οἰμαι , πεντεχαλκον προσλαβων . αἱ των ἑταιρων γαρ διοπετεις οἰκιαι : γεγονασιν ἀβατοι τοις ἐχουσι μηδε ἑν . βουλομαι
δ ' οὐσων ἀπο της ἀγορας ἀνοδων ἐς αὐτην , οἰκιαι πυκναι και ἑξωροφοι πανταχοθεν ἠσαν : ὁθεν οἱ Ῥωμαιοι
9999984 φερομενους
προσθειην δ ' ἀν τουτοις και τους ἐν ταις ναυσι φερομενους ἐμπορους τους τε ἐν τοις ἀλλοις εἰδεσι των βιων
φασι γενεσθαι : και γαρ λεγουσιν ὁτι ὁ Πεισιστρατος χυδην φερομενους τους Ὁμηρου στιχους ἠβουληθη συναγαγειν και διωρισε μισθον τινα
9999983 καθαιρον
ὑδατι διεις , εἰριῳ ἑλιξας , προστιθει . Ἑτερον χολην καθαιρον : σικυης ἐντεριωνην λειην τριψας , μελιτι φυρησας ,
μιξας και ἐλαιον ἀνθινον , κλυζειν . Φλεγμα και χολην καθαιρον : κοκκους κνιδιους ἑξηκοντα , μελι τε και ἐλαιον
9999983 βαινον
ἐβαιν ' ἐπι νηα παροιτατος . ὡς δε και ἀλλοι βαινον ἀριστηες , λαζοντο δε χερσιν ἐρετμα ἐνσχερω ἑζομενοι :
σωμα : οὑτω φησιν ἐργοις , οὐ λογοις : Ἐξελθε βαινον ἐκ σκοτους ὡς ἐξ ᾁδου , ἑκας βαλε σκοτωσιν
9999983 ἀναιρεσιν
Ὁ κατα ἀμφισβητησιν ἐχει ὁρισμον μεν του αὐτου πραγματος : ἀναιρεσιν δε του ἐναντιου καθ ' ἑκαστον κεφαλαιον : ἡ
ὁθεν και οἱ μεχρι τελευτης ἀριστευοντες και ὑπερ πατριδος εἰς ἀναιρεσιν αὑτους ἐπιδιδοντες δια ταυτην ἰσως την αἰτιαν ἐπανδρως ἀγωνιζονται
9999983 ἀναγκαζεται
, κωλυεται μεν αὐτος δι ' ἑαυτου τουτο πραττειν , ἀναγκαζεται δε προς των ἀρχοντων ἀνενεγκειν την γνωμην ἑνι των
χειλων διαπειρειν την βελονην το λοιπον του δερματοϲ ὀλιγοϲτον ὀν ἀναγκαζεται και βιαζεται ῥηγνυϲθαι , το δε πλειϲτον ἀποχωρειν το
9999983 πολυτελων
: ἐπι των εὐτελων . Καρικος ταφος : ἐπι των πολυτελων . Κακα τοι φαμα κακκεχυται . ταυτην ἀποθευ ἠ
, οἱον ἀπο στοων και λιμενων και ἀκροπολεως και ἱερων πολυτελων και ἀγαλματων . ἐπαινεσει δε μετα ταυτα και τας
9999983 συμβαινοντος
τοις αὐτοις παραλληλοις οὐσι και ἰσας τας ὡρας ἐχουσι τουτου συμβαινοντος παρα το ἠ προς τῃ ἀνατολῃ μαλλον κεισθαι και
πολυν σαλον και κλονον ἐγειρει και ἀνατρεπει : και του συμβαινοντος ἡ μηδεν αἰτια θαλαττα την προφασιν ἰσχει , φανερως
9999983 φερομεναι
ἀν τουτο συνεβαινεν , εἰ μη αἱ ἀπο του πυρος φερομεναι ἀκτινες ἐπ ' εὐθειας ἐφεροντο . ἐκφανεστατα δε τουτων
Τῃσιν ἐπιφοροισιν ὑποχονδριου ἀλγημα , κακον : και κοιλιαι ταυτῃσι φερομεναι , κακον : και το ἐπιῤῥιγουν ταυτῃσι κακον :
9999982 ἐπιστημονικον
μεν κατα την αἰσθησιν , οὐπω δε σαφες κατα το ἐπιστημονικον : παντως μεν γαρ αἱ δυο μειζους της λοιπης
μη ἡ ἐκμελεια παραπεμποιτο . Οὐδ ' ἀν τι ἀλλο ἐπιστημονικον γενοιτο εἰ μη τοὐναντιον ἀνεπιστημον του ἐπιστημονος , ἀλλα
9999982 ἀκοντιον
κατα νωτου τον ἀνθρωπον . . ξυστον : δορυλλιον , ἀκοντιον . . . . . Ἀρριανος : τα σημεια
οὐκ ἐβαλον αὐτον , ἀλλα δια το μηδενι ὑπο το ἀκοντιον ὑπελθειν : ὁ δε νεανισκος οὐδεν περισσον τουτων ἁμαρτων
9999982 ἀναλισκουσιν
διατετελεκασιν , εἰκοτως οἰμαι : ἐκ γαρ των ἀλλοτριων ῥᾳδιως ἀναλισκουσιν , ὡστε και τους συνερουντας ὑπερ αὑτων και τους
του ἐδεσματος , ἀλλ ' οὐδε προσεχοντα τοις συνδειπνουσι πως ἀναλισκουσιν : ἐνθεντα δε εἰς το στομα συν τῳ κελυφει
9999982 ἀπολεμον
. οἰμοι : τιν ' ὀψιν τηνδε δερκομαι ταλας ; ἀπολεμον , ὠ παι , πολεμον ἐσπευσας τεκνοις . τι
εἰρηνην και ἀπο του θνητου και πεφυρμενου στρατοπεδου προς τον ἀπολεμον και εἰρηναιον λογικων και εὐδαιμονων ψυχων βιον θειον .
9999982 ἀναγκαιων
και καταπτωσεις αἰφνιδιους και ἡγεμονικων τοπων ἠ νευρων ἀλγησεις και ἀναγκαιων προσωπων θανατους . Κρονος μεν οὐν και Ἡλιος ἀσυμφωνοι
ἀνδρων των ἀλφηστων και των φρονιμων και των ἐφευρετων των ἀναγκαιων πραγματων ἀγαν παχυνθεις , ἠτοι πολυς και μεγας γενομενος
9999982 καθαιρεται
προσθετων , ὁσα τε δριμεα ἐστι και ὑφ ' ὡν καθαιρεται αἱμα , και των ποματων ἁσσα ὑστερας καθαιρει .
ὑδατος κοτυλην ἐπιχεας , ἐνειναι ἐς την ἑδρην , και καθαιρεται . Ἠν το στομα των ὑστερεων σκληρον γενηται ὑπο
9999981 καθαιροντες
καλειται παρ ' αὐτοις ζυγον , ᾡ και οἱ τοτε καθαιροντες τον ἀνδρα τελευταιῳ των περι τους καθαρμους νομιμων ἐχρησαντο
τους ἐφορους του σωματος θεους και δαιμονας ἀγαθους : οἱον καθαιροντες αὐτο ἀπο κηλιδων παλαιων ἠ νοσων ἀπολυοντες και ὑγειας
9999981 κατεχοντα
αὐτου : γραφουσι γαρ αὐτον παιδιον πτερα ἐχοντα και λαμπαδα κατεχοντα . και παιδιον μεν ὡς νεον και ἀγηρατον και
χρονον , ὑπο κορεων και σητων ἡμιβρωτα , δια χειρος κατεχοντα . εὐθυς μεν οὐν μολις με προσειπε , ζημιαν
9999981 διαφορος
ἡ γενικη προς την ἰδιαν εὐθειαν , οὐδε ἡ κλητικη διαφορος γεγονεν : ἐν δε τοις ἑνικοις ἐπειδη οὐκ ἐστιν
ἡ ἀπο θατερου εἰς θατερον κινησις των τρεχοντων τῃ σχεσει διαφορος : οὑτω δε και ἡ ἀπο των ἀρχων ἐπι
9999981 παρακελευεται
πειθεσθαι , αὑτῳ δε προσεχειν τον νουν , και ἐσθιειν παρακελευεται τα και τα , οὐδεν ἀποδεων του παρα Δαμοξενῳ
, ἁς πρωτας ἐν ἑαυτῳ δεικνυς συντρεχουσας ὁ φιλοσοφωτατος αὐτοκρατωρ παρακελευεται και ἡμιν ἐν γηρᾳ γουν ἀκολουθησαι νεοτητι φιλοσοφουσῃ και
9999981 ἀπολαυουσιν
, τοις ὀλιγοις χρωμεθα , πεπεισμενοι γνησιως ὁτι ἡδιστα πολυτελειας ἀπολαυουσιν οἱ ἡκιστα ταυτης δεομενοι , και ὁτι το μεν
καλων τοπων ἱσταμενοι τυχωσιν : των μεντοι ἰδιων τεκνων οὐκ ἀπολαυουσιν : ἠ γαρ ἀει τελευτωσιν οἱ γεννωμενοι ἐν τουτῳ
9999981 κανονιον
ἐλαχιστου , ὁν ὑποδειξει τροπον . Το δε ἑτερον βραχυ κανονιον ἐπι στιχους μεν ἐστιν ιβ σελιδια δε παλιν τρια
ἑξηκοστων μεθοδου προχειρως λαμβανωμεν , ὑπεταξαμεν τοις προκειμενοις κανονιοις ἀλλο κανονιον βραχυ περιεχον τους τε της παροδου της κατα τον
9999981 διεγειρεται
λυσσῃ : μανιᾳ του ἐρωτος , πυρωθεις . Μαινεται : διεγειρεται μανικως , ἐρχεται , ἐγειρεται , ὁρμᾳ , μανικως
: ἠχη δε κτυπωδης των τε τυμπανων και των κυμβαλων διεγειρεται . Οὐδαμως γαρ οὑτως ἐπι τοις αἰγιαλοις της Θρᾳκικης
9999981 ἀτελεστον
μυθον ἐειπες : πως ἐθελεις ἁλιον θειναι πονον ἠδ ' ἀτελεστον , ἱδρω θ ' ὁν ἱδρωσα μογῳ , καμετην
. ἐμοι δ ' ἐγχειρουντι λεγειν ἀπεραντον ἡμερων πληθος ἐπιρρυεν ἀτελεστον ὁμοιως ἑξει τον καταλογον . οὐδε γαρ ἑστηκεν αὐτου
9999981 πονηριας
ὑπο παντος πονου , πασης ὑβρεως ἀνεπαφον , πασης ἀναισθητον πονηριας , ἀθλητην ἀθλου του μεγιστου , του ὑπο μηδενος
εἰ τι ἐλεγον ὑγιες , οὐκ ἀν κατα της ἐκεινου πονηριας παρειχοντο μαρτυρας , ἡς οὐδεν μοι προσηκει φροντιζειν ,
9999981 κατελθοντος
την ἐν Σικυωνι ἀρχην ἐσχεν . Ἀδραστου δε ἐς Ἀργος κατελθοντος Ἰανισκος ἀπογονος Κλυτιου του Λαμεδοντι κηδευ - σαντος ἐλθων
ὑπο της πεινης , ἀλλοτε δε ὑπο ἀλλοις συμβαμασι . κατελθοντος οὐν ποτε των καιρων ἐκ του οὐρανου πυρος ἐπι
9999981 κομιζομενον
μετεσχηκοτα και τεθεαμενον θεον τον αὑτου νεων τον ἐν ἀστει κομιζομενον μετα την ἐξω τειχους διατριβην την κατα νομον .
της ἀκτης το ἀνθος . καρυοφυλλον το ἐκ της Ἰνδιας κομιζομενον . κονια ἠτοι ἡ στακτη ὀνομαζομενη . κισσανθεμον ἠτοι
9999981 λυθεντος
Ἑκαβης ὠδινες ὀνειρων , ληγει δ ' ἀμβολιεργον ἐτος πολεμοιο λυθεντος . τοιος ἀριστηων λοχος ἐρχεται , οὑς ἐπι χαρμην
οὑτος ἀπεκτεινε μονος ὑποστας και ἀλλους πολλους και ἀγαθους . λυθεντος δε του πολεμου τας χαριστηριους θυσιας ἀποδοντες οἱ Κυμαιοι
9999981 ἀποντα
τους πολλους , και του δοκειν παροντα μεν ἀπειναι , ἀποντα δε παρειναι , και του μη τα των πολεμιων
οὐκ ὠν κακος τουτο ποιησει . ἐγω δε σε και ἀποντα φιλειν εἰχον ἐν τῳ σῳ παιδι και προσαγων τῳ
9999981 παραδεχεσθαι
δε κατα διανοιαν ἀληθειαν : ἁρμοζει γαρ διανοιᾳ μεν μηδεν παραδεχεσθαι ψευδος , ἑρμηνειᾳ δε μηδεν ἐμποδιζειν των εἰς την
τῃ ἀποτεξει και πλειστον προσανευρυνεται μεχρι του και χειρας τελειων παραδεχεσθαι . κατα μεντοι την φυσιν τρυφερον ἐστι και σαρκωδες
9999981 πολεμιους
και διεκαρτερουν πανταχοθεν κατατιτρωσκομενοι , βλαψαι δ ' οὐδεν τους πολεμιους δυναμενοι . ἠδη δ ' αὐτων καταπονουμενων ἀνελπιστως ἐπιφανεντες
και ἀβαθη ποιησαι την φαλαγγα ταχυ γαρ που συμβαινει τους πολεμιους διαρρηξαντας αὐτην διοδον ποιεισθαι , και μηκετι παρα κερας
9999981 παραδοξον
την Ἀττικην . οἱ δε στρατηγοι των Ἀθηναιων δια το παραδοξον της πραξεως καταπλαγεντες τους τε σαλπικτας μετεπεμποντο και σημαινειν
και διαιτῃ και τῳ λοιπῳ βιῳ , θαυμαστην και ὁμολογουμενως παραδοξον ἐνδεικνυνται την καταστασιν της ἑαυτων πολιτειας . Πατριδας οἰκουσιν
9999981 βλαπτουσιν
ἐχουσι τινα ἱδρωτα βλαπτικον , και ἐπειδαν ἁψωνται ἀνθρωπου , βλαπτουσιν . Ἐντρεφεται : ἐμφυεται . βαιος : ὀλιγος .
διατιθεμενοις ἠ καθυπερτερηθωσιν ὑπο της των ἐναντιων αἱρεσεως , ἡττον βλαπτουσιν , μη οὑτω δε τυχοντες σφοδροτεραν την βλαβην ἐμποιουσιν
9999981 κατασκευαζομενον
, ἐπιφορα δε [ συμπερασμα ] το ἐκ των λημματων κατασκευαζομενον ἀξιωμα . οἱον ἐν τουτῳ τῳ λογῳ εἰ ἡμερα
. εὑρειν δ ' αὐτον και το ἐκ της κριθης κατασκευαζομενον πομα , το προσαγορευομενον μεν ὑπ ' ἐνιων ζυθος
9999981 γιγνομενοις
' , ἐφη , και ταυτα πανταπασιν ἐοικεν ἀνθρωπων ἑνεκα γιγνομενοις . Το δ ' , ἐπειδη και τουτο φανερον
ἀθροιζεσθαι [ λιθων ] πλησιον αὐτου , μαλλον ἐπι τουτοις γιγνομενοις ὁρωντα τερπεσθαι και μεγαλαυχεισθαι , νομιζοντα της μουσικης ἡκειν
9999981 ἀποθνησκουσιν
ἐμπειροι φευγουσιν . οἱ δε ἀνδριζομενοι κατα τα πολιτικα μενοντες ἀποθνησκουσιν , ὁπερ κἀπι τῳ Ἑρμαιῳ συνεβη . οἱ μεν
ληφθωσιν ὑπο νουσηματος τινος ὑπερ τεσσαρακοντα ἐτεα , οὐ μαλα ἀποθνησκουσιν . Ὁκοσα δε των σωματων συγκρησιν λαμβανει πυρος του
9999981 ἀφανους
, σιτου , καρπου , ἐνοικιου , ἀδικιου , φορας ἀφανους , μεθημερινης . ἀμφισβητησις , παρακαταβολη , διαμαρτυρια ,
θεοι και τῃ αἰσθησει προετειναν εἰς ἐνδειξιν και αὐτοι της ἀφανους και νοητης και ἑνιαιας και ἀπορρητου παντελειας . Οὐκουν
9999981 παιωνικον
ἰαμβικα διμετρα : το εʹ ὁμοιον ἑφθημιμερες : το ζʹ παιωνικον τριμετρον ὑπερκαταληκτον ἐκ παλιμβακχειων και κρητικου : το ηʹ
: ἰδιως δε ἐπηνεγκεν αὐτῳ τους τροχαιους . το ιαʹ παιωνικον διμετρον ἀκαταληκτον . το ιβʹ ἀντισπαστικον διμετρον βραχυκαταληκτον .
9999981 κατεσθιουσιν
, βλιμαζοντες , ἀντι του κακουντες . ἀποτιλλουσι γαρ και κατεσθιουσιν . οὑτοι δε οὐ μονον ὑμας ἑψουσιν , ἀλλα
[ δαρδαπτουσιν / ] ] ⌈ κατεσθιουσι . / [ κατεσθιουσιν . ] την ψυχην ] το αἱμα . ἰστεον
9999981 διειναι
δε και σιλφιου ὀπον ὁκοσον ὀροβον , και ὀριγανον τριβων διειναι οἰνῳ λευκῳ , και οὑτω πινειν νηστις : ἐπιπινετω
, ἠν δυστοκεῃ . Ἑτερον : κονυζης ὁσον χειρα πλειην διειναι πρασου χυλῳ , και νετωπον ξυμμιξας ὁσον χηραμιδα ,
9999981 ἀναγοντες
ἀκουουσι τον λογον , την των θεων φυσιν εἰς πυρ ἀναγοντες . ὁτι δε καθ ' ὁν καιρον ἡ Θετις
ὠ καλλιστος μεν αὐτοι χορος τῳ πατρι , πολλους δε ἀναγοντες παρα ἀνθρωπων , χοροποιοι μακρῳ παντων ἀριστοι , και
9999981 τοιουτοτροπον
ὁμου τι : “ μη παρεχε μοι πραγματα . ” τοιουτοτροπον τι . μανθανω . τουτων τινα ὀπτεον ἀν εἰη
, τους δε χρηματιουμενους , τους δ ' ἀλλο τι τοιουτοτροπον αὑτοις ἐξεργασομενους . παντα γαρ ἠδη δια τουτου ἐπρασσετο
9999981 παραδοντων
πολεσιν ἐκειναις . ἡμεις δε ἀν ἀπολαβωμεν το πρωτειον ἀμαχει παραδοντων αὐτο των Νικαεων , ποτερα ληψομεθα τους φορους ,
και του παντελους ἀνδραποδισμου της πολεως , και της των παραδοντων σφας Λακεδαιμονιοις οὐχ Ἑλληνικης γενομενης δια Θηβαιους σφαγης ,
9999981 πολυτελους
παρεμειναν δ ' αὐτῃ και μεχρι θανατου , και ἀποθανουσαι πολυτελους ταφης ἠξιωθησαν και τιμης ἐτυχον . Κλεοπατραν γαρ Καισαρ
κορυφας τινας ἀπορραγηναι τινες μνημονευουσιν . εἰσι δε λατομιαι λιθου πολυτελους του μεν Ταιναριου ἐν Ταιναρῳ παλαιαι , νεωστι δε
9999981 Κρησιν
, οὐτε γυναικα ἑξειν αὐτην ἐτι ἐφασκε και προσεταξε τοις Κρησιν ἐκβαλλειν της νεως : ἀποθανουσαν δε ἀπερριψεν ἐς την
. ΓΛΥΚΙΝΑΣ ὁ δια γλυκεος οἰνου και ἐλαιου πλακους παρα Κρησιν , ὡς φησι Σελευκος ἐν Γλωσσαις . ΕΜΠΕΠΤΑΣ ,
9999981 ἀποβαλοντα
συνετος εἰναι . Χαριεν οὐν μη Σωκρατει παρακαθημενον λαλειν , ἀποβαλοντα μουσικην τα τε μεγιστα παραλιποντα της τραγῳδικης τεχνης .
την κεφαλην και την οὐραν ἀποδερειν και τα ἐντος ἁπαντα ἀποβαλοντα πλυνειν τρισιν ὑδασιν , κἀπειτα ἑψειν μεθ ' ὑδατος
9999981 καταλυσαντες
εἰ δουλευειν τοις ἰδιοις ἐκγονοις δυσανασχετουμεν , ἀλλ ' οἱ καταλυσαντες αὐτας ἀρχηθεν και ἐργῳ ἐπιχειρησαντες ἀθεμιτῳ κρειττω ποιησαι του
θʹ . την δε της διαιτης της τοιαυτης σκληροτητα ὑστερον καταλυσαντες οἱ Λακωνες ἐξωκειλαν εἰς τρυφην . Φυλαρχος γουν ἐν
9999981 μακροτερον
και τελειος ἀριθμος : δι ' ἡν δε αἰτιην , μακροτερον ἀν εἰη ἐπι του παροντος διεξελθειν : θεωρειν δε
παιδευματα και διδαγματα ἀνδρεια και βασιλικα , ὑπερ ὡν ἰσως μακροτερον του νυν ἐπεξιεναι . πλην ὁτι γε την αὑτου
9999980 παρατηρειν
ποιειν ἀναγκαζεσθαι , ἠ τι τοιουτον : τουτο γαρ μονον παρατηρειν ἀξιος εἰ ἐπι τῳ αὐτῳ πραγματι : ποιησαι τι
, και το προδυνον ὁ ἐστιν Ϛʹ ἀπο του ὡροσκοπου παρατηρειν και τους κακωτικους των ἀστερων πως ἐσχηματισμενοι προς αὐτα
9999980 εἰθισμενοις
ἱνα μη παντελως Βοιωτιοι φαινησθ ' εἰναι τοις διασυρειν ὑμας εἰθισμενοις , ὡς ἀκινητοι νυν εἰναι βοαν και πονειν μονον
του πολεμου συμβησομενων δυσχερων τοις ὑπερ ὑμων τα βελτιστα λεγειν εἰθισμενοις ἀναθειναι βουλονται . ἡγουνται γαρ , ἀν μεν ὑμεις
9999980 τροπικων
δε χωρησαντα ὑπο γην . και του μεν ἑτερου των τροπικων ἐφαψαμενον βραχυτατην ποιειν την ἡμεραν , μακροτατην δε την
δυο μαλιστα δωδεκατημορια περιεχουσων διαστασεων τα ἑκατερωθεν ἁμα ἠτοι των τροπικων ἠ των ἰσημερινων σημειων : και τουτων γαρ τα
9999980 μαινομενοις
εἰη γινωσκων ὀργην ἡντιν ' ἑκαστος ἐχει . ἐν μεν μαινομενοις μαλα μαινομαι , ἐν δε δικαιοις παντων ἀνθρωπων εἰμι
ὡς μη δει συμβουλευοντας κρινετε ; ἠ τοις τοιουτοις ὡς μαινομενοις οὐκ ἐπιτρεπειν συμβουλευειν προσηκει ; εἰ δε μητε τους
9999980 προσῳδιαν
και το ἀποπρο βατε οὐ λαμβανει την της μεσης συλλαβης προσῳδιαν ὀξειαν , ἀλλ ' ἐπι την τεταρτην συλλαβην μεταβεβηκεν
. Πεμπτος τροπος των παρα την λεξιν σοφισματων ὁ παρα προσῳδιαν . γινεται δε ὁταν ὁ τονος , προς ὁν
9999980 κατεχοντων
ἠ ῥοιων , το ϲαρκωδεϲ και ϲκληρον ἀποπτυετωϲαν . μη κατεχοντων δε την τροφην ϲικυαν ὡϲ μεγιϲτην κουφην τῳ ϲτομαχῳ
ἡς ἐν τῃ χειρουργιᾳ προεπιπτεν ὁ διδυμος , χαλασθεντων των κατεχοντων αὐτον και περιειληφοτων ἀγγειων , συν οἱς και ὁ
9999980 προσποιησιν
ἐλθε . δηθεν ὡς δη Θουκυδιδης φησι : τουτο δε προσποιησιν ἀληθειας ἐχει , δυναμιν δε ψευδους . λαμβανεται δε
ξυνοντας : το ξυνοντας ἀπο κοινου προς το λυπηρους ἀκουστεον προσποιησιν τε ξυγγενειας τισι : οἱ ἐπειτα ἀνθρωποι τους τοιουτους
9999980 οἰκειοτερον
ἐκ δυναμενου ἠ ἀλλην τινα ἐχων λυπην , οἱ δε οἰκειοτερον πως διατιθενται προς το πραγμα και τροπον τινα ὑπομενουσι
ἀλλ ' ἀοριστως προηκται . εἰθ ' οὑτος Νεοπτολεμος ] οἰκειοτερον τουτο προς αὐτον το παραδειγμα . και γαρ τοι
9999980 οἰμος
, : . . . μια γαρ και ἡ αὐτη οἰμος κατα τον Αἰσχυλον εἰς Ἁιδου φερουσα . . .
ᾠδης : ὁθεν κυριως προοιμιον το προ της οἰμης . οἰμος ὁδος : ὁθεν και τους κυκλῳ της ἀσπιδος ,
9999980 καλλινικον
σε δακρυοις στενω , πρεσβυ , και τεκεα και το καλλινικον καρα . ἑκαστερω προβατε , μη κτυπειτε , μη
ἐδοξασεν ἀνακηρυξας κατα τα Πυθια : ἀνεκηρυξε γαρ ὑπερ το καλλινικον ἁρμα του Ἱερωνος ὁ κηρυξ οὐσαν αὐτου πατριδα .
9999980 ἀποκτειναι
δικαιοις και τινας ὑμιν διδωμι χαριτας : ἐγω Τυρρηνων οὐτε ἀποκτειναι τινα προθυμος εἰμι οὐτε φυγαδα ποιησαι της πατριδος οὐτε
ἀπο των νεων ὡς εἰσιν Ἀργειοι , και ἀνδρας αὐτων ἀποκτειναι και το Παλλαδιον ἁρπασαντα οἰχεσθαι , Ἀθηναιον τε ἀνδρα
9999980 πινοντα
ἐν ὡρῃ ἐν κλινῃ μαλακῃ κατακειμενον , ἐμπλεον ὀντα , πινοντα γλυκυν οἰνον , ὑποτρωγοντ ' ἐρεβινθους : τις ποθεν
ἐκλανθανεσθαι δεον της ἀρετης οὐδε των εὐκλεων πραξεων , οὐτε πινοντα οὐτε ᾀδοντα , τον γενναιον ἀνδρα και βασιλικον ,
9999980 κοινους
λογου . Ῥυθμιζομεν οὐν τας γνωμας αὐτων νομους τε τους κοινους ἐκδιδασκοντες , οἱ δημοσιᾳ πασι προκεινται ἀναγιγνωσκειν μεγαλοις γραμμασιν
μαθηματα συντεινει . παντων γαρ τουτων διδασκαλους τε εἰναι δει κοινους , ἀρνυμενους μισθον παρα της πολεως , και τουτων
9999980 ἀπολυειν
. Ἠ παλιν πειρατεον τους ἑβδομαδικους κυκλους εἰς μθʹετηριδας καταξαντας ἀπολυειν ἀπο του ἀφετου ἀνα μιαν , και εἰς οἱον
το ἑξης ἀλλ ' ἀνωφερως , ὡς ἐπι το μεσουρανημα ἀπολυειν : και ὁπου δ ' ἀν καταληξῃ , ὁ
9999980 εὐμενους
ἀντι γαρ τυφλου ἐξωμματωται και λελαμπρυνται κορας , Ἀσκληπιου παιωνος εὐμενους τυχων . Λεγεις μοι χαραν , λεγεις μοι βοαν
δικης του [ ὀβριμωτατου ] στρατηγου ? ? ? ? εὐμενους . εἰης πολυχρονιος [ ] , ἀφθονος [ ]
9999980 παρανομιαν
, μηνυσαι γε παντως ὠφειλε τους ληιστας και ἐπεξιεναι την παρανομιαν . τον δε ταυτα μη πραξαντα κατα τον νομον
ὡς ἀγαθοι και σωφρονες ἠσαν , οἱτινες ἐξωστρακισαν Κιμωνα δια παρανομιαν , ὁτι τῃ ἀδελφῃ τῃ ἑαυτου συνῳκησε . Καιτοι
9999980 καρτερικον
ἐξεταστης , ἐπιμελητης , φροντιζων . το ταλαιπωρον ] το καρτερικον , το ὑπομενειν , τλητικον . και το ταλαιπωρον
ῥωμη δε ἀνδρειᾳ , ὡς ἐν αὐτῃ το εὐτονον και καρτερικον ἐν τοις πονοις του σωματος ἐχοντος , εὐαισθησια δε
9999980 κτειναι
ἀνυποπτον και † του ὀμνυειν . Ἁρμοδιος γαρ και Ἀριστογειτων κτειναι θελοντες Ἱππαρχον τον τυραννον , ἐν μυρτοις το ξιφος
ἐμεθεν περιδωσομαι αὐτης , αἰ κεν ς ' ἐξαπαφω , κτειναι μ ' οἰκτιστῳ ὀλεθρῳ . ” την δ '
9999980 ξυλινον
. Γομφοισιν : ἡλοις , καρφιοις : γομφος κυριως το ξυλινον καρφιον παρα το κοπτω κεκομμαι κομφος και γομφος .
Περσαι και ὁ ἀλλος ὁμιλος , ὡς κατεφυγον ἐς το ξυλινον τειχος , ἐφθησαν ἐπι τους πυργους ἀναβαντες πριν ἠ
9999980 πολεμικων
: τοις Λακεδαιμονιοις . των ἐς τον πολεμον : των πολεμικων . ἀσκησιν . . . δημοσιᾳ παρειχε : ἠτοι
ἀπαγγελλομενον ἐκπληξις : ὑπο γαρ ἐμφυτου δειλιας και ἀπειριας των πολεμικων ἀναπεπταμενοις μεν τοις ὠσι , τεθορυβημενοις δε τοις ὀφθαλμοις
9999980 πολυτελεις
φασι , χειμωνι * * * . τις οὐν τας πολυτελεις ἁλουργιδας , τις τα διαφανη και λεπτα θεριστρα ,
μελλετε κατοικειν , τι ὡδε ὑμεις ἑτοιμαζετε ἀγρους και παραταξεις πολυτελεις και οἰκοδομας και οἰκηματα ματαια ; ταυτα οὐν ὁ
9999980 βασανους
φαινομαι τοινυν ἐγω μεν διωκων ταυτα και τα πραγματα εἰς βασανους ἀγων , οὑτος δε ἐπι διαβολας και λογους καθιστας
και μικρας ἐργασιας δια την εὐτελειαν σημαινει : δουλοις δε βασανους δια τον ἱμαντα και την ταυρειαν . χιμαιρεια δε
9999980 παραγενομενοι
μετελευσιν ἐπι τας των ἀγαθοποιων ἠ κακοποιων ἀκτινοβολιας ἠ μοιρας παραγενομενοι αἰτιοι ἠ ἀγαθων ἠ φαυλων καθιστανται , ὁτε δε
. προθυμως δε του δυναστου συγχωρησαντος , οὑτοι μεν συντομως παραγενομενοι προς τον Καιπιωνα ῥᾳδιως ἐπεισαν δουναι σφισιν αὐτοις την
9999980 παραδιδοται
, και ἁμα και αὐτος τα κατω τραγωδη και λασια παραδιδοται ἐχειν . και το λαγωβολον δε του αὐτου ἑνεκεν
πολιτευεσθαι γαρ ἠδη και ἀρχειν και τα κοινα πραττειν ἀξιων παραδιδοται , και την ἀπαρσιν ἐκειθεν πεποιημενος δια το μηδεμιας
9999980 βροντων
κατα το μυθικον ἡ τα μελη του σωματος ὑπο των βροντων διασαλευσασα , ἠ κατα το φυσικον ὁτι σειει τα
οὑτως συνελθε μοι . και εἰ μεν συγγινεται σοι μετα βροντων και κεραυνων , τῳ ὀντι ὁ Ζευς σοι συγγινεται
9999980 ἐπινικον
και τον Ἀπολλωνα ἐν ᾡ δει καιρῳ ὑμνησω και τον ἐπινικον πληρωσω . το δε χορευων ἀντι του μετα χορου
ὁμοιον τῳ : τις σας παρηειρε φρενας . Γραφει τον ἐπινικον Ἱερωνι νικησαντι κελητι την εἰκοστην ἑκτην και εἰκοστην ἑβδομην
9999980 παραλαμβανεται
, ὁϲα προϲ την ἰατρικην ἠ ὑγιεινην χρειαν ἐξ αὐτων παραλαμβανεται . καθολου τοινυν χρη γιγνωϲκειν ὡϲ καλλιϲτη ϲαρξ ἐϲτιν
μαλιϲτα νοϲημαϲιν ἁρμοζει ὡϲ ἐπιπαν και προ του ϲιναπιϲμου δε παραλαμβανεται εἰϲ το παραϲκευαϲαι το ϲωμα τῳ ναπυι , και
9999980 ἀπολαμβανεται
Ἀετου ἁπτεται της αὐτης ἁψιδος , ὁ δε προηγουμενος ἐντος ἀπολαμβανεται , ὁμοιως δε και ὁ προηγουμενος λαμπρος των ἐν
λʹ ὀντος το εʹ ἑῳον δυνει . Ὁσα των ἀστρων ἀπολαμβανεται ὑπο του ζῳδιακου κατα τας δυσεις ἐπι τα προς
9999980 ἀκουστον
ἁμιλλαν ἐξιων . το δ ' ἠν ἀρ ' οὐκ ἀκουστον οὐδ ' ἀνασχετον , σιγαν κλυοντα δεινα προς κακιονων
τροπον το μεν ὁρατον ὁρασει ληπτον ἐστι , το δε ἀκουστον ἀκοῃ γνωριμον ἐστι , το δε ὀσφρητον ὀσφρησει ,
9999980 πρεποντων
τελειου τε και ὀργανικου ἠ τεχνη πρεποντων τε και μη πρεποντων ἐν μελεσι και ῥυθμοις συντεινουσα προς ἠθων κατασκευην .
νομισθηναι και μη τα τοις δουλοις προσηκοντα των τοις ἐλευθεροις πρεποντων δυνασθαι πλειον . Καιτοι τι μειζον εἰποι τις ἀν
9999980 σαλον
κασιγνητος τε Πολυδευκης ὁδε . δεινον δε ναυσιν ἀρτιως ποντου σαλον παυσαντ ' ἀφιγμεθ ' Ἀργος , ὡς ἐσειδομεν σφαγας
ψοφωι τας φωνας ποιειν , νυκτος δε † φαινεσθαι τον σαλον αὐτων και τον ἠχον . . . , .
9999980 παραδειγματος
των συμφορων ἡττηθεντες ἐτραχυνθησαν προς αὐτον . και μοι του παραδειγματος ἐνταυθ ' ἀναμνησθητι του των ἡνιοχων . ταχ '
ψυχικη ἀπο της νοερας προεισιν , ὡς εἰκων ἀπο του παραδειγματος . Οὑτω γαρ και οἱ τοις διωρισμενοις νοημασι τε
9999980 ἀπειριτον
καματων , ἁλις ἐπλετο μοχθων , ὡν ἱκομην ἐπι γαιαν ἀπειριτον ἠδε ποληας Αἰγυπτῳ Λιβυῃ τε βροτοις ἀνα θεσφατα φαινων
Χησιας εὐπατερεια τεκεν φιλοτητι μιγεισα , Ὠκυροην , ᾑ καλλος ἀπειριτον ὠπασαν Ὡραι : ταυτης οὐν ἐρασθεντα Ἀπολλωνα ἐπιχειρησαι ἁρπασαι
9999980 πολυτελει
ἐστιν ἐπιστολων , παντως αὐτῳ δηλουν εἰ τινι συμπεριενεχθειη δειπνῳ πολυτελει , τα ὁμοια κἀκεινου ἀντιπροπινοντος αὐτῳ . ἑκατερων οὐν
το δε κενον δυσποριστον , οἱ τε λιτοι χυλοι ἰσην πολυτελει διαιτῃ την ἡδονην ἐπιφερουσιν , ὁταν ἁπαν το ἀλγουν
9999980 παρακειμενης
νευρον ἐν ἑαυτῳ περιεχον αἱματος ἐπιρρυτου τινος ἐξωθεν ἐκ της παρακειμενης φλεβος της ἀληθινης αἱματος ἑτερου , ἀλλ ' ἱκανον
πελαγων μεγαλους κολπους και βαθεις ἀναξηρανθεντας ἠπειρωσθαι και γεγενησθαι της παρακειμενης χωρας μοιραν οὐ λυπραν σπειρομενους και φυτευομενους , οἱς
9999980 καταντιον
μεσσον ἀυτεεν . Ὁς δε μιν οὐ τι ταρβησας οἰμησε καταντιον : ἀμφι δε πολλη ποσσιν ὑπ ' ἀμφοτερων κονις
πολιν και ἠθεα λαων . Τοις δ ' ἀφαρ ὠμαρτησε καταντιον ἐρχομενοισι κουρη ὁμογνητη μεγαλοφρονος Αἰηταο , Ἠελιου θυγατηρ :
9999980 διανοητικον
ζην τελους δοτεον , ἑτερον ἀν εἰη το μετα το διανοητικον δευτερον : και οὐδ ' ὡς το περι την
νοσηματωδη και παρα ὁλην την φυσιν και περι αὐτο το διανοητικον της ψυχης μερος και περι το παθητικον ὡς ἐν
9999980 παραλαμβανομενον
. ἀκρωϲ δε ὠφελει τουϲ ἐπιληπτικουϲ καϲτοριον μετα τινα καθαρϲιν παραλαμβανομενον ἐπι ἡμεραϲ ε ἠ πλειοναϲ ⋖ α μετα μελικρατου
. προς οἱς και ἀντωνυμια ἐστιν το ἀντ ' ὀνοματος παραλαμβανομενον και ὀνομα μιμουμενον , και σαφες ὁτι ἐπακολουθημα ἐστιν
9999980 κελευοντος
ἠ ἀντι του , χαιρεις τονθορυζων , ἡνικα πολλα μοχθῃς κελευοντος του δεσποτου , νοητεον : ἠ οὑτω , τι
: οἱον ἐξ ἱερου ἰδιωτικα τις ὑφειλετο χρηματα , νομου κελευοντος τον μεν ἱεροσυλον τεθναναι , τον δε κλεπτην διπλα
9999980 ἀναγομενοις
Ἑρμου μαρτυρησωσι τῳ Ἡλιῳ και τῃ Σεληνῃ καλλιστην καταρχην τοις ἀναγομενοις σημαινει και εὐπλοησουσι μαλιστα . ἐαν οἱ μεν κακοποιοι
κατα τας ἐντολας οὐκ ἐκρινε , ξενοις δε τισι Καρσιν ἀναγομενοις εἰς την Ἀσιαν δωρησασθαι : οὑτοι δ ' ἀπαγαγοντες
9999980 φερομενων
κεστρευς νηστευει εἰρηται ἐπι των δικαιοπραγουντων μεν , ἡττον δε φερομενων δια τουτο αὐτο . μετενηνεκται δε ἀπο του ἰχθυος
ἐχει τἀληθες . δοκει γαρ τισιν ἀναγκαιον εἰναι , τηλικουτων φερομενων σωματων γιγνεσθαι ψοφον , ἐπει και των παρ '
9999980 λανθανουσιν
. οὑτω και των ἀνθρωπων ἐνιοι δια τας ἰδιας ἐπινοιας λανθανουσιν εἰς συμφορας ἑαυτους ἐμβαλλοντες . ὀνηλατης ἐπιθεις ὀνῳ και
τουτ ' ἀληθες ἐπι γε των μειζονων , ἀλλα μαλλον λανθανουσιν αἱ πασαι των σπερματων φυσεις : ὁπερ και ἐν
9999980 παρεοντων
νοσηματα . δια τουτο φησι προειδως τα ἐσομενα ἐκ των παρεοντων νοσηματων , συμπτωματων , αἰτιων . Ὑγιεας μεν γαρ
: Δει δε δηπου ταυτα αἰτια ἑκαστου ἡγεεσθαι , ὡν παρεοντων μεν τοιουτον τροπον ἀναγκη γινεσθαι , μεταβαλλοντων δε ἐς
9999980 ἐξεφερον
κακοδαιμονουντων . Οἱ δε μετα τουτον , διαρθρουντες , οὑτως ἐξεφερον , ὁμολογουμενως τῃ φυσει ζην : ὑπολαβοντες ἐλαττον εἰναι
οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τετραμετροι καταληκτικοι λγʹ , ὡν τελευταιος ἐξεφερον ἀν και προυσχομην σε : συ δε με νυν
9999980 γος
του γου τῃ μοναδι . παλιν ὁ βος και ὁ γος του αου ὑπερεχουσι ⃞ῳ : ὑπερεχετωσαν ΔΥ α :
δ , ὁ δε βος Μο θ , ὁ δε γος Μο κη . και ποιουσι τα της προτασεως .
9999980 ἀντιθειναι
κακον πραξαι τι και μη : και δει μεγαλης φρονησεως ἀντιθειναι ποια ἀντι ποιων αἱρετεον . οὐκ ἐστι δη ὡσπερ
, ἁ τ ' ἐν ταὐτῳ γενομενων ὁμου παντες ἐλαττους ἀντιθειναι . και μην ἐν γε τοις δυσκολοις κρειττων γεγονε
9999980 κατοικιας
πλειονων εἰσαφικνουμενων και ζηλουντων ἐκεινους κατα το ὁμοφυλον , πολλας κατοικιας γενεσθαι , ὡν αἱ πλειους ὁμωνυμοι των ποταμων ἐγενοντο
κελυφος : γραφεται και κελυφον . κυμβος : κοχλου , κατοικιας , ὀστρακου , οἰκιας , μυλου . μονης :
9999980 ἀπολλυμαι
ἐμε . ἐνηλλακται ἡ πτωσις : δια τριων δ ' ἀπολλυμαι : πρωτον των πολιτων , δευτερον Οἰακος . διο
ὁ τι δ ' ἀν ψευσθητε τἀληθους , κατα τουτο ἀπολλυμαι : μη οὐν ἐξεληται τουτο ὑμων μηδεις , ὁτι
9999980 κοινου
τοις παρανομουσιν ἀνατρεποιτο χρημασιν ἠ χαρισιν , ἐσομενην ἑωρων του κοινου βιον συγχυσιν . διοπερ ἐκ των ἐπιφανεστατων πολεων τους
ἱππους ὑποζευξασα ἀνηγαγεν αὐτην . λευκιππου τε θυγατρος : ἀπο κοινου το ἀμφεπει και της λευκους ἱππους ἐχουσης θυγατρος αὐτης
9999980 θερμαινομενου
το σωμα θερμαινεται : και γαρ ἀπο της ταλαιπωριης τουτου θερμαινομενου και ἡ ἰκμας ἐν αὐτῳ διαχεεται , και γινεται
ἁφης δε , ὁταν μεταξυ ᾐ του θερμαινοντος τε και θερμαινομενου , και ἐπι της γευσεως , εἰ των ὑγρων
9999980 ἑλκοντος
τεχνης ἠ παντως ἀν την αὐτην ἐθεομεν οὐ λιμενος ἡμας ἑλκοντος οὐδ ' οἱς φασιν ηὐξησθαι την πολιν , ἀλλα
ταὐτα δε και τον κηρον , τεταρτον τουτου των τριακοντα ἑλκοντος δη σταθμον : ἐστ ' ἀν δε περιρρυωσιν ἑψομενων
9999980 Παντος
ἐλαχιστον : οὐτε ἀρα μεγιστον ἐστι παντων οὐτε ἐλαχιστον . Παντος κωνου σκαληνου δυναμει ἀπειρων ὀντων των δια του ἀξονος
ἐπιθυμειν , ἠ του μεν , του δε οὐ ; Παντος , ἐφη . Οὐκουν και τον φιλοσοφον σοφιας φησομεν
9999980 λαθοντες
των τειχων ἐγγυς διωκειν οὐ συμφερει : πολλοι γαρ ἠδη λαθοντες ἐντος βελους ἐγενοντο και κακως παθοντες ἀνεχωρησαν . Ἰφικρατης
ἀπο του τειχους . ὁτι πλειστας : ἠγουν λιαν . λαθοντες οὐν το πλειστον του πλου : λαθρα το πολυ
9999980 ἀναγνους
' αἱ χιλιαι και ὀκτακοσιαι δραχμαι . ταυτα δ ' ἀναγνους , εἰ μεν αὐτῳ μηδεν προσηκεν μηδ ' ἀληθη
ἀξιοι τυχειν , μη θαυμαζειν δ ' εἰ και πως ἀναγνους ὁ Ποντικος μωλυτερον , [ και ] φαυλοτερον ποιει

Back