' ἰχθυσιν ὡπλισσαντο κωβιος , ὁς ψαμαθοισι , και ὁς πετρῃσι γεγηθε σκορπιος , ὠκειαι τε χελιδονες ἠδε δρακοντες και
Ὠκεανοιο πρεσβυτατη : νοσφιν δε θεων κλυτα δωματα ναιει μακρῃσιν πετρῃσι κατηρεφε ' : ἀμφι δε παντῃ κιοσιν ἀργυρεοισι προς
9999949 κατεφιλησεν
Ταυτα εἰπων ἐντιθησι τοις κολποις : ἡ δε ἐγγυς γενομενον κατεφιλησεν , ὡστε ὁ Δαφνις οὐ μετεγνω τολμησας ἀνελθειν εἰς
ἑκυρα ἡ μητηρ του ἀνδρος . ἐκυρσεν ἐπετυχεν . ἐκυσεν κατεφιλησεν τῳ στοματι : ἀφ ' οὑ και ἡμεις το
9999949 νεανισκον
” παθος ψυχης σχολαζουσης ” . Ὁ αὐτος ἐν συμποσιῳ νεανισκον τινα βλεπων ἡσυχιαν ἀγοντα εἰπεν : „ εἰ μεν
διεξοδικως λεγειν και προς ἐρωτησιν : ὁθεν και Ναυσιφανην ἠδη νεανισκον ὀντα θηραθηναι . ἐφασκε γουν γινεσθαι δειν της μεν
9999948 Μεγασθενης
Γαγγεω και του Ἰνδου τον Γαγγεα μεγεθει πολυ τι ὑπερφερειν Μεγασθενης ἀνεγραψε , και ὁσοι ἀλλοι μνημην του Γαγγεω ἐχουσιν
, ἐθνεϊ Ἰνδικῳ , ξυμβαλλει τῳ Γαγγῃ . Τουτων λεγει Μεγασθενης οὐδενα εἰναι του Μαιανδρου ἀποδεοντα , ἱναπερ ναυσιπορος ὁ
9999946 Πυθαγορικος
μη μοι βαιων : κακος ἰχθυς . ΒΟΥΓΛΩΣΣΟΣ . ὁ Πυθαγορικος δε δι ' ἐγκρατειαν Ἀρχεστρατος φησιν : εἰτα λαβειν
νυκτι μιῃ . Γεγονασι δε Λυκωνες και ἀλλοι : πρωτος Πυθαγορικος , δευτερος αὐτος οὑτος , τριτος ἐπων ποιητης ,
9999946 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999946 δεινῳ
τοις ἑτεροις ἠ κατορθωσαντες πλειον ἑξειν ἠ σφαλεντες ἐν μηδενι δεινῳ ἐσεσθαι δια το συγγενες , καθ ' ὡν δ
την συγκρουσιν των φωνηεντων γραμματων , οὐ μαλα ἐπιτηδεια ἐστι δεινῳ λογῳ : πολλα γαρ [ τα ] ἐκ της
9999946 κυριευων
ἐπιφανεις ῥᾳδιως κρατησειν των νενεωλκημενων ἐν τῳ λιμενι σκαφων , κυριευων της θαλαττης : τουτο δε πραξας ἐνομιζε την τε
: ” μη βασιλευων βασιλευσεις ἐφ ' ἡμιν ; ἠ κυριευων κυριευσεις ἡμων ” ; του δε ὑστερου ὀργη παλιν
9999946 ἐπεγραψεν
συνθεσεως διδασκει και περι εὑρεσεως , τι δηποτε οὐ Συνθετικα ἐπεγραψεν οὐδε Εὑρετικα ἀλλα Ἀναλυτικα ; τις ἡ ἀποκληρωσις ;
σπεισας ἀνετεμε το ἱερειον : ὁ δε βασιλευς κηκιδα τριψας ἐπεγραψεν ἐπι την χειρα την δεξιαν βασιλεως νικη ποιησαμενος την
9999946 ἀγομενῃ
διαστηματι δε τῃ ἀπο της κορυφης ἐπι την βασιν καθετῳ ἀγομενῃ περιφερειαι γραφεισαι τεμνετωσαν ἀλληλας : και αἱ ἀπο της
ἐπιπεδον [ ὁμοιως δη και τῃ ἀπο του Ι καθετῳ ἀγομενῃ ἐπι το του ΑΒΓ κυκλου ἐπιπεδον ] . ἡ
9999946 ἀληθες
εἰ τινες ὑμας των λεγοντων λανθανουσι : το δ ' ἀληθες οὐ βουλεσθε , οἰμαι , προς ὑμας αὐτους λεγειν
ἐλθοντος παιδιου , ταχυ ἐλθοντι παιδιῳ . εἰ δε τουτο ἀληθες , ἐδει το ἀρθρον , εἰπερ ἐπιρρηματικως παρεκειτο ,
9999946 ἐγχειρισαι
Πτολεμαιος , ὁ της Αἰγυπτου σατραπης , ἐπειθε πολλοις χρημασιν ἐγχειρισαι οἱ την Συριαν , προβολην τε οὐσαν Αἰγυπτου και
Ἐραον , Δαναην , Εὐρυμαχον . Φασι δε Πυρρῳ μεν ἐγχειρισαι την βασιλειαν τον πατερα , Μολοσσῳ δε την ἐκ
9999945 πετρα
εὐεργεσιας την ἰσην ἀντιδιδοντες . ἀκρα δε δεικνυται και ὑπαντρος πετρα , ἐνθα ἐξενηξαντο ὀχουντες αὐτον , και καλειται ὁ
γιγνεται χιων , ἠ λισσας αἰγιλιψ ἀπροσδεικτος οἰοφρων κρεμας γυπιας πετρα , βαθυ πτωμα μαρτυρουσα μοι , πριν δαϊκτορος βιᾳ
9999944 Σαλαμινιος
κοινωνουσι : των γαρ Αἰαντων ὁ μεν ἐστι Τελαμωνος υἱος Σαλαμινιος , ὁς ἐμονομαχησεν Ἑκτορι , ὁ δε ἑτερος Ὀιλεως
ἠ ὁτι ἐν Ἀργει ἐναυπηγηθη , ὡς φησιν Ἡγησανδρος ὁ Σαλαμινιος . πεταυρον δε καλειται ἡ πλατεια σανις . αὑτη
9999944 ἐπελθουσα
οὑτω της ἀγορας συνεχως ὁμοιας ἀπολαυεις , και οὐδε νυξ ἐπελθουσα την ἀκμην διακοπτει , ἀλλα πλεον τι παρ '
χειμων ἐπιπεσων ἀμηχανον ἀν ποιησειεν , και γεωργον χαλεπη ὡρα ἐπελθουσα ἀμηχανον ἀν θειη , και ἰατρον ταὐτα ταυτα .
9999944 κατηγορῳ
Ἰωνιᾳ του Ἀπολλωνιου διαλεξεων στειλαι ὁμου χρημασιν , ἁ τῳ κατηγορῳ ἐπεδοθη . Τοιαυτα ἠκροβολισαντο προ της δικης , τα
Εἰκοτως ἀφηκας ἐμοι το προτερῳ γραψαι . τῳ μεν γαρ κατηγορῳ τουτο δεδοται , κατηγορω δε ἐγω : δει δε
9999944 Εὐπολις
; ἑν δε των κοινων και βιβλιοθηκαι , ἠ ὡς Εὐπολις φησιν οὑ τα βιβλι ' ὠνια . και αὐτο
κυψελας , ὀξιδας , και την ἐλαιηραν ἐπιχυσιν , ἡν Εὐπολις μακρον χαλκιον ὠνομασεν . και Ἀριστοφανης δ ' ἐν
9999944 ἐλθουσαν
τῃ δε μητρι την ἀπο των τεκνων ἐπ ' αὐτην ἐλθουσαν διαφθοραν ἀμηχανον φυγειν . Μονη δε των ἀλλων ἑρπετων
εἰωθοτας πελανους ἐπι το πυρ και αὐτικα προς τους βασιλεις ἐλθουσαν εἰπειν . τον μεν οὐν Ταρκυνιον ἀκουσαντα τε και
9999944 ἐγεννηθησαν
ἠσαν , ἐστ ' ἀν ἐν τῃ γῃ , ᾑ ἐγεννηθησαν , ἐμαχοντο . συμμαχουντος δε Ἡρακλεος Διι και τουτους
αἱ και τον ἐχοντα ταυτας , μεθ ' οὑ και ἐγεννηθησαν , κατελιπον ; „ ὁτι μηδεις λυπεισθω ἐπι συμφορᾳ
9999944 μανιης
τους ἐν τῃ πολει , ἁτε τηλου ἐκδεδημηκως , δοξαζεται μανιης νουσον δια το φιλερημον : σπευδουσι δε Ἀβδηριται ἀργυριου
οἱ θεοθεν ἀπικοντο νουσοι τε και συμφοραι και ἀλγεα , μανιης μεν ἐκεινης ἀπεπαυσατο και θνητην ἑωυτην ὁμολογεεν και τοισιν
9999944 τελευτησασης
. Ἀθαμας δε ἐκ Νεφελης Ἑλλην και Φρυξον ἐγεννησε . τελευτησασης δε της Νεφελης ἠγαγετο γυναικα Ἰνω , ἡτις Ἑλλῃ
ὡς ἰδιον ἐτρεφε , της Κριθηιδος μετα την κυησιν εὐθεως τελευτησασης . χρονου δε οὐ πολλου διελθοντος και αὐτος ἐτελευτησε
9999944 γλωττης
τελευτην , ἱνα του προς ἀξιαν τυχωσι κοσμου τοιαυτης ἀπολαυουσαι γλωττης . νυν δε τις οὐ κατοπιν χωρησει των εἰργασμενων
τουτου καταφρονησαι , ψευσαμενος προς το χρειωδες , δια τε γλωττης προϊετο ὁσα μη ἐφερεν ἐπι γνωμης . θεραπευσας οὐν
9999943 ἡλικιωτης
ὑμων : ἐφη γαρ , Ὠ Παμφιλε , ὁ μεν ἡλικιωτης σοι Χαρμιδης του γειτονος Ἀρισταινετου υἱος γαμει ἠδη και
. , ; , ; , . . Ἰσιδωρος δαιμονιᾳ ἡλικιωτης νεῳ δε ὀντι θαυμαστον τι συμβεβηκεν . ἀδελφης γαρ
9999943 κατηγοριᾳ
ᾠδει τουτοις γε την καρδιαν , ἐδειξε δε ἐν τινι κατηγοριᾳ νεοιν : οἱν δεον , εἰπερ ἠδικουν , ἐπιθειναι
εἰς την ἀποδειχθεισαν ἀγοραν και παρελθων ἐπι το βημα πολλῃ κατηγοριᾳ ἐχρησατο του Μαρκιου , και εἰ μη βουλοιτο ἀποθεσθαι
9999943 κατειχετο
ἐς δεσποτας τους ἡμετερους . Οἰκος μεν πας Ἁρπαγου κλαυθμῳ κατειχετο : ἐγω δε ἐκπλαγεις ἠια ἐσω . Ὡς δε
ἐθνος αὐθιγενες : τα δε προ τουτων οὐθ ' ὡς κατειχετο προς ἑτερων οὐθ ' ὡς ἐρημος ἠν οὐδεις ἐχει
9999943 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999943 Εὐπολιδος
του ἁπλου φυλαττει την κλισιν , Νικοπολεως Ἀμφιπολεως : το Εὐπολιδος Ἀττικον . Ὁ ὀφις του ὀφιος και ὀφεως :
, ἐπαν δ ' ἀνοιξη τας θυρας , τρισαθλιος . Εὐπολιδος : Ὡς πολλα γ ' ἐν μακρω χρονω γινεται
9999943 δριμεις
πηγανον , κυμινον , δαφνιδες , ἀνηθον , ἀσφαλτος . δριμεις δ ' ἁλμη , θαλασσια , γαρος σιλουρου ,
ἀγωνας οὐ τους τυχοντα ὑπομενουσι και καθαιρεσεις . ἀλλως τε δριμεις και εὐσυνετους περι τας πραξεις ἀποτελουσι , ποικιλως τον
9999943 φονευει
πλατυς λεγεται ὑπερηφανος , ἀλλ ' ὁτι και πολλους ἀνδρας φονευει , και μαλιστα τους δυτας : ἐπαν γαρ ἑνα
και λῃστων ἀσελγεστερον : ἀν ὑβρισαι μη δυνηθῃ , και φονευει . ὁπλιζου τοινυν , ἠδη λαμβανε κατ ' ἐμου
9999943 ἐθυσαν
ἐκ του Πειραιως ἀνελθοντες συν τοις ὁπλοις εἰς την ἀκροπολιν ἐθυσαν τῃ Ἀθηνᾳ . ἐπει δε κατεβησαν † οἱ στρατηγοι
εἰχεν νεφρον . ἐλεγον . ἐκυπτον οἱ παροντες ἀποβολῃ . ἐθυσαν ἑτερον . του δε δευτερου παλιν την καρδιαν εἰδον
9999943 ἐμενε
, ταυτης ἐτει δευτερῳ της ὀλυμπιαδος . και ὀλιγον τε ἐμενε το διαφυγον των Σκοτουσσαιων και αὐθις ὑπο ἀσθενειας ἐξελιπον
τα ξυγκειμενα διανυστεον . και ὁ μεν τουτων δη ἑνεκα ἐμενε τε αὐτου και τα ἐς τον πολεμον ἐξηρτυετο .
9999943 ἐπικρατειᾳ
' ὁλα τα ὀντα τῃ της αἰτιας δυναμει και τῃ ἐπικρατειᾳ εὐλογως ἀν ἀποδοιη τις , ἡ δ ' ἐχει
ὀξει ἐν Σικανοις της Σικελιας : ἐν τῃ Καρχηδονιων δε ἐπικρατειᾳ κρηνη ἐστιν ᾑ το ἐφισταμενον ἐλαιῳ ἐστιν ὁμοιον ,
9999943 διανοεισθε
ὀνειδιζειν τινα ὑμιν ὁτι οὐκ ὀρθως ζητε , οὐ καλως διανοεισθε : οὐ γαρ ἐσθ ' αὑτη ἡ ἀπαλλαγη οὐτε
. τι δ ' , εἰ γενοιτο οὑ ἑνεκα πραττειν διανοεισθε , ἰστε ὁτι συνοισει τουτο ὑμιν ; οὐδε τουτο
9999943 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων
9999942 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999942 συγγενεια
τοις πολεμιοις σχεδον , ἐξ οὑπερ γεγονεν ὁ πολεμος , συγγενεια ἀρχει μια δια τελους , ἡν ποτε κατεστησαν οἱ
γενησεται και νυν πανταχου γινεται : του , ὁση ἡ συγγενεια ἀνθρωπου προς παν το ἀνθρωπειον γενος : οὐ γαρ
9999942 ἑποντο
νηες δε τοι ἀγχι θαλασσης ἑστας ' , αἱ τοι ἑποντο Μυκηνηθεν μαλα πολλαι : ἡ διπλη ὁτι ἀπο κοινου
. αὐτων ἠδ ' ἱππων , οἱ ἁμ ' Ἀτρειδῃσιν ἑποντο . ἱπποι μεν μεγ ' ἀριστοι ἐσαν Φηρητιαδαο :
9999942 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999942 ἀφιστατο
κατα πρυμναν ὡστε ναυμαχιας ἀγωνιαν παρειχεν , ἀλλ ' αὐτικα ἀφιστατο . Λεγουσι μεν οὐν και οἱ νυν πλεοντες εἰς
. ἐπειτα του βασιλεως συγκλεισθεντος εἰς πολιορκιαν πολλα των ἐθνων ἀφιστατο , ἑκαστου προς την ἐλευθεριαν αὐτομολουντος . ὁ δε
9999942 κωματωδης
προσπταιῃ , και ἠ ἀλλοφρονεῃ ὁ καμνων , και ἠν κωματωδης ἠ ἀγρυπνος ᾐ , και ἠν αἱμωποι οἱ ὀφθαλμοι
: γλωσσα ἐπιξηρος : οὐκ ἐδιψη : κατεκοιματο σμικρα , κωματωδης . Περι δε εἰκοστην και τεταρτην , ἐπεθερμανθη :
9999942 τραχυτερα
και οὐλοτερον : ἡ δε ταπεινοτερα και ἡττον εὐαυξης και τραχυτερα και σκληροτερα και ξανθοτερα . τα δε φυλλα τῳ
το μεγιστον των κακων ἀσεβειαν και αὐτα δε τα χαλεπα τραχυτερα ἑαυτοις ἐξεργασεσθε τῳ παρα την ἀξιαν πασχειν αὐτα δοκειν
9999942 φοβηθηναι
παν μεν ποιησειν , παν δε πεισεσθαι ὑπερ νικης , φοβηθηναι δε ἑν μονον , την ἐκ του μη φυλαξαι
λιαν ὀργιλως ἐλαλησεν , ὡστε με συγχυθηναι και λιαν αὐτον φοβηθηναι : ἡ μορφη γαρ αὐτου ἠλλοιωθη , ὡστε μη
9999942 δοιην
περιεστι γαρ και συκων : και καρυα δοιην και μηλα δοιην και μυρια ἀγαθα ἑτερα , φυτευω δε αὐτα οἱον
τοι , Μασιστα , πεπρηκται : οὐτε γαρ ἀν τοι δοιην [ ἐτι ] θυγατερα την ἐμην γημαι , οὐτε
9999942 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999941 κολοφωνιας
, εἰ δε μαλακτικωτερον σκευασαι βουλει , ἐμβαλλε κηρου , κολοφωνιας και ἐλαιου , ἀνα οὐγγιας η , του δε
ὑγιαινουσιν . Προς μερικας ἀποστασεις ἐπι νευροτρωτων . Κηρου , κολοφωνιας , βουτυρου ἀνα # α , πισσης ξηρας ,
9999941 πετραια
ἐπνιξα ἐν ἁλμῃ τουτον εὐανθεστερᾳ , κωβιδι ' ἀττα και πετραια δη τινα ἰχθυδια , τουτων ἀποκνισας τα κρανια ἐμολυν
βλιτοις διαχρω το λοιπον . κοιλιαν σκληραν ἐχεις , τα πετραια των ἰχθυδιων ἀπεσθιε . ἡ τρυξ ἀριστον ἐστιν εἰς
9999941 μυθολογουσι
θεου ταυτης , ἐν ᾡ τοπῳ την γενεσιν αὐτης ὑπαρξαι μυθολογουσι . λεγουσι δε και τους γαμους του τε Διος
χασμα καταγειον προς την ἀρκτον νενευκος , δι ' οὑ μυθολογουσι τον Πλουτωνα μεθ ' ἁρματος ἐπελθοντα ποιησασθαι την ἁρπαγην
9999941 κατεταξεν
ξανθην χολην ἐν τοις σιμοις του ἡπατος ἐν ἀγγειῳ τινι κατεταξεν , ὁ κεκληται χοληδοχος κυστις . και τα μεν
των συζυγιων , ἁς ὁ τεχνικος ἐν τῃ αὐτου βιβλῳ κατεταξεν , κατα μερος ἐπισκοπησωμεν ἀπο του τυπτω και λειβω
9999941 κολακευει
γαρ και ἁλιπορφυρος και πυραυγης ἐξαλλαττουσα του κυανη εἰναι . κολακευει δε αὐτον ὁ Χειρων οἱον λεοντα πτωκας ἁρπαζειν και
κυνας προσελθειν και οὑτω θηρᾳ αὐτους . ὁτι τους κυνας κολακευει και πιεζουσα τῳ στοματι πνιγει . ὁτι ἐν σεληνῃ
9999941 ἐπιζευγνυουσα
μη ἐπι τα αὐτα μερη των κεντρων , ἐσται ἡ ἐπιζευγνυουσα τα Ζ Κ διαμετρος της σφαιρας και ὀρθη ἡ
, και πλευρα αὐτου ἐσται ἡ τα Ζ , Θ ἐπιζευγνυουσα εὐθεια ἐπι της ἐπιφανειας οὐσα του κυλινδρου . ἐστι
9999941 ἐδυνηθησαν
ἐμον θειον οὑτοι ἀπεκτειναν και μισθον ἐλαβον , οἱ οὐκ ἐδυνηθησαν ἐμης νοσου λογον εἰπειν , οὐδε ἐξ ἐπομβριας πως
: ἠτοι ἀριθμῳ , ἠ ἀντι του πολλακις . ὁσοι ἐδυνηθησαν ἐν γῃ και ἐν Ἁιδῃ . . . .
9999941 ἐξανδραποδισασθαι
και ταυτα προς τοις βωμοις , παιδας δε και γυναικας ἐξανδραποδισασθαι περα , εἰ βουλει , Γαδειρων , τα δε
ἀλλο στρατοπεδον , οὐκ ἐδικαιου ἐντυχων ἀπεστεωσι Ποτειδαιητῃσι μη οὐκ ἐξανδραποδισασθαι σφεας . Οἱ γαρ Ποτειδαιηται , ὡς βασιλευς παρεξεληλακεε
9999941 νεανισκους
ἐστι πλανωσα τον νουν και την διανοιαν , και καταγει νεανισκους εἰς ᾁδην , οὐκ ἐν καιρῳ αὐτων . Και
γυναικας : ὁταν δε τουτων ἀπολαυσωσιν , αὐθις αὐτοις εἰσαγουσιν νεανισκους ἀκμαζοντας , οἱ πλησιαζουσιν αὐτοις ἐκεινοις . ἀφροδισιαζουσιν δε
9999941 παρελθουσα
. κωλυοντων δε αὐτην των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και
τῃ νησῳ των Λαιστρυγονων ἡ Κιρκη ἠν , πασας γυναικας παρελθουσα μαγειαις . προσεσχεν οὐν Ὀδυσσευς ἐν τῃ νησῳ μετα
9999941 φιλανθρωποι
των αὑτοις οἰκειων ὁσηνπερ των ἀλλοτριων ποιεισθαι , ἱνα μη φιλανθρωποι μονον , ἀλλα και νουν ἐχοντες φαινησθε . Ἰσως
προς αὐτους ὁτι εἰσιν Ἑλληνες τινες ἀνθρωποι οὑτως ἡμεροι και φιλανθρωποι τους τροπους ὡστε πολλ ' ὑφ ' ὑμων ἠδικημενοι
9999941 κεινῃ
ἀλγινοεντα , ξεινος ἐν ἀλλοδαποισιν ἀτιμιης ζυγον ἑλκων . Ἐν κεινῃ γενεῃ και καρκινοι εἰσιν ἀληται καριδων τε νομαι και
δ ' ἱμερος ἀκρατος , ἐστ ' οἰμωγμος . ἐν κεινῃ το παν σπουδαιον , ἡσυχαιον , ἐς βιαν ἀγον
9999941 παρεσκευαστο
κυριον ʃ εὐθεια των ἐκεινων τι χωριων : αἰνιττεται Ἐπιδαμνον παρεσκευαστο : τα της μαχης πεμπτος αὐτος : ἀντι του
του βωμου ἐκαθητο Μουνιχιασι , σωθηναι : και γαρ πλοια παρεσκευαστο και οἱ ἐγγυηται ἑτοιμοι ἠσαν συναπιεναι . καιτοι εἰ
9999941 παρελαμβανετο
. Ἐπι πασι δε τοις κατειλεγμενοις ὁ τουτων συνδετικος συνδεσμος παρελαμβανετο , οὐδεν δυναμενος ἰδιᾳ παραστησαι χωρις της των λεξεων
' ἀν τουτο πιθανον , εἰ παντοτε ἀντι του και παρελαμβανετο ὁ κατα . και φαινεται ὁτι , δι '
9999941 ἀπελυσαν
την κρισιν ἐθανατωσαν τηι ψηφωι , οὑς δ ' ὑπακουσαντας ἀπελυσαν . ταυτα μεν οὐν της ὀγδοης . . .
προς ? ? ? ? τους μεταξυ αὐτων , αἰδεσθεντες ἀπελυσαν με . τουτου δε ? [ ] του πειρασμου
9999941 ἡμερῃσι
φλεγμα κατειχεν : ὑποχωρησις πουλλη , χολωδης . Ἐν τρισιν ἡμερῃσι σχεδον ἐληξεν ἡ ὀδυνη , ἡ θερμη δε περι
δε και το πονεεσθαι μαλιστα τους νοσεοντας ἐν τῃσι περισσῃσιν ἡμερῃσι δια τοδε και κατα λογον γινεσθαι . Τεταρακται μεν
9999941 Μεγαλοπολιτης
σιτεισθαι . Την κατα την Λυσιτανιαν διηγουμενος εὐδαιμονιαν Πολυβιος ὁ Μεγαλοπολιτης , ἀνδρων ἀριστε Τιμοκρατες , ἐν τῃ τεταρτῃ και
μαλλον ἐποιουντο ἠ πειθοι τους λογους . Λυκορτας δε ὁ Μεγαλοπολιτης , οὐτε ἀξιωματι οὐδενος Ἀρκαδων ὑστερος και τι και
9999941 συνδρομης
ἡρωικως δε μαχομενος και πολλοις τραυμασι περιπεσων ἐτελευτησε , τοτε συνδρομης γενομενης περι του πτωματος νεκρων πληθος ἐσωρευθη . ἀναρχιας
συμπτωματων εἰδως , πολλακις ἀνομοιου δοκουσης εἰναι τοις πολλοις της συνδρομης , τοις αὐτοις χρησεται , οἱον ὀπισθοτονικοι τινες λεγονται
9999941 ἐπιφανειᾳ
δε τῳ ἐπιπεδῳ εὐθειαν . ποιειτω οὐν ἐν μεν τῃ ἐπιφανειᾳ της σφαιρας τον ΑΓΔ κυκλον , ἐν δε τῳ
πληθει μεν των ἀλλων μερων λειπομενον , τῃ δ ' ἐπιφανειᾳ παντων πρω - τευον . ἀλειτουργητοι γαρ ὀντες οἱ
9999941 τελευτησασι
, ἱν ' ὡς ἀλλο τι δικαιον τελευταιον ἀποδωμεν τοις τελευτησασι : λαμβανεις δε παραδειγματα τους πολεμιους τους κακουργους πληρουντας
γονεας και παιδευτας , και ὁπως τουτοις και ζωσι και τελευτησασι τον ἁπαντα του βιου κεχρηνται χρονον , οὐ μονον
9999940 ἀπεπλευσαν
των Λιπαραιων την γην : ἐκεινων των νησιωτων δηλονοτι . ἀπεπλευσαν : ἀποπλευσαντες ἐπανηλθον . του δ ' ἐπιγιγνομενου θερους
ἐφθασαν καταφυγειν ἐς τας οἰκειας τριηρεις . οὑτω μεν δη ἀπεπλευσαν ἀπρακτοι ἐκ Μιλητου οἱ Περσαι . Ἀλεξανδρος δε καταλυσαι
9999940 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999940 σφοδροτης
νου ἠ τις ἐπιτευξις ἠν ἡ ἀληθης μαντεια , ἠ σφοδροτης και ἐπιτασις ἐνεργειας ἠ παθους ἠ ὀξυτης και φορα
' ἀνοια μανιας , ὁ δε λογος φρονουντος , ἡ σφοδροτης δε θηρος , ὁ δε πονος ἀδαμαντος , ἡ
9999940 αἰσχυνθηναι
ἡν ἐποιησε δηπου μακραν το μη γραψαι μεν εὐθυς , αἰσχυνθηναι δε ὑστερον τῳ μη πριν ἐπεσταλκεναι . πασχομεν δε
δε των νυν ἀμφισβητηματα και τα αἰτια της ἀπεχθειας κἀν αἰσχυνθηναι μοι δοκει τις ἀν ἰδων . ἐστι γαρ ὁμοδουλων
9999940 πελαζει
Δολωνα : και γαρ , εἰπερ ἐστι σως , ἠδη πελαζει στρατοπεδοισι Τρωϊκοις . τινος ἁ φυλακα ; τις ἀμειβει
της ὀψεως ἀποτομην πλατυτεραν οὐσαν , ἐπει μαλλον τῃ βασει πελαζει , βραδιον διεξεισι , ταχιον δε την του τοξοτου
9999940 φιλοπονως
ἀσσιου ἀνθους γο δʹ . τριβε τα ξηρα ἑκαστον ἰδιᾳ φιλοπονως και την τρυγα ἐπιβαλων και λεανας ἐπιβαλε τοις λεανθεισιν
πιτυρον προσεμβαλλουσιν : ἁρμοστον δ ' ἐπιθημα ποιησαντες και πηλῳ φιλοπονως περιχρισαντες ὀπτωσιν ἐν καμινῳ πεντε ἡμερας και νυκτας ἰσας
9999940 ἀπεφυγεν
ἐπι δε του ἀπολογουμενου ἀπελογησατο , ἀπελυθη ὡς Ἀντιφων , ἀπεφυγεν , ἀπελυσατο τας αἰτιας : κἀκεινος μεν ἀπεφηνεν ὑπαιτιον
ἀλλ ' ὡς ἠδη ποτε και προτερον ἑτερος τοιαυτα γραψας ἀπεφυγεν . Ἐφ ' ᾡ και νυνι μεγα φρονειν ἀκουω
9999940 κολπου
προρρηθεντος Ἀραβιου πορθμου . Μετα δε τα στενα του Ἀραβιου κολπου ἐκδεχεται ἡ Ἐρυθρα θαλασσα , ἡν περιπλεοντι και την
ἀρα μειζον , ὁ λαθρα ἰατο , το δε του κολπου τινα ἀν τροπον κατασταιη διεσκοπουντο : και ἐδοκει αὐτοις
9999940 ὡροσκοπουντες
δευτεραν διχοτομον καλην την χειρουργιαν ποιει . Ζευς και Ἀφροδιτη ὡροσκοπουντες ἀγαθην την χειρουργιαν ποιουσιν . τα δε εἰρημενα παντα
ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδιδοασιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη ὡροσκοπουντες πολλα ἀναλωσειν εἰς ἀφροδισια μηνυουσι και δια τουτο την
9999940 ἐπετελεσε
ἀττα των τοιουτων ἐπιτηδευματων ἐχομενα , ὁσα τε Πυθαγορας αὐτος ἐπετελεσε γενναιως , ἀποδημων πανταχου μονος και προς πονους και
ἑορτην γυναιξιν ἁμα και τεκνοις , ἐπειδη τας τε θυσιας ἐπετελεσε τῳ Ποσειδωνι και τους ἀγωνας , τῃ τελευταιᾳ των
9999940 μητρασι
μελπους ' ὑμεναιους νερτεριαι , χειρεσσιν ἀναψαμεναι πυρι πευκας : μητρασι γαρ σφετεραις φιλοτησιον ἐς λεχος ἠλθον . εἰ δε
ἀσθενειαν σωματος και νοσον και λυπας ἐπι τε γυναιξι και μητρασι και τοις κατ ' αὐτας πραγμασιν : και εἰ
9999940 Ἑλληνιδας
οὐδε δογματος ἀνθρωπινου προεστασιν ὡσπερ ἐνιοι . Κατοικουντες δε πολεις Ἑλληνιδας τε και βαρβαρους ὡς ἑκαστος ἐκληρωθη , και τοις
: κυριως το πολιτιδας γυναικας ἐταξεν , οἱονει : τας Ἑλληνιδας γυναικας ἀπαρνησαμενοι συμβιουν βαρ - βαροις ἠλθομεν ; και
9999940 μετεχειριζετο
κατηνθιστο και πεπλος ἀφετος κατα νωτου εἰς σφυρον κατῃει , μετεχειριζετο δε την λυραν , ἡ δε ἰσαριθμους ταις Μουσαις
ὡς φησιν Ἀλεξανδρος ἐν Διαδοχαις . οὑτος και τα Παρμενιδεια μετεχειριζετο , και οἱ ἀπ ' αὐτου Μεγαρικοι προσηγορευοντο ,
9999940 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .
9999940 Θεσσαλικων
Παραποταμιος . Παραυαιοι , ἐθνος Θεσπρωτικον . Ῥιανος ἐν τεταρτῳ Θεσσαλικων „ συν δε Παραυαιους και ἀμυμονας Ὀμφαλιηας ” .
. . Παραυαιοι : ἐθνος Θεσπρωτικον : Ῥιανος ἐν δ Θεσσαλικων συν δε Παραυαιους και ἀμυμονας Ὀμφαλιηας . καλουνται δε
9999940 ἐπικρατῃ
; Ὁποτ ' ἀν ὑπερβαλλῃ τα του ἐφημερου γνωρισματα και ἐπικρατῃ τα του φλεγματος , ἐχει μεν τα του μεγαλου
οὐν μη αἰει συμφερομεναι στασιαζωσι και πολεμος ἀντ ' εἰρηνης ἐπικρατῃ την ἀκοσμιαν ἐν κοσμῳ τιθεις , οὐ μονον ἐχωρισε
9999940 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999940 ἐουσης
, και καλεονται οἱ τοιουτοι ἠλιθιοι : ἁτε γαρ βραδειης ἐουσης της περιοδου , κατα βραχυ τι προσπιπτουσιν αἱ αἰσθησιες
και νεου ἐοντος και γεροντος , και της ὡρης ψυχρης ἐουσης και θερμης , και τεκμηρια παρεξω , και ἀναγκας
9999940 προσηγορευσε
δε τῳ Ἀχαιῳ και Ἐρατοσθενης ἐν Ἀντερινυι τους συας λαρινους προσηγορευσε μεταγαγων και αὐτος ἀπο των λαρινων βοων : οἱ
την Διογενους βακτηριαν συν και τω ποδε ἀριθμων οὑτος τριποδα προσηγορευσε , παντων τραπεζας καλουντων τας παραθεσεις ταυτας . ὁτι
9999940 ἐπραγματευσατο
κατηγορημενα . τουτο και Δημοσθενης ἐν τῳ περι του στεφανου ἐπραγματευσατο . ἐγκωμιον αὑτου ἠθελησεν γραψαι , και την ἀπολογιαν
κατα την οἰκιαν , εὑρον λογον γεγραμμενον πολυτελως , ὁν ἐπραγματευσατο προς τα πληθη , πεισων ἐξ ἁπαντων των πολιτων
9999940 Ἀντικυραν
βαθυρροου Ὠκεανοιο . ἀλλα μακαρ Ἀηρ δια των νεφεων διαπεμψον Ἀντικυραν , ἱνα τονδε κοριν κηφηνα ποιησω . γρυμεα θυροκοπειν
Οἰα , ὡς Ἀριστοφανης εἰρηκεν ἐν τῳ περι Ἑταιρων , Ἀντικυραν αὐτην φασκων κληθηναι ἠτοι ὁτι συνεπινε παρακινουσι και μεμηνοσιν
9999940 κατελειπετο
παραγ - γελλειν τι , οὐδ ' ὡς οὐδεν ἀναρχον κατελειπετο , ἀλλα δωδεκαδαρχοις και ἑξαδαρχοις παντα τα καταλειπομενα διεκοσμειτο
δεκα : ἀφ ' ἑκαστης δε της πεμπαδος εἱς ἡμεροφυλαξ κατελειπετο : και ἑνα μεν ἐτι καθευδοντα ἀπεκτειναν , ἀλλον
9999940 ἐρχομενῳ
πριν ἠ διαβηναι τον Ἀλφειον , ἐστιν ὀρος ἐκ Σκιλλουντος ἐρχομενῳ πετραις ὑψηλαις ἀποτομον : ὀνομαζεται δε Τυπαιον το ὀρος
πεποιημενα : ἐν δε Ἀρτεμιδος της Ἐφεσιας προς το οἰκημα ἐρχομενῳ το ἐχον τας γραφας λιθου θριγκος ἐστιν ὑπερ του
9999940 Μουσης
. Ἀλλ ' εἰτε νεα των μετρων ἡ θεωρια εἰτε Μουσης εὑρημα παλαιας ἑκατερον ἑξει καλως . ἀρχαια μεν γαρ
ἀνευθε χορδης . Ἀγε , ζωγραφων ἀριστε , λυρικης ἀκουε Μουσης * * * * * * * * *
9999940 Σικελιωτων
τῃ ναυμαχιᾳ των μεν Καρχηδονιων οὐκ ὀλιγοι , των δε Σικελιωτων ναυς μεν πλειω των ἑκατον , ἀνδρες δ '
ἐν τοιαυταις ἀναγκαις τοτε στασιωτικων καιρων κατειλημμενοι ξυνεστρατευον , και Σικελιωτων Ναξιοι και Καταναιοι , βαρβαρων δε Ἐγεσταιοι τε ,
9999940 Περιπατητικοι
στασιν των Στωικων περι του τοπου λεγεται : οἱ δε Περιπατητικοι φασιν εἰναι τοπον το περας του περιεχοντος , καθο
του Ἀριστοτελους Περιπατητικοι ἐκ Λυκειου , οἱ δε του Ξενοκρατους Περιπατητικοι ἐξ Ἀκαδημιας . ὑστερον δε οἱ μεν του Ἀριστοτελους
9999940 ὀργανικου
τε φυτικην και την αἰσθητικην , ἐντελεχειας εἰναι σωματος φυσικου ὀργανικου ἀναγκαιον , οὐ πολλου ἀν δεοιμεθα λογου : ἀλλ
κατα την διαιρεσιν γινεται της φιλοσοφιας προστιθεμενου του λογικου ἠτοι ὀργανικου : της γαρ φιλοσοφιας εἰς δυο διαιρουμενης τα αὐτοπροσωπα
9999940 τικτουσα
. θ παντροφος ] ἠτοι δι ' ὁλου του ἐτους τικτουσα . Ξ πελειας ] περιστερας . πελειας ] περιστερα
, ἀλλα προεισφερειν . Ἐρις ἐριν ἀντιφυτευει . Ἐρις ἐριν τικτουσα προσμναται λογον : ἐπι των ἐκ φιλιας ἀδολεσχουντων .
9999940 παραλαμβανεϲθω
κηρον μελι : ἀναλυεται δε ῥοδινῳ και ποιει παραδοξωϲ . παραλαμβανεϲθω δε και πυρια δια ϲπογγων . φλεγμονηϲ δε ποτε
ἡπατοϲ του δακοντοϲ κυνοϲ ἐδοϲαν φαγειν . διαιτα δε τοιαυτη παραλαμβανεϲθω , ἡτιϲ ὁμου μεν ἀμβλυνει και ϲβεννυει την του
9999940 ηὐξηθησαν
τους ἐμπορους ταχυ τοις τε βιοις ἀνεδραμον και ταις δοξαις ηὐξηθησαν . μετα δε ταυτην την νησον ἐστιν ἑτερα την
[ ] ἀρξαμενος ἀφ ' οἱων πραγματων μετα τα Περσικα ηὐξηθησαν οἱ Ἀθηναιοι , ἀλλα παλιν ἐπι τας κοινας αἰτιας
9999939 ἀφαιρετεον
οὐν τας ἀρχας των ἀρρωστιων και τας των φλεγμονων γενεσεις ἀφαιρετεον ἀν εἰη πασαν προσφοραν ῥοφηματων τε και σιτιων :
την διαιρεσιν δακτυλων δυο : μετα δε την ἐνθεσιν μηδεν ἀφαιρετεον του ἐνθεματος , ἀλλ ' ἐατεον ὁσον ἀν ἐχῃ
9999939 Λεωνιδου
ὁ Τραχινιος κυκλωσασθαι σφισι τους Ἑλληνας παρεσχε και οὑτω κατεργασθεντος Λεωνιδου παρηλθον ἐς την Ἑλλαδα οἱ βαρβαροι . Παυσανιας δε
ἐκ Πελληνης ὑπο Ἀρατου και Σικυωνιων : Κλεομενης δε ὁ Λεωνιδου του Κλεωνυμου , βασιλευς οἰκιας της ἑτερας , ἀντικαθημενους
9999939 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999939 λεγουσῃ
ἀνθρωπος οὐ βαδιζει την αὐτην δυναμιν ἐχει τῃ προτασει τῃ λεγουσῃ οὐδεις ἀνθρωπος βαδιζει : το δε πας και οὐδεις
των τοιουτων θετεον ὡς ἐναντιαν τῃ το ἀγαθον ἀγαθον εἰναι λεγουσῃ : ἐναντια γαρ ἐστι τῃ τοιαυτῃ ἡ ἀποφασις αὐτης
9999939 συνηθες
ὀθονιων : ἐφεξης δε δι ' ἐλαιου τριβεσθω , καθοτι συνηθες ἠν αὐτῳ , κἀπειτα γυμναζεσθω πληθει μεν ἰσα γυμνασια
νυν κατα τον ἀρχαιον της διαλεκτου τροπον Οὐελια ὀνομαζεται . συνηθες γαρ ἠν τοις ἀρχαιοις Ἑλλησιν ὡς τα πολλα προτιθεναι
9999939 σπουδας
φρονουντων τα των πολλων ἀνθρωπων ἰδων ἐργα και τας ὑπερβαλλουσας σπουδας , αἱς ἠ προς ἀργυρισμον ἠ δοξαν ἠ την
ὡρισμενης ὡρας ἡκουσης . ἰδοις δ ' ἀν και τας σπουδας τας περι τινα μεχρι των ὑπνων ἐπακολουθουσας : ὁ
9999939 ἐχειροτονησεν
ψηφισμα Φιλοκρατης ὁ Ἁγνουσιος , και ὁ δημος ἁπας ὁμογνωμονων ἐχειροτονησεν , ἐξειναι Φιλιππῳ δευρο κηρυκα και πρεσβεις πεμπειν ὑπερ
εἰς Σικελιαν ἐδει τους πρεσβεις ἀγειν , οὑς ὁ δημος ἐχειροτονησεν . ἡ οὐν ἀναγωγη δια ταχεων ἐγιγνετο μοι .

Back