αἱ ῥιζαι και το σπερμα , μηου αἱ ῥιζαι , μωλυ , ναρδου σταχυς , ναρδος Κελτικη , ξυρεως ὁ
πετραιον περι Ψωφιδα και πλειστη και ἀριστη . το δε μωλυ περι Φενεον και ἐν τῃ Κυλληνῃ . φασι δ
9994601 κυλικι
λοιδοριας και ὀργης . προσετι και λογοι πολλοι ἐπι τῃ κυλικι , τοτε δη και μαλιστα , περι σωφροσυνης και
Δεκμον Βρουτον Ἀλβινον ἐς τον ποτον και λογον ἐπι τῃ κυλικι προυθηκε , τις ἀριστος ἀνθρωπῳ θανατος : αἱρουμενων δε
9994450 Σκεψασθε
ἑρμαιον ; ἡμιν τας ἀναγκας ταυτας οἱ θεοι προὐξενηκασι . Σκεψασθε δη και περι της παλαιας αἰτιας ὡς καλως αὐτην
γαρ ἐφαμεν κακον ἀγαθῳ φιλον εἰναι . Ἀδυνατον γαρ . Σκεψασθε δη ὁ λεγω . λεγω γαρ ὁτι ἐνια μεν
9994360 ἀσαφη
δια πεπασμον και δια λυσιν και ἀραιωσιν . Προς το ἀσαφη εἰναι τουτον τον λογον , ταχα και ψευδης .
ἐστι δ ' ὁτε σαφη μεν την ἑτεραν αὐτων , ἀσαφη δε την ἑτεραν . ὁταν οὐν , ἀφανεστερας οὐσης
9994308 δακρυω
ὁ Ἀλεξανδρος δουλεια ζυγα ἠνυσεν ἀπο κοινου το καταλειπομενην σε δακρυω ἡδυ ἐστι τα δακρυα τοις ἀτυχουσι και ἡ Μουσα
. ἀντι του : οὐκ ἐρευνω και ἀκριβολογουμαι : οὐ δακρυω , παρα την ἰκμαδα : τας δια των τροχων
9994300 Ἀκουε
εἰσιν αἱ πονηριαι ἀφ ' ὡν δει ἡμας ἐγκρατευεσθαι ; Ἀκουε , φησιν : ἀπο μοιχειας και πορνειας , ἀπο
κτυπος οὐατα βαλλει και μαντευομαι τι ἀγαθον ἀκουσεσθαι μεγα . Ἀκουε , ξενε : παρελθοι δε με , ὠ Πρωτεσιλεω
9994266 Αἰθιοπιᾳ
δʹ νοτου γʹ Ϛʹ : ἀπο δε μεσημβριας τῃ ἐντος Αἰθιοπιᾳ , ἐν ᾑ Ἀγισυμβα χωρα κατα γραμμην την ἀπο
: ὁπου δ ' αὐ θερινος ὀμβρος πολυς ὡσπερ ἐν Αἰθιοπιᾳ και ἐν Ἰνδοις ἠ περι Αἰγυπτον ὁ Νειλος ἐνταυθα
9994248 Ἀμφιτρυωνι
δεικνυσθαι το δεπας το δοθεν Ἀλκμηνῃ ὑπο Διος , ὁτε Ἀμφιτρυωνι εἰκασθη . . . . , Χαρων . .
δια νυκτος ἐλθων και την μιαν τριπλασιασας νυκτα , ὁμοιος Ἀμφιτρυωνι γενομενος Ἀλκμηνῃ συνευ - νασθη και τα γενομενα περι
9994234 ρμη
∠ ʹ δʹ ὁ της μεγιστης πενταμηνου χρονος ἐσται ἡμερων ρμη και ὡρων ιη . και δια τουτο της πρωτης
: Σεληνη ἐκ των ἑαυτης μηνων κε ἑαυτῃ ἐπιμεριζει ἡμερας ρμη , Κρονῳ ροζ , Διι οα , Ἀρει πζ
9994234 ὀξεα
, τα δε αὐϲτηρα μαλλον εἰϲιν εὐϲτομαχα : τα μεντοι ὀξεα τοιϲ φλεγματωδεϲι και περιττωματικοιϲ ϲτομαχοιϲ ἁρμοττει δια το τμητικον
. διχα δε ἀκανθων ποιησεις τας κιναρας , ἐαν τα ὀξεα των σπερματων ἀμβλυνῃς παρατριψει λιθου . διαβεβαιουνται δε τινες
9994217 δακτυλιῳ
τῃ δεξιᾳ χειρι : τελεσας οὐν οὑτως ἐχε φορων τῳ δακτυλιῳ , και ποιει παντα ὁσα και ὁ σμαραγδος .
ἠ και μετα οἰνου ποτισθεις : φορουμενος δε ἐν τῳ δακτυλιῳ ποιει τον φορουντα εὐπροσηγορον και εὐομιλον και εὐπειθη και
9994216 φλεω
λ και πλεονασαντος του ο . οἱ δε παρα το φλεω και φλυω , φλοισμος και ἀφλοισμος ἐν πλεονασμῳ του
βω βαινω , ἀναδιπλασιασμος παπταινω . Παφλαζων . παρα το φλεω , ὁπερ και φλυω λεγεται . μονοσυλλαβησαν φλω ἐγενετο
9994206 δρᾳ
κυριος αὐτῳ ἐπιταττῃ , διαφευγει τε τα πλειω και ἀλλα δρᾳ ἀντ ' ἀλλων , ἁτε πασχων το αἰσθητηριον .
, ὡς ὁρᾳς , ἐνεδρευουσα τους εἰσιοντας προσπλεκεται και θαυμαστα δρᾳ γοητευουσα , πειθουσα θαρσειν τε και ἀνιεναι . τις
9994206 ὀποπανακοϲ
λι . α ∠ ʹ , εὐφορβιου , τερεβινθινηϲ , ὀποπανακοϲ ἀνα # Ϛ , καϲτοριου # γ : των
Ἀντιοχου . Χαμαιδρυοϲ ἀγαρικου κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ ϲτοιχαδοϲ ἀνα ⋖ ι ὀποπανακοϲ ϲαγαπηνου πετροϲελινου ἀριϲτολοχιαϲ πεπερεωϲ λευκου ἀνα ⋖ ε κινναμωμου
9994199 δωρεα
οἰνον ἁρπαζοντες λανθανουσι κινδυνευοντες . Ἡ φιλοτιμος και δικαια σου δωρεα μεχρι μεν πρῳην ἀνεπαφος ἠν , ἐπει μηδε ἰδειν
, ἡν διαιρουντες Ἰωνες προϊκα λεγουσιν ὡσπερ οὐν ἡ προιξ δωρεα διδοται , οὑτω φησιν , Οὐ δωρεαν μου καταγνωσεται
9994193 γληχωνι
ἰϲχυροτεροιϲ τε τῃ τε ἀρτεμιϲιᾳ και κονυζῃ και καλαμινθῃ και γληχωνι και ἀνθεμιδι . προϲθετοιϲ δε χρηϲθαι τερμινθινῃ και νιτρῳ
συνεκλεανθεις : και μηλα κυδωνια ἐσθιομενα λεια : ἠ συν γληχωνι και ὑδατι πινομενα , ἀμωμον τε και βαλσαμου καρπος
9994187 Θηβαιῳ
των ἀρμενα χαλωντων . παντα λιθον κινειν : Πολυκρατῃ τῳ Θηβαιῳ χρησμος ἐξεπεσε πριαμενῳ τοπῳ , ἐνθα Μαρδωνιος ἐσκηνωσεν ,
ὁ Ἡρακλεης ἡντινα ἐφορεε , Μεγασθενης λεγει ὁτι ὁμοιην τῳ Θηβαιῳ Ἡρακλεϊ , ὡς αὐτοι Ἰνδοι ἀπηγεονται : και τουτῳ
9994166 βλαβη
και προλεγειν ὡς ἀσφαλεα , εἰ ἀλλως ἐθελοις , ὁτι βλαβη μεν οὐδεμιη , οὐτε σμικρη , οὐτε μεγαλη ,
τον κληρον του πατρος , σωθησονται και ὑφεσιν δεξεται ἡ βλαβη . ὁτε δε ἐστιν ὁ Ζευς χρονοκρατωρ ἠ ἐπιμεριζων
9994164 Μικυλλε
κρεων μητε κυαμων ἐσθιειν ; Μη ἀνακρινε ταυτα , ὠ Μικυλλε . Δια τι , ὠ ἀλεκτρυων ; Ὁτι αἰσχυνομαι
ἠδη ἐχω . δος και συ τον ὀβολον , ὠ Μικυλλε . Παιζεις , ὠ Χαρων , ἠ καθ '
9994163 φλεβοϲ
δε ϲαρκοϲ ὑποτραφειϲηϲ , ἀλλοτε δε και αἱματοϲ ϲυναναδοθεντοϲ δια φλεβοϲ ἠ ἀρτηριαϲ ῥηξιν , ὡϲ ἐπι των ἀνευρυϲματων ,
. τα ϲπερματικα δε ἀγγεια φλεβεϲ εἰϲιν ἀπο τηϲ κοιληϲ φλεβοϲ εἰϲ τουϲ ὀρχειϲ ἑλικοειδωϲ φερομεναι , δι ' ὡν
9994151 Ἀλφειῳ
ὑδατος γενεσθαι εἰ μη ἐκ του Ἀλφειου . ἀλλως : Ἀλφειῳ εἰκοτως ὡς ἐγχωριῳ ἐθυσε ποταμῳ . μετα δε των
Μαντινευς Σημος , ὁς πρωτος ἁρματ ' ἠλασεν παρ ' Ἀλφειῳ . ἀπο Μαντινεας : Μαντινεα πολις Ἀρκαδιας : σημα
9994146 Φιλιππωι
: μετα την Ὀλυνθιων ἁλωσιν , ἀρχοντος Θεμιστοκλεους , συνθηκαι Φιλιππωι προς Ἀθηναιους ἐγενοντο περι φιλιας και συμμαχιας . αὑται
οὐ μονον , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , τα συμμαχικα τωι Φιλιππωι προς ὑποψιαν ἡκοντα και δυσμενειαν , ἀλλα και τα
9994145 κι
! φρχ ? ? [ ] η ? [ ] κι ] ερω ] δεϲ ] ν χορον ] ηι
, εἰ μη το ἐπιπιπτειν ἑτερον προς ἑτερον . το κι βραχυ διοτι ; τα εἰς νος ὀνοματα ὀξυτονα μη
9994122 δυϲωδεϲ
ἐϲτι το ὑποπυρρον ἁμα τῃ προϲηκουϲῃ ϲυϲταϲει και μη λιαν δυϲωδεϲ : το δε παρα ταυτα οὐ χρηϲτον . το
, παρα φυϲιν ἠδη λεγεται , οἱον ἐϲτι το λιαν δυϲωδεϲ ἠ τραχυ ἠ ξηρον ἠ ϲκληρον ἠ διεϲπαϲμενον και
9994118 πινακι
Μιλησιος , ἀκουστης Θαλεω , πρωτος ἐτολμησε την οἰκουμενην ἐν πινακι γραψαι . μεθ ' ὁν Ἑκαταιος ὁ Μιλησιος ,
ὑπηκοων , εὐφημουντας ἁπαντας , ἐπικροτουντας , προηγεισθωσαν ἐν τῳ πινακι και πολεις ἐν γυναικων σχηματι , φαιδραι και γεγηθυιαι
9994111 Διι
, κατα δε τον Πτολεμαιον Ἀρει Ϛ , Ϛ , Διι ζ , ιγ , Ἑρμῃ ζ , κ ,
πονων , και εἰς παντα ἀηδης ὁ χρονος . Ἑρμης Διι ἐπιμεριζων ἐπι νυκτος και ἡμερας πρακτικους σημαινει τους χρονους
9994110 σκαφη
. παρα το ἀκη οὐν γινεται ὑποκοριστικον ἀκις , ὡς σκαφη σκαφις , † ἀμνη ἀμνις † [ οὑτως Μεθοδιος
προϊουσης θεασαμενος τους παραφυλασσοντας ἀνα την γην ἐσκεδασμενους ἀφηκε τα σκαφη παραγγειλας πλειν δρομον ἀλληλοις ἐναντιον , ἱν ' εἰ
9994109 ὁλῃ
ΕΖ τῃ ΖΗ . ἐστιν δε και ὁλη ἡ ΑΖ ὁλῃ τῃ ΖΒ ἰση : λοιπη ἀρα ἡ ΑΕ λοιπῃ
μια μονον προσαρμοζει εὐθεια μεση δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ , μετα δε της ὁλης ῥητον περιεχουσα . Ἐστω
9994104 ἡσυχῃ
και τουτο λεγειν . Ἀλλ ' ὡσπερ ἁρπασθεις ἠ ἐνθουσιασας ἡσυχῃ ἐν ἐρημῳ και καταστασει γεγενηται ἀτρεμει , τῃ αὑτου
ψιλωσιος . Χρη δε δια τριτης ἐρειδειν τοισι ναρθηξι πανυ ἡσυχῃ , οὑτω τῃ γνωμῃ ἐχοντα , ὡς οἱ ναρθηκες
9994095 κυλιξ
ὀψει την κοτταβικην ἐν τοις ἀχυροισι κυλινδομενην . Χια δε κυλιξ ὑψου κρεμαται περι πασσαλοφιν . Νικᾳ δ ' ᾠα
: κυληβις , ἀκαρπος κραμβη : κυλινδρος : κυμαινω : κυλιξ : κυμινος : κυμινες , γλαυξ : κυμον περικεφαλαια
9994088 πηρᾳ
ἡ Αἰθρα τον Θησεα , ἀλλα βακτηριᾳ και τριβωνι και πηρᾳ , τοις μαλλον δυναμενοις φυλαττειν ἀνθρωπους ξιφων , πεμπε
αὐλητικον καλουμενον πολυκεφαλον εὑρε νομον . Περσευς δε τοτε τῃ πηρᾳ την κεφαλην θεις και κατα νωτου φερων αὐτην ἐπορευετο
9994083 ἀξιῳ
ἀλλα και γεωμετριας ἑνεκα . εἰ δη οὐν τινι ἐνετυχες ἀξιῳ λογου , ἡδεως ἀν πυθοιμην . Και μην ,
ἀλλων ἀρετῃ διαπρεποντα . οὐκουν εὑρισκοντα οὐτε ἐκεινην ἀλλῳ περιβαλειν ἀξιῳ , οὐτε ἐκεινον ἐπαγαγειν ἀλλῃ , συναγαγειν ἀμφω εἰς
9994083 ἐξηνεγκε
οὐκ ἠν τι γνωναι Πυθαγορειον δογμα . οὑτος δε μονος ἐξηνεγκε τα διαβοητα τρια βιβλια , ἁ Πλατων ἐπεστειλεν ἑκατον
τοσαυτα δειγματα και τοιαυτα ὁσα και οἱα ὁ βασιλευς οὑτος ἐξηνεγκε ; Και πρωτον γε την εἰς χρηματα δικαιοσυνην αὐτου
9994078 μνημῃ
τυχην δε την Ὀδυσσεως λαχουσαν πασων ὑστατην αἱρησομενην ἰεναι , μνημῃ δε των προτερων πονων φιλοτιμιας λελωφηκυιαν ζητειν περιιουσαν χρονον
ἀνθρωπων γενος και φθειρομενον ταχυ και ἀπολλυμενον και ὑπορρεον τῃ μνημῃ σωζει , και τας ἀρετας φυλαττει , και τας
9994076 ἐξεπεμψε
περαν θαλαττης ἐθνων μεταπεμπεσθαι συμμαχιαν . ὁ μεν οὐν Μαριος ἐξεπεμψε προς Νικομηδην τον της Βιθυνιας βασιλεα περι βοηθειας :
αὐτου Δαδαν , μητερα των νεανισκων , εἰς το Πολιον ἐξεπεμψε δια κηρυκος , ὡς ἀν ἐκει συνοικησειεν ὁτῳ βουληται
9994076 Ἀλκμηνῃ
Διος . ὁ γαρ Ζευς ὁμοιωθεις τῳ Ἀμφιτρυωνι συνεγενετο τῃ Ἀλκμηνῃ . και ἐγεννηθη ὁ Ἡρακλης , ὁς και τους
Ἐν αὐτῃ δε τῃ νυκτι ἐβουλευσατο , και συνεγινετο τῃ Ἀλκμηνῃ , ἱνα μη ἐλεγχθῃ μοιχευθεισα . . ΑΥΤΗι Δ
9994063 σαφη
μεγιστον ἀποστημα μγ νγ και το ἐλαχιστον λγ λγ . σαφη δε ἐστιν αὐτα τα θεωρηματα , ὡστε μη εἰναι
ἀναγκαιων ἠ οἰκειων ἠ χρησιμων ἐρει . εὐμαθη δε και σαφη τα ὑστερα ποιησει τας αἰτιας προεκτιθεμενος και περιοριζων τα
9994061 Μελιτῃ
ἐπει ταχιστα ἐγενετο ἐν τῃ γῃ ταυτῃ , ἐνετυχε πρωτα Μελιτῃ κρηνῃ : και προεθυμειτο πριν ἐπι τον Ξανθον ἐλθειν
ἀρτι γαρ ἐνθενδε οἰκαδε οἰχεται , οἰκει δε ἐγγυς ἐν Μελιτῃ . Ταυτα εἰποντες ἐβαδιζομεν , και κατελαβομεν τον Ἀντιφωντα
9994060 ἐθαυμαζε
δρυι καθιστατο καλαμος . ἡ μεν γαρ αὑτην της ἰσχυος ἐθαυμαζε και προς την των ἀνεμων ἀντεχειν ἠλαζονευετο μαχην ,
ὁ δημος ἐστρατευετο , οὐκ ἀν οὑτως ὑπερβαλλοντως τους στρατηγουντας ἐθαυμαζε . μετα ταυτα ἐπι δευτερον μερος της αὐτης ἐρχεται
9994051 ῥακη
Και μαλα . Οὐκουν και γυναικες αἰσχραι και ῥυπαραι και ῥακη ἠμφιεσμεναι δοκουσι συνειναι ; Και μαλα . Αὑται τοινυν
κληρον περισπερχους βοης πηκτος θανατος ποιναις ἐφικταις πολλη φαρετρα ποντια ῥακη πρεμνον ἑστιας . . προσαιθριζουσα πομπιμον φλογα νοτις προσαυριζουσα
9994051 θριδακινηϲ
δε ἐπιτιθεναι δει φυλλα λαπαθου ἠ ἀμπελου ἠ τευτλου ἠ θριδακινηϲ : ὁ δε ὀξυγαλακτινοϲ τυροϲ και τα μειζονα τραυματα
ῥοδινον ἠ ὀμφακινον ἐλαιον ἠ χυλον ἀειζωου ἠ κοτυληδονοϲ ἠ θριδακινηϲ ἠ ψυλλιου ἠ ὀμφακοϲ τριψαϲ ὁμοιωϲ καταχριε . διαιταϲθω
9994044 κτενω
τα ψηφισματα και την ἀναγκην ἐς κορακας ἐντευθενι ; ἀκων κτενω σε , τεκνον : ὁ δ ' ὑπεκρινετο ,
, ἐς τε μονομαχου παλης ἀγωνα νυν ἑστασιν . ἀκων κτενω σε , τεκνον . ἐγω ς ' ἐθηκα δουλον
9994041 μιγη
χιδρα μεν ἐντριψειας ὑποστρωσας ἐνι κοιλοις ἀγγεσιν , εὐωδει δε μιγη ἀναφυρσον ἐλαιῳ , ζωμον δε βρομεοντα † καταντλας †
ἑ γεινατο μητηρ : ποιμαινων δ ' ἐπ ' ὀεσσι μιγη φιλοτητι και εὐνῃ , ἡ δ ' ὑποκυσαμενη διδυμαονε
9994035 ἠξιωσε
τῳ τοτε βασιλει Κορινθου Πολυβῳ : ὁς λαβων αὐτον ἐπιμελειας ἠξιωσε και εἰς ἀνδρων ἡλικιαν ἠγαγεν . ἐπειτα δε ὁ
ἀγαπησαντας τον ἀληθη θεον και ἀνταγαπηθεντας προς αὐτου , ὁς ἠξιωσε , καθαπερ δηλουσιν οἱ χρησμοι , δια τας ὑπερβολας
9994033 Ἀμφιαραῳ
ἐπ ' αὐτῳ ] ὁμως δε ἐπ ' αὐτῳ τῳ Ἀμφιαραῳ ἀντιταξομεν και ἀντιστησομεν πυλωρον , ἠγουν φυλακα των πυλων
, ἡτις ὡσπερ τις ὁρκος πιστοτατος δοθεισα τῳ Ὀϊκλεος παιδι Ἀμφιαραῳ και γυνη αὐτῳ γενομενη ἐσβεσε την μαχην , και
9994025 νιτρῳ
ἐγραφομεν . . . ταυτι μοι τα στιγματα σευτλου ἀφεψηματι νιτρῳ τε ὀπτῳ και ὀροβινῳ σμηγματι ἀπορρυπτεται : ἠν δε
τηϲ χρηϲεωϲ πυρια , ἀνατριβων τον τοπον ϲυκηϲ φυλλοιϲ και νιτρῳ ἀποϲμηχων , καταχριε τῳ φαρμακῳ καθ ' ἡμεραν .
9994020 ἀξι
θ ' ἁμα : ταυτ ' εἰς ἑν ἐλθοντ ' ἀξι ' ἐνθυμησεως . τι δ ' οὐκ ἀν εἰη
εἰποι τις ἀν , ἀλλα ταυτα μεν οὐδενος ἐστ ' ἀξι ' οὐδε δικαιως εὑρημενα , ἁ δ ' ἐγραψεν
9994019 βεβαιῳ
φιλονικιαν , μηδε ἀνθρωπον ὀντα και τυχῃ χρωμενον , οὐ βεβαιῳ πραγματι , κωλυσαι τους κινδυνευειν ἐν τυχαις ἠ χρειαις
, το ἐξ ἁπαντος του χρονου πεφυλαχθαι τους νομους ἐν βεβαιῳ : ἀλλ ' ἐκεινο θαυμασιωτερον , ὡς ἐοικε ,
9994015 ἑφθη
πουλυποδος πλεκτη δ ' , ἠν πιλησῃς κατα καιρον , ἑφθη της ὀπτης , ἠν ᾐ μειζων , πολυ κρειττων
ἐλαιῳ ἀχρι χυλωσεως το ἐλαιον ἐπιχριομενον , καλαμινθη ἐν οἰνῳ ἑφθη , λιθαργυρος πεπλυμενη συν ῥοδινῳ λευκῳ . τας δ
9994014 ἀμμιγα
ἐσχατον ὑδωρ . Νηρεα μεν πρωτιστα καλω πρεσβυστον ἁπαντων , ἀμμιγα πεντηκοντα κοραις πασαισιν ἐρανναις : Γλαυκην δ ' ἰχθυοεσσαν
ἐστιν , ἐπην εἰς σφαλματα νευσῃ . τουτοις δ ' ἀμμιγα πασι Κρονου συναλωμενος ἀστηρ τειχοδομους τε τιθησι , και
9994008 σφυρῳ
σκορπιον ἀνηκε κατ ' αὐτου και κρουσθεις οὑτος ἐν τῳ σφυρῳ τεθνηκεν . Οἱ οὐν θεοι ἐλεησαντες αὐτον δι '
τῃ ἀλοχῳ χαριν της ἡρακλεους σπερμογονιας : Ὀρθῳ ἐστασας ἐπι σφυρῳ . ἀντι του : ἀσφαλη αὐτοις ἀπειργασω την βασιν
9993998 ὀνυχοϲ
ὁλον ἀφανιζει , τα δε πλειϲτα το μεϲον δαπανᾳ του ὀνυχοϲ , προϲ δε ταιϲ ῥιζωνυχιαιϲ αὐταιϲ καταλειπει τι ἀδιαϲηπτον
των χιτωνων παρεμπεϲον και ϲχηματιϲθεν τῳ κυκλῳ τηϲ ἰρεωϲ ὁμοιαν ὀνυχοϲ ἀποτομῃ φανταϲιαν ἀποτελεϲῃ . πλειονοϲ δε ϲυϲταντοϲ πυου και
9993997 κλινῃ
. πως γαρ ἀν ἐπι τῃ στρωμνῃ , και τῃ κλινῃ , ἐφ ' ᾑ κατεκλιθη ὁ νοσων , και
ξυλον προς την κλινην , οἱονει ὡσπερ αὐτο ὑποκειται τῃ κλινῃ , οὑτως ὑδωρ ἠ γη ἠ των ἀλλων ὁτιουν
9993997 ἀχθη
γεωργος „ , τῳ δε ἀδικῳ την ἀνευ ἐπιστημης φερουσαν ἀχθη βαρυτατα γης ἐργασιαν : ” Καιν ” γαρ φησιν
ἱερον δε κατιδων και παιδαγωγους τε προσκαθημενους ἀκολουθους τε παιδας ἀχθη βιβλιων ἐν πηραις ἀνημμενους ξυνηκεν , ὁτι παιδευοι τις
9993994 Φιλιππῳ
τις τἀλλοτριον , παραχωρει δε των ἰδιων . και το Φιλιππῳ δε μετα βαρυτητος εἰρηται . τινι γαρ , εἰπε
τῃ ἰσῃ δη που και ὁμοιᾳ ποιησεσθε ὡσπερ ἀει : Φιλιππῳ δ ' ἀκολουθειν ἀναγκη . τουτο δε ὁσον διαφερει
9993991 ὑδαρεα
ἐχοι ἀριστα το σωμα : οἰνον δε κιῤῥον αὐστηρον , ὑδαρεα , και ὀλιγον το ποτον πινετω . Τοισι δε
σιτιων και των ταλαιπωριεων ἀφαιρεειν , και τον οἰνον πινοντων ὑδαρεα τε και ὁτι ψυχροτατον . Ὁκοσοισι δε ὀδυναι γινονται
9993991 πινω
ὡσπερ και νυν τῳδε τῳ Θασιῳ οἰνῳ ἐντυχων οὐ διψων πινω αὐτον . ἀλλα μην και πολυ δικαιοτερους γε εἰκος
δ ' ἀν ἡ Φρυγια αὐτον : ἐγω δε Λεσβιον πινω και Θασιον και ἀργυριου δεομαι : ὀπωραν δε Ὀπωρᾳ
9993983 Ἀγαθη
λεγων τον λαβοντα τον χρησμον . . . . . Ἀγαθη : πολις Λιγυων ἠ Κελτων : Σκυμνος δε Φωκαεων
ἀσφαλης ἱδρυται πλησιον της Ναρβωνος , ἐφ ' οὑ δε Ἀγαθη κτισμα Μασσαλιωτων . Ἑν μεν οὐν ἐχει παραδοξον ἡ
9993980 ἁγιῳ
[ χαρις ] , τελος τησδε της δελτου συν Θεῳ ἁγιῳ ; ; . . φιλουντα δικαζειν πατερα παις εἰρξας
αὐτου γεγηρακυιαι παρθενοι : και ἡ ἑτερα αὐτου θυγατηρ ἐν ἁγιῳ πνευματι πολιτευσαμενη , ἡ ἐν Ἐφεσῳ ἀναπαυεται : ἐτι
9993977 εα
[ [ ] ! [ ! ! ] ! ! εα ? ! ! ? ! ! ! [ [
ιςαι | [ πατ [ δεο [ τα ? [ εα [ λα [ παι [ ροις [ ανα [
9993977 Λευκοθεα
χρονου ἀφθαρτον οὐσαν διαγειν και τεταχθαι . αὑτη δε ἡ Λευκοθεα Νηρηις γενομενη . οὑτως γαρ , ἠγουν Λευκοθεα ,
, ἡς και ὁ ποιητης μεμνηται : ἐστι δε αὑτη Λευκοθεα : ὁ δε Μελικερτης μετεβληθη εἰς δαιμονα : ἐστι
9993975 ἑλκεα
οἱ δανος ὠπασεν Ἑκτωρ . Κωκυτος τοι μουνος ἀφ ' ἑλκεα νιψεν Ἀδωνιν . Τον δ ' ἐκαλυψε θαλασσα λιλαιομενον
, ἀγαθον και ἰσχναινειν εὐ , ὡς τα των ἁλιεων ἑλκεα : ταυτα γαρ οὐδ ' ἐκπυει , ἠν μη
9993973 ῥωμη
γαρ ἀνδρων πολλα καμπτονται φρενες γνωμη δε κρεισσον ἐστιν ἠ ῥωμη χερων ὡς ἡδυ τῳ φυσαντι πειθεσθαι τεκνα ἐκ του
ἐμμενειν . συμφερει δε σωματι μεν εὐεξια και καλλος και ῥωμη και ὑγιεια , ψυχῃ δε σοφια φρονησις ἀνδρεια σωφροσυνη
9993968 Ὁμηρῳ
του τοιουτου ῥηματος και ὁ λαοσσοος και το παρ ' Ὁμηρῳ σοος οἱονει ζων και κινουμενος . σουσθε κανονιζεται σευω
κατηγορει Εὐριπιδου , κακως λεγων αὐτον ἐξειληφεναι το παρ ' Ὁμηρῳ λεχθεν : ἠ τις Ἀχαιων ῥιψει χειρος ἑλων ἀπο
9993965 κολοκυνθιδα
ἀποβρεγμα κολοκυνθιδος . γινεσθω δε το ἀποβρεγμα οὑτω : λαβων κολοκυνθιδα πληρωσον ἑψηματος καθαρας αὐτην προτερον καλως , ὡς μηδεν
και ἡ καθαρσις ἡ δια των κοκκων των ἐχοντων την κολοκυνθιδα και το εὐφορβιον , ὡν ἡ συνθεσις ἐχει οὑτως
9993964 νοσῳ
ἐν μεν τῃ αʹ ἡμερᾳ ὁ κατακλιθεις χρονιως ταλαιπωρησει τῃ νοσῳ , ἐν δε τῃ βʹ εἰσω γʹ ἡμερων ῥαϊσει
πειθεσθαι οὑς ἀν ἡγωνται βελτιστους εἰναι . και γαρ ἐν νοσῳ , ὁν ἀν ἡγωνται ἰατρικωτατον εἰναι , τουτῳ μαλιστα
9993960 ἐτευξε
, κρυψαι δ ' ἀδοκητα μαχαιραν καλην , ἡν οἱ ἐτευξε περικλυτος Ἀμφιγυηεις , ὡς την μαστευων οἰος κατα Πηλιον
καλος ἐμμι ; ἀρα τις ἐξαπινας με θεος βροτον ἀλλον ἐτευξε ; και γαρ ἐμοι το παροιθεν ἐπανθεεν ἁδυ τι
9993955 ἀσπιδι
δε κοσμος τουτ ' ἐστι μοι . Ὡς ἡρως ἐν ἀσπιδι ξενισαι βουλομαι : λε - γεται ἐπι των τους
μετεωρου και αὐτικα διεπερονησε τον ἀνδρα διαμπαξ αὐτῳ θωρακι και ἀσπιδι : οὑτω δη τι δυναμει τε των πολλων περιην
9993955 Αἰγεα
δε την Μηδειαν , ὁτι μετα φονον του παιδος προς Αἰγεα κατεφυγεν ἀλητευσασα : οἱ δε την Φερσεφονην , διοτι
εἱρπε προς την κιγκλιδα . τον Ἐρεχθεα μοι και τον Αἰγεα καλει . ἀπολωλα : τιλλων τον λαγων ὀφθησομαι .
9993952 Ἀρτεμιδι
, φιλος ἀνηρ Δημητρι μεν δια το γεωργιᾳ προσεχειν , Ἀρτεμιδι δε δια την θηραν : των γαρ ὁπλων οἱς
, προεσημαινον οἱ μαντεις , ὁτι ἐσοιτο πλους , ἐαν Ἀρτεμιδι θυσωσι την Ἰφιγενειαν . Ἀγαμεμνων δε διδοι σφαγιον αὐτην
9993952 ὀρτυξ
της κεφαλης πτερα ἀπετιλλεν : και εἰ μεν ἐγκαρτερησειεν ὁ ὀρτυξ , ἡ νικη μετα του θρεψαντος αὐτον ἐγινετο ,
! [ ! ] βρινον ? . . . ἁδυφωνος ὀρτυξ τις ὁ θορυβος ὁδε ; τι ταδε τα χορευματα
9993951 Ὀμφαλῃ
των γεραιτερων πολυ . ὑπονοω δε και την παρ ' Ὀμφαλῃ λατρειαν ἐκεινῳ πιθανωτεραν εἰναι προσηκειν , ἐμφαινοντων παλιν δια
Σιμωνιδης δε οὐατοεντα σκυφον ἐφη . Ἰων δ ' ἐν Ὀμφαλῃ : οἰνος οὐκ ἐνι ἐν τῳ σκυφει , το
9993951 σατυρικῳ
μοι των κακων παροψιδες . Ἀχαιος δ ' ἐν Αἰθωνι σατυρικῳ : κεκερματισθω δ ' ἀλλα μοι παροψιδων καθεφθα και
εἰποντος ἐν Ἀχαρνευσιν . Εὐριπιδης μεν γαρ εἰρηκεν ἐν Αὐτολυκῳ σατυρικῳ τους ὀνους τους λαρκαγωγους οἰσειν ἐξ ὀρους ξυλα :
9993948 ἀκανθῃ
χρονον ἠ τοδε ἀπειργασθαι προς της αὐτος αὑτου γενεας τρωθεις ἀκανθῃ θαλασσιας τρυγονος ἐτελευτησεν . Ἀλεξανδρος δε ὁ Πριαμου βουκολων
του Ἑρμου , οἱ δε ἐν τῳ σωματι και τῃ ἀκανθῃ του βορειου Ἰχθυος τῳ τε του Διος και ἠρεμα
9993947 σφραγιδα
δε Ῥωμαιοι χαριστηρια της συμμαχιας στεφανον τε ἀπο χρυσου και σφραγιδα χρυσην ἐπεμπον και ἐλεφαν - τινον διφρον και πορφυραν
εἰχες σαυτου ἐχειν ἐργον ὡς ἐπισταμενος δακτυλιους γλυφειν και ἀλλην σφραγιδα σον ἐργον , και στλεγγιδα και ληκυθον ἁ αὐτος
9993946 ἠρκεσε
ὑβρισαι . ἐγω μεν οὐν λελουμαι και μικρον ἀντι μειζονος ἠρκεσε μοι : συ δ ' εἰ χλευαζειν ἐπιθυμεις ,
, πολλαις γαρ και μονη ἡ του καθαρτικου φαρμακου ποσις ἠρκεσε το δεον ποιησαι : των δε καθαρτικων τα ὀξυτατα
9993945 σκοπῃ
μηδεν ὡν ἐχει . Οὐ γαρ το πληθος , ἀν σκοπῃ τις , του ποτου ποιει παροινειν , του πιοντος
ἀπεχεσθω γαμου . Το γαμειν , ἐαν τις την ἀληθειαν σκοπῃ , κακον μεν ἐστιν , ἀλλ ' ἀναγκαιον κακον
9993941 δακρυ
νεον σκοροδοιο ποθεισα . Και τε συ μηκωνος κεβληγονου ὁπποτε δακρυ πινωσιν , πεπυθοιο καθυπνεας : ἀμφι γαρ ἀκρα γυια
ἀκυρον ποιησῃ : οὐτ ' ὠχρησαντα χροα καλλιμον οὐτε παρειων δακρυ ' ὀμορξαμενον . και οὐ μονον ταυτα , ἀλλ
9993940 Αἰγαιῳ
. . . . νε Ϛʹ μα Ἐν δε τῳ Αἰγαιῳ πελαγει , Φρυγιας μικρας ἠ Τρωαδος Ἀλεξανδρεια Τρωας .
τας νησους τας Κυκλαδας καλουμενας κατα μεν την προς τῳ Αἰγαιῳ θαλατταν ἡ τε Εὐβοια και τα ἀκρα αὐτης ,
9993939 Ναβουχοδονοσορ
ἑρμηνειαν οἱονει Ἑλληνικην προφητειαν ἐνεργεισθαι , ἐπει κἀν τῃ ἐπι Ναβουχοδονοσορ αἰχμαλωσιᾳ διαφθαρεισων των γραφων κατα τους Ἀρταξερξου του Περσων
συν ἀλλοις εὐγενεσι . μετα μικρον δ ' ὑπεραρθεις ὁ Ναβουχοδονοσορ και την της τυχης εὐνοιαν οὐ δυνηθεις βαστασαι ,
9993928 Παρῳ
ἠδη . Του αὐτου ἐκ του πλατους . Ἐν τῃ Παρῳ τῃ νησῳ Ἀριστοτελης λεγει μυς εἰναι : και μεντοι
, αἰχμητα δυω . δοκει δε πρωτος Ἀρχιλοχος νικησας ἐν Παρῳ τον Δημητρος ὑμνον ἑαυτῳ τουτον ἐπιπεφωνηκεναι . Λυσιστρατης τις
9993927 ϲτυπτηριαϲ
, πιϲϲηϲ # δ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # δ , ϲτυπτηριαϲ ὑγραϲ # α ∠ ʹ : ποιει δε και
κανθουϲ δια καδμιαϲ και χαλκιτεωϲ ἠ τουτῳ καλλιϲτῳ ὀντι : ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ μιϲυοϲ ὀπτου χαλκανθου ἰϲα : ἱκανωϲ ἀποδαπανᾳ ταϲ
9993924 ἀξιω
δ ' Αἰθιοπων τε και Καταδουπων ὀρων ἀντιλεγειν μεν οὐκ ἀξιω δια τους εἰποντας , οὐ μην ξυντιθεμαι γε λογιζομενος
νομιζω . Εἰ οὐν οὑτως ἐχει ταυτα , σῳζεσθαι τε ἀξιω και δοκειν ὑμιν εἰναι μη κακος . Φερε δη
9993924 σορῳ
, ἐντειλαμενος τοις υἱοις αὐτου . και ἐθεντο αὐτον ἐν σορῳ , ἑως ὁτε ἀνενεγκαντες αὐτον ἐξ Αἰγυπτου ἐθαψαν ἐν
ἐγω δε ἐν ἐκεινοις οἱσπερ ἀρτι παραδους τον Κιμωνα τῃ σορῳ . Ἡγουμενος βουλεσθαι σε μηδεν των ἡμετερων ἀγνοειν ,
9993924 ἐϲτω
ὑπερεκπιπτοντεϲ , ὡϲτε εἰϲ ϲυγκοπην πολλακιϲ κατεϲτρεψαν . λεπτον οὐν ἐϲτω το περιβολαιον και ἐμβεβρεγμενον και ἀηρ εὐψυχεϲτεροϲ , και
. τα δ ' ἐν τροφῃ διδομενα παντα τηϲ λεπτυνουϲηϲ ἐϲτω δυναμεωϲ , ὁθεν και δριμυφαγια ἐκ διαλειμματων δοκιμαζεϲθω .
9993922 κυβερνητῃ
τῳ κυριῳ αὐτου ἠ τῳ κυβερνητῃ του μηνος ἠ τῳ κυβερνητῃ της ἡμερας . Και αὑται μεν εἰσιν αἱ του
τα σεαυτου , τῳ κυβερνητῃ ἠ τῳ φιλοσοφῳ ; Τῳ κυβερνητῃ ἐγωγε . Οὐκουν και τἀλλα πανθ ' οὑτως ,
9993922 κολοκυνθη
φυλλα βλιτον βρυον θαλαττιον γλαυκιον δορυκνιον ἰξοϲ ἰτεαϲ τα φυλλα κολοκυνθη κοτυληδων κωνειον πευκη το δενδρον μαλαχη ἡμεροϲ μηκων μηλα
τρις ὀλιγιστην . ῥοιαι δ ' ὀλιγοτροφοι , ἀπιοι , κολοκυνθη , σταφιδες αἱ αὐστηραι και ἀλιπεις . Φασιλοι ,
9993920 ψευδῃ
ψευδος . ψευδῃ οὐν , κἀν τε ἀληθευῃς κἀν τε ψευδῃ . και ἐπαγει λεγων ὁτι Πρωταγορας ψευδεται , κἀν
ἐχ ' ἀτρεμας ] ἡσυχαζε . ψευσῃ ] γρ . ψευδῃ ) . οὐ ψευσῃει γε με ] οὐ ψευδη
9993914 χυλοϲ
παντι . τοιαυται δε εἰϲιν : ὁ τε τηϲ πτιϲϲανηϲ χυλοϲ ψυχροϲ λαμβανομενοϲ ὁ τε του ἀλικοϲ χονδροϲ ὁμοιωϲ πτιϲϲανῃ
ἐνεργηϲῃ ϲφοδρωϲ αἱματωδη κενοι και μαλλον ὠφελει . ὁ δε χυλοϲ αὐτηϲ παραπληϲιαϲ ὑπαρχων δυναμεωϲ , τουτεϲτι τηϲ ξηραντικηϲ τε
9993913 ὀμβρῳ
αἰης ἠ δρυος ἠ πευκης : το μεν οὐ καταπυθεται ὀμβρῳ , λαε δε του ἑκατερθεν ἐρηρεδαται δυο λευκω ἐν
μεν του κατεπειγομενος “ χειμαρρους κατ ' ὀρεσφιν ὀπαζομενος Διος ὀμβρῳ : ” οὐχ ὡς Δημητριος ὁ Πυκτης , πληρουμενος
9993909 μυδιῳ
την ἀποδοραν , δι ' ὁ μετα την ὑποτομην βλεφαροκατοχῳ μυδιῳ , τουτεϲτι προϲ την περιφερειαν του βλεφαρου ἐϲχηματιϲμενῳ ,
και προϲ ϲυνουϲιαν ὁρμωϲιν . διοπερ ὑπτιαϲ ἐϲχηματιϲμενηϲ τηϲ γυναικοϲ μυδιῳ καταϲχοντεϲ το περιττον τηϲ νυμφηϲ ἐκτεμωμεν ϲμιλῃ φυλαττομενοι το
9993909 πιμεληϲ
ὑγροτητα ϲηπει και διαφθειρει , τῳ χρονῳ δε και τηϲ πιμεληϲ και τηϲ ϲαρκοϲ και αὐτων των ϲτερεων ϲωματων καθαπτεται
ζῳων κραϲιν , ἀει ταϲ διαφοραϲ τηϲ ἐν αὐτοιϲ γιγνεϲθαι πιμεληϲ ἠ ϲτεατοϲ και το μεν ἀρρεν του θηλεοϲ ἀει
9993906 γαϲτηρ
κἠν μεν ἐπι τοιϲι ἰϲχηται μεν ὁ ἱδρωϲ και ἡ γαϲτηρ ὁ τε ϲτομαχοϲ δεχηται τα ϲιτια και μη ἐμεῃ
φαρμακου , εἰτα καθαραν χολην . πολλακιϲ δε και ἡ γαϲτηρ ὑπερχεται κατω : ὁτε δε και εὐφορωτερα ἡ καθαρϲιϲ
9993905 ὀρρωδω
, θορυβος , ταραχη . και τα ῥηματα φοβουμαι , ὀρρωδω ὀκνω κατοκνω , δεδια δεδοικα , εὐλαβουμαι , ἐκπεπληγμαι
προσαγε το στομα . ἀλλ ' , ὠ μελ ' ὀρρωδω τον ἐραστην σου . τινα ; τον των γραφεων
9993905 αἰγοϲ
βρεξαϲ ὀξει ἐν ξυλινῳ ϲκευει καταχριε . Ἀλλο . ϲπυραθουϲ αἰγοϲ λεαναϲ καταχριε και ἐπιδηϲον : τουτο ποιει πρωϊ και
ποιει ὀνειον ϲτεαρ καταχριομενον , εὐζωμου ϲπερμα λειον μετα χοληϲ αἰγοϲ και βοοϲ και προβατου καταχριομενον ϲυν λιθαργυρῳ , προβατειοϲ
9993903 αἱμορραγιαϲ
δυναμιν ἀφαιρειν . ταϲ δε αὐτοματουϲ ἐν πυρετοιϲ δια ῥινων αἱμορραγιαϲ κριτικωϲ μεν γινομεναϲ δεχεϲθαι , ἀμετρωϲ δε φερομενον το
ἠγουν ἑξαϲκελεϲιν ἐπιδεϲμοιϲ χρηϲομεθα . εἰ δ ' ἐτι δεοϲ αἱμορραγιαϲ εἰη , πτυγμα ἐπιβλητεον ἀπο ὀξυκρατου ἠ ὑδροροδινου ,
9993902 Συνεφη
ἠ ὁσου τῳ ξενῳ , οὑτος εἰη ἀν πλουσιωτερος . Συνεφη και ταυτα . Εἰ δε τις σοι διδοιη αἱρεσιν
ποιουντα ἀνιας ποιει ; Ὁμολογοιεν ἀν , ὡς ἐγᾠμαι . Συνεφη ὁ Πρωταγορας . Οὐκουν φαινεται , ὠ ἀνθρωποι ,
9993898 ἐλλεβορῳ
ἀγκωνος φλεβοτομειν : εἰ δ ' ἀλλως γενοιτο , φαρμακευειν ἐλλεβορῳ μελανι ἠ σκαμμωνιᾳ . τας δ ' ἐκ των
κἠν ἐκ μελαγχολιηϲ ταδε γιγνηται , τα ἐπιγιγνομενα ἀνηκεϲτα . ἐλλεβορῳ ὠν χρεεϲθαι ἐϲ ἰηϲιν του κακου : ἐπιπροϲθεν δε
9993895 Αὐλιδα
ὡσπερ και κειται „ οἱ θ ' Ὑριην ἐνεμοντο και Αὐλιδα ” ” οἱ δ ' „ Ἀργος τ '
και χθιζα τε και πρωιζ ' , ὁτ ' ἐς Αὐλιδα νηες Ἀχαιων ἠγερεθοντο κακα Πριαμῳ και Τρωσι φερουσαι .
9993892 κυνοϲ
ὠφελει ϲυν ὀξει πινομενη . Ἡπαρ το μεν του λυττωντοϲ κυνοϲ ὀπτηθεν , εἰ βρωθειη , τοιϲ ὑπ ' αὐτου
κεκομμεναϲ και ϲεϲηϲμεναϲ . ὁποταν δε τιϲ δηχθῃ ὑπο λυϲϲωντοϲ κυνοϲ , εἰϲ οἰνου ἀκρατου κυαθουϲ τρειϲ ἠ τεϲϲαραϲ ἐμπαϲϲειν
9993892 ἱκανωϲ
και γιγνεται μεν ἡ προϲθεϲιϲ αὐτων δυϲαφαιρετοϲ , ξηραινει δε ἱκανωϲ . προϲκειϲθαι δε δια παντοϲ αὐτοιϲ προϲηκεν , ἀχριϲ
μητε ὀξυτητα μητε πικροτητα και προϲ τουτοιϲ ἐτι μηθ ' ἱκανωϲ θερμου μηθ ' ὑπερβαλλοντωϲ ψυχρου . ἐντευθεν γαρ ὁρμωμενοϲ

Back