! ! ! ! ! ] ροι ? ? ? πο ? ? λωνον ? ? ? ? ? και
. οἱ γαρ Βυζαντιοι , της Ἀρτεμιδος ἐπιφανεισης ἐν τῳ πο - λεμῳ τῳ προς τους Θρᾳκας , νικησαντες ἐλογισαντο
9999972 μενουσιν
ἀπολυσει : ἐν δε τῳ ἀντονομαζοντι μονον ἐν τῳ ἀντονομαζειν μενουσιν ἀμφοτεροι , του μεν φευγοντος ἀντονομαζοντος , οὐ μεντοι
ἰσχυοντες και ἐν ἀκμῃ της ἡλικιας : δια ταυτα οὐν μενουσιν : οὐδεις δ ' αὐτων δια το καλον .
9999971 πολεις
της Ἑλλαδος χρησθαι τῳ πλεονεκτηματι και τας παρ ' αὑτῃ πολεις πολλας συμπεφευγυιας ἀφορμην των ἐξω πολεων πολλων και μεγαλων
προὐχωρει , ᾑ ὀνομα ἠν Γαζα : ἐς γαρ ἑπτα πολεις ξυμπεφευγεναι ἐλεγοντο οἱ ἐκ της χωρας βαρβαροι : Κρατερον
9999971 ἰωνται
και θεων μαλλον ἠ τεχνηϲ : τα γαρ μεζονα παντα ἰωνται μουνοι θεοι . ἠ γαρ ἐν ϲπλαγχνῳ καιριῳ νοϲημα
αἱ δε σαρκες αὐτων ἐτι ζωντων ἐν ἐλαιῳ ἐψηθεισαι ὠταλγιαν ἰωνται , των μεν σαρκων καταπλασσομενων , του δε ἐλαιου
9999970 οἰονται
δραμα , δι ' ἐχθραν νομιζουσιν αὐτον πεποιηκεναι οὐκ ὀρθως οἰονται . πρωτον μεν γαρ Διφιλος εἰς Βοιδαν τον φιλοσοφον
ἡ εὐθεια τρυγοιπος προπαροξυτονως , οὐχ ὁ τρυγοιπης , ὡς οἰονται τινες . ἐπει ὁταν πολυ σταις κομιζωσιν , ὀλιγον
9999970 δει
και καθαπερ σωμα διηρθρωμενη ἡδυνειν ἀν την ἀκοην δυναιτο . δει δε αὐτα μητε ἀπισωσθαι πανταπασιν : προσκορης γαρ ἡ
ὡν δει πρακτικην εἰναι και προς οὑς δει και ὁτε δει και ἐφ ' ὁσον δει και ὡς δει και
9999970 γινονται
προστιθει την δυσκρασιαν των ἀρχων . ταχιστα μεν οὐν ἀπωλειαι γινονται της καρδιας παθουσης , ἐφεξης δε του ἐγκεφαλου ,
φανερον μητε ἀει ἀφανη ποιουντων . ὁπου δε οἱ πολοι γινονται κατα κορυφην , οὐδε εἱς οὐτε ἀνατελλει οὐτε δυνει
9999970 ᾑσιν
' ἀγρων . ὡς που και βασιλευσιν ἐειδεται ἐν φρεσιν ᾑσιν αὐτοις κηδομενοισι σαωτερος ἐμμεναι οἰκος . ἀλλ ' ἰομεν
τι μιν προσεφωνεον οὐδ ' ἐρεοντο : αὐταρ ὁ ἐγνω ᾑσιν ἐνι φρεσι φωνησεν τε : χαιρετε κηρυκες Διος ἀγγελοι
9999970 πεισονται
εἰναι προς τουτο τους γεγραμ - μενους : ὁπως δε πεισονται τοις νομοις και ἑκοντες ποιησουσι τα ἐκεινοις δοκουντα οὐδεν
αὐτα φοβουμενοι . „ και κατεστησεν αὐτους ἐς ἐννοιαν ὡν πεισονται , και ταυτο τοις ἑτεροις φοβησονται . Ἀξιον δε
9999970 μενος
δε ου ἑωρω ? ? δε ? ων ? σις μενος ? ιως νη ἀνδρες ] δικασται ] υσιος υνφι
, ἀντι του ἀναπειθουσα . ” ὡς εἰπων δεσμον ἀνιει μενος Ἡφαιστοιο ” , ἀντι του ἀπελυσεν . „ κολπον
9999970 φυονται
πεντε ἑβδομαδων : και ἐν τῃ τεταρτῃ δε ἑβδομαδι ὀδοντες φυονται δυο τοισι πολλοισι των ἀνθρωπων , οὑτοι καλεονται σωφρονιστηρες
οὐκ ἐνεστι του ψυχρου . Και οἱ μεν πρωτοι ὀδοντες φυονται ἀπο της διαιτης της ἐν τῃ μητρῃ , και
9999970 ἐπιγινεται
ἐνθεν ἐπιδεομενοισιν : ἀχθος γαρ ἀνωφελες προς τῳ ἀλλῳ σφυγμῳ ἐπιγινεται . Τελευτωντες δε ἀπολυουσι τα ἐπιδεσματα , ὁποταν σφιν
στυφει . και δια των τοιουτων τροφων ῥωννυμενη ἡ δυναμις ἐπιγινεται και ἀπεμει την χολωδη ὑλην , και παυεται ἡ
9999970 προκειται
αἱρεισθαι του βιασαμενου και ἑξης : ἑκατερῳ γαρ τουτων βουλη προκειται , ποτερον δει παραβαθηναι νομον ἠ ποιον μερος νομου
το Κ ἀστερα των λοιπων εἰς το ἡμικυκλιον , ὡς προκειται , ροα κε . και γεγονεν ἡμιν μετα των
9999970 μενον
ἐν τῳ ὀστεῳ : ἑδρη δε καλεεται , ὁταν , μενον το ὀστεον ἐν τῃ ἑωυτου φυσει , το βελος
' ἐκεινο ὀντος , ᾡ δυναται και πολλα εἰναι , μενον αὐτο ἑν και οὐ θελον μεριζεσθαι οὐδε γενος εἰναι
9999969 λουονται
γαρ ποταμον οὐτ ' οὐρουσιν οὐτε νιπτονται Περσαι , οὐδε λουονται , οὐδε νεκρον ἐμβαλλουσιν οὐδ ' ἀλλα των δοκουντων
ἀνεμων γιγνομενην ἠ ὑδατων ψυχρων ἠ φαρμακωδων , ἐν οἱϲ λουονται , και δια φλεγμονην του κατα τον πορον δερματοϲ
9999969 ἀλλων
μαρτυρας πολλους μεν ἀστους , πολλους δ ' ἐκ των ἀλλων συμμαχιδων πολεων , οὐτε φαυλους οὐτ ' ἀφανεις .
δειξαι . Ἐν κυκλῳ μεγιστη μεν ἡ διαμετρος των δε ἀλλων ἀει ἡ ἐγγιον του κεντρου της ἀπωτερον μειζων ἐστιν
9999969 παντας
, ἀλλος οὐ γραψει . Ὡς μεν τοινυν οὐ παρα παντας τους νομους φανερως γεγραφεν το ψηφισμ ' Ἀριστοκρατης ,
κακου ἀνεπιδεκτον , τελεως δε ἐστιν ἀλογον το κατα τυχην παντας τοις αὐτοις ἐπιβαλλειν ἰδιωμασιν , ἀλλα μη φυσικως οὑτως
9999969 παντα
ξενας ὁδους και παρηλλαγμενας ἀπολαυσεων ἐτεμνεν . εἰθ ' ἡ παντα τολμωσα τρυφη την φυσιν αὐτην παρενομησεν : και τις
, τεθνηκεναι , τα μετα τον θανατον : και ταυτα παντα ὁμου νοησας , χρονους , τοπους , πραγματα ,
9999969 αὐτον
κοτυλης τον ἀμφορεα πληρουσθαι πειθοι , ψιλον ἐκ ψιλης , αὐτον ἐξ αὐτης . ἀλλ ' , οἰμαι , κατιοντος
τοιουσδε αὐτῳ προσηνεγκε , φας ἑτοιμος εἰναι θεραπευειν και τρεφειν αὐτον ἀναλαβων , εἰ ἐθελοι ἁ γε πεποιημενα εἰη αὐτῳ
9999969 καλουσιν
, των προς μεσημβριαν οἰκουντων εἰσιν οὑς Ἑλληνες μεν Κυναμολγους καλουσιν , οἱ δ ' ἀστυγειτονες , ὡς ἀν τις
τας των ἀψυχων δικας . την δε συνοικουσαν αὐτῳ βασιλισσαν καλουσιν . ὁ δε πολεμαρχος θυει μεν Ἀρτεμιδι ἀγροτερᾳ και
9999969 ἐπεχεται
συμβαινοντες ἐμετοι πλειονες εἰσι και συνεχεστεροι και φλεγματωδεις ἡτε γαστηρ ἐπεχεται τουτοις πολυ πλεον ἠ τοις νεφριτικοις , ὡστε μητε
την ὀσφυν μαλλον γινεται , και ἡ του σκυβαλου ἐκκρισις ἐπεχεται , παραθλιβομενου του ἀπευθυσμενου . εἰ δε το ἐμπροσθεν
9999968 Δυναται
, οἱς συγκατατιθεται και Τρυφων . . . . : Δυναται και το ψιλουμενον , ὡς φησι Τρυφων , και
παροιμια . Ἁβρων γαρ τις ἐγενετο πλουσιος και ἁβροδιαιτος . Δυναται δε και ἀπο του ἁβρου το ὀνομα γεγονεναι .
9999968 ἐπεχειν
προσπιπτειν φαντασιας και το διοτι τῃ τοιαυτῃ μαχῃ ἀκολουθει το ἐπεχειν : των γαρ ζῳων τα μεν χωρις μιξεως γινεσθαι
ἐπινευειν , προς το ψευδος ἀνανευειν , προς το ἀδηλον ἐπεχειν , οὑτως προς μεν το ἀγαθον ὀρεκτικως κινεισθαι ,
9999968 περιγινεται
εἰς αὐτην ποταμων μεγαλων τῃ γλυκυτητι διαφορων , τουτων μεν περιγινεται κατα την δυσωδιαν , ἐξ αὑτης δε μεσης κατ
σημαινει και ὁ ποιητης λεγων : “ μητι τοι ἡνιοχος περιγινεται ἡνιοχοιο . ” ἐπι την του ὀντος ἐπιστημην .
9999968 μενοντας
, ὡσπερ τοτε αὐτους φευγοντας Θρασυβουλος κατηγαγεν , οὑτω νυν μενοντας ἐξελαυνειν παρα τους νομους γραφοντα τι . Ἀλλ '
μεν ἐν τῳ Κορυφασιῳ ἐντος της Βουφραδος και του Τομεως μενοντας , τους δε ἐν Κυθηροις μη ἐπιμισγομενους ἐς την
9999968 πολλων
προς το συμπαν του κοσμου μεγεθος σημειου λογον ἐπεχουσα δια πολλων ἐλεγχεται , ἀλλα και προς το ἡλιακον ὑψος ,
ἀγρον , δουλης μεθυουσης , ἀνατετραμμενου χοως , ἀλλων τε πολλων κἀγαθων . Ἰθι νυν , ἀθρει οἱον προς ἀλληλας
9999968 θησονται
το προς τι , το δε κινεισθαι ἑν τι γενος θησονται , και διαιρησονται το κινεισθαι ὡς ἑν διχῃ ἐν
και ἐστι το ῥητον οὑτως : „ εἰτα ἐν ἀδικηματι θησονται πεισθεντων ὑμων ἁ δεομεθα , πολυ δε ἐν πλειονι
9999968 φωραται
και ποιειν οὐχ οἱον ἑαυτον , ὁς ἐνιοτε οὐδεν τι φωραται κατεχων και οὐ συνορων , ὁτι πολλα δειται τριβης
πολλου συνεχως ἐπι πολλας ἡμερας παρα τους νομους πραττων τις φωραται , οὐ μονον δηπου του μη μετ ' ὀργης
9999968 πατος
το ἀπο του σιτου ἀμυλον μετριως , ῥοδινον μετριως , πατος ὁ ἀπο παλαιστρας , σογχος ὁ μη ξηρος ,
ποιουσιν , ἀλλ ' ἐπιχειρειν διαφορειν φαρμακοις . διαφορει δε πατος ταχεως τον ὀγκον κατα των βουβωνων ἐπιτιθεμενος . τους
9999968 οὐδεν
Ἐφορου : . . . Ἀπολλοδωρος δε τουτων μεν ἐφροντισεν οὐδεν , τοις δε ἑκκαιδεκα ἐθνεσι προστιθησιν ἑπτακαιδεκατον , το
εὐθαλη και ποα χλωρα : και το πυρ πλησιον ἐνακμαζον οὐδεν λυπει οὐτε την των φυτων βλαστην οὐτε την τεθηλυιαν
9999968 κεινται
τοι ὁσοι μεν τουτ ' ἐπεισθησαν αὐτῳ , σεμνοι σεμνως κεινται , καλλιστα δη παντων Ἑλληνων καταλυσαντες τον αἰωνα ,
την ἀγγελιαν της ἐν Χαιρωνειᾳ μαχης ἀλγησας ἐτελευτησεν ἐθελοντης . κεινται δε και λιθου Φρυγιου Περσαι χαλκουν τριποδα ἀνεχοντες ,
9999968 εἰναι
δ ' ἀν μεταθωνται και ὁταν , τοτε κυρια ἑκαστα εἰναι , γιγνομενα τεχνῃ και τοις νομοις ἀλλ ' οὐ
δε και ἀπ ' αὐτων των ἐργων ὁ νυνι φαμεν εἰναι της ψυχης σωτηριον : ἐν γαρ τῳ θεωρειν τα
9999968 δεωνται
τοπον κινησις ἡ αὐτη ταις ἀλλαις , κἀν εἰ πασαι δεωνται αὐτης , δια τα οὐρανια . ὁμοιως και της
, ὁπως ἀει συνοντες μαλλον και κοινοβουλωσιν , ἠν τι δεωνται : συσκηνουσι δε και ἀλλοι τρεις ἀνδρες των ὁμοιων
9999968 τασσονται
δηλωσομεν : διαφοραι δε εἰσι τρεις . πρωτον μεν γαρ τασσονται ἐν ἀραιοτεροις διαστημασιν ἐνιων χαριν χρειων : τεταγμενος μεν
γαρ κατα τον του κοσκινου δινον διακριτικως φακοι μετα φακων τασσονται και κριθαι μετα κριθων και πυροι μετα πυρων ,
9999968 οἰεται
ὁπερ ἰσως και πιθανωτερον ἐστιν , εἰθ ' ὡς Ἑλλανικος οἰεται ἐπι του ταυρου την ὀνομασιαν ταυτην ἐσχεν , ἐκεινο
ἀλλ ' εἰ και τις ἀλλος ἐπισταμενος παρακρουσθηναι ἀν ὑμας οἰεται ὑπο των τἀνταυθα διοικησειν , ὡς ἀν αὐτος ἐκεινος
9999968 μενοντες
γαρ κηφηνες ἡμιν εἰσιν ἐγκαθημενοι οὐκ ἐχοντες κεντρον , οἱ μενοντες ἡμων του φορου τον γονον κατεσθιουσιν οὐ ταλαιπωρουμενοι .
, εὐ ποιησειν ὑμας . νυν οὐν σκεψασθε ποτερον ἐνθαδε μενοντες τουτο βουλευσεσθε ἠ εἰς τα ἐπιτηδεια ἐπανελθοντες . ἐμοι
9999967 ἀλαται
δε σπερμα λευκον ἐστι φυσει , τουτο οὐν το περιττωμα ἀλαται και πλαναται τῃδε κἀκεισε , και ἡ φυσις λοιπον
. ἡμεροφαντον ] ὡσανει ὀναρ ὁ γερων . ἀλαινει ] ἀλαται . τι χρεος ] δια τι ; ἠγουν δι
9999967 γενος
ἡκειν ἀπο ἀνδρος ἡγησαμενου των τοπων , ἐξ Ἰσσης το γενος , τον Ἀδριαν δε ποταμου ἐπωνυμον γεγονεναι . σταδιοι
Φοινισσαι την Ἰω ἐφασαν δια το Φοινικα ἀπο Ἰους το γενος καταγειν . Καδμου γαρ και Εὐρωπης ἀδελφος Φοινιξ :
9999967 γεινεται
⌊ ⌋ βιος . ] βιου [ ] ? δικαιου γεινεται [ ] καλως . βουλομεθα ⌊ ⌋ πλουτειν ⌊
και παθητικων ? ? , | [ ἡ ἀταραξια ] γεινεται , σαφως οἰδα τα της [ σωτηριας φαρμακα προθεις
9999967 ἰαινεται
μυχοιο , συνεχες ἀργινοεσσαν ἀει περιτετροφε παχνην , οὐδε μεσημβριοωντος ἰαινεται ἠελιοιο . σιγη δ ' οὐποτε τηνδε κατα βλοσυρην
μιν στοματεσσι περισταδον ἰυζοντες σαινουσιν , του δ ' ἠτορ ἰαινεται εἰσοροωντος : ὡς ἀρα Τρωιοι υἱες ἐγηθεον , εὐτ
9999967 σινεται
οὐδε οἱ αἰδως γιγνεται , ἡ τ ' ἀνδρας μεγα σινεται ἠδ ' ὀνινησιν : ἀθετειται , ὁτι ἐκ των
ἀρω , σινω και σινω : Ἡτ ' ἀνδρας μεγα σινεται , ἠδ ' ὀνινησι . Και λουω , λοω
9999967 χρωνται
. ζωροτερον ἀκρατοτερον . ζωστηρ ὁ ἐπανω του θωρακος ᾡ χρωνται : “ λυσε δε ζωστηρα παναιολον ἡ δ '
, περικαλλυμα ἐστι του καρπου των φοινικων ἀκμην ἀνθουντων : χρωνται δ ' αὐτῳ οἱ μυρεψοι εἰς τας των μυρων
9999967 ἐπειγονται
ἀμοιβην των πραξεων και δια τουτο τινες των εὐζωιᾳ ζωντων ἐπειγονται τας ἀρετας κτασθαι ὡς δια τουτο την ψυχην οἰκειοτεραν
ὁμως ἁπαντες ? ? ? , εἰ και διαφορου , ἐπειγονται ? ? . ληξιν ? ? τῃδε τεταχθαι και
9999967 οὑτος
προς τῃ μοναδι και ἑτερος τις ἀριθμος , και ποιος οὑτος ὑπαρχει . εἰ ὁρισθειησαν ἡμιν δυο περισσοι ἀριθμοι ,
τον ἑαλωκοτα τετραπται σκαρον ὁ κυρτος : βαρειται δε ἡσυχη οὑτος λιθῳ μεμετρημενῳ . οὐκουν οἱ ἀρρενες , ὡσπερ οὐν
9999967 δεεται
Και οὑτω ταχιστα ὑγιης ἐσται , ἡ δε νουσος θεραπηϊης δεεται πολλης , χαλεπη γαρ . Ἠν δε θεραπευθεις ὑγιης
οὐδεποτε χρειαν ἑψησεως ἐχει , ἀλλ ' αὐτο μονον τηξεως δεεται : χρη δ ' ἐπι τουτων καταχειν τα ξηρα
9999967 εὐθειας
' εὐκολως αὑτον ἐξαπατησας . Τοις μεν γαρ ἐπ ' εὐθειας κινουμενοις , αἱ βαρυτητες και κουφοτητες την ἀρχην της
λεγεται το ἑκαστον ἀνδρα ἐν τῳ ἑαυτου λοχῳ ἐπ ' εὐθειας εἰναι τῳ λοχαγῳ και τῳ οὐραγῳ φυλασσοντα τα ἰσα
9999967 μενοντος
ὁτι θεσει ἐστιν ἡ ΑΔ . εἰ γαρ μη , μενοντος του Α σημειου μεταπεσειται της ΑΔ ἡ θεσις διατηρουσα
μεν πατριδα και γενεαν και πατρῳον οἰκον , εἰδως ὁτι μενοντος μεν αἱ της πολυθεου δοξης ἐγκαταμενουσιν ἀπαται ἀνηνυτον κατασκευαζουσαι
9999967 δεχηται
βαθεος ἠ ὑπνου , ὁπως ἀποβλεπουσα προς τα νοητα αὐτου δεχηται τα εἰδη και τας μορφας , ἐφιεμενη των ἐκεινου
γην τε και ἀερα καθ ' ὁσον ἀν μιμηματα τουτων δεχηται . λογῳ δε δη μαλλον το τοιονδε διοριζομενους περι
9999967 ἐπειγεται
ὑφ ' ἑτερου φθειρομενα , προς ὀργην διεγειρεται και ἀμυνειν ἐπειγεται . ὡς οὐν κτλ . : οἱ ἐπιλογοι ἐνθεν
τα συνηθη θεωρει και ἐπισπαται , προς ὁν και ἀναχθηναι ἐπειγεται . Εὐδωρος ὁ φιλοσοφος φησι Διοδωρον τον Ἀλεξανδρεα μαθηματικον
9999967 πανταπασιν
και τους κηδομενους ἑκαστων ἐπιμελεισθαι , ὡς μη ἀποδειλιασαντες ἀδοκιμοι πανταπασιν ἐν τῃ πολει γενοιντο . προς δε τουτοις το
ὁ μεσον ὁ Ἰαμβλιχος τιθεται των δυο ἀρχων και της πανταπασιν ἀπορρητου ἐκεινης , αἱ δε δυο , περας φερε
9999967 αὐξονται
ἐντευθεν ἀποδεικτεον : τα οὐσιωδη τελειωτικα ἡμων εἰσι και ὁσον αὐξονται , τοσουτον τελειωτικα γινεται : το γαρ πλεον λογικευεσθαι
: ἰστεον , ὁτι τα ἀπο φωνηεντος ἀρχομενα ῥηματα χρονικως αὐξονται ἐν τῳ παρατατικῳ , οἱον ἀγω ἠγον , αἰρω
9999966 νεται
ὀρθως νομιζουσιν οἱ Ἑλληνες : οὐδεν γαρ χρημα γι - νεται οὐδε ἀπολλυται , ἀλλ ' ἀπο ἐοντων χρηματων συμμισγεται
. Τα εἰς ΙΟΣ ὑπερτρισυλλαβα ἐπι ἀλογων ζωων ὀξυ - νεται : αἰγυπιος χαραδριος ἐρῳδιος . το δε σκορπιος κωβιος
9999966 μενου
μετεστησας ; και το κοινον των δεινων συναπελαυσας ἐξαιτου - μενου του πενητος : και πληγην κατ ' ἀμφω μιαν
δε και το συναπτον τουτῳ , ἀπο μη συγχωρου - μενου λημματος κατασκευαζομενον . οὐ γαρ δη διδοται το ἀπο
9999966 τασιν
Τυραννιων περισπα , οὐχ ὑγιως : ὁ γαρ χαρακτηρ βαρειαν τασιν ἀπαιτει , εἰτε ἀπο του βιβω βιβαθω γενομενου του
ἠσαν και ὠξυνοντο , και λοιπον γενομενα κυρια την αὐτην τασιν ἐφυλαξαν , φημι δη την ὀξειαν : εἰκοτως οὐν
9999966 καὐτον
και τοις σοισιν πολλη πολλου ' πικαθητο , ὡστε γε καὐτον σε κατ ' οὐν ἐβαλεν . Νη τον Δια
δε ποιον εἰπε μοι νοητεον ; τον πανθ ' ὁρωντα καὐτον οὐχ ὁρωμενον . προϲ τωι μυροπωλιωι γαρ ἀνθρωπων τινων
9999966 περιγινονται
, ” φησι , “ τουτων κρατησαντες ῥᾳδιως των ἀλλων περιγινονται , οὑτω κἀγω Ξανθιππῃ χρωμενος τοις ἀλλοις ἀνθρωποις συμπεριενεχθησομαι
αἱ κακιαι οὐχ ᾑ ζῳοις ἡμιν ἀλλ ' ᾑ ἀνθρωποις περιγινονται , ὡν και το ἑκουσιον , οὑ μηδεν των
9999966 ῥυονται
Ἑλλαδα τε Φθιην τε κουραι ἀριστηων , οἱ τε πτολιεθρα ῥυονται , ταων ἡν κ ' ἐθελωμι φιλην ποιησομ '
προσωπῳ ἀποσφαγησεται , εἰ δε ἀγαθοποιοι ἐπιθεωρησουσι του μεν θανατου ῥυονται , δεσμοις δε και κακοις αὐτον περιβαλλουσιν . των
9999966 ταισιν
του : εἰπερ ἀληθως οὑτως ᾀδει ὡσπερ αἱ ἀηδονες . ταισιν ἀηδονισιν : ἐοικεν οὑτως ἀκριβως ᾀδειν ὡσπερ αἱ ἀηδονες
, δουλαισιν ὠστιζομενη στιγματιαις θ ' , ἁρπαλεως ἀραμενη , ταισιν ἐμαις δημοτισιν καομεναις φερους ' ὑδωρ βοηθω . Ἠκουσα
9999966 δεησονται
, ὡς ἀιδια . εἰ δε δεονται τινων , ἀλληλων δεησονται , οὐδεμιας δε της ἐξωθεν ἐπιφορας , ὡς ἀθανατα
χιλιαδος : αὑται δε ἱνα αὐταις το τοιουτο συμβῃ παντως δεησονται της δεκαδος , ὁθεν αὐτῃ ἐγκωμιον τουτο προσενειμαμεν .
9999966 ἁπτονται
τα παρα φυσιν . ιϚʹ . Οἱ βηχες οἱ κοπιωδεες ἁπτονται των σιναρων και μαλιστα των ἀρθρων . Περι βηχος
* . . Ἀμβροτον : ἀθανατον , οὑ βροτοι οὐχ ἁπτονται , . * . . Ἀμβροτοι : διοτι ἀθανατοι
9999965 καλεονται
Ἰταλιῃ οἰκεοντες , και Πευκετιος , ἀφ ' οὑ Πευκετιοι καλεονται οἱ ἐν τῳ Ἰονιῳ κολπῳ . τα μεν οὐν
ἐποψιαι ὀφθαλμοισιν , ἑπτα δ ' ἐκειναι γ ' ἐπιρρηδην καλεονται Ἀλκυονη Μεροπη τε Κελαινω τ ' Ἠλεκτρη τε και
9999965 δεηται
οὐδε ἀναξιος ἐστι της δωρεας . Ἐαν δ ' ὑμων δεηται συγχωρησαι αὑτῳ περι της ταξεως του λογου , κατεπαγγελλομενος
ἑαυτου ὡς ἀν δη οἰκειον , ἱνα μη ἀλλοτριας αὐξησεως δεηται , ξενον και ἀσυνηθες πραγμα ποιησει , και ὁ
9999965 ἑπονται
εἰ δε ἀναδυναι , και τουδε ἀρχει : μετακινουμενῳ δε ἑπονται και οἱ λοιποι . ὁστις δ ' ἀν ἑλῃ
ἀπεψημενου πολλαι καρτα ἁμαξαι τετρακυκλοι ἡμιονειαι κομιζουσαι ἐν ἀγγειοις ἀργυρεοισιν ἑπονται οἱ . Κτησιας δε ὁ Κνιδιος και ἱστορει ,
9999965 ἀλλον
' οὐδ ' ἀν εἱς εἰποι . τον μεν γαρ ἀλλον ἁπαντ ' εἰς δυο ταυτα διῃρητο τα των Ἑλληνων
οὐν ἀλλον πυρεσσειν , ἀλλον πλειν , ἀλλον ἀποθνῃσκειν , ἀλλον κατακεκρισθαι ; ἀδυνατον γαρ ἐν τοιουτῳ σωματι , ἐν
9999965 εἰσονται
δεινον ποιουμενοι προτερον εἰ τους ἐπιβουλευοντας σφων τῳ πληθει μη εἰσονται , τον μεν μηνυτην εὐθυς και τους ἀλλους μετ
του τεθνεωτος διαθηκαις μεταγραφηναι : οὐδεν γαρ μαλλον οἱ μαρτυρες εἰσονται , εἰ ἐφ ' αἱς ἐκληθησαν διαθηκαις , αὑται
9999965 ἀλλοιας
, και ἐρωτομανιαν , και τα τοιαυτα , ἑξεις εἰναι ἀλλοιας παρα τας κακιας . Ἐρωτα δ ' εἰναι τον
ποιεουσιν : ἐπην δε κρατεωσιν , ὑπεκχωρησεις τε ποιεουσιν και ἀλλοιας κακιας : ὁποτε δε το προσφερομενον μεταλλασσεται , ἀναγκη
9999965 πειθονται
, ὁ το ” μηδεν ἀγαν “ παρακελευομενος , ᾡ πειθονται : το δε των ἀφρονων τε και ὑβριστων μεχρι
του στρατηγου κελευσαντος : οὐδε γε τους καμνοντας , ὁτι πειθονται τοις ἰατροις , οὐ δια τουτο φησουσι δουλους εἰναι
9999965 ἡγησονται
πεπονθοτες λαβοντες ἀφησουσιν , ἠ που σφας γ ' αὐτους ἡγησονται περιεργους ὑπερ ὑμων τηρουμενους . οὐκ οὐν δεινον εἰ
ἀλλα παν το μη περαιτερω του παροντος κακον ὡσπερ ἑρμαιον ἡγησονται τοις ὁλοις ἀπειποντες . ἀλλ ' ἐνταυθα γαρ ἠδη
9999965 καλεεται
. ὁ δε Ὁμηρος ἀειδει αὐτοις τα ἐπεα ταδε ἁ καλεεται Καμινος : εἰ μεν δωσετε μισθον ἀεισω ὠ κεραμηες
δ ' εἰχον ἡ γε νυν τῳ Ἀπολλωνι καθιερωται : καλεεται δε το μεν Κρισαιον πεδιον ᾡ Λοκροι παροικεουσι και
9999965 φαεινεται
ὑπο δε οἱ και ὁ νηος ἁπας οἱον ὑπο λυχνοισι φαεινεται . ἐν ἡμερῃ δε το μεν φεγγος ἀσθενεει ,
θηευμεθα . Του μεν ἀρ ' οἰη κνημη συν Χηλῃσι φαεινεται ἀμφοτερῃσιν : αὐτος δ ' ἐς κεφαλην ἐτι που
9999965 ἁψεται
, ἁ ἐστιν ἑτερων μερη , ὁλα μεν ὁλων οὐχ ἁψεται δια τα προειρημενα , ἀλλ ' οὐδε μερεσι μερων
ἁψεται ἠ μερεσι μερων . και εἰ μεν μερεσι μερων ἁψεται , οὐκ ἐσται αὐτα ἐτι ἀδιαστατα και ἀμερη :
9999965 μερων
ἐκ μερων λεγομενην ὁλοτητα συμπληροι . Ὁτι μεν γαρ ἐκ μερων ἡ ὁλοτης συμπληρουται , και εἰ μη πασα ,
εἰρημενῳ . εἰ δε κατα την ὑπερῳαν ἐκ των ἐνδοθεν μερων συστασα ἡ συριγξ φθειρειε το ὀστουν , εἰ μεν
9999965 μερος
' ἐν αἱματι . ὁθεν καθ ' ὁ τι ἀν μερος του σωματος πλειον ἠι παρεσπαρμενον , κατ ' ἐκεινο
ἐνθουσιων δε και πηδων , ὡσπερ ἀναπολογητον το λειπομενον ἀφιεις μερος , εἰς την ἐναντιαν ὑποδεσιν ἐπαφηκε τον λογον .
9999965 ἐχουσιν
ὁ μεσημβρινος κυκλωι φερονται και ἰσον τηι μεταφοραι τον κυκλον ἐχουσιν , ἀλλ ' ὡς προς την θεσιν της σφαιρας
ζῳων ἐχει τας αἰσθησεις πασας , ἐνια δ ' οὐκ ἐχουσιν , οἱον ὀψιν , την δ ' ἁφην και
9999965 Γιγνεται
σκεπτεσθαι : και οὐ λησεται ὁπη τρεψεται το νουσημα . Γιγνεται δε ἡ των τεταρταιων καταστασις ἐκ του τοιουτου κοσμου
τε σωμα ὡς ὑπο κοπου ἐχομενον κοπιᾳ και ἀλγεει . Γιγνεται δε ὡς ἐπιτοπουλυ και ἐκ πορειης μακρης και διψεος
9999965 προκεινται
ἀποστελλουσι κατασκεψομενους νησους τινας ἐρημους , αἱπερ οὐν της Λιβυης προκεινται . εἰτα ὑποστρεφουσιν οὑτοι , και ἡγουνται της πτησεως
τον Λιβα σφισιν ἐστιν εὑρημενον : τας δε νησιδας αἱ προκεινται της χωρας ἀριθμον ἐννεα οὐσας Πελοπος μεν καλουσι ,
9999965 πειθωνται
τουτο στομα ἐκαλεσαν και ὀμφαλον , ἱνα αὐτῳ τα λοιπα πειθωνται . Ἐπειδη δε το σφιγγεσθαι ἠτοι πυκνουσθαι προς το
και τα δικαια πρωτον αἰτειν λογῳ , ἐαν δε μη πειθωνται τοις ἀξιουμενοις , τοτ ' ἐπικυρουν τον πολεμον .
9999965 ἀηται
! ! ! ? † ἀνθεσιν , αἰ δ ' ἀηται μελλιχα πνεοισιν [ [ ] ἐνθα δη συ στεμματ
οἱα τε νεβροι , σκαιρουσιν : τῃσιν δε περι σμαραγευντες ἀηται ἱμερτους δονεουσιν ἐπι στηθεσσι χιτωνας . ἀλλα τα μεν
9999965 παυονται
. ἠν δ ' ἁλισκωνται προτερον και ἐπιγενηται τεταρταιος , παυονται . Νυν περι νοσηματος και συμπτωματος θελει διαλεχθηναι ,
ἰσης μοιρας ὑποκαπνιζε : και εἰ μεν στροφοι γενωνται , παυονται τα της διαθεσεως . Χρησθαι δε αὐτας παραινω συνεχως
9999965 παυσεται
' ᾡ μαλιστα ἡ πληθυς ἠγανακτησεν , ὁτι χρονον οὐδενα παυσεται στασιαζουσα περι παντος χρηματος ἡ πολις , ἀλλ '
πεπαυσθαι , μεμειωσθαι γουν ταυτα , ἱνα θαρσησωμεν ὁτι και παυσεται ποτε συν τῳ χρονῳ : ὀντων δε των αὐτων
9999964 ταυτην
Ἀθηνη , φησιν ὁ ποιητης : την δ ' αὐτην ταυτην και τον Εὐμηλον ἐκ του ἁρματος ἐκβαλειν . τι
ἡν ἀπῃτει τα κιθαρισματα , και τι διοισει ἐφη ἐαν ταυτην κρουσω ; ἑτεραν δειξας . ὁ δε οὐδεν ἐφη
9999964 σεται
? ! ! [ Ζευς Κρονος Ἑρμειας [ [ ] σεται ? ἀφθιτος ? ? ἀρχη : [ ] οεσσα
ἡλιον ἐπι το γʹ παραγενεσθαι το βʹ ἀστρον φανη - σεται δυνον . Φαινεσθω ἐσχατως του ἡλιου ὀντος προς τῳ
9999964 δεχεται
το ὠκιμον : και γαρ τας ἀποφυτειας ἐκ των ἀνω δεχεται , καιπερ ξυλωδες ὀν , ἀλλ ' ὁτι δυσξηραντον
. ὁταν οὐν ὁμονοωμεν , και το τυχον ἡμας σκιμποδιον δεχεται : ἐαν δε στασιασωμεν , οὐδε ἡ συμπασα οἰκια
9999964 καλειται
δια τουτο και τιμαται . Ὁ δε ιβʹ ἀριθμος συζυγια καλειται : ἐστι γαρ ἐν αὐτῳ ἀῤῥενοτης και θηλυτης :
τῃ τριζῳδιᾳ ἀπαρτιζεται ἡ της μετοπωρινης ὡρας τροπη , ἡτις καλειται γη . Δεκατον ζῳδιον Αἰγοκερως , θηλυκον , τροπικον
9999964 παι
δειλων δ ' ἀπεχου γνους ὁτι δειλοις ὀλιγη χαρις . παι Τελαμωνος Αἰαν αἰχμητα , λεγουσι σε ἐς Τροϊαν ἀριστον
ἐπι σοφαις διανοιαις . γινωσκε νυν , ὠ Ἀγησιδαμε , παι του Ἀρχεστρατου , ὁτι ἑνεκα της σης πυγμαχιας ,
9999964 περιτεινεται
περιλαμβανει , καθαπερ ἑκαστον των ἐντερων . ἐνθα μεν οὐν περιτεινεται τοις ἀγγειοις τε και τοις ἐντεροις , ἁπλουν ἐστιν
κορον οὐδ ' ἀν του βραχιστου το λοιπον ἀπογευσαιτο : περιτεινεται μεν γαρ ἡ γαστηρ τῳδε , οἰδαινει δε ἡ
9999964 ἀρχονται
δεικνυουσι το Α δια του Α : ἐξ οὑ γαρ ἀρχονται , εἰς ἐκεινο και τελευτωσιν : οὑτω δε ἁπαντα
ἑλιον νυν καθαιρειν . Τουτῳ τῳ μηνι και σπορου πολλοι ἀρχονται . ἐαν δε μετα ιδʹ ἡμεραν βρεξῃ , εὐφορα
9999964 περιφερειας
ὁ ΑΒΓ περι κεντρον το Δ , και ἐπι της περιφερειας αὐτου εἰληφθω τρια σημεια τα Α , Β ,
Συνανατελλετω τῳ ζʹ , και ἡ γζʹ ἐστω ἐλαττων ζῳδιου περιφερειας , και τῳ ζʹ ἐστω κατα διαμετρον το ηʹ
9999964 δεονται
και ἡκιστα προς τας ἐκεινων ἐμπτωσεις ἀντιτυποι . τροφης δε δεονται οὐδε ἑν , ἀποχρη γε μην ἀλληλας περιλιχμησασθαι .
ἐπειδη κοινον ἐπι παντων τουτων ἐστιν ἡ ξηροτης , και δεονται οὑτοι του ὑγρανθηναι . ἐπιτρεψωμεν αὐτοις ἐνδιατριψαι τῳ θερμῳ
9999964 ἠματος
ἐπι ποτμῳ Μεμνονος οὐρανιην νεφελην ἀνεδησατο μητηρ φεγγος ὑποκλεψασα κατηφεος ἠματος Ἠως . αἱ δ ' ἀπο Θερμωδοντος ἀρηιφιλοιο γυναικες
' ἀργυφα μηλα νομευων : ἐγγυς γαρ νυκτος τε και ἠματος εἰσι κελευθοι . ἐνθ ' ἐπει ἐς λιμενα κλυτον
9999964 καλλισται
μετα λαχανων λιτῃ ἀρτυσει σκευαζονται . ἀκμαιαι δε βρωθεισαι ἐαρος καλλισται . των δε χημων τας τραχειας γλυκυμαριδας ἐνιοι καλουσιν
συμπλεωσιν : το μεν γαρ αὐτης βασιλεια ἠν , οἱα καλλισται πασταδες , και εὐναι , και δρομοι : ἐκτοσθεν
9999964 οἰχονται
, τἀπιμηνια ταυτῃ τα μεν κρυπτονται , τα δε προφανεντα οἰχονται , και οὐχ ὁμοια γινονται , ἀλλα κακηθεα και
αὐλια ἐρημα , αἰγες δε ἐκειναι [ αἱ προτερον ] οἰχονται . τεως μεν οὐν ἡσυχιαν ἀγω , μη προαισθομενος
9999964 Κειται
μορμονα . Ἰδου . Παραθες νυν ὑπτιαν αὐτην ἐμοι . Κειται . Φερε νυν ἀπο του κρανους μοι το πτερον
, ἠν Βαβυλων , ἐουσα τοιαυτη δη τις πολις . Κειται ἐν πεδιῳ μεγαλῳ , μεγαθος ἐουσα μετωπον ἑκαστον εἰκοσι
9999964 δειται
Ἠδη γαρ κατηυγασμενος ὠν ὑπο του θυραθεν φωτος βραχειας τινος δειται της ἐπικινησεως , ὡστε ἱκανον δοκειν ἠδη και το
ἐν τοις ῥημασιν οὐδε κατ ' ὀλιγον τα της συνταξεως δειται λογου , ἀνθρωπος ἐγραφεν , ἀνθρωπε γραφε . εἰ
9999964 ἑνος
: των οὐν δυο κανονων μαχομενων , και του μεν ἑνος ἀπαιτουντος εἰς την ου διφθογγον εἰναι την γενικην ,
περι τα ἀφροδισια ἀκολασια κατα το πολυ μερος δια την ἑνος γενους ἑξιν ὑπο μανοτητος ὀστων ἐν σωματι ῥυωδη και
9999964 ἑπεται
λεγω . ἡ μεν οὐν κοσμια τε και φρονιμος ψυχη ἑπεται τε και οὐκ ἀγνοει τα παροντα : ἡ δ
οὐτε βουλευεσθαι δεοι ἀν οὐτε πραγματευεσθαι : εἰρηκως ποσα ἀτοπα ἑπεται τῃ του ἐνδεχομενου ἀναιρεσει μενοντος ἐκεινου του πασης ἀντιφασεως
9999964 αὐται
αἱ αὐται πανταχου πεφυκασι , αἱ δε της σεληνης αἱ αὐται . πρωτον ἐνη τετρας τε ⌊ και ἑβδομη ⌋
, φησιν , ὁτι ἑν ἐστι προοιμιον , ἐπει αἱ αὐται ὑποληψεις εἰσιν : οὐ γαρ ἐπειδη πολλαι των ὑποληψεων
9999964 μαινεται
μικρον ὀντα εἰπων : εἰ μεν ἐασει , γνωμεν ὁτι μαινεται : εἰ δ ' οὐκ ἐασει , σωφρονει και
οἰκημα καμπαις πολυπλοκοις ἠτοι στρατευσεις ἠ μενων ἐσῃ κακος . μαινεται δ ' ὁστις βροτων ψυχης νομιζει τους φιλους ὑπερτερους
9999964 λῃσται
πατρος , ἐναπεθανεν ὁ παις δεσμοις , ἐῤῥιψαν αὐτον οἱ λῃσται εἰς την θαλασσαν , προσηνεχθη τῃ πολει : βουλεται
περι τας κορυφας , περι ὁ δη και συνισταντο οἱ λῃσται , λυπρον και ἀκαρπον δια τε τας παχνας και
9999964 του
του δε Εὐμολπον , του δε Μουσαιον τον ποιητην , του δε Εὐμολπον , τον καταδειξαντα την μυησιν , και
την διαιρεσιν της κτησεως των ἠτυχηκοτων ἀδικον ποιησαμενος ἐξεπεσεν ἐκ του Ῥηγιου φυγαδευθεις ὑπο των ἰδιων Καμπανων . συνηργησαν δε
9999964 ἱενται
και του ἠθους και της ἀλληλων ἀρετης γνωσιν σχοντες οὑτως ἱενται προς φιλιαν : το δε ἱεσθαι προς φιλιαν φιλησις
ὡς ἠκουσαν , ὡσπερ ἠ συος ἀγριου ἠ ἐλαφου φανεντος ἱενται ἐπ ' αὐτον . οἱ δ ' αὐ Κερασουντιοι

Back