πορευεται . . τις οὐν τα ] τις ἀν οὐν πεισθειη εἰς τα και εἰς ταυτα τῃ πολει , και
ἐπειτα ὡς αὐτη τελευτωσα εἰσαγγειλειε και ὡς ἐκεινη τῳ χρονῳ πεισθειη , και τας εἰσοδους οἱς τροποις προσιειτο , και
9999965 πεισθεισα
βουλη δε σοι παντα ἀπληκτος ποιησει το ὡς οὐ πεπληξεται πεισθεισα . αἰσχυνθητι δε αὐτων , ὠ ' γαθε ,
ἡ βουλη μεν ἐψηφισατο Ποπλικολᾳ θατερῳ των ὑπα - των πεισθεισα παντα συγχωρειν , ὁσα ὁ Τυρρηνος ἠξιου , καμνειν
9999962 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999962 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999962 συγγενεσι
ἐπιμεριζει ὁ Ἡλιος ἐν τῃ γεροντικῃ ἡλικιᾳ , εὐφρανθησεται ἐπι συγγενεσι και τεκνοις και τευξεται ἀξιολογων εὐτυχιων : ἐπιμεριζει δε
Λατινους ἐπι παντα ἐκαλει τα Ῥωμαιων , ὡς οὐκ εὐπρεπως συγγενεσι της βουλης ἀντιστηναι δυναμενης : των τε ἑτερων συμμαχων
9999961 γιγνωσκουσι
τι ὑμας διαφεροντως δει γιγνωσκειν περι αὐτου ἠ οἱ οἰκειοι γιγνωσκουσι : τοιαυτα γαρ ἐστιν , ὡστ ' εἰ και
και ἀλλο παθημα , ὠ Σιμωνιδη , των τυραννων . γιγνωσκουσι μεν γαρ οὐδεν ἡττον των ἰδιωτων τους ἀλκιμους τε
9999960 ἐποιουμεθα
, εἰ και μη ἐξεφευγομεν , ὁπῃ ποτ ' ἀν ἐποιουμεθα αὐτης την φυγην . εἰρησθω δη νυν ὁτι δια
ἐν τῳ δι ' Ἀλεξανδρειας παραλληλῳ , καθ ' ὁν ἐποιουμεθα τας τηρησεις , την αὐτην ἐγγιστα ποιειν την φαινομενην
9999959 γινωσκουσα
σχολην ] βραδυτητα . ἀξυνημων ] ἠγουν μη συνιεισα και γινωσκουσα τα λεγομενα . δεχηι ] ἠγουν νοεις . λογον
ἀγνοουσα , οὐδεις ἐσται ταυτῃ προσεχων , εἰ δε ὡς γινωσκουσα , τῳ περιττῳ και τῳ ἀδυνατῳ ἐκβληθησεται τοιαυτα φαμεν
9999959 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999959 ἐπηγγειλαντο
λεγοντες δεικνυναι τα ὁμωνυμα συνωνυμα : οὐδε γαρ ἐδειξαν ὁ ἐπηγγειλαντο , ἐπειδη ἡ συνωνυμος κατηγορια και κοινῃ μετεχεται ὑπο
ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους οὑς ἐχουσι περι του δημου
9999958 μαθηματικα
. εἰ τοινυν μη ἐστι παρα τα αἰσθητα και τα μαθηματικα ἑτερα τινα ἑν ὑπαρχοντα τῳ ἀριθμῳ , οἱα περ
και τοις φυσικοις . διαφερουσι δε ἀλληλων ὁτι τα μεν μαθηματικα ἀκινητα ὑπαρχουσι , τα δε φυσικα παντα ἐν κινησει
9999958 γραμματευς
κατειθισμενην ἐπιμελειαν το σωμα παραδιδοασι . και πρωτος μεν ὁ γραμματευς λεγομενος τεθεντος χαμαι του σωματος ἐπι την λαγονα περιγραφει
, ἐνθυμιον ποιουμαι την του ἐνυπνιου φωνην , ὡς ὁ γραμματευς ὑπισχνειτο μοι συμπραξειν . και το τε ὀναρ αὐτο
9999958 θες
, ἑλκυσον με τοινυν , ἐφη , των σκελων και θες εἰς την των Μαγνητων χωραν , και ἀπαγγειλον σου
' ὀντα σοι γεγραπται τἀπιπλα . ἱππον κελητ ' ἀσκουντα θες . θες νυν ἀγρους και προβατα και βους .
9999958 Πελλαν
μοι τα βρωμαθ ' ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους
πατρωνυμικως Βερενικιαδαι . ἐστι και ἀλλη περι Συριαν , ἡν Πελλαν καλουσι . Βερενικιδαι , δημος της Πτολεμαϊδος φυλης .
9999957 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999957 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999956 ἐβουλευσαντο
: ἐπει δε συνηλθον οἱς ἐμελε περι του φρουριου , ἐβουλευσαντο κοινῃ φυλαττειν οἱσπερ ἀγαθον ἠν φιλιον ὀν , ὁπως
συσταντες ἀνδρες ἐκ της συγκλητου τε και των ἱππεων ἑξηκοντα ἐβουλευσαντο αὐτῳ φονον . Ἠσαν δε ἡγεμονες της των ἀνδρων
9999956 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999956 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999956 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999956 συνεβαλλετο
ἐλεγε τα περ ὀπωπεε , ὁ δε ἐννωσας τα λεγομενα συνεβαλλετο τον Ὀρεστην κατα το θεοπροπιον τουτον εἰναι , τῃδε
ποιησωμεθα της εἰς τα πολιτικα ἀγαθα ὠφελειας αὐτου , ἡν συνεβαλλετο τοις ἀνθρωποις . Το δη μετα τουτο μηκεθ '
9999955 ποταμοιο
ἐφεσταοτας σκοπελοισιν , τον δ ' αὐτου παρα χειλος ἑλισσομενου ποταμοιο . Αἰσονιδης δ ' , ὁτε δη πρυμνησια δησαν
εἰργουσι ψυχαι εἰδωλα καμοντων , οὐδε με πω μισγεσθαι ὑπερ ποταμοιο ἐωσιν , ἀλλ ' αὐτως ἀλαλημαι ἀν ' εὐρυπυλες
9999955 θαυμασιοι
προσγινεσθαι . Ἀλλ ' ὑμας γε οὐκ ἀξιον , ὠ θαυμασιοι . τα τε γαρ ἀλλα ἀγαθα ὑμιν ὑπερ τους
πολλων ἀνθρωπων ὀρθως μοι ἐδοκει μεμφεσθαι . Ὠ Κριτων , θαυμασιοι εἰσιν οἱ τοιουτοι ἀνδρες . ἀταρ οὐπω οἰδα ὁτι
9999955 συμπασα
ἐθνικον Ἱεραπυτνιος . Ἰερασα , χωριον Λιβυης . ἡ δε συμπασα γη ἐκεινη ἐλεγετο Κυρηνη . Ἱεραφη , ὡς Ἀναφη
μη πολλοι ἀλλ ' εἱς γιγνηται , και οὑτω δη συμπασα ἡ πολις μια φυηται ἀλλα μη πολλαι . Ἐστι
9999955 ποιητικη
και προς πιστιν ἀγουσιν . . Ἡ χαρις , ἡ ποιητικη δυναμις : το αἰτιατον ἀντι του αἰτιου : τῃ
και ἀναλογον και ἡ δικαιοσυνη μεσοτητος και ἰσοτητος και ἀναλογιας ποιητικη . και μεσον μεν ἐστι το δικαιον , ὁτι
9999955 ἐπηγγειλατο
διεδραμεν , ὁτι ὁ μεν ἐφη ἀνῃρηκεναι , ὁ δε ἐπηγγειλατο τον μοιχον κομιειν . και ὁτι καθαπερ τι τερας
ὁτι συνειδως ὡς οὐχ οἱος τ ' ἠν διαπραξασθαι ὁπερ ἐπηγγειλατο , τον θανατον προὐκρινε . φησι γουν και οὑτος
9999955 ἐξεπλαγησαν
του ἱερου ἐγιγνομεθα ἐξω . ὁν μεν οὐν τροπον ἁπαντες ἐξεπλαγησαν ἐν τῃ Σμυρνῃ , ὡς εἰδον φανεντα παρ '
ἐτρεψαν , ἀλλ ' εἰς προθυμιαν κατεχρησαντο , οὐδ ' ἐξεπλαγησαν των ὁρωμενων την ἀηθειαν , ἀλλ ' ἡσθησαν ὁρωντες
9999955 ἐρυσαντο
οὐδε συνεργος της των ἀλλων Λημνιων ἀσελγειας . ἐς Οἰνοιην ἐρυσαντο : εἰληφε την ἱστοριαν παρα Θεολυτου . Σικινος δε
παρ ' Ἀριστοφανει . . . . ὠπτησαν δε περιφραδεως ἐρυσαντο τε παντα : σημειουνται τινες ὁτι Ἡσιοδος ἐποιησεν ὠπτησαν
9999955 Ἐμπεδοκλεους
σκιεροις ἠσκημενα γυιοις . . . , εἰποντος δε του Ἐμπεδοκλεους ἐν τωι δευτερωι των Φυσικων προ της των ἀνδρειων
ἐπι των πονηρευομενων : εἱς γαρ των Κερκωπων Εὐρυβατος . Ἐμπεδοκλεους ἐχθρα : * * Ὠμην δε , φησιν [
9999955 γινοιτο
και περι παντος ποιεισθαι ψυχρον διαμενειν τον σπογγον , ὁ γινοιτο ἀν εὐκολως , εἰ συνεχως αὐτου καταντλοι τις ὑδωρ
ἀλλ ' ἑκαστον , ὁ τι καθ ' ἡδονην αὐτῳ γινοιτο , και ποιουντα και λεγοντα , και την ἀκαιρον
9999955 ποιεισθε
, συνιασιν ὀψομενοι τους νεους ἀγωνιζομενους , οὐδεποτε ἐν ὁπλοις ποιεισθε την ἁμιλλαν , ἀλλα γυμνους εἰς το μεσον παραγαγοντες
ὁ Ἀπολλωνιος „ ἐφ ' ἱεροις οὐν ” ἐφη ” ποιεισθε και ταυτας , ὡσπερ τας ἐξοδους τε και τας
9999954 ληφθεισαν
φυλαττοντα της τροφης τεταγμενην , ἀλλα και πριν την πρωτην ληφθεισαν πεφθηναι ἑτεραν προσφερονται : κινουμενων δε αὐτων σφοδροτερον μετα
την δ ' ὡς και προ χρονων παρα των Τουρκων ληφθεισαν και εἰς συναγωγας αὐτων τουτους μετημειψε και ὁτι περιφανες
9999954 ἀνεβαλετο
την μεν ἐπ ' ἐκεινους κοινην στρατειαν εἰς ἑτερον καιρον ἀνεβαλετο , κρινας δε συμφερειν ἐπιχειρειν πρωτῃ τῃ των Ῥηγινων
' ἐλαχιστον . Σωπατρου . Τεως μεν τα παντη συνεστωτα ἀνεβαλετο , ἱνα ἀπο των ἀτελεστερων ἐπι τα τελεια προϊων
9999954 ἐδωρησαντο
τε ἀλλα ὑπερ ὡν ἡκεν οὐκ ἀπρακτον ἀπεπεμψαντο και ταλαντῳ ἐδωρησαντο και την εἰκονα του σωματος ἐστησαντο * * *
δε και δεξιοτητος Θεμιστοκλεϊ , και τουτῳ στεφανον ἐλαιης : ἐδωρησαντο τε μιν ὀχῳ τῳ ἐν Σπαρτῃ καλλιστευοντι : αἰνεσαντες
9999954 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999954 γεννημα
: και ὁ λογος δε ὁ προφορικος , ὁστις ἐστι γεννημα ἡμων , δια του στοματος προφερεται . σνηʹ Αὐτῳ
τον Ὀρεστην λεγει . τιμαορος ] βοηθος . φιτυμα ] γεννημα . ποινατωρ ] τιμωρος , ἐκδικητης . κατεισιν ]
9999954 παρεσκευασε
Ἀλεξανδρου στρατιας εἰς Βακτρα και Ἰνδους πολλα τε ἀλλα νεωτερισθηναι παρεσκευασε , και δη και τουθ ' ἑν των νεωτερισθεντων
, Αἰγιαλειαν δε Σθενελῳ και ἐν Ἰθακῃ δε τους μνηστηρας παρεσκευασε συναχθηναι και ἐν Κρητῃ τα ὁμοια ἐπραξεν . ἐχινον
9999953 ἐλπιζει
μωρος δ ' ὁστις ἀνθρωπων πολιν , κειναν σεβιζειν μουνον ἐλπιζει καλοις * * * εἰσιν γαρ , εἰσιν ἀξιοπαμονες
πολλα και δια χειρος ἐχει το πραγμα και τελος κρατησειν ἐλπιζει ἠν ἐπιδειξῃ ὡς οὐδεν χειρων ἐστιν των τας ἱππους
9999953 ἀπηγγειλαν
ἀνελαμβανον : ὀλιγοι δε των διανηξαμενων ἀνοπλοι φυγοντες εἰς Ῥωμην ἀπηγγειλαν παντας ἀπολωλεναι . τηλικουτων δ ' ἀτυχηματων ἠγγελμενων τοις
διεκπεπλευκοτος ᾐσθοντο τινες των Κορινθιων τον δρασμον , και ταχεως ἀπηγγειλαν τῳ Διονυσιῳ . του δε τους στρατιωτας τε καλουντος
9999953 ἐξηγησαντο
ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999953 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999953 ἐτυραννησεν
ᾐτησεν εἰς το γερας ἀναιρεσιν της γραφης και ἐλαβεν : ἐτυραννησεν ἐκεινος και καθελων αὐτον οὑτος συνειδοτος φευγει : τῃ
. ἠκμαζε δε περι την τριακοστην ὀγδοην Ὀλυμπιαδα , και ἐτυραννησεν ἐτη τετταρακοντα . Σωτιων δε και Ἡρακλειδης και Παμφιλη
9999953 ἰσχυσεν
ὠν ἀδικειν με , καταψευδομενος κἀμου και της βουλης , ἰσχυσεν ἀν το ψευδος της ἀληθειας μαλλον , ⌈ εἰ
δει λδʹ ἐτος . ὑφαιρουμενων δυοδεκαδων δυο ὑπολειπονται ιʹ : ἰσχυσεν ἡ παραδοσις ἡ ἀπο Σεληνης ἐπι Ἀρεα δια το
9999953 πληθυντικα
λεγει εὐαγγελεις . Ἐκαθεσθη , καθεσθεις , καθεσθησομαι και τα πληθυντικα καθεσθησονται ἐκφυλα . λεγε οὐν καθεζομαι , καθεδουμαι ,
φαγων ἐλαβα λεγοντες και ἐφαγα , και τριτα δε τουτων πληθυντικα εἰς αν ληγοντα λεγουσιν . ὁ οὐν ἀπο της
9999953 ἀσθενεσι
σημα καλειται . τῳ δε μεσῳ , τοιουτου ξυμβαινοντος , ἀσθενεσι και διεσπασμεναις ταις ναυσι καθισταντο , ἀλλως τε και
μεν νοσημα ἰσχυροτερον , τον δε νοσεοντα ἀσθενεα λαβῃς , ἀσθενεσι τοισι φαρμακοισιν εὐτρεπιζειν , ἁσσα αὐτου του νοσηματος περιεσονται
9999953 ποιησῃ
ἐρχομενον αἱμα βουβωνοι αὐτην και εἰς ὑψος ἐπαιρει , ἱνα ποιησῃ κιρσον , ἀλλ ' εἰς μονην ἡπατιτιν . και
δια Θουλης ἐκτεινει πλεον ἠ δει το μηκος , ἱνα ποιησῃ πλεον ἠ διπλασιον του λεχθεντος πλατους . φησι δ
9999953 ἀπεστρεψεν
ἐνην και κατα τον Ξενοφωντα τους τουτων ὁτι πορρωτατω ὀχετους ἀπεστρεψεν , οὐδαμη καταισχυνασα το του ὁλου ζῳου καλλος .
μονον των ἐγκληματων ἐρρυσατο Ἡρωδην , ἀλλα και την ὀργην ἀπεστρεψεν ἐπι τους κατηγορους . Ὁ μεν οὐν Ἀραψ ἠδη
9999953 ἐθηκεν
ἠ παρελασσεν τον Δημοσθενη καλλους ἑρμηνειας ἑνεκεν , ἠ ἀμφηριστον ἐθηκεν . νυν δε περι μεν την ἐκλογην ἐστιν ὁτε
καιτοι δηλον ὁτι ἁ ἐνομιζεν καλα εἰναι , ταυτα νομιμα ἐθηκεν και τοις αὑτου πολιταις . οὐ γαρ που ,
9999952 αἰσχυνην
μεν χωραν ἀνεσωσε τῃ πολει , την δ ' ὑπαρχουσαν αἰσχυνην ἀπηλλαξεν : οὑτος δ ' , ἡν βασιλευς και
, την δε , ὁπως μη φωραθεις ὑπο των ἐναντιων αἰσχυνην ἀνοιας ὀφλησω : τα γαρ τοιαυτα του πολεμου κλεμματα
9999952 λεγοιτο
οὐ φυσει νυν λεγει . οὐδε γαρ κυριως ἀν ταυτα λεγοιτο φυσει , εἰ και ποτε και ἐπι τουτων χρωμεθα
ἐκεινο ἡ πρωτη καλλονη , τα αὐτα ἀν και παραπλησια λεγοιτο τοις ἐπι του ἀγαθου λογοις : και εἰ το
9999952 Κυκλωπων
. ὁς ὀψεται : Ὀδυσσευς πλανωμενος ἐπι την γαιαν των Κυκλωπων εἰσελθων εἰς το του Πολυφημου ἀντρον υἱου Ποσειδωνος ἑνα
ὑπεραχθεες αἰει . συρισδεν δ ' ὡς οὐτις ἐπισταμαι ὡδε Κυκλωπων , τιν , το φιλον γλυκυμαλον , ἁμᾳ κἠμαυτον
9999952 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999952 ἀκολουθουν
, ἠ λημμασι προσχρηται ψευδεσιν , ἠ ἐπιφερει το μη ἀκολουθουν . οὐτε γαρ τῳ ἀπο Βαβυλωνος εἰς Θαψακον εἰναι
και ποθεν ἐχομεν , ἐρει τις , δειξαι ὁτι το ἀκολουθουν τῳ ἐξ ὑποθεσεως ληφθεντι ἀληθες ἐστιν ; ἀρα γε
9999952 τεταρτημορια
] ἐαν τοσαυτακις διαιρεθωσι και τα ἰσα τῳ ΒΕ δυο τεταρτημορια διχα , ἰσα εἰσι και τα τμηματα δια λγʹ
παλιν τῃ ταξει χρωμενοι , οἱ δε καθ ' ὁλα τεταρτημορια διαιρουντες και ἑῳα μεν ἡγουμενοι και ἀρρενικα το τε
9999952 κατηλθε
μεν ἐπι Προυσιαδος ἠγεν , ἐντευθεν δε ἐπι την Ποντικην κατηλθε θαλασσαν , και παρελθων την παραλιαν τοις κατα κορυφην
ἐκεινος , ἀλλ ' ἐκυσε μεν Αἰσχυλον , ὁτε δη κατηλθε , κἀνεβαλε την δεξιαν κἀνεικος ὑπεχωρησεν αὐτῳ του θρονου
9999952 Λακεδαιμονιοισι
την Ἀσιην Δημαρητος και τοιαυτῃ χρησαμενος τυχῃ , ἀλλα τε Λακεδαιμονιοισι συχνα ἐργοισι τε και γνωμῃσι ἀπολαμπρυνθεις , ἐν δε
Σπαρτης προ δυντος ἡλιου : οὐδενα γαρ λογον εὐεπεα λεγεις Λακεδαιμονιοισι , ἐθελων σφεας ἀπο θαλασσης τριων μηνων ὁδον ἀγαγειν
9999952 ἑβδομηκοστης
τριτον , και Οὐοπισκος Ἰουλιος , ἐπι της ἑβδομης και ἑβδομηκοστης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα σταδιον Δανδης Ἀργειος , Ἀθηνησι
παραλαμβανουσι την ὑπατειαν Γαιος Ὁρατιος και Τιτος Μενηνιος ἐπι της ἑβδομηκοστης και ἑκτης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα σταδιον Σκαμανδρος Μιτυληναιος
9999952 χαλεπως
νεοι των νεβρων οὑτως ἁλισκονται : οἱ δε ἠδη μεγαλοι χαλεπως : νεμονται γαρ μετα των μητερων και ἑτερων ἐλαφων
φορτικωτερος φαινεσθαι , χρωμενος ἀγροικῳ σοφιᾳ , προσηρμοσα ἀν οὐ χαλεπως ἑκαστον ὡν κατελεξα παθηματων ἑκαστῳ ὡν ὁ μυθος λεγει
9999952 ἐφιλησεν
, ἐαν λυπουμενος τυχῃ τις ὑμων , ἐκολακευσεν ἡδεως : ἐφιλησεν οὐχι συμπιεσασα το στομα ὡσπερ πολεμιον , ἀλλα τοισι
και των θεατων ἐπιφωνησαντων μετα κροτου οὐκ ἀπειθησας παλιν ἀνακλασας ἐφιλησεν . . . : Κηφισοδωρους δε και Εὐβουλιδας και
9999952 Ὀλυμπιακος
διχομηνις : ἡ σεληνη , ἐπει ἐν τῃ πανσεληνῳ ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων ἀγεται , και τῃ ἑκκαιδεκατῃ γινεται ἡ κρισις
: τηλοθεν δεδορκε : τουτεστι πανταχη βλεπεται και βοαται ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων . το γαρ δεδορκεν , ἀντι παθητικου του
9999952 αἰσχυνοιμην
θεων οὑτω διδοντων περιφανως ἀγαθα και φοβοιμην ἀν αὐτους και αἰσχυνοιμην ἀπολιπων ταυτα εἰκῃ ἀπελθειν . ἐγω μεν οὐν οὑτως
Ἀλλ ' οὐκ ἐρυθριᾳς παρασιτον σαυτον καλων ; Οὐδαμως : αἰσχυνοιμην γαρ ἀν , εἰ μη λεγοιμι . Και νη
9999952 ἐδοκουν
ἐλαττον ἐχαιρε συνων ἐνιοις αὐτων , μονοις ἐξισταμενος ὁποσοι ἀν ἐδοκουν αὐτῳ ὑπερ την της θεραπειας ἐλπιδα διαμαρτανειν . και
την ἐπιβουλην την ἐξ ἐκεινων ἐκκλιναι πειρωμενη . ὡς δε ἐδοκουν του τιμωρησασθαι τον λυμεωνα ἡκειν δευρο , ἐνταυθα ἡ
9999952 Θεμιστοκλης
τους πρεσβεις , ὡσπερ ἐπεσταλη , κατειχον , και ὁ Θεμιστοκλης ἐπελθων τοις Λακεδαιμονιοις ἐνταυθα δη φανερως εἰπεν ὁτι ἡ
ὑπερ του στρατοπεδου ὑστερον ἀφικνειται ἐς Ἐφεσον . και ὁ Θεμιστοκλης ἐκεινον τε ἐθεραπευσε χρηματων δοσει και μετα των κατω
9999952 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999952 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999952 βουλευσαιτο
' ἡμων πραχθηναι , τις ἀν περι τουτων νουν ἐχων βουλευσαιτο ; ἀλλα βουλευομεθα περι των ἐφ ' ἡμιν και
ἐξ ἑτερου ἀνδρος , ἱνα μη χωρισθεισης περι των αὑτου βουλευσαιτο καθαπερ προσηκεν , ἐπειθε δε μενειν φασκουσαν ἐξ αὐτου
9999951 ἐναλλαγην
ζῳδιῳ ἐν ᾡ ἐχει λογον , ποιει τον ἐχοντα την ἐναλλαγην ἐνδυναμον την ψυχην και ἀποτρεπει παντα ὀκνον και ῥαθυμιαν
ἐπιμονῃ ἡ προσεπαναδοσις , τῃ ἀντιληψει ἡ ἐφοδος κατ ' ἐναλλαγην και ἡ ἐπιτομη και ἡ παροδος και τα καλουμενα
9999951 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999951 συγγενες
πανυ γυναικες εἰς τας ἀλληλων πολεις ἐκδεδομεναι και δια το συγγενες και δια φιλιαν , αἱ τυχουσαι της ἐκ του
στερξομεν . εἰ γαρ Κορατιοις ἐλαττον κρινεται του καλου το συγγενες , οὐδε Ὁρατιοις τιμιωτερον φανησεται το γενος της ἀρετης
9999951 ἀφῃρουντο
στρατηγοι , εἰ τι εὑρισκοιεν των εἰρημενων μη ἀφειμενον , ἀφῃρουντο , οἱ δ ' ἐπειθοντο , πλην εἰ τις
αὐ κινδυνευοντες , ἁτε ἀσθενη και δεδουλωμενα : ὁμοιως δε ἀφῃρουντο την ἐπι τῳ εὑρειν [ τε ] χαραν και
9999951 πιστευσειεν
, : ῥαιον δ ' ἀν τις Ἡσιοδωι και Ὁμηρωι πιστευσειεν ἡρωολογουσι και τοις τραγικοις ποιηταις ἠ Κτησιαι τε και
ὡδε ἐπισκοποιμεν , τῳ ποτερως παιδι φιληθεντι μαλλον ἀν τις πιστευσειεν ἠ χρηματα ἠ τεκνα ἠ χαριτας παρακατατιθεσθαι . ἐγω
9999951 ἀπειργασατο
νους οὑτως : ἀλλ ' Ὁμηρος τῃ ἑαυτου ποιησει τιμιωτατον ἀπειργασατο τον Αἰαντα , ὁστις αὐτου πασαν ἀρετην τοις ἐγκωμιοις
εὐθυς ἀπηχθετο τοις ἀκουου - σιν , ἐπειτα διαβολην ἀν ἀπειργασατο κατα της πολεως οὐ την τυχουσαν . και γαρ
9999951 κολοιοι
φαυλα ὠνια ἐωνημενων . Τοτ ' ᾀσονται κυκνοι , ὁταν κολοιοι σιωπησωσι . Το σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον :
. Ἐνταυθα οἱ κωμηται ταραχθεντες ἐπιπηδωσιν αὐτοις ὡσει ψαρες ἠ κολοιοι : και ταχυ μεν ἀφαιρουνται τον Δαφνιν ἠδη και
9999951 πυκνως
ἐπεθυμησεν Ἑλληνων κληθηναι δεσποτης . ἐρασθεις οὐν ἐκελευσεν οἰκετην παρεστηκοτα πυκνως αὐτον ἀναμιμνησκειν των Ἀθηναιων , ἱνα μη λαθῃ των
σπαδονεσσιν ] σπασμασιν ἀλυων ] ἀδημονων δηθακις ] πλειστακις , πυκνως σκαιρει ] λακτιζει σπαιρει ] λιποψυχει , πηδᾳ ,
9999951 τυχοιεν
συνετοι δοκουντες εἰναι μονοι , και κατα τοπον τινα εἰ τυχοιεν ὀντες : διοπερ ὡς ἀτα - ξιαν τινα μονον
του ταυτα ἠσαν και πραττειν και ὁραν και καταδυντες ὁπῃ τυχοιεν ἑαυτους διεσωζον δεδιοτες , μη φανεντες ἑλκοιντο . πολυ
9999951 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999950 ἐτιθετο
τιθεσθε , τιθενται . Ἑνικα . Ἐτιθεμην , ἐτιθεσο , ἐτιθετο : πας ἐνεστως παθητικος τρεπων την μαι εἰς μην
παιδα και τις ἐρως ἐπῃει τον Περιανδρον , ἠδη σπουδην ἐτιθετο γνωρισαι την ἀνθρωπον ἡτις ἠν . και ἑως μεν
9999950 ἐξεδεξαντο
εἱμαρτο ἁλωναι : ἡ διπλη ὁτι ἐκ τουτου οἱ νεωτεροι ἐξεδεξαντο λευγαλεον τον διυγρον : ἐστι δε κατα κοινωνιαν στοιχειων
, πυρ και δικελλας αἰτων . τινες ἐκ του Τυφωνος ἐξεδεξαντο ἑνος των γιγαντων : τυφων : τεραστιος δαιμων .
9999950 φιλονεικια
ποιεισθαι : ὑστεριζοντες γαρ ἡττον προορωσι . τριτον ὀργη και φιλονεικια : ταραττομενοι γαρ ἡττον δυνανται φυλαττεσθαι παντα . στοιχεια
ἐπι Ἀφροδιτην και ὡροσκοπον , ἱνα γενηται ἡ στασις και φιλονεικια και ἀντιζηλια δια την πραξιν , και ἀπο Ἑρμου
9999950 ἱδρυσαντο
μεν ἐξελιπον , ἐν δε τῃ Θρᾳκιᾳ νησῳ τους βιους ἱδρυσαντο , κατασκευασαι τον Δαρδανον ἐνταυθα των θεων τουτων ἱερον
χωρει . και Διος Ἀσκληπιου νεων οὐκ ἀλλως οἱ τῃδε ἱδρυσαντο . ἀλλ ' εἰπερ ἐμοι σαφης ὁ διδασκαλος ,
9999950 ἀπεδειξεν
οὐσια δε ὡς πατηρ ἠ σιμος . Ἀρ ' οὐν ἀπεδειξεν αὐτος περι του την ἀντιφασιν μη συναληθευειν ; τουτο
κεκομισμενον ναυτικα και τετρακισχιλιας δραχμας και τουτων τα γραμματ ' ἀπεδειξεν . ἐν γαρ τῃ διοικισει , ὁτ ' ἐκ
9999950 ἐτρεφοντο
τους συνερχομενους ἐν αὐτῳ δικαστας . οἱτινες ὑπο των δημαγωγων ἐτρεφοντο , τριωβολον λαμβανοντες μισθον δικαστικον μετα το κριναι .
χειμωνος τραφησεσθαι . χειμωνος δε ἐπιγεγονοτος μυρμηκες μεν οἱς ἐπονουν ἐτρεφοντο , τοις δε ἡ τερψις ἐτελευτα προς ἐνδειαν .
9999950 μαθηματικη
, ῥᾳδιον ἐντευθεν καταμαθειν . οὐκ ἐστιν ἡ των Πυθαγορειων μαθηματικη τοιαυτη , ὁποιαν οἱ πολλοι ἐπιτηδευουσιν . ἐκεινη μεν
τοιαυτα , οὑτω , φησι , και περι μεγεθων ἡ μαθηματικη διαλεγομενη περι αἰσθητων μεν διαλεγεται , οὐχ ᾑ δε
9999950 ὡρμισαντο
ἐλαττω δε των κατ ' ἐμποριαν πλεοντων ἐπ ' ἀγκυρων ὡρμισαντο . την δε Τριπτολεμου δια του ἀερος λεχθεισαν πορειαν
πολεμιοις ἀφθονα παρα βασιλεως . τῃ δε προτεραιᾳ , ἐπειδη ὡρμισαντο , τα πλοια παντα και τα μικρα συνηθροισε παρ
9999950 ἀγνωμοσυνης
, μηδεν του πλησιον διαφερων . ἐνιοι δε ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἐπειδαν ἀπαιτῃ τον κοσμον ἐπιστασα ἡ Τυχη ,
ἱμερος τας Ἀθηνας δευτερα ἑλειν , ἁμα μεν ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἁμα δε πυρσοισι δια νησων ἐδοκεε βασιλεϊ δηλωσειν
9999950 κυριοι
στρατιωται εἰς ἑν ἁπαντες , ὁπλων τε και σημειων ὀντες κυριοι , Σικιννιου τινος Βελλουτου παροξυναντος αὐτους ἀφιστανται των ὑπατων
παντων ἠν ἀκυρος πλην της χλαμυδος , οἱ στρατηγοι δε κυριοι , ταυτα γαρ ἐδεδοκτο τῳ πεπομφοτι τους μεν ἐπιταττειν
9999950 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999950 ὠνομαζοντο
θαλαττῃ * . Αὑτη ἡ πολις το πριν και Ἐπιλευκαδιοι ὠνομαζοντο . Ἀκαρνανες δε στασιασαντες ἐλαβον ἐκ Κορινθου ἐποικους χιλιους
' ἐπιπρασκετο τα σκευη , της ἀγορας το μερος τουτο ὠνομαζοντο κυκλοι , ὡς Ἀλεξις ὑποδηλουν ἐοικεν ἐν Καλασιριδι ποι
9999950 ποιοτητοϲ
ὑπαρχουϲα και το ἀλιμον , πλειονοϲ δε μετεχον τηϲ ἁλυκηϲ ποιοτητοϲ ὑπαγει γαϲτερα , κραμβηϲ δε μαλλον εὐϲτομαχον ὡϲ ἀν
τηϲ δε δριμειαϲ και ζεουϲηϲ του χυμου κα - τακρατουϲηϲ ποιοτητοϲ τοιϲ ἐμψυχουϲι παραμυθουνται : και οὐδεν θαυμαϲτον και την
9999950 λιπαρα
ἀφωρισμενον ἐχουσιν ἑαυτοις . ἀλση γαρ και παραδεισους και πεδια λιπαρα οἱ πολιται ἐκτεμνοντες των ἰδιων κτηματων , ταυτα τοις
χλωρον , κνιδης φυλλα , ἀλθαιας , χαμαιμηλον , ἀσταφις λιπαρα , μελιλωτον , μελισσοφυλλον , σιον , κιτριου ὁ
9999950 ἀνεστησε
τε πολλοις ἐχρησατο , και χαλκους ἐλεφαντας ἀντι των σφαγεντων ἀνεστησε τεσσαρας . . . : Ἡ δε των ἐλεφαντων
ἐνεδρευων και ἀει τι ἐνοχλων ἀπο τε Περγαμου τον Σελευκον ἀνεστησε και ἀπο της ἀλλης Εὐμενους χωρας ἐξηλασε . Πολυξενιδᾳ
9999950 ἐμελλεν
Σικελου θυννου τεμαχος τμηθεν , ὁτ ' ἐν βικοισι ταριχευεσθαι ἐμελλεν . σαπερδῃ δ ' ἐνεπω κλαιειν μακρα , Ποντικῳ
τῃ Θεογονιᾳ ὁτι ἑν γενος ἐστι φιλονεικιας , και ὡδε ἐμελλεν εἰπειν ὁτι δυο εἰσι : και εἰπεν το οὐκ
9999950 ἀνδροφονοιο
Ἑκτορος : ἠλθε δ ' Ἀμαζων , Ἀρηος θυγατηρ μεγαλητορος ἀνδροφονοιο . Ὀτρηρης [ ] θυγατηρ ἐυειδης Πενθεσιλεια ? .
ὀπος ἐκλυον αὐδησαντος ἐχθρης ἐκ κεφαλης : ἀλλ ' Ἑκτορος ἀνδροφονοιο Τρωσι κελευοντος περιαγνυται , οἱ δ ' ἀλαλητῳ παν
9999950 μισθου
. . οὐδεν ἀπρατον ] διεβαλλετο γαρ ὡς ἡταιρηκως και μισθου λογους γραφων και δωροδοκων . . . . ὑπηρξατε
, φιλους και συγγενεις διδασκοντων : ὀψε δ ' ἠρξαντο μισθου διδασκειν , και πρωτος ἀνεῳξε γραμματοδιδασκαλειον Σποριος Καρ -
9999950 ἐβουλοντο
καταλυσαι , μικραν και εὐτελη προφασιν τοις στρατιωταις ἐς ἁ ἐβουλοντο της τυχης παρασχουσης . Μαισα ἠν τις ὀνομα ,
γεγονεναι , συνετους δε τινας και νομοθετικους . : οὐκ ἐβουλοντο οἱ παλαιοι Ῥωμαιων , ὠ Σηβωσε ἀνδρων ἀριστε ,
9999950 ἐκομισαν
καταπεισασα . . κραιπνοφοροι δε μ ' ἐπεμψαν αὐραι ] ἐκομισαν δε ἐμε ἐνταυθα αἱ ταχυταται πνοαι των ἀνεμων .
συμβολῃ το ἱππικον ἐτρεψαντο το ἐκ Θεσσαλιας . Φλιασιοι δε ἐκομισαν ἐς Δελφους Δια τε χαλκουν και ὁμου τῳ Διι
9999950 ὡροσκοπου
. ἀλλα τουτους μεν ἰσχυειν ὁλοκληρους ὁταν ὠσιν ἐπι του ὡροσκοπου , ἀφεστωτες δ ' ἀπ ' αὐτου κατα την
κυριος μη εὑ - ρεθῃ , τελευταιον παντων τον του ὡροσκοπου λαμβανομεν τῳ αὐτῳ τροπῳ ὡς φησιν : παντως δ
9999950 μεσοτητι
δει οἰκονομουμενη . ἀλλως : ἠθικη ἀρετη ἐστιν ἑξις ἐν μεσοτητι οὐσα παθων τε και πραξεων ὡρισμενη τῳ ὀρθῳ λογῳ
μητε την νεμεσιν ἀρετας εἰναι ἀλλα παθη ἐπαινετα τῳ ἐν μεσοτητι εἰναι . ἐστι δε ἡ νεμεσις λυπη ἐπι ταις
9999950 ἀποδεικτικη
ἐσται των καθ ' αὑτα ὑπαρχοντων ταις πασαις οὐσιαις και ἀποδεικτικη , εἰτε και ἡ αὐτη εἰη τῃ περι τας
πασων ἡ διαιρετικη , δευτερα ἡ ὁριστικη , τριτη ἡ ἀποδεικτικη , τεταρτη ἡ ἀναλυτικη . των δε τριων μονων
9999950 ἀπηγαγεν
. Βαγοραζος δε τον νεκρον του πατρος και της μητρος ἀπηγαγεν εἰς Περσας . ἑπτακαιδεκα δε νοθους υἱους ἐσχεν ὁ
Σιμμα καταδεηθεις αὑτωι δουναι την παρθενον εἰς γαμον ἐννομον , ἀπηγαγεν αὐτην εἰς Νινον , και γημας ἐγεννησε δυο παιδας
9999950 ἀφορμης
, ἀναλαβειν δε την ἀρχην την πατρῳαν δι ' ὀξυτατης ἀφορμης : ἐπιμελησεσθαι γαρ αὐτος ἐν ταις ναυσιν ὠν μηδενα
δια την τοιαυτην συνεμπτωσιν Τρυφων ἐν τῳ περι προσωπων αἰτιος ἀφορμης ἐγενετο τοις ἐθελουσι προς αὐτον ἀντιλεγειν , οὐ παραδεξαμενος

Back