τελευτην , ἱνα του προς ἀξιαν τυχωσι κοσμου τοιαυτης ἀπολαυουσαι γλωττης . νυν δε τις οὐ κατοπιν χωρησει των εἰργασμενων
τουτου καταφρονησαι , ψευσαμενος προς το χρειωδες , δια τε γλωττης προϊετο ὁσα μη ἐφερεν ἐπι γνωμης . θεραπευσας οὐν
9999971 συγγενεια
τοις πολεμιοις σχεδον , ἐξ οὑπερ γεγονεν ὁ πολεμος , συγγενεια ἀρχει μια δια τελους , ἡν ποτε κατεστησαν οἱ
γενησεται και νυν πανταχου γινεται : του , ὁση ἡ συγγενεια ἀνθρωπου προς παν το ἀνθρωπειον γενος : οὐ γαρ
9999970 ἀκαταληκτοι
εἰσιοντων αὐθις των ὑποκριτων . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ξγʹ . ὡν τελευταιος καταιθαλωσεις των νεωτερων τινα .
ἐχομενη της ἀνω ἐκθεσεως . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι μαʹ , ὡν . . . ἀκαταληκτον . ἑξης
9999970 κατεφιλησεν
Ταυτα εἰπων ἐντιθησι τοις κολποις : ἡ δε ἐγγυς γενομενον κατεφιλησεν , ὡστε ὁ Δαφνις οὐ μετεγνω τολμησας ἀνελθειν εἰς
ἑκυρα ἡ μητηρ του ἀνδρος . ἐκυρσεν ἐπετυχεν . ἐκυσεν κατεφιλησεν τῳ στοματι : ἀφ ' οὑ και ἡμεις το
9999970 ἐπικρατειᾳ
' ὁλα τα ὀντα τῃ της αἰτιας δυναμει και τῃ ἐπικρατειᾳ εὐλογως ἀν ἀποδοιη τις , ἡ δ ' ἐχει
ὀξει ἐν Σικανοις της Σικελιας : ἐν τῃ Καρχηδονιων δε ἐπικρατειᾳ κρηνη ἐστιν ᾑ το ἐφισταμενον ἐλαιῳ ἐστιν ὁμοιον ,
9999970 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999968 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999968 παραλαμβανεϲθω
κηρον μελι : ἀναλυεται δε ῥοδινῳ και ποιει παραδοξωϲ . παραλαμβανεϲθω δε και πυρια δια ϲπογγων . φλεγμονηϲ δε ποτε
ἡπατοϲ του δακοντοϲ κυνοϲ ἐδοϲαν φαγειν . διαιτα δε τοιαυτη παραλαμβανεϲθω , ἡτιϲ ὁμου μεν ἀμβλυνει και ϲβεννυει την του
9999968 Φιλιππους
και καλουσιν ἑκατονταφυλλα : πλειστα δε τα τοιαυτα ἐστι περι Φιλιππους : οὑτοι γαρ λαμβανοντες ἐκ του Παγγαιου φυτευουσιν :
της ὀρειου χιλιους και πεντακοσιους σταδιους , μεχρι πολιν ὑπερβαντες Φιλιππους τα στενα Κορπιλων και Σαπαιων , της Ῥασκουπολιδος ὀντα
9999968 τυγχανων
κατα ἀλκην σωματος και θυμου τραχυτητα φλογοειδης ἠν , δευτεραγωνιστης τυγχανων Βαυδωνος . ἀλλως τε ἠν και προς σωφροσυνην πεπηγως
ἀρχας των Ἰχθυων , ὁπου κατα το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανων ὁ της Ἀφροδιτης ἀστηρ βορειοτερος ἐστιν του δια μεσων
9999967 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999967 χαλεπωτατων
και ἐπιστημην ἐλθειν του εἰναι τι ἀπο τοιουτου τροπου των χαλεπωτατων ἐστιν . εἰρηται γαρ και προτερον ὁτι το ἀπο
χερσι καλλιστον διδασκαλιον γινεται : περι δε των ἀφανεστατων και χαλεπωτατων νουσηματων δοξῃ μαλλον ἠ τεχνῃ κρινεται : διαφερει δε
9999967 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999967 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999967 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999967 ἀμελεια
„ Πλεθρον . ἑκτον μερος σταδιου . Πλημμελεια . πολλη ἀμελεια . Πλημμελειν , το ἀτακτειν και ὑβριζειν και ῥᾳθυμειν
ἐρων , ἡ του τοιουτου ἀπληστια και ἡ των ἀλλων ἀμελεια και ταυτην την πολιτειαν μεθιστησιν τε και παρασκευαζει τυραννιδος
9999967 παρελαμβανετο
. Ἐπι πασι δε τοις κατειλεγμενοις ὁ τουτων συνδετικος συνδεσμος παρελαμβανετο , οὐδεν δυναμενος ἰδιᾳ παραστησαι χωρις της των λεξεων
' ἀν τουτο πιθανον , εἰ παντοτε ἀντι του και παρελαμβανετο ὁ κατα . και φαινεται ὁτι , δι '
9999967 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999967 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999967 Παφλαγονιαν
, τρωθεις ἀνεχωρησεν και ἀπεθανε καθ ' ὁδον περι την Παφλαγονιαν . την δε περι Σθενελου ἱστοριαν ἐλαβε παρα Προμαθιδα
εἰς Εὐαρχον ποταμον σταδιοι πʹ : οὑτος ὁ ποταμος ὁριζει Παφλαγονιαν και την ἐχομενην Καππαδοκιαν . Οἱ παλαιοι γαρ την
9999967 Πυθαγορικος
μη μοι βαιων : κακος ἰχθυς . ΒΟΥΓΛΩΣΣΟΣ . ὁ Πυθαγορικος δε δι ' ἐγκρατειαν Ἀρχεστρατος φησιν : εἰτα λαβειν
νυκτι μιῃ . Γεγονασι δε Λυκωνες και ἀλλοι : πρωτος Πυθαγορικος , δευτερος αὐτος οὑτος , τριτος ἐπων ποιητης ,
9999967 αἰσθητικου
δε ἐνυπνιον φαντασμα τι φαινεται εἰναι , φανερον ὁτι του αἰσθητικου μεν ἐστι το ἐνυπνιαζειν , τουτου δ ' ᾑ
ἠ τουδε , ἀλλα της ὁλης : εἰτα την του αἰσθητικου φυσιν οὐκετι τῳ σωματι συμπεφυρμενην , ἐποχουμενην δε :
9999966 πεπονες
, κιναρα , και μαλλον ὁταν σκληροτερα γενηται , σικυοι πεπονες , μηλοπεπονες δ ' ἡττον . κολοκυνθη τουτων μεν
χυμον ψυχροι και ὑγροι ἱκανως τυγχανοντες και δυσπεπτοι . οἱ πεπονες δε ὡς πεπανσιν λαβοντες πολλῳ γ ' ἀμεινους :
9999966 ἀπανευθεν
ἀμφι δε φορμιγγων ἰαχη πελεν ἱμεροεσσα . Ἀργειοι δ ' ἀπανευθεν ἐθαμβεον εἰσοροωντες αὐλων φορμιγγων τ ' ἰαχην αὐτων τε
μεν ἀρ πολεμοιο τεραατα παντα τετυκτο : εἰρηνης δ ' ἀπανευθεν ἐσαν περικαλλεα ἐργα . Ἀμφι δε μυρια φυλα πολυτλητων
9999966 συμπεφυκεν
ἑρμασμα και ἑρμασις το αὐτο δηλοι . ἠγκιστρευται : ἀγκιστροειδως συμπεφυκεν . ἠγκυροβολησε : κατηντησεν . ἡ μεταφορα ἀπο των
μεν ἐστιν φωτος ἀλλα πεπληρωμενος , το δ ' ὀνομαν συμπεφυκεν ἐκ του σχηματος τουτου . Μεθ ' ὡν κεραστης
9999966 ἀπαρασκευοι
τους φιλους μεγιστ ' ἀν ὠφελησειεν . ἑως οὐν ἐτι ἀπαρασκευοι θαρσουσι και του ὑπαπιεναι πλεον ἠ του μενοντος ,
ἡμιν ἐπιτιθεσθαι : πορρω γαρ οἰκουσιν ἀφ ' ἡμων , ἀπαρασκευοι τ ' εἰσι προς την χωραν . ᾡ γαρ
9999966 θαυμασθηναι
ἐκαθημεθα δε ἐν τῃ στοᾳ . και ἀποβλεφθηναι ἐπι του θαυμασθηναι Αἰσχινης εἰπεν ὁ Σωκρατικος . γλωττας δε τας των
. ῥηθεντων δε τουτων των ἐπων , οὑτω σφοδρως φασι θαυμασθηναι τους στιχους ὑπο των Ἑλληνων ὡστε χρυσους αὐτους προσαγορευθηναι
9999966 ἀπαραλλακτως
πεποιημενα και προσηγμενα , της ἐμπειριας και τεχνης τας ὑπεροχας ἀπαραλλακτως ἐχοντα προς την ἀληθειαν , ὡστε και ῥιπιζοντος του
ἡμερινων ποιουμεν γενεσεων , ἐπι δε των νυκτερινων τἀλλα μεν ἀπαραλλακτως , τους μεντοι ἀναφορικους χρονους του ἀφετου και τους
9999966 ῥηθεισαν
, και δη και την ζητουμενην νυν πολιτικην και την ῥηθεισαν ὑφαντικην ἀφανιουμεν ; ἁπασαι γαρ αἱ τοιαυται που το
ἐπιστημη κατα διανοιαν . εἰ μεν οὐν κατα την πρωτην ῥηθεισαν γραφην ληψομεθα το ῥητον , ἐλλιπεστερον ἐσται , ὡς
9999966 σπερμασι
ἐστιν ἐκεινα : και ὁ λογος δε ὁ ἐν τοις σπερμασι τοις ταυτα ποιουσιν οὐ ταυτα : ἀορατα γαρ τῃ
' αὐτου αἰσθητου γνωσθεις . Αἱ μεν οὐν ἐν τοις σπερμασι δυναμεις ἑκαστη αὐτων λογος εἱς ὁλος μετα των ἐν
9999966 σωματικα
ἀλλα των προκαταρκτικων τα μεν ἐστι ψυχικα , τα δε σωματικα . οὐκουν προτερον παραδωμεν την των ψυχικων διαγνωσιν .
. Αἱ τε ἐπικλησεις οὐκ ἐπιπνοιας της διανοιας ἀνεγειρουσιν ἠ σωματικα παθη ἐν τῳ δεχομενῳ : ἀγνωστοι γαρ εἰσι παντελως
9999966 κατελειπετο
παραγ - γελλειν τι , οὐδ ' ὡς οὐδεν ἀναρχον κατελειπετο , ἀλλα δωδεκαδαρχοις και ἑξαδαρχοις παντα τα καταλειπομενα διεκοσμειτο
δεκα : ἀφ ' ἑκαστης δε της πεμπαδος εἱς ἡμεροφυλαξ κατελειπετο : και ἑνα μεν ἐτι καθευδοντα ἀπεκτειναν , ἀλλον
9999965 φιλοπονως
ἀσσιου ἀνθους γο δʹ . τριβε τα ξηρα ἑκαστον ἰδιᾳ φιλοπονως και την τρυγα ἐπιβαλων και λεανας ἐπιβαλε τοις λεανθεισιν
πιτυρον προσεμβαλλουσιν : ἁρμοστον δ ' ἐπιθημα ποιησαντες και πηλῳ φιλοπονως περιχρισαντες ὀπτωσιν ἐν καμινῳ πεντε ἡμερας και νυκτας ἰσας
9999965 κοινωνια
: ἑξις καθ ' ἡν το ἐχον ἀγαθον λεγεται : κοινωνια νομων δικαια : διαθεσις , καθ ' ἡν το
μαλλον κοινωνουντα και φιλουντα , ἠ προς ὁν ἡττων ἡ κοινωνια και ἡ φιλια γινεται . πασαι δε κοινωνιαι ,
9999965 σπουδας
φρονουντων τα των πολλων ἀνθρωπων ἰδων ἐργα και τας ὑπερβαλλουσας σπουδας , αἱς ἠ προς ἀργυρισμον ἠ δοξαν ἠ την
ὡρισμενης ὡρας ἡκουσης . ἰδοις δ ' ἀν και τας σπουδας τας περι τινα μεχρι των ὑπνων ἐπακολουθουσας : ὁ
9999965 σκοτεινα
ἑψητοι τα λητα ἰχθυδια : ἑψια ἡ παιδια : ἐψιοωντα σκοτεινα . Πασα λεξις δια της βε συλλαβης ἀρχομενη ,
* ἰσοθεος . σαφη . ἐμου δηλονοτι . πεμποντος . σκοτεινα . τα ποικιλα τῳ θρηνῳ . κακοφημα . δυσφημα
9999965 ἐκολασθησαν
εἰ μεν γαρ τινες ἠ ἐν διαφερουσι καιροις ἠ ἑτεραις ἐκολασθησαν τιμωριαις , εἰκος ἠν το ἀστατον της τυχης προφασιζεσθαι
ἐλεγον : Αἱ Ἰβυκου γερανοι . εἰτα ἐκ τουτου ἁλοντες ἐκολασθησαν . Αἰθερα νηνεμον ἐρεσσεις : ἐπι των ματην πονουντων
9999965 ἀπωλοντο
παιδος αὑτην ὠσεν εἰς κεφαλην : και ἀμφω κατα ταὐτον ἀπωλοντο , ὁ μεν τῳ βαρει της μητρος ἐκπιεσθεις ,
δε οἱ πυρφοροι ὡς ἱεροι του θεου και εἰ παντες ἀπωλοντο : ὁθεν παροιμια ἐπι των ἀρδην ἀπολομενων : οὐδε
9999965 τετραπλασιοι
, παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι , και τουτο μεχρις ἀει
οἱ ἐπι πλατος εἰεν τριπλασιοι , παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι
9999965 γλωσσαι
, ἁμαξαι ἁμαξων , τραπεζαι τραπεζων , ἀελλαι ἀελλων , γλωσσαι γλωσσων , χωρις του ἀφυαι ἀφυων : παρεσχηματισμενον δε
πυρετου περικαεος , και οὐ κατα λογον διψωδεες , οὐδε γλωσσαι καταπεφρυγμεναι , οὐ τῳ θηριωδει , ἀλλα τῳ πνευματι
9999965 παρεθετο
δειξαι τι ἐστι το λεγειν λογους ἀριθμων τα ἐνταυθα εἰναι παρεθετο την συμφωνιαν : και γαρ ἡ συμφωνια οὐκ ἀριθμος
Κυθνος γεγονεν , ἐστι δε ὀνομα κυριον . ταυτα μεν παρεθετο , ὁ τε Ὠριγενης και Ὠριων πατρωνυμικα : τυπου
9999965 ἀφαιρετεον
οὐν τας ἀρχας των ἀρρωστιων και τας των φλεγμονων γενεσεις ἀφαιρετεον ἀν εἰη πασαν προσφοραν ῥοφηματων τε και σιτιων :
την διαιρεσιν δακτυλων δυο : μετα δε την ἐνθεσιν μηδεν ἀφαιρετεον του ἐνθεματος , ἀλλ ' ἐατεον ὁσον ἀν ἐχῃ
9999964 κατειχετο
ἐς δεσποτας τους ἡμετερους . Οἰκος μεν πας Ἁρπαγου κλαυθμῳ κατειχετο : ἐγω δε ἐκπλαγεις ἠια ἐσω . Ὡς δε
ἐθνος αὐθιγενες : τα δε προ τουτων οὐθ ' ὡς κατειχετο προς ἑτερων οὐθ ' ὡς ἐρημος ἠν οὐδεις ἐχει
9999964 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999964 νεανισκους
ἐστι πλανωσα τον νουν και την διανοιαν , και καταγει νεανισκους εἰς ᾁδην , οὐκ ἐν καιρῳ αὐτων . Και
γυναικας : ὁταν δε τουτων ἀπολαυσωσιν , αὐθις αὐτοις εἰσαγουσιν νεανισκους ἀκμαζοντας , οἱ πλησιαζουσιν αὐτοις ἐκεινοις . ἀφροδισιαζουσιν δε
9999964 μικρολογιαν
και χρυσον πλειστον . μονοσιτειν τε αὐτους ἀει λεγει δια μικρολογιαν , ἐσθητας τε φορειν πολυτελεστατας „ . ] Ἰβυλλα
ἠ δυσφορουντες ἀπιασιν ἠ διαβαλλοντες το δειπνον ἠ ὑβριν ἠ μικρολογιαν ἐγκαλουντες . πληρεις δε αὐτων ἐμουντων οἱ στενωποι και
9999964 Μεγασθενης
Γαγγεω και του Ἰνδου τον Γαγγεα μεγεθει πολυ τι ὑπερφερειν Μεγασθενης ἀνεγραψε , και ὁσοι ἀλλοι μνημην του Γαγγεω ἐχουσιν
, ἐθνεϊ Ἰνδικῳ , ξυμβαλλει τῳ Γαγγῃ . Τουτων λεγει Μεγασθενης οὐδενα εἰναι του Μαιανδρου ἀποδεοντα , ἱναπερ ναυσιπορος ὁ
9999964 ἐλαττονες
πηχων ἑκκαιδεκα , καταργυρος ὠν ὁλος , οἱ δε τρεις ἐλαττονες ὀντες διαλιθοι κατα μεσον ὑπηρχον . Μετα τουτους ἐφεροντο
τῃ κατεψυγμενῃ ζωνῃ . Ἀναπαλιν δε τοις προς μεσημβριαν οἰκουσιν ἐλαττονες ἀει μαλλον και ἐλαττονες αἱ ἡμεραι γινονται . Παρ
9999964 ἐγχειρισαι
Πτολεμαιος , ὁ της Αἰγυπτου σατραπης , ἐπειθε πολλοις χρημασιν ἐγχειρισαι οἱ την Συριαν , προβολην τε οὐσαν Αἰγυπτου και
Ἐραον , Δαναην , Εὐρυμαχον . Φασι δε Πυρρῳ μεν ἐγχειρισαι την βασιλειαν τον πατερα , Μολοσσῳ δε την ἐκ
9999964 τελευτησασης
. Ἀθαμας δε ἐκ Νεφελης Ἑλλην και Φρυξον ἐγεννησε . τελευτησασης δε της Νεφελης ἠγαγετο γυναικα Ἰνω , ἡτις Ἑλλῃ
ὡς ἰδιον ἐτρεφε , της Κριθηιδος μετα την κυησιν εὐθεως τελευτησασης . χρονου δε οὐ πολλου διελθοντος και αὐτος ἐτελευτησε
9999964 ἐσπουδακοτας
συνεπεσεν ἐρις , ὁς ἀναβησεται πρωτος . ἐδοξεν ἀν τις ἐσπουδακοτας ἰδων οὐ προς ἀγωνα και κινδυνον αὐτους ἀναβαινειν ,
Ἀδαμ „ , τους γηϊνους ἁπαντας τροπους οὐρανιον οὐδεν ἀγαθον ἐσπουδακοτας ἰδειν ἠλασεν , ἀοικους και ἀπολιδας και σποραδας ὀντως
9999964 ἀπαγωγης
٨ ٣ ٤٠ ٥٩ ١٢ ٣٠ Ἐκ της εἰς ἀτοπον ἀπαγωγης . Ἡ ΒΑ ٣ ٤٩ ٤٢ ἡ ΒΓ ١
: εἰ βουλει δε , και ἐκ της εἰς ἀτοπον ἀπαγωγης : εἰ γαρ μη του Ἑρμογενους το παρον βιβλιον
9999964 αἰσχυνθηναι
ἡν ἐποιησε δηπου μακραν το μη γραψαι μεν εὐθυς , αἰσχυνθηναι δε ὑστερον τῳ μη πριν ἐπεσταλκεναι . πασχομεν δε
δε των νυν ἀμφισβητηματα και τα αἰτια της ἀπεχθειας κἀν αἰσχυνθηναι μοι δοκει τις ἀν ἰδων . ἐστι γαρ ὁμοδουλων
9999964 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999964 κατεβαινε
καταλογον ἐποιειτο των αὑτῳ βεβλημενων ἀπο του Διος ἀριθμησας και κατεβαινε λεγων , ὡς οὐπωποτε οὑτως ἐπαφροδιτον ἀνεδησατο ἀθλον :
ἀπολαυσιν τροφης και ἡμεραις ὑστερον , ὡς ἐλεχθη , τεσσαρακοντα κατεβαινε πολυ καλλιων την ὀψιν ἠ ὁτε ἀνῃει , ὡς
9999964 τραχυτερα
και οὐλοτερον : ἡ δε ταπεινοτερα και ἡττον εὐαυξης και τραχυτερα και σκληροτερα και ξανθοτερα . τα δε φυλλα τῳ
το μεγιστον των κακων ἀσεβειαν και αὐτα δε τα χαλεπα τραχυτερα ἑαυτοις ἐξεργασεσθε τῳ παρα την ἀξιαν πασχειν αὐτα δοκειν
9999964 κολοφωνιας
, εἰ δε μαλακτικωτερον σκευασαι βουλει , ἐμβαλλε κηρου , κολοφωνιας και ἐλαιου , ἀνα οὐγγιας η , του δε
ὑγιαινουσιν . Προς μερικας ἀποστασεις ἐπι νευροτρωτων . Κηρου , κολοφωνιας , βουτυρου ἀνα # α , πισσης ξηρας ,
9999964 Αἰγυπτιου
δε μεθ ' ὑδρομελιτος εἰς νυκτα , κυαμου το μεγεθος Αἰγυπτιου . ὁμοιως και προς τους ἐμπνευματουμενους στομαχους ἠ στροφουμενους
οἰνῳ γλυκει , ἠ κλυζειν αὐτον ἐν τουτοισι : νιτρου Αἰγυπτιου ὁκοσον ἀστραγαλον ὀϊος , τουτο τριψαι λειον , και
9999964 νικαν
ἀλλ ' ὡστε κρατειν μεν των ἐπικαιρων της χωρας , νικαν δε τους ἀντισταντας ἐν φαυλῳ , στρατηγος ἐπι στρατηγῳ
Ἀφροδιτηϲ καλλιϲτον τε και ἐπεραϲτον αὐτον ὑπαρχειν , κρινει ταυτην νικαν . μετα δε ταυτα πλευϲαϲ εἰϲ Λακεδαιμονα την Ἑλενην
9999964 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999964 κατεταξεν
ξανθην χολην ἐν τοις σιμοις του ἡπατος ἐν ἀγγειῳ τινι κατεταξεν , ὁ κεκληται χοληδοχος κυστις . και τα μεν
των συζυγιων , ἁς ὁ τεχνικος ἐν τῃ αὐτου βιβλῳ κατεταξεν , κατα μερος ἐπισκοπησωμεν ἀπο του τυπτω και λειβω
9999964 κατασκευαστικα
τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον αὐτον
ἐστι και ἀφανους πραγματος , τα δε του κατηγορου κεφαλαια κατασκευαστικα , οὐκ ἀποδειξεις , οὐκ ἠδυνηθη ταυτα προταγηναι εἰς
9999964 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999964 Μεγαλοπολιτης
σιτεισθαι . Την κατα την Λυσιτανιαν διηγουμενος εὐδαιμονιαν Πολυβιος ὁ Μεγαλοπολιτης , ἀνδρων ἀριστε Τιμοκρατες , ἐν τῃ τεταρτῃ και
μαλλον ἐποιουντο ἠ πειθοι τους λογους . Λυκορτας δε ὁ Μεγαλοπολιτης , οὐτε ἀξιωματι οὐδενος Ἀρκαδων ὑστερος και τι και
9999964 ἑλκομενη
περιδρομος οὐρεσι γαια , Κασπιαδων πυλεων νοτιωτερον οἰμον ἐχουσα , ἑλκομενη και μεχρις ὁμωνυμου ἀμφιτριτης . τριχθα δε μιν ναιουσι
οἱα δρακοντος διττη μελαινα προεκυπτεν , ὑπο τριχων και αὐτη ἑλκομενη . και ὁ Πελλαιος δε δρακων προϋπηρχεν και οἰκοι
9999964 ἐδυνηθησαν
ἐμον θειον οὑτοι ἀπεκτειναν και μισθον ἐλαβον , οἱ οὐκ ἐδυνηθησαν ἐμης νοσου λογον εἰπειν , οὐδε ἐξ ἐπομβριας πως
: ἠτοι ἀριθμῳ , ἠ ἀντι του πολλακις . ὁσοι ἐδυνηθησαν ἐν γῃ και ἐν Ἁιδῃ . . . .
9999964 Πυθαγορειος
, : ποσωι δε βελτιων Κελσου . . . ὁ Πυθαγορειος Νουμηνιος , ὁστις ἐν τωι πρωτωι Περι τἀγαθου λεγων
ἀν ἐφερε τῃ μεθοδῳ : ἐπει δε Πρωρος μεν ὁ Πυθαγορειος πολλα και σεμνα και θεοπρεπη περι ἑπταδος εἰπων οὐδεμιᾳ
9999964 ὑπομνημασι
. ταυτ ' εἰπε δημοσιᾳ , ταυτ ' ἐνεγραψε τοις ὑπομνημασι . γενομενης δε της γνωσεως τοιαυτης οἱ πεμφθεντες παρ
ὀντως Ἀφροδιτῃ ὑς θυεται μαρτυρει Καλλιμαχος ἠ Ζηνοδοτος ἐν ἱστορικοις ὑπομνημασι γραφων ὡδε : Ἀργειοι Ἀφροδιτῃ ὑν θυουσι , και
9999963 μανιης
τους ἐν τῃ πολει , ἁτε τηλου ἐκδεδημηκως , δοξαζεται μανιης νουσον δια το φιλερημον : σπευδουσι δε Ἀβδηριται ἀργυριου
οἱ θεοθεν ἀπικοντο νουσοι τε και συμφοραι και ἀλγεα , μανιης μεν ἐκεινης ἀπεπαυσατο και θνητην ἑωυτην ὁμολογεεν και τοισιν
9999963 σκοπου
ἀπο δαιμονος ἐπι τυχην και τα ἰσα ἀπο ὡρο - σκοπου : τον μεντοι ἑβδομαδικον ἀριθμον οὐχ ὑπερθησει ἐπι τε
ἀλλοτε δε τεθνεως ἠ κοιμωμενος . και ταχα οὐκ ἀπο σκοπου τουτο λεγεται : σοφοι μεν γαρ τον ὀλυμπιον και
9999963 Μουσης
. Ἀλλ ' εἰτε νεα των μετρων ἡ θεωρια εἰτε Μουσης εὑρημα παλαιας ἑκατερον ἑξει καλως . ἀρχαια μεν γαρ
ἀνευθε χορδης . Ἀγε , ζωγραφων ἀριστε , λυρικης ἀκουε Μουσης * * * * * * * * *
9999963 Σικελιωταις
μεν καταλυσων την Ἀγαθοκλεους , την δ ' αὐτονομιαν τοις Σικελιωταις ἀποκαταστησων , ὑπερθεμενος δε ἐπι του παροντος ταυτην την
πλησιοχωροις πασι προσενεχθεις φιλανθρωπως , μεγαλης ἐτυχεν ἀποδοχης παρα τοις Σικελιωταις . οὑτος μεν οὐν ὑπο παντων ἀγαπωμενος δια την
9999963 Ἑλληνιδας
οὐδε δογματος ἀνθρωπινου προεστασιν ὡσπερ ἐνιοι . Κατοικουντες δε πολεις Ἑλληνιδας τε και βαρβαρους ὡς ἑκαστος ἐκληρωθη , και τοις
: κυριως το πολιτιδας γυναικας ἐταξεν , οἱονει : τας Ἑλληνιδας γυναικας ἀπαρνησαμενοι συμβιουν βαρ - βαροις ἠλθομεν ; και
9999963 μονοειδης
, ἀμεταβλητος κατα την ὑποστασιν και νοητη και ἀειδης και μονοειδης : οὐκουν ἀσυνθετος , ἀδιαλυτος , ἀσκεδαστος : το
ἀνθ ' ἑνος τε και ἡνωμενου , ἡ δε οὐσια μονοειδης και ἀδιακριτος , ἡ δε ζωη την μεσην και
9999963 ὀλιγαις
ἀναγωγην , ἐπιβας μετα των ἰδιων , εὐπλοιᾳ χρησαμενος , ὀλιγαις ὑστερον ἡμεραις ἀνεπιφατως και ἀφωρατως καταγεται , κελευσας τοις
ἀφροδισιων τε χρησεσι γεγενημενην ὀλιγαις μεν ταις ξηραις ἀνατριψεσιν , ὀλιγαις δ ' ἐφεξης αὐτων ταις συν ἐλαιῳ τινι των
9999963 κατεσκευασαν
Ἀπολλον , ἐν τῃ ἐξοχωτατῃ Πυθωνι τον σον οἰκον θαυμαστον κατεσκευασαν . Ἀπολλον , οἱ τεον τε δομον : οἱ
πασαν την δεκατην , εὐωχιας ποιων συνεχεις και πολυδαπανους . κατεσκευασαν δε και Ῥωμαιοι τουτῳ τῳ θεῳ παρα τον Τιβεριν
9999963 ἐτιθεντο
παλαιους φυσικους , ἐπειδη ἐκεινοι την ὑλην και μονην αἰτιαν ἐτιθεντο και τα ταυτης παθη κατα συμβεβηκος ἐτιθεντο αἰτια .
, οἱ δε και ἐπι τα τεγη ἀνιοντες ἐν μεγαλῳ ἐτιθεντο ἀκριβως ἑωρακεναι το ζευγος , την ἐφεστριδα , το
9999963 αἱμορραγιας
πασχοντι μοριῳ τεμνομενων ἀρτηριων , ἀλλα δια το δυσεπισχετον της αἱμορραγιας οὐ τολμωσιν οἱ ἰατροι διαιρειν τας ἀρτηριας , και
τουτο ποιω τεμνων και μετα ταυτα καιων προς ἐποχην της αἱμορραγιας , και ἐστιν ἀκινδυνος ἡ αἱμορραγια αὑτη . Μετα
9999963 ἀκαθαρσιαν
του τελους ἀφεστηκεν , εἰκοτως φυτευσαντι αὐτῳ προστετακται περιελειν την ἀκαθαρσιαν του φυτευθεντος . τι δε τουτ ' ἐστι ,
σχηματισας ἑαυτον ὡς αἰσχιστον ὀφθηναι , την οὐδε λεγεσθαι πρεπουσαν ἀκαθαρσιαν κατα της ἱερας ἐσθητος του πρεσβευτου κατεσκεδασε . Γελωτος
9999962 ὠφελεια
ἐργαζεσθαι και καταμηχανασθαι , ἐξ ὡν αὐτοις οὐδ ' ἡτισουν ὠφελεια ἀν γιγνοιτο . Εἰ οὐν μητε σωματικαις αἰτιαις ἀναθησομεν
ἀν ἀπατηθειη . . ὠ κοινον ὠφελημα ] ὠ κοινη ὠφελεια γεγονως ὁλου του γενους των ἀνθρωπων , ἀθλιε Προμηθευ
9999962 ἐκτισαν
παιδων Ἀστυανακτος του ἀνῃρημενου ἐν Τροιᾳ και Σαπερνιου την Ῥωμην ἐκτισαν . ἀμναμοι δε οἱ ἀπογονοι κυρηναϊκως : κυριως γαρ
ἀνδρειᾳ διενεγκοντες χωραν πολλην κατεκτησαντο και πολεις ἀξιολογους και πολλας ἐκτισαν . ὁμοιως δε και ναυτικαις δυναμεσιν ἰσχυσαντες και πολλους
9999962 ἀναγκαιᾳ
μετα συμποτων πλειονων γυμναζομενος ἐπιδεικνυσθαι την ἐν τῃ του πωματος ἀναγκαιᾳ διαφορᾳ δυναμιν ὑπερθεων και κρατων , ὡστε ὑπ '
γαρ ἀψευδειν , το δε τι εὐνοιᾳ τῃ προς ὑμας ἀναγκαιᾳ . εἰ δε και πατρος ἑνεκα παντ ' ἐποιουν
9999962 ἀληθες
εἰ τινες ὑμας των λεγοντων λανθανουσι : το δ ' ἀληθες οὐ βουλεσθε , οἰμαι , προς ὑμας αὐτους λεγειν
ἐλθοντος παιδιου , ταχυ ἐλθοντι παιδιῳ . εἰ δε τουτο ἀληθες , ἐδει το ἀρθρον , εἰπερ ἐπιρρηματικως παρεκειτο ,
9999962 μειζονι
' ἀει την τυχουσαν περιφερειαν του ζῳδιακου ὁ ἡλιος ἐν μειζονι χρονῳ διερχεται ἠπερ ἐκεινη ἀνατελλει ἠ παλιν δυνει .
των ἐν τῳ συλλογισμῳ παραληφθεισων προτασεων ὁ Ἀριστοτελης τῃ μεν μειζονι συγχωρει , τῃ λεγουσῃ παν ὀργανον πασης φυσικης δυναμεως
9999962 ἐγνως
ἐπισταμενοις ἀνδρασιν ἑαυτου κατηγορει . φησουσι γαρ αὐτῳ : νυν ἐγνως , ἀνοσιε , προτερον δ ' οὐκ ἠπιστασο το
ὁτι μετα τουτο ἐρησῃ τις αὑτη ἡ πολιτεια . Οὐκ ἐγνως , ἐφη : οὐ γαρ τουτο ἐμελλον , ἀλλ
9999962 συνδρομης
ἡρωικως δε μαχομενος και πολλοις τραυμασι περιπεσων ἐτελευτησε , τοτε συνδρομης γενομενης περι του πτωματος νεκρων πληθος ἐσωρευθη . ἀναρχιας
συμπτωματων εἰδως , πολλακις ἀνομοιου δοκουσης εἰναι τοις πολλοις της συνδρομης , τοις αὐτοις χρησεται , οἱον ὀπισθοτονικοι τινες λεγονται
9999962 ἡλικιωτης
ὑμων : ἐφη γαρ , Ὠ Παμφιλε , ὁ μεν ἡλικιωτης σοι Χαρμιδης του γειτονος Ἀρισταινετου υἱος γαμει ἠδη και
. , ; , ; , . . Ἰσιδωρος δαιμονιᾳ ἡλικιωτης νεῳ δε ὀντι θαυμαστον τι συμβεβηκεν . ἀδελφης γαρ
9999962 διετελεσεν
νησου την τε χωραν ἐπ ' ἰσης κατεκληρουχησε και τἀλλα διετελεσεν ἀρχων ἐπιεικως . το δε τελευταιον μετ ' Ἀγαμεμνονος
αὐτην ἀφιησι και πασων μαλιστα γυναικων ἀσπαζομενη τε και τιμωσα διετελεσεν . ἐκ ταυτης γινεται της Ὀκρισιας ἐτι δουλευουσης παιδιον
9999962 ἀνεβοησεν
θαλασσης παρετασσετο : γενομενος δε κατα ἀλσος βαθυ και συσκιον ἀνεβοησεν ἐξανιστασθαι τους ἐγκαθημενους . οἱ πολεμιοι φοβηθεντες ἐνεδραν μεγαλην
Φιλωτεραν ἀποκτεινας ὡρμησεν ἐπ ' αὐτην ὡπλισμενος . ἡ δε ἀνεβοησεν : ὁ μητροφοντης ἐπι φονῳ πρασσει φονον . τουτο
9999962 Πυθαγορειοις
κεχωρισμενος και καθ ' αὑτο ὑπαρχων , ὡς ἐδοκει τοις Πυθαγορειοις τε και Πλατωνι , εἰ μη εἰη το ἑν
, ἐπειδη διαφερουσιν ἀλληλων . ὡστε ἐνταυθα φαινεται ἑπομενος τοις Πυθαγορειοις και τῳ Πλατωνι : κἀκεινοι γαρ φασιν ὁτι ἑτερος
9999962 ἐκβληθεισαν
ΔΛ , καθετοι δ ' ἠχθωσαν ἐπι μεν την ΓΖΘ ἐκβληθεισαν ἀπο των Η και Δ ἡ τε ΗΜ και
ἀπο των Δ και Ν σημειων - ἐπι την ΑΘ ἐκβληθεισαν αἱ ΔΦ και ΝΧ . ἐπει τοινυν ἡ ΞΕ
9999962 Συρακουσσων
τα κατα την δυναστειαν , μελλοντος δ ' ἐκ των Συρακουσσων ἐξιππευειν προς ἑκουσιον φυγην Ἑλωρις ὁ πρεσβυτατος των φιλων
φιλοσοφοι κατεχουσι . . . . ἀφ ' οὑ Ἱερων Συρακουσσων ἐτυραννευσεν ἐτη ΗΗΓΙΙΙ ἀρχοντος Ἀθηνησι Χαρητος [ / ]
9999962 ἐλευθεριης
Κλυθι πολυθρονιου βριαρον σθενος ἀντιδοτοιο , Καισαρ , ἀδειμαντου δωτορ ἐλευθεριης , κλυθι Νερων : ἱλαρην μιν ἐπικλειουσι Γαληνην εὐδιον
ὡστε οὐδεν δει τουτο γε ὀνειδιζειν . Ἀλλ ' ὁμως ἐλευθεριης γλιχομενοι ἀμυνεομεθα οὑτω ὁκως ἀν και δυνωμεθα . Ὁμολογησαι
9999962 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999962 Σκορπιου
τα γαρ λϚʹ ἐτη ἀναφορα Λεοντος , ὁμοιως δε και Σκορπιου , ἐνθα ἐτυχεν Ἀφροδιτη καθυπερτερουμενη ὑπο Κρονου . ἐμελλε
. . . . . . . . . . Σκορπιου κζ # βο νβ δʹ με των ἐν τῳ
9999962 τυραννιδας
πραγματων και του ταυτα ποιειν ἐγενοντο , τοσουτον ὑπερεβαλλοντο ὡστε τυραννιδας ἐν πασαις ταις Ἑλληνισι πολεσι κατεστησαν , ἁς προσειπον
περι πλειονος ποιουμενοι , οἱ δε τιμας , οἱ δε τυραννιδας , οἱ δε ἀκολαστον ἡδονην ; ὀκνω δε ἐγω
9999962 ὀκτακισχιλιους
την Ἀμιλκα δυναμιν ὑπερβηναι . και ἐστρατευσεν ἑξακισμυριους , ἱππεις ὀκτακισχιλιους , ἐλεφαντας διακοσιους . ὑπο δε οἰκετου ἐπιβουλευθεις ἐσφαγη
πεζους μεν πλειους των δισμυριων ὀκτακισχιλιων , ἱππεις δ ' ὀκτακισχιλιους πεντακοσιους , ἐλεφαντας δε ἑξηκοντα πεντε . Διηλλαγμεναις δ
9999962 διανοεισθε
ὀνειδιζειν τινα ὑμιν ὁτι οὐκ ὀρθως ζητε , οὐ καλως διανοεισθε : οὐ γαρ ἐσθ ' αὑτη ἡ ἀπαλλαγη οὐτε
. τι δ ' , εἰ γενοιτο οὑ ἑνεκα πραττειν διανοεισθε , ἰστε ὁτι συνοισει τουτο ὑμιν ; οὐδε τουτο
9999962 ὑπετιθεντο
εἰ μεν και καθ ' ὑποστασιν ἐχωριζον , ἀδυνατα ἀν ὑπετιθεντο : οὐ γαρ ἐστιν ὑποστασις των περατων καθ '
περι δε του διδαξαι ἡμας οὐδεν ἐφροντισαν : θεους γαρ ὑπετιθεντο εἰναι τας ἀρχας και ἐκ θεων γεγονεναι , και
9999962 πλανωμενη
κυνηγετουντος ἐρασθεισα ἐθηρευεν μεταθεουσα ταις ἐπιθυμιαις . φοιτωσα γαρ και πλανωμενη παντας τους ὀρειους ἐπεξῃει δρυμους , ὡς μυθον εἰναι
τοι ] ἠγουν προσελθειν και ἀκουσαι τα κατ ' ἐμε πλανωμενη ] φερομενη . γνωμικον Ἡ πημονη , φησι ,
9999962 σμικροτερα
ἐν ἠπειρῳ βιος , γεωργιᾳ και ἠρεμιᾳ προσπονων : και σμικροτερα μεν ἰσως τα κερδη , βεβαιοτερα δε και ἀκινδυνοτερα
ζην παρεληλυθεν , ὡς μη ζωην ἀδιαρθρωτον ἐχειν ὁποια τα σμικροτερα των ἐν αὐτῳ , ἁ τῃ πολλῃ ζωῃ τῃ

Back