο . τουτο το στοιχειον ἐν μεν ποιητικῃ δαψιλεστερον ἐστιν , ἐν δε λογοις πεζοις σπανιωτερον :
ἐτι των καθολου λογων ὑπερηπλωνται . ταυταις δε προς τῃ ποιητικῃ και την τελικην αἰτιαν ἀποδοτεον , οὐχ ὁτι και
9999944 τραγικα
γεννησαμενων ἐδηδεμενους παιδας και την Μηδικην τραπεζαν ἐκεινην και τα τραγικα δειπνα Θυεστου και τοιαυτας δη τινας ἐπισυνειρουσι παρ '
μην και ἀλλους ἰδοις ἀν τα μεν προοιμια λαμπρα και τραγικα και εἰς ὑπερβολην μακρα συγγραφοντας . . . .
9999944 πρακτικῳ
τῳ ἀλογῳ το λογικον : εἰ ἀρα δε ἐν τῳ πρακτικῳ θεωρειται το θεωρητικον , δηλον ὁτι οὐκ ἐγενετο ἡ
, ὁταν διατασσῃ τοις νοσουσι τινα διαιταν , τῳ δε πρακτικῳ κοινωνει , ὁταν λαβουσα τι των ἰατρικων ἐργαλειων διορθοιτο
9999944 ποιητικῳ
ληπτικῳ , εἰ και μη ὁμοιως , ἰδιον δε το ποιητικῳ εἰναι τουτων των εἰδων ἁ λαμβανει , ἀπο του
της θεου ταυτης προβλημα , εἰτ ' οὐν κρηδεμνον τῳ ποιητικῳ λογῳ εἰτε και ἀλλως πως χρη φαναι , το
9999944 ἠθελησεν
οὑτος τοινυν εἰς τουτο ἠλθεν ὑβρεως ὡστ ' οὐ προτερον ἠθελησεν ἀπελθειν , πριν αὐτον ἡγουμενοι δεινα ποιειν οἱ παραγενομενοι
. Πελιας δε ἀπεγνωκως την ἀφιξιν των Ἀργοναυτων Αἰσονα ἀνελειν ἠθελησεν , ὁ δε θυων ταυρου αἱμα πιων ἀπεθανεν .
9999944 ἐβουλευσατο
, ἐκεινο δοκει πρωτον των ἀλλων παντων αἱρεισθαι περι ὡν ἐβουλευσατο . Μετα ταυτα ζητει περι τινων βουλευονται οἱ ἀνθρωποι
' ἐσθ ' ἁ και καθ ' αὑτον ὁ δημος ἐβουλευσατο , τινα ταυτ ' ἐχει τοις ἀνδρασι φαυλοτητα ,
9999944 χαλεπωτεροι
: νυν δ ' ἐδεισαν μη οἱ Ἀθηναιοι ἐχοντες αὐτην χαλεπωτεροι σφισι παροικοι ὠσιν . Μετα δε ταυτα τριτον μερος
το μεγεθος , ἐπιμελη ποιουμενοι ζητησιν . οἱ μεν οὐν χαλεπωτεροι τας φυσεις ἐπι το μειζον τε και φοβερωτερον ἁπαντα
9999944 τεκτονικη
ἠ λευκῳ λιθῳ λευκη σταθμη : ἐστι δε σταθμη σπαρτος τεκτονικη . κατ ' ἐλλειψιν δε εἰρηται ἡ παροιμια :
ἐπιστημαι και τεχναι περι τινα μερικα καταγινονται , οἱον ἡ τεκτονικη περι μονα τα ξυλα , ἡ ἀστρονομια περι μονα
9999943 ἐδωρησατο
θυγατερα και ξυλων παντοδαπων ὑλην εἰς την του ναου κατασκευην ἐδωρησατο . και Μενανδρος δε ὁ Περγαμηνος περι των αὐτων
φυροντες , ὡς δεον , ἐπειδη γλωτταν ἡ φυσις αὐτοις ἐδωρησατο , λελυμενῃ χρησθαι και ἀχαλινωτῳ προς ἁ μη θεμις
9999943 συμβαινῃ
] ἀπωνατο ; [ δεον πολλακις εὐλαβεισθαι , κἀν ἀρα συμβαινῃ τινι * * ] τῳ Βιωνι δοκει μη δυνατον
ἀλληλοις ἠ ἑξαγωνα , και μαλιστα , ὁταν ἐναλλαξ τουτο συμβαινῃ , πολυ δε πλειον , ὁταν ἡ του ἀνδρος
9999943 λειμωνι
δυναμεις διαβιβασαντες ἐχωρουν προσω , και κατεστρατοπεδευσαν πλησιον Τυρρηνων ἐν λειμωνι καλουμενῳ Ναιβιῳ παρα δρυμον ἱερον ἡρωος Ὁρατιου . ἐτυγχανον
Αἰακον : οὑτοι οὐν ἐπειδαν τελευτησωσι , δικασουσιν ἐν τῳ λειμωνι , ἐν τῃ τριοδῳ ἐξ ἡς φερετον τω ὁδω
9999943 μαθηματικῃ
δε ἑτερως νοουμενον , και τουτο τα κοινα ὑποκειμενα τῃ μαθηματικῃ ἐπιστημῃ τῳ λογισμῳ περιλαμβανει . οὐ μεντοι δει ταυτα
Θεωνος και Σωκρατους και ἀλλων πολλων , οὑτω και ἐν μαθηματικῃ εἰ πιστον ἐστιν ὁτι ὁδε ὁ σχηματισμος των ἀστερων
9999942 ἐξαλλαγην
ἐν ἁπασι , τῃ δε περι την ἐργασιαν διαφορᾳ την ἐξαλλαγην μηχανησομεθα . το δε ἀγωνιστικωτατον και μαλιστα ἡμιν συμβαλλομενον
οἱ του ἀνθρωποι ἐστιν ἀρθρον . οὐκ ἀρα παρα την ἐξαλλαγην της φρασεως κατα την μεταθεσιν οὐχι του κτηματος ἐστι
9999942 Ἀριστειδῃ
, Ἀλκιβιαδῃ καλλος , Σωκρατει [ δε ] φρονησιν , Ἀριστειδῃ δικαιοσυνην , Λακεδαιμονιοις γην , Ἀθηναιοις θαλατταν . εἰτα
ἀντι του ” εὐφημως ὀνομαζω “ , και παρα τῳ Ἀριστειδῃ ” ὑποκοριζομενοι την ἑαυτων φαυλοτητα “ . τινες ἐνταυθα
9999942 ἀναγεγραφθω
Τετμησθω ἡ ΑΒ διχα κατα το Ε σημειον , και ἀναγεγραφθω ἀπο της ΕΒ τῳ Δ ὁμοιον και ὁμοιως κειμενον
ποταμων , φραζετω : ἐμοι δε και ταυτα ὡς ἀκοη ἀναγεγραφθω . ἐπει και ἀλλων πολλων ποταμων οὐνοματα Μεγασθενης ἀνεγραψεν
9999942 ἐβοησεν
ὁτι Γαϊῳ χρηστεον συμμαχῳ , ἡσθη τε ὁ παις και ἐβοησεν ὡς ὁν ἐχρην εὑρον . ἐφαινετο οὐν και παλαι
Ὁτι Καισαρ παρατασσομενος ὁρων τους στρατιωτας φευγοντας του ἱππου καταβας ἐβοησεν ἐμε , ὠ συστρατιωται , καταλιποντες ταις χερσι των
9999942 συγκριτικα
και ὁσα τοιαυτα ἐξ ὑπερθετικων των εἰς στος ὑπερθετικα ἠ συγκριτικα . ] και Πλατων δε Κλεοφωντι ” ἱν '
ὁσα οὐδετεροις παρασχηματιζονται , ἠγουν τριγενη ὀντα , ταυτα και συγκριτικα ποιουσιν , οἱον ἐλαφρος ἐλαφρη και το ἐλαφρον ,
9999941 γραμμα
δε τουτο καλως εἰδες και ὁπως ἀν λυθειη . το γραμμα γουν ὡς ἡκεν , εὐθυς τε ἡδομην και ᾠμην
την δε ὁλκην ϲυνωνυμωϲ και δραχμην λεγουϲιν . Το δε γραμμα ἐχει ὀβολον αʹ χαλκουϲ δʹ . Ὁ δε ὀβολοϲ
9999941 γενησθε
ἀπο της ἀπολογιας ἀποσπασθητε και τας ψυχας ἐφ ' ἑτερων γενησθε , εἰς ληθην ἐμπεσοντες της κατηγοριας , ἐξερχεσθ '
διαφυγων του ἀπο της ἰσης ἐχθρου . Μη οὐν προδοται γενησθε ὑμων αὐτων , γενομενοι δ ' ὁτι ἐγγυτατα τῃ
9999941 φοινικουν
και σκληροτερα : την δε κεφαλην ἐπιμηκεστεραν ἐχει : ἀνθος φοινικουν : ῥιζαρια λεπτα και πλειονα : ἡ δε τις
, και μαλλον ἀγριου , καππαρεως , ἀνεμωνης της το φοινικουν ἀνθος ἐχουσης , χαμαιλεοντος , μαραθου , θαψιας ,
9999941 ἀφετηρια
το δραμειν ἀφαιρουμενοι ἀφιεσαν τρεχειν : ἀφ ' οὑ και ἀφετηρια ἐκληθη . βαλβις δε ἀπο του εἰσβαλλεσθαι βαδην .
και ὁπλα παντοια ἐπιβιβασας ταις ναυσι και μηχανας πετροβολους και ἀφετηρια και στρατηγον αὐτοκρατορα και ἡγεμονα του στολου παντος ἑλομενος
9999941 πενθημιμερες
κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον πενθημιμερες . ἀγετον , ξυνελκετον Γ : ὁ χορος Γ
: το ιαʹ ὁμοιον τῳ Ϛʹ : το ιβʹ τροχαϊκον πενθημιμερες : το ιγʹ ἀναπαιστικη βασις : το ιδʹ ὁμοιον
9999941 ἀφανη
, ὁτι τα κατα τον νεων του Ἡρακλεους ὁπλα παραδοξως ἀφανη γεγονε και λογος ἐν ταις Θηβαις διαδεδοται ὡς των
λεγειν : και μην εἰπερ ἀνειλον , οὐκ ἀν ἐποιησα ἀφανη : παρεπεται γαρ τοις ἀναιρουσι και το ποιειν ἀφανεις
9999941 αὐθαδες
ἀγασθηναι της μεν συνεσεως το μηδαμη θρασυ μηδε ἰταμον μηδε αὐθαδες , ἀλλ ' ἐν σχολαιῳ τῳ ἠθει το ἀγχινουν
, των παλαι οὑτω δοκιμασαντων . προς μεν οὐν το αὐθαδες αἱ ἐπενθυμησεις , προς δε το ἀπιστον οἱ καθολικοι
9999941 ἠβουλετο
εἰς το προσθε της εὐβουλιας , νυκτωρ ἀναστας ἐτυχεν ὡν ἠβουλετο . καλως οὐν ἀρα και Ἀριστοφανης φησιν : ἡδυς
και τουτου την κεφαλην ξυρησας ἐγχαραττει τῃ κεφαλῃ , ὁ ἠβουλετο δηλωσαι : εἰτα μελανι ἐγκαυτῳ την χαραξιν μελαινει ,
9999941 θριδακινην
χολωδες τικτειν δυνηται . Λαχανων δε προσφερεσθωσαν ἰντυβον τε και θριδακινην και μαλαχην , εἰ δε ἡδεως ἐχοιεν , και
ἱερακες , εὐθυ των αἱμασιων ἰασι , και την ἀγριαν θριδακινην ἀνασπωσι , και τον ὀπον αὐτης πικρον ὀντα και
9999941 κουρα
και Ἀλησιον οὐδας , και μοι τω Σκεδασου μελετον δυσπενθεε κουρα . ἐνθα μαχη πολυδακρυς ἐπερχεται : οὐδε τις αὐτην
ἱπποπειρην οὐκ ἐχεις ἐπεμβατην . κλυθι μεο γεροντος εὐεθειρα χρυσοπεπλε κουρα ἀλκιμων ς ' ὠ ' ριστοκλειδη πρωτον οἰκτιρω φιλων
9999940 κυημα
οὑτω . . . ἐλαιας . το τε γαρ ὠιον κυημα ἐστι και ἐκ τινος αὐτου γιγνεται το ζωιον ,
τηϲ κυηϲεωϲ μαλιϲτα γινεται δια το μη δυναϲθαι τεωϲ το κυημα παν το φερομενον ἐν τῃ μητρᾳ λογῳ τροφηϲ δαπαναν
9999940 δυνηθεισα
οὐδεν προκοπτει , μηδε χειρουργιας ἀμελησωμεν . ἰσως γαρ μη δυνηθεισα ἡ φυσις διαφορησαι τον χυμον , δευτερον πλουν πλευσασα
„ . ἡ δε ταυτα ἀκουσασα και προς μηδεν ἀντειπειν δυνηθεισα , ” ποθεν , ἀνερ ” , φησι „
9999940 ἀγρα
, και πονος ἐντι θαλασσα , και ἰχθυες ἁ πλανος ἀγρα . αὐταρ ἐμοι γλυκυς ὑπνος ὑπο πλατανῳ βαθυφυλλῳ ,
ἡ εὐθυδικια εὑρισκεται πλην της μεταληψεως της ἐγγραφου τε και ἀγρα - φου : πως γαρ οἱον τε στασιν εὑρεθηναι
9999940 ἐκβληθεισα
ΑΒΔΖ , και τῃ Γ ἰση ἐνηρμοσθω ἡ ΑΒ και ἐκβληθεισα συμπιπτετω τῃ ἀπο του Δ ἐφαπτομενῃ του κυκλου κατα
ΒΔ της ΓΕ , και ἐπεζευχθω ἡ ΔΕ : ὁτι ἐκβληθεισα ἡ ΔΕ συμπιπτει τῃ ΒΓ . Κεισθω τῃ ΓΕ
9999940 τελευτησῃ
τε και μεγαλοπρεπους τυγχανει , και ἐαν πενης τις ὠν τελευτησῃ , και ἐπαινου αὐ ἐτυχεν , και ἐαν φαυλος
προς τουτῳ κεκακωμενη ἐστιν ἡ Ἀφροδιτη , δεος μη ποτε τελευτησῃ . Εἰ δε ἐπι τον Ἑρμην παραγενηται ὁ Ἀρης
9999940 ἠρωτησεν
] ἐνθυμημα . ἀντιβολω ] παρακαλω . ἀνηρετ ' ] ἠρωτησεν . ὁ Σφηττιος ] ὁ ἀπο τοπου Σφηττου .
, ἐν ταις χερσιν αὐτων κρατουντας ξιφη ἠκονημενα , και ἠρωτησεν Ἁβρααμ τον ἀρχιστρατηγον : Τινες εἰσιν οὑτοι ; και
9999939 χαλκουν
ἡ αἰθυια δε την θαλασσαν ἐντρεχει δοκους ' ὡδε κἀκεισε χαλκουν εὑρησειν . Πας ὁπερ ἀποβαλλει , και ζητει τουτο
Γαϊου , ἐν δε τῃ μεγιστῃ και περισημοτατῃ και ἀνδριαντα χαλκουν ἐποχουμενον τεθριππῳ . και τοσουτον ἠν το ταχος και
9999939 ἀφελοιτο
πονηρον ἐον και ἀκαθαρτον και μελαν και μη εὐωδες : ἀφελοιτο γαρ ἀν ἡ ἑψησις των κακοτητων αὐτεου τα πλειονα
ἐν τοις Ἑλλησι . ἱνα δη του Ἑκτορος την δοξαν ἀφελοιτο , και τον Ἀχιλλεα φαινεται καθῃρηκως , [ και
9999939 λιπεν
τηλου ἀπωλετο νοστιμον ἠμαρ . ” ὡς εἰπων τους μεν λιπεν αὐτοθι ἠκα κιοντας , αὐταρ ὁ βη , μαλα
. πως οὐν ὀλοφυρεται ὡς ἐν δεινοις ὠν ; . λιπεν ῥοον Ὠκεανοιο νηυς , ἀπο δ ' ἱκετο κυμα
9999939 γλυκυσιδης
νηστει διδοναι : ἠ δαυκου ῥιζην αἰθιοπικου , σεσελι , γλυκυσιδης ῥιζην τον αὐτον τροπον : ἠ ἱπποσελινου και δαυκου
δια μελιτος , ἀρτεμισιας , δικταμνου , κραμβης χυλου , γλυκυσιδης , πρασου χυλου , πηγανου , σκαμμωνιας . οἱ
9999939 ἀπαιδες
ἐλθουσα θαψῃς την Πολυξενην : ὁσον το κατα σε μερος ἀπαιδες ἐσμεν . ὁσον το κατα σε ἡκεν : ἐζη
τροπων ἠθη συννομα πειρασθαι προσαρμοττειν . και ὁσοι μεν ἀν ἀπαιδες αὐτων ἠ ὀλιγοπαιδες ὀντες διαφερωνται , και παιδων ἑνεκα
9999939 μαθηματικῳ
τον τοιουτον τοπον και το διαστημα , ἐοικεναι μεντοι τῳ μαθηματικῳ κατα τε το ἀυλον και το ἀκινητον και το
δε κατα τι μεν χωριστα κατα τι δε ἀχωριστα τῳ μαθηματικῳ . ὁτι δε τα μεν ἐνυλα εἰδη πανταπασιν ἀχωριστα
9999939 πλαγια
των μοριων ὀπισω φερεται , τῳ δε θατερῳ προς τα πλαγια . μονους δ ' εἰς τους περι την διαρθρωσιν
ῥιζης το προκειμενον περας τετρηται ἐκ των πλαγιων εἰς τα πλαγια : εἰς ὁ τρημα περονη ἐγκειται , ἱνα ἡ
9999939 ἐνδεχοιτο
δε οὐκ εἰσιν , οὐτ ' ἐδειξεν οὐτ ' ἀν ἐνδεχοιτο δειχθηναι . ἀλλ ' ὁτι μεν [ οὐκ ]
της ἐνεργειας : εἰ δ ' οὐν , πασιν ἀν ἐνδεχοιτο τοις θηριοις φαντασιαν ὑπαρχειν : δοκει δ ' οὐ
9999939 ἐνικησα
πολλην μεν χωραν ἐλεηλατησα , πολλαις δε μαχαις τους ἀντιταξαμενους ἐνικησα , πολλας δε και εὐδαιμονας πολεις κατα κρατος ἑλων
δ ' ἀνδρασι χορηγων εἰς Διονυσια ἐπι του αὐτου ἀρχοντος ἐνικησα , και ἀνηλωσα συν τῃ του τριποδος ἀναθεσει πεντακισχιλιας
9999939 κατεσκευαζε
, μετα δε ταυτα και μισθοφορους ἐκ των ἀλλοεθνων ἀθροιζων κατεσκευαζε δυναμιν ἀξιοχρεων . ἐπεμψε δε και προς Ἀθηναιους πρεσβεις
του συνεχες τε εἰναι και ἀδιαιρετον ἑν εἰναι το ὀν κατεσκευαζε , λεγων ὡς εἰ διαιρειται , οὐδε ἐσται ἀκριβως
9999939 πυρινα
γαρ ὑποκειται χρωματα και φως , ἠ πυρ ἠ ὀντα πυρινα , ψοφοι δε ἀκοῃ ἀερος ὀντες , ἁφῃ δε
οὐ συστησεται προς την δυναμιν αὐτης ; Και ζῳα δε πυρινα ἐστι δαιμονων . Ἀλλα κινησομεν το παν ζῳον ἐκ
9999939 μελικρητῳ
. ἠν δε καταπινειν ῥηϊϲτον ᾐ , ἐλατηριου διδοναι ξυν μελικρητῳ και ὀρρῳ γαλακτοϲ , ὁκοϲον ἀν καθηραι ἱκανον ᾐ
ἀμφ ' αὐτῳ δε χοην χεισθαι πασιν νεκυεσσι , πρωτα μελικρητῳ , μετεπειτα δε ἡδεϊ οἰνῳ , το τριτον αὐθ
9999939 στερητικη
δε ὑπαρχον , οὐ . ὁμοιως δε και εἰ ἡ στερητικη εἰη καθολου ὑπαρχουσα , ἀναγκαια δε ἡ ἐλαττων ,
πρωτον παντως ἡ ἀποφατικη μειζων εὑρισκεται . ἐστω γαρ ἡ στερητικη πρωτον ἀναγκαια , ἡ δε κατηγορικη ὑπαρχουσα , και
9999939 χαρακτηριζει
ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν , ἀλλα το προ αὐτου : πολλα
ἀσυμπτωτοι , το δ ' εἰς ἀπειρον ἐκβαλλομενας μη συμπιπτειν χαρακτηριζει τας παραλληλους , και οὐδε τουτο ἁπλως , ἀλλα
9999938 μελαινηϲ
των νεκρων εἰωθαϲι ῥειν ϲωματων : ἡ δε ἀπο χοληϲ μελαινηϲ ἀρχομενη δυϲεντερια θαναϲιμοϲ ἐϲτι τον μεθ ' ἑλκωϲεωϲ δηλουϲα
οὐν αἱματωδη πτυϲματα μετρια , τα δε τηϲ ξανθηϲ ἠ μελαινηϲ χοληϲ χαλεπα . προϲεπιϲκεπτεϲθαι δε δει και τον τηϲ
9999938 ἐταξαντο
και ἐγενετο . οἱ γαρ Μεγαρης , ὡς οἱ Ἀθηναιοι ἐταξαντο μεν παρα τα μακρα τειχη ἐξελθοντες , ἡσυχαζον δε
ἱππεας ἐπειλεγμενους ἐπικουρειν , ὁπῃ τι πονοιη . οὑτω μεν ἐταξαντο Ῥωμαιοι : ὁ δ ' Ἀννιβας πρωτα μεν ,
9999938 ὠφελησεν
: τουτο πολλων προ αὐτου γεγενημενων και μηδεν ἀνυοντων μεγαλως ὠφελησεν . Ἠ κυπρου φυλλα λειωσας χλωρα ποιει τροχισκους ,
και κατεργαζεται . ἀρχομενας δε ὑπο ῥευμα παχυ ἐπι πολυ ὠφελησεν ὡσπερ την μυδριασιν ἐβλαψεν : οὐ καθ ' ὁ
9999938 φυσικη
της φιλιας τρια εἰδη : ἡ μεν γαρ αὐτης ἐστι φυσικη , ἡ δε ἑταιρικη , ἡ δε ξενικη :
αἰσχυνοιτο , ἐφ ' οἱς τινες των Πλατωνικων σεμνυνονται : φυσικη γαρ ἡ ἐμψυχωσις και δι ' ὁλου ἡ ἐξαψις
9999937 Ἀνδροκλης
Βοιωτιος , Ἡλιοδωρος Πιθευς μαρτυρουσι παρειναι , ὁτ ' ἐδανεισεν Ἀνδροκλης Ἀπολλοδωρῳ και Ἀρτεμωνι ἀργυριου τρισχιλιας δραχμας , και εἰδεναι
ἀνδρες , οὐχ ὡς περι γνησιων ἐπραττεν Εὐκτημων , ὁ Ἀνδροκλης μεμαρτυρηκε , και αὐτο τουτο ἱκανον τεκμηριον : τοις
9999937 νομισμα
ταδε ὁμοιου σχηματος . δειγμα ἐνδειγμα , βουλημα , βουλευμα νομισμα , μιμημα , θεαμα , βαδισμα , τοξευμα ,
χρυσιον ] τωι προτερωι ἐτει ἐπι Ἀντιγενους Ἑλλανικος φησι χρυσουν νομισμα κοπηναι . και Φιλοχορος ὁμοιως το ἐκ των χρυσων
9999937 σωτηρια
αἰτιαν συμβηναι γενομενην , ἐστω ταυτῃ ὁπῃ τις ὑπολαμβανει : σωτηρια δ ' οὐν οὑτως συνεβη τοις τοτε γενομενοις .
δια τους τουτων τροπους ὠφελησαν , ἁ και τοις ἀδικουσι σωτηρια γιγνεται : οἱ δε παιδες ὑμων , ὁσοι μεν
9999937 κτηνεσι
την χωραν των οἰκητορων κατεκληρουχησαν πεδια καρποφορα και νομας τοις κτηνεσι δαψιλεις ἐκτρεφοντα . αὑτη δ ' ἡ παραλιος λιμενας
φαγειν ἡδιων , και τα ἐκ τουτου ἀχυρα ἡδιω τοις κτηνεσι . Σπουδαιοτερον δε χρη ὑπο τον ὀρθρον ἐτι δεδροσισμενα
9999937 ἐτρεψαντο
δε μετα του βασιλεως ταχθεντες ἐπειδη τα καθ ' αὑτους ἐτρεψαντο , πρωτον μεν την ἀποσκευην του Κυρου διηρπασαν ,
παντες οὑτοι των συνεκδραμοντων τε ἐγενοντο και εἰς δορυ ἀφικομενοι ἐτρεψαντο το καθ ' ἑαυτους . Ἀργειοι μεντοι οὐκ ἐδεξαντο
9999937 πελαγεσι
ἀποφηναι βουλωνται , Ὀδυσσεας τε νηχομενους ἐν μεσοις τοις ἐρημοις πελαγεσι και νεους ἐκ γεροντων και καλους ἐξ οὐ καλων
ἡ ἐχενηϊς ἑταιρη και φιλη , ἠ και αὐτη ἐν πελαγεσι διατριβει . Ἡ δη τοι : ἡτις , παρελκει
9999937 ἐξηγησατο
συγκλειειν οἱ Ἀττικοι λεγουσιν . ὁ δε Βακχειος οὐ καλως ἐξηγησατο την λεξιν , παρεγκεκλιμενας φησας . ὁ δε Φακας
ἐμαυτον σηκον ἐς μελαμβαθη δρακοντος , ἐνθ ' ὁ μαντις ἐξηγησατο , ἐλευθερωσω γαιαν . εἰρηται λογος . [ στειχω
9999937 σαρκωδης
σημεια ταυτα ἐστι : λευκος πανυ ἠ μελας πανυ , σαρκωδης ἠ προγαστωρ , παχυσκελης , τα δε ἀρθρα μικρα
και τον ὁλον ὀγκον σεισωσιν ἐκ ταυτης , ὁ μεν σαρκωδης τοπος ἁπας ἐκπιπτει θρυπτομενος δια την εἰρημενην θερμασιαν :
9999937 κορακες
μενωσιν ἐν τοις ὀργανοις και μη διαπιπτωσιν . οἱ δε κορακες προς ἀκινησιαν των κινουμενων μηχανηματων γεγονασιν ὡς ἀξονων ,
πολιν κτισαι θελοντες . Των δε θεμελιων ὀρυσσομενων , αἰφνιδιως κορακες ἐπιφανεντες και διαπτερυξαμενοι , το περιξ ἐπληρωσαν τα δενδρα
9999936 τελεα
τελος τοιονδε ἐγενετο της μαχης . Προσβαλλουσης της ἱππου κατα τελεα , ὁ Μασιστιου προεχων των ἀλλων ἱππος βαλλεται τοξευματι
τονδε τον πολεμον , εἰ τυχοι , προθυμως ὑπεστησαν : τελεα δε δυνατου κατασκευη ἐστιν ἡ ἑκατερων ἐξετασις , των
9999936 δικτατωρ
διαστασιαζειν τον δημον ἐπεχειρουν : οὑς ἀφανει θανατῳ διαχρησαμενος ὁ δικτατωρ , ἐπειδη κατεπαυσε του θορυβου , την ἀρχην ἀποτιθεται
ὑπο των ἡγεμονων . . Ταυτα μαθων ὁ των Ῥωμαιων δικτατωρ Καμιλλος , συγκαλεσας τους ἀμφ ' αὑτον ἐδημηγορησε πολλα
9999936 χαλεπωτερα
πολλης ἠ λιμενων ἠ ἀκροπολεων ἰσχυρων , ἁ ἐστι πολυ χαλεπωτερα και ἐπικινδυνοτερα κατεργασασθαι των ἰδιωτικων ἐπιθυμηματων . ἀλλα μεντοι
περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο ἡ τυραννις κατεστη , και ὁ Ἱππιας
9999936 ἐλογισατο
ἐλαττουσθαι . τριτον δε : βραβευτης ὠν των δικαιων ἀγαθος ἐλογισατο παρ ' ἑαυτῳ , ὁτι τοις μεν ἐκ της
οὐκ ἀναγκη και μετα χρονον και καθ ' ἡν ἑκαστος ἐλογισατο ἐνιαυσιον κινησιν προστεθεισαν ἐπουσιαν τῃ ζητουμενῃ ἡμερᾳ την ἀκριβη
9999936 τραυματοϲ
ἀγκιϲτρα καταπειραντεϲ ἐν τῳ δερματι το πληθοϲ προϲ το του τραυματοϲ μεγεθοϲ τυφλαγκιϲτρῳ ἠ κοπαριῳ τουϲ ὑμεναϲ και την πιμελην
μεν οὐδεν ὀχληρον φερουϲι πλην ὁϲον ὀδυνην την ἐκ του τραυματοϲ , ὑϲτερον δε παθοϲ ἐμποιουϲι το καλουμενον ὑδροφοβικον ,
9999936 θεισα
ἐστιν ἡ ΒΔ : ὡστε και ἡ ΒΓ δο - θεισα ἐστιν : της γαρ ΓΒ προς την ΒΔ λογος
παρατατικου ἀπο του ἐθην γεγονεν . Δυϊκα . Θεντε , θεισα . Πληθ . Θεντες , θεισαι , θεντα .
9999936 δεχομεθα
ἀν ὁ Ἀρης ὁ σος ἐπιτραπῃ την διαιταν : ἀλλα δεχομεθα και τουτον , ὁστις ἀν ᾐ , τον Παριν
και δι ' ἡς τους ἐκ πολεμιων ἡμιν ἐπιοντας λιθασμους δεχομεθα . τα δε πτερων προβληματα τους ὀϊστους νοει .
9999936 ἐπραχθη
ἐστι διορισασθαι , ἀλλα κρινεται τοτε ὁτε πραττεται δια τι ἐπραχθη και πως ἐπραχθη . ἑκων δε τοτε πραττει ,
ἐλυθη πρωτον ἐκ παραδειγματος , ὁτι και ἐπι των προγονων ἐπραχθη , εἰτα και ἐκ του ἐναντιου καθ ' ὑποθεσιν
9999936 διδασκε
' ὠ τυραννε θεων τε κἀνθρωπων Ἐρως , ἠ μη διδασκε τα καλα φαινεσθαι καλα ἠ τοις ἐρωσιν ὡν συ
μυθων , ἀλλα μοι αὐτος ἀειδεν ἐρωτυλα , και με διδασκε θνατων ἀθανατων τε ποθως και ματερος ἐργα . κἠγων
9999936 Κασανδρα
ἐσμεν . ὁσον το κατα σε ἡκεν : ἐζη γαρ Κασανδρα , ἡγειτο δε και Πολυδωρον ζην : † ἡμεις
ἐξ αὐτου πρωτου λογου , ἀφ ' οὑ ἠρξατο ἡ Κασανδρα λεγειν , μεχρι τελους . εἰ δ ' εἰς
9999935 σφαιροειδης
ὑποθεσεις εἰσαγειν και φυσικας εὐ λεγεται , και ὁτι εἰ σφαιροειδης ἡ γη καθαπερ και ὁ κοσμος , περιοικειται ,
οἰκον αἰνιττεται φιλοσοφων ψυχων , και φησιν : Οἰκος ἠν σφαιροειδης ἠ ὠοειδης ταις δυσμαις βλεπων εἰς ἁς εἰχεν την
9999935 ναρδου
βραχεων : ἠ οἰνανθην λειαν ἐμπασσε τῳ ποτῳ μετα σταχυος ναρδου . ἁρμοζει δε και σεριν ἐσθιειν και καυλον θριδακινης
τοις κατα γαστερα και ἐντερα παθεσι ῥοωδεσιν ἱκανως βοηθει : ναρδου σταχυς , ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος
9999935 Πελοπιδας
ἀν πολλακεις τους ἀληθεινους ἡγεμονας . οὐτε γαρ Ἐπαμεινωνδας οὐτε Πελοπιδας οὐτε Ἀθηνηθεν Ἰφικρατης και Χαβριας ἐστρατηγησαν ἀν οὐθ '
στρατηγους κατα τους ὑποκειμενους χρονους . ἐπιφανεστατοι δ ' ἠσαν Πελοπιδας και Γοργιας και Ἐπαμεινωνδας : οὑτος γαρ οὐ μονον
9999935 Λευκιππος
την ὑλην ἑνος τιθεασιν οἱον Ἐμπεδοκλης και Ἀ . και Λευκιππος , τουτοις δε ἑτερον [ ̈ ἀλλοιωσιν και γενεσιν
μεν πυρ και γην , οἱ δε ἀπειρα , ὡσπερ Λευκιππος και Δημοκριτος και Ἀναξαγορας . και παλιν οἱ μεν
9999935 δαψιλης
ὑγροτης διαφορος . ὁταν οὐν ᾐ πολυ το θερμον , δαψιλης δε και ἡ ὑγροτης , τοτε την μεν προσπελαζουσαν
δε ἱερεως αὐτου τῃ μαχαιρᾳ θιγοντος , αἱματος ἐκρυσις γινεται δαψιλης . Και τουτῳ τῳ τροπῳ την δεισιδαιμονιαν τελεσαντες μετ
9999935 ἀναφορᾳ
μεν τα χρησιμα των συμπτωματων περιοριζοντες τῃ προς τους σκοπους ἀναφορᾳ , και τῃ χρειᾳ το χρησιμον κρινομεν . κατειληφοτες
νυν δ ' ἀτυχεις Θηβαιοι . και ἡ ἐπιβολη συνεμπιπτει ἀναφορᾳ : και αὑτη γαρ ἐπι το αὐτο ἀναφερει ,
9999935 ἀπηνεγκεν
ὁ Ἰασων , τα μεν στρωματα και τα ἱματια παλιν ἀπηνεγκεν ὁ Αἰσχριων ὁ ἀκολουθος ὁ τουτου , τας δε
πνευμα ἐμπεσων την Ἀρχελαου μεν θυγατερα , Σευηρου δε γυναικα ἀπηνεγκεν οὑτως ὀξεως ὡς φθηναι την τελευτην τους κεκλημενους ἰατρους
9999935 ὀλοιτο
' οὐς ' ἐγιγνωσκον καλως , μισημα πασιν : ὡς ὀλοιτο παγκακως ἡτις προς ἀνδρας ἠρξατ ' αἰσχυνειν λεχη πρωτη
' οἰκον , ἐστι δ ' , ὡς λογος . ὀλοιτο , νοστου μηποτ ' ἐς πατραν τυχων . μηδεν
9999935 θαλαττῃ
ἐρωντων δε , ὁμοιον ἡλιῳ και οὐρανῳ και γῃ και θαλαττῃ : τα γαρ τοιαυτα παντος ἐρωτος κρειττω και ὑπερτερα
Νη Δι ' εὐδαιμων ἀρ ' ἠν ἀνηρ γερων ψυχρᾳ θαλαττῃ λουμενος . Ἐπειτα προς το τεμενος ᾑμεν του θεου
9999934 λεπτοτητι
ταις ἐργασιαις , κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους
νημα ἀσκητον ἐκπονησαι δεινας μη ἀντιπαραβαλλεσθαι : νενικηκε γαρ τῃ λεπτοτητι και την τριχα . Βαβυλωνιους τε και Χαλδαιους σοφους
9999934 δοξειεν
. τουτων δη μηδεν φροντιζειν ταχ ' ἀν ὁ νομοθετης δοξειεν τισιν , οὐκ ὀρθως δοκουν . ἐστω τοινυν εἰρημενον
ἀφροδιτην τῳ λογῳ περιεθηκαν . και σχεδον ἀναλογον τι πεπονθεναι δοξειεν ἀν ἡ συνθεσις προς την ἐκλογην , ὁ πασχει

Back