οὑτω μεν ἡ ἀφετηρια νυσσα καλειται : ὁ δε καμπτηρ νυσσα λεγεται παρα το νευω νευσω νευσα και νυσσα :
περι την νυσσαν : ἠτοι προς το προκειμενον ἐπανηκε . νυσσα δε ἐστιν ὁ καμπτος , καθ ' ὁν οἱ
9999873 χρυσα
περιουσιαν και τα ἐπι Θρᾳκης κτηματα και ἐν Σκαπτησυλῃ μεταλλα χρυσα . δοκει οὐν τισιν ὑιδους εἰναι του Μιλτιαδου ἠ
φορων σχιαστας δια μαργαριτων και κλαβια ἀνα πεντε , και χρυσα ψελια εἰς τας χειρας αὐτου , ἐν δε τῃ
9999870 τετταρες
, οἱπερ δη και ἀκριβως ἀναδεικνυνται τῳ ταυτῃ δερματι , τετταρες εἰσι τον ἀριθμον . ἐκ μεν των ἀνωθεν μερων
ἐστι γενναια γυνη . ἠσαν ἀνθρωποι δε πεντε και γυναικες τετταρες . θολος Ἰδου κατοπτρον : εἰπε μοι τουτῳ τι
9999863 νομισθειη
ψυχρον ἀν νομισθειη , προς δε το ψυχρον συγκρινομενον θερμον νομισθειη ἀν : οὑτως οὐν και κατα τον αὐτον τροπον
τουτι το πνευμα φαινεσθαι , τις ἀν μαλλον προσηκουσα ὡδε νομισθειη διαιτα , εἰ μη ἡ μετριως ψυχουσα και ξηραινουσα
9999860 ψυκτηρα
. και τις ὀψεται . ὁ αὐτος : εὐτρεπιζε δη ψυκτηρα , λεκανην , τριποδιον , ποτηριον , χυτραν ,
* και τις ὀψεται ; * * * * Εὐτρεπιζε ψυκτηρα , λεκανην , τριποδιον , ποτηριον , χυτραν ,
9999859 σμικροτητι
ἀλληλων και του ὁλου , ἀλλ ' ἠ μεγεθει και σμικροτητι ; Ἐκεινως μοι φαινεται , ὠ Σωκρατες , ὡσπερ
μεν και κουφον και μαλακον και σκληρον και μεγεθει και σμικροτητι και τῳ μανῳ και πυκνῳ , θερμον δε και
9999857 πυρετουϲ
ἐϲτω : ἐπιμενοντοϲ δε και παλιν του τρομου κατα τουϲ πυρετουϲ πρωτον μεν ἐμβρεχεϲθω το ϲωμα παν ἐλαιῳ Ϲαβινῳ ,
δερμα και ϲυνεργειν τῃ φυϲει δι ' ἀποϲτηματων ἐνιοτε τουϲ πυρετουϲ ἰωμενῃ . ὁταν μεντοι ϲφοδραν ὁρμην ἐχοι το ἐπιρρεον
9999857 Ἀλεξανδρε
κρινων . τον δ ' εἰπειν : ἀλλα μην , Ἀλεξανδρε , | οὐ βασιλικον ἐστι [ ψευδεσθαι ] .
ἀλλως τε και τουτο , ὁ χρησιμον ἐφης , ὠ Ἀλεξανδρε , το δια τουτο κρατειν ῥᾳδιως , πολυ της
9999856 Καρχηδονιοι
, και τησδε παρα τας συνθηκας ἐφιεμενος . οἱ δε Καρχηδονιοι πεζοις μεν δισμυριοις και πεντακισχιλιοις , ἱππευσι δε πολιτικοις
και την ὁλην εὐνοιαν , Φιλινῳ μεν παντα δοκουσιν οἱ Καρχηδονιοι πεπραχθαι φρονιμως , καλως , ἀνδρωδως , οἱ δε
9999856 Ἰωνα
μονη οἱ παις ἠν , γυναικα αὐτῳ διδους και αὐτον Ἰωνα ἐπι τῃ ἀρχῃ παιδα ποιουμενος . και πως ταυτα
τι οὐν ὁ Σπαρτιατης ; και τον νησιωτην και τον Ἰωνα και τον Ἑλλησποντιον ἀφεις αὑτον ἐσωφρονιζε , και τα
9999856 κοινῳ
ἐσθ ' ὁτε , και αὑται μεν αἱ ἀλλοιωσεις τῳ κοινῳ δη λογῳ γινονται , του παντος ἀλλοιωθεντος σωματος .
ἐστι δημοσιᾳ βλαβος εἰ τις ψευδεται , ἐν δε τῳ κοινῳ μη χρησθαι τῳ νομῳ τουτῳ την πολιν την αὐτην
9999854 Καρες
δια δεος ἐασαντων ἐκει και φυγοντων , οἱ περι Σαμον Καρες ἁτε βαρβαροι ὑπονοησαντες αὐτοματως ἀποδεδρακεναι προς τι λυγου θωρακιον
' ἁρματοεντα διφρον συνεπηξατο πρωτη : φορτηγους δ ' ἀκατους Καρες ἁλος ταμιαι . τον δε τροχον γαιας τε καμινου
9999854 νομιζεσθω
εὐφυϊα σφαλερα . ὁ κακως εὐφυϊᾳ χρησαμενος ἀχαριστος τῃ φυσει νομιζεσθω . ἀσφαλης φυσις μεγαλων οὐτε ἀγαθων οὐτε κακων αἰτια
λογον οἰς οὐ θεμις ὁ λεγων περι θεου προδοτης θεου νομιζεσθω . λογον περι θεου σιγαν ἀμεινον ἠ προπετως διαλεγεσθαι
9999854 ἑψημα
ἀντι μυροβαλανου πευκινον . ἀντι μαλαχηϲ τηλιϲ . ἀντι μελιτοϲ ἑψημα . ἀντι μαννηϲ λιβανου φλοιοϲ . ἀντι μυοχοδων μυϊαϲ
ἀμυγδαλα πικρα ἰϲχαδεϲ ϲταφιδεϲ ϲτροβιλια και μαλιϲτα τα χλωρα μελι ἑψημα γλυκυϲ οἰνοϲ καϲτοριον ὀροβιον ἀλευρον πιτυιδεϲ ἀμμωνιακον βδελλιον λιβανοϲ
9999854 κολοκυνθης
τον στομαχον κυστιν πληρωσας ὑδατος ψυχρου ἠ χιονα ἐπιβαλλε ἠ κολοκυνθης ξεσματα . Ἐκκαιομενοις ἀδιψον καταποτιον : σικυου ἡμερου σπερματος
λεκιθων , καρυων , ζωμου , πολφων , οἰνου , κολοκυνθης . Εἱς οἰωνος ἀριστος ἀμυνεσθαι περι δειπνου . ὡς
9999853 τρισκαιδεκα
οὑς ἀποκτεινων ὁ Οἰνομαος ἀνεβαλλετο τον της θυγατρος γαμον ἐπι τρισκαιδεκα ἠδη νεοις . ἀλλα ἡ γη νυν ἀνθη φυει
ἀπερχεται μισθον οὐκ ὀλιγον της ἀγγελιας προλαβων . ἑωθεν δε τρισκαιδεκα ἡκουσιν κομιζοντες , ἑκαστος ὡς πολλα εἰπε και ὡς
9999852 βελτιονα
τινα πολυταλαντα κειμηλια ἐκολπωσατο . Σου δε οὐκ ἀν ποτε βελτιονα σχειν ἀνομολογησειεν : οὐδε μειζονα της σης βασιλειας κατορθωματα
χρονογραφιαν ὑπο δυσιν κατηλθεν ἠ εἰς ἑτεραν ἀτακτον φασιν ἠ βελτιονα : και τουτων αἱ καιρικαι ἀποτελεσματογραφιαι σοι νοηθησονται .
9999852 Διονυσιῳ
την ἐπιστολην ἐπεδωκε και ” ταυτην “ εἰπε ” δος Διονυσιῳ τῳ δυστυχει , ὁν παρατιθημι σοι τε και βασιλει
χρυσῳ στεφανῳ τιμηθεντα ἐπ ' ἀθλῳ πολυποσιας τοις Χουσι παρα Διονυσιῳ , ἐξιοντα θειναι προς τον ἱδρυμενον Ἑρμην , ἐνθαπερ
9999851 ὑδαρες
γαλα οὐκ ἐγγινεται σφισιν , εἰ μη ὀλιγον τι και ὑδαρες . Ἐπην δε το κυρτωμα το της γαστρος ἀπολυθῃ
Δι ' , ὠ παι , δος : το γαρ ὑδαρες ἁπαν τουτ ' ἐστι τῃ ψυχῃ κακον . βουβαλια
9999850 θαυμασιε
Ἀπολλωνος : εἰς ἁ ἀποβλεψας ὁ βασιλευς εἰπεν : ὠ θαυμασιε λυτικε , ἐαν ἀφελῃς του Σωτηρος το σω ,
σοι φερονται νεοττοι , κατοκνεις ; ἀλλ ' , ὠ θαυμασιε , μη τουτο ποιου κωλυμα μηδ ' οὑτως οἰου
9999850 ἐθαυμαζεν
μελλοντα χειμωνα ἐκ της παρουσης αἰθριας προηπιστατο ἐξεπληξε : και ἐθαυμαζεν Ἱερων αὐτον , και Νικαευσι τοις Βιθυνοις συνηδετο ὁτι
. του δε δουλου κατωθεν τρησαντος και τον οἰνον αἰροντος ἐθαυμαζεν , ὁτι των σημαντρων σωων ὀντων ὁ οἰνος ἐλαττουται
9999847 εἱλετο
γαρ ἀν ἠ πολις πεμπουσα τον του μηδενος ἀξιον θεραπευειν εἱλετο , ἠ πρεσβευτης ἡκων προσηλθεν ἀν ποτε τουτῳ του
ἐπι δε Τρωες κελαδησαν νηπιοι : ἐκ γαρ σφεων φρενας εἱλετο Παλλας Ἀθηνη . Ἑκτορι μεν γαρ ἐπῃνησαν κακα μητιοωντι
9999847 ἐρωτατε
ἡμιν . † περικαλυπτεις ἀλλουμεμνησθε ] † ἠγουν περι ἀλλου ἐρωτατε τονδε ] τον περι της του Διος πεπρωμενης καιρος
εἰη . Ἰτε νυν , ἐφη ὁ Ἀγησιλαος , και ἐρωτατε : ἀπαγγελλετε δ ' αὐτοις και ταυτα , ὁτι
9999847 χαρακτηρα
' ἀλληλων ποιησαμενους ὁμοεθνεις μηκετι διασωζειν τον αὐτον της διαλεκτου χαρακτηρα δια τας προς τους πελας ὁμιλιας : το δε
οὑτος σωσει και μετ ' ἐνιαυτον του παθητικου λογου τον χαρακτηρα . Διαιρεθησεται δε ὁ ἐπιταφιος λογος , ὁ παθητικος
9999846 γεωμετρικῃ
μειζονων , οἱον βʹ δʹ εʹ . ὑπηναντιωται δε τῃ γεωμετρικῃ , διοτι ἐπι μεν ἐκεινης ἠν ἡ των μειζονων
γ του δυο ἡμιολιος . ἐοικε δε και αὑτη τῃ γεωμετρικῃ ἐναντιοτητι : ἐπιστρεφει γαρ ἡ των λογων μεσοτης ὡς
9999846 ἑψηματοϲ
κεκαθαρμενων ἀνα # αϲ ὀροβων λευκων λελεπιϲμενων λειοτατων # β ἑψηματοϲ και μελιτοϲ το ἀρκουν : εἰϲ ἀναληψιν διδου κοχλιαριον
αὐτηϲ βαλων ἐν αὐτῃ χωριϲ του ϲπερματοϲ και πληϲαϲ αὐτην ἑψηματοϲ ἠ οἰνου γλυκεοϲ παλαιου ἐα βρεχεϲθαι ἡμεραν και νυκτα
9999846 εὐβουλιᾳ
– ] ⚗˘˘˘οι – ] ? : το δ ' εὐβουλιᾳ τε και αἰδοι [ ] ἐγκειμενον ? ? [
και ἐν Περσαις , ὁθεν ἠν γενος , ἐπι τε εὐβουλιᾳ και καλλει σωματος . Δεινος δε και θηρας αἱρειν
9999846 ϲτοματοϲ
ϲκοτοδινοι ἀνατροπαι τε ϲτομαχου ϲπαραγμοι ἐμετωδειϲ ναυτιαι τε και ἀνορεξιαι ϲτοματοϲ ξηροτηϲ και πικροτηϲ ἐρυγαι ἀηδειϲ και βρομωδειϲ και πνευματοϲ
το ϲτομα ἀπερευγονται το αἱμα : ὡϲ τῃ γε ἀπο ϲτοματοϲ οὐδε ἀναχρεμψιϲ παρομαρτει . ἐμπτυϲιϲ ἡδε καλεεται : ἐπι
9999844 ἐβουλετο
ἑαλωκοτα , κοινωνει τραπεζης , λυει αὐτῳ των δεσμωτων οὑς ἐβουλετο , τελευταιον και αὐτον της αἰχμαλωσιας ἐλευθεροι και συμβολα
οὐ βαλοντος οὐδε τυχοντος οὑ τ ' ἐβαλλε και ὁ ἐβουλετο και περι οὑ ἐβουλευετο και οὑ ἐφιετο . Ταυτα
9999844 Κυπρια
ἡ Μελεαγρῳ συνῳκησεν . ὁ δε τα ἐπη ποιησας τα Κυπρια Πρωτεσιλαου φησιν , ὁς ὁτε κατα την Τρῳαδα ἐσχον
ἐν τῃ θιξει μελαινομενη ταχεωϲ . Πομφολυξ ἀριϲτη ἐϲτιν ἡ Κυπρια , ἐν δε τῳ ὀξει φυραθειϲα ἀποφοραν ἐχει χαλκου
9999844 Ὀλυμπιασι
Προμαχος ὁ Δρυωνος , ἀνελομενος παγκρατιου νικας , την μεν Ὀλυμπιασι , τρεις δ ' Ἰσθμιων και Νεμεᾳ δυο :
: οὐ καλως . ἀκουοι Ὀλυμπιασι . ἀλλαχου : ἀκουσαι Ὀλυμπιασι . [ ἀν ] ἀγνωτες . το ἀν ἐν
9999843 Σικελια
Μαρκιανος . Σικελια ἡ νησος Σικανια προτερον ὠνομαζετο , εἰτα Σικελια ἐκληθη , ὡς φησι Ἑλλανικος Ἱερειων της Ἡρας β
δε Κυκλαδων κρατιστη ἐστιν ἡ Ναξος : διο μικρα λεγεται Σικελια . Ἐκ δεξιων δε αἱ Σποραδες . Ἡ δε
9999842 σπλαγχνοισι
' ἡμιν και θυη πεττειν τινα κελευ ' , ἱνα σπλαγχνοισι συγγενωμεθα . Ἀντιφανης δ ' ἐν Ὀμφαλῃ : ἐν
ἀναγωγον δε πτυελου ἐστι και ἀδιψον : ὑποχονδριῳ δε και σπλαγχνοισι και ταυτῃ εὐμενες : και τας ἀπο μελιτος βλαβας
9999842 ὀργανα
, ἐργατου . σχεδον τι ταυτα ἐστιν ἐξ ὡν τα ὀργανα κατασκευαζεται : δει δε με τουτων ἑπομενως τας χρειας
αὐτην ἐχοντων δυναμιν . Ὡσπερ τας φλεβας ἡ φυσις ἀναδοσεως ὀργανα ποιησασα δυναμιν ἐνεθηκεν αὐταις αἱματος γεννητικην , ὁπως μη
9999842 κρατῃ
φονευει ἠ τα αἰδοια κατεσθιει ἱνα μη ἀλλος της ἀγελης κρατῃ . ὁτι ἡνικα διωκεται , τοις ποσι λακτιζων λιθους
[ . Ὡς χαλεπον ἐστιν οἰνος [ , ἀν τἀνδρος κρατῃ . Ὡς εὐαλωτος προς το κερδος [ ἐσθ '
9999841 ὀργανικα
πρωτον ἐστι τῃ γενεσει , τα δε ὁμοιομερη και τα ὀργανικα ὑστερα . εἰ τοινυν και το πυρ πρωτον τῃ
, οὐκ ἀν ποιησειε βουλομενος ταυτα . και γαρ τα ὀργανικα μερη και χειρες και ποδες οὐκ ἐξωθεν ὑπ '
9999841 πορρωτατω
εὑρηματα ἀνθρωπου τους νομους ἀλλα θεου χρησμους σαφεστατους εἰναι , πορρωτατω των πολεων ἀπηγαγε το ἐθνος εἰς ἐρημην βαθειαν και
ἀτομοι ἀπειροι οὐσαι , ὡς ἀρτι ἀπεδειχθη , φερονται και πορρωτατω . οὐ γαρ κατανηλωνται αἱ τοιαυται ἀτομοι ἐξ ὡν
9999841 Ὑποκεισθω
προ ἡμων τοις μαλιστα πεπιστευμενοις ἀριστοις γεγονεναι περι ταυτα . Ὑποκεισθω δη σφαιροειδης ἡ γη συν τῃ θαλαττῃ , μιαν
: μετα δε της ΓΔ των αὐτων ιζ μδ . Ὑποκεισθω γαρ ἡ σεληνη προς δυσμας του μεσημβρινου πρωτον ἀπεχουσα
9999841 ἠναγκαζετο
Ἀρευϊ καταθανειν καλον , και παλιν μιξαντες ἀλληλοισιν Ἀρευατουτου χαριν ἠναγκαζετο Ζεος εἰναι κατα την γενικην κατα ἀποβολην του υ
ἀντι μαχης ἐλαμβανεν . ὡς δε ἀληθειν ἀντι του πολεμειν ἠναγκαζετο , την παρουσαν ἐδακρυε τυχην , της δε πρωτης
9999840 γεννησῃ
και το γεννωμενον οὐκ ἀνευ κινησεως , το μεν ἱνα γεννησῃ , το δε ἱνα γεννηθῃ : μονον δ '
αἰδους ἐχων . Ἀλλ ' ἀνδρα χρη , κἀν σωμα γεννησῃ μεγα , δοκειν πεσειν ἀν κἀν ἀπο σμικρου κακου
9999840 ταχεα
γραφεται δοχμιη ἀνακλιθεισα . τανυσαμενη : ἐξαπλωσασα . θοα : ταχεα , ταχεως . κωλα : ὀστα , ποδας .
βοος μετρηθηναι . Ἐφεξης δε ἡ μικροτερα Συρτις τον ἀγαν ταχεα ῥευματα ἐχοντα ὁλκον συστρεφει . Μετα ταυτην δε ἀλλη
9999840 Ἑνικα
τυπουμενα . Πληθ . Τυπουμενοι , τυπουμεναι , τυπουμενα . Ἑνικα . Τετυψομενος , τετυψομενη , τετυψομενον . Δυϊκα .
τυποιεν : προδηλος ἡ τεχνολογια ἀπο της τυπων μετοχης . Ἑνικα . Τυπτοιμην : παν παθητικον ἠ μεσον ἐχον ἐπι
9999840 ἐνικησε
των Κορκυραιων , ἱνα μη τοις πολεμιοις ὑποχειριοι γενωνται . ἐνικησε δε και πεζῃ τους ἐπι τῃ γῃ λοφον τινα
τῳ Κλαυδιῳ . τους μεν οὐν Τιγυριους ὑποστρατηγος αὐτου Λαβιηνος ἐνικησε , τους δε ἀλλους ὁ Καισαρ , και Τρικουρους
9999840 Κρατηρ
ἐκτεταμενας τας χειρας ἀνω και ὁ νωτος της Ὑδρας και Κρατηρ και Κυμβαλα και οἱ Φρυγιοι Αὐλοι και τα μεσα
Ὑδρος [ τε και Κρατηρ ] ἑως Κορακος . παρειται Κρατηρ . Ἰχθυων ἀνατελλοντων ἀνατελλει νοτιος Ἰχθυς οὐχ ὁλος Ἀνδρομεδας
9999838 Μακεδονα
Καυκασῳ . τουτον φασι διαβηναι συν ὁπλοις πρωτον Ἀλεξανδρον τον Μακεδονα , μεθ ' Ἡρακλεα τε και Διονυσον , στρατευσαντα
. παιαν δ ' ἐστιν και ὁ εἰς Κρατερον τον Μακεδονα γραφεις , ὁν ἐτεκτηνατο Ἀλεξινος ὁ διαλεκτικος , φησιν
9999838 χαρακα
φαλαγγα ταττειν και καταλεγειν λοχους , στρατοπεδευειν τε ἐπικαιρως και χαρακα πηγνυσθαι και τ ' ἀλλα ὁσα δη τα τακτικα
μαχῃ πεφευγασιν , ἐξαγαγων την δυναμιν ὁ Ἀκυλλιος τον τε χαρακα των πολεμιων αἱρει μεστον ὀντα ὑποζυγιων τε και ἀγορας
9999838 ἡδοιτο
ἐπιδεξιως και συμπαρακαθεζεσθαι και συμβαδιζειν , και δηλον γενεσθαι ὁτι ἡδοιτο ὁρωμενῳ . μεταδιωκτεον δε και ἐν ἀγορᾳ τοπον οὑ
πριν ἀμφιεννυσθαι καθ ' ἑκαστον λουτρον . εἰ μεν οὐν ἡδοιτο τῳ γαλακτι , και μετα το δευτερον λουτρον δωσομεν
9999837 κοιλιᾳ
ἀληθως ἐστι θειος : „ ἐπι τῳ στηθει και τῃ κοιλιᾳ πορευσῃ „ : περι μεν γαρ τα στερνα ὁ
πιτταν . εἰχον γαρ οἱ Λακεδαιμονιοι τριηρεις . κενῃ τῃ κοιλιᾳ : ἀντι του πενης ὠν ἀναξιως ἐκ των κοινων
9999837 ῥητορικα
ὡςτε μηδεν ἡμας δυνασθαι διαφυγειν . τα τοινυν ἰδια και ῥητορικα ἠθη τουτοις διαιρειται : κατα ἐθνη , γενη ,
, οἱον ῥητορσι τε και γραμματισταις , αὐτους δε τα ῥητορικα ἠ τα γραμματιστικα οὐκ ἐργαστεον . τῳ γαρ ὀντι
9999837 ἐτυγχανες
και μαλιστ ' εἰ και προτερος αὐτος εὐ ποιησας τουτον ἐτυγχανες . εἰθ ' ὡν οὐκ ἀν ποτ ' αὐτος
οὐ γαρ οἰδα τι ἀν δεινοτερον ἐπασχομεν , εἰ ἀπων ἐτυγχανες , οὑ νυν παροντος βλαπτομεθα . εἰ δ '
9999837 ὀδυνωδεες
ἐξιστανται ; Κεφαλαλγεες , ὑποκωφοι , χειρας τρομωδεες , τραχηλον ὀδυνωδεες , οὐρεοντες μελανα δεδασυμενα , ἐμεοντες μελανα , ὀλεθριοι
, οὐ πονηρον . Χειρες τρομωδεες , κεφαλαλγεες , τραχηλου ὀδυνωδεες , ὑποκωφοι , οὐρεοντες μελανα δεδασυμενα , οἱσι ταυτα
9999837 νομιζε
δε τινα φλογα λεπτην δια των τρηματων ἰδῃϲ , τοτε νομιζε ὡϲ ἀριϲτα αὐτα ὠπτηϲθαι , και οὑτωϲ βαϲταϲαϲ ἀπο
ποιει τας πολεις , ἡδυ το πονειν ἡγου , κερδος νομιζε την δοξαν . ἀν ταυτα φυλαττῃςφυλαξεις δε , και
9999837 δυνησῃ
το προσταχθεν ἀκριβως εἰργασαι προσωπον , ἐκ τινος ἑτερου παραστησαι δυνησῃ ; Και μην ὀρχηστης μεν ἠ τραγῳδιας ὑποκριτης ἠ
τε γαρ του μυθου ἐκβησῃ και τα ὁμογενη τουτοις συνοραν δυνησῃ : μαλιστα δε σεαυτον ἀποδος εἰς την των ἀρχων
9999836 λαχανα
κοπρῳ ὀν , ] οὑτω ταχεως θηραθησεται . Παντα τα λαχανα ὠφελει καθολου εὐζωμον τουτοις παρασπειρομενον . Χηνων ἀφοδευμα ἁλμῃ
ἐρεθιϲτικων εἰϲ καθαρϲιν λαμβανουϲαν , οἱα ἐϲτι τα τε εὐωδη λαχανα και τα δριμεα , οἱον ϲκανδικα , κρηθμον ,
9999836 θεωρητικη
και πρακτικαι , λεγομεν ὁτι κυριως μονη ἡ φιλοσοφια ἐστι θεωρητικη και πρακτικη . και θεωρητικη μεν κυριως μονη ἐστιν
: θεωρητικη , πρακτικη , ποιητικη και μικτη . Και θεωρητικη μεν λεγεται ἡ δια μονου του λογου παραδιδουσα τα
9999836 ἐργωδες
; ἐν ᾡ ὁτι πανταχοθεν οὐτε ἀσυμφορον , οὐτε ὁλοκληρον ἐργωδες το ἐγχειρημα , ἀλλα και ὀλιγα ἀρκεσει χρηματα :
Το δε και ταυτας ἐκθεσθαι πολυχουν τε ταις δειξεσιν και ἐργωδες ἐν τοις ἐπιλογισμοις μη ὡρισμενων καθ ' ἑκαστην των
9999836 βλεφαρα
ἀμετρου παρουσης και ἐσχαρας οὐσης , ὡστε και νεμεσθαι τα βλεφαρα , και τῳ ἀρνογλωσσῳ τῳ μικρῳ ἠ τῳ μεγαλῳ
καιρια ὁστις φυλασσει πραγος ἐν πρυμνῃ πολεως οἰακα νωμων , βλεφαρα μη κοιμων ὑπνῳ . εἰ μεν γαρ εὐ πραξαιμεν
9999836 ταρφεα
κυνες κατεναντα λυκοιο φευγοντες το παροιθε βιην στρεψωσι μαχεσθαι , ταρφεα μηλονομοιο παροτρυνοντος ἐπεσσιν : ὡς ἀρα Τρωιοι υἱες ἀνα
ἀωτῳ Ἰλιον εἰς ἁμ ' ἑποντο πεποιθοτες , οἱσιν ἐπειτα ταρφεα βαλλοντες Τρωων ῥηγνυντο φαλαγγας : δη ῥα τοθ '
9999835 ἀφεισα
ἡμων . „ και εἰπεν αὐτοις ἡ συκη : ” ἀφεισα την γλυκυτητα μου και το γεννημα μου το ἀγαθον
καταδυσα παλιν ] ἀνηβᾳ τε και ἐγειρεται , δακρυα τε ἀφεισα και θρηνους , κωμαζειν τε και χορευειν ἀρχεται ,
9999835 λαμβανῃ
ποτον ἰσχῃ ] την ποσιν πινῃ . περιφραστικως ἰσχῃ ] λαμβανῃ λεπτα ] τα ἰσχνα διαστειλας ] ἀποπεμψας , κωλυσας
των θερμων ἐαν μη ἀρτιβλαστη ᾐ ἠ και ἐν ἀνθησει λαμβανῃ : τοτε γαρ ἀποκαει τα ψυχρα καθαπερ εἰρηται .
9999835 ἐργαζομεθα
συναπτωμεν , και το ὁλον τουτο , ὁπως , ἁ ἐργαζομεθα , εὐχωμεθα και εὐχωμεθα , ἁ ἐνεργουμεν , συναψας
ἀλληλων και κεχωρισται τα ζητηματα , συναπτειν μεν ἐπιχειρουντες συγχυσιν ἐργαζομεθα : διαιρουντες δε εὐκρινη και σαφη τον λογον παρεξομεθα
9999835 ἁρμονιᾳ
. ἁρμονικη δε κεκληται ἡ μεσοτης ὁτι σπερματικως τους ἐν ἁρμονιᾳ λογους ἐστιν ἐνιδειν αὐτῃ , οἱον ἐν τῃ γʹ
κατα τον οἰκον του ἰδοντος ἐσεσθαι σημαινουσιν , ἐπειδη τῃ ἁρμονιᾳ οὐκετι χρωνται [ και ὁταν σαλευομενοι μη ἐκπιπτωσιν ]
9999835 κολλωδες
και μιξαντες τον καρπον του παλιουρου . Τουτου γαρ συμμιγεντος κολλωδες μεν το παν πολυ μαλλον γινεται , δοκει δ
οἰνον , ἠ ἐμβληθηναι εἰς τους πιθους , παχυ και κολλωδες ᾐ το γλευκος , μονιμωτερος ἐσται ὁ οἰνος :
9999835 ἐμηνυσε
τοιουτου χρησμου γενομενος τοις παισιν αὑτου ἐν τοις ποιμνιοις διατριβουσιν ἐμηνυσε κριον λαβουσι τον πρωτιστον ἐπανελθειν , ἐφ ' ᾡ
Σαρδιανων ἀπηλασε και πεμψας ἀγγελον τοις ἐν τῳ χαρακι ταυτα ἐμηνυσε και συνεταξε της ὑστεραιας ἐπιθεσθαι τοις πολεμιοις . οἱ
9999835 ἠκολουθησε
, και ὁτι κοινον ἐστι και τῃ κλισει των θηλυκων ἠκολουθησε : τα γαρ εἰς υξ θηλυκα μη ὑποπιπτοντα ἑτεροις
ἐχοις λεγειν , ὡς ἐγω μεν ἁπλως αὐτο ἐπραξα , ἠκολουθησε δε τι τελος ἀλλως χρηστον , ἐμου μη θελησαντος
9999834 γαργαρεωνα
ξηρανθειϲ δε ἡττον . το δε ἀφεψημα αὐτου ταϲ κατα γαργαρεωνα φλεγμοναϲ ἰαται διακλυζομενον . το δε κομμι του δενδρου
ξηρα καταπαϲϲειν : τα δε ὑγρα ὑγροτατα ποιεοντα ἐϲ τον γαργαρεωνα ἐγχεειν . ἠν δε αἱ ἐϲχαραι ἠδη τε ἀπολυωνται
9999834 ἐχωρησε
Ἑβδομαιῃ δε ἐουσῃ , ἀμφι το οὐς το δεξιον πυον ἐχωρησε δυσωδες , ὑπερυθρον , πλειον κυαθου , και ἐδοξεν
Γαϊος Σκριβωνιος Κουριων Δαρδανους τε ἐνικησε και προς τας ὀχθας ἐχωρησε του ποταμου του Ἰστρου : οὑτω τε ἐπανελθων ἐθριαμβευσεν
9999834 βαλανειῳ
, οἱ δ ' ὀφθαλμοι μενωσιν ὠχροι , διδου ἐν βαλανειῳ ὀξους δριμυτατου κοχλιαριον δια των μυκτηρων ἀνελκειν : ἀπορρει
, μετα κρασεως κονδιτου θερμανθεντος : διδοται δε ἐν τῳ βαλανειῳ , ἐν τῃ ἐμβασει του θερμου . Εὐδοκιμει ,
9999834 Θεωνα
, ἀλλα κατα συμμνημονευσιν λαμβανεται . θεωρουντες γαρ Διωνα και Θεωνα και Σωκρατη και κοινως τους κατα μερος ἡμιν ὁμοιους
πιπτοντων ῥηματων ἐνδεικνυμενων την ἑκαστης διαθεσιν , ὡς ἐχει το Θεωνα διδασκει Τρυφων , τουτον φιλω ἐγω , φιλει Θεων
9999833 ἐβουλομεθα
ὀντας και τα ὁπλα ἐχοντας ἐν χερσιν , οὐτε προτερον ἐβουλομεθα μαχην συναπτειν οὐτε νυν ἐτι θαρσουμεν ἐπι τοιουτοις συμμαχοις
δη γελοιοτατον , πασαι γαρ ἐπι ταὐτον ἀνισταμεναι ἀλληλας λανθανειν ἐβουλομεθα : θατερᾳ δε οἱ ἀνθρωποι ὑπο την λοχμην παρηρχοντο
9999833 εὐαγγελια
νικητηρια , ὡς ἀθλητῃ ἀθλα και χειροτεχνῃ ἐπιχειρα και ἀγγελῳ εὐαγγελια και τῳ φεροντι κομιστρα , ὡς εὐεργετῃ χαριστηρια και
ἐστεφανουτο τα τε ἀλλα και χρησαμενος ἀμηχανῳ ταχει περι τα εὐαγγελια της νικης . διαβαλλοντος δε αὐτον Δημοσθενους , ὡς
9999832 Ἀμαζονες
: Νεπτουνις ἡ Ἱππολυτη ἐκαλειτο ἀφ ' ἡς και αἱ Ἀμαζονες Νεπτουνιδες . ἐπεστρατευσαν δε τῃ Ἀττικῃ αἱ Ἀμαζονες και
γαρ και ἀρσενικως , ὡς παρα Κρατινῳ : ἱν ' Ἀμαζονες ἀνδρες ἐασιν : ἀλαζων ἀλαζονος : το γαρ ἐθνικον
9999832 ἀπηγγελλετο
: ὡς δε τοις Φωκευσιν ἡ Κριτολαου συμφορα και Ἀχαιων ἀπηγγελλετο , ἀπελθειν ἐκ της Ἐλατειας κελευουσι τους Ἀρκαδας .
. Ὁ δε εἰκοτως ὡσπερ ὑβριοπαθει ὁτι συμπαθεια τις αὐτῳ ἀπηγγελλετο μηδεν ὁλως των κακων πλημμελησαντι , εἰς ἀποκρισεις δε
9999832 ἐτυραννησε
ἑως δεσποται γενωνται των ἐξαπατηθεντων . ἰδιωτατα δε παντων Ἀγαθοκλης ἐτυραννησε των Συρακοσιων , ἀφορμαις μεν ἐλαχισταις χρησαμενος , ἀτυχημασι
Ἀρη βασιλει Καππαδοκων θεμενοι . και Ταρσου δε Ἐπικουρειος φιλοσοφος ἐτυραννησε , Λυσιας ὀνομα : ὁς ὑπο της πατριδος στεφανηφορος
9999832 ἐμνημονευσε
και τα τοιαυτα . ἀλλα και διαχωρηματων διαφορας παραδεδωκεν : ἐμνημονευσε γαρ τρυζοντος διαχωρηματος και ὑφαιμου και μελανος και των
ζην αὐτον . προς ὁ λεγομεν ὁτι και ἀναγκαιως αὐτου ἐμνημονευσε κατα δυο αἰτιας : ἠ γαρ δια το τελειον
9999832 στυρακα
, δυσθαναταν Ἑλληνες . στεμφυλα Ἀττικοι , στρεμφυλα Ἑλληνες . στυρακα θηλυκως Ἀττικοι , ἀρσενικως Ἑλληνες . σκευωρια και σκευωρηματα
κοψας και σησας τα ξηρα , ὁλμοκοπησας δε και τον στυρακα μετα του λαδανου και του μελιτος και της στακτης
9999832 ἀφωνα
, βρεφη δ ' ἐν αὑτῃ περιφερει τα γραμματα : ἀφωνα δ ' ὀντα ταυτα τοις πορρω λαλει οἱς βουλεθ
βρεφη σῳζους ' ὑπο κολποις αὑτης , ὀντα δ ' ἀφωνα βοην ἱστησι γεγωνον και δια ποντιον οἰδμα και ἠπειρου
9999831 ἀπεπεμπε
ὡς ἐπι ἀλλοκοτῳ δη τῳ Σερτωριου ἐργῳ , τα ὁμηρα ἀπεπεμπε τῳ Συλλᾳ . και αὐτικα ὁ στρατος αὐτου ,
κατενεγυησεν . τοτε γαρ και την Εὐδοξιαν την Θεοδοσιου θυγατερα ἀπεπεμπε συν Πλακιδιᾳ τῃ ἑτερᾳ αὐτης θυγατρι , ἡν ἐγεγαμηκει
9999831 Σιμωνα
Οἱ φιλομεμφεες εἰς φιλιην οὐκ εὐφυεες : Δημοκρατους . Οἰδα Σιμωνα και Σιμων ἐμε : δυο ἐγενοντο ἡγεμονες , Νικων
εἰ ὁ Σιμων ἐστι σκυτευς μοχθηρος , ἀναγκαιον και τον Σιμωνα ἀγαθον εἰναι σκυτεα μοχθηρον ὀντα . ” εἰη δ
9999831 μεμνησθε
προθυμως σε τους λοιπους ἡμων ἀνταφεστιαν . Ἀρ ' οὐν μεμνησθε ὁσα ὑμιν και περι ὡν ἐπεταξα εἰπειν ; Τα
ἀποκτεινῃ , εὐθυς ἐγραψεν ἀγωγιμον εἰναι . τουτο φυλαττετε και μεμνησθε , ὁτι παντων ἐναντιωτατον ἐστι τῳ κρινειν το μη
9999831 τραχυτηταϲ
και ταϲ κατα τον ϲτομαχον και γαϲτερα και κυϲτιν ἰαται τραχυτηταϲ : ἐν ὀξει δε ἑψηθεν ὠον εἰ βρωθειη ,
τα τε κατα θωρακα ϲυμπεττει τε και παρηγορει και ταϲ τραχυτηταϲ τηϲ ἀρτηριαϲ καταλεαινει . προκριτεον δε το νεον του
9999831 ἐνομισθη
δαιμων δε οὑτος ὁ Τυφων . Ἡ Ἰσις ἡ αὐτη ἐνομισθη τῃ Ἰοι τῃ ἁρπασθεισῃ ὑπο του Διος . ὁ
πατριδι μικρον ἐμπροσθεν ἐφανη και τοις ἀλλοις Φοινιξι και ῥητωρ ἐνομισθη : νυν δ ' ἐπελθειν ἐθελων την Παλαιστινην ,
9999831 Εὐρωπην
τας Ἀττικας ναυς . ἐν δε ταυταις κομισθεις εἰς την Εὐρωπην προηγε συμμιξων Ἀντιπατρῳ . κατα δε τουτους τους καιρους
ταυρον . τουτον Ἀ . μεν εἰναι φησι τον διαπορθμευσαντα Εὐρωπην Διι . . . Αὐτονοης δε και Ἀρισταιου παις
9999831 μαχομεθα
οὑς ἀντιλεγειν ἐξεστιν . ἠ γαρ προς αὐτους τους λογισμους μαχομεθα των ἀντιλεγοντων , δεικνυντες αὐτους σαθρους ὀντας , ἠ
δολους γαρ μελω : ὁμοιον ἐστι τῳ ” σοι παντες μαχομεθα „ τουτεστι δια σε . . . . .
9999831 σαυτῳ
καταμισθοδοτησας και παντα τροπον διαφθειρας , και οὐδε τοτε μεντοι σαυτῳ πραττειν την δυναστειαν λεγων , ἀλλ ' ἡμιν φυλαξειν
ἐφη ” ὠ Ἀσκληπιε , την ἀρρητον τε και συγγενη σαυτῳ φιλοσοφιαν μη συγχωρων τοις φαυλοις δευρο ἡκειν , μηδ
9999831 γνωμονι
ΕΞ : ὁλον ἀρα το ΑΞ ἰσον ἐστι τῳ ΦΧΨ γνωμονι . ἀλλα ὁ ΦΧΨ γνωμων τῳ Γ ἰσος ἐστιν
τῳ τυχοντι ἀποδωσομεν , ἀλλα κατα την αὐτην ἀναλογιαν , γνωμονι χρωμενοι και οἱον κανονι τῳ μητε πλεονεκτησαντι μητε πλεονεκτηθεντι
9999831 Κριτωνι
εἰδεναι ἁ δη τουτοις συμφερει , μαρτυρει δε νυνι μονος Κριτωνι παρειναι , ὁτε παρ ' ἐμου την οἰκιαν ἐωνειτο
Φαιδωνα δε δι ' αἰχμαλωσιαν ἐπ ' οἰκηματος καθημενον προσεταξε Κριτωνι λυτρωσασθαι , και φιλοσοφον ἀπειργασατο . Ἀλλα και λυριζειν
9999831 συγγνωθι
εὐδαιμονεστερος εἰναι . ἠν οὐν τι φροντιζῃς περι ἡμων , συγγνωθι τε ἐραστῃ και συλλαβου . και ὁ τι ἀν
Λευκαιος οὐ ταὐτον . και φθειριωσαν ὡς το πριν Καλλισθενης συγγνωθι μοι και μη χαλεφθῃς , ὠ πατερ . ἐξον
9999829 ἑτερωθι
πεπειρου , μητε ἐπι τινι των εἰωθοτων ἰαματων , μητε ἑτερωθι μετασταντος του πονου εἰ μηδε ὡδε γινοιτο , ἀναγκη
πασχητιασμον τινα και ἀσελγειαν οὐκ ἀνθρωπινην : την γυναικα δε ἑτερωθι ὑπο του μαγειρου και αὐτην . . . Τι
9999829 Μαιανδρῳ
ἐχει πελαγια οὐσα : φασι δε και δικας εἰναι τῳ Μαιανδρῳ μεταφεροντι τας χωρας ὁταν περικρουσθωσιν οἱ ἀγκωνες , ἁλοντος
οὐν Ἀντιοχεια μετρια πολις ἐστιν ἐπ ' αὐτῳ κειμενη τῳ Μαιανδρῳ κατα το προς τῃ Φρυγιᾳ μερος , ἐπεζευκται δε
9999829 Μεσοποταμια
του Εὐφρατου και της Ἀρμενιας ἐστι πολλη : και ἡ Μεσοποταμια ὁλη και ἡ Μηδια ἑξης μεχρι και Περσιδος και
, κατα την ῥαχιν και κοιλιαν Περσις και Καππαδοκια , Μεσοποταμια , Συρια , Ἐρυθρα θαλασσα . ἐξεθεμεθα δε τα
9999829 ὠφειλετο
, παλαι τουτῳ και δι ' ἀρετην τουτο το γερας ὠφειλετο . και γαρ τοι ἐκεινοις μεν περι της βασιλειας
κατελαμβανε , τουτο δε της τιμης , ἡ τοις ἀριστοις ὠφειλετο . λαβοντες δε οὑτω τας παρα των θεων δωρεας
9999829 Ἀγαμεμνονα
ἐστι , και των ἀγαθων τηι πολει μεταδωσομεν και τον Ἀγαμεμνονα ἀκινδυνως θρηνησομεν . και τοτε ] ὁταν ἀπαλλαγωμεν .
ὀργην οὑτω πολιτικως ἐσχες ὡστ ' οὐδ ' αὐτον τον Ἀγαμεμνονα ᾠου δειν τεθναναι : μεγα τουτου τεκμηριον : οὐκουν
9999829 αἰσθητικη
περιελκεται και συρεται ὑπο της ἐπιθυμιας , ἀλλ ' ἡ αἰσθητικη , ἠτοι ἡ μερικη δοξα ἡτταται ὑπο της ἐπιθυμιας
' ἁπλως τα καθ ' ἑκαστα και ἐν οἱς ἡ αἰσθητικη γνωσις ἐνεργειν πεφυκεν . εἰ γαρ τις περι τησδε
9999829 ἐτολμησεν
ὑπνος . Πυθαγορας δε ὁ Σαμιος πρωτος ἐν τοις Ἑλλησιν ἐτολμησεν εἰπειν , ὁτι αὐτῳ το μεν σωμα τεθνηξεται ,
βασιλικων ἁπαντων , ἐγνωσαν πολεμιους ὀντας . εἱς οὐν ἐκεινων ἐτολμησεν ἀγνοων ἐξοπισθεν βαλειν τον Κυρον ἀκοντιωι : της δε
9999828 συγγνωμη
Πυθεου “ οὐδεις ὑπολογος βουλῃ γεγονεν ” ἀντι του οὐδεμια συγγνωμη , οὐδεμια παραιτησις . Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους
ὀρχησταις , μιμοις , θαυματοποιοις . ἀλλα τουτοις μεν πολλη συγγνωμη και ποιειν ὁτιουν και λεγειν , ἡμιν δ '
9999828 δελεαρ
. και τοτε μεν και χωρᾳ πολλῃ και χρημασιν ἐξωνουμενοι δελεαρ ἡγουντο τας δωρεας της οἰκησεως , νυν δε και
λευρη δε οἱ εἰσοδος ἐστω γαστηρ τ ' εὐρυχανης : δελεαρ δε οἱ ἐνδον ἐνειης πουλυπον ἑρπυστην ἠ καραβον ,
9999828 θανατωδες
: και το κωματωδεσι νενωθρευμενοισιν ὑγρον διαχωρημα , κακιστον : θανατωδες δε και αἱμοῤῥοειν αἱματωδες πολυ θρομβωδες : λευκον τε
και ἱνα μη ταυτολογησῃ ἐν βραχει χωριῳ , δια το θανατωδες εἰπειν ἐπηγαγε “ τον κινδυνον ” , και ἐπι
9999828 θανατοϲ
δε παραμενουϲιν μεχρι τηϲ ἑβδομηϲ : ὀξυτεροϲ δε γινεται ὁ θανατοϲ , ὁταν τιϲ ὑπο θηλυκου ζῳου πληγῃ . βοηθουνται
τελεϲθῃ : ὀξειη γαρ ἡ τηκεδων , ταχυϲ δε ὁ θανατοϲ , ποτι και βιοϲ αἰϲχροϲ και ϲπιπονοϲ . διψοϲ
9999828 θυμιαμα
και ἐκειθεν ὁμοιως ἐκφερεται τα προειρημενα φορτια [ και ] θυμιαμα το λεγομενον μοκροτου . Οἱ δε κατοικουντες ἐμποροι σκληροτεροι
θυμιατε μινδακα . Ἀκηκοας συ δεσποτ ' ἠδη πωποτε το θυμιαμα τουτο ; Εἰς την ἑσπεραν χορταζομεσθα πασιν ἀγαθοις .
9999827 δριμυς
ὀντα νοηται . ἀλλα και δριμυς ἐστιν : ὁτι γαρ δριμυς , δηλοι αὐτου μια ἐπιστολη : μετα γαρ θανατον
τοις φυτοις και καρποις γινονται , και γαρ πικρος και δριμυς και ὀξυς , ὁ δ ' ἀλμυρος οὐκετι :

Back